Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Κύκλωψ (654-662)

ΧΟ. δράσω τάδ᾽· ἐν τῶι Καρὶ κινδυνεύσομεν.
655 κελευσμάτων δ᾽ ἕκατι τυφέσθω Κύκλωψ.
ἰὼ ἰώ· γενναιότατ᾽ ὠ-
θεῖτε σπεύδετ᾽, ἐκκαίετε τὰν ὀφρὺν
θηρὸς τοῦ ξενοδαίτα.
τύφετ᾽ ὦ, καίετ᾽ ὦ
660 τὸν Αἴτνας μηλονόμον.
τόρνευ᾽ ἕλκε, μή σ᾽ ἐξοδυνηθεὶς
δράσηι τι μάταιον.

***
ΧΟΡ. Αέρα! Ψυχωμένα σπρώξτε,
με ζωηράδα, νεύρο, βία,
καψαλίστε του το φρύδι
του θεριού τ᾽ ανθρωποφάγου, του κακού οικοδεσπότη.
660 Καπνίστε, ζεματίστε τον της Αίτνας τον τσομπάνο!
Στρίβε τον τόρνο, φέρνε γύρα,
μόν᾽ μη σε φάει ο Κύκλωπας, τρελός από τον πόνο.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Πότε γεννήθηκε και πότε πρωτογράφτηκε η Ελληνική γλώσσα

4.4 Το κυπριακό συλλαβάριο


Ένα παρόμοιο με τη γραμμική Β' συλλαβικό σύστημα χρησιμοποιήθηκε και για την καταγραφή της ελληνικής γλώσσας στην Κύπρο, της κυπριακής διαλέκτου (θα μιλήσουμε για τις διαλέκτους της αρχαίας ελληνικής γλώσσας αργότερα). Τα πρώτα κείμενα αυτής της συλλαβικής γραφής της Κύπρου χρονολογούνται γύρω στο 800 π.Χ. Το σύστημα αυτό εξακολούθησε να χρησιμοποιείται ως τον 3ο αιώνα π.Χ. και για ένα διάστημα παράλληλα με την αλφαβητική γραφή. Μετά τον 3ο αιώνα π.Χ. επικρατεί ολοκληρωτικά η αλφαβητική γραφή.

Η ανακάλυψη ότι η κυπριακή συλλαβική γραφή καταγράφει την ελληνική γλώσσα έγινε από τον Άγγλο George Smith στη δεκαετία 1870-1880. Σε αυτό βοήθησε το γεγονός ότι υπήρχαν επιγραφές που είχαν ταυτόχρονα το κείμενο στη συλλαβική γραφή, το ίδιο κείμενο στην ελληνική που χρησιμοποιεί το αλφάβητο και, τέλος, το ίδιο κείμενο στη φοινικική γραφή, τη γραφή δηλαδή που χρησιμοποιούσαν οι Φοίνικες (θα μιλήσουμε γι' αυτήν αργότερα), οι οποίοι κατοικούσαν σε αρκετές περιοχές της Κύπρου. Αυτή η συνύπαρξη είναι το «όνειρο» της κάθε αποκρυπτογράφησης, γιατί βοηθάει να συνδεθεί το άγνωστο με το γνωστό. Έτσι, άλλωστε, αποκρυπτογραφήθηκε η ιερογλυφική της Αιγύπτου, με βάση την περίφημη πινακίδα της Ροζέτας, όπου συνυπήρχε το ιερογλυφικό κείμενο με κείμενα σε γνωστές γραφές και γλώσσες (μία από αυτές ήταν η Ελληνική).

Το κυπριακό συλλαβικό σύστημα αποτελείται από πενήντα πέντε συλλαβογράμματα, σημεία δηλαδή τα οποία, όπως και στη γραμμική Β', αντιστοιχούν σε συλλαβές. Ας δούμε μερικές ομοιότητες και διαφορές του κυπριακού συλλαβαρίου με τη γραμμική Β'. Όπως και στη γραμμική Β', το συλλαβόγραμμα pa που δηλώνει τη συλλαβή [pa] δεν αντιστοιχεί μόνο σε αυτή την ακολουθία ήχων αλλά και στις ακολουθίες [ba] ( = βα· θυμηθείτε τί λέγαμε για την προφορά του β στα αρχαία ελληνικά) και [pha] (= φα). Έτσι η λέξη βασιλεύς γράφεται pa-si-re-u-se, με τον ίδιο τρόπο (όσον αφορά την πρώτη συλλαβή) όπως και η λέξη pa-i-te-se = παῖδες. Όπως δείχνει η τελευταία λέξη, το δ της λέξης παῖδες(το δ προφερόταν ως [d] στα αρχαία ελληνικά) γράφεται με t(te), με τον ίδιο τρόπο δηλαδή που δηλώνεται το άηχο οδοντικό [t]. Δεν διακρίνει δηλαδή το σύστημα, αντίθετα με τη γραμμική Β, το άηχο οδοντικό τ από το ηχηρό οδοντικό δ (= [d]).

Το ίδιο ισχύει, όπως στη γραμμική Β', και για τους φθόγγους κ, γ (= [g]), χ (= [kh]): ka-si-ke-ne-ta = κασιγνήτα 'αδελφή, ma-ka = μάχη. Όπως βλέπετε, το k δηλώνει τόσο το κ [k] όσο και το γ [g] και το χ [kh]. Η λέξη pa-si-re-u-se = βασιλεύς δείχνει μια διαφορά της κυπριακής συλλαβικής γραφής από τη μυκηναϊκή, τη γραμμική Β'. Ενώ στη γραμμική Β' δεν δηλώνονται τα τελικά σύμφωνα (tu-ka-te = θυγάτηρ), στο κυπριακό σύστημα τα τελικά σύμφωνα δηλώνονται με την «κατασκευή» μιας συλλαβής που αποτελείται από το τελικό σύμφωνο και το «νεκρό» φωνήεν e: pa-si-re-u-se, te-me-no-se = τέμενος. Δείτε μια τελευταία διαφορά. Η λέξη σπέρμα στη γραμμική Β' αποδίδεται ως pe-ma. Δεν δηλώνεται ούτε το σ ούτε το ρ. Στο κυπριακό σύστημα η απόδοση είναι πληρέστερη. Τα σύμφωνα σ και ρ δηλώνονται αφού διαχωριστούν τα συμφωνικά συμπλέγματα σπ, ρμ: se-pe-re-ma.

Κερδισμένος θα βγεις ακόμη και από ένα ρίσκο που δεν πέτυχε

Το μυαλό μας περιτριγυρίζουν και περιστοιχίζουν άπειρες ιδέες, σκέψεις και προβληματισμοί. Δυσκολευόμαστε να πάρουμε σημαντικές αποφάσεις, δυσκολευόμαστε να ρισκάρουμε, δυσκολευόμαστε να ξεφύγουμε από πολλές καταστάσεις και γεγονότα καταδικάζοντας τους εαυτούς σε μια στασιμότητα. Τα πράγματα που μας απασχολούν στην καθημερινότητά μας ριζώνουν μέσα στο μυαλό μας και απλώνονται καταλαμβάνοντας όσο περισσότερο χώρο μπορούν, βασανίζοντας τη σκέψη μας από την οποία και τρέφονται. Η αλήθεια είναι πως δε ζητούν πολλά για να πάρουν δρόμο και να αφήσουν πάλι ήσυχη τη σκέψη μας, μια απάντηση μόνο και «φτου, ξελευθερία» για όλους μας! Μια απάντηση μόνο στο αιώνιο ερώτημα πριν την περιβόητη κίνηση ματ: «Ποιο είναι το χειρότερο που μπορεί να μου συμβεί αν τελικά πάρω το ρίσκο;»

Παίρνοντας ένα ρίσκο υπάρχει πάντοτε ο πιθανός κίνδυνος της αποτυχίας. Γι’ αυτό όπου υπάρχει ρίσκο, υπάρχει και φόβος. Ο φόβος που με τη σειρά του σε καθιστά ανήμπορο να αντιδράσεις, να προχωρήσεις, να ρισκάρεις. Αιχμαλωτίζεσαι στο φόβο της αβεβαιότητας έχοντας για φρουρούς σου τις αρνητικές σκέψεις, ξεχνώντας όμως πως ουσιαστικά πάνω σε αυτόν βαδίζεις πάντοτε. Ήξερες μήπως ποτέ σου μέχρι τώρα τι σου ξημερώνει αύριο; Τι επιφυλάσσει για σένα το μέλλον; Τώρα γιατί δειλιάζεις;

Αντικρίζοντας ένα πρόβλημα ή ένα γεγονός περνάει από το μυαλό μας μέσα σε λίγα μόλις δευτερόλεπτα, ακόμη και ταυτόχρονα, από την πιο καλή μέχρι και τη χειρότερη σκέψη. Τη μια στιγμή στεκόμαστε θετικοί σε μια κατάσταση και την αμέσως επόμενη μας κατακλύζει μια απίστευτη αρνητικότητα. Ωστόσο, μια αρνητική σκέψη είναι πολλές φορές αρκετά δυνατή ώστε να επισκιάσει κάθε θετικό συναίσθημα. Ο φόβος για το χειρότερο που μπορεί να συμβεί, ο φόβος της αποτυχίας, ο φόβος που δεν είναι απαραίτητο να συμβαδίζει με την πραγματικότητα όμως υπάρχει μέσα μας αποτρέποντάς μας ν’ αγκαλιάσουμε οτιδήποτε ελπιδοφόρο. Ένα αρνητικό συναίσθημα εμποδίζει την καθαρότητα και την αντικειμενικότητα της σκέψης μας. Η λογική απομακρύνεται, εμείς παύουμε να ισορροπούμε και χάνουμε τον έλεγχο.

Μεγαλώνουμε όμως και ωριμάζουμε. Βλέπουμε τα πράγματα από μια διαφορετική οπτική γωνιά. Τότε λοιπόν είναι η κατάλληλη στιγμή ν’ αλλάξουμε πορεία. Εξάλλου τα σημάδια τα έχουμε μπροστά μας. Αρκεί να τα αναγνωρίσουμε. Και ξέρω πως όλο αυτό μοιάζει να είναι τρομακτικό, τεράστιο. Μοιάζει να ζυγίζει έναν τόνο και εμείς να μην έχουμε τίποτα πέρα από τα χέρια μας για να το σηκώσουμε. Και πράγματι είναι. Ας μη γελιόμαστε. Θα σε ρωτήσω όμως το εξής. Αν δεν κάνεις τώρα αυτό το μικρό βηματάκι για ν’ απαλλαγείς από τους δαίμονές σου, τότε πότε; Αν δεν αρχίσεις να σπρώχνεις με κάθε ίχνος δύναμης που διαθέτεις, πώς περιμένεις να βγάλεις από πάνω σου το ασήκωτο φορτίο;

Να είσαι ειλικρινής με τον εαυτό σου. Αν δεν είσαι ευχαριστημένος τη δεδομένη στιγμή της ζωή σου, βρες ακριβώς τι είναι αυτό που σου φταίει κι άλλαξέ το. Μην αυτομαστιγώνεσαι. Μη μένεις στάσιμος σε νοσηρές καταστάσεις για τον ψυχικό σου κόσμο. Πάρε τη ζωή στα χέρια σου. Αποδέξου τους κινδύνους που παραμονεύουν εκεί έξω κι άφησέ τους να σε κατασπαράξουν, αν χρειαστεί. Κάθε στραβή για καλό, έτσι δε λένε; Άφησε τη ζωή να σου δείξει ότι είναι ικανή να ανατρέψει κάθε προγνωστικό, να σε εκπλήξει. Γιατί και η αποτυχία αποτελεί έκπληξη για σένα, αν σκεφτείς πως ύστερα από τον ερχομό της εσύ θα σηκωθείς ακόμη πιο δυνατός. Και μην ξεχνάς πως η επιτυχία, η ευημερία και η ευτυχία δε θα έρθουν ουρανοκατέβατες. Θέλουν κυνήγι και ψάξιμο. Θέλει προσπάθεια για να καταφέρεις να φωνάξεις τελικά με όλη σου τη δύναμη εκείνο το «φτου, ξελευθερία». Πάρε λοιπόν το ρίσκο κι ας σου βγει και σε κακό! Τουλάχιστον θα είσαι περήφανος που το τόλμησες.

Σε κάθε τομέα η πιο δυνατή επένδυση είναι η γνώση

Όταν είμαστε μικροί σε ηλικία, σκεφτόμαστε τι θα μπορούσαμε «να γίνουμε όταν μεγαλώσουμε». Άλλες φορές λέμε ζωγράφος, άλλες αστροναύτης και άλλες καταλήγουμε να προτιμάμε το επάγγελμα του μπαμπά ή της μαμάς μιας και τόσο πολύ θέλουμε να τους μοιάσουμε. Μεγαλώνοντας, ίσως βλέπουμε κάποιο συγγενή ή και γνωστό μας που έχει μια δική του επιχείρηση και προσπαθούμε να ξεχωρίσουμε τους τρόπους με τους οποίους τα κατάφερε. Ίσως πάλι να έχουμε και τους γονείς μας, να επιθυμούν και να υποδεικνύουν κάποιο επάγγελμα με προοπτική για το μέλλον. Όμως μιας και δεν είναι όλα για όλους και δε θα μπορούσε να υπάρχει και ισορροπία αλλιώς, συχνά καταλήγουμε να ψάχνουμε τα δικά μας βήματα.

Ο καθένας μας, έχει την κλίση του σε κάτι. Έχει κάποια όνειρα και φιλοδοξίες. Όμως κανένα όνειρο δεν έγινε πραγματικότητα βρίσκοντάς μας στο κρεβάτι. Ή μάλλον, ίσως και να μας πέτυχε εκεί. Ξύπνιους όμως, να οραματιζόμαστε όσα τόσο θέλουμε να πετύχουμε και να ξαγρυπνάμε για αυτό βράδια ατελείωτα. Θέλει δουλειά ασταμάτητη μέχρι να γίνει το άπιαστο εφικτό. Όμως, όταν πραγματικά επιθυμούμε την επιτυχία, δε γίνεται να μην αποκτήσουμε μεγαλύτερη δύναμη μέσα από τις προσπάθειές μας να φτάσουμε σε αυτή. Οι προσπάθειες λοιπόν, όσες και αν είναι, πολλαπλασιάζονται.

