Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ἰλιάς (16.46-16.100)

Ὣς φάτο λισσόμενος μέγα νήπιος· ἦ γὰρ ἔμελλεν
οἷ αὐτῷ θάνατόν τε κακὸν καὶ κῆρα λιτέσθαι.
τὸν δὲ μέγ᾽ ὀχθήσας προσέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς·
«ὤ μοι, διογενὲς Πατρόκλεες, οἷον ἔειπες·
50 οὔτε θεοπροπίης ἐμπάζομαι, ἥν τινα οἶδα,
οὔτε τί μοι πὰρ Ζηνὸς ἐπέφραδε πότνια μήτηρ·
ἀλλὰ τόδ᾽ αἰνὸν ἄχος κραδίην καὶ θυμὸν ἱκάνει,
ὁππότε δὴ τὸν ὁμοῖον ἀνὴρ ἐθέλῃσιν ἀμέρσαι
καὶ γέρας ἂψ ἀφελέσθαι, ὅ τε κράτεϊ προβεβήκῃ·
55 αἰνὸν ἄχος τό μοί ἐστιν, ἐπεὶ πάθον ἄλγεα θυμῷ.
κούρην ἣν ἄρα μοι γέρας ἔξελον υἷες Ἀχαιῶν,
δουρὶ δ᾽ ἐμῷ κτεάτισσα, πόλιν εὐτείχεα πέρσας,
τὴν ἂψ ἐκ χειρῶν ἕλετο κρείων Ἀγαμέμνων
Ἀτρεΐδης ὡς εἴ τιν᾽ ἀτίμητον μετανάστην.
60 ἀλλὰ τὰ μὲν προτετύχθαι ἐάσομεν· οὐδ᾽ ἄρα πως ἦν
ἀσπερχὲς κεχολῶσθαι ἐνὶ φρεσίν· ἤτοι ἔφην γε
οὐ πρὶν μηνιθμὸν καταπαυσέμεν, ἀλλ᾽ ὁπότ᾽ ἂν δὴ
νῆας ἐμὰς ἀφίκηται ἀϋτή τε πτόλεμός τε.
τύνη δ᾽ ὤμοιιν μὲν ἐμὰ κλυτὰ τεύχεα δῦθι,
65 ἄρχε δὲ Μυρμιδόνεσσι φιλοπτολέμοισι μάχεσθαι,
εἰ δὴ κυάνεον Τρώων νέφος ἀμφιβέβηκε
νηυσὶν ἐπικρατέως, οἱ δὲ ῥηγμῖνι θαλάσσης
κεκλίαται, χώρης ὀλίγην ἔτι μοῖραν ἔχοντες,
Ἀργεῖοι· Τρώων δὲ πόλις ἐπὶ πᾶσα βέβηκε
70 θάρσυνος· οὐ γὰρ ἐμῆς κόρυθος λεύσσουσι μέτωπον
ἐγγύθι λαμπομένης· τάχα κεν φεύγοντες ἐναύλους
πλήσειαν νεκύων, εἴ μοι κρείων Ἀγαμέμνων
ἤπια εἰδείη· νῦν δὲ στρατὸν ἀμφιμάχονται.
οὐ γὰρ Τυδεΐδεω Διομήδεος ἐν παλάμῃσι
75 μαίνεται ἐγχείη Δαναῶν ἀπὸ λοιγὸν ἀμῦναι·
οὐδέ πω Ἀτρεΐδεω ὀπὸς ἔκλυον αὐδήσαντος
ἐχθρῆς ἐκ κεφαλῆς· ἀλλ᾽ Ἕκτορος ἀνδροφόνοιο
Τρωσὶ κελεύοντος περιάγνυται, οἱ δ᾽ ἀλαλητῷ
πᾶν πεδίον κατέχουσι, μάχῃ νικῶντες Ἀχαιούς.
80 ἀλλὰ καὶ ὧς, Πάτροκλε, νεῶν ἄπο λοιγὸν ἀμύνων
ἔμπεσ᾽ ἐπικρατέως, μὴ δὴ πυρὸς αἰθομένοιο
νῆας ἐνιπρήσωσι, φίλον δ᾽ ἀπὸ νόστον ἕλωνται.
πείθεο δ᾽ ὥς τοι ἐγὼ μύθου τέλος ἐν φρεσὶ θείω,
ὡς ἄν μοι τιμὴν μεγάλην καὶ κῦδος ἄρηαι
85 πρὸς πάντων Δαναῶν, ἀτὰρ οἱ περικαλλέα κούρην
ἂψ ἀπονάσσωσιν, ποτὶ δ᾽ ἀγλαὰ δῶρα πόρωσιν.
ἐκ νηῶν ἐλάσας ἰέναι πάλιν· εἰ δέ κεν αὖ τοι
δώῃ κῦδος ἀρέσθαι ἐρίγδουπος πόσις Ἥρης,
μὴ σύ γ᾽ ἄνευθεν ἐμεῖο λιλαίεσθαι πολεμίζειν
90 Τρωσὶ φιλοπτολέμοισιν· ἀτιμότερον δέ με θήσεις·
μηδ᾽ ἐπαγαλλόμενος πολέμῳ καὶ δηϊοτῆτι,
Τρῶας ἐναιρόμενος, προτὶ Ἴλιον ἡγεμονεύειν,
μή τις ἀπ᾽ Οὐλύμποιο θεῶν αἰειγενετάων
ἐμβήῃ· μάλα τούς γε φιλεῖ ἑκάεργος Ἀπόλλων·
95 ἀλλὰ πάλιν τρωπᾶσθαι, ἐπὴν φάος ἐν νήεσσι
θήῃς, τοὺς δ᾽ ἔτ᾽ ἐᾶν πεδίον κάτα δηριάασθαι.
αἲ γάρ, Ζεῦ τε πάτερ καὶ Ἀθηναίη καὶ Ἄπολλον,
μήτε τις οὖν Τρώων θάνατον φύγοι, ὅσσοι ἔασι,
μήτε τις Ἀργείων, νῶϊν δ᾽ ἐκδῦμεν ὄλεθρον,
100 ὄφρ᾽ οἶοι Τροίης ἱερὰ κρήδεμνα λύωμεν.»

***
Παρακαλούσεν ο τυφλός ολόθερμα, και ωστόσο
παρακαλούσε θάνατον κακόν της κεφαλής του.
Και του ᾽πε μ᾽ αγανάκτησιν ο γρήγορος Πηλείδης:
«Πάτροκλε διογέννητε, οϊμέ, ποιον λόγον είπες!
50 μήτε χρησμόν λογιάζω εγώ, που να γνωρίζω, μήτε
λόγον μου έφερε η σεπτή μητέρ᾽ από τον Δία·
αλλ᾽ είναι τούτ᾽ οπού βαθιά πληγώνει την ψυχήν μου,
άνθρωπος του ομοίου του το γέρας να του πάρει
οπίσω, ότ᾽ είναι ανώτερος στην εξουσίαν μόνον·
55 με όσα ως τώρα υπόφερα και αυτόν τον πόνον έχω.
Την κόρην που μου διάλεξαν οι Αχαιοί βραβείον,
που εκείνην, όταν έριξα της χώρας της τα τείχη,
έχει αποκτήσ᾽ η λόγχη μου, μου επήρε τώρα οπίσω
ο Ατρείδης, ως ατίμητος να ήμουν εδώ ξένος.
60 Αλλ᾽ ό,τι εγίνη ας έγινε. Κι αιώνια να βαστάξει
δεν ημπορούσεν η χολή· τωόντι στον θυμόν μου
είπα, που δεν θα έπαυα, πριν στα δικά μου πλοία
της μάχης φθάσει ο βοητός και βρόντος του πολέμου·
αλλ᾽ έπαρε και ζώσου εσύ τα υπέρλαμπρ᾽ άρματά μου
65 και οδήγα τους ατρόμητους στην μάχην Μυρμιδόνας
ότι από Τρώας σύγνεφο κατάμαυρο έχει ζώσει
τες πρύμνες όλες κι οι Αχαιοί σπρωχθήκαν στης θαλάσσης
την άκρην άκρην και κρατούν ακόμη ολίγον τόπον.
Και όλη των Τρώων έπεσεν επάνω τους η πόλις,
70 ξέθαρροι, οπού του κράνους μου το μέτωπο να λάμπει
κοντά δεν βλέπουν· και γοργά θα φεύγαν να γεμίσουν
νεκροί τους λάκκους, αν σ᾽ εμέ ήταν ο Ατρείδης πράος·
και τώρα ιδού πώς τον στρατόν εζώσαν τ᾽ άρματά τους.
Διότι από τον όλεθρον τους Δαναούς να σώσει
75 η λόγχη πλέον δεν λυσσά στο χέρι του Τυδείδη,
ουδέ του Ατρείδη ακούω πλια το μισητό μου στόμα,
αλλά του Έκτορος βροντά φωνή, του ανθρωποφόνου,
το πρόσταγμα εις τους Τρώας του, που όλην την πεδιάδα
πλημμύρισαν και με βοήν συντρίβουν τους Αργείους.
80 Αλλ᾽ όμως πέσ᾽ απάνω τους, ω Πάτροκλε ανδρειωμένε,
πρόφθασε πριν αδάμαστην βάλουν φωτιά στα πλοία
και κόψουν την επιστροφήν στην ποθητήν πατρίδα.
Και όλον τον λόγον που θα ειπώ βάλε στον νουν και πείθου·
να λάβω δόξαν και τιμήν απ᾽ όλους τους Αργείους
85 θα κάμεις και την όμορφην να μου αποδώσουν κόρην,
με δώρ᾽ ακόμα υπέρλαμπρα· και αφού μακράν των πλοίων
τους διώξεις, γύρε παρευθύς· κι εάν θελήσεις δόξαν
να σου χαρίσει ο βροντητής, μη συ επιθυμήσεις
χωρίς εμέ ν᾽ αγωνισθείς με τ᾽ ανδρειωμένα πλήθη
90 των Τρώων· και αδοξότερον θενά με καταστήσεις·
μη στου πολέμου την φωτιάν και στην σφαγήν των Τρώων
μεθύσεις και ως την Ίλιον με θάρρος προχωρήσεις,
μη κάποιος απ᾽ τον Όλυμπον θεός εμπεί στην μάχην,
ότι πολύ τους αγαπά ο μακροβόλος Φοίβος.
95 Αλλ᾽ άμα φέρεις άνεσιν στες πρύμνες στρέψε οπίσω
ευθύς, κι εκείνοι ας πολεμούν κατόπι στην πεδιάδα.
Δία πατέρα, και Αθηνά, και Απόλλων, χάρισέ μας
κανείς από τον θάνατον να μη σωθεί των Τρώων
μηδέ κανείς των Αχαιών, να μείνομεν οι δύο
100 και μόνοι εμείς να ρίξομε τα τείχ᾽ ιερά της Τροίας».

Παιδιά του πολέμου – Τα παιδιά μιας άλλης πραγματικότητας

Τα ψυχικά τραύματα της παιδικής ηλικίας χαράζονται για πάντα στην μνήμη…

Σε περίπτωση πολέμου γεννιούνται παιδιά που:
– Δεν γνωρίζουν τι θα πει ειρήνη…
– Δεν γνωρίζουν πώς είναι να παίζεις στην αυλή του σπιτιού, χωρίς φόβο…
– Δεν γνωρίζουν την παιδική ανεμελιά…

Η απώλεια έγινε η νέα πραγματικότητα…

Εκείνα τα παιδιά που γνώρισαν την ασφάλεια της ειρήνης, έρχονται αντιμέτωπα με την απώλεια, σε πολλαπλές διαστάσεις π.χ. σχολικό περιβάλλον, φίλοι, ασφάλεια, σταθερότητα, πένθος. Σε έκθεση της UNICEF αναφέρεται ότι τα παιδιά που γεννιούνται σε εμπόλεμη κατάσταση μεγαλώνουν πρόωρα, καθώς ένα στα δέκα αναγκάζεται να εργαστεί, ενώ το 40% των παιδιών στερούνται της βασικής εκπαίδευσης.

