Τρίτη 30 Ιουνίου 2015

Ο ΤΥΡΑΝΝΙΚΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ

Ο τυραννικός άνθρωπος (Πολιτείας Θ΄571a – 577b)

Μετά όσα ο Πλάτων εξέθεσε στο όγδοο βιβλίο της Πολιτείας για το τυραννικό πολίτευμα, ανοίγει το 9ο βιβλίο για το θέμα του τυραννικού άνδρα. Θέλει να εξηγήσει πώς γεννιέται από τον δημοκρατικό άνθρωπο, ποιός είναι ο χαρακτήρας του και ποιά είναι η ζωή του – άθλια ή μακάρια. Επειδή όμως το τυραννικό ήθος συνυφαίνεται με την επιθυμία, θα εκκίνηση από κάποια γενικά περί επιθυμιών.

Μεταξύ των μη αναγκαίων ηδονών και επιθυμιών, γράφει, ωρισμένες φαίνονται άλογες και αθέμιτες και είναι έμφυτες στον καθένα. Πιεζόμενες οι επιθυμίες αυτές από τις έλλογες επιθυμίες, σε άλλους εξασθενούν και σε άλλους εξαλείφονται– όμως σε άλλους παραμένουν αμείωτες – ισχυρές και πληθωρικές. Πρόκειται κατ’ εξοχήν για τις ενύπνιες επιθυμίες (τάς περί τόν ὕπνον, 571c), όπου το ήμερο και άρχον της ψυχής λογιστικό κοιμάται, ενώ το θηριώ­δες και άγριο μέρος της, ερεθισμένο από φαγητό και ποτό μαίνεται ζητώντας να ικανοποίηση τις ορέξεις του (ζητῆ ίέναι καί ἀποπιμπλάναι τά αὐτοῦ ἤθη, 571c). Στην κατάσταση αυτή τολμά τα πάντα χωρίς καμμία ντροπή και φρόνησι. Επιχειρεί να σμίξη με την μητέρα του ή οτιδήποτε άλλο – άνθρωπο, θη­ρίο ή θεό- να διάπραξη κάθε έγκλημα, να καταβρόχθιση τα πάντα (βρώματός τε ἀπέχεσθαι μηδενός, 571d). Βρίσκεται δηλαδή στους αντίποδες εκείνου ο οποίος πηγαίνει να κοιμηθή με το πνεύμα του εγρήγορο (τό λογιστικόν μέν ἔγειρας ἑαυτοῦ, 57Id) και θρεμμένο με αγαθούς λόγους και σκέψεις, ώστε να φθάνη σε κατάστασι αυτεπιγνώσεως (εἰς σύννοιαν αὐτός αὔτω ἀφικόμενος, 571e) και να κρατά την επιθυμία εκτός στερήσεως και κόρου (τό ἐπιθυμητικόν δε μήτε ἔνδεια δούς μήτε πλησμονή, 571e), χωρίς να ταράζη το λογιστικό με εκρήξεις χαράς ή λύπης, χωρίς να το εκθέτη στην πίεσι των αισθήσεων, ώστε να μπορή να σκεφθή κάτι που αγνοεί από το παρελθόν, το παρόν, ή το μέλλον (ἀλλ’ ἔα αὐτό καθ’ αὐτό μόνον καθαρόν σκοπεῖν καί ὀρέγεσθαί του αἰσθάνεσθαι, ὅ μή οἶδεν, ἤ τί τῶν γεγονότων ἤ ὄντων ἤ καί μελλόντων, 572a). Όταν λοιπόν ηρέμηση το επιθυμητικό και το θυμοειδές και τονώση το λογιστικό, η ψυχή του αγγίζει σχεδόν την αλήθεια και τα παράνομα όνειρα μειώνονται στο ελάχιστο, αφού και στους ισορροπημένους ακόμη ανθρώπους ενυπάρχει κάποιο είδος άγριας έκνομης επιθυμίας που εμφανίζεται στα όνειρα.

O δημοκρατικός άνθρωπος ήταν γόνος ολιγαρχικού ανδρός, φιλοχρήματου και αδιάφορου στις περιττές ανάγκες. Όταν όμως συναναστράφηκε ανθρώπους γεμάτους επιθυμίες περιττές, από αντίδρασι στην φιλοχρηματία του πατέρα του ακολούθησε τις υπερβολές τους και επειδή ήταν καλύτερος από εκείνους που τον παρέσυραν, βρέθηκε ανάμεσα στο ήθος του πατέρα του και στο ήθος των δικών του διαφθορέων. Αυτού πάλι ο γιος θα μεγαλώση μεταξύ συμβιβαστικών αρχών του πατέρα του και αχαλίνωτων επιθυμιών εκείνων οι οποί­οι τις αποκαλούν απόλυτη ελευθερία (ἐλευθερίαν ἅπασαν, 572e). Όταν λοιπόν οι διαφθορείς αντιληφθούν ότι είναι αδύνατο να κερδήσουν τον νέο με τους τρόπους τους, τότε του προκαλούν έναν έρωτα προστάτη των περιττών επιθυμιών, κάτι σαν φτερωτό πελώριο κηφήνα (ὑποπτερόν καί μέγαν κηφήνα, 573a). Οι επιθυμίες αυτές κάποτε τον τρελαίνουν και τον κάνουν να πετάξη κάθε ίχνος σωφροσύνης από την ψυχή, για να την γεμίση με την μανία των εξωτερικών πραγμάτων. Μεθυσμένος από επιθυμίες αυτοσκοπούς, γρήγορα θα ανάπτυξη νοοτροπία τυραννική και θα ζητή πλέον ασυγκράτητα να βασιλεύση σε θεούς και ανθρώπους. Τυραννικός, άρα, γίνεται όποιος από την φύσι του ή και τον τρόπο της ζωής του καταντά θύμα αγρίων επιθυμιών (τυραννικός δε, ην δ’ εγώ, ώ δαιμόνιε, άνήρ ακριβώς γίγνεται, ὅταν ἤ φύσει ἤ ἐπιτηδεύμασιν ἤ ἀμφοτέροις μεθυστικός τέ καί ἐρωτικός καί μελαγχολικός γένηται, 573c).

Πώς ζη αυτός ο άνθρωπος; Απάντησι του Πλάτωνος: Με γλέντια, εταίρες και όργια, που κάθε ημέρα θέλει όλο και πιο πολύ. Σ’ αυτά θα ξοδέψη όλα του τα εισοδήματα, γι’ αυτά εν συνεχεία θα δανεισθή και θα σκορπίση την περιουσία του. Τότε οι επιθυμίες τον πιέζουν αχόρταγα ενώ εκείνος ψάχνει σαν το άγριο θηρίο τον άνθρωπο από τον οποίο θα απόσπαση με θεμιτό ή αθέμιτο τρόπο χρήματα. Κι όπως οι τελευταίες απολαύσεις προέχουν των παλαιοτέρων, έτσι και οι πρόσφατες φίλες και φίλοι αποκτούν μεγαλύτερη αξία από τους γονείς του, των οποίων το έχει ο τυραννικός γιος θα προσπαθήση να απόοσπάση δια της βίας, για να κάνη το κέφι του. Και όταν σκορπίση ότι έχουν και δεν έχουν, θα καταντήση κακοποιός για να ικανοποίηση τις ακόρεστες επιθυμίες του. Εννοείται η τυραννία των επιθυμιών αφανίζει μέσα του κάθε παλαιά αξία, οπότε δεν έχει πλέον την παραμικρή αναστολή προκειμένου να εκπληρώση τις επιθυμίες του. Και αν μεν η πόλις γνωρίζη περίοδο κοινωνικής ειρήνης, αυτός και οι λιγοστοί του είδους του περιορίζονται σε απάτες, κλοπές και τα όμοια– εάν όμως οι άνθρωποι αυτού του τύπου γίνουν πολλοί με συναίσθησι της αριθμητικής τους δυνάμεως, τότε με την βοήθεια της μικρόνοιας του λαού αναγορεύουν τον μεταξύ τους χειρότερο σε τύραννο. Και αν οι πολίτες τον αποδεχθούν, έχει καλώς– εάν όμως αντιδράσουν θα το πληρώσουν ακριβά: όσα έκανε στους γονείς του ο τύραννος, θα τα επαναλάβη εναντίον της πατρίδος του. 0 άνθρωπος αυτός δεν έχει δεσμούς και δεν πιστεύει σε τίποτε, δεν γνωρίζει ελευθερία και φιλία αληθινή, είναι ή δεσπότης ή δούλος και άδικος στο έπακρο (ἐν παντί ἄρα τῷ βίω ζῶσι φίλοι μέν οὐδέποτε οὔδενι, ἀεί δέ τοῦ δεσπόζοντες ἤ δουλεύοντες ἄλλω, ἐλευθερίας δέ καί φιλίας ἀληθοῦς τυραννική φύσις ἀεί ἄγευστος, 576a). Ο τύραννος αντιπροσωπεύει το χειρότερο είδος ανθρώπου και η τυραννία το δυστυχέστερο πολίτευμα.

O Πλάτων συνδέει το ήθος του τυραννικού ανδρός με την επιθυμία. Όχι την οποιαδήποτε αλλά την έκνομη, στην οποία οδηγεί ο έρως των περιττών επιθυμιών. Από την αρχή του 9ου βιβλίου της Πολιτείας εξηγεί την μετάλλαξι του δημοκρατικού ανθρώπου σε τυραννικό βάσει της επιθυμίας, την οποία ταυτίζει με τον σκοπό της ηδονής (των μη αναγκαίων ηδονών τε και επιθυμιών, 571b). Φαίνεται να εννοή την επιθυμία ως παρόρμησι προς αίσθησι συγκινήσεως γνωστής ή φαντασιώδους, ως φυσική επιδίωξι ευχαριστήσεως, η οποία συμπεριλαμβάνει την ενέργεια με σκοπό την ευχαρίστησι, όχι όμως και το ίδιο το αίσθημα της ευχαριστήσεως ως πληρότητος.

Η επιθυμία παραπέμπει κατ’ ευθείαν στο επιθυμητικό μέρος της ψυχής, ενώ η γενικώτερη θεματική του κειμένου μας (αλλά και του 8ου βιβλίου περί κατωτέρων πολιτευμάτων) προεκτείνει την σχετική με τα μέρη της ψυχής ανάπτυξι του 4ου βιβλίου. Εκεί μάθαμε ότι η υπεροχή του λογιστικού βασίζεται στην γνώσι του Αγαθού, έστω και αν αυτή η γνώσι είναι διαισθητική μάλλον παρά με αντικειμενικό τρόπο βέβαιη. Την αδυναμία σαφούς γνώσεως της ιδέας του Αγαθού καλύπτει ο συνδυασμός διαισθήσεως της ιδέας του Αγαθού και πρακτικής θεωρήσεως των αρετών, υπό την έννοια ότι οι περί αρετών πεποιθήσεις μας προϋποθέτουν κάποιαν αντίληψι του αγαθού, ώστε να καθίσταται εφικτός ο κατά λόγον προσδιορισμός των σκοπών. Οι άνθρωποι του θυμού και της επιθυμίας στερούνται πρακτικού λόγου των αρετών, ο οποίος με την σειρά του δεν επαρκεί στους ανθρώπους του λογιστικού, προκειμένου να απεργασθούν το καλό της σύνολης ψυχής. Στην τελευταία περίπτωσι το λογιστικό πρέπει να έχη αμεσώτερη αίσθησι του Αγαθού, εάν θέλη να ελέγχη το επιθυμητικό ακόμη και στον ύπνο. Εδώ ο Πλάτων θα βρη στήριγμα στο υπερβατικό ήθος του φιλοσόφου, στην εκστατική «παρείδησιν» του έρωτος της αλήθειας.

Χαρακτηριστικό του τυραννικού ανθρώπου είναι το άλογο και έκνομο των επιθυμιών, η απόλυτη αντίθεσι της επιθυμίας προς το Αγαθό και την άσκησι των αρετών. Ευλόγως, αφού πρόκειται για αναρχούμενο ψυχικώς άτομο. Αν ο λόγος ενεργεί προς όφελος της σύνολης ψυχής και της πόλεως, το επιθυμητικό ενεργεί προς όφελος του επιθυμητικού και μόνο άνδρα. Εξ ου και ο Πλάτων τον χαρακτηρίζει «ἄγευστον φιλίας ἀληθοῦς καί ἐλευθερίας», «ἄπιστον» καί κατ’ ἐπέκτασιν «ἄδικον» (576a).

Όπως η ισόρροπη αρμόνια της ψυχής ανατρέπεται όσο η αρχή του λογιστικού υποχωρεί, έτσι και τα πολιτεύματα χειροτερεύουν όσο επικρατεί η αρχή της επιθυμίας. Σ’ αυτήν την περίπτωσι οι επιθυμίες γίνονται από αναγκαίες μη αναγκαίες και από μη αναγκαίες έκνομες. Οι επιλογές της ζωής ακλουθούν άγριες και σκοτεινές ορέξεις, οι οποίες εξαγριώνουν και τρελλαίνουν τον άνθρωπο (θηριῶδες καί ἄγριον, δεινόν τέ καί ἄγριον, ὑπό μανίας καί οἴστρα, μαινόμενος καί ὑποκεκινηκῶς), τον απομακρύνουν ριζικά από κάθε ιδέα κοινού αγαθού. Όσο το αγαθό ταυτίζεται με ατομιστικώτερη απαίτησι, όσο η αξία του προσμετράται με ικανοποίησι ζωωδών επιθυμιών χωρίς καμμία συνείδησι των αναγκών και των αξιών του συνόλου, με πλήρη αδιαφορία για το ευρύτερο αγαθό, τόσο τα πολιτεύματα ολισθαίνουν προς την τυραννία ως ακραία μορφή αναρχίας. Η απουσία κάθε αναστολής της συνειδήσεως κάνει τον τυραννικό να βιώνη στον ξύπνιο του ό, τι βιώνη ο κοινός άνθρωπος στον ύπνο του, όπου μητρί τέ γάρ ἐπιχειρεῖν μείγνυσθαι… ἀλλω τέ ὄτωουν ἀνθρώπων καί θεῶν καί θηρίων, μιαιφονεῖν τέ ὁτιοῦν, βρώματος τέ ἀπέχεσθαι μηδένος· καί ἔνι λόγω οὐτ’ ἄνοιας οὐδέν ἐλλείπει οὐτ’ ἀναισχυντίας (571d). Κάθε εσωτερικός έλεγχος καταπνίγεται, το δε σκοτεινό θηριώδες εγώ εξοντώνει το πρόσωπο. Ο τυραννικός άνθρωπος καταλαμβάνει μόνο την επιθυμία του άγρι­ου κορεσμού – θέλει να καταβροχθίζη τα πάντα.

Αξίζει να επιμείνωμε στην πλατωνική αντίληψι της επιθυμίας και των αναβαθμών της, αντίληψη η οποία τηρουμένων των αναλογιών θυμίζει εντόνως εκείνη του Φρόυδ. Και στις δύο περιπτώσεις η επιθυμία εξάπτεται τόσο περισσότερο όσο γίνεται αυταξία και αυτοσκοπός, όσο η ζητούμενη απολαυσι συνδέεται με ικανοποίησι απωθημένων παρορμήσεων και παύει να μοιράζεται σε περισσότερα του ενός υποκείμενα. Η παθολογία γεννάται και αναπτύσσεται στο μέτρο που η ορμή αποτελεί σκοπό και αφετηρία της επιθυμίας, η οποία με την σειρά της ορίζει και κατευθύνει την θέλησι, οπότε είτε η θέλησι είναι άβουλη είτε ταυτίζεται με την ορμή. Εφ’ όσον ως περιεχόμενο της θελήσεως υπάρχει η ορμή, τότε τα πιο βαθειά σκοτάδια τυλίγουν την ψυχή του ανθρώπου, διότι δεν έχει εκεί θέσι πλέον η ελευθερία της επιλογής και της διακρίσεως. Το αίτημα της ηδονής αναπτύσσει υψηλό βαθμό εντάσεως, αλλά η έντασι ακριβώς της ηδονής εξοβελίζει από την ηδονή κάθε αξία, αποκλείει την άνοιξι. Η αμέτοχη του αγαθού υπέρβασι των ορίων είναι μηδενισμός. Φρόυδ και Πλάτων διασταυρώνονται χωρίς να ταυτίζωνται. Ο πρώτος αναζητεί αρμονική συνύπαρξι του συνειδητού με το ασυνείδητο, ενώ του δευτέρου επιδίωξι είναι οι δυνάμεις της ψυχής να αποκτήσουν ενιαίο στόχο και να γίνουν έρως του ωραίου και του αγαθού.

Μετά τις αναγκαίες και μη αναγκαίες ή περιττές επιθυμίες ο Πλάτων εισάγει τις παράνομες. Παράνομες είναι οι αθέμιτες, ανώμαλες επιθυμίες. Τέτοιες επιθυμίες υφίστανται σε όλες τις ψυχές, όμως το λογιστικό τις τιθασεύει, τους αποκλείει κάθε διέξοδο, εις τρόπον ώστε να εκδηλώνωνται μόνο στον ύπνο του ανθρώπου. Δεν έχουν θέσι στο φως τα σκοτάδια τους. Οι αθέμιτες επιθυμίες εκδηλώνονται νόμιμα σε μία και μόνο περίπτωσι -στην ζωή του τυραννικού ανθρώπου, την ζωή των άσκοπων απολαύσεων (τῶν ἀρχῶν καί τά ἕτοιμα διανεμομένων ἐπιθυμιῶν, 572e-573a). Στις εύλογες επιθυμίες υπάρχει εκ των πραγμάτων χαλινός και όριο η ικανοποίησι της ανάγκης. Πρόκειται για ανάγκη οργανική και επιθυμία συνεπώς πεπερασμένη. Αυτό δεν ισχύει κατά κανένα τρόπο για τις επιθυμίες εκ του περισσού. Όταν οι επιθυμίες τούτες μεταβληθούν σε ανάγκη, δημιουργούν τέτοιαν εξάρτησι, ώστε ο άνθρωπος να μαίνεται. Η επιθυμία χωρίς πραγματικό αντίκρισμα οδηγεί σε εξαρτήσεις επειδή ακριβώς την πληρώνουμε με την ψυχή μας. Οι ανάγκες πολυτελείας (τότε θυμιάματα, μυρωδικά, στεφάνια, κρασιά κ.λπ.· τώρα ρουχισμός, κοσμήματα, κότερα κ.τ.ο.) εισάγουν ως τέτοιες στην επιθυμία την διάσταση του απείρου. Αυτό διότι συνδέονται με την ίδια την επιθυμία και όχι με κάποιο αίσθημα ικανοποιήσεως, με το γεγονός δηλαδή της απολαύσεως. Προκαλώντας έντονη επιθυμία αντί έντονης ηδονής, μας βγάζουν από κάθε όριο, μας ξελογιάζουν και μας τρελλαίνουν. Στην ψυχή του τυραννικού ανθρώπου κυριαρχεί η επιθυμία και όχι η αίσθησι της ηδονής. Εξ ου και ο έρως της επιθυμίας ως ψυχικό του υπόβαθρο (πρβλ. 572a-573a). Κατ’ αυτόν τον τρόπο η επιθυμία της ψυχής γίνεται άπειρη και στην απειρία της πρέπει να βεβαιώνεται με τον νοσηρό και ανελέητο τρόπο που ισχύει για όλες τις ανάλογες περιπτώσεις. Η πλατωνική ματιά αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά εκπληκτικής οξύτητας και ευθυβολίας.

Η έντασι στην επιθυμία και όχι στην ηδονική αίσθησι γεννά την τυραννική ψυχή και θρέφει την ανισορροπία της. Μεταβαλλόμενη η επιθυμία σε περιεχόμενο της θελήσεως διαλύει την θέλησι. Η διαφορά μεταξύ φιλοσόφου και τυράννου έγκειται στο εκτός και εντός θελήσεως της επιθυμίας. Τίποτε δεν μπορεί να σταθή εκτός -αρχή, αξία, τάξι, όριο- εφ’ όσον η επιθυμία γίνη περιεχόμενο της θελήσεως. Γι’ αυτό και η έντασι της αισθήσεως μετριάζεται, ενώ η διάρκεια της τρέπεται σε προσωρινότητα. Όσο περισσότερο απολαμβάνομε τόσο περισσότερο επιθυμούμε – η απόλαυσι γίνεται στην προσωρινότητα της κόλασι ενός ψυχικού κενού, το οποίο έρχεται να πλήρωση η μανία (μανίας δέ πλήρωση ἐπάκτου, 573b), μια τρέλλα ξένη προς την ανατατική δύναμι της ψυχής. Συμβαίνει κάτι τρομερό: ο τυραννικός άνδρας χάνει την εσωτερική του ζωή. Όσο και αν ακούγεται παράξενο, ο εξηρτημένος από επιθυμίες απολαύσεων έχει φυτική εσωτερική ζωή. Αγνοεί κάθε ιδέα αυθυπερβάσεως, αφ’ ης στιγμής θέλει για να θέλη. Εξ ου και ο τυραννικός ελαχιστοποιεί την συνείδησι και αποκρούει την αυτοσυνειδησία. Το κράτος της επιθυμίας στην θέλησι εξοστρακίζει την αυτοσυνειδησία και σχεδόν μηδενίζει την συνείδησι. Κυριευμένη από επιθυμίες και χωρίς αυτοσυνείδησι η ανάπηρη συνείδησι καταντά άκρως επικίνδυνη. Προκειμένου να χαίρεται τις επιθυμίες ο τυραννικός αποθηριώνεται – οι επιθυμίες αντικαθιστούν τον απόντα εσωτερικό εαυτό. Εσωτερικός εαυτός είναι το πνευματικό περιεχόμενο της συνειδήσεως και εξωτερικός η τρέλλα της επιθυμίας, η δυστυχία μιας ποσότητος χωρίς ποιόν και αίσθημα.

Συνείδηση του τυραννικού ανθρώπου είναι η επιθυμία. Γυμνή η επιθυμία δεν αργεί να γίνη τυραννική και ανικανοποίητη, καθώς η στέρησι βιώνεται σαν ψυχικό σκοτάδι. Ίσως υπό το πρίσμα τούτο να μιλή ο Πλάτων περί αργών επιθυμιών. Το «αργό» δηλώνει μία παθητικότητα. Όντως τον τυραννικό άνθρωπο χαρακτηρίζει η παθητικότητα, τον κατακλύζουν δηλαδή επιθυμίες αλλά στερείται σκοπών. Το περιβάλλον και η παιδεία δεν τού μετέδωσαν συνήθειες και αισθήματα που θα ενεργοποιούσαν παραγωγικά τις επιθυμίες. Ο δημιουργικός άνθρωπος δεν μπορεί να εξελίχθη σε τύραννο. Ο πλατωνικός τύραννος καταβροχθίζει από νοσηρή παθητικότητα, πράττει μόνο την καταστροφή. Είναι μηδενιστής προ του γράμματος. Η επιθυμία ως πραγματικότητα αυθύπαρκτη βρίσκεται στους αντίποδες της δημιουργίας και της συνειδήσεως. Δημιουργώ θα πη: υπάρχω ψυχικώς προς τα μέσα και όχι προς τα έξω τρωκτικώς. Η συνείδησι δεν μεταπλάθει δυναστικά τους φυσικούς ερεθισμούς σε δέον: είναι αντιθέτως κοινωνητικό τους ξεχείλισμα, βαθύς ευγενισμός.

Κάθε άνθρωπος διαθέτει μία ψευδή αυτοσυνείδησι και πολύ περισσότερο ο τύραννος. Πρόκειται για την αίσθησι ή καλύτερα την ψευδαίσθησι της κολακείας. Εάν πραγματικότης του τυραννικού ανθρώπου είναι οι επιθυμίες, στις επιθυμίες αναζητεί και βρίσκει την επιβεβαίωση. Υπό αυτό το πρίσμα η κολακεία συνιστά τρόπο να αποκλείη από την ζωή του κάθε εξωτερική πραγματικότητα και να περιβάλλεται από επιθυμίες. Για την ακρίβεια από εικόνες του, που παίρνει από την επιθυμία. Τα πάντα μετατρέπονται σε εικόνες του δια της επιθυμίας. 0 Πλάτων είναι σαφής επ’ αυτού περιγράφοντας την ζωή του τυράννου, αμέσως μετά όσα είπε για το φυσικό του. Διαβάζουμε (575e): πρῶτον μέν οἷς ἄν συνῶσιν (με όποιους κι αν ζουν οι τυραννικοί άν­δρες), ἤ κόλαξιν ἑαυτῶν συνόντες καί πᾶν ἔτοιμοις ὑπηρετεῖν (ή θα είναι κό­λακες πρόθυμοι να τους υπηρετήσουν σε κάθε τι), ἤ ἐάν τοῦ τί δέωνται, αὐτοί ὑποπεσόντες (ή αν χρειασθή να ζητήσουν οι ίδιοι κάτι από κάποιον, γίνονται χαλί να τους πατήση), πάντα σχήματα τολμῶντες ποιεῖν ὡς οἰκεῖοι, διαπραξάμενοι δέ ἀλλότριοι (έτοιμοι να παίξουν όλους τους ρόλους, για να επιδείξουν αφοσίωσι, και όταν κάνουν την δουλειά τους τού γυρίζουν την πλάτη).

