Τρίτη 23 Ιουλίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Νεφέλαι (1452-1492)

ταυτὶ δι᾽ ὑμᾶς, ὦ Νεφέλαι, πέπονθ᾽ ἐγώ,
ὑμῖν ἀναθεὶς ἅπαντα τἀμὰ πράγματα.
ΧΟ. αὐτὸς μὲν οὖν σαυτῷ σὺ τούτων αἴτιος,
1455 στρέψας σεαυτὸν εἰς πονηρὰ πράγματα.
ΣΤ. τί δῆτα ταῦτ᾽ οὔ μοι τότ᾽ ἠγορεύετε,
ἀλλ᾽ ἄνδρ᾽ ἄγροικον καὶ γέροντ᾽ ἐπῄρετε;
ΧΟ. ἡμεῖς ποιοῦμεν ταῦθ᾽ ἑκάστοθ᾽, ὅταν τινὰ
γνῶμεν πονηρῶν ὄντ᾽ ἐραστὴν πραγμάτων,
1460 ἕως ἂν αὐτὸν ἐμβάλωμεν εἰς κακόν,
ὅπως ἂν εἰδῇ τοὺς θεοὺς δεδοικέναι.
ΣΤ. ὤμοι, πονηρά γ᾽, ὦ Νεφέλαι, δίκαια δέ·
οὐ γάρ με χρῆν τὰ χρήμαθ᾽ ἁδανεισάμην
ἀποστερεῖν. νῦν οὖν ὅπως, ὦ φίλτατε,
1465 τὸν Χαιρεφῶντα τὸν μιαρὸν καὶ Σωκράτη
ἀπολεῖς μετ᾽ ἐμοῦ ᾽λθών, οἳ σὲ κἄμ᾽ ἐξηπάτων.
ΦΕ. ἀλλ᾽ οὐκ ἂν ἀδικήσαιμι τοὺς διδασκάλους.
ΣΤ. ναὶ ναί, καταιδέσθητι πατρῷον Δία.
ΦΕ. ἰδού γε Δία πατρῷον· ὡς ἀρχαῖος εἶ.
1470 Ζεὺς γάρ τις ἔστιν; ΣΤ. ἔστιν. ΦΕ. οὐκ ἔστ᾽, οὔκ, ἐπεὶ
Δῖνος βασιλεύει τὸν Δί᾽ ἐξεληλακώς.
ΣΤ. οὐκ ἐξελήλακ᾽, ἀλλ᾽ ἐγὼ τοῦτ᾽ ᾠόμην
διὰ τουτονὶ τὸν Δῖνον. οἴμοι δείλαιος,
ὅτε καὶ σὲ χυτρεοῦν ὄντα θεὸν ἡγησάμην.
1475 ΦΕ. ἐνταῦθα σαυτῷ παραφρόνει καὶ φληνάφα.
ΣΤ. οἴμοι παρανοίας· ὡς ἐμαινόμην ἄρα,
ὅτ᾽ ἐξέβαλλον τοὺς θεοὺς διὰ Σωκράτη.
ἀλλ᾽, ὦ φίλ᾽ Ἑρμῆ, μηδαμῶς θύμαινέ μοι
μηδέ μ᾽ ἐπιτρίψῃς, ἀλλὰ συγγνώμην ἔχε
1480 ἐμοῦ παρανοήσαντος ἀδολεσχίᾳ·
καί μοι γενοῦ ξύμβουλος, εἴτ᾽ αὐτοὺς γραφὴν
διωκάθω γραψάμενος, εἴθ᾽ ὅ τι σοι δοκεῖ.
ὀρθῶς παραινεῖς οὐκ ἐῶν δικορραφεῖν,
ἀλλ᾽ ὡς τάχιστ᾽ ἐμπιμπράναι τὴν οἰκίαν
1485 τῶν ἀδολεσχῶν. δεῦρο, δεῦρ᾽, ὦ Ξανθία,
κλίμακα λαβὼν ἔξελθε καὶ σμινύην φέρων,
κἄπειτ᾽ ἐπαναβὰς ἐπὶ τὸ φροντιστήριον
τὸ τέγος κατάσκαπτ᾽, εἰ φιλεῖς τὸν δεσπότην,
ἕως ἂν αὐτοῖς ἐμβάλῃς τὴν οἰκίαν·
1490 ἐμοὶ δὲ δᾷδ᾽ ἐνεγκάτω τις ἡμμένην,
κἀγώ τιν᾽ αὐτῶν τήμερον δοῦναι δίκην
ἐμοὶ ποήσω, κεἰ σφόδρ᾽ εἴσ᾽ ἀλαζόνες.

***
Ο Στρεψιάδης, αφού έμεινε για λίγο συλλογισμένος, γυρίζει στις Νεφέλες και τους λέει:Για σας, Νεφέλες, τα ᾽παθα εγώ τούτα,
που κρέμασα από σας την τύχη μου όλη.
ΚΟΡ. Δε φταίμε εμείς, εσύ ᾽σαι ο μόνος αίτιος,
που ρίχτηκες σε πράματα όχι τίμια.
ΣΤΡ. Γιατί δε μου το λέγατε όμως τότε,
κι αφήσατε ένα γέρο, ένα χωριάτη
να πάρει ο νους του αέρα; ΚΟΡ. Πάντοτ᾽ έτσι
κάνουμ᾽ εμείς, σα βλέπουμε κανένα
που οι άτιμες δουλειές τ᾽ αρέσουν, ώσπου
1460 σε συμφορά να πέσει και να μάθει
να ᾽χει των θεών το φόβο. ΣΤΡ. Αλίμονό μου·
κακό είν᾽ αυτό, Νεφέλες, μα είναι δίκιο·
λεφτά που τα ᾽χα πάρει δανεικά
δεν έπρεπε να θέλω να τα φάω.
Στο Φειδιππίδη.
Και τώρα να εξοντώσουμε έλα, γιε μου,
αυτόν το σιχαμένο Χαιρεφώντα
και το Σωκράτη, που έτσι μας γελούσαν.
ΦΕΙ. Κακό δεν κάνω στους δασκάλους μου, όχι.
ΣΤΡ. Τον πατρικό σεβάσου Δία και κάν᾽ το.
ΦΕΙ. Δία πατρικό! Τί παλαιικές ιδέες!
1470 Μα υπάρχει Δίας; ΣΤΡ. Υπάρχει. ΦΕΙ. Δεν υπάρχει·
ο Ρούφουλας του Δία το θρόνο πήρε.
ΣΤΡ. Δεν του τον πήρε, αυτό το ρουφογυάλι
μ᾽ έκαμε και το πίστεψα.
Παίρνει ένα ποτήρι, που ήταν πλάι στην εκεί κοντά στημένη στήλη του Ερμή, το δείχνει στους θεατές κι έπειτα απευθύνεται σ᾽ αυτό.
Αχ ο δόλιος·
κι εσένα, τον πηλό, για θεό σε πήρα.
ΦΕΙ. Φλυαρίες και τρέλες· άκου τες μονάχος.
Φεύγει.
ΣΤΡ. Βλακεία κι αυτή! Τρελάθηκα, ν᾽ αρνιέμαι
τους θεούς για το χατίρι του Σωκράτη.
Γυρίζει προς τη στήλη του Ερμή.
Αγαπητέ μου Ερμή, μη μου θυμώνεις,
συμπάθα με και μη με καταστρέφεις,
1480 αν έχασα το νου μου απ᾽ τις παλάβρες·
δέξου να γίνεις συμβουλάτοράς μου·
να τους μηνύσω ή τί σου αρέσει; Πες μου.
Κολλά το αφτί του στο στόμα του Ερμή και κάνει πως ακούει.
Σωστά μου λες, να μην αρχίσω δίκες
παρά στο σπίτι αυτών των φαφλατάδων
φωτιά να βάλω ευθύς. (Φωνάζει.) Ξανθία, Ξανθία,
πάρε μια σκάλα και μια τσάπα κι έλα
εδώ έξω. Στη σκεπή του ερευνητήριου,
αν αγαπάς το αφεντικό σου, ανέβα
και βάρα με την τσάπα, ώσπου το σπίτι
να σωριαστεί και πάνω τους να πέσει.
Ο δούλος, που βγήκε από το σπίτι, αρχίζει την εκτέλεση της διαταγής.
1490 Σ᾽ εμένα ένα δαδί αναμμένο φέρτε·
μ᾽ όλη την ξιπασιά τους, από μένα
θα βρουν την τιμωρία τους· τώρα κιόλας.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΑΡΚΟΥΔΑ

ΑΡΚΟΥΔΑ
σύζυγος του Κέφαλου (γυναίκα)
 
Πρόκειται για τη δεύτερη σύζυγο του Κέφαλου, το ζώο αρκούδα που μεταμορφώθηκε σε γυναίκα, όταν έμεινε έγκυος από εκείνον.
 
