Παρασκευή 11 Ιανουαρίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Βάτραχοι (1251-1295)

ΧΟ. τί ποτε πρᾶγμα γενήσεται;
φροντίζειν γὰρ ἔγωγ᾽ ἔχω,
τίν᾽ ἄρα μέμψιν ἐποίσει
ἀνδρὶ τῷ πολὺ πλεῖστα δὴ
1255 καὶ κάλλιστα μέλη ποή-
σαντι τῶν μέχρι νυνί.
θαυμάζω γὰρ ἔγωγ᾽ ὅπῃ
μέμψεταί ποτε τοῦτον
τὸν Βακχεῖον ἄνακτα,
1260 καὶ δέδοιχ᾽ ὑπὲρ αὐτοῦ.

ΕΥ. πάνυ γε μέλη θαυμαστά· δείξει δὴ τάχα.
εἰς ἓν γὰρ αὐτοῦ πάντα τὰ μέλη ξυντεμῶ.
ΔΙ. καὶ μὴν λογιοῦμαι ταῦτα τῶν ψήφων λαβών.
ΕΥ. Φθιῶτ᾽ Ἀχιλλεῦ, τί ποτ᾽ ἀνδροδάικτον ἀκούων
1265 ἰὴ κόπον οὐ πελάθεις ἐπ᾽ ἀρωγάν;
Ἑρμᾶν μὲν πρόγονον τίομεν γένος οἱ περὶ λίμναν.
ἰὴ κόπον οὐ πελάθεις ἐπ᾽ ἀρωγάν;
ΔΙ. δύο σοι κόπω, Αἰσχύλε, τούτω.
1270 ΕΥ. κύδιστ᾽ Ἀχαιῶν, Ἀτρέως πολυκοίρανε μάνθανέ μου παῖ.
ἰὴ κόπον οὐ πελάθεις ἐπ᾽ ἀρωγάν;
ΔΙ. τρίτος, Αἰσχύλε, σοι κόπος οὗτος.
ΕΥ. εὐφαμεῖτε. μελισσονόμοι δόμον Ἀρτέμιδος πέλας οἴγειν.
1275 ἰὴ κόπον οὐ πελάθεις ἐπ᾽ ἀρωγάν;
κύριός εἰμι θροεῖν ὅδιον κράτος αἴσιον ἀνδρῶν.
ἰὴ κόπον οὐ πελάθεις ἐπ᾽ ἀρωγάν;
ΔΙ. ὦ Ζεῦ βασιλεῦ, τὸ χρῆμα τῶν κόπων ὅσον.
ἐγὼ μὲν οὖν εἰς τὸ βαλανεῖον βούλομαι·
1280 ὑπὸ τῶν κόπων γὰρ τὼ νεφρὼ βουβωνιῶ.
ΕΥ. μή, πρίν γ᾽ ἀκούσῃς χἀτέραν στάσιν μελῶν
ἐκ τῶν κιθαρῳδικῶν νόμων εἰργασμένην.
ΔΙ. ἴθι δὴ πέραινε, καὶ κόπον μὴ προστίθει.
1285 ΕΥ. ὅπως Ἀχαιῶν δίθρονον κράτος, Ἑλλάδος ἥβας,
τοφλαττοθρατ τοφλαττοθρατ,
Σφίγγα, δυσαμεριᾶν πρύτανιν κύνα, πέμπει,
τοφλαττοθρατ τοφλαττοθρατ,
ξὺν δορὶ καὶ χερὶ πράκτορι θούριος ὄρνις,
1290 τοφλαττοθρατ τοφλαττοθρατ,
κυρεῖν παρασχὼν ἰταμαῖς κυσὶν ἀεροφοίτοις,
τοφλαττοθρατ τοφλαττοθρατ,
τὸ συγκλινές τ᾽ ἐπ᾽ Αἴαντι,
1295 τοφλαττοθρατ τοφλαττοθρατ.

***
ΧΟΡ. Άραγε τί έχει να γίνει;
Είμαι περίεργος να δω τί ψεγάδια
τάχα θα βρει σε ποιητή
που άλλος κανείς
τόσο πολλά μα κι ωραία λυρικά,
βέβαια, δεν έχει συνθέσει ως τα τώρα.
Είναι κανείς ν᾽ απορεί
πώς θα μπορέσει ένα λάθος να βρει
στο βακχικό πρωτοστάτη της τέχνης.
1260 Πόσο φοβούμαι γι᾽ αυτόν!

ΕΥΡ. Σπουδαία τα λυρικά του! Θα το δούμε.
Θα πιάσω και όλα θα τα σμίξω σε ένα.
ΔΙΟ. Χαλίκια παίρνω εγώ, να τα μετράω.
ΕΥΡ., με συνοδεία αθέατου αυλού.
«Παλικαριών μακελειό τώρ᾽ ακούς ω Φθιώτη Αχιλλέα.
Τέτοιος αγώνας, κι εσύ στέκεις μακριά, δε βοηθάς.
Τον πρόγονό μας Ερμή εμείς τιμούμε τριγύρω στη λίμνη.
Τέτοιος αγώνας, κι εσύ στέκεις μακριά, δε βοηθάς.»
ΔΙΟ. Δυο είν᾽ οι αγώνες, Αισχύλε, που απάνω σου πέφτουν ως τώρα.
1270 ΕΥΡ. «Άκου με, Ατρείδη, τρανέ βασιλιά, των Αχαιών πρώτη δόξα.
Τέτοιος αγώνας, κι εσύ στέκεις μακριά, δε βοηθάς.»
ΔΙΟ. Τρίτος αγώνας, Αισχύλε, σε βρίσκει.
ΕΥΡ. «Όλοι σιωπή! Το ναό, νά, της Άρτεμης ιέρειες ανοίγουν.
Τέτοιος αγώνας, κι εσύ στέκεις μακριά, δε βοηθάς.
Το μισεμό των αντρών καλοσήμαδο ξέρω και λέω.
Τέτοιος αγώνας, κι εσύ στέκεις μακριά, δε βοηθάς.»
ΔΙΟ. Αφέντη Δία, ω πόσοι, πόσοι αγώνες!
Απ᾽ τους πολλούς αγώνες τα νεφρά μου
1280 πρήστηκαν· πρέπει στο λουτρό να πάω.
ΕΥΡ. Όχι, θ᾽ ακούσεις κι άλλα λυρικά του,
των κιθαρωδικών του ασμάτων δείγμα.
ΔΙΟ. Τέλειωνε, αλλά οι αγώνες πια να λείπουν.
ΕΥΡ. «Πώς η διπλόθρονη αρχή των Αχαιών, της νεολαίας της Ελλάδας,
τοφλαττόθρατ τοφλαττόθρατ,
στέλνει τη Σφίγγα, τη σκύλα, των μαύρων καιρών αρχηγίνα,
τοφλαττόθρατ τοφλαττόθρατ,
όρνιο πολέμου με δόρυ και χέρι που εκδίκηση θέλει,
1290 τοφλαττόθρατ τοφλαττόθρατ,
για ν᾽ ανταμώσει ψηλά στον αιθέρα ξετσίπωτες σκύλες,
τοφλαττόθρατ τοφλαττόθρατ,
δύναμη που όλη ενωμένη στον Αίαντα συγκλίνει,
τοφλαττόθρατ τοφλαττόθρατ.»

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΛΑΒΔΑΚΙΔΕΣ, ΟΙΔΙΠΟΔΑΣ

Του Οιδίπου η μάνα πρόβαλε, η όμορφη Επικάστη,
που πήρε με ζαβό το νου, παράνομα, το γιο της,
κι εκείνος τον πατέρα του σαν σκότωσε την πήρε,
κι άξαφνα τα φανέρωσε στον κόσμο ο γιος του Κρόνου.
Με πίκρες στην πολύποθη βασίλεψε τη Θήβα
και κυβερνούσε από θεών κατάρα τους Θηβαίους.
Κι εκείνη στον αγύριστο κατέβηκε τον Άδη,
Αφού κρεμάστηκε ψηλά με μια θηλιά από λύπη,
απ' τη σκεπή του πύργου της κι άφησε πίσω εκείνου πάθη,
όσα φέρνουν άπειρα της μάνας οι κατάρες.
(Οδύσσεια λ 271-285)
 
Καταγωγή
Το γενεαλογικό δέντρο του Οιδίποδα από την πλευρά του πατέρα του είναι σαφές.
Ανήκει στο γένος του Κάδμου, πατέρας του ήταν ο Λάιος, παππούς του ο Λάβδακος, προπάππος ο Πολύδωρος. Από την πλευρά της προγιαγιάς του Νυκτηίδας συνδέεται με το γένος των Σπαρτών, των αυτοχθόνων κατοίκων της Θήβας, που προήλθαν από τη σπορά των δοντιών του δράκου που φυλούσε την πηγή της περιοχής και τον οποίο σκότωσε ο Κάδμος. Τόσο ο πατέρας του όσο και ο παππούς του βρέθηκαν ως ανήλικοι στην κηδεμονία του Λύκου, μέχρι να ενηλικιωθούν και να πάρουν την εξουσία που τους ανήκε κληρονομικά.

Ασαφής παραμένει η ταυτότητα της μητέρας του:
 
Α) Ιοκάστη ή Επικάστη, όπως τη γνωρίζουμε από την επική παράδοση. Άλλες παραδόσεις τη συνδέουν με τους Σπαρτούς και τη θεωρούν κόρη του Μενοικέα, εγγονού του Πενθέα και αδελφή του Κρέοντα. Θεωρείται είτε μητέρα και σύζυγος του Οιδίποδα είτε δεύτερη σύζυγος του Λαΐου, δηλαδή μητριά του Οιδίποδα που γίνεται και σύζυγός του.
Β) Ευρύκλεια, κόρη του Έκφαντα, πρώτη σύζυγος του Λαΐου.
Γ) Ευρυγάνεια ή Ευρυάνασσα, κόρη του Λαπίθη Υπέρφαντα.
Δ) Αστυμέδουσα, κόρη του Σθένελου, εγγονού του Μίνωα και οικιστή με τη μεσολάβηση του Ηρακλή της Θάσου. Σε αυτή την εκδοχή ο βασιλικός οίκος τω Θηβών ενισχύεται λόγω του ένδοξου παρελθόντος της συζύγου με κέντρα όπως η Κρήτη και με ήρωες όπως ο Ηρακλής.
 
Κατάρα
Σύμφωνα με μια εκδοχή ο Οιδίποδας υφίσταται τις συνέπειες από την κατάρα του Πέλοπα στον πατέρα του Λάιο για τον ομοφυλοφιλικό έρωτά του προς τον Χρύσιππο. Πρώτη εκδήλωση της κατάρας ο κοινός έρωτας των δύο ανδρών για τον Χρύσιππο και η αντιπαλότητά τους που οδήγησε στον φόνο του πατέρα Λάβδακου από τον γιο του Οιδίποδα. Ή ο χρησμός που πήρε ο Λάβδακος ότι θα τον σκοτώσει ο γιος του, κάτι που τον οδήγησε στην απόφασή του να μην αποκτήσει παιδιά και, από τη στιγμή που απέκτησε, να το αφήσει έκθετο στο βουνό και να το σκοτώσει ένας δούλος του ή να το εναποθέσει σε λάρνακα μέσα στη θάλασσα.
 
Γέννηση, παιδικά και νεανικά χρόνια
Για τη γέννηση του Οιδίποδα ο Απολλόδωρος παραδίδει τα εξής:
 
«[Ο Λάιος] παντρεύτηκε την κόρη του Μενοικέα, την οποία ορισμένοι αποκαλούν Ιοκάστη, άλλοι πάλι Επικάστη, και ενώ πήρε χρησμό από τον θεό να μην κάνει παιδιά με τη γυναίκα του (γιατί το παιδί που θα γεννιόταν θα γινόταν πατροκτόνος), αυτός πιωμένος κοιμήθηκε με τη γυναίκα του. (Σύμφωνα με άλλη παραλλαγή η επιθυμία της Ιοκάστης να αποκτήσει παιδιά την έκανε να μεθύσει τον Λάιο και να τον παρασύρει στην αγκαλιά της. Αισχύλος και Ευριπίδης παραδίδουν ότι ο χρησμός μάλλον δόθηκε πριν από τη σύλληψη του παιδιού. Στον Σοφοκλή δεν είναι σαφές αν δόθηκε όταν η Ιοκάστη κυοφορούσε ήδη τον Οιδίποδα). Και το παιδί που γεννήθηκε το έδωσε σε έναν από τους βοσκούς του, για να το εγκαταλείψει (Θα πέθαινε από πείνα, το κρύο ή από τα άγρια θηρία), αφού πρώτα του τρύπησε τους αστραγάλους με περόνες (Στην ουσία ο Λάιος πέρασε από τις τρύπες που είχαν δημιουργήσει οι περόνες χρυσούς χαλκάδες και του έδεσε μαζί τα δυο πόδια). Και αυτός ο βοσκός άφησε, βέβαια, έκθετο το παιδί στον Κιθαιρώνα, το βρήκαν όμως οι αγελαδάρηδες του βασιλιά της Κορίνθου Πόλυβου και το έφεραν στη γυναίκα του, την Περίβοια. Και αυτή το πήρε και το φρόντισε σαν δικό της παιδί, θεράπευσε τους αστραγάλους του και το ονόμασε Οιδίποδα -του έδωσε το όνομα αυτό από το οίδημα των ποδιών του. Όταν ο νέος αντρώθηκε, επειδή διέφερε από τους συνομηλίκους του και προκαλούσε τον φθόνο τους, αυτοί τον έβριζαν αποκαλώντας τον νόθο. Και ενώ ρωτούσε την Περίβοια για να μάθει τον λόγο, αυτό στάθηκε αδύνατο· πήγε λοιπόν στους Δελφούς και ζητούσε να μάθει για τους γονείς του. Και ο θεός του απάντησε να μην επιστρέψει στην πατρίδα του· γιατί θα σκοτώσει τον πατέρα του και θα παντρευτεί τη μητέρα του.» (Απολλόδωρος 3.48-50)
 
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή το παιδί το έβαλαν μέσα σε καλάθι και το έριξαν στη θάλασσα, στη βόρεια ακτή της Πελοποννήσου. Ή μέσα σε δοχείο, κάτι που θυμίζει τον τρόπο ταφής των βρεφών (εγχυτρισμός ή πιθοταφή, και το εξέθεσαν χειμωνιάτικα, οπότε Κορίνθιοι βοσκοί το βρήκαν και το παρέδωσαν στον Πόλυβο. Και στην περίπτωση του Οιδίποδα βλέπουμε επαναλαμβανόμενο το στοιχείο της μεσογειακής παράδοσης ο γιος που μένει έκθετο βρέφος. Δίας, Διόνυσος, Ποσειδώνας είναι έκθετα βρέφη, όπως και Περσέας, ο Ίωνας, η Αταλάντη (ιδιότυπο κορίτσι), ο Ζήθος, ο Αμφίονας, ο Ρώμος και ο Ρωμύλος· εγκαταλειμμένα, επιβιώνουν μέσα στις δυνάμεις της φύσης και από αυτές, προικισμένα με δυνάμεις που οι θνητοί των οικογενειών δεν κατέχουν.
 
Ο φόνος του πατέρα
«Μόλις τα άκουσε αυτά και επειδή πίστεψε για αληθινούς τους γονείς από τους οποίους λεγόταν ότι είχε γεννηθεί, άφησε την Κόρινθο και περνώντας με το άρμα του από τα εδάφη της Φωκίδας συνάντησε σε δρόμο στενό τον Λάιο που κι αυτός επέβαινε σε άρμα. Και καθώς ο Πολυφόντης (ήταν ο κήρυκας του Λαΐου) τον διέταξε να παραμερίσει, του σκότωσε μάλιστα και το ένα από τα δυο του άλογα, επειδή εκείνος δεν πειθάρχησε και καθυστερούσε, οργισμένος ο Οιδίποδας σκότωσε και τον Πολυφόντη και τον Λάιο και τράβηξε για τη Θήβα.» (Απολλόδωρος 3.50-52)
 
Σύμφωνα με τον Σοφοκλή, ο Οιδίποδας σκότωσε όλη τη συνοδεία του Λαΐου, συνολικά τέσσερις -πέντε πίστευε ο ίδιος. Ο ένας ξέφυγε και χρόνια μετά ως αυτόπτης μάρτυρας του φόνου θα υποδείξει τον Οιδίποδα ως τον δράστη του φόνου του Λάιου. Τους φόνους αυτούς διέπραξε ο Οιδίποδας σε άμυνα -πρώτος τον χτύπησε ο Λάιος για να περάσει εκείνος τον στενό δρόμο- και σε κατάσταση μανίας, σύγχυσης της λογικής, μια και τους διέπραξε, αφού πήρε τον χρησμό από το μαντείο των Δελφών, ότι θα σκοτώσει τον πατέρα του και θα παντρευτεί τη μητέρα του (στ. 787-813). Στην προσπάθειά του να σκεφτεί λογικά με ποιον τρόπο θα μπορούσε να αποφύγει την πραγματοποίηση του χρησμού, δηλαδή να ελέγξει τη μοίρα του, λησμονεί το επεισόδιο του γλεντιού, όπου κάποιος σε κατάσταση μέθης του αποκάλυψε ότι είναι παιδί «υιθετημένο», και τις αμφιβολίες για την ταυτότητά του που τον οδήγησαν στο μαντείο (στ. 779-786), και αποφασίζει να αλλάξει πορεία (στ. 794-797). Αντί για την Κόρινθο, όπου υποτίθεται ότι ζούσαν οι γονείς του και όπου υπήρχε περίπτωση να πραγματοποιήσει τα εγκλήματα για τα οποία τον προειδοποίησε το μαντείο, πορεύεται προς την αντίθετη κατεύθυνση. Με αυτή του την ενέργεια, αντί να ελέγξει τη μοίρα του, πηγαίνει να τη συναντήσει, σχεδόν την προκαλεί.
 
Ο φόνος της Σφίγγας
Κόρη του Τυφώνα και της Έχιδνας, με πρόσωπο γυναίκας, στήθος, πόδια και ουρά λιονταριού και πτερά πουλιού, γεννήθηκε μετά τη νίκη των Ολυμπίων επί των Γιγάντων και περισσότερο από τον θυμό της Γης που είδε τα παιδιά της, τους Γίγαντες, να σκοτώνονται. Είναι δηλαδή χθόνια θεότητα που η Ήρα στέλνει σαν τιμωρία στον Λάιο για την παιδεραστία του και η οποία πλήττει τον θεσμό της οικογένειας που αυτή προστατεύει.
 