Το κείμενο είναι γλαφυρό και ευθύβολο. Ο τυραννικός άνθρωπος περιβάλλεται από κόλακες, άτομα κατ’ εικόνα της επιθυμίας του τα οποία του προσφέρουν την προσομοίωσι που χρειάζεται και την υπηρεσία που ζητεί. Η κατοπτρική τούτη σχέσι όμως πολύ εύκολα αντιστρέφεται στην περίπτωσι κατά την οποία ο ίδιος έχει την ανάγκη κάποιου άλλου: μεταβάλλεται σε υποκείμενο δουλικό, κολακικό καθρέφτη για τον αντικείμενο, και όταν πετύχη αυτό που χρειάζεται, κάνει ότι δεν τον ξέρει. Είτε σέρνει είτε σέρνεται ο τυραννικός χάνει ταυτοχρόνως την πραγματικότητα και τον εαυτό του. Και δεν θα μπορούσε να γίνη αλλιώς, αφού η επιθυμητική πραγματικότης ως ψυχικό περιεχόμενο επιτάσσει να είμαστε ρόλοι και όχι πρόσωπα. Ο τύραννος δεν φορεί προσωπείο· είναι ο ίδιος προσωπείο και επομένως ανίκανος να δημιουργήση ειλικρινή σχέσι με οποιονδήποτε – ενσαρκώνει την πλήρη πλαστοπροσωπία. Ο Πλάτων το αντιλαμβάνεται πολύ καλά και γι’ αυτό θα ανακεφαλαιώση αμέσως πιο κάτω τα προηγούμενα (576a) με τον απαράμιλλο τρόπο του. Οι άνθρωποι αυτού του είδους, γράφει, ἐν παντί ἄρα τῷ βίω ζῶσι φίλοι μέν οὐδέποτε οὐδενί, ἀεί δέ τοῦ δεσπόζοντες ἤ δουλεύοντες ἀλλω, ἐλευθερίας δέ καί φιλίας ἀληθοῦς τυραννική φύσις ἀεί ἄγευστος. Πώς να προσφέρουν την φιλία τους ή να δέχωνται την φιλία των άλλων, όταν ενδιαφέρονται αποκλειστικά και μόνο για την επιθυμία τους; Όταν σφραγίζουν τον χαρακτήρα τους η απιστία και η αδικία; Παρά τα επιφαινόμενα ο τύραννος δεν είναι διόλου αυτάρκης. Δεν θα μπορούσε να γίνη αλλιώς, αφού ζη για να κολακεύη και να κολακεύεται. Τον γεμίζει η επιθυμία και όχι το αίσθημα της ηδονικής απολαύσεως. Η επιθυμία του δεν έχει την αυτονομία που θα ήθελε η ψυχολογία του βάθους– είναι ισχυρή μεν αλλά παρασιτική: αντί να τον αποσπά από την βαρύτητα του εαυτού του, τον βυθίζει στο πεδίο της βαρύτητος. Αγαπά ό, τι τον κολακεύει και τον κολακεύουν οι επιθυμίες κατ’ εξοχήν. Την θέσι του εσωτερικού πλατύτερου εαυτού καταλαμβάνει ο εσωτερικός του κόλακας. Αν η έντασι της επιθυμίας βρισκόταν στο αίσθημα, αν πίεζε η ευχαρίστησι προς την ελευθερία από τον εαυτό, τότε ο τυραννικός άνθρωπος θα ζητούσε την έκστασι, αντί να οχυρώνεται μέσα του και να υποβλέπει τους πάντες. Χωρίς την παρασιτική επιθυμία της κολακείας δεν θα υπήρχε τύραννος – την συνθήκη της εν-στάσεως θα καταλάμβανε η λυτρωτική έκστασι.

O τύραννος βρίσκεται διαρκώς σε συνθήκη ελλείψεως. Νοιώθει αενάως στερούμενος, όμως δεν σκέπτεται την πληρότητα αλλά την ικανοποίησι. Την πληρότητα ζητεί ο φιλόσοφος, ο άνθρωπος του αγαθού και της αλήθειας, που όταν τά καλόν ἄρχηται καθορᾶν, σχεδόν ἄν τί ἄπτοιτο τοῦ τέλους (Συμποσίου 21 lb). Εδώ ο Πλάτων συμφωνεί με τον άσπονδο φίλο του, μαθητή κι εκείνον του Σωκράτους, τον Διογένη τον Κυνικό. Όταν κάποτε ρώτησαν τον τελευταίο (απ. 298) ποιος άνθρωπος μπορεί να χαρακτηρισθή πλούσιος, αυτός απήντησε μονολεκτικά: ό αυτάρκης, δηλαδή όποιος δεν έχει ανάγκη τίποτε. Βεβαίως οι δύο αυτάρκειες διαφέρουν: η πλατωνική προϋποθέτει έρωτα του απολύτου, ένωσι των ανθρώπων με τα βάθη τους, και θέλει να είναι άσκησι στον θάνατο (μελέτη θανάτου)· η κυνική αυτάρκεια είναι άρνησι κάθε κοινωνικής συμβάσεως εν ονόματι της ελευθερίας και της απόλυτης διαφάνειας. Και στις δύο περιπτώσεις αντίπαλος είναι η υπαρξιακή πυκνότης που ματαιώνει την γόνιμη επικοινωνία με τον αληθινό μας εαυτό και προκαλεί ψυχική ένδεια ασχέτως υλικών πόρων. Παραδιδόμενος ο τύραννος στο εναγώνιο κυνήγι του φευγαλέου των απολαύσεων χάνει την χαρά της ζωής. Η βουλιμία του δείχνει πνιγηρή ανασφάλεια και η αγωνία της ελλείψεως μαρτυρεί έναν υπέρογκο φόβο θανάτου, που χρησιμοποιεί ως κατευναστικό αντίδοτο την ανελέητη συμπεριφορά. Αυτάρκης θα γίνη ο τύραννος τραγικά, όταν δεν αφήση τίποτε γύρω και μέσα του, όταν τον καταπιή το απέραντο εσώτερο μηδέν που ο ίδιος καθιέρωσε.

Η μουσική πρακτική της αρχαίας Ελλάδας

Τη μεγάλη σημασία που έδιναν οι αρχαίοι Έλληνες στη μουσική φανερώνουν πλήθος ποιητικές αναφορές, παραστάσεις και μύθοι.Ο Ορφέας με την λύρα του γοήτευε τ’ άγρια θηρία, οι πέτρες, γοητευμένες από το παίξιμο του Αμφίονα, πήγαιναν χορεύοντας και έμπαιναν μόνες τους στη θέση που έπρεπε όταν πρωτοκτιζόταν η Θήβα, και ο Αρίωνας γοήτευε με την κιθάρα του τα δελφίνια της θάλασσας.
 
Οι μύθοι αυτοί φανερώνουν μια βαθιά πίστη στη δύναμη της τέχνης των ήχων και παραπέμπουν σε πεποιθήσεις για τις μαγικές ιδιότητες της μουσικής, κοινές σε όλους σχεδόν τους μουσικούς πολιτισμούς του κόσμου.Η αρχαία ελληνική μουσική ήταν μονοφωνική. Από τις σωζόμενες πηγές μαρτυρείται επίσης ένα είδος ετεροφωνίας, ενώ η πολυφωνία φαίνεται ότι δεν ήταν σε χρήση. Το αρχαιοελληνικό μέλος ταυτιζόταν απόλυτα με την ποίηση με τρόπο που ήχος και λόγος συνταιριάζονταν σε ένα αδιαίρετο σύνολο, όπου ο ρυθμικός στίχος υπαγόρευε το ρυθμό της μελωδίας (μέτρο) και δενόταν μαζί του. Γι’ αυτό και τις περισσότερες φορές, ποιητής και συνθέτης ήταν το ίδιο πρόσωπο. Έτσι το μέτρο της ποίησης καθόριζε και το μέτρο της μουσικής που έφτασε σε μεγάλη ποικιλία, παρακολουθώντας την πλούσια ποιητική μετρική και τους τρόπους της απαγγελίας.

Την πρώτη μορφή έντεχνης ποίησης και μουσικής τη συναντάμε στην μορφή του ομηρικού έπους. Σε αυτά τα χρόνια οι αοιδοί (ποιητές και μουσικοί ταυτόχρονα) ιστορούσαν – άλλοτε σε συμπόσια και άλλοτε σε επίσημες γιορτές και αγώνες – πολεμικές δόξες και κατορθώματα, συνοδεύοντας την απαγγελία τους με τη λύρα ή την κιθάρα. Φήμιος, Θάμυρης, Δημόδοκος είναι ονόματα αοιδών που αναφέρει ο Όμηρος σαν τους πιο ξακουστούς της εποχής του.Στους ίδιους καιρούς ήταν γνωστά και διάφορα άλλα λαϊκά τραγούδια, όπως ο θρήνος και ο ιάλεμος (μοιρολόι), ο λίνος (θρηνητικό τραγούδι για τον αποχωρισμό θέρους και φθινοπώρου), ο υμέναιος (τραγούδι του γάμου), ο κώμος (που έκλεινε τα γλέντια) και άλλα.Σε αντίθεση με την επική, η λυρική ποίηση, που αναπτύχθηκε τον 7ο και 6ο αιώνα, εκφράζει υποκειμενικά συναισθήματα του ποιητή. Με τις ωδές, τους παιάνες, τα επινίκια, τα παρθένεια, τα επιθαλάμια, ανάδειξαν την άφταστη τέχνη τους σειρά ολόκληρη από λυρικούς ποιητές ο Αλκαίος, η Σαπφώ, ο Ανακρέοντας, ο Πίνδαρος, η Κόριννα, ο Στησίχορος είναι οι πιο γνωστοί της εποχής εκείνης.

Ο 5ος π.Χ. αιώνας είναι ο αιώνας ακμής της αττικής τραγωδίας και κωμωδίας, που φαίνεται να έχει τις ρίζες της στη λατρεία του Διονύσου και ιδιαίτερα στο διθύραμβο και σε άλλα χορευτικά τραγούδια, όπως τα φαλλικά, με σκωπτικό και άσεμνο πολλές φορές περιεχόμενο. Το νέο αυτό δραματικό είδος έδενε αναπόσπαστα ποίηση, μουσική και χορό. Έτσι τα χορικά μέρη, τραγουδιόνταν με συνοδεία αυλού, ενώ οι μονόλογοι και οι διάλογοι γίνονταν με συνοδεία λύρας ή κιθάρας.Η ενόργανη μουσική (αυλητική και κιθαριστική τέχνη) αναπτύσσεται και αυτή σε πολύ μεγάλο βαθμό από το β’ μισό του 5ου αι. π.Χ. Στους διάφορους μουσικούς αγώνες, που διοργανώνονταν, οι καλύτεροι αυλητές και κιθαρωδοί, έπαιρναν χρηματικά ή άλλου είδους βραβεία. Ανάμεσά τους ακουστός ο αυλητής Σακάδας, θριαμβευτής στους Δελφικούς αγώνες, και ο Τιμόθεος από τη Μίλητο. Πρέπει να σημειωθεί ότι η ενόργανη αυτή συνοδεία του τραγουδιού, χρησιμοποιούσε, πολλές φορές, διάφορα μετρικά μελωδικά στολίδια, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως αλλοιωνόταν έτσι, και ο μονόφωνος χαρακτήρας της μουσικής, αφού μοναδικός σκοπός του ενόργανου ήχου, ήταν η υπογράμμιση του ρυθμού, που λογαριαζόταν ως το βασικότερο στοιχείο της μουσικής.

Από τη μουσική πρακτική της αρχαίας Ελλάδας υπάρχουν σήμερα ελάχιστα δείγματα με τη μορφή σημειογραφίας, ανάμεσα στα οποία, ολοκληρωμένα είναι μόνο τα παρακάτω: δύο Δελφικοί Ύμνοι, τρεις Ύμνοι στον Απόλλωνα και μια επιτάφια πλάκα (Επιτάφιος του Σεικίλου), που πάνω της έχει χαραγμένο ένα «σκόλιον». Τα υπόλοιπα λείψανα είναι αρκετά αποσπασματικά.Μα αν τα λείψανα της αρχαίας ελληνικής μουσικής είναι πολύ λίγα, οι θεωρητικές πληροφορίες που έχουμε γι’ αυτήν είναι πολύ περισσότερες, έτσι που να μπορούμε να σχηματίσουμε κάποια γνώση της θεωρίας της. Αυτές τις πληροφορίες τις βρίσκουμε διάσπαρτες στα συγγράμματα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, στα Αρμονικά του Αριστόξενου, στα συγγράμματα του Ευκλείδη, στο Περί Μουσικής του Πλούταρχου, στα συγγράμματα Βυζαντινών, Λατίνων συγγραφέων και αλλού. Από τις πηγές αυτές παίρνουμε διάφορες θεωρητικές πληροφορίες, όπως π.χ. για τα τετράχορδα, τα γένη τους (διατονικό, χρωματικό, εναρμόνιο), τους τρόπους, τις αρμονίες, και τα «ήθη» αυτών.

Τις βάσεις της μουσικής θεωρίας και της μουσικής ακουστικής θεωρείται ότι τις έθεσε ο Πυθαγόρας με τους μαθητές του. Αυτός καθόρισε τη σχέση ανάμεσα στο ύψος του ήχου και στο μήκος της χορδής, κάνοντας πειράματα πάνω στον λεγόμενο «κανόνα» ή «μονόχορδο του Πυθαγόρα». Όσο μεγαλώνει το μήκος της χορδής, τόσο χαμηλότερος (βαρύτερος) γίνεται ο ήχος που παράγεται από αυτήν και το αντίστροφο. Πέρα από τους Πυθαγόρειους ασχολήθηκαν και άλλοι με τη θεωρία της μουσικής, ο Αριστοτέλης, ο Αριστόξενος, ο Πλούταρχος κ.ά. Ο Αριστόξενος μάλιστα με τα έργα του Ρυθμικά στοιχεία και Αρμονικά άρχισε να δίνει βασική σημασία, όχι στις μαθηματικές αναζητήσεις, όπως έκαναν οι Πυθαγόρειοι, αλλά στην πραγματική ακουστική σχέση ανάμεσα στους ήχους, όπως αυτή προέκυπτε από τη μουσική πρακτική. Η αντίθεση αυτών των δύο θεωριών διατηρήθηκε και καθόρισε δύο διαφορετικές πορείες στις μουσικοθεωρητικές έρευνες. Την εποχή του Αριστόξενου διαμορφώθηκε και ο μουσικός τονισμός των φθόγγων και ο προσδιορισμός του με συμβατικά σημεία. Για να αποδώσουν τους μουσικούς φθόγγους οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν γράμματα του αλφαβήτου σε διάφορες θέσεις (όρθια, ανάποδα, πλάγια), ενώ άλλη σημειογραφία χρησιμοποιούσαν για την φωνητική μουσική και άλλη για την οργανική.Όσο για τα μουσικά τους όργανα, αυτά ήταν έγχορδα, κρουστά και πνευστά. Τα έγχορδα ήταν συνήθως του τύπου της λύρας, όπως χέλυς, βάρβιτος, κιθάρα, φόρμιγξ, ψαλτήρι κ.α. Στα τέλη τουλάχιστον του 7ου αιώνα π.Χ. χρονολογείται η άρπας (τρίγωνον), ενώ από τα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. μαρτυρούνται οι αρχαίες πανδουρίδες (έγχορδα του τύπου του λαούτου), οι οποίες θεωρούνται πρόγονοι του σημερινού ταμπουρά και μπουζουκιού, τόσο κατασκευαστικά, όσο και ετυμολογικά.

Στα πνευστά συγκαταλέγονταν συνήθως οι αυλοί, μονοί ή διπλοί, με διπλή συνήθως γλωσσίδα, σαν τον σημερινό ζουρνά και οι σύριγγες, μονοκάλαμες ή πολυκάλαμες. Κλασικός στην ελληνική λογοτεχνία είχε γίνει ο συνδυασμός της λύρας (ή κιθάρας) με τον αυλό. Ένα ακόμη όργανο της εποχής αποτελεί και η ύδραυλις, το οποίο, λόγω της μεγάλης του ηχητικής έντασης, χρησιμοποιούνταν συχνά σε εορταστικά και αθλητικά γεγονότα (π.χ. ιπποδρομίες).Κρουστά ήταν τα κρόταλα ή κρέμβαλα, τα τύμπανα, τα κύμβαλα, καθώς και διάφορα σείστρα και κουδούνια (κώδωνες). Η χρησιμοποίηση του κρουστών δεν ήταν τόσο διαδεδομένη στα αρχαία ελληνικά μουσικά δρώμενα, όσο στις διονυσιακές τελετές οργιαστικού χαρακτήρα, όπου γινόταν χρήση κυρίως τυμπάνων, κυμβάλων και κουδουνιών.Στην ελληνιστική εποχή ο λόγος, η μουσική και ο χορός αρχίζουν να διαχωρίζονται σε ξεχωριστούς κλάδους και να μην αποτελούν σαν και πρώτα μια τέλεια ενότητα. Έτσι, ο διθύραμβος, από ομαδικό, λατρευτικό τραγούδι που ήταν, τώρα τραγουδιέται από ένα πρόσωπο για να φανερωθεί και να επιβληθεί, ένα πνεύμα δεξιοτεχνίας. Αρχίζει η εποχή των «βιρτουόζων», που είναι περιζήτητοι και πληρώνονται μεγάλα ποσά.

Υπεύθυνος για τη ζωή σου είσαι εσύ! Πάρε τη στα χέρια σου όσο είναι καιρός!

peroballonΚάνουμε μια περίληψη όλων όσων έχουμε ακούσει και διαβάσει από την αρχαιότητα έως σήμερα, από όλους τους σοφούς, δασκάλους, πνευματικούς ανθρώπους αλλά και από αυτά που συνειδητοποιούν όσοι ακολουθούν τον δρόμο της αυτογνωσίας.
      
Μπορούμε να καταλήξουμε σε αυτά τα συμπεράσματα τα οποία φυσικά ο καθένας μπορεί να αντιλαμβάνεται με διαφορετικούς τρόπους, ανάλογα με το δρόμο του και το νοητικό του περιεχόμενο. Εξάλλου, η βασικότερη αρχή της αυτογνωσίας είναι ότι κάθε άνθρωπος είναι ένα μονοπάτι ή τουλάχιστον αυτό καλείται να γίνει.
  1. Υπεύθυνοι για τη ζωή μας είμαστε μόνο εμείς. Όσο πιο γρήγορα το συνειδητοποιήσουμε, τόσο πιο σύντομα θα πάρουμε τη ζωή μας στα χέρια μας.
  2. Δεν υπάρχουν λάθη. Υπάρχουν μόνο ευκαιρίες για ανάπτυξη. Κάθε λάθος μας οδηγεί στη συνειδητοποίηση ότι κάτι πρέπει να γίνει καλύτερα από πριν.
  3. Ο τρόπος σκέψης μας καθορίζει την πραγματικότητα και ως εκ τούτου τη ζωή μας. Ένας άνθρωπος που σκέφτεται αρνητικά δεν μπορεί παρά να ζει σε έναν αρνητικό κόσμο και το αντίθετο. Εάν θέλουμε να αλλάξει η ζωή μας, το πρώτο πράγμα που χρειάζεται να κάνουμε είναι να αλλάξουμε τον τρόπο που σκεφτόμαστε.
  4. Η ζωή θα μας φέρνει τις ίδιες δυσκολίες ξανά και ξανά μέχρι να πάρουμε το μάθημα και να προχωρήσουμε. Δεν έχει νόημα να προσπαθούμε να δραπετεύουμε από τις δυσκολίες.
  5. Τα συμπτώματα εξαφανίζονται όταν αντικρίσουμε τις αιτίες τους και λάβουμε το μάθημα που έχουν να μας προσφέρουν.
  6. Οι άλλοι αποτελούν καθρέφτες μας. Αυτά που αποζητάμε από αυτούς είναι πολλές φορές τα ίδια που αποζητάμε από τον εαυτό μας. Ενώ αυτά που μας ενοχλούν, είναι πολλές φορές προβληματικά στοιχεία του χαρακτήρα μας.
  7. Η αποστασιοποίηση είναι απαραίτητη όταν χρειάζεται να δούμε τα πράγματα ξεκάθαρα.
  8. Αυτά που πιστεύουμε για τον εαυτό μας τελικά θα γίνουν η πραγματικότητά μας.
  9. Όσο περισσότερο αγαπάμε τον εαυτό μας, τόσο λιγότερο έχουμε την ανάγκη της αποδοχής των άλλων.
  10. Δεν υπάρχουν προβλήματα, αρρώστιες, δυσκολίες. Υπάρχουν μόνο μονοπάτια.
  11. Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Τα πράγματα δεν συμβαίνουν τυχαία, συμβαίνουν για εμάς και έχουν κάτι να μας πουν.
  12. Όσο μεγαλύτερη η σοφία, τόσο μεγαλύτερη η επίγνωση της άγνοιας… και όσο μεγαλύτερη η άγνοια τόσο περισσότερα πιστεύουμε ότι γνωρίζουμε.
  13. Δεν υπάρχει κάπου να φτάσεις. Είναι ένα ταξίδι χωρίς τέλος.
  14. Ο μόνος αληθινός χρόνος είναι το ΤΩΡΑ
  15. Όλα συνδέονται μεταξύ τους. Όσο μεγαλύτερη η σοφία, τόσο πιο εμφανής η σύνδεση. Όσο μεγαλύτερη η άγνοια, τόσο πιο τυχαία και μεμονωμένα, φαντάζουν τα πράγματα.
  16. Αυτό που δίνουμε είναι τελικά αυτό που θα λάβουμε
  17. Αυτά που δεν δίνουμε στον εαυτό μας δεν θα μας τα δώσει κανένας άλλος στον κόσμο.
  18. Λαμβάνουμε πάντα αυτό που χρειαζόμαστε. Όχι πάντα αυτό που θέλουμε, αλλά πάντα αυτό που χρειαζόμαστε.
  19. Ο κάθε άνθρωπος έχει την αλήθεια του, το μονοπάτι του, τον τρόπο να αντιλαμβάνεται τα πράγματα και είναι το σωστό για εκείνον την εκάστοτε στιγμή. Μια επόμενη στιγμή μπορεί να μην είναι πια.
  20. Όσο πιο σύντομα αναγνωρίσουμε τις αδυναμίες μας τόσο πιο γρήγορα θα πάψουν να μας πληγώνουν.

Ο φόβος του διαλόγου

Ο γραπτός διάλογος είναι απαιτητικός, δεν είναι τόσο ανάλαφρος και επιφανειακός όπως τον προφορικό (τηλέφωνο) ή τον δια ζώσης. Εκεί, ειδικά, έχουμε μάθει να προβάλλουμε το εγώ μας, κρύβοντας ασυνείδητα τον πραγματικό εαυτό μας. Και ποιος είναι αυτός άραγε;

Όμως ούτε ο διάλογος είναι γνώριμη διαδικασία. Η συζήτηση είναι άλλο πράγμα, πιο εύκολη, πιο παρορμητική, πιο βίαιη, θα έλεγα. Ανταλλάσσουμε απόψεις, αναλύουμε απόψεις, διαφωνούμε, συμφωνούμε, προσπαθώντας να καταλήξουμε κάπου, να βγάλουμε ένα συμπέρασμα, να ορίσουμε τον εαυτό μας ανάλογα. Έτσι, θεωρούμε πως μαθαίνουμε, καταλαβαίνουμε, συνδεόμαστε, εξελισσόμαστε. Και διερωτώμαι: με τόσα άπειρα «τραπέζια συζητήσεων» ανά τους αιώνες, σε όλους τους τομείς της ζωής μας, τι είναι αυτό που δεν αλλάζει, δεν εξελίσσεται και είναι όμοιο παντού;

Δεν το βλέπουμε. Γιατί επιμένουμε να κοιτάμε μέσα από τον διχασμένο νου μας, που επιλεκτικά διαλέγει, οπλίζεται και προσπαθεί να φανεί, ξεχωριστός, ανώτερος, σωστός. Ειδικά σε περιόδους κρίσης, όλ’ αυτά διαφαίνονται πολύ πιο καθαρά, αλλά μόνο αν έχουμε μάθει να βλέπουμε πίσω από τα φαινόμενα, πέρα από το εκπαιδευμένο εγώ μας.

Ο διάλογος είναι τελείως άλλη κατάσταση, αν και νομίζουμε οι περισσότεροι πως είναι συνώνυμο της συζήτησης και έτσι τον χρησιμοποιούμε. Δεν ξέρουμε τη διαφορά ανάμεσα στο «σκέφτομαι», το «διαλογίζομαι», το «συζητάω» και το «συνδιαλέγομαι». Και όχι, δεν είναι συνώνυμες έννοιες.

Ο διάλογος ξεκινά εσωτερικά, με κέντρο τον εαυτό μας, έχοντας επίγνωση ποιοι είμαστε κάθε στιγμή. Σχετίζεται επίσης με όλα και με άλλους γύρω μας, έξω από το ασφυκτικό εγώ μας, με την ικανότητα να βλέπουμε ταυτόχρονα πολλές διαφορετικές οπτικές, να συναισθανόμαστε χωρίς να ταυτιζόμαστε, να δημιουργούμε, αντλώντας από το άγνωστο, νέες οπτικές, δημιουργικές σκέψεις, αυθεντικές λύσεις.