Ο Κέφαλος ήταν γιος του βασιλιά της Φωκίδας Δηιώνα και της Διομήδης, κόρης του Ξούθου. Παντρεύτηκε την Πρόκριδα, κόρη του βασιλιά των Αθηνών Ερεχθέα και της Πραξιθέας. Το ζευγάρι δέθηκε με αμοιβαίους όρκους αγάπης και με την υπόσχεση ότι δεν θα δένονταν ερωτικά με άλλους συντρόφους. Την υπόσχεση έσπασαν διαδοχικά και οι δυο, πρώτα η Πρόκριδα, μετά ο Κέφαλος.
Και οι δυο τους αγαπούσαν το κυνήγι, κυρίως ο Κέφαλος, και σύχναζαν στις πλαγιές του Υμηττού. Εκεί τον είδε η Ηώ και τον ερωτεύτηκε. Προσπάθησε να τον αποπλανήσει αλλά εκείνος, πιστός στον όρκο του στην Πρόκριδα, αρνιόταν. Τότε η θεά τον άρπαξε και τον έφερε στη Συρία. Αλλά και πάλι ο Κέφαλος αρνιόταν κάθε επαφή μαζί της. Τότε η Ηώ του πρότεινε να δοκιμάσει την πίστη της γυναίκας του, και αν εκείνη δειχνόταν άπιστη, τότε ο Κέφαλος θα αποδεσμευόταν από τους όρκους του. Το «παιχνίδι» της δοκιμασίας προέβλεπε μακρόχρονη απουσία του Κέφαλου -οκτώ χρόνια. Ύστερα, με τη βοήθεια της Ηώς πήρε τη μορφή ενός ξένου, του Πτελέοντα, και εμφανίστηκε στη γυναίκα του προσφέροντάς της δώρα από χρυσό. Τα πολλαπλασίασε, όταν η Πρόκριδα αρνήθηκε και πρόσθεσε και ένα χρυσό στεφάνι. Δελεασμένη η γυναίκα, τον δέχθηκε στο δωμάτιό της, όπου και της αποκαλύφθηκε ο Κέφαλος, την κατηγόρησε για απιστία και την εγκατέλειψε για την Ηώ. Από την ένωσή τους γεννήθηκε ο Φαέθων. Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο, η Πρόκριδα πραγματικά κοιμήθηκε με τον Πτελέοντα και ο Κέφαλος τους έπιασε επ' αυτοφώρω. Όπως και να έγινε, η Πρόκριδα ξενιτεύτηκε, πήγε στην Κρήτη, στον βασιλιά Μίνωα. Η ιστορία της εδώ εμπλέκεται με την ατεκνία του Μίνωα, με ένα μάλλον αφροδίσιο νόσημα από το οποίο υπέφερε ο βασιλιάς και με την επιθυμία του να ενωθεί με την Αθηναία πριγκίπισσα. Πιο συγκεκριμένα:
 
Στην αρχή της βασιλείας του ο Μίνωας δεν έκαμνε παιδιά· από το σώμα του έβγαιναν ερπετά που έτρωγαν τα σπλάχνα κάθε γυναίκας που ξάπλωνε μαζί του. Μόνο η γυναίκα του Πασιφάη δεν έπαθε τίποτε, γιατί ήταν κόρη του Ήλιου. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή του μύθου η Πασιφάη του έκανε μάγια, γιατί ο Μίνωας είχε πολλές ερωμένες. Έτσι, οι γυναίκες που πήγαιναν μαζί του τις καταβρόχθιζαν σκορπιοί και φίδια που έβγαιναν από το σώμα του. Όταν ο Μίνωας θέλησε την Πρόκριδα, εκείνη δέχτηκε να πάει μαζί του με αντάλλαγμα ένα κοντάρι που δεν έχανε ποτέ τον στόχο κι ένα σκύλο που δεν του ξέφευγε αγρίμι. Ήταν ο Λαίλαπας, δημιούργημα του Ήφαιστου, δώρο του Δία στην Ευρώπη που το κληροδότησε στον Μίνωα. Ύστερα η Πρόκρις τον θεράπεψε με ένα βότανο, το λεγόμενο «ρίζα της Κίρκης». Άλλες μαρτυρίες θέλουν την Πρόκριδα να χρησιμοποιεί δέρμα ή κύστη από αίγα, με το οποία έφτιαξε μια κύστη που την έβαλε στον κόλπο μιας γυναίκας και την προφύλαξε, καθώς φίδια και άλλα ερπετά κρατήθηκαν εκεί και δεν διαχύθηκαν στον οργανισμό της. Έτσι κοιμήθηκαν μαζί. Επειδή όμως η Πρόκρις φοβόταν τη νόμιμη γυναίκα του Μίνωα, την Πασιφάη, επέστρεψε στον Θορικό. Ήταν η σειρά της να δοκιμάσει τον Κέφαλο. Μεταμφιέστηκε σε έφηβο και άρχισε να συχνάζει σαν κυνηγός στα μέρη που κυνηγούσε και ο Κέφαλος στον Υμηττό. Το αλάθευτο κοντάρι της και ο σκύλος της, από τον οποίο δεν ξέφευγε κανένα θήραμα της επέτρεπαν να έχει πάντα ένα αποτελεσματικό κυνήγι σε αντίθεση με τον Κέφαλο που τον έδερνε η ατυχία. Θέλησε, λοιπόν, να αποκτήσει τα μέσα με τα οποία ο νεαρός έφηβος εξασφάλιζε την επιτυχία του στο κυνήγι, αλλά εκείνος του ζήτησε να σμίξουν μαζί. Τα κέρδη που θα προέκυπταν από τον σκύλο και το κοντάρι έκαμψαν τους δισταγμούς του Κέφαλου. Όταν όμως βρέθηκαν μαζί, αποκαλύφθηκε η πραγματική ταυτότητα του μεταμφιεσμένου έφηβου. Και η Πρόκριδα κατηγόρησε τον Κέφαλο για τη δική του απιστία που ήταν μεγαλύτερη και αισχρότερη από τη δική της. Ωστόσο, επήλθε συμφιλίωση μεταξύ τους. Πολύ περισσότερο τώρα, έχοντας τα πολύτιμα δώρα της Πρόκριδας, έβγαινε ο Κέφαλος στο κυνήγι, σπάνια με την Πρόκριδα που επίσης ήταν καλή κυνηγός, συχνότερα μόνος. Και επειδή η Πρόκριδα υποψιάστηκε την ύπαρξη άλλης γυναίκας, ζήτησε από έναν υπηρέτη του άνδρα της να της πει πού πήγαινε κα τι έκαμνε. Και ο υπηρέτης φανέρωσε ότι ο Κέφαλος ανέβαινε στην κορυφή του βουνού και φώναζε ὦ νεφέλη, παραγενοῦ, που σημαίνει σύννεφο έλα. Νομίζοντας η Πρόκριδα ότι επρόκειτο για γυναίκα με το όνομα «Νεφέλη», θέλησε να τη δει. Γι' αυτό, την επομένη, ακολούθησε κρυφά τον Κέφαλο, κι όταν εκείνος φώναξε το σύννεφο, η Πρόκριδα σηκώθηκε από εκεί που παραμόνευε για να δει. Ο Κέφαλος θεώρησε ότι επρόκειτο για ζώο που κρυβόταν και πέταξε το αλάθητο ακόντιο που πέτυχε τη γυναίκα του. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή του μύθου, το ζευγάρι κυνηγούσε μαζί· καθώς η Πρόκριδα απομακρύνθηκε μέσα σε μια συστάδα από πυκνούς θάμνους, ο Κέφαλος, χωρίς να προσέξει, έριξε το αλάθητο ακόντιο που πέτυχε την Πρόκριδα και τη σκότωσε. Την είδηση του θανάτου έφερε ο ίδιος στον Ερεχθέα, ο οποίος έθαψε το σώμα της κόρης του με τιμές, έμπηξε μάλιστα το ακόντιό του στον τάφο δείχνοντας έτσι πως η κόρη του πέθανε βίαια και ότι έπρεπε να υπάρξει εκδίκηση. Ο Κέφαλος δικάστηκε από τον Άρειο Πάγο και καταδικάστηκε σε ισόβια εξορία.
 
