Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2023

Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια - 7. Οι Μεγάλοι Απόλογοι

7.3. Η σύνταξη


Οι «Μεγάλοι Απόλογοι» χρωστούν τον δίκαιο έπαινο που τους αποδίδει ο Αλκίνοος στο διάλειμμα της «Μεγάλης Νέκυιας» (λ 363-369) σε δύο αρετές, οι οποίες συστήνουν κυρίως την αφηγηματική τους σύνταξη. Ο φιλόξενος και φιλόμουσος βασιλιάς των Φαιάκων υπογραμμίζει πρώτα την αξιοθαύμαστη μορφή των λόγων (μορφή ἐπέων, λέει το πρωτότυπο κείμενο) και μετά το ξάστερο μυαλό του αφηγητή, που δεν θολώνει το νόημα και τη ροή της διήγησής του (φρένες ἐσθλαί, λέει το πρωτότυπο κείμενο). Ανάλογες εξάλλου αρετές αναγνωρίζει και ο Οδυσσέας στον Δημόδοκο (θ 487-498), παρακινώντας τον να επιδείξει την τέχνη του με ένα ακόμη τραγούδι, ιστορώντας τον διάσημο δόλο του δουρείου ίππου κατὰ κόσμον και κατὰ μοῖραν (ώστε το σύνολο να ακολουθεί την πρέπουσα τάξη, τα μέρη να βρίσκουν τη σωστή τους σειρά). Από τους δύο αυτούς επαίνους συμπεραίνουμε ότι μια καλή διήγηση κρίνεται όχι μόνον από τη θέση και το θέμα της αλλά προπάντων από τον τρόπο της. Στην περίπτωσή μας τρόπος και σύνταξη συμπίπτουν. Για να εκτιμηθεί ωστόσο κόσμια και σωστά η σύνταξη των «Μεγάλων Απολόγων», πρέπει να συγκριθεί με τη θέση και με το θέμα που την υποστηρίζουν.

Η θέση (το πού και το πότε) των «Μεγάλων Απολόγων» στη Σχερία δεν είναι καθόλου αυτονόητη. Γιατί, στον βαθμό που η μακρά αυτή διήγηση αντιστοιχεί σε συγγενικές διηγήσεις ξενιτεμένων, οι οποίοι (επιστρέφοντας αργά και απροσδόκητα, αγνώριστοι συνήθως, στον τόπο τους) διηγούνται στους δικούς τους τις περιπέτειες που έζησαν και τους κινδύνους που ξεπέρασαν, φαίνεται να ανατρέπει τυπικούς κανόνες: χρόνου, τόπου, ακροατηρίου. Πράγματι οι «Μεγάλοι Απόλογοι» του Οδυσσέα και της Οδύσσειας ελέγχονται από τυπική άποψη αντικανονικοί: εκφέρονται προτού επιστρέψει ο ήρωας στην Ιθάκη (σε ενδιάμεσο επομένως χρόνο)· εντοπίζονται σε ξένο (φιλόξενο βέβαια) τόπο· απευθύνονται σε ξένο (πρόθυμο ασφαλώς) ακροατήριο. Αυτή ωστόσο η αντικανονική τοποθέτηση των «Μεγάλων Απολόγων» σε «λάθος» χρόνο, «λάθος» τόπο και «λάθος» ακροατήριο αποτελεί σήμα της πρωτότυπης σύνταξής τους και μαρτυρεί τη συνθετική ιδιοφυΐα του ποιητή της Οδύσσειας. Για τον απλό λόγο ότι μέσα στο αποφασισμένο γενικό σχέδιο του έπους η ανατρεπτική θέση των «Μεγάλων Απολόγων» κρίνεται υποχρεωτική· οποιαδήποτε μετακίνησή τους θα κατέστρεφε την αφηγηματική οικονομία της Οδύσσειας.

Τυπικά ο απολογισμός της ξενιτιάς τοποθετείται στο τέρμα μιας περιπετειώδους διήγησης, επικυρώνοντας την επιστροφή του ξενιτεμένου, τον αναγνωρισμό του από την πιστή σύζυγο, την εγκατάστασή του στο συζυγικό σπίτι και στη συζυγική κλίνη. Ο απόλογος προσφέρεται τότε από τον άντρα στη γυναίκα του ως αναπλήρωση της μακρόχρονης απουσίας του και καταλήγει σε αμοιβαίο ύπνο, με τον οποίο κλείνει ήρεμα η αυλαία της διήγησης. Όλες αυτές οι συνθήκες ισχύουν, όπως είδαμε, στους ολιγόστιχους «Μικρούς Απολόγους» της Οδύσσειας, που τοποθετούνται στο τέλος περίπου της εικοστής τρίτης ραψωδίας. Δεν ισχύουν όμως καθόλου για τους «Μεγάλους Απολόγους». Γιατί;

Είδαμε ότι ο νόστος του Οδυσσέα μοιράζεται και μοιράζει το έπος στα δύο: δώδεκα ραψωδίες αναφέρονται (έμμεσα στην αρχή και άμεσα μετά) στον εξωτερικό και άλλες δώδεκα στον εσωτερικό νόστο του ήρωα. Ριψοκίνδυνος και επικίνδυνος δεν είναι μόνον ο εξωτερικός αλλά και ο εσωτερικός νόστος του Οδυσσέα, ο οποίος μάλιστα εξελίσσεται με τη "Μνηστηροφονία" σε φονικό νόστο, που πραγματοποιείται μέσα στο βασιλικό παλάτι της Ιθάκης. Τούτο σημαίνει ότι το δεύτερο μέρος του έπους είχε προοριστεί από τον ποιητή για το ταραχώδες θέμα της «Μνηστηροφονίας», το οποίο δεν άφηνε πρόσφορο χώρο και ήρεμο χρόνο, για να αναπτυχθεί η μακρά διήγηση των «Μεγάλων Απολόγων». Με άλλα λόγια: η «Μνηστηροφονία», καλύπτοντας το δεύτερο μέρος της Οδύσσειας, έσπρωξε τους «Μεγάλους Απολόγους» στο πρώτο μέρος της, το οποίο αποδείχτηκε όχι απλώς κατάλληλο αλλά ιδανικό.

Καταρχήν, ευνοεί εδώ ο χώρος με τις συνθήκες του. Το νησί της Σχερίας, το βασιλικό παλάτι, το βασιλικό ζεύγος, η ωραία και θαρραλέα κόρη, οι ίδιοι οι Φαίακες συστήνουν, με τον ειρηνικό και φιλόξενο πολιτισμό τους, μια πρώτης τάξεως υποδοχή τόσο για τον αφηγητή Οδυσσέα όσο και για τη διεξοδική του διήγηση. Ευνοϊκός όμως αποδείχνεται και ο χρόνος των «Μεγάλων Απολόγων»: ως εγκιβωτισμένο παρελθόν τέμνει το ποιητικό παρόν του έπους στην κρισιμότερη καμπή του. Ο Οδυσσέας μόλις έχει σωθεί από το τελευταίο συντριπτικό του ναυάγιο· εξουθενωμένος και εξαγριωμένος από την πάλη του με την τρικυμισμένη θάλασσα, αντικρίζει στην παραποτάμια όχθη της Σχερίας τη Ναυσικά, η οποία, λούζοντας και ντύνοντας το γυμνό του σώμα, τον εξανθρωπίζει πάλι και πρόθυμα τον οδηγεί στο βασιλικό παλάτι. Όπου, αδιάγνωστος ακόμη, φιλοξενείται γενναιόδωρα από την Αρήτη, τον Αλκίνοο και τους επιφανείς Φαίακες, εξασφαλίζοντας αμέσως την υπόσχεση του νόστου του. Και όταν μετά πιέζεται από τον βασιλιά να δηλώσει την ταυτότητά του, αναλαμβάνει να διηγηθεί τα πάθη του νόστου του όχι μόνο για να τον γνωρίσουν οι άλλοι (ανάμεσά τους και ο ακροατής του έπους), αλλά και για να αναγνωρίσει ο ίδιος τον ρημαγμένο εαυτό του. Από την άποψη αυτή οι «Μεγάλοι Απόλογοι» προσφέρουν γνώση αλλά ομολογούν και αυτογνωσία. Παρελθόν και παρόν του ήρωα ξαναβρίσκουν τώρα τη συνοχή τους, για να αντιμετωπίσουν το προβληματικό μέλλον.

Συμπέρασμα: η πρωτοτυπία των οδυσσειακών «Απολόγων» δεν βρίσκεται, όπως συχνά λέγεται, στον αναδρομικό εγκιβωτισμό τους μέσα στο ποιητικό παρόν του έπους, καθιερώνοντας για πρώτη, υποτίθεται, φορά την τεχνική του φλας μπακ. Αλλά στην «αντικανονική» μετάθεσή τους σε ενδιάμεσο χώρο και χρόνο, μεταξύ του εξωτερικού και του εσωτερικού νόστου, επέχοντας θέση γέφυρας, ώστε να περάσουμε από το πρώτο στο δεύτερο μέρος της Οδύσσειας ενήμεροι για το ποιος είναι, τι έπαθε και τι κατόρθωσε ο Οδυσσέας, προτού πατήσει το πόδι του στην Ιθάκη, όπου τον περιμένει η δοκιμασία της μνηστηροφονίας.

Πρωτότυπο όμως δεν είναι μήτε και το περιεχόμενο των «Μεγάλων Απολόγων». Η ομηρική έρευνα έχει αποδείξει ότι τουλάχιστον ορισμένα τερατικά επεισόδια (τους μονόφθαλμους Κύκλωπες, τους γιγάντιους Λαιστρυγόνες, τις Σειρήνες, τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη) ο ποιητής τα δανείστηκε από ένα αρχαιότερο έπος, γνωστό ως Αργοναυτικά, και μετασχηματισμένα τα ενσωμάτωσε στο δικό του έπος. Την οφειλή του εξάλλου αυτή, έμμεσα έστω, την ομολογεί ο ποιητής της Οδύσσειας, μνημονεύοντας στη δωδέκατη ραψωδία τη διάσημη Αργώ, που τη χαρακτηρίζει μάλιστα πασιμέλουσα: όλοι την ξέρουν και την τραγουδούν (μ 70). Τούτο σημαίνει ότι η θεματική πρωτοτυπία των «Μεγάλων Απολόγων» αναγνωρίζεται περισσότερο από τον τρόπο της διάταξης και της σύνταξης των διαδοχικών επεισοδίων τους.

Τρεις συν μία (ι-μ) είναι οι ραψωδίες που αφιερώνονται στους «Μεγάλους Απολόγους». Εννέα συν ένα βγαίνουν μετρημένα τα διαδοχικά τους επεισόδια. Τούτο σημαίνει ότι στην κάθε ραψωδία αναλογούν τρία επεισόδια, με την εξαίρεση της ενδέκατης ραψωδίας, που την καταλαμβάνει εξ ολοκλήρου το επεισόδιο της «Μεγάλης Νέκυιας» (νέκυς θα πει «νεκρός», και νέκυια είναι ο λόγος για τις σκιές του κάτω κόσμου). Τριαδική επομένως είναι η αρχή που καθορίζει τη σύνταξη των επεισοδίων στις ραψωδίες ι, κ, μ. Συγκεκριμένα: στην ένατη ραψωδία (στην πρώτη των «Απολόγων») συντάσσονται τα επεισόδια των Κικόνων, των Λωτοφάγων και των Κυκλώπων· στη δέκατη τα επεισόδια του Αιόλου, των Λαιστρυγόνων και της Κίρκης· στη δωδέκατη τα επεισόδια των Σειρήνων, της Σκύλλας-Χάρυβδης και της Θρινακίας. Πρόκειται επομένως για αποφασισμένη συμμετρική αρχή, η οποία αναλογεί στη γεωμετρική τέχνη της ίδιας εποχής, ιδιαίτερα στη συμμετρική διακόσμηση επιτάφιων αγγείων.

Η τριαδική όμως συμμετρία διαπιστώνεται και στην έκταση των τριών επεισοδίων που φιλοξενούν οι ραψωδίες ι, κ και μ. Και στις τρεις αυτές περιπτώσεις προτάσσονται δύο συνοπτικά επεισόδια και ακολουθεί κάθε φορά, διεξοδικά αναπτυγμένο, το τρίτο. Έτσι στη ραψωδία ι συνοπτική είναι η αφήγηση των επεισοδίων με τους Κίκονες και τους Λωτοφάγους, ενώ αναπτύσσεται σε μεγάλη έκταση το επεισόδιο της «Κυκλώπειας». Ο κανόνας αυτός τηρείται και στις ραψωδίες κ και μ: δύο συνοπτικά επεισόδια (τον Αίολο και τους Λαιστρυγόνες, τις Σειρήνες και τη Σκύλλα-Χάρυβδη αντίστοιχα) τα παρακολουθεί ένα τρίτο διεκταμένο (η Κίρκη στη ραψωδία κ, η Θρινακία στη ραψωδία μ). Τελικά το διπλό αυτό τριαδικό σχήμα, λειτουργώντας σταυρωτά (οριζόντια δηλαδή και κάθετα) εξασφαλίζει στέρεη άρθρωση στα μέρη και στα μέλη των «Μεγάλων Απολόγων». Ας πούμε πως μοιάζει με κλαδωτή σιδεριά, πάνω στην οποία πλέκονται και συγχρόνως ξεχωρίζουν τα εννέα επεισόδια των τριών ραψωδιών.

Το συμμετρικό πάντως αυτό σταυρόλεξο διαθέτει και διαχωριστικές τομές, με τις οποίες αποφεύγεται η ισομετρική μονοτονία. Τομή, λόγου χάριν, αναγνωρίζεται αμέσως μετά το επεισόδιο των Κικόνων: η θυελλώδης τρικυμία του Δία παρασύρει τον στόλο του Οδυσσέα, ο οποίος, παρακάμπτοντας το ακρωτήρι του Μαλέα και τα Κύθηρα, εγκαταλείπει τώρα τον πραγματικό γεωγραφικό χώρο, για να εισβάλει στο εξωτικό, φανταστικό και τερατικό τοπίο, με πρώτο σταθμό τη χώρα των Λωτοφάγων. Δεύτερη τομή εντοπίζεται μεταξύ ένατης και δέκατης ραψωδίας: μετά την επιθετική έπαρση του Οδυσσέα στο επεισόδιο της «Κυκλώπειας» (που κοστίζει τον φριχτό σπαραγμό έξι συντρόφων από τον Πολύφημο) η συμπεριφορά του ήρωα μετατρέπεται σε αμυντική· δεν προκαλεί πια τον κίνδυνο, αλλά προσπαθεί να τον διαχειριστεί με τέτοιον τρόπο, ώστε οι απώλειες να περιοριστούν στο ελάχιστο. Μια τρίτη, τέλος, τομή, σημαντικότερη για τη σύνταξη των «Μεγάλων Απολόγων», πέφτει στο κλειστό λιμάνι των Λαιστρυγόνων, όπου καταποντίζονται αύτανδρα όλα τα πλοία του οδυσσειακού στόλου, εκτός από ένα, που το κυβερνά ο ίδιος ο Οδυσσέας. Αυτό το έσχατο πλοίο θα συντριβεί στα ανοιχτά της Θρινακίας από τη διόσταλτη καταιγίδα στο τέλος των «Απολόγων», αφανίζοντας και όλους τους επιζήσαντες εταίρους - παρ᾽ ολίγον και τον ίδιο τον Οδυσσέα.