Ειδικά το γραπτό, και για τους πιο πάνω λόγους το φοβόμαστε. Έχουμε γίνει τόσο ειδικοί στο να κρύβουμε τις πραγματικές μας σκέψεις (ακόμα κι από τον εαυτό μας), να μιλάμε ασταμάτητα χωρίς να ακούμε πραγματικά, να τρέχουμε αντί να προσέχουμε, να παρατηρούμε, να αφουγκραζόμαστε, που ο γραπτός διάλογος μας φαίνεται ανησυχητικά αργός, ενώ τον ονομάζουμε «μη πραγματικό».

Οι λίγοι που τον τολμούν, ξεφεύγοντας από τις προσταγές τις εποχής, το σύνηθες και το γνώριμο ασφαλές, διαπιστώνουν πόσα έχαναν, πόσα ανακαλύπτουν, πόσα φανερώνουν και πόσο πιο αληθινός είναι από το συνηθισμένο μπλα μπλα των συζητήσεων και των «φιλικών συνευρέσεων». Όχι, δεν είναι είτε το ένα είτε το άλλο… όμως, χωρίς διάλογο, δημιουργούμε απλά μια Βαβέλ…αιώνες τώρα!

Θα τολμούσαμε να αμφιβητήσουμε τα γνώριμα "σωστά" που ξέρουμε; Θ βγαίναμε από τη ζώνη άνεσης που μας χαρίζει τη φαινομενική κυριαρχία μας; Θα εμπιστευόμασταν να "κατεβάσουμε ταχύτητα" στο νου που έμαθε να αντιλαμβάνεται μόνο επιφανειακά, αποσπασματικά και καθαρά εγωιστικά;

Αποσυμβολισμός των Άθλων του Ηρακλή

Ένας από τους πιο αρχετυπικούς ήρωες είναι ο Ηρακλής. Ο μαθητής που στέκει μόνος στις δοκιμασίες του. Συμβολίζει την καθαρή εκδήλωση της αρχέγονης δύναμης και είναι δεμένος περισσότερο με τη στοιχειακή όψη του, θυμίζοντας εποχές κατά τις οποίες η λειτουργία του εγκεφάλου δεν είχε ακόμη ενεργό δράση στην καλλιέργεια της ανθρώπινης ύπαρξης.

Είναι ημίθεος, με πατέρα το Δία και μητέρα τη θνητή Αλκμήνη. Ο Δίας είναι σύμβολο της πνευματικής του φύσης. Η Αλκμήνη, η γήινη μάνα, υποδηλώνει τις ρίζες του και το σπόρο της μεγάλης περιπέτειας που τον περιμένει, στην πορεία του προς τον Θείο Πατέρα. Το αρχικό του όνομα ήταν Αλκείδης και σημαίνει το θάρρος του ήρωα. Ονομάστηκε, επίσης, τρισέληνος, γιατί το φεγγάρι έκανε τρεις φορές τον κύκλο του ουρανού κατά το ζευγάρωμα του Δία και της Αλκμήνης. Στην περιπέτειά του θα σχετιστεί με τις τρεις όψεις του φεγγαριού: Τη Σελήνη, την Εκάτη και την Αρτεμη. Αυτό το τριπλό σύμβολο υποδηλώνει με τον καλύτερο τρόπο την ευμετάβλητη συναισθηματική φύση του, που τον ακολουθεί σε όλη την αναζήτηση.

Η θεά Ήρα, η ζηλότυπη σύζυγος του Δία, αντιπροσωπεύει τα εμπόδια και τις αντιθέσεις που θα παρουσιαστούν στο δρόμο του ήρωα. Ουσιαστικά συμβολίζει την ψυχή του Ηρακλή, τον ενδιάμεσο κρίκο ανάμεσα στο πνεύμα και την προσωπικότητα. Είναι ο εχθρός της προσωπικότητάς του που τον ωθεί μέσα από ποικίλες δοκιμασίες στην αναζήτηση της θεϊκής του καταγωγής.

Πρωταρχική του δοκιμασία τα δύο φίδια της σοφίας. Με γνώμονα την αρχέγονη δύναμη καταπνίγει το στοιχείο της σοφίας, προκαθορίζοντας έτσι τη μελλοντική του ατραπό, που χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία του παρορμητικού στοιχείου πάνω στο νου και την έλλειψη διάκρισης.

Νέος ακόμη απαλλάσσει την περιοχή από τις επιδρομές ενός λιονταριού σκοτώνοντάς το. Από τότε χρησιμοποιεί το δέρμα του ζώου σαν φορεσιά του. Με αυτόν τον τρόπο ο ήρωας υποτάσσει και χρησιμοποιεί τη ζωώδη φύση του. Αυτή η φύση θα τον ακολουθεί σε όλη του τη ζωή μέσα στην ύλη, γιατί, όπως και κάθε άνθρωπος, είναι ενσαρκωμένος και δεν μπορεί να απορρίψει εντελώς τα κατώτερα στρώματα της ύπαρξής του. Στην εφηβεία του ακόμη διαλέγει το δύσβατο μονοπάτι της αρετής, αποδεχόμενος την υπηρεσία που οφείλει να προσφέρει στον κόσμο. Παντρεύεται τη Μεγάρα και αποκτά τρεις γιους.

Ο γάμος του συμβολίζει τον προσανατολισμό της συνείδησής του στα τρία επίπεδα της προσωπικότητας. Η Ήρα-ψυχή του, όμως, έχει διαφορετική αντίληψη για τη μαθητεία του. Τον τρελαίνει σε σημείο που σκοτώνει τη γυναίκα και τα παιδιά του. Με λίγα λόγια αποκόβει τους δεσμούς του με τον κόσμο των ανθρώπων και ακολουθεί τυφλά την παρόρμηση της ψυχής του. Τότε η Πυθία του δίνει το όνομα Ηρακλής, που σημαίνει δόξα της Ήρας, δηλαδή δόξα της ψυχής.

Για να εξιλεωθεί ο ήρωας, πρέπει να εκτελέσει δώδεκα άθλους που θα του αναθέσει ο Ευρυσθέας, ο Ανώτερος Εαυτός του, -αυτός που έχει τη μεγάλη δύναμη- και που γεννήθηκε κατά παρότρυνση της Ήρας ταυτόχρονα με τον Ηρακλή.

Για αυτό το δύσκολο έργο ο Ηρακλής επιστρατεύει όλες τις ανώτερες όψεις του. Η Αθηνά του δίνει το ένδυμα της σοφίας ο Ήφαιστος ένα χρυσό θώρακα, σύμβολο της μαχητικότητας αλλά και του ηλιακού του προορισμού. Ο Ποσειδώνας του χαρίζει άλογα, ένδειξη της ελεγχόμενης συναισθηματικής φύσης, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να εκπληρώσει ένα μέρος του έργου. Ο Ερμής προσφέρει ένα κοφτερό ξίφος, στοιχείο της νοητικής διάκρισης που πρέπει να έχει ο μαθητής για να επιλέγει σωστά στο δρόμο του.Ο Απόλλωνας του χαρίζει ένα φωτεινό τόξο, σύμβολο του υψηλού στόχου που θέτει ο αναζητητής στο ξεκίνημα της περιπέτειας.

Παρόλα τα δώρα με τα οποία τον προικίζει η ανώτερη φύση του, ο Ηρακλής ξεκινάει τους άθλους με το ρόπαλό του, την αυθύπαρκτη εσωτερική του φύση. «Για να υπηρετήσεις πρέπει να είσαι ικανός να στέκεις μόνος». Ο Ηρακλής στέκει μόνος, μέχρι να κερδίσει με την εμπειρία του το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει τα όπλα της πνευματικής του ύπαρξης.

Υπάρχει μια στενή σχέση ανάμεσα στους δώδεκα άθλους του Ηρακλή και στα δώδεκα σημεία του ζωδιακού. Στο σημείο του Κριού αντιστοιχεί ο άθλος με τα άλογα του Διομήδη, στον Ταύρο η σύλληψη του Ταύρου της Κρήτης, στους Διδύμους τα μήλα των Εσπερίδων και στον Καρκίνο η Κερυνίτιδα Έλαφος, στο Λέοντα το Λιοντάρι της Νεμέας, στην Παρθένο η Ζώνη της Ιππολύτης και στο Ζυγό ο Ερυμάνθιος Κάπρος, στο Σκορπιό έχουμε τη Λερναία Ύδρα, στον Τοξότη τις Στυμφαλίδες Όρνιθες και στον Αιγόκερω τον Κέρβερο, το φύλακα του Αδη. Στον Υδροχόο αποδίδονται οι Σταύλοι του Αυγεία και, τέλος, στους Ιχθείς τα βόδια του Γηρυόνη.

Ο πρώτος του άθλος είναι το Λιοντάρι της Νεμέας. Εδώ, στο σημείο του Λέοντα, ο ήρωας αποκτά επίγνωση της ατομικότητάς του και του πνευματικού του προορισμού. Προσφέρει υπηρεσία απαλλάσσοντας τη χώρα από το θηρίο και ταυτόχρονα κυριαρχεί στην κατώτερη φύση του. Στο πέμπτο ζώδιο ο άνθρωπος γίνεται πεντάκτινος αστέρας. Το πέντε είναι σύμβολο της ατομικοποίησης εκείνου που αναγνωρίζει τον εαυτό του, προσανατολίζοντας τη συνείδηση στις ανώτερες σφαίρες της ύπαρξής του. Το Λιοντάρι της προσωπικότητας είναι παιδί των αρνητικών όψεων του ασυνείδητου, της Έχιδνας και του Όρθρου. Κυνηγημένο από τον Ηρακλή, καταφεύγει σε μια σπηλιά με δύο εισόδους, που συμβολίζουν την επίφυση και την υπόφυση. Η πρώτη συνδέεται με τις ανώτερες λειτουργίες του νου, ενώ η δεύτερη με τις κατώτερες λειτουργίες του ενστίκτου. Φράζοντας την είσοδο της υπόφυσης στρέφει τη συνείδησή του στις ανώτερες νοητικές λειτουργίες. Έτσι έχει τη δυνατότητα να παγιδέψει το λιοντάρι σε ένα χώρο που αναμφίβολα είναι κυρίαρχος.

Το επόμενο κατόρθωμά του γίνεται στην πύλη του Σκορπιού με τη νίκη του ενάντια στην Ύδρα. Η Ύδρα είναι ένας από τους φύλακες του κάτω κόσμου που συμβολίζεται από τη Λέρνη, τη θεά των βάλτων. Είναι γέννημα της Έχιδνας και του Τυφωέα, συνδέεται δε με εκείνες τις όψεις του ασυνείδητου που είναι προορισμένες να προκαλούν νοητική σύγχυση. Χρησιμοποιεί το δώρο του Ερμή, τη νοητική διάκριση, χωρίς όμως να καταφέρει τίποτε, μια και τα κεφάλια της πλάνης σε κάθε κόψιμο πολλαπλασιάζονται. Αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει τη φωτιά της κάθαρσης, ένα σύμβολο ύψιστου εξαγνισμού και πνευματικής επίτευξης.

Ακολουθεί ένα εύκολο φαινομενικά κατόρθωμα, η σύλληψη της ελαφίνας. Και όμως, χρειάζεται ένας ολόκληρος χρόνος για να πετύχει το σκοπό του, πλανημένος συχνά από τις παγίδες της Αρτεμης, μιας από τις όψεις της σεληνιακής του φύσης. Εδώ ο ήρωας, πρώτα από όλα, διδάσκεται το μάθημα της επιμονής και της υπομονής. Οπλισμένος με αυτές τις δύο αρετές, αποκτά την ενόραση που κρύβεται στο ζωδιακό σημείο του Καρκίνου, συλλαμβάνοντας οριστικά και αμετάκλητα τη φευγαλέα διαίσθηση που συμβολίζεται από τη Κερυνίτιδα έλαφο. Τέλος ο Ηρακλής εναποθέτει αυτή την κατάκτηση στη αγκαλιά όλου του κόσμου, στον Ιερό Τόπο των Μυκηνών, κλείνοντας έτσι τη διαμάχη του Απόλλωνα και της Αρτεμης, δηλαδή της συνειδητής και της ασυνείδητης φύσης του για την κυριαρχία πάνω στην ελαφίνα.

Στο σημείο του Ζυγού ο Ηρακλής ανεβαίνει στο όρος της Μύησης, προετοιμαζόμενος ουσιαστικά για το ρόλο που θα παίξει στον Αιγόκερω. Για να πετύχει το σκοπό του, οφείλει να ανέβει σε ανώτερες σφαίρες ύπαρξης και να παγιδέψει το ζώο ψηλά στο βουνό, απαλλαγμένος από την πλάνη της κοιλάδας. Στη μάχη του με την επιθυμία ο Ηρακλής σπρώχνεται από την ιερή τρέλα του Διόνυσου, που συμβολίζεται με το κρασί, δώρο του Θεού στον Κένταυρο Φώλο. Πάνω στη μέθη του σκοτώνει τους δύο Κένταυρους φίλους του, το Χείρωνα που σημαίνει καλή σκέψη και το Φώλο που σημαίνει σωματική δύναμη. Οι Κένταυροι είναι όψεις της προσωπικότητας του ήρωα. Η ψυχή του γνωρίζει πως η επιθυμία δεν είναι δυνατό να κατανικηθεί ούτε με τη φυσική ρώμη, ούτε με το νου. Κυρίαρχος της επιθυμίας είναι εκείνος που γνωρίζει την αληθινή ισορροπία ανάμεσα στην πνευματική και στην υλική του όψη απελευθερώνοντας το φως της ψυχής, κάτι που υποδηλώνεται άμεσα από τη ζυγαριά, το σύμβολο αυτού του ζωδίου.

Στην πύλη του Υδροχόου αναλαμβάνει να καθαρίσει τους σταύλους του Αυγεία. Σε αυτό το κατόρθωμα συγχωνεύει το ενεργητικό και το παθητικό στοιχείο, δημιουργώντας έτσι την ορμητική, ενεργειακή κοίτη των δυνάμεων της ζωής, τα δυο ποτάμια που καθαρίζουν τη βόρβορο του ασυνείδητου. Με την ορθή κατεύθυνση των δυνάμεων της ζωής ο Ηρακλής προσφέρει υπηρεσία στον κόσμο και καθαρίζει παράλληλα τον εαυτό του από τις αρνητικές συσσωρεύσεις της ενσάρκωσης. Έτσι ταυτίζεται με τον Υδροχόο, που αφήνει να κυλήσουν από το ανεστραμμένο δοχείο τα δυο ρεύματα: της ζωής και της μετουσίωσης. Ζωή και μετουσίωση είναι οι δύο έννοιες που ενσωματώνουν το μήνυμα της εποχής του Υδροχόου, δηλαδή της εποχής μας.

Με το δώρο του Απόλλωνα τοξεύει τις Στυμφαλίδες όρνιθες, που συμβολίζουν τον αλαλαγμό της κατώτερης νοητικής μας φύσης. Η εμμονή στο στόχο αποδυναμώνει κυριολεκτικά τη φλυαρία του νου και η σιγή είναι το μάθημα που πρέπει να πάρει ο μαθητής στο σημείο του Τοξότη.

Ένας Ταύρος λυμαίνεται την Κρήτη. Τον είχε δώσει ο Ποσειδώνας στο Μίνωα για θυσία, αλλά εκείνος τον κράτησε για τον εαυτό του. Ο θεός τιμώρησε το Μίνωα στέλνοντας στην Πασιφάη έναν ανίερο πόθο για τον Ταύρο. Ο Μίνωας, με την κατακράτηση του Ταύρου στα επίπεδα της προσωπικότητας, περιόρισε τη δημιουργική δύναμη στο επίπεδο του σεξ. Εκτός, όμως, από την οριζόντια σεξουαλική πολικότητα υπάρχει και μια κάθετη που αγνοήθηκε και που ενώνει τη μορφική όψη με τις δυνάμεις της ψυχής. Ο Ηρακλής συλλαμβάνει τον Ταύρο και τον φέρνει στο Ιερό Κέντρο, όπου τον αφήνει ελεύθερο.

Μετά από τόσα κατορθώματα ο Ηρακλής έχει αναπτύξει έναν άκρατο ενθουσιασμό και ορμητικότητα, που του χτίζει μια απατηλή αυτοπεποίθηση. Αυτή την απατηλή αυτοπεποίθηση καλείται να δαμάσει ο Ηρακλής στον όγδοο άθλο του με τις φοράδες του Διομήδη. Ο Διομήδης είναι γιος του Αρη, γεγονός που υποδηλώνει τον κυβερνώντα πλανήτη του σημείου του Κριού.
Ο ήρωας πληρώνει τη ματαιόδοξη στάση του με τη θυσία του Αβδηρου, που αντιπροσωπεύει μια από τις αδύναμες σχετικά όψεις του Ηρακλή.
Έτσι αναλαμβάνει να τιθασέψει και να οδηγήσει ο ίδιος τις φοράδες της προσωπικότητας χωρίς μεσολαβητές. Γίνεται ο ίδιος μεσολαβητής ανάμεσα στις δυνάμεις της ψυχής και τις δυνάμεις της υλικής του φύσης. Αναλαμβάνει δηλαδή το ρόλο του Ερμή, που είναι ο εσωτερικός κυβερνήτης του Κριού.

Στο σημείο της Παρθένου ο Ηρακλής έρχεται σε επαφή με τη σκοτεινή όψη της anima του, την Ιππολύτη, τη Βασίλισσα των Αμαζόνων. Με τη παρέμβαση της Ήρας φιλονικεί με τις αμαζόνες και σκοτώνει την Ιππολύτη για να πάρει τη ζώνη της, δώρο του Αρη και σύμβολο προστασίας. Παίρνει τη ζώνη και τη φέρνει στις Μυκήνες, όπου την εναποθέτει στη φύλαξη της Ήρας-ψυχής. Προσπαθώντας να εξιλεωθεί για το θάνατο της Ιππολύτης, ταξιδεύει σε ένα είδος Κάτω Κόσμου, για να την αναστήσει στο πρόσωπο της Ησιόνης, σώζοντάς την από το κήτος του Ποσειδώνα. Μπαίνει στην κοιλιά του κήτους με το δρεπάνι «σύμβολο του θανάτου» στα χέρια. Μένει εκεί, στον Κάτω Κόσμο, για τρεις ημέρες, οπότε και επιστρέφει θριαμβευτής.

Ο δέκατος άθλος του Ηρακλή ήταν τα Βόδια του Γηρυόνη και συνδέεται με το σημείο των Ιχθύων. Ο Ιχθείς συμβολίζουν τις πιο βαθιές εσωτερικές όψεις μας και τα κόκκινα βόδια του Γηρυόνη τις κρυμμένες υλικές μας επιθυμίες. Με τη χρυσή κούπα του Απόλλωνα -μια άλλη μορφή του συμβόλου του Δισκοπότηρου, περνά τον ωκεανό. Για να πετύχει το κατόρθωμά του συγκρούεται αρχικά με το σκύλο Όρθρο, τον αδελφό του Κέρβερου, μια από τις όψεις του φύλακα στο Κατώφλι. Έτσι, απαλλάσσεται από ένα μέρος των καρμικών του υποχρεώσεων.

Κατόπιν, με το ηλιακό δώρο τοξεύει το φύλακα Γηρυόνη και παίρνει τα βόδια για να τα μεταφέρει πίσω στον Ιερό Τόπο. Σε αυτόν τον άθλο ο Ηρακλής προσπαθεί να έρθει στον Αδη, χωρίς τελικά να τα καταφέρει εξαιτίας της επέμβασης της Ήρας. Δεν είναι ακόμη έτοιμος να αντιμετωπίσει τον Κέρβερο, αν δεν απελευθερώσει πρώτα το Προμηθεϊκό φως μέσα του, κάτι που κάνει στην Πύλη των Διδύμων με τα μήλα των Εσπερίδων. Επίσης, οφείλει να ανοίξει ένα κανάλι επικοινωνίας με την Ασία, τη χώρα των θαυμάτων, που συμβολίζεται από τον Κήπο των Εσπερίδων.

Σε αυτή την πορεία υποτάσσει την κατώτερη συγκινησιακή του φύση, που συμβολίζεται από το Νηρέα. Με αυτή την καθυπόταξη αποκτά τα στοιχεία που θα τον οδηγήσουν στον προορισμό του. Κυριαρχεί επίσης και στη γήινη όψη του νικώντας τον Ανταίο, το γίγαντα που είναι αήττητος στα πεδία της μορφής. Τον παρασέρνει σε ανώτερα επίπεδα, όπου χάνει τη δύναμή του και συντρίβεται. Στον Καύκασο απελευθερώνει τον Προμηθέα, αποδεσμεύοντας ουσιαστικά το φως της ψυχής του. Σηκώνει επίσης το φορτίο του κόσμου, που συμβολίζεται από τη σφαίρα του Aτλαντα. Παίρνει τα μήλα, σύμβολα πνευματικής γονιμότητας, και επιστρέφει λυτρωτής. Αντί, όμως, να κρατήσει την αμοιβή για τον άθλο του, επιστρέφει τα μήλα στο Δία και την Ήρα. Με αυτόν τον τρόπο δίνει το προβάδισμα στη θεϊκή του υπόσταση.

Τώρα είναι έτοιμος για την τελική θυσία, την έσχατη δοκιμασία. Πρέπει να θριαμβεύσει στο θάνατο. Θα αντιμετωπίσει τον Κέρβερο, την πιο ξεκάθαρη όψη του Φύλακα στο Κατώφλι. Έχει ήδη μπει στις επικράτειες του Αδη, αλλά αυτή τη φορά θα έρθει σε επαφή με το υποχθόνιο ζευγάρι. Μυείται στα Ελευσίνια Μυστήρια, επιστρατεύοντας έτσι όλο του το εσωτερικό δυναμικό και ανοίγει την Πύλη του Κάτω Κόσμου. Εισβάλλει στον Αδη σαν πολεμιστής. Απελευθερώνει όλη του την αρχέγονη δύναμη, που συνταράζει τα βάθη του εσωτερικού του κόσμου. Αμέσως περικυκλώνεται από τις σκιώδεις υπάρξεις του ασυνείδητου.

Χρησιμοποιεί το σπαθί του νου, αλλά η μάχη του με τέτοιου είδους όπλα σε αυτόν τον κόσμο είναι ανώφελη. Πρέπει να χρησιμοποιήσει τα ίδια του τα χέρια, την οργανωμένη και ελεγχόμενη πια στοιχειακή δύναμη. Νικάει το Χάροντα και τον αναγκάζει να τον περάσει στο βασίλειο της Περσεφόνης. Εκεί μόνο η Περσεφόνη, η αδελφή του, είναι εκείνη που μπορεί να σταθεί μπροστά του. Αντικρύζοντας την Περσεφόνη, ο Ηρακλής αντικρύζει τη βαθύτερη όψη της ψυχής του. Μπορεί να πάρει τον Κέρβερο μόνο αν τον νικήσει με τα χέρια του. Με τις δικές του δυνάμεις επιβάλλεται στην τριπλή κατώτερη φύση του και ανασύρει τον Κέρβερο στο φως του Επάνω Κόσμου.

Στον Αδη δίνει την υπόσχεση στο Μελέαγρο πως θα παντρευτεί τη Δηιάνειρα, την αδελφή του. Με αυτή την πράξη φέρνει το στίγμα του θανάτου και της απόσυρσης από τον κόσμο των ανθρώπων. Η Δηιάνειρα γίνεται αργότερα η αιτία να φορέσει το δηλητηριασμένο ρούχο. Ο ήρωας γνωρίζει πως η επίγεια ζωή του, όπου στέφθηκε με τον τίτλο του «σωτήρα», έφτασε στο τέλος της. Παραγγέλνει να του ανάψουν μεγάλη φωτιά στην κορυφή της Οίτης, που είναι αφιερωμένη στο Δία. Ο Γιος επιστρέφει στον Πατέρα. Ο Ηρακλής ξαναγεννιέται μέσα από τις στάχτες του στους ουρανούς, όπου η Ήρα αναλαμβάνει την τελετουργία της δεύτερης γέννησης του ήρωα. Μετά παίρνει γυναίκα του την Ήβη, την κόρη της Ήρας και δένεται αμετάκλητα με τις δυνάμεις της ψυχή του.

Ο Δίας αποτύπωσε τους κόπους και τις θυσίες του γιου του στον ουρανό με τον αστερισμό του Ηρακλή. Ένας γονατισμένος άνδρας, σκυμμένος αδιάκοπα από το μόχθο, σύμβολο της ρήσης: «Όποιος θέλει να ανυψωθεί, πρέπει πρώτα να ταπεινωθεί».

Αμμωνία: Πόλεμος και Ειρήνη

Tο όνομα της αμμωνίας ανάγεται στην προϊστορία και στα περιττώματα και στα ούρα που άφηναν οι καμήλες των προσκυνητών έξω από τον ναό του Αμμωνος Ρα στη Νότια Αίγυπτο.