Μπροστά στην πόλη και πάνω σε βράχο η Σφίγγα διατύπωνε το εξής ερώτημα: Ποιο πλάσμα περπατά στην αρχή στα τέσσερα, μετά στα δύο και τέλος στα τρία (τί ἐστιν ὃ μίαν ἔχον φωνὴν τετράπουν καὶ δίπουν καὶ τρίπουν γίνεται; Απολλόδωρος, 3.53.2-3.53.3). Λέγεται ότι διατύπωνε και ένα δεύτερο ερώτημα: «Υπάρχουν δύο αδελφές που η μία γεννά την άλλη και η δεύτερη με τη σειρά της είναι γέννημα της πρώτης». Στο πρώτο ερώτημα, ο τραυματισμένος στα πόδια Οιδίποδας απαντά σωστά ότι το πλάσμα είναι ο άνθρωπος, οι δυνάμεις του οποίου φθίνουν με την πάροδο του χρόνου και ζητά στήριξη σε μια βακτρία, ένα μπαστούνι.
 
Στη σοφόκλεια εκδοχή ο Οιδίποδας λύνει το αίνιγμά της με την εξυπνάδα του, ενώ στην αγγειογραφία την καταβαραθρώνει με το δόρυ, ανταποκρινόμενος περισσότερο στα χαρακτηριστικά του ήρωα. Άλλοτε πάλι η Σφίγγα αυτοκτονεί.
 
Ο γάμος με τη μητέρα
«Στη διάρκεια της βασιλείας του [Λάιου] […] έπεσε μεγάλη συμφορά στη Θήβα. Έστειλε δηλαδή η Ήρα τη Σφίγγα [επειδή είχε θυμώσει Ήρας για την παιδεραστία του Λαΐου], που για μητέρα της είχε την Έχιδνα και πατέρα της τον Τυφώνα, και είχε πρόσωπο γυναίκας, στήθος, πόδια και ουρά λιονταριού και πτερά πουλιού. Αυτή έμαθε ένα αίνιγμα από τις Μούσες, θρονιάστηκε στο Φίκιο όρος και το έλεγε στους Θηβαίους. Και να ποιο ήταν το αίνιγμα· τι είναι αυτό που ενώ έχει μια μόνο φωνή, γίνεται τετράποδο και δίποδο και τρίποδο; Υπήρχε χρησμός στους Θηβαίους ότι τότε μόνο θα απαλλαγούν από τη Σφίγγα, όταν θα λύσουν το αίνιγμα, γι' αυτό και συναθροίζονταν πολλές φορές και προσπαθούσαν να καταλάβουν τι εννοεί το αίνιγμα. και όσο δεν το εύρισκαν εκείνη άρπαζε έναν και τον έτρωγε. Και επειδή χάθηκαν πολλοί, και τελευταίος και ο Αίμονας, ο γιος του Κρέοντα, έβγαλε διακήρυξη ο Κρέοντας, όποιος λύσει το αίνιγμα θα του δώσει τον θρόνο και τη γυναίκα του Λάιου για σύζυγο. Μόλις το άκουσε ο Οιδίποδας, έλυσε το αίνιγμα απαντώντας στο αίνιγμα που έλεγε η Σφίγγα ότι είναι ο άνθρωπος· γιατί όταν είναι μωρό είναι τετράποδο, καθώς προχωράει με τα τέσσερα, όταν ολοκληρωθεί η ανάπτυξή του γίνεται δίποδο, κι όταν γεράσει αποκτά κι ένα τρίτο πόδι, το μπαστούνι. Η Σφίγγα λοιπόν έπεσε από την ακρόπολη, και ο Οιδίποδας ανέλαβε την εξουσία και παντρεύτηκε χωρίς να το ξέρει τη μητέρα του και απέκτησε παιδιά από αυτήν, τον Πολυνείκη και τον Ετεοκλή, και δυο κόρες, την Ισμήνη και την Αντιγόνη. Μερικοί λένε ότι τα παιδιά του τα έκανε η Ευρυγάνεια, η κόρη του Υπέρφαντα.» (Απολλόδωρος 3.52-55)
 
Σύμφωνα με μιαν άλλην εκδοχή η Ευρυγάνεια ήταν η φυσική του μητέρα και η Ιοκάστη δεύτερη σύζυγος του Λαΐου, οπότε ο Οιδίποδας παντρεύτηκε τη μητριά του, κάτι ήταν επιτρεπτό και νόμιμο. Για παράδειγμα, ο Τηλέμαχος παντρεύτηκε την Κίρκη, ερωμένη/σύζυγο του πατέρα του, με μια έννοια μητριά του, και ο Τηλέγονος, γιος του Οδυσσέα και της Κίρκης πήρε την Πηνελόπη ως σύζυγό του, αφού πρώτα σκότωσε τον πατέρα του, με την οποία απέκτησαν ένα γιο, τον Ιταλό. (Αυτή η ιστορία αναφέρεται στην «Τηλεγονία», ένα πανάρχαιο έπος-συνέχεια της Οδύσσειας το οποίο σώζεται μόνο σε περίληψη και αποδίδεται στον κυρηναίο επικό ποιητή του 6ου αι. π.Χ. Ευγάμμονα). Η εξουσία και η περιουσία παραμένουν εντός της οικογένειας.
 
Τύφλωση του Οιδίποδα - Εξουσία - Θάνατος
Για την τύφλωση και τον θάνατο του Οιδίποδα υπάρχουν διάφορες παραλλαγές. Λεγόταν ότι ο Οιδίποδας τυφλώθηκε από τους υπηρέτες του Λάιου για τον φόνο του βασιλιά τους, χωρίς να ξέρουν ότι ήταν παιδί του. Τυφλός συνέχισε να βασιλεύει, ενώ, όταν αποκαλύφθηκε η αλήθεια και τα παιδιά του μεγάλωσαν, τον έκλεισαν στο παλάτι για να μην θυμάται ο κόσμος, βλέποντάς τον, τα ανομήματά του. Πέθανε από γηρατειά ξεστομίζοντας κατάρες για τους γιους του ή κατά άλλους στον πόλεμο με τους Μινύες, οπότε τάφηκε με μεγαλοπρέπεια στη Θήβα, όπου και τιμώνταν.
 
Σύμφωνα με τη σοφόκλεια εκδοχή ο Οιδίπδας αυτοτυφλώθηκε όταν έμαθε ότι η σύζυγός του και μητέρα των παιδιών του Ιοκάστη ήταν η φυσική του μητέρα. Σύμφωνα με χρησμό εξορίστηκε από τη Θήβα και ο Κρέων, αδελφός της μητέρας του, ο θείος του δηλαδή, ανέλαβε την κηδεμονία των παιδιών του. Ο Απολλόδωρος συνοψίζει τις διάφορες παραδόσεις και περιλαμβάνει την εκδοχή του Σοφοκλή που θέλει τον Οιδίποδα να έρχεται στην Αθήνα ως ικέτης και να πεθαίνει εκεί:
 
«Κι όταν αργότερα φανερώθηκαν τα κρυφά μυστικά, η Ιοκάστη κρεμάστηκε και ο Οιδίποδας αυτοτυφλώθηκε και εξορίστηκε από τη Θήβα ρίχνοντας βαριές κατάρες στα παιδιά του που ενώ τον έβλεπαν να τον διώχνουν από την πόλη, δεν τον υπεραμύνθηκαν. Και φτάνοντας μαζί με την Αντιγόνη στον Κολωνό της Αττικής, όπου βρίσκεται το τέμενος των Ευμενίδων, προσέπεσε ικέτης και έγινε δεκτός από τον Θησέα· ύστερα από λίγο πέθανε.» (Απολλόδωρος 3. 56)
 
Προς τιμή του εκπεπτωκότος αρχηγού του βασιλικού οίκου των Θηβών, αντίπαλης πόλης των Αθηνών στον Πελοποννησιακό πόλεμο, ο Θησέας ίδρυσε λατρεία τιμώντας τον ως χθόνιο ήρωα κοντά στο τέμενος των Ευμενίδων που είχαν προϋπάρξει και αυτές ως Ερινύες χθόνιες, σκοτεινές και επικίνδυνες δυνάμεις. Η αποδοχή της λατρείας τους τις μετέτρεψε σε αγαθοποιούς δυνάμεις του τόπου.
 
Με την εξορία του Οιδίποδα, η κοινότητα καθαίρεται από το μίασμα. Επομένως, ο Οιδίποδας συνιστά ένα είδος φαρμακού που σηκώνει επάνω του όλα τα ατοπήματα της ομάδας, γίνεται ο αίρων τας αμαρτίας όχι του κόσμου αλλά του τόπου του. Με την πράξη αυτή, η κοινότητα καθαίρεται και ο αποδιοπομπαίος τράγος γίνεται «κάθαρμα», θύμα δηλαδή που ιεροποιείται για τον καθαρμό που επέφερε στην πόλη. Οι Θηβαίοι γίνονται αποδέκτες της κακοποιού δράσης του, στη συνέχεια τα δωρημάτων του, θύμα ο ίδιος και ήδη θεός. Ωστόσο, την αγαθοποιό δράση του θα τη δεχτεί η Αθήνα που τον αποδέχεται.
 
Οι τραγωδίες του Σοφοκλή Οιδίπους Τύραννος, Οιδίπους επί Κολωνώ
Η πρώτη τραγωδία γράφεται ανάμεσα στο 429 και το 425 π.Χ., με πιο πιθανή ημερομηνία το 428 π.Χ., οπότε και παίχτηκε στα Μεγάλα Διονύσια. Η υπόθεση εκτυλίσσεται στη Θήβα σε εποχή που ακόμη ήταν σε ισχύ η τυραννία αλλά απευθύνεται σε αθηναϊκό κοινό την εποχή της δημοκρατίας.
 
Δραματουργικές καινοτομίες/επιλογές του ποιητή
Το όνομα της συζύγου του Οιδίποδα είναι Ιοκάστη
Είναι η φυσική του μητέρα
Αποκτούν μαζί τέσσερα παιδιά
Μετά την αποκάλυψη της αλήθειας ο Οιδίποδας αυτοτυφλώνεται και εξορίζεται.
 
Τα πρόσωπα της τραγωδίας
Οιδίπους
Ιερέας
Κρέων
Τειρεσίας
Ιοκάστη
Άγγελος
Θεράπων
Εξάγγελος
Χορός
 
Μαθαίνουν την αλήθεια για την ταυτότητα του Οιδίποδα με την εξής σειρά: Τειρεσίας (την ξέρει από την αρχή), Ιοκάστη, Θεράπων, Οιδίποδας, πολίτες.
 
Οι θεοί της τραγωδίας
 
Διόνυσος
Στην τραγωδία οι Θηβαίοι περιμένουν τον Διόνυσο να έρθει με τις Μαινάδες του σαν σημάδι ότι το κακό τελείωσε. Τραγουδούν ένα χαρούμενο τραγούδι πριν από την αποκάλυψη της τραγικής αλήθειας, αναρωτιούνται και ελπίζουν μήπως ο Οιδίποδας είναι γιος του Διόνυσου και μιας νύμφης από τον Ελικώνα, ή του Πάνα, του Απόλλωνα, του Ερμή (στ. 1086-1107), θεοί όλοι συνδεδεμένοι με τα κοπάδια και την αγροτική οικονομία. Δηλαδή, όχι μόνο ο Οιδίποδας θα αποδεικνυόταν ντόπιος Θηβαίος, και όχι ξένος, αλλά και με καταγωγή από θεό που είχε γεννηθεί στη Θήβα.
 
Απόλλων
Ο Απόλλωνας εμφανίζεται με διπλή ιδιότητα: θεός μαντικός και θεός τιμωρός.
 
i) Τιμωρός
Πολύ περισσότερο από τον θεό του μέτρου και της ηρεμίας θυμίζει τον Απόλλωνα που με τα βέλη του χτυπά και σκοτώνει, είτε τις Νιοβίδες είτε τον Απόλλωνα του Belvedere, μάλλον του αττικού γλύπτη Λεωχάρη, ο οποίος προφανώς θέλησε να απεικονίσει τον οργισμένο θεό της Ιλιάδας. Στην τραγωδία αποκαλείται πυρφόρος θεὸς, ο οποίος ορμά και χτυπά, σκήψας ἐλαύνει (στ. 27-28).
 
ii) Χρησμωδός
Τρεις συνολικά χρησμοί δίνονται στην τραγωδία: ο πρώτος απευθύνεται στον Λάιο και αφορά στην τύχη που θα έχει από τον γιο του με την Ιοκάστη, ο δεύτερος στον Οιδίποδα, όταν ακόμη πίστευε ότι ήταν διάδοχος του θρόνου στην Κόρινθο, ο τρίτος προστάζει να διωχθεί το μίασμα από την πόλη. Στην εξέλιξη της πλοκής πρώτα μαθαίνουμε τον τρίτο (στ. 85 κ.ε.), στη συνέχεια τον πρώτο (στ. 711 κ.ε.) και στο τέλος τον δεύτερο (στ. 787 κ.ε.). Με τον τρίτο στη χρονική σειρά χρησμό, πρώτο στην τραγωδία, ο Απόλλωνας κάνει την εμφάνισή του ως θεός τιμωρός που επιτίθεται στην πόλη με λοιμό, όπως οργισμένος, και ύστερα από την ικεσία του ιερέα του Χρύση, έστειλε λοιμό στο στρατόπεδο των Αχαιών.
 
Αρχή της τραγωδίας - περιγραφή του λοιμού
Ο ιερέας των Θηβών απευθύνεται στον Οιδίποδα και του περιγράφει τον λοιμό που ενέσκηψε στη Θήβα. Χάνονται φυτά, ζώα, οι γυναίκες γεννούν νεκρά παιδιά. Το χαρακτηριστικό και στις τρεις περιπτώσεις είναι η αναπάντεχη εμφάνιση του θανατικού. Τα σπαρτά καταστρέφονται λίγο πριν τα θερίσουν οι αγρότες, τα βόδια πέφτουν νεκρά την ώρα που βόσκουν στα λιβάδια και χωρίς καμιά προειδοποίηση, οι γυναίκες κυοφορούν, φτάνουν μέχρι τον τοκετό αλλά τα παιδιά που γεννούν είναι νεκρά. Το αποτέλεσμα είναι ο Άδης, ο Πλούτων, να γεμίζει (πλουτίζεται) με νεκρά σώματα όχι μόνο των παιδιών αλλά και όσων πεθαίνουν από την πείνα -ο λοιμός προκάλεσε λιμό-, ενώ η Θήβα αδειάζει (κενοῦται) από τους ανθρώπους της. Έτσι, καθώς πλήττονται όλες οι πηγές της ζωής, κινδυνεύουν όχι μόνο η οικονομία αλλά και η επιβίωση των ανθρώπων και της πολιτικής κοινότητας. Γι' αυτό και ο ιερέας προσδίδει πολιτική διάσταση στο θέμα.
 
Προς τι όμως αυτή η καταστροφή; Σύμφωνα με τις αντιλήψεις των αρχαίων, η μήνις ενός νεκρού εκδηλωνόταν με λοιμό, που σημαίνει ότι η γη δεν καρπίζει ή καρπίζει αλλά οι καρποί χαλούν, υγιή ζώα πεθαίνουν χωρίς εμφανή αιτία, γεννιούνται νεκρά παιδιά· όλα τα αντίθετα αναμένονται από τον εξευμενισμένο ήρωα που είναι πιο προσιτός από ό,τι οι θεοί. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι η οργή του Λάιου που ξεσπά, πρώτου, άλλοτε, πολίτη της πόλης, γιατί έμεινε αδικαίωτος, που σημαίνει ότι ο φονιάς του δεν βρέθηκε, δεν είχε αναζητηθεί καν.

Προφανώς, η αγωνία των Θηβαίων από την εμφάνιση της Σφίγγας και η λύτρωση που επήλθε με τον φόνο της έστρεψε την προσοχή των Θηβαίων στους γάμους του λυτρωτή της πόλης με τη βασίλισσα Ιοκάστη. Ωστόσο, ο ανεκδίκητος, ατιμώρητος φόνος του Λάιου συνιστά διαταραχή του τελετουργικού τυπικού για την οποία όλοι οι πολίτες θεωρούνται ένοχοι, μολυσμένοι ηθικά, μια και κανένας δεν είχε ανακινήσει το θέμα. Οι συνέπειες θα πρέπει να καταπολεμηθούν με καθαρμό (Σοφ. Οιδ. Τ., στ. 96-98, 99, 241, 1228) που συνιστά θρησκευτική έκφραση και εκδήλωση της πολιτικής ομοψυχίας στην οποία απέβλεπε η ανάπτυξη του δικαστικού θεσμού.
 
Ερώτημα: Θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι ο λοιμός που περιγράφεται από τον τραγωδό έχει ή δεν έχει σχέση έχει με τον λοιμό που ενέσκηψε στην (πολιορκημένη από τους Λακεδαιμονίους και τους συμμάχους τους) Αθήνα κατά τον δεύτερο χρόνο του Πελοποννησιακού Πολέμου (431- 404 π.Χ.); Η επιδημία εκδηλώθηκε συνολικά τρεις φορές μεταξύ του 430 και του 426 και προκάλεσε τον θάνατο του ενός τετάρτου (ή του ενός τρίτου) του πληθυσμού της Αθήνας.
 