Εναλλακτική όμως ποικιλία διαπιστώνεται και στη διαδοχή των επεισοδίων που συνθέτουν τους «Μεγάλους Απολόγους», αν κριθούν με μέτρο τον αρνητικό ή τον μεικτό ρόλο που παίζουν ως προς την πρόοδο του εξωτερικού νόστου του ήρωα. Υπάρχουν επεισόδια με σαφώς ανάγωγο χαρακτήρα, που εμποδίζουν δηλαδή (λιγότερο ή περισσότερο, προσωρινά ή οριστικά) τον νόστο του Οδυσσέα και των εταίρων του. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν: οι Λωτοφάγοι, ο Κύκλωπας, οι Λαιστρυγόνες, το ζεύγος Σκύλλα-Χάρυβδη, ασφαλώς η Θρινακία. Μεγαλύτερο ωστόσο και ερεθιστικότερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα μεικτά επεισόδια: εκείνα δηλαδή που μεταλλάσσονται στην εξέλιξή τους και ή γίνονται από θετικά αρνητικά ή αντίστροφα από αρνητικά θετικά. Στην πρώτη κατηγορία ανήκει το μεταβατικό επεισόδιο του Αιόλου· στη δεύτερη το οριακό επεισόδιο της Κίρκης, το οποίο εκβάλλει στη «Μεγάλη Νέκυια». Έτσι φτάνουμε στο πιο ατίθασο από συμμετρική άποψη επεισόδιο, που με την ανταρσία του αυτή φαίνεται να διεκδικεί ένα είδος γενικότερης αυτονομίας.

Η απειθαρχία της «Μεγάλης Νέκυιας» στον τριαδικό κανόνα των «Μεγάλων Απολόγων» ελέγχεται εύκολα. Καθώς παρεμβάλλεται ανάμεσα στην ενδέκατη και στη δωδέκατη ραψωδία, επιβαρύνει τη ραψωδική τριάδα (ι, κ, μ) με μια εμβόλιμη ραψωδία, επαυξάνοντας τον αριθμό τρία σε τέσσερα. Εξάλλου, η τριαδική απειθαρχία της «Μεγάλης Νέκυιας» διπλασιάζεται, γιατί εδώ κατ᾽ εξαίρεση ένα μόνο επεισόδιο πιάνει μια ολόκληρη ραψωδία, ενώ οι άλλες τρεις ραψωδίες των «Απολόγων» φιλοξενούν από τρία επεισόδια η καθεμιά. Παρά ταύτα, η «Μεγάλη Νέκυια» ισορροπεί την εξωτερική της ασυμμετρία με μια δική της, εσωτερική τώρα, συμμετρία, η οποία σέβεται και τον τριαδικό κανόνα.

Καταρχήν, μοιράζεται σε τρία κεφάλαια: πρόλογο, κορμό και επίλογο. Ο πρόλογος ιστορεί το θαλάσσιο ταξίδι του Οδυσσέα προς τη χώρα των Κιμμερίων και την κάθοδό του στον Άδη. Ο κορμός αφιερώνεται στις εντεταλμένες από την Κίρκη θυσίες και στις συνομιλίες του ήρωα με τις σκιές του κάτω κόσμου. Τέλος, ο επίλογος, απότομος και σύντομος, ανεβάζει τον Οδυσσέα στον πάνω κόσμο, συνοψίζοντας το ταξίδι της επιστροφής του προς το νησί της Κίρκης με το επόμενο μαγευτικό δίστιχο (λ 639-640):

Έτσι ομαλά ταξίδευαν του Ωκεανού οι ροές το πλοίο,
πρώτα με τα κουπιά, ύστερα μόνο με το πρίμο αγέρι.


Ο τριαδικός εξάλλου κανόνας συντηρείται και στον διμερή κορμό της «Μεγάλης Νέκυιας». Στα δύο μέρη του συντάσσονται ανά τρεις οι συνομιλίες του Οδυσσέα με τις σκιές των νεκρών: στο πρώτο μέρος εξελίσσονται οι διάλογοι με τον Ελπήνορα, τον Τειρεσία και την Αντίκλεια· στο δεύτερο με τον Αγαμέμνονα, τον Αχιλλέα και τον Αίαντα. Στο πρώτο μέρος οι συνομιλίες αφορούν αμεσότερα τον Οδυσσέα: την ταφή ενός άταφου εταίρου, την τελική έκβαση του ασυντέλεστου ακόμη νόστου, τον σπαραγμό του ήρωα μπροστά στην άπιαστη σκιά της πεθαμένης μάνας του. Στο δεύτερο μέρος ο κύκλος ανοίγει σε τρεις διάσημους εταίρους του τρωικού πολέμου. Ο δραματικός τόνος παραλλάσσει από το ένα μέρος στο άλλο, αλλά και στο εσωτερικό κάθε μέρους, καθώς διαδέχεται η μία σκιά την άλλη. Στο πρώτο μέρος εξέχει ο συνταρακτικός διάλογος μάνας και γιου. Στο δεύτερο καθηλώνει τον ακροατή η μελαγχολική ομολογία του Αχιλλέα για την άδοξη ζωή και τον ένδοξο θάνατο: θα προτιμούσε, λέει, ζωντανός να ξενοδουλεύει πάνω στη γη, παρά να είναι βασιλιάς στον κάτω κόσμο. Ακολουθεί η περήφανη, ανυποχώρητη σιωπή του Αίαντα, ο οποίος αρνείται να ανταποκριθεί στον λόγο του Οδυσσέα, γιατί τον θεωρεί υπεύθυνο της μανίας και της αυτοκτονίας του.

Απείθαρχη και συνάμα πειθαρχική η «Μεγάλη Νέκυια» στον τριαδικό κανόνα των «Μεγάλων Απολόγων», υπερασπίζεται τον εξαιρετικό της ρόλο, προχωρώντας σε μεγαλύτερο βάθος. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποκαλύπτει τον βυθό της Οδύσσειας, κάτω από την τρικυμισμένη επιφάνειά της, όπου σμίγουν τα δύο γονιμότερα σπέρματα του έπους: ο νόστος και ο θάνατος. Το γεγονός ότι ο Οδυσσέας οφείλει να κατέβει στον Άδη, για να μάθει από τη σκιά του μάντη Τειρεσία (του μόνου εχέφρονα νεκρού στον κάτω κόσμο) την εξέλιξη και την έκβαση του νόστου του (αλλά και το οριστικό τέλος της ζωής του), δείχνει ότι νόστος και θάνατος επικοινωνούν εδώ μεταξύ τους· ότι στην παραδειγματική αυτή περίπτωση ο θάνατος γίνεται αγωγός του νόστου· ότι ο νόστος οφείλει να περάσει μέσα από τον αγωγό του θανάτου για να συντελεστεί· ότι ο νόστος αποτελεί αποδοχή και συνάμα υπέρβαση του θανάτου.

Υπάρχει στην πέμπτη ραψωδία μια παρομοίωση που εικονογραφεί αποκαλυπτικά αυτό τον συνειρμό θανάτου και νόστου: ο Οδυσσέας, συντριμμένος από τον Ποσειδώνα ναυαγός μεταξύ Ωγυγίας και Σχερίας, στο όριο θανάσιμης εξάντλησης, ανυψωμένος στην κορυφή ενός κύματος, βλέπει επιτέλους αντίκρυ του στεριά, και ξαφνικά τον συνεπαίρνει αναστάσιμη αγαλλίαση (ε 388-398):

Κι ωστόσο δυο μερόνυχτα, δοσμένος στο μεγάλο κύμα,
είδε πολλές φορές τον χάρο με τα μάτια του.
Μόνο την τρίτη μέρα, σαν την ξημέρωσε η Αυγή
με τους ωραίους πλοκάμους, έπεσε ο άνεμος,
γαλήνεψε, κι έγινε νηνεμία.
Και ξαφνικά βλέπει στο πλάι του στεριά· όπως τον σήκωσε
ψηλά ένα μεγάλο κύμα, την είδε μπρος του με το κοφτερό του μάτι.
Πόση αγαλλίαση νιώθουν παιδιά που αναστήθηκε ο πατέρας τους -
τον είχε βρει και τον κρατούσε στο κρεβάτι
βαριά αρρώστια που τον παίδεψε πολύ· μέρα τη μέρα έλιωνε,
καθώς ο δαίμονας τον χτύπησε ο φριχτός· και τώρα
που οι θεοί τού λύνουν τα δεσμά της συμφοράς του,
αγάλλεται· τόση αγαλλίαση φέρνει στον Οδυσσέα η θέα
της στεριάς της δασωμένης.


Ανάλογο συνειρμό νόστου και θανάτου υπονοούν και τα ετυμολογικά λεξικά. Όπου το ουσιαστικό νόστος και το ρήμα νοστέω σημασιολογούνται ως δείκτες απροσδόκητης σωτηρίας κάποιου μετά από θανάσιμη αρρώστια.

Το ζεύγος ωστόσο νόστου-θανάτου εμφανίζεται και στην κρίσιμη εκείνη ακμή του έπους, όταν ο Οδυσσέας μεταφέρεται ενύπνιος, με το αυτόματο καράβι των Φαιάκων, στην Ιθάκη, εξαντλώντας τον εξωτερικό του νόστο και εγκαινιάζοντας τώρα τον εσωτερικό του νόστο. Πρόκειται για τους στίχους 70-92 της δέκατης τρίτης ραψωδίας, ως τελευταίο σταθμό των «Μεγάλων Απολόγων». Σ᾽ αυτό λοιπόν το πλαίσιο ο βαθύς ύπνος που έχει απορροφήσει τον Οδυσσέα, σε όλη τη διάρκεια της θαλασσινής επιστροφής του προς την πατρίδα, χαρακτηρίζεται με τρία, φαινομενικώς αντιφατικά μεταξύ τους, κατηγορούμενα. Ονομάζεται: νήδυμος, νήγρετος και θανάτῳ ἄγχιστα ἐοικώς. Που πάει να πει: ύπνος γλυκύς, αξύπνητος, με θάνατο απαράλλακτος. Εδώ λοιπόν νόστος και θάνατος προς στιγμή εξισώνονται, και το ίσον της παράξενης αυτής εξίσωσης το καταλαμβάνει ο ύπνος.

Με άλλα λόγια, ο ύπνος γίνεται αρμός μεταξύ νόστου και θανάτου, σχηματίζοντας τώρα το ανθρωπολογικό και ανθρωπογνωστικό τρίπτυχο: «νόστος-ύπνος-θάνατος». Υπενθυμίζεται ότι στον Ησίοδο Ύπνος και Θάνατος θεωρούνται αδέλφια. Ως αδελφοί εξάλλου στην Ιλιάδα επιφορτίζονται από τον Δία να μεταφέρουν στην πατρική Λυκία το νεκρό σώμα του γιου του Σαρπηδόνα, εκτελώντας την αποστολή ενός νεκρώσιμου νόστου (Π 676-683). Ο νόστος βέβαια του Οδυσσέα δεν είναι νεκρώσιμος, όπως του Σαρπηδόνα και του Έκτορα στην Ιλιάδα. Η «Μεγάλη Νέκυια» της Οδύσσειας ωστόσο δείχνει ότι κάθε ασυντέλεστος νόστος ακουμπά στο όριο του θανάτου. Πως πρέπει να περάσει από το σύνορο αυτό, για να συντελεστεί, ώστε έτσι να γυρίσει σε προσωρινή ανάσταση. Γιατί, τον τελευταίο λόγο, έτσι κι αλλιώς, τον έχει ο θάνατος. Καλόδεκτος, όταν έρχεται στην ώρα του, καταπώς λέει ο Τειρεσίας στον Οδυσσέα, προλέγοντας τα τέλη της ζωής του (λ 134-137):

Ο θάνατός σου λέω θα σε βρει απόμακρα απ᾽ τη θάλασσα,
ήσυχος και γλυκός, τέτοιος θα ᾽ρθει για να σε σβήσει
σε βαθιά, μεστά γεράματα· και γύρω σου λαοί,
όλοι θα ζουν ευτυχισμένοι. Αυτός ο λόγος μου,
αλάνθαστος κι αληθινός.

Πέρα από τον χωροχρόνο υπάρχει και ο «υπερχρόνος»

Οι ζωές μας του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος δεν έχουν γραμμική θέση στον χρόνο, αλλά συμβαίνουν όλες ταυτόχρονα. Επειδή όμως εμείς είμαστε όντα του γραμμικού χρόνου και επειδή βιώνουμε τις ζωές μας με όρους «παρελθόντος», «παρόντος» και «μέλλοντος», νιώθουμε σαν όλες οι ζωές μας να συμβαίνουν με μια διαδοχή. Θα ήθελα τώρα να ασχοληθώ με το θέμα του χρόνου σε σχέση με τις προηγούμενες ζωές. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, γιατί πιστεύω ότι η όλη θεώρηση μας για τον χρόνο θα αλλάξει σύντομα.

Για να σας βοηθήσω να κατανοήσετε αυτή την ιδέα, φανταστείτε μια σφαίρα με πρισματική επιφάνεια, η οποία κρέμεται από την οροφή μιας αίθουσας χορού και αντανακλά το φως παντού τριγύρω. Καθώς η σφαίρα αυτή περιστρέφεται, οι αντανακλάσεις μετακινούνται τριγύρω. Επιλέξτε μια αντανάκλαση και συγκεντρωθείτε σ’ αυτήν. Φανταστείτε ότι η συγκεκριμένη αυτή αντανάκλαση στην οποία έχετε επικεντρωθεί είστε εσείς και η τωρινή σας ζωή.

Φαίνεται ότι κινείστε «προς τα εμπρός». Οι σκηνές τριγύρω σας μεταβάλλονται, καθώς εσείς φαίνεστε να «κινείστε στον χρόνο». Μπροστά αλλά και πίσω σας υπάρχουν κι άλλες αντανακλάσεις της πρισματικής σφαίρας. Εκείνες που φαίνονται «πίσω» σας καθώς κινείστε κυκλικά στην αίθουσα είναι οι προηγούμενες ζωές σας. Και είναι «προηγούμενες» γιατί φαίνονται να είναι «πίσω» σας. Εκείνες που «προηγούνται» είναι οι «μελλοντικές» σας ζωές. Φαίνονται κι αυτές ότι «κινούνται στον χρόνο».

Οι αποστάσεις στο ενδιάμεσο των αντανακλάσεων μπροστά σας και εκείνων πίσω σας μοιάζουν να παραμένουν σταθερές – ίσως μισό μέτρο ανάμεσα σε σας και στην πλησιέστερη αντανάκλαση πίσω σας, και εβδομήντα πέντε εκατοστά ανάμεσα σε σας και σ’ εκείνες που υπάρχουν μπροστά σας. Με δεδομένο ότι βρίσκεστε μέσα σε μιαν απόλυτα σφαιρική αίθουσα, οι αποστάσεις αυτές θα παραμένουν σταθερές, έστω κι αν η σφαίρα-καθρέφτης θα κινείται. Αυτό ενισχύει την αυταπάτη ότι ο χρόνος είναι απόλυτα σταθερός, επειδή, ανεξάρτητα από το πού έχει ταξιδέψει η αντανάκλαση σας μέσα στην αίθουσα χορού, υπάρχει πάντοτε η απόσταση του μισού μέτρου ανάμεσα σε σας και στην πλησιέστερη αντανάκλαση «πίσω σας», και επίσης εβδομήντα πέντε εκατοστών ανάμεσα σε σας και στην «μπροστινή» σας αντανάκλαση. Αυτό είναι κάτι που μπορεί να μετρηθεί είναι κάτι σταθερό.

Εξετάζοντας αυτό το παράδειγμα με όρους προηγούμενων και μελλοντικών ζωών, αν τα είκοσι πέντε εκατοστά εξισώνονται με εκατό χρόνια, τότε μεσολαβούν διακόσια χρόνια ανάμεσα στην τωρινή και στην προηγούμενη ζωή σας και τριακόσια χρόνια ανάμεσα στην τωρινή και στη μελλοντική σας ζωή. Αν κινηθείτε όμως επάνω στην ακτίνα του φωτός προς την πρισματική σφαίρα (που είναι η πηγή της αντανάκλασης σας), τότε οι αποστάσεις ανάμεσα σε σας και στις πλησιέστερες ακτίνες φωτός «μπροστά» και «πίσω» σας αλλάζουν και γίνονται πολύ μικρότερες. Αυτή η αλληγορία δείχνει πώς ελαχιστοποιούνται τα διαχωριστικά όρια ανάμεσα στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον. Όσο περισσότερο κινούμαστε συλλογικά προς την Πηγή μας, τόσο περισσότερο αρχίζει να μεταβάλλεται η αντίληψη μας για τον χρόνο και τον χώρο. Όσο περισσότερο πλησιάζετε στην Πηγή, τόσο πιο πολύ θα φαίνεται ότι εξαφανίζονται τα όρια ανάμεσα στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον.