Πανταχού παρούσα, από τα λιπάσματα και τα εκρηκτικά ως τα καθαριστικά και τα φάρμακα, είναι επικίνδυνη σε μεγάλες δόσεις. Παλαιότερα «έπλαθε» κουλουράκια, σήμερα εξακολουθεί να ενδείκνυται για το τσίμπημα της μέλισσας αλλά όχι και γι’ αυτό της σφήκας.
 
Είναι μια από τις πιο σημαντικές χημικές ενώσεις παγκοσμίως διότι βρίσκεται στην αρχή της αλυσίδας παραγωγής πολλών βιομηχανικών προϊόντων, όπως λιπάσματα, εκρηκτικά, φάρμακα, πλαστικά, ουσίες καθαρισμού. Σε θερμοκρασία 15 βαθμών Κελσίου είναι...
αέριο άχρωμο αλλά με δυνατή, ενοχλητική οσμή. Είναι επίσης απαραίτητη σε πολλές βιολογικές διαδικασίες που συντελούνται στο εσωτερικό του οργανισμού  μας, παράγεται και στο έδαφος από βακτήρια που συνδέονται με χρήσιμα για τον πλανήτη φυτά ενώ είναι μέσα και στην παραγωγή των απαραίτητων για τον άνθρωπο αμινοξέων.

Ιστορίες με ενδιαφέρον 
Τον Απρίλιο του 2013 μια μεγάλη έκρηξη σε κτήμα της μικρής πόλης Γουέστ του Τέξας, όπου είχαν παραχθεί και αποθηκευτεί τουλάχιστον 25 τόνοι άνυδρης αμμωνίας και 200 τόνοι νιτρικού αμμωνίου, κόστισε τη ζωή σε 14 άτομα ενώ 200 τραυματίστηκαν. Οι άνθρωποι της περιοχής, αλλά και άλλοι των Μεσοδυτικών Πολιτειών, όπως Μιζούρι, Ιλινόι,  Νεμπράσκα, Μινεσότα και κυρίως οι αστυνομικοί τους, δεν παραξενεύτηκαν. Ηταν από το 2001 ακόμη κάτι σαν συνήθεια τις νύχτες «άγνωστοι» (οι meth cooks) να γυρίζουν στα χωράφια και στις αποθήκες των γύρω κτημάτων και να κλέβουν από τα ντεπόζιτα όπου είχε αποθηκευτεί η άνυδρη αμμωνία για το ψέκασμα των χωραφιών και τον εμπλουτισμό τους με άζωτο μερικά λίτρα κάθε φορά από το επικίνδυνο και εκρηκτικό αυτό υγρό. Και επειδή κάποιοι στον υπόκοσμο φαίνεται πως είχαν τη Χημεία για χόμπι αλλά στη συνέχεια το έκαναν και επικίνδυνο αλλά προσοδοφόρο επάγγελμα γνωρίζοντας πως το περιζήτητο διεγερτικό μεθαμφεταμίνη το χωρίζει μόλις ένα άτομο οξυγόνου από την (ψευδο)εφεδρίνη, ένα συστατικό χαπιών για το κρυολόγημα, που τα πουλούσαν τότε χωρίς να χρειάζεται καν συνταγή γιατρού, προχώρησαν και στην παραγωγή. Ετριβαν τα χάπια με την εφεδρίνη, προσέθεταν λίθιο βγαλμένο από τις μπαταρίες και αυτό λειτουργούσε καταλυτικά, απαραίτητα άνυδρη αμμωνία για να αφαιρέσει το ανεπιθύμητο οξυγόνο, και με τη βοήθεια αερίου υδροχλωρίου, φτιαγμένου πρόχειρα εκείνη τη στιγμή έβγαινε μια παχύρρευστη ουσία που με τη βοήθεια ενός φίλτρου του καφέ έδινε αρκετά καθαρή μεθαμφεταμίνη και μερικές φορές ως και 98% σε απόδοση. Αν και από το 2006 οι Αρχές στην απελπισία τους απαγόρευσαν την ελεύθερη πώληση χαπιών, συνεχίζονται οι κλοπές της άνυδρης αμμωνίας και τα διάφορα δυστυχήματα διότι ένας κακός χειρισμός εξαπολύει στο σώμα του κλέφτη ένα υγρό που «διψάει» κυριολεκτικά για νερό και άρα καίει ό,τι βρει μπροστά του - δέρμα, μάτια, στόμα.
 
Ποιον είχε νονό;
Οποιος και αν ήταν, έχει χαθεί κάπου γύρω από τον ναό του θεού της ζωής και της αναπαραγωγής, του γνωστού ως Αμμων Ρα, στη Νότια Αίγυπτο. Εκεί υπήρχαν αποθέσεις από τα περιττώματα και τα ούρα που άφηναν οι καμήλες των προσκυνητών. Εμφανίστηκε με τη μορφή του χλωριούχου αμμωνίου, ενός άλατος με το όνομα sal-ammoniacus, που προέκυπτε από την καύση τους. Το 1782 ο σουηδός χημικός Τόρμπγερν Μπέργκμαν  έδωσε οριστικά στην ένωση το όνομα αμμωνία (όπως αναφέρει ο Τζον Ειτο στο Dictionary of Word Origins).
 
Πότε εμφανίζεται
Από τον καιρό λοιπόν της Αρχαίας Αιγύπτου και πιο συγκεκριμένα από το 1530 π.Χ. φαίνεται πως ήταν γνωστή η αμμωνία με τη μορφή άλατος που συνέλεγαν από τα ταβάνια των χαμόσπιτων μετά την καύση της κοπριάς της καμήλας για μαγείρεμα και θέρμανση. Η σχετική γνώση παραλήφθηκε από τους ρωμαίους κατακτητές και στον Μεσαίωνα πλέον από τους αλχημιστές. Καθαρή αμμωνία παρασκεύασε ένας χημικός, ο Αγγλος Τζόζεφ Πρίστλεϊ, το 1774.

Αυτό που άλλαξε τα πάντα ήταν η παρασκευή αμμωνίας με τη λεγόμενη βιομηχανική μέθοδο Χάμπερ-Μπος το 1909, με το υδρογόνο της αμμωνίας να το λαμβάνουν από τη θέρμανση φυσικού αερίου (κυρίως μεθάνιο) και το άζωτο από τον ατμοσφαιρικό αέρα και σε τεράστιες εγκαταστάσεις με καταλύτες, θερμοκρασίες κοντά στους 700 βαθμούς και πιέσεις 100 φορές μεγαλύτερες από την ατμοσφαιρική. Και οι δύο χημικοί τιμήθηκαν για αυτή τη μέθοδο παρασκευής (ίσως την πιο διάσημη στην ιστορία της Χημείας) με το αντίστοιχο βραβείο Νομπέλ.
 
Τι θέλει στη ζωή μας;
Από τη μέθοδο Χάμπερ-Μπος όμως προέκυψαν το 1913 και εκρηκτικά. Οξείδωση της αμμωνίας προς νιτρικό οξύ και στη συνέχεια μαζί με επιπλέον αμμωνία έδωσαν νιτρικό αμμώνιο. Που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία βομβών ή για την εντατική λίπανση των αγρών!

Παλαιότερα οι νοικοκυρές είχαν στο σπίτι διάλυμα αμμωνίας και το χρησιμοποιούσαν στα κουλουράκια για διογκωτικό. Τώρα προτιμούν άλλες ουσίες, όπως το μπέικιν πάουντερ.
 
Ναι, αλλά...
Χρειάζεται αμμωνία στο σπίτι ή στο σακίδιο για τα τσιμπήματα των εντόμων;
Ναι, σίγουρα, αλλά μόνο για τις μέλισσες που το υγρό στην πληγή είναι όξινο και η αμμωνία ως βάση αν πιεστεί να εισχωρήσει το εξουδετερώνει και ο πόνος απαλύνεται. Για τις σφήκες που το υγρό τους είναι βασικό αντίθετα χρειάζεται ξίδι.
Και η ερώτηση του «ενός εκατομμυρίου»
Στα καλοκαιρινά συναπαντήματα με τις θαλάσσιες μέδουσες και τα τσιμπήματά τους ποια ή ποιες από τις παρακάτω ουσίες δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση του οιδήματος; α) γλυκό νερό, β) θαλασσινό νερό, γ) ανθρώπινα ούρα, δ) ξίδι, ε) πάγος.

Στα πλοκάμια της κάθε μέδουσας βρίσκονται χιλιάδες ως και εκατομμύρια μικροσκοπικά κοίλα «αγκάθια» που συνδέονται με σακουλάκια υγρού που προκαλεί ερεθισμό. Γλυκό νερό, πάγος και ούρα είναι οι τρεις προς αποφυγήν ουσίες. Το γλυκό νερό διεισδύει στους μικροσκοπικούς σάκους και προξενεί την έκχυση περισσότερου υγρού που ερεθίζει. Το ίδιο και ο πάγος. Είναι μύθος όμως και ότι τα ούρα κάνουν καλό. Επειδή ο κόσμος νομίζει πως είναι το ίδιο με το τσίμπημα των μελισσών και άρα η αμμωνία τους ανακουφίζει. Η σύστασή τους είναι πιο κοντά σε αυτή του γλυκού νερού ενώ περιέχουν και διάφορες ουσίες από φάρμακα ή ασθένειες που μπορεί να βλάψουν.
Αριθμοί κυκλοφορίας
97%
του αζώτου που χρησιμοποιείται για διάφορες χρήσεις σε όλον τον πλανήτη παράγεται από την αμμωνία
 
700 ppm αμμωνίας στον εισπνεόμενο αέρα είναι το όριο από το οποίο αρχίζουν τα άμεσα προβλήματα υγείας - βήχας ως και απώλεια όρασης. Στα 1.700 μπορεί να επέλθει και θάνατος
 
140 εκατομμύρια τόνοι και παραπάνω είναι η παγκόσμια παραγωγή αμμωνίας κατ' έτος
 
75% της αμμωνίας που παράγεται παγκοσμίως για πρώτη ύλη, όσον αφορά το απαραίτητο υδρογόνο χρησιμοποιεί φυσικό αέριο
 
Face Control
Σε θερμοκρασία δωματίου είναι αέριο αλλά υγρό σε θερμοκρασία κάτω από τους -33 βαθμούς και πίεση μεγαλύτερη από 1 ατμόσφαιρα.

Σε υγρή μορφή ψάχνει και συνδέεται πανεύκολα με δεσμούς υδρογόνου με μόρια νερού, δημιουργώντας ένα καυστικό διάλυμα (υδροξείδιο του αμμωνίου) αλλά και ως αέριο διαλύεται εύκολα στο υγρό περιβάλλον της μύτης και φθάνουν μόλις 5 μέρη στο εκατομμύριο για να ανιχνεύσουμε την έντονη παρουσία της. Δοχείο με υγρή αμμωνία μπορεί να εκραγεί αν βρεθεί σε συνθήκες υψηλής θερμοκρασίας

Απόστολος Παύλος: Ο «πατέρας» του Χριστιανισμού - Ο μεγαλύτερος ψευταπόστολος όλων των εθνών

«Εάν διά τoυ ψεύδoυς μoυ η αλήθεια τoυ Θεoύ κατεδείχθη μεγάλη πρoς δόξαν τoυ, γιατί ακόμη κατακρίνoμαι ως αμαρτωλός;».
Απόστολος Παύλος (Προς Ρωμαίους Επιστολή, 3: 7).

Ο Παύλος ήταν ο θρησκευτικός ηγέτης που πραγματοποίησε το όνειρο της εξάπλωσης του Χριστιανισμού. Φέρεται να είναι αστός -Φαρισαίος- απόλυτα συμβιβασμένος, όπως κατηγορείται ότι είναι και ολόκληρη η ανώτερη κοινωνία της Παλαιστίνης, με ένα παραπανίσιο προνόμιο μιας κι έχει και υπηκοότητα Ρωμαίου πολίτη. Άκουγε ακόμη στο όνομα Σαύλος (Σαούλ) και ήταν απηνής διώκτης των χριστιανών. Αργότερα, όμως, ύστερα από το θαύμα στο δρόμο προς Δαμασκό -όπου πήγαινε για να συλλάβει χριστιανούς- ασπάστηκε τον Χριστιανισμό (που δεν ονομαζόταν ακόμη έτσι), μετονομάστηκε σε Παύλος -όνομα Ρωμαίων που σημαίνει «μικρός»- και κήρυξε τον Χριστιανισμό σε Μικρά Ασία, Ελλάδα, Ρώμη, Ισπανία.
Ο Παύλος δεν άνηκε στον κύκλο των μαθητών του Χριστού. Εμφανίστηκε στο προσκήνιο τρία χρόνια μετά την σταύρωση του Ιησού και κατάφερε να χριστεί απόστολος ως άμεσα «διορισμένος» από τον Χριστό, που...παρουσιάστηκε μπροστά του και του ζήτησε να γίνει απόστολος.
Ο ρόλος του θρησκευτικού αστυνόμου στον Παύλο δεν φαίνεται να αφυπνίστηκε μέχρι τις παραμονές του θανάτου του Ιησού. Αυτή καθ’ αυτή η διαπίστωση οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η εμφάνιση του Ιησού από την Ναζαρέτ δεν ήταν κάτι ιδιαίτερα εντυπωσιακό. Εν πάση περιπτώσει, ο Σαύλος ήταν σύγχρονος και συντοπίτης του Ιησού, μεγάλωσε στα Ιεροσόλυμα (στα πόδια του Γαμαλιήλ- Πράξεις 22,3) την ίδια ακριβώς περίοδο που ο θεάνθρωπος ανέτρεπε τους πάγκους των εμπόρων στον περίβολο του ναού και γενικά προκαλούσε Φαρισαίους και Σαδδουκαίους. Κι αν τα πράγματα ήταν έτσι δεν θα διέσχιζε ο Σαύλος, αυτός ο νεαρός θερμοκέφαλος θρήσκος, τα πλήθη για να στριμώξει με ερωτήσεις, να αποδοκιμάσει και να επιτεθεί στον ίδιο τον Ναζωραίο; Δεν θα 'ταν ένας ενθουσιώδης μάρτυς κατηγορίας για βλασφημία του Ιησού ενώπιον του Συνεδρίου; Και επιτέλους που ήταν κατά την «εβδομάδα των παθών»; Σίγουρα στα Ιεροσόλυμα μαζί με άλλους ζηλωτές γιορτάζοντας την ιερότερη των εορτών. Και παρόλα αυτά στα γραπτά του δεν αναφέρει λέξη για την σταύρωση…
Ο Παύλος, ένας ακόμη «αυτόπτης μάρτυρας του Ιησού», που δεν είδε ούτε άκουσε τίποτε!

Το «θαύμα» της Δαμασκού κι ένα προβληματικό σενάριο
Ο Παύλος, ως πρωτοπόρος χριστιανός ιεραπόστολος, δεν εμφανίζεται σε καμμιά μη θρησκευτική ιστοριογραφία του αιώνα του (ούτε στον Τάκιτο, ούτε στον Πλίνιο, ούτε τον Ιώσηπο, κλπ). Παρότι , όπως τουλάχιστον διηγούνται, συμμετείχε σε συνοδείες επαρχιακών κυβερνητών και είχε ακροάσεις μπροστά σε βασιλιάδες και αυτοκράτορες, γεγονότα που δεν θεωρήθηκαν άξια να καταγραφούν σε κανένα κείμενο. Η δημοφιλής εικόνα του αγίου διαμορφώνεται ξεχωριστά από δύο πηγές: το βιβλίο των «Πράξεων» και τις «Επιστολές» που φέρουν το όνομά του. Κατά περίεργο τρόπο οι δύο πήγες περιγράφουν δύο ριζικά αντίθετα άτομα και παρέχουν δύο ευρύτατα αποκλίνοντα ιστορικά. Ο Παύλος των «Πράξεων» είναι ένας ομαδικός παίκτης. Σε ισχυρή αντίθεση, ο Παύλος των επιστολών είναι πομπωδώς αυτόνομος, δεν εκπροσωπεί κανέναν πλην του εαυτού του και δεν βρίσκεται κάτω από οποιαδήποτε καθοδήγηση. Σίγουρος για την αξία του ο Παύλος, σ’ όλες τις επιστολές επικεντρώνεται στο ότι αυτός είναι απόστολος και ότι ανακήρυξή του εκπορεύεται ευθέως από το θείο. Οι μελετητές της Βίβλου αν και υπερβολικά οικείοι με τον γρίφο αυτών των δύο ασύμβατων αφηγήσεων, μιας σταχυολογημένης από τις «Επιστολές» και μίας καταγεγραμμένης στις «Πράξεις», αρκούνται απλώς στο να αποδεχθούν ένα «ιερό μυστήριο». Μακριά απ’ αυτούς το ενδεχόμενο ο όλος μύθος να είναι ένα έργο ευσεβούς λογοτεχνίας.
Και φτάνουμε στο θαύμα! «Γεμάτος φονικές διαθέσεις και απειλές για τους μαθητές του Κυρίου» (Πράξεις, θ', 1-2), παρουσιάζεται στον αρχιερέα(;) και του ζητεί επιστολές για να πάει στη Δαμασκό και να συλλάβει όσους οπαδούς του Ιησού βρει. Ανάλογο με την νοημοσύνη και την μυστικιστική ατμόσφαιρα που χαρακτηρίζουν την εποχή, το θαύμα θα συμβεί, όπως συνήθως, στην ερημιά και θα προκαλέσει μια πρωτοφανή επιδημία θαυμάτων στους τέσσερις επόμενους αιώνες, όπως θα διαπιστώσουμε προχωρώντας. Δυστυχώς, όπως δεν υπάρχει τέλειο έγκλημα, φαίνεται πως δεν υπάρχει και τέλειο θαύμα. Έτσι, στις «Πράξεις των Αποστόλων» (κεφάλαιο η', 7), διαβάζουμε: «Οι άνδρες που τον συνόδευαν έμειναν ενεοί, ακούοντες μεν την φωνήν μηδένα όμως βλέποντες». Λίγο παρακάτω (κεφάλαιο κβ', 9-10), πάλι ο ίδιος: «Εκείνοι που ήσαν μαζί μου το μεν φως είδον και κατεφοβήθησαν, την φωνήν όμως του λαλούντος προς εμέ δεν ήκουσαν».
Οι πρώτοι ακούγανε μα δε βλέπανε, οι άλλοι βλέπανε μα δεν ακούγανε! Αυτό που μένει σίγουρο κι από τις δυο αφηγήσεις είναι πως ο άνθρωπός μας πήγαινε με απόσπασμα στη Δαμασκό. Κατά τα άλλα, θα «φωτιστεί» αστραπιαία και θα μεταμορφωθεί σε λάβρο χριστιανό. Προσκολλάται στον Χριστιανισμό (που δε λεγόταν ακόμη έτσι) και παρακαλεί πως και πως να τον δεχτούν. Από αμείλικτος διώκτης μεταβάλλεται αμέσως όχι σε κοινό οπαδό, αλλά σε ένθερμο απόστολο-ηγέτη. Στις ίδιες πόλεις όπου εμφανιζόταν ως διώκουσα αρχή, για να πάρει τις αναφορές των χαφιέδων του καθεστώτος, να υποδείξει τα πρόσωπα που θεωρεί επικίνδυνα, να οργανώσει συλλήψεις, λιθοβολισμούς και λιντσαρίσματα κατά των οπαδών του Ιησού -Εσσαιισμού- στις ίδιες αυτές πόλεις θα εμφανιστεί μετά σαράντα μέρες, σαν κήρυκας και προσηλυτιστής των ιδεών του Ιησού.
Να παραδεχτούμε το θαύμα και τη μαγική διαφοροποίηση του διώκτη σε πιστό οπαδό; Δεν έχουμε καμιά αντίρρηση, φτάνει να μας δοθεί μια απάντηση στοιχειωδώς λογική στο επόμενο ερώτημα: Πώς αντιμετώπισε το καθεστώς την αποστασία του Παύλου; Αν δεχτούμε σαν δεδομένο ότι ο Παύλος δίδασκε πράγματι τις ιδέες του Ιησού. Τις ίδιες ιδέες που εξαιτίας τους σταυρώθηκε ο Ιησούς πριν τρία χρόνια και που ο Παύλος λιντσάριζε τους οπαδούς του πριν ενάμιση μήνα. Αντίθετα, ο Παύλος κινείται ελεύθερα, από πόλη σε πόλη, οργανώνει νέα κοινόβια, επιβλέπει τη λειτουργία τους από κοντά ή με επισκέψεις αστραπής, διορίζει αντιπροσώπους, συγκαλεί συνέδρια και προεδρεύει σ' αυτά, προσανατολίζει και κατευθύνει όλη τη δράση της οργάνωσης.
Είναι περίεργο ότι κανένα ραβινικό γραπτό του 1ου ή ακόμη περισσότερο του 2ου αιώνα δεν αναφέρεται σε κάποιον αποστάτη μαθητή του Γαμαλιήλ ο οποίος, έχοντας σπουδάσει δίπλα στον δάσκαλο και επιβάλει με σφοδρότητα την ορθοδοξία για λογαριασμό του ανώτερου κλήρου, βίωσε ένα καθοριστικό όραμα κατά την εξέλιξη μιας αποστολής. Στα ραβινικά κείμενα δεν εμφανίζεται ούτε μια λέξη για τον χαρισματικό μαθητή που «πήρε τον κακό δρόμο», τον αιρετικό που απέρριψε τις απαγορεύσεις του Σαββάτου, παρότρυνε την ακολουθία του να παραβλέψει τους ενοχλητικούς διαιτητικούς κανόνες και αποφάνθηκε ότι Νόμος και η περιτομή είναι ξεπερασμένοι. Πόσο σίγουρο είναι ότι τέτοιος αντάρτης θα είχε διαφύγει της προσοχής των εβραϊκών γραφών;
Ο Παύλος ποτέ δεν αναφέρεται στην μεταστροφή του στον «Δρόμο προς την Δαμασκό» ούτε και σε καταγωγή του από την Ταρσό (Ο Ιερώνυμος πληροφορεί ότι ο Παύλος ήταν από την Γαλιλαία!). Δεν αναφέρεται στην Κύπρο και την μάχη εναντίων των αντιπάλων μάγων, ούτε κάνει καμιά αναφορά στην έδικτο του Ιακώβου για τις διατροφικές απαγορεύσεις και προγαμιαίες σχέσεις. Ο Παύλος παρουσιάζεται σα να μη χρωστά τίποτε σε κανέναν. Σαν ένας δύστροπος νταής, που δεν συγχωρεί όποιον δεν ασπάζεται την άποψή του. Έτσι μόλις χάνει την υποστήριξη του Πέτρου και του Βαρνάβα στο θέμα της κοινής εστίασης με Εθνικούς, στηλιτεύει την δημοτικότητα του Πέτρου καταγγέλλοντάς τον ότι ανακάλεσε από φόβο και ότι ο Βαρνάβας αφελώς «συνεπάρθηκε» (Γαλάτες 2:12-13). Τα τέσσερα ευαγγέλια ούτε αναφέρουν ούτε καν κάνουν κάποια νύξη για κάποιον πρωτοστάτη απόστολο ονομαζόμενο Παύλο.
Και καλά αυτός, να γίνει ο πιο φλογερός προπαγανδιστής των ιδεών του Ιησού. Αλλά γιατί ΔΕΝ διώκεται; Και γιατί σταματάει ο διωγμός από μέρους των αρχών και κάθε δραστηριότητας γενικά; Τί σημασία μπορεί να είχε, για την Εβραϊκή Διοίκηση, το γεγονός πως ένα όργανο Δίωξης αποστάτησε από την υπηρεσία του και πήγε με την παράταξη των διωκόμενων;
Κι όμως, στην περίπτωση του Παύλου συμβαίνει ακριβώς έτσι. Μόλις διαλαλεί πως ασπάστηκε τις ιδέες του Ιησού, σταματά κάθε δίωξη εναντίον των οπαδών του, από μέρους των αρχών, και ο ίδιος διδάσκει ανενόχλητος. Διασχίζει την Παλαιστίνη και τη Συρία, φλογερός κι ασυγκράτητος, αφηγείται σε όλες τις συναγωγές το θαύμα που τον φώτισε και την αδιάσειστη πίστη του για τον νέο μεσσία. Που, μη λησμονούμε, για πολύ λιγότερη δραστηριότητα, σταυρώθηκε πριν τρία χρόνια. Αν η ηρεμία και η γαλήνη είχαν αποκατασταθεί στην Παλαιστίνη, μια τέτοια χαλάρωση της δίωξης των εσσαιιστών οπαδών του Ιησού θα μπορούσε να δικαιολογηθεί. Έλα όμως που οι ιστορικοί μας βεβαιώνουν πως ο εμφύλιος σπαραγμός όλο και αγριεύει και πως λυμαίνονται τη χώρα ληστές, ένοπλες συμμορίες κι έξαλλοι Ζηλωτές αντάρτες. Η φωτιά δηλαδή που άναψε με την πρώτη επανάσταση των Ζηλωτών, όχι μόνο δεν έχει ούτε στιγμή υποχωρήσει, αλλά φουντώνει όλο και περισσότερο, ώσπου ξεσπά στη φοβερή επανάσταση του 67.
Αλλά του Παύλου η δράση δεν ανακόπτεται από κανέναν. Αφού διασχίζει όλη την Εγγύς Ανατολή στην αρχή, θα καλύψει κι όλη τη δυτική αυτοκρατορία αργότερα, διδάσκοντας το «Χριστιανισμό» πάντοτε. Ανεβοκατεβαίνει πρώτα κι επανειλημμένα την Ελλάδα, σημαδιακό ενδιαφέρον, και φτάνει σύντομα στη Ρώμη. Και κει, όπως παντού, διδάσκει ελεύθερα, διορίζει αντιπροσώπους, οργανώνει κοινόβια. Που; Στη Ρώμη. Στη Ρώμη όπου απαγορεύεται κάθε μορφή οργάνωσης, συλλόγου ή σωματείου. Είναι γνωστός στην ιστορία ο τρόμος του Τραϊανού, που απαγορεύει ακόμη και τις εθελοντικές ομάδες πυροσβεστών και διατάζει τη διάλυσή τους.