Πιθανές αιτίες της πτώσης του Οιδίποδα
α) Ύβρισε ισχυριζόμενος ότι έλυσε μόνος του το αίνιγμα της Σφίγγας και χωρίς τη βοήθεια των θεών.
β) Oλοάς διά βουλάς θεών. Αυτή η άποψη συνδέει την τραγωδία με το προοίμιο της Ιλιάδας -η καταστροφή οφείλεται στη βούληση του Δία.
γ) Είναι η μοίρα του Οιδίποδα.
δ) Ο ίδιος αναγνωρίζει τρεις αιτίες για την καταστροφή του: την καταγωγή, την αιμομειξία, τον φόνο του πατέρα:
 
Ἰοὺ ἰού· τὰ πάντ᾽ ἂν ἐξήκοι σαφῆ.
Ὦ φῶς, τελευταῖόν σε προσβλέψαιμι νῦν,
ὅστις πέφασμαι φύς τ᾽ ἀφ᾽ ὧν οὐ χρῆν, ξὺν οἷς τ᾽
οὐ χρῆν ὁμιλῶν, οὕς τέ μ᾽ οὐκ ἔδει κτανών.
(στ. 1182-1185)
 
Με τη γραμματική πτώση των πτώσεων στο τελευταίο απόσπασμα από γενική (ἀφ᾽ ὧν) σε δοτική (ξὺν οἷς) και μετά σε αιτιατική (οὕς) παρακολουθούμε τα «εγκλήματα» του Οιδίποδα, ενώ η χρονική σειρά των γεγονότων θα επέβαλε άλλη σειρά -γενική, αιτιατική, δοτική. Ο Οιδίποδας, λοιπόν, βρίσκει τις αιτίες της πτώσης του στην καταγωγή του, στους φόνους που διέπραξε (πατέρας, συνοδοί, Σφίγγα), στην αιμομιξία
 
Τόσο η πατροκτονία όσο και η αιμομιξία ήταν συνηθισμένα στους θεούς, ιδίως στους θεούς του βοιωτικού χώρου (Hσ., Θεογονία 337, 371, 404). Επιπλέον, ο Οιδίποδας για αυτόν καθαυτό τον φόνο του ανθρώπου θα ανακηρυσσόταν στα δικαστήρια αθώος, γιατί ο φόνος έγινε σε άμυνα -πρώτος επιτέθηκε ο Λάιος και οι άνθρωποί του. Ωστόσο, αν η αιμομιξία είναι επιτρεπτή στον κόσμο των θεών, ή σε παλαιότερες γενιές, αν η αιμομιξία είναι αυτή που εξασφαλίζει σε μια πρώτη φάση τη δημιουργία μιας κοινότητας, αν οι Σπαρτοί, οι πρώτοι κάτοικοι της Θήβας, ήταν αυτόχθονες, γηγενείς, το ίδιο και οι Αθηναίοι (Επιτάφιος), ωστόσο η αιμομιξία, από ένα σημείο και μετά, είναι απαγορευμένη για τους ανθρώπους.
 
Με μελανά χρώματα την περιγράφει ο Οιδίποδας, και μας επιτρέπεται να σκεφτούμε ότι ο Σοφοκλής δράττει την ευκαιρία να θυμίσει ότι η αιμομιξία ήταν χαρακτηριστικό των οίκων, ότι με αυτήν δεν καθίστατο δυνατή η ανάμειξη των οίκων που συνιστούσε προϋπόθεση για τη δημοκρατία, για τον σχηματισμό του μεγάλου σπιτιού, όπου τα επιμέρους συμφέροντα των οίκων υποτάσσονταν στα συμφέροντα της πόλεως. Η ενδοτροπία της θηβαϊκής βασιλικής οικογένειας εμφανίζεται εν είδει στρεβλού γάμου.
 
Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη ο Οιδίποδας τύραννος είναι η τραγωδία της αμαρτίας με την έννοια του λογικού σφάλματος. Η λογική του Οιδίποδα φαίνεται να ξεγλιστρά σε κρίσιμα σημεία. Πηγαίνει στο μαντείο των Δελφών για να ρωτήσει την ταυτότητα των πραγματικών γονιών του. Το μαντείο δεν απαντά στο συγκεκριμένο ερώτημα και του ανακοινώνει ότι θα σκοτώσει τον πατέρα του και θα παντρευτεί τη μητέρα του. Σε κατάσταση σύγχυσης, ξεχνά τον λόγο για τον οποίο πήγε στο μαντείο, θεωρεί δεδομένο ότι οι γονείς του είναι το βασιλικό ζεύγος της Κορίνθου και φεύγει από εκεί, προκειμένου να μην συναντήσει τη μοίρα του. Διαπράττει ακριβώς το αντίθετο. Ωστόσο, υπάρχει μια λογική σκέψη που, αν την έκαμνε ο Οιδίποδας θα μπορούσε να αποφύγει τη μοίρα του και την πραγματοποίηση του χρησμού: να μη σκοτώσει άνθρωπο μεγαλύτερο απ' αυτόν ούτε να παντρευτεί γυναίκα μεγαλύτερή του. Όμως ο νους, η λογική, αποδεικνύεται αδύναμη να συνυπολογίσει όλα τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της. Και είναι ακριβώς αυτή η αδυναμία της λογικής (αμαρτία) που οδηγεί στην αμαρτία, με την ηθική πια σημασία της λέξης (Σύμφωνα με τον θρησκειολόγο Ρενέ Ζιράρ: «Η συμπεριφορά των ανθρώπων προσδιορίζεται όχι από εκείνο που συνέβη πραγματικά αλλά από τον τρόπο που αυτοί ερμήνευσαν το συμβάν. Η ερμηνεία μεταμορφώνει το θύμα σε κάτι ριζικά αλλότριο και υπερβατικό της κοινότητας. Η κοινότητα ανήκει στο θύμα αλλά το θύμα δεν ανήκει στην κοινότητα. Κατά κανόνα, λοιπόν, το θύμα θα εμφανίζεται ως εξωχώριο μάλλον παρά επιχώριο»).
 
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
 
Οιδίπους και Φρόυντ
Η Ιοκάστη είχε μεταφέρει σε συμβολικό επίπεδο την ανησυχία του Οιδίποδα μήπως συνάψει σχέσεις με τη μητέρα του (στ. 976) :
 
Σὺ δ᾽ εἰς τὰ μητρὸς μὴ φοβοῦ νυμφεύματα·
πολλοὶ γὰρ ἤδη κἀν ὀνείρασιν βροτῶν
μητρὶ ξυνηυνάσθησαν·
Μη φοβάσαι γάμους με τη μητέρα σου·
πολλοί θνητοί στα όνειρά τους κοιμήθηκαν με τη μητέρα τους.
(στ. 980-983)
 
Αυτή τη μεταφορά αξιοποίησε ο Φρόυντ και μίλησε για το οιδιπόδειο σύμπλεγμα, ταιριαστό για τους αστούς / μεγαλοαστούς ψυχαναλυόμενους του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα στη Βιέννη, όπου είχαν αρχίσει να συζητούν για τη σημασία του σώματος και τη διαχείρισή του στη δημιουργία τραυματικών συμπλεγμάτων στην παιδική ηλικία. Ωστόσο, είναι σαφές ότι αν εφαρμόσουμε μονοσήμαντα την προσέγγιση αυτή στην τραγωδία του Σοφοκλή, ο πλούτος των σημάνσεων περιορίζεται.
 
Οιδίπους Τύραννος και δομική ανάλυση
Ο C. Levi-Strauss χρησιμοποιεί τον μύθο του Οιδίποδα ως μοντέλο για μια δομική ανάλυση του μύθου. «Συστέλλει» τον μύθο σε μικρότερες προτάσεις και τις οργανώνει σε ομάδες, τις οποίες ονομάζει μυθήματα -κατά το φωνήματα ή μορφήματα- και αποτελούν τους θεμέλιους λίθους και τα συστατικά στοιχεία του μύθου.
 
Ο Κάδμος αναζητεί την αδελφή του Ευρώπη
 
 
 
 
 
Ο Κάδμος σκοτώνει τον δράκο
 
 
Οι Σπαρτοί αλληλοεξοντώνονται.
 
 
 
 
 
· Λάβδακος χωλός
· Λάιος σκαιός
· Οιδίποδας, πρησμένο πόδι
 
Ο Οιδίποδας σκοτώνει τον πατέρα του Λάιο.
 
 
 
 
Ο Οιδίποδας σκοτώνει τη Σφίγγα
 
Ο Οιδίποδας παντρεύεται τη μητέρα του Ιοκάστη.
 
 
 
 
Ο Ετεοκλής σκοτώνει τον αδελφό του Πολυνείκη.
 
 
Η Αντιγόνη θάβει τον αδελφό της Πολυνείκη.
 
 
 
 
Στην πρώτη στήλη τονίζεται η συγγένεια αίματος, ενώ στη δεύτερη κυριαρχεί η υποτίμησή της. Η τρίτη στήλη επισημαίνει την απελευθέρωση του ανθρώπου από την αυτόχθονη καταγωγή του, ενώ η τέταρτη, με το σωματικό ελάττωμα του καθενός, ιδίως του Λάβδακου και του Οιδίποδα που τους αναγκάζει να σέρνουν το πόδι τους στη γη, δείχνει το αντίθετο, την εξάρτηση δηλαδή από την καταγωγή. Όλες οι στήλες βρίσκονται σε διαλεκτική σχέση μεταξύ τους.
 
Αν διαβάσουμε το σχήμα από αριστερά προς τα δεξιά, προκύπτει η χρονική σειρά των γεγονότων του μύθου. Αν διαβάσουμε την κάθε στήλη ως μια ενότητα, ως ένα μύθημα, αποκαλύπτεται το απόκρυφο νόημά του. Έτσι, ο μύθος εμφανίζεται ως ένα «λογικό μοντέλο … ικανό να υπερνικήσει μιαν αντίφαση». Αναπόφευκτα λοιπόν θα πρέπει να ταξινομήσουμε τα δεδομένα των μύθων σε καταφάσεις, αντιφάσεις και συνθέσεις.
 

ΑΙΤΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ

Αν νιώθετε ότι τίποτα δεν «κινείται» στη ζωή σας, ίσως πρέπει να σκεφτείτε τι κάνετε εσείς από την πλευρά σας.

Σίγουρα δεν θα έχετε ακούσει κανέναν να παραπονιέται: «Σηκώνομαι νωρίς κάθε πρωί, γυμνάζομαι, μελετώ, φροντίζω να διατηρώ υγιείς τις σχέσεις μου, καταβάλλω τη μέγιστη δυνατή προσπάθεια στη δουλειά μου, κι όμως δεν προκύπτει ΤΙΠΟΤΑ ΚΑΛΟ στη ζωή μου!» Η ζωή σας είναι ένα ενεργειακό σύστημα. Αν δεν προκύπτει τίποτα καλό στη ζωή σας, η ευθύνη είναι αποκλειστικά δική σας. Μόλις συνειδητοποιήσετε ότι οι ενέργειές σας διαμορφώνουν τις συνθήκες και τις συγκυρίες στη ζωή σας, θα πάψετε να υιοθετείτε το ρόλο του θύματος.

Μπορεί να βλέπουμε τη ζωή των άλλων ανθρώπων και να αναρωτιόμαστε: «Μα τι συνέβη στο νόμο της αιτίας και του αποτελέσματος;». «Γιατί είναι τόσο τυχεροί;» Μπορεί όλα αυτά να σας προκαλούν σύγχυση, αλλά θα πρέπει να κατανοήσετε ότι για όλους ισχύουν οι ίδιοι νόμοι αιτίας και αποτελέσματος.

ΜΕ ΔΥΟ ΛΟΓΙΑ
Αν είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας, μπορούμε να θυμηθούμε οτιδήποτε έχει συμβεί στη ζωή μας – και να διαπιστώσουμε με ποιον τρόπο συμβάλαμε στην πρόκληση κάθε κατάστασης. Μην ασχολείστε με τους γείτονες και με όσα τους εξασφαλίζουν οι συμπαντικοί νόμοι. Παρακολουθήστε πώς λειτουργεί ο νόμος της αιτίας και του αποτελέσματος στη δική σας ζωή – στις δικές σας σχέσεις, στα δικά σας επιτεύγματα και στις δικές σας απογοητεύσεις. Μόνο με αυτό τον τρόπο θα γνωρίσετε την εσωτερική γαλήνη.

 

Γιατί;

Όταν τολμούμε να σταματάμε το τρέξιμο ή όταν η ίδια η ζωή μας αναγκάζει να το κάνουμε για κάποιο λόγο (που πάντα φαίνεται να είναι "αρνητικός")... Τότε ίσως, κάποια τέτοια ερωτήματα αναδυθούν στο νου μας...

Γιατί δεν συνδέουμε τις πληροφορίες που διαβάζουμε/ακούμε με την πρακτική καθημερινότητα της ζωής μας;

Γιατί ενώ καταλαβαίνουμε τη γλώσσα, τις λέξεις, τις έννοιες, ουσιαστικά δεν κατανοούμε ούτε επικοινωνούμε;

Γιατί βλέπουμε περίεργα, ακατανόητα όνειρα αλλά δεν μπορούμε να τα συνδέσουμε με το δια ταύτα της ζωής μας;

Γιατί συνεχίζουμε να μην πιάνουμε το νόημα και τον σκοπό της ζωής μας, όσο κι αν πληροφορούμαστε;

Γιατί ο χρόνος είναι τόσο σημαντικός για μας ενώ φαίνεται να μας διαφεύγει (ή και να παραμένει στάσιμος);

Γιατί όλες οι απόψεις και οι απαντήσεις που έχουμε σε αυτά και σε άλλα σημαντικά ερωτήματα δεν μας μετακινούν ούτε αλλάζουν τίποτα ουσιαστικά;

Γιατί συνεχίζουμε να δειλιάζουμε μπροστά στο φόβο, τον θάνατο και το άγνωστο;

Μη φοβάσαι να αντιμετωπίσεις τον εαυτό σου. Μόνο αυτός θα σε κάνει να μετατρέψεις ένα αδιέξοδο σε δρόμο

Στη διάρκεια της ζωής του καθενός έρχονται και φεύγουν ποικίλες στιγμές και καταστάσεις. Πολλές από αυτές είναι όμορφες, γεμάτες χαμόγελα και ευχάριστα συναισθήματα. Άλλες πάλι χαρακτηρίζονται από δυσκολία, ένταση και από το αίσθημα του αδιέξοδου. Έτσι, γεννιούνται αρνητικά συναισθήματα που επηρεάζουν την ψυχολογία μας και αφήνουμε να μας καταβάλουν.

Σε αυτό ακριβώς το σημείο η ταμπέλα με το αδιέξοδο φωτίζεται και βαδίζουμε προς τα εκεί με ιλιγγιώδη ταχύτητα, χωρίς πολλές φορές να γίνεται απόλυτα αντιληπτό. Μόλις βλέπουμε τον τοίχο μπροστά, συνειδητοποιούμε τι πραγματικά συμβαίνει, αλλά πολλές φορές πιστεύουμε πως είναι ήδη αργά για να αλλάξουμε την κατάσταση.

Προσοχή λοιπόν, στη λέξη «πιστεύουμε». Χρησιμοποιείται εσκεμμένα, διότι μόνο στο μυαλό μας είναι το αδιέξοδο. Τίποτα δεν παραμένει στάσιμο και ακατόρθωτο αν δεν το αφήσουμε εμείς να μείνει έτσι. Οι δύσκολες καταστάσεις είναι για να τις κοιτάς κατάματα και να τις αντιμετωπίζεις. Δεν θέλει φόβο, αλλά αποφασιστικότητα ότι θα τις ξεπεράσεις.

Η έναρξη ενός έτους, η μέρα των γενεθλίων μας ή οτιδήποτε μπορεί να φανεί σαν αφετηρία, είναι το πιο τρανταχτό παράδειγμα ότι η ζωή είναι γεμάτη ευκαιρίες για νέα ξεκινήματα. Μη φοβάσαι να μηδενίζεις και να ξεκινάς από την αρχή. Ίσως είναι και το πιο μεγάλο δώρο που μπορείς να κάνεις στον εαυτό σου.

Μόλις νιώθεις πως πλησιάζει αυτό το αδιέξοδο και η απόγνωση σε χαιρετάει επίμονα, δώσε λίγο χρόνο στον εαυτό σου και συζήτησε μαζί του. Μη φοβάσαι να τον βάλεις απέναντι και να τον αντιμετωπίσεις, γιατί μόνο αυτός μπορεί να σε κάνει να μετατρέψεις ένα αδιέξοδο σε δρόμο. Δες τι είναι αυτό που σε προβληματίζει, σε πικραίνει και σου τρώει την ψυχή και πέταξέ το μακριά.

Προσπάθησε να θέσεις νέους στόχους που θα αποτελέσουν τα μεγαλύτερα κίνητρα για να πας μπροστά. Μη στενοχωρηθείς για όσα άσχημα ήρθαν. Αυτά αποτελούν τα πιο μεγάλα μαθήματα και μας κάνουν να αναθεωρούμε και να γνωρίζουμε καλύτερα τον εαυτό μας και όλα αυτά που θέλουμε από εμάς και τους γύρω μας. Να σκέφτεσαι πάντα ότι η ζωή είναι δική σου και έχεις τη δυνατότητα να μετακινήσεις το πιόνι σου, όπως θέλεις.

Ο μηδενισμός του κοντέρ σου είναι η πρώτη κίνηση για την αρχή ενός νέου ταξιδιού. Η λυτρωτική δύναμη που έχει είναι αδιανόητη. Ποτέ μην ψάχνεις την κατάλληλη στιγμή και τις πιο σωστές συνθήκες για να το πραγματοποιήσεις. Η ζωή είναι εκεί στη γωνία και σε περιμένει να τη ζήσεις. Μάθε να αφήνεις πίσω σου αρρωστημένες καταστάσεις και προβληματισμούς και μην επιτρέψεις τα γεγονότα να σε κάνουν να ξεχάσεις τους δικούς σου στόχους.

Και αν κάτι δεν έρθει όπως το σχεδίασες, μην τα παρατάς, άλλαξε απλά πλάνο και αυτοσχεδίασε. Βάλε μια μεγάλη τελεία και άλλαξε σελίδα. Κοίτα την καλά, είναι λευκή και πεντακάθαρη και περιμένει να τη γεμίσεις με όνειρα, στόχους και χαμόγελα.

Σίγουρα δε γίνεται να είναι όλα ρόδινα. Θα βρεις λακκούβες, θα πέσεις μέσα, θα τραυματιστείς, αλλά μάθε να έχεις τη δύναμη να σηκωθείς ξανά, να καθαρίσεις τις πληγές που σου προκάλεσε και να προχωράς μπροστά. Η αφετηρία είναι εκεί και σε περιμένει. Μην κάθεσαι να τις μετράς, δεν είναι μόνο μία, είναι πολλές. Τις δικές σου αφετηρίες θα μάθεις να τις φτιάχνεις και να προσπαθείς κάθε φορά να είναι η αρχή ενός όμορφου ταξιδιού, κομμένο και ραμμένο στα δικά σου θέλω και στη δική σου προσωπικότητα.