Να κι ένας άλλος θεωρητικός τρόπος να αντιληφθείτε τη συρρίκνωση των ορίων του χρόνου. Φανταστείτε πως, αν επρόκειτο να εγκαταλείψετε τη δική σας αντανάκλαση από την πρισματική σφαίρα και να ταξιδέψετε «μπροστά στον χρόνο», τελικά θα κάνατε έναν πλήρη κύκλο και θα φτάνατε σας «προηγούμενες» ζωές σας. Κατά τον ίδιο τρόπο, αν ταξιδεύατε «πίσω στον χρόνο», θα κάνατε έναν πλήρη κύκλο και θα φτάνατε στις «μελλοντικές» σας ζωές.

Όλες οι αντανακλάσεις επάνω στους τοίχους της αίθουσας του χορού μοιάζουν ξεχωριστές και εξατομικευμένες. Ορισμένες μοιάζουν με μελλοντικές ζωές, άλλες σαν προηγούμενες ζωές και μερικές μπορούν να θεωρηθούν σαν ζωές άλλων ανθρώπων. Αν όμως επρόκειτο να ταξιδέψετε από την ατομική σας αντανάκλαση προς την Πηγή, την πρισματική σφαίρα, θα βλέπατε πως όλες οι ζωές του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος – όλοι οι άνθρωποι και όλα τα πράγματα συνδονούνται από την ίδια Πηγή. Δεν είμαστε ξέχωροι από κάτι, ούτε και απ’ αυτό που αποκαλούμε «παρελθόν» και «μέλλον». Όλες οι ζωές συνυπάρχουν και αλληλεξαρτώνται η μία από την άλλη ακριβώς τώρα.

Ο χρόνος δεν είναι κάτι το απόλυτο. Είναι Απεριόριστη Αιωνιότητα που διαιρείται αυθαίρετα σε τμήματα, τα οποία ονομάζονται αιώνες, έτη, μήνες, εβδομάδες, ημέρες, ώρες, δευτερόλεπτα κ.ο.κ. Στο παρελθόν θεωρούσαμε τον χρόνο σαν κάτι το σταθερό και αμετάβλητο. Πιστεύω ότι όσο περισσότερο διερευνάτε τα εσωτερικά σύμπαντα μέσα σας, με τον διαλογισμό ή τις πνευματικές ασκήσεις, τόσο ο χρόνος γίνεται περισσότερο ρευστός. Μπορείτε μάλιστα να αντιληφθείτε την επιτάχυνση ή την επιβράδυνσή του. Ο χρόνος είναι προϊόν της αντιληπτικότητας σας. Ο μόνος «χρόνος» που όντως υπάρχει είναι εκείνος τον οποίο αντιλαμβάνεστε. Όταν ασχολείστε με κάτι δημιουργικό, ο χρόνος «φεύγει γρήγορα» και η μία ώρα μοιάζει να διαρκεί όσο και ένα ανοιγοκλείσιμο του ματιού. Αντίθετα, όταν περιμένετε να έρθει ένας φίλος που έχει καθυστερήσει μία ώρα, ο χρόνος μοιάζει να γίνεται αιωνιότητα.

Μπορείτε να επιταχύνετε ή να επιβραδύνετε τον χρόνο υποκειμενικά. Αυτό είναι κάτι που ονομάζω «υπερχρόνο», μια έκφραση που επινόησα επειδή περιγράφει επακριβώς αυτό το φαινόμενο. Το λεξικό Γουέμπστερ καθορίζει τη λέξη «υπέρ» ως «εκείνο που υπάρχει σε έναν χώρο περισσότερων των τριών διαστάσεων». Το να περνάς μέσα στον «υπερχρόνο», είναι ουσιαστικά σαν να περνάς στον «χρόνο που υπάρχει πέρα από τις τρεις διαστάσεις». Υπάρχουν δυναμικές τεχνικές αναπνοής οι οποίες διευρύνουν «ακαριαία» την αντιληπτικότητα και οδηγούν στον υπερχρόνο.

Με δεδομένους τους ισχύοντες νόμους οι οποίοι διέπουν τον φυσικό μας κόσμο, θα ήταν αδύνατον να αλλάξουμε τον χρόνο με έναν τέτοιο τρόπο. Τι γίνεται όμως αν ο χρόνος είναι ουσιαστικά ρευστός; Αν συστέλλεται και διαστέλλεται μέσα σε ένα ρυθμικά παλλόμενο σύμπαν; Αν ο χρόνος είναι μια λειτουργία της αντιληπτικότητάς μας; Φανταστείτε ότι μπορούμε ν’ αλλάξουμε δραματικά την αντιληπτικότητά μας και να μπούμε σε μιαν άχρονη πηγή, από την οποία εκπορεύεται κάθε ύπαρξη. Υποθέστε ότι θα μπορούσαμε να ταξιδέψουμε σε βασίλεια χωρίς διαστάσεις, όπου γεννιέται ο χρόνος και ο χώρος. Με βάση αυτές τις υποθέσεις, θα μπορούσαμε στην πραγματικότητα ν’ αλλάξουμε τον χρόνο.

Πιστεύω ότι αυτές οι υποθέσεις είναι αληθινές. Πιστεύω ότι ο καθένας και όλοι μαζί είμαστε εκείνοι που αντιλαμβανόμαστε αλλά και καθορίζουμε την έννοια του «χρόνου».

Οι νόμοι της κβαντοφυσικής διευρύνονται ταχύτατα. Αυτές οι αλλαγές αντανακλούν τα παλλόμενα κύματα ενέργειας που υπάρχουν τώρα στον πλανήτη. Παρελθόν, παρόν και μέλλον συντήκονται. Η πραγματικότητα δεν είναι αυτή που φαινόταν να είναι για εκατοντάδες χρόνια στον δυτικό πολιτισμό. (Οι ιθαγενείς πολιτισμοί χρησιμοποιούσαν περισσότερο ευέλικτες, κυκλικές δομές για την περιγραφή του χρόνου απ’ ό,τι οι δυτικοί, ευρωκεντρικοί πολιτισμοί.)

Οι εμπειρίες στην «άλλη πλευρά» οδηγούν τους αναζητητές σε μιαν αναζήτηση αυτογνωσίας και ανακάλυψης του δρόμου της επιστροφής ξανά στο «σπίτι». Αντιλαμβάνονται διαισθητικά ότι υπήρχε ένας τέτοιος δρόμος, που εξακολουθεί να υπάρχει μέσα στο φυσικό μας σώμα. Γνωρίζουμε διαισθητικά ότι μυριάδες διαστάσεων συνυπάρχουν με τη φυσική διάσταση και ότι το μόνο που χρειαζόμαστε για να τις αντιληφθούμε είναι να εναρμονιστούμε εσωτερικά. Δεν χρειάζεται να πεθάνουμε για να βρεθούμε εκεί. Όπως υπάρχουν πολυάριθμοι ραδιοφωνικοί σταθμοί που κατακλύζουν το σπίτι ή το γραφείο σας, αλλά δεν μπορείτε να τους ακούσετε αν δεν «πιάσετε» στο ραδιόφωνο σας έναν απ’ αυτούς, έτσι και το μόνο που χρειάζεται για να αντιληφθείτε αυτές τις διαστάσεις είναι να βρείτε τον εσωτερικό διακόπτη και να προσπαθήσετε να «πιάσετε» τη συχνότητά τους.

Οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν σαν «ουρανό» το μέρος όπου πηγαίνουν μετά τον θάνατο τους. Ενστικτωδώς, θεωρούμε υποσυνείδητα ότι ο ουρανός βρίσκεται κάπου πάνω από τα σύννεφα. Όμως ο «Ουρανός-Οίκος» δεν βρίσκεται ψηλά στον αιθέρα. Είναι εδώ – και τώρα. Είναι μια διάσταση που συνυπάρχει μέσα στη φυσική μας πραγματικότητα. Ένας τρόπος με τον οποίο γνωρίζετε ότι βρίσκεστε κοντά σ’ αυτή τη διάσταση είναι η συγχρονικότητα – για παράδειγμα, όταν σκέφτεστε κάτι και αυτό συμβαίνει ή όταν χρειάζεστε κάτι και εμφανίζεται ή όταν συλλογιέστε κάποιον κι εκείνος σας τηλεφωνεί. Στην πνευματική διάσταση, δεν μεσολαβεί χρόνος ανάμεσα στη σκέψη και στη δημιουργία. Οι σκέψεις εκδηλώνονταν ακαριαία. Ένας λοιπόν τρόπος για να διαπιστώσετε ότι έχετε «συγχρονίσει» τους «εσωτερικούς διακόπτες» σας με τον «οίκο» είναι η συγχρονικότητα. Όσο πλησιάζετε σ’ εκείνη τη διάσταση, τόσο ταχύτερα εκδηλώνονται οι σκέψεις σας στον φυσικό κόσμο.

Όταν συλλογίζομαι τα γεγονότα προηγούμενων ζωών, την προοπτική των μελλοντικών και τη σημασία του να βρίσκεσαι Εδώ και Τώρα μέσα σε ένα ανθρώπινο σώμα, σκέπτομαι ότι είναι πολύ σημαντικό να ζούμε πλήρως την τωρινή εποχή. Έχω προσέξει πως όταν οι άνθρωποι απελευθερώνονται από μπλοκαρίσματα του παρελθόντος, τόσο μέσω των ονείρων όσο και μέσω αναδρομών, βιώνουν μια επέκταση της ζωτικής τους ενέργειας – του πάθους τους. Οι περισσότεροι θεωρούν ότι το πάθος είναι σεξουαλικής φύσεως όμως το σεξουαλικό πάθος και το πνευματικό πάθος πηγάζουν από την ίδια πηγή – την Πηγή των Πάντων. Σκέφτομαι πως ίσως το πάθοςδεν είναι μόνο ένα τελικό αποτέλεσμα της θεραπείας μέσω αναδρομών, αλλά ίσως είναι το πάθος για τη ζωή που μας επιτρέπει να θεραπεύσουμε το παρελθόν και μας εκτοξεύει σε ένα λαμπρό μέλλον.

Δεν υπάρχει κάτι εκεί έξω που να μην είσαστε εσείς. Λόγω του ότι αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα γραμμικά, δεν πιστεύω ότι μπορούμε να το κατανοήσουμε ποτέ αυτό διανοητικά ή με τη συζήτηση, ή ακόμα κι αν γράψουμε σχετικά μ’ αυτό με κατανοητό τρόπο. Πιστεύω όμως ότι βαθιά μέσα μας όλοι το γνωρίζουμε. Βαθιά μέσα μας, όλοι το έχουμε βιώσει. Ακόμα και στα πιο ολοκληρωμένα άτομα υπάρχει μια νοσταλγία και μια ανάμνηση εκείνου του απαράμιλλου χώρου της ενότητας.

Το καθένα και όλα μαζί τα μέρη του σύμπαντος είναι στην πραγματικότητα ένα δικό σας κομμάτι. Είστε το πιο εκπληκτικό μίγμα των διαφόρων πραγμάτων που μπορεί κανείς να φανταστεί. Συνήθως ταυτιζόμαστε με το σώμα μας και αισθανόμαστε ξέχωρα απ’ όλα τα άλλα μέρη του εαυτού μας. Μερικές φορές ταυτιζόμαστε με τα παιδιά μας ή ακόμα και με τα υπάρχοντά μας (σπεύδει κανείς να μπει σ’ ένα κτίριο που καίγεται προκειμένου να σώσει πολύτιμα πράγματα, επειδή εκείνη τη στιγμή ταυτίζεται περισσότερο μ’ αυτά παρά με το σώμα του).

Στην πραγματικότητα όμως ζείτε μέσα σε έναν θαυμαστό ωκεανό ενέργειας και το κάθε στοιχείο αυτής της ροής είστε εσείς. Θα μπορούσατε να φανταστείτε ότι όλα αυτά τα στοιχεία απαρτίζουν μια γιγάντια ορχήστρα. Όταν εναρμονιστούν τα επιμέρους αυτά στοιχεία, δημιουργείται ένας κραδασμός που αντηχεί σ’ ολόκληρο το σύμπαν.

Αυτό εννοούν οι Ινδιάνοι – σαμάνοι όταν λένε πως «σχετίζεσαι» με όλα τα πράγματα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να τιμάς και να σέβεσαι τη ζωή που ενυπάρχει στα πάντα. Σημαίνει ότι πρέπει να τιμάς τα ζώα και τα φυτά που σου δίνουν ζωή. Σημαίνει ότι πρέπει να τιμάς όλη τη ζωή που σε περιβάλλει. Σημαίνει ότι πρέπει να ακούς, να ακούς ουσιαστικά, και να τιμάς τον πλησίον σου, γιατί αυτός δεν είναι κάτι το ξέχωρο από σένα, είναι εσύ!

Το να βρίσκεσαι σε «σωστή σχέση» με τα πάντα, σημαίνει να ζεις σε αρμονία με όλα τα άλλα μέρη του συλλογικού πνεύματος. Ένας τρόπος να το κάνεις αυτό είναι να κατανοείς, να αποδέχεσαι δίχως όρους και κριτική την πραγματικότητα των άλλων. Σημαίνει επίσης ότι αποδέχεσαι και όλες τις όψεις του εαυτού σου, ιδιαίτερα εκείνες που έχεις κρίνει αρνητικά. Αυτό αφορά και το να αποδέχεσαι τον εαυτό σου και οτιδήποτε μπορεί να υπήρξες στις προηγούμενες ζωές σου. Το να βρίσκεσαι σε «σωστή σχέση» σημαίνει ότι βοηθάς τους άλλους οποτεδήποτε μπορείς, χωρίς προσδοκίες ή προϋποθέσεις, χωρίς να περιμένεις καμιά ανταπόδοση. Σημαίνει ότι δρας με συμπόνια και κατανόηση προς όλα τα άλλα στοιχεία αυτής της ζωτικής δύναμης. Αυτό σημαίνει ότι, ανεξάρτητα με το πού βρίσκεσαι και τι σε περιβάλλει, πρέπει να αποδέχεσαι και να τιμάς τη ζωτική δύναμη που υπάρχει.

Να ξέρεις ότι δεν υπάρχει λιγότερη ζωή μέσα στον υπολογιστή σου απ’ ό,τι μέσα στην όμορφη μηλιά που μεγαλώνει έξω απ’ το παράθυρο σου. Να τιμάς, να αποδέχεσαι και να αγαπάς τη ζωή τριγύρω σου, γιατί αυτή είσαι εσύ σε διαφορετικές μορφές. Οτιδήποτε κρίνεις, σε οδηγεί όλο και περισσότερο στον δρόμο της χωριστικότητας. Οτιδήποτε αγαπάς, επιτρέπει στην ορχήστρα που αποτελούν τα δικά σου τμήματα (που στην ολότητά τους είναι Θεός) να δονούνται και να τραγουδούν με χαρά σ’ ολόκληρο το σύμπαν.

Είθε το Μεγάλο Πνεύμα που υπάρχει μέσα και τριγύρω σας να σας ευλογεί σε οτιδήποτε κάνετε, έτσι ώστε όλα τα όνειρα που είχατε σε όλες σας τις ζωές να μπορέσουν να φέρουν τη χαρά σε όλους, μέσα στο εξαίσιο και διαρκώς επεκτεινόμενο σύμπαν!

Ευτυχία: Τα πράγματα είναι όπως ακριβώς θα έπρεπε να είναι

Η Ψυχολογία της Ευτυχίας: Τα πράγματα είναι όπως ακριβώς θα έπρεπε να είναι! Ζούμε σε μια εποχή με την ψευδαίσθηση ότι μπορούμε να έχουμε όλες τις απαντήσεις για όλα τα προβλήματα μονομιάς! Είτε αυτά αφορούν στον χώρο των προσωπικών μας σχέσεων, στην οικονομία, στην ψυχολογία, στην επιστήμη.

Σε έναν κόσμο που δεν μας έχει συνηθίσει σε στερήσεις και ελλείψεις. Ζητάμε από την καθημερινότητά μας άμεσα αποτελέσματα και γρήγορη ικανοποίηση.