Οι «νεωτερισμοί» του Παύλου και οι αντιδράσεις
Ποιος ήταν ο Παύλος; Τί εξασφαλίζει τη σκανδαλώδη τούτη ελευθερία στον νωπό, αμείλικτο διώκτη των εσσαιικών ιδεών; Γιατί, όταν συλλαμβάνεται, κατά την επιστροφή του στην Παλαιστίνη, επεμβαίνουν οι ρωμαϊκές Αρχές κατοχής και τον διασώζουν από τα μαινόμενα πλήθη;
Ας δούμε, όμως, πρώτα αν ο Παύλος, που υποτίθεται ότι διδάσκει ό,τι και ο Ιησούς, διώκεται από κάποια στιγμή κι έπειτα για τους ίδιους λόγους και με τον ίδιο τρόπο. Τον Ιησού τον συλλαμβάνει η αστυνομία του Ιερατείου (όλες τις αρμοδιότητες τις συγκεντρώνει το Ιερατείο), τον καταδικάζει σε πέντε λεπτά, τον οδηγεί αμέσως στον Ρωμαίο προκουράτορα Πιλάτο, που ενδίδει στην πίεση του «οργισμένου πλήθους» και τον καταδικάζει σε θάνατο. Όλη η διαδικασία, μαζί με την εκτέλεση-σταύρωση, παίρνει 36 ώρες. Στον Παύλο, τον «Απόστολο Του», γίνονται σημεία και τέρατα: Οι Ζηλωτές ζητούν τον Παύλο να τον λιντσάρουν. Αλλά και οι Σαδδουκαίοι. Γιατί έχουν τόση αγανάκτηση εναντίον του Παύλου; Για τί τον κατηγορούν;
Το βρίσκουμε ξεχασμένο κάπου στις «Πράξεις», μετά την πρώτη του ανάκριση: «Σαδδουκαίοι μεν λένε ότι δεν υπάρχει ανάσταση, ούτε άγγελος, ούτε πνεύμα, οι Φαρισαίοι όμως πιστεύουν και στα δυο. Άναψε τρικούβερτος καυγάς και σηκώθηκαν οι γραμματείς των Φαρισαίων και τσακώνονταν οργισμένοι και λέγανε, "δε βρίσκουμε τίποτα το κακό σ' αυτόν τον άνθρωπο. Αν του μίλησε πνεύμα η άγγελος, μην τα βάζουμε με του Θεό". Επειδή όμως η σύγκρουση πήρε μεγάλες διαστάσεις, φοβήθηκε ο χιλίαρχος μη λιντσαριστεί (διασπασθή) ο Παύλος απ’ αυτούς, διέταξε το στράτευμα να κατεβεί και να τον αρπάξει από τα χέρια τους και να τον οδηγήσει στο στρατόπεδο» (κγ', 8-11).
Όλοι οι δογματικοί Ιουδαίοι, Ζηλωτές, Σαδδουκαίοι, Σαμαρείτες, ένα μεγάλο μέρος του Ιερατείου, με μοναδική εξαίρεση τους Φαρισαίους, όπως θα δούμε, αρνούνται κάθε νεωτεριστική επέμβαση στον Γιαχβισμό τους. Ο Παύλος, μιλώντας στη συναγωγή για ζωή αιώνια, ανάσταση εκ νεκρών κλπ., προκαλεί τη βίαιη αντίδρασή τους, γιατί πουθενά στα βιβλικά κείμενα δεν υπάρχει παρόμοια αναφορά. Ο «Εκκλησιαστής» λέει ξεκάθαρα: «Οι νεκροί δεν γνωρίζουν τίποτα και δεν υπάρχει γι' αυτούς πλέον τιμωρία γιατί ξεχάστηκαν». Όλη λοιπόν η ζωή αρχίζει και τελειώνει για τον φανατικό Ιουδαίο πάνω στη γη και η παράταση της εξαρτάται από την εύνοια του θεού. Κατ' αυτούς, μεγαλύτερη τιμωρία από τον θάνατο δεν υπάρχει. Πρώτοι οι αλεξανδρινοί Εβραίοι, επηρεασμένοι από τον ελληνικό πολιτισμό, δέχονται την αθανασία της ψυχής, όπως και οι Εσσαίοι αργότερα.
Για τους Εβραίους της Παλαιστίνης όμως μια παρόμοια εκδοχή έφτανε στην ύβρι για τον θεό τους που υποτίθεται ότι έφτιαξε μαζί το κορμί και την ψυχή. Πώς ήταν δυνατόν να χωρίσουν και να επιζήσει το ένα του άλλου; Προκειμένου λοιπόν να προκαλέσουν μια θεολογική κρίση άρχισαν οι Φαρισαίοι πρώτοι να κλίνουν στην ιδέα της ανάστασης, και να τη διαδίδουν μέσα από τη συναγωγή. Αυτή η εκλογή, ισχυρίζεται ο Guignebert, γινόταν αναγκαία για το κύρος του ίδιου του Γιαχβέ. Και το θεωρεί σωστό. Αν λάβουμε υπόψιν μας τις γραφές τους που δεν είναι γεμάτες απειλές μόνο, αλλά και υποσχέσεις. Δεν είχε διαλέξει ο Γιαχβέ τον εβραϊκό λαό για να κυβερνήσει τον κόσμο; Ως πότε θα τους συντηρούνε -λαό και Θεό- με τις απραγματοποίητες μεγαλόστομες υποσχέσεις των σοφών τους προφητών; Ο ορθολογισμός είναι απειλητικός. Ο εκλεκτός λαός όχι μόνο δεν κυριαρχεί στην ανθρωπότητα, αλλά υφίσταται μύριους εξευτελισμούς, ταπεινώσεις και περιφρόνηση. Πώς να δικαιολογηθεί ο μέγας Γιαχβέ που ανέχεται τέτοιο κατάντημα; Τί κάνει ο αμείλικτος τιμωρός στους εχθρούς του λαού του; Ανάσταση λοιπόν και «Δευτέρα Παρουσία», για να μετατεθεί ο χρόνος των ανεκπλήρωτων υποσχέσεων. Ο νεωτερισμός της ανάστασης θα προκαλέσει φοβερή κρίση σε όλες τις υπόλοιπες αιρέσεις του ιουδαϊκού κόσμου και τον αμείλικτο πόλεμο κατά του Παύλου του επίσημου φορέα της ιδέας.
Ο Guignebert υποστηρίζει ακόμη ότι η θεωρία της ανάστασης θα προκαλέσει τη φοβερή αντιπάθεια και όλων των ανθρώπων με ελληνική παιδεία, μια και γεννιέται στο λίκνο του Εβραιοχριστιανισμού. Με τους Εσσαίους, όμως, οι διαφορές είναι άλλες και πολύτιμα αποκαλυπτικές. Ο Παύλος κατηγορείται ότι διαστρέφει όλη την αλήθεια περί Ιησού και κατά συνέπεια περί της ιδεολογίας του εσσαιικού και του ζηλωτικού κινήματος που στην πραγματικότητα είναι εθνικοαπελευθερωτικό. Αυτοί λοιπόν που εγκαταλείπουν την Ιουδαία μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70, διωκόμενοι, θα καταφύγουν στη Δαμασκό, στην Αντιόχεια, στην Τρανσιορδανία, ίσως και στη Ρώμη ως Εβιονίτες. Το όνομα τους έρχεται απευθείας από την εβραϊκή λέξη «έ β ι ο ν» που σημαίνει φτωχός. Εμείς, όμως, γνωρίζουμε ήδη ότι οι Εσσαίοι, που δημιουργούν το «Qumran», λέγονταν και «Τάγμα των Φτωχών».«Είναι», λέει ο Danielou, «οι πιο αυθεντικοί Εσσαίοι που επιζούν. Δεν πιστεύουν ούτε στην ανάσταση ούτε στη θεία υπόσταση του Ιησού. Καταγγέλλουν τον Παύλο σαν ψευδοπροφήτη».(οἶδα τὰ ἔργα σου καὶ τὸν κόπον σου καὶ τὴν ὑπομονήν σου, καὶ ὅτι οὐ δύνῃ βαστάσαι κακούς, καὶ ἐπείρασας τοὺς λέγοντας ἑαυτοὺς ἀποστόλους εἶναι, καὶ οὐκ εἰσί, καὶ εὗρες αὐτοὺς ψευδεῖς· Ιωαν. Αποκ. Β2)
Ανεπιθύμητος λοιπόν ο Παύλος από όλους, θεωρούμενος ψευδοπροφήτης ή και προδότης, με μοναδικούς συμπαραστάτες του τους γραμματείς των Φαρισαίων που, όπως μας αφηγούνται στις «Πράξεις», τον υπερασπίζονται και έτσι αρχίζει το μαλλιοτράβηγμα. Οι Φαρισαίοι, που κρατούν τη δύναμη του Ιερατείου, είναι σε θαυμάσιες σχέσεις με τις δυνάμεις κατοχής από τον βασιλιά στην αρχή ως τον προκουράτορα αργότερα, που δεν είναι συνήθως Εβραίος και που του δίνουν τη διοίκηση της μικρής αυτής αποικίας σαν ανταμοιβή για τις υπηρεσίες που πρόσφερε στην αυτοκρατορία στους διάφορους επεκτατικούς της πολέμους. Οι θαυμάσιες σχέσεις όλων αυτών των προνομιούχων είναι στενότατες. Τα δώρα μεγάλης αξίας και τα χρυσά τάλαντα πλουτίζουν τους αξιωματούχους της Ρώμης, τον αυτοκράτορα και τους ευνοούμενους του.

Η στροφή στους εθνικούς
Από το 48 μ.Χ. που ξεκινά η πρώτη του (από τις τρεις) περιοδεία στις πόλεις της Μικράς Ασίας και της Μεσογείου η νέα θρησκεία βγαίνει έξω από τα όρια της Παλαιστίνης. Στα αστικά μεσογειακά κέντρα ήταν πιο ευνοϊκοί οι όροι για τη νέα θρησκεία. Στις πόλεις που επισκέπτεται απευθύνεται πρώτα στις συναγωγές των Ιουδαίων της διασποράς. Εξαιτίας όμως της εχθρότητας που συναντά (οφειλόμενη και στο γεγονός ότι δίνει δικό του περιεχόμενο στον ιουδαϊκό Μεσσιανισμό) στρέφεται στους εθνικούς (εκείνους που δεν ανήκαν στο λαό και τη θρησκεία των Εβραίων). Οι Έλληνες και ελληνόφωνοι εθνικοί πήγαιναν και άκουγαν τις ομιλίες του και προσηλυτίζονταν στο χριστιανισμό. Κυρίως από τις λαϊκές μάζες. Αν δεν ήταν οι Έλληνες προλετάριοι να υιοθετήσουν τη νέα θρησκεία, ο Χριστιανισμός δε θα γινόταν σε 2-3 αιώνες παγκόσμια θρησκεία.
Ο ελληνικός πληθυσμός δυστυχούσε. Όσο και αν υπήρχαν μεγάλες πολιτείες που μέσα σε αυτές ο ελληνισμός είχε τα πρωτεία, υπήρχαν Έλληνες που δεν είχαν «πού την κεφαλήν κλίνη». Τα αλλοτινά μεγαλεία πέρασαν. Οι πόλεμοι της Ρώμης έφεραν στη Μικρασία και στην ανατολική Μεσόγειο την παρακμή, σε πολλές χώρες την ερήμωση, ενώ στην κυρίως Ελλάδα η πείνα άπλωνε παντού τις μαύρες φτερούγες της. Η ένδοξη χώρα πήγαινε από το κακό στο χειρότερο. Τα θέατρα, τα στάδια είχαν χορταριάσει. Ο πληθυσμός ξεκληρίζονταν και περνούσε μια απαθλιωμένη ζωή. Αυτές οι συνθήκες προετοίμαζαν τους εξαθλιωμένους Έλληνες να δεχτούν με ανακούφιση το κήρυγμα για τον λυτρωτή που θα τους λύτρωνε από τα δεινά και θα δημιουργούσε μια πιο δίκαιη κοινωνία-αναγέννηση του κόσμου που ερχόταν από την Παλαιστίνη. Οι απόστολοι κήρυτταν ότι όταν ξαναγυρίσει ο Χριστός θα αναστήσει τους νεκρούς και θα τιμωρήσει τους άδικους και κακούς και θα ιδρύσει το βασίλειο των φτωχών (και μια «βροχή» θαυμάτων που εντυπωσιάζουν τον όχλο). Το κήρυγμα αυτό τραβούσε τον κόσμο, γιατί άκουγε θετικές υποσχέσεις και όχι αοριστολογίες.
Τόσο σημαντική ήταν η προσχώρηση του ελληνικού στοιχείου που η λαϊκή ελληνική γλώσσα της εποχής γίνεται το όργανο προπαγάνδας του Χριστιανισμού. Οι αδελφότητες ονομάζονται από τότε εκκλησίες (εκκλησία σημαίνει στα ελληνικά λαοσύναξη) και ο Ιησούς λέγεται πλέον «Χριστός», απόδοση στα ελληνικά και ρωμαϊκά του εβραϊκού «Μεσσίας». Έτσι ο Παύλος δίνει όνομα στη νέα θρησκεία: Χριστιανισμός.
Βλέποντας πως η προπαγάνδα του έπιανε πιο πολύ στα λαϊκά στρώματα των εθνικών έβαλε τα δυνατά του να γίνει «απόστολος των εθνών». Υπήρχε όμως ένα εμπόδιο. Οι εθνικοί δε δεχόταν τις θρησκευτικές συνήθειες των Ιουδαίων, όπως την περιτομή και την αργία του Σαββάτου. Ο Παύλος τόλμησε και παραμέρισε το μωσαϊκό νόμο. Εξαρχής έδωσε δικό του περιεχόμενο στον Μεσσιανισμό έτσι που να είναι συμβατός με τις παραδόσεις των μικρασιατικών και μεσογειακών λαών που πίστευαν ότι θα ερχόταν ένας σωτήρας-θεός ή ήρωας, ενώ οι Ιουδαίοι πίστευαν ότι ο Ιησούς κρατά από τη γενιά του Δαβίδ και στάλθηκε να σώσει μόνο το λαό του Ισραήλ. Και μια και στα βασικά δογματικά και οργανωτικά ζητήματα ακολουθούσε το δικό του δρόμο, δε δίστασε να δηλώσει ότι προπαγανδίζει το δικό του ευαγγέλιο, δηλαδή δήλωνε καθαρά πως δεν παραδέχεται την ιουδαΐζουσα ευαγγελική παράδοση.

Ο Παύλος στην Αθήνα και το κήρυγμα στον Άρειο Πάγο
Η επίσκεψη στην Αθήνα περιγράφεται στις «Πράξεις των Αποστόλων», η οποία επίσκεψη έγινε μετά την εκδίωξη του Παύλου από τη Βέροια. Στην Αθήνα (Πράξεις 17: 17) κουβέντιαζε ο Παύλος στη συναγωγή με τους Ιουδαίους και με τους θεοσεβούμενους, όπως επίσης και κάθε ημέρα στην αγορά μ' εκείνους που τύχαινε να παρευρίσκονται («διελέγετο μεν ουν εν τη συναγωγή τοις Ιουδαίοις και τοις σεβομένοις και εν τη αγορά κατά πάσαν ημέραν προς τους παρατυγχάνοντας»).

Συγκρατούμε εδώ δύο πράγματα:
1) Όπου αναφέρεται στις «Πράξεις» ότι ο Παύλος «κήρυξε», σημειώνεται ότι επισκεπτόταν τις συναγωγές, άρα απευθυνόταν σε Ιουδαίους που ζούσαν στον ελλαδικό χώρο.
2) Αναφέροντας ο συγγραφέας των «Πράξεων» ότι στην Αγορά συζητούσαν οι Αθηναίοι καθημερινά, όλοι με όλους, δεν λέει κάτι καινούργιο, άρα και ο Παύλος δεν έκανε κάτι πρωτότυπο. Η επισήμανση όμως του γεγονότος στο «θεόπνευστο» κείμενο δείχνει ότι ο συγγραφέας δεν φαίνεται να το γνώριζε και το κατέγραψε ως σημαντικό, ενώ αφήνει άλλα πολύ σημαντικότερα χωρίς αναφορά.
Π.χ., ο λόγος της μετάβασης στον Άρειο Πάγο είναι ακατανόητος και δεν εξηγείται πουθενά (17: 18): Εκεί που μίλαγε ο Παύλος στην Αγορά από δω κι από κει, κάποιοι φιλόσοφοι αναρωτήθηκαν, «τι αν θέλοι ο σπερμολόγος ούτος λέγειν;» (Τι λέει αυτός ο λογάς/ο φλύαρος/ο κουτσομπόλης; Αυτές είναι οι αποδόσεις της λέξης σπερμολόγος), «Οπότε επιλαβόμενοι τε αυτού επί τον Άρειον Πάγον ήγαγον». Πήραν, λοιπόν, τον σπερμολόγο και τον έφεραν στον Άρειο Πάγο. Καίριο ερώτημα: Γιατί έπρεπε να μεταφερθούν ομιλητής και ακροατήριο κάπου αλλού για να μάθουν τα εισαγωγικά των απόψεων του Παύλου; Αφού το λογύδριό του κράτησε το πολύ 5-6 λεπτά, ήταν ανάγκη να μεταβούν κάπου αλλού; Και μάλιστα στο βραχώδη Άρειο Πάγο;
Έστω λοιπόν, εμφανίζεται ο Παύλος (17: 22) στα βράχια: «Σταθείς δε ο Παύλος εν μέσω του Αρείου Πάγου έφη...». Όποιος έχει πάει στον αρχαιολογικό χώρο της Ακροπόλεως, ξέρει ότι ο Άρειος Πάγος δεν ήταν και δεν είναι θέατρο, αλλά ένας βράχος απότομος και απόκρημνος. Δεν υπάρχει «μέσο του Αρείου Πάγου», υπάρχουν όμως κορυφή και πλαγιές του βράχου. Προφανώς, αυτός που έγραψε τις «Πράξεις» ή αυτός που διηγήθηκε τα περιστατικά για να καταγραφούν, δεν βρέθηκε ποτέ στο συγκεκριμένο σημείο.
Ο Άρειος Πάγος δεν ήταν τόπος θρησκευτικών διαλέξεων και συζητήσεων. Για τον σκοπό αυτό υπήρχε η Αγορά, υπήρχαν τα κουρεία και τα λοιπά καταστήματα. Όπως γράφει ο Στράβων (Γεωγραφικά 9, 1, 16) οι Αθηναίοι διατηρούσαν «το πάτριον πολίτευμα» με όλους τους θεσμούς, δεν είχε αλλάξει η σημασία των θεσμικών λειτουργιών. Ο Άρειος Πάγος ήταν λοιπόν δικαστήριο που συνερχόταν σπάνια για να εκδικάσει ειδεχθή εγκλήματα (φόνους συγγενών κ.ά.), ενώ για λιγότερο σημαντικά αδικήματα λειτουργούσαν άλλα κατώτερα δικαστήρια.
Από τα προηγούμενα δεν είναι δυνατόν να εξηγηθεί, γιατί μετακινήθηκαν Παύλος και ακροατήριο στον Άρειο Πάγο, εκτός αν είχε διαπραχθεί κάποιος φόνος, πράγμα που δεν προκύπτει από πουθενά. Μια άλλη εκδοχή είναι να ήθελαν οι Αθηναίοι να τον δικάσουν για όσα συνέβησαν στη Θεσσαλονίκη και τη Βέροια, απ' όπου αναγκάστηκε ο Παύλος να διαφύγει, νύχτα και κρυφά. Αλλά και τέτοια εκδοχή δεν τεκμηριώνεται από πληροφορίες και είναι απίθανο οι Αθηναίοι να είχαν δικαστική συνεργασία με τους Βορειοελλαδίτες. Απ' την άλλη πλευρά, δεν δίνεται καμιά εξήγηση, γιατί δεν έγινε η συζήτηση στην Αγορά, στην Ακαδημία ή σε κάποια άλλη φιλοσοφική Σχολή. Γιατί τέτοια σπουδή να συρθούν -ομιλητής και ακροατήριο- στον Άρειο Πάγο;
Δύο τινά πρέπει να υποθέσουμε: Είτε η αναφορά του Άρειου Πάγου γίνεται για να προσδοθεί κύρος στον Παύλο (μέχρι και τον Άρειο Πάγο τού παραχώρησαν οι ειδωλολάτρες!), είτε δεν συνέβη τίποτα από αυτά και ο συγγραφέας τα συναρμολόγησε από σκόρπιες γνώσεις που είχε, όπως έχει γίνει με πολλά άλλα επεισόδια των ιερών βιβλίων. Δεν ήξερε ο συγγραφέας των Πράξεων για την Ακαδημία του Πλάτωνα, για το Λύκειο του Αριστοτέλη ή για τον Κήπο του Επίκουρου, όπου γίνονταν συστηματικά φιλοσοφικές συζητήσεις. Είχε πληροφορηθεί μόνο για τον Άρειο Πάγο ως σπουδαίο «κτήριο» και θεσμό και σκέφτηκε να κατασκευάσει εκεί ένα σκηνικό για την ομιλία του Παύλου.
Εν πάση περιπτώσει, κάπου εκεί γύρω από την Ακρόπολη απευθύνθηκε ο Παύλος στους Αθηναίους με ένα λογύδριο 194 λέξεων. Το κείμενο αυτό (17.22-31) δεν λέει τίποτα αξιόλογο, αλλά πολύ περισσότερο δεν μπορεί να σήμαινε οτιδήποτε για τους Αθηναίους, οι οποίοι άκουγαν ακαδημαϊκούς και περιπατητικούς, επικούρειους, κυνικούς και στωικούς ρήτορες με αφηρημένες έννοιες, πολύπλοκους συλλογισμούς και σύνθετα ρητορικά σχήματα στο λόγο τους, άκουγαν στα θέατρα Αισχύλο, Σοφοκλή, Ευριπίδη, Αριστοφάνη και όσων άλλων τα έργα χάθηκαν, επί ώρες και ημέρες. Τι να εισπράξουν λοιπόν από το ρηχό λογύδριο των δύο παραγράφων του Παύλου;
Ας σημειωθεί, ως προς το περιεχόμενο αυτού του λόγου, ότι ο Παύλος προσφωνεί τους Αθηναίους ως «δεισιδαιμονέστατους», δηλαδή ως υπερβαλλόντως θεοσεβείς, πράγμα που είναι ανοησία, δεδομένου ότι παράλληλα με τους θεοσεβούμενους φιλοσόφους υπήρχαν και πολλοί άθεοι ή αδιάφοροι... Η δε αναφορά του «στον βωμό τω αγνώστω θεώ» αποτελεί επίσης παρανόηση ή παραποίηση. Ο Παυσανίας που πέρασε από την Αθήνα 2 δεκαετίες μετά την υποτιθέμενη επίσκεψη του Παύλου, περιγράφει αυτό τον βωμό που βρισκόταν στη Μουνιχία (Πειραιάς) και προφανώς ήταν αφιερωμένος στον τυχόν άγνωστο στους Αθηναίους θεό που είχαν οι ξένοι ναυτικοί και έμποροι, οι οποίοι επισκέπτονταν τη χώρα.
Ενδιαφέρον είναι επίσης ότι δεν ανέφερε ο Παύλος καν το όνομα του κυρίου του, για τον οποίο μιλούσε στους Αθηναίους, ολόκληρος «υιός θεού», τον οποίο θεωρούσαν όμως οι χριστιανοί επίσης θεό και όχι ημίθεο. Μάλλον δεν υπήρχε τότε ακόμα αυτή η ιδέα περί τριαδικότητας και ο «δάσκαλος που αναστήθηκε» εθεωρείτο απλά ένας προφήτης. Το όνομα Ιησούς πάντως δεν αναφέρεται στο λογύδριο του Παύλου και το Χριστός ως μόνιμη προσωνυμία, ήταν έτσι κι αλλιώς μεταγενέστερο.
Κρίνοντας από τα απλοϊκά λεκτικά σχήματα του Παύλου που απευθύνονταν σε ανθρώπους μειωμένης παιδείας, ο περιοδεύων προσηλυτιστής φαίνεται να θεωρεί ότι έχει μπροστά του ακροατήριο αγροτών της Μέσης Ανατολής. Οι Αθηναίοι πολίτες είχαν ακούσει όμως πολύ πιο συγκροτημένα πράγματα στο πρωτότυπο από φιλοσόφους. Ήταν αναμενόμενο λοιπόν να προκαλέσουν τα λεγόμενα από τον Παύλο θυμηδία...
Έτσι κι έγινε (Πράξεις 17: 32), «ακούσαντες ανάστασιν νεκρών οι μεν εχλεύαζον, οι δε είπον: ακουσόμεθά σου πάλιν περί τούτου!». Περίπου: «να μας τα ξαναπείς άλλη μια φορά...», ενώ κάποιοι άλλοι χλεύαζαν για τις ανοησίες! Οπότε, κάνοντας την ανάγκην φιλοτιμίαν, «εξήλθεν ο Παύλος εκ του μέσου αυτών»! Δεν έκανε οποιαδήποτε προσπάθεια να τα εξηγήσει επί τόπου, όπως του ζήτησαν περιπαικτικά, δεν έκλεισε συνάντηση για άλλη μέρα, έφυγε και ανεχώρησε για την Κόρινθο. Αν είχε συμβεί οτιδήποτε άλλο σημαντικό, σίγουρα θα αναφερόταν στις «Πράξεις». Επί πλέον σημειώνουμε εδώ, ότι έφυγε ο Παύλος από τη μέση της ομήγυρης των ακροατών, άρα μας πληροφορεί το κείμενο ότι ήταν και οι ακροατές σκαρφαλωμένοι στο βράχο του Αρείου Πάγου. Πράγματι, ο συγγραφέας των «Πράξεων», ούτε υποψιάζεται ότι όλα αυτά που περιγράφει, τα έχει τοποθετήσει σε έναν απόκρημνο βράχο...
Η προσχώρηση στη διδασκαλία του Παύλου -Χριστιανισμός ως θρησκεία δεν υπήρχε ακόμα- ενός Διονύσιου και μιας γυναίκας, είναι σίγουρα μεταγενέστερη προσθήκη στο κείμενο, για να μη φανεί ότι πήγε ολόκληρη η επίσκεψη χαμένη. Η αναφορά στους δύο προσήλυτους περνάει ξώφαλτσα τη στιγμή που θα έπρεπε, εκείνοι που αποδέχθηκαν τα λεχθέντα του Παύλου και δεν χλεύασαν, να προβληθούν στο κείμενο με την επιχειρηματολογία τους, σε αντιπαράθεση με τους άλλους. Ενώ περιγράφει ο συγγραφέας το αυτονόητο, ότι οι Αθηναίοι συζητούσαν ελεύθερα στην Αγορά, δεν θεώρησε σκόπιμο να αναφερθεί στους δύο οπαδούς που απέκτησε ο Παύλος; Στα κρυφά προσχώρησαν, πού και σε ποιον το δήλωσαν αφού ο Παύλος έφυγε με τη συνοδεία του αμέσως για Κόρινθο; Δεν μαθεύτηκε τίποτα στον περίγυρό των νέων πιστών;
Απ' την άλλη πλευρά, είναι γνωστό ότι, όταν παρουσιαστεί κάποιος παραδοξολόγος και ανακοινώσει πράγματα και θάματα, πάντα βρίσκονται άνθρωποι υπεράνω πάσης υποψίας αλλά, στην πραγματικότητα, φοβισμένοι και ανασφαλείς χαρακτήρες, που θα δηλώσουν γοητευμένοι από τον παραδοξολόγο. Γιατί να μην προσχωρήσει λοιπόν στις θολές δοξασίες του Παύλου και αυτός ο (άγνωστος κατά τ' άλλα) Διονύσιος; Ο οποίος Διονύσιος (αν υπήρξε ποτέ!), ουδαμού αναφέρεται πλέον στα ιερά βιβλία, παρά μόνο σε φανταστικές μεταγενέστερες ιστορίες, στη λεγόμενη «ιερά παράδοση»... Κι εδώ ακριβώς βλέπουμε μια διαχρονική λαθροχειρία: Η «παράδοση» περί Διονύσιου που δεν αποδεικνύεται με τίποτα, διατηρείται και καλλιεργείται με μυθεύματα, ενώ η (ας πούμε) αληθής ιστορία των «Πράξεων» περί Αρείου Πάγου παραμερίζεται, γιατί δεν βολεύει...
Άλλη φορά δεν βρέθηκε στην Αθήνα ο Παύλος, ούτε απέστειλε ποτέ κάποια επιστολή στον πυρήνα των μαθητών του που υποτίθεται ότι θα δημιούργησε ο προαναφερόμενος Διονύσιος. Το μοναδικό ασφαλές συμπέρασμα από όλη αυτή την ιστορία είναι λοιπόν ότι, αν βρέθηκε πράγματι στην Αθήνα ο Παύλος, ρεζιλεύτηκε στο ακροατήριό του, πράγμα που είναι ίσως και το πιο αυτονόητο σ' αυτή τη διήγηση των «Πράξεων».