Όταν παλεύουμε ώστε επαγγελματικά να κατακτήσουμε κάποιο στόχο, ίσως διαθέτουμε και χρήματα ως εφόδια -αφού είναι κι αυτά απαραίτητα- ώστε να μας βοηθήσουν να φτάσουμε εκεί που θέλουμε. Κάποιες φορές ίσως να μας ανοίξουν και πόρτες προς την κατεύθυνση που έχουμε επιλέξει. Σπάνια όμως είναι αρκετά για να μας οδηγήσουν με μία κίνηση εκεί ακριβώς που θέλουμε. Πρέπει να κάνουμε κάποιες επιλογές. Άραγε έχουμε σκεφτεί τι πραγματικά και πρωταρχικά μας λείπει;

Φίλτατοι, το main theme εδώ δεν είναι οικονομικό. Αλλού εντοπίζονται οι ελλείψεις. Από μόνα τους τα χρήματα δεν έχουν χρησιμότητα. Σαν να πάρεις ένα τσουβάλι χαρτονομίσματα και να το δώσεις σε ένα μικρό παιδί. Είτε θα του φανούν άχρηστα είτε θα χαρεί πολύ με τα χαρτάκια που βαστάει στα χέρια του και θα αρχίσει να φτιάχνει τις πιο καλές σαΐτες. Και αυτό γιατί σε εκείνο λείπουν τα παιχνίδια, αυτά θέλει και ζητάει. Κάλλιο να πάρεις λοιπόν το τσουβάλι και να του αγοράσεις μερικά, παρά να του το δώσεις ατόφιο. Ποιο χρήσιμη θα του φανεί η επένδυση. Και ποια επένδυση μπορεί να φανεί χρήσιμη σε εμάς τώρα που μιλάμε για τη ζωή μας όλη;

Η μητέρα γνώση! Με τη γνώση μπορούν οι στόχοι μας να πάρουν σάρκα και οστά. Μας κάνει καλύτερους. Αυτή είναι η απάντηση σε κάθε επιχειρηματική προσέγγιση. Πρώτα κάνεις μια καλή επένδυση σε εσένα και ύστερα σε μια δουλειά. Θα έλεγε βέβαια κανείς πως δε φτάνει από μόνη της για κάποιο αντικείμενο, μάλιστα ακόμη κι αν μπορείς να εκπαιδεύεσαι διαρκώς, αυτό ποτέ δε θα σε κάνει παντογνώστη. Ακόμα και ο Σωκράτης, ολόκληρος φιλόσοφος, αμφισβητούσε τον ίδιο του τον εαυτό τη στιγμή που για όλους τους άλλους θεωρούταν ο πιο σοφός άνθρωπος! «Εν οίδα, ότι ουδέν οίδα» που πάει να πει «ένα ξέρω, πως δε γνωρίζω τίποτα». Αυτό μας έχει μείνει από εκείνον.

Μια πολύπλευρη, πολύμορφη μα συνάμα και πιο εξειδικευμένη γνώση μας χρειάζεται. Πρώτα εκείνη που θα σε βοηθήσει να ανακαλύψεις την αυθεντικότητα του χαρακτήρα σου, τους τρόπους συμπεριφοράς και παιδείας σου ως κοινωνικό ον και ύστερα προχωράς και στον επαγγελματικό τομέα. Όπως και η ζωή, έτσι και η επαγγελματική επιτυχία είναι ένας δρόμος ανηφορικός. Για άλλους εύκολος και για άλλους κομματάκι δύσκολος. Κουράζονται και μόνο στην ιδέα. Κοίτα όμως το μπροστά σου βήμα. Αυτό το ένα, το μικρό, άλλωστε η αρχή είναι το ήμισυ του παντός δε λένε; Έτσι δε σκέφτεσαι σε πιο σημείο είσαι, σκέφτεσαι απλώς πως συνεχίζεις. Μα αν σηκώσεις τα μάτια σου ψηλά και ψάξεις να εντοπίσεις στο βάθος τον πιθανό τερματισμό σου, θα φανεί μακρινό το ταξίδι ως εκεί.

Η πρώτη επένδυση σε ένα επαγγελματικό βήμα είναι η θέληση για εξέλιξη κυρίως του εαυτού μας. Όσα περισσότερα μαθαίνουμε, τόσο πιο μπροστά προχωράμε και δε γινόμαστε, εύκολα τουλάχιστον, ευάλωτοι. Μαθαίνουμε να έχουμε υπομονή και αντιλαμβανόμαστε πως αν κάθε μέρα μαθαίνουμε και κάτι νέο, αυτό θα μας δίνει δύναμη και σιγουριά για τον εαυτό μας αλλά και για τις επιλογές μας. Διότι το να εξελιχθείς είναι από μόνο του ένα ρίσκο! Εσύ, θα το πάρεις;

Ο Μισέλ Ονφρέ αναλύει τον Νίτσε: Βιώνοντας μιαν ανώτερη δύναμη

Τι σημαίνει αυτός ο τελευταίος ισχυρισμός: «Η “ανώτερη” δύναμη της φύσης, αφού με κακομεταχειρίστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια αυτού του δήθεν καλοκαιριού, με κρατά ακόμα γερά σ’ αυτό το υψόμετρο»; Ποια είναι αυτή η ανώτερη δύναμη; Πώς επιδρά ώστε να καταφέρνει να κρατά κάποιον στο ίδιο μέρος, εκεί που βρίσκεται, και μάλιστα εκεί όπου η δύναμη αυτή ασκεί τον μαγνητισμό της;

Το παζλ αρχίζει να παίρνει μορφή: το άρρωστο κορμί ενός γιου με πατέρα που έπασχε από κάποια ασθένεια στον εγκέφαλο· το κορμί ενός αρρώστου με σύφιλη· ίσως και το άρρωστο κορμί ενός πατέρα ενδεχομένως συφιλιδικού· ένα κορμί άρρωστο από τις θεραπείες· αλλά επίσης και πάνω απ’ όλα, το κορμί ενός σαμάνου που λειτουργεί σαν σεισμογράφος για καθετί που συμβαίνει: όλα αυτά θα φέρουν στην επιφάνεια τις ιδέες και τις διαισθήσεις του φιλοσόφου, τις σκέψεις και τις έννοιές του, τα πρόσωπα και τις εικόνες του. Ιδού η αρχέγονη λάσπη από την οποία θα γεννηθεί η νιτσεϊκή ζωή.

Κάθε μετεωρολογική συνθήκη προβάλλεται στο κλίμα του ίδιου του κορμιού του, άρα και της ψυχής του. Και το κλίμα του Σιλς-Μαρία* είναι ιδιαίτερο. Κι ας περνά εκεί ο Νίτσε μόνο τα καλοκαίρια του, μόλις είδαμε πως το χιόνι και ο παγετός, το κρύο και η βροχή, οι πλημμύρες και τα βαριά σύννεφα επιβαρύνουν τη φυσιολογία του, ακόμα και τη συγκεκριμένη εποχή. Το Σιλς δεν είναι ένα ακίνητο και γαλήνιο τοπίο, μα ένας στρόβιλος, μια δίνη που σφυρηλατεί το ατσάλι των εννοιών.

Το υψόμετρο στο οποίο βρίσκεται ο Νίτσε αποδεικνύεται μια υπαρξιακή συνθήκη, ένα είδος φιλοσοφικής παρουσίας στον κόσμο. Και εκείνος, ως υπερευαίσθητος αισθητήρας, ανταποκρίνεται στις παραμικρές μεταβολές της θερμοκρασίας, της υγρασίας και της ηλιοφάνειας της περιοχής.

Μα πέρα από το κλίμα, ο φιλόσοφος εξελίσσεται ψυχή τε και σώματι μέσα σε μια φύση για την οποία πρέπει να μιλήσει κανείς... Μιας και το Σιλς βρίσκεται στους πρόποδες ενός βουνού σαν αυτό από το οποίο κατεβαίνει μια μέρα ο Ζαρατούστρα για να κηρύξει τον υπεράνθρωπο. Το βουνό παίζει με τον ήλιο, δηλαδή με το φως: το σταματά ή το αντανακλά, το διαθλά και το περιθλά, το συγκρατεί και το φιλτράρει. Το ίδιο κάνει και με τον άνεμο ή τη βροχή, τον υετό, που συνδιαλλάσσονται μαζί του. Τα πάντα ξεδιπλώνονται και απλώνονται στον αέρα σε σχέση μ’ αυτούς τους ορεινούς όγκους.

Στο Σιλς είναι που του έρχεται η ιδέα της αιώνιας επιστροφής. Ο Νίτσε περιγράφει αυτήν την αποκάλυψη στο Ίδε ο άνθρωπος, και συγκεκριμένα σε ένα κεφάλαιο όπου εξηγεί τη γενεαλογία του Τάδε έφη Ζαρατούστρα: «Θα διηγηθώ τώρα την ιστορία του Ζαρατούστρα. Η βασική σύλληψη του έργου αυτού, η ιδέα της αιώνιας επιστροφής, αυτή η ανώτατη διατύπωση της κατάφασης, χρονολογείται από τον Αύγουστο του 1881: γράφτηκε σ’ ένα φύλλο χαρτιού με την υποσημείωση “6.000 πόδια πέρα από τον άνθρωπο και τον χρόνο”. Τη μέρα εκείνη περπατούσα μέσα στο δάσος που βρίσκεται στις όχθες της λίμνης Σιλβαπλάνα· σ’ έναν πελώριο βράχο που έμοιαζε με πυραμίδα σταμάτησα, όχι μακριά από το Σούρλεϊ. Τότε μου ήρθε αυτή η ιδέα.» (Ίδε ο Άνθρωπος, «Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα», §1)3.

Συνθέτει το παρακάτω ποίημα:

ΣΙΛΣ ΜΑΡΙΑ
Εδώ καθόμουν και περίμενα - δίχως να περιμένω τίποτα
Πέρα απ’ το καλό και το κακό, απολαμβάνοντας
Άλλοτε το φως, άλλοτε τις σκιές, όλα ένα παιχνίδι
Όλα λίμνη, όλα μεσημέρι, όλα χρόνος δίχως σκοπό.
Όταν ξαφνικά, φίλη μου, το ένα έγινε δυο –
Κι ο Ζαρατούστρα πέρασε από μπροστά μου.4

Ο Νίτσε κάνει λόγο για τοκετό· άρα προϋποθέτει κάποια εγκυμοσύνη. Γνωρίζουμε πως στο Σιλς διαβάζει και κρατά σημειώσεις στα Μαθήματα της Φιλοσοφίας του Όιγκεν Ντύρινγκ, που εκδόθηκαν το 1878. Το βιβλίο έχει διαβαστεί ξανά και ξανά, όπως φαίνεται από τις σημειώσεις στο βιβλίο που του ανήκε. Στη σελίδα 84 του βιβλίου, ο Ντύρινγκ αντικρούει τη θεωρία της αιώνιας επιστροφής στηριζόμενος στις φυσικές επιστήμες· ο Νίτσε υπογραμμίζει και σημειώνει. Δε θα πει τίποτα γι’ αυτήν την κριτική ανάγνωση.

Στο βιβλίο της Ο Νίτσε μέσα από τα έργα του, η Λου Σαλομέ, η οποία υπήρξε επιστήθιά του, καταδεικνύει τη σύμφυση μεταξύ της ζωής και της σκέψης του. Όσον αφορά το ζήτημα της αιώνιας επιστροφής, υποστηρίζει: «Σκόπευε να μιλήσει γι’ αυτήν ανάλογα με το κατά πόσο θα επαληθευόταν επιστημονικά. Είχαμε ανταλλάξει μια σειρά επιστολών πάνω σε αυτό το θέμα, και προέκυπτε πάντα από τα λεγόμενά του ότι πίστευε πως μέσα από τη μελέτη της φυσικής επιστήμης και της δομής του ατόμου θα έβρισκε την ακλόνητη βάση για τη θεωρία του, κάτι για το οποίο έσφαλλε. Τότε ήταν που αποφάσισε να σπουδάσει για δέκα χρόνια φυσικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης ή του Παρισιού. Μόνο μετά από αυτήν την περίοδο σιωπής, και στην περίπτωση επιτυχίας -την οποία περίμενε εναγωνίως- λογάριαζε να επιστρέψει ανάμεσα στους ανθρώπους για να κηρύξει το ευαγγέλιο της αιώνιας επιστροφής.»I Η επιστήμη τελικά αποδεικνύεται αδιέξοδο· η Λου Σαλομέ υποστηρίζει πως τότε έγινε μυστικιστής - αυτή είναι όλη κι όλη η τοποθέτησή της· εγώ από την πλευρά μου πιστεύω πως έγινε ο φιλόσοφος-καλλιτέχνης που εξήγγελλε τη δεκαετία του 1870. Καθόλου μυστικιστής μα εξόχως ποιητικός.