Ο φόβος έχει τραγικές συνέπειες…

Σύμφωνα με τους ψυχολόγους ερευνητές, η συνεχόμενη κατάσταση φόβου και αγωνίας που επικρατεί π.χ. με τους βομβαρδισμούς κατά την διάρκεια ενός πολέμου, δημιουργεί την αντίδραση «μάχης ή φυγής», που αποτελεί άμυνα του ανθρώπινου οργανισμού, προκειμένου να προστατευτεί από μια απειλή.

Στην περίπτωση του πολέμου, φτάνει στο σημείο να εξελίσσεται ως τοξικό στρες, που ενδεχομένως να έχει μακροπρόθεσμες επιπλοκές σε θέματα υγείας.

Προγεννητικές επιπτώσεις του πολέμου στο παιδί

Καθώς η μητέρα βρίσκεται σε διαρκή αλληλεπίδραση με το έμβρυο, η αρνητική συναισθηματική της κατάσταση, που προκαλείται από στρεσσογόνες συνθήκες κατά την διάρκεια της κύησης, έχει αρνητικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη του παιδιού μετά την βρεφική περίοδο π.χ. ανάπτυξη μαθησιακών δυσκολιών.

Η διεθνής φιλανθρωπική οργάνωση Save the Children, σε έκθεσή της για τα παιδιά του πολέμου, υποστηρίζει ότι παιδιά 12 ετών παρουσιάζουν αυτοκαταστροφικές τάσεις -π.χ. χρήση ουσιών ή αυτοκτονικές τάσεις, ως διέξοδο από την φρίκη του πολέμου. Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, ένα στα τέσσερα παιδιά κινδυνεύει να εμφανίσει κυρίως Σύνδρομο μετατραυματικού στρες, κατάθλιψη, επιθετική συμπεριφορά, ψυχοσωματικά συμπτώματα, διαταραχές στην ομιλία και την ενούρηση.

Αντίστοιχα, μια άλλη έρευνα, με επικεφαλής τον Σέρμιν Γιάλιν Σαπμάζ και την ομάδα συνεργατών του, που αφορούσε στις ψυχικές διαταραχές, των προσφυγόπουλων πολέμου, ηλικίας 5-18 ετών, σε δείγμα 89 παιδιών, έδειξε ότι ένα σημαντικό ποσοστό των παιδιών διαγνώστηκαν με διαταραχή άγχους, κατάθλιψη, ψυχολογικό τραύμα, Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), ενώ ένα μικρότερο ποσοστό πληρούσε τα κριτήρια για νοητική καθυστέρηση και αυτιστικό φάσμα.

Οι ψυχολογικές επιπτώσεις καθορίζονται από το βαθμό του ψυχολογικού τραύματος

Το τοξικό άγχος, τα τραυματικά γεγονότα, μπορεί να διαταράξουν την ομαλή ανάπτυξη του εγκέφαλου -π.χ. γνωστική και νοητική λειτουργία, καθιστώντας τα παιδιά επιρρεπή στην εκδήλωση ψυχολογικών διαταραχών κατά την ενηλικίωσή τους.

Τα ψυχικά τραύματα κατά την διάρκεια της παιδικής ηλικίας σημαδεύουν στον πυρήνα της ανθρώπινης προσωπικότητας και δύσκολα επουλώνονται επαρκώς, χωρίς την βοήθεια ειδικού…

Αλήθεια, ποιος είναι αυτός που μπορεί να δώσει εξηγήσεις στις αθώες ψυχές που σημαδεύτηκαν για πάντα, στο τι εστί δίκαιο και τι άδικο και στο γιατί βιώνουν την φρικαλεότητα του πολέμου;

Αμυνόμενοι μέσα από τον έλεγχο

Η αίσθηση ανημποριάς είναι δύσκολη και οδυνηρή. Είναι φυσικό να κάνουμε προσπάθειες να αποκτήσουμε τον έλεγχο των περιστάσεων για να την περιορίσουμε. Στις πολιτείες που πλήττονται από τυφώνες οι κάτοικοι χτίζουν συνήθως υπόγεια καταφύγια.

Οι κάτοικοι της Καλιφόρνιας έχουν έτοιμα βαλιτσάκια πρώτων βοηθειών για τους σεισμούς και στη Λουϊζιάνα έχουν φτιάξει αναχώματα ως προστασία από τις πλημμύρες.

Κάνουμε ό,τι μπορούμε για να ελέγξουμε το απρόβλεπτο περιβάλλον μας, αλλά στην πραγματικότητα είμαστε πιο ευάλωτοι από όσο θέλουμε να παραδεχτούμε.

Οι περισσότεροι από μας δυσκολευόμαστε να ζήσουμε με αυτή την επίγνωση. Δεν γίνεται να περνάμε κάθε λεπτό της ζωής μας γνωρίζοντας ότι δεν ελέγχουμε τίποτα, ανίκανοι να προβλέψουμε τι μας περιμένει. Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους θέλουμε τη ρουτίνα, τις καθημερινές διαδικασίες, ενώ μας ανακουφίζει η επανάληψη διαφόρων συνηθειών.

Η επανάληψη και η παράδοση μας βοηθούν να νιώσουμε ότι έχουμε κάποια πιθανότητα να προβλέψουμε αυτό που έπεται. Μια τακτική ζωή αποτελεί παρηγοριά απέναντι σε ένα απρόβλεπτο και ανεξέλεγκτο σύμπαν.

Η τάξη, η επανάληψη και η παράδοση είναι υγιείς αμυντικοί μηχανισμοί - μικρά ψέματα που λέμε στον εαυτό μας για να αντιμετωπίσουμε το υπαρξιακό άγχος απέναντι σε έναν απρόβλεπτο κόσμο. Αν όμως αυτοί οι μηχανισμοί φτάσουν στα άκρα, δημιουργούνται αντίστοιχα προβλήματα.

Ορισμένοι άνθρωποι πιάνονται από τις επαναληπτικές συμπεριφορές τόσο αμετάκλητα και χωρίς σκέψη, που αφαιρούν από τη ζωή τους κάθε συναισθηματική ζωτικότητα.

Οι επονομαζόμενοι «εμμονικοί με την τάξη» διαχειρίζονται το άγχος τους ασκώντας εκτενή έλεγχο στο περιβάλλον τους, πράγμα που συχνά κουράζει αυτούς που βρίσκονται γύρω τους.

Τα άτομα που πασχίζουν να αποκτήσουν έλεγχο μέσω ψυχαναγκαστικών συνηθειών και τελετουργικών ουσιαστικά βασανίζονται.

Μερικές φορές αυτό που βρίσκουμε ανυπόφορο είναι το απρόβλεπτο των συναισθημάτων μας - γιατί τα νιώθουμε, τι τα προκαλεί, πόσο θα διαρκέσουν.

Οι αιτίες για παράδειγμα πίσω από τον αυτοτραυματισμό είναι εξαιρετικά πολύπλοκες, τον χρησιμοποιούσαν ως μια προσπάθεια να ελέγξουν τον πόνο.

«Αν χαράξω το δέρμα μου εδώ και τώρα, υπαγορεύω εγώ πότε θα γίνει και πώς θα αισθανθώ. Θα κρατήσει όσο θέλω εγώ.»

Όπως όλοι οι αμυντικοί μηχανισμοί, ο έλεγχος μπορεί να μας βοηθήσει να διαχειριστούμε τα ανυπόφορα συναισθήματα, όμως όταν γίνεται υπερβολικός ή ενσωματώνεται στον χαρακτήρα μας, δημιουργεί νέα προβλήματα.

Έλεγχος και εξάρτηση

Κάθε φορά που ξεκινάμε μια σχέση οποιουδήποτε είδους, το άλλο πρόσωπο αρχίζει να έχει σημασία για μας και συνεπώς μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο που νιώθουμε. Όταν ερωτευόμαστε, δίνουμε στον άλλον την τρομερή δύναμη να μας πληγώσει. Ένας φίλος μπορεί να μας στεναχωρήσει με την αδιάφορη ή αναίσθητη συμπεριφορά του.

Ακόμη και σε μια επαγγελματική σχέση, όπως αυτή με τον εργοδότη μας, μπορεί να δημιουργηθούν οδυνηρά συναισθήματα εντελώς έξω από τον έλεγχό μας.

Ένας από τους λόγους για τους οποίους παντρευόμαστε είναι για να αποκτήσουμε μια αίσθηση πρόβλεψης και ελέγχου απέναντι στα τρομακτικά συναισθήματα, όπως η ζήλια ή ο φόβος της εγκατάλειψης.

Τώρα, αν σκεφτούμε το υψηλό ποσοστό των διαζυγίων και το πόσο βραχύβιοι είναι οι γάμοι πλέον, θα δούμε ότι η αίσθηση της πρόβλεψης είναι μάλλον αυταπάτη, Κι όμως οι περισσότεροι τη λαχταρούν.

Βεβαίως στην ανάγκη μας να παντρευτούμε παίζουν ρόλο και άλλοι παράγοντες, συναισθηματικοί και βιολογικοί, αλλά η επιθυμία για έναν σταθερό δεσμό που θα αντιστέκεται στην αβεβαιότητα είναι καθοριστική.

Η επιθυμία μας να πιστέψουμε ότι είμαστε σημαντικοί για κάποιον άλλο -σύζυγο, φίλο, συνεργάτη- είναι κάτι φυσικό. Όμως η ακραία μορφή αυτής της επιθυμίας, η ανάγκη της απόλυτης βεβαιότητας, οδηγεί σε αυτό που ονομάζουμε χειρισμό ή κτητικότητα.

Ο ζηλότυπος σύζυγος που απαιτεί να γνωρίζει κάθε λεπτομέρεια στο πρόγραμμα της γυναίκας του.

Ο διευθυντής χωρίς αυτοπεποίθηση που προσπαθεί να ελέγξει τι κάνουν οι υπάλληλοί του κάθε στιγμή.

Η φίλη που θέλει να σας έχει μόνο δικιά της, να γνωρίζει τα πάντα για τη ζωή σας και να συμμετέχει σε ό,τι σας αφορά.

Με άλλα λόγια, όταν η ανάγκη ή η επιθυμία μας για άλλους ανθρώπους μάς κάνει να νιώθουμε απελπιστικά ανήμποροι, τότε επιδιώκουμε να τους ελέγξουμε.

Αόρατος έλεγχος

Όλοι έχουμε γνωρίσει αυταρχικούς ανθρώπους που απαιτούν να ασκούν έλεγχο στους γύρω τους, υπάρχουν όμως και άλλα είδη ελέγχου που δεν είναι εύκολο να τα αναγνωρίσουμε.

Ορισμένοι άνδρες και γυναίκες επιδιώκουν να ελέγχουν τους συντρόφους τους μέσω της ανημπόριας τους. Παρόλο που φαίνονται ανίκανοι και με πολλές ανάγκες, έχουν συχνά μια παραγνωρισμένη φαντασίωση ότι χειρίζονται τους συντρόφους τους.

Μπορεί να πιστεύουν ασυνείδητα ότι μέσω της στάσης του αβοήθητου, την οποία υιοθετούν, αναγκάζουν τον άλλον να αναλάβει τον ρόλο του φροντιστή και ότι μπορούν να τον χειραγωγήσουν, ώστε να τους παρέχει αυτό που χρειάζονται, συνήθως συναισθηματική ή οικονομική στήριξη.