Θέλουμε απαντήσεις πιο γρήγορα, χωρίς να εξετάζουμε εάν είμαστε έτοιμοι να τις πάρουμε...!

Από την άλλη, συνεχώς έχουμε την αίσθηση ότι τα πράγματα στην προσωπική, και την κοινωνική μας ζωή δεν είναι όπως έπρεπε να είναι για να είμαστε ευτυχισμένοι. Πάντα σκεφτόμαστε ότι θα μπορούσε να είναι η σχέση μας με τον σύντροφο μας καλύτερη, το πορτοφόλι μας πιο γεμάτο, τα παιδιά μας καλύτεροι μαθητές, ο μπαμπάς μας να μας είχε φερθεί καλύτερα όταν είμασταν μικροί, ο αδερφός μας να νοιαζόταν περισσότερο για μας, οι φίλοι μας να ήταν πιο στοργικοί απέναντί μας, κ.ο.κ.

Μοιάζει να μην ξέρουμε να ζούμε με τα πράγματα έτσι όπως είναι, να ζούμε σε μια κατάσταση έτσι όπως αυτή είναι. Νιώθουμε πως πρέπει να την αλλάξουμε, να την βελτιώσουμε, έχουμε την αίσθηση ότι τα πράγματα δεν θα είναι εντάξει εάν τα αφήσουμε στην ησυχία τους. Νομίζουμε ότι υπάρχει κάποιο «λάθος» σ'αυτό που δεν συμβαίνει αρκετά σύντομα, ή που δεν λειτουργεί με τον τρόπο που πιστεύουμε εμείς ότι θα έπρεπε να λειτουργούσε. Θεωρούμε δηλαδή την υπόθεσή μας αυτή ως σωστή, και σ' αυτήν μας την κρίση βασίζουμε την ευτυχία μας! Στην πραγματικότητα, μ'αυτόν τον τρόπο, υφαίνουμε την προσωπική μας δυστυχία... Είναι δυνατόν όμως η ανυπομονησία και η συνεχής επικριτική διάθεση να μας δώσει κάτι καλό;

Ένα κλειδί για την ευτυχία είναι η υπομονή. Κι αυτή κατακτάται με την πεποίθηση –που στην πορεία γίνεται γνώση- ότι όλα θα πάνε καλά, με την πίστη ότι υπάρχει ένα σχέδιο, που πολύ συχνά δεν συμβαδίζει με το σχέδιο που έχουμε σφηνωμένο στο κεφάλι μας ως το «σωστό σχέδιο». Δυστυχώς, αυτό εύκολα το ξεχνάμε, κι έτσι πολλοί από μας προσπαθούμε εναγωνίως να ελέγξουμε καταστάσεις για να λειτουργήσουν έτσι όπως «θα έπρεπε» να λειτουργήσουν, στον «τέλειο» χρόνο, με τον «ιδανικό» τρόπο!...

Ο νους θα επιδιώκει πάντα να αλλάζει τα πράγματα, εμείς απ'την άλλη χρειάζεται συνεχώς να επιεβαιώνουμε τον εαυτό μας ότι τα πράγματα εξελίσσονται έτσι ακριβώς όπως πρέπει να εξελιχθούν. Ο νους θέλει να πιστεύει ότι η αλλαγή των συνθηκών θα μας δώσει γαλήνη και ηρεμία. Ο νους θα επιμείνει ότι πρέπει να κάνουμε κάτι για να βελτιώσουμε τα πράγματα.

Η αλήθεια όμως είναι ότι δεν πρόκειται να μας δοθεί οποιαδήποτε εμπειρία ζωής παρά μόνο όταν θα είμαστε έτοιμοι γι'αυτήν, όταν θα βρούμε μέσα μας την εμπιστοσύνη, και θα αποκτήσουμε την αντίληψη ότι τα πράγματα κυλάνε έτσι όπως θα έπρεπε να κυλήσουν, στο δικό τους χρόνο, με τον δικό τους τρόπο. Τότε μόνο μπορούμε να χαλαρώσουμε και να απολαύσουμε τη ζωή μας. Στην πραγματικότητα, όλοι μας είμαστε ικανοί να χαλαρώσουμε με τις συνθήκες αυτές που υπάρχουν τώρα στη ζωή μας, γνωρίζοντας ότι η βαθιά υπομονή και αυτο-αποδοχή θα μας δώσει την γαλήνη και την ψυχο-σωματική ίαση που ζητάμε.

Hermann Hesse: Ωριμάζοντας γινόμαστε όλο και νεότεροι

Οι άνθρωποι που όταν είναι νέοι μπορεί κανείς να τους φανταστεί απίστευτα γέρους, αυτοί ακριβώς κάνουν και τους καλύτερους γέρους.

Το ότι στους νέους ανθρώπους αρέσει να επιδεικνύονται λιγάκι και ταυτόχρονα μπορεί να τολμούν κάποια πράγματα, κάτι που οι γέροι δεν μπορούν πια να κάνουν, τελικά δεν είναι ανυπόφορο.

Τα πράγματα όμως γίνονται άσχημα εκείνη την ολέθρια στιγμή που ο γέρος, ο αδύναμος, ο συντηρητικός, ο φαλακρός, ο οπαδός της παλιάς μόδας το παίρνει προσωπικά και μονολογεί: το κάνουν σίγουρα για να με πειράξουν! Από τη στιγμή αυτή τα πράγματα γίνονται ανυπόφορα κι αυτός που σκέφτεται έτσι είναι χαμένος.

Το να τονίζουμε ή να οργανώνουμε τα νιάτα δεν το συμπαθούσα ποτέ. Νέοι και γέροι υπάρχουν τελικά μόνο μεταξύ των μέτριων ανθρώπων.

Όλοι οι προικισμένοι και πιο ξεχωριστοί άνθρωποι είναι πότε γέροι και πότε νέοι, έτσι όπως είναι πότε χαρούμενοι και πότε λυπημένοι. Δουλειά των μεγαλυτέρων είναι να χειρίζονται την ικανότητά τους ν' αγαπούν πιο ελεύθερα, πιο παιχνιδιάρικα, πιο έμπειρα, πιο καλοσυνάτα απ' ό,τι τα νιάτα μπορούν.

Τα γηρατειά κρίνουν πάντα με ευκολία τους νέους ως μικρομέγαλους. Όμως τα γηρατειά είναι αυτά που πάντα μιμούνται τη συμπεριφορά και τους τρόπους της νιότης, είναι τα ίδια φανατικά, είναι τα ίδια άδικα, μακαρίζουν τα ίδια τον εαυτό τους και είναι ελαφρώς προσβεβλημένα.

Τα γηρατειά δεν είναι χειρότερα από τα νιάτα, ο Λάο Τσε δεν είναι χειρότερος από τον Βούδα, το μπλε δεν είναι χειρότερο από το κόκκινο. Τα γηρατειά υποτιμούνται μόνο όταν θέλουν να παραστήσουν τα νιάτα.

Αυτό που εδώ και δεκαετίες με αηδιάζει είναι πρώτον η ανόητη λατρεία της νεότητας και της νεανικότητας, όπως αυτή ανθεί, για παράδειγμα, στην Αμερική, κι έπειτα ακόμα περισσότερο το να επιβάλλεται η νεότητα αυτή ως κοινωνικό στρώμα, ως κοινωνική τάξη, ως «κίνημα».

Είμαι ένας παλιωμένος και συμπαθώ τα νιάτα, θα ήταν όμως ψέματα αν έλεγα ότι με ενδιαφέρουν ιδιαίτερα. Για τους ηλικιωμένος, τουλάχιστον σε εποχές τέτοιας μεγάλης δοκιμασίας όπως τώρα, υπάρχει μόνο ένα ενδιαφέρον ζήτημα: το ζήτημα του πνεύματος, της πίστης, του είδους της σκέψης και της ευλάβειας που δοκιμάζεται, που μπορεί να αντιμετωπίζει τον πόνο και το θάνατο.

Η αντιμετώπιση του πόνου και του θανάτου είναι καθήκον των γηρατειών. Το να είναι κανείς ενθουσιασμένος, να συμπαρασύρεται, να είναι ζωηρός, είναι ψυχική διάθεση της νεότητας. Μπορούν να είναι φίλοι, μιλούν όμως δύο γλώσσες.

Η ιστορία γράφεται κυρίως από τους πρωτόγονους και από τους νέους, αυτοί φροντίζουν για την πρόοδο και την επιτάχυνση με την έννοια της κάπως θεατρικής φράσης του Νίτσε «Αυτό που θέλει να πέσει πρέπει και να το σπρώξουμε». (Εκείνος, ο υπερευαίσθητος, δεν θα μπορούσε ποτέ να δώσει αυτή τη σπρωξιά σ' ένα γέρο ή άρρωστο άνθρωπο ή ζώο.)

Χρειάζονται όμως πάντα, για να διατηρεί η ιστορία και νησίδες ειρήνης και να παραμένει ανεκτή, και οι αναστολές και ο συντηρητισμός ως αντίρροπες δυνάμεις - αυτό το καθήκον πέφτει στους καλλιεργημένους και στους ηλικιωμένους.

Αν λοιπόν ο άνθρωπος που σκεφτόμαστε κι επιθυμούμε ακολουθήσει άλλους δρόμους από τους δικούς μας και εξελιχθεί σε κτήνος ή μυρμήγκι, τότε παραμένει υποχρέωσή μας να βοηθήσουμε να επιβραδυνθεί όσο το δυνατό περισσότερο αυτή η διαδικασία. Ασυνείδητα αφήνουν μάλιστα οι μαχητικές δυνάμεις να υπάρχει στον κόσμο αυτή η αντίρροπη τάση, φροντίζοντας εκτός από τους εξοπλισμούς και τα προπαγανδιστικά μεγάφωνα -αν και αρκετά αδέξια- και τις πολιτιστικές επιχειρήσεις τους.

Έρμαν Έσσε, Ωριμάζοντας γινόμαστε όλο και νεότεροι

Όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλο, είμαστε ήδη νεκροί

Οι περισσότεροι άνθρωποι επενδύουν για το μέλλον τους στα χρήματα. Μαζεύουν χρήματα για μία δύσκολη στιγμή, μαζεύουν χρήματα και κρατάνε κουμπαρά «για τα γεράματα» (λες και μας έχει υπογράψει κανείς ότι θα γεράσουμε).

Το χρήμα είναι η βεβαιότητα, η σιγουριά πως όλα θα πάνε καλύτερα αν προκύψει κάποιο πρόβλημα.

Προσωπικά, πιστεύω πως η καλύτερη επένδυση είναι οι άνθρωποι και όχι τα χρήματα.

Είναι οι ισχυροί κοινωνικοί δεσμοί, η πίστη στην αγάπη των ανθρώπων που στη δύσκολη
στιγμή ως άλλη μπουλντόζα, θα γκρεμίσουν και θα υπερπηδήσουν τα όποια εμπόδια. Είναι
η συνειδητοποίηση πως ο ένας έχει τον άλλον και πως αυτό το κύτταρο που λέγεται
κοινωνία, αποτελείται από όλους εμάς.

Όσα χρήματα και να έχεις, θα τελειώσουν. Το χρήμα μπορεί να διευκολύνει μία δύσκολη
κατάσταση, αλλά παράλληλα, μπορεί να δυσκολέψει τις ανθρώπινες σχέσεις. Ποτέ ένας
άνθρωπος που έχει πολλά, δεν είναι βέβαιος για τις προθέσεις των ανθρώπων γύρω του.
Πάντοτε θα αμφιταλαντεύεται για το αν αυτοί που είναι δίπλα του, το πράττουν από αγάπη
ή από συμφέρον.

Η επένδυση στους ανθρώπους είναι μία σοφή επιλογή. Να σου τύχει να έχεις μία εργασία
και να στηριχθείς στην κολλητή σου ή σε κάποιον άλλο δικό σου άνθρωπο για το ότι θα σε
βοηθήσει να βρεις πληροφορίες και να βγάλεις φωτοτυπίες. Να χρειαστείς αυτοκίνητο και
να ξέρεις ότι ένας δικός σου άνθρωπος θα προθυμοποιηθεί να σε μεταφέρει στο μέρος που
χρειάζεσαι.

Η επένδυση στους ανθρώπους είναι μεγάλη υπόθεση. Ήρθαμε σε αυτό τον κόσμο και το
μοναδικό που έχουμε, είναι ο ένας τον άλλον. Ο άνθρωπος που νικάει τον εγωισμό και τα
πάθη του, που παλεύει να μειώσει τα ελαττώματά του, έρχεται κοντά στους άλλους
ανθρώπους με ειλικρίνεια και αλήθεια.

Ας έχουμε ο ένας τον άλλον, ας πιστεύουμε στη βοήθεια των ανθρώπων, περισσότερο από
εκείνη των χρημάτων (όχι, δεν εννοώ να μην προνοούμε σε λογικά πλαίσια, αλλά να μη
στηριζόμαστε στα χρήματα).

Γιατί όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλον, είμαστε ήδη νεκροί.

Αλμπέρ Καμύ: Απλώς περπάτα δίπλα μου

Καταρχάς, ας κάνουμε μία μικρή εισαγωγή στη φιλοσοφία του Αλμπέρ Καμύ (παρότι ο ίδιος σε καμία περίπτωση δεν θα αυτοαποκαλούνταν φιλόσοφος, αλλά καλλιτέχνης). Έχουμε να κάνουμε με τον «πιο ευγενικό, τον πιο πράο, τον πιο καλοσυνάτο άνθρωπο του κόσμου. Τον ονειροπόλο, τον ευαίσθητο, τον ποιητή, τον φιλόσοφο, που βρήκε ευθύς τον δρόμο της καρδιάς μας…», όπως τον χαρακτήρισε η Λητώ Κατακουζηνού όταν τον γνώρισε. Προκαλούν σίγουρα ευχάριστη εντύπωση οι εν λόγω χαρακτηρισμοί για τον άνθρωπο που έγραψε τον «Επαναστατημένο Άνθρωπο», και που ανέδειξε την ελευθερία ως το αιθέριο έλαιο της ανθρώπινης ύπαρξης.

Συγγραφέας, ηθοποιός, σκηνοθέτης, φιλόσοφος, πολιτικοποιημένος (με ουσιαστικό τρόπο), ο Καμύ αποτελεί σίγουρα ένα από τα μεγαλύτερα πνεύματα του 20ου αιώνα. Άφησε πίσω του αριστουργήματα, μεταξύ των οποίων είναι ο «Ξένος», η «Πανούκλα» και η «Πτώση», και με κάθε του έργο κλόνισε κάθε λογής στερεότυπα, είτε προσωπικού είτε κοινωνικού επιπέδου – ή, μάλλον, και των δύο ταυτοχρόνως. Η επαφή με τα έργα του θέτουν τον αναγνώστη αντιμέτωπο με προσωπεία και είδωλα του εαυτού του, τον αναγκάζουν να αντικρίσει κατάματα την υποκρισία του, μέσα από τα κύματα ειλικρίνειας με τα οποία λούζει ο Αλμπέρ κάθε γράμμα, λέξη και παράγραφό του.

Τώρα θα έρθουμε σε επαφή με ένα από τα πιο σημαντικά και ενδιαφέροντα αποφθέγματά του, και θα επενδύσουμε πάνω σε αυτό:

«Μην περπατάς πίσω μου· δεν πρόκειται να ηγηθώ. Μην περπατάς μπροστά μου· δεν πρόκειται να ακολουθήσω. Απλώς περπάτα δίπλα μου, σαν φίλος μου».

Πόσο ιδιαίτερη και πρωτάκουστη σκέψη σε μία εποχή όπου οι διαπροσωπικές σχέσεις έχουν καταντήσει ολότελα σχέσεις εξουσίας, χρηστικότητας, επαγγελματικού ενδιαφέροντος και «συγγενικής αδιαφορίας». Σε μία εποχή σαν τη δική μας, όπου η προσωπική επαφή είναι εξολοκλήρου επιφανειακή και συσχετισμένη με ένα πυραμιδικά συστήματα δύναμης και επιρροής. Στην εποχή που βοηθάς για να βοηθηθείς, που δίνεις για να λάβεις, που θέλεις για να σε θέλουν και που είσαι για να είναι.