Είμαστε και γινόμαστε, τα άτομα με τα οποία συναναστρεφόμαστε

Η ζωή είναι μια διαδρομή γεμάτη γεγονότα και πρόσωπα που διαμορφώνουν το χαρακτήρα μας. Οι δεσμοί που δημιουργούμε παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ποιότητα της ζωής μας και στην τελική ανάλυση είμαστε και γινόμαστε, τα άτομα με τα οποία συναναστρεφόμαστε.

«Η φιλία είναι ένα είδος αρετής ή τουλάχιστον συνυφασμένη με την αρετή. Εκτός όμως απ΄ αυτό, η φιλία είναι και πράγμα πάρα πολύ αναγκαίο στη ζωή του ανθρώπου, γιατί κανείς δεν θα προτιμούσε να ζει χωρίς φίλους, έστω κι αν έχει στην κατοχή του όλα τα άλλα αγαθά. Γι΄ αυτό ακόμα και οι πλούσιοι και εκείνοι που κατέχουν αξιώματα και πολιτική εξουσία, πιστεύουν ότι η παρουσία φίλων είναι πολύ μεγάλη ανάγκη. Εξάλλου οι άνθρωποι στη φτώχεια και στις άλλες δυστυχίες τους, πιστεύουν ότι το μόνο καταφύγιο είναι οι φίλοι.

Επιπλέον, οι φίλοι συνδράμουν τους νέους, ώστε να τους αποτρέψουν από τα λάθη, και, προκειμένου, για τους μεγάλους στην ηλικία, τους φροντίζουν και αναπληρώνουν τις δυνάμεις που τους λείπουν. Δύο πηγαίνουν μαζί, διότι και οι δυο είναι πιο ικανοί να κατανοήσουν από κοινού και να ενεργήσουν» – Αριστοτέλης.

Όλοι μας έχουμε ανάγκη από ένα στήριγμα, από έναν ώμο που θα κλάψουμε, από ένα χέρι που θα μας κρατήσει όταν νιώθουμε ότι χάνουμε την ισορροπία μας. Χρειαζόμαστε ένα τρόπο να μοιραστούμε τη χαρά, τη λύπη, τον πόνο ή την ανασφάλεια. Δυστυχώς, στις μέρες μας σπανίζει η αυθεντική φιλία. Διότι χτίζεται με αγάπη, ειλικρίνεια και σεβασμό.

Μπουχτίσαμε με το ψέμα, το συμφέρον και τη ζήλια γεμάτη κακία. Η φιλία είναι «προσόν» των ώριμων και ανεπτυγμένων προσώπων πρόθυμα να κάνουν θυσίες στο όνομα τις φιλίας, αλλά ταυτόχρονα και μια αναζήτηση του εαυτού τους μέσα από αυτή την ιερή σχέση.

Καμαρώνουμε με τους «φίλους», χρησιμοποιούμε την λέξη «φίλος» με πολύ ελαφριά την καρδία, χωρίς να σκεφτούμε τι πραγματικά μας δένει με τους άλλους ή κατά πόσο είναι αληθής αυτός το «ιερός» δεσμός. Ίσως όπως έχουμε ανάγκη να πιστέψουμε, άλλο τόσο έχουμε ανάγκη για φίλους. Θα επανέλθω στον Αριστοτέλη καθώς με συγκλονίζει η ωριμότητα των σκέψεών του περιγράφοντας τα τρία είδη φιλίας:

1. Φιλία ωφελιμότητας

Η πρώτη είναι η φιλία που βασίζεται στην ωφελιμότητα. Σε αυτό το είδος φιλίας, τα δύο μέρη δεν τρέφουν αληθινά φιλικά συναισθήματα, αλλά διατηρούν τη σχέση τους γιατί αποκομίζουν οφέλη. Αυτή η φιλία δεν είναι μόνιμη. Όταν τελειώνουν τα οφέλη, συνήθως τελειώνει και η φιλία. Ένα παράδειγμα τέτοιας φιλίας είναι οι σχέσεις που φτιάχνουμε με συνάδελφους στη δουλειά. Μπορεί όντως να περνάμε καλά μαζί, αλλά μόλις η κατάσταση αλλάξει, συνήθως αλλάζει και η φύση της σχέσης μας.

2. Φιλία απόλαυσης

Αντίστοιχα, το δεύτερο είδος συμπτωματικής φιλίας βασίζεται στην απόλαυση. Αυτό, όμως, είναι πιο συνηθισμένο σε νεαρούς ανθρώπους. Είναι το είδος φιλίας που παρατηρείται ανάμεσα σε συμμαθητές, συμφοιτητές και άτομα που ανήκουν στην ίδια αθλητική ομάδα. Η πηγή της φιλίας είναι πιο συναισθηματική, αλλά ταυτόχρονα, είναι το είδος της φιλίας που συνήθως κρατάει λιγότερο. Μόλις τα ενδιαφέροντα των φίλων πάψουν να είναι κοινά, σταματάει και η απόλαυση και κατά επέκταση, η φιλία. Συνήθως, αυτό συμβαίνει, επειδή μεγαλώνουμε, ωριμάζουμε και αλλάζουμε.

3. Η φιλία της αρετής και του αγαθού

Η τελευταία μορφή φιλίας είναι η καλύτερη από όλες. Αντί να βασίζεται στο συμφέρον ή στην απόλαυση, το τρίτο είδος φιλίας βασίζεται στην κοινή εκτίμηση των αρετών και των ιδανικών, ανάμεσα στα δύο μέρη. Είναι οι ίδιοι οι άνθρωποι και οι αξίες, τις οποίες αντιπροσωπεύουν που αποτελούν το κίνητρο διατήρησης των φιλικών δεσμών. Συνήθως, αυτή η φιλία κρατάει μέχρι τέλους, αλλά για τη δημιουργία της απαιτείται η ύπαρξη ενός βασικού επίπεδου καλοσύνης στο καθένα από τα δύο άτομα. Σαν να μην έφτανε αυτό, απαιτούν χρόνο και εμπιστοσύνη για να σφυρηλατηθούν σωστά.

Οι άνθρωποι που δεν έχουν ενσυναίσθηση και δεν νοιάζονται για τον συνάνθρωπό τους συχνά αποτυγχάνουν να αναπτύξουν τέτοιες σχέσεις και καταλήγουν στα πρώτα δύο είδη φιλιών. Ο κάθε άνθρωπος έχει περισσότερες πιθανότητες να πετύχει αυτό το επίπεδο φιλίας με κάποιον που ξέρει πολύ καλά, τον έχει δει στη χειρότερη φάση της ζωής του και έπειτα τον είδε να την ξεπερνάει. Το ίδιο πράγμα ισχύει και για φίλους που αντιμετώπισαν και ξεπέρασαν μαζί τις ίδιες δυσκολίες.

Πέρα από το βάθος και την οικειότητα που προκύπτει σε αυτές τις σχέσεις, η ομορφιά τους κρύβεται και στο γεγονός πως συμπεριλαμβάνουν τα πλεονεκτήματα και από τα δύο προηγούμενα είδη φιλίας. Είναι ωφέλιμες και απολαυστικές. Όταν σέβεσαι τον άλλον και νοιάζεσαι για το καλό του, χαίρεσαι και μόνο που είσαι μαζί του, μπορείτε να βρείτε πράγματα που θα διασκεδάσουν και τους δύο σας, αλλά και να βοηθήσετε ο ένας τον άλλον.

Αυτές οι σχέσεις απαιτούν χρόνο και προσπάθεια, αλλά όταν ανθίσουν, οι καρποί τους είναι η εμπιστοσύνη, ο θαυμασμός και το δέος, δηλαδή οι πιο γλυκοί καρποί που έχει να μας προσφέρει η ζωή. Σε αυτή την διαδρομή χάσαμε και «φίλους», αλλιώς δεν θα είχαμε συνειδητοποιήσει την αξία της φιλίας. Αλλά δεν είναι αυτό το ζητούμενο, να καταλάβω πόσο σημαντικό είναι να έχω φίλους. Ο σκοπός είναι να κρατήσω τα θετικά αυτού του δεσμού που σταμάτησε, χωρίς να κλονίζεται η εμπιστοσύνη μου στους ανθρώπους.

Θεωρώ πως ένιωσες πραγματικό φίλο τον άνθρωπο που επένδυσες ψυχικά, που μαζί με τα υπόλοιπα, του πρόσφερες τις αρετές της ψυχής σου για να τον δεις ανώτερο απ’ ‘ό,τι ήταν. Γύμνωσες την ψυχή σου θέλοντας να είστε ίσοι ή καλύτεροι, όχι ίδιοι. Γι’ αυτό και πονάς τόσο πολύ όταν χάσεις το φίλο σου. Ίσως νιώθεις και απογοήτευση.

Σε μια πρόσφατη συζήτηση με έναν γνωστό γιατρό έμαθα πως ο ακρωτηριασμένος άνθρωπος νιώθει όσο ζει το μέλος του σώματος του που έχει χάσει. Αν και του λείπει, έχει την αίσθησή του. Κάπως έτσι και όταν έχασα τον φίλο μου, νιώθω ανάπηρος. Έως το τέλος της διαδρομής μου, πόσα άλλα μέλη του σώματός μου θα χάσω;

Το λέω και το εννοώ: ας είναι ο φίλος μου καλά. Η φιλία είναι ένας ισχυρός ψυχικός δεσμός. Αν την βρείτε, μην την χάσετε. Αν τη χάσατε, εύχομαι να την ξαναβρείτε.

Αποχαιρετώντας κάθε κύκλο της ζωής μας

Στο τέλος κάθε κύκλου στη ζωή μας, βιώνουμε έναν απολογισμό όλων όσων ζήσαμε, όσων καταφέραμε, όσων μας πλήγωσαν, όσα έμειναν μισά, όσα χάσαμε και όσα κερδίσαμε. Κάνουμε απολογισμό και άλλες φορές χαμογελάμε, άλλες θυμώνουμε και άλλες ξαναβιώνουμε πόνους και απώλειες. Σε έναν απολογισμό πολλά και ανάμεικτα συναισθήματα, όπως ακριβώς γίνονται και τα πράγματα στη ζωή.

Ο απολογισμός δεν έρχεται σαν μια άλλη δουλειά που πρέπει να γίνει στις τόσες που κάνουμε καθημερινά, αλλά είναι μέσα μας σαν παλιά απομεινάρια. Θυμόμαστε τους παλιούς μας στόχους και ελπίδες, πώς ήμασταν όταν ξεκινούσαμε μια φάση ζωής και τι κρατάμε δικό μας από όλα αυτά στα χέρια μας που κατακτήσαμε. Επομένως, ένας απολογισμός έρχεται άλλες φορές σαν γλυκές αναμνήσεις και εικόνες, άλλες φορές σαν μνήμες κακές και άλλες φορές όλα μαζί.

Το να κοιτάς πίσω μπορεί να μην είναι πάντοτε εύκολο, αλλά είναι τόσα σπουδαία τα μαθήματα που μπορείς να πάρεις. Μαθήματα για σένα, για τα θέλω σου, τις αντοχές σου και κυρίως τις αληθινές προτεραιότητές σου. Ο κάθε κύκλος που κλείνει σου έδειξε τα σωστά πράγματα που έκανες και αυτά αποτελούν τις αξίες σου και την προσωπική σου αξία. Είδες λάθη σου, σκαμπανεβάσματα, πράγματα που μπορεί να μετάνιωσες και όλα αυτά τελικά να είναι αυτά που θα πρέπει να αποχαιρετήσεις.

Κλείνοντας κάθε κύκλο, θυμόμαστε πόσα λόγια ήταν αυτά που δεν τολμήσαμε να ξεστομίσουμε και πόσα λόγια όμως, είπαμε χωρίς να είναι αληθινά δικά μας. Μαθαίνουμε, καθώς κάνουμε τον απολογισμό μας πως η αγάπη μας για τον εαυτό μας και για τους δικούς μας ανθρώπους θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη και θα μπορούσε να χωρέσει περισσότερους ακόμη ανθρώπους. Θυμόμαστε κάθε απογοήτευση που βιώσαμε και μας διδάσκει ότι θα πρέπει να σηκωνόμαστε πιο γρήγορα και να μη μας ακινητοποιεί.

Καθώς ένας κύκλος της ζωής μας κλείνει, μετράμε τους ανθρώπους που έμειναν μαζί μας μέχρι το τέλος και πολλές φορές δεν είναι όλοι όσοι ξεκινήσαμε μαζί τους. Κάποιοι έφυγαν γιατί έπρεπε να φύγουν, κάποιοι ήρθαν και βιαστικά έφυγαν, άλλοι άνθρωποι ήρθαν και έμειναν και με πολλούς ξεκινήσαμε και φτάνουμε μαζί στον τερματισμό.

Αποχαιρετώντας έναν κύκλο, μια εποχή, αποχαιρετούμε και ένα παλιό δικό μας κομμάτι και είναι αυτό το κομμάτι που μας δίδαξε και μας έμαθε όλα αυτά που θα αναζητήσουμε στο νέο κύκλο ζωής που θα ανοιχτεί με νέα ξεκινήματα. Όταν αποχαιρετούμε, τότε πάντα είμαστε έτοιμοι να υποδεχτούμε.

Μην επιτρέπεις στις νευρώσεις της κοινωνίας να γίνονται και δικές σου

Αποτέλεσμα εικόνας για ερεβοκτονοσ επιτρέπεις στις νευρώσεις της κοινωνίας να γίνονται και δικές σουΘέλεις να έχεις τον απόλυτο έλεγχο της ζωής σου. Τελικά, σίγουρα θα έχεις ακολουθήσει κατά γράμμα αυτό που το σύστημα σου έχει πει να κάνεις για να έχεις μια φυσιολογική ζωή. Δηλαδή, πλήρως προγραμματισμένη και, πρωταρχικά, σίγουρη και χωρίς κανέναν κίνδυνο. Με κάθε απόφαση που παίρνεις λαχταράς να έχεις τη βεβαιότητα ότι πρόκειται για τη σωστή επιλογή, προλαμβάνοντας σφάλματα και λάθη. Ωστόσο, αυτός ο τύπος συμπεριφοράς δηλώνει πασιφανώς ότι αισθάνεσαι ανυπεράσπιστος και ανασφαλής. Κι αυτό, με τη σειρά του, αποκαλύπτει ότι γενικά δεν ξέρεις να συμβιώνεις με την αβεβαιότητα, αναπόσπαστη από την ύπαρξή σου. Παραδόξως, αν η προσπάθεια να έχεις τον έλεγχο σου προκαλεί ένταση, η αποποίησή του σου προκαλεί ακόμα μεγαλύτερο άγχος. Γι’ αυτό αισθάνεσαι παγιδευμένος.

Η μόνη βεβαιότητα που υπάρχει είναι ότι αργά ή γρήγορα θα πεθάνεις. Κι εν τω μεταξύ, είσαι καταδικασμένος να παίρνεις αποφάσεις. Ωστόσο, η έλλειψη θάρρους σε εμποδίζει να κάνεις χρήση της ελευθερίας σου να επιλέξεις. Όσο μεγαλύτερες είναι οι αβεβαιότητες σου, τόσο περισσότερο αφήνεσαι να σε οδηγεί η γνώμη της πλειοψηφίας, αρνούμενος τη δυνατότητα ν’ ακούσεις τον εαυτό σου. Κι έτσι επιτρέπεις στις νευρώσεις της κοινωνίας να γίνονται και δικές σου. Σε πολλές περιπτώσεις βιώνεις φόβο χωρίς να απειλείσαι από κάποιον πραγματικό και επερχόμενο κίνδυνο. Το νοσηρό της υπόθεσης είναι ότι για να δικαιολογήσεις και να διατηρήσεις τον φόβο σου, συνηθίζεις να επινοείς αυτά τα απειλητικά σενάρια μες στο μυαλό σου. Πόσες φορές δε φοβήθηκες ότι θα έχανες κάτι χωρίς να υπάρχει καμιά επιστημονική εκτίμηση που να υποστηρίζει ότι πράγματι ήσουν σε σημείο να το χάσεις; Αυτή η γνωστική στρέβλωση είναι γνωστή στην καθομιλουμένη ως «αν-ησυχία». Και το ίδιο με το «άγχος», τον «φόβο» και την «ανασφάλεια», δηλώνει πασιφανώς έλλειμμα «εμπιστοσύνης». Το χάρισμα αυτό ασκείται και αναπτύσσεται όταν αρχίζεις ν’ ακούς την εσωτερική σου φωνή, τολμώντας να παίρνεις αποφάσεις από μόνος σου, αποδεχόμενος τις συνέπειες των πράξεών σου. Και σου επιτρέπει να διακρίνεις το κάρμα που εσύ ο ίδιος δημιουργείς κάθε φορά που διαλέγεις τη μία ή την άλλη επιλογή, όσο μικρή κι ασήμαντη και να νομίζεις πως είναι.

Υποφέρεις επειδή σκέφτεσαι το χειρότερο που μπορεί να σου συμβεί, πιστεύοντας πως έτσι, σε περίπτωση που σου συμβεί θα είσαι περισσότερο προετοιμασμένος να το αντιμετωπίσεις. Επίσης, υποφέρεις επειδή φοβάσαι να χάσεις αυτό που έχεις, πιστεύοντας πως σε περίπτωση που το χάσεις, δε θα μπορείς να είσαι ευτυχισμένος.

Αντιλαμβάνεσαι το παράλογο της δοκιμασίας σου; Ο φόβος σου δεν είναι καθόλου πραγματικός· Είναι παντελώς φανταστικός. Υπάρχει μόνο μέσα στο μυαλό σου. Για να ξεπεράσεις τους φόβους σου οφείλεις να κατανοήσεις ότι η αναζήτηση εξωτερικής σιγουριάς είναι μια μάχη προκαταβολικά χαμένη. Η αληθινή σιγουριά δεν έχει σχέση με τις εξωτερικές συνθήκες, οι οποίες διέπονται από συμπαντικούς νόμους που δεν μπορείς να ελέγξεις. Πρόκειται για μια εσωτερική ψυχική κατάσταση η οποία σου επιτρέπει να ζεις με εμπιστοσύνη, θάρρος και γενναιότητα, απελευθερώνοντάς σε από τη ριζωμένη εμμονή σου να σκέφτεσαι δυνητικές απειλές και μελλοντικούς κινδύνους. Μάθε να πιστεύεις πως, ό,τι και να συμβεί, κάποιο όφελος θα έχεις. Και προπαντός, βρες τη βεβαιότητα μέσα σου ότι ποτέ δε θα σου λείψει το αναγκαίο για να μπορείς να είσαι ευτυχισμένος. Η εμπιστοσύνη στη ζωή είναι το φάρμακο που χρειάζεσαι για να θεραπεύσεις τους φόβους και τις ανασφάλειές σου.

