Παρασκευή 5 Ιουνίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἡλέκτρα (1292-1341)

ΧΟ. ὦ παῖδε Διός, θέμις ἐς φθογγὰς
τὰς ὑμετέρας ἡμῖν πελάθειν;
ΔΙ. θέμις, οὐ μυσαραῖς τοῖσδε σφαγίοις.
1295 ΗΛ. κἀμοὶ μύθου μέτα, Τυνδαρίδαι;
ΔΙ. καὶ σοί· Φοίβωι τήνδ᾽ ἀναθήσω
πρᾶξιν φονίαν.
ΧΟ. πῶς ὄντε θεὼ τῆσδέ τ᾽ ἀδελφὼ
τῆς καπφθιμένης οὐκ ἠρκέσατον
1300 Κῆρας μελάθροις;
ΔΙ. μοῖρά τ᾽ ἀνάγκη τ᾽ ἦγ᾽ ἐς τὸ χρεὼν
Φοίβου τ᾽ ἄσοφοι γλώσσης ἐνοπαί.
ΗΛ. τίς δ᾽ ἔμ᾽ Ἀπόλλων, ποῖοι χρησμοὶ
φονίαν ἔδοσαν μητρὶ γενέσθαι;
1305 ΔΙ. κοιναὶ πράξεις, κοινοὶ δὲ πότμοι,
μία δ᾽ ἀμφοτέρους
ἄτη πατέρων διέκναισεν.
ΟΡ. ὦ σύγγονέ μοι, χρονίαν σ᾽ ἐσιδὼν
τῶν σῶν εὐθὺς φίλτρων στέρομαι
1310 καὶ σ᾽ ἀπολείψω σοῦ λειπόμενος.
ΔΙ. πόσις ἔστ᾽ αὐτῆι καὶ δόμος· οὐχ ἥδ᾽
οἰκτρὰ πέπονθεν, πλὴν ὅτι λείπει
πόλιν Ἀργείων.
ΗΛ. καὶ τίνες ἄλλαι στοναχαὶ μείζους
1315 ἢ γῆς πατρίας ὅρον ἐκλείπειν;
ΟΡ. ἀλλ᾽ ἐγὼ οἴκων ἔξειμι πατρὸς
καὶ ἐπ᾽ ἀλλοτρίαις ψήφοισι φόνον
μητρὸς ὑφέξω.
ΔΙ. ὁσίαν, θάρσει, Παλλάδος ἥξεις
1320 πόλιν· ἀλλ᾽ ἀνέχου.
ΗΛ. περί μοι στέρνοις στέρνα πρόσαψον,
σύγγονε φίλτατε·
διὰ γὰρ ζευγνῦσ᾽ ἡμᾶς πατρίων
μελάθρων μητρὸς φόνιοι κατάραι.
1325 ΟΡ. βάλε, πρόσπτυξον σῶμα· θανόντος δ᾽
ὡς ἐπὶ τύμβωι καταθρήνησον.
ΔΙ. φεῦ φεῦ· δεινὸν τόδ᾽ ἐγηρύσω
καὶ θεοῖσι κλύειν.
ἔνι γὰρ κἀμοὶ τοῖς τ᾽ οὐρανίδαις
1330 οἶκτος θνητῶν πολυμόχθων.
ΟΡ. οὐκέτι σ᾽ ὄψομαι.
ΗΛ. οὐδ᾽ ἐγὼ ἐς σὸν βλέφαρον πελάσω.
ΟΡ. τάδε λοίσθιά μοι προσφθέγματά σου.
ΗΛ. ὦ χαῖρε, πόλις·
1335 χαίρετε δ᾽ ὑμεῖς πολλά, πολίτιδες.
ΟΡ. ὦ πιστοτάτη, στείχεις ἤδη;
ΗΛ. στείχω βλέφαρον τέγγουσ᾽ ἁπαλόν.
1340 ΟΡ. Πυλάδη, χαίρων ἴθι, νυμφεύου
δέμας Ἠλέκτρας.

***
ΧΟΡ. Ω! γιοι του Δία, μπορώ να σας μιλήσω;
ΔΙΟ. Μπορείς, δεν είσαι μολυσμένη από τον φόνο.
ΗΛΕ. Μπορώ κι εγώ να σας μιλήσω, Τυνδαρίδες;
ΔΙΟ. Κι εσύ· στον Φοίβο θ᾽ αποδώσω
την αιματοβαμμένη τούτη πράξη.
ΧΟΡ. Και πώς εσείς, όντας θεοί κι αδέρφια
της σκοτωμένης, δεν εδιώξατε
1300 τις συμφορές απ᾽ το παλάτι;
ΔΙΟ. Η μοίρα κι η ανάγκη οδηγούσαν
εκείνο που έπρεπε να γίνει,
κι οι άσοφοι χρησμοί του Φοίβου.
ΗΛΕ. Εμένα ποιός Απόλλωνας και ποιοί
μου ορίσανε χρησμοί να γίνω
φόνισσα της μητέρας μου;
ΔΙΟ. Παρόμοιες πράξεις κι ίδιες τύχες
και μια η προγονική κατάρα
σύντριψε και τους δυο σας.
ΟΡΕ. Αχ! αδερφή μου, τώρα που σε βρήκα,
μετά από τόσα χρόνια, τώρα αμέσως
θα στερηθώ τη θέρμη της αγάπης σου
1310 και θα σε χάσω, φεύγοντας, για πάντα.
ΔΙΟ. Αυτή έχει σπίτι κι άντρα·
τα πάθη της πικρά δεν είναι,
πάρεξ που αφήνει των Αργείων την πόλη.
ΗΛΕ. Και για τί άλλο αξίζει να θρηνείς
παρά που αφήνεις την πατρίδα;
ΟΡΕ. Μα εγώ απ᾽ το πατρικό παλάτι φεύγω
και ξένοι για της μάνας μου τον φόνο
θα με δικάσουν.
ΔΙΟ. Έχε τα θάρρη σου· θα φτάσεις
στην ιερή πόλη της Παλλάδας·
1320 κάνε κουράγιο.
ΗΛΕ. Σφιχτά, ακριβέ αδερφέ μου, αγκάλιασέ με·
γιατί οι κατάρες της μητέρας οι θανάσιμες
μας αποδιώχνουν απ᾽ το σπίτι μας.
ΟΡΕ. Πέσε στην αγκαλιά μου, αγκάλιασέ με,
και κλάψε σα να κλαις πάνω σε τάφο.
ΔΙΟ. Αλίμονο· και για θεούς ακόμη
είναι πικρό ν᾽ ακούν τον λόγο που είπες.
Γιατί κι εγώ και τ᾽ ουρανού οι θεοί
1330 τους δύστυχους ανθρώπους συμπονάμε.
ΟΡΕ. Ποτέ μου πια δεν θα σε δω!
ΗΛΕ. Ούτε κι εγώ θα δω τα μάτια σου.
ΟΡΕ. Αυτά είναι τα στερνά σου λόγια.
ΗΛΕ. Ω! πόλη, έχε γεια.
Κι εσείς έχετε γεια,
καλές μου συντοπίτισσες.
ΟΡΕ. Ω! αγαπημένη, φεύγεις κιόλας;
ΗΛΕ. Φεύγω μέσα στα δάκρυα.
1340 ΟΡΕ. Πυλάδη, πήγαινε χαρούμενος,
παντρέψου την Ηλέκτρα.

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της, 1. Η τέχνη στην Ελλάδα κατά τους «Σκοτεινούς Αιώνες» και τη γεωμετρική περίοδο

1.8. Η ανάπτυξη της πηλοπλαστικής, της χαλκοτεχνίας και της μικροτεχνίας

Παράλληλα με την αγγειογραφία αναπτύσσεται και η πλαστική σε πηλό, σε χαλκό καθώς και σε κόκαλο και (σπανιότερα) σε ελεφαντόδοντο. Αρκετά διαδεδομένα πρέπει να ήταν και τα αγάλματα από ξύλο, τα οποία όμως δεν σώθηκαν, επειδή στην Ελλάδα οι συνθήκες δεν ευνοούν τη διατήρηση του υλικού αυτού. Τα πήλινα αγαλμάτια είναι τα απλούστερα από κατασκευαστική άποψη έργα και τα συναντούμε ήδη από τον 10ο αιώνα π.Χ. κυρίως ως αναθήματα σε ιερά, όπως το ιερό του Δία στην Ολυμπία. Τα περισσότερα από αυτά είναι πολύ απλές και άτεχνες μορφές, πλασμένες ελεύθερα με το χέρι χωρίς τη χρήση μήτρας. Οι άνθρωποι, άνδρες ή γυναίκες, είναι γυμνοί και έχουν τα χέρια υψωμένα. Έχει υποστηριχθεί (με βάση ανάλογα ειδώλια της μυκηναϊκής εποχής) ότι οι μορφές αυτές μπορεί να είναι απεικονίσεις θεών που επιφαίνονται, δηλαδή φανερώνονται στους λατρευτές τους· δεν αποκλείεται όμως να παρουσιάζουν τους ίδιους τους λατρευτές σε στάση προσευχής. Υπάρχουν όμως και πιο περίτεχνα πήλινα έργα. Το πιο εντυπωσιακό από αυτά είναι ένα αγαλμάτιο Κενταύρου που βρέθηκε σε έναν τάφο στο Λευκαντί της Εύβοιας.
 
Τα χάλκινα αγαλμάτια εμφανίζονται αργότερα, τον 8ο αιώνα π.Χ., και την τεχνική της κατασκευής τους φαίνεται ότι οι Έλληνες την πήραν από την Ανατολή. Πρόκειται για μικρά έργα (το ύψος τους σπάνια ξεπερνά τα 20 εκ.), πολλά από τα οποία διακοσμούσαν τους μεγάλους χάλκινους τρίποδες, που ήταν, όπως είδαμε, σύμβολα πλούτου και δύναμης και μπορούσαν να δίνονται ως βραβεία σε μεγάλους αγώνες ή να αφιερώνονται στους θεούς. Οι τρίποδες αυτοί είναι, όπως δηλώνει το όνομά τους, λέβητες με τρία πόδια, που τους επέτρεπαν να τοποθετούνται επάνω στη φωτιά· το ημισφαιρικό τους σώμα είναι κατασκευασμένο από σφυρήλατο έλασμα χαλκού, ενώ τα πόδια, που καρφώνονταν επάνω στο σώμα, είναι χυτευτά και διακοσμούνται με ανάγλυφα γεωμετρικά μοτίβα, ανάμεσα στα οποία υπάρχουν μερικές φορές και παραστάσεις. Δύο μεγάλες, στρογγυλές χάλκινες λαβές, συμμετρικά τοποθετημένες, επέτρεπαν τη μεταφορά των τριπόδων. Πλαστικό διάκοσμο αποκτούν οι τρίποδες από τον 8ο αιώνα π.Χ. Τα χάλκινα αγαλμάτια ήταν κατά κανόνα στερεωμένα επάνω στις λαβές, όπως δείχνει το σχέδιο, ή τις περιέβαλλαν συμμετρικά. Αρχικά οι μορφές είναι ζώα (κυρίως άλογα) και αργότερα όρθιοι γυμνοί άνδρες με περίζωμα και συχνά επίσης με κράνος, που κραδαίνουν δόρυ με το υψωμένο δεξί χέρι ενώ κρατούν από το χαλινάρι ένα άλογο. Σπανιότερα εμφανίζονται μυθικά όντα, όπως Μινώταυροι, δηλαδή άνδρες με κεφάλι ταύρου. Οι άνδρες με το δόρυ και το άλογο φέρνουν στον νου την εικόνα του τυπικού αριστοκράτη της εποχής αυτής, που ήταν, όπως είδαμε, πολεμιστής και ιππέας.

Δηλαδή όταν λες κάτι πρέπει και να το τηρείς;

Στη ζωή μας, έχουμε πει πολλές φορές σε άτομα, ακόμα και στον ίδιο μας τον εαυτό, πως θα πραγματοποιήσουμε κάτι μαζί. Παράδειγμα μπορεί να αποτελεί ένα ταξίδι, μια δραστηριότητα, έστω κι ένας απλός καφές. Κατά κάποιο τρόπο, αυτό που είπαμε αρχικά μας δεσμεύει, είτε άμεσα, είτε έμμεσα, ως προς τρίτους ή τον εαυτό μας.

Όπως και να το δούμε, είναι μια μορφή «υπόσχεσης» και υπάρχει εντός μας από την παιδική μας κιόλας ηλικία. Οι γονείς μας, μάς έδιναν «υποσχέσεις» για διάφορα πράγματα, που τελικά υπήρχε η περίπτωση να μην μπορούσαν να τα πραγματοποιήσουν. Το αν ορθώς τις αθετούσαν ή όχι αφορά άλλο ζήτημα, μα το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο. Το θέμα είναι γιατί να δίνουμε αυτές τις υποσχέσεις. Από αμηχανία της στιγμής, επειδή δεν έχουμε κάτι άλλο να πούμε; Από αδιαφορία, επειδή θέλουμε να ξεπετάξουμε τον άλλον; Ή από επιθυμία;

Πολλές οι περιπτώσεις, αλλά οι υποσχέσεις παραμένουν χωρίς αντίκρισμα. Βουβές. Μερικές από αυτές γεμάτες πάθος, φωνές που σου λένε πολλά. Αυτά που θέλουμε να ακούσουμε ίσως; Αυτά που θέλει κανείς να κάνει και δεν μπορεί ή απλά αυτά που θέλει να συμβούν; Δεν ξέρω. Τα λόγια όμως, λόγια μένουν. Από πού έρχονται; Από παντού. Από φίλους, οικογένεια, από «μελλοντικά» ζευγάρια, μπορεί και από τους ίδιους μας τους εαυτούς.