«Μη περπατάς πίσω μου΄ δεν πρόκειται να ηγηθώ».

Όλοι λίγο πολύ φαντασιωνόμαστε την εξουσία· άλλοι λιγότερο, άλλοι περισσότερο. Όχι φυσικά την εξουσία πάνω στον εαυτό μας ―κάτι που κατάντησε να μας είναι τόσο σκοτεινό και άγνωστο― αλλά την εξουσία πάνω σε πρόσωπα, καταστάσεις και συνθήκες της εξωτερικής μας πραγματικότητας. Κατά κάποιο τρόπο, έχουμε φτάσει στο σημείο να συσχετιζόμαστε και να αυτοπροσδιοριζόμαστε εντός της ζωής μας μέσω της επιρροής που ασκούμε, μέσω της δυνατότητάς μας δηλαδή να επιβάλλουμε τα θέλω μας και να καλύψουμε τις επιθυμίες μας. «Είμαι αυτός που είμαι επειδή επιβάλλω το θέλω μου»· ιδού η πιο ηχηρή άποψη του σύγχρονου εγώ, που πλάθεται και δίνει μορφή στον εαυτό του χάρις στον πηλό της καταπίεσης και της παρέμβασης. Όπως ανέφερε και ο Νίτσε:

«Η ζωή η ίδια είναι θέληση για δύναμη»

Ο Φρίντριχ φυσικά, με το απαράμιλλη ψυχική ευαισθησία του, απλώς αντιλήφθηκε αυτή την αρρώστια της ανθρώπινης ψυχής και την παρουσίασε, σε καμία περίπτωση όμως δεν την υποστήριξε ― ή μάλλον, πράγματι την «υποστήριξε», αλλά σε ένα πλαίσιο που δύσκολα αντιλαμβανόμαστε με τον τρόπο που έχουμε μάθει να σκεφτόμαστε. Ο Ζαρατούστρα του κηρύσσει την εξουσία πάνω στον εαυτό μας, τον αγώνα ενάντια στις αυτοκαταστροφικές τάσεις μας, τη μάχη της προσωπικής χαράς κατά της αρρώστιας ― ο Νίτσε ήταν καθολικά υποκειμενικός και όλη του η φιλοσοφία «χορεύει» μέσα στα έγκατα του πιο προσωπικού μας «είναι». Αν την πάρουμε από εκεί, από τη φυσική της θέση, και την εφαρμόσουμε σε συλλογικό/κοινωνικό επίπεδο, όπως αυτό των διαπροσωπικών σχέσεων, τα αποτελέσματα θα είναι καταστροφικά. Γι’ αυτό πολλοί και τον παρερμήνευσαν και του κόλλησαν μέχρι και τη ταμπέλα του «ναζιστή».

Είμαστε λοιπόν σε θέση να πούμε όχι στην ―παραδόξως, εθελημένη― υποταγή των άλλων στο εγώ μας; Οι περισσότεροι άνθρωποι σήμερα είναι χαμένοι, μπλοκαρισμένοι, μετέωροι, άγνωστοι ως προς τον εαυτό τους, κι ως εκ τούτου μία ζωή ψάχνουν για δασκάλους, για σοφούς και για αυθεντίες. Έχουμε άραγε την απαραίτητη δύναμη να αντισταθούμε στον πειρασμό αυτής της υποτιθέμενης εξουσίας πάνω στους άλλους; Να πούμε όχι στα παρακάλια τους και να γελάσουμε μπροστά στα προσκυνήματά τους;

Έχουμε τη δύναμη να είμαστε κύριοι του εαυτού μας;

«Μην περπατάς μπροστά μου· δεν πρόκειται να ηγηθώ»

Επενδύοντας πάνω στη τελευταία παράγραφο της προηγούμενης ενότητας, είμαστε σε θέση να παρατηρήσουμε το χάος, καθώς και τη ―μη εποικοδομητική― σύγχυση, ως το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα της συντριπτικής πλειοψηφίας της σημερινής κοινωνίας. Παντού άνθρωποι χαμένοι, σε ένα ατελείωτο κυνήγι νοήματος, σε διαρκή αναζήτηση ενός «ανώτερου» και «αληθινού» εαυτού, που ψάχνουν με τρεμάμενα πόδια και απαράμιλλο άγχος τη θέση τους μέσα σε αυτόν τον κόσμο. Άνθρωποι που δεν ξέρουν τι είναι, και που αντί να επωφεληθούν της άγνοιάς τους, καταφέρνουν να μετατρέψουν αυτό το μοναδικό εργαλείο της συνείδησης στη γκιλοτίνα που αποκεφαλίζει καθημερινά το «είναι» τους.

«Το νόημα της ζωής είναι απλώς να είσαι ζωντανός. Είναι τόσο καθαρό και τόσο αυτονόητο και τόσο απλό. Αλλά, παρόλα αυτά, όλοι τρέχουν τριγύρω μέσα στον πανικό, λες και χρειάζεται να επιτύχουν κάτι πέρα από αυτό που είναι»

Αυτό είναι ένα απόφθεγμα του Άλαν Γουάτς, ενός σπουδαίου δυτικού φιλοσόφου του εικοστού αιώνα, που «μετέφρασε» αποτελεσματικά στο πλαίσιο σκέψης του δυτικού ανθρώπου μερικές από τις σημαντικότερες ιδέες και έννοιες της Ανατολίτικης φιλοσοφίας (κυρίως από τον χώρο του Ζεν και του Ταοϊσμού). Προφανώς και δεν έχουμε να κάνουμε με μία ολοκληρωτική εκμηδένιση της ζωής, δεν εννοεί απλώς ο Γουάτς πως: «Τίποτα δεν υπάρχει, δεν είσαι τίποτα, άραξε…». Αυτή η ακραία κυνική (με τον σύγχρονο ορισμό του «κυνικού»), αυτή η ηλιθιωδώς σκεπτικιστική άποψη για τη ζωή, προφανώς και δεν οδηγεί πουθενά. Δεν υπάρχει λόγος να εξοστρακιστεί κάθε νόημα από τη ζωή και την ύπαρξη, αλλά το πρόβλημα είναι πως έχουμε αρπάξει με μανία το «είναι» μας με λύσσα, και προσπαθούμε ξεζουμίζοντάς το να αντλήσουμε από αυτό ολόκληρους ωκεανούς υποτιθέμενης «αξίας» και «ουσίας». Ψάχνουμε τον Θεό, το «μυστικό», τον «ανώτερο εαυτό» μας, τον «Πλατωνικό Έρωτα», τον «Ιδεατό Κόσμο», την ανυπέρβλητη σοφία, κι άλλες λοιπές μπούρδες που απορρέουν είτε από αστεία βιβλία αυτοβοήθειας, είτε από καταστροφικά θρησκευτικά δόγματα που απευθύνονται σε ανθρώπους που έχουν πνευματικότητα αμοιβάδας και τσεκαρισμένη ολόκληρη τη λίστα των σύγχρονων ψυχικών νοσημάτων.

Όλοι ξεχάσαμε το μέτρο. Δεν χρειάζεται να είναι η ζωή ανούσια για να μη σε βασανίζει, και δεν χρειάζεται να υπάρχει Θεός που να σε κρίνει για να έχεις αξία. Υπάρχει αρκετή ομορφιά, αρκετή χαρά, λύπη (όχι, δε χρειάζεται να τη ξορκίζουμε τη λύπη) και μπόλικα πράγματα να είσαι και να πράττεις. Το να «είναι κανείς αυτό που είναι», το να σκαλίζει δειλά―δειλά το γλυπτό του «είναι» του – αυτό όχι απλώς αρκεί, αλλά είναι μοναδικό.

Και μόνο έτσι κάποιος μπορεί να ξεφύγει από τη φυλακή των ανθρώπων του. Μόνο έτσι κάποιος παύει να είναι υπόδουλος, αλλά ίσος με τους γύρω του. Μόνο έτσι δύναται να γίνει φίλος.

«Απλώς περπάτα δίπλα μου, σαν φίλος μου»

Κάπως έτσι φτάνουμε στο τελευταίο σκέλος του αποφθέγματος του Καμύ. Η ιδέα του φίλου έχει συζητηθεί πολλάκις από τεράστιους στοχαστές (π.χ. Αριστοτέλης, Νίτσε), όμως εδώ ο Αλμπέρ τη χρησιμοποιεί στην πιο ελεύθερη μορφή της.

Ο φίλος για τον Καμύ είναι πρωτίστως ελεύθερος. Ελεύθερος από την εξωγενή εξουσία πάνω στους άλλους και την ενδογενή υποδούλωση του εγώ του στους άλλους. Δεν διατάζει και δεν υπακούει· είναι επαναστάτης, με όλη τη σημασία της λέξεως – σε κάθε λέξη του ζευγαρώνει φυσικά το μεγαλύτερο Ναι και το μεγαλύτερο Όχι. Δεν αποδέχεται, μα δεν αρνείται κιόλας. Απλώς είναι. Όπως είπε ο Διογένηςτης Σινώπης στον Μέγα Αλέξανδρο, όταν ο φοβερός κατακτητής προσφέρθηκε να ικανοποιήσει οποιαδήποτε επιθυμία του:

«Φύγε απλώς από μπροστά μου, μου κρύβεις τον ήλιο»

Δεν μπορεί να περπατήσει μπροστά σου, γιατί δεν βρίσκει λόγο να σου κρύψει τον ήλιο. Δεν μπορεί να περπατήσει πίσω σου, γιατί του κρύβεις εσύ τον ήλιο. Δίπλα σου, κοντά σου, μαζί σου, αυτή μονάχα είναι η θέση που ξέρει, η μόνη που δεν νιώθει άβολα, η μόνη συνθήκη στην οποία αυτός δύναται να είναι ο εαυτός του και η μόνη στην οποία εσύ είσαι ο εαυτός σου.

Η έννοια της «φιλίας» ωστόσο έχει «βιαστεί» νοηματικά από τη σύγχρονη κοινωνία, μέχρι που στο πλαίσιο των συναισθηματικών σχέσεων αποτελεί πλέον προσβολή. Ο άνθρωπος έφτασε να ακούει τον σύντροφό του να τον αποκαλεί «φίλο» και να αισθάνεται άβολα, λες και μειώνεται η υπόστασή του εντός της σχέσης, μιας και νιώθει ότι υποβιβάζεται το συναισθηματικό επίπεδό της. Έχουμε πιστέψει σε έναν τόσο αρρωστημένο, ιδεατό και ενστικτώδη έρωτα, μέσα στον οποίο δεν υπάρχει χώρος για τον σεβασμό και την ουσιώδη επικοινωνία, για τη βαθιά κατανόηση και ειλικρινή επαφή που προσφέρει η φιλία.

«Δεν είναι η έλλειψη αγάπης, αλλά η έλλειψη φιλίας που κάνουν τους γάμους αποτυχημένους» Νίτσε

Είναι όμως πολύ εύκολο να μπερδευτούμε με όλες αυτές τις έννοιες και τους ορισμούς και να χάσουμε το νόημα. Ο Αλμπέρ Καμύ όμως είναι αφοπλιστικά απλός και δεν μας αφήνει περιθώρια να δουλεύουμε τον εαυτό μας (παρότι φυσικά μπορούμε να το κάνουμε, το δικαίωμα στη βλακεία είναι από τα πιο θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου).

Μην ψάχνεις δούλους. Μη ζητάς δασκάλους. Δεν υπάρχουν ― στη καλύτερη των περιπτώσεων να καταντήσεις εσύ δούλος του εγώ σου ή φαντασμένος δάσκαλος μερικών ανίδεων.

Να είσαι ο εαυτός σου, και να είσαι απλώς αυτός που είσαι με τους άλλους. Αυτή είναι η ουσία των ανθρώπινων σχέσεων.

Σε ποιο βαθμό οι αποτυχίες μας εκφράζουν ασυνείδητες επιθυμίες μας;

Για να καταλάβουμε σε ποιο βαθμό οι αποτυχίες μας μπορούν να εκφράσουν ασυνείδητες επιθυμίες πρέπει να επιστρέψουμε στον τρόπο με τον οποίο ο Φρόιντ έφερε την επανάσταση στη θεώρηση του ανθρώπινου υποκειμένου, δείχνοντας ότι η ψυχική ζωή του είχε χωριστεί σε τρεις «περιοχές»: το «Εγώ», το «Εκείνο» και το «Υπερεγώ». «Το Εγώ δεν κυριαρχεί στο ίδιο του το σπίτι», προειδοποιεί. Η κυριαρχία του συνειδητού «Εγώ» απειλείται πράγματι διπλά: από το «Κάτω» και το «Πάνω». Από κάτω: την ασυνείδητη ψυχική ενέργεια του «Εκείνου», από όλες τις απωθημένες παρορμήσεις από την παιδική ηλικία που προσπαθούν να επιστρέψουν. Από πάνω: από τις τυραννικές διαταγές του «Υπερεγώ», του κοινωνικού και ηθικού «Εγώ», που είναι, επίσης, σε μεγάλο βαθμό ασυνείδητο. 

Το ασυνείδητο είναι, λοιπόν, μια ζωντανή δυναμική ενέργεια, η οποία επιδιώκει να εκδηλωθεί και επωφελείται από την ανάγκη του λάθους για να το πράξει. Αυτή η ενέργεια μπορεί να προέρχεται είτε από το «Εκείνο» είτε από το «Υπερεγώ». Μέσα από τα λάθη μας, μπορούμε να εκφράσουμε συσσωρευμένη επιθετικότητα, καθώς και υψηλές φιλοδοξίες που δεν παραδεχόμαστε. Ένας σύζυγος «αποτυγχάνει» στην τρυφερή χειρονομία του και χτυπάει τη γυναίκα του. Αν είναι μια χαμένη ευκαιρία, αυτή είναι το δικό του «Εκείνο» που καταφέρνει να τον ικανοποιήσει. Αυτός ο άνθρωπος είχε την ασυνείδητη επιθυμία να βλάψει τη σύζυγό του. Αλλά αν αποτύχει σε μια συνέντευξη για δουλειά, γιατί φιλοδοξεί πολύ περισσότερα από αυτή τη θέση, τότε είναι μάλλον το «Υπερεγώ» του που εκδηλώνεται. Και στις δύο περιπτώσεις, υπάρχει αποτυχία και επιτυχία την ίδια στιγμή, ταυτόχρονα, λέει ο θεμελιωτής της ψυχανάλυσης. Υπάρχουν μια συνειδητή απόλαυση και μια ασυνείδητη δυσαρέσκεια.

Μια χαμένη ευκαιρία εμπίπτει σε αυτή τη λογική, η οποία συνοψίζεται από τον ψυχαναλυτή Ζακ Λακάν: «Για κάθε χαμένη ευκαιρία, υπάρχει ένας επιτυχημένος λόγος». Αυτός ο επιτυχημένος λόγος πηγάζει από το ασυνείδητο, το οποίο ζητά να ερμηνευτεί, να αποκρυπτογραφηθεί.

Γιατί είμαστε χαιρέκακοι;

Σήμερα η χαιρεκακία είναι παντού γύρω μας.

Είναι στον τρόπο με τον οποίο κάνουμε πολιτική, στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τους διάσημους, στα βίντεο ατυχών στιγμών που βλέπουμε στο διαδίκτυο. Όλες αυτές όμως οι μεθυστικές απολαύσεις συνοδεύονται και από ένα αίσθημα δυσφορίας. Οι ηθικολόγοι απεχθάνονταν ανέκαθεν τη χαιρεκακία. Ο φιλόσοφος Άρτουρ Σοπενχάουερ την αποκαλούσε «αλάνθαστο σημάδι μιας ριζικά κακής καρδιάς και βαθιάς ηθικής αναξιότητας», το χείριστο χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης. (Είπε επίσης ότι όποιος χαίρεται με τον πόνο των άλλων θα έπρεπε να αποβληθεί από την ανθρώπινη κοινωνία.) Κατέληξα να πιστεύω ότι ο Σοπενχάουερ έκανε λάθος. 