Η περίεργη προστασία και η περίεργη σιωπή
Οι «Πράξεις» αναφέρουν πως «μια σαρανταριά Ιουδαίοι ορκίστηκαν να 'ναι αναθεματισμένοι και να μη φάνε και να μην πιουν ώσπου να σκοτώσουν τον Παύλο» (κγ' 12-19). Σύμφωνα με την απόφασή τους, θα τον εκτελούσαν την επομένη. Οι χαφιέδες (στις «Πράξεις» τάχα ο ανιψιός) προφταίνουν στον εκατόνταρχο το μαντάτο που σπεύδει στον χιλίαρχο. Και κείνος δίδει την εξής εντολή: «Κάλεσε δυο εκατόνταρχους και τους είπε, ετοιμάσετε διακόσιους στρατιώτες για να πάνε στην Καισαρεία, εβδομήντα ιππείς και διακόσιους λογχοφόρους να ξεκινήσουν στις τρεις το πρωί. Να έχουν μαζί τους και ζώα, να επιβιβάσουν τον Παύλο και να τον παραδώσουν σώο στον ηγεμόνα Φήλικα» (Πράξεις, κγ', 23-24). Ποιά αποστολή περισώζουν οι Φαρισαίοι, στο πρόσωπο του Παύλου; Και ποιόν αξιωματούχο της αυτοκρατορίας διαφυλάσσουν οι ρωμαϊκές αρχές της Ιερουσαλήμ, στο πρόσωπο του επαρχιώτη υπόδικου; Γιατί εδώ γίνεται επιστράτευση! Και γιατί ο Φήλιξ δίδει εντολές να εξυπηρετούν τον Παύλο και να δέχεται όποιον θέλει στην υποτιθέμενη προφυλάκιση του; Ποιοί είναι οι επισκέπτες του Παύλου; Μα, ο ίδιος ο Φήλιξ (προκουράτορας της μισής Ιουδαίας) με τη γυναίκα του Δρούσιλα, εγγονή του Αντώνιου και της Κλεοπάτρας. Αργότερα θα τον επισκεφτεί βασιλική κουστωδία, με τον Αγρίππα και την πριγκίπισσα Βερενίκη, αδερφή της πρώτης. Όλοι αυτοί θα τον κρατήσουν δυο χρόνια στην Καισαρεία, «όπου απαγορεύεται η είσοδος Εβραίων», αναβάλλοντας διαρκώς τη δίκη που απαιτούν οι Ιουδαίοι. Δεν τολμούν όμως και να τον φυγαδεύσουν για να μην προκαλέσουν τον ιουδαϊκό λαό και κυρίως τους Ζηλωτές.
Τελικά θα επινοήσουν την από μέρους του Παύλου «προσφυγή στον Καίσαρα». Το δικαίωμα να δικαστεί κάποιος από τον Καίσαρα το έχουν μόνο οι Ρωμαίοι πολίτες. Έτσι νομιμοποιείται η φυγάδευση του για τη Ρώμη. Ο ίδιος, όπως και όλοι οι προστάτες του, γνωρίζουν πια καλά ότι δεν έχει άλλη λύση και ότι δε θα επιζήσει αν μείνει στην Παλαιστίνη. Το σήριαλ του ταξιδιού, τα θαύματα και οι συζητήσεις του με το θεό είναι γνωστά. Τελειώνοντας ο αφηγητής των Πράξεων μας καθησυχάζει πως όταν ο Παύλος έφτασε στη Ρώμη, σαν υπόδικος υποτίθεται, δεν τον φυλάκισαν: «Όταν μπήκαμε στη Ρώμη, ο εκατόνταρχος παρέδωσε τους φυλακισμένους στο στρατοπεδάρχη. Αλλά επετράπη στον Παύλο να μένει μόνος μαζί με το στρατιώτη που τον φύλαγε... Έμεινε δε ο Παύλος διετίαν ολόκληρη σε δικό του μισθωμένο σπίτι και εδέχετο όλους που τον επισκέπτονταν... χωρίς εμπόδια» (κη', 16 και κη', 30-31).
Εδώ, μ’ έναν περίεργο τρόπο, σταματάει ο οίστρος των περί Παύλου περιγραφών και των θεϊκών επεμβάσεων. Οι βιογράφοι του μας «κόβουν» το συγκινητικότερο. Πώς πέθανε άραγε αυτός ο σκοτεινός και μυστηριώδης φανατικός Εβραίος Ρωμαίος πολίτης και ακόμη φανατικότερος οπαδός του Ιησού; Πολλοί ισχυρίζονται ότι πέθανε σαν μάρτυρας, αλλά κανείς δεν το υποστηρίζει υπεύθυνα. Κι όμως, κάτω απ’ αυτή τη σιωπή των Γραφών κρύβεται ένα συναρπαστικό γεγονός της ιστορίας, που 'μενε θαμμένο ως τώρα.
Ο Βολτέρος στο Φιλοσοφικό του Λεξικό το θεωρεί αδύνατο να είναι ο Παύλος, Ρωμαίος πολίτης. Η Ταρσός, εξηγεί, δεν έγινε ρωμαϊκή επαρχία παρά εκατό χρόνια μετά τον Παύλο. Πως θα γινόταν αυτός Ρωμαίος πολίτης; Πολλοί μελετητές που αρνούνται να δεχτούν τις Γραφές σαν ντοκουμέντα -και καλά το κάνουν- τις χρησιμοποιούν όμως για να μας πείσουν πως ο Παύλος ήταν τάχα από βασιλική γενιά και για την ακρίβεια δισέγγονος του μεγάλου Ηρώδη. Οπότε ο Παύλος παύει να 'ναι Εβραίος και γίνεται Άραβας (Ιουδαίος). Μα κάτι τέτοιο θα γέμιζε χαρά τους απολογητές του Χριστιανισμού. Εξάλλου θά 'ταν αδύνατο να διεισδύσει ένας Άραβας, έστω και περιτμημένος, στους κόλπους του Ιερατείου τόσο, και να απειλείται με λιντσάρισμα από τους Ζηλωτές-Σαδδουκαίους, σαν προδότης του «Νόμου τους». Το γεγονός όμως ότι οι Γραφές δε λένε κουβέντα για το τί απέγινε ο Παύλος σαν συμπλήρωσε δυο χρόνια ζωής στη Ρώμη «διαδίδων τον λόγον κτλ., κτλ», αυτό μας υποχρεώνει να υποψιαστούμε και πάλι τη σκοπιμότητα της σιωπής.

Μια παράδοξη μη-συνάντηση στην Έφεσο
Ο Παύλος εμφανίζεται να διδάσκει στην Έφεσο δύο φορές: Το 49 για τρεις μήνες και το 52 ή 53 για περισσότερα από τρία χρόνια. Εκεί φέρεται να γράφτηκαν η πρώτη και δεύτερη «επιστολή προς Κορινθίους», και ότι ήταν εκεί που ο Παύλος δέχθηκε ταραγμένους αντιπροσώπους από την Κόρινθο και επέβλεψε το πρώτο κάψιμο βιβλίου από χριστιανούς (Πράξεις 19: 19). Στην Έφεσο όμως είχε δημιουργήσει εκκλησία ο μαθητής του Ιησού, Ιωάννης που διέμεινε εκεί ως τον θάνατό του.
Ο Ιωάννης, που εγκαταστάθηκε στην Έφεσο μετά την Σταύρωση και καθιερώθηκε για πάντα ως ο ιδρυτής της εκκλησίας της Εφέσου. Κατ’ εντολή του ιδίου του Ιησού, η Μαρία τέθηκε υπό την προστασία του Ιωάννη και φαίνεται ότι είχαν κατευθυνθεί προς την Έφεσο. Εκεί είχε κτισθεί με αγάπη ιδιοχείρως από τον Ιωάννη το σπίτι της Μαρίας –ένα σπίτι το οποίο μπορεί να το δει κανείς και σήμερα!
Ο Ιωάννης λέγεται ότι υπήρξε ο διδάσκαλος του σεβασμιότατου επίσκοπου Πολύκαρπου, της γειτονικής Σμύρνης. Δεδομένου ότι χρειάσθηκαν κάποιοι αιώνες προκειμένου να «εξιστορηθεί» η έσχατη μοίρα της Μαρίας, σύμφωνα με τον Ειρηναίο του 2ου αιώνα (όπως μεταφέρεται από τον Ευσέβιο, 23) ο Ιωάννης παρέμεινε στην Έφεσο μέχρι τα χρόνια της αυτοκρατορικής θητείας του Τραϊανού (98-117) και, με βάση την μαρτυρία του 3ου αιώνα του Διονύσιου από την Αλεξάνδρεια, δεν είχε έναν αλλά δύο τάφους στην Έφεσο.
Ούτως έχοντος του ιστορικού, ο απόστολος Ιωάννης είχε μακρόχρονη παραμονή στην Έφεσο την ίδια ακριβώς πόλη στην οποία δίδαξε το ευαγγέλιο ο Παύλος κατά την δεύτερή του περιοδεία. Παρ’ όλη την χρονική και τοπική σύμπτωση, ο Παύλος ποτέ δεν συνάντησε την Μαρία ούτε συνομίλησε με τον σύντροφό του εν τη αποστολική διακονία, Ιωάννη. Περίεργο, αν μη τι άλλο...

Ο μεγάλος προβοκάτορας - Ο εμπρησμός της Ρώμης και η κατασυκοφάντηση του λαοφιλούς και φιλέλληνα Νέρωνα
Κάθε φορά που κινδυνεύει ο Παύλος από τους συμπατριώτες του Εβραίους, μέσα ή έξω από τη γη του, εμφανίζονται οι Ρωμαίοι και τον σώζουν. Μη μας διαφεύγει δε, πως όλοι οι διοικητές των επαρχιών -ρωμαϊκών αποικιών– είναι πρόσωπα απολύτου εμπιστοσύνης του κάθε Καίσαρα. Έτσι, όταν το 53-54 ο Παύλος βρίσκεται στην Κόρινθο και ορμούν οι Ιουδαίοι να τον φάνε, τον σώζει ο ίδιος ο κυβερνήτης της Αχαΐας (Ελλάδος) Γαλλίων, αδερφός του Σενέκα, δασκάλου και αργότερα μόνιμου υπουργού του Νέρωνα (Πράξεις, XVIII, 12-17). Όταν τον φέρνουν «δέσμιο» στη Ρώμη τον παραδίδουν στο διοικητή της πραιτοριανής φρουράς Αφράνιους Μπούρους, στωικό, φίλο του Σενέκα και σύμβουλο του Νέρωνα. Αυτός θα τον δικάσει και θα τον αθωώσει, φυσικά, σε μια παρωδία δίκης. Αλλά και ο ίδιος ο Παύλος είναι φίλος του Σενέκα. Τι θα πει όμως φίλος του Σενέκα, εκ βαρβάρων; Να σκεφτούμε κάτι σαν κουμπάρος-επαρχιώτης πολιτευτή Αθηνών; Ή, ακόμα χειρότερα μπιστικούς, καταδότες και πληροφοριοδότες των δικτατόρων κι ακόμη χειρότερα των Γερμανών;
Ο άγιος Κυπριανός αποκαλύπτει με συντριβή ότι ο Παύλος ήταν διώκτης κατ' εντολή των Ρωμαίων. Όταν πήγαινε δηλαδή να κατασφάξει στη Δαμασκό, τα «εντάλματα» τά 'παιρνε από τον Ρωμαίο προκουράτορα κι όχι από τον αρχιερέα. Βέβαια, ο άγιος Ιερώνυμος, ο άγιος Αυγουστίνος κι άλλοι, γράφουν ξελιγωμένοι για τις σχέσεις του Παύλου με τον Σενέκα και για την «απόκρυφη» αλληλογραφία τους από οχτώ γράμματα του Σενέκα προς Παύλο και έξι αντίστροφα του Παύλου στον Σενέκα. Η απουσία επικοινωνιών και οι αποστάσεις μας υποχρεώνουν να θυμόμαστε πως οι πάντες ανταλλάσσανε γράμματα στα χρόνια εκείνα. Να ήταν τα γράμματα «καρφωματιές» του Παύλου ή πληροφορίες πράκτορα; Και του Σενέκα εντολές; Οι διαφόρων ειδών και επιπέδων δούλοι, ευνοούμενοι, κομματάρχες των αφεντικών, ανέκαθεν, μπορεί να ισχυρίζονται πως είναι φίλοι τους. Δυστυχώς όμως εκείνοι ούτε που τους θυμούνται και πολύ λιγότερο τους αναφέρουν. Δεν έχουμε πουθενά, και από κανέναν της εποχής, σημείο αναφοράς περί Παύλου. Ο Παύλος όμως στέλνει χαιρετίσματα από τη Ρώμη, «από τους άγιους του παλατιού του Καίσαρα» (Φιλιππισ. δ', 22). Πολλοί Εβραίοι είναι δούλοι στο παλάτι και στα μεγάλα αρχοντικά της Ρώμης. Ο Παύλος συνδέεται μαζί τους, Ίσως και να 'χουν τοποθετηθεί εκεί με συστάσεις του. Γιατί και στην «Προς Ρωμαίους επιστολή», πριν πάει ο ίδιος στη Ρώμη, στέλνει χαιρετισμούς σε πολλούς και διάφορους.
Ο Παύλος φτάνει στη Ρώμη όταν η άρχουσα τάξη έχει αποφασίσει να ρίξει τον Νέρωνα με κάθε θυσία. Αυτός ο προοδευτικός, ο φιλέλληνας, ο φιλόδουλος, ο ειρηνιστής, ο ανεξίκακος αυτοκράτορας που λατρεύεται από τον λαό -ναι, ο Νέρωνας- δεν μπορεί να κυβερνά την αυτοκρατορία την ώρα που εκείνη θεμελιώνει σχεδόν τη φεουδαρχία.

[Σύμφωνα με τα «επιχειρήματα» των εχθρών του, όπως μας τα παραδίδουν ο Τάκιτος και ο Σουίτων, ο Νέρωνας λαμβάνει τελείως λαϊκά οικονομικά μέτρα, όπως την κατάργηση των έμμεσων φόρων, που η σύγκλητος απορρίπτει. Ορίζει τη δημοσίευση των φορολογικών καταλόγων και τη φορολογική απογραφή κάθε χρόνο. Αφαιρεί από τους άρχοντες το δικαίωμα ζωής και θανάτου για τους σκλάβους τους. Δίνει το δικαίωμα στους σκλάβους να κάνουν αγωγή κατά των αρχόντων που τους κακομεταχειρίζονται (νόμος που θα καταργηθεί το 625 από τη «χριστιανική» Σύνοδο της Ρέμς και «οι σκλάβοι δεν γίνονται δεκτοί σαν κατήγοροι»). Χαρίζει στον λαό υπό τύπον λαχείου δώρα αξίας, όπως ζώα, εκτάσεις γης, πλοία, πολύτιμους λίθους. Στην αρχή της βασιλείας του, όταν τού 'φεραν να υπογράψει μια καταδίκη σε θάνατο, είπε: «Πως θά 'θελα να μην ξέρω γράμματα». Απαγορεύει να σκοτώνουν κατά τις μονομαχίες ακόμα και καταδικασμένους σε θάνατο, όπως συνηθιζόταν ως τότε. Έχει απέραντο πάθος για την Ελλάδα. Βέβαια του κατηγορούν πως του αρέσουν οι τιμές και το τρέξιμο με τα άρματα και η αναγνώριση από μέρους των άλλων της ποιητικής του αξίας. Αλλά σε ποιόν έφηβο, σαν έχει παιδεία, δεν αρέσουν όλα τούτα. Και ποιος αυτοκράτορας της Ρώμης δεν φιλοδόξησε να εμφανιστεί σαν ποιητής; Κατηγορείται για τον φιλελληνισμό του σε αντίθεση με τον Ανδριανό που θεοποιείται για τον ίδιο λόγο. Και φροντίζουν να μας κάνουν να λησμονήσουμε ότι ανακηρύσσεται καίσαρας στα δεκαεφτά του χρόνια, όταν η μάνα του Αγριππίνα δηλητηριάζει τον θείο του Κλαύδιο. Με δάσκαλο τον Σενέκα που υπεραγαπά, γνωρίζει τέλεια τα ελληνικά και τα λατινικά. Είναι τελείως άθεος, γι' αυτό κι ανεξίκακος, χωρίς ίχνος μισαλλοδοξίας. Όταν όλη η διανόηση της Ρώμης μισεί τους Έλληνες από φθόνο και πλέγμα κατωτερότητας -μην ξεχνούμε πως όλοι αυτοί πάνε στην Ελλάδα για σπουδές ή κουβαλάνε από κει καθηγητές για να μορφωθούν- και τους αποκαλεί περιφρονητικά Graeculi (Γραικύλους)*, ο Νέρων φτάνει στην Κόρινθο και αποδίδει στην Αχαΐα (Ελλάδα) την ανεξαρτησία της. «Σεις όλοι, Έλληνες, που κατοικείτε την Αχαΐα, ονομαζόμενη ως τώρα Πελοπόννησο, δεχθείτε, μαζί με την απαλλαγή από τους φόρους, την ελευθερία που στις πιο ευτυχισμένες μέρες της ιστορίας σας δεν κατείχατε ποτέ όλοι μαζί, σεις που υπήρξατε σκλάβοι η ξένων η οι μεν των δε. Αχ, να μη ζούσα στους χρόνους ακμής της Ελλάδας, να 'δινα αυτό το διέξοδο στις διαθέσεις μου για να απολαύσω έναν μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων! Δεν συχωρώ στον Χρόνο που ελάττωσε το μεγαλείο ενός τέτοιου αγαθού... Αλλά προσπέφτω στους θεούς που πάντα με προστάτεψαν στη γη και τη θάλασσα, να μου δώσουν παρ' όλα αυτά την ευκαιρία να το πραγματοποιήσω. Άλλοι πρίγκιπες έδωσαν σε πόλεις τη ελευθερία τους... ο Νέρων την αποδίδει σε μια ολόκληρη επαρχία». (Αναφ. Ambelain, ό.π, σελ. 378). Στοιχεία ατράνταχτα για το μισελληνισμό των Εβραίων, αλλά και των Ρωμαίων. Διαλέγει από το προσωπικό των αρχόντων τους καλύτερους σκλάβους και τους πιο μορφωμένους και τους ελευθερώνει. Όταν η Ρώμη καίγεται προσφέρει τα πάντα στο λαό, ως και τα ανάκτορα του για να κατοικήσουν, και ξανακτίζει την καμένη περιοχή. Χαιρετάει όλους τους ανθρώπους που συναντάει στους δρόμους, με τ' όνομά τους. Ο λαός τον λατρεύει. Στη βασιλεία του, λέει ακόμη ο Σουίτων, πάρθηκαν αυστηρότατες αποφάσεις, καταδίκες και καταπιεστικά μέτρα, αλλά όχι λιγότερα νέα μέτρα, όπως ο περιορισμός της πολυτέλειας και της σπατάλης, για να διανέμονται περισσότερα τρόφιμα στον λαό.]