Βροχή από παντού. Πολλές υποσχέσεις, αλλά οι περισσότερες ανολοκλήρωτες μένουν. Μέχρι να βρεθεί κάποιος να τις ξεθάψει. Κι αν όχι; Περιμένουν. Ακούραστες. Αλλά εμείς οι ίδιοι που τις δίνουμε είμαστε που απογοητευόμαστε. Γιατί θέλουμε, κατά βάθος, αυτές οι υποσχέσεις να γίνουν πράξεις. Μάλιστα, μερικές από αυτές, τις θέλουμε πολύ. Άσχετα που στην πράξη δεν το κάνουμε. Γιατί; Γιατί συνδυάζουν άτομα και δραστηριότητες που επιθυμούμε. Βασικά, περισσότερο πρόσωπα. Ναι, αυτά τα πρόσωπα που ζητάμε να περάσουμε χρόνο μαζί τους. Εκείνα που, ίσως, θέλουμε να χτίσουμε πάνω τους όνειρα κι αναμνήσεις. Κι όνειρα να μην έχουμε σκοπό να κάνουμε, οι αναμνήσεις είναι ένα σίγουρο κομμάτι. Γιατί αυτά τα άτομα είναι ξεχωριστά. Περικλείουν όλο μας τον κόσμο. Η οικογένεια που δε διαλέγουμε, η οικογένεια που διαλέγουμε εμείς κι η οικογένεια που θα θέλαμε να φτιάξουμε. Είναι ξεχωριστά, το καθένα για το δικό του λόγο και με τον δικό του τρόπο.

Αλλά αυτές οι έρμες οι υποσχέσεις, εκεί είναι ακόμα και περιμένουν. Τι φταίνε; Ακόμα κι αυτό το απλό «πάμε για ένα καφέ;». Γιατί να μην το κάνουμε; Τόσο περιορισμένο χρόνο έχουμε; Τόσο πολύ δε θέλουμε; Αφού αποτελούμαστε από τις προηγούμενες ερωτήσεις και δεν έχουμε σκοπό να το πράξουμε, γιατί το αναφέρουμε; Συνήθως, δεν έχουμε κάτι άλλο να πούμε. Βγαίνει σαν αντανακλαστικό εκείνη την ώρα. Δεν το προλαβαίνουμε. Υπάρχουν τόσες άλλες φράσεις να τερματίσουμε μια συζήτηση, αλλά χρησιμοποιούμε πάντα αυτή που περικλείει μια δέσμευση. Σοφό ή όχι;

Είναι κι αυτό μια μορφή δέσμευσης, έστω και μηδαμινή, μην ξεχνάς. Πάνω-κάτω, όλοι μας χλευάζουμε αυτή τη φράση, ή παρόμοιες. Είναι καιρός να το παραδεχτούμε. Για καφέ είπες να πάτε, όχι για γάμο.

Υποσχέσεις κούφιες, χωρίς συναίσθημα. Υποσχέσεις νωπές, που από ώρα σε ώρα θα γίνουν κινούμενη άμμος και θα μας καταπιούν. Γιατί να το ρισκάρουμε; Ας μην αφήσουμε τους εαυτούς μας να γίνουν πολιτικοί επί αναμονή εκλογών, που δίνουν υποσχέσεις και πραγματοποιούν τις μισές. Πρέπει να γίνουμε άξιοι των επιλογών μας, πραγματοποιώντας αυτά που λέμε. Ειδικότερα, αυτά που λέμε στον εαυτό μας. Μπορεί να τα απορρίπτουμε για διάφορους λόγους, αλλά στην ουσία παραμυθιαζόμαστε. Μας κοροϊδεύουμε. Κάθε μέρα. Θα έπρεπε να ήμασταν ευχαριστημένοι, αλλά δεν είμαστε. Γιατί ξέρουμε την αλήθεια. Και μένει στο τέλος ένα παράπονο. «Ήθελα, μα δεν μπόρεσα. Οι καταστάσεις βλέπεις».

Μην αφήνεις τα πράγματα ανολοκλήρωτα. Γιατί πάντα γυρνούν κι αν δε μας πονέσουν, αφήνουν κατάλοιπα. Και κανείς δεν έχει χρόνο γι’ άλλα απωθημένα, δε νομίζεις;

Θέατρο του Παραλόγου: τέχνη εκτός λογικής

«Θέατρο του Παραλόγου»: μια έκφραση που σήμερα χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια κατάσταση που θεωρούμε εκτός λογικής, μια τρέλα. Ωστόσο, εάν ακολουθήσουμε το νήμα της φράσης αυτής μέχρι το πραγματικό της νόημα και την προέλευσή της, θα διαπιστώσουμε πως πρόκειται για ένα εμβληματικό θεατρικό είδος που σημάδεψε ανεξίτηλα τα δεδομένα του σύγχρονου Δυτικού Κόσμου.

Με φιλολογία που εκτείνεται στο μεγαλύτερό της μέρος της σε τρεις ολόκληρες δεκαετίες και κυρίαρχους εκπροσώπους προσωπικότητες-ογκόλιθους για την εξέλιξη του σύγχρονου θεάτρου παγκοσμίως, το είδος αυτό ασχολήθηκε με την ανησυχία του σύγχρονου ανθρώπου σε σχέση με φιλοσοφικά ζητήματα της ύπαρξής του και κατόρθωσε να απασχολήσει για πολλά χρόνια το θεατρικό στερέωμα, είτε με θετικές είτε με αρνητικές κριτικές. Μάλιστα, οι αρνητικές κριτικές ήταν αυτές που του έδωσαν και την ονομασία «Αντι-Θέατρο», λόγω του ότι θεωρήθηκε πως κατέρριπτε με τη διάρθρωση και τα «πιστεύω» του τον κόσμο του θεάτρου όπως οι άνθρωποι τον γνώριζαν μέχρι τότε.

Οι ερευνητές της ιστορίας του θεάτρου αναφέρουν πως το θεατρικό αυτό είδος έχει, στην πραγματικότητα, τις ρίζες του αρκετά πιο πίσω από τις δεκαετίες του ’40, του ’50 και του ’60, όποτε και άκμασε. Πιο συγκεκριμένα, το Θέατρο του Παραλόγου ξεπήδησε μέσα από το Ντανταϊσμό, καλλιτεχνικό ρεύμα των αρχών του 20ου αιώνα, με πυλώνες του την αισθητική αναρχία και την ευαισθησία απέναντι στη θηριωδία του πολέμου. Από αυτό το καλλιτεχνικό ρεύμα το Θέατρο του Παραλόγου άντλησε την απόρριψη των κλασικών ιδανικών της τέχνης, καθώς και την εσκεμμένη χρήση του στοιχείου του παραλόγου, που απαντάται και σαν βασικό στοιχείο του ρεύματος του Σουρεαλισμού που ακολούθησε.

Ως «παράλογο» ορίζεται οτιδήποτε ξεφεύγει της «λογικής» οπτικής για τη ζωή που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος και απεικονίσεις του μπορεί να κυμαίνονται από κήποι βαμμένοι στο κόκκινο μέχρι πάρτι γενεθλίων, τα οποία τα διέπει σκοταδισμός. Αξίζει να σημειωθεί πως το «παράλογο» λειτουργεί ως μηχανισμός συγκέντρωσης κι εγρήγορσης του ενδιαφέροντος του θεατή, καθώς οτιδήποτε ξεφεύγει της κανονικότητας επάνω στη σκηνή ή στο κείμενο μπορεί να τον κάνει να προσέξει και να διατηρήσει την προσοχή του σε αυτό. Επιπρόσθετα, το «παράλογο» στοιχείο μπορεί κάλλιστα να λειτουργήσει ως συμβολισμός μιας έννοιας ή μιας κατάστασης δύσκολης να εξηγηθεί και να συζητηθεί.

Εκτός, όμως, από το «παράλογο» και τους συμβολισμούς που μπορεί αυτό να πάρει, υπάρχουν και άλλα στοιχεία που κάνουν το Θέατρο του Παραλόγου μοναδικό και ξεχωριστό ως θεατρικό είδος. Για παράδειγμα, παρουσιάζει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον ο τρόπος χειρισμού εννοιών όπως ο χώρος και ο χρόνος. Στο θεατρικό αυτό είδος, οι έννοιες του χώρου και του χρόνου είναι ρευστές και συχνά απροσδιόριστες, προσδίδοντας, με αυτόν τον τρόπο, στη διαχρονικότητα των προβληματισμών και των θεμάτων που αγγίζονται στα έργα αυτά, λέγοντας εμμέσως πλην σαφώς ότι έρχονται στο φως σε κάθε πιθανό μέρος του κόσμου, σε κάθε πιθανή χρονική στιγμή. Οι θεατρικοί συγγραφείς που υπηρέτησαν το είδος αυτό επέλεξαν, όμως, να θολώσουν τα όρια του τοπικού σκηνικού και της χρονικής περιόδου στις οποίες εκτυλίσσονται οι ιστορίες τους γιατί, στο τέλος της ημέρας, δε μετρά το «που» και το «πότε» συμβαίνει κάτι, αλλά το τι πραγματικά συμβαίνει και το που οδηγεί.

Ακόμα, στοιχείο του Θεάτρου του Παραλόγου αποτελεί και η «ονειρική» (κάποιες φορές και «εφιαλτική») ατμόσφαιρα που δημιουργείται μέσα από τα έργα αυτά. Για παράδειγμα, στο έργο του Pinter ‘The Birthday Party’, ένα φαινομενικά αθώο παιδικό παιχνίδι, η τυφλόμυγα, καταλήγει να οδηγήσει σε επίθεση προς τον χαρακτήρα που έχει τα μάτια του δεμένα, γεγονός που τον καθιστά αδύναμο να αντιδράσει, αλλά και να προβλέψει τα ερχόμενα χτυπήματα και την προέλευσή τους. Αντίστοιχα στοιχεία και εικόνες (συχνά και πιο σκληρές από αυτές) παρατηρούνται και στα έργα των σουρεαλιστών ποιητών, όπως στον «Ελεγκτή» του Μίλτου Σαχτούρη, που ξεκινά με τους στίχους «Ένας μπαχτσές γεμάτος αίμα είν’ ο ουρανός/και λίγο χιόνι».

«Θέατρο του Παραλόγου», λοιπόν: ένα θεατρικό είδος με ισχυρούς (κυρίως πολιτικούς και υπαρξιακούς) συμβολισμούς, προκλήσεις όσον αφορά στο staging των έργων που το απαρτίζουν, μα και ιδιαίτερη ατμόσφαιρα που δημιουργείται μέσω των διαλόγων και των συμβολισμών. Εκεί που ο χώρος και ο χρόνος δεν έχουν καμία σημασία, γιατί αυτό που περιγράφεται και εξελίσσεται μπροστά στα μάτια του θεατή μπορεί να συνέβαινε από πάντα ή/και να μη συνέβη ποτέ. Έχει τόση σημασία;

Ερευνώντας το Παράδοξο: Σκεπτικισμός vs Έπαρση

Η Ροή της Συνειδητότητάς μας βομβαρδίζεται συνεχώς από  βλαβερές πληροφορίες: Προπαγάνδα, διαφήμιση, μανιφέστο, διάφορες Πολιτισμικές αξίες και αμφίβολες θεωρίες σχετικά με την έννοια της ζωής αλλά και την ευρύτερη έννοια αυτού που ονομάζουμε Παράδοξο.

Ερευνώντας το Παράδοξο: Σκεπτικισμός vs Έπαρση 

 
Πρόκειται για πληροφορίες που κάνουν το ακριβώς αντίθετο από το να πληροφορούν, και που δεν έχει σημασία αν είναι αληθινές ή όχι, καθώς αυτές οι πληροφορίες έχουν σχεδιαστεί για να κάνουν τον άνθρωπο να σκεφτεί, να πράξει και να είναι οτιδήποτε θέλουν οι ελεγκτές της πληροφορίας να πράξει, να σκεφτεί και να είναι. Οι πληροφορίες αυτές απλώς χρειάζονται την προσοχή σου.
 
Καθώς χωρίς αυτή θα έπαυαν να υπάρχουν, μιάς και αυτοτροφοδοτούνται από την προσοχή και σε διαμορφώνουν ούτως ώστε να είσαι πρόθυμος να δώσεις ακόμη παραπάνω από τον φυσικό και υποσυνείδητο εαυτό σου. Μπορούν αυτές οι δογματικές πληροφορίες να θεωρηθούν υπεύθυνες; Σε αρκετές περιπτώσεις ναι. Η Ζωή είναι ένας καθημερινός δογματικός «πόλεμος» και για να γίνει η καθημερινότητα αλλά και η πνευματική μας διαύγεια καλύτερη, τότε η δογματική πληροφορία που στοχεύει στην κατασκευή μυαλών που θα σκέφτονται μόνο το κακό και την προβληματική καθημερινότητα θα πρέπει να εκλείψει.
 