Ίσως ανησυχούμε ότι η χαρά μας για τη δυστυχία των άλλων θα διαφθείρει την ψυχή μας, όμως αυτό το συναίσθημα κάθε άλλο παρά «κακό» είναι. Αποκαλύπτει πράγματα που εδώ και χιλιετίες είναι σημαντικά για τις κοινωνίες των ανθρώπων: το ένστικτό μας για δικαιοσύνη και το μίσος μας για την υποκρισία την ανάγκη μας να βλέπουμε τον αντίπαλό μας να υποφέρει, με την ελπίδα ότι εμείς θα κερδίσουμε, την τάση μας να ανταγωνιζόμαστε τους άλλους και να εκλογικεύουμε τις επιλογές μας όταν διαψεύδονται οι προσδοκίες μας τα είδη των διαπροσωπικών μας σχέσεων· ό,τι μας κάνει να γελάμε.

Αν παρατηρήσουμε πιο προσεκτικά αυτό το ενδόμυχο και από πολλούς κατακριτέο συναίσθημα, αν απελευθερωθούμε από την ντροπή και τη μυστικότητά του, θα ανακαλύψουμε πολλά για το ποιοί πραγματικά είμαστε.

Γελάστε με τον θυμό σας

Η αγάπη είναι πάντα όμορφη στην αρχή επειδή δεν της φέρνετε τις καταστροφικές σας ενέργειες. Στην αρχή της φέρνετε τις θετικές σας ενέργειες και οι δύο εκφράζουν τις ενέργειές τους θετικά και το πράγμα πηγαίνει φανταστικά. Αλλά σιγά-σιγά οι αρνητικές ενέργειες θα αρχίσουν να ξεχειλίζουν δεν μπορείτε να τις συγκρατήσετε για πάντα. Και όταν θα έχετε τελειώσει με τη θετική σας ενέργεια, ο μήνας του μέλιτος τελειώνει και έρχεται το αρνητικό κομμάτι. Τότε η κόλαση ανοίγει τις πόρτες της και το άτομο δεν μπορεί να καταλάβει τι συνέβη. Μια τόσο όμορφη σχέση, γιατί τσακίστηκε στα βράχια;

Αν ο άνθρωπος βρίσκεται σε εγρήγορση από την αρχή, η σχέση μπορεί να σωθεί. Ρίξτε της τις θετικές σας ενέργειες, αλλά να θυμάστε ότι αργά ή γρήγορα η αρνητική ενέργεια θα αρχίσει να εμφανίζεται. Και όταν η αρνητική ενέργεια αρχίσει να έρχεται, πρέπει να την απελευθερώσετε όταν θα είστε μόνοι. Πηγαίνετε μόνοι σας σε ένα δωμάτιο και απελευθερώσετε την αρνητική ενέργεια δεν υπάρχει λόγος να την εκφράσετε στον άλλο.

Αν θέλετε να ουρλιάξετε και να φωνάξετε και να είστε θυμωμένοι, πηγαίνετε σε ένα δωμάτιο και κλείστε την πόρτα – φωνάξτε, θυμώστε, χτυπήστε το μαξιλάρι. Επειδή κανείς δεν πρέπει να φέρεται με τέτοια βιαιότητα ώστε να πετά πράγματα σε άλλους ανθρώπους. Δεν σας έχουν κάνει τίποτε κακό, επομένως γιατί να τους πετάτε πράγματα; Είναι καλύτερα να πετάτε όλα όσα είναι αρνητικά στον σκουπιδοτενεκέ. Αν παραμείνετε σε εγρήγορση, θα εκπλαγείτε όταν δείτε ότι μπορείτε να το καταφέρετε. Και όταν η αρνητική ενέργεια θα έχει απελευθερωθεί, τότε η θετική αρχίζει να ξεχειλίζει και πάλι.

Μπορείτε να απελευθερώσετε την αρνητική σας ενέργεια όταν είστε μαζί με τον άλλον μόνο πολύ αργότερα σε μια σχέση, όταν η σχέση θα έχει πια παγιωθεί. Αλλά και τότε θα πρέπει να γίνεται σαν ένα θεραπευτικό μέτρο. Όταν οι δύο σύντροφοι σε μια σχέση βρίσκονται σε απόλυτη επαγρύπνηση, έχουν συγχωνευθεί ως ένα ον και τώρα μπορούν να ανεχτούν όχι μόνο να ανεχτούν αλλά και να χρησιμοποιήσουν την αρνητικότητα του άλλου έχουν έρθει σε μια συμφωνία ότι τώρα θα είναι και μαζί αρνητικοί, σαν ένα θεραπευτικό μέτρο.

Και τότε η σύστασή μου είναι να το κάνετε πολύ συνειδητά, όχι ασυνείδητα να το κάνετε πολύ σκόπιμα. Βάλτε σκοπό κάθε βράδυ για μια ώρα να είστε αρνητικοί μεταξύ σας, ας είναι ένα παιχνίδι αντί να είστε αρνητικοί οπουδήποτε, οποτεδήποτε. Επειδή οι άνθρωποι δεν βρίσκονται σε επαγρύπνηση δεν βρίσκονται σε επαγρύπνηση για εικοσιτέσσερεις ώρες- μπορείτε για μια ώρα να καθίσετε μαζί και να είστε αρνητικοί; Τότε θα γίνει ένα παιχνίδι, θα είσαι σαν ομαδική θεραπεία! Μετά από μία ώρα έχετε τελειώσει με αυτό και δεν κουβαλάτε τα κατάλοιπα, δεν τα φέρνετε στη σχέση σας.

Το πρώτο βήμα: πρέπει να απελευθερώνετε την αρνητική ενέργεια όταν είστε μόνοι σας. Το δεύτερο βήμα, πρέπει να απελευθερώνετε την αρνητική ενέργεια μια συγκεκριμένη στιγμή έχοντας συμφωνήσει ότι θα απελευθερώσετε και οι δύο την αρνητική ενέργεια. Μόνο σε ένα τρίτο στάδιο μπορεί να γίνει κανείς φυσικός, και μετά δεν θα υπάρχει λόγος να φοβάται αν θα βλάψει τη σχέση ή αν θα πληγώσει τον άλλο. Μετά μπορείτε να είστε και οι δύο αρνητικοί και θετικοί, και να είστε και οι δύο όμορφοι, αλλά μόνο σε ένα τρίτο στάδιο.

Κάποια στιγμή στο πρώτο στάδιο θα αρχίσετε να νιώθετε ότι τώρα η αργή σας δεν έρχεται πια. Κάθεστε μπροστά στο μαξιλάρι, και η οργή δεν έρχεται. Θα έρχεται για μήνες, αλλά μια ημέρα θα ανακαλύψετε ότι δεν ρέει πια, έχει χάσει το νόημά της, δεν μπορείτε να είστε θυμωμένοι μόνοι σας. Τότε το πρώτο στάδιο έχει τελειώσει. Αλλά περιμένετε να αισθανθεί και ο άλλος αν έχει τελειώσει το πρώτο στάδιο ή όχι. Αν έχει ολοκληρωθεί το πρώτο στάδιο και του συντρόφου σας, τότε αρχίζει το δεύτερο στάδιο. Τότε για μία ή δύο ώρες – είτε πρωί είτε βράδυ, εσείς αποφασίζετε- ορίζετε μια ώρα κατά την οποία θα εκφράζετε τα αρνητικά σας συναισθήματα, σκόπιμα. Θεωρήστε το ένα ψυχόδραμα, είναι απρόσωπο. Δεν χτυπάτε δυνατά – χτυπάτε, αλλά δεν χτυπάτε τον άλλο. Στην πραγματικότητα απλά απελευθερώνετε την αρνητικότητά σας. Δεν κατηγορείτε τον άλλο, δεν λέτε «Είσαι κακός» απλά λέτε «Νιώθω ότι είσαι κακός». Δεν λέτε «Με πρόσβαλες» λέτε «Νιώθω προσβεβλημένη». Αυτό είναι τελείως διαφορετικό, είναι ένα σκόπιμο παιχνίδι «Νιώθω προσβεβλημένη, γι’ αυτό θα εκφράσω τον θυμό μου. Αυτός που βρίσκεται πιο κοντά μου είσαι εσύ, γι’ αυτό σε παρακαλώ λειτούργησε σαν δικαιολογία για μένα» και το ίδιο ισχύει και για τον άλλο.

Θα έρθει κάποια στιγμή κατά την οποία θα ανακαλύψετε ξανά ότι αυτή η σκόπιμη αρνητικότητα δεν λειτουργεί πια. Κάθεστε για μια ώρα μαζί και δεν σας έρχεται τίποτε, δεν έρχεται τίποτε στον σύντροφό σας. Τότε αυτό το δεύτερο στάδιο τελειώνει.

Τώρα το τρίτο στάδιο, και το τρίτο στάδιο είναι ολόκληρη η ζωή. Τώρα είστε έτοιμοι να είστε αρνητικοί και θετικοί καθώς θα εμφανίζονται αυτά τα συναισθήματα· μπορείτε να είστε αυθόρμητοι.

Με αυτόν τον τρόπο η αγάπη γίνεται συσχέτιση, γίνεται μια ποιότητα αγάπης, γίνεται η φυσική κατάσταση του είναι σας

Κβαντική διεμπλοκή – οι τελευταίες παρατηρήσεις

Η κβαντομηχανική θεωρείται απόκοσμη σε σχέση με τη μηχανική της πραγματικότητας που αντιλαμβανόμαστε. Ένα αξιοσημείωτο κβαντικό φαινόμενο είναι αυτό της λεγόμενης “κβαντικής διεμπλοκής”. Η κβαντική διεμπλοκή είναι ένα παράδοξο κβαντικό φαινόμενο, το οποίο ο Αϊνστάιν είχε χαρακτηρίσει “στοιχειωμένο” αφού οι κινήσεις και γενικότερα οι ιδιότητες δύο σωματιδίων ή αντικειμένων αλληλοεπηρεάζονται ακαριαία. Δηλαδή, στο φαινόμενο αυτό, δύο σωματίδια ή ομάδες σωματιδίων που δημιουργούνται μαζί ή αλληλεπιδρούν, μένουν σε κατάσταση διεμπλοκής μεταξύ τους, ασχέτως της αποστάσεως του ενός από το άλλο. Αν φερειπείν υποθέσουμε ότι εστάλει ένα σωματίδιο από τα δύο στο άλλο άκρο του γαλαξία ή και του σύμπαντος, και συμβεί κάτι σε οποιοδήποτε από τα δύο, το άλλο αντιδρά άμεσα. Από αυτό προκύπτει ουσιαστικά ό,τι η “πληροφορία” μπορεί να ταξιδέψει με “άπειρη” ταχύτητα (πολύ μεγαλύτερη από αυτή του φωτός!) Πιο συγκεκριμένα, η κβαντική διεμπλοκή περιλαμβάνει την τοποθέτηση αντικειμένων στο ιδιόμορφο κενό της κβαντικής υπέρθεσης (quantum superposition), στο οποίο οι κβαντικές ιδιότητες ενός αντικειμένου καταλαμβάνουν πολλαπλές καταστάσεις ταυτόχρονα, όπως πχ: η διάσημη γάτα του Schrödinger που είναι νεκρή και ζωντανή ταυτόχρονα. Στη συνέχεια, αυτές οι κβαντικές καταστάσεις μοιράζονται μεταξύ πολλών αντικειμένων.

Το 1935 ο Albert Einstein και οι συνεργάτες του Boris Podolski και Nathan Rosen δημοσίευσαν μια θεωρητική εργασία αναλύοντας με σκεπτικισμό τη θεωρία της κβαντομηχανικής (εργασία), διερωτώμενοι: “Μπορεί η κβαντομηχανική περιγραφή της φυσικής πραγματικότητας να θεωρηθεί πλήρης;” και έδωσαν αρνητική απάντηση. Το ίδιο έτος o Erwin Schrödinger ανταπαντά στην εργασία αυτή, αναλύοντας διεξοδικά τις θέσεις της κβαντομηχανικής ως προς την πραγματικότητα, πως την αντιλαμβανόμαστε και το αν είναι μια ολοκληρωμένη θεωρία ή όχι (πχ. εργασία 1, εργασία 2 ) και επινοεί τον όρο «διεμπλοκή» οπού για πρώτη φορά περιγράφει το διάσημο νοητικό πείραμα με την διάσημη γάτα που είναι ζωντανή και νεκρή ταυτόχρονα. Μια τέτοια εξέλιξη “ερωτο-αποκρίσεων” μέσα από επιστημονικές εργασίες, φυσικά και ήταν αναμενόμενη γιατί η βασική αρχή της διάσημης θεωρίας της σχετικότητας του Einstein απαγόρευε οποιαδήποτε μετάδοση πληροφορίας με ταχύτητα μεγαλύτερης αυτής της ταχύτητας του φωτός, κάτι που αργότερα παραδόξως θα αποδειχθεί ως λανθασμένη (ή ας πούμε “σχετική”), μέσα στα πλαίσια της κβαντικής φυσικής, πρώτα από την επιστημονική εργασία του John Steward Bell και συνακολούθως από τα πρώτα πειράματα που ξεκίνησαν την δεκαετία του 1970, όπως θα συζητήσουμε παρακάτω. Το βέβαιο είναι ότι η εργασία των Einstein, Podolski και Rosen, έδωσε το έναυσμα για εκτεταμένες θεωρητικές “διευκρινήσεις” της κβαντομηχανικής επί σειρά θεωρητικών εργασιών και πολλαπλά πειράματα που ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια.

Σύμφωνα με την θεωρία της κβαντικής διεμπλοκής λοιπόν, ακόμη και αν τα εμπλεγμένα σώματα (πχ. σωματίδια) διαχωρίζονται, οι αβέβαιες κβαντικές τους καταστάσεις θα πρέπει να παραμείνουν συνδεδεμένες μέχρι να μετρηθεί ή να διαταραχθεί ένα από αυτά και η αυτού καθ′ αυτού μέτρηση προσδιορίσει άμεσα την κατάσταση του άλλου αντικειμένου, ανεξάρτητα από το πόσο μακριά είναι! Η ιδέα αυτή είχε φανεί στον Albert Einstein τόσο “τραβηγμένη” που ουσιαστικά το 1947 σε ένα γράμμα του στον μεγάλο Φυσικό Marx Born, σαρκάστηκε την θεωρία λέγοντας ότι είναι όντως μια “στοιχειωμένη” δράση εξ′ αποστάσεως (’’spooky action at a distance″), και ας αναφέρουμε εδώ ότι στα γερμανικά το ανέφερε ως: ″spukhafte Fernwirkung” που σημαίνει για την ακρίβεια ″μυστική/μυστηριώδης δράση εξ′ αποστάσεως” και που υποδήλωνε ότι δεν πίστευε στο φαινόμενο αυτό. Τελικά επικράτησε στα αγγλικά η λέξη ″spooky″ που σημαίνει περισσότερο κάτι το στοιχειωμένο ή το ανατριχιαστικό παρά κάτι το μυστηριώδες (mystical).

Τώρα ας αναρωτηθούμε: Αν όντως είναι παρατηρήσιμη, σε πόση μεγάλη κλίμακα μπορεί άραγε κανείς να φτάσει παρατηρώντας την κβαντική διαπλοκή; Οι ερευνητές ήδη από την δεκαετία του ’70 και μετά από πολλαπλά πειράματα τις επόμενες δεκαετίες, κατάφεραν να φέρουν την κβαντομηχανική πιο κοντά στη πραγματικότητα, καθώς παρατήρησαν την κβαντική διεμπλοκή αρχικά σε δύο ζευγάρια ατόμων σε πειραματική διάταξη, και μέχρι πρόσφατα κατάφερναν να παρατηρούν εσωτερικές ιδιότητες μικροσκοπικών συστημάτων, όπως πχ. την πόλωση ενός ζεύγους φωτονίων ή τις τροχιές περιστροφής των ηλεκτρονίων γύρω από τον πυρήνα ατόμων. Αποδείχτηκε λόγου χάρη ότι όταν αλλάζει η κίνηση ενός ζεύγους ιόντων Βηρυλλίου-Μαγνησίου σε κατάλληλη πειραματική διάταξη, τότε αλλάζει και η κίνηση ενός δεύτερου ζεύγους, χωρίς να δίνεται στο τελευταίο η ίδια εντολή για ξεκίνημα ή σταμάτημα των δονήσεων και παρόλο που βρισκόταν σε απόσταση από το πρώτο.