Άδειασε εντελώς, νιώσε παντελώς γαλήνιος

Αν συνειδητοποιήσουμε ότι ζούμε σε μια πραγματικότητα που αλλάζει, θα μάθουμε να προσαρμοζόμαστε καλύτερα στον καταρράχτη των γεγονότων της ζωής.

Όταν ο Μπρους Λι μας ενθάρρυνε πριν από χρόνια να “είμαστε νερό”, πολλοί πήραν τα λόγια του ως επιπόλαια, επειδή η τελευταία του συνέντευξη χρησιμοποιήθηκε για μια τηλεοπτική διαφήμιση. Αλλά αυτό που μας συμβούλευε ήταν να είμαστε ανάλαφροι, ρευστοί και ευέλικτοι σαν το υγρό στοιχείο.

Το να είμαστε ευέλικτοι για να προσαρμοζόμαστε στις προκλήσεις είναι ένα από τα πολλά διδάγματα ανατολικής φιλοσοφίας που απαντώνται στον Πλάτωνα.

Το αρχαιότερο κείμενο αυτής της παράδοσης είναι το Ι – Τσινγκ, μια πραγματεία που, χίλια χρόνια πριν από τον Αθηναίο φιλόσοφο, έδινε οδηγίες στον αναγνώστη σε μορφή προσευχής.

Ένα άλλο κείμενο επίσης γεμάτο γνώση είναι το Τάο Τε Τσινγκ του Λάο Τσε, ενός Κινέζου φιλοσόφου που η ζωή του, αν στ’ αλήθεια υπήρξε, περιβλήθηκε με μυστήριο. Στο διάσημο δοκίμιό του, συμβουλεύει, για παράδειγμα:

Να είστε ταπεινοί για να αναγνωρίζετε το λάθος και να πράττετε κατά συνέπεια.
Να είστε ευγενικοί για να δημιουργείτε υγιή ένωση με τους άλλους ανθρώπους.
Να μη φοβάστε το μέλλον.
Να ενεργείτε με απλότητα χωρίς να αναζητάτε τη φήμη ή τον επιφανειακό έπαινο.
Να δέχεστε τα πράγματα όπως έρχονται, αντιμετωπίζοντας την απορία με γαλήνη.
Όπως μας συμβουλεύει ο φιλόσοφος αυτός με ποιητικό τρόπο:
Άδειασε εντελώς,
νιώσε παντελώς γαλήνιος.
Χίλια πράγματα αναδύονται μαζί,
στην ανάδυσή τους βρίσκεται η επιστροφή τους.
Τώρα ανθίζουν,
κι ανθίζοντας βυθίζονται ξανά
επιστρέφοντας στη ρίζα.
Η επιστροφή στη ρίζα είναι ειρήνη.
Ειρήνη: να δέχεσαι ό,τι είναι να έρθει,
να ξέρεις τι διαρκεί.
Σε αυτή τη γνώση βρίσκεται η σοφία,
χωρίς αυτήν υπάρχει μόνο αταξία, ερείπια.
Το να ξέρεις τι διαρκεί
σημαίνει να έχεις την καρδιά ανοιχτή,
μεγάθυμη, ευγενική, ευλογημένη,
ακολουθώντας το Τάο,
τον δρόμο που διαρκεί για πάντα.
Το σώμα φτάνει στο τέλος του
μα δε θα υπάρχει τίποτα που να φοβάσαι.

Μήδεια

Ο Ήλιος και ο Ποσειδώνας είχαν αφήσει στην Κόρινθο απογόνους, που την κυβέρνησαν και που την έκαναν ξακουστή με τις μεγάλες πράξεις τους. Στο θρόνο της ανέβηκαν παιδιά, εγγόνια και δισέγγονα του Ήλιου. Κόρη του Αιήτη και εγγονή του Ήλιου ήταν η τρομερή Μήδεια, που βασίλεψε στην Κόρινθο μαζί με τον Ιάσονα.

Ο Αιήτης και ο Αλωέας ήταν παιδιά του Ήλιου και της Αντιόπης. Ο πατέρας τους, όταν μεγάλωσαν, τους μοίρασε το βασίλειό του, και έδωσε στον Αλωέα την Αρκαδία και στον Αιήτη την Κόρινθο, που τότε ακόμα την έλεγαν Έφυρα. Ο Αιήτης ξενιτεύτηκε γρήγορα, ή γιατί δεν του άρεσε να κάτσει ήσυχος, να γεράσει και να πεθάνει στην Κόρινθο, ή γιατί πήρε χρησμό να πάει να εποικίσει την Κολχίδα, στη μακρινή Ανατολή, εκεί που ο πατέρας του, ο Ήλιος, κάθε πρωί κάνει το ξεκίνημά του για την καθημερινή πορεία του πάνω στον ουρανό. Φεύγοντας από την Κόρινθο, ο Αιήτης άφησε στο θρόνο του τον Βούνο, γιο του Ερμή και της νύμφης Αλκιδάμειας, με τη συμφωνία ο Βούνος να παραδώσει την εξουσία είτε στον ίδιο τον Αιήτη είτε σ’ένα παιδί του ή απόγονό του αν εκείνος δεν ξαναγύριζε ποτέ. Έτσι ο Αιήτης βρέθηκε στην Κολχίδα, έγινε βασιλιάς σ’αυτό τον τόπο, πήρε γυναίκα την Ειδυία, μια από τις Ωκεανίδες, και απόκτησε μαζί της τη Μήδεια, κόρη πανέμορφη και σοφή.

Όταν έφτασαν στην Κολχίδα οι Αργοναύτες για να πάρουν το χρυσόμαλλο δέρας, η Μήδεια αγάπησε τον Ιάσονα, τον βοήθησε να ξεπεράσει όλα τα εμπόδια που του έβαλε ο πατέρας της, και έφυγε μαζί του, παίρνοντας, εκτός από το χρυσόμαλλο δέρας, και τον Άψυρτο, αδελφό της από άλλη μάνα. Για τον Άψυρτο είπαν πως τον έσφαξε η Μήδεια και πως τα κομμάτια του, ένα ένα, τα έριχνε πίσω της, κατά τη φυγή της, για να καθυστερήσει την καταδίωξη του πατέρα της, που έτσι σταματούσε κάθε λίγο, για να τα μαζέψει και να τα ενταφιάσει. Άλλοι όμως έλεγαν πως η Μήδεια ούτε είχε σκοτώσει τον αδελφό της ούτε τον είχε πάρει μαζί της, αλλά πως ο Άψυρτος ήταν επικεφαλής στην καταδίωξη και είχε εντολή του Αιήτη να βρει τη Μήδεια και, αν αυτή εξακολουθούσε να είναι κόρη, να τη φέρει πίσω, αν όμως είχε γίνει γυναίκα του Ιάσονα, να την αφήσει στον άντρα της. Στο νησί των Φαιάκων ο Αλκίνοος και η Αρήτη πρόφτασαν και πάντρεψαν τη Μήδεια με τον Ιάσονα, έτσι η καταδίωξη πήρε τέλος. Ζευγαρωμένοι, η Μήδεια και ο Ιάσων, ύστερα από πολλές περιπλανήσεις, έφτασαν στην Ιωλκό και παρέδωσαν στον Πελία το χρυσόμαλλο δέρας.

Στην Κόρινθο, μετά το θάνατο του Βουνού, που πέθανε άκληρος, η εξουσία πέρασε στα χέρια του Αλωέα, του αδελφού του Αιήτη. Και όταν πέθανε χωρίς απογόνους και ο δισέγγονος του Αλωέα, ο Κόρινθος, που έδωσε το όνομά του στην πολιτεία, οι Κορίνθιοι έστειλαν στην Ιωλκό και ζήτησαν τη Μήδεια να γίνει βασίλισσα στον “πατρικό κλήρο”. Η Μήδεια, που ήξερε όσο καμιά από φάρμακα και γιατροσόφια, από μαντείες και βότανα έκανε πολλά καλά στον τόπο και οι άνθρωποι στην Κόρινθο την αγάπησαν. Έλεγαν μάλιστα πως αυτή τους είχε γλιτώσει από λιμό, καθιερώνοντας θυσίες στη Δήμητρα και στις Λήμνιες νύμφες. Ακόμα πίστευαν πως η Μήδεια με την αξεπέραστη μαγική δύναμή της είχε ξαναδώσει τα πρώτα νιάτα στις τροφούς του Διονύσου, στον πατέρα του Ιάσονα, αργότερα και στον ίδιο τον Ιάσονα . Και ότι £για την ομορφιά της και τη σοφία της την αγάπησε ακόμα και ο Δίας· όμως εκείνη, από σεβασμό στην Ήρα. απέφυγε τον έρωτά του· γι’ αυτό και Ήρα της υποσχέθηκε ότι θα κάνει τα παιδιά της αθάνατα και ότι οι άνθρωποι στην Κόρινθο θα τα τιμούν με ειδική γιορτή, πράγμα που έγινε. Στη σοφία της Μήδειας κατέφυγε και ο ίδιος ο Ιάσων, για να εκδικηθεί τον Πελία, που, αφού πήρε το χρυσόμαλλο δέρας, όχι μόνο αθέτησε το λόγο του, να παραδώσει το θρόνο στον ήρωα της Αργοναυτικής Εκστρατείας, αλλά και επιβουλεύτηκε τη ζωή του και δολοφόνησε τους συγγενείς του που θα διεκδικούσαν την εξουσία. Και τότε η Μήδεια. μεταμφιεσμένη σε ιέρεια της Άρτεμης, παρουσιάστηκε στις κόρες του Πελία. τους είπε πως αυτή μπορούσε να ξαναδώσει στον πατέρα τους τα πρώτα νιάτα, όπως είχε κάνει και για άλλους, και τις έπεισε να σφάξουν τον Πελία,να τον κομματιάσουν, να ρίξουν τα κομμάτια του σε μια χύτρα και να τα βράσουν.

Ο Ιάσων και η Μήδεια έζησαν στην Κόρινθο χρόνια πολλά ευτυχισμένοι, με τους γιους και με τις θυγατέρες τους, εφτά και εφτά, ή, για άλλους, έναν και μία, τον Μήδειο και την Εριώπιδα, ή δυο γιους, τον Μέρμερο ή τον Θεσσσλό, και τον Φέρητα. Αργότερα, έλεγαν, ο Ιάσων θέλησε να πάρει άλλη γυναίκα, την Κρέουσα ή τη Γλαύκη, κόρη του Κρέοντα ή του γιου του, του Ιππότη, και τότε η Μήδεια έστρωσε στον Ιάσονα να κοιμηθεί κάτω από την πρύμη της Αργώς, που κατέρρευσε και τον σκότωσε. Στα παιδιά τους έδωσε να πάνε στην αντίζηλη της δώρο έναν πέπλο, ποτισμένο με βότανα φαρμακερά, που μόλις τον φόρεσε η κόρη, πέθανε μέσα σε φρικτούς πόνους ή πήρε φωτιά και κάηκε και μαζί της κάηκε και ο πατέρας της, που έτρεξε να τη βοηθήσει. Και είπαν πως ακόμα και τα ίδια τα παιδιά της έσφαξε η Μήδεια, για να εκδικηθεί τον πατέρα τους για την απιστία του· όμως πάνω στην ιστορία με τα παιδιά υπήρχαν πολλές εξηγήσεις: Άλλοι έλεγαν ότι τα σκότωσε η Μήδεια, για να μην πέσουν στα χέρια των ανθρώπων του Κρέοντα- άλλοι ότι πραγματικά οι άνθρωποι του Κρέοντα τα κυνήγησαν και ότι το έσφαξαν πάνω στο βωμό της Ήρας. όπου αυτά είχαν καταφύγει άλλοι ότι η ίδια η Μήδεια τα είχε εμπιστευτεί στην προστασία του ιερού της Ακραίας Ήρας και ότι εκεί οι Κορίνθιοι τα σκότωσαν -είτε για να τιμωρήσουν τη Μήδεια για το έγκλημά της είτε γιατί τη θεωρούσαν βάρβαρη και δεν την ήθελαν για βασίλισοά τους – και απέδωσαν ύστερα το φόνο στην ίδια τη μάνα τους· πάνω σ’ αυτό μάλιστα έλεγαν πως η Ήρα έστειλε λοιμό, που αφάνησε κόσμο και που δεν σταμάτησε, παρά μόνο αφού οι Κορίνθιοι καθιέρωσαν ειδική γιορτή για την Ακραία Ήρα και για τα παιδιά της Μήδειας τέλος άλλοι έλεγαν ότι η Μήδεια κρατούσε τα παιδιά της, κρυφά από τον Ιάσονα. στο ναό της Ήρας, για να τα κάνει αθάνατα με τον τρόπο που της είχε υποσχεθεί η θεά, και ότι ο Ιάσων, όταν το ανακάλυψε, την εγκατέλειψε- μια ακόμα παράδοση έλεγε ότι τον Μέρμερο, το ένα από τα παιδιά, τον είχε κατασπαράξει μια λέαινα στην Ήπειρο, όπου μαζί με τον πατέρα του είχε βγει για κυνήγι.

Ύστερα απ’ όσα έγιναν στην Κόρινθο, η Μήδεια έφυγε, αφήνοντας την εξουσία στον ευνοούμενό της τον Σίσυφο, που. όπως έλεγαν, είχε και ερωτικό δεσμό μαζί της. Για τη μεταφορά της σε άλλον τόπο ο παππούς της ο Ήλιος της έστειλε πύρινο άρμα με φτερωτούς δράκοντες. Από την Κόρινθο η Μήδεια πήγε πρώτα στη Θήβα να συναντήσει τον Ηρακλή, που από τον καιρό της Αργοναυτικής Εκστρατείας της είχε υποσχεθεί να τη βοηθήσει αν ποτέ βρισκόταν σε ανάγκη. Στη Θήβα π Μήδεια βρήκε τον Ηρακλή σε κρίση μανίας, ανήμπορο να της φανεί χρήσιμος. Με τη σοφία της και με τα φάρμακά της τον έφερε στα συγκαλά του και ύστερα έφυγε για την Αθήνα. Εκεί γιάτρεψε και τον Αιγέα από τη στειρότητά του, λένε μάλιστα πως έκανε και παιδί μαζί του, τον Μήδο, τον πρώτο από τους Μήδους, που όμως άλλοι έλεγαν ότι τον είχε κάνει ή με τον Ιάσονα ή με κάποιον ηγεμόνα της Ασίας. Στην Αθήνα η Μήδεια πέρασε από δίκη για ανθρωποκτονία· κατήγορός της ήταν ο Ιππότης, ο γιος του Κρέοντα- οι Αθηναίοι όμως την αθώωσαν στο τέλος την έδιωξαν και αυτοί, αφού επιβουλεύτηκε τη ζωή του Θησέα. Έτσι η Μήδεια ξαναγύρισε στην Ασία. Στην Κολχίδα ο πατέρας της είχε παραμεριστεί από τον Πέρση, το γιο του Περσέα. Τότε ο Μήδος σκότωσε τον Πέρση, και η Μήδεια αποκατέστησε στο θρόνο τον πατέρας της, που η ευτυχία του έγινε απέραντη, όταν ξαναβρήκε την κόρη του, και μάλιστα με τον πιο ανέλπιστο τρόπο. Τέλος υπήρχαν και μερικοί που έλεγαν ότι ο Ιάσων και η Μήδεια πέτυχαν να ξανασμίξουν και, μαζί με τον Μήδο. γύρισαν στην Κολχίδα, όπου τον Αιήτη διαδέχτηκε κανονικά ο Ιάοων και τον Ιάσονα ο Μήδος, ο πρώτος από τους Μήδους.

Η υπέρλαμπρη ανακάλυψη που άφησε έκπληκτους τους αστρονόμους

Στο διάστημα οι αστρονόμοι ανακάλυψαν το πιο φωτεινό αντικείμενο που έχει ποτέ παρατηρηθεί, όταν το νεαρό σύμπαν είχε ηλικία μικρότερη του ενός δισεκατομμυρίου ετών.

Πρόκειται για ένα κβάζαρ, δηλαδή το κέντρο ενός νεαρού γαλαξία όπου μια τεράστια μαύρη τρύπα “τρώει” αχόρταγα το υλικό που την περιβάλλει.

Το κβάζαρ (J043947.08+163415.7 – φωτογραφία) απέχει πάρα πολύ στον χώρο και στον χρόνο, περίπου 12,8 δισεκατομμύρια έτη φωτός, ενώ η λάμψη του ισοδυναμεί με 600 τρισεκατομμύρια ήλιους.

Για την ανακάλυψη συνεργάστηκαν πολλά τηλεσκόπια της Χαβάης (Gemini, James Clerk Maxwell, UKIRT, Keck και Pan-STARRS1).

Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον καθηγητή αστρονομίας Σιαοχούι Φαν του Πανεπιστημίου της Αριζόνα, έκαναν σχετική δημοσίευση στο περιοδικό αστροφυσικής “The Astrophysical Journal Letters” και ανακοίνωση στο συνέδριο της Αμερικανικής Αστρονομικής Εταιρείας στο Σιάτλ.

Οι αστρονόμοι αναζητούν εδώ και 20 χρόνια τόσο μακρινά κβάζαρ και για πρώτη φορά πέτυχαν να βρουν ένα, χάρη σε ένα κοντινότερο γαλαξία, ο οποίος έδρασε ως φακός που μεγέθυνε κατά 50 φορές το φως του μακρινότερου κβάζαρ (το λεγόμενο φαινόμενο του βαρυτικού φακού).

“Δεν περιμένουμε να βρούμε πολλά κβάζαρ φωτεινότερα από αυτό σε όλο το παρατηρήσιμο σύμπαν”, δήλωσε ο Φαν.