Με άλλα λόγια, κάποιος που φαίνεται τρομερά αβοήθητος και γεμάτος ανάγκες συχνά δεν αντέχει την πραγματική εξάρτηση περισσότερο από αυτόν που προσπαθεί να ελέγξει τους πάντες. Και οι δύο αμύνονται απέναντι στην επίγνωση της εξάρτησης, μόνο που το κάνουν με διαφορετικούς τρόπους: ο ένας μέσω ενεργητικού ελέγχου, ο άλλος μέσω μιας αόρατης απόπειρας να χειραγωγήσει και έτσι να αποκτήσει τον έλεγχο.

Άνδρες και γυναίκες που μοιάζουν ανήμποροι σαν παιδάκια μπορεί να πιστεύουν ασυνείδητα ότι κινούν τα νήματα και χειρίζονται τους ανθρώπους γύρω τους σαν μαριονέτες.

Μήπως ξεχνάτε να κάνετε τις δουλειές του σπιτιού, με την κρυφή ελπίδα ότι θα τις κάνει κάποιος άλλος; Αυτή η ίδια δυναμική βρίσκεται πολλές φορές και πίσω από την αναβλητικότητα, η ελπίδα δηλαδή ότι, αν αναβάλετε αρκετά μια δουλειά, θα βρεθεί κάποιος άλλος να την κάνει.

Μήπως αγνοείτε επερχόμενες οικονομικές δυσκολίες για τόσο μεγάλο διάστημα, ώστε όταν έρχεται η ώρα να τις αντιμετωπίσετε ζητάτε από τους γονείς σας να σας ξελασπώσουν;

Ο άνδρας που δεν καταφέρνει να κρατήσει το διαμέρισμά του καθαρό τρέφει συχνά τη φαντασίωση ότι θα έρθει η μαμά του να συμμαζέψει κι ότι αν περιμένει αρκετά, θα την αναγκάσει να έρθει. Προσοχή, δεν μιλάω για κάποιον που δεν έχει πρόβλημα να ζει σε αχούρι.

Παρατηρήστε προσεκτικά τι κρύβεται πίσω από τη φαινομενική ανημποριά και κατά πάσα πιθανότητα θα βρείτε έλλειψη ανοχής της πραγματικής ανάγκης και κρυφές φαντασιώσεις εξαναγκασμού και χειρισμού.

Το ανεπαρκές «Εγώ» και ο φόβος της αγάπης

Οι περισσότεροι είναι απόγονοι «τεμαχισμένων» ανθρώπων (δηλαδή γονέων που μεγάλωσαν μέσα από μια διαστρεβλωμένη έννοια αγάπης από τους δικούς τους γονείς).

Κυρίως γι' αυτό τον λόγο, μαθαίνουμε συνήθως ποιοί «είμαστε» μέσα από τον προβληματικό τρόπο που διαπραγματευόμαστε τις σχέσεις μας με τους άλλους, μέσα από τις συγκεχυμένες συναισθηματικές μας εκδηλώσεις και συμπεριφορές.

Βιώνουμε δηλαδή τελικά το «Εγώ» μας ως μια «ακατάστατη» και ανώριμη οντότητα που μοιάζει να είναι ατελής, τραυματισμένη, και διασπασμένη σε πολλά κομμάτια. Μια οντότητα που δεν είναι σε καμία περίπτωση ικανή να κουμαντάρει με επιτυχία το πλήθος των απαιτήσεων της καθημερινότητας των σχέσεων μας με τους άλλους.

Επειδή ακριβώς –και στον βαθμό που- ταυτιζόμαστε μ' αυτήν την ελλειμματική ψυχική δομή (το «Εγώ»), πολύ συχνά βιώνουμε συναισθήματα κενού, ματαίωσης, απουσίας νοήματος, έντονο ψυχικό πόνο, επίπονες εσωτερικές συγκρούσεις, κι αναποφασιστικότητα.

Αυτή η βαθιά πεποίθηση της ψυχικής μας αδυναμίας συνήθως μας οδηγεί σε συναισθηματική ευαλωτότητα, σε κρίσεις ενοχής, οργής, κι επιθετικότητας, που, κατά περίπτωση, στρέφονται εναντίον των ατόμων με τα οποία σχετιζόμαστε, ή εναντίον αυτού που συνηθίζουμε να τον/ την αποκαλούμε «εαυτό» μας.

Εύλογα κάποιος θα μπορούσε να συμπαιράνει σ'αυτό το σημείο, ότι μια τέτοια ψυχική αναστάτωση έχει σαν λογικό επακόλουθο ο άνθρωπος που την βιώνει να μην μπορεί ούτε να δώσει , αλλά και ούτε να πάρει αγάπη.

Πράγματι, η ίδια η αίσθηση τις προσωπικής μας ανεπάρκειας –την οποία όπως είπαμε την βιώνουμε ως αποτέλεσμα της ταύτισής μας με ένα ελλειμματικό κι ανώριμο «Εγώ»- είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για την αδυναμία μας να δεχτούμε την αγάπη, και στην συνέχεια να την προσφέρουμε στους άλλους!

Κι ο λόγος είναι ότι, κατ' αρχάς, η ίδια η παθολογική ψυχική κατασκευή (το «Εγώ»), με την οποία έχουμε ταυτιστεί, υπάρχει ως αποτέλεσμα της πλήρους, ή της μερικής απουσίας της αγάπης! Αυτό το παραμορφωμένο και –στην καλύτερη περίπτωση- ελλιπέστατο "κατασκευαστικό" υλικό, η μαμά και ο μπαμπάς το ονομάσανε «γονεϊκή αγάπη», μας το προσφέρανε, κι εμείς –ως παιδιά- το δεχτήκαμε επειδή το χρειαζόμασταν τότε κατεπειγόντως αφού σ' αυτό έπρεπε να στηρίξουμε την σωματική και ψυχική μας αυτο-οργάνωση.

Αυτό όμως που, στην πραγματικότητα, χρειαζόμασταν ως βρέφη και παιδιά, και φυσικά τώρα, ως ενήλικες, είναι αυτό που δεν λάβαμε ποτέ: την αγάπη στην αυτούσια, ανόθευτη μορφή της, όχι στην κακέκτυπη και κακοποιητική της διάσταση.

Κατά δεύτερο λόγο, η βιωμένη στη ζωή μας, και  –γι' αυτό- αδιάσειστη πεποίθηση της ανεπάρκειας του «Εγώ» να αγαπήσει και να αγαπηθεί, ως δική μας ανεπάρκεια και αδυναμία, έχει ως αποτέλεσμα να μοιάζει στα μάτια μας οποιαδήποτε πρόθεση για προσφορά αγάπης, ως άκρως επίφοβη και απειλητική, αφού η «αγάπη» έχει βιωθεί, στην καλύτερη περίπτωση, ως «υπό όρους ανταλλαγή» (π.χ. θα σ' αγαπώ μόνο εάν μου κάνεις τα χατίρια, αν είσαι καλό παιδί, κ.ο.κ.), και, στην χειρότερη, ως επιθετική ενέργεια εναντίον μας (π.χ. θα φας ξύλο, πλήγωσες την μητέρα σου που σ' αγαπάει τόσο πολύ..., κ.ο.κ).

Δηλαδή, ουσιαστικά γαλουχόμαστε από τα πρώτα μας κιόλας βήματα σ' αυτόν τον κόσμο στον «φόβο της αγάπης»...!

Υπό αυτήν την έννοια, τίποτα δεν μας τρομάζει περισσότερο από την πιθανότητα να αγαπηθούμε!...

Απ' την μια, κανείς μας δεν θέλει να κακοποιηθεί, ή να χρησιμοποιηθεί στο πλαίσιο μια στενής σχέσης, με το πρόσχημα της «αγάπης». Κι απ' την άλλη πάλι, ταυτιζόμενοι με ένα τόσο ανεπαρκές «Εγώ», μας είναι πάρα πολύ δύσκολο στο βάθος της συνείδησής μας να δεχτούμε ότι αξίζουμε κάποιος να μας αγαπήσει γι' αυτό που –νομίζουμε ότι- είμαστε.

Πως λειτουργεί η θετική σκέψη

Η θετική σκέψη είναι μια έννοια ευρέως χρησιμοποιούμενη, που όπως όλες οι έννοιες έχει…κάποια ιδιαίτερη έννοια για τον καθένα μας.

Μερικοί πιστεύουν ότι είναι συνώνυμο της υπεραισιοδοξίας, άλλοι της αισιοδοξίας, άλλοι της πίστης, άλλοι της αυτοπεποίθησης, άλλοι της ουτοπίας, άλλοι της δύναμης κτλ.

Οι περισσότεροι όμως συμφωνούν ότι έχει εκπληκτικά αποτελέσματα στην ζωή μας.

Η θετική μας σκέψη, ως αντίδραση σε ένα συγκεκριμένο γεγονός, μπορεί να είναι διαφορετική για τον καθένα μας, ανάλογα με τον τρόπο σκέψης που έχουμε υιοθετήσει. Για παράδειγμα, όταν ψάχνουμε τα θετικά μιας αρνητικής κατάστασης(«ουδέν κακό, αμιγές καλού») καθένας μας μπορεί να αναφέρει διαφορετικά πράγματα. Βρίσκοντας τα στοιχεία που εμείς θεωρούμε θετικά σε μια αρνητική κατάσταση, μπορούμε στην συνέχεια να εστιαστούμε σε αυτά και να δράσουμε αναλόγως. Αν καταφέρουμε να το κάνουμε αυτό, βοηθάμε τον εαυτό μας να ξεπεράσει ευκολότερα την αρνητική κατάσταση, να ξεκολλήσει από το παρελθόν, να αισθανθεί καλύτερα και να δράσει πιο αποτελεσματικά για ένα καλύτερο μέλλον.

Στην ουσία έχοντας θετική σκέψη, ανοίγουμε την πόρτα στα θετικά συναισθήματα, τα οποία μας βοηθούν να διευρύνουμε τον ορίζοντα της σκέψης μας και τις επιλογές μας, με αποτέλεσμα να νιώθουμε δυνατότεροι και να αντιμετωπίζουμε τις καταστάσεις με αποτελεσματικό και θετικό τρόπο, ώστε να έχουμε και θετική έκβαση. Για τον λόγο αυτό ισχύει η ευρέως χρησιμοποιούμενη ρήση: «δεν έχει σημασία τι σου συμβαίνει αλλά πως το αντιμετωπίζεις»!

Για παράδειγμα, η απώλεια της εργασίας μας, μπορεί να αποβεί καταστροφική για μερικούς από μας, οι οποίοι θα βυθιστούμε στην θλίψη και την απογοήτευση και για κάποιους άλλους από εμάς να αποδειχτεί ότι καλύτερο θα μπορούσε να μας συμβεί, καθώς εστιαστήκαμε στα θετικά της κατάστασης και εξερευνήσαμε τις επιλογές μας: να αναδείξουμε τα ταλέντα μας, να πιάσουμε μια καλύτερη δουλειά, να ανοίξουμε μια δική μας δουλειά, ή να κάνουμε οτιδήποτε άλλο θέλαμε, τώρα που είχαμε χρόνο, όπως να έρθουμε πιο κοντά με τα παιδιά μας κτλ. Το γεγονός ήταν το ίδιο για όλους μας : χάσαμε την δουλειά μας. Ο τρόπος όμως που αντιμετωπίσαμε το γεγονός, έκανε την διαφορά. Αυτό που μερικοί μπορεί να ονομάζουμε τύχη, τις περισσότερες φορές οφείλεται στην θετική αντιμετώπιση των καταστάσεων.

Η θετική αντιμετώπιση των καταστάσεων προϋποθέτει την θετική σκέψη. Για να είναι αποτελεσματική η θετική σκέψη πρέπει να συνοδεύεται από θετικά συναισθήματα. Αν η θετική σκέψη, μας προκαλεί δυσάρεστα συναισθήματα, ή αισθανόμαστε ότι μας στρεσάρει το γεγονός ότι πρέπει να βρούμε απαραιτήτως τα θετικά μια άσχημης κατάστασης, τότε η θετική σκέψη δεν λειτουργεί, γιατί πολύ απλά δεν είναι η δική μας σκέψη, αλλά μια επιβαλλόμενη σκέψη.

Η θετική σκέψη για να λειτουργήσει πρέπει να είναι δική μας, ή να την ασπαζόμαστε πλήρως, ώστε να μας δημιουργεί θετικά συναισθήματα. Αν προσπαθούμε να επιβάλλουμε στον εαυτό μας έναν θετικό τρόπο σκέψης, που όμως δεν μας ταιριάζει και δεν μας δημιουργεί θετικά συναισθήματα, τότε η «υποτιθέμενη θετική μας σκέψη», δεν λειτουργεί και το καταλαβαίνουμε, γιατί δεν νιώθουμε θετικά. Έχει παρατηρηθεί ότι η πίεση να σκεφτούμε θετικά μπορεί να φέρει το αντίθετο αποτέλεσμα, αν μας στρεσάρει, γιατί η αποτελεσματικότητα της θετικής σκέψης κρύβεται στην γνησιότητα της! Μόνο η γνήσια, η δική μας θετική σκέψη μπορεί να μας προκαλέσει θετικά συναισθήματα. Η επιβαλλόμενη ή η ψεύτικη θετική σκέψη μπορεί να μας κάνει ακόμη και να αγανακτήσουμε, επειδή δεν καταφέρνουμε τίποτα, όσο «θετικά» και αν σκεφτούμε.

Δεν μπορούμε με τίποτα να κοροϊδέψουμε τον εαυτό μας, με επιφανειακά θετικές σκέψεις, όταν βαθιά μέσα μας έχει ριζώσει η αμφιβολία και το άγχος. Κριτήριο για το αν η θετική σκέψη μας είναι γνήσια και ειλικρινής είναι τα συναισθήματα μας. Όταν νιώθουμε καλά και θετικά, τότε η θετική μας σκέψη είναι γνήσια και θα μας βοηθήσει. Όταν δεν νιώθουμε καλά, τότε η θετική μας σκέψη δεν είναι γνήσια και δεν θα καταφέρει να μας βοηθήσει.

Για το λόγο αυτό, πρέπει πρώτα να εστιαστούμε στον γενικότερο τρόπο σκέψης που έχουμε και να προσπαθήσουμε να τον αλλάξουμε, εάν βλέπουμε ότι δεν φέρνει αποτελέσματα ή είναι σε γενικές γραμμές αρνητικός και στην συνέχεια να προσπαθήσουμε να εστιαστούμε στα θετικά στοιχεία των γεγονότων και να προχωρήσουμε με γνήσια πλέον θετική σκέψη.

Για παράδειγμα, αν πιστεύουμε ότι τα όλα τα σκυλιά είναι επικίνδυνα και θα μας επιτεθούν, τότε δεν είναι δυνατόν συναντώντας ένα σκυλί στον δρόμο μας να σκεφτούμε πραγματικά θετικά για την κατάσταση αυτή! Βαθιά μέσα μας ο φόβος θα καθορίσει την αντίδρασή μας και η θετική σκέψη θα «πάει περίπατο»! Η θετική σκέψη δεν λειτούργησε, γιατί δεν ήταν γνήσια, δεν μας προκάλεσε θετικά συναισθήματα, αλλά φοβόμασταν!

Συμπερασματικά, η θετική σκέψη για να λειτουργήσει θετικά, θα πρέπει να είναι γνήσια. Κριτήριο της γνησιότητας της, είναι τα συναισθήματα μας. Αν λοιπόν δυσκολευόμαστε να σκεφτούμε θετικά για κάτι, ας μην πιέζουμε τον εαυτό μας να το κάνει. Είναι προτιμότερο να ασχοληθούμε με τον γενικότερο τρόπο σκέψη μας για το θέμα και να συλλέξουμε όσο περισσότερα στοιχεία γίνεται για το θέμα αυτό και να δουλέψουμε με τον εαυτό μας, να τον αγαπήσουμε, πριν του επιβάλλουμε την επιφανειακά θετική σκέψη, η οποία δεν συνοδεύεται από θετικά συναισθήματα και αψηφά τα προσωπικά μας όρια.

Η γνήσια θετική σκέψη προκαλεί θετικά συναισθήματα, τα οποία μας βοηθούν να έχουμε θετική γλώσσα σώματος και να δρούμε θετικά, εκπέμποντας θετική ενέργεια, η οποία διαχέεται στο περιβάλλον μας και το επηρεάζει θετικά, με αποτέλεσμα να μας συμβαίνουν θετικά γεγονότα! Τα θετικά γεγονότα καταγράφονται στο υποσυνείδητο μας ως θετικές εμπειρίες με αποτέλεσμα να επηρεάζουν θετικά τον τρόπο σκέψης μας, για παρόμοιες καταστάσεις. Με τον τρόπο αυτό αυξάνεται η αρχική θετική μας σκέψη για τις καταστάσεις αυτές, τα θετικά μας συναισθήματα γίνονται πιο έντονα και βαθιά, με αποτέλεσμα η γλώσσα του σώματος μας να είναι ακόμη πιο θετική και η θετική μας ενέργεια πιο ισχυρή επηρεάζοντας το περιβάλλον όλο και πιο θετικά, επιτυγχάνοντας ακόμη περισσότερα θετικά γεγονότα!

Όσο πιο πολλές φορές καταφέρνουμε κάτι θετικό, τόσο περισσότερο η θετική μας σκέψη δυναμώνει και τα έντονα θετικά συναισθήματα μετατρέπονται σιγά- σιγά σε πίστη στον εαυτό μας, σε αγάπη για τον εαυτό μας και σε δύναμη! Τότε, η θετική ενέργεια μας πλημμυρίζει και νιώθουμε ικανοί να καταφέρουμε τα πάντα! Η γνήσια θετική σκέψη, λοιπόν μας δίνει δύναμη να δράσουμε και ιδέες για να πετύχουμε!

Η σωστή επικοινωνία είναι το πιο δυνατό διεγερτικό

Ζούμε σε ένα κόσμο όπου έχουμε πρόσβαση σε (σχεδόν) τα πάντα με το πάτημα ενός κουμπιού. Είμαστε τόσο καλομαθημένοι στη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, που έχουμε τις ίδιες απαιτήσεις και από τις κοινωνικές μας σχέσεις. Θέλουμε κάποιον τη στιγμή που τον/την θέλουμε, και όταν δεν θέλουμε, απλά δεν. Στο μυαλό μας έχουν όλα και όλοι αποκτήσει μια αναλώσιμη διάσταση και προσπαθούμε όλο και λιγότερο με κάθε γενιά για επιτυχημένες σχέσεις.

Στη σύγχρονη εποχή αναζητάμε λύσεις για τα προβλήματα μας – αυτά που συχνά οι ίδιοι μας δημιουργούμε – σε άλλους: σε βιβλία αυτοβελτίωσης, σεμινάρια εμβάθυνσης σκέψης, σε συμβούλους ζωής, γκουρού, οποιοσδήποτε μπορεί φαινομενικά να μας πει μερικές σοφές ρήσεις που πιστεύουμε πως μαγικά θα μας αφαιρέσουν το βάρος των ανησυχιών μας. Το βασικότερο πρόβλημα επίκειται όμως στο ότι ψάχνουμε κάποιον άλλον να διαχειριστεί τα θέματα μας, και δεν κοιτάμε εμείς τι κάνουμε πραγματικά για αυτό. Η εύκολη λύση είναι πάντα ο παράδρομος, και η αποφυγή της ουσίας.

Το ίδιο κάνουμε και με τις ανθρώπινες σχέσεις. Δημιουργούμε προσδοκίες για το πώς θα θέλαμε οι άλλοι να είναι απέναντι μας, και έπειτα τους κατηγορούμε που απέτυχαν να τις εκπληρώσουν.

Καθώς μεγαλώνουμε και ωριμάζουμε όμως, αυτός ο φαύλος κύκλος στον οποίο περιπλεκόμαστε γίνεται κουραστικός. Και οι ανοχές μας μειώνονται με το χρόνο. Καταλήγουμε να αποφασίζουμε όλο και πιο γρήγορα και πιο δικαστικά για το ποιους θέλουμε να έχουμε δίπλα μας, και ποιους πιστεύουμε πως θα συμβάλλουν θετικά στη ζωή μας. Φτάνουμε να γνωρίζουμε καλύτερα τι δεν θέλουμε από το τι θέλουμε.

Και αντιλαμβανόμαστε πως αυτό που λείπει στις σύγχρονες σχέσεις είναι το βάθος. Σε όλες τις πτυχές. Το να μπορείς να μιλάς στον άλλον για οτιδήποτε και να νιώθεις πως σε καταλαβαίνει, να μπορεί να αντιληφθεί πέρα από το ‘τίποτα’ που του λες ότι έχεις όταν κάτι συμβαίνει, να μπορείς να επικοινωνείς χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια και δίχως πολλές λέξεις. Γιατί η σωστή επικοινωνία με κάποιον είναι να βλέπεις πέρα από αυτό που σου δείχνει ή επιχειρεί να κρύψει. Είναι το να μπορείς να διακρίνεις στις λεπτομέρειες πόσο μοιάζετε, να ξεφτιλίζεστε από το ποτό μια νύχτα αλλά να συμπάσχετε στον πρωινό καφέ το επόμενο πρωί, να μοιράζεστε τις πιο απόκρυφες σας σκέψεις και καημούς αλλά και να κάθεστε παρέα σιωπηλά απολαμβάνοντας μια ταινία ή ένα γεύμα.

Αλλά κυρίως το να μη φοβάσαι να μιλήσεις, κι ας σε κρίνει με τον πιο σκληρό τρόπο, θα ξέρεις πως είναι για το καλό σου γιατί αυτό θέλει – να είσαι ευτυχισμένη και καλά. Οι σωστές σχέσεις σε βοηθούν να γίνεις δυνατότερος, με περίσσια αυτοπεποίθηση, με αυτογνωσία, και σίγουρα πιο χαρούμενος. Και με τους κατάλληλους ανθρώπους αυτό έρχεται φυσικά, χωρίς ζόρι, χωρίς ταλαιπωρία. Σου εμπνέουν εμπιστοσύνη και νιώθεις την ελευθερία να τους λες τα πάντα όχι επειδή πρέπει, αλλά επειδή το θες.

Όσους περισσότερους ανθρώπους γνωρίζουμε στη ζωή μας, τόσο περισσότερο αντιλαμβανόμαστε την αξία της (σωστής) επικοινωνίας. Γιατί κι αυτό πλέον σπανίζει. Το να μπορεί ο άλλος να σε αγγίζει στο μυαλό, να ακουμπάει τις σκέψεις σου, και να αγκαλιάζει τους προβληματισμούς σου, αυτό – η απόλυτη σύζευξη δυο μυαλών – είναι ίσως το πιο ισχυρό διεγερτικό.

Hermann Hesse: Μα σήμερα ήταν νέος

Πού θα με πάει ακόμα ο δρόμος μου; Είναι ένας δρόμος τρελός, γεμάτος στροφές, ίσως να ‘ναι ένας κύκλος. Ας πηγαίνει όπου θέλει, εγώ θα τον ακολουθήσω.