Εδώ ας αναφέρουμε ενδεικτικά μερικές άλλες εργασίες:

1990: Ο Charles Bennett και συνεργάτες του αναφέρουν την πρώτη διανομή ενός πειραματικού κβαντικού κλειδιού.

1997: Ο Anton Zeilinger και η ομάδα του αναφέρουν στο περιοδικό Nature την πρώτη πειραματική επαλήθευση της κβαντικής τηλεμεταφοράς.

2007: Δέκα χρόνια μετά ο Zeilinger και οι συνεργάτες του καταφέρνουν να στείλουν πεπλεγμένα φωτόνια σε μια απόσταση ρεκόρ (των 144 χιλιομέτρων) ανάμεσα σε δύο από τα Κανάρια Νησιά.

2010: Παρατηρείται ένα νέο είδος ταυτόχρονης κβαντικής διεμπλοκής πολλών αντικειμένων, καθώς κβαντικές πληροφορίες τηλεμεταφέρθηκαν σε απόσταση ρεκόρ των 16 χιλιομέτρων.

2017: Παρατηρείται, όπως έδειξε μια ομάδα Κινέζων ερευνητών, κβαντική διεμπλοκή σε απόσταση-ρεκόρ των 1200 χιλιομέτρων, μέσω του κινεζικού δορυφόρου Micius ο οποίος είχε ειδικό εξοπλισμό για κβαντικά πειράματα, επικοινωνώντας με τρεις διαφορετικούς επίγειους σταθμούς, κάνοντας ένα σημαντικό βήμα για το «κβαντικό» διαδίκτυο (εργασία). Δηλαδή αποδείχτηκε ότι υπάρχει δυνατότητα τα σωματιδίων να επικοινωνούν μέσω μιας κβαντικής διεμπλοκής που μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην εφαρμογή μετάδοσης κρυπτογραφημένων πληροφοριών από το ένα μέρος της Γης στο άλλο. Αυτό θα μπορεί να γίνεται μέσω ασφαλών κβαντικών διαύλων χωρίς να μπορεί κάποιος να υποκλέψει πληροφορίες.

Τώρα πάμε ακόμα παραπέρα. Πρόσφατα (2018) δύο νέες μελέτες ανέφεραν κβαντική διεμπλοκή σε συσκευές σχεδόν ορατές με γυμνό μάτι!

Συγκεκριμένα, ο Simon Gröblacher, κβαντικός φυσικός στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο του Delft στην Ολλανδία και οι συνεργάτες του, κατασκεύασαν δέσμες μήκους περίπου 10 μικρο-μέτρων πάνω σε τσιπς πυριτίου (εργασία) σε απόσταση 20 εκατοστών. Οι δέσμες, περίπου στο μέγεθος ενός βακτηριδίου, μπορούσαν να ταλαντεύονται πάνω-κάτω σαν μια χορδή κιθάρας. Οι ερευνητές συνέδεσαν τα τσιπς με μια οπτική ίνα και ολόκληρη αυτή η πειραματική διάταξη ψύχθηκε κοντά στο απόλυτο μηδέν για να εξουδετερωθούν οι τυχόν κραδασμοί. Στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας έξυπνα ελεγχόμενους παλμούς λέιζερ προσέθεσαν αρκετή ενέργεια για να δονηθεί μια δέσμη λίγο πιο έντονα από την άλλη. Μετρώντας το φως που εξέπεμψε η διάταξη, οι ερευνητές επιβεβαίωσαν ότι επετεύχθη αύξηση της ενέργειας, αλλά δεν γνώριζαν ποια δέσμη από τις δυο πήρε την ενέργεια, πράγμα που σήμαινε ότι η προστιθέμενη ενέργεια ήταν κοινή και για τις δύο δέσμες -το σήμα κατατεθέν της κβαντικής διεμπλοκής το οποίο διήρκεσε μόνο ένα κλάσμα του δευτερολέπτου.

Σε ένα δεύτερο επίσης πολύ ενδιαφέρον πείραμα, που δημοσιεύθηκε επίσης στο περιοδικό Nature (εργασία) ο Mika Sillanpää καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Aalto της Φινλανδίας και η ομάδα του, υιοθέτησαν μια διαφορετική προσέγγιση, κατασκευάζοντας ζεύγη αλουμινένιων κυλίνδρων ή δονητικών δίσκων, περίπου όσο το πάχος μιας ανθρώπινης τρίχας πάνω σε ένα τσιπ πυριτίου. Μετά την ψύξη της ρύθμισης, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν μικροκύματα για να ωθήσουν τις κεφαλές των κυλίνδρων σε συσχετισμένες κινήσεις – δηλ. καθώς ο ένας κινούνταν πάνω-κάτω ο άλλος έκανε το αντίθετο. Μια δεύτερη σειρά παλμών μικροκυμάτων ανέλυε τις κινήσεις των σημάτων και βρέθηκε ότι οι μικροσκοπικοί αυτοί δίσκοι μοιράζονταν την ίδια κβαντική κατάσταση. Εν αντιθέσει με το προαναφερόμενο πείραμα που διήρκεσε ένα κλάσμα του δευτερολέπτου, η συγκεκριμένη ερευνητική ομάδα έδειξε ότι η παρατηρούμενη διεμπλοκή μπορεί να διαρκέσει επ ’αόριστον -εφόσον οι δίσκοι βομβαρδίζονται από μικροκύματα.

Τα δύο αυτά πειράματα έχουν πολύ ενδιαφέρουσες πιθανές εφαρμογές. Ο Gröblacher και η ομάδα του σχεδίασαν τις δέσμες που αναφέραμε παραπάνω ώστε να δονούνται με τον ίδιο ρυθμό καθώς αποστέλλεται φως μέσω οπτικών ινών και ούτως ώστε να είναι συμβατές με τα υπάρχοντα τηλεπικοινωνιακά συστήματα. Η εγκατάσταση αυτή είναι “εντελώς μηχανική” και εάν μπορέσουν να θέσουν το φαινόμενο της κβαντικής διαπλοκής ώστε να διαρκεί περισσότερο καθώς αυξάνεται και η απόσταση μεταξύ των τσιπς, τότε πολύ πιθανόν να έχουμε σύντομα συσκευές που να χρησιμεύουν ως κόμβοι σε ένα ενδεχόμενο κβαντικό διαδίκτυο, που θα μπορούσε να μεταδώσει εξαιρετικά ασφαλή πληροφορία μεταξύ των μελλοντικών κβαντικών υπολογιστών. Από την άλλη πλευρά το δεύτερο πείραμα του Sillanpää και των συνεργατών του μπορεί να έχει επίσης πολύ σημαντικές εφαρμογές σε μετρήσεις εξαιρετικής ακρίβειας και αυτό γιατί οι κβαντικοί αισθητήρες είναι τόσο ευαίσθητοι, ώστε μπορούν να ανιχνεύσουν εξαιρετικά αδύναμα σήματα, όπως αυτά των βαρυτικών κυμάτων. Αν λοιπόν στο εγγύς μέλλον οι συσκευές αυτές γίνουν μεγαλύτερες, δηλαδή πρακτικότερες, θα μπορούν να τεστάρουν τις θεωρίες βαρύτητας που επεκτείνουν τη γενική θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν στην κβαντική σφαίρα των θεωριών, συνδέοντας έτσι δύο σημαντικές θεωρίες της φυσικής που έχουν παραμείνει πεισματικά αγεφύρωτες.

Οπότε όπως είδαμε παραπάνω τα πειράματα που διεξάγονται στα ερευνητικά κέντρα αρχίζουν και γεφυρώνουν το χάσμα ανάμεσα στον εξωπραγματικό κόσμο της κβαντομηχανικής και την ντετερμινιστική φυσική πραγματικότητα, την οποία όλοι αντιλαμβανόμαστε με την καθημερινή εμπειρία μας.

Σύμφωνα τώρα με κάποιες περαιτέρω θεωρητικές μελέτες πάνω στην θεωρία της κβαντικής διεμπλοκής, ενδιαφέρον είναι να αναφέρουμε και μια εργασία του Lorenzo Maccone, Ιταλού ερευνητή στο ΜΙT (εργασία) που υποστηρίζει ότι όλοι μας βλέπουμε γύρω μας περίεργα πράγματα, όπως π.χ. σπασμένα τζάμια που ξαφνικά αυτο-επιδιορθώνονται παρ’ όλο που αυτό δεν είναι δυνατό βάσει του 2ου Νόμου της Θερμοδυναμικής, τα οποία απλά δεν τα θυμόμαστε! Όπως υποστηρίζεται με μαθηματικούς υπολογισμούς, όταν κοιτάζουμε γύρω μας η μνήμη μας βρίσκεται σε μια ″κβαντική διεμπλοκή″ με το περιβάλλον μας. Ο παρατηρητής δηλαδή που παρατηρεί ένα αντικείμενο και “εμπλέκεται” κβαντικά με αυτό, αυξάνει τις πληροφορίες που εισρέουν στον εγκέφαλό του, την ίδια στιγμή που μικραίνει η πληροφορία και αυξάνεται η εντροπία στο αντικείμενο που παρατηρεί. Όταν όμως “απ-εμπλεκόμαστε” από αυτό, διαγράφεται η μνήμη του παρατηρητή. Οι μαθηματικές εξισώσεις δείχνουν ξεκάθαρα ότι η φύση φαίνεται τόσο στο μικρο-επίπεδο όσο και στο μακρο-επίπεδο να συμπεριφέρεται κβαντικά επειδή τελικά το σύμπαν δεν δείχνει να είναι ενιαίο, αλλά ένα πολύ-σύμπαν (multi-verse) αποτελούμενο από πολλά παράλληλα σύμπαντα. Σε κάποια από αυτά τα σύμπαντα, που το μυαλό μας “διαγράφει” τα σπασμένα τζάμια, αυτά ξανακολλάνε μόνα τους.Η κβαντική διεμπλοκή των προσώπων με το περιβάλλον τους βέβαια δεν μπορεί να αποδειχθεί εμπειρικά, a posteriori δηλαδή, παρά μόνο σε μερικές σελίδες μαθηματικών αποδείξεων. Παρόλα αυτά νευρο-επιστήμονες σε συνεργασία με κβαντικούς φυσικούς οραματίζονται την κβαντική διεμπλοκή των ανθρώπων σε ένα είδος μεταβίβασης της σκέψης…

Οι έρευνες συνεχίζονται και τα επόμενα χρόνια φαίνεται να είναι πολύ ενδιαφέροντα γύρω από τα το μυστήρια της “στοιχειωμένης” κβαντικής διεμπλοκής.

Γουατεμάλα: Εντοπίστηκε τεράστια περιοχή και σύμπλεγμα πυραμίδων των Μάγια θαμμένη κάτω από τροπικό δάσος

Γεωλόγοι στη βόρεια Γουατεμάλα έχουν ανακαλύψει μια τεράστια τοποθεσία των Μάγια που εκτείνεται περίπου 650 τετραγωνικά μίλια (1.700 τετραγωνικά χιλιόμετρα) και χρονολογείται στη Μέση και Ύστερη Προκλασική περίοδο (περίπου μεταξύ 1000π.Χ. και 250 π.Χ.).

Τα ευρήματα ήταν το αποτέλεσμα εναέριας έρευνας που πραγματοποίησαν οι ερευνητές με αεροπλάνο και χρησιμοποιώντας την τεχνική lidar, στην οποία εκπέμπονται λέιζερ και το ανακλώμενο φως χρησιμοποιείται για τη δημιουργία αεροφωτογραφιών τοπίου.

Η τεχνολογία είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σε περιοχές όπως τα τροπικά δάση της λεκάνης Mirador-Calakmul Karst της Γουατεμάλας, όπου τα λέιζερ μπορούν να διεισδύσουν στον παχύ «θόλο» των δέντρων.

Χρησιμοποιώντας δεδομένα από τις σαρώσεις, η ομάδα εντόπισε περισσότερους από 1.000 οικισμούς διάσπαρτους στην περιοχή, οι οποίοι συνδέονταν μεταξύ τους με 160 χιλιόμετρα δρόμων που πιθανότατα διέσχιζαν οι Μάγια με τα πόδια.

Εντόπισαν επίσης τα ερείπια αρκετών μεγάλων πυραμίδων, μαζί με κανάλια και δεξαμενές που χρησιμοποιούνται για τη συλλογή νερού, σύμφωνα με τη μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στις 5 Δεκεμβρίου στο περιοδικό Ancient Mesoamerica.

Τι κρύβεται στις αρχαίες πυραμίδες των Μάγια;

Τι έκανε λοιπόν αυτή την περιοχή τόσο δελεαστική που οι Μάγια θα ήθελαν να εγκατασταθούν εκεί εξαρχής;

«Οι Μάγια εγκαταστάθηκαν σε αυτήν την περιοχή επειδή εκεί βρήκαν το σωστό μείγμα ορεινών περιοχών για οικισμό και πεδινών περιοχών για γεωργία.

Τα υψίπεδα τούς παρείχαν μια πηγή για ασβεστόλιθο, το κύριο οικοδομικό υλικό τους και την ξηρά για να ζήσουν. Οι πεδινές περιοχές είναι ως επί το πλείστον εποχιακοί βάλτοι, οι οποίοι παρείχαν χώρο για τη γεωργία υγροτόπων καθώς και πλούσιο σε οργανικά εδάφη για χρήση στη γεωργία».

Οι ερευνητές έχουν χρησιμοποιήσει και στο παρελθόν το lidar για να σαρώσουν τις τοποθεσίες των Μάγια στη Γουατεμάλα. Το 2015, διεξήχθησαν δύο μεγάλης κλίμακας έρευνες στο νότιο τμήμα της λεκάνης, εστιάζοντας στην αρχαία πόλη El Mirador. Το έργο αυτό οδήγησε στη χαρτογράφηση 1.703 τετραγωνικών χιλιομέτρων αυτού του τμήματος της χώρας, σύμφωνα με τη μελέτη.

«Όταν δημιούργησα τα πρώτα γυμνά γήινα μοντέλα της αρχαίας πόλης Ελ Μιραντόρ, έμεινα έκπληκτος», είπε ο Morales-Aguilar. «Ήταν συναρπαστικό να παρατηρούμε για πρώτη φορά τον μεγάλο αριθμό δεξαμενών, μνημειακών πυραμίδων, αναβαθμίδων, κατοικημένων περιοχών και μικρών αναχωμάτων».

Οι ερευνητές ελπίζουν ότι η τεχνολογία Lidar θα τους βοηθήσει να εξερευνήσουν τμήματα της Γουατεμάλας που παραμένουν μυστήριο εδώ και αιώνες.

«Το Lidar υπήρξε επαναστατικό για την αρχαιολογία σε αυτήν την περιοχή, ειδικά αν καλύπτεται από τροπικά δάση όπου η ορατότητα είναι περιορισμένη», Marcello Canuto, δήλωσε στο Live Science ο διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνών Μέσης Αμερικής στο Πανεπιστήμιο Tulane και ανθρωπολόγος που δεν συμμετείχε στη μελέτη. Κατά τη διάρκεια της έρευνας, τείνουμε να βλέπουμε ένα μικρό μέρος του διαδρόμου, αλλά το lidar μας επιτρέπει να δούμε πράγματα που είναι μεγάλα και γραμμικά.

Η διάπλαση του καλλιεργημένου ανθρώπου κατά τον Αριστοτέλη

Η φιγούρα που ο Ξενοφών έχει στο μυαλό του είναι εκείνη του πεπαιδευμένου ανθρώπου, του «καλλιεργημένου» -όπως θα λέγαμε σήμερα- ανθρώπου.

Ακόμα και για τη φιλοσοφική παιδεία ισχύει η διάκριση που έθεσε, μεταξύ άλλων, ο Πρωταγόρας, ανάμεσα σε εκείνη που στοχεύει στη διάπλαση άλλων επαγγελματιών φιλοσόφων, ικανών με τη σειρά τους να διδάξουν, και στην απόκτηση απλώς μίας γενικής φιλοσοφικής παιδείας. Αυτός ο διαχωρισμός ισχύει και για τον Ισοκράτη, ενώ ο Αριστοτέλης επιστρέφει σε αυτόν και τον οικειοποιείται.