Ο Μυστικός Εκφυλισμός

Όποιος προσφέρεται ν’ απορρίψει τον ορθολογιστικό μύθο της «προόδου» και την ερμηνεία της ιστορίας ως μιας αδιάκοπης θετικής εξέλιξης της ανθρωπότητας, θα βρεθεί σταδιακά να στρέφεται προς την κοσμοαντίληψη που ήταν κοινή σε όλους τους μεγάλους παραδοσιακούς πολιτισμούς και η οποία είχε στο κέντρο της την ανάμνηση μιας διαδικασίας εκφυλισμού, αργής συσκότισης ή κατάρρευσης ενός προηγούμενου ανώτερου κόσμου. Όσο διεισδύουμε βαθύτερα σ’ αυτήν την νέα και παλαιά ερμηνεία, συναντάμε διάφορα προβλήματα, μεταξύ των οποίων κυριότερο είναι το ζήτημα του μυστικού του εκφυλισμού.

Στην κυριολεκτική έννοια του όρου, αυτό το ζήτημα δεν είναι καθόλου καινούργιο. Ενώ εμείς αναλογιζόμαστε τα υπέροχα κατάλοιπα πολιτισμών των οποίων ούτε καν η ονομασία δεν έφθασε έως εμάς, αλλά τα οποία φαίνεται να μεταφέρουν – ακόμη και στο φυσικό υλικό τους- ένα μεγαλείο και μια δύναμη που είναι κάτι περισσότερο από γήινη, σχεδόν ο καθένας παρέλειψε ν’ αναρωτηθεί για τον θάνατο των πολιτισμών κι ένοιωσε την ανεπάρκεια των λόγων που παρέχονται συνήθως για να τον εξηγήσουν.

Πρέπει να ευχαριστήσουμε τον Κόμη ντε Γκομπινώ για την πιο γνωστή περίληψη αυτού του προβλήματος, αλλά και για μια αριστοτεχνική κριτική των κυρίων υποθέσεων περί αυτού. Η λύση του με βάση την φυλετική σκέψη και την φυλετική καθαρότητα περιέχει επίσης μια μεγάλη δόση αλήθειας, θα πρέπει όμως να επεκταθεί με λίγες παρατηρήσεις σχετικές με μιαν υψηλότερη τάξη πραγμάτων. Επειδή υπήρξαν πολλές περιπτώσεις κατά τις οποίες ένας πολιτισμός κατέρρευσε ακόμα κι αν η φυλή του παρέμενε καθαρή, όπως είναι ιδιαίτερα εμφανές σε ομάδες που έχουν υποστεί αργή, αδυσώπητη εξαφάνιση παρά το ότι παρέμειναν τόσον απομονωμένες φυλετικά σαν να ήσαν νησιά.

Ένα αρκετά πρόσφορο παράδειγμα είναι η περίπτωση των Σουηδών και των Ολλανδών. Αυτοί οι λαοί βρίσκονται σήμερα στην ίδια φυλετική κατάσταση όπως ήταν πριν από δύο αιώνες, αλλά τώρα δεν μπορούν να βρεθούν πολλά από τα χαρακτηριστικά ηρωικής διάθεσης και φυλετικής συνειδητοποίησης που κάποτε κατείχαν. Άλλοι μεγάλοι πολιτισμοί φαίνεται ότι παρέμειναν απλώς στατικοί σε μουμιοποιημένη κατάσταση, ήταν από καιρό νεκροί εσωτερικά, έτσι ώστε να χρειάστηκε μια ελάχιστη ώθηση για να τους κατεδαφίσει. Αυτή ήταν η περίπτωση, για παράδειγμα του αρχαίου Περού, αυτής της γιγαντιαία ηλιακής αυτοκρατορίας, που εκμηδενίστηκε από μερικούς τυχοδιώκτες προερχόμενους από τον χείριστο όχλο της Ευρώπης.

Αν κοιτάξουμε το μυστικό του εκφυλισμού από αποκλειστικά παραδοσιακή σκοπιά, γίνεται ακόμα δυσκολότερο να το λύσουμε εντελώς. Είναι λοιπόν θέμα κατανομής όλων των πολιτισμών σε δύο βασικές κατηγορίες. Από την μία πλευρά υπάρχουν οι παραδοσιακοί πολιτισμοί, των οποίων η αρχή είναι ίδια και αναλλοίωτη, παρ’ όλες τις διαφορές που διαπιστώνονται στην επιφάνεια.

Ο άξονας αυτών των πολιτισμών κι η κορυφή της ιεραρχικής τάξης τους αποτελούνται από μεταφυσικές, υπερ-ατομικές δυνάμεις κι ενέργειες, οι οποίες χρησιμεύουν για να ενημερώνουν και να δικαιώνουν όλα όσα είναι απλώς ανθρώπινα, παροδικά, υποκείμενα στο γίγνεσθαι και στην «ιστορία». Από την άλλη πλευρά υπάρχει ένας «σύγχρονος πολιτισμός» ο οποίος είναι πραγματικά μια «αντι-παράδοση» κι ο οποίος εξαντλείται σε κατασκευή καθαρά ανθρώπινων και γήινων συνθηκών και στην συνολική ανάπτυξή τους σ’ επιδίωξη μιας ζωής εντελώς αποκομμένης από τον «ανώτερο κόσμο». Από την άποψη της τελευταίας πλευράς, το σύνολο της ιστορίας είναι εκφυλισμός, γιατί δείχνει την καθολική πτώση των προηγούμενων πολιτισμών του παραδοσιακού τύπου, καθώς και την αποφασιστική και βίαιη άνοδο ενός νέου παγκόσμιου πολιτισμού του «σύγχρονου» τύπου.

Ένα διπλό ερώτημα προκύπτει από αυτό: Κατ’ αρχάς, πώς ήταν ποτέ δυνατόν να επιτευχθεί αυτό; Υπάρχει ένα λογικό σφάλμα που διέπει ολόκληρο το δόγμα της εξέλιξης, είναι αδύνατο κάτι ανώτερο να μπορεί να αναδυθεί από κάτι κατώτερο και κάτι μεγαλύτερο από κάτι μικρότερο. Αλλά μήπως δεν αντιμετωπίζουμε μια παρόμοια δυσκολία στην λύση του δόγματος της υποστροφής; Πώς είναι ποτέ δυνατόν το ανώτερο να καταπέσει; Αν είχαμε να κάνουμε με απλές αναλογίες, θα ήταν εύκολο ν’ ασχοληθούμε μ’ αυτό το ερώτημα.

Ένας υγιής άνθρωπος μπορεί ν’ αρρωστήσει. Ένας ενάρετος μπορεί να μεταστραφεί σε φαύλο. Υπάρχει ένας φυσικός νόμος τον οποίο ο καθένας θεωρεί ως δεδομένο, ότι κάθε ζωντανό ον ξεκινά με τη γέννηση, έχει ανάπτυξη, αποκτά δύναμη, κατόπιν έρχονται τα γηρατειά, η αποδυνάμωση και η διάλυσή του. Και ούτω καθεξής. Αυτός όμως ο νόμος απλά αφηγείται, δεν εξηγεί, ακόμη κι αν αποδεχθούμε ότι τέτοιες αναλογίες σχετίζονται πράγματι με το ζήτημα που τίθεται εδώ.

Δεύτερον, δεν είναι μόνο ένα θέμα που εξηγεί την πιθανότητα του εκφυλισμού ενός συγκεκριμένου πολιτιστικού κόσμου, αλλά και την πιθανότητα ο εκφυλισμός ενός πολιτιστικού κύκλου να μπορεί να περάσει σε άλλους λαούς και να τους σύρει προς τα κάτω μαζί του. Δεν πρέπει μόνο να εξηγήσουμε πώς κατέρρευσε η αρχαία δυτική πραγματικότητα, αλλά πρέπει επίσης να δείξουμε τον λόγο για τον οποίο στάθηκε δυνατόν ο «σύγχρονος» πολιτισμός να κατακτήσει σχεδόν ολόκληρο τον κόσμο, αλλά και γιατί είχε την δύναμη να εκτρέψει τόσο πολλούς λαούς από οποιοδήποτε άλλο είδος πολιτισμού και να κυριαρχήσει ακόμη κι όταν κράτη ενός παραδοσιακού είδους φαινόταν να είναι ζωντανά (αρκεί γι’ αυτό να θυμηθούμε απλά την Άρια Ανατολή).

Από αυτή την άποψη, δεν είναι αρκετό να πούμε ότι έχουμε να κάνουμε με μια καθαρά υλική και οικονομική κατάκτηση. Η άποψη αυτή φαίνεται πολύ επιφανειακή, για δύο λόγους. Κατ’ αρχάς, μια χώρα κατακτημένη στο υλικό επίπεδο βιώνει επίσης, μακροπρόθεσμα, επιρροές ενός ανώτερου είδους που αντιστοιχεί στον πολιτιστικό τύπο του κατακτητή. Πράγματι, η ευρωπαϊκή κατάκτηση σπέρνει σχεδόν παντού τους σπόρους του «εξευρωπαϊσμού» δηλαδή, του «σύγχρονου» ορθολογιστικού, εχθρικού προς την παράδοση, ατομικιστικού τρόπου σκέψης.

Δεύτερον, η παραδοσιακή αντίληψη του πολιτισμού και του κράτους είναι ιεραρχική, όχι δυαδική. Οι φορείς της δεν θα υπέγραφαν ποτέ, χωρίς σοβαρές επιφυλάξεις, τις αρχές «Απόδωτε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι» και «H εμή βασιλεία ουκ έστιν του κόσμου τούτου». Για εμάς, «Παράδοση» είναι η νικηφόρα και δημιουργική παρουσία μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο του στοιχείου αυτού το οποίο δεν είναι «αυτού του κόσμου», δηλαδή του Πνεύματος, νοούμενου ως μια δύναμη ισχυρότερη από οποιαδήποτε απλώς ανθρώπινη ή υλική δύναμη.

Αυτή είναι μια βασική ιδέα της αυθεντικά παραδοσιακής άποψης για την ζωή, η οποία δεν μας επιτρέπει να μιλάμε με περιφρόνηση των απλώς υλικών κατακτήσεων. Αντίθετα, η υλική κατάκτηση είναι το σημάδι ή όχι, μιας πνευματικής νίκης, τουλάχιστον μιας πνευματικής αδυναμίας ή ενός είδους πνευματικής «υποχώρησης» στους πολιτισμούς που κατακτήθηκαν κι έχασαν την ανεξαρτησία τους. Παντού όπου το Πνεύμα, θεωρούμενο ως η ισχυρότερη δύναμη, ήταν πραγματικά παρόν, ποτέ δεν εστερείτο μέσων -ορατών ή με άλλο τρόπο- που του επέτρεπαν ν’ αντισταθεί προς ολόκληρη την τεχνική και υλική υπεροχή του αντιπάλου. Αλλά αυτό δεν συνέβη.

Έτσι πρέπει να γίνει δεκτό, ότι πίσω από την παραδοσιακή πρόσοψη του κάθε λαού τον οποίο μπόρεσε να κατακτήσει ο «σύγχρονος» κόσμος κρυβόταν εκφυλισμός. Συνεπώς η Δύση απλά πρέπει να ήταν ο πολιτισμός στον οποίο μια κρίση που ήταν ήδη καθολική έλαβε την οξύτατη μορφή της. Εκεί ο εκφυλισμός έφθασε -να το θέσουμε έτσι- σ’ ένα πλήγμα νοκ-άουτ, και όπως επήλθε, παρέσυρε με λιγότερη ή περισσότερη ευκολία άλλους λαούς, στους οποίους σίγουρα η υποστροφή δεν είχε «προοδεύσει» τόσο πολύ, αλλά η παράδοση τους είχε ήδη χάσει την αυθεντική της δύναμη, έτσι ώστε οι λαοί αυτοί δεν ήσαν πλέον σε θέση να προστατεύσουν τον εαυτό τους από μιαν εξωτερική επίθεση.

Μ’ αυτές τις σκέψεις, η δεύτερη πτυχή του προβλήματος μας ανάγεται στην πρώτη.
Είναι ζήτημα διασαφήνισης του νοήματος και της πιθανότητας του εκφυλισμού, χωρίς αναφορά σε άλλες περιστάσεις. Γι ‘ αυτό, για ένα πράγμα πρέπει να είμαστε σαφείς, είναι λάθος να υποθέσουμε ότι η ιεραρχία τού παραδοσιακού κόσμου βασίζεται σε μια τυραννία των ανώτερων τάξεων. Αυτή είναι απλά μια «σύγχρονη» αντίληψη, εντελώς ξένη προς τον παραδοσιακό τρόπο σκέψης. Η παραδοσιακή διδασκαλία επινοήθηκε πράγματι με πνευματική δράση ως μια «δράση δίχως δράση».

Η παραδοσιακή διδασκαλία μιλάει για την «ακίνητη πηγή κίνησης». Παντού χρησιμοποίησε τον συμβολισμό του «πόλου» του αναλλοίωτου άξονα γύρω από τον οποίο λαμβάνει χώρα κάθε διατεταγμένη κίνηση (έχουμε και αλλού δείξει ότι αυτό είναι το νόημα της σβάστικας, του «αρκτικού σταυρού» αναζήτησε το άρθρο). Πάντοτε τόνισε την «Ολύμπια» πνευματικότητα και την αυθεντική εξουσία, καθώς και τον τρόπο της να επενεργεί άμεσα στους υπηκόους της, όχι με βία, αλλά με την «παρουσία» της. Τέλος, η παραδοσιακή διδασκαλία χρησιμοποίησε την παρομοίωση του μαγνήτη, στην οποία βρίσκεται το κλειδί στο ερώτημά μας, όπως θα δούμε τώρα.

Μόνο σήμερα, θα μπορούσε κάποιος να φανταστεί ότι, οι αυθεντικοί φορείς του Πνεύματος ή της Παράδοσης καταδιώκουν ανθρώπους ώστε να τους συλλάβουν και να τους βάλουν στις θέσεις τους -εν ολίγοις ότι «διαχειρίζονται» τους ανθρώπους ή έχουν οποιοδήποτε προσωπικό συμφέρον για την δημιουργία και την διατήρηση εκείνων των ιεραρχικών σχέσεων, βάσει των οποίων μπορούν φανερά να παρουσιαστούν ως οι κυβερνήτες.

Αυτό θα ήταν γελοίο και παράλογο. Πολύ περισσότερο, η αναγνώριση εκ μέρους των κατώτερων αποτελεί την πραγματική βάση κάθε παραδοσιακής κατάταξης. Δεν είναι το υψηλότερο που χρειάζεται το χαμηλότερο, αλλά το αντίθετο. Η ουσία της ιεραρχίας είναι ότι σε ορισμένους ανθρώπους ενυπάρχει ως μια πραγματικότητα, ως κάτι ζωντανό, το οποίο στους υπόλοιπους υπάρχει μόνο σε κατάσταση ενός ιδανικού, ενός προαισθήματος, μιας διάχυτης προσπάθειας.

Έτσι, μοιραία οι τελευταίοι έλκονται από τους πρώτους κι η χαμηλότερη κατάστασή τους είναι μια κατάσταση υποταγής, λιγότερο σε κάτι ξένο, απ’ ότι στον ίδιο τον αληθινό «εαυτό» τους. Εδώ βρίσκεται στον παραδοσιακό κόσμο, το μυστικό ολόκληρης της ετοιμότητας για θυσία, όλου του ηρωισμού. Κι από την άλλη πλευρά, το μυστικό ενός κύρους, μιας εξουσίας και μιας ήρεμης δύναμης στην οποία δεν μπορεί να υπολογίζει ούτε ο πιο βαριά οπλισμένος τύραννος.

Μ’ αυτές τις εκτιμήσεις, φθάσαμε πολύ κοντά στην επίλυση όχι μόνο του προβλήματος του εκφυλισμού, αλλά επίσης και της πιθανότητας μιας συγκεκριμένης πτώσης. Μήπως ίσως κουραστήκαμε ν’ ακούμε πως η επιτυχία κάθε επανάστασης δείχνει την αδυναμία και τον εκφυλισμό των προηγούμενων αρχόντων; Μια αντίληψη αυτού του είδους είναι πολύ μονόπλευρη. Αυτό θα είχε πράγματι συμβεί εάν κάποια αγριόσκυλα ήσαν δεμένα και ξάφνου ξέφευγαν, αυτή θα ήταν μια απόδειξη ότι τα χέρια που κρατούσαν τα λουριά τους είχαν καταντήσει ανίκανα ή αδύναμα.

Αλλά τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά τοποθετημένα στο πλαίσιο της πνευματικής κατάταξης, της οποίας την πραγματική βάση έχουμε εξηγήσει προηγουμένως. Αυτή η ιεραρχία εκφυλίζεται και μπορεί ν’ ανατραπεί μόνο σε μία περίπτωση, όταν το άτομο εκφυλίζεται, όταν χρησιμοποιεί την θεμελιώδη ελευθερία του για ν’ αρνηθεί το Πνεύμα, για ν’ αποκόψει την ζωή του από κάθε υψηλότερο σημείο αναφοράς και για να υπάρχει «μόνο για τον εαυτό του». [εγωισμός: το τέρας με τα χιλιαδες κεφάλια. Το ΕΓΩ είναι που εκφυλίζει.]

Στην συνέχεια οι επαφές θραύονται μοιραία, υποχωρεί η λειτουργική τάση στην οποία οφείλει την ενότητά του ο παραδοσιακός οργανισμός, κάθε δύναμη αμφιταλαντεύεται στην πορεία της και τελικά διαφεύγει ελεύθερη. Βέβαια οι κορυφές παραμένουν στα ύψη τους καθαρές κι απαραβίαστες, αλλά το υπόλοιπο, το οποίο εξαρτιόταν από αυτές, γίνεται τώρα μια χιονοστιβάδα, μια μάζα που έχει χάσει την ισορροπία της και πέφτει, ανεπαίσθητα στην αρχή αλλά με ολοένα ταχύτερη κίνηση, μέχρι τα βάθη και τα χαμηλότερα επίπεδα της κοιλάδας.

Αυτό είναι το μυστικό κάθε εκφυλισμού και επανάστασης. Ο Ευρωπαίος πρώτα κερμάτισε την ιεραρχία στον εαυτό του, ξεριζώνοντας τις δικές του εσώτερες δυνατότητες, στις οποίες αντιστοιχούσε η βάση της τάξης, την οποία στην συνέχεια θα καταστρέψει εξωτερικά.