Ένιωθε το υπέροχο σκίρτημά της στο στήθος του.

«Τι σε κάνει» ρωτούσε την καρδιά του, «να είσαι τόσο χαρούμενη»; Είναι μήπως απ’ τον πολύωρο ωραίο ύπνο, που μου έκανε καλό; Ή μήπως επειδή ξέφυγα, επειδή η φυγή μου είναι οριστική κι εγώ επιτέλους είμαι πάλι ελεύθερος, σαν παιδί κάτω απ’ τον ουρανό; Ω πόσο καλό είναι να έχεις ξεφύγει, να έχεις ελευθερωθεί! Πόσο καθαρός και όμορφος είναι εδώ ο αέρας, πόσο καλό μου κάνει να τον ανασαίνω! Αυτά που δραπετεύοντας άφησα πίσω μου, μύριζαν όλα αλοιφές, μπαχαρικά, κρασί νωθρότητα και κορεσμό. Πόσο μισούσα τον κόσμο των πλουσίων, των ασώτων και των παιχτών! Πόσο μίσησα τον εαυτό μου που έμεινα τόσο καιρό στον φριχτό εκείνο κόσμο! Πόσο μίσησα τον εαυτό μου, πόσο τον λήστεψα, τον δηλητηρίασα, τον βασάνισα, πόσο γέρο και κακό τον έκανα! Όχι, ποτέ πια δε θα πιστέψω, όπως έκανα κάποτε, με τόση ευχαρίστηση, πως ο Σιντάρτα είναι σοφός! Όμως τώρα έκανα καλά, είμαι ικανοποιημένος, πρέπει να παινέψω τον εαυτό μου που έβαλα ένα τέλος σ’ εκείνο το μίσος απέναντι σ’ εμένα τον ίδιο, σ’ εκείνη την ανόητη κι έρημη ζωή! Είσαι αξιέπαινος, Σιντάρτα, μετά από τόσα χρόνια ανοησίας κάτι σε φώτισε, έκανες κάτι, άκουσες το πουλί να κελαηδάει στο στήθος σου και το ακολούθησες!

Έτσι επαινούσε τον εαυτό του, χαιρότανε μαζί του, κι άκουγε γεμάτος περιέργεια το στομάχι του να γουργουρίζει από την πείνα. Ένιωθε πως τον τελευταίο καιρό, τις τελευταίες μέρες, είχε γευτεί τον πόνο και την αθλιότητα ως το τέλος, ως την απελπισία και το θάνατο. Ήταν καλά έτσι. Θα μπορούσε να είχε μείνει κοντά στον Καμασβάμι πολύ καιρό ακόμη, να κερδίζει χρήματα, να τα σπαταλάει, να γεμίζει την κοιλιά του αφήνοντας την ψυχή του να πεθαίνει από τη δίψα, θα μπορούσε να είχε μείνει για πολύ σ’ εκείνη τη γλυκιά και παραγεμισμένη κόλαση αν δεν είχε έρθει η στιγμή της απόλυτης απελπισίας και τη απόγνωσης, εκείνη η έσχατη στιγμή που κρεμασμένος πάνω απ’ τα νερά που κυλούσαν, ήταν έτοιμος να σκοτωθεί. Είχε νιώσει την απελπισία, εκείνη τη βαθύτατη αηδία που δεν κατάφερε να τον καταστρέψει, και το πουλί, η χαρούμενη πηγή και η φωνή μέσα του ήταν ακόμη ζωντανά -γι’ αυτό ένιωσε τόση χαρά, γι’ αυτό γελούσε κι έλαμπε το πρόσωπό του κάτω από το γκρίζα του μαλλιά.

«Είναι καλό» σκέφτηκε, «να δοκιμάζει κανείς μόνος του ό,τι είναι ανάγκη να μάθει. Οι απολαύσεις του κόσμου και τα πλούτη δεν είναι καλά πράγματα, αυτό το είχα μάθει από παιδί. Το ήξερα πολύ καιρό, τώρα το έζησα κιόλας. Το ξέρω όχι μονάχα με το νου αλλά και με τα μάτια, με την καρδιά, με το στομάχι μου. Κι είμαι ευτυχισμένος που το ξέρω!

Σκεφτόταν πολλή ώρα τη μεταμόρφωσή του, αφουγκραζόταν το πουλάκι να κελαηδάει από χαρά. Δεν είχε πεθάνει μέσα του, δεν είχε νιώσει το θάνατό του; Όχι, κάτι άλλο είχε πεθάνει. Κάτι που επιθυμούσε από καιρό το θάνατο. Δεν ήταν εκείνο που ήθελε να σκοτώσει κάποτε, στα φλογερά χρόνια που είχε ζήσει σαν ασκητής: Δεν ήταν το Εγώ του, το μικρό, φοβισμένο και περήφανο Εγώ του, που τόσα χρόνια το πάλευε κι εκείνο πάντα τον νικούσε, που πάντα αναγεννιόταν μετά από κάθε θανάτωσή του, που απαγόρευε τη χαρά κι ένιωθε φόβο; Δεν ήταν αυτό που βρήκε επιτέλους το θάνατο, εδώ, στο δάσος, πλάι σε τούτο το όμορφο ποτάμι; Χάρη σ’ αυτό το θάνατο δεν ήταν τώρα σαν παιδί, άφοβος, γεμάτος εμπιστοσύνη και χαρά;

Τώρα, καταλάβαινε ο Σιντάτρα γιατί είχε παλέψει μάταια με το Εγώ του, όταν ήταν βραχμάνος. Τον εμπόδιζαν η πολλή γνώση και οι πολλοί ιεροί στίχοι, οι πολλοί κανόνες των θυσιών, ο υπερβολικός ασκητισμός και, η υπέρμετρη προσπάθεια! Ήταν γεμάτος έπαρση, πάντα ο εξυπνότερος, πάντα ο επιμελέστερος, πάντα ένα βήμα πιο μπροστά απ’ τους άλλους, ο γνώστης και πνευματικός άνθρωπος, πάντα ιερέας ή σοφός. Μέσα στην ιεροσύνη, την έπαρση, μες στην πνευματικότητα είχε τρυπώσει το Εγώ του, καθόταν εκεί και μεγάλωνε, ενώ εκείνος πίστευε ότι το νεκρώνει με τη νηστεία και τον ασκητισμό. Τώρα το έβλεπε και καταλάβαινε πως η μυστική φωνή είχε δίκιο, πως κανένας δάσκαλος δε θα μπορούσε να τον λυτρώσει . Γι’ αυτό έπρεπε να βγει στον κόσμο, να χαθεί μέσα στις ηδονές και τη δύναμη, στη γυναίκα και το χρήμα, έπρεπε να γίνει έμπορος και παίχτης των ζαριών, πότης και πλεονέκτης, ώσπου ο ιερέας κι ο σαμάνος να πεθάνουν μέσα του. Έπρεπε να υποφέρει εκείνα τα φριχτά χρόνια, την αηδία, το κενό, τον παραλογισμό μιας έρημης και χαμένης ζωής, ως το τέλος, ως την πικρή απόγνωση, ώσπου να μπορέσει να πεθάνει κι ο φιλήδονος, ο άπληστος Σιντάρτα. Είχε πεθάνει, ένας νέος Σιντάρτα ξύπνησε απ’ τον ύπνο. Κι αυτός θα γερνούσε, κι αυτός θα ‘πρεπε να πεθάνει κάποτε, εφήμερος ήταν ο Σιντάρτα, κάθε μορφή είναι εφήμερη. Μα σήμερα ήταν νέος, ήταν παιδί, ο καινούριος Σιντάρτα – κι ήταν γεμάτος χαρά.

ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ, ΣΙΝΤΑΡΤΑ

Η τέχνη της κωμωδίας επιτυγχάνει βαθειά διείσδυση στην κοινωνική συνείδηση

Στην πραγματεία του το ευφυολόγημα και η σχέση του με το ασυνείδητο (1905) ο Φρόυντ έγραφε: «Ο αστεϊσμός μας επιτρέπει να αξιοποιήσουμε κάποιο καταγέλαστο στοιχείο του αντιπάλου μας το οποίο θα ήταν αδύνατον να θίξουμε ευθέως ή συνειδητά, ένεκα κωλυμάτων που μεσολαβούν». Με το πρόσχημα της χαριτολογίας, συνέχιζε, τα επικριτικά μας μηνύματα «δύνανται να αποσπάσουν την προσοχή του ακροατή σε βαθμό που θα ήταν ανεπίτευκτος με διαφορετικό τρόπο… [και γι’ αυτό] το ευφυολόγημα προτιμάται ιδιαιτέρως κατά την επίκριση επιφανών προσώπων».

Έστω κι έτσι, όμως, κωμική μεταχείριση δεν επιδέχονται όλοι οι διαπρεπείς. Σπάνια γελάμε μ’ ένα γιατρό που καταγίνεται με μια σημαντική χειρουργική επέμβαση. Μπορεί ωστόσο να γελάσουμε μαζί του αν, ύστερ’ από την εγχείριση, γυρίζει σπίτι του και κάνει το σπουδαίο στη σύζυγο και στις κόρες του, μιλώντας τους με στομφώδη ορολογία. Γελάμε με το αδικαιολόγητο και με το δυσανάλογο.

Γελάμε με τους βασιλιάδες που έχουν υπερβολικά μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους σε σχέση με την αληθινή τους αξία, γελάμε σε βάρος αυτών που ισχυροποιούνται χωρίς να γίνονται καλύτεροι. Γελάμε με τους φορείς γοήτρου που έχουν ξεχάσει την ανθρωπιά τους και κάνουν κατάχρηση των προνομίων τους. Περιγελάμε, και μέσω του γέλιου μας επικρίνουμε, τις κατάφωρες ενδείξεις αδικίας και υπερβολής.

Στα χέρια των καλύτερων κωμικών, επομένως, το γέλιο αποκτά ηθική σκοπιμότητα· αξιοποιούν το αστείο για να μας παρακινήσουν να αλλάξουμε χαρακτήρα ή συνήθειες. Το ευφυολόγημα είναι ένας τρόπος να σκιαγραφηθεί αδρά κάποιο πολιτικό ιδεώδες, να δημιουργηθεί ένας κόσμος πιο δίκαιος, πιο λογικός. Όπως έλεγε και ο Σάμιουελ Τζόνσον, η σάτιρα δεν είναι παρά μία ακόμη μέθοδος, και μάλιστα ιδιαίτερα αποδοτική, προς «επίπληξιν της μωρίας και της αφροσύνης», ενώ σύμφωνα και με τον Τζον Ντράυντεν, «αληθής σκοπός της σάτιρας είναι η αναμόρφωσις των ελαττωμάτων».

Η αναδίφηση της Ιστορίας αποκαλύπτει ότι ανέκαθεν κυκλοφορούσαν αστεία που προέτρεπαν τους ισχυρούς να διορθώσουν τα ελαττώματά τους και να αποσείσουν την υποκρισία ή την ατιμία τους.

Πολύ λίγοι είναι παθιασμένοι

Οι περισσότεροι δείχνουμε πάθος μόνο για ένα πράγμα, τον έρωτα ειδάλλως, υποφέρουμε παθιασμένα και πασχίζουμε να βρούμε λύση στην οδύνη μας. Όμως εγώ χρησιμοποιώ τη λέξη «πάθος» με τη σημασία της κατάστασης του νου, μιας κατάστασης της ύπαρξης, μιας κατάστασης του εσωτερικού πυρήνα σας, αν υπάρχει τέτοιο πράγμα, ο οποίος αισθάνεται πολύ έντονα, ο οποίος είναι εξαιρετικά ευαίσθητος – ευαίσθητος τόσο στη βρόμα, στην εξαθλίωση, στη φτώχεια και στον τεράστιο πλούτο και διαφθορά, όσο και στην ομορφιά ενός δέντρου, ενός πουλιού, της ροής του νερού και της λιμνούλας που καθρεφτίζει τον βραδινό ουρανό. Είναι απαραίτητο να τα νιώθει κανείς όλα αυτά έντονα, δυνατά. Διότι χωρίς πάθος η ζωή είναι άδεια, ρηχή και άνευ ιδιαίτερου νοήματος. Αν δεν μπορείτε να δείτε την ομορφιά ενός δέντρου και να αγαπήσετε το δέντρο, αν δεν τρέφετε έντονα αισθήματα γι’ αυτό, τότε δεν ζείτε.