Ο Κέφαλος άφησε την Αθήνα και κατευθύνθηκε προς τη Θήβα, όπου τον είχε καλέσει ο Αμφιτρύωνας, για να βοηθήσει με το ακόντιο και τον σκύλο του στο κυνήγι της αλεπούς στο όρος Τευμησσός. Την είχαν στείλει οι θεοί σαν τιμωρία στους Θηβαίους, γιατί είχαν παρεκκλίνει από την ορθή διακυβέρνηση. Αυτή η άγρια αλεπού ρήμαζε την Καδμεία και οι Θηβαίοι ήταν υποχρεωμένοι να της προσφέρουν κάθε μήνα ένα από τα παιδιά τους, γιατί διαφορετικά θα άρπαζε πολλούς. Και καθώς η μοίρα της όριζε να μην μπορεί να τη φτάσει κανείς, η εξόντωσή της έμοιαζε αδύνατη. Γι' αυτό και ο Αμφιτρύωνας κάλεσε τον Κέφαλο με αντάλλαγμα ένα μέρος από τα λάφυρα των Τηλεβόων, εναντίον των οποίων θα εκστράτευε ο Αμφιτρύωνας· γιατί το πεπρωμένο του σκύλου του ήταν να πιάνει ό,τι κυνηγάει. Ο Κέφαλος δέχτηκε, με τον όρο να εξαγνιστεί για τον ακούσιο φόνο της γυναίκας τους. Και καθώς ο σκύλος καταδίωκε την αλεπού και επειδή το πεπρωμένο των δύο ζώων ήταν αυτό που ήταν, έμοιαζε η καταδίωξη να μην είχε τέλος. Και τότε ο Δίας μεταμόρφωσε και τους δυο σε πέτρινα αγάλματα, για να μπει τέλος σε αυτό το ατελείωτο κυνηγητό. Ύστερα ο Κέφαλος πήρε μέρος στην εκστρατεία του Αμφιτρύωνα εναντίον των Τηλεβόων, μαζί με τον Πανοπέα από τη Φωκίδα, τον γιο του Περσέα Έλειο από το Έλος του Άργους και τον Κρέοντα από τη Θήβα. Κι όταν νίκησαν, ο Κέφαλος πήρε για αντάλλαγμα ένα νησί που το ονόμασε Κεφαλληνία από το όνομά του.
 
Στην αρχή ο Κέφαλος δεν είχε παιδιά. Ρώτησε λοιπόν το μαντείο πώς θα μπορούσε να αποκτήσει και το μαντείο απάντησε να γυρίσει στο νησί του και να ενωθεί με το πρώτο θηλυκό που θα συναντούσε μπροστά του. Αυτό ήταν μια αρκούδα με την οποία ενώθηκε και η οποία έμεινε έγκυος. Ύστερα μεταμορφώθηκε σε γυναίκα και γέννησε ένα αγόρι, τον Αρκείσιο, πατέρα του Λαέρτη και παππού του Οδυσσέα.

Καμιά φορά χρειάζεται να σωπαίνεις για να ακουστείς

Μιλώ για εκείνα… Εκείνα τα μικρά, τα όμορφα, τα καθημερινά, εκείνα που θες να ζήσεις, εκείνα που δεν έζησες και εκείνα που θα έδινες τα πάντα για να τα ξαναζούσες.

Για όλα εκείνα λοιπόν που δεν μίλησες, για εκείνα που σώπασες για να μην τα ακούσουν. Για εκείνα που κράτησες μέσα σου και τα έθαψες κάτω από τα δάκρυα σου, για όλους αυτούς που προσπάθησαν να σε κρύψουν για να μην φανείς, για να μην φανεί η λάμψη σου.

Για εκείνα όμως τα μονοπάτια που έφεγγες το δρόμο τους ενώ εσύ περπατούσες στα σκοτάδια σου, η μοίρα σου είχε ήδη τις λάμπες αναμμένες. Για να δεις εκείνα τα κρυμμένα της ζωής που σιγολάμπουν.

Εκείνα τα ωραία τα απρόσμενα που κάνουν τα χαμόγελα πλατιά, αυτά που σε περιμένουν να τ αγγίξεις, να τα νιώσεις, να τα ζήσεις. Και είναι τόσο ωραία, μα τόσο καλά κρυμμένα πίσω από τις δυστυχίες, που καμία φορά νομίζεις πως δε θα προφτάσεις να τα ανταμώσεις.

Όμως εσύ προσπάθησε να περπατάς τη διαδρομή σου, αργά και σταθερά, σε κάθε βήμα μια ανάσα, μην βιάζεσαι, μην κάνεις θόρυβο και θα φτάσεις. Άσε τους άλλους να βιάζονται, θα δεις πως κάνουν θόρυβο όταν πέφτουν. Ζήσε όλα εκείνα που περνούν και ας σε κουράζουν, θα περάσουν και θα φύγουν και εκεί που απελπίζεσαι. θα φτάσεις.

θα φτάσεις σε όλα εκείνα που γύρισες τη πλάτη, σε όλα εκείνα τα μικρά που σε κοιτούσαν και δεν έβλεπες, θα φτάσεις σε αυτές τις βόλτες τις μοσχομυρισμένες και στα βράδια τα φεγγαρόλουστα. Δεν χρειάζεται, μάτια μου, να ακούγεσαι πάντα, καμιά φορά χρειάζεται να σωπαίνεις για να ακουστείς.

Και τότε μόνο θα σε ακούσουν οι χαρές και θα έρθουν να σε βρουν, γιατί ξέρεις οι χαρές μόνο όταν σωπαίνεις φαίνονται, όταν σωπαίνεις κρύβονται οι λύπες και ακούει η ζωή και ξυπνά και τότε θα δεις πως όλα εκείνα που νοσταλγούσες, σε περίμεναν.

Εκείνα τα όμορφα τα απλά, εκείνες οι καλημέρες που γεμίζουν πεταλούδες το στομάχι σου, εκείνο το χαμόγελο που λάμπει στο βλέμμα σου αλλά και εκείνος ο έρημος ο έρωτας, ο εγωιστικός, που είναι τόσο χαζό συναίσθημα από τη φύση του, ακόμη και εκείνος στέκεται συνάμα στο προορισμό σου. Όλα εκείνα που δεν περίμενες να τα ζήσεις ποτέ, είναι εκεί λοιπόν για να τα ξαναζείς όλα από την αρχή. Είναι εκείνα τα μικρά… που κάνουν τη ζωή μεγάλη!

Σε μια καρδιά γεμάτη ευγνωμοσύνη, δεν υπάρχει χώρος για φόβο

«Σε μια καρδιά γεμάτη ευγνωμοσύνη δεν υπάρχει χώρος για τον φόβο» –Mario Alonso Puig

Η ευγνωμοσύνη είναι μια μορφή έκφρασης αγάπης. Γι’ αυτό, όταν νιώθεις πραγματικά ευγνώμων για ό,τι σου έχει δοθεί, για ό,τι έχεις ζήσει και για ό,τι ζεις αυτή τη στιγμή, δεν αφήνεις καθόλου χώρο στο φόβο.

Σε προκαλώ να το δοκιμάσεις. Υπάρχει μια τεράστια διαφορά ανάμεσα στο να ζεις γεμάτος φόβο και ανησυχίες και στο να ζεις γεμάτος ευγνωμοσύνη, ευχαριστώντας για ό,τι έχεις δεχτεί. Πραγματικά τεράστια! Λένε ότι ο Άλμπερτ Αϊνστάιν ευχαριστούσε για ό,τι είχε πάνω από εκατό φορές τη μέρα.