Η Λειτουργεία της Πληροφορίας και ο Νους

 
Φυσικά δεν είναι μόνο ο εξωτερικός κόσμος τον οποίο θα πρέπει να προσέξουμε. Ίσως (αν όχι σίγουρα) θα πρέπει να «καθαρίσουμε» το ίδιο το μυαλό μας από τέτοιου είδους παρεμβολές, κάτι που μπορούμε να πραγματοποιήσουμε με αρκετούς τρόπους. Μερικοί – που θα τους αποκαλέσουμε συντηρητικούς – προτείνουν να διατηρήσουμε μία οπτική της πληροφορίας – δόγματος και να κοιτάξουμε στην άλλη πλευρά όποτε και όταν εμφανίζεται μία αντιφατική πληροφορία, φέρνοντάς την σε σύγκρουση με την ήδη υπάρχουσα. Σαφώς και δεν θα είμαστε σε θέση να απορρίψουμε σε όλο της το εύρος την βλαβερή πληροφορία αλλά η ικανοποίηση της αναζήτησης και της επιβεβαίωσης μίας πληροφορίας, παρά η ξεκάθαρη αναπαραγωγή της στο μυαλό μας θα ανοίξει λίγο παραπάνω το μυαλό μας. Αυτή είναι η περίπτωση του Σκεπτικισμού.
 
Η Αντίθετη διαδικασία είναι αυτή ενός εντελώς ανοιχτού μυαλού, μέσα στο οποίο υπάρχει η θέληση για εξερεύνηση νέων ιδεών. Πρόκειται για ένα σωστό και εξελεγκτικό τρόπο που ανοίγει την συνείδηση και προκαλεί το άτομο να δει τον κόσμο και την πραγματικότητα όπως ακριβώς είναι, και όχι όπως θα ήθελε να είναι. Και για να μπορέσουμε να εξερευνήσουμε «ανώτερες» και βαθύτερες έννοιες που προάγουν την συνειδητότητα θα πρέπει να διαθέτουμε ένα ανοιχτό νου. Παρ’ όλα αυτά, η διαδικασία του ανοικτού μυαλού δεν σημαίνει πως πρέπει αβίαστα να αποδεχόμαστε κάθε νέα ιδέα και προοπτική ως αληθινή. Απλά θα την επεξεργαστούμε ως ιδέα, Θα πειραματιστούμε με αυτή…
 
Έτσι διατηρούμε ένα ανοιχτό μυαλό και χρησιμοποιούμε πειραματισμούς (αν κάτι τέτοιο είναι πιθανό) για να διαπιστώσουμε αν η πληροφορία είναι έγκυρη ή όχι. Ο Πειραματισμός είναι η ευρύτερη δυνατή έννοια: Μία σειρά από πράξεις που χρησιμοποιούνται για να διαπιστωθεί (δίχως να είναι βέβαιο) το πιθανό αποτέλεσμα. Μία τέτοια διαδικασία μπορεί σαφώς να αφορά ένα επιστημονικό πείραμα ή κοινωνικό πείραμα (Εξωτερικό), ή ένα προσωπικό, νοητικό ή πνευματικό πείραμα (Εσωτερικό). Αυτοί οι πειραματισμοί λειτουργούν ώστε να κατανοήσουμε και να φιλτράρουμε τις αληθινές έννοιες-ιδέες-πληροφορίες από τις ψευδείς και βλαβερές.
 

Η Αμφίσημη Πραγματικότητα

 
Το σημείο στο οποίο κάνουν λάθος οι περισσότεροι, είναι η σκέψη πως υπάρχει μονάχα ένας τρόπος και μία προοπτική για την αποκάλυψη της πραγματικής αλήθειας: Όμως δεν μπορούμε να συσχετίσουμε την εσωτερική εμπειρία με την επιστημονική απόδειξη,και ούτε την επιστημονική απόδειξη με την εσωτερική εμπειρία.
 
Ολοένα και περισσότεροι “new age” άνθρωποι μιλούν με μία επιστημονική γλώσσα δίχως ένα επιστημονικό φίλτρο καθιστώντας αδύνατη την διαπίστωση της πραγματικής φύσης ή όχι μίας πληροφορίας. Από την άλλη, αρκετοί φιλτράρουν περισσότερο από όσο πρέπει. Όπως οι Στερεοτυπικοί άθεοι που μπορούν να είναι φανατικοί σκεπτικιστές σχετικά με τις εσωτερικές εμπειρίες ακόμα και αν η ίδια η εσωτερική και πνευματική τους εμπειρία τους δίδαξε πως να είναι σκεπτικιστές. Αυτό είναι ένα πρόβλημα, καθώς το κάθε τι θα έπρεπε να οροθετείται σύμφωνα με την ιδιότητά του. Η επιστήμη είναι επιστήμη, η τέχνη είναι τέχνη, ο εσωτερισμός είναι εσωτερισμός, το ίδιο και η πνευματική αναζήτηση. Οποιοσδήποτε συνδυασμός για την εξήγηση μίας ιδέας-έννοιας- πληροφορίας μπορεί να επιφέρει την απόλυτη σύγχυση στο μυαλό του ατόμου.
 
Ένα παράδειγμα θα μπορούσαν να είναι οι Εξωσωματικές εμπειρίες. Όταν κάποιος υποστηρίζει πως βίωσε την εμπειρία ενός αστρικού ταξιδιού, τότε ίσως εκείνος που το ακούει να έχει βαθιά ριζωμένη μέσα του την πεποίθηση πως κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό να συμβεί, καθώς η επιστήμη επισημαίνει πως δεν υπάρχει αστρικό σώμα και ως αποτέλεσμα δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί ένα αστρικό ταξίδι. Αυτό είναι λάθος, καθώς η εξωσωματική εμπειρία είναι πραγματική και την έχουν βιώσει πάρα πολλοί άνθρωποι. Και δεν μπορεί κανείς να το αρνηθεί με επιστημονικές αποδείξεις. Φυσικά και το αντίθετο μπορεί να ισχύσει, αφού εκείνος που ισχυρίζεται πως βίωσε την εμπειρία, θα πρέπει να κριθεί με κάποιες αξίες για να διαπιστωθεί αν όντως η πληροφορία που μεταδίδει ισχύει ή όχι.
 
Αυτή η σκεπτικιστική προσέγγιση θα βοηθήσει να αποφευχθεί η ευκολοπιστία και διευκολύνει τις δυνατότητες μίας «στοχευμένης» πληροφορίας που ως σκοπό έχει την διαμόρφωση τάσεων και συνειδήσεων. Ένα ανοιχτό μυαλό που δεν διαθέτει αυτό το φίλτρο  θα επιτρέψει να εισχωρήσουν ένα σωρό τέτοιες πληροφορίες καθώς δεν υπάρχει τρόπος να διευκρινιστούν ως αληθείς και σωστές. Αν λάβεις ως δόγμα την πληροφορία, αν σταματήσεις να αμφιβάλλεις για την ίδια την προσωπική σου αλήθεια, τότε αυτόματα σταματάς να είσαι ανοιχτόμυαλος. Δεν μπορείς να αναλογίζεσαι νέες ιδέες που δεν ευθυγραμμίζονται με την ήδη εδραιωμένη πραγματικότητά σου. Αν δεν είσαι λίγο σκεπτικιστής, θεωρείσαι κλειστόμυαλος.
 
Για παράδειγμα, αν το History Channel υποστηρίζει πως κάποια παλιά ερείπια που δεν μπορούν να εξηγηθούν, είναι αποδείξεις για αρχαία εξωγήινη ζωή, τότε θα ήταν σοφό να το σκεφτούμε και να το αντιμετωπίσουμε με ένα σκεπτικιστικό τρόπο. Διότι όταν αποτυγχάνεις να εξηγήσεις κάτι με ένα τρόπο, δεν σημαίνει αυτόματα πως το εύρημα είναι απόδειξη για κάτι άλλο.
 
Η Άνοδος ενός Ελεύθερου Νου
 
Όταν θα έχεις το ανοιχτό μυαλό και θα βάζεις τα φίλτρα του σκεπτικισμού σε λειτουργία, τότε μένει ένα μόνο πράγμα: Να αποχωριστείς τα φίλτρα της κοινωνικής προσαρμογής. Πρόκειται για φίλτρα που δεν είναι αληθινά κατ’ ανάγκη, αλλά είναι αληθινά σε ένα κοινωνικό πλαίσιο σε ένα χρονικό σημείο της κοινωνίας αυτής. Μέσα στην ιστορία έχουν υπάρξει διαφορετικές πρακτικές και ηθικές αξίες, διαφορετικές έννοιες ελευθερίας, καλού και κακού κ.ο.κ! Αυτή η προσαρμογή είναι ο τρόπος επιβίωσης μίας κοινωνίας. Χωρίς αυτή δεν θα υπήρχαν οι νόρμες για να ακολουθήσει το κοινωνικό σύνολο. Αν όμως η κοινωνία επιθυμεί την διασπορά άπειρων ιδεών και πληροφοριών, τότε ίσως μέσα στο σύνολο αυτό να χαθούν οι πολύτιμες αυτές πληροφορίες που αλλάζουν τα πράγματα προς το καλύτερο. Θα μπορούσε να επιφέρει – και το πράττει ήδη – το κλείσιμο των μυαλών που δεν θα είναι πιά ικανά να υιοθετήσουν νέες ιδέες ακόμα και αν ήταν ζήτημα ζωής ή θανάτου…

Ψυχολογική Ροή: Πώς θα καταφέρουμε να εστιάζουμε την προσοχή μας σε αυτό που κάνουμε

Το μεγάλο ερώτημα: Όταν σηκώνεστε το πρωί, είστε χαρούμενοι που θα πάτε στη δουλειά, στο σχολείο ή οπουδήποτε αλλού πρέπει να πάτε κατά τη διάρκεια της ημέρας;

Οι έρευνες του Howard Gardner και William Damon του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, καθώς και του Mihaly Csikszentmihalyi του Πανεπιστημίου του Κλέαρμοντ, ασχολήθηκαν με αυτό που οι ίδιοι αποκαλούν «καλή εργασία»: ένα δραστικό μείγμα των ιδιαίτερων ικανοτήτων που έχουν οι άνθρωποι, των κινήτρων και των αξιών τους – το τι πιστεύουν ότι έχει σημασία. Τα παραπάνω είναι περισσότερο πιθανό να αφορούν πράγματα που απορροφούν τους ανθρώπους σε μεγάλο βαθμό: οι άνθρωποι αγαπούν αυτό που κάνουν. Η πλήρης απορρόφηση σε αυτό που κάνουμε μας προκαλεί μια ευχάριστη αίσθηση, και η ευχαρίστηση αποτελεί τον συναισθηματικό σηματοδότη της ροής.

Οι άνθρωποι εισέρχονται σε κατάσταση ψυχολογικής ροής μάλλον σπάνια στην καθημερινή τους ζωή. Από μια τυχαία εξέταση της διάθεσης αποκαλύπτεται ότι κατά το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου οι άνθρωποι είτε βιώνουν στρες είτε νιώθουν πλήξη, με κάποιες μικρές περιόδους ψυχολογικής ροής. Μόνο το 20% περίπου μπαίνει σε κατάσταση ψυχολογικής ροής τουλάχιστον μία φορά την ημέρα. Και ένα ποσοστό της τάξης του 15% δεν μπαίνει ποτέ σε ψυχολογική ροή κατά τη διάρκεια μιας συνηθισμένης μέρας.

Ένας τρόπος για περισσότερη ροή στη ζωή μας μπορεί να προκύψει όταν ευθυγραμμίζουμε αυτό που κάνουμε με αυτό που απολαμβάνουμε να κάνουμε, όπως συμβαίνει με όσους τυχερούς έχουν δουλειές που τους ευχαριστούν πολύ. Όσοι σημειώνουν υψηλές επιδόσεις σε κάθε τομέα – οι τυχεροί σε κάθε περίπτωση έχουν πετύχει αυτό τον συνδυασμό. Εκτός από την αλλαγή επαγγέλματος, υπάρχουν αρκετοί δρόμοι για να φτάσουμε σε κατάσταση ψυχολογικής ροής. Ένας από αυτούς είναι η ενασχόλησή μας με μια δραστηριότητα που δοκιμάζει στο μέγιστο τις δυνατότητές μας – μια «πολύ δύσκολα διαχειρίσιμη» πρόκληση των ικανοτήτων μας.

Ένας άλλος τρόπος για να φτάσουμε στην ψυχολογική ροή είναι να καταπιαστούμε με κάτι το οποίο μας παθιάζει: ορισμένες φορές το κίνητρο μας οδηγεί σε κατάσταση ψυχολογικής ροής. Σε κάθε περίπτωση, η συνήθης οδός είναι η πλήρης εστίαση: καθένας από αυτούς τους τρόπους συμβάλλει στην αύξηση της προσοχής. Ασχέτως του πώς την επιτυγχάνουμε, η έντονη εστίαση οδηγεί άμεσα στην ψυχολογική ροή.

Αυτή η ιδανική κατάσταση του εγκεφάλου για την αποτελεσματική εκτέλεση ενός έργου χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη νευρωνική αρμονία – μια πλούσια, καλά συντονισμένη διασύνδεση μεταξύ των διαφορετικών περιοχών του εγκεφάλου. Ιδανικά, στην κατάσταση αυτή, τα κυκλώματα που απαιτούνται για την εκτέλεση του έργου εμφανίζονται πολύ ενεργά, ενώ εκείνα που δεν εμπλέκονται είναι ήρεμα, με τον εγκέφαλο πλήρως συντονισμένο στις απαιτήσεις της περίστασης. Όταν ο εγκέφαλός μας βρίσκεται σε αυτή τη ζώνη, είναι πιο πιθανό να αποδίδουμε στο μέγιστο των δυνατοτήτων μας, ό,τι κι αν κάνουμε.

Ωστόσο από έρευνες σε χώρους εργασίας διαπιστώνεται ότι πολλοί άνθρωποι εμφανίζουν μια πολύ διαφορετική κατάσταση εγκεφάλου: ονειροπολούν, περνούν ώρες χαζεύοντας στο διαδίκτυο ή στο YouTube, και κάνουν το ελάχιστο. Η προσοχή τους είναι διασπασμένη. Αυτή η απεμπλοκή και η αδιαφορία είναι ανεξέλεγκτες, ειδικά όταν οι εργαζόμενοι ασχολούνται με επαναλαμβανόμενες, μη απαιτητικές εργασίες. Για να έρθουν οι αδιάφοροι εργαζόμενοι πιο κοντά στη ζώνη εστίασης, είναι απαραίτητη η αύξηση των κινήτρων και του ενθουσιασμού τους, η επίκληση μας αίσθησης σκοπού και ένας μικρός βαθμός πίεσης.

Από την άλλη πλευρά, μια άλλη μεγάλη ομάδα ανθρώπων βρίσκεται σε μια κατάσταση που οι νευροβιολόγοι αποκαλούν «εξάντληση», όπου το συνεχές στρες υπερφορτώνει το νευρικό τους σύστημα με μεγάλες δόσεις κορτιζόλης και αδρεναλίνης. Η προσοχή τους είναι προσηλωμένη στις ανησυχίες τους και όχι στην εργασία τους. Αυτή η συναισθηματική εξάντληση μπορεί να οδηγήσει σε επαγγελματική εξουθένωση (το γνωστό burn out).

Η πλήρης εστίαση ανοίγει πιθανότατα την πόρτα στη ροή. Αλλά όταν επιλέγουμε να εστιάσουμε σε ένα πράγμα και να αγνοήσουμε τα υπόλοιπα, φέρνουμε στην επιφάνεια μια συνεχή ένταση – συνήθως αόρατη – μεταξύ ενός μεγάλου νευρωνικού χάσματος, όπου η κορυφή του εγκεφάλου παλεύει με τη βάση.

Σενέκας: Ο θυμός μοιάζει με ένα κτίριο υπό κατάρρευση που διαλύεται πάνω σε ό,τι συντρίβει

Με παρότρυνες, Νοβάτε, να γράψω για τον τρόπο με τον οποίο μπορούμε να απαλύνουμε τον θυμό και πιστεύω πως έχεις δίκιο να φοβάσαι τόσο το συναίσθημα αυτό, το πιο άσχημο και το πιο βάναυσο από όλα τα συναισθήματα. Ενώ τα υπόλοιπα εμπεριέχουν ως έναν βαθμό ηρεμία και ησυχία, αυτό ξεσπά, σε αναταραχή και με μανιώδη κίνηση –με έναν ελάχιστα ανθρώπινο ζήλο–, επιθυμώντας πόνο, όπλα, αίμα και βασανιστήρια, ώσπου να πληγώσει τους άλλους, απορρίπτοντας και το δικό του καλό.

Σπεύδει στα όπλα και αναζητά με απληστία την εκδίκηση που στο τέλος θα συμπαρασύρει μαζί της στην πτώση και τον τιμωρό. Κάποιοι σοφοί αποκάλεσαν τον θυμό μια σύντομη τρέλα. Στον ίδιο βαθμό, ο θυμός είναι ανίκανος για αυτοκυριαρχία, λησμονά την ευπρέπεια, αγνοεί τη φιλία, πεισμώνει και προτίθεται να τελειώνει ό,τι αρχίζει, κωφεύοντας στη λογική και τη συμβουλή, ανάστατος από κενές προκλήσεις, ακατάλληλος να διακρίνει τι είναι δίκαιο και αληθινό· τίποτα δεν μοιάζει περισσότερο με ένα κτίριο υπό κατάρρευση που διαλύεται πάνω σε ό,τι συντρίβει.

Όμως για να καταλάβεις πως όσοι βρίσκονται στα νύχια του θυμού δεν είναι σώφρονες, κοίταξε τον τρόπο που παρουσιάζουν τον εαυτό τους. Όπως ακριβώς η τρέλα δείχνει ξεκάθαρα τα σημάδια της –μια θρασεία και απειλητική έκφραση, ένα θλιμμένο πρόσωπο, ένα ρυτιδιασμένο μέτωπο, ένα ταραγμένο βάδισμα, νευρικά χέρια, αλλαγή στο χρώμα του δέρματος, γρήγορη και βαριά αναπνοή–, ομοίως οι θυμωμένοι άνθρωποι επιδεικνύουν τα ίδια σημάδια: τα μάτια τους καίνε και πετούν σπίθες, όλο τους το πρόσωπο κοκκινίζει από το αίμα που βράζει μέσα από τα σωθικά τους, τα χείλη τους τρέμουν, τα δόντια τους σφίγγονται, τα μαλλιά τους φουντώνουν και οι τρίχες τους ορθώνονται, η ανάσα τους γίνεται επίπονη και ασθμαίνουσα.

Τρίζουν οι αρθρώσεις τους όταν συστρέφουν τα άκρα τους, αναστενάζουν και βογκούν, και η ομιλία τους διακόπτεται από ακατάληπτους ήχους, τα χέρια συγκρούονται μεταξύ τους, τα πόδια κοπανούν το έδαφος, το σώμα ταράζεται ολόκληρο και «κραδαίνει του θυμού τις πανίσχυρες απειλές», μια μορφή αχρεία στην όψη και αηδιαστική καθώς οι πληγέντες από τον θυμό παραμορφώνονται και πρήζονται.

Θα δυσκολευόσουν να βρεις ποια είναι η καταλληλότερη λέξη για αυτό το ελάττωμα: «απεχθής» ή «τερατώδης». Άλλα πράγματα μπορούν να κρυφτούν και να θρέφονται μυστικά, αλλά ο θυμός αναγγέλλει την ύπαρξή του και βγαίνει στην επιφάνεια. Όσο μεγαλύτερος ο βαθμός του τόσο πιο φανερά κοχλάζει. Δεν βλέπεις πώς όλα τα ζώα, μόλις σηκωθούν στα πίσω πόδια τους για να βλάψουν, εκπέμπουν μηνύματα πριν από την επίθεση; Πώς ολόκληρο το σώμα τους εγκαταλείπει τη συνήθη ήρεμη όψη του και ακονίζει την κόψη της αγριότητάς του;

Οι κάπροι βγάζουν αφρούς από το στόμα και ακονίζουν τους χαυλιόδοντες με την τριβή· οι ταύροι χτυπούν τα κέρατά τους στον αέρα, σκορπώντας άμμο με τις οπλές τους· τα λιοντάρια βρυχώνται, τα φίδια προτάσσουν και φουσκώνουν τον λαιμό τους, και τα πρόσωπα των λυσσασμένων σκυλιών γίνονται αξιολύπητο θέαμα. Κανένα ζώο δεν είναι τόσο τρομακτικό ή επιβλαβές από τη φύση του ώστε το ξέσπασμα μιας νέας αγριότητας να μη φανερώνεται μόλις διεισδύσει ο θυμός.

Γνωρίζω φυσικά πως και άλλα συναισθήματα είναι δύσκολο να κρυφτούν και πως το πάθος και ο φόβος, και η ανδρεία επίσης, δίνουν σημάδια της παρουσίας τους και είναι δυνατόν να γίνουν αντιληπτά. Πράγματι, δεν υπάρχει έντονη διέγερση που να μας κυριεύει χωρίς να μεταβάλλει τις εκφράσεις μας σε κάποιο βαθμό. Τότε, ποια είναι η διαφορά; Η εξής: αν και άλλα συναισθήματα είναι οφθαλμοφανή, τούτο εδώ ορθώνεται επιβλητικό.

Αν όμως επιθυμείς πραγματικά να εξετάσεις τις συνέπειες, τις βλάβες που προκαλεί, θα έλεγα πως καμία μάστιγα δεν έχει επιφέρει μεγαλύτερο κακό στην ανθρωπότητα. Θα δεις σφαγές, δηλητηριάσεις, αμοιβαίες λασπολογίες μεταξύ διαδίκων, ερήμωση πόλεων, αφανισμό ολόκληρων φυλών, ζωές ηγετών να βγαίνουν δημόσια σε πλειστηριασμό, δάδες να αγγίζουν κτίρια, φλόγες που δεν τις συγκρατούν τα τείχη αλλά, στα χέρια του εχθρού, λάμπουν πάνω από τεράστιες εκτάσεις της επικράτειάς μας.

Σενέκας, Η Τέχνη της ψυχραιμίας

Ο τρόπος που χειριζόμαστε το μυαλό όμως, το κάνει όπλο ή εργαλείο

Το μυαλό είναι το ισχυρότερο όπλο. Ούτε τα χρήματα, οι διασυνδέσεις, η ομορφιά, τα όπλα αλλά το μυαλό. Με αυτό δημιουργεί και καταστρέφει κανείς κατά βούληση. Είναι ικανό για όλα και αποδεικνύεται διαχρονικά μέσα από διάφορους τομείς.

Είναι όμως ένα όπλο, το οποίο αν δεν χειριστεί σωστά, η κάννη του θα κοιτάει τον ιδιοκτήτη, ενσκήπτοντας καθολικά στη ζωή του. Με σωστή διαχείριση καταρρίπτει όρια, πεποιθήσεις και δημιουργεί πέρα από τη φαντασία.

Είναι ένα πολυμορφικό όπλο καθώς γίνεται ξίφος και διαπερνά πλάνες φτάνοντας στην αλήθεια, γίνεται βόμβα που ισοπεδώνει κάθε αντίπαλό του, άλλοτε γίνεται μαστίγιο που βασανίζει τον φορέα του. Ιδιαίτερο εργαλείο, δεν υπάρχει όμοιό του. Ανεξερεύνητο, κανείς δεν χρησιμοποίησε ποτέ όλη την ισχύ του ή τουλάχιστον έτσι λένε, κανείς δεν ξέρει.

Χρησιμοποίησέ το σωστά και θα γίνει εργαλείο σου, επίβαλλέ του πότε να μιλά και πότε όχι, βρίσκεται μέσα σου, άρα είναι υπό τον χειρισμό σου. Μην ξεγελιέσαι όμως, θέλει τέχνη ο χειρισμός του, μαεστρία, υπομονή, πείσμα και ισχυρή θέληση.

Να το εξασκείς στη σκέψη, ακόμα κι αυτή εξάσκηση θέλει, να του υποδεικνύεις πού να κοιτάει και πού όχι. Παρά το γεγονός ότι σου ανήκει, πολλές φορές λειτουργεί ανεξάρτητα, γι’ αυτό θέλει ιδιαίτερη φροντίδα. Με τον καιρό θα δεις, θα υπάρχει περισσότερη αρμονία στο μυαλό σου, ροή, τάξη, ησυχία, ευχάριστα μουδιάσματα. Μην του βάζεις όρια στις δυνατότητές του, δεν τις ξέρεις ούτε εσύ, ούτε κανείς, καλείσαι όμως να τις ανακαλύψεις, με τον καιρό.

Υπάρχει μια λεπτή γραμμή, μεταξύ σωστής και λάθους χρήσης, μεταξύ εργαλείου και όπλου. Αν το τροφοδοτείς με αρνητισμό, θα παράγει ακόμα περισσότερο, αν το αφήσεις ανεξέλεγκτο ίσως συλλάβει μια ιδέα καθόλου ευχαρίστηση για σένα.

Είναι ικανό να σε παραλύσει, να σκέφτεται συνεχώς δίχως την θέλησή σου, να σεναριοθετεί τα χειρότερα για το μέλλον, να μαστιγώνει με το παρελθόν. Μπορεί να σου βάλει όρια, να μεγεθύνει φόβους και όλα αυτά επειδή δεν το διαχειρίστηκες σωστά.

Δούλεψε πάνω του, δούλεψε μέσα σου, στο κεφάλι σου. Μας έμαθαν πως να γεμίζουμε το μυαλό με γνώσεις αλλά δεν μας έμαθαν την διαχείρισή του, λες και το απαραίτητο στο αυτοκίνητο είναι να ξέρεις να βάζεις βενζίνη και όχι η οδήγησή του.

Το μυαλό σου είναι παντοδύναμο, μένει να δεσμευτείς στην εκμάθησή του, παρότι είναι δικό σου, δεν γνωρίζεις βασικές αρχές του. Ασχολήσου με αυτό και επέλεξε τι θες να είναι για σένα, εργαλείο ή όπλο αυτοκαταστροφής. Ό,τι αρνητικό ή θετικό και να σου φέρει, να θυμάσαι εσύ ήσουν που έδωσες το έναυσμα. Σε όλες τις περιπτώσεις ο υπαίτιος είσαι εσύ, γιατί είναι το μυαλό σου και είναι παντοδύναμο.

Υπάρχουν αποφάσεις που έχουν πολύ μεγάλη σημασία για τη ζωή μας και για τη ζωή των άλλων

Στις εύπορες κοινωνίες, όντως βομβαρδιζόμαστε αδιάκοπα από εκατοντάδες επιλογών σχετικά με το τι θα φάμε, τι θα φορέσουμε, τι θα αγοράσουμε και τι θα παρακολουθήσουμε στην τηλεόραση. Αυτές οι επιλογές απαιτούν ελάχιστη σκέψη γιατί οι συνέπειές τους είναι εφήμερες. Αλλά υπάρχουν αποφάσεις που έχουν πολύ μεγάλη σημασία για τη ζωή μας, και μερικές φορές για τη ζωή των άλλων, και αξίζουν μια σοβαρή επένδυση χρόνου και ενεργητικής σκέψης.

Τέτοιες αποφάσεις είναι, για παράδειγμα, το πότε θα συζήσουμε με έναν συγκεκριμένο άντρα ή γυναίκα, αν θα παντρευτούμε, αν και πότε θα κάνουμε παιδιά, πού θα ζήσουμε, αν θα συνάψουμε εξωσυζυγική σχέση ή αν θα πάρουμε διαζύγιο ή σε ποιον θα αφήσουμε χρήματα σε μια διαθήκη. Οι αποφάσεις μας μπορεί να σχετίζονται με ανθρώπους για τους οποίους έχουμε ευθύνη. Χρειάζεται να αποφασίσουμε τι όνομα θα δώσουμε στα παιδιά μας, τι όρια συμπεριφοράς θα θέσουμε, τι πρέπει να ρυθμίσουμε για τη φροντίδα τους και σε τι σχολείο θα πρέπει να τα στείλουμε. Κάποια επαγγέλματα έχουν ενσωματωμένες στη δομή τους αλλεπάλληλες λήψεις αποφάσεων: γιατροί, δικαστές, πολιτικοί, ακόμη και χρηματιστές, πρέπει σε καθημερινή βάση να κάνουν επιλογές με εξαιρετικά σημαντικές συνέπειες, και έχουν τα εφόδια να το κάνουν αυτό μέσα από μια εκπαίδευση στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων σε ό,τι αφορά τον εκάστοτε τομέα των αρμοδιοτήτων τους. Αλλά οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι καθόλου καταρτισμένοι σε βασικές τεχνικές λήψης αποφάσεων.

Μία από τις πιο σημαντικές αποφάσεις στη ζωή του Αριστοτέλη λήφθηκε όταν ήταν έφηβος. Μετά τον θάνατο των γονιών του τον υιοθέτησε ο γαμπρός του, Πρόξενος, και μεταξύ τους αποφάσισαν ότι ο ιδανικός τόπος για αυτόν τον εξαιρετικά ευφυή νεαρό ήταν η καλύτερη σχολή στον κόσμο – η Ακαδημία του Πλάτωνα στην Αθήνα. Ως ο πιο ευφυής μαθητής στον οποίο δίδαξε ποτέ ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης μπόρεσε να καταπιαστεί με κάθε είδους κλάδο μελέτης, μεταξύ αυτών και με κάποιους για τους οποίους ελάχιστα ενδιαφερόταν ο Πλάτων – τις φυσικές επιστήμες. Ο Αριστοτέλης εξελίχθηκε στον πρώτο φιλόσοφο που περιέγραψε με πρακτικούς όρους τον καλύτερο τρόπο λήψης μιας απόφασης, γράφοντας με ζωντανό, πρακτικό τρόπο και χωρίς σύνθετες και ακατανόητες εκφράσεις. Η μέθοδος απαιτεί να εξετάζουμε επαρκώς όλες τις εναλλακτικές συμπεριφορές που ενδέχεται ή όχι να μας οδηγήσουν στην επίτευξη των στόχων μας, προσπαθώντας να προβλέψουμε τις συνέπειες κάθε συμπεριφοράς, κι έπειτα να επιλέγουμε μία από αυτές και να μένουμε προσκολλημένοι σε αυτή.

Η αρχαιοελληνική λέξη για την όλη διαδικασία της ικανοποιητικής εξέτασης και λήψης αποφάσεων είναι η ευβουλία: το ρήμα «εξετάζω», βουλεύεσθαι, σχετίζεται με λατινογενείς λέξεις όπως «volition» (βούληση) και με το αγγλικό ρήμα «to will» (βούλομαι). Η ευβουλία δηλώνει την ικανότητα κάποιου να εξετάζει από μόνος του και να μπορεί να αναγνωρίζει την καλή βούληση και τις λογικές αποφάσεις των άλλων. Συνεπώς, περιλαμβάνει το να ζητάμε συμβουλές από προσεκτικά επιλεγμένους συμβούλους. Η αρχαιοελληνική έννοια της βούλησης ήταν εγγενώς συνδεδεμένη με μια εκλεπτυσμένη κατανόηση της διακυβέρνησης: αν ακόμα και οι πιο απλοί άνθρωποι πρέπει να ασκούν καλά την εξουσία, χρειάζεται να «βουλεύονται». Άρα ο αρχαιοελληνικός όρος βουλεύεσθαι έχει την ίδια ρίζα με τη λέξη που περιγράφει τη Βουλή της δημοκρατικής Αθήνας.

Οι ικανότητες του βουλεύεσθαι απαιτούν χρόνο για να βελτιωθούν· αρχίζουν ως αυτο-συνείδητα εφαρμοσμένη κοινή λογική αλλά ανθούν σε αυτό που ο Αριστοτέλης αποκαλεί «πρακτική σοφία» (φρόνησις), αν εφαρμόζονται καθημερινά σε πραγματικές καταστάσεις. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι το ιστορικό πρόσωπο τον οποίον τη φρόνησιν επαινεί ο Αριστοτέλης είναι ο Περικλής, ο περίφημος Αθηναίος πολιτικός που είχε κυβερνήσει την Αθήνα επί πολλές δεκαετίες στα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ., καθώς εκλεγόταν στο ίδιο αξίωμα επανειλημμένα. Ο Περικλής τηρούσε την καλή λήψη αποφάσεων με εξαιρετική συνέπεια και οι Αθηναίοι ευημερούσαν αποκτώντας την ικανότητα να δημιουργήσουν σπουδαία έργα τέχνης, συμπεριλαμβανομένων των κτιρίων της Ακρόπολης και των τραγωδιών του Σοφοκλή και του Ευριπίδη. Η εξέλιξη του Περικλή ως πολιτικού δεν παρουσίαζε σημάδια κάμψης, καθώς ο ίδιος βελτιωνόταν στην πρακτική σοφία: η σταδιοδρομία του αναχαιτίστηκε μόνο με τον θάνατό του από τον λοιμό, ένα κλασικό παράδειγμα της κακής τύχης ενάντια στην οποία ο Αριστοτέλης ήξερε πολύ καλά ότι το βουλεύεσθαι μπορεί να αποδειχτεί πλήρως ανίσχυρο.

Η εκπαίδευση στις διαδικασίες της ηθικής λήψης αποφάσεων δημιουργεί έναν καλύτερο κόσμο για όλους μας.

Οι νέοι έχουν άμεση ανάγκη από εκπαίδευση, όπως προειδοποιεί ο Αριστοτέλης, γιατί το βουλεύεσθαι μπορεί να αποβεί τρομερά δύσκολο. Υπάρχουν εύκολες περιπτώσεις διάκρισης μεταξύ σωστού και λάθους· ο θεμελιωδώς τίμιος άνθρωπος θα γνωρίζει από ένστικτο έναν σωστό τρόπο κατανομής χρημάτων ή τροφής σε ομάδες ανθρώπων. Αλλά, όπως λέει ο Αριστοτέλης, ο ακριβής τρόπος για την πραγματοποίηση αυτής της σωστής πράξης είναι κάτι «πολύ δυσκολότερο από το να γνωρίζει κάποιος τι ωφελεί την υγεία». Η ηθική είναι πολύ πιο ρευστή και πολύπλοκη ακόμα και από την ανθρώπινη φυσιολογία. Γιος γιατρού, ο Αριστοτέλης προσθέτει ότι ακόμα και στην ιατρική, η πρακτική εφαρμογή της θεραπείας είναι πολύ πιο δύσκολη από την απλή γνώση σχετικά με «το μέλι, το κρασί και τον ελλέβορο, τον καυτηριασμό και τη χειρουργική».

Ωστόσο, πρέπει προηγουμένως να ορίσουμε το βουλεύεσθαι. Για τον Αριστοτέλη, το βουλεύεσθαι έχει μια πολύ συγκεκριμένη έννοια. Δεν αφορά τους τελικούς στόχους μας – ένας γιατρός δεν βουλεύεται σχετικά με την πρόθεσή του, που είναι προφανώς να εξασφαλίσει την υγεία του ασθενή του. Αφορά την επιλογή του καλύτερου μέσου για την επίτευξη των στόχων μας. Ο γιατρός βουλεύεται σχετικά με την πορεία των ενεργειών και τη θεραπεία που θα αποκαταστήσει την υγεία του ασθενή. Κατ’ αναλογία, γνωρίζουμε ότι η ευτυχία είναι ο στόχος μας, αλλά βουλευόμαστε σχετικά με το μέσο επίτευξής της – την πορεία των ενεργειών που είναι πιθανότερο να εξασφαλίσουν την ευτυχία για εμάς τους ίδιους, τους αγαπημένους μας και τους συμπολίτες μας.

Ο Αριστοτέλης αναγνωρίζει ότι μερικοί άνθρωποι είναι πολύ αδύναμοι ώστε να μπορούν να αναλάβουν πλήρη ευθύνη για τα πράγματα που απαραίτητα εναπόκεινται σε αυτούς. Δεν είναι πιθανόν να μπορούν να μάθουν να βουλεύονται καλά ή να εφαρμόζουν πολιτικές που προκύπτουν μετά το βουλεύεσθαι. Αλλά η ουσία της υπόθεσης είναι η εξής: αν θέλεις να κατακτήσεις την ευτυχία, πρέπει να αναλάβεις την ευθύνη των πράξεων σου αλλά και των αποτυχιών σου ώστε να δράσεις. «Για ό,τι εξαρτάται από κάποιον να κάνει ή να μην κάνει, ο ίδιος είναι η αιτία και όλα αυτά των οποίων την αιτία αποτελεί εξαρτώνται από τον ίδιο», γράφει ο Αριστοτέλης, διακηρύττοντας ότι όλοι έχουμε την ελεύθερη βούληση να ενεργούμε ως καλοί ή ως κακοί άνθρωποι. Το ίδιο πρόσωπο «σαφώς διαπράττει εκούσια όλες τις ενέργειες που διαπράττει σκόπιμα.

Είναι σαφές, λοιπόν, ότι τόσο η καλοσύνη όσο και η κακία είναι εκούσιες». Αυτό είναι θεμελιώδες για την ηθική μας: ο Αριστοτέλης μάλιστα, καταλήγει να πει ότι «κρίνουμε τον χαρακτήρα ενός ανθρώπου με βάση τη σκόπιμη επιλογή του – δηλαδή, με κριτήριο όχι τι κάνει αλλά για ποιο λόγο το κάνει». Ο Αριστοτέλης δηλώνει εντυπωσιασμένος από ένα παράδειγμα σε μια τραγωδία όπου ο Πελίας δολοφονείται από τις κόρες του. Αυτός ο μυθικός Έλληνας βασιλιάς ήταν γέρος και ανήμπορος. Η μάγισσα Μήδεια έπεισε τις αδελφές ότι το υγρό στον λέβητά της είχε την ιδιότητα να τον κάνει να ξανανιώσει. Μάλιστα, αυτό το απέδειξε εμπειρικά μέσω ενός πειράματος με ένα κριάρι. Οι Πελιάδες βουλεύτηκαν και αποφάσισαν ως καλές κόρες, μετά την προφανή επιστημονική απόδειξη, να κόψουν σε κομμάτια τον Πελία και να τα βάλουν μέσα στον λέβητα. Ο ίδιος δεν επιβίωσε. Αλλά με το βουλεύεσθαι οι κόρες τον Πελία θα είχαν λάβει υπόψη ποιο προσωπικό κίνητρο θα μπορούσε να είχε οδηγήσει τη Μήδεια (ήθελε τον θρόνο του Πελία για τον σύζυγό της) και σίγουρα δεν θα δέχονταν ποτέ συμβουλές από εκείνη.

Ο Αριστοτέλης συστήνει να θέτουμε τους στόχους μας, που θα πρέπει να είναι αυστηροί αλλά εφικτοί και ανάλογοι των ικανοτήτων και των πόρων μας, με καλές προθέσεις. Να βουλευόμαστε συστηματικά σχετικά με την ακριβή πορεία δράσης μας που θα τους κατακτήσει. Να συγκρίνουμε διαφορετικές πορείες δράσης κι έπειτα να επιλέγουμε μία (ο όρος του Αριστοτέλη γι’ αυτόν τον τύπο επιλογής είναι η λέξη προαίρεσις). Έπειτα, πολύ προσεκτικά, να πραγματοποιούμε αυτές τις πράξεις. Με αυτόν τον τρόπο περιγράφεται η ιδέα του Αριστοτέλη για την αληθινή, βαθιά, ικανοποιητική και διαρκή ευτυχία. Επειδή είναι αυτοδημιούργητη, δεν μπορεί να αφαιρεθεί παρά μόνο με συμπτωματική κακοτυχία, όπως με τον λοιμό της Αθήνας. Ακόμα και τότε, τα επιτεύγματά μας πριν μολυνθούμε από τον λοιμό πιθανότατα θα αναγνωριστούν και επίσης αυτό σημαίνει ότι θα πεθάνουμε πιο ευτυχείς απ’ ό,τι αν είχαμε ζήσει μια ζωή χωρίς σκοπό και χωρίς βουλεύεσθαι.

Και όταν κανείς ζει μια μισή ζωή, δημιουργεί μια κόλαση για τον εαυτό του κάθε στιγμή

Κάντε τα πράγματα με όλη σας την καρδιά, με όση ένταση υπάρχει μέσα σας.

Οτιδήποτε γίνει με μισή καρδιά δεν φέρνει ποτέ χαρά στη ζωή. Φέρνει μόνο δυστυχία, άγχος, βασανιστήρια και εντάσεις, γιατί κάθε φορά που κάνετε κάτι με μισή καρδιά, διαιρείτε τον εαυτό σας σε δύο μέρη, και αυτή είναι μια από τις μεγαλύτερες καταστροφές που έχουν συμβεί στους ανθρώπους – είναι όλοι διχασμένοι. Η δυστυχία στον κόσμο δεν αποτελεί έκπληξη. Είναι φυσικό αποτέλεσμα του να ζει κανείς με μισή καρδιά, να κάνει τα πάντα μόνο με ένα μέρος της ύπαρξής του, ενώ το άλλο είναι η αντίσταση, η εναντίωση, η πάλη.

Και ό,τι και να κάνετε με το ήμισυ της ύπαρξής σας θα σας οδηγήσει στη μετάνοια, στη δυστυχία, και σε μια αίσθηση ότι ίσως το άλλο μέρος που δεν συμμετείχε ήταν το σωστό, επειδή ακολουθώντας αυτό το μέρος, δεν έχετε επιτύχει τίποτα άλλο από μια άθλια κατάσταση. Αλλά σας λέω: αν είχατε ακολουθήσει το άλλο μέρος, το αποτέλεσμα θα ήταν το ίδιο. Το θέμα δεν είναι ποιο μέρος θα ακολουθήσετε, αλλά αν θα το κάνετε απόλυτα ή όχι. Το να βρίσκεστε σε πλήρη δράση σας φέρνει χαρά. Ακόμα και μια συνηθισμένη, ασήμαντη δράση που γίνεται με απόλυτη ένταση φέρνει λάμψη στην ύπαρξή σας πληρότητα, βαθιά ικανοποίηση. Οτιδήποτε γίνεται με μισή καρδιά, όσο καλό κι αν είναι, θα φέρει δυστυχία.

Η δυστυχία δεν προέρχεται από τις πράξεις σας, ούτε η χαρά προέρχεται από τις πράξεις σας. Η χαρά έρχεται όταν είστε πλήρεις. Δεν έχει σημασία σε ποια δράση εμπλέκεστε, η δυστυχία έρχεται ως αποτέλεσμα όταν είστε αποσπασματικοί. Και όταν κανείς ζει μια μισή ζωή, δημιουργεί μια κόλαση για τον εαυτό του κάθε στιγμή – και αυτή η κόλαση γίνεται όλο και μεγαλύτερη.

Οι άνθρωποι ρωτούν: «Υπάρχει κάπου μια κόλαση, ή υπάρχει κάπου ένας παράδεισος;» – επειδή όλες οι θρησκείες μιλούν για την κόλαση και τον ουρανό σαν να είναι μέρος της γεωγραφίας του σύμπαντος. Δεν είναι γεωγραφικά φαινόμενα, βρίσκονται στην ψυχολογία σας. Όταν το μυαλό σας, όταν η καρδιά σας, όταν η ύπαρξή σας ωθείται προς δύο κατευθύνσεις ταυτόχρονα, δημιουργείτε την κόλαση. Και όταν είστε ένα σύνολο, μία μονάδα, μία οργανική ενότητα… σε αυτή την οργανική ενότητα, τα λουλούδια του ουρανού αρχίζουν να ανθίζουν. Οι άνθρωποι εξακολουθούν να ανησυχούν για τις πράξεις τους: ποια πράξη είναι σωστή και ποια λανθασμένη; Τι είναι καλό και τι είναι κακό; Η δική μου αντίληψη είναι ότι το θέμα δεν είναι μια συγκεκριμένη πράξη, αλλά η ψυχολογία σας.

Όταν είστε πλήρεις, είναι καλό. Και όταν είστε διαιρεμένοι, είναι κακό. Διχασμένοι υποφέρετε. Ενωμένοι χορεύετε, τραγουδάτε, γιορτάζετε.

Το λάθος του Αϊνστάιν για την κβαντική τυχαιότητα

Η κβαντομηχανική αναπτύχθηκε περίπου την ίδια στιγμή με τη σχετικότητα. Περιγράφει τη φυσική σε απείρως μικρή κλίμακα. Ο Αϊνστάιν συνέβαλε σημαντικά στο πεδίο αυτό το 1905, ερμηνεύοντας το φωτοηλεκτρικό αποτέλεσμα ως σύγκρουση μεταξύ ηλεκτρονίων και φωτονίων – δηλαδή, σωματίδια που μεταφέρουν καθαρή ενέργεια. Με άλλα λόγια, το φως, το οποίο παραδοσιακά περιγράφεται ως κύμα, συμπεριφέρεται σαν ένα ρεύμα σωματιδίων. Ήταν αυτό το βήμα προς τα εμπρός, όχι η θεωρία της σχετικότητας, που έκανε τον Αϊνστάιν να κερδίσει το βραβείο Νόμπελ το 1921.

Ωστόσο, παρά τη ζωτική αυτή συμβολή, ο Αϊνστάιν παρέμεινε πεισματάρης να απορρίψει το βασικό μάθημα της κβαντικής μηχανικής – ότι ο κόσμος των σωματιδίων δεν δεσμεύεται από τον αυστηρό ντετερμινισμό της κλασικής φυσικής. Ο κβαντικός κόσμος είναι πιθανοκρατικός. Γνωρίζουμε μόνο πώς να προβλέψουμε την πιθανότητα εμφάνισης μεταξύ μιας σειράς δυνατοτήτων.

Στην τύφλωση του Αϊνστάιν, για άλλη μια φορά μπορούμε να δούμε την επίδραση της ελληνικής φιλοσοφίας. Ο Πλάτων δίδαξε ότι η σκέψη πρέπει να παραμείνει ιδανική, απαλλαγμένη από τα απρόβλεπτα της πραγματικότητας – μια ευγενική ιδέα, αλλά μια ιδέα που δεν ακολουθεί τις αρχές της επιστήμης. Η γνώση απαιτεί την τέλεια συνοχή με όλα τα προβλεπόμενα γεγονότα, ενώ η πίστη βασίζεται στην πιθανότητα, που παράγεται από μερικές παρατηρήσεις. Ο ίδιος ο Αϊνστάιν ήταν πεπεισμένος ότι η καθαρή σκέψη ήταν ικανή να συλλάβει πλήρως την πραγματικότητα, αλλά η κβαντική τυχαιότητα έρχεται σε αντίθεση με αυτήν την υπόθεση.

Στην πράξη, αυτή η τυχαιότητα δεν είναι καθαρός θόρυβος, καθώς περιορίζεται από την αρχή της αβεβαιότητας του Heisenberg. Αυτή η αρχή επιβάλλει συλλογικό ντετερμινισμό σε ομάδες σωματιδίων – ένα ηλεκτρόνιο είναι από μόνο του ελεύθερο, καθώς δεν ξέρουμε πώς να υπολογίσουμε την τροχιά του όταν ανοίγουμε μια τρύπα σε ένα πέτασμα, αλλά ένα εκατομμύριο ηλεκτρόνια σχεδιάζουν ένα σχήμα περίθλασης, δείχνοντας σκοτεινούς και φωτεινούς κροσσούς που γνωρίζουμε πώς να υπολογίσουμε.

Ο Αϊνστάιν δεν δέχτηκε αυτόν την θεμελιώδη μη αιτιοκρατία (δηλαδή τον ιντετερμινισμό: ότι τα γεγονότα δεν προκαλούνται αιτιολογικά. Είναι το αντίθετο της αιτιοκρατίας και σχετίζεται με την τύχη και την απροσδιοριστία),  όπως συνοψίζεται από την προκλητική ετυμηγορία του: «Ο Θεός δεν παίζει ζάρια με το σύμπαν». Φαντάστηκε την ύπαρξη κρυφών μεταβλητών, δηλαδή αριθμών που δεν έχουν ακόμη ανακαλυφθεί πέραν της μάζας, του φορτίου και του σπιν  που χρησιμοποιούν οι φυσικοί για να περιγράψουν τα σωματίδια. Αλλά το πείραμα δεν υποστήριξε αυτήν την ιδέα. Είναι αναμφισβήτητο ότι υπάρχει μια πραγματικότητα που ξεπερνά την κατανόησή μας – δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τα πάντα για τον κόσμο του απείρως μικρού.

Οι τυχαίες ιδιοτροπίες της φαντασίας

Μέσα στη διαδικασία της επιστημονικής μεθόδου, υπάρχει ακόμη ένα στάδιο που δεν είναι απολύτως αντικειμενικό. Αυτό οδηγεί στη σύλληψη μιας θεωρίας και ο Αϊνστάιν, με τα νοητικά πειράματα του, δίνει ένα διάσημο παράδειγμα αυτής. Δήλωσε ότι «η φαντασία είναι πιο σημαντική από τη γνώση». Πράγματι, όταν κοιτάζουμε διαφορετικές παρατηρήσεις, ένας φυσικός πρέπει να φανταστεί έναν υποκείμενο νόμο. Μερικές φορές, αρκετά θεωρητικά μοντέλα ανταγωνίζονται για να εξηγήσουν ένα φαινόμενο, και μόνο σε αυτό το σημείο η λογική αναλαμβάνει ξανά.
«Ο ρόλος της νοημοσύνης δεν είναι να ανακαλύψεις, αλλά να προετοιμάσεις. Είναι καλή μόνο για εργασίες εξυπηρέτησης” (Simone Weil, «Gravity and Grace»)
Με αυτόν τον τρόπο, η πρόοδος των ιδεών πηγάζει από αυτό που ονομάζεται διαίσθηση. Είναι ένα είδος άλματος στη γνώση που υπερβαίνει την καθαρή λογική. Η γραμμή μεταξύ αντικειμενικού και υποκειμενικού δεν είναι πλέον εντελώς σταθερή. Οι σκέψεις προέρχονται από νευρώνες υπό την επίδραση των ηλεκτρομαγνητικών παλμών, μερικοί από αυτούς είναι ιδιαίτερα γόνιμοι, σαν να υπήρχε βραχυκύκλωμα μεταξύ των κυττάρων, όπου υπάρχει πιθανότητα να λειτουργήσει.

Αλλά αυτές οι διαισθήσεις, ή “λουλούδια” του ανθρώπινου πνεύματος, δεν είναι οι ίδιες για όλους – ο εγκέφαλος του Αϊνστάιν παρήγαγε το “E = mc 2 “, ενώ ο εγκέφαλος του Proust βρήκε μια αξιοθαύμαστη μεταφορά. Η διαίσθηση εμφανίζεται τυχαία, αλλά αυτή η τυχαιότητα περιορίζεται από την εμπειρία, τον πολιτισμό και τις γνώσεις κάθε ατόμου.

Τα οφέλη της τυχαιότητας

Δεν πρέπει να θεωρείται συγκλονιστικό νέο ότι υπάρχει μια πραγματικότητα που δεν κατανοείται από τη δική μας νοημοσύνη. Χωρίς τυχαιότητα, καθοδηγούμεθα από τα ένστικτα και τις συνήθειές μας, ό, τι μας κάνει προβλέψιμους. Αυτό που κάνουμε περιορίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε αυτό το πρώτο στρώμα της πραγματικότητας, με συνηθισμένες ανησυχίες και υποχρεωτικές εργασίες. Αλλά υπάρχει ένα άλλο επίπεδο πραγματικότητας, εκείνο όπου η προφανής τυχαιότητα είναι το trademark, το εμπορικό σήμα.
«Ποτέ μια διοικητική ή ακαδημαϊκή προσπάθεια δεν θα αντικαταστήσει τα θαύματα της τύχης στα οποία οφείλουμε μεγάλους άντρες». (Honoré de Balzac, “Cousin Pons”)
Ο Αϊνστάιν είναι ένα παράδειγμα ενός εφευρετικού και ελεύθερου πνεύματος. όμως διατηρούσε ακόμα τις προκαταλήψεις του.

Το «πρώτο λάθος» του συνοψίζεται λέγοντας: «Αρνούμαι να πιστέψω σε μια αρχή του σύμπαντος.» Ωστόσο, τα πειράματα τον απέδειξαν λάθος.

Η ετυμηγορία του για τον Θεό να παίζει ζάρια σημαίνει, “Αρνούμαι να πιστεύω στην τύχη.” Ωστόσο, η κβαντική μηχανική περιλαμβάνει υποχρεωτική τυχαιότητα. Η πρόταση του θέτει το ερώτημα αν θα πίστευε στον Θεό σε έναν κόσμο χωρίς τύχη, κάτι που θα μείωνε σε μεγάλο βαθμό την ελευθερία μας, καθώς τότε θα περιοριζόμασταν στον απόλυτο ντετερμινισμό. Ο Αϊνστάιν ήταν πεισματάρης στην άρνησή του. Για αυτόν, ο ανθρώπινος εγκέφαλος πρέπει να είναι σε θέση να γνωρίζει τι είναι το σύμπαν. Με πολύ περισσότερη σεμνότητα, ο Heisenberg μας διδάσκει ότι η φυσική περιορίζεται στην περιγραφή του τρόπου με τον οποίο η φύση αντιδρά σε συγκεκριμένες περιστάσεις.

Η κβαντική θεωρία δείχνει ότι η απόλυτη κατανόηση δεν είναι διαθέσιμη σε εμάς. Σε αντάλλαγμα, προσφέρει τυχαιότητα που προκαλεί απογοητεύσεις και κινδύνους, αλλά και οφέλη.
«Ο άνθρωπος μπορεί να ξεφύγει από τους νόμους αυτού του κόσμου μόνο για μια στιγμή. Στιγμές παύσης, στοχασμού, καθαρής διαίσθησης… Με αυτές τις λάμψεις του είναι ικανός σαν υπεράνθρωπος. ” (Simone Weil, «Gravity and Grace»)
Ο Αϊνστάιν, ένας θρυλικός φυσικός, είναι το τέλειο παράδειγμα ενός ευφάνταστου όντος. Επομένως, η άρνησή του για τυχαιότητα είναι παράδοξο, γιατί η τυχαιότητα είναι αυτό που καθιστά δυνατή τη διαίσθηση επιτρέποντας δημιουργικές διαδικασίες τόσο στην επιστήμη όσο και στην τέχνη.

Η πολιτική σκέψη στην αρχαία Ελλάδα

Το πολιτικό ιδεώδες του Σόλωνα

§1 Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

Είναι κοινός τόπος ότι το σύνολο σχεδόν της αρχαίας ελληνικής σκέψης –συμπεριλαμβανομένης και της ποίησης– απηχεί, μεταξύ άλλων, και αποκρυσταλλώσεις πολιτικών ιδεών. Αυτές οι ιδέες ποικίλουν κατά εποχή, αλλά και κατά συγγραφέα. Σε κάθε περίπτωση όμως διαμορφώνονται σε απαιτητική πολιτική σκέψη κάτω από την αναγκαιότητα μιας πιο ανθρώπινα οργανωμένης κοινωνικής συντροφικότητας. Συγχρόνως αρθρώνονται σε λόγο και κοινοποιούνται αντιστοίχως ως συνεκτικοί δεσμοί μιας εξελισσόμενης κατά λογική αλληλουχία ιστορικής συνείδησης των Ελλήνων. Τούτο σημαίνει πιο συγκεκριμένα πως οι αρχαίοι Έλληνες συγκροτούσαν νόμους, επινοούσαν διάφορα νομοθετικά σώματα, χάρασσαν πολιτικές κατευθύνσεις κ.λπ., με γνώμονα πάντα το κοινό συμφέρον, που δεν εκπαραθύρωνε τα ενδιαφέροντα των πολιτών. Σε αντίθεση λοιπόν με το δικό μας σήμερα δεν άφηναν πολλά περιθώρια, κατά κανόνα, για δολοπλοκίες των επαγγελματιών πολιτικών ούτε ταύτιζαν την πολιτική με τη δουλική υποταγή σε οργανωμένα συμφέροντα της ολιγαρχίας. Όπου επιχειρήθηκε κάτι τέτοιο, δεν είχε αίσιο τέλος για τους επίδοξους πολιτικούς πρωτεργάτες του. Στο πλαίσιο μιας τέτοιας αντίληψης, όλοι οι μεγάλοι στοχαστές του αρχαίου ελληνικού κόσμου θεωρούσαν απαραίτητη προϋπόθεση για τη συγκρότηση πολιτικής συνείδησης στα άτομα την ύπαρξη ηθικών θεμελίων στην κοινωνία: θεμελίων δηλαδή με βάση το κοινωνικό ήθος.

§2 Η πολιτική ως αναζήτηση του κοινού

Το πολιτικό ιδεώδες, μετά ταύτα, δεν αιωρείται πάνω από τα κεφάλια των πολιτών ως ένα συνονθύλευμα φρούδων υποσχέσεων ή συνειδητών εξαπατήσεων από τα «νωθρά άλογα» (Πλάτων) της πολιτικής εξουσίας. Απεναντίας, γίνεται πράξη, αξιοσέβαστη, ως καθορισμένη πολιτική επιστήμη ή πολιτική τέχνη: δηλαδή ως επιστήμη ή τέχνη ανύψωσης του κοινωνικού ανθρώπου, μέσω της κατάλληλης πολιτικής παιδείας, σε πνευματική ουσία αυτής τούτης της κοινωνικής συμβίωσης και συνύπαρξης. Τότε συμβαίνει η εν λόγω συνύπαρξη να θεσμοθετείται ως εύρυθμη λειτουργία του νόμου. Μια τέτοια ευρυθμία δεν είναι, δεν μπορεί και δεν οφείλει να διεκδικείται ή να επιδιώκεται ως το απόλυτα ολοκληρωμένο. Δεν παύει ωστόσο, από την εποχή του Ομήρου ακόμη, να έρχεται σιγά-σιγά στο προσκήνιο ως ρεαλιστικό αίτημα ζωής. Έτσι βλέπουμε τον Ομηρικό βασιλιά να αποτελεί το αξιωματικό Εν [Εν-ότητα] της κοινότητας, η οποία υπάρχει και δύναται να υπάρχει μόνο ως το ευθέως αντίθετο μιας πολυαρχίας, που διασπά και εξολοθρεύει ανθρώπινες υποστάσεις: «ουκ αγαθόν η πολυκοιρανίη» γράφει ο Όμηρος στην Ιλιάδα (Β 204). Άραγε τόσο μικρόνοες και, συνακόλουθα, μειοδοτικές είναι οι πολιτικές συντεχνίες του σήμερα, που θεωρούν την πολυκοιρανίη «αρετή» και εξ ονόματός της στέλνουν στο θάνατο, με όλη την ελαφρότητα του Είναι τους, κάθε μη-υποψιασμένο για τη δολιότητά τους πολίτη; 

§3 Προς αναζήτηση του πολιτικού ήθους

Ανήκει στη φύση του κοινωνικού και πολιτικού γίγνεσθαι του ιστορικού ανθρώπου, η κοινωνικοπολιτική του εξέλιξη να μην είναι μια ευθεία και αφελώς αισιόδοξη ανάβαση σε έναν αγαθό βίο, που θα προκύψει ως δια μαγείας. Ουδείς από τους αρχαίους Έλληνες στοχαστές πίστευε κάτι τέτοιο. Ο Πλάτων, για παράδειγμα, όταν μιλούσε για τον κόσμο των ιδεών και το ύψιστο αγαθό, αποσαφήνιζε ρητά ότι αυτός ο κόσμος προοριζόταν να λειτουργεί ως κόσμος ενατένισης, ως οδηγός έμπνευσης, από την πλευρά των θνητών, ως ένα μέγεθος σκέψης, που μας επιτρέπει να γνωρίζουμε τα όρια του Είναι μας με ιερό –όχι ανίερο– τρόπο: δηλαδή με βάση το ήθος του λόγου, που απελευθερώνει μια ανώτερη ποιότητα του ωραίου, ένα αληθινά πνευματικό κάλλος και δεν εμπαίζει ούτε διαψεύδει την ανθρώπινη προσδοκία. Για να φτάσει όμως ο Πλάτων στις δικές του μεγαλόπνοες πολιτικές ιδέες, έπρεπε να προηγηθούν οι πολιτικές συλλήψεις και πραγματώσεις της αρχαϊκής Ελλάδας. Στην πολιτική σκέψη και πράξη της αρχαϊκής περιόδου καθοριστικό ρόλο έπαιξε η παρουσία του Σόλωνα στην πολιτική σκηνή (600 π.Χ. περίπου). Σε μια περίοδο που η οικονομική κρίση έφτανε στο αποκορύφωμά της και οι φτωχοί αγρότες έχαναν τη γη τους από τους πλούσιους δανειστές, το χάος απειλούσε να καταβροχθίσει τους πάντες. Τότε έπρεπε να υπάρξουν νέες πολιτικές, νέοι νόμοι, νέα νοοτροπία. Προς τούτο χρειαζόταν να νομοθετήσουν ικανοί και φωτεινοί νομοθέτες. Έτσι καλείται, από τις αντιμαχόμενες πολιτικές μερίδες, στο κέντρο της πολιτικής σκηνής ο Σόλων.   

§4 Η Μεταρρύθμιση στην αρχαία Ελλάδα

Το νομοθετικό έργο του Σόλωνα δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, αλλά έκφραση της αναγκαιότητας για μια νέα αρχή. Επρόκειτο στ’ αλήθεια για πραγμάτωση συλλήψεων, για εγκαθίδρυση νέων νοο-τροπιών με κυρίαρχο στοιχείο την ισονομία, το μέτρο, την αισθητική του μέτρου [=μετριοπάθεια], το όριο των ανθρώπων και των πραγμάτων. Ο Σόλων με το έργο του συνέβαλε καθοριστικά στη δημιουργία μιας παράδοσης του μέτρου, που εκκινούσε από το «μηδέν άγαν», συζητήθηκε και ενισχύθηκε επί το φιλοσοφικότερο με την πυθαγόρεια θεωρία του αριθμού ως ορίου και αργότερα βρήκε τη φιλοσοφική της ολοκλήρωση στην Αριστοτελική μεσότητα. Η έννοια της αρχαίας μεσότητας, σε όλες τις μορφές της, δεν έχει καμιά σχέση με τα σημερινά κηρύγματα περί κοινωνικής ειρήνης και άκριτης αποδοχής της συστημικής Λογικής. Πίσω από τέτοια κηρύγματα κρύβονται μόνο αδηφάγοι καθεστωτικοί οποιασδήποτε πολιτικής απόχρωσης. Όπως μαρτυρούν τα γραπτά του ίδιου του Σόλωνα, κύριο μέλημά του ήταν η καθίδρυση της κοινωνικής ισότητας, αρχής γενομένης από τη Σεισάχθειά του. Για να γίνει πράξη η τελευταία απαιτούσε αποφασιστική στάση: μανιασμένα κύματα πολιτικής έμπνευσης και όχι έναν ξύλινο λόγο, σαν αυτό της κωμικής καθεστωτικής «αριστεράς», που επικαλείται «Σεισάχθειες», έχοντας στο πίσω μέρος του «μυαλού» της αναδιανομή του πλούτου για ίδιον όφελος και όχι αληθινή ισότητα των πολιτών. Παρατηρούμε συναφώς στα ελεγειακά ποιήματα του Σόλωνα να υπερασπίζεται την ισονομία για όλους και να κηρύσσει τον πόλεμο στα σκανδαλώδη πολιτικά προνόμια οποιασδήποτε τάξης ή στρώματος. Ποιον πόλεμο έχει κηρύξει η καθεστωτική μας «αριστερά» ενάντια στα ανάρμοστα, τα θηριώδη προνόμια βουλευτών και υπαλλήλων του παρόντος ελλαδικού βουλευτηρίου για παράδειγμα; Κατ’ αυτή την πολιτική του αντίληψη περί ισονομίας για όλους, ο Σόλων καθιέρωσε ένα συνταγματικό πλαίσιο, με πολύ αθόρυβο τρόπο, όπου οι αξιωματούχοι της πόλεως-κράτους καθίσταντο πραγματικοί υπηρέτες του νόμου και όχι επικυρίαρχοί του. Μάλιστα τους κατέστησε υπόλογους στο λαϊκό δικαστήριο, την Ηλιαία, τη μέγιστη ριζοσπαστική καινοτομία. Γι’ αυτό και δικαίως ο Αριστοτέλης στην Αθηναίων Πολιτεία μιλάει πως επί Σόλωνος ο λαός έγινε κυρίαρχος της ετυμηγορίας, δηλαδή κυρίαρχος του πολιτεύματος.