Ο Τάκιτος μάς αποκαλύπτει στα «Χρονικά» του, ότι ο προοριζόμενος σαν διάδοχός του δεν είναι άλλος από τον Σενέκα. «Είχε ψιθυριστεί ότι ο Σούμπριους Φλάβους (χιλίαρχος πραιτοριανών) συνεννοημένος μυστικά με τους εκατόνταρχους (και ο Σενέκας το γνώριζε) θα σκότωνε τον Πίζον, αφού ο Πίζον θα σκότωνε το Νέρωνα, και ότι αυτοί θα ανέθεταν την αυτοκρατορία στον Σενέκα, σαν τον ενδεδειγμένο στα ανώτερα αξιώματα, χάρη στις μεγάλες του αρετές, γεγονός που θα δικαιολογούσε την ενέργεια τους» (XV, I, 25).
Είναι πολύ φανερό ότι είχαν το πρόβλημα πως θα δικαιολογούσαν στον λαό το έγκλημά τους. Η εμφάνιση του Παύλου τους δίνει τη λύση. Ότι ο Σενέκας θα τον χρησιμοποιήσει, είναι πια βέβαιο. Τί θα εκμεταλλευτεί όμως; Την αφέλεια του ημιμαθούς βαρβάρου; Τη φιλοδοξία του ή το μίσος του; Τελικά βέβαια δεν ξέρουμε ποιος την έφερε στον άλλον. Γιατί αποκλείεται να αποκάλυψε ο παμπόνηρος Εβραίος στον Σενέκα και το πραγματικό μίσος του κατά των ειδωλολατρών, καθώς και το όνειρο του εβραϊκού επεκτατισμού που υπηρετεί. Πάντως αλληλοεξυπηρετήθηκαν. Ο Παύλος φεύγει αμέσως για την Ισπανία, όπου κυβερνά ο Γκάλμπα. Οι επαρχίες πρέπει να ξεσηκωθούν για να δικαιώσουν την ανατροπή του Νέρωνα. Αμέσως μετά την επιστροφή του Παύλου στη Ρώμη, αρχές του 64, οργανώνεται και ξεσπά η πυρκαγιά της Ρώμης, τέλος του Μαρτίου.
Η φωτιά αρχίζει κατά την απουσία του Νέρωνα στο Άντιο, όπου γεννήθηκε και αγαπούσε πολύ και που απέχει από τη Ρώμη 50 χλμ., απόσταση τεράστια για την εποχή. Αυτό το παραδέχεται και ο Τάκιτος και ο Σουίτων, όπως και ότι ο Νέρων ειδοποιήθηκε μόνο την τέταρτη μέρα, όταν η μισή Ρώμη είχε γίνει στάχτη. Ποιος εμπόδισε τους δούλους να ειδοποιήσουν τον Νέρωνα ενωρίτερα; Πάλι οι παλατιανοί, πιθανότατα. Ο ίδιος ο Σουίτων, εμπαθής και κακόπιστος όσο δεν παίρνει, μας δίδει ένα ατράνταχτο ντοκουμέντο: «...και έκαψε τη Ρώμη. Αυτό κρύφτηκε τόσο λίγο, αφού πολλοί αξιωματούχοι είδαν στα κτήματα τους σκλάβους του διαμερίσματός του (παλατιού) με πυρσούς και στουπιά, αλλά δεν τόλμησαν να τους πιάσουν...». Οι «άγιοι» λοιπόν του Παύλου, που στέλναν από το παλάτι του Καίσαρα τους χαιρετισμούς τους στους Φιλιππισίους, κάνανε καλή δουλειά. Γιατί, τώρα, ο ίδιος ο Παύλος θα εξαφανιστεί αμέσως μετά από τη Ρώμη επί δυο χρόνια; Και γιατί η αστυνομία δε θα πάψει να τον καταζητεί;
Ο G. Ricciotti θα παραδεχτεί με συντριβή: «Απροσδόκητα ξαναεμφανίζεται ο Παύλος φυλακισμένος στη Ρώμη, απ’ όπου θα στείλει και το δεύτερο του γράμμα προς Τιμόθεο (1,17). Οι συνθήκες που περιβάλλουν τη δεύτερη του σύλληψη είναι πολύ σκοτεινές. Είναι, εξάλλου, σχεδόν βέβαιο ότι αυτή δεν έγινε στη Ρώμη, αλλά κάπου μακριά, όπου βρήκε τον Παύλο η αυτοκρατορική αστυνομία, που τον καταζητούσε, από τότε που εξαφανίστηκε από τη Ρώμη».
Κατά πάσα πιθανότητα, η σύλληψη αυτή συνέβη στην Τρωάδα, γιατί στην επιστολή του (δ', 13) παρακαλεί τον Τιμόθεο να του φέρει από την Τρωάδα το παλτό, τα βιβλία και τις μεμβράνες που άφησε κει, στο σπίτι κάποιου Κάρπου. Άφησε δηλαδή τα πάντα, οπότε θα 'φυγε κάπως ξαφνικά. Φαίνεται, εξάλλου, καθαρά ότι όλοι του οι παλιοί φίλοι φοβούνται να τον πλησιάσουν: «Ξέρεις ότι στην Ασία όλοι μου γύρισαν την πλάτη» (α' 15) και «στην πρώτη μου απολογία κανείς δε μου συμπαραστάθηκε, αλλά με εγκαταλείψανε όλοι» (δ', 16). Τί έχει κάνει και «ντρέπονται», γι' αυτόν; «Μη ντραπείς για μένα» (α', 8 ) και ο Ονησιφόρος «δε ντράπηκε για τις αλυσίδες μου» (α', 16).
Αποκαλύφτηκε ότι έπαιξε το παιχνίδι των Ρωμαίων, βάζοντας φωτιά στην πόλη και γι' αυτό φοβούνται να του συμπαρασταθούν ή τον περιφρονούν, γιατί έγινε αφορμή να γίνει ο διωγμός των χριστιανών που ακολούθησε, με αποτέλεσμα να αφανιστούν τόσες οικογένειες; Στην Ασία, λοιπόν, του γύρισαν την πλάτη, γιατί εκείνος γλίτωσε, ενώ οι άλλοι κάηκαν στον ιππόδρομο, οι «άλλοι», που εκείνος ξεσήκωσε να βάλουν τη φωτιά. Όταν πάλι τον πιάνουν, με την κατηγορία του αρχηγού (η αστυνομία τον αναζητεί επί δυο χρόνια σ' όλη την επικράτεια) είναι φυσικό να φοβούνται να τον πλησιάσουν. Και ο ίδιος ξέρει ότι δεν γλιτώνει, «Ο καιρός του χαμού μου έφτασε» (ο.π., δ', 6), όχι πάντως για τη θεολογική ιδεολογία του. Κάτι τέτοιο δε βγαίνει από πουθενά. Το πιθανότερο είναι, εκτός από τις ομολογίες των συλληφθέντων, να βρέθηκαν και τα γράμματα του προς τον Σενέκα, μια και οι έρευνες για τη συνωμοσία κράτησαν πολύ καιρό. Φαίνεται ότι ο Νέρων θα ζητούσε ατράνταχτες αποδείξεις, αρνούμενος να παραδεχτεί την προδοσία του Σενέκα, κυρίως. Ο Παύλος βρίσκεται στη φυλακή το τέλος του 67, τρία χρόνια μετά τον εμπρησμό της Ρώμης και δύο μετά την καταδίκη και τον θάνατο του Σενέκα. Για τον Παύλο δε θα γίνει πια καθόλου λόγος από κανέναν, ως τον 4ο αιώνα, που θα ξαναβγεί στο προσκήνιο από τον άγιο Ιερώνυμο (362) και από τον άγιο Αυγουστίνο (414). Η χριστιανική τρομοκρατία έχει εξαπλωθεί αποτελεσματικά και οι παυλικές θεωρίες πρέπει να αναβιώσουν τώρα που οι αυτόπτες μάρτυρες έχουν εξαφανιστεί, οι πολλοί δε θυμούνται και όλοι φοβούνται. Καιρός, λοιπόν, ν' αποκατασταθεί ο ήρωας μας και να διαψεύσουμε την κατηγορία που βαραίνει τόσο εκείνον τον ίδιο, όσο και όλους τους Εβραιοχριστιανούς της Ρώμης.
Το γεγονός λοιπόν ότι ο Παύλος ανακατεύεται σε μια πολιτική ίντριγκα από τις βρομερότερες της ρωμαϊκής ιστορίας, που σκαρώνει η άρχουσα τάξη εναντίον ενός φιλέλληνα, δημοκράτη και λαοφίλητου αυτοκράτορα, όπως αναδύεται ο Νέρων, επιβεβαιώνει ότι ο Παύλος πολιτεύεται το θεό, όπως ομολογεί και ο ίδιος στην κυριολεξία. Και ότι στη Ρώμη δικάζεται, τη δεύτερη φορά, για ποινικό αδίκημα. Απόδειξη ότι οι μεγάλοι απολογητές του χριστιανισμού, ο Τερτυλλιανός, ο Ωριγένης και ο Ευσέβιος της Καισαρείας, σιωπούν για ένα τόσο σημαντικό συμβάν, όπως ο εμπρησμός της Ρώμης, που αποδόθηκε στους χριστιανούς και προκάλεσε τον πρώτο διωγμό εναντίον τους. Όντας κοντά στα γεγονότα δεν τολμούν να τα διαψεύσουν ή, αντίθετα, να τα εκμεταλλευτούν. Και στις δυο περιπτώσεις η αποσιώπηση είναι για μας μια ακόμη επιβεβαίωση της ενοχής. Εξάλλου, τα ιστορικά γεγονότα ακολουθούν με φοβερή συνέπεια.
Αμέσως μόλις απαλλάσσεται της κατηγορίας ο Παύλος την πρώτη φορά μετά τα δυο χρόνια, όπου και κόβεται το παραμύθι των «Πράξεων», θα πεταχτεί στην Ισπανία κατά το 63, όπου κυβερνά ο Γκάλμπα, που τελικά θα διαδεχτεί τον Νέρωνα (68) μια και ο ιδανικός διάδοχος Σενέκας θα 'χει στο μεταξύ καθαριστεί. Το ταξίδι επιβεβαιώνεται από τους Αθανάσιο, Επιφάνιο, Ιωάννη Χρυσόστομο, Ιερώνυμο, τον σύγχρονό μας Ricciotti, αλλά και από τις «Πράξεις» του Πέτρου και Παύλου. Η συνωμοσία του Πίζον -η τέταρτη μέσα σ' έναν χρόνο κατά του Νέρωνα- θα αποκαλύψει, ανάμεσα 64-65, τη συνενοχή του Σενέκα, με συνέπεια την καταδίκη του τελευταίου σε θάνατο. Σαν ένα δείγμα της «ανθρωπιάς» του Νέρωνα, αλλά και για το αν κλόνιζε ο Νέρων τα θεμέλια της αριστοκρατικής και ολιγαρχικής δομής της αυτοκρατορίας (πράγμα που πρέπει να θυμόμαστε σε λίγο σαν αναφερθούμε στις διδαχές του Παύλου για τους δούλους), θ' αρκεστούμε να μεταφέρουμε κατά λέξη το μονόπλευρο και ανήθικο κατηγορητήριο του Σουίτωνα: «Έδιδε μόνο μια προθεσμία λίγων ωρών σε κείνους που έπαιρναν τη διαταγή να πεθάνουν. Και για να προλάβει κάθε καθυστέρηση, σε περίπτωση που θα δείλιαζαν, έστελνε γιατρούς να τους "περιποιηθούν": ήταν η έκφραση που χρησιμοποιούσε και που σήμαινε να τους ανοίξουν τις φλέβες». Επειδή έτσι πέθανε και ο Σενέκας, αξίζει να αναφέρουμε ότι αυτή ήταν μια από τις μεγαλύτερες εύνοιες, προκειμένου για καταδίκη σε θάνατο, γιατί σύμφωνα με τον ρωμαϊκό νόμο, αν εκτελούσε ο δήμιος κάποιον καταδικασμένο, ο τελευταίος έχανε μεταθανάτια το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη, όλη του την περιουσία και η οικογένεια του έμενε στο δρόμο. Ενώ αφήνοντάς τους το περιθώριο να «αυτοκτονήσουν» τους έσωζε από την ατίμωση.
Ο Ρωμαίος πολίτης Παύλος θα αποκεφαλιστεί, κατά τον Ιερώνυμο, δυο χρόνια μετά τον Σενέκα. Οι ανακρίσεις που άρχισαν μυστικά στο τέλος του 64 (μετά τον εμπρησμό) επισημοποιήθηκαν το 65, οπότε ο Σενέκας, ο Πίζον και πολλοί συγκλητικοί καταδικάστηκαν σε θάνατο. Οι προστάτες του συνωμότη Παύλου έχουν χαθεί. Ο Παύλος το σκάει από τη Ρώμη. Αλλά οι εμπρηστές, που συλλάβανε οι αρχές, καταγγέλλουν ότι αυτός ήταν ο οργανωτής. Ο ίδιος αναφέρεται σε κάποιον «Αλέξανδρο σιδερά που τού 'κανε πολύ κακό και να τώρα που βρίσκεται αλυσοδεμένος σαν κακούργος» (Τιμοθ., θ'). Τον εκτελέσανε λίγο έξω από τη Ρώμη. Όταν έπεσε το κεφάλι του, έκαμε τρία πηδήματα και στο καθένα απ’ αυτά, γίνηκε φυσικά κι από ένα θαύμα. Από τον αποκομμένο λαιμό, αντί για αίμα βγήκε γάλα, κατά τον Ιερώνυμο και την αμορφωσιά του. Για πολλά χρόνια οι Ρωμαίοι είχαν ενώσει τον όρο «χριστιανός» με το επίθετο «εμπρηστής», λέει ο Τερτυλλιανός στην «Απολογία» του. Ο αποκεφαλισμός, τα χρόνια εκείνα, θεωρείται ατιμωτικός θάνατος κοινού εγκληματία που αποκλείει και την ταφή του κατάδικου. Το γεγονός βεβαιώνουν ο Ευσέβιος Καισαρείας και ο Ιερώνυμος, προσδιορίζοντας σαν έτος της εκτέλεσης του το 14ο έτος της βασιλείας του Νέρωνα και δυο χρόνια μετά το θάνατο του Σενέκα. Και αναρωτιόμαστε: Τί απόγινε ο Ρωμαίος «πολίτης» Παύλος; Μάλλον δεν υπήρξε ποτέ! Άλλα ήταν τα διαπιστευτήρια του: Του χαφιέ των Ρωμαίων κατακτητών. Αυτά όλα προσπαθούν να κρύψουν με τις παραποιήσεις των τίτλων, με τη σιωπή, καθώς και ότι ο Παύλος χάθηκε το 64 μετά την πυρκαγιά της Ρώμης. Με το επιχείρημα αυτό προσπάθησαν να στηρίξουν και το ότι οι επιστολές του Παύλου δεν γράφτηκαν από τον ίδιο, αλλά πολύ αργότερα.

Η «διδασκαλία» του Παύλου και οι θέσεις του για την δουλεία - Βοήθα φτωχέ να μην σου μοιάσω
Μιας και δεν πρόκειται να καταργήσουμε τους δούλους, θα καταργήσουμε τ' αφεντικά. Όλοι θα γίνουμε ίσοι: Όλοι δούλοι του Θεού.
Την καινοτομία θα εισαγάγει ο Παύλος: «Γιατί εκείνος που υπηρετείται είναι ο Κύριος Χριστός». (Κολοσ. γ', 22-24). Εργοδότης τώρα είναι ο Θεός. Οι καημένοι οι αφεντάδες δεν ευθύνονται πια για τίποτα. Αντίθετα δέχονται και κείνοι την ισότητα που επιβάλλεται από ψηλά, κι όλοι είμαστε αδελφοί. Γι' αυτό «όσοι έχουν χριστιανούς γι'
αφεντικά θα γίνουν ακόμη εργατικότεροι, γιατί θα δουλεύουν για αδελφούς (...) να δουλεύετε με καλή διάθεση σαν να πρόκειται για τον Κύριο κι όχι για ανθρώπους (...). Γνωρίζοντας ότι από τον Κύριο θα πάρετε την ανταπόδοση (...). Γιατί δουλεύετε για τον Κύριο Χριστό (...) είτε δούλος (είσαι), είτε ελεύθερος»
(Εφεσ. στ', 7· Τιμόθ., στ', 1-2- Κολοσ., γ', 22-24· Εφεσ., στ', 8).
Και να πως αποκτήσαμε αυτό το μεγάλο πλεονέκτημα: «Ελευθερωθέντες δε από την αμαρτία, γίνατε δούλοι εις την δικαιοσύνη... έτσι τώρα να προσφέρετε τα μέλη σας δούλα... γιατί τώρα ελευθερωθέντες από τις αμαρτίες υποδουλωθήκατε στον Θεό...» (Ρωμ., στ', 18-22).
Και αχαλίνωτος πλέον στην ασυδοσία του θα μεταφέρει άνετα, και κυρίως ανεμπόδιστα, στους ουρανούς τις παραγωγικές σχέσεις δούλου και εργοδότη: «...και συνεπώς δεν ανήκετε στον εαυτό σας, γιατί αγορασθήκατε με τίμημα» (Κορ., στ', 19-20).
Την κορώνα όμως τη φυλάει για τους Ρωμαίους: «Και ο ελεύθερος, δούλος του θεού είναι, αγορασμένος με αντίτιμο· μη γίνεσθε λοιπόν δούλοι των ανθρώπων» (Ρωμ., ζ', 22-23).
Όχι, ο άνθρωπος δεν αστειεύεται. Εμείς μόνο να πάψουμε ν' απορούμε για το πως πιάστηκε ο Χριστιανισμός στον κόσμο. Για το πως επιβλήθηκε. Για το ποιες ήταν οι σχέσεις του Παύλου με τον Σενέκα. Για το πως ένας Εβραίος βρίζει μέσα στη Ρώμη την επίσημη κρατική θρησκεία -την ειδωλολατρία- και τον συνοδεύει ένα σύνταγμα πεζών και ιππέων για να τον σώσει. Εμείς να πάψουμε ν' αναρωτιόμαστε πώς ένας κόσμος με τόσο ψηλό πνευματικό επίπεδο αποδέχτηκε τον Χριστιανισμό. Ο κόσμος αυτός κινδύνευε. Το να 'σαι δούλος ανθρώπων είχε γίνει λίγο επικίνδυνο για τ' αφεντικά. Αλλά δούλος του Θεού! Κι όλοι οι δούλοι αδέρφια. Ενάντια σε ποιόν θα πολεμήσεις; Αλλά και ποιό αφεντικό δε θα αγαλλίαζε από παρόμοια ισότητα; Καιρός να καταλάβουμε πόσο ανεπανάληπτο πολιτικό εύρημα στάθηκε ο μονοθεϊσμός με βάση το φόβο, για τις μελλοντικές κοινωνίες. Σήμερα ακόμη, ο καθηγητής Oscar Cullmann, αναλύοντας την Καινή Διαθήκη γράφει: «Όμοιο θεολογικό υπόβαθρο και στην επιστολή προς Κολοσσαείς όπου εκτίθεται ένα σύστημα των καθηκόντων των σκλάβων απέναντι στους κυρίους τους». Και, «κανένα επιχείρημα δε θα μπορούσε ν' αμφισβητήσει την παυλιανή αυθεντικότητα...». Ασφαλώς κανένα.
Ποιος θ' αμφισβητήσει την καθαίρεση του ανθρώπου και την μετατροπή του σε δούλο, από τον μεγάλο απόστολο του Χριστιανισμού; Και δούλο του θεού, όχι των ανθρώπων! Ποτέ! Γι' αυτό και δε θα απαιτείτε, όπως το δικαιούστε, το ψωμί σας από κείνους που σας εκμεταλλεύονται. Όχι! Θα λέτε: Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς, δος ημίν σήμερον τον άρτον ημών τον επιούσιον. Κι αν δεν έχεις να φας, δεν ευθύνεται κανείς άλλος παρά μόνο ο θεός. Αυτός αποφάσισε να δοκιμαστείς πεινώντας.