Το μυαλό δεν καταλαβαίνει την άρνηση γιατί, κατά βάθος, η άρνηση είναι η απουσία επιβεβαίωσης. Ακριβώς όπως και το σκοτάδι είναι η απουσία φωτός. Γι’ αυτό, όταν δίνεις στο μυαλό σου μια αρνητική εντολή, δεν καταλαβαίνει, κρατάει τη φράση χωρίς την άρνηση.

Γι’ αυτό, όταν κάποιος σου λέει «μη σκεφτείς ένα κόκκινο αμάξι», εσύ σκέφτεσαι αμέσως ένα κόκκινο αμάξι. Δεν καταλαβαίνει την άρνηση. Γι’ αυτό, προκειμένου να αποφύγουμε μια σκέψη που μας βλάπτει, ο καλύτερος τρόπος είναι να στρέψουμε την προσοχή μας σε κάτι άλλο.

Ένα από τα μικρά πράγματα που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη ζωή μου ήταν η ευγνωμοσύνη. Όταν άρχισα να είμαι καθημερινά ευγνώμων, πρόσεξα αμέσως την αλλαγή.

Σε κανένα σύστημα δεν μπορούν να συμπράξουν ταυτόχρονα δύο αντίθετες εντολές. Δεν μπορείς να αγαπάς και να μισείς το ίδιο άτομο ταυτόχρονα. Κάτι δεν μπορεί να είναι βρεγμένο και στεγνό ταυτόχρονα. Ένα GPS δεν μπορεί να σε κατευθύνει σε δύο διαφορετικά μέρη την ίδια στιγμή. Το νερό δεν μπορεί να είναι ατμός και πάγος στην ίδια θερμοκρασία. Δεν μπορεί να νιώσεις ζήλια και εμπιστοσύνη ταυτόχρονα. Δεν μπορεί να υπάρχει φως και σκοτάδι την ίδια στιγμή.

Και τώρα φαντάσου έναν υπολογιστή, ένα GPS ή οποιοδήποτε πρόγραμμα υπολογιστή. Δεν μπορείς να εκτελέσεις μια εντολή την ίδια στιγμή με μια αντίθετή της.

Όλα στον κόσμο ανταποκρίνονται στη δυαδικότητα. Όλα έχουν δύο άκρα. Κατά βάθος, η αγάπη και το μίσος είναι οι δύο πόλοι του ίδιου συναισθήματος. Στην πραγματικότητα, υπάρχει μόνο η αγάπη, το μίσος είναι απλώς η έλλειψη αγάπης. Γι’ αυτό τον λόγο, δεν μπορεί κανείς να νιώθει ταυτόχρονα πολλή και καθόλου αγάπη.

Όλα τα συναισθήματα, όλες οι αισθήσεις έχουν το αντίθετό τους, που στην πραγματικότητα, είναι τα δύο άκρα του ίδιου πράγματος. Η θλίψη είναι η απουσία χαράς. Ο θυμός είναι η απουσία γαλήνης. Η γενναιότητα είναι η απουσία φόβου. Τα παράπονα είναι η απουσία ευγνωμοσύνης.

Η φτώχεια είναι η απουσία πλούτου. Η δυσανεξία είναι η απουσία ανεκτικότητας. Η οργή είναι η απουσία κατανόησης. Ο πόνος είναι η απουσία αποδοχής. Γι’ αυτό, όταν βρισκόμαστε στο ένα άκρο, κινδυνεύουν να περάσουμε στο άλλο. Γιατί τα άκρα συνδέονται.

Γι’ αυτό, πολλές φορές, όταν η αγάπη μετατρέπεται σε εμμονή και συναισθηματική εξάρτηση, δεν είναι πια αγάπη. Ο φόβος μπορεί να μετατραπεί σε μίσος μέσα σε μια στιγμή. Το ίδιο συμβαίνει όταν μπαίνεις και σε μια κατάσταση ευφορίας. Αν δεν ξέρεις πώς να τη διαχειριστείς, μπορείς να περάσεις στο άλλο άκρο, της θλίψης χωρίς καν να το καταλάβεις.

Εδώ προκύπτει, λοιπόν, η σημασία του να μάθει κανείς να διαχειρίζεται τα συναισθήματά του. Όταν υπερβάλλει σχετικά με το επίπεδο σημαντικότητας όσων σου συμβαίνουν, πλησιάζεις τα άκρα. Γιατί δίνεις μεγαλύτερη σημασία σε κάτι από όση έχει πραγματικά Αυτό συμβαίνει τόσο στα θετικά όσο και στα αρνητικά.

Η ζωή αποζητά την ισορροπία. Γι’ αυτό, αν πλησιάζεις το ένα άκρο, θα συμβεί κάτι για να σε βοηθήσει να ισορροπήσεις. Γι’ αυτό, ό,τι κι αν συμβεί στη ζωή σου, μην τρομάζεις. Τίποτα δεν είναι στάσιμο, η ζωή είναι ρευστή. Μη δίνεις ιδιαίτερη σημασία ούτε στο καλό ούτε στο κακό που θα συμβεί. Απλώς απόλαυσε αυτό που ζεις κάθε στιγμή χωρίς να ζητάς τίποτα περισσότερο.

Αν αισθάνεσαι ευτυχισμένος, απόλαυσέ το στο παρόν. Αν αισθάνεσαι θλιμμένος ή αν κάτι σε αγχώνει, μην ανησυχείς, θα περάσει. Τίποτα δεν είναι ακίνητο στο σύμπαν. Η φύση μας αποζητά πάντα την ισορροπία.

Η αλήθεια είναι πως έχω δύναμη, αλλά έχω κουραστεί…

Δύναμη είναι να πιστεύεις στην αγάπη ακόμα και αν έχεις πληγωθεί. Είναι το να σκουπίζεις τα δάκρυα σου ενώ κανείς δεν ξέρει ότι έκλαιγες.

Δύναμη είναι να αντιμετωπίζεις τους δαίμονες σου. Είναι το να κοιτάς κάποιον που μόνο σε πλήγωσε και να τον συγχωρείς.

Δύναμη είναι να βοηθάς τους άλλους ακόμα και όταν δεν έχεις λύσει όλα τα δικά σου θέματα.

Είναι το να δαγκώνεις την γλώσσα σου όταν κάποιος είναι αγενής και να συνειδητοποιείς ότι πρόκειται για μια αντανάκλαση του εαυτού του και όχι για δική σου.

Είναι να συνεχίζεις να πιστεύεις σε κάτι που ξέρεις πως αξίζεις αλλά δεν το έχεις αποκτήσει ακόμη.

Δύναμη είναι να πιστεύεις στον εαυτό σου ακόμη και όταν όλοι σε αμφισβητούν.

Αλλά η αλήθεια είναι πως έχω δύναμη αλλά επίσης έχω κουραστεί.

Έχω κουραστεί να πληγώνομαι κάθε φορά που αρχίζω να ελπίζω.
Έχω κουραστεί να περιμένω το χειρότερο και να το βλέπω να πραγματοποιείται.
Έχω κουραστεί να απογοητεύομαι και να κατηγορώ τον εαυτό μου.
Έχω κουραστεί να μου λένε ότι πρέπει να αλλάξω και κάθε φορά να χάνω τον εαυτό μου στην προσπάθεια μου να τους ευχαριστήσω.
Έχω κουραστεί να υπέρ-αναλύω.
Έχω κουραστεί να σκέφτομαι για ένα τέταρτο τι να γράψω σε ένα μήνυμα για να μην παίρνω καν απάντηση.
Έχω κουραστεί τόσο πολύ να τους ευχαριστώ όλους και να μην παίρνω τίποτα πίσω.
Έχω κουραστεί να μην κοιμάμαι τα βράδια επειδή οι σκέψεις με κατακλύζουν.
Έχω κουραστεί να κουβαλώ αυτό το βάρος του παρελθόντος που με στοιχειώνει.
Έχω κουραστεί να έχω δύναμη για όλους.
Έχω κουραστεί να βρίσκω λύσεις για προβλήματα που δεν είναι δικά μου.
Έχω κουραστεί τις εξηγήσεις που έρχονται πολύ αργά.
Έχω κουραστεί τους ανθρώπους που φεύγουν από την ζωή μου ενώ έκανα τόσα πολλά για να τους κρατήσω.

Η αλήθεια είναι ότι νοιάζεσαι τόσο που πονάει. Γνωρίζεις τον πόνο σε επίπεδα που οι άλλοι δεν θα μάθουν ποτέ. Γνωρίζεις την θλίψη και το σκοτάδι με τρόπους που άλλοι δεν θα βιώσουν ποτέ. Πληγώνεσαι τόσο που ο πόνος ξεπερνά κάθε επίπεδο σωματικού πόνου.

Αλλά από την άλλη πλευρά με τέτοια έντονα συναισθήματα μαθαίνεις να αγαπάς τόσο βαθιά που σε γεμίζει ολοκληρωτικά. Παρά την θλίψη που δεν μπορείς να διώξεις θα βιώσεις την ευτυχία με τρόπο διαφορετικό. Παρά τον πόνο που προκαλείται από καταστάσεις που τελείωσαν θα κοιτάς μπροστά για μια νέα αρχή. Επειδή ξέρεις ότι στο τέλος αξίζει.

Και η αλήθεια είναι πως αν ρωτήσεις κάποιο άτομο που είναι έτσι τι θα διάλεγε, θα σου έλεγε πως δεν θα άλλαζε τίποτα στον εαυτό του ακόμα και αν έχει κουραστεί.

Υπάρχει κάτι σπάνιο στα άτομα που είναι με αυτόν τον τρόπο δυνατά. Είναι οι θεραπευτές του κόσμου. Είναι το φως στο σκοτάδι των άλλων. Είναι η ελπίδα όταν όλοι την έχουν χάσει και στο τέλος αγαπιούνται γι' αυτό που πραγματικά είναι και όχι επειδή άλλαξαν για κάποιον άλλον.

Η αλήθεια είναι πως ανεξάρτητα από το πόσο κουρασμένα ή πληγωμένα ή απογοητευμένα είναι αυτά τα άτομα, το γεγονός πως δεν έχουν αλλάξει είναι αυτό που τους κάνει διαφορετικούς. Ο πόνος αλλάζει τους περισσότερους ανθρώπους αλλά κάποιοι άλλοι βλέπουν τον πόνο ως απλώς το άλλο άκρο του φάσματος στο οποίο βρίσκεται η αγάπη και επιλέγουν να συνεχίσουν στο ίδιο μονοπάτι με ψηλά το κεφάλι τους.

Οι συμπονετικοί άνθρωποι φέρνουν το ερεβοκτόνο φως στον κόσμο επειδή έχουν βγει από το σκοτάδι

Αποτέλεσμα εικόνας για ερεβοκτονοσ Η σύγχρονη κοινωνία έχει ξεχάσει την σημασία της σωματικής επαφήςΗ ζωή είναι μια σειρά δοκιμασιών. Κάποιοι τις περνάνε και άλλοι όχι. Ωστόσο, τα μαθήματα παραμένουν.

Όλοι αντιμετωπίζουμε διαφορετικές δοκιμασίες. Κάποιοι παλεύουν με σύνθετους υπολογισμούς και άλλοι με τα βασικά μαθηματικά, αλλά όλοι πρέπει να κάνουμε ό, τι καλύτερο μπορούμε.

Η Ελίζαμπεθ Κιούμπλερ-Ρος η συγγραφέας του «Αυτός που πεθαίνει» το έθεσε όμορφα με αυτά τα λόγια:

«Οι πιο όμορφοι άνθρωποι που ξέρουμε είναι αυτοί που έχουν γνωρίσει την ήττα, ξέρουν την ταλαιπωρία, την πάλη, την απώλεια και έχουν βρει τον δρόμο τους από το βάθος. Αυτά τα άτομα έχουν μια εκτίμηση, μια ευαισθησία και μια κατανόηση για την ζωή που τους γεμίζει με συμπόνια, ευγένεια και βαθιά ανησυχία. Οι όμορφοι άνθρωποι δεν τυχαίνουν απλώς.»

 

Οι συμπονετικοί και ευγενικοί άνθρωποι φέρνουν το ερεβοκτόνο φως σε αυτόν τον κόσμο επειδή οι ίδιοι έχουν βγει από το σκοτάδι.


Έχοντας αντιμετωπίσει άσχημες καταστάσεις, όπως μια τοξική οικογένεια ή φτώχεια δεν έχουν μάθει μόνο τι χρειάζεται για να πετύχεις στην ζωή, αλλά έχουν επίσης μάθει πώς να ξεπεράσουν όλα τα εμπόδια που θα εμφανιστούν.

Έχουν πετύχει το αδύνατο- έχουν ξεπεράσει τις ατυχίες τους και προχωρούν προς το λαμπρότερο μέλλον.

Παρόλο που σε άλλους δόθηκε μια κασετίνα με πολλά πολύχρωμα μολύβια και σε αυτούς μόνο ένα σπασμένο, με αυτό μπόρεσαν να χρωματίσουν τον κόσμο διαφορετικά και πιο φωτεινά από τους υπόλοιπους.

Οι συμπονετικοί και ευγενικοί άνθρωποι ποτέ δεν πληγώνουν κάποιον εκ προθέσεως επειδή έχουν πληγωθεί πολύ οι ίδιοι στο παρελθόν.


Γι' αυτό ποτέ δεν παίζουν με τα συναισθήματα των άλλων. Ξέρουν πώς να αγαπούν και αγαπούν βαθιά. Έχουν βιώσει τον πόνο, ξέρουν πως είναι να σε προδίδει κάποιος που αγαπάς και επομένως ποτέ δεν θα το έκαναν αυτό σε κάποιον άλλον.

Οι συμπονετικοί και ευγενικοί άνθρωποι έχουν μάθει με τον δύσκολο τρόπο ότι τα εμπόδια είναι ευκαιρίες για να αναπτυχθούν και να βελτιωθούν.

Είναι πιθανό πως η πλειονότητα των ευγενικών και συμπονετικών ανθρώπων ήταν απαισιόδοξοι στο παρελθόν. Αλλά με τον καιρό, έμαθαν πως δεν μπορούν να ευδοκιμήσουν στην ζωή με την απαισιοδοξία. Έχουν συνειδητοποιήσει πως μόνο με το να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες μπορούν να πετύχουν τα όνειρα τους. Και έτσι βλέπουν τα εμπόδια ως τον δρόμο προς την επιτυχία.

Οι συμπονετικοί και ευγενικοί άνθρωποι δεν θέλουν οι άλλοι να υποφέρουν όπως αυτοί. Έτσι τους βοηθούν να επιβιώσουν και να γίνουν καλύτεροι άνθρωποι.


Είναι πάντα εκεί για να βοηθήσουν όποιον το έχει ανάγκη. Κινητοποιούν τους άλλους να πετύχουν τους στόχους τους και είναι πάντα εκεί γι' αυτούς. Θα κάνουν τα πάντα για να σώσουν έναν άλλον άνθρωπο επειδή και οι ίδιοι χρειάστηκαν κάποιον στο παρελθόν και ξέρουν πόσο επώδυνο είναι να μην έχεις κανέναν.

Αυτοί οι άνθρωποι κάνουν αυτόν τον κόσμο ένα καλό μέρος. Χρειαζόμαστε περισσότερους σαν αυτούς.

Η σύγχρονη κοινωνία έχει ξεχάσει την σημασία της σωματικής επαφής

Πόσο συχνά αγκαλιάζετε τους αγαπημένους σας; Πότε ήταν η τελευταία φορά που αγγίξατε κάποιο οικογενειακό μέλος ή κάποιον κοντινό φίλο σας;

Δυστυχώς, για τους περισσότερους ανθρώπους η απάντηση και στις δύο αυτές ερωτήσεις δείχνει πόσο λίγη σωματική τρυφερότητα δίνουν και παίρνουν. Και αυτό επειδή βρισκόμαστε σε μια κρίση- στην κρίση της επαφής. Η σύγχρονη κοινωνία έχει ξεχάσει την σημασία της σωματικής επαφής, κάτι που είναι σοβαρό πρόβλημα.

Έχουμε αλλάξει τους τρόπους μας.


Ο κόσμος αλλάζει με πολύ γρήγορους ρυθμούς. Βασικά τα πράγματα αλλάζουν τόσο γρήγορα που πολλοί δυσκολεύονται να συμβαδίσουν. Και έτσι έχει αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο αλληλεπιδρούμε.

Κάποτε ήταν φυσιολογικό να χτυπάς ελαφρά κάποιον στον ώμο ή στην πλάτη, να αγκαλιάζεις την οικογένεια σου και να είσαι κοντά με τους φίλους σου. Κάποτε οι άνθρωποι τα έκαναν όλα αυτά χωρίς να το σκέφτονται. Τώρα ωστόσο έχουμε σταματήσει.

Γίνεται περίεργο το να έχεις κάποια σωματική επαφή με τους γύρω σου. Σίγουρα θα αγκαλιάσεις κάποιον φίλο που έχεις να δεις καιρό αλλά μέχρι εκεί.

Φοβόμαστε.


Πρόσφατα, οι άνθρωποι άρχισαν να θεωρούν την επαφή κάτι αρνητικό. Τη βλέπουμε ως κάτι περίεργο, ασεβές ή και αφύσικο. Ακόμα χειρότερα, ίσως αρχίσουμε και να φοβόμαστε τους ανθρώπους που προσπαθούν να έρθουν κοντά μας.

Ως κοινωνία έχουμε δημιουργήσει ένα αρνητικό κλίμα όσον αφορά την σωματική επαφή.

Οι δάσκαλοι και οι καθηγητές στα σχολεία δεν θέλουν να έρχονται κοντά με τους μαθητές. Υπάρχουν ακόμα περιπτώσεις που μαθητές φροντίζουν μόνοι τους κάποιο χτύπημα ή κάποια πληγή επειδή οι δάσκαλοι φοβούνται τόσο να τους αγγίξουν.

Ομοίως, γιατροί αρκετές φορές φοβούνται να αγγίξουν τους ασθενείς ώστε να μην δημιουργηθούν παρεξηγήσεις. Ακόμα και οι θετοί γονείς πολλές φορές δεν θέλουν να αγγίξουν τα παιδιά σε περίπτωση νομικών επιβαρύνσεων.

Τόσοι πολλοί τομείς έχουν επηρεαστεί και τόσοι πολλοί άνθρωποι υποφέρουν από αυτή την κρίση. Υποφέρουν από κάτι που τόσο εύκολα θα μπορούσαμε να αλλάξουμε.

Χρειαζόμαστε την σωματική επαφή


Πολλές μελέτες έχουν δείξει πως η σωματική επαφή είναι βασική για την ευεξία μας. Βελτιώνει την ψυχική μας υγεία, μειώνει το άγχος και μας βοηθά να νιώθουμε ότι μας αγαπούν. Ακόμα κάποιοι ειδικοί πιστεύουν ότι μπορεί να βοηθήσει την σωματική υγεία καθώς μειώνει την πίεση του αίματος.

Επιπλέον, πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό κομμάτι των κοινωνικών μας αλληλεπιδράσεων. Η σωματική επαφή και το άγγιγμα ανάμεσα σε ανθρώπους, ανεξάρτητα από το πόσο μικρό είναι, δημιουργούν ένα δεσμό ανάμεσα τους. Έτσι οι άνθρωποι νιώθουν αποδεκτοί και η μοναξιά καταπραΰνεται.

Δεν είναι περίεργο που έχει ανθίσει ως επάγγελμα το να αγκαλιάζεις ανθρώπους. Πολλοί πληρώνουν επαγγελματίες απλώς για να δεχθούν το άγγιγμα ή την αγκαλιά που έχουν ανάγκη. Πληρώνουν για κάτι που θα έπρεπε να λαμβάνουν δωρεάν από την οικογένεια και τους φίλους.

Αυτή η κατάσταση είναι μια κρίση. Οι άνθρωποι επέλεξαν να πιστεύουν ότι η σωματική επαφή είναι κακή και κάτι που πρέπει να φοβόμαστε και μάλιστα μεταδίδουν αυτή την πεποίθηση στις επόμενες γενιές. Αν δεν κάνουμε γρήγορα κάτι γι αυτό οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να υποφέρουν.

Η ιστορία των λέξεων σωστό και λάθος

Σωστό (από το σώζω) είναι το σωσμένο, αυτό που σώζεται από τη λήθη, από τη λησμονιά. Μια σωστή κίνηση, μια σωστή ενέργεια που μας έσωσε κάποτε, διασώζεται στη μνήμη μας ως καρπός εμπειρίας. Το σωστό σώζεται, διασώζεται, γράφεται στη μνήμη μας σώο και δεν ξεχνιέται γιατί κάποτε μας έσωσε. Είναι σωτήριο σωστικό, επειδή έχει τη δυνατότητα να σώζει. Σωστή είναι η ισότητα λ.χ., επειδή «ίσον σωστικόν ομονοίας».

Σωστή είναι η δικαιοσύνη, επειδή «δικαιοσύνη νόμων σωστική» κ.ο.κ.

Αλλά σωστό είναι και το μη λάθος, αυτό που δεν είναι λάθος, δηλαδή το α-ληθινό. Λάθος ή λήθος είναι το να λησμονείς κάτι. Λήθη (λάθα στη δωρική διάλεκτο) είναι η λησμονιά. Αλήθεια (από το στερητικό α και τις ρίζες ληθ και λαθ, απ’ όπου οι λέξεις: λανθάνω, λάθος, λήθη, λήθαργος κ.ά.) είναι η α-λή-θεια (α- στερητικό + λάθος), δηλαδή ο αλάνθαστος λόγος, ο σωστός και γι’ αυτό ο αλησμόνητος λόγος, επειδή «αληθές το μη λήθον», δηλαδή «αληθινό το αλησμόνητο».

«Την αλήθεια, όμως, τη “φτιάχνει” κάνεις ακριβώς όπως φτιάχνει και το ψέμα», γράφει ο Οδυσσέας Ελύτης στη Μαρία Νεφέλη. Επειδή δεν είναι τίποτε άλλο ίσως, κατά πως λέει ο θείος Πλάτων στον Κρατύλο του, «απ’ τη θεία…άλη» του νου: την αλη-θεία.

Άλη ονόμαζαν την περιπλάνηση χωρίς εστία ή ελπίδα αναπαυμού (βλ. Ομήρου, Οδύσσεια, κ 464). Ακόμα άλη ήταν η συνοδεία των περιπλανώμενων φασμάτων. Ο αόρατος θίασος του μεγάλου Αλεξανδρινού στο Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον, που πλησίαζε «με μουσικές εξαίσιες… με φωνές» στο παράθυρο της οδού Λέψιους.

Ίσως αυτή να είναι και η μοναδική αλη-θεία.

σώζω
σωστό:
σωσμένο
διασώζω
σώος
σωτήριος
σωστικός
σωστό, μη λάθος, α-ληθινό

*λαθ *ληθ
λάθος ή λήθος
λήθη
λανθάνω
λήθαργος
αλήθεια
α- στερητ. + λάθος
ή
θεία-άλη (Πλάτωνος, Κρατύλος)
αλη-θεία

Παρθενώνας: Ούτε μια ευθεία γραμμή

Πνευματικό χάσμα
 
Τούτες τις μέρες, σε μια μουντή αίθουσα αναμονής, βρέθηκε τυχαία στα χέρια μου ένα αμερικάνικο εικονογραφημένο πλατιάς κυκλοφορίας. Σκόνταψα σε μια έγχρωμη ολοσέλιδη διαφήμισή του: Παράσταινε τη δυτική πρόσοψη του Παρθενώνα. Στη δεξιά γωνιά της ζωγραφιάς, παράμερα, σαν αφηρημένη οπτασία, δυο νεαροί τουρίστες ακουμπούσαν, μπροστά σε δυο γεμάτα ποτήρια, σ’ ένα σπόνδυλο κολόνας που τους χρησίμευε για τραπεζάκι. Τούτη η ρεκλάμα διατυμπάνιζε: «Όσο περισσότερα ξέρετε για την αρχαία αρχιτεκτονική, τόσο περισσότερο σας αρέσει η Ακρόπολη» («The more you know about ancient architecture the more you like the Acropolis»). Σκοπός αυτής της σκηνοθεσίας ήταν η διάδοση ενός αγγλοσαξονικού ποτού.
 
Δεν είμαι ζηλωτής της σύγχρονης «τουριστοκρατίας» που θαμπώνει τα χρόνια μας, αλλά τη στιγμή που συλλογίζομαι μια εργασία που, δίκαια νομίζω, φιλοδοξεί να αποτελέσει αξιόλογη συνεισφορά στην πλατύτερη γνώση των αρχαίων μνημείων μας, αυτούς τους «συνδετικούς κρίκους των παλαιών με τους σημερινούς», δεν εδυσκολεύτηκα να σημειώσω το παραπάνω περιστατικό. Δείχνει, αλήθεια, σε τι απόσταση βρίσκεται το σημερινό παρόν, αυτό που απορροφούμε με όλους τους πόρους του κορμιού μας, από εκείνα τα βαθιά περασμένα. «Όσο περισσότερα ξέρετε για την αρχαία αρχιτεκτονική»
 
Δεν ξέρω καθόλου τι θα κέρδιζε η απόλαυση στην Ακρόπολη των δύο αυτών νεαρών, αν αδειάζαμε ξαφνικά στο κεφάλι τους λίγες κάπως πιο ειδικές, αλλ’ αρκετά γνωστές, αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες.
 
Ότι λ.χ. δεν υπάρχει στον Παρθενώνα ούτε μια πραγματικά ευθεία γραμμή, ότι ο παραλληλεπίπεδος, όπως μας φαίνεται, τούτος ναός, αν τον προεκτείναμε από το έδαφος ένα ή δύο χιλιόμετρα, θα έπαιρνε την όψη πυραμίδας· ότι όλες αυτές και άλλες λεπτότητες, αδιόρατες για μας (χρειάστηκαν οι σημερινοί να κάμουν προσεκτικές καταμετρήσεις για να τις εξακριβώσουν) ήταν ωστόσο ορατές για τα μάτια των ανθρώπων των καιρών εκείνων.
 
Έτσι, πολύ το φοβούμαι, η διαφήμιση που κέντρισε την προσοχή μου, πρέπει να μη σημαίνει πραγματικά τίποτε άλλο παρά κάποιας λογής δεισιδαιμονία της τεχνοκρατικής εποχής μας, που σπρώχνει τον άνθρωπο να συσσωρεύει πληροφορίες και λεπτομέρειες, λίγο-πολύ ασύνδετες, πάνω στο καθετί. Και αναρωτιέμαι μήπως δε με συγκινούν περισσότερο άνθρωποι άλλων χρόνων, που οι γνώσεις τους μπορεί να έφερναν σήμερα θυμηδία, αλλά που είχαν αισθήσεις πιθανότατα πιο κοντά στην ισορροπία που θα λαχταρούσα να έβλεπα κάπου – κάπου στις ψυχές των τριγυρινών μου.
 
Τέλος, θα ήθελα να σημειώσω πως δεν πρέπει να λησμονούμε ότι μια μονομερής γνώση της αρχαίας αρχιτεκτονικής μπορεί να μας φέρει – είδα τέτοια περίπτωση – στην ανασύσταση μιας ιδεατής, υποθετικής ίσως, αρχικής μορφής του μνημείου· σ’ ένα αρχιτεκτονικό σχέδιο, μια χρωματιστή μακέτα. Αλλά η σημερινή αλήθεια αυτών των παλαιών επιτευγμάτων είναι άλλη, είναι ζυμωμένη με το πέρασμα του καιρού:
 
Με του καιρού τ’ αλλάματα π’ αναπαημό δεν έχου μα στο καλό κι εις το κακό περιπατούν και τρέχου.
 
Αυτά έφεραν την ακατάπαυτη φθορά και, για να θυμηθώ τα πιο διαβόητα, αυτά θέλησαν να γίνει ο Παρθενώνας μπαρουταποθήκη κι έστησαν στον αντικρινό λόφο τα κανόνια του Μοροζίνη ή οδήγησαν την πουριτανική «φιλανθρωπία» του ‘Ελγκιν – όπως την ονομάζουν οι απολογητές του – να κατακρεουργήσει τον έκθετο ναό, για να «προστατέψει» στον ίσκιο ενός ανήλιαγου μουσείου όσα σπαράγματα μπόρεσε να σηκώσει.
 
Τέλος, αυτά «του καιρού τ’ αλλάματα» μας προσφέρουν συχνά συμπεράσματα που θα ξάφνιαζαν αν έπαιρναν τη μορφή δογμάτων. Περιορίζομαι λ.χ. σε τούτο:
 
«Το πνευματικό χάσμα ανάμεσα στον αρχαίο και τον σύγχρονο κόσμο είναι μεγαλύτερο από όσο είναι πραγματικά συνειδητό. Ύστερα από εντατική μελέτη, η διάσταση μοιάζει ακόμη πιο πλατιά και πιο βαθιά, σε τέτοιο σημείο, που μου έτυχε ν’ ακούσω μια από τις μεγαλύτερες ζώσες αυθεντίες πάνω στη λογοτεχνία (και στην αρχιτεκτονική) να ξαφνίζει ένα ακροατήριο κλασικών φιλολόγων, καθώς εβεβαίωνε ότι το πνεύμα των αρχαίων Ελλήνων είναι ολωσδιόλου αλλότριο για μας».
 
Όμως συλλογίζομαι πως το θέμα θα ‘πρεπε να το ιδεί κανείς από τις δυο του όψεις· πρόκειται για δυο κατηγορίες είδους, όχι ποιού: Η μια είναι του ξενόγλωσσου, και, καθώς τον συλλογίζομαι, θέλω να τονίσω αμέσως ότι δεν έχω διόλου στο νου τόσους επιστήμονες που με θαυμαστή γνώση και με λεπτότατες αισθήσεις αναλώθηκαν στην εξερεύνηση του αρχαίου κόσμου, αλλά εκείνους που βλέπουν ένα κόσμο τελειωτικά παρωχημένο, που ξεψύχησε, ένα περίτεχνο φέρετρο.
 
Το φέρετρο εύκολα το μετακινάει κανείς, αλλά τους ζωντανούς είναι πολύ δύσκολο, γιατί πονούν, να τους αλλάξει ή να τους ξεριζώσει για να τους μεταφυτέψει. Τη γλώσσα μας λ.χ. είναι αδύνατο να την αντικρίσει κανείς αλλιώς παρά σαν ανάσα ζωντανών ανθρώπων· όχι σαν τον ναυαγοσωστικό ζήλο γραμματικών. Για τούτα, ως εδώ· δε μένει καιρός για περισσότερα.
 
Αυτή την αρχιτεκτονική την έχουν χαρακτηρίσει «σωματική» ή «γλυπτική αρχιτεκτονική». Κάποτε το μάτι μας διακρίνει γνωρίσματά της. Την «ένταση» λ.χ. πιο φανερή στην ονομαζόμενη «Βασιλική» της Ποσειδωνίας· έτσι ονόμαζαν οι αρχαίοι εκείνο το φούσκωμα των κιόνων, σαν να έχουν φουσκώσει από το βάρος που βαστάζουν.
 
Τέτοιες λεπτομέρειες άλλοι θα τις πουν αρμοδιότερα. Θέλω μόνο να υπογραμμίσω ότι ο ναός των αρχαίων, ο «σηκός» πιο συγκεκριμένα, δεν είναι κατά βάθος άλλο παρά το κέλυφος μιας εικόνας, του αγάλματος ενός θεού, είναι η «καλύβα» ενός από αυτούς που αφομοίωσε ή χώνεψε, ο Χριστιανισμός. Του Ποσειδώνα στο Σούνιο, της Αθηνάς στην Ακρόπολη, του Απόλλωνα στη Φιγάλεια.
 