Και πράγματι ο ίδιος παρουσιάζει μια εκδοχή αυτής της αποκάλυψης, που εγώ θα τη χαρακτήριζα ρομαντική, που έχει να κάνει με την έμπνευση του καλλιτέχνη. Γράφει: «Σ’ αυτό το τέλος του 19ου αιώνα υπάρχει κανείς που να έχει σαφή ιδέα αυτού που ονόμαζαν έμπνευση οι ποιητές των δυνατών εποχών; Αν όχι, θα την περιγράψω εγώ. - Αν έχει κανείς μέσα του έστω και το ελάχιστο κατάλοιπο δεισιδαιμονίας, δύσκολα μπορεί να απορρίψει την ιδέα ότι δεν είναι απλή ενσάρκωση, απλό φερέφωνο, απλό μέσο πανίσχυρων δυνάμεων. Η έννοια της αποκάλυψης -με την έννοια ότι ξαφνικά, με απερίγραπτη σιγουριά και λεπτότητα, κάτι γίνεται ορατό, ακουστό, κάτι που μας συγκλονίζει εκ βάθρων και μας αναποδογυρίζει- αυτή μόνο περιγράφει τα γεγονότα. Τότε ακούει κανείς, δεν ψάχνει· παίρνει, δεν ρωτάει ποιος δίνει· σαν αστραπή, μια σκέψη λάμπει, με αναγκαιότητα, χωρίς δισταγμό ως προς τη μορφή της - ποτέ δεν είχα να διαλέξω. Είναι μια έκσταση που η φοβερή της ένταση ξαλαφρώνει καμιά φορά μ’ έναν χείμαρρο δακρύων, όπου το βήμα γίνεται, ασύνειδα, άλλοτε πιο γρήγορο άλλοτε πιο αργό· βρίσκεται κανείς έξω από τον εαυτό του, νιώθει αναρίθμητα λεπτά ρίγη και το δέρμα του να τρέμει ως τις άκρες των δακτύλων του· είναι μια βαθιά ευτυχία μέσα στην οποία ακόμη και το πιο οδυνηρό και σκοτεινό δε φαίνεται να είναι αντίθετο, αλλά μάλλον εξαρτημένο, κάτι που έχει προκληθεί, ένα απαραίτητο χρώμα μέσα σε τούτη την υπεραφθονία φωτός· είναι ένα ένστικτο για ρυθμικές σχέσεις, που επικαλύπτει ευρείς χώρους μορφών - το μήκος, η ανάγκη για έναν ευρύ ρυθμό, είναι σχεδόν το μέτρο για τη δύναμη της έμπνευσης, ένα είδος ισοφάρισης της πίεσης και της έντασης που προκαλεί αυτή... Όλα αυτά γίνονται άθελα στον ανώτατο βαθμό αλλά και σαν μια θύελλα ενός συναισθήματος ελευθερίας, απολυτότητας, δύναμης, θεϊκότητας... Το πιο αξιοσημείωτο είναι ο αθέλητος χαρακτήρας της εικόνας, της μεταφοράς: δεν μπορεί πια να καταλάβει κανείς τι είναι η εικόνα και τι η μεταφορά: το καθετί παρουσιάζεται σαν η πιο κοντινή, η πιο προφανής, η πιο απλή έκφραση. Θα έλεγε κανείς, για να θυμίσω τα λόγια του Ζαρατούστρα, πως τα πράγματα έρχονται και προσφέρονται μόνα τους για να χρησιμέψουν σαν μεταφορές. Αυτή είναι η εμπειρία μου για την έμπνευση· δεν αμφιβάλλω καθόλου πως πρέπει κανείς να γυρίσει χιλιάδες χρόνια πίσω για να βρει κάποιον που θα μπορούσε να πει “είναι και δική μου εμπειρία”.»5

Αυτό το απόσπασμα του Ίδε ο άνθρωπος («Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα», §3), χωρίς να του φαίνεται, κόβει την ιστορία της φιλοσοφίας στα δύο: στο πριν και στο μετά από αυτόν. Μέχρι τον Νίτσε, οι φιλόσοφοι διατηρούν στενή σχέση με το θείο, το ιερό, το θεολογικό στοιχείο, που με την πένα τους έγιναν η τέλεια σφαίρα, ο κόσμος των ιδεών, το σύμπαν των απόλυτων ουσιών, το πεδίο του σκεπτόμενου όντος, ο λόγος περί υπερβατικότητας6, ο χώρος του νοουμένου7, το ξέφωτο του Είναι8.

Σ’ αυτήν την τάξη ιδεών, ο φιλόσοφος είναι ένας άνθρωπος που χαρακτηρίζεται περισσότερο από καθαρή διανόηση παρά από έμπνευση. Ο Καρτέσιος, που ενώ στο Olympica ομολογεί πως οι σκέψεις του πηγάζουν από τρία όνειρα, δεν αναφέρει τίποτα σχετικά με αυτό στον Λόγο περί της Μεθόδου, αντιθέτως αφήνει να εννοηθεί πως το σύστημά του αποτελεί προϊόν αποκλειστικά και μόνο της λογικής.

Τις περισσότερες φορές στη δυτική ζωγραφική ο φιλόσοφος απεικονίζεται καθισμένος στο γραφείο του, περιχαρακωμένος από τον κόσμο με τη βιβλιοθήκη του, να γράφει, με ένα σωρό ανοιχτά βιβλία ολόγυρά του. Διαβάζει, και το έργο του προκύπτει από τη συνεχή μελέτη των ιερών κειμένων μαζί με τον σχολιασμό τους. Ο φιλόσοφος σχολιάζει τα σχόλια των σχολίων μα δε βλέπει τον κόσμο. Ακόμα και ο Μονταίνιος, που εισάγει ένα ρεύμα ριζοσπαστικής ρήξης με αυτήν τη λογική, υπαγορεύει τα Δοκίμιά του σε έναν πύργο στον επάνω όροφο της βιβλιοθήκης του, που διαθέτει αναρίθμητα συγγράμματα, ξεδιαλέγοντας αρχαία κείμενα πάνω στα οποία αυτοσχεδιάζει με θαυμαστό τρόπο.

Στο Λυκόφως των ειδώλων, ο Νίτσε σχολιάζει αυτήν την περιβόητη ρήση του Φλωμπέρ: «Να σκεφτεί και να γράψει κανείς, μπορεί μόνο καθιστός», ως εξής: «Εδώ σ’ έπιασα, μηδενιστή! Το να στρογγυλοκάθεσαι, να το μεγαλύτερο αμάρτημα απέναντι στο πνεύμα! Μόνο οι σκέψεις που κάνει κανείς ενώ περπατά έχουν κάποια αξία» (Ρητά και Αιχμές, §34). Αυτό ήταν πιθανότατα κάτι που σκέφτηκε ενώ περπατούσε...

Συγκρατώ επίσης και την ιδέα του Νίτσε πως ο ίδιος είναι κάτι σαν απλό μέσο: η εμπειρία του γίνεται θεωρία του, η σκέψη του προέρχεται από αισθήσεις, συναισθήματα και εμπειρικά ερεθίσματα. Προτείνει έναν λόγο περί της μεθόδου, ο οποίος παραμερίζει τη λογική και τη μελέτη που προηγούνται του στοχασμού, προς όφελος μιας παγανιστικής έκστασης: έμπνευση, ενσάρκωση, φερέφωνο και απλό μέσο πανίσχυρων δυνάμεων, αποκάλυψη, έκσταση, αναποδογύρισμα, λάμψη, το να βρίσκεται κανείς έξω από τον εαυτό του, υπεραφθονία φωτός, θύελλα συναισθημάτων, πίεση και ένταση: το λεξιλόγιο είναι θρησκευτικό, παρότι χωρίς Θεό. Ο Νίτσε χρησιμοποιεί μέχρι και τη λέξη «θεϊκότητα»...

Από τον πρόλογο της Χαρούμενης Επιστήμης, δηλαδή το 1882, ο Νίτσε διατυπώνει μιαν αλήθεια που ο θεσμός της φιλοσοφίας ακόμα δεν καταφέρνει να καταπιεί και να χωνέψει. Για τον Νίτσε, κάθε φιλοσοφία αποτελεί την αυτοβιογραφική εξομολόγηση ενός σώματος. Όμως, στα μάτια ενός υπαλλήλου του χώρου, ενός πανεπιστημιακού, ενός καθηγητή, ενός ερευνητή που πληρώνεται από τους φορολογούμενους περισσότερο για να ψάχνει παρά για να βρίσκει, η αλήθεια αυτή ρίχνει άπλετο και αμείλικτο φως στον καθιστικό βίο του χαρτογιακά, εξοστρακίζοντάς τους μακριά από την επιστήμη. Πώς λοιπόν θα μπορούσαν να συνταχθούν με μια τέτοια τοποθέτηση;

Δεν είναι λοιπόν να απορεί κανείς που αυτό το ταξίδι στο Σιλς-Μαρία δεν το έκαναν οι Γάλλοι νιτσεϊστές, βλέπε Ζωρζ Μπατάιγ και Πιερ Κλοσοφσκί, Μισέλ Φουκώ και Ζιλ Ντελέζ, Ζακ Ντεριντά ή ακόμα κι ο Μωρίς ντε Γκαντιγιάκ που μετέφρασε τον Ζαρατούστρα... Αυτοί οι άνθρωποι του γραπτού και του θεσμού, δεν έδειξαν το παραμικρό ενδιαφέρον για τη ζωή του Νίτσε ως υπαρξιακή εμπειρία, που αποδεικνύεται άρρηκτα συνδεδεμένη με τη σκέψη του - εκείνοι είναι περισσότερο έδρα και πνεύμα παρά σάρκα και αίμα.

Πού να φανταστούν πως περισσότερα μαθαίνει κανείς για τον Νίτσε ακολουθώντας τα βήματά του στο Άνω Ενγκαντίν, παρά με το να ψαχουλεύει, όπως προτίμησαν εκείνοι, στον σκουπιδοτενεκέ των δήθεν μεταθανάτιων αποσπασμάτων του - πολλά από τα οποία είναι απλώς σημειώσεις ανάγνωσης ή ακόμη και παραποιήσεις από το χέρι της αδερφής του, αντισημίτισσας και οπαδού των ευρωπαϊκών φασισμών και του εθνικοσοσιαλισμού. Μα το να κινείς προς αναζήτηση των βιογραφικών συνθηκών κάτω από τις οποίες παράγονται οι έννοιες ενός στοχαστή είναι ένα νιτσεϊκό μάθημα επαναστατικό και κεφαλαιώδες.
-----------------------
*Το Σιλς-Μαρία είναι ο γενέθλιος τόπος του Ζαρατούστρα. Μες στον αχό των χιονοστιβάδων γεννιέται ο νιτσεϊκός υπεράνθρωπος. Ακολουθώντας τα βήματα του Νίτσε στα μαγευτικά τοπία των Άλπεων, ο Μισέλ Ονφρέ ανακαλύπτει μες στη φύση τις πηγές της όψιμης νιτσεϊκής σκέψης. Και αντίθετα προς τις όποιες φασιστικές και σταλινικές αναγνώσεις, παραμερίζοντας όλες τις ταμπέλες που έχουν αποδοθεί στον μεγάλο φιλόσοφο, ο συγγραφέας δείχνει αυτό που πραγματικά είναι ο υπεράνθρωπος: αυτός που γνωρίζει το πραγματικό και το αγαπά, αυτός που λέει ναι στη ζωή, σ’ ολόκληρη τη ζωή∙ με άλλα λόγια, ο στωικός σοφός, εγκλιματισμένος στους μεταχριστιανικούς, μηδενιστικούς καιρούς μας.

Πώς να μάθουμε στα παιδιά μας να διαφωνούν μεταξύ τους με υγιείς τρόπους

Στην εποχή της τηλεκπαίδευσης και της κοινωνικής απόστασης, τα παιδιά χάνουν την ευκαιρία να αναπτύξουν σημαντικές διαπροσωπικές δεξιότητες. Αυτή η αλλαγή που επέφερε η πανδημία σημαίνει ότι δεν έχουν την ευκαιρία να εξασκήσουν τις ικανότητες επίλυσης προβλημάτων, την επικοινωνία και άλλα είδη κοινωνικο- συναισθηματικής μάθησης.

Μια επίσης εξαιρετικά σημαντική δεξιότητα που χρειάζεται εξάσκηση και εκμάθηση είναι η τέχνη της διαφωνίας. Όταν τα παιδιά μαθαίνουν να διαφωνούν χωρίς να καταφεύγουν σε μία έκρηξη ή σε υστερικά κλάματα, αναπτύσσουν πολύτιμες δεξιότητες για την ανάπτυξη φιλιών που δεν καταρρέουν και για τη συμμετοχή τους σε ομάδες συνομηλίκων.

Είναι επίσης ιδιαίτερα χρήσιμο να μάθουν πώς να ακούνε ήρεμα με σεβασμό και στη συνέχεια να σκαρφίζονται λύσεις που λαμβάνουν υπόψη τους όλες τις πλευρές Αυτό χρειάζεται υπομονή, επιμονή και εξάσκηση. Έτσι, όταν γίνουν ενήλικες, θα μπορούν να συζητούν τις διαφορετικές και αντικρουόμενες απόψεις και προτιμήσεις χωρίς βία και υποτίμηση. Πώς όμως μπορούμε να μάθουμε στα παιδιά να διαφωνούν με υγιείς και εποικοδομητικούς τρόπους;

Πώς να μάθουμε στα παιδιά μας να διαφωνούν μεταξύ τους με υγιείς τρόπους
Ξεκινάμε νωρίς

Η εκμάθηση της τέχνης της διαφωνίας είναι μια μακροχρόνια διαδικασία που ξεκινά με βασικές θεμελιώδεις δεξιότητες όπως η ενσυναίσθηση και η επικοινωνία. Μην το σκέφτεστε ως ένα και μοναδικό μάθημα, αλλά περισσότερο ως μια σειρά συζητήσεων και εμπειριών.

Από μικρή ηλικία, διδάσκουμε τα παιδιά να μοιράζονται, να είναι ευγενικά και να έχουν ευγενή άμιλλα. Αυτά είναι σπουδαία οικοδομικά υλικά για την ανάπτυξη καλής επικοινωνίας και υγιών αλληλεπιδράσεων.

Μιλάμε για συναισθήματα και καλλιεργούμε ενσυναίσθηση

Μπορούμε να βοηθήσουμε τα παιδιά να καταλάβουν τα συναισθήματά τους σε μια περίπτωση διαμάχης. Για παράδειγμα, νιώθουν πληγωμένα, παραγκωνισμένα, συγχυσμένα, αγνοημένα ή παρεξηγημένα; Κάντε τα συναισθήματα λέξεις, γιατί αυτό θα τα βοηθήσει να αντιληφθούν τι συμβαίνει και ποια είναι τελικά η πηγή της κάθε διαφωνίας.

Καθώς τα παιδιά μαθαίνουν να αναγνωρίζουν τα δικά τους συναισθήματα, μπορούν να αρχίσουν να αναγνωρίζουν και των άλλων και έτσι να εμφανιστεί η ενσυναίσθηση. Η ενσυναίσθηση και η συναισθηματική νοημοσύνη είναι δεξιότητες που καλλιεργούμε κάθε μέρα. Ζητήστε από τα παιδιά να μπουν στη θέση του άλλου και στη συνέχεια ρωτήστε πώς ένιωσαν.

Στο πλαίσιο μιας διαφωνίας, η ενσυναίσθηση δεν σημαίνει ότι πρέπει το παιδί να μάθει να οπισθοχωρεί, αλλά βοηθά στο να διαχειριστούν αυτό που έρχεται από την άλλη πλευρά με σεβασμό.
Χτίζουμε την δεξιότητα της ακρόασης

Ένα μεγάλο ποσοστό διαφωνιών ξεκινά από την παρανόηση και την παρεξήγηση. Υπενθυμίστε στα παιδιά τι εστί καλός ακροατής, όπως τη βλεμματική επαφή που μπορούν να έχουν, την επανάληψη μιας φράσης ώστε να την κατανοήσουν πλήρως και την μη διακοπή του άλλου.

Τα podcasts και τα audiobooks (ακουστικά βιβλία) προσφέρουν έναν εναλλακτικό τρόπο ανάπτυξης των δεξιοτήτων της ακρόασης. Βέβαια, το καλύτερο εργαλείο είναι η μίμηση. Συνεπώς, οι γονείς χρειάζεται να αποτελούν πρότυπο για τα παιδιά τους και να έχουν βαθιά οπτική επαφή μαζί τους, να επικυρώνουν τα συναισθήματα και τα λεγόμενα του παιδιού τους, να δείχνουν ενδιαφέρον σε αυτά που λέει και να μην το επικρίνουν.

Ολιστικός τρόπος ζωής: Ο δρόμος προς την ευτυχία

Στον Ολιστικό Τρόπο Ζωής το σώμα, ο νους και το πνεύμα βρίσκονται σε αρμονία και ισορροπία. Αυτό επιτυγχάνεται συνειδητοποιώντας καταρχήν πως ο ολιστικός τρόπος ζωής είναι ο δρόμος για την ολιστική και βαθιά θεραπεία που δεν θεραπεύει το σύμπτωμα, επικεντρώνεται στην πηγή, στην αιτία. Η λέξη κλειδί είναι: ο Τρόπος Ζωής.

Δεν είναι κάτι λοιπόν που συμβαίνει κάποιες φορές και κάποιες περιόδους της ζωής μας. Είναι ένας τρόπος που έχουμε επιλέξει να ζούμε τη ζωή μας.
Μία πρακτική ζωής που μαθαίνουμε σιγά σιγά, σταδιακά.

Τι μπορούμε να κάνουμε για το σώμα μας:

Ξεκινάμε να το αποδεχόμαστε και να το αγαπάμε. Αποκτάμε σταδιακά μία ακόμα καλύτερη και πιο ουσιαστική σχέση μαζί του. Μαθαίνουμε να το ακούμε.

Μία ολιστική πρακτική άσκησης, όπως είναι η γιόγκα, η τοξοβολία, βοηθάει πολύ σε αυτό.

Επιλέγουμε συνειδητά τις τροφές που βάζουμε μέσα στο σώμα μας και στρεφόμαστε σε μία καθαρή διατροφή, προσαρμοσμένη στις ανάγκες μας έτσι ώστε να νιώθουμε δυνατοί και υγιείς.

Καλλιεργούμε μία αίσθηση ευγνωμοσύνης για όλα αυτά που το σώμα μας, απλόχερα μας προσφέρει, κάθε μέρα.

Τι μπορούμε να κάνουμε για το νου μας:

Να χρησιμοποιήσουμε τεχνικές μείωσης του άγχους και των αρνητικών σκέψεων από τον οργανισμό μας. Μαθαίνουμε να ζούμε στη στιγμή, στο παρόν. Και έτσι σταδιακά και πάλι, ζούμε τη στιγμή γεμίζοντας την με χαρά και όλα αυτά τα θετικά συναισθήματα που εμείς επιλέγουμε.

Οι διάφορες πρακτικές διαλογισμού προσφέρουν στο νου μας ηρεμία και διαύγεια έτσι ώστε να συνειδητοποιήσουμε πως μπορούμε να ζούμε ακόμα καλύτερα και τί αλλαγές επιλέγουμε να κάνουμε.

Επιλέγουμε να κρατήσουμε στη ζωή μας σχέσεις που μας προσφέρουν ισορροπία και υπάρχει ένας αμοιβαίος σεβασμός και κατανόηση. Μερικές φορές θα χρειαστεί να βάλουμε όρια έτσι ώστε να δημιουργήσουμε σχέσεις που μας προσφέρουν μία βαθιά ησυχία στο νου και τελικά στη ζωή μας.

Κρατάμε κλειστή την πόρτα στο τοξικό και πετάμε το κλειδί μακριά!

Τι μπορούμε να κάνουμε για το πνεύμα μας:

Να έρθουμε σε επαφή με τη φύση και να προσφέρουμε πίσω σε αυτήν με όποιον τρόπο μπορούμε. 

Να επενδύουμε στην προσωπική μας εξέλιξη και αυτοβελτίωση. Ας αφήσουμε τις δικαιολογίες που πάντα θα υπάρχουν παραδίπλα για να μας κρατάνε σε αδράνεια. Ας περάσουμε στη δράση.

Να επιλέγουμε να ζούμε με σεβασμό απέναντι στη ζωή μας, στον εαυτό μας και στους άλλους γύρω μας.

Να εντάξουμε στη ζωή μας βιβλία που βοηθούν το πνεύμα μας να αναπτυχθεί, το τροφοδοτούν.

Να εμπιστευόμαστε την εσωτερική μας διαίσθηση. Κουβαλάει μέσα της μεγάλη σοφία!

Και τέλος, να παραμένουμε ευγνώμονες για την κάθε στιγμή που μας χαρίζετε ως δώρο.

Αυτό είναι το μαγικό τρίπτυχο του Ολιστικού Τρόπου Ζωής!

Ο αληθής και ψευδής εαυτός: Δύο δυνάμεις που διαμορφώνουν τον ψυχικό μας κόσμο

Ο Donald Winnicott ήταν ένα διάσημος ψυχίατρος, ψυχαναλυτής και Άγγλος παιδίατρος που ανέπτυξε μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση για την ανθρώπινη προσωπικότητα. Λόγω της εκπαίδευσής του ως παιδίατρος, εστίασε τις σκέψεις και τις θεωρίες του στα παιδιά. Και συγκεκριμένα στη σχέση ανάμεσα στο μωρό και τη μητέρα, και στις επιδράσεις αυτής της σχέσης. Εκτός από αυτό, ανέπτυξε επίσης την ακόμα πιο ενδιαφέρουσα θεωρία του ψευδούς εαυτού.

Εργάστηκε μαζί με την εξίσου διάσημη ψυχαναλύτρια Melanie Klein, και μάλιστα ήταν γιατρός για ένα από τα παιδιά της. Ήταν επίσης πρόεδρος της Βρετανικής Ψυχαναλυτικής Εταιρίας και σπουδαίος στοχαστής του 20ου αιώνα.

«Με τα παιχνίδια, και μόνο με τα παιχνίδια, μπορεί το παιδί ή ο ενήλικας να δημιουργήσει, και να χρησιμοποιήσει το σύνολο της προσωπικότητάς του, και το άτομο ανακαλύπτει τον εαυτό του μόνο όταν γίνεται δημιουργός»

Ο αληθής και ψευδής εαυτός

Μία από τις πιο πρωτότυπες και εξίσου σημαντικές εξηγήσεις για τους λόγους που οι ενήλικες αναπτύσσουμε ψυχικά προβλήματα εδράζεται στα παιδικά μας χρόνια και στο ότι δεν μας επιτράπηκε να είμαστε ο εαυτός μας· δηλαδή να είμαστε δύσκολα, επιθετικά, απαιτητικά και απεριόριστα εγωιστικά ως παιδιά.

Σε μια σειρά δημοσιεύσεων που γράφτηκαν και βασισμένος σε παρατηρήσεις των ενήλικων ασθενών, αλλά και των βρεφών, ο Winnicott ανέπτυξε την ιδέα ότι η υγιής ανάπτυξη προϋποθέτει από εμάς να βιώσουμε την απολαυστική πολυτέλεια μιας περιόδου κατά την οποία δεν νοιαζόμαστε καθόλου για τα συναισθήματα και τις απόψεις εκείνων που μας φροντίζουν.

Μπορούμε με απόλυτη έλλειψη ενοχών να είμαστε ο Αληθής Εαυτός μας, επειδή όσοι βρίσκονται γύρω μας προσαρμόζονται εκείνοι εξ ολοκλήρου στις δικές μας ανάγκες και επιθυμίες, όσο άβολες και κουραστικές κι αν είναι αυτές.

Ο αληθής εαυτός του βρέφους, σύμφωνα με τη θεωρία του Winnicott, είναι εκ φύσης αντικοινωνικός και ανήθικος. Δεν ενδιαφέρεται για τα συναισθήματα των άλλων, ακόμα δεν κοινωνικοποιείται. Κλαίει όταν το χρειάζεται – ακόμα κι αν είναι στη μέση της νύχτας ή σε ένα γεμάτο τρένο. Μπορεί να γίνει επιθετικό, να δαγκώσει, θέλει να εκφράζεται ασχέτως συνθηκών.

Μπορεί αυτό το μωρό να είναι πράγματι χαριτωμένο. Για τον Winnicott, ένας υγιής άνθρωπος έχει απολαύσει αυτό το συναισθηματικό προνόμιο.

Σταδιακά, αν τα πράγματα εξελιχθούν καλά, το παιδί αναπτύσσει έναν Ψευδή Εαυτό, μια ικανότητα να συμπεριφέρεται σύμφωνα με τις απαιτήσεις της εξωτερικής πραγματικότητας. Αυτό επιτρέπει στο παιδί να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις του σχολείου, και καθώς μεγαλώνει ως ενήλικας, και στην εργασιακή ζωή.

Όταν μας έχει δοθεί η ευκαιρία να είμαστε ο αληθής εαυτό μας, δεν έχουμε ανάγκη να επαναστατήσουμε και να εμμείνουμε εγωιστικά στις ανάγκες μας. Μπορούμε να ακολουθήσουμε τους κανόνες, επειδή κάποια στιγμή είχαμε την ευκαιρία να τους αγνοήσουμε. Με άλλα λόγια, ο Winnicott δεν ήταν εχθρός του ψευδούς Εαυτού· καταλάβαινε καλά το ρόλο του, απλά επέμενε ότι ανήκε στη σφαίρα της ψυχικής υγείας μόνο όταν είχε προηγηθεί η ανέμελη περίοδος του Αληθούς Εαυτού.

Δυστυχώς, πολλοί από εμάς δεν απήλαυσαν ένα τόσο ιδανικό ξεκίνημα. Ίσως η μητέρα ήταν καταθλιπτική ή ο πατέρας συχνά οργισμένος, μπορεί να υπήρχε ένας αδελφός ή μία αδελφή που να βρισκόταν σε κρίση και να χρειαζόταν την πλήρη προσοχή των γονέων.

Το αποτέλεσμα είναι ότι κάποιοι μάθαμε να συμβιβαζόμαστε πολύ νωρίς· και υπακούσαμε εις βάρος της ικανότητάς μας να νιώσουμε αυθεντικοί. Στις σχέσεις, μπορεί τώρα να είμαστε ευγενικοί και «προγραμματισμένοι» να ευχαριστούμε τις ανάγκες των συντρόφων μας, αλλά χωρίς να μπορούμε αληθινά να αγαπήσουμε. Στην εργασία, μπορεί να λαμβάνουμε όλες τις ευθύνες, αλλά να στερούμαστε δημιουργικότητας και πρωτοτυπίας.

Δεν είμαστε ικανοί να χαρούμε για τις επιτυχίες μας, ούτε να νιώσουμε ότι μας εκτιμούν, ακόμα κι αν οι άλλοι βλέπουν την αξία μας. Κι αυτό γιατί νιώθουμε ότι είναι ο ψευδής εαυτός μας που τα έχει καταφέρει, και αυτός ο εαυτός δεν αξίζει την εκτίμηση κανενός. Αυτό δημιουργεί μια τεράστια εσωτερική σύγκρουση. Ο αληθής εαυτός είναι παγιδευμένος σε ένα συναίσθημα απόγνωσης που ο ίδιος δεν μπορεί να κατανοήσει.

Σε τέτοιες περιπτώσεις, η ψυχοθεραπεία μας προσφέρει μια δεύτερη ευκαιρία. Στα χέρια ενός καλού ψυχοθεραπευτή, μπορούμε να παλινδρομήσουμε σε εκείνο τον καιρό που μπορούσαμε να είμαστε ο Αληθής Εαυτός, στη στιγμή εκείνη που χρειαζόμασταν τόσο πολύ να ακουστούν οι ανάγκες μας. Ο Winnicott μας έδειξε ότι χρειάζεται να έρθουμε σε επαφή με τον αληθή εαυτό μας, να αφήσουμε σε εκείνον να μας υπενθυμίσει τι ήμασταν και τι είμαστε μέσα μας.

Τα μυστικά της Σοφίας: Πώς να γίνετε σοφοί

Ο Σωκράτης κάποτε είπε πως την ανεξερεύνητη ζωή, δεν αξίζει να την ζει κανείς. Το να εξερευνάτε τη ζωή σας σημαίνει να μαθαίνετε καλύτερα τον εαυτό σας και τον κόσμο γύρω σας, και συνεπώς να ωριμάζετε και να γίνεστε σοφότεροι, φτάνοντας σε μεγαλύτερα επίπεδα συνείδησης και εξελίσσοντας την καλύτερη πλευρά του εαυτού σας.

Οι πολύ έξυπνοι άνθρωποι είναι πάντα σε διαρκή αναζήτηση της σοφίας και για αυτούς τίποτα δεν μπορεί να είναι πιο σημαντικό από αυτό. Έχουν ανακαλύψει ότι η ζωή χωρίς την σοφία είναι ανούσια και εντελώς άδεια. Αλλά πώς μπορεί να γίνει κάποιος, σοφός;

Ακολουθούν 5 «μυστικά» που μπορούν να λειτουργήσουν ως οδηγός στο ταξίδι σας προς τη σοφία και μπορούν να αλλάξουν ολοκληρωτικά την κατεύθυνση της ζωής σας, με έναν απίστευτα θετικό τρόπο.

Αμφισβητήστε την παράδοση

Το πρώτο μυστικό για το πώς να γίνετε σοφοί, είναι να αμφισβητήσετε τις πεποιθήσεις που σας έχουν μεταδοθεί από την παράδοσή σας. Κάθε ιδεολογία, είτε θρησκευτική, είτε φιλοσοφική, είτε πολιτική και ούτω καθεξής, που δεν ξεφυτρώνει από την δικιά σας κατανόηση, πρέπει ειλικρινά να αμφισβητηθεί και να μελετηθεί προσεκτικά. Αν δεν γίνει αυτό, οι ιδεολογίες σας, θα σας κρατούν αιχμαλώτους στην τυφλή πίστη και την άγνοια.

Ψάξτε για την γνώση

Αφού αμφισβητήσετε τις πεποιθήσεις σας, ξεκινήστε το ταξίδι προς τη γνώση. Να ψάχνετε να βρείτε, παντού όπου και αν είστε, την γνώση, είτε πρόκειται για βιβλία, είτε ντοκιμαντέρ ή οτιδήποτε άλλο θεωρείτε χρήσιμο. Αλλά πάντα να θυμάστε να κάνετε τις δικές σας έξυπνες σκέψεις και να είστε ανοικτοί στην αλλαγή.

Εφαρμόστε την γνώση σας

Η γνώση γίνεται σοφία μόνο όταν εφαρμοστεί, αλλιώς είναι απλά ένα περιττό φορτίο. Πολλοί άνθρωποι καυχιούνται για τις γνώσεις τους και κάνουν κήρυγμα αλλά δεν κάνουν αυτά που κηρύττουν. Αν θέλετε να είστε ειλικρινείς με τον εαυτό σας και τους άλλους, ψάξτε να ενσαρκώσετε τη γνώση σας και να εκφράσετε τις αξίες σας και τις ιδέες σας με τον τρόπο ζωής σας.

Μάθετε από τα λάθη σας

Μόλις εφαρμόσετε τις γνώσεις σας, είναι πολύ πιθανό να ανακαλύψετε ότι έχετε κάνει λάθη. Έχουμε επηρεαστεί από την κοινωνία να πιστεύουμε ότι το να κάνουμε λάθη είναι κάτι κακό και πρέπει να φυλαγόμαστε από αυτά. Όμως οι πολύ έξυπνοι άνθρωποι έχουν συνειδητοποιήσει ότι να κάνουμε λάθη είναι ακριβώς αυτό που μας βοηθάει να γίνουμε σοφοί, γιατί τα λάθη, μας δείχνουν ποιοι είναι οι λάθος δρόμοι που πρέπει να αποφεύγουμε στη ζωή και ποια κατεύθυνση πρέπει να πάρουμε ώστε να ξεπεράσουμε τα εμπόδια που βρίσκονται στο δρόμο μας.

Αφήστε πίσω σας το παρελθόν

Ασχέτως του πόσα λάθη έχετε κάνει στο παρελθόν και πόσες φορές αποτύχατε, αυτό που υπάρχει στο εδώ και τώρα, είναι το πιο σημαντικό. Κανείς δεν είναι τέλειος και η αποτυχία είναι ένα απαραίτητο κομμάτι της ζωής. Για αυτό να μαθαίνετε από το παρελθόν σας αλλά να μην είστε προσκολλημένοι σε αυτό. Πάντα να κινείστε μπροστά, χωρίς να μετανιώνετε. Το να μάθετε να αφήνετε το παρελθόν πίσω σας, θα σας επιτρέψει να εξελιχτείτε σε κάτι καλύτερο και θα εναρμονιστείτε με καινούργιες καταστάσεις, χωρίς να σας κρατάνε πίσω διανοητικοί και συναισθηματικοί περιορισμοί.

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ - Ουσπένσκυ: Η πάλη με τα αρνητικά συναισθήματα

Όταν ο Ρώσος εσωτεριστής Πήτερ Ουσπένσκυ ανεξαρτητοποιήθηκε από τον δάσκαλο και φίλο του Γκουρτζίεφ, ανέπτυξε την δική του προσέγγιση για την ανάπτυξη του ανθρώπου μέσα από τον Τέταρτο Δρόμο. Με διαλέξεις, βιβλία, δημιουργία ομάδων, συνόψισε την κοσμοθεωρία και την φιλοσοφία του δασκάλου του με τον δικό του τρόπο, επιμένοντας στην πιο πρακτική, εφαρμόσιμη προσέγγιση των βασικών της αρχών. Κεντρικό σημείο στον Τέταρτο Δρόμο ήταν η κατάκτηση της Αυτογνωσίας εντός του κόσμου μέσα από την διαρκή αυτενθύμιση του ανθρώπου. Και ακρογωνιαίος λίθος σε αυτήν την κατάκτηση του γνώθι σαυτόν ήταν η πάλη με τα αρνητικά συναισθήματα, ίσως το μεγαλύτερο εμπόδιο για να αποκτήσει ο άνθρωπος αντίληψη του εαυτού του, του κόσμου και των αρχών του και για να πλησιάσει την ανώτερη σοφία όσο αυτό του είναι δυνατόν. Κάποιες από τις βασικές γραμμές αυτού του αγώνα ενάντια στα αρνητικά συναισθήματα παρουσιάζονται συνοπτικά εδώ.

Τα αρνητικά συναισθήματα προκαλούνται από τις φαντασιώσεις μας

Το σημείο εκκίνησης στις «Ψυχολογικές Διαλέξεις» που έδωσε ο Ουσπένσκι από το 1934 έως το 1940 περίπου, για την αποφυγή των αρνητικών συναισθημάτων είναι πως στην καθημερινή ζωή, σχεδόν οτιδήποτε ‘αισθανόμαστε’ είναι φανταστικό και ότι ακόμα κι όταν δεν είναι άμεσα δυσάρεστο ή ενοχλητικό, είναι πολύ πιθανό να γίνει τέτοιο ανά πάσα στιγμή, στη διάρκεια της μέρας ή σε επόμενο χρόνο.

Σκοπός των προφορικών και γραπτών μαθημάτων του ήταν να υποδείξει κάποιες από τις μεθόδους που βοηθούν ώστε να μειωθούν γρήγορα πολλά από αυτά τα φανταστικά, αρνητικά συναισθήματα. Ο Ουσπένσκι μιλούσε για τις δυνατότητες της σταδιακής ελαχιστοποίησης πολλών από αυτά σε άμεσο χρόνο αλλά και τις πιο σύνθετες δυνατότητες ‘αντικατάστασης’ πολλών από αυτά τα συναισθήματα με πραγματικά και θετικά.

Η κύρια διαπίστωση είναι πως τα αρνητικά συναισθήματα είναι ένα τρομακτικό φαινόμενο ακριβώς γιατί κατέχουν τεράστιο μέρος στη ζωή μας απομυζώντας όλη την ενέργεια και τη δυναμική που έχει ο άνθρωπος όχι μόνο για να ζήσει το παρόν του δημιουργικά και πλήρως αλλά και για να φτιάξει το μέλλον του. Κι ενώ κατέχουν τέτοια έκταση στον ανθρώπινο βίο δεν παίζουν κανένα εποικοδομητικό και χρήσιμο ρόλο στη ζωή μας. Δεν μας βοηθούν στον προσανατολισμό μας, δεν δίνουν κανενός είδους χρήσιμη γνώση και δεν μας καθοδηγούν σε οποιαδήποτε ορθή δράση. Αντιθέτως, καταστρέφουν όλη μας την ευχαρίστηση και όλες τις ανθρώπινες χαρές, μετατρέπουν την ζωή σε ασήκωτο βάρος και μπλοκάρουν κάθε δυνατότητα εξέλιξης αφού τίποτα δεν είναι πιο μηχανικό και αυτοματοποιημένο στην φύση μας από τα αρνητικά συναισθήματα.

Φαντασιώσεις – Οδύνη – Προσκολλήσεις

Βεβαίως ο Ουσπένσκι απηχεί τις κεντρικές ιδέες του φιλόσοφου δασκάλου Γκουρτζίεφ που ήταν πολύ δηκτικός και σαφής για την πλεκτάνη που πλέκει το τρίπτυχο Φαντασιώσεις-Προσκολλήσεις-Οδύνη. Διαβάζουμε: «Η αλήθεια είναι πως θα πρέπει να θυσιάσουν μόνον αυτό που φαντάζονται ότι έχουν και που στην πραγματικότητα δεν διαθέτουν. Θα πρέπει να θυσιάσουν τις φαντασιώσεις τους. Όμως κάτι τέτοιο είναι δύσκολο…. Αυτό που θα πρέπει να θυσιάσουν είναι η οδύνη τους και δεν υπάρχει τίποτα πιο δύσκολο να θυσιαστεί. Ο άνθρωπος προτιμά ν’ απαρνηθεί οποιαδήποτε ευχαρίστηση παρά την οδύνη του. Είναι φτιαγμένος με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι προσκολλημένος στην οδύνη περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο… Όποιος δεν θυσιάσει την οδύνη του, δεν μπορεί να εργαστεί…. Τίποτε δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς την οδύνη αλλά ταυτόχρονα πρέπει να αρχίσουμε θυσιάζοντάς την.»

Η παγίδα της ταύτισης

«Ταύτιση» λέει ο Ουσπένσκι «είναι μια στάση κατά την οποία ο άνθρωπος αφήνεται να απορροφηθεί ολοκληρωτικά από όλα όσα συναντά στη ζωή του και του επιβάλλονται ακαριαία. Η ταύτιση του ανθρώπου με τον εαυτό του είναι η κύρια παγίδα. Η ταύτιση είναι μια πρωτεϊκή και πανίσχυρη κατάσταση και η απελευθέρωσή μας από αυτήν είναι εφικτή μόνο χάρη στη διεργασία που ο Γκουρτζίεφ ονομάζει ‘ενθύμηση του εαυτού’. Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος πρέπει να σταματά να ταυτίζεται και να υποφέρει συναισθηματικά, διανοητικά και σωματικά από ο,τιδήποτε συναντά στη ζωή του και είναι τυχαίο, περιστασιακό και έξω από αυτόν. Πόσες φορές δεν ταραζόμαστε από τις εκδηλώσεις ενός άλλου ακόμα και αν είναι απόλυτα ξένος προς εμάς, από τις σκέψεις μας για το τι σκέφτεται κάποιος άλλος και από τα φανταστικά, ανύπαρκτα και υπερβολικά σενάρια που φτιάχνει το ίδιο μας το μυαλό και αυτομάτως μας τα επιβάλλει. Ο άνθρωπος, υποστηρίζει ο Ουσπένσκι, πρέπει να απαλλαγεί από όλες τις εικόνες που του επιβάλλονται, ακόμα και από εκείνες τις εικόνες που έχει για τον εαυτό του τις οποίες θεωρεί καλές, άξιες και ουσιώδεις γι’ αυτόν. Η μεγαλύτερη ταύτιση και η μεγαλύτερη παγίδα είναι τα καλά στοιχεία με τα οποία δεσμεύουμε την εικόνα μας και τη ζωή μας.

Τα αρνητικά συναισθήματα είναι κάτι αφύσικο

Έτσι λοιπόν, βασικό σημείο υπέρβασης των αρνητικών συναισθημάτων είναι η άρση και η ακύρωση των ψευδαισθήσεων. Μόνον όταν είναι κανείς έτοιμος να εγκαταλείψει τις πιο βαθιές του προσκολλήσεις γίνεται έτοιμος για να δεχτεί. Αυτό σημαίνει διαρκή τριβή ανάμεσα στην συνείδηση και στις αυτόματες εκδηλώσεις της φύσης μας. Για τα αρνητικά συναισθήματα δεν υπάρχει στην ουσία κανένα πραγματικό «κέντρο» στον άνθρωπο που να λειτουργεί για την συσσώρευση ή την επεξεργασία τους – σε αντιστοιχία με τα υπόλοιπα κέντρα της γκουρτζιεφικής φιλοσοφίας. Διευκρινίζει ο Ουσπένσκι στις σημειώσεις από τις «Ψυχολογικές Διαλέξεις» του: «Αυτό που λειτουργεί είναι ένα τεχνητό κέντρο, και αυτό το τεχνητό κέντρο πρέπει να καταστραφεί και να χαθεί. Και θα αισθανθούμε πολύ καλύτερα χωρίς αυτό. Ακόμα και η συνειδητοποίηση ότι είναι δυνατόν να το καταστρέψουμε, είναι πολύ. Αλλά έχουμε τόσες πολλές βεβαιότητες, προκαταλήψεις και ακόμα αξιωματικές αρχές γύρω από αυτό που γίνεται πολύ δύσκολο να απαλλαγούμε από την ψευδή ιδέα που έχουμε ότι τα αρνητικά συναισθήματα είναι αναγκαία και υποχρεωτικά. Όσο σκεφτόμαστε ότι είναι απαραίτητα, αναπόφευκτα και ακόμα χρήσιμα για την αυτοέκφρασή μας και για πολλά άλλα πράγματα- δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Είναι απαραίτητο να διεξάγουμε έναν συγκεκριμένο πνευματικό αγώνα για να διαπιστώσουμε ότι είναι άχρηστα, ότι δεν έχουν καμμιά επωφελή λειτουργία στις ζωές μας και ακόμα ότι παρόλα αυτά όλη μας η ζωή βασίζεται πάνω στα αρνητικά συναισθήματα.

Για να μπεις μέσα σε μια ερωτική σχέση πρέπει να υπάρχει μια κάποια ωριμότητα, μια κάποια ακεραιότητα. Τότε ο έρωτας είναι πραγματικά όμορφος

Δεν είμαι εναντίον του έρωτα, είμαι απολύτως υπέρ του, αλλά για να μπεις μέσα σε μια ερωτική σχέση πρέπει να υπάρχει μια κάποια ωριμότητα, μια κάποια ακεραιότητα. Τότε ο έρωτας είναι πραγματικά όμορφος και σε βοηθάει να ωριμάσεις, αλλιώς γίνεται πολύ σακάτης και σε καταστρέφει εντελώς.

Ο έρωτας καταστρέφει εκατομμύρια ανθρώπους. Στο όνομα του έρωτα καταστρέφονται πολύ περισσότεροι άνθρωποι από ό,τι στον πόλεμο.

Ποτέ δεν το συνειδητοποιούμε αυτό, επειδή δεν αναφέρεται ποτέ στις εφημερίδες, όμως στο όνομα του έρωτα υπάρχει τόση ασχήμια, τόση ζήλια, θυμός και συνεχείς καυγάδες. Ο πόλεμος δεν είναι τίποτα, συγκρινόμενος με τον έρωτα.

Έτσι όμως πρέπει να είναι αυτό, επειδή οι άνθρωποι που μπαίνουν στον έρωτα, δεν τον αξίζουν. Πριν μπεις μέσα στο ιερό του έρωτα, πρέπει να τον αξίζεις. Αυτή η ποιότητα έρχεται μόνο όταν η φλόγα σου είναι κεντραρισμένη κι εσύ έχεις γίνει σιωπηλός.

Αυτό που εννοώ μ’ αυτό είναι πως όταν είσαι ικανός να είσαι απολύτως μόνος σου κι όταν δεν έχεις καμία ανάγκη να μπεις μέσα στον έρωτα, τότε ο έρωτας είναι όμορφος. Όταν δεν υπάρχει ανάγκη ούτε εμμονή, τότε δεν υπάρχει ούτε εξάρτηση, οπότε όταν μπαίνεις μέσα στον έρωτα, θα είναι ένα μοίρασμα. Θέλεις να μοιραστείς, επειδή έχεις τόσα πολλά και θέλεις να μοιραστείς με κάποιον με τον οποίο αισθάνεσαι συντονισμένος.

Αν όμως μπεις μέσα στον έρωτα για να αναζητήσεις ευτυχία, τότε κάνεις λάθος. Τότε ο έρωτας θα σου δώσει μόνο δυστυχία. Αν μπεις μέσα στον έρωτα για να μοιραστείς ευτυχία, τότε ο έρωτας είναι τρομερά όμορφος, η μεγαλύτερη εμπειρία που υπάρχει.

Μπορείς να δεις τη διαφορά; Αν πηγαίνεις για να βρεις ευτυχία, θα βρεις μόνο δυστυχία, επειδή ήσουν ήδη δυστυχισμένος. Ο δυστυχισμένος άνθρωπος που μπαίνει μέσα στον έρωτα, θα μπει σε ακόμη βαθύτερες δυστυχίες – κι ο άλλος βρίσκεται επίσης στην ίδια δυσάρεστη θέση. Ο άλλος ψάχνει επίσης κάποιον που θα του δώσει ευτυχία. Και οι δύο είναι δυστυχισμένοι και συναντιούνται σε αναζήτηση ευτυχίας. Μπορείς να δεις τον παραλογισμό του πράγματος; Η δυστυχία δεν θα διπλασιαστεί απλώς, θα πολλαπλασιαστεί.

Πρώτα λοιπόν γίνε ευτυχισμένος και ευδαιμονικός, ύστερα μπες μέσα στον έρωτα. Ο έρωτας είναι μια λειτουργία της ευδαιμονίας.

Η ευδαιμονία δεν είναι αποτέλεσμα του έρωτα. Αντίθετα, ο έρωτας είναι αποτέλεσμα της ευδαιμονίας.

Πρώτα λοιπόν γίνε έτοιμος, άξιος και γεμάτος ευδαιμονία κι ύστερα προχώρα.

Ο Ήλιος στο χειμερινό ηλιοστάσιο και μια συμβουλή του Ησίοδου στον αδελφό του

«Ακινητοποιήσου, ήλιε», θα μπορούσε να πει κάποιος/α τη Δευτέρα (21/12) στις 12:02 ώρα Ελλάδας, το μεσημέρι, και να ζητήσει από τους φίλους του να δουν ότι η θέση που θα ανατείλει ο Ήλιος την επόμενη ημέρα θα σταματήσει να μετατοπίζεται προς το Νότο, όπως συνέβαινε μέχρι τότε. Όσοι έχουν την ευκαιρία να έχουν οπτικό πεδίο προς την Ανατολή και παρατηρούν κάθε ημέρα τη θέση ανατολής του Ηλίου, θα έχουν την τύχη να χαρούν την επενέργεια της φράσης προς τον Ήλιο και ίσως πείσουν κάποιους/ες ότι μιλάνε στον ουρανό και αυτός τους ακούει. Μετά θα αρχίσει η αντίθετη πορεία των θέσεων της Ανατολής του Ήλιου.

Είμαστε, λοιπόν, στο χειμερινό ηλιοστάσιο. Θα μπορούσαν δάσκαλοι, γονείς ή μαθητές να διαβάσουν (ή και να δουν σε video) το πώς συμβαίνει αυτό το φαινόμενο στο πλαίσιο αναφοράς του ηλιοκεντρικού συστήματος, που χρησιμοποιούμε σήμερα, και να το συζητήσουν. Έτσι θα ξεκινήσει και τυπικά ο φετινός χειμώνας στην Ελλάδα και γενικότερα στο βόρειο ημισφαίριο. Εμείς, στον Ερεβοκτόνο, θα οδηγήσουμε τη σκέψη μας στα χρόνια των πρώτων πολιτισμών. Η εικόνα της περιοχής προς την Ανατολή είναι καθαρή, δεν υπάρχουν ψηλά κτίσματα ικανά να αλλοιώσουν το πώς φαίνεται η ανατολή του Ήλιου. Από την άλλη το κρύο είναι ένα χαρακτηριστικό του καιρού – στο βόρειο ημισφαίριο. [Αντίστροφα, στο νότιο ημισφαίριο θα αρχίσει το καλοκαίρι, με τη διάρκεια της μέρας να βρίσκεται στο αποκορύφωμά της.]

Ημερολόγια, με την έννοια που χρησιμοποιούμε σήμερα, δεν υπήρχαν. Οπότε, η οργάνωση της κοινωνικής, πολιτιστικής και οικονομικής δραστηριότητας έπρεπε να βασίζεται στα σημάδια του ουρανού. Αν, και όπως είναι φυσικό, δεν μπορούσαν να ερμηνευτούν – παρά μόνο με μυθολογικές λογικές – απλά μπορούσαν να εντοπιστούν και να χρησιμοποιηθούν ως σημεία αναφοράς. Το ηλιοστάσιο είναι ένα από αυτά τα σημάδια επειδή συνδέεται με τον χειμώνα στην Ελλάδα και γενικότερα στο βόρειο ημισφαίριο. Το βράδυ του ηλιοστασίου, το πρώτο του χειμώνα, καθώς και τα αμέσως επόμενα είναι τα μεγαλύτερα του έτους σε διάρκεια. Είναι λογικό, λοιπόν, οι πρόγονοί μας να το θεωρούν ως ένα από αυτά τα φαινόμενα που χωρίζουν όλη τη διάρκεια του έτους, σε υποπεριόδους, στις εποχές, ώστε η επανάληψη των υποπεριοχών να τον οριοθετήσει τελικά. Οι μήνες και τα υπόλοιπα θα έρθουν αργότερα από τους πολιτισμούς της Ανατολής (Βαβυλώνιοι, Αιγύπτιοι) και θα στηρίζονται, όχι στον Ήλιο αλλά, στη Σελήνη.

Ας δούμε πως αναφέρεται ο Ησίοδος για το χειμερινό ηλιοστάσιο, στο έργο του «Έργα και Ημέρες», σε μια προσπάθεια να συμβουλέψει τον αδελφό του Πέρση:

«εἰ δέ κεν ἠελίοιο τροπῇς ἀρόῳς χθόνα δῖαν,
ἥμενος ἀμήσεις, ὀλίγον περὶ χειρὸς ἐέργων,
ἀντία δεσμεύων, κεκονιμένος, οὐ μάλα χαίρων,
οἴσεις δ᾽ ἐν φορμῷ· παῦροι δέ σε θηήσονται
».

Ή, κατά τη μετάφραση του Σταύρου Γκιργκένη:

«Μ’ αν στο ηλιοστάσιο τη θεία γη οργώσεις,
θα θερίσεις καθιστός και με το χέρι σου χερόβολα μικρά θα αδράχνεις,
μέσα στη σκόνη θα δεματιάζεις το ένα στάχυ ανάποδα στο άλλο δίχως να χαίρεσαι πολύ,
και σε κοφίνι θα τα κουβαλήσεις. Λίγοι θα σε θαυμάσουν».

Δεν χρειάζεται περαιτέρω ανάλυση. Είναι εμφανές ότι το ηλιοστάσιο, σε ένα από τα πρώτα κείμενα, αναφέρεται ως σημείο αναφοράς που συνδέεται με τις κύριες (γεωργικές εκείνη την ιστορική περίοδο) εργασίες του πληθυσμού – μέσω του αδελφού του – και ιδιαίτερα με την ποιότητα του παραγόμενου έργου. Θα δούμε και άλλα σε άλλες περιπτώσεις. Προς το παρόν θα σημειώσουμε πως είναι αξιοσημείωτο ότι φέτος το χειμερινό ηλιοστάσιο θα συμπέσει για πρώτη φορά τόσο με ένα τρομερά σπάνιο «πάντρεμα» των πλανητικών γιγάντων Δία και Κρόνου στον ουρανό της Γης, όσο και με την κορύφωση της τελευταίας βροχής διαττόντων του έτους, των Αρκτίδων.

Ησίοδος, Έργα και Ημέρες – Θεογονία

Fr. Nietzsche: έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα (5)

Φρίντριχ Νίτσε: 1844–1900

Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα

§1 Πρόλογος: ομιλία 5
«ο πολιτισμός και οι γιδοβοσκοί»