Μη φοβάστε τη λέξη «πάθος». Τα περισσότερα θρησκευτικά βιβλία, οι περισσότεροι γκουρού, οι σουάμι, οι ηγέτες και οι υπόλοιποι αυτού του κύκλου λένε: «Μην έχετε πάθη». Μα αν δεν έχετε πάθος, πώς είναι δυνατόν να είστε ευαίσθητοι στην ασχήμια, στην ομορφιά, στο θρόισμα των φύλλων, στο ηλιοβασίλεμα, σε ένα χαμόγελο, σε ένα κλάμα; Πώς είναι δυνατόν να είστε ευαίσθητοι δίχως να αισθάνεστε πάθος, στο οποίο ενυπάρχει η εγκατάλειψη;

Κύριοι, σας παρακαλώ, ακούστε με και μη ρωτάτε πώς θα αποκτήσετε πάθος. Ξέρω ότι είστε όλοι σας αρκετά παθιασμένοι για να βρείτε μια καλή δουλειά, για να μισείτε έναν άμοιρο τύπο ή για να ζηλεύετε έναν άλλον όμως, μιλώ για κάτι εντελώς διαφορετικό, για το πάθος που αγαπά.

Μονάχα ο νους που μαθαίνει είναι πολύ παθιασμένος. Δεν χρησιμοποιούμε τη λέξη «πάθος» με τη σημασία της αυξημένης απόλαυσης αλλά ως μιας κατάστασης του νου, στην οποία ο νους συνεχώς μαθαίνει κι επομένως είναι συνεχώς ενθουσιώδης, ζωντανός, κινούμενος, δραστήριος, δυναμικός, νέος και άρα παθιασμένος. Πολύ λίγοι είμαστε παθιασμένοι. Έχουμε σαρκικές απολαύσεις -λαγνεία, τέρψη-, ωστόσο οι περισσότεροι δεν έχουμε συναίσθηση του πάθους. Δίχως πάθος, με την ευρεία έννοια ή σημασία της λέξης, πώς θα μάθετε, πώς θα ανακαλύψετε καινούργια πράγματα, πώς θα διερευνήσετε, πώς θα προφτάσετε την κίνηση της διερεύνησης;

Κι ο νους που είναι πολύ παθιασμένος βρίσκεται μονίμως σε κίνδυνο. Ίσως οι περισσότεροι, ασυνείδητα, έχουμε επίγνωση του παθιασμένου νου που μαθαίνει και άρα δρα, και απο τυγχάνει ασυνείδητα και μάλλον αυτός είναι ένας απ’ τους λόγους που δεν είμαστε ποτέ παθιασμένοι. Είμαστε ευυπόληπτοι, συμμορφωνόμαστε. Δεχόμαστε, υπακούμε. Έχουμε την υπόληψη, το καθήκον κι όλες τις υπόλοιπες λέξεις που χρησιμοποιούμε για να καταπνίξουμε την πράξη της μάθησης.

Τούτη η πράξη της μάθησης, είπαμε, είναι πειθαρχία. Τούτη η πειθαρχία δεν ενέχει κανενός είδους συμμόρφωση και άρα καμιά καταπίεση, διότι όταν μαθαίνετε τα αισθήματά σας, τον θυμό σας, τις ερωτικές ορέξεις σας και άλλα πράγματα, δεν δημιουργούνται οι ευκαιρίες να τα καταστείλετε, δεν δημιουργούνται οι ευκαιρίες να ενδώσετε. Κι αυτό είναι από τα δυσκολότερα πράγματα που πρέπει να κάνουμε, διότι όλες οι παραδόσεις μας, ολόκληρο το παρελθόν μας, η μνήμη, οι συνήθειες, έβαλαν τον νου σε μια πεπατημένη, κι εμείς την ακολουθούμε εύκολα και δεν θέλουμε να ξεφύγουμε με κανέναν τρόπο από αυτή. Επομένως, για τους περισσότερους η πειθαρχία αφορά απλώς τη συμμόρφωση, την καταστολή, τη μίμηση, οι οποίες οδηγούν εντέλει σε μια ευυπόληπτη ζωή – αν είναι έστω και λίγο ζωή. Ένας άνθρωπος που εγκλωβίζεται στο πλαίσιο της ευυποληψίας, της καταστολής, της μίμησης, της συμμόρφωσης δεν ζει και ό,τι έμαθε, ό,τι απέκτησε αποτελεί μια προσαρμογή σε ένα πρότυπο. Και η πειθαρχία που επέδειξε τον κατέστρεψε.

Ερευνητές κατασκευάζουν φύλλο γραφένιου με μαγνητικές ιδιότητες

Το γραφένιο, ένα φύλλο πάχους ενός μόνο ατόμου άνθρακα, που συνδέεται με άλλα σε μια διευθέτηση τέτοια ώστε να σχηματίζουν εξαγωνικό πλέγμα. Eίναι ένα από τα πλέον πολυσυζητημένα υλικά με πολλές επιθυμητές ιδιότητες, δυστυχώς εκτός από μια: τον μαγνητισμό. Μπορεί αυτό το υλικό να αποκτήσει και αυτή την ιδιότητα; Επιστήμονες κατάφεραν να προκαλέσουν μαγνητισμό με εμπλουτισμό του γραφενίου με μαγνητικές προσμίξεις, αλλά αυτός ο εμπλουτισμός τείνει να διαταράξει τις ηλεκτρονικές του ιδιότητες.

Τώρα μια ομάδα φυσικών στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, Riverside, βρήκαν έναν έξυπνο τρόπο να προκαλέσουν μαγνητισμό στο γραφένιο, διατηρώντας, επίσης, τις ηλεκτρονικές του ιδιότητες. Το κατάφεραν φέρνοντας ένα φύλλο γραφένιου πολύ κοντά σε ένα μαγνητικό μονωτή, ένα ηλεκτρικό μονωτή με μαγνητικές ιδιότητες και δημοσίευσαν τα αποτελέσματα στο online Physical Review Letters αυτού του μήνα.

«Είναι η πρώτη φορά που το γραφένιο έγινε μαγνητικό με αυτό τον τρόπο», δήλωσε ο Jing Shi, καθηγητής φυσικής και αστρονομίας, του οποίου το εργαστήριο καθοδηγεί την έρευνα. «Το μαγνητικό γραφένιο αποκτά νέες ηλεκτρονικές ιδιότητες, έτσι ώστε να μπορούν να προκύπτουν νέα κβαντικά φαινόμενα. Αυτές οι ιδιότητες μπορούν να οδηγήσουν σε νέες ηλεκτρονικές συσκευές οι οποίες είναι πιο ισχυρές και πολύ-λειτουργικές».

Καθώς στα ολοκληρωμένα κυκλώματα των υπολογιστών το ηλεκτρονικό spin χρησιμοποιείται για την αποθήκευση δεδομένων, η νέα ιδιότητα που δημιούργησαν οι επιστήμονες στο γραφένιο, αυξάνει τη δυναμική για την χρήση του στους υπολογιστές. Ο Shi και η ομάδα του χρησιμοποίησαν ως μαγνητικό μονωτή ένα φεριμαγνητικό υλικό με θερμοκρασία Curie 550 βαθμοί Κέλβιν, ένα γρανάτη με ύττριο και σίδηρο, που αναπτύχθηκε στο εργαστήριο με μια ειδική μέθοδο (laser molecular beam epitaxy-MBE). Οι ερευνητές τοποθέτησαν ένα φύλλο γραφενίου, μονής στρώσης, σε ένα ατομικά ομαλό στρώμα του γρανάτη. Βρήκαν ότι ο γρανάτης μαγνήτιζε το φύλλο γραφενίου. Με άλλα λόγια το γραφένιο απλά δανείζεται τις μαγνητικές ιδιότητες από τον γρανάτη.

Μαγνητικές ουσίες όπως ο σίδηρος τείνουν να ανακατεύονται με την ηλεκτρική αγωγιμότητα του γραφένιου. Οι ερευνητές απέφυγαν αυτές τις ουσίες και επέλεξαν τον γρανάτη με ύττριο και σίδηρο επειδή γνώριζαν ότι λειτουργούσε ως ηλεκτρικός μονωτής, πράγμα που σήμαινε ότι δεν θα μπορούσε να διαταράξει τις ηλεκτρικές ιδιότητες μεταφοράς του γραφένιου. Μη εμπλουτίζοντας το φύλλο του γραφένιου, αλλά απλά τοποθετώντας το επάνω σε ένα στρώμα γρανάτη, σιγουρεύτηκαν ότι οι εξαιρετικές ηλεκτρικές ιδιότητες μεταφοράς του γραφένιου παρέμειναν αμετάβλητες.

Στο πείραμά τους, ο Shi και η ομάδα του, εξέθεσαν το γραφένιο σε ένα εξωτερικό μαγνητικό πεδίο. Βρήκαν ότι το δυναμικό Hall (μια διαφορά δυναμικού σε κάθετη διεύθυνση στη ροή του ρεύματος) του γραφένιου, εξαρτάται γραμμικά με το μαγνητισμό του γρανάτη (ένα φαινόμενο γνωστό ως ανώμαλο φαινόμενο Hall, που εμφανίζεται σε μαγνητικά υλικά όπως σίδηρος και κοβάλτιο). Αυτό ακριβώς επιβεβαίωσε ότι το φύλλο του γραφένιου είχε μετατραπεί σε μαγνητικό υλικό.

Ο φόβος του θανάτου η επιβεβαίωση της ζωής

Ο φόβος ότι μπορεί να χάσουμε τ’ αποκτήματά μας είναι αναπόφευκτη συνέπεια ενός αισθήματος ασφάλειας που στηρίζεται σ’ αυτά που έχουμε. Θα ήθελα να προχωρήσω αυτή τη σκέψη λίγο περισσότερο.

Μπορεί να καταφέρουμε να μη δεθούμε με την ιδιοκτησία κι έτσι να μη φοβόμαστε ότι θα τη χάσουμε. Αλλά τι γίνεται με το φόβο μήπως χάσουμε την ίδια τη ζωή —το φόβο του θανάτου; Αυτός ο φόβος υπάρχει μόνο στους γέρους ή τους άρρωστους; Ή όλοι φοβούνται το θάνατο; Μήπως το γεγονός ότι μια μέρα θα πεθάνουμε διαποτίζει ολόκληρη τη ζωή μας; Μήπως ο φόβος του θανάτου γίνεται πιο έντονος και πιο συνειδητός μονάχα όταν φτάνουμε στην άκρη της ζωής, είτε από γηρατειά είτε από αρρώστια;

Χρειαζόμαστε πλατιές και συστηματικές μελέτες από ψυχαναλυτές που θα ερευνήσουν αυτό το φαινόμενο από την παιδική ηλικία ως τα γεράματα και θ’ αντιμετωπίσουν τόσο τις ασυνείδητες όσο και τις συνειδητές εκδηλώσεις του φόβου του θανάτου. Αυτές οι μελέτες δε χρειάζεται να περιοριστούν σε ατομικές περιπτώσεις: μπορούν να εξετάζουν μεγάλες ομάδες, χρησιμοποιώντας τις σύγχρονες μεθόδους της κοινωνιοψυχανάλυσης. Μια και τέτοιες μελέτες δεν υπάρχουν τώρα, θα πρέπει να βγάλουμε μερικά δοκιμαστικά συμπεράσματα από πολλά σκόρπια στοιχεία.

Ίσως το πιο σημαντικό στοιχείο είναι η βαθιά χαραγμένη επιθυμία για αθανασία, που εκδηλώνεται μέσα από τις πολλές τελετουργίες και δοξασίες που έχουν σαν σκοπό τη διατήρηση του ανθρώπινου σώματος. Από την άλλη μεριά, η σύγχρονη, ειδικά η αμερικανική, άρνηση του θανάτου με την «ωραιοποίηση» του σώματος φανερώνει το ίδιο καθαρά την καταπίεση του φόβου του θανάτου με το καμουφλάρισμά του.

Υπάρχει μονάχα ένας τρόπος —αυτός που δίδαξαν ο Βούδας, οι Στωικοί, ο Meister Eckhart— για να ξεπεράσουμε πραγματικά το φόβο του θανάτου: αυτός ο τρόπος είναι να μη γαντζωνόμαστε στη ζωή, να μην αισθανόμαστε τη ζωή σαν κτήμα μας.

Ο φόβος του θανάτου δεν είναι στην πραγματικότητα αυτό που μοιάζει να είναι, ο φόβος δηλαδή ότι, θα πάψουμε να ζούμε. Ο θάνατος δε μας αφορά, είπε ο Επίκουρος, «γιατί όσο υπάρχουμε ο θάνατος δεν είναι ακόμα εδώ: αλλά όταν ο θάνατος είναι εδώ εμείς δεν υπάρχουμε πια» (Διογένης ο Λαέρτιος).

Βέβαια, μπορεί να έχουμε το φόβο ότι θα υποφέρουμε και θα πονέσουμε πριν πεθάνουμε, αλλά αυτός ο φόβος είναι διαφορετικός από το φόβο του θανάτου. Γιατί ενώ έτσι ο φόβος του θανάτου μοιάζει παράλογος, αν η ζωή βιώνεται σαν απόκτημα δεν είναι καθόλου παράλογος. Τότε ο φόβος δεν είναι για το θάνατο, αλλά γιατί χάνω αυτό που έχω: είναι ο φόβος ότι χάνω το σώμα μου, το εγώ μου, την περιουσία μου και την ταυτότητά μου · είναι ο φόβος ν’ αντιμετωπίσω την άβυσσο της μη ταυτότητας, το να χαθώ.

Στο μέτρο που ζούμε για να έχουμε, αναγκαστικά φοβόμαστε το θάνατο. Καμιά λογική εξήγηση δε θα μας απαλλάξει απ’ αυτό το φόβο. Αλλά μπορεί να ελαττωθεί, ακόμα και την ώρα του θανάτου, όταν διεκδικήσουμε ξανά το δεσμό μας με τη ζωή, όταν ανταποκριθούμε στην αγάπη των άλλων, που θα ξυπνήσει τη δική μας αγάπη.

Η προσπάθεια ν’ αποβάλουμε το φόβο του θανάτου δεν πρέπει ν’ αρχίσει σαν προετοιμασία για τον ίδιο το θάνατο, αλλά σαν μια προσπάθεια να εξαφανίσουμε το έχει και ν’ αναπτύξουμε το είναι. Όπως λέει ο Spinoza, οι σοφοί σκέφτονται τη ζωή και όχι το θάνατο.

Οι οδηγίες για το πώς να πεθάνουμε είναι ακριβώς οι ίδιες για το πώς να ζήσουμε. Όσο πιο πολύ ελευθερωνόμαστε από την επιθυμία για κατοχή σε όλες της τις μορφές, και ειδικά από την εγωμανία μας, τόσο πιο αδύνατος γίνεται ο φόβος του θανάτου, αφού δεν υπάρχει πια τίποτα να χάσουμε.

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της

6.2. Ιερά και ναοί κατά το δεύτερο μισό του 5ου αιώνα π.Χ.

6.2.1. Ο ναός της Αθηνάς Νίκης και το Ερέχθειο στην Ακρόπολη


Η αποπεράτωση του Παρθενώνα το 432 π.Χ. και η διακοπή σχεδόν ταυτόχρονα των εργασιών στα Προπύλαια λίγο πριν την ολοκλήρωσή τους, την οποία επέβαλε πιθανότατα η έναρξη του Πελοποννησιακού Πολέμου (βλ. κεφ. 5, ενότητα 5.2.1), δεν έβαλε οριστικά τέλος στην ανοικοδόμηση των ιερών της αθηναϊκής Ακρόπολης που είχε προγραμματίσει ο Περικλής, την καθυστέρησε όμως αρκετά. Οι εργασίες ξανάρχισαν στα χρόνια της ειρήνης του Νικία (421-415 π.Χ.), όταν οι εχθροπραξίες σταμάτησαν προσωρινά. Τότε χτίστηκε επάνω σε έναν πύργο που δεσπόζει στη νότια πλευρά της δυτικής εισόδου της Ακρόπολης, δίπλα στα Προπύλαια, ο ναός της Αθηνάς Νίκης. Το άγαλμα της Αθηνάς Νίκης είχε αρχαΐζουσα τεχνοτροπία, όπως φαίνεται από απεικονίσεις του σε ανάγλυφα. Ο Παυσανίας ονομάζει τη θεά Άπτερο Νίκη, επειδή δεν είχε φτερά, αντίθετα με τη θεά Νίκη που εικονίζεται πάντα φτερωτή. Ο πύργος ήταν χώρος λατρείας ήδη από τα αρχαϊκά χρόνια, όπως δείχνει η παρουσία στην κορυφή του βωμού αναθημάτων (που ήταν κυρίως πήλινα ειδώλια) ήδη από τα πρώιμα αρχαϊκά χρόνια. Αργότερα (άγνωστο αν στα υστεροαρχαϊκά χρόνια ή μετά τους Περσικούς Πολέμους) χτίστηκε ένας πολύ μικρός πώρινος ναός.

Στο πλαίσιο του νέου σχεδιασμού της μνημειακής δυτικής εισόδου της Ακρόπολης είχε προβλεφθεί και η αναδιαμόρφωση του ιερού της Αθηνάς Νίκης στην κορυφή του πύργου. Από μια επιγραφή μαθαίνουμε ότι η αρχιτεκτονική μελέτη και ο σχεδιασμός του ναού ανατέθηκε στον αρχιτέκτονα Καλλικράτη, που είχε συνεργαστεί με τον Ικτίνο για την κατασκευή του Παρθενώνα. Είναι πιθανό ότι το σχέδιο εκπονήθηκε ταυτόχρονα με εκείνο των Προπυλαίων, αλλά η εκτέλεσή του αναβλήθηκε όταν άρχισε ο Πελοποννησιακός Πόλεμος. Ο μικρών διαστάσεων ναός (8,27 m x 5,64 m) είναι αμφιπρόστυλος ιωνικού ρυθμού με τέσσερις μονολιθικούς κίονες σε καθεμία από τις στενές πλευρές, την ανατολική και τη δυτική. Στον θριγκό, επάνω από το ιωνικό επιστύλιο με τις τρεις ταινίες, υπάρχει μια ζωφόρος (μεγάλο μέρος της βρίσκεται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο) που εικονίζει στην ανατολική πλευρά μια συγκέντρωση των θεών του Ολύμπου και στις τρεις άλλες μάχες Ελλήνων εναντίον Περσών και Ελλήνων εναντίον Ελλήνων. Είναι σαφές ότι οι Αθηναίοι θέλησαν να απαθανατίσουν εδώ τα πολεμικά κατορθώματα που δόξασαν την πόλη τους στο πρόσφατο παρελθόν, δηλαδή τους Περσικούς Πολέμους και τις νίκες τους εναντίον των Πελοποννησίων και των Βοιωτών. Στο ανατολικό αέτωμα εικονιζόταν η Γιγαντομαχία, όπως συμπέρανε ο Γιώργος Δεσπίνης από τις λίγες μορφές που σώζονται αποσπασματικά. Από την παράσταση του δυτικού αετώματος δεν σώζεται τίποτε, είναι όμως λογικό να υποθέσουμε ότι εικόνιζε την αττική Αμαζονομαχία, γιατί, σύμφωνα με τον μύθο, οι Αμαζόνες επιτέθηκαν στην Ακρόπολη ακριβώς από αυτή την πλευρά. Στις τρεις απότομες πλευρές του πύργου τοποθετήθηκε για την προστασία των επισκεπτών ένα συνεχές μαρμάρινο θωρακείο (παραπέτο) με σιδερένια κιγκλιδώματα. Η εξωτερική πλευρά του θωρακείου διακοσμήθηκε με ανάγλυφες παραστάσεις φτερωτών Νικών, που στολίζουν τρόπαια και θυσιάζουν ταύρους στην Αθηνά. Ο γλυπτός διάκοσμος του ναού της Αθηνάς Νίκης και το θωρακείου του πύργου μπορεί να χρονολογηθεί, όπως και ο ίδιος ο ναός, στη σύντομη περίοδο της ειρήνης του Νικία (421-415 π.Χ.) και είναι από τα ωραιότερα παραδείγματα του «πλούσιου ρυθμού» στη γλυπτική.

Το τελευταίο οικοδόμημα που κατασκευάστηκε στην Ακρόπολη τον 5ο αιώνα π.Χ. ήταν το λεγόμενο Ερέχθειο, ένα σύνθετο κτίσμα σε μικρή απόσταση βόρεια του Παρθενώνα, στο οποίο υπήρχαν βωμοί αφιερωμένοι στον Ποσειδώνα, τον Ήφαιστο καθώς και σε δύο τοπικούς ήρωες της Αθήνας, τον Ερεχθέα και τον Βούτη· εκεί τοποθετήθηκε και το αρχαίο άγαλμα της Αθηνάς, που βρισκόταν αρχικά στον αρχαίο ναό της θεάς, του οποίου τα θεμέλια είναι ακόμη ορατά ανάμεσα στον Παρθενώνα και το Ερέχθειο. Ο ναός αυτός είχε επισκευαστεί πρόχειρα μετά την καταστροφή του από τους Πέρσες το 480 π.Χ. για να στεγάσει τα ιερότερα αρχαία κειμήλια των Αθηναίων. Το Ερέχθειο είναι ένα μακρόστενο ορθογώνιο κτήριο που χωρίζεται από ένα εγκάρσιο θεμέλιο σε δύο τμήματα, το ανατολικό και το δυτικό· η ασυνήθιστη κάτοψή του οφείλεται στο γεγονός ότι στέγαζε διάφορα ιερά, το καθένα από τα οποία είχε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του. Το ανατολικό τμήμα έχει τη μορφή πρόστυλου εξάστυλου ιωνικού ναού και η είσοδός του είναι στα ανατολικά· το δυτικό τμήμα είναι θεμελιωμένο σε χαμηλότερο επίπεδο και η είσοδός του βρίσκεται στη βορειοδυτική γωνία. Στο σημείο αυτό υπάρχει ένα προστώο με 4 x 2 ιωνικούς κίονες, το οποίο εξέχει από το δυτικό μέτωπό του. Στη δυτική πλευρά τέσσερις ιωνικοί ημικίονες που πατούν σε τοίχο ορίζουν πέντε μεγάλα παράθυρα. Στο δυτικό άκρο της νότιας πλευράς υπάρχει ένα δεύτερο προστώο, χωρίς πρόσβαση στο εσωτερικό και με χαμηλότερη οροφή, την οποία στηρίζουν αντί για κίονες έξι καρυάτιδες, δηλαδή αγάλματα κορών με κάλαθο στο κεφάλι. Τέτοια αγάλματα συναντήσαμε ήδη στην αρχαϊκή εποχή, στην πρόσοψη του θησαυρού των Σιφνίων στους Δελφούς. Το προστώο όριζε πιθανότατα τη θέση του τάφου του Κέκροπα, του πρώτου βασιλιά της Αττικής, που κατά τον μύθο ήταν μισός άνθρωπος και μισός φίδι. Οι καρυάτιδες, που φορούν πέπλο και κρατούν φιάλη στο δεξί χέρι), ερμηνεύθηκαν πειστικά από τον Andreas Scholl ως χοηφόροι, δηλαδή γυναίκες που έρχονται να προσφέρουν χοές στον νεκρό, να χύσουν δηλαδή υγρές προσφορές (κυρίως κρασί) στον τάφο του. Επάνω από την ανατολική και τη δυτική πλευρά, καθώς και επάνω από το προστώο της βόρειας εισόδου, υπάρχει, εκτός από το ιωνικό επιστύλιο, και ζωφόρος από σκούρο ελευσινιακό μάρμαρο, στην οποία στερεώνονταν μορφές από πεντελικό μάρμαρο. Αν και σώζονται αρκετές από τις μορφές της ζωφόρου, τα θέματα των παραστάσεων παραμένουν άγνωστα.

Το Ερέχθειο, όπως και ο ναός της Αθηνάς Νίκης, άρχισε να χτίζεται στα χρόνια της ειρήνης του Νικία (421-415 π.Χ.), αλλά οι εργασίες για την κατασκευή του διακόπηκαν λίγο πριν από την τοποθέτηση της στέγης εξαιτίας της καταστροφικής για τους Αθηναίους εκστρατείας στη Σικελία και της πολιτικής αναταραχής που ακολούθησε (415-410 π.Χ.). Από μια σειρά επιγραφών μαθαίνουμε ότι το κτήριο ολοκληρώθηκε στα χρόνια 409-405 π.Χ. Παρά τις ιδιομορφίες του και την εντελώς ασυνήθιστη κάτοψή του το Ερέχθειο είναι ένα από τα κομψότερα ιωνικά κτίσματα που μας σώζονται από την Αρχαιότητα. Από τον γλυπτό διάκοσμο ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι καρυάτιδες, οι οποίες, με τις δεξιοτεχνικά δουλεμένες πτυχώσεις των ενδυμάτων τους, αποτελούν όμορφα παραδείγματα του «πλούσιου ρυθμού»· απόδειξη της σημασίας που τους απέδιδαν σε όλη τη διάρκεια της Αρχαιότητας είναι ότι στα ρωμαϊκά χρόνια αντίγραφά τους τοποθετήθηκαν στο Forum του Αυγούστου στη Ρώμη και στη βίλα του Αδριανού στα Τίβουρα (Tivoli).

Μέσα στο Ερέχθειο, κοντά στο αρχαίο άγαλμα της Αθηνάς, βρισκόταν ένας θαυμαστός χρυσός λύχνος που έκαιγε συνεχώς, έργο του Καλλιμάχου, γνωστού για την πρωτοτυπία και την εφευρετικότητά του σε τεχνικά θέματα. Τον λύχνο μάς τον περιγράφει ο περιηγητής Παυσανίας (Ελλάδος περιήγησις 1.26.67):

«Ο Καλλίμαχος έκαμε έναν χρυσό λύχνο για τη θεά· τον λύχνο αυτόν τον γεμίζουν με λάδι για το χρονικό διάστημα ως την ίδια μέρα του επόμενου έτους και το λάδι είναι επαρκές για να μένει αναμμένος κατά τον ίδιο τρόπο ο λύχνος μέρα και νύχτα στο χρονικό αυτό διάστημα. Η θρυαλλίδα του είναι από καρπάσιο λινάρι [αμίαντο], που είναι το μόνο από τα λινάρια που αντέχει στη φωτιά. Ένας χάλκινος φοίνικας πάνω από τον λύχνο, που φτάνει ως την οροφή, βγάζει επάνω τον καπνό. Ο Καλλίμαχος που έκαμε τον λύχνο δεν ήταν μεταξύ των πρώτων στην πλαστική τέχνη, ήταν όμως ο καλύτερος απ᾽ όλους στην εφευρετικότητα: αυτός επινόησε πρώτος τρόπο να τρυπάει την πέτρα και βρήκε τον όρο κατατηξίτεχνος (διυλιστής της τέχνης) ή άλλοι τον βρήκαν και αυτός τον οικειοποιήθηκε.»

Τον λύχνο της Αθηνάς στο Ερέχθειο δεν πρέπει να τον φανταστούμε σαν ένα κοινό λυχνάρι μνημειακών διαστάσεων, αλλά σαν ένα ειδικό τελετουργικό αντικείμενο που η μορφή και η λειτουργία του υπαγορεύονταν από μια παμπάλαια θρησκευτική παράδοση. Η επιτυχία του Καλλιμάχου ήταν πιθανότατα ότι κατόρθωσε να δώσει νέα και, όπως φαίνεται, εντυπωσιακή μορφή σε ένα αντικείμενο που συνδεόταν από παλιά με τη λατρεία της θεάς.

Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι: ΙI. ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΣΩΚΡΑΤΙΚΟΥΣ ΣΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ

14.7. Πώς διαβάζουμε το βιβλίο; Μία ερμηνευτική των κειμένων

Άνθρωπος του σπουδαστηρίου και του άμβωνα, της ανάγνωσης και της γραφής, ο Ωριγένης ήταν άνθρωπος του βιβλίου: των πολλών και, κυρίως, του ενός βιβλίου. Όσο κι αν γνώριζε φιλοσοφία, κύριο σημείο αναφοράς του δεν ήταν οι στωικές ή οι πλατωνικές διδασκαλίες. Το ένα κείμενο που τον ενδιέφερε δεν ήταν φιλοσοφικό· ήταν η Αγία Γραφή, σαν ιστορική καταγραφή, οδηγός ζωής και μαρτυρία αλήθειας.

Και ποιο φιλοσοφικό ενδιαφέρον μπορεί να παρουσιάζει η Αγία Γραφή; Ήδη το ότι αποτελεί ένα «ιερό κείμενο» δεν την θέτει εκτός φιλοσοφίας; Υπάρχουν ιερά κείμενα στη φιλοσοφία; Όλοι θα λέγαμε όχι. Ίσως μάλιστα προσθέταμε ότι αυτό αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις διαφορές της φιλοσοφίας με τη θεολογία (τουλάχιστον των τριών μονοθεϊστικών θρησκειών): ότι στη φιλοσοφία δεν υπάρχει το κείμενο, ότι εργαλείο της είναι η κριτική σκέψη, πρώτο και έσχατο κριτήριο είναι ο λόγος και όχι η πίστη, η ανθρώπινη γνώση και όχι η θεϊκή αποκάλυψη. Θα το έλεγαν όλοι; Όχι όλοι, και πάντως σίγουρα όχι οι άνθρωποι (και οι φιλόσοφοι) της εποχής που μας ενδιαφέρει.

Η πολυφωνία στις φιλοσοφικές ιδέες, όπως την είχαμε δει για παράδειγμα στην Ελληνιστική εποχή, σιγά σιγά χανόταν. Η εποχή του ενός βιβλίου δεν είναι επινόηση της σύγχρονης νεοελληνικής εκπαίδευσης: από τον 2ο αιώνα μ.Χ. απέκτησε σταδιακά υπέρμετρο κύρος το «ένα» βιβλίο, που θεωρήθηκε καρπός (άμεσος ή έμμεσος) της θεϊκής αποκάλυψης ή της αρχέγονης σοφίας. Τα Χαλδαϊκά λόγια, ένα έμμετρο κείμενο με χρησμούς, ήταν η «αποκάλυψη» του 2ου αιώνα και αντιμετωπίστηκε από τους Νεοπλατωνικούς σαν να ήταν η δική τους Βίβλος. Όπως και ο διάλογος Τίμαιος του Πλάτωνα. Ο φιλόσοφος Πρόκλος (410-485) το δήλωνε ευθαρσώς: αν ήταν στο χέρι του, μόνο αυτά τα δύο βιβλία θα άφηνε· όλα τα άλλα θα τα κατέστρεφε. Ο Ωριγένης το γνώριζε ότι η χριστιανική εμμονή στις γραφές δεν ερχόταν σε ευθεία αντίθεση με τις τάσεις των Πλατωνικών.

Το επόμενο ερώτημα ήταν: έστω ότι έχουμε αυτά τα «θεόπνευστα» βιβλία. Πώς θα τα διαβάσουμε; Υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος τρόπος ανάγνωσής τους ο οποίος να είναι ο ορθός; Τι εγγυάται ότι θα καταλάβουμε το βαθύτερο νόημά τους; Γιατί πρέπει να υπάρχει κάτι βαθύτερο σε όλες αυτές τις διηγήσεις. Ο Ωριγένης δεν θα μπορούσε να δεχθεί την κουλτούρα του «παίρνεις αυτό που βλέπεις»: το κείμενο γράφεται έτσι ώστε ο αναγνώστης να ασκεί το μεγαλύτερο δώρο που του δόθηκε, τον νου.

Το κείμενο των γραφών, έλεγε ο Ωριγένης, είναι τρόπον τινά η ύλη. Είναι ένας κώδικας προσιτός σε όλους - αντίθετα με τα δύσκολα κείμενα των εθνικών φιλοσόφων. Στο γράμμα του κειμένου, στις ιστορίες του, περιέχεται το «σωματικό νόημα», που είναι μια πρώτη μορφή γνώσης. Αλλά πέρα από αυτό, υπάρχει το μυστικό νόημα (ηθικό και πνευματικό), που περιέχει τη βαθύτερη αλήθεια.

Αυτό το νόημα εξάγεται μετά από έρευνα, που δεν είναι απλώς μέθοδος αλλά και πνευματική στάση. Πρόκειται για την ἀλληγορία. Η αλληγορία δεν ήταν μόνο τρόπος εκφοράς του λόγου («λέω άλλα και εννοώ διαφορετικά»), αλλά και μια μέθοδος ερμηνείας (παράφραση-παραποίηση) αυτού του λόγου. Ο Ωριγένης την εφάρμοσε στα πολλά υπομνήματα που έγραψε για τη Βίβλο. Πήρε τους όρους της αρχαίας φιλοσοφίας και συχνά τους έδωσε καινούργια σημασία. Εξάλλου, μια λέξη δεν σημαίνει πάντα το ίδιο - ούτε η καταγωγή της (π.χ. στωική, πλατωνική) καθορίζει αναγκαστικά και τη χρήση της (π.χ. χριστιανική).

Ο Πορφύριος το είχε αντιληφθεί και δυσανασχετούσε: «Ο Ωριγένης έμαθε τον αλληγορικό τρόπο ερμηνείας από τους φιλοσόφους και τον εφάρμοσε στις ξένες γραφές.» Αρκετοί Έλληνες φιλόσοφοι είχαν «σώσει» τον Όμηρο, αποκρυπτογραφώντας τις «ανήθικες διηγήσεις» για τους θεούς του και μεταγράφοντάς τες σε υψηλή θεολογία. Οι χριστιανοί κατάφερναν να δείξουν στους εθνικούς, χρησιμοποιώντας τα όπλα τους (που τα πήραν από τους Στωικούς και τον Φίλωνα), το φιλοσοφικό βάθος κειμένων που φαίνονταν απλά, όπως τα Ευαγγέλια ή οι ιστορικές αφηγήσεις της Παλαιάς Διαθήκης.