Μελετητές αυτών των μνημείων, προσηλωμένοι στην εντέλειά τους, τα πίστεψαν σαν απομονωμένα από το περιβάλλον τους και τα θεωρήσαν αδιάφορα για το τριγυρινό τους τοπίο· το τεχνικό κατόρθωμα αυτών των έργων, σκέφτηκαν, είναι τέτοιο που μπορούν ν’ ανθέξουν σ’ όποιο τόπο κι αν βρεθούν, και είναι ρομαντισμός να λέμε πως χρειάζονται να τα συμπληρώσουν οι γραφικότητες μιας ωραίας θέας.

Το αίσθημά μου είναι ότι τούτοι οι αρχαίοι ναοί της Ελλάδας, της Μεγάλης Ελλάδας, της Ιωνίας, είναι με κάποιον τρόπο σπαρτοί, ριζωμένοι στα τοπία τους. Αφού χαλάστηκαν και ερειπώθηκαν οι “καλύβες” αυτές των αθανάτων, οι άστεγοι θεοί γύρισαν εκεί που άρχισαν, χύθηκαν ξανά έξω στο τοπίο και μας απειλούν με πανικούς φόβους ή και με θέλγητρα, παντού: «Πάντα πλήρη θεών» έλεγε ο Μιλήσιος Θαλής.
 
Όσο και να μας το επιτρέπει η λογική θεώρηση τούτης της αρχιτεκτονικής, να φανταστούμε πώς θα ήταν δυνατό να μετακομίσουμε κομμάτι το κομμάτι τα απομεινάρια αυτών των κτισμάτων σε απόμακρες χώρες, πολύ φοβούμαι, δε θα έχουμε επιτύχει τίποτε άλλο παρά να μεταφέρουμε σωρούς σαρίδια. Θα χάναμε πολύ κόπο, αν προσπαθούσαμε να εξηγήσουμε το γιατί.
 
Σε τούτο το αστάθμητο ερώτημα, θα ήταν πιο απλό αν αποκρινόμασταν: «οι θεοί δεν το θέλουν» – ό,τι κι αν τούτο σημαίνει. Εκτός αν προτιμούμε να περιμένουμε ώσπου ν’ απογυμνωθούμε ολωσδιόλου, και δε μας μένει πια τίποτε άλλο παρά να ξυλιάσουμε στη διαπλανητική παγωνιά.
 
Με άλλα λόγια, χρειάζεται, νομίζω, μια πίστη σ’ αυτά τα αρχαία σημάδια μέσα στο τοπίο τους η πίστη πως έχουν δική τους ψυχή. Τότε, θα μπορέσει ο προσκυνητής – πρώτη φορά τον ονομάζω έτσι – να πιάσει ένα διάλογο μ’ αυτά. Όχι μέσα σε τουριστικά πλήθη ποικιλότροπα αναστατωμένα, αλλ’ αν μπορώ να πω: Μόνος, καθρεφτίζοντας την ψυχή που διαθέτει, στην ψυχή αυτών των μαρμάρων μαζί με το χώμα τους.
 
Μπορεί να γίνομαι συμβουλάτορας αιρέσεων, όμως δεν μπορώ να χωρίσω το ναό του Δελφικού Απόλλωνα από τις Φαιδριάδες ή την κορυφογραμμή της Κίρφης. Ευτυχώς η γη μας είναι σκληρή, οι πρασινάδες της δε σε πλαντάζουν, τα χαρακτηριστικά της είναι βράχια, βουνά και πελάγη. Κι έχει ένα τέτοιο φως!
 
 

Αρχαία Ελληνική Γραμματεία: ΗΣΙΟΔΟΣ - Θεογονία (211-232)

Νὺξ δ᾽ ἔτεκε στυγερόν τε Μόρον καὶ Κῆρα μέλαιναν
καὶ Θάνατον, τέκε δ᾽ Ὕπνον, ἔτικτε δὲ φῦλον Ὀνείρων.
214 δεύτερον αὖ Μῶμον καὶ Ὀιζὺν ἀλγινόεσσαν
213 οὔ τινι κοιμηθεῖσα θεῶν τέκε Νὺξ ἐρεβεννή,
215 Ἑσπερίδας θ᾽, αἷς μῆλα πέρην κλυτοῦ Ὠκεανοῖο
χρύσεα καλὰ μέλουσι φέροντά τε δένδρεα καρπόν·
καὶ Μοίρας καὶ Κῆρας ἐγείνατο νηλεοποίνους,
[Κλωθώ τε Λάχεσίν τε καὶ Ἄτροπον, αἵ τε βροτοῖσι
γεινομένοισι διδοῦσιν ἔχειν ἀγαθόν τε κακόν τε,]
220 αἵ τ᾽ ἀνδρῶν τε θεῶν τε παραιβασίας ἐφέπουσιν,
οὐδέ ποτε λήγουσι θεαὶ δεινοῖο χόλοιο,
πρίν γ᾽ ἀπὸ τῷ δώωσι κακὴν ὄπιν, ὅστις ἁμάρτῃ.
τίκτε δὲ καὶ Νέμεσιν πῆμα θνητοῖσι βροτοῖσι
Νὺξ ὀλοή· μετὰ τὴν δ᾽ Ἀπάτην τέκε καὶ Φιλότητα
225 Γῆράς τ᾽ οὐλόμενον, καὶ Ἔριν τέκε καρτερόθυμον.
αὐτὰρ Ἔρις στυγερὴ τέκε μὲν Πόνον ἀλγινόεντα
Λήθην τε Λιμόν τε καὶ Ἄλγεα δακρυόεντα
Ὑσμίνας τε Μάχας τε Φόνους τ᾽ Ἀνδροκτασίας τε
Νείκεά τε Ψεύδεά τε Λόγους τ᾽ Ἀμφιλλογίας τε
230 Δυσνομίην τ᾽ Ἄτην τε, συνήθεας ἀλλήλῃσιν,
Ὅρκόν θ᾽, ὃς δὴ πλεῖστον ἐπιχθονίους ἀνθρώπους
πημαίνει, ὅτε κέν τις ἑκὼν ἐπίορκον ὀμόσσῃ·

***
Κι η Νύχτα γέννησε το στυγερό το Μόρο και τη μαύρη Κήρα
και το Θάνατο, γέννησε και τον Ύπνο, γέννησε και το γένος των Ονείρων.
Ύστερα πάλι γέννησε το Μώμο και την οδυνηρή Αθλιότητα,
δίχως να κοιμηθεί με κάποιον από τους θεούς η ερεβώδης Νύχτα,
και τις Εσπερίδες που φυλάν τα μήλα τα ωραία, τα χρυσά,
στην άκρη του ξακουστού Ωκεανού, και τα δέντρα που δίνουν τον καρπό.
Γέννησε και τις Μοίρες και τις Κήρες που τιμωρούνε ανελέητα,
[την Κλωθώ, τη Λάχεση και την Άτροπο,
που δίνουν στους θνητούς όταν γεννιούνται το καλό και το κακό,]
220 που διώκουνε τις παραβάσεις ανθρώπων και θεών
κι ούτε ποτέ τους παύουν τη δεινή οργή οι θεές,
προτού τιμωρία κακή αποδώσουνε σ᾽ εκείνον που έσφαλλε.
Γέννησε και τη Νέμεση, συμφορά για τους θνητούς ανθρώπους,
η ολέθρια Νύχτα. Έπειτα την Απάτη γέννησε και τη Φιλότητα,
τα καταραμένα Γηρατειά, γέννησε και την Έριδα με τη δυνατή καρδιά.
Και η στυγερή η Έριδα γέννησε τον οδυνηρό τον Πόνο,
τη Λήθη, το Λιμό και τα γεμάτα δάκρυα Άλγη,
τις Μάχες, τους Πολέμους, τους Φόνους, τις Αντροφονίες,
τις Φιλονικίες, τα Ψεύδη, τα Λόγια, τις Αντιλογίες,
230 την Ανομία και την Άτη, που φίλες μεταξύ τους είναι,
τον Όρκο, που απ᾽ όλα πιο πολύ τους ανθρώπους που ζουν πάνω στη γη
τους βλάπτει, όταν τυχόν κανείς εκούσια ορκιστεί ψεύτικο όρκο.