Αφού ο Ζαρατούστρα είχε πει τα λόγια αυτά, κοίταξε ξανά τον λαό και σώπασε. «Δες τους», είπε στην καρδιά του, «στέκονται εκεί και γελούν: δεν με καταλαβαίνουν, δεν είμαι το στόμα για τούτα τ’ αφτιά.
Θα πρέπει κανείς να τους σπάσει πρώτα τ’ αφτιά, για να μάθουν να ακούνε με τα μάτια; Θα πρέπει κανείς να θορυβεί σαν τα τύμπανα και τους κήρυκες της μετάνοιας; Ή πιστεύουν μόνο αυτόν που τραυλίζει;
Έχουν κάτι, που τους κάνει περήφανους. Λοιπόν, πώς το λένε αυτό, που τους κάνει περήφανους; Πολιτισμό/παιδεία (Bildung) το αποκαλούν, είναι αυτό που τους διακρίνει από τους γιδοβοσκούς.
Γι’ αυτό δεν τους αρέσει, όταν μιλούν γι’ αυτούς, να ακούνε τη λέξη «περιφρόνηση». Τότε λοιπόν θα μιλήσω στην περηφάνια τους.
Έτσι θα τους μιλήσω για το πιο περιφρονητικό πλάσμα: αυτό όμως είναι ο τελευταίος άνθρωπος».
Και έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα στο λαό:
Είναι πια καιρός για τον άνθρωπο να καθορίσει τον σκοπό του. Είναι πια καιρός για τον άνθρωπο να φυτέψει το σπόρο της πιο υψηλής ελπίδας του.
Το έδαφός του συνεχίζει να είναι αρκετά πλούσιο γι’ αυτό το πράγμα. Αλλά μια μέρα αυτό το έδαφος θα γίνει φτωχό και άγονο και κανένα ψηλό δέντρο δεν θα μπορέσει πια να αναπτυχθεί πάνω σ’ αυτό.
Αλίμονο! Πλησιάζει η ώρα, που ο άνθρωπος δεν θα ρίχνει πια το βέλος της επιθυμίας του πάνω από τον άνθρωπο και η χορδή του τόξου του θα ξεμάθει να σφυρίζει!
Σας λέω: πρέπει κανείς να έχει ακόμα χάος μέσα του, για να μπορεί να γεννήσει ένα χορευτικό αστέρι. Σας λέω: εσείς έχετε ακόμα χάος μέσα σας.
Αλίμονο! Πλησιάζει η ώρα, που ο άνθρωπος δεν θα μπορεί να γεννήσει πια κανένα αστέρι. Αλίμονο! Πλησιάζει η ώρα του πιο αξιοκαταφρόνητου ανθρώπου, που δεν θα μπορεί πλέον να περιφρονεί τον ίδιο τον εαυτό του.
Δέστε! Σας δείχνω τον τελευταίο άνθρωπο.
«Τι είναι αγάπη; Τι είναι δημιουργία; Τι είναι επιθυμία; Τι είναι αστέρι;» –έτσι ρωτά ο τελευταίος άνθρωπος και κλείνει το μάτι.
Τότε η γη θα ’χει γίνει μικρή και πάνω της θα πηδά ο τελευταίος άνθρωπος, που όλα τα κάνει μικρά. Το γένος του είναι ανεξάλειπτο σαν του ψύλλου· ο τελευταίος άνθρωπος ζει πιο πολύ από όλους.
«Έχουμε εφεύρει την ευτυχία» –λένε οι τελευταίοι άνθρωποι και κλείνουν το μάτι.
Έχουν εγκαταλείψει τις περιοχές, όπου ήταν σκληρή η ζωή: γιατί χρειάζεται κανείς τη ζεστασιά. Ακόμη αγαπά τον γείτονά του και τρίβεται πάνω του: γιατί χρειάζεται τη ζεστασιά.
Το ν’ αρρωστήσεις και το να έχεις δυσπιστία για εκείνους λογίζεται αμαρτία: με προσοχή προχωράει κανείς. Τρελός λοιπόν είναι όποιος ακόμα σκοντάφτει πάνω σε πέτρες ή ανθρώπους!
Λίγο δηλητήριο κάπου κάπου: προξενεί ευχάριστα όνειρα. Και πολύ δηλητήριο στο τέλος για έναν ευχάριστο θάνατο.
Δουλεύουν ακόμα, γιατί η δουλειά είναι διασκέδαση. Αλλά φροντίζουν, να μην τους κουράσει η διασκέδαση.
Δεν γίνονται πια φτωχοί και πλούσιοι: και τα δυο είναι πολύ επαχθή. Ποιος θέλει ακόμα να κυβερνά; Ποιος θέλει ακόμα να υπακούει; Και τα δυο είναι πολύ επαχθή.
Κανένας βοσκός και ένα κοπάδι! Όλοι θέλουν το ίδιο, όλοι είναι ίσοι: όποιος έχει άλλα συναισθήματα, πηγαίνει εθελοντικά στο τρελάδικο.
«Άλλοτε όλος ο κόσμος ήταν τρελός» –λένε οι πιο πονηροί και κλείνουν το μάτι.
Είναι έξυπνοι και ξέρουν όλα όσα έχουν συμβεί: έτσι μπορούν ασταμάτητα να κοροϊδεύουν. Εξακολουθούν να τσακώνονται, αλλά σύντομα συμφιλιώνονται –αλλιώς τους χαλάει το στομάχι.
Έχουν τη μικρή ευχαρίστησή τους για την ημέρα και τη μικρή ευχαρίστησή τους για τη νύχτα: αλλά σέβονται την υγεία.
«Έχουμε εφεύρει την ευτυχία» –λένε οι τελευταίοι άνθρωποι και κλείνουν το μάτι.
Κι εδώ τελείωσε η πρώτη ομιλία του Ζαρατούστρα, που τον λένε επίσης «ο Πρόλογος»: γιατί στο σημείο αυτό τον διέκοψαν οι κραυγές και η χαρά του πλήθους. «Δώσε μας αυτόν τον τελευταίο άνθρωπο, ω Ζαρατούστρα», έτσι φώναζαν, «κάνε εμάς αυτούς τους τελευταίους ανθρώπους! Τότε σου χαρίζουμε τον υπεράνθρωπο!» Και όλος ο λαός αλάλαζε και κροτάλιζε τη γλώσσα. Ο Ζαρατούστρα όμως γέμισε λύπη και είπε στην καρδιά του:
«Δεν με καταλαβαίνουν: δεν είμαι το στόμα για τούτα τα’ αυτιά.
Πολύ, φαίνεται, έζησα στο βουνό, πολύ αφουγκράστηκα τα ρυάκια και τα δέντρα: και τώρα μιλάω σ’ αυτούς σαν σε γιδοβοσκούς.
Ήρεμη είναι η ψυχή μου και φωτεινή σαν το βουνό το πρωί. Αλλά τούτοι νομίζουν πως είμαι ψυχρός και ένας χλευαστής που κάνει φρικτά αστεία.
Και τώρα με κοιτάζουν και γελούν: και καθώς γελούν, με μισούν κι από πάνω. Πάγος είναι το γέλιο τους.»

§2 Ερμηνεία – κατανόηση
«Ο τελευταίος άνθρωπος»

· Είναι πλέον κοινός τόπος πως το συγκεκριμένο έργο του Νίτσε, έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα, αλλά και το συνολικό του έργο, δεν προσφέρει μια συστηματική γνώση που απαγορεύει την παραμικρή παρέκκλιση. Απεναντίας είναι ένα ανοικτό βιβλίο και γι’ αυτό προορίζεται, κατά την ρήση του ίδιου του φιλοσόφου, για όλους και για κανέναν. Για όλους, όταν είναι σε θέση να ανακαλύψουν εδώ μέσα απελευθερωτικά μονοπάτια της σκέψης, για κανέναν, όταν οι πολλοί, αυτοί δηλαδή οι «όλοι», περιμένουν από το βιβλίο να τους κάνει κατήχηση και όχι να τους απελευθερώσει τη σκέψη. Από τι να την απελευθερώσει; Από την απαιδευσία του πολιτισμού και της παιδείας (Bildung). Αυτή η παιδεία ή ο πολιτισμός είναι η υπέρτατη αξία, κατά την Ομιλία 5 του Ζαρατούστρα, για την καθιερωμένη τάξη πραγμάτων· διακρίνει, υποτίθεται, τον λαό, τους εν λόγω πολλούς από τους γιδοβοσκούς. Τους απελευθερώνει δηλαδή τη σκέψη. Ισχύει στ’ αλήθεια αυτό;

· Σύμφωνα με τον Νίτσε, ένας τέτοιος πολιτισμός μεταδίδει τη μέγιστη απαιδευσία, την απόλυτη αποβλάκωση του πλήθους. Γιατί; Επειδή πρόκειται για τη θεσμοθετημένη «κουλτούρα» μιας εμπορικής κατά τον φιλόσοφο –και με σημερινούς όρους– μιας εμπορευματικής κοινωνίας. Σε αυτή την «κουλτούρα» ανήκουν, πιο συγκεκριμένα εδώ, τα ύψιστα και τα πιο πνευματικά προϊόντα της ανθρώπινης δραστηριότητας, τα οποία εκφράζουν, αλλά και ενισχύουν το αξιακό σύστημα μιας καθορισμένης ομάδας ή και ενός ευρύτερου ανθρώπινου συνόλου. Τέτοιου είδους προϊόντα είναι η ηθική, η θρησκεία, η τέχνη, οι φιλοσοφικές και επιστημονικές ιδέες, οι πολιτικές και οι κυβερνήσεις τους με τις ιδεολογικές κατασκευές κ.λπ. Όσο κυριαρχεί μια τέτοια κουλτούρα, οδηγεί την ανθρωπότητα στην καταστροφή, γιατί διαβρώνει και ισοπεδώνει τα στοιχεία εκείνα που καθιστούν το κάθε ξεχωριστό άτομο πηγαία ύπαρξη. Αναλογικά εξαφανίζει την ατομικότητα του εμπνευσιακού και «μαντικού» ενστίκτου και την αναγκάζει να τρέφεται με αυταπάτες.

· Να γιατί ο Ζαρατούστρα, στην παρούσα ομιλία του, υποψιάζεται πως ένα τέτοιο πλήθος νιώθει περήφανο για την κουλτούρα που το μετατρέπει σε κοπάδι, ακόμη κι αν το ίδιο πιστεύει πως αυτή το διαφοροποιεί από τους γιδοβοσκούς. Επειδή όμως ο Ζαρατούστρα δεν έχει ως αποστολή την καθοδήγηση ή την κατήχηση του πλήθους, αλλά πρωτίστως την αυτο-ερμήνευση, την αυτοδιαύγαση, καταδείχνοντας συγχρόνως μια καθιδρυμένη γενική παραφροσύνη, αναλαμβάνει να μιλήσει στον κόσμο για τον έσχατο και τον πιο θανάσιμο κίνδυνο: τον τελευταίο άνθρωπο. Αυτή-εδώ η κατηγορία ανθρώπων αντιστοιχεί στο τελευταίο επίπεδο ανάπτυξης του ανθρώπου και της ανθρωπότητας πριν τον υπεράνθρωπο. Πρόκειται όμως για ένα τέτοιο επίπεδο που ακυρώνει κάθε αυθεντική ανάπτυξη, καθώς ετούτοι οι άνθρωποι αυτοπαρουσιάζονται ως εκείνοι που έχουν εφεύρει την ευτυχία και με τούτο εννοούν να απορροφήσουν πλήρως όλο τον κόσμο μέσα στον δικό τους τρόπο σκέψης και δράσης.

· Με την αλληγορική τούτη γλώσσα, ο Νίτσε, ασκεί, μεταξύ άλλων, οξύτατη κριτική στην κατ’ επίφαση δημοκρατία, που γέννημα και εκφραστής της είναι η αντενεργός μάζα των τελευταίων ανθρώπων και την οποία σήμερα γνωρίζουμε ως μαζική «δημοκρατία», με κύριο χαρακτηριστικό: «Κανένας βοσκός και ένα κοπάδι! Όλοι θέλουν το ίδιο, όλοι είναι ίσοι: όποιος έχει άλλα συναισθήματα, πηγαίνει εθελοντικά στο τρελάδικο». Ποια είναι εν τέλει, από πλευράς ενεργούς δράσης, η εν λόγω μάζα των τελευταίων ανθρώπων; Είναι εκείνη η μάζα που θέτει πάνω απ’ όλα το ατομικό συμφέρον και την εγωιστική επικράτηση του αδύναμου Εγώ πάνω στο ποιοτικά κραταιό. Γι’ αυτό βολεύεται και εφησυχάζει μέσα στους υφιστάμενους μηχανισμούς των έτοιμων ιδεών, των ριζωμένων προκαταλήψεων, των τεχνητών και όχι ανα-τρεπτικών παρεμβάσεων στη ζωή, της ισοπεδωτικής εξίσωσης των πάντων. Κύριο μέλημά της είναι εκείνο της προσαρμογής, της χρησιμοθηρίας, της μηχανικής και συμφεροντολογικής τακτοποίησης, της μηχανιστικής κοσμοαντίληψης. Όλα αυτά τα γνωρίσματα και άλλα παρόμοια συνθέτουν μια επινοημένη ευτυχία, η οποία δεν αφήνει ασυγκίνητες τις ευρύτερες μάζες. Έτσι βλέπουμε τις τελευταίες να θέλουν, μετά τον θάνατο του θεού, να ταυτίζονται με τον τελευταίο άνθρωπο, δηλαδή με την τελική τους εθελοδουλεία και όχι με τον υπεράνθρωπο, την ροδαυγή της αυτοκατάφασής τους.

ΠΛΑΤΩΝ: Πολιτεία (583e-585c)