Αν η χριστιανική μυθολογία αποδίδει την Πτώση του Ανθρώπου και την Εξέγερση των Αγγέλων στην ελευθερία της βούλησης, τότε αφορά σχεδόν στην ίδια σημασία. Αφορά στο τρομακτικό δυναμικό που ενοικεί στον άνθρωπο, το δυναμικό της χρησιμοποίησης της ελευθερίας ώστε να καταστρέψει την πνευματικότητα και να εξορίσει οτιδήποτε θα μπορούσε να του εξασφαλίσει μια υπερ-φυσική αξία. Αυτή είναι μια μεταφυσική απόφαση, το ρεύμα που διασχίζει την ιστορία στις πιο ποικίλες μορφές του γεμάτου μίσους, αντιπαραδοσιακού, επαναστατικού, ατομικιστικού, και ανθρωπιστικού πνεύματος, με λίγα λόγια ολίγοις, του «σύγχρονου» πνεύματος.

Η απόφαση αυτή είναι η μόνη βέβαιη και καθοριστική αιτία στο μυστικό του εκφυλισμού, την καταστροφή της Παράδοσης. Οι εξελίξεις αυτές αντικατοπτρίζουν την κοινωνική διαρκή δυσαρμονία, βυθισμένη στα αποπνικτικά κύματα των Μολώχ της εποχής του εκφυλισμού. Της διττής κυριαρχίας του τεχνοκρατικού, μηχανιστικού μοντέλου και την υπηρεσία εκδουλεύσεως της αλλοπροσάλλου ανθρωπότητος στην παγκόσμια επιδρομή των φύσει δούλων, οι οποίοι διά της χρηματιστηριακής επικρατήσεως και του παμμείκτου διεθνισμού, υποσκάπτουν την Φυσική Τάξη πραγμάτων.

Αν το καταλάβουμε αυτό, μπορούμε ίσως να συλλάβουμε την αίσθηση αυτών των θρύλων που μιλούν για μυστηριώδεις ηγεμόνες, οι οποίοι «πάντα» υπάρχουν και δεν έχουν πεθάνει [Ο θρύλος του πολέμαρχου Αυτοκράτορα Φρειδερίκου Μπαρμπαρόσα που δεν πέθανε στις σταυροφορίες, αλλά κοιμάται μέσα στην ρίζα του ιερού όρους Κυφχώυζερ στην Θουριγγία και θα ξυπνήσει πριν την ύστατη ώρα, για να σώσει το έθνος από τους βαρβάρους και να ανασυγκροτήσει το Ράιχ. Είναι το ανάλογο του «Μαρμαρωμένου Βασιλιά»]. Τέτοιοι ηγέτες μπορούν να ανακαλυφθούν εκ νέου μόνον όταν κάποιος επιτυγχάνει την πνευματική πληρότητα κι αφυπνίζει στον ίδιο του τον εαυτό μια ποιότητα, ωσάν ένα μέταλλο που αισθάνεται ξαφνικά τον «μαγνήτη» βρίσκει τον μαγνήτη κι ακαταμάχητα προσανατολίζεται και κινείται προς αυτόν.

Προς το παρόν, θα πρέπει να περιοριστούμε σ’ αυτόν τον υπαινιγμό. Μια ολοκληρωμένη εξήγηση των θρύλων αυτού του είδους, οι οποίοι φθάνουν σε μας από την πιο αρχαία Άρια πηγή, θα μας οδηγήσει πολύ μακριά. Σε μιαν άλλη ευκαιρία, θα επιστρέψουμε ίσως στο μυστικό της ανασυγκρότησης, στην «μαγεία» η οποία είναι σε θέση να αποκαταστήσει την ξεπεσμένη μάζα στις αναλλοίωτες, μοναχικές κι αόρατες κορυφές που βρίσκονται ακόμα εκεί, στα ύψη.

Τελετουργία

Τελετουργία: το σύνολο των τυπικών μηχανιστικών κι αυτοματοποιημένα επαναλαμβανόμενων διαδικασιών σύμφωνα με τις οποίες διεξάγεται μια θρησκευτική, μαγική ή παγανιστική τελετή. Ενας πολύ επίσημος παγιωμένος τρόπος για την εκτέλεση μιας καθημερινής, απλής πράξης: Tο σερβίρισμα του φαγητού ήταν μια τελετουργική ιεροτελεστία. Τελετουργία και ιεραρχία είναι κύρια γνωρίσματα των νεκρών κλειστών συστημάτων. Ο δημιουργός κι η δημιουργία, η κόλαση κι ο παράδεισος, είναι κλειστά συστήματα με τελετουργικά και ιεραρχίες. Όλα τα κλειστά συστήματα είναι πυραμιδοειδή δηλ. γραμμικά [ντετερμινισμός] κι όπου υπάρχουν ιεραρχίες απαιτούνται και τελετουργικά. Τα ανοικτά συστήματα στον αντίποδα είναι φρακταλικά όπου δεν υπάρχουν τελετουργίες αφού δεν υπάρχει ιεραρχία. Αν θέλεις να βγεις έξω από αυτά ή να ζεις σε ανοιχτά συστήματα μείνε μακριά από την διαστρέβλωση της ζωντανής ζωής. Αυτονόητο έτσι; Από την άλλη Κάνε Ό,τι Θέλεις κανείς μας δεν νοιάζεται!

Θεωρίες για την Τελετουργία
Με τον όρο τελετουργία εννοείται ένα σύνολο κινήσεων που διαθέτουν συμβολικό νόημα, διαφέροντας με αυτόν τον τρόπο από τις κινήσεις της καθημερινότητας. Η διαφορά θεμελιώνεται στο ιδιαίτερο νόημα που αποδίδεται στην τελετουργική πράξη με τη χρήση συγκεκριμένων συμβόλων.

Στηριγμένος στον ορισμό του Κλίφορντ Γκερτζ (Clifford James Geertz) για τον πολιτισμό ο Ντέιβιντ Κέρτζερ (David Kertzer) ορίζει την τελετουργία ως δράση συνδεδεμένη σε ένα δίκτυο συμβολισμού. [1] Κάτι τέτοιο υπονοεί ότι η τελετουργία έχει έναν επικοινωνιακό ρόλο. Εν γένει υφίσταται ένας σκοπός, μια λειτουργία και ένα νόημα πριν την τελετουργική δράση, γεγονός που δημιουργεί επιπλοκές στις σχέσεις της τελετουργίας με την πολιτική και την κοινωνική δομή. [2]

Οι απόψεις ως προς τον σκοπό, τη λειτουργία και το νόημα της τελετουργίας διαφέρουν. Όπως υπέδειξαν οι Κέλι και Κάπλαν (John D. Kelly & Martha Kaplan), η τελετουργία συνδέεται εθιμικά με την παράδοση και το ιερό. [3] Προσπάθειες καθορισμού της διασύνδεσης της τελετουργίας με το πολιτικό και το κοινωνικό γίγνεσθαι οδήγησαν τους κοινωνιολόγους στην άποψη πως η τελετουργία ενισχύει την κοινωνική δομή είτε αναπαριστώντας την άμεσα, είτε νομιμοποιώντας εν κρυπτώ την κοινωνική εξουσία. Ιδωμένος από αυτή την οπτική γωνία ο κοινωνικός ρόλος της τελετουργίας είναι είτε να προωθήσει ή να αποκρύψει την επικρατούσα πολιτική τάξη.

Από τις πρώτες θεωρίες που εμφανίστηκαν για την τελετουργία είναι εκείνη του Φρίντριχ Μαξ Μίλερ (Friedrich Max Müller) (1823-1900) που άσκησε σημαντική επίδραση στις πρώτες προσπάθειες κατανόησης της ελληνικής μυθολογίας. Ο Μίλερ υπέθεσε ότι αυτό που γνωρίζουμε ως μύθο ήταν αρχικά ποιητικές αναφορές για τη φύση, ιδιαίτερα τον ήλιο, από τους αρχαίους Ινδοευρωπαίους, ένα νομαδικό λαό που μετανάστευσε από τις κεντρικές στέπες της Κ. Ασίας περί το 1500 Π.Κ.Ε. [4]

Την άποψη του Μίλερ αμφισβήτησαν ο εθνολόγος ‘Aντριου Λανγκ (Andrew Lang), (1844-1912) και ο ανθρωπολόγος Έντουαρντ Μπαρνέτ Τάιλορ (Edward Burnet Tylor), (1832-1917) [5] Ο Τάιλορ θεώρησε πως ο μύθος δε θα έπρεπε να ερμηνεύεται ως παρανόηση, αλλά ως συνειδητή φιλοσοφική προσπάθεια ερμηνείας και κατανόησης του κόσμου. Υπό αυτή την οπτική γωνία ο μύθος μελετάται «ως ενδιαφέρον προϊόν του ανθρώπινου νου» και «πρωτόγονος τρόπος αιτιολόγησης» των πραγμάτων. [6]

Με τη σειρά του ο Γουίλιαμ Ρόμπερτσον Σμιθ (William Robertson Smith) (1846-1894), γλωσσολόγος, ακολουθώντας εν γένει το εξελικτικό πλαίσιο του Τάιλορ, αμφισβήτησε ωστόσο τα πρωτεία της τελετουργίας από τις αντιλήψεις περί ψυχής ως βασικού θεμέλιου της θρησκείας και της κοινωνίας. Η θρησκεία κατά την άποψή του δεν προήλθε από τον ανιμισμό, αλλά από δραστηριότητες που στερέωναν τους δεσμούς της κοινότητας. Σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου η «θρησκεία δημιουργήθηκε από μία σειρά πράξεων … και δεν δημιουργήθηκε για την λύτρωση των ψυχών αλλά για την διατήρηση και την ευημερία της κοινωνίας» [7].

Οι έρευνες του Ρόμπερτσον Σμιθ στην τελετουργία έβαλαν τα θεμέλια για την ανάπτυξη τριών διαφορετικών σχολών ερμηνευτικής της θρησκείας. [8] Η πρώτη ήταν η σχολή του «μύθου και της τελετουργίας», που συνδέθηκε εξαρχής με το έργο του Τζέιμς Φρέιζερ (James George Frazer), στο οποίο κατέθεσε την άποψη πως για να γίνει κατανοητός ο μύθος, χρειάζεται καταρχήν να καθορίσει κανείς την τελετουργία με την οποία συνδέεται. Η δεύτερη ήταν η κοινωνιολογική άποψη που συνδέθηκε με τον Εμίλ Ντιρκέμ (Emile D. Durkheim), για τον οποίο η θρησκεία ήταν κοινωνική κατασκευή που υπάρχει όχι για σωτηριολογικούς λόγους, αλλά για την συντήρηση και ευημερία της κοινότητας. [9]

Μια τρίτη ερμηνευτική προσέγγιση, εκείνη της ψυχαναλυτικής σχολής του Ζίγκμουντ Φρόιντ (Sigmund Freud), υιοθέτησε τις ιδέες του Ρόμπερτσον Σμιθ για τον τοτεμισμό, την πρωταρχική θυσία και τις κοινωνικές αρχές της θρησκευτικής αυθεντίας, της ενοχής και της ηθικότητας. Για τους ψυχαναλυτές η έμφαση του Ρόμπερτσον Σμιθ στη σημασία της τελετουργίας, υποδείκνυε τρόπους ανάλυσης και ερμηνείας που εξαπλώνονται πέρα από το τι νομίζουν οι άνθρωποι ότι κάνουν ή πιστεύουν. Από αυτή την άποψη ο Ρόμπερτσον Σμιθ θεωρείται πρωτοπόρος σε αυτό που ονομάστηκε «αντιδιανοητική» κατανόηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, δηλαδή, συμπεριφοράς που είναι ριζωμένη σε παράλογες παρορμήσεις και δε συμμορφώνεται με τους βασικούς κανόνες της -πρωτόγονης έστω- λογικής.

Ένας μαθητής του Ρόμπερτσον Σμιθ, ο Τζέιμς Τζορτζ Φρέιζερ (1854-1941), ενδιαφέρθηκε επίσης για τις εμπειρίες και τις δραστηριότητες από τις οποίες προέκυψε η θρησκεία. Αν και η έρευνά του ήταν εντοπισμένη κυρίως στις πίστεις που υποκρύπτονται στην τελετουργία, η έρευνά του για τα τελετουργικά έθιμα του προσέδωσε το προσωνύμιο του «επιφανέστερου προγόνου της γενεαλογίας της τελετουργίας» [10]. Ο Φρέιζερ ξεκίνησε χρησιμοποιώντας τη θεωρία του Τάιλορ για τον μύθο ως ερμηνευτική προσέγγιση, αλλά σταδιακά υποβίβασε τον μύθο ως δευτερεύον υπόλειμμα ή επιβίωση της τελετουργικής δραστηριότητας. Συνεπώς για τον Φρέιζερ η τελετουργία είναι η αρχική πηγή των περισσότερων από τις πλέον εκφραστικές μορφές πολιτισμικής ζωής. [11]

Οι διαδοχικές εκδόσεις του έργου του Φρέιζερ “Ο Χρυσός Κλώνος” ανέπτυξαν την ιδέα του Ρόμπερτσον Σμιθ για την τελετουργική θυσία του θείου τοτέμ σε μια σύνθετη νέα θεωρία, η οποία συνοπτικά αναφέρει ότι το παγκόσμιο πρότυπο πίσω από την τελετουργία είναι η πραγμάτωση του θανάτου και της ανάστασης ενός θεού ή θείου βασιλιά, ο οποίος συμβόλιζε και εξασφάλιζε τη γονιμότητα της γης και την ευημερία του λαού. Για τον Φρέιζερ και εκείνους που ασπάστηκαν τις θεωρίες του περί του τελετουργικού θανάτου και αναγέννησης του θεού έγινε η βάση όλων των μύθων και της λαϊκής παράδοσης.

Ο Φρέιζερ άρχισε να καταλογογραφεί αδιάκριτα έθιμα των «πρωτόγονων» της εποχής του -από τη γαλλική επαρχία ως τους πλέον απομακρυσμένους νησιωτικούς πολιτισμούς του Ειρηνικού- αν ικανοποιούσαν τη συνθήκη του κεντρικού θέματος του θανάτου και της ανάστασης του θεού, γεγονός που οδήγησε στη δωδεκάτομη 3η έκδοση του έργου του (1911-15). Όπως ο Τάιλορ και άλλοι προγενέστεροι, ο Φρέιζερ θέλησε να καταγράψει την πλήρη εξέλιξη του ανθρώπινου πνεύματος «από την άγρια κατάσταση έως τον πολιτισμό» όπως επίσης και τις επιβιώσεις της πρωτόγονης μαγείας και της προκατάληψης στις «υψηλές θρησκείες» του χριστιανισμού, του ιουδαϊσμού και του ισλαμισμού. [12]

Ερμηνευτικές Προσεγγίσεις
Οι Ρόμπερτσον Σμιθ και Φρέιζερ ήταν οι δύο πόλοι έμπνευσης της σχολής του μύθου και της τελετουργίας, μια προσέγγιση ουσιαστικά στα ιστορικά και πολιτισμικά πρωτεία της τελετουργίας, που θεμελίωσαν και δύο αλληλεξαρτώμενους κλάδους της έρευνας της Εγγύς Ανατολής και των Κλασικιστών του Κέιμπριτζ. [13] Από τον πρώτο κλάδο ο μελετητής της Παλαιάς Διαθήκης Σάμιουελ Χένρι Χουκ (Samuel Henry Hooke) (1874-1968) υπoστήριξε τη θέση ότι ο μύθος και η τελετουργία -αυτό που λέγεται και αυτό που πράττεται- ήταν αναπόσπαστα συνδεδεμένα στους πρώιμους πολιτισμούς της Αρχαίας Αιγύπτου, της Βαβυλώνας και της Xαναάν σε μία τελετουργική θρησκεία που επικεντρωνόταν στην δραματοποίηση του θανάτου και της ανάστασης του βασιλιά ως θεού, στον οποίο στηριζόταν η ευημερία της κοινότητας. Ουσιαστική για την τελετουργική πράξη ήταν η απαγγελώμενη ιστορία, που φαίνεται ότι περιέκλειε ίση δυνατότητα με την τελετουργική πράξη. Βέβαια, στην πορεία του χρόνου η πράξη και η εξιστόρηση διαχωρίστηκαν, γεννώντας διακριτές θρησκείες και δραματικά είδη. [14]

Η σχολή των κλασικιστών του Κέιμπριτζ ανέπτυξε συστηματικά τούτη τη θεωρία, επιχειρηματολογώντας ότι η λαϊκή παράδοση και η λογοτεχνία ξεπήδησαν από τελετουργικές δραστηριότητες αρχαίων ιερών βασιλέων, όχι από την πραγματική ιστορία ή τη λαϊκή φαντασία, όπως πίστευαν επί μακρόν οι άνθρωποι. Ιδιαίτερα οι Γκίλμπερτ Μάρεϊ (George Gilbert Aimé Murray), Φράνσις Μ. Κόρνφορντ (Francis Macdonald Cornford) προσπάθησαν να δείξουν με ποιον τρόπο παρέχει τα δομικά πρότυπα του ελληνικού δράματος ο μύθος του θνήσκοντος και αναγεννώμενου θεού-βασιλέα της Εγγύς Ανατολής, παρών και στις τελετουργίες της διονυσιακής γονιμότητας. [15]

Μία από τις σημαντικότερες μορφές που επηρέασε τους σύγχρονους και μεταγενεστέρους κλασικιστές του Κέιμπριτζ ήταν η Τζέιν Έλεν Χάρισον (Jane Ellen Harrison) με δύο σημαντικές μελέτες, τα Προλεγόμενα στη Μελέτη της Ελληνικής Θρησκείας (1903) και το Θέμις (1912), προσπάθησε εν μέρει να στερεώσει τις απαρχές του ελληνικού μύθου, του δραματικού θεάτρου ακόμη και τους ολυμπιακούς αγώνες στις αρχαίες τελετουργίες που περιγράφει ο Φρέιζερ. [16]

Θέτοντάς το απλά, η Χάρισον είδε την τελετουργία ως πηγή του μύθου. Το εξελικτικό της πλαίσιο υπέθετε πως οι αρχέγονες τελετουργικές δραστηριότητες έσβησαν με το πέρασμα του μύθου, ενώ οι συνοδευτικοί μύθοι συνέχισαν να υπάρχουν σε διάφορες μορφές. Θεώρησε επίσης ότι από τη στιγμή που ο μύθος έχασε την αρχέγονη σχέση του με την τελετουργία, εξαιτίας του εγγενούς δυναμικού του διευρύνθηκε διανοητικά εφαρμοζόμενος σε συγκεκριμένες ιστορικές μορφές, ενώ ταυτόχρονα υιοθετήθηκε ως ψευδοεπιστημονική -μαγική κατά τον Ράπαπορτ (Angelo Solomon Rappoport)- ερμηνεία ιδιαίτερων φαινομένων. Τούτη η υπόθεση, την οποία παρουσίασε η Χάρισον στο Θέμις, αποκρυστάλλωνε ουσιαστικά τις βασικές ιδέες της σχολής των τελετουργιστών του Κέιμπριτζ και πολλοί ερευνητές τις εφάρμοσαν ευρύτατα, όπως ο Κόρνφορντ, ο Μάρεϊ ή ο Χουκ. [17]