Το ερώτημα είναι: ποιος είναι κατάλληλος να κρίνει τη γνώση των ειδικών, αυτά που οι ίδιοι λένε και κάνουν στους τομείς πάνω στους οποίους έχουν εξειδικευτεί; Μόνο άλλοι ειδικοί ή και οι κοσμικοί;

Προφανώς ένας ειδικός, για παράδειγμα ένας γιατρός θα ήταν ο πιο κατάλληλος κριτής των συναδέλφων του. Αλλά αν παραδεχτούμε ότι και οι κοσμικοί μπορούν να κρίνουν τους ειδικούς, τίθεται το ερώτημα: μέχρι ποιο σημείο πρέπει να εμβαθύνουν στις επιστήμες, οι οποίες είναι εξειδικευμένες και προικισμένες με έναν υψηλό βαθμό περιπλοκότητας, δηλαδή μέχρι ποιο σημείο το περιεχόμενο αυτών, συμπεριλαμβανομένης της φιλοσοφίας, πρέπει να εισαχθεί και να αποτελεί πλέον μέρος της παιδείας;

Μία παραδοσιακή απάντηση εντοπίζει τη λύση στην απόκτηση μίας εγκυκλοπαιδικής γνώσης, στη γνωστή πολυμάθεια, κυριολεκτικά την «εκμάθηση πολλών πραγμάτων». Εμβληματική περίπτωση, που όμως αγγίζει τα όρια του απίθανου, είναι αυτή του σοφιστή Ιππία του Ηλείου, ο οποίος καυχιόταν για τις γνώσεις του όχι μόνο στα μαθηματικά, αλλά και ως αρχαιοδίφης, καθώς και ότι ήξερε να φτιάχνει μόνος του τα ρούχα και τα παπούτσια του.

Ο κίνδυνος αυτής της αξίωσης έγκειται στο να καταλήξει όπως ο Μαργίτης, ο ήρωας ενός χαμένου ποιήματος που αποδίδεται στον Όμηρο, ο οποίος ήξερε τα πάντα, αλλά δεν ήξερε τίποτα καλά.

Τόσο ο Πλάτων όσο και ο Αριστοτέλης είναι πεπεισμένοι ότι κάθε άτομο μπορεί να είναι ικανό σε έναν μόνο πολύ καλά προσδιορισμένο τομέα του επιστητού.

Ωστόσο, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, ακόμα και κάποιος που δεν είναι ειδικός μπορεί να αποδειχθεί ικανός κριτής, αλλά με την προϋπόθεση ότι διαθέτει μία ανώτερη γνώση από εκείνη του ειδικού, για παράδειγμα τη γνώση της διαλεκτικής σε σχέση με εκείνη των μαθηματικών, καθώς ο φιλόσοφος που μπορεί να ασκεί τη διαλεκτική ξέρει πώς να αμφισβητήσει ακόμα και τις αρχές με βάση τις οποίες οι μαθηματικοί διαμορφώνουν τα συμπεράσματα τους.

Παρομοίως, η γνώση αυτού ο οποίος ξέρει να χρησιμοποιείτο προϊόντα που προκύπτουν από τις τέχνες και τις επιστήμες είναι ανώτερη από εκείνη όσων τα παράγουν. Αυτοί Βρίσκονται στη θέση του αρχιτέκτονα (κυριολεκτικά: «αυτός που κατευθύνει τις εργασίες αυτών που τις εκτελούν»).

Και ο Αριστοτέλης είναι της ίδιας άποψης, αλλά κατά τη γνώμη του, σε κάθε τομέα του επιστητού υπάρχουν δύο όψεις, «στη μία αντιστοιχεί το όνομα της επιστήμης του αντικειμένου, στην άλλη αυτό της παιδείας», όπως αναφέρει στο έργο με τίτλο Περί ζώων μορίων.

O τεχνίτης είναι κατάλληλος για να ασκήσει κριτική μόνο στον τομέα της ικανότητάς του και όχι σε άλλους τομείς, ενώ ο πεπαιδευμένος, ακριβώς επειδή έχει κατακτήσει μία γενική κουλτούρα η οποία αφορά «κατά κάποιον τρόπο, όλες τις τέχνες», έχει την ικανότητα να κρίνει την ορθότητα που δείχνουν οι διάφοροι ειδικοί, προφορικώς ή γραπτώς, στον τομέα τους. Πρόκειται για μία «κριτική» ικανότητα, η οποία συνίσταται στην κριτική και τη διάκριση του τι έχει ειπωθεί ορθά και τι όχι. Αλλά δεν αφορά τόσο το περιεχόμενο των διαλόγων, γιατί, αν ίσχυε αυτό, για να κρίνει κάποιος θα έπρεπε να διαθέτει εγκυκλοπαιδικές, καθολικές γνώσεις, οι οποίες δεν είναι προσιτές στον καθένα.

Αντίθετα, αφορά την κριτική της μεθόδου και του τρόπου με τα οποία οι διάφοροι ειδικοί διαμορφώνουν τα επιχειρήματα ή τις αποδείξεις τους και επομένως την τυπική λογική δομή των λόγων τους. Με αυτή την έννοια, ο πεπαιδευμένος προσεγγίζει τον ειδικό της διαλεκτικής, ο οποίος δεν διαμορφώνει επιστημονικές αποδείξεις με βάση αληθείς προκείμενες, αλλά γνωρίζει πώς να βασίζεται σε προκείμενες οι οποίες μπορεί να είναι αληθείς ή· μόνο κοινά αποδεκτές απ’ όλους ή από τους περισσότερους ή από τους ειδικούς, προκειμένου να καταλήξει ορθώς σε συμπεράσματα.

Μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο Αριστοτέλης με τη διδασκαλία της φιλοσοφίας στη σχολή του, το Λύκειο, και με τα γραπτά του, αποβλέπει όχι μόνο στη διάπλαση άλλων επαγγελματιών -φιλοσόφων, αλλά και στη διάπλαση πεπαιδευμένων ανθρώπων.

Ας μην ξεχνάμε ακόμα ότι κατά την περίοδο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, τον 2″ αιώνα, ο γιατρός Γαληνός, μετά από μία σημαντική φιλοσοφική προετοιμασία, παρουσιάζει μπροστά σε ένα καλλιεργημένο κοινό, το οποίο δεν απαρτίζεται μόνο από ειδικούς, όχι μόνο ανατομικά στοιχεία νεκροψίας ζώων, αλλά και επιχειρήματα τα οποία είναι σε θέση να πρυτανεύσουν υπέρ των γιατρών με τους οποίους βρισκόταν σε ανταγωνισμό και να πείσουν ολόκληρο το ακροατήριο.

Και ο Αριστοτέλης υποστηρίζει μία εκπαίδευση που δεν είναι αποκλειστική ιδιωτική, αλλά και δημόσια, που παρέχεται από την πόλη και πυρήνας της, οποίας μπορεί να είναι η μουσική και όχι απαραίτητα η φιλοσοφία, η οποία, αντίθετα, παρέχεται στη φιλοσοφική σχολή.

Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ο ίδιος ο Αριστοτέλης στην Αθήνα δεν ήταν πολίτης, αλλά ξένος. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, για να γίνει κάποιος καλός πολίτης δεν είναι απαραίτητο να γίνει επαγγελματίας φιλόσοφος, όπως ακριβώς για να γίνει κανείς φιλόσοφος δεν χρειάζεται να είναι πολίτης: σε αυτή την περίπτωση ανήκει ο ίδιος και σε αυτή την περίπτωση ανήκουν πολλοί φιλόσοφοι και στην ελληνιστική εποχή, οι οποίοι προέρχονται όχι μόνο από την Ακαδημία και το Λύκειο, αλλά και από τις άλλες δύο σχολές που ιδρύθηκαν δίπλα σε αυτές στην Αθήνα, την επικουρική και τη στωική.

Για όλους τους φιλοσόφους, η φιλοσοφική ζωή εξακολουθεί να είναι η πιο υψηλή μορφή δραστηριότητας και, επομένως, αντιπροσωπεύει το απόγειο της παιδείας: το να γίνει κανείς άνθρωπος με όλη τη σημασία της έννοιας δεν σημαίνει πλέον να γίνει κανείς απλώς καλός πολίτης. Ακραίο παράδειγμα αυτής της τοποθέτησης είναι οι κυνικοί φιλόσοφοι, οι οποίοι διάγουν μία ζωή περιπλάνησης, χωρίς να έχουν ρίζες σε καμία πόλη, και αντιμετωπίζουν εχθρικά όλες τις μορφές της παραδοσιακής παιδείας και των φιλοσοφικών σχολών.

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΠΕΡΙ ΑΝΤΙΔΟΣΕΩΣ

ΙΣΟΚΡ 15.291–294

Η ρητορική δεινότητα που αποκτάται με τη διδασκαλία είναι προτιμότερη – Η πρέπουσα στάση των Αθηναίων απέναντι σε αυτήν

Ο ρήτορας διατύπωσε την απορία του για τις επικρίσεις εναντίον των νέων, που από τη ραστώνη των διασκεδάσεων προτιμούσαν να ασχοληθούν με μια τόσο επωφελή ηθικά δραστηριότητα, όπως η ρητορική. Και συνεχίζει:


[291] Θαυμάζω δ’ ὅσοι τοὺς μὲν φύσει δεινοὺς ὄντας
εἰπεῖν εὐδαιμονίζουσιν ὡς ἀγαθοῦ καὶ καλοῦ πράγματος
αὐτοῖς συμβεβηκότος, τοὺς δὲ τοιούτους γενέσθαι βουλο-
μένους λοιδοροῦσιν ὡς ἀδίκου καὶ κακοῦ παιδεύματος
ἐπιθυμοῦντας. καίτοι τί τῶν φύσει καλῶν ὄντων μελέτῃ
κατεργασθὲν αἰσχρὸν ἢ κακόν ἐστιν; οὐδὲν γὰρ εὑρήσο-
μεν τοιοῦτον, ἀλλ’ ἔν γε τοῖς ἄλλοις ἐπαινοῦμεν τοὺς ταῖς
φιλοπονίαις ταῖς αὑτῶν ἀγαθόν τι κτήσασθαι δυνηθέντας
μᾶλλον ἢ τοὺς παρὰ τῶν προγόνων παραλαβόντας,
[292] εἰκότως· συμφέρει γὰρ ἐπί τε τῶν ἄλλων ἁπάντων, καὶ
μάλιστ’ ἐπὶ τῶν λόγων, μὴ τὰς εὐτυχίας ἀλλὰ τὰς ἐπι-
μελείας εὐδοκιμεῖν. οἱ μὲν γὰρ φύσει καὶ τύχῃ δεινοὶ
γενόμενοι λέγειν οὐ πρὸς τὸ βέλτιστον ἀποβλέπουσιν,
ἀλλ’ ὅπως ἂν τύχωσιν, οὕτω χρῆσθαι τοῖς λόγοις εἰώθασιν·
οἱ δὲ φιλοσοφίᾳ καὶ λογισμῷ τὴν δύναμιν ταύτην λαβόντες,
οὐδὲν ἀσκέπτως λέγοντες, ἧττον περὶ τὰς πράξεις πλημ-
μελοῦσιν.

[293] Ὥσθ’ ἅπασι μὲν βούλεσθαι προσήκει πολλοὺς
εἶναι τοὺς ἐκ παιδείας δεινοὺς εἰπεῖν γιγνομένους, μάλιστα
δ’ ὑμῖν· καὶ γὰρ αὐτοὶ προέχετε καὶ διαφέρετε τῶν ἄλλων
οὐ ταῖς περὶ τὸν πόλεμον ἐπιμελείαις, οὐδ’ ὅτι κάλλιστα
πολιτεύεσθε καὶ μάλιστα φυλάττετε τοὺς νόμους οὓς
ὑμῖν οἱ πρόγονοι κατέλιπον, ἀλλὰ τούτοις οἷς περ ἡ φύσις
ἡ τῶν ἀνθρώπων τῶν ἄλλων ζῴων, καὶ τὸ γένος τὸ τῶν
Ἑλλήνων τῶν βαρβάρων, [294] τῷ καὶ πρὸς τὴν φρόνησιν
καὶ πρὸς τοὺς λόγους ἄμεινον πεπαιδεῦσθαι τῶν ἄλλων.
ὥστε πάντων ἂν συμβαίη δεινότατον, εἰ τοὺς βουλομένους
τοῖς αὐτοῖς τούτοις διενεγκεῖν τῶν ἡλικιωτῶν, οἷς περ
ὑμεῖς ἁπάντων, διαφθείρεσθαι ψηφίσαισθε, καὶ τοὺς τῇ
παιδείᾳ ταύτῃ χρωμένους, ἧς ὑμεῖς ἡγεμόνες γεγένησθε,
συμφορᾷ τινι περιβάλοιτε.

***
Παραξενεύομαι δε δι' αυτούς οι οποίοι ευδαιμονίζουν μεν εκείνους, οι οποίοι έχουν εκ φύσεως το προτέρημα να ομιλούν ευκόλως ωσάν να συνέβη εις αυτούς κάτι καλόν και αγαθόν, κατηγορούν δε εκείνους οι οποίοι θέλουν να γίνουν τοιούτοι, ωσάν να επιθυμούν μόρφωσιν άδικον και επιβλαβή. Και όμως ποίον εξ εκείνων, τα οποία είναι εκ φύσεως καλά, όταν αποκτηθεί διά της εργασίας, είναι αισχρόν ή βλαβερόν; Ουδέν τοιούτον θα εύρωμεν, αλλ' εις όλα τα άλλα επαινούμεν μάλλον εκείνους, οι οποίοι με την ιδικήν των φιλοπονίαν ηδυνήθησαν να αποκτήσουν κάτι αγαθόν, παρά εκείνους οι οποίοι το εκληρονόμησαν από τους προγόνους των. Και έχομεν δίκαιον διά τούτο· διότι είναι ωφέλιμον και δι' όλα τα άλλα και προ πάντων διά τον λόγον να εκτιμώμεν όχι την τύχην, αλλά την άσκησιν. Πράγματι εκείνοι εις τους οποίους η φύσις και η τύχη έδωσαν την δύναμιν του λόγου, δεν αποβλέπουν προς το βέλτιστον, αλλά συνηθίζουν να μεταχειρίζωνται τους λόγους όπως τύχη, όσοι δε απέκτησαν την δύναμιν ταύτην με την συστηματικήν μόρφωσιν και το λογικόν, δεν λέγουν τίποτε χωρίς να το εξετάσουν και διαπράττουν ολιγωτέρας πλάνας εις τας πράξεις των. 

Ούτω λοιπόν όλοι μεν οι άνθρωποι αρμόζει να θέλουν να είναι πολλοί εκείνοι, οι οποίοι διά της μορφώσεως γίνονται ικανοί να ομιλούν, προ πάντων δε σεις· διότι σεις προσέχετε και διαφέρετε των άλλων όχι με τας πολεμικάς προπαρασκευάς, ούτε διότι έχετε το ωραιότατον πολίτευμα (ζήτε άριστα ως πολίται) και φυλάσσετε περισσότερον από όλους τους άλλους τους νόμους, τους οποίους σας άφησαν οι πρόγονοί σας, αλλά διά των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων, τα οποία θέτουν την ανθρωπίνη φύσιν υπεράνω των άλλων ζώων, και την ελληνικήν φυλήν υπεράνω των βαρβάρων, με το ότι και ως προς την σκέψιν και τους λόγους έχετε μορφωθή καλύτερα από τους άλλους. Ώστε ήθελεν είναι το πλέον παράδοξον από όλα, εάν εκείνους οι οποίοι θέλουν να διαφέρουν των συνομηλίκων των διά των ιδίων προτερημάτων διά των οποίων σεις διαφέρετε όλων, κρίνετε διά της ψήφου σας ότι διαφθείρονται, και εάν εκείνους, οι οποίοι μεταχειρίζονται την μέθοδον ταύτην της αγωγής, πλήξετε με κάποιαν συμφοράν.