Το προσευχολόγιο και το υμνολόγιο των Εβραίων, γραμμένο όλο από αφεντικά-προφήτες αξιοποιείται επιτέλους, μέσω του Παύλου, κηρύσσοντας τα αγαθά της δουλείας στην ανθρωπότητα:
- Κύριε ευλόγησον την βρώσιν και την πόσιν των δούλων σου.
- Παντρεύεται ο δούλος του θεού την δούλη του θεού.
- Ανάπαυσον κύριε τον δούλον σου.
Ο Ιησούς στα κηρύγματά του, με μια επαναστατική διάθεση, ξεκαθαρίζει τη θέση του: «Φωτιά ήρθα να βάλω στη γη. Και τί δε θά 'δινα για να 'χε κιόλας ανάψει. Θέλω να πάρω βάφτισμα και πως λαχταρώ ώσπου να συμβεί. Φαντάζεστε πως ήρθα να δώσω ειρήνη στη γη. Όχι, σας λέγω, αλλά διχόνοια. Από τώρα κι έπειτα θά 'ναι πέντε σ' ένα σπίτι διχασμένοι, τρεις εναντίον δυο, δυο εναντίον τριών. Θα συγκρουστούν ο πατέρας κατά του γιου κι ο γιος κατά του πατέρα, η μητέρα κατά της θυγατέρας κι η θυγατέρα κατά της μάνας, η πεθερά κατά της νύφης κι η νύφη κατά της πεθεράς» (Λουκ., ιβ', 49-54). Θα πει ακόμη: «Και ο μη έχων πωλησάτω το ιμάτιον αυτού και αγορασάτω μάχαιραν» (Λουκ., 37).
Και θά 'ρθει ο Παύλος: «Παρακαλώ λοιπόν πρώτον πάντων να κάμνητε δεήσεις, προσευχές, παρακλήσεις, υπέρ βασιλέων και πάντων των όντων εν αξιώμασι διά να διάγωμεν βίον ατάραχον και ησύχιον εν πάση ευσεβεία και σεμνότητι» (Τιμόθ., β', 1).
Κατά τα λεγόμενα του Παύλου, το όνειρο του Ιησού πραγματοποιείται και αποκαθίσταται η ισότητα ανάμεσα στους ανθρώπους. Και πώς; Από τον ίδιο το Θεό που, χάρη στην ανωτερότητά του, καταργεί όλες τις διακρίσεις: Δεν έχει προτιμήσεις. Αγαπά όλα του τα πλάσματα το ίδιο, οπότε, μια και η αγάπη του είναι όμοια για όλους, οι άνθρωποι γίνονται ίσοι αναμεταξύ τους. Απόδειξη, πως όση χαρά του δίνουν οι χορτάτοι την ίδια ακριβώς του δίνουν και οι πεινασμένοι: «Ο τρώγων διά τον Κύριον τρώγει, διότι ευχαριστεί εις τον Θεόν. Και ο μη τρώγων διά τον Κύριον δεν τρώγει και ευχαριστεί εις τον Θεόν» (Ρωμ., ιδ', 1). Μας βεβαιώνει ακόμη ο Παύλος ότι το φαγητό ούτε προσθέτει ούτε αφαιρεί από την αξία των πιστών, που δυστυχώς δεν τα καταφέρνουν να ξεπεράσουν τις υλικές ανάγκες: «Δεν είναι το φαγητό που μας προβάλλει στο Θεό. Ούτε εάν φάγωμεν έχομε κανένα πλεονέκτημα, ούτε εάν δεν φάγωμε χάνουμε τίποτα» (Κορ., η', 8).
Οι πιστοί όμως εξακολουθούν νά 'χουν πολύ πεζές ανάγκες. Οπότε ο Παύλος φτάνει στο αποκορύφωμα της ανοητολογίας: «Τα φαγητά είναι διά την κοιλίαν και η κοιλία διά τα φαγητά. Πλην ο Θεός και ταύτην και ταύτα θέλει καταργήσει» (Α' Κορ., στ', 13).
Ύστερα όμως από τόση πολλή ισότητα δημιουργείται ένας κίνδυνος. Να το παρακάνουν οι φτωχοί (οι δούλοι) και ν' αδικήσουν τους αφέντες. Αλλά ο Παύλος επιβλέπει άγρυπνος στην εφαρμογή του γράμματος της διδασκαλίας του Ιησού και της ισότητας, μια και όλοι γίνανε αδέλφια: «Όσοι είναι υπό ζυγόν δουλείας, ας νομίζουσι τους κυρίους αυτών άξιους πάσης τιμής, διά να μη δυσφημήται το όνομα του Θεού και η διδασκαλία. Οι δε έχοντες πιστούς κυρίους, ας μη καταφρονούσι αυτούς, διότι είναι αδελφοί, αλλά προθυμότερον ας δουλεύωσι» (Α' Τιμόθ., στ', 1).
Μετά 2 χιλιάδες χρόνια, ο πάπας Βενέδικτος 15ος, θα χρησιμοποιήσει τα ίδια επιχειρήματα με τον Παύλο για να καταγγείλει τα αίτια που κατά τη γνώμη του προκάλεσαν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, στην εγκύκλιό του (Ad Beatissimi) της 1ης Νοεμβρίου 1914: «Οι φτωχοί δεν πρέπει να καθοδηγούνται από αισθήματα μίσους και να φθονούν τους πλούσιους. Το γεγονός πως οι άνθρωποι είναι απ’ τη φύση ίσοι, δε σημαίνει πως πρέπει να έχουν και την ίδια σειρά στην κοινωνία... Οι φτωχοί δεν πρέπει να υποβλέπουν τους πλούσιους ούτε να ξεσηκώνονται εναντίον τους, σαν οι πλούσιοι να είναι κλέφτες».
«Οι κύριοι, αποδίδετε εις τους δούλους σας το δίκαιον και το ίσον, γνωρίζοντες ότι και σεις έχετε Κύριον εις τους ουρανούς». (Κολοσ., δ', 1). Και εδώ συμπίπτουν οι απόψεις του Παύλου με τον Βενέδικτο: «Η χριστιανική αδελφική αγάπη δεν μπορεί ποτέ να εξαλείψει τις τάξεις και τις διαφορές ανάμεσα στις τάξεις, μπορεί να κατορθώσει όμως ώστε εκείνοι που βρίσκονται σε ψηλές θέσεις να κατεβαίνουν προς εκείνους που βρίσκονται κατώτερα και να φέρνονται σ' αυτούς όχι μόνο δίκαια... αλλά και φιλικά και με πνεύμα συμπάθειας και αγάπης. Έτσι οι φτωχοί θα χαίρονται για τον πλούτο των πλουσίων και θ' αφοσιώνονται με εμπιστοσύνη στην αγάπη τους».
Μια και η φτώχεια και η κακομοιριά είναι προνόμια που εξασφαλίζουν τη βασιλεία των ουρανών, οφείλουν, οι προνομιούχοι φτωχοί, να επιδεικνύουν την ανάλογη ανωτερότητα: «Εις μηδένα μη ανταποδίδετε κακόν αντί κακού (...) Μη εκδικήτε εαυτούς Αλλά δότε τόπον της οργής. Διότι είναι γεγραμμένον. Εις εμέ ανήκει η εκδίκησις, εγώ θέλω κάμει ανταπόδοσιν, λέει ο Κύριος» (Ρωμ., ιβ', 19-20). «Διά της χάριτος που μου δόθηκε», λέει ακόμη ο Παύλος, «είμαι σε θέση να σας βεβαιώσω ότι, η αγάπη κακό δεν κάνει εις τον πλησίον είναι λοιπόν εκπλήρωσις του νόμου η αγάπη» (Ρωμ., ιγ', 10).
Φαίνεται, όμως, πως υπάρχουν κάποιοι ξεροκέφαλοι που δυσκολεύουν το έργο του Παύλου και επιμένουν να μην αγαπούν τους άρχοντες «ως σεαυτόν». Αλλά ο Παύλος που ξέρει τον νόμο δεν επιτρέπει το μίσος. Δεν είπε ο Ιησούς πως «το πρώτιστον καθήκον είναι η αγάπη στον πλησίον»; Οι διακρίσεις λοιπόν, και το μίσος κατά των πλουσίων, αποκλείονται. Το πολύ πολύ να μετατραπεί το μίσος σε οίκτο και ο φθόνος για τα πλούτη τους σε αηδία. Αυτό ναι. Από κει και πέρα ο κάθε κατεργάρης στον πάγκο του. Γιατί τ' αφεντικά είναι επιστάτες της δικαιοσύνης, διορισμένοι απ’ ευθείας από το θεό. Κι όποιος δεν το ξέρει -τότε η τώρα- να το πάρει απόφαση: «Πάσα ψυχή ας υποτάσσεται εις τας ανωτέρας εξουσίας. Διότι δεν υπάρχει άλλη εξουσία παρά μόνο του Θεού (...). Ώστε ο εναντιούμενος εις την εξουσία να εναντιούται εις την ε ν τ ο λ ή ν του Θεού και όσοι αντιδρούν θα τιμωρηθούν γι' αυτό. Διότι οι άρχοντες δεν είναι φόβος των αγαθών έργων Αλλά των κακών. Θέλεις δε να μη φοβάσαι την εξουσία; Κάνε το καλό κι αυτή θα σε παινέσει, επειδή ο άρχων είναι υπηρέτης του Θεού για το καλό σου. Εάν όμως κάνεις το κακό, τότε να φοβάσαι διότι δεν φορεί ματαίως την μάχαιραν. Επειδή είναι υπηρέτης του Θεού είναι εκδικητής του, το εκτελεστικόν του όργανον εναντίον εκείνου που κάνει το κακό. Διά τούτο είναι ανάγκη να υποτάσσεσθε όχι μόνο για την οργή αλλά και για λόγους συνείδησης (..). Αποδίδετε λοιπόν σε όλους εκείνα που τους οφείλετε (...) εις όποιον οφείλετε φόβο, τον φόβο, εις όποιον την τιμή, την τιμή...» (Ρωμ., ιγ', 1-7).
Μη σπεύδουμε σε συμπεράσματα. Ο Παύλος μιλάει έτσι στη Ρώμη, την αφέντρα των λαών. Πρέπει να την πείσει πως δεν έχει καμιά πρόθεση να κλονίσει την τάξη και τον αυταρχικό τρόπο που επιβάλλεται, αλλά αντίθετα να την εδραιώσει, εξουδετερώνοντας το μίσος του λαού κατά των αρχόντων και τις παράλογες απαιτήσεις του για την από κοινού κατανομή των αγαθών. Ίσως η τακτική του να 'ναι παρελκυστική, προκειμένου να πραγματοποιήσει, απ’ άλλο δρόμο, τ' όνειρο της κοινωνικής ισότητας. Κάτι ξέρει αυτός, μια και Γη: «Έγώ κατά την χάριν του Θεού την δοθείσαν εις εμέ σοφός αρχιτέκτων θεμέλιον έθεσα» (Κορ., γ', 10).
Ύστερα απ’ αυτό, ποιος θα τολμήσει να του αμφισβητήσει πως έχει εξασφαλίσει την αποκλειστικότητα; Αλίμονο! ο Παύλος δε θα διστάσει να ισχυριστεί πως ο Ιησούς έκανε την εκλογή του για το πώς πρέπει να 'ναι οι άνθρωποι οι προορισμένοι να σωθούν: Αγράμματοι. Μόνον αυτούς, λέει, θεωρεί ο Ιησούς άξιους να δεχτούν το μήνυμα του.
Είπαμε: Η μόρφωση ήταν προνόμιο των ανωτέρων οικονομικά τάξεων. Των αρχόντων. Ο Παύλος θ' απομονώσει το γνώρισμα αυτό της άρχουσας τάξης σαν μειονέκτημα, σε σύγκριση με την αγραμματοσύνη του λαού, που, κατά τον Παύλο, αποτελεί και την εγγύηση για την εξασφάλιση της σωτηρίας: «Βλέπετε, αδελφοί, ποιοί είσθε σεις που κληθήκατε (από τον Θεό)· δεν υπάρχουν μεταξύ σας ούτε πολλοί σοφοί σύμφωνα με την κρίση των ανθρώπων, ούτε πολλοί δυνατοί, ούτε πολλοί ευγενείς, αλλά ο Θεός εδιάλεξε τους μωρούς (ανόητους) κατά την κρίση του κόσμου για να καταισχύνη τους σοφούς και τους ανθρώπους ταπεινής καταγωγής του κόσμου και τους εξουθενωμένους (περιφρονημένους) εδιάλεξε ο Θεός, και τα μη όντα για να καταργήση τα όντα» (Α' Κορ, α', 26-29).
Ας προσέξουμε τη διαφορά των κηρυγμάτων μεταξύ Ρώμης και Κορίνθου. Στη Ρώμη, στην άμεση άσκηση της εξουσίας των αρχόντων και της δουλείας, μιλεί για υποταγή. Στην Ελλάδα μιλεί για πνεύμα. Οι διαφορές της ποιότητας της μάζας και της δυσαρέσκειας της προς την ανώτερη τάξη ποικίλλουν. Στη Ρώμη ο πλούτος. Στην Ελλάδα το πλέγμα κατωτερότητας της μάζας προς την πνευματική ηγεσία. Τόσο οργανωμένος ήταν ο Παύλος. Απαραίτητη, λοιπόν, προϋπόθεση της σωτηρίας όλων των ανθρώπων, που ο Παύλος θ' αναλάβει να σώσει, θέλουν δε θέλουν (πρώτη φορά που εμφανίζεται στον κόσμο η επιβολή της σωτηρίας με το ζόρι), είναι να εξομοιωθούν με το πρότυπο που καθορίστηκε από τον Μεσσία, κατά τους ισχυρισμούς του Παύλου πάντα: Τον αγράμματο λαό. Έτσι θα πραγματοποιηθεί η ισότητα. Εκ των άνω προς τα κάτω.
Ωστόσο, οι θεωρίες που δε βρήκαν απήχηση στον εβραϊκό λαό ακούστηκαν με πολύ ενδιαφέρον από τους ολιγαρχικούς της αυτοκρατορίας. Η έκπληξη της μεγάλης αλλαγής που υποσχόταν ο Απόστολος των Εθνών, ήταν πως ο κόσμος είναι τέλεια φτιαγμένος και δε χρειαζόταν καμιά αλλαγή. Γι' αυτό και θα παραμείνει όπως έχει: «Ο Θεός μας εκάλεσε να ζούμε ειρηνικά. Πάντως ο καθένας ας κανονίζει τη ζωή του σύμφωνα με το χάρισμα που του έδωσε ο Θεός. Και την κατάσταση του (όπως βρισκόταν), όταν τον κάλεσε ο Κύριος. Έτσι διατάσσω σ' όλες τις εκκλησίες (...) Ήσο δούλος όταν εκλήθης; Μη σε μέλη (...). Εκείνος που όταν εκλήθη εις τον Κύριον ήταν δούλος, θεωρείται απελεύθερος διά τον Κύριον ομοίως, και ο ελεύθερος που εκλήθη, είναι του Χριστού δούλος». (Α' Κορ., ζ', 20-23).
Επιτέλους, καταλάβαμε γιατί σταυρώθηκε ο Ιησούς! Ήρθε να καθησυχάσει τους δούλους, ειδικά, πως δεν πρέπει να παίρνουν κατάκαρδα την κατάσταση της δουλείας τους. Αντίθετα, πρέπει να 'ναι ευχαριστημένοι...

Απόστολος Παύλος και «αγάπη»
Πoλλά έχoυν λεχθεί επαινετικά για τoν ύμνo της αγάπης, «Α΄ Προς Κoρινθίoυς» (13: 1-13). Βεβαίως ο Παύλος αναφέρει ή κηρύττει την αγάπη σε πολλά σημεία μέσα στις επιστολές του. Αυτή η αγάπη απευθύνεται προς τους πιστούς των χριστιανικών οργανώσεων, του Παύλου κυρίως, όπως ακριβώς και η αγάπη προς τον πλησίον του «Λευιτικού» απευθύνεται μόνο προς τον πλησίον Ισραηλίτη και κανέναν άλλον.
Ας δούμε και τον ίδιο τον Παύλο κατά πόσον εφάρμοσε αυτήν την αγάπη την οποίαν κήρυττε. Βλέπουμε τoν Παύλo να:
1) Καταριέται τον κόσμο στην Κόρινθο (Πράξεις 18: 6).
2) Να υβρίζει τον αρχιερέα (Πράξεις 23: 3).
3) Να υπoστηρίζει τη δoυλεία (Προς Ρωμαίους 14: 4, Α΄ Προς Κoρινθίoυς 7: 20-24, Προς Εφεσίoυς 6: 1-8, Προς Κoλασσαείς 3: 22-25, δ΄: 1, Α΄ Προς Τιμόθεoν 6: 1-2, Προς Τίτoν 2: 9-11, ολόκληρη η Προς Φιλήμoνα Επιστολή).
4) Να τα ψάλλει υβριστικά στoν Πέτρo (Προς Γαλάτας 2: 11-14).
5) Να εκνευρίζεται και να αποκαλεί τoυς Γαλάτες «ανόητoυς» (Προς Γαλάτας 3: 1).
6) Να καθυβρίζει τoυς Κρητικoύς (Προς Τίτον 1: 5-13).
7) Να μην συγχωρεί, αλλά να καταριέται τoν Αλέξανδρo τoν χαλκέα για τα κακά πoυ τoυ έκανε να τoυ τα ξεπληρώσει o Κύριoς (Β΄ Προς Τιμόθεoν 4: 14), όπως και με τον Υμέναιον και τον Αλέξανδρον (Α΄ Προς Τιμόθεoν 1: 20).
8) Να διαβολοστέλνει (Α΄ Προς Κορινθίους 5: 5, Α΄ Προς Τιμόθεον 1: 20).
Τον βλέπουμε συχνά να ωρύεται κατά των «απίστων», να απαγορεύει τη συναναστρoφή μαζί τoυς και να πρooιωνίζεται την τιμωρία τoυς. Ωρύεται και φωνάζει: «Ή ακούτε και πιστεύετε αυτά που λέω εγώ ή αλλιώς να πάτε στ’ ανάθεμα και στον Διάολο» (Α΄ Προς Κορινθίους 16: 22, Προς Γαλάτας 1: 8-9).
Το μυστήριο είναι ότι παρ’ όλη τη φόρα που είχε πάρει ο Παύλος και τη νομιμοποίηση που είχε λάβει από τον ίδιον τον Κύριον («Είπε δε προς αυτόν ο Κύριος· πορεύου, ότι σκεύος εκλογής μοί εστιν ούτος του βαστάσαι το όνομά μου ενώπιον εθνών και βασιλέων υιών τε Ισραήλ» Πράξεις 9: 15) δεν τον αναφέρει κανένας απόστολος ή συγγραφέας στις επτά καθολικές επιστολές(!), εκτός από την «Επιστολή Β΄ Πέτρου» (3: 15-16), η οποία θεωρείται ψευδεπίγραφη. Όπως δεν τον αναφέρει ούτε η «Αποκάλυψη του Ιωάννη», που όπως οι χριστιανοί μάς λένε γράφτηκε κάπου 30 χρόνια μετά τον θάνατο του Παύλου. Έτσι δεν του παρέχει καμιά ξεχωριστή θέση όπως κάνει για τους άλλους αποστόλους (κεφάλαιο 21, στίχος 14). Δεν τον αναφέρει πουθενά· σαν να μην υπάρχει! Γιατί άραγε;

Οι...περίεργες απόψεις του Παύλου για την αιμομιξία και οι θέσεις του για την γυναίκα
Τι γνώμη έχει ο Παύλος για την αιμομιξία; Σύμφωνα με την νεοελληνική «χριστιανική» μετάφραση της Εκκλησίας, διαβάζουμε: «Αν, όμως, κάποιος νομίζει πως φέρεται σκληρά στην κόρη του, που θέλει κάποιον, αν αυτή είναι σε ώριμη ηλικία και είναι ανάγκη να γίνει έτσι, ας την αφήσει να κάνει αυτό που θέλει, δεν αμαρτάνει, ας παντρευτούν» (Παύλου Α’ Προς Κορινθίους, Κεφ. 7: 36).
Η πρώτη παρατήρηση που θα κάνει κάποιος εδώ, είναι πως ο Παύλος δεν λέει κάτι το μεμπτό. Σωστά. Ο Παύλος δεν λέει τίποτε το μεμπτό εδώ, σύμφωνα με αυτή τη μετάφραση, αν και είναι ν’ απορεί κανείς: Γιατί θα μπορούσε να είναι αμαρτία ένας γάμος; Να δούμε όμως πως έχει και το πρωτότυπο κείμενο;
«Ει δε τις ασχημονείν επί την παρθένον αυτού νομίζει εάν ή υπέρακμος, και ούτως οφείλει γίνεσθαι, ο θέλει ποιείτω. Ουχ αμαρτάνει. Γαμείτωσαν».
Σε πολύ απλά ελληνικά:
«Εάν κάποιος νομίζει ότι είναι ντροπή που η κόρη του έμεινε γεροντοκόρη, και έτσι πρέπει να γίνει, ότι θέλει ας κάνει. Δεν αμαρτάνει. Ας παντρευτούν» (σ.σ.: Ο πατέρας με την κόρη).
Στις «Προς Εφεσίους» και «Κορινθίους» επιστολές ο Παύλος είναι αποκαλυπτικός όσον αφορά τις μισογυνικές αντιλήψεις του: «...Να υποτάσσεσθε εις τους ιδίους σας άνδρας, σαν να κάνετε την υποταγήν σας αυτήν προς τον Κύριον, ο οποίος παραγγέλλει και ζητεί να υποτάσσονται αι γυναίκες εις τους άνδρας των» και σε άλλο εδάφιο «...Ο μεν άνδρας... επλάσθη εξ αρχής ως ο κύριος εκπρόσωπος της κυριαρχίας του Θεού επί της Γης και είναι διά τούτο περισσότερον από την γυναίκα εικών και δόξα του Θεού. Η γυναίκα δε ως το εξαιρετικότερον από τα άλλα κτίσματα, που έχει υπό την εξουσίαν ο άνδρας, είναι δόξα του ανδρός. Πράγματι δε ο άνδρας είναι υπεροχότερος από την γυναίκα, διότι δεν έγινε ο άνδρας από την γυναίκα, αλλ' η γυναίκα έγινεν από τον άνδρα. Και επί πλέον δεν εκτίσθη ο άνδρας διά να βοηθή την γυναίκα, αλλ' η γυναίκα επλάσθη προς χάριν και βοήθειαν του ανδρός».
Οι «φεμινιστικές» θέσεις του Παύλου, είναι εξ ίσου αποκαλυπτικές και στην «Προς Τιμόθεον Α'» επιστολή, όπου σαφώς υποστηρίζει και πάλι την πλήρη υποταγή της γυναίκας στον άνδρα: «H γυναίκα να διδάσκεται μένοντας ήσυχη με πλήρη υποταγή. Mα στην ίδια την γυναίκα δεν επιτρέπω να διδάσκει ούτε να εξουσιάζει τον άντρα, αλλά να τηρεί ησυχία. Άλλωστε, πρώτος πλάστηκε ο Aδάμ και ύστερα η Eύα».

Η γνωστή εκκλησιαστική φράση άλλωστε «ἡ δὲ γυνὴ ἵνα φοβῆται τὸν ἄνδρα» που συμπυκνώνει τις θέσεις αυτές (και ψάλλεται ακόμη και σήμερα κατά την γαμήλια τελετή), ανήκει στον ίδιον τον Παύλο...
-----------------------
*Τι σημαίνει η λέξη «Γραικύλος»;
Ο ελληνικός χαρακτηρισμός «Γραικύλος» είναι απόδοση του λατινικού χαρακτηρισμού Graeculus, ο οποίος με τη σειρά του είναι υποκοριστικό του εθνικού ονόματος «Graecus» που χρησιμοποιούσαν οι Ρωμαίοι για τους Έλληνες. Γραικύλος, αποκαλείται ο Έλληνας που είναι ανάξιος της εθνικής του παραδόσεως, ο ξεπεσμένος, παρηκμασμένος Έλληνας, συνήθως δουλοπρεπής προς τους ξένους. Πρόκειται δηλαδή, για έναν καθαρά υποτιμητικό χαρακτηρισμό των Ελλήνων.
Στην αρχή της ρωμαϊκής κατάκτησης, η ρωμαϊκή κατοχή, παρά την μετρημένη επιβολή εξουσίας και την ψύχραιμη αυτοσυγκράτηση με την οποία αρχικά εφαρμόστηκε στους Έλληνες, δεν έπαυε να είναι σκλαβιά. Ήταν μόνο θέμα χρόνου οι Έλληνες σκλάβοι, όμηροι και μετανάστες, να κατακλύσουν τη Ρώμη. Κινημένοι από τις στερήσεις αναζητούν οποιοδήποτε επάγγελμα για να επιβιώσουν, με αποτέλεσμα να τους περιφρονούν οι Ρωμαίοι, να τους ονομάζουν Graeculus, δηλαδή μικρούς Έλληνες, που παριστάνουν ότι γνωρίζουν τα πάντα. Λένε οι Ρωμαίοι: «Οmnia novit Graeculus esuriens; in coelum jusseris, ibit» (Τα πάντα γνωρίζει ο πειναλέος Γραικύλος, και στον ουρανό αν τον διατάξεις να πάει, θα πάει).
Αργότερα όταν οι αδικίες και οι καταχρήσεις των Ρωμαίων σε βάρος των κατακτημένων έγιναν σύνηθες φαινόμενο, πρέπει να πήρε την τελική της μορφή η έννοια του Γραικύλου. Οι Ρωμαίοι συγγραφείς καταλογίζουν στον Γραικύλο γενικά ότι είναι αργόσχολος και κόλακας της εξουσίας και ακόμη ότι είναι νωθρός, ράθυμος, φλύαρος και απρεπής.
Το λατινικό υποκοριστικό μαρτυρείται σε πενήντα περίπου χωρία Λατίνων συγγραφέων, από τα χρόνια του Κικέρωνα μέχρι σχεδόν τον 4ο αιώνα μ.Χ. Το ελληνικό υποκοριστικό με εξαίρεση μια μαρτυρία του Δίωνος Κασσίου, δεν εντοπίζεται στην αρχαία ελληνική και στη βυζαντινή γραμματεία ως τον 10ο αιώνα.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι το όνομα Graeculus είναι, μαζί με το όνομα Poenulus (=«Καρχηδονίσκος»), τα μόνα υποκοριστικά εθνικών χαρακτηρισμών που περιέχει η λατινική γλώσσα. Δεν είναι φυσικά τυχαίο το γεγονός ότι τα δύο αυτά υποκοριστικά αφορούν τους δύο μεγαλύτερους αντιπάλους της Ρώμης, τους οποίους υπέταξε η ρωμαϊκή λόγχη με πολύ μόχθο και αίμα.
Ο Κικέρωνας πιθανολογείται ως ο «πατέρας» αυτού του επιθέτου (Graeculus). Αυτό αληθεύει υπό την έννοια ότι ο διάσημος αυτός Ρωμαίος πολιτικός και ρήτορας χρησιμοποιεί τον όρο αυτόν στο έργο του επανειλημμένα (16 φορές!).
Οι Graeculi κατά τον Κικέρωνα:
  • Είναι κατ' αρχήν «παραμυθάδες»: Οι Γραικύλοι πλάθουν πολλές ιστορίες· σε μια από αυτές παρουσιάζουν κάποιον πως αυτοκτόνησε από ένα υψηλό τείχος, όχι γιατί του συνέβη κάτι δυσάρεστο, αλλά γιατί είχε διαβάσει ένα σοβαρό και μεγαλόπρεπο βιβλίο του Πλάτωνα με θέμα τον θάνατο (Pro Scauro 3-4).
  • Ταυτόχρονα είναι ανόητοι: «Ο σοφός δεν θέλει να αντιμετωπίζεται από τους ανόητους με τρόπο ώστε όσοι τον ακούν είτε να τον θεωρούν βλάκα και Γραικύλο είτε (...) να φέρουν βαρέως που είναι οι ίδιοι βλάκες» (De oratore 1, 221).
  • Είναι ένα μείγμα τεμπελιάς, φλυαρίας και πολυμάθειας: «Με βάζετε να απαντήσω σε μια ερωτησούλα, σαν να είμαι κανένας Γραικύλος, τεμπέλης και πολυλογάς και ίσως πολύξερος και πολυδιαβασμένος» (De oratore 1, 162).
  • Είναι ακατάλληλοι ως δικαστές (5, Philipp. 12), απαράδεκτοι στις συνελεύσεις τους (Pro Sestio 126), παρατρεχάμενοι και κόλακες των ισχυρών (Pro Milone 55).
  • Δυο από αυτούς, που χάρη στο φίλο τους Καίσαρα έγιναν Ρωμαίοι πολίτες, είναι «τιποτένιοι Γραικύλοι» (13. Philipp. 33).
Το αρνητικό φορτίο του χαρακτηρισμού Graeculus στον Κικέρωνα επιβεβαιώνεται και υπογραμμίζεται από το γεγονός ότι χρησιμοποιείται επίσης και εναντίον ενός γνήσιου Ρωμαίου, του Βέρρη, ο οποίος είχε αρπάξει από τις Συρακούσες ένα άγαλμα της Σαπφούς. Ταυτόχρονα αποδεικνύεται ότι για τον Κικέρωνα είναι διαφορετικό πράγμα οι «πολύξεροι Γραικύλοι» και διαφορετικό η ελληνική τέχνη και παιδεία: «(Το άγαλμα της Σαπφούς) είχε έξοχη κατασκευή και στη βάση του έφερε χαραγμένο ένα καταπληκτικό επίγραμμα. Εκείνος ο πολύξερος και Γραικύλος (ο Βέρρης) ­ που τάχα τα γροικάει αυτά σε βάθος και μόνος αυτός τα καταλαβαίνει ­ δεν θα είχε αρπάξει το άγαλμα αυτό, αν γνώριζε έστω κι ένα γράμμα ελληνικό» (2. In Verrem 4, 127).
Η άποψη του Κικέρωνα στην παραπάνω περίπτωση θυμίζει την ανάλογη στάση κάποιων σύγχρονων Ευρωπαίων: Ενώ είναι θερμός θαυμαστής της αρχαίας ελληνικής σκέψης και λογοτεχνίας, περιφρονεί τους σύγχρονούς του Έλληνες ­ και σ' αυτό ασφαλώς είχαν και οι τελευταίοι αρκετή ευθύνη. Τελικά όμως η όλη υπόθεση κατέληξε «μπούμερανγκ» για τον ίδιο: Ανάμεσα στα άλλα παρατσούκλια του (π.χ. Κικέρκουλος, δηλ. «Κικερούλης», Κικεράκιος και Κικερίσκος) μαρτυρείται και ο χαρακτηρισμός Γραίκουλος ή Γραίκος (Δίων Κάσσιος 46, 18, 1 και Πλούταρχος, Κικέρων 5), προφανώς εξαιτίας της ελληνομάθειάς του. Το ίδιο παρατσούκλι έμελλε να χρησιμοποιηθεί, λίγο αργότερα, και για τον κατ' εξοχήν ελληνομαθή Ρωμαίο αυτοκράτορα, τον Αδριανό (Script. Hist. Aug., Spartians, Hadr. 1,5).
Με τον Κικέρωνα, τον «ευρετή» και κεντρικό χρήστη του υποκοριστικού Graeculus ο χαρακτηρισμός αυτός πολιτογραφήθηκε ως δόκιμος όρος της ρωμαϊκής πολιτικής ορολογίας με αρνητικές συνδηλώσεις για τον ελληνικό κόσμο, ενώπιον του οποίου οι Ρωμαίοι ένιωθαν συμπλέγματα κατωτερότητας και ταυτόχρονα ανωτερότητα.