ΠΛΑΤΩΝ: Ἀπολογία Σωκράτους (38c-39e)

Μετά τον ορισμό της ποινής του θανάτου ο Σωκράτης απευθύνεται στους δικαστές

[38c] Οὐ πολλοῦ γ᾽ ἕνεκα χρόνου, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὄνομα ἕξετε καὶ αἰτίαν ὑπὸ τῶν βουλομένων τὴν πόλιν λοιδορεῖν ὡς Σωκράτη ἀπεκτόνατε, ἄνδρα σοφόν —φήσουσι γὰρ δὴ σοφὸν εἶναι, εἰ καὶ μή εἰμι, οἱ βουλόμενοι ὑμῖν ὀνειδίζειν— εἰ γοῦν περιεμείνατε ὀλίγον χρόνον, ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου ἂν ὑμῖν τοῦτο ἐγένετο· ὁρᾶτε γὰρ δὴ τὴν ἡλικίαν ὅτι πόρρω ἤδη ἐστὶ τοῦ βίου θανάτου δὲ ἐγγύς. λέγω δὲ τοῦτο οὐ
[38d] πρὸς πάντας ὑμᾶς, ἀλλὰ πρὸς τοὺς ἐμοῦ καταψηφισαμένους θάνατον. λέγω δὲ καὶ τόδε πρὸς τοὺς αὐτοὺς τούτους. ἴσως με οἴεσθε, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ἀπορίᾳ λόγων ἑαλωκέναι τοιούτων οἷς ἂν ὑμᾶς ἔπεισα, εἰ ᾤμην δεῖν ἅπαντα ποιεῖν καὶ λέγειν ὥστε ἀποφυγεῖν τὴν δίκην. πολλοῦ γε δεῖ. ἀλλ᾽ ἀπορίᾳ μὲν ἑάλωκα, οὐ μέντοι λόγων, ἀλλὰ τόλμης καὶ ἀναισχυντίας καὶ τοῦ μὴ ἐθέλειν λέγειν πρὸς ὑμᾶς τοιαῦτα οἷ᾽ ἂν ὑμῖν μὲν ἥδιστα ἦν ἀκούειν — θρηνοῦντός τέ μου καὶ ὀδυρομένου καὶ ἄλλα ποιοῦντος καὶ
[38e] λέγοντος πολλὰ καὶ ἀνάξια ἐμοῦ, ὡς ἐγώ φημι, οἷα δὴ καὶ εἴθισθε ὑμεῖς τῶν ἄλλων ἀκούειν. ἀλλ᾽ οὔτε τότε ᾠήθην δεῖν ἕνεκα τοῦ κινδύνου πρᾶξαι οὐδὲν ἀνελεύθερον, οὔτε νῦν μοι μεταμέλει οὕτως ἀπολογησαμένῳ, ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον αἱροῦμαι ὧδε ἀπολογησάμενος τεθνάναι ἢ ἐκείνως ζῆν. οὔτε γὰρ ἐν δίκῃ οὔτ᾽ ἐν πολέμῳ οὔτ᾽ ἐμὲ οὔτ᾽ ἄλλον οὐδένα δεῖ
[39a] τοῦτο μηχανᾶσθαι, ὅπως ἀποφεύξεται πᾶν ποιῶν θάνατον. καὶ γὰρ ἐν ταῖς μάχαις πολλάκις δῆλον γίγνεται ὅτι τό γε ἀποθανεῖν ἄν τις ἐκφύγοι καὶ ὅπλα ἀφεὶς καὶ ἐφ᾽ ἱκετείαν τραπόμενος τῶν διωκόντων· καὶ ἄλλαι μηχαναὶ πολλαί εἰσιν ἐν ἑκάστοις τοῖς κινδύνοις ὥστε διαφεύγειν θάνατον, ἐάν τις τολμᾷ πᾶν ποιεῖν καὶ λέγειν. ἀλλὰ μὴ οὐ τοῦτ᾽ ᾖ χαλεπόν, ὦ ἄνδρες, θάνατον ἐκφυγεῖν, ἀλλὰ πολὺ χαλεπώτερον
[39b] πονηρίαν· θᾶττον γὰρ θανάτου θεῖ. καὶ νῦν ἐγὼ μὲν ἅτε βραδὺς ὢν καὶ πρεσβύτης ὑπὸ τοῦ βραδυτέρου ἑάλων, οἱ δ᾽ ἐμοὶ κατήγοροι ἅτε δεινοὶ καὶ ὀξεῖς ὄντες ὑπὸ τοῦ θάττονος, τῆς κακίας. καὶ νῦν ἐγὼ μὲν ἄπειμι ὑφ᾽ ὑμῶν θανάτου δίκην ὀφλών, οὗτοι δ᾽ ὑπὸ τῆς ἀληθείας ὠφληκότες μοχθηρίαν καὶ ἀδικίαν. καὶ ἐγώ τε τῷ τιμήματι ἐμμένω καὶ οὗτοι. ταῦτα μέν που ἴσως οὕτως καὶ ἔδει σχεῖν, καὶ οἶμαι αὐτὰ μετρίως ἔχειν.
[39c] Τὸ δὲ δὴ μετὰ τοῦτο ἐπιθυμῶ ὑμῖν χρησμῳδῆσαι, ὦ καταψηφισάμενοί μου· καὶ γάρ εἰμι ἤδη ἐνταῦθα ἐν ᾧ μάλιστα ἄνθρωποι χρησμῳδοῦσιν, ὅταν μέλλωσιν ἀποθανεῖσθαι. φημὶ γάρ, ὦ ἄνδρες οἳ ἐμὲ ἀπεκτόνατε, τιμωρίαν ὑμῖν ἥξειν εὐθὺς μετὰ τὸν ἐμὸν θάνατον πολὺ χαλεπωτέραν νὴ Δία ἢ οἵαν ἐμὲ ἀπεκτόνατε· νῦν γὰρ τοῦτο εἴργασθε οἰόμενοι μὲν ἀπαλλάξεσθαι τοῦ διδόναι ἔλεγχον τοῦ βίου, τὸ δὲ ὑμῖν πολὺ ἐναντίον ἀποβήσεται, ὡς ἐγώ φημι. πλείους ἔσονται ὑμᾶς
[39d] οἱ ἐλέγχοντες, οὓς νῦν ἐγὼ κατεῖχον, ὑμεῖς δὲ οὐκ ᾐσθάνεσθε· καὶ χαλεπώτεροι ἔσονται ὅσῳ νεώτεροί εἰσιν, καὶ ὑμεῖς μᾶλλον ἀγανακτήσετε. εἰ γὰρ οἴεσθε ἀποκτείνοντες ἀνθρώπους ἐπισχήσειν τοῦ ὀνειδίζειν τινὰ ὑμῖν ὅτι οὐκ ὀρθῶς ζῆτε, οὐ καλῶς διανοεῖσθε· οὐ γάρ ἐσθ᾽ αὕτη ἡ ἀπαλλαγὴ οὔτε πάνυ δυνατὴ οὔτε καλή, ἀλλ᾽ ἐκείνη καὶ καλλίστη καὶ ῥᾴστη, μὴ τοὺς ἄλλους κολούειν ἀλλ᾽ ἑαυτὸν παρασκευάζειν ὅπως ἔσται ὡς βέλτιστος. ταῦτα μὲν οὖν ὑμῖν τοῖς
[39e] καταψηφισαμένοις μαντευσάμενος ἀπαλλάττομαι.

***
[38c] Για να μην περιμένετε λίγον καιρόν, ω άνδρες Αθηναίοι, εκείνοι που θέλουν και καλά να κατηγορούν την πόλη θα σας βγάλουν το όνομα και την κατηγορία πως θανατώσατε τον Σωκράτη, έναν σοφόν άνθρωπο· γιατί θα με πουν σοφό, και ας μην είμαι, όσοι θέλουν να σας κακολογήσουν. Αν περιμένατε όμως λίγο ακόμα, μόνο του θα σας ερχότανε το πράγμα· γιατί βλέπετε δα την ηλικία μου, πως είναι πια μακριά από τη ζωή και κοντά στον θάνατο. Και τα λέω, όχι
[38d] σε όλους εσάς, αλλά σ᾽ εκείνους που με καταδίκασαν σε θάνατο. Και λέω και αυτά ακόμα στους ίδιους τούτους. Ίσως θα φαντάζεσθε, ω άνθρωποι, πως εγώ την έπαθα, γιατί μου λείπανε τα λόγια με τα οποία θα σας έπειθα, αν νόμιζα πως έπρεπε να πω και να κάνω το καθετί, για να ξεφύγω την καταδίκη. Κάθε άλλο. Την έπαθα γιατί μου λείψανε όχι τα λόγια αλλά η τόλμη και η αναισχυντία, και γιατί δεν θέλησα να σας πω τέτοια πράγματα που θα σας ευχαριστούσαν να τ᾽ ακούσετε, και να θρηνώ και να δέρνομαι και
[38e] άλλα τέτοια να λέω και να κάνω πολλά και ανάξια για μένα, όπως σας είπα· πράγματα δηλαδή που είσθε συνηθισμένοι ν᾽ ακούτε από τους άλλους. Ούτε τότε όμως νόμισα πως για τον κίνδυνο του θανάτου έπρεπε να κάνω τίποτε ανελεύθερο, ούτε τώρα μεταμελούμαι, που έτσι απολογήθηκα, αλλά πολύ περισσότερο προτιμώ να πεθάνω με τέτοια απολογία, παρά να ζήσω με τον άλλο τρόπο· γιατί ούτε σε δίκη, ούτε σε πόλεμο, ούτ᾽ εγώ, ούτε κανείς άλλος πρέπει
[39a] τούτο να μηχανάται, πώς ν᾽ αποφύγει με κάθε τρόπο τον θάνατο· γιατί και στις μάχες πολλές φορές είναι φανερό πως μπορεί να ξεφύγει κανένας τον θάνατο πετώντας κάτω τα όπλα του και πέφτοντας στα γόνατα εκεινών που τον κυνηγούν· και άλλοι τρόποι είναι σε κάθε κίνδυνο να ξεφύγει κανένας τον θάνατο, αν έχει αποφασίσει να κάνει και να λέει το καθετί. Αλλά προσέξατε μήπως δεν είναι τούτο το δύσκολο, ω άνδρες Αθηναίοι, να ξεφύγει δηλαδή κανένας τον θάνατο· το δυσκολότερο είναι να ξεφύγει
[39b] την κακή πράξη· γιατί αυτή τρέχει πιο γρήγορα από τον θάνατο. Κι εγώ τώρα, σαν αργοκίνητος και γέρος που είμαι, πιάσθηκα από το πιο αργοκίνητο· οι κατήγοροί μου όμως, σαν πιο δυνατοί κι ευκολοκίνητοι, θα πιασθούν από το πιο γρήγορο, από την κακία. Και τώρα εγώ φεύγω για να ξεπληρώσω την ποινή του θανάτου που μου βάλατε, κι αυτοί εδώ για να ξεπληρώσουν την ποινή της μοχθηρίας και της αδικίας που τους έβαλε η αλήθεια. Κι εγώ μένω σταθερός στην ποινή μου και αυτοί. Ίσως έτσι έπρεπε να γίνουν τα πράγματα και φαντάζομαι πως σωστά έγιναν.
[39c] Έχω όμως επιθυμία να σας προφητεύσω τί θα γίνει ύστερ᾽ απ᾽ αυτά, ω σεις που με καταψηφίσατε· γιατί βρίσκομαι τώρα εδώ, στη στιγμή που οι άνθρωποι καλύτερα προφητεύουν, στη στιγμή που τους μέλλεται να πεθάνουν. Σας λέω λοιπόν, ω άνθρωποι που με θανατώσατε εμένα, πως ευθύς ύστερ᾽ από τον θάνατό μου, θα σας βρει τιμωρία, πολύ φοβερότερη, μά τον Δία, από εκείνη που μου δώσατε με τον θάνατό μου. Γιατί τώρα κάνετε αυτό που κάνετε, με την ιδέα πως θα γλιτώσετε να δίνετε λόγο για τη ζωή σας· σας λέω όμως πως αυτό θα σας βγει πολύ ενάντιο. Περισσότεροι τώρα θα βγουν να σας

[39d] τα ψάλουν, αυτοί που εγώ τους κρατούσα κι εσείς δεν το καταλαβαίνατε· και θα είναι φοβερότεροι, σαν πιο νέοι που είναι, και σεις τότε ακόμα περισσότερο θ᾽ αγανακτήσετε. Γιατί, αν νομίζετε πως με το να θανατώσετε ανθρώπους θα εμποδίσετε κανέναν να σας κακολογεί πως δεν ζείτε όπως πρέπει, δεν το συλλογίζεσθε καλά· γιατί αυτό το γλίτωμα ούτε πολύ δυνατό ούτε όμορφο είναι, αλλά ευκολότατο και ομορφότατο είναι όχι να εμποδίζει κανένας τους άλλους, μα ο ίδιος να κοιτάξει πώς να γίνει καλύτερος. Αφού σας προφήτευσα λοιπόν αυτά, εσάς που
[39e] με καταψηφίσατε, σας αφήνω.