Σε μια ιδιαίτερα σημαντική κριτική που άσκησε ο Κλάιντ Κλάκχον (Clyde Kluckhohn), υπέδειξε ότι όπως υπάρχουν μύθοι και τελετουργικά πλήρως αλληλεξαρτώμενα, έτσι είναι δυνατόν να υπάρξουν μύθοι και τελετουργικά πλήρως ανεξάρτητα μεταξύ τους. Βασισμένος στις δικές του μελέτες υποστήριξε ότι «μήτε ο μύθος ούτε η τελετουργία μπορεί να θεωρηθεί πρωταρχική» [18] Προκειμένου να βελτιωθούν οι μέθoδοι που χρησιμοποιούσε η σχολή του μύθου και της τελετουργίας, ο Κλάκχον κάλεσε την ακαδημαϊκή κοινότητα να δοκιμάσει τις γενικότητες με πραγματικά δεδομένα και λεπτομερείς μελέτες των πραγματικών σχέσεων ανάμεσα στον μύθο και την τελετουργία. [19]

Η κριτική του Γιόζεφ Φόντενροουζ (Joseph Fontenrose) σχεδόν τριάντα χρόνια αργότερα υπήρξε ακόμη πιο αυστηρή από του Κλάκχον. Υποδεικνύοντας ασυνέπειες και λάθη της σχολής του μύθου και της τελετουργίας, ιδιαίτερα στο έργο του Φρέιζερ, ο Φόντενροουζ έδειξε ότι δεν υπάρχουν ιστορικά ή εθνογραφικά στοιχεία που να μπορούν να χρησιμεύσουν ως μαρτυρίες για το πρότυπο της θυσίας στους βασιλείς της Εγγύς Ανατολής. Η κριτική του που ήταν συνδυασμός των προκλήσεων του Κλάκχον και άλλων υπονόμευσε σε μεγάλο βαθμό τις τάσεις καθολικής εφαρμογής προτύπων των προηγούμενων γενεών ερευνητών. [20]

Με τη σειρά τους οι φαινομενολόγοι της θρησκείας μετατόπισαν αρκετά την ιδέα της τελετουργίας στη βάση της Religionswissenschaft, ή της «επιστήμης της θρησκείας», όρο που χρησιμοποίησε πρώτος ο Μίλερ για να προσδιορίσει μία μη θεολογική και μη φιλοσοφική προσέγγιση στη θρησκεία, ακόμη και αν δεν ήταν σίγουρος πως ήταν η κατάλληλη εποχή για τέτοιες ιδέες. Οι φαινομενολόγοι απέρριψαν την ορθολογιστική προσέγγιση της θρησκείας του Τάιλορ ως μορφή πρωτόγονης ερμηνείας. Ανέπτυξαν την ιδέα του ότι οι μύθοι είναι ή αντιπροσωπεύουν μια μορφή κατανόησης, ενώ παράλληλα απέρριψαν το συμπέρασμά του ότι «τέτοιες θρησκευτικές ερμηνείες, αν και ενδιαφέρουσες, δεν είναι τίποτα άλλο από υποκειμενικές πλάνες και λανθασμένες λογικές επαγωγές».

Ένας από τους πρώτους φαινομενολόγους, ο Ρούντολφ Ότο (Rudolf Otto) (1869-1937) στο “Ιδέα του Ιερού” (1917), προσέγγισε τη θρησκευτική εμπειρία ως πραγματικό φαινόμενο και συμβούλεψε τους λόγιους ερευνητές να εξερευνήσουν τα στοιχεία τέτοιων εμπειριών όπως η βίωση του μύθου, η τελετουργία και άλλες εμπειρίες του «ιερού» ως κάτι εντελώς διαφορετικό. Αργότερα οι φαινομενολόγοι κατανόησαν πως δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν το εξελικτικό πρότυπο για να αιτιολογήσουν τις διαφορές ανάμεσα στις διάφορες θρησκείες, ούτε να διερευνήσουν την ιστορικότητα του μύθου και της τελετουργίας. Σε γενικές γραμμές για τον ιστορικό των θρησκειών το γεγονός ότι η τελετουργία ή ο μύθος είναι σχεδόν πάντα ιστορικά τροποποιημένος, δεν εξηγεί καθόλου την ίδια την ύπαρξη του μύθου ή της τελετουργίας. Με άλλα λόγια η ιστορικότητα μιας θρησκευτικής εμπειρίας δεν μας λέει απολύτως τίποτα για το τι είναι εν τέλει η θρησκευτική εμπειρία.

Η Τελετουργία στην Εσωτερική Παράδοση
Οι θρησκείες, οι φιλοσοφίες και οι επιστήμες ωριμάζουν όσο ωριμάζει η ίδια η ανθρωπότητα, επεκτείνoντας τη συνειδητότητά της προς το άγνωστο –κάτι που συνιστά απόλυτη αναγκαιότητα για την εξέλιξη. Η βάση όλων των πεποιθήσεών μας δεν είναι τίποτε άλλο από «μαγεία»[21]

Ο ορισμός της μαγείας είναι σε ένα μεγάλο μέρος του ζήτημα ατομικής άποψης, δεδομένου ότι σημαίνει τόσα πολλά πράγματα σε διαφορετικούς ανθρώπους. Ωστόσο, στη θεμελιακή ερμηνεία της η μαγεία ήταν η πλέον αποφασιστική προσπάθεια για να καθιερωθεί μια πραγματική λειτουργική σχέση μεταξύ των εσωτερικών και των εξωτερικών καταστάσεων της ύπαρξης.

Η μαγεία μεταφράζει ή προσπαθεί να μεταφράσει ενέργειες από τη μία κατάσταση ύπαρξης σε μια άλλη στηριζόμενη στην πρόθεση της ενεργητικής διάνοιας. Το ίδιο κάνει ουσιαστικά και η επιστήμη αλλά με έναν διαφορετικό τρόπο και διαφορετική μέθοδο. [22] Τα συμβολικά εργαλεία του μάγου και του μαθηματικού λειτουργούν στις εσωτερικές διαστάσεις του σύμπαντος για να παράγουν εξωτερικά αποτελέσματα.

Υπό αυτή την έννοια η τελετουργία είναι ένα εξαιρετικό εργαλείο μετουσίωσης της δύναμης και είναι ανεκτίμητης αξίας για εκείνους που μπορούν να τη χειριστούν αποτελεσματικά, ενώ σαν τρόπος ζωής έχει πολλά να προσφέρει σε εκείνους που μπορούν να ακολουθήσουν τα μονοπάτια της. [23] Ουσιαστικά είμαστε όλοι τελετουργοί, γιατί η ίδια η ζωή χρειάζεται μια τελετουργικά επαναλαμβανόμενη πράξη, προκειμένου να κυλήσει τον τροχό του χρόνου. Είμαστε επίσης τελετουργοί στη λογοτεχνία, στο δράμα, τη μουσική, την τέχνη και την επιστήμη. Όλες οι εκφάνσεις της ζωής υφαίνουν τελετουργικά το χαλί της ύπαρξης είτε το συνειδητοποιούμε είτε όχι.

Στη σύγχρονη εποχή η τελετουργία θεωρείται τύπος στερεότυπης συμπεριφοράς που συμβολίζει ή εκφράζει κάτι και, υπό αυτή τη μορφή, συσχετίζει την ατομική συνείδηση με την κοινωνική οργάνωση. Δηλαδή, δεν είναι πλέον συνταγή γραμμένη για να ρυθμίσει την πρακτική του εσωτεριστή, αλλά ένας λειτουργικός τύπος πρακτικής ερμηνεύσιμος και αντιπροσωπευτικός μιας αόρατης και σιωπηρής πράξης. [24]

Από τα τελετουργικά κείμενα και τα μαγικά γκριμουάρ η ανθρωπότητα έφθασε να συνειδητοποιεί την τελετουργία ως πράξη επαναλαμβανόμενης συμβολικής συμπεριφοράς, [25] γεγονός που υποδεικνύει την ευρύτητα του όρου στις διαφορετικές εκφάνσεις όχι μόνον της εσωτερικής αλλά και της εξωτερικής ζωής.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ

Οι σπουδαιότερες αξίες των  Ελλήνων είναι οι θρησκευτικές. Η αρχαία Ελληνική θρησκεία είναι πολυθεϊστική και ως αντικείμενο της λατρείας της, είναι οι Ολύμπιοι Θεοί (ουράνιοι), οι χθόνιες θεότητες αλλά και οι ήρωες (ημίθεοι).
 
Ένα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά της αρχαίας ελληνικής θρησκείας είναι ότι έχει έντονο τελετουργικό – δρωμενικό χαρακτήρα και περιλαμβάνει ποικίλες πράξεις λατρείας . Στην εργασία αυτή θα διασαφηνίσουμε αρχικά τον όρο τελετουργία, όπως αυτός παρουσιάζεται μέσα από τα θρησκευτικά δρώμενα της ελληνικής θρησκείας. Έπειτα θα αναφερθούμε συνοπτικά στις βασικές ιερές πράξεις της θρησκείας αυτής. Κατόπιν θα περιγράψουμε τον ιδιαίτερο ρόλο των θρησκευτικών λειτουργών κυρίως στα πλαίσια της ελληνικής κλασσικής πόλης. Στον επίλογο θα παραθέσουμε επιγραμματικά τα συμπεράσματα από το ανάπτυγμα της όλης εργασίας μας.
 
Εκκινώντας την διερεύνηση του θέματος θα αναφερθούμε συνοπτικά στο πως εννοείται ο όρος τελετουργία στην ελληνική θρησκευτική παράδοση διασαφηνίζοντας τον όρο αυτό. Η σύγχρονη μελέτη του αρχαίου κόσμου έχει στραφεί εντατικά στην επιστήμη της θρησκειολογίας για την πληρέστερη κατανόηση του κόσμου αυτού, ενασχολούμενη κυρίως με τις ιεροτελεστίες και τα τελετουργικά δρώμενα.
 
Έτσι ώστε η αρχαιότητα, να μην αντιμετωπίζεται αποκομμένη και απομονωμένη από την θρησκευτικότητα του αρχαίου ανθρώπου, η οποία ουσιαστικά όχι μόνο περιλαμβάνει και πλαισιώνει την ύπαρξή του, αλλά τολμούμε να ισχυριστούμε ότι η ίδια η οντογονική του ταυτότητα περιλαμβάνεται μέσα στην ίδια την θρησκευτικότητά του αδιαχώριστα.
 
Με τον όρο τελετουργία εννοούμε το σύνολο των ενεργειών – δρωμενικών πράξεων με σαφή επικοινωνιακό χαρακτήρα που συνδέει τους μετέχοντες τελεστές με τις ανώτερες πνευματικές υπάρξεις. Οι τελετουργικές αυτές πράξεις δρουν αποτελεσματικά επειδή οι θρησκευτές που μετέχουν σε αυτές, είτε πρόκειται για μια οικογένεια είτε για μια κοινότητα ή ακόμη και για μια πόλη, αποκομίζουν μέσα από αυτήν την τελετουργική διαδικασία, ενισχυμένη την έννοια της ταυτότητας τους, της συγκροτήσεως τους και εν τέλει της αλληλεγγύης τους.
 
Η τελετουργική δηλαδή διαδικασία στοχεύει στην οργάνωση του χώρου και του χρόνου που καθορίζει τις σχέσεις όχι μόνο μεταξύ ανθρώπων και θεών, αλλά προσδιορίζει και δομεί τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Η ελληνική θρησκεία χαρακτηρίζεται ως τελετουργική και με μια άλλη διάσταση, με την έννοια δηλαδή ότι ως θρησκεία δεν έχει αναπτυχθεί γύρω από ένα θέσφατο δογματικό περιεχόμενο αφού δεν της είναι διόλου απαραίτητο για την λειτουργία της. Και μόνο η πιστή τήρηση των τελετουργιών, διασφαλίζει την διατήρηση και την συνοχή της θρησκευτικής της παράδοσης. Αυτή η στερεότυπα πολλές φορές επαναλαμβανόμενη τελεσματική πρακτική της, αποκλείει την ύπαρξη μιας δογματικής θρησκευτικής σκέψης, αλλά αντιθέτως μέσα από το δρωμενικό τέλεσμα προβάλλεται ένα ολόκληρο οργανωμένο θρησκευτικό σύστημα, πλήρως ενταγμένο στην ιδιοσυγκρασία και την ψυχοσύνθεση του Έλληνα θρησκευτή. Ως γενικό συμπέρασμα για την αξία του τελέσματος είναι ότι το τελετουργικό αυτό θρησκευτικό βίωμα στον Έλληνα άνθρωπο συνέχει και εδραιώνει την κοινωνία του, διακανονίζοντας εν τέλει τις σχέσεις της κοινωνίας αυτής, με το σύμπαν που την περιβάλλει.
 
 – Τρία είναι τα κύρια γνωρίσματα της ελληνικής θρησκείας. Πρώτον η θρησκεία αυτή είναι αμιγώς τελετουργική, αφού το τέλεσμα υποστηλώνει και εδραιώνει όλο το θρησκευτικό της οικοδόμημα. Δεύτερον η τελετουργία της είναι θυσιαστική αφού δίχως θυσιαστική ανταποδοτική πράξη δεν νοείται ελληνική θρησκεία. Τρίτον η θρησκεία αυτή είναι κοινωνική αφού όλη η λειτουργία, η δομή της και η αξία της εκδηλώνεται μονάχα όταν επιτελείται εν μέσω ενός κοινωνικού ομίλου, μικρότερου η ευρύτερου.
---------------
Σημειώσεις
[1]. Kertzer, D.I. (1988) Ritual, Politics and Power, London: Yale University Press, σ. 9.
[2]. Alan Barnard – Jonathan Spencer (eds), Encyclopedia of Social and Cultural Anthropology, New York, USA, σ. 738.
[3]. Kelly, J.D. – Kaplan M. (1990) «History, Structure and Ritual», Annual Review of Anthropology, 19, σσ. 119–150.
[4]. Βλ. το Muller F. Max (1967) Lectures on the Science of Language, Scribner, Armstrong and Co., New York.
[5]. ‘Aποψη που εκτέθηκε στο Lang Andrew, (1968) The Making of Religion, AMS Press, New York.
[6]. Ackerman Robert, (1975) «Frazer on Myth and Ritual», στο Journal of the History of Ideas, 36, σ. 117.
[7]. Robertson Smith William, Lectures on the Religion of the Semites: The Fundamental Institutions, KTAV Publishing House, New York, σσ. 28-29.
[8]. Beidelman T.O. (1974), W. Robertson Smith and the Sociological Study of Religion, University of Chicago Press, Chicago, σσ. 57-61.
[9]. Robertson Smith William, (1969) ό.π., σ. 29.
[10]. Ackerman Robert, (1975) ό.π., σσ. 115, 122.
[11]. Για τις σύνθετες μετατοπίσεις της σκέψης του Φρέιζερ βλ. Ackerman Robert, (1975) ό.π., 123, 132.
[12]. Frazer James George (1955), The Golden Bough: A Study in Magic and Religion, 3d ed. [1911] Macmillan, London, vol. 10, p. vi. επίσης Jonathan Z. Smith, (1973) «When the Bough Breaks», History of Religions 12, no. 4, σ. 345.
[13]. Περαιτέρω ανάλυση αυτών των σχολών στο Doty W.G. (1986), Mythography: The Study of Mths and Rituals, University of Alabama Press, Tuscaloosa, σσ. 73-78 και Segal R.A. (1980), «The Myth-Ritualist Theory of Religion», στο Journal for the Scientific Study of Religion 19, no. 2 : 173-85.
[14]. Bell, Catherine M., (1997), Ritual: perspectives and dimensions, Oxford University Press, New York Oxford.
[15]. Arlen Shelley (1990), The Cambridge Ritualists: An Annotated Bibliography of the Works by and about Jane Ellen Harrison, Gilbert Murray, Francis M. Cornford, and Arthur Bernard Cook, Scarecrow, Metuchen, N.J. και το Calder W.M. (1991)(ed.), The Cambridge Ritualists Reconsidered, Scholars Press, Atlanta.
[16]. Jane Ellen Harrison, Προλεγόμενα στη μελέτη της ελληνικής θρησκείας, Ιάμβλιχος, Αθήνα και Jane Ellen Harrison, Θέμις: Μια μελέτη των κοινωνικών πηγών της ελληνικής θρησκείας, Ιάμβλιχος, Αθήνα.
[17]. Hyman St.E., (1955), «The Ritual View of Myth and the Mythic», Journal of American Folklore 68 σσ. 463-65.
[18]. Kluckhohn Clyde (1942), «Myths and Rituals: A General Theory» στο Harvard Theological Review, σσ. 54, 55.
[19]. Kluckhohn Clyde (1942), «Myths and Rituals: A General Theory» ό.π., σ. 59. 35.
[20]. Fontenrose Joseph (1971, The Ritual Theory of Myth, University of California Press, Berkeley, σσ. 56-59, όπου εφαρμόζει έναν λειτουργιστικό τύπο προσέγγισης, χρησιμοποιώντας για παράδειγμα τον σχηματισμό του μύθου που προτείνει ο Μπρόνισλαβ Μαλινόβσκι.
[21]. Gray William G., Magical Ritual Methods, Wiser, Maine, York Beach, 7.
[22]. Butler Eliza Marian 1949, Ritual Magic, Cambridge University Press, 3.
[23]. Gray William G., ό.π., 8.
[24]. Asad, Talal. «Toward a Genealogy of the Concept of Ritual» in Asad (ed.). Genealogies of Religion: Discipline and Reasons of Power in Christianity and Islam. Baltimore and London: Johns Hopkins University Press, 1993. 55–79. σ 57.
[25]. Boudewijnse, B. 1998. «British roots of the concept of ritual» in Molendijk and Pels (eds.) Religion in the Making, 277–295, σ. 277