[583e] Καὶ ὅταν παύσηται ἄρα, εἶπον, χαίρων τις, ἡ τῆς ἡδονῆς ἡσυχία λυπηρὸν ἔσται.
Ἴσως, ἔφη.
Ὃ μεταξὺ ἄρα νυνδὴ ἀμφοτέρων ἔφαμεν εἶναι, τὴν ἡσυχίαν, τοῦτό ποτε ἀμφότερα ἔσται, λύπη τε καὶ ἡδονή.
Ἔοικεν.
Ἦ καὶ δυνατὸν τὸ μηδέτερα ὂν ἀμφότερα γίγνεσθαι;
Οὔ μοι δοκεῖ.
Καὶ μὴν τό γε ἡδὺ ἐν ψυχῇ γιγνόμενον καὶ τὸ λυπηρὸν κίνησίς τις ἀμφοτέρω ἐστόν· ἢ οὔ;
Ναί.
[584a] Τὸ δὲ μήτε λυπηρὸν μήτε ἡδὺ οὐχὶ ἡσυχία μέντοι καὶ ἐν μέσῳ τούτοιν ἐφάνη ἄρτι;
Ἐφάνη γάρ.
Πῶς οὖν ὀρθῶς ἔστι τὸ μὴ ἀλγεῖν ἡδὺ ἡγεῖσθαι ἢ τὸ μὴ χαίρειν ἀνιαρόν;
Οὐδαμῶς.
Οὐκ ἔστιν ἄρα τοῦτο, ἀλλὰ φαίνεται, ἦν δ᾽ ἐγώ, παρὰ τὸ ἀλγεινὸν ἡδὺ καὶ παρὰ τὸ ἡδὺ ἀλγεινὸν τότε ἡ ἡσυχία, καὶ οὐδὲν ὑγιὲς τούτων τῶν φαντασμάτων πρὸς ἡδονῆς ἀλήθειαν, ἀλλὰ γοητεία τις.
Ὡς γοῦν ὁ λόγος, ἔφη, σημαίνει.
[584b] Ἰδὲ τοίνυν, ἔφην ἐγώ, ἡδονάς, αἳ οὐκ ἐκ λυπῶν εἰσίν, ἵνα μὴ πολλάκις οἰηθῇς ἐν τῷ παρόντι οὕτω τοῦτο πεφυκέναι, ἡδονὴν μὲν παῦλαν λύπης εἶναι, λύπην δὲ ἡδονῆς.
Ποῦ δή, ἔφη, καὶ ποίας λέγεις;
Πολλαὶ μέν, εἶπον, καὶ ἄλλαι, μάλιστα δ᾽ εἰ ᾽θέλεις ἐννοῆσαι τὰς περὶ τὰς ὀσμὰς ἡδονάς. αὗται γὰρ οὐ προλυπηθέντι ἐξαίφνης ἀμήχανοι τὸ μέγεθος γίγνονται, παυσάμεναί τε λύπην οὐδεμίαν καταλείπουσιν.
Ἀληθέστατα, ἔφη.
[584c] Μὴ ἄρα πειθώμεθα καθαρὰν ἡδονὴν εἶναι τὴν λύπης ἀπαλλαγήν, μηδὲ λύπην τὴν ἡδονῆς.
Μὴ γάρ.
Ἀλλὰ μέντοι, εἶπον, αἵ γε διὰ τοῦ σώματος ἐπὶ τὴν ψυχὴν τείνουσαι καὶ λεγόμεναι ἡδοναί, σχεδὸν αἱ πλεῖσταί τε καὶ μέγισται, τούτου τοῦ εἴδους εἰσί, λυπῶν τινες ἀπαλλαγαί.
Εἰσὶ γάρ.
Οὐκοῦν καὶ αἱ πρὸ μελλόντων τούτων ἐκ προσδοκίας γιγνόμεναι προησθήσεις τε καὶ προλυπήσεις κατὰ ταὐτὰ ἔχουσιν;
Κατὰ ταὐτά.
[584d] Οἶσθ᾽ οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ, οἷαί εἰσιν καὶ ᾧ μάλιστα ἐοίκασιν;
Τῷ; ἔφη.
Νομίζεις τι, εἶπον, ἐν τῇ φύσει εἶναι τὸ μὲν ἄνω, τὸ δὲ κάτω, τὸ δὲ μέσον;
Ἔγωγε.
Οἴει οὖν ἄν τινα ἐκ τοῦ κάτω φερόμενον πρὸς μέσον ἄλλο τι οἴεσθαι ἢ ἄνω φέρεσθαι; καὶ ἐν μέσῳ στάντα, ἀφορῶντα ὅθεν ἐνήνεκται, ἄλλοθί που ἂν ἡγεῖσθαι εἶναι ἢ ἐν τῷ ἄνω, μὴ ἑωρακότα τὸ ἀληθῶς ἄνω;
Μὰ Δί᾽, οὐκ ἔγωγε, ἔφη, ἄλλως οἶμαι οἰηθῆναι ἂν τὸν τοιοῦτον.
[584e] Ἀλλ᾽ εἰ πάλιν γ᾽, ἔφην, φέροιτο, κάτω τ᾽ ἂν οἴοιτο φέρεσθαι καὶ ἀληθῆ οἴοιτο;
Πῶς γὰρ οὔ;
Οὐκοῦν ταῦτα πάσχοι ἂν πάντα διὰ τὸ μὴ ἔμπειρος εἶναι τοῦ ἀληθινῶς ἄνω τε ὄντος καὶ ἐν μέσῳ καὶ κάτω;
Δῆλον δή.
Θαυμάζοις ἂν οὖν εἰ καὶ οἱ ἄπειροι ἀληθείας περὶ πολλῶν τε ἄλλων μὴ ὑγιεῖς δόξας ἔχουσιν, πρός τε ἡδονὴν καὶ λύπην καὶ τὸ μεταξὺ τούτων οὕτω διάκεινται, ὥστε, ὅταν μὲν ἐπὶ τὸ [585a] λυπηρὸν φέρωνται, ἀληθῆ τε οἴονται καὶ τῷ ὄντι λυποῦνται, ὅταν δὲ ἀπὸ λύπης ἐπὶ τὸ μεταξύ, σφόδρα μὲν οἴονται πρὸς πληρώσει τε καὶ ἡδονῇ γίγνεσθαι, ὥσπερ πρὸς μέλαν φαιὸν ἀποσκοποῦντες ἀπειρίᾳ λευκοῦ, καὶ πρὸς τὸ ἄλυπον οὕτω λύπην ἀφορῶντες ἀπειρίᾳ ἡδονῆς ἀπατῶνται;
Μὰ Δία, ἦ δ᾽ ὅς, οὐκ ἂν θαυμάσαιμι, ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον, εἰ μὴ οὕτως ἔχει.
Ὧδέ γ᾽ οὖν, εἶπον, ἐννόει· οὐχὶ πεῖνα καὶ δίψα καὶ τὰ [585b] τοιαῦτα κενώσεις τινές εἰσιν τῆς περὶ τὸ σῶμα ἕξεως;
Τί μήν;
Ἄγνοια δὲ καὶ ἀφροσύνη ἆρ᾽ οὐ κενότης ἐστὶ τῆς περὶ ψυχὴν αὖ ἕξεως;
Μάλα γε.
Οὐκοῦν πληροῖτ᾽ ἂν ὅ τε τροφῆς μεταλαμβάνων καὶ ὁ νοῦν ἴσχων;
Πῶς δ᾽ οὔ;
Πλήρωσις δὲ ἀληθεστέρα τοῦ ἧττον ἢ τοῦ μᾶλλον ὄντος;
Δῆλον ὅτι τοῦ μᾶλλον.
Πότερα οὖν ἡγῇ τὰ γένη μᾶλλον καθαρᾶς οὐσίας μετέχειν, τὰ οἷον σίτου τε καὶ ποτοῦ καὶ ὄψου καὶ συμπάσης τροφῆς, ἢ τὸ δόξης τε ἀληθοῦς εἶδος καὶ ἐπιστήμης καὶ νοῦ καὶ [585c] συλλήβδην αὖ πάσης ἀρετῆς; ὧδε δὲ κρῖνε· τὸ τοῦ ἀεὶ ὁμοίου ἐχόμενον καὶ ἀθανάτου καὶ ἀληθείας, καὶ αὐτὸ τοιοῦτον ὂν καὶ ἐν τοιούτῳ γιγνόμενον, μᾶλλον εἶναί σοι δοκεῖ, ἢ τὸ μηδέποτε ὁμοίου καὶ θνητοῦ, καὶ αὐτὸ τοιοῦτον καὶ ἐν τοιούτῳ γιγνόμενον;
Πολύ, ἔφη, διαφέρει τὸ τοῦ ἀεὶ ὁμοίου.
Ἡ οὖν ἀεὶ ὁμοίου αὐσία οὐσίας τι μᾶλλον ἢ ἐπιστήμης μετέχει;
Οὐδαμῶς.
Τί δ᾽; ἀληθείας;
Οὐδὲ τοῦτο.
Εἰ δὲ ἀληθείας ἧττον, οὐ καὶ οὐσίας;
Ἀνάγκη.

***
[583e] Όμως και όταν πάψει κανείς να αισθάνεται χαρά, αυτή η ησυχία της ηδονής θα του προξενήσει λύπη.
Ίσως.
Ώστε αυτή η ησυχία της ψυχής, που είπαμε ότι βρίσκεται μεταξύ ηδονής και λύπης, θα είναι κατά τις περιστάσεις και τα δύο, και λύπη και ηδονή.
Έτσι φαίνεται.
Αλλά είναι δυνατόν, αφού δεν είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο, να είναι και τα δύο μαζί;
Δεν το πιστεύω.
Κάθε λυπηρό ή ευχάριστο συναίσθημα δεν παραδέχεσαι ότι είναι κάποια κίνηση της ψυχής; ή όχι;
Ναι.
[584a] Ενώ απεναντίας το να μην αισθάνεται κανείς ούτε χαρά ούτε λύπη δεν είπαμε ότι είναι μια κατάσταση ησυχίας και κάτι το διάμεσο μεταξύ εκείνων των δύο;
Έγινε βέβαια φανερό.
Πώς λοιπόν είναι λογικό να παραδεχτεί κανείς ότι η άρνηση της λύπης είναι ηδονή, και η άρνηση της ηδονής λύπη;
Δεν είναι διόλου λογικό.
Ώστε αυτή η κατάσταση ησυχίας δεν είναι καθαυτό ούτε ευχάριστη ούτε δυσάρεστη· αλλά φαίνεται ευχάριστη παραβαλλόμενη προς τη λύπη, και δυσάρεστη κοντά στην ηδονή· και σ᾽ όλα επομένως αυτά τα φαντάσματα δεν υπάρχει αληθινή ηδονή, αλλά μόνο κάποια μαγική ψευδαίσθηση.
Αυτό τουλάχιστο βγαίνει από τη σειρά του λόγου.
[584b] Για να μην υποθέτεις λοιπόν ότι από τη φύση της η ηδονή είναι απαλλαγή από τη λύπη και η λύπη απαλλαγή από την ηδονή, πρόσεξε να ιδείς ηδονές που δεν έρχονται ύστερ᾽ από λύπες.
Πού να υπάρχουν αυτές και ποιές είναι;
Πολλές και διάφορες, αλλά πρόσεξε, για να εννοήσεις, τις ηδονές της όσφρησης· αυτές, χωρίς να προηγηθεί κανένα δυσάρεστο συναίσθημα, ξαφνικά προξενούν μεγάλη εντύπωση στην ψυχή και, άμα πάψουν, δεν της αφήνουν καμιά λύπη.
Είναι αλήθεια αυτό.
[584c] Ας μη φανταζόμαστε λοιπόν ότι η καθαρή ηδονή είναι απλώς απαλλαγή από τη λύπη, και η καθαρή λύπη απαλλαγή από την ηδονή.
Όχι.
Μολαταύτα οι λεγόμενες ηδονές, όσες διαμέσου του σώματος φτάνουν στην ψυχή, οι περισσότερες ίσως και οι μεγαλύτερες, ανήκουν σ᾽ αυτό το είδος, είναι δηλαδή απαλλαγές από κάποια λύπη.
Είναι βέβαια.
Δεν συμβαίνει άραγε το ίδιο και με τις προαισθήσεις της χαράς και της λύπης που προκαταβολικά τις δοκιμάζομε άμα περιμένομε ένα ευχάριστο ή δυσάρεστο πράγμα;
Το ίδιο.
[584d] Ξέρεις τί είναι αυτές οι ηδονές και με τί μπορεί να τις παρομοιάσει κανείς;
Με τί;
Παραδέχεσαι ότι στη φύση υπάρχει πάνω, κάτω και μέσον;
Μάλιστα.
Εκείνος που πηγαίνει από το κάτω στο μέσον δεν φαντάζεται ότι πηγαίνει προς τα πάνω; και, όταν φτάσει στο μέσον και γυρίζει και βλέπει από πού ξεκίνησε, τί άλλο μπορεί να φαντασθεί παρά ότι βρίσκεται στο πάνω, επειδή δεν είδε ακόμη το αληθινά πάνω;
Μά την αλήθεια, δεν νομίζω ότι θα φαντασθεί αλλιώς το πράγμα.
[584e] Αν όμως κινηθεί προς την αντίθετη διεύθυνση, θα πίστευε ότι κινείται προς τα κάτω και δεν θα είχε άδικο να το πιστεύει;
Πώς όχι;
Και αυτά θα τα πάθαινε, γιατί δεν ξέρει από πείρα ποιό είναι το αληθινά πάνω και μέσον και κάτω;
Φανερό.
Θα παραξενευτείς λοιπόν, αν άνθρωποι άπειροι της αλήθειας και για πολλά άλλα πράγματα έχουν όχι σωστές δοξασίες και απέναντι στην ηδονή και στη λύπη και στη μέση μεταξύ τους κατάσταση παθαίνουν το εξής: όταν κινούνται [585a] προς τη λύπη, πιστεύουν ότι λυπούνται και πραγματικά λυπούνται· όταν όμως από τη λύπη πηγαίνουν στη μέση κατάσταση, είναι εντελώς βέβαιοι ότι βρίσκονται στην πλήρη ικανοποίηση, στην απόλαυση της ηδονής, ενώ απλούστατα γελιούνται, γιατί αντιπαραβάλλουν τη λύπη προς την έλλειψη της λύπης χωρίς να έχουν πείρα της ηδονής, όπως γελιούνται όσοι παραβάλλουν το φαιό προς το μαύρο χωρίς να ξέρουν το άσπρο;
Μά την αλήθεια θα παραξενευόμουν πολύ περισσότερο αν συνέβαινε όχι αυτό αλλά το αντίθετο.
Τώρα πρόσεχε σ᾽ αυτό που θα σου πω: η πείνα, η δίψα και οι [585b] άλλες φυσικές ανάγκες δεν είναι για το σώμα ένα είδος κενού;
Τί άλλο;
Και η άγνοια και η αφροσύνη δεν είναι είδος κενού κι αυτές για την ψυχή;
Μάλιστα.
Άραγε όποιος παίρνει τροφή δεν αποκτά κάποια πλήρωση (δεν γεμίζει ένα κενό), όπως και εκείνος που τρέφει τη διάνοιά του;
Πώς όχι;
Και ποιά είναι η τελειότερη πλήρωση, εκείνη που γίνεται με πράγματα περισσότερο ουσιαστικά ή εκείνη που γίνεται με λιγότερο ουσιαστικά πράγματα;
Φανερά, εκείνη που γίνεται με περισσότερο ουσιαστικά πράγματα.
Και ποιά πράγματα σου φαίνεται ότι μετέχουν περισσότερο στην καθαρή ουσία του όντος, τα φαγητά τάχα και τα πιοτά και γενικά οι τροφές, ή οι αληθινές δοξασίες και οι επιστήμες και τα διανοήματα και [585c] με μια λέξη όλες οι αρετές; Κρίνε το πράγμα ως εξής: ουσιαστικότερο σου φαίνεται εκείνο που έχει συνάφεια με το ον το πάντοτε όμοιο και αθάνατο και αληθές, και είναι και αυτό τέτοιο και γίνεται μέσα σ᾽ ένα τέτοιο, ή εκείνο που έχει συνάφεια με ό,τι υπόκειται στην αλλοίωση και στη φθορά και είναι και αυτό τέτοιο και γίνεται μέσα σ᾽ ένα τέτοιο πάλι;
Υπερέχει το πρώτο που έχει συνάφεια με το πάντοτε όμοιο.
Άραγε η ουσία του πάντοτε όμοιου μετέχει στην ουσία περισσότερο απ᾽ όσο μετέχει στην επιστήμη;
Διόλου.
Μήπως τάχα περισσότερο απ᾽ όσο μετέχει στην αλήθεια;
Ούτε τούτο.
Αν μετείχε στην αλήθεια λιγότερο, δεν θα μετείχε λιγότερο και στην ουσία;
Κατ᾽ ανάγκη.