Τετάρτη 16 Μαρτίου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ἰλιάς (17.491-17.566)

Ὣς ἔφατ᾽, οὐδ᾽ ἀπίθησεν ἐῢς πάϊς Ἀγχίσαο.
τὼ δ᾽ ἰθὺς βήτην βοέῃς εἰλυμένω ὤμους
αὔῃσι στερεῇσι· πολὺς δ᾽ ἐπελήλατο χαλκός.
τοῖσι δ᾽ ἅμα Χρομίος τε καὶ Ἄρητος θεοειδὴς
495 ἤϊσαν ἀμφότεροι· μάλα δέ σφισιν ἔλπετο θυμὸς
αὐτώ τε κτενέειν ἐλάαν τ᾽ ἐριαύχενας ἵππους·
νήπιοι, οὐδ᾽ ἄρ᾽ ἔμελλον ἀναιμωτί γε νέεσθαι
αὖτις ἀπ᾽ Αὐτομέδοντος. ὁ δ᾽ εὐξάμενος Διὶ πατρὶ
ἀλκῆς καὶ σθένεος πλῆτο φρένας ἀμφὶ μελαίνας·
500 αὐτίκα δ᾽ Ἀλκιμέδοντα προσηύδα, πιστὸν ἑταῖρον·
«Ἀλκίμεδον, μὴ δή μοι ἀπόπροθεν ἰσχέμεν ἵππους,
ἀλλὰ μάλ᾽ ἐμπνείοντε μεταφρένῳ· οὐ γὰρ ἔγωγε
Ἕκτορα Πριαμίδην μένεος σχήσεσθαι ὀΐω,
πρίν γ᾽ ἐπ᾽ Ἀχιλλῆος καλλίτριχε βήμεναι ἵππω
505 νῶϊ κατακτείναντα, φοβῆσαί τε στίχας ἀνδρῶν
Ἀργείων, ἤ κ᾽ αὐτὸς ἐνὶ πρώτοισιν ἁλοίη.»
Ὣς εἰπὼν Αἴαντε καλέσσατο καὶ Μενέλαον·
«Αἴαντ᾽, Ἀργείων ἡγήτορε, καὶ Μενέλαε,
ἤτοι μὲν τὸν νεκρὸν ἐπιτράπεθ᾽ οἵ περ ἄριστοι,
510 ἀμφ᾽ αὐτῷ βεβάμεν καὶ ἀμύνεσθαι στίχας ἀνδρῶν,
νῶϊν δὲ ζωοῖσιν ἀμύνετε νηλεὲς ἦμαρ·
τῇδε γὰρ ἔβρισαν πόλεμον κάτα δακρυόεντα
Ἕκτωρ Αἰνείας θ᾽, οἳ Τρώων εἰσὶν ἄριστοι.
ἀλλ᾽ ἤτοι μὲν ταῦτα θεῶν ἐν γούνασι κεῖται·
515 ἥσω γὰρ καὶ ἐγώ, τὰ δέ κεν Διὶ πάντα μελήσει.»
Ἦ ῥα, καὶ ἀμπεπαλὼν προΐει δολιχόσκιον ἔγχος,
καὶ βάλεν Ἀρήτοιο κατ᾽ ἀσπίδα πάντοσ᾽ ἐΐσην·
ἡ δ᾽ οὐκ ἔγχος ἔρυτο, διαπρὸ δὲ εἴσατο χαλκός,
νειαίρῃ δ᾽ ἐν γαστρὶ διὰ ζωστῆρος ἔλασσεν.
520 ὡς δ᾽ ὅτ᾽ ἂν ὀξὺν ἔχων πέλεκυν αἰζήϊος ἀνήρ,
κόψας ἐξόπιθεν κεράων βοὸς ἀγραύλοιο,
ἶνα τάμῃ διὰ πᾶσαν, ὁ δὲ προθορὼν ἐρίπῃσιν,
ὣς ἄρ᾽ ὅ γε προθορὼν πέσεν ὕπτιος· ἐν δέ οἱ ἔγχος
νηδυίοισι μάλ᾽ ὀξὺ κραδαινόμενον λύε γυῖα.
525 Ἕκτωρ δ᾽ Αὐτομέδοντος ἀκόντισε δουρὶ φαεινῷ·
ἀλλ᾽ ὁ μὲν ἄντα ἰδὼν ἠλεύατο χάλκεον ἔγχος·
πρόσσω γὰρ κατέκυψε, τὸ δ᾽ ἐξόπιθεν δόρυ μακρὸν
οὔδει ἐνισκίμφθη, ἐπὶ δ᾽ οὐρίαχος πελεμίχθη
ἔγχεος· ἔνθα δ᾽ ἔπειτ᾽ ἀφίει μένος ὄβριμος Ἄρης.
530 καί νύ κε δὴ ξιφέεσσ᾽ αὐτοσχεδὸν ὁρμηθήτην
εἰ μή σφω᾽ Αἴαντε διέκριναν μεμαῶτε,
οἵ ῥ᾽ ἦλθον καθ᾽ ὅμιλον ἑταίρου κικλήσκοντος·
τοὺς ὑποταρβήσαντες ἐχώρησαν πάλιν αὖτις
Ἕκτωρ Αἰνείας τ᾽ ἠδὲ Χρομίος θεοειδής,
535 Ἄρητον δὲ κατ᾽ αὖθι λίπον δεδαϊγμένον ἦτορ,
κείμενον· Αὐτομέδων δὲ θοῷ ἀτάλαντος Ἄρηϊ
τεύχεά τ᾽ ἐξενάριξε καὶ εὐχόμενος ἔπος ηὔδα·
«ἦ δὴ μὰν ὀλίγον γε Μενοιτιάδαο θανόντος
κῆρ ἄχεος μεθέηκα χερείονά περ καταπεφνών.»
540 Ὣς εἰπὼν ἐς δίφρον ἑλὼν ἔναρα βροτόεντα
θῆκ᾽, ἂν δ᾽ αὐτὸς ἔβαινε πόδας καὶ χεῖρας ὕπερθεν
αἱματόεις ὥς τίς τε λέων κατὰ ταῦρον ἐδηδώς.
Ἂψ δ᾽ ἐπὶ Πατρόκλῳ τέτατο κρατερὴ ὑσμίνη
ἀργαλέη πολύδακρυς, ἔγειρε δὲ νεῖκος Ἀθήνη
545 οὐρανόθεν καταβᾶσα· προῆκε γὰρ εὐρύοπα Ζεὺς
ὀρνύμεναι Δαναούς· δὴ γὰρ νόος ἐτράπετ᾽ αὐτοῦ.
ἠΰτε πορφυρέην ἶριν θνητοῖσι τανύσσῃ
Ζεὺς ἐξ οὐρανόθεν, τέρας ἔμμεναι ἢ πολέμοιο,
ἢ καὶ χειμῶνος δυσθαλπέος, ὅς ῥά τε ἔργων
550 ἀνθρώπους ἀνέπαυσεν ἐπὶ χθονί, μῆλα δὲ κήδει,
ὣς ἡ πορφυρέῃ νεφέλῃ πυκάσασα ἓ αὐτὴν
δύσετ᾽ Ἀχαιῶν ἔθνος, ἔγειρε δὲ φῶτα ἕκαστον.
πρῶτον δ᾽ Ἀτρέος υἱὸν ἐποτρύνουσα προσηύδα,
ἴφθιμον Μενέλαον —ὁ γάρ ῥά οἱ ἐγγύθεν ἦεν—
555 εἰσαμένη Φοίνικι δέμας καὶ ἀτειρέα φωνήν·
«σοὶ μὲν δή, Μενέλαε, κατηφείη καὶ ὄνειδος
ἔσσεται, εἴ κ᾽ Ἀχιλῆος ἀγαυοῦ πιστὸν ἑταῖρον
τείχει ὕπο Τρώων ταχέες κύνες ἑλκήσουσιν.
ἀλλ᾽ ἔχεο κρατερῶς, ὄτρυνε δὲ λαὸν ἅπαντα.»
560 Τὴν δ᾽ αὖτε προσέειπε βοὴν ἀγαθὸς Μενέλαος·
«Φοῖνιξ, ἄττα γεραιὲ παλαιγενές, εἰ γὰρ Ἀθήνη
δοίη κάρτος ἐμοί, βελέων δ᾽ ἀπερύκοι ἐρωήν·
τῶ κεν ἔγωγ᾽ ἐθέλοιμι παρεστάμεναι καὶ ἀμύνειν
Πατρόκλῳ· μάλα γάρ με θανὼν ἐσεμάσσατο θυμόν.
565ἀλλ᾽ Ἕκτωρ πυρὸς αἰνὸν ἔχει μένος, οὐδ᾽ ἀπολήγει
χαλκῷ δηϊόων· τῷ γὰρ Ζεὺς κῦδος ὀπάζει.»

***
Τον λόγον έστερξ᾽ ο υιός του Αγχίση ο παινεμένος.
Και αυτοί με ασπίδες στερεές πλασμένες από δέρμα
ταύρου ξερό χαλκόστρωτο στην μάχην ίσια ορμούσαν.
Ο θείος Άρητος μ᾽ αυτούς κινήθη και ο Χρομίος,
495 και μέγα θάρρος στην ψυχήν ετρέφαν πως θα πάρουν
τ᾽ άλογα τα μακρόλαιμα κι εκείνους να φονεύσουν·
μωροί που αναιμάτωτοι δεν έμελλαν να φύγουν
από τον Αυτομέδοντα· και του Διός ευχήθη
κείνος και ανδρειά πλημμύρισε τα φύλλα της καρδιάς του,
500 κι είπε στον Αλκιμέδοντα, εγκάρδιον σύντροφόν του:
«Ω Αλκιμέδων, μη μακράν τους ίππους μού κρατήσεις,
αλλά τα χνώτα οπίσω μου να αισθάνομαι, ότι βλέπω
που δεν θα παύσει απ᾽ την ορμήν ο Πριαμίδης Έκτωρ
όσο ή τους ίππους ν᾽ ανεβεί του θείου Αχιλλέως,
505 αφού φονεύσει πρώτα εμάς και διώξει των Αργείων
τα πλήθη, ή πέσει αυτός νεκρός στην μέσην των προμάχων».
Κι εφώναξε τους Αίαντας αυτού και τον Ατρείδην:
«Αίαντες και Μενέλαε, των Δαναών προστάτες,
σεις τον νεκρόν αφήσετε στους άλλους πολεμάρχους
510 στο πλάγι του τες φάλαγγες του εχθρού ν᾽ απομακρύνουν
και σώσετε απ᾽ τον όλεθρον εμάς που ζούμε ακόμη.
Ότι μας έπεσαν βαρείς μες στον σκληρόν αγώνα,
Έκτωρ κι Αινείας, ήρωες οι πρώτοι στην Τρωάδα.
Αλλ᾽ όλ᾽ αυτά στην δύναμιν των αθανάτων μένουν·
515 θέλω κι εγώ την λόγχην μου να ρίξω κι έχει ο Δίας».
Είπε και το μακρόσκιον ετίναξε κοντάρι
του Αρήτου, τον ακόντισε στην κυκλωτήν ασπίδα.
Και τον χαλκόν δεν κράτησεν η ασπίδα αλλ᾽ ετρυπήθη,
και τον ζωστήρα επέρασεν ως την γαστέρα η λόγχη·
520 και όπως μ᾽ αξίναν κοφτερήν ανδρειωμένο αγόρι
οπίσω από τα κέρατα ταύρον κτυπά στο νεύρο
να κοπεί όλο και βροντά σκιρτώντας χάμου ο ταύρος·
όμοια σκιρτώντας έπεσε και αυτός, και η πικρή λόγχη
μες στ᾽ άντερά του τινακτή τού ενέκρωσε τα μέλη.
525 Τότε στον Αυτομέδοντα την λόγχην ρίχν᾽ ο Έκτωρ·
εμπρός τηρώντας ξέφυγεν εκείνος το κοντάρι·
και, ως αυτός έσκυψεν εμπρός, οπίσω του εστυλώθη
στο χώμα η λόγχη κι έτρεμεν η ουρά της από πάνω·
και ο βαρύς Άρης έσβησεν εκεί την δύναμίν του.
530 Και με τα στήθη αντίστηθα να κτυπηθούν ορμούσαν,
αν την ορμήν δεν έκοφταν οι Αίαντες που εφθάναν
εις του συντρόφου την φωνήν εκεί που επολεμούσαν.
Και ως είδαν κει τους Αίαντας, οπίσω φοβισμένοι
Έκτωρ κι Αινείας πόδισαν και ο θεϊκός Χρομίος
535 και άφησαν κει τον Άρητον με σπλάχνα σπαραγμένα
να κείται· και με την ορμήν του Άρη ο Αυτομέδων
τ᾽ άρματα επήρε του νεκρού κι επάνω του εκαυχήθη:
«Εγλύκανα τον πόνον μου για τον αποθαμένον
Πάτροκλον, αν κι εφόνευσα πολύ κατώτερόν του».
540 Είπε, στ᾽ αμάξι τ᾽ άρματα τα αιματοβαμμένα
πήρε κι αιματοστάλακτος ολόβολος κι εκείνος
ανέβηκε ωσάν λέοντας πόχει σπαράξει ταύρον.
Και πάλι μάχη λυσσερή στον Πάτροκλον επάνω
άναψε πολυδάκρυτη, ότ᾽ ήλθεν ουρανόθεν
545 να τους κινήσ᾽ η Αθηνά σταλμένη από τον Δία
να βοηθεί τους Δαναούς, ότ᾽ είχε αλλάξει γνώμην.
Ως όταν απ᾽ τον ουρανόν τανύζει ο μέγας Δίας
την λαμπροφόραν ίριδα εις τους θνητούς σημάδι
πολέμου ή κακοχειμωνιάς, που τους ανθρώπους παύει
550 από τα έργα των αγρών και βλάπτει τα κοπάδια·
όμοιαν νεφέλην πορφυρήν ενδύθη και στα πλήθη
εισέβη αυτή των Αχαιών κι εγκάρδιωνε καθέναν.
Τον ένδοξον Μενέλαον, που ήταν σιμά της, πρώτον
επαρακίνησε η θεά, την όψιν αφού επήρε
555 του Φοίνικος, τ᾽ ανάστημα και την καλήν φωνήν του:
«Όνειδος μέγα κι εντροπήν, Μενέλαε, θ᾽ αποκτήσεις
εάν τον πιστόν σύντροφον του θείου Αχιλλέως
σπαράξουν σκύλοι αρπακτικοί στα τείχη εμπρός της Τροίας.
Αλλ᾽ ανδρειέψου και άναγε τα πλήθη στον αγώνα».
560 Και της θεάς ο ανδράγαθος Μενέλαος αποκρίθη:
«Φοίνιξ, ω γέρε παλαιικέ, αν εις εμέ να δώσει
δύναμιν ήθελ᾽ η Αθηνά, και από τ᾽ ακόντια σκέπην,
πρόθυμος για τον Πάτροκλον εκεί θα υπερμαχούσα,
που ο θάνατός του επλήγωσε στα βάθη την ψυχήν μου.
565 Αλλά μανίζει φοβερός ο Έκτωρ· ουδέ κάνει
να κόψ᾽ η λόγχη του, ότι ο Ζευς να τον δοξάσει θέλει».

Νευρωτισμός και σεξουαλικότητα

Το σεξ, ανάλογα με την κοσμοθεωρία, τις προσδοκίες, τις εμπειρίες, την προσωπικότητα, την ηλικία και το πολιτιστικό πλαίσιο δράσης του καθενός αποτελεί είτε μια αδιαφιλονίκητα μαγική ένωση είτε συμβιβασμό είτε μια βιολογική ή ηδονιστική ανάγκη, που σε τίποτα δεν διαφέρει από την αντίστοιχη των ζώων.

Οι θεωρήσεις περί αυτού μπορεί να επηρεάζονται από την αναπαραγωγική διάσταση, την ανθρωπολογική ερμηνεία, την εξιδανίκευση του ρομαντισμού, την ψυχολογική και κοινωνιολογική σκοπιά, τη θρησκεία, την τέχνη, τους μηχανισμούς άμυνας.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, λίγους αφήνει ασυγκίνητους και είναι περισσότεροι αυτοί, που το έχουν αναγάγει σε κεντρικό, καθημερινό θέμα συζήτησης, άσχετα αν επιδίδονται μετά μανίας ή το έχουν λησμονήσει.

Ολόκληρες γενιές το έχουν θεοποιήσει, απαξιώσει, απομυθοποιήσει, αποσιωπήσει, εξοβελίσει, γελοιοποιήσει, πολύ μελάνι έχει ξοδευτεί αφειδώς από εκατοντάδες ειδικούς ανά τους αιώνες, αναλύοντας, εφευρίσκοντας τεχνικές, συμβουλεύοντας και ποδηγετώντας.

Για το σεξ πάντα ο καθένας κάτι έχει να διηγηθεί είτε είναι εκούσιος αρνητής του και αναχωρητής είτε αυτόκλητος ειδήμονας και λεγεωνάριος ατρόμητος ή ιέρεια της λαγνείας του.

Το σεξ είναι κίνητρο, σύγκρουση, αυτοσκοπός, ανάμνηση, αυτοαπασχόληση, διαστροφή, επάγγελμα, τιμωρία και απώλεια του Παραδείσου, συνεκτικός κρίκος και παγκόσμια γλώσσα. Η πιο βιωματική μορφή επικοινωνίας, αφού μπορεί να μετατρέψει το ένστικτο σε θαλπωρή, την ορμή σε οικογένεια, την αυτάρκεια σε μοναξιά.

Αποτελεί σύμβολο, σημειολογία, ιεροτελεστία, απωθημένο ή ακράτητο πόθο. Με περίεργες και επώδυνες ιδιότητες: Όσο περισσότερο επεξηγείται, τόσο διαλύεται η έντασή του. Και εάν οι εραστές δεν αφεθούν να μετατραπούν σε αντικείμενα, αλλά εμπλέξουν την οικειότητα, την εκτίμηση, την αγάπη, τους καλούς τρόπους, την εκμετάλλευση, το politically correct, τόσο εξελίσσεται σε παρωδία ή τραγωδία

Μα πάνω από όλα είναι πηγή προβλημάτων...ειδικά από τότε που έγινε αποδεκτή η ψυχανάλυση. Βιολογικά ναι μεν διασφαλίζει την ποικιλία των ειδών, διαιωνίζει και ανακατεύει ισχυρά γονίδια, αφήνει τους ισχυρότερους να επιβιώνουν, πλην δε θέτει σε θανάσιμο κίνδυνο τους θιασώτες του είτε αυτοί είναι αντιλόπες στη ζούγκλα είτε τσακισμένες υπολήψεις μη κυρίαρχων και στερημένων αρσενικών είτε άνθρωποι, που μεταφέρουν τις προσκολλήσεις, τις καθηλώσεις και τις ανασφάλειες τους στην αρένα του έρωτα.

Αλήθεια, έχετε αναρωτηθεί σε τι μέγγενη μπορεί να μετεξελιχθεί εάν η νεύρωση αποφασίσει να εκτονωθεί στο κρεβάτι;

Εάν διαθέτετε κάποια από τα παρακάτω χαρακτηριστικά καθ´υπερβολή, ενδεχομένως να χρειαστεί να επαναπροσδιορίσετε τις θέσεις και πρακτικές σας στο σεξ. Αν όχι, για να επενδύσετε στην ισορροπία του εαυτού σας, αλλά τουλάχιστον για να διαφυλάξετε την ψυχική υγεία των συντρόφων σας ή να επανακτήσετε την ελκυστικότητά σας.

Όλες οι αναφερόμενες ιδιότητες χρήζουν ειδικού ή κραυγάζουν για έναρξη της πορείας προς την αυτογνωσία και την αλλαγή, αλλά δεν λύνονται με το σεξ... Κι αν πρόσκαιρα η επήρειά τους εξασθενήσει, γρήγορα θα επανακάμψει δριμύτερη:

- αμφιταλαντεύεσθε ανάμεσα στην ενοχή και τον ίμερο και όσο επιθυμείτε τον άλλο τόσο αναίτια, σε μια αποστροφή της στιγμής, μπορείτε να τον αρνηθείτε,

- αποφεύγετε αυτά που επιθυμείτε, τα αρνείστε, τα εκλογικεύετε, τα διακωμωδείτε

- εκνευρίζεστε διαρκώς και με την ελάχιστη αφορμή, αναζητάτε πρόσφορο έδαφος για καυγά ή γκρίνια, κερδίζετε την προσοχή με τις φωνές,

- είστε υπερβολικά δύσθυμος ή κυκλοθυμικός/η,

- η συναισθηματική αστάθεια ή το ακατάλληλο συναίσθημα διακατέχει την ψυχοσύνθεσή σας,

- ανησυχείτε για τα πάντα, έχετε εμμονή με το τέλειο, τη λεπτομέρεια, το ανέφικτο,

- είστε καταθλιπτικός, φιλύποπτος, προσωποποιείτε το κάθε τι, υποψιάζεστε, αμφιβάλλετε σε σημείο καχυποψίας και άρνησης,

- δεν μπορείτε να χαλαρώσετε, να αφεθείτε, να μη σκέφτεστε αδιάκοπα, να μη μεμψιμοιρείτε,

- είστε υπερβολικά ακατάστατος και αποδιοργανωμένος,

- είστε ψυχρή/ος

- απογοητεύεστε βαθιά, ακόμα κι αν οι εξωπραγματικές προσδοκίες σας είναι αυτές, που σας διαψεύδουν, κι όχι οι συμπεριφορές του συντρόφου

- νιώθετε ότι τίποτα δεν θέλετε αρκετά, εγκαταλείπετε εύκολα, δεν τελειώνετε αυτό που αρχίσατε, καταπιάνεστε με νέες ασχολίες, που επίσης θα βαρεθείτε

- έλκεστε από την απόρριψη, μαγνητίζεστε από εκείνους που παρέχουν επίφαση ρώμης,

- έχετε εξαρτητική προσωπικότητα και χαμηλή αυτοεκτίμηση,

- έχετε την πεποίθηση πώς σκοτώνετε ό,τι αγαπάτε

- προσβάλλεστε εύκολα, δεν κατανοείτε το χιούμορ, είστε υπερευαίσθητος/η,

- δεν μπορείτε να διαχειριστείτε το χρόνο που περνά και το σώμα, που αλλάζει,

- δεν αντιστέκεστε στους πειρασμούς, ενδίδετε χωρίς σκέψη, ζείτε επικίνδυνα,

- επιδιώκετε άμεση ικανοποίηση των επιθυμιών σας και οργίζεσθε, εάν οι άλλοι δεν το κατανοούν ή δεν σπεύδουν να τις πραγματοποιήσουν

- επιρρίπτετε τις ευθύνες στους άλλους

- μεγαλοποιείτε τα αρνητικά, όσο ασήμαντα κι αν είναι και ελαχιστοποιείτε ή κωφεύετε στα θετικά.

- νομίζετε ότι μαντεύετε τις σκέψεις του άλλου και οι φαντασιώσεις σας κόβουν τους δεσμούς με την πραγματικότητα...

Oscar Wilde: Ο στόχος της ζωής είναι η ολοκλήρωση του εαυτού

Ο στόχος της ζωής είναι η ολοκλήρωση του εαυτού, γι’ αυτό είμαστε δω: για να συνειδητοποιήσουμε τη φύση μας τέλεια.

Στις μέρες μας οι άνθρωποι φοβούνται τους ίδιους τους εαυτούς τους.

Ξέχασαν το μέγιστο καθήκον που ο καθένας χρωστάει στον εαυτό του.

Φυσικά είναι ελεήμονες.

Ταΐζουν τους πεινασμένους και ντύνουν τους ζητιάνους, μα, οι ίδιες οι ψυχές τους πεινούν και κρυώνουν στη γύμνια τους.

Το κουράγιο έχει πια εκλείψει.

Ίσως ποτέ να μην υπήρξε.

Ο τρόμος για την κοινωνία, που είναι θεμέλιο της ηθικής, ο τρόμος του Θεού, που είναι το μυστικό κάθε θρησκείας, να τα δυο πράγματα που μας κυβερνούν.

Πίστη είναι για τη συναισθηματική ζωή ό,τι η σταθερότητα στη διανοητική ζωή – απλά μια παραδοχή επιτυχίας!

Πάντα! Τι τρομερή λέξη. Ανατριχιάζω σαν την ακούω.

Στις γυναίκες αρέσει να τη χρησιμοποιούν.

Χαλούν κάθε ρομάντζο προσπαθώντας να το κάνουν να διαρκέσει παντοτινά.

Να άλλη μια λέξη χωρίς αντίκρισμα.

Η μόνη διαφορά ανάμεσα σ’ ένα καπρίτσιο και ένα αιώνιο πάθος, είναι πως το καπρίτσιο διαρκεί λίγο περισσότερο.

Oscar Wilde, Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι

Ο σκιώδης εαυτός μας

How can I be substantial if I do not cast a shadow? I must have a dark side also if I am to be a whole
. -Carl Jung

Η «σκιά» είναι η πλευρά της προσωπικότητάς μας που περιέχει όλα τα μέρη του εαυτού μας που δεν θέλουμε να παραδεχτούμε ότι έχουμε.

Είναι στην αρχή μια ασυνείδητη πλευρά. Μόνο με την προσπάθεια να κατανοήσουμε το γεγονός, αναγνωρίζουμε τη σκιά μας. Αν και πολλοί υπονοούν ότι η σκιά είναι «αρνητική», αυτό δεν είναι αλήθεια. Η σκιά είναι μάλλον αυτό που εμείς οι ίδιοι αντιλαμβανόμαστε ως σκοτεινό και αδύναμο για τον εαυτό μας, και ως εκ τούτου πρέπει να είναι κρυμμένο και να απορριφθεί. Αλλά αυτό εξαρτάται από τη δική μας προοπτική για τη ζωή και τα επίπεδα της αυτοεκτίμησής μας.

Έτσι, ενώ για ένα άτομο η σκιά του μπορεί να περιέχει μόνο κλασικά στοιχεία όπως θλίψη, οργή, τεμπελιά και σκληρότητα, μπορεί επίσης να κρύβει την προσωπική μας δύναμη, την ανεξαρτησία μας ή την συναισθηματική μας ευαισθησία.

Πώς μπορώ να απαλλαγώ από τη σκιά μου;

Δε γίνεται να μην έχουμε σκιά. Ανεξάρτητα από το πόσο «συμπαθητικός» ή «ευτυχισμένος» μπορεί να φαίνεται κάποιος, όλοι μας έχουμε μια σκιά.

Ούτε μπορείτε να «ξεφορτωθείτε» ή «να θεραπεύσετε» τη σκιά σας. Είναι ένα ουσιαστικό και χρήσιμο μέρος του εαυτού σας.

Η σκιά σας είναι κάτι που μπορεί πραγματικά να σας προσφέρει πολλά δώρα όπως αυτό της διορατικότητας και της προσωπικής δύναμης, αν τολμήσετε να την καταλάβετε.

Jung και η σκιά

Ο όρος «σκιά» έγινε δημοφιλής από τον Carl Jung. Τη θεωρούσε ως την ασυνείδητη, ακόμη πρωτόγονη πλευρά της φύσης μας. Πιστεύει ότι έπρεπε να βλέπουμε πλήρως αυτή τη σκοτεινή πλευρά του εαυτού μας, εάν είμαστε ένας πλήρως ολοκληρωμένος άνθρωπος.

Ο Jung δεν πρέσβευε ότι μόνο τα άτομα έχουν σκιές. Μίλησε επίσης για τη «συλλογική σκιά», όπου οι άνθρωποι ενώνουν τις σκιές τους σε ομάδες ή ως κοινωνίες. Το θεώρησε πολύ σοβαρό κίνδυνο για τον πολιτισμό όταν «συλλογίστηκε» μια συλλογική σκιά.

Γιατί πρέπει να γνωρίζω τη σκιά μου;

Όταν αναγνωρίζουμε και αντιμετωπίζουμε τη σκιά μας, μπορούμε να γίνουμε πιο ολοκληρωμένοι και ισορροπημένοι.

Για παράδειγμα, εάν δεχτούμε και αντιμετωπίζουμε τον θυμό μας, μπορούμε να ορίσουμε καλύτερα όρια. Και αν δεχθούμε πλήρως τη θλίψη μας, μπορούμε επίσης να αισθανθούμε πιο χαρούμενοι.

Η γνώση της σκιάς σας θα βελτιώσει επίσης τις σχέσεις σας. Αυτό που μπορούμε να δεχτούμε και να κατανοήσουμε για τον εαυτό μας είναι ότι είμαστε περισσότερο σε θέση να δεχθούμε και να καταλάβουμε στους άλλους.

Αν νιώθετε μη δημιουργικοί στη ζωή, μπορεί να βοηθηθείτε από την κατανόηση της σκιάς σας. Ο Jung συνέδεσε τη σκιά με τη δημιουργικότητα. Ίσως όσο πιο ελεύθεροι αισθανόμαστε συναισθηματικά, τόσο πιο ελεύθεροι είμαστε με τους τρόπους που σκεφτόμαστε και επιτελούμε τα πράγματα.

Σημειώστε ότι όταν καταπιέζουμε και αρνούμαστε τα πράγματα για τον εαυτό μας, αυτά δεν εξαφανίζονται. Αντίθετα, μπορούν να αναπτυχθούν και να μας προκαλέσουν όλο και περισσότερες δυσκολίες.

Η σκιά και η ψυχολογική προβολή

Η ψυχολογική προβολή είναι όταν αποδίδουμε μια ασυνείδητη σκέψη, συναίσθημα ή ακόμη και δικό μας ταλέντο σε άλλο άτομο.

Όταν έρχεται η σκιά, θα είναι ένα φαινομενικά «απαράδεκτο» χαρακτηριστικό που βλέπετε σε κάποιο άλλο άτομο και η προβολή συχνά έρχεται με ευκολία.

Για παράδειγμα, μπορεί να αισθανθείτε ότι όλοι γύρω σας είναι τεμπέληδες και εγωιστές. Εάν εξετάσατε τον εαυτό σας με ειλικρίνεια, πιθανόν να διαπιστώσετε ότι είστε εσείς οι ίδιοι που έχετε την τάση να είστε εγωκεντρικοί και ανενεργοί.

Η σκιά είναι συνήθως ένα από τα πρώτα πράγματα που αντιμετωπίζουμε όταν αρχίζουμε ψυχοθεραπεία. Η δημιουργία ενός ασφαλούς χώρου όπου μπορούμε να μιλήσουμε με κάποιον που δεν έχει προσωπικά επενδύσει στη ζωή μας σημαίνει ότι βρισκόμαστε να λέμε πράγματα που δεν γνωρίζαμε καν, να σκεφτόμαστε και να αισθανόμαστε.

Άλλοι τρόποι για να αποκτήσετε πρόσβαση στη σκιά σας είναι να δουλέψετε με τα όνειρά σας και να βρείτε τα αρχέτυπα που κρύβονται σε αυτά.

Φυσικά αν παρατηρήσετε αυτό που κατηγορείτε συνεχώς τους άλλους μπορεί να σας οδηγήσει στη σκιά σας. Ποια είναι τα πράγματα που σας αρέσουν λιγότερο σε άλλους ανθρώπους; Το χαρακτηριστικό αυτό υπάρχει και σε εσάς; Μπορείτε να σκεφτείτε ένα παράδειγμα, ακόμη, για το πότε κάνατε κάτι παρόμοιο;

Είναι σημαντικό όταν εργάζεστε για να αναγνωρίσετε και να κατανοήσετε τη σκιά σας να μην υπερ-ταυτίζεστε με αυτό. Εάν περνάτε μια περίοδο χαμηλής αυτοεκτίμησης ή κατάθλιψης, για παράδειγμα, δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να αναλύσετε τη σκιά.

Τα οφέλη της αντίληψης της σκιάς

Καθώς ενσωματώνετε την πλευρά της σκιάς σας και συμφωνείτε με το πιο σκοτεινό σας μισό, βλέπετε τον εαυτό σας πιο καθαρά. Γίνεστε περισσότερο γειωμένοι, ανθρώπινοι και ολόκληροι. Όταν μπορείτε να δεχτείτε τα δικά σας πιο σκοτεινά μέρη, είναι ευκολότερο να αποδεχθείτε τη σκιά σε άλλους. Ως αποτέλεσμα, η συμπεριφορά άλλων ανθρώπων δεν θα σας πυροδοτήσει τόσο εύκολα. Θα έχετε επίσης ευκολότερη επικοινωνία με άλλους.

Βλέποντας άλλους και τον εαυτό σας όπως είστε, θα έχετε έναν καθαρότερο φακό με τον οποίο θα δείτε τον κόσμο. Καθώς ενσωματώνετε στον εαυτό σας τη σκιά, πλησιάζετε στον αυθεντικό σας εαυτό ο οποίος σας δίνει μια πιο ρεαλιστική εκτίμηση για το ποιος είστε. Θα δείτε άλλους και θα αξιολογήσετε καταστάσεις με μεγαλύτερη σαφήνεια, συμπόνια και κατανόηση.

Όσο αρνούμαστε τις σκιές μας και καταπιέζουμε ορισμένα μέρη του εαυτού μας, η αίσθηση της ολότητας και της ενότητας είναι φευγαλέα. Ένα από τα μεγαλύτερα οφέλη της αναζήτησης της σκιάς σας είναι ότι ξεκλειδώνει περισσότερο από το δημιουργικό δυναμικό σας.

Θυμηθείτε ότι η σκιά είναι αόριστη. Κρύβεται πίσω μας. Οι αμυντικοί μας μηχανισμοί έχουν σχεδιαστεί για να κρατούν τις σκιές μας καταπιεσμένες και αθέατες.

Όσο περισσότερο δίνετε προσοχή στη συμπεριφορά και τα συναισθήματά σας, τόσο περισσότερες πιθανότητες έχετε να πιάσετε τη σκιά σας στην πράξη.

Ένας από τους καλύτερους τρόπους για να εντοπίσετε τη σκιά σας είναι να δώσετε προσοχή στις συναισθηματικές σας αντιδράσεις απέναντι σε άλλους ανθρώπους.

Βέβαιοι, οι συνάδελφοί σας μπορεί να είναι επιθετικοί, αλαζονικοί, αδιάφοροι ή ανυπόμονοι αλλά αν δεν έχετε τις ίδιες ιδιότητες μέσα σας δε θα έχετε μια ισχυρή αντίδραση στη συμπεριφορά τους.

Αν δίνετε ιδιαίτερη προσοχή, μπορείτε να εκπαιδεύσετε τον εαυτό σας για να παρατηρήσετε τη σκιά σας όταν παρατηρείτε ισχυρές αρνητικές συναισθηματικές αντιδράσεις σε άλλους.

Όπως αναφέρει συχνά ο Jung λέγοντας «Όλα όσα μας ερεθίζουν για τους άλλους μπορούν να μας οδηγήσουν σε μια κατανόηση του εαυτού μας». Αλλά έχουμε σπάνια χρόνο να εργαστούμε με αυτά τα συναισθήματα επί τόπου.

Υπερ-ανεξαρτησία: Μπορεί η υπερβολική ελευθερία να αποτελεί απόκριση σε κάποιο τραύμα;

Αν πιάνετε τον εαυτό σας να αρνείται τη βοήθεια – ακόμη και όταν η λήψη βοήθειας θα έκανε τα πράγματα πολύ πιο απλά για εσάς – μπορεί να λειτουργείτε από ένα σημείο τραύματος μέσω μιας αντίδρασης που είναι γνωστή ως υπερβολική ανεξαρτησία.

Ενώ κάποιο επίπεδο ανεξαρτησίας είναι σημαντικό και χρήσιμο, η ανάγκη να είστε υπερβολικά ανεξάρτητοι μπορεί να σας κάνει να αισθάνεστε απομονωμένοι και να προκαλείτε πρόσθετο άγχος. Υπάρχουν όμως τρόποι να επεξεργαστείτε αυτή την αντίδραση.

Τι οδηγεί σε μια αντίδραση τραύματος

Σύμφωνα με την Αμερικανική Ψυχολογική Ένωση (APA), το τραύμα είναι μια συναισθηματική αντίδραση σε ένα τρομερό γεγονός. Αυτό μπορεί να αφορά μεμονωμένα περιστατικά, όπως αυτοκινητιστικά ατυχήματα, επιθέσεις, ή επαναλαμβανόμενα ή γενεσιουργά γεγονότα, όπως συνεχιζόμενη κακοποίηση ή φυλετικές διακρίσεις. Παραδείγματα πηγών τραύματος μπορεί να περιλαμβάνουν:

– φυσικές καταστροφές ή άλλες απειλητικές για τη ζωή καταστάσεις

– σωματική, σεξουαλική ή συναισθηματική κακοποίηση

– διακρίσεις και προκαταλήψεις.

Πολλοί είναι εξοικειωμένοι με την ιδέα των αντιδράσεων μάχης, φυγής ή μουδιάσματος, που μπορεί να συμβεί όταν το σώμα αισθάνεται κίνδυνο. Όταν το νευρικό σας σύστημα ενεργοποιεί αυτές τις αντιδράσεις επιβίωσης, μπορεί να εμφανίσετε συμπτώματα όπως

– άγχος ή πανικός

– κατάθλιψη

– κοινωνική απόσυρση

– αποστασιοποίηση

– σωματικά συμπτώματα, όπως πονοκέφαλοι και στομαχόπονοι.

Η συνάντηση με κάτι που σας θυμίζει ένα τραύμα μπορεί να προκαλέσει ακραίες σωματικές ή συναισθηματικές αντιδράσεις πολύ καιρό μετά την παύση της τραυματικής κατάστασης. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα παιδικά τραύματα. Σύμφωνα με την Dr. Nekeshia Hammond – ψυχολόγο, συγγραφέα και ομιλήτρια – η αντίδραση στο τραύμα μπορεί να είναι σωματική, ψυχική, συναισθηματική ή συνδυασμός αυτών.

Τι είναι ακριβώς η υπερ-ανεξαρτησία

Η υπερ-ανεξαρτησία είναι όταν επιλέγετε να είστε ανεξάρτητοι από όλους, ακόμη και αν αυτό μπορεί να σας επηρεάσει αρνητικά. Σύμφωνα με τη σύμβουλο και συγγραφέα Dr. Joanne Frederick, η υπερ-ανεξαρτησία εμφανίζεται ως μια οπτική του «εγώ» έναντι του «εμείς». Αυτό μπορεί να φαίνεται ως εξής:

– να αναλαμβάνετε πάρα πολλά

– λέγοντας όχι στη βοήθεια

– να έχετε πρόβλημα με την ανάθεση καθηκόντων.

Η υπερ-ανεξαρτησία μπορεί να σχετίζεται με ένα τραύμα του παρελθόντος. Για παράδειγμα, μπορεί να είστε υπερβολικά ανεξάρτητοι επειδή μάθατε ότι δεν μπορείτε να εμπιστεύεστε τους άλλους, οπότε μπορείτε να βασίζεστε μόνο στον εαυτό σας. Τα υπερ-ανεξάρτητα χαρακτηριστικά σας μπορεί να έχουν αναπτυχθεί για να σας προστατεύσουν από περαιτέρω βλάβη.

Αν τα υπερ-ανεξάρτητα χαρακτηριστικά σας σχετίζονται με ένα τραύμα του παρελθόντος, αυτές οι σκέψεις και συμπεριφορές πιθανόν να αναπτύχθηκαν χωρίς να το συνειδητοποιήσετε. Μπορεί να νιώθετε ότι τα πράγματα ήταν πάντα έτσι.

Στην πραγματικότητα, οι αντιδράσεις του νευρικού σας συστήματος μπορεί να προκάλεσαν την ανάπτυξη αυτών των χαρακτηριστικών σε μια προσπάθεια να σας προστατεύσουν. «Μερικές φορές, το σώμα και το μυαλό βρίσκουν με φυσικό τρόπο τρόπους για να επιβιώσουν από αυτό το τραύμα», λέει η Frederick. «Η όλη ιδέα είναι: Πρέπει να με προστατεύσω και κανείς δεν πρόκειται να μου το ξανακάνει αυτό».

Υπερ-ανεξαρτησία έναντι υπερ-επιφυλακτικότητας

Η υπερ-ανεξαρτησία και η υπερ-επιφυλακτικότητα – μια κατάσταση ύψιστης επιφυλακής και σάρωσης για απειλές γύρω σας – μπορεί να είναι αντιδράσεις τραύματος. Μπορεί να υπάρχει σύνδεση μεταξύ των δύο, καθώς και οι δύο αντιδράσεις περιλαμβάνουν δυσπιστία απέναντι στους άλλους.

Πώς μπορούμε να το διαχειριστούμε

Αν έχετε αντιληφθεί ότι απομακρύνετε τους ανθρώπους γύρω σας από το φόβο ότι θα απογοητευτείτε, να ξέρετε ότι δεν είστε μόνοι. Οι συναισθηματικές πληγές χρειάζονται χρόνο για να επουλωθούν και είναι δικαιολογημένο να έχετε δισταγμούς για να είστε ευάλωτοι μετά από ένα τραύμα.

Αλλά το να κάνετε τα πάντα μόνοι σας μπορεί να είναι εξαντλητικό. Και μερικές φορές -αν και είναι δύσκολο- η αποδοχή πρόσθετης υποστήριξης μπορεί να επηρεάσει θετικά τόσο την ψυχική όσο και τη σωματική σας υγεία. Αν θέλετε να προσπαθήσετε να κάνετε τα πράγματα λίγο διαφορετικά, σκεφτείτε τα εξής:

– Όταν νιώθετε την τάση να απωθήσετε τη βοήθεια, σκεφτείτε να προσπαθήσετε να προσδιορίσετε το γιατί. Βασίζεται σε μια επιθυμία να χειριστείτε τα πράγματα μόνοι σας;

– Σκεφτείτε πώς θα μπορούσαν να είναι τα πράγματα αν δεχόσασταν τη βοήθεια που σας προσφέρθηκε.

– Να θυμάστε ότι το να ζητάτε βοήθεια δεν λέει τίποτα για την ικανότητά σας ή τη συνολική σας ανεξαρτησία. Όλοι χρειαζόμαστε βοήθεια μερικές φορές.

– Εάν έχετε βιώσει τραύμα ή διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD), η ψυχοθεραπεία μπορεί να σας βοηθήσει να επεξεργαστείτε τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις συμπεριφορές που προέκυψαν από τις εμπειρίες. Η θεραπεία έχει ως στόχο να σας βοηθήσει να βελτιώσετε τις σχέσεις σας, να σας βοηθήσει να αναπτύξετε υγιείς μεθόδους αντιμετώπισης και τελικά να προχωρήσετε προς τη θεραπεία.

Σταμάτα να απολογείσαι στους σκάρτους ανθρώπους

Σταμάτα να απολογείσαι στους τοξικούς ανθρώπους. Μην τους αφήνεις να σου συμπεριφέρονται λες και είσαι εσύ ο κακός της υπόθεσης όταν κάνουν κάτι λάθος. Μην τους αφήσεις να σε κάνουν το κακό άτομο. Μην τους επιτρέψεις να σου θυμώσουν, όταν ο μοναδικός άνθρωπος που δικαιούται να είναι θυμωμένος είσαι εσύ.

Σταμάτα να απολογείσαι σε σκάρτους συντρόφους επειδή δεν έκανες τίποτα λάθος.

Μην τους επιτρέπεις να σε κατηγορούν για όλα όσα πάνε λάθος στην σχέση σας. Όταν σου λένε ψέματα, σε απατούν και σου φωνάζουν χωρίς λόγο, μην τους αφήσεις να τα ρίξουν όλα σε σένα. Μην κατηγορείς τον εαυτό σου όταν δεν έκανες τίποτα λάθος.

Οι πράξεις και τα λάθη τους δεν είναι δικά σου για να αναλάβεις την ευθύνη τους. Και σίγουρα, δεν χρωστάς καμία συγγνώμη για την απερίσκεπτη συμπεριφορά τους.

Και όταν σου λένε πως έκαναν αυτά που έκαναν επειδή σε αγαπούν, μην ρίξεις το φταίξιμο πάνω σου ως δικαιολογία για την συμπεριφορά τους. Μην τους συγχωρέσεις.

Αν δεν μπορούν να ελέγξουν τον εαυτό τους, δεν είναι δικό σου λάθος.

Σε μια ώριμη και υγιή σχέση οι σύντροφοι μιλούν ανοιχτά για τα προβλήματα τους με σεβαστό και με ευγενικό τρόπο. Κάνουν συμβιβασμούς. Εκφράζουν τα συναισθήματα τους και απολογούνται όταν κάνουν ένα λάθος.

Δεν φωνάζουν, δεν αποφεύγουν τις ευθύνες, δεν κατηγορούν ούτε χτυπάνε με δύναμη τις πόρτες.

Οπότε, σταμάτα να ζητάς συγγνώμη από τοξικούς συντρόφους και σταμάτα να συμβιβάζεσαι με τέτοιες σκάρτες σχέσεις.

Αξίζεις κάτι πολύ καλύτερο. Μην τους πιστέψεις όταν σου πουν πως δεν μπορούν να βρουν κάποιον/α καλύτερο/η από εσένα. Μην τους πιστέψεις όταν σου πουν πως κανείς δεν θα τους αγαπήσει όπως εσύ. Μην πιστέψεις τίποτα από όσα σου πουν επειδή ήδη σου έχουν αποδείξει πως είναι ψεύτες.

Ξέρεις τι πρέπει να κάνεις. Οπότε μην διστάζεις άλλο για την απόφαση σου και φύγε. Μην τους επιτρέψεις να σε κοροϊδέψουν παριστάνοντας πως έχουν αλλάξει και πως είναι καλύτεροι αφού αισθανθούν την απουσία σου.

Απλώς φύγε και μην κοιτάξεις πίσω.

ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ: Η ευδιαθεσία

ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ: Απόσπασμα 191 Diels-Kranz

Η ευδιαθεσία

Ο Δημόκριτος από την πλούσια κατά τον πέμπτο αιώνα θρακική πόλη των Αβδήρων είναι γνωστός κυρίως για τη συμβολή του στην ανάπτυξη και συστηματοποίηση της ατομικής θεωρίας που είχε συλλάβει ο Λεύκιππος. Θεμελιώδης αρχή της θεωρίας αυτής είναι ότι η ύλη αποτελείται από αδιαίρετα σωματίδια, τα οποία χωρίζονται μεταξύ τους από το κενό και διαφέρουν ως προς το σχήμα, τη διάταξη και την κατάστασή τους -διαφορές που εξηγούν την ποικιλία στη φύση. Όσα αποσπάσματα ωστόσο μας έχουν σωθεί από τον Δημόκριτο προέρχονται στη συντριπτική τους πλειονότητα από τα ηθικά του έργα και εκφράζουν απόψεις παρόμοιες με αυτές του Επίκουρου. Το ηθικό ιδεώδες του Δημόκριτου συνίσταται στην προστασία των ατόμων της ψυχής από βίαιες ψυχικές αναστατώσεις. Στο παρατιθέμενο απόσπασμα από το έργο Περὶ εὐθυμίης (= Σχετικά με την ευδιαθεσία, την ψυχική γαλήνη) ο Δημόκριτος διατυπώνει την άποψη ότι η ευδιαθεσία επιτυγχάνεται με την αποφυγή των ακραίων καταστάσεων της στέρησης και του κορεσμού, και τη "συμμετρία" του βίου, δηλ. τη μετρημένη ζωή. Ενδεικτική της σχέσης των ηθικών απόψεων του Δημοκρίτου με τη φυσική του είναι η χρήση πολλών αφηρημένων όρων στην αρχή του αποσπάσματος.

ἀνθρώποισι γὰρ εὐθυμίη γίνεται μετριότητι τέρψιος καὶ βίου συμμετρίῃ· τὰ δ᾽ ἐλλείποντα καὶ ὑπερβάλλοντα μεταπίπτειν τε φιλεῖ καὶ μεγάλας κινήσιας ἐμποιεῖν τῇ ψυχῇ. αἱ δ᾽ ἐκ μεγάλων διαστημάτων κινούμεναι τῶν ψυχέων οὔτε εὐσταθέες εἰσὶν οὔτε εὔθυμοι. ἐπὶ τοῖς δυνατοῖς οὖν δεῖ ἔχειν τὴν γνώμην καὶ τοῖς παρεοῦσιν ἀρκέεσθαι τῶν μὲν ζηλουμένων καὶ θαυμαζομένων ὀλίγην μνήμην ἔχοντα καὶ τῇ διανοίᾳ μὴ προσεδρεύοντα, τῶν δὲ ταλαιπωρεόντων τοὺς βίους θεωρέειν, ἐννοούμενον ἃ πάσχουσι κάρτα, ὅκως ἂν τὰ παρεόντα σοι καὶ ὑπάρχοντα μεγάλα καὶ ζηλωτὰ φαίνηται, καὶ μηκέτι πλειόνων ἐπιθυμέοντι συμβαίνῃ κακοπαθεῖν τῇ ψυχῇ. ὁ γὰρ θαυμάζων τοὺς ἔχοντας καὶ μακαριζομένους ὑπὸ τῶν ἄλλων ἀνθρώπων καὶ τῇ μνήμῃ πᾶσαν ὥραν προσεδρεύων ἀεὶ ἐπικαινουργεῖν ἀναγκάζεται καὶ ἐπιβάλλεσθαι δι᾽ ἐπιθυμίην τοῦ τι πρήσσειν ἀνήκεστον ὧν νόμοι κωλύουσιν. διόπερ τὰ μὲν μὴ δίζεσθαι χρεών, ἐπὶ δὲ τοῖς εὐθυμέεσθαι χρεών, παραβάλλοντα τὸν ἑωυτοῦ βίον πρὸς τὸν τῶν φαυλότερον πρησσόντων καὶ μακαρίζειν ἑωυτὸν ἐνθυμεύμενον ἃ πάσχουσιν, ὁκόσῳ αὐτέων βέλτιον πρήσσει τε καὶ διάγει. ταύτης γὰρ ἐχόμενος τῆς γνώμης εὐθυμότερόν τε διάξεις καὶ οὐκ ὀλίγας κῆρας ἐν τῷ βίῳ διώσεαι, φθόνον καὶ ζῆλον καὶ δυσμενίην.

***
Γιατί την ψυχική γαλήνη τη φέρνει στους ανθρώπους η συγκρατημένη διασκέδαση και η σύμμετρη ζωή. Η στέρηση και η υπεραφθονία τείνουν να μετατρέπονται στο αντίθετό τους και να προκαλούν στην ψυχή μεγάλες κινήσεις· και οι ψυχές που κινούνται σε μεγάλη έκταση δεν είναι ούτε ευσταθείς ούτε γαλήνιες. Πρέπει λοιπόν να έχει κανείς το νου του σε πράγματα που ανταποκρίνονται στις δυνάμεις του και να είναι ευχαριστημένος με αυτά που έχει. Να μη δίνει μεγάλη σημασία στα όσα ζηλεύουν ή θαυμάζουν οι πολλοί και να μην τα σκέφτεται συνεχώς. Να κοιτάζει πώς ζουν οι ταλαίπωροι και να συναισθάνεται πόσο υποφέρουν. Με αυτό τον τρόπο, τα πράγματα που είναι κοντά του και τα έχει στη διάθεσή του μπορεί κάλλιστα να του φανούν μεγάλα και αξιοζήλευτα· η ψυχή του δεν θα υποφέρει πια επιθυμώντας περισσότερα. Γιατί όποιος θαυμάζει τους ανθρώπους που έχουν πλούτη και μακαρίζονται από τους άλλους, όποιος εντρυφεί συνεχώς στις αναμνήσεις του, αναγκάζεται να σκαρφίζεται πάντοτε κάτι καινούριο και να σπρώχνεται από την επιθυμία του σε πράξεις ανεπανόρθωτες και παράνομες. Γι᾽ αυτό ακριβώς δεν πρέπει κανείς να ψάχνει για πράγματα που είναι μακριά του, παρά να ικανοποιείται με τα όσα είναι κοντά του, συγκρίνοντας τη ζωή του με τη ζωή εκείνων που βρίσκονται σε χειρότερη θέση. Έχοντας στο νου του πόσα υποφέρουν εκείνοι, πρέπει να μακαρίζει τον εαυτό του για το πόσο καλύτερα ζει ο ίδιος. Γιατί αν το βάλεις αυτό καλά στο νου σου, θα ζεις πιο γαλήνια και θα αποτρέψεις όχι λίγα κακά στη ζωή σου -το φθόνο, τη ζήλια και την κακεντρέχεια.

Ο Άνθρωπος που δεν είχε πλάνες

Υπάρχει θεμελιώδης δια­φορά ανάμεσα στα τυφλά σημεία που πηγάζουν από την καλό­βουλη αυτοπροστασία και αυτά που πηγάζουν από τις άσχημες συνέργειες. Όταν η αλήθεια απειλεί να γκρεμίσει μια συνωμο­σία σιωπής που προστατεύει την ηθική ασχήμια, η επιλογή είναι άμεση: ή λες την αλήθεια ή μπαίνεις κι εσύ στη συνωμοσία.

Αλλά κάποια τυφλά σημεία, όπως είδαμε, μας βοηθούν να επιβιώσουμε από την αντιμετώπιση της οδυνηρής αλήθειας: είναι ουσιαστικό κομμάτι της ανθρώπινης υπόστασης. Όταν τα τυφλά σημεία στις ερωτήσεις μπορούν να έχουν ευεργετικό απο­τέλεσμα – ή ακόμα και θετικό – η πορεία της δράσης μας δεν είναι τόσο ξεκάθαρη. Επίσης, οι ανθρώπινες δυσκολίες συνήθως είναι τόσο σύνθετες που δεν είναι εντελώς ξεκάθαρο ποια ψέμα­τα είναι ζωτικά και ποιες αλήθειες πρέπει να ανακαλυφθούν. Στον Θάνατο τον Εμποράκου, καθώς ο Ουίλι Λόμαν οδηγείται στην καταστροφή, μπλεγμένος σ’ ένα κουβάρι ψέματα που δεν μπο­ρεί να ξεμπλέξει, η αγωνιώδης του κραυγή είναι: «Απαιτείται προσοχή!»

Τι είδους προσοχή όμως; Και σε τι; Με δεδομένες τις λεπτές ισορροπίες που διακυβεύονται, πώς πρέπει να προχωρήσουμε;

Θυμηθείτε την παραβολή που έγραψε το 1966 ο Άλεν Γουίλις, Ο Άνθρωπος που δεν Είχε Πλάνες Να πώς αρχίζει η ιστορία:

«Μια φορά κι έναν καιρό ήταν κάποιος που δεν είχε πλάνες για τίποτα. Απ’ την κούνια του ακόμα, έμαθε πως η μητέρα του δεν ήταν πάντοτε καλή: στα δυο είχε ξεμπερδέψει με τις νεράιδες, στα τρία του εξαφανίστη­καν από τον κόσμο του μάγισσες και ξωτικά. Στα τέσσε­ρα ήξερε πως τα κουνέλια δεν γεννούν αυγά και στα πέντε του, μια κρύα Δεκεμβριάτικη νύχτα, με χαμόγελο πικρό, είπε γεια-χαρά στον Αϊ-Βασίλη. Στα έξι του, που πήγε στο σχολείο, οι πλάνες πέταξαν από τη ζωή του – φτερά στον άνεμο: ο μπαμπάς του, έμαθε, δεν ήταν πάντα γενναίος και καλός, οι Πρόεδροι είναι άνθρωποι σαν και εμάς, η Βασίλισσα της Αγγλίας πάει στην τουα­λέτα όπως όλοι οι άνθρωποι του κόσμου και η στρογγυ­λοπρόσωπη, νέα και όμορφη δασκάλα του στην πρώτη δημοτικού, με τα λακκάκια, δεν ήταν παντογνώστρια όπως τη νόμιζε, αλλά σκεφτόταν μόνο τους άντρες και δεν ήξερε πολλά για κανένα πράγμα στον κόσμο… Σαν νεαρός άντρας κατάλαβε πως και οι πιο ευγενικές πρά­ξεις είναι εγωιστικές, και οι πιο ανιδιοτελείς έρευνες εξυ­πηρετούν το προσωπικό συμφέρον κι επίσης πως τα ψέματα γράφονται και στα βιβλία. Από όλους τους ανθρώπους που χάνουν τις πλάνες τους, εκείνος τις έχασε περισσότερο από όλους, χάνοντας μαζί και τα ταμπού και τις αρχές του. Κι όπως όλα πια ήταν επιτρεπτά, τίπο­τα δεν απόμεινε που να είναι άξιο λόγου».

Ο ήρωας του Γουΐλις παντρεύεται μια γυναίκα που κολυμπά­ει μέσα στις πλάνες. Λίγο πριν πάνε να παντρευτούν, εκείνος της λέει:

«Ο Θεός, γλυκιά μου, δεν θα είναι εκεί: οι γυναίκες θα κλαίνε για τη χαμένη τους νιότη και αθωότητα κι οι άντρες θα ποθούν να βρεθείς στο κρεβάτι τους… Όσο για τον ιερέα, θα στέκεται λίγο πιο ψηλά από μας και θα κοι­τάζει το χώρισμα του στήθους σου ξεροκαταπίνοντας…»

Προς το τέλος της ιστορίας, ο Χένρι – ο άνθρωπος που δεν είχε πλάνες – και η γυναίκα του η Λοραμπέλ είναι πια ηλικιωμέ­νοι. Ο Χένρι έχει μάθει πια πως οι πλάνες φέρνουν στη ζωή νόημα και ανακούφιση.

«Είδε καθαρά πως πάλευε να φτάσει σε μια κατά­σταση ομορφιάς, αλήθειας, καλοσύνης και αγάπης που δεν υπήρχε, αλλά ενώ νωρίτερα στη ζωή του πάντα έλεγε: “Πρόκειται για πλάνη” και έφευγε, τώρα έλεγε: “Δεν απομένει και τίποτα άλλο” και έμενε εκεί… Και όταν ήρθε η ώρα να πεθάνει, η Λοραμπέλ είπε, “Τώρα δεν θα χωριστούμε ποτέ” και ο Χένρι χαμογέλασε και την φίλη­σε και είπε μονολογώντας, “Δεν απομένει τίποτα άλλο πια” και πέθαναν και οι δυο».

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της

7.4.1. Απουλικός ελικωτός κρατήρας με παράσταση του Ορέστη στους Δελφούς

Ένας μεγάλος ελικωτός κρατήρας, που προέρχεται από το Ruvo της Απουλίας και φυλάσσεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Νεάπολης, έχει ύψος (μαζί με το καπάκι) 0,90 m και χρονολογείται γύρω στο 380 π.Χ. Στην κύρια όψη εικονίζεται μια μυθολογική σκηνή, εμπνευσμένη ίσως από τις Ευμενίδες του Αισχύλου. 

Πρέπει να πούμε ότι στα κατωιταλιωτικά αγγεία τα θεατρικά θέματα είναι συχνότερα από ό,τι στα αττικά. Βλέπουμε τον νεαρό Ορέστη σχεδόν γυμνό (το μόνο του ένδυμα είναι ένα μικρό ιμάτιο που πέφτει στα σκέλη του), με σανδάλια στα πόδια και με εγχειρίδιο στο δεξί του χέρι, να έχει καταφύγει στον ομφαλό των Δελφών (που καλύπτεται από ένα μάλλινο δίχτυ, το αγρηνόν) κυνηγημένος από τις Ερινύες μετά τον φόνο της μητέρας του της Κλυταιμνήστρας και του Αιγίσθου. Δίπλα στον ομφαλό διακρίνεται το ιερό δέντρο του Απόλλωνα, η δάφνη. Ο Απόλλωνας, στεφανωμένος με δάφνη και με το τόξο στο αριστερό του χέρι, απλώνει το δεξί για να σταματήσει την απειλητική μαύρη Ερινύα επάνω αριστερά, που καταδιώκει τον Ορέστη κρατώντας ένα φίδι. Μπροστά στον Απόλλωνα και κάτω από την Ερινύα εικονίζεται η ηλικιωμένη ιέρεια, η Πυθία, με το χαρακτηριστικό της γνώρισμα, το κλειδί του ναού, στο πλάι, να φεύγει υψώνοντας έντρομη τα χέρια. Στο δεξιό άκρο της παράστασης το άγαλμα της Άρτεμης, της θεάς του κυνηγιού, φαίνεται να παρακολουθεί από μακριά όσα συμβαίνουν. 

Η σκηνή εκτυλίσσεται μέσα στον ναό των Δελφών, όπως δηλώνουν οι τρεις λευκοί ιωνικοί κίονες που στηρίζουν ένα επιστύλιο. Οι χάλκινοι τρίποδες ανάμεσα στις μορφές καθώς και η υδρία την οποία έχει αναποδογυρίσει ο Ορέστης με το ορμητικό του τρέξιμο είναι αναθήματα στον Απόλλωνα· το ίδιο και οι τροχοί αρμάτων και τα κράνη που κρέμονται στο βάθος. Ο λαιμός του αγγείου διακοσμείται με μια σειρά από ανθέμια και άνθη λωτού, ενώ στο καπάκι (που δεν είναι βέβαιο ότι ανήκει στο αγγείο) εικονίζεται μια καθιστή Μούσα που παίζει λύρα.

Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι: ΙI. ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΣΩΚΡΑΤΙΚΟΥΣ ΣΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ

Πλωτίνος

Μοναδικός σκοπός της φιλοσοφίας του Πλωτίνου είναι η γνώση της θεότητας, που επιτυγχάνεται με την έκσταση και όχι με τη λογική. Υπαινικτικός στη γραφή, δύσκολος στο ύφος και τη σκέψη, ο Πλωτίνος εκφράζει τον πόθο του μυστικιστή, που συνταράσσεται από το πάθος για να απελευθερωθεί από τους περιορισμούς της γήινης ύπαρξης και να ομοιωθεί μέσω της έκστασης με τον θεό.

Η αλληλεπίδραση της Ελληνικής φιλοσοφίας με τον χριστιανισμό γέννησε την τελευταία φάση της ελληνικής φιλοσοφίας, που είναι γνωστή ως Νεοπλατωνισμός. Τα νεοπλατωνικά συστήματα αποτελούν τις τελευταίες εκφράσεις της ελληνικής σκέψης, στον βαθμό που αυτή είχε πλέον κατανοήσει πλήρως τον εαυτό της, δηλαδή την αρχαία θρησκεία και τον αρχαίο μύθο.

Ο Νεοπλατωνισμός, λοιπόν, μια εξέλιξη της μεταφυσικής και θρησκευτικής διδασκαλίας του Πλάτωνα, του οποίου οι γνωστότεροι εκπρόσωποι ήταν ο Πλωτίνος.

Ο Πορφύριος, ο Ιάμβλιχος και ο Πρόκλος, υπήρξε η κύρια φιλοσοφική σχολή της 'Υστερης Αρχαιότητας. Εμφανίσθηκε περίπου επτά αιώνες μετά την Κλασική Περίοδο του Σωκράτη, του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, σε μια προσπάθεια να αναζωογονήσει τον Πλατωνισμό που είχε παραμερισθεί λόγω της προτίμησης των στοχαστών για νέες θεωρίες, όπως αυτές των Στωικών και των Επικούρειων. Κυριάρχησε στις ελληνικές φιλοσοφικές σχολές έως το 529 μ.Χ., οπότε ο Ιουστινιανός εξέδωσε το διάταγμα με το οποίο διέκοπτε τη λειτουργία των φιλοσοφικών σχολών, επικυρώνοντας το τέλος της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας.

Ο Νεοπλατωνισμός διαμορφώθηκε αρχικά τον 3ο αιώνα στην Αλεξάνδρεια από τον Αμμώνιο Σακκά (ο οποίος όμως δεν άφησε γραπτό έργο) και κυρίως από τον μαθητή του Πλωτίνο, τον πιο σημαντικό εκπρόσωπο του Νεοπλατωνισμού, ο οποίος του προσέδωσε και την τελική του μορφή. Ο Πλωτίνος θεωρούσε τον εαυτό του επίγονο του Πλάτωνα. Σκεπτόταν με αφετηρία τα έργα του Πλάτωνα και ουσιαστικά κράτησε από αυτά την αρχική θέση του Πλατωνισμού, η οποία διαχώριζε τον αισθητό κόσμο από τον κόσμο των Ιδεών, θεωρούσε τον πρώτο κατώτερο και επιζητούσε άμεσα την απελευθέρωση και την αποδέσμευση του ανθρώπου από αυτόν.

Η απελευθέρωση από το σώμα και η ομοίωση προς τον θεό αποτέλεσε ακριβώς τον πυρήνα της φιλοσοφίας του Πλωτίνου. Όπως ο Επίκτητος, έτσι και ο Πλωτίνος επιδίωξε την πλήρη αποσύνδεση του ατόμου από τον κόσμο των αισθήσεων, η οποία μπορεί να επιτευχθεί με ένα είδος άσκησης. Επρόκειτο, ουσιαστικά για μια ριζική ανανέωση του Πλατωνισμού εκ των ένδον, καθώς ο άνθρωπος δεν οδηγείται μόνο στη θέαση του Αγαθού αλλά στην πραγματική ένωσή του με αυτό. Η μυστικιστική αυτή όψη της σκέψης του Πλωτίνου αποκαλύπτει πως ο Νεοπλατωνισμός είναι λιγότερο ορθολογιστικός και περισσότερο θρησκευτικός.

Ο Πλωτίνος γεννήθηκε στην Λυκόπολη της Αιγύπτου το έτος 204 και σπούδασε στην Αλεξάνδρεια. Σε ηλικία 28 ετών επισκέφθηκε τη σχολή του Αμμώνιου Σακκά. Ενθουσιάσθηκε, ισχυρίσθηκε ότι αυτό αναζητούσε τόσον καιρό και αφοσιώθηκε στη φιλοσοφία. Για τη φιλοσοφία του Αμμώνιου δεν γνωρίζουμε τίποτα, επειδή δεν έγραψε τίποτα. Εμπιστευόταν τη διδασκαλία του μόνο σε μια μικρή ομάδα μαθητών του, μέλη της οποίας ήταν ο Πλωτίνος μαζί με τον Ερρένιο και τον Ωριγένη.

Πιθανόν αυτό να οφειλόταν στην επιθυμία του να μην επιτρέψει στους μαθητές του να μετατρέψουν τη φιλοσοφία του σε επιδεικτική διδασκαλία, κατά το προηγούμενο των σοφιστών, γιατί ήθελε να τη διατηρήσει σε υψηλό επίπεδο, με πυρήνα την προαγωγή της πνευματικής του ζωής και κάθαρσης. Αγνοούμε λοιπόν ουσιαστικά τι διδασκόταν στη σχολή του Αμμώνιου. Μόνο τον 5ο αιώνα πληροφορούμαστε από τον Νεμέσιο και τον Ιεροκλή για τις ιδέες του αλλά και πάλι δεν είμαστε σίγουροι ότι αυτός στον οποίο αναφέρονται είναι ο Αμμώνιος.

Η περίοδος εκείνη ήταν μια εποχή έντονων πιέσεων στα σύνορα της αυτοκρατορίας, κυρίως από τον 6ορρά και την ανατολή. Ο Πλωτίνος, μετά από 11 χρόνια μαθητείας κοντά στον Αμμώνιο Σακκά κατατάχθηκε στον στρατό του Γορδιανού Γ’, κατά την εκστρατεία του εναντίον των Περσών το 242-243, με σκοπό να μετα6εί στην Ινδία για να γνωρίσει τους Γυμνοσοφιστές (ο Wallis αναφέρει πως ο Πλωτίνος ενθουσιάσθηκε τόσο πολύ με τη φιλοσοφία του Αμμώνιου, ώστε κατατάχθηκε στον στρατό ως μέλος του επιστημονικού προσωπικού που συχνά συνόδευε τον στρατό ελπίζοντας ότι θα γνώριζε την περσική και την ινδική σκέψη).

Την ίδια εποχή τον θρόνο της Περσίας κατείχαν ο Αρδασίρ και ο Σαπώρ Α’. Το 244 πέθανε ο Γορδιανός Γ’ και τον θρόνο της Ρώμης κατέλαβε ο Φίλιππος ο 'Αραβας. Το ίδιο έτος ο Πλωτίνος κατέφυγε στην Αντιόχεια (μετά την ήττα του Γορδιανού στη Μεσοποταμία) και στη συνέχεια μετέβη στη Ρώμη, καθώς δεν μπόρεσε να ικανοποιήσει την επιθυμία του να γνωρίσει από κοντά τη μυστικιστική ινδική φιλοσοφία. Ηταν πλέον 40 ετών. Στη Ρώμη άνοιξε μια σχολή και το έτος 246 άρχισε μια σειρά σεμιναρίων. Κατά το τρίτο έτος της βασιλείας του Φιλίππου του 'Αραβα εντάχθηκε στη σχολή του ο Αμέλιος, ένας από τους κύριους μαθητές του Πλωτίνου. Το 263, κατά το δέκατο έτος της βασιλείας του Γαλλιηνού, ενσωματώθηκε στη σχολή του ο Πορφύριος, ένας από τους μεγαλύτερους νεοπλατωνικούς φιλοσόφους και συντάκτης του Βίου και των έργων του Πλωτίνου.

Ολα όσα γνωρίζουμε για το πρόσωπο του Πλωτίνου τα οφείλουμε σε έναν μαθητή του από τη Συρία, του οποίου το πραγματικό όνομα ήταν Μάλχος (Βασιλιάς ή Βασίλειος). Αυτός δημοσίευσε τις Εννεάδες του Πλωτίνου 30 χρόνια μετά τον θάνατό του, δηλαδή μεταξύ του 303 και του 305. Η φιλοσοφική δραστηριότητα του Πλωτίνου περιελήφθηκε λοιπόν σε μια συλλογή από 54 πραγματείες σε έξι Εννεάδες, οι οποίες γράφτηκαν κατά τη διάρκεια των οκτώ τελευταίων χρόνων της ζωής του.

Ο Πορφύριος διαίρεσε το έργο του με βάση το θέμα, ξεκινώντας από το υποτιθέμενο πιο εύκολο υλικό και καταλήγοντας στο πιο δύσκολο. Στην πρώτη Εννεάδα περιλαμβάνονται τα λεγάμενα ηθικά θέματα, ενώ η δεύτερη και η τρίτη περιλαμβάνουν πραγματείες για τη φυσική φιλοσοφία και την κοσμολογία, για τις οποίες παρέχονται κάποιες ορθολογικές εξηγήσεις στην τρίτη Εννεάδα.

Η τέταρτη Εννεάδα αναφέρεται στην ψυχή ενώ η πέμπτη στον Νου. Ακολουθεί η έκτη, στην οποία περιέχονται θέματα για τους αριθμούς, περί του Ενός και περί των γενών του Οντος. Η θεματική ενότητα της πρώτης, τέταρτης και πέμπτης Εννεάδας είναι κατά κάποιο τρόπο αξιολογότερη από τις υπόλοιπες, αλλά και σε αυτές η προσδοκία μιας συστηματικής πραγμάτευσης εμφανίζεται απατηλή.

Σκοπός του Πορφύριου δεν ήταν να αναφέρει όλα όσα γνώριζε για τον δάσκαλό του, αλλά να αποτυπώσει τις πλευρές του χαρακτήρα του και της σταδιοδρομίας του οι οποίες συνταιριάζονται σε ένα παραστατικό πλαίσιο της ζωής του. Σύμφωνα με τα λόγια του, «ζωγράφισε το πορτραίτο ενός από τους πιο ασυνήθιστους ανθρώπους της εποχής του, ενός ανθρώπου που αφιέρωσε τη ζωή του στην υπηρεσία των άλλων και ταυτόχρονα στον κόσμο του πνεύματος». Διδάσκοντας στη Ρώμη σε μια εποχή η οποία χαρακτηριζόταν από μια απερίγραπτη έλλειψη φιλοσοφίας, το πρόσωπο του Πλωτίνου, με τις εξαιρετικές ικανότητες, έγινε το καταφύγιο όσων ήθελαν να έλθουν σε επαφή μαζί του και να ασχοληθούν συστηματικά με τη φιλοσοφία.

Ειδικότερα ο Πορφύριος, ήδη στις πρώτες γραμμές του Βίου, αναφέρει πως ο Πλωτίνος δεν προκαλούσε ποτέ συζήτηση γύρω από το θέμα των προγόνων του, των γονέων του ή για τον τόπο της γέννησής του. Σύμφωνα με τον Πορφύριο, αυτό οφειλόταν κυρίως στην ασκητική αποστροφή του για τη σωματική του υπόσταση («έμοιαζε να ντρέπεται που βρισκόταν μέσα σε σώμα»). Μόνο κρυφά μπορούσαν να φιλοτεχνήσουν ένα πορτραίτο του Πλωτίνου. Η απάντησή του, όταν του ζήτησε ο μαθητής του Αμέλιος να καθίσει μπροστά σε έναν ζωγράφο, βασίσθηκε στην πλατωνική αρχή «είδωλο ενός ειδώλου»: «Δεν αρκεί που κουβαλάμε το είδωλο με το οποίο η φύση μας έχει περιβάλει αλλά έχεις την απαίτηση να δεχθώ να αφήσω πίσω μου και ένα ανθεκτικότερο στον χρόνο είδωλο του ειδώλου, σαν να πρόκειται για κάτι αξιοθέατο»;

Γι’ αυτό τον λόγο ο Αμέλιος συνωμότησε με τον αξιόλογο ζωγράφο και φίλο του Καρτέριο, ο οποίος αποτύπωσε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του, κατά τη διάρκεια των διαλέξεών του. Κατόπιν, φιλοτέχνησε από μνήμης ένα πρώτο σχέδιο και με τη βοήθεια του Αμέλιου προέκυψε εν αγνοία του Πλωτίνου ένα άψογο πορτραίτο. Η μόνη λοιπόν πληροφορία που μας παρέχει για τη ζωή του ο Πλωτίνος είναι πως σε ηλικία οκτώ ετών μετέβαινε στο σχολείο με τη συνοδεία μιας τροφού, με την οποία συνήθιζε να διασκεδάζει, όταν γύμνωνε τους μαστούς της για τον θηλάσει.

Εγκατέλειψε αυτή τη συνήθεια όταν άρχισε να ντρέπεται γι’ αυτή τη συμπεριφορά του, μετά από μια αυστηρή επίπληξη. Για ποιον λόγο ο Πλωτίνος διηγήθηκε αυτό το περιστατικό, δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε. Ίσως είναι σωστή η υποψία κάποιων πως ο σκοπός αυτής της εξιστόρησης ήταν παραδειγματικός, για να επισημάνει ένα ακούσιο και αθέλητο σφάλμα του. Οτιδήποτε άλλο γνώριζε ο Πορφύριος σχετικά με την παιδική και εφηβική ηλικία του Πλωτίνου, προτίμησε να μην το αποκαλύψει σε κανέναν.

Παράλληλα ο Πλωτίνος είχε και επιστημονικά ενδιαφέροντα

Η ενασχόλησή του με τους κανόνες των αστέρων δεν είχε ιδιαίτερα μαθηματική χροιά. Επιπλέον, αφιέρωσε χρόνο και στην εγκυρότητα των ωροσκοπίων, αλλά μόνο για να πείσει για την αχρηστία και την έλλειψη αξίας τους. Στην πραγματεία «Περί του αν τα άστρα ασκούν κάποια επίδραση», καταδίκαζε την αστρολογία, η οποία σαφώς δεν συμβαδίζει με την επιστημονική αστρονομία. Αμέσως κέρδισε την εκτίμηση και τον σεβασμό του αυτοκράτορα Γαλλιηνού και της συζύγου του Σαλονίνας.

Εκμεταλλευόμενος λοιπόν τη συμπάθεια του αυτοκρατορικού ζεύγους, τους πρότεινε να ανοικοδομήσουν μια κατεστραμμένη πόλη στην Καμπανία (κάποτε πόλη των φιλοσόφων) η οποία θα ονομαζόταν Πλατωνόπολις και θα διοικείτο με βάση τους πλατωνικούς νόμους. Επενέβησαν όμως αλλά πρόσωπα του αυτοκρατορικού περιβάλλοντος από φθόνο ή απλώς από κακεντρέχεια, μοχθηρία ή κάποια άλλη αιτία και ματαίωσαν το σχέδιο. Ο Rist ερμηνεύει αυτή την ενθάρρυνση του Γαλλιηνού ως μια προσπάθεια να αποτελέσει το πλωτινικό σχολείο την «εμπροσθοφυλακή» μιας ελληνικής αναγέννησης. Μολονότι όμως ο αυτοκράτορας έδειχνε μεγάλο σεβασμό για το πρόσωπο του Πλωτίνου, αργότερα αποδείχθηκε πως οι δημόσιες δραστηριότητές του είχαν μικρή σχέση με τη δράση ενός φιλοσόφου.

Κατά την περίοδο της οργάνωσης αυτού του σχεδίου, δηλαδή στο πρώτο έτος της βασιλείας του Γαλλιηνού (253-268), ο Πλωτίνος είχε αφοσιωθεί στην έκθεση των φιλοσοφικών του βιβλίων. Ηταν ήδη 48-49 ετών όταν άρχισε να γράφει. Μαθήματα φιλοσοφίας βέβαια είχε αρχίσει να παραδίδει ήδη από το 244-245. Παράλληλα έγραψε όλα του τα έργα κατά περιόδους, σε διάστημα 16 ετών. Συγκεκριμένα, πριν έλθει σε επαφή με τον Πορφύριο είχε ήδη γράψει 21 βιβλία, με θέματα που προέκυπταν από τα σεμινάρια και τις διαλέξεις και κυκλοφορούσαν σε στενό κύκλο.

Ο Πορφύριος μάλιστα αναφέρει πως, επειδή ο Πλωτίνος δεν τα τιτλοφορούσε, όλοι έβαζαν στο καθένα διαφορετικό τίτλο. Γι’ αυτό ο Πορφύριος, κατά τα έξι χρόνια που ήταν μαζί του, τον ανάγκασε (με τη βοήθεια του παλαιότερου μαθητή του Αμέλιου) να γράψει άλλα 24 βιβλία. Η διαδικασία γραφής ακολουθούσε την ίδια οδό: τα βιβλία είχαν ως εισαγωγή τα θέματα που ανέκυπταν κατά τις συζητήσεις τους. Οταν ο Πορφύριος ήταν στη Σικελία (περί το 268), ο Πλωτίνος του έστειλε άλλα εννέα βιβλία.

Οσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο έγραφε τα έργα του ο Πλωτίνος, ο Πορφύριος γράφει: «Αφού είχε ολοκληρώσει τη σκέψη του από την αρχή ως το τέλος στο μυαλό του, έπειτα, όταν μετέφερε στο γραπτό όσα είχε σκεφθεί, έγραφε χωρίς διακοπή αυτά που είχε βάλει σε τάξη στην ψυχή του, σαν να τα αντέγραφε από ένα βιβλίο. Αφού, και αν ακόμη στο μεταξύ συνομιλούσε με κάποιον, διατηρούσε παράλληλα με την ομιλία του τη σειρά των σκέψεών του, έτσι ώστε και να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της ομιλίας και να διατηρεί αδιάκοπα τη σκέψη τους στο προκείμενο ζήτημα.

Οπότε, όταν ο συνομιλητής του έφευγε, δεν χρειαζόταν να ξανακοιτάξει αυτά που είχε γράψει, αφού άλλωστε η όρασή του δεν επαρκούσε για επαναλήψεις, αλλά προχωρούσε στη συνέχεια της συγγραφής του, σαν να μην είχε μεσολαβήσει το χρονικό διάστημα της συνομιλίας του. Ηταν λοιπόν παρών συνάμα με τον εαυτό του και με τους άλλους, και ποτέ δεν χαλάρωνε την προσοχή προς τον εαυτό του, παρά μόνο στον ύπνο, τον οποίο εξάλλου ελάττωνε η μειωμένη τροφή – πολλές φορές δεν άγγιζε ούτε ψωμί – και η διαρκής μεταστροφή του προς το νου».

Τα έργα του Πλωτίνου λοιπόν δεν συγκροτήθηκαν με 6άση ένα γενικό πλάνο, και αυτό οφειλόταν (όπως αναφέρει ο Πορφύριος) στην αδυναμία που είχαν τα μάτια του, γι’ αυτό και δεν ξαναδιάβαζε ποτέ όσα είχε γράψει. Η ταχύτητα, μάλιστα, με την οποία του έρχονταν οι ιδέες, τον ανάγκαζε να γράφει τόσο γρήγορα, ώστε το γράψιμό του να γίνεται εξαιρετικά δυσανάγνωστο (ούτε όμως χειριζόταν άψογα τη γλώσσα). Αν και κατείχε μια επιμελέστερη γνώση της φιλοσοφίας, ο Πλωτίνος δεν διακρινόταν για την τέλεια μόρφωσή του. Η ορθογραφία του ήταν μέτρια και συχνά μπέρδευε ορισμένες λέξεις όταν μιλούσε και έγραφε. Γι’ αυτό δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι δεν κατάφερε να διαμορφώσει τις συζητήσεις του κατά το πρότυπο του σωκρατικού διαλόγου. Οι γνώσεις του επίσης ήταν εγκυκλοπαιδικές, όχι μόνο σε σχέση με το έργο άλλων φιλοσόφων αλλά και σε θέματα γεωμετρίας, μηχανικής, οπτικής και μουσικής.

Το πάθος του ήταν η φιλοσοφία

Οπως σημειώνει ο Πορφύριος στο έργο του, «όταν μιλούσε, η νόηση φανερωνόταν μέχρι το πρόσωπό του, λάμποντας με το φως της. Ηταν πάντα θελκτικός στην όψη, όμως τότε γινόταν ακόμη πιο ωραίος στη θέαση. Ενας λεπτός ιδρώτας τον κάλυπτε και η πραότητά του έλαμπε από μέσα του ενώ, όταν απαντούσε στις ερωτήσεις που του υποβάλλονταν, έδειχνε την προσήνεια και την πνευματική του ρώμη».

Οσον αφορά τη διδασκαλία του, αυτή ήταν ανοικτή στο ευρύ κοινό – σε αντίθεση με τα γραπτά του, που ήταν διαθέσιμα μόνο σε έναν μικρό κύκλο μαθητών του – και ακολουθούσε μια μορφή συζήτησης βασισμένη σε μια σειρά κειμένων. Ο Αμέλιος μάλιστα παρουσιάζει στον Πορφύριο μια εικόνα του τρόπου διδασκαλίας πριν τον Πλωτίνο. Τα μαθήματα δηλαδή τότε ήταν μπερδεμένα και γεμάτα ανοησίες, ώσπου εμφανίσθηκε ο Πλωτίνος, για να διεγείρει την έρευνα στον κύκλο των συμμετεχόντων.

Οπως μας πληροφορεί ο Πορφύριος (αφότου έγινε μέλος του κύκλου το 263), ο δάσκαλός του χρησιμοποιούσε ποικίλα γραπτά, όπως αυτά του Πλάτωνα και των περιπατητικών, του Νουμήνιου ή του Αλεξάνδρου, ως βάση για να παρουσιάσει τη δική του πραγματεία και διατριβή. Προηγείτο μια ανάγνωση κειμένων διαφόρων Ελλήνων φιλοσόφων, πάνω στα οποία ο Πλωτίνος έκανε τις παρατηρήσεις του. Στη συνέχεια, με αφορμή αυτά εξέθετε μια δική του θεωρία. Σκοπός της προσπάθειας ήταν να διεισδύσουν βαθιά στο νόημα των αποσπασμάτων.

Ο Πλωτίνος ήταν αυστηρά χορτοφάγος και δεν άγγιζε τις τροφές που προέρχονταν από τη σάρκα ζώων. Δεν πήγαινε στα δημόσια λουτρά, αλλά καθημερινά του έκαναν εντριβές κατ’ οίκον. Οταν όμως ενέσκηψε λοιμός στη Ρώμη, πέθαναν οι άνθρωποι που τον φρόντιζαν κατ’ οίκον και διακόπηκε η περιποίηση του σώματός του. Απόρροια αυτής της κατάστασης ήταν να επιδεινωθεί η υγεία του και να του παρουσιασθεί μια μορφή οξείας κυνάγχης, μια νόσος του φάρυγγα.

Κατά την απουσία του Πορφύριου στη Σικελία, η υγεία του Πλωτίνου επιδεινωνόταν συνεχώς, και σταδιακά άρχισε να χάνει τη φωνή του, η οποία γινόταν ολοένα και πιο βραχνή. Η όρασή του επίσης μειωνόταν αισθητά και τα χέρια και τα πόδια του γέμισαν έλκη. Τότε άρχισαν να τον αποφεύγουν οι φίλοι του, γιατί συνήθιζε να τους φιλά όταν τους υποδεχόταν. Απογοητευμένος, λοιπόν, ο Πλωτίνος αποσύρθηκε στην Καμπανία, στο κτήμα του παλαιού του φίλου Ζήθου. Ο,τιδήποτε χρειαζόταν, του το προμήθευε ο φίλος του Καστρίκος από τα κτήματά του στις Μιντούρνες.

Ο Πλωτίνος ζούσε πλέον μοναχικά αξιοποιώντας όμως τον χρόνο του για τη συγγραφή των τελευταίων έργων του, τα οποία αφορούν θέματα ηθικής. Στα πρόθυρα του θανάτου του τον επισκέφθηκε ο φίλος και γιατρός του Ευστόχιος (στον οποίο αποκάλυψε την ηλικία του λίγο πριν πεθάνει) ο οποίος έμενε τότε στις Ποτιόλες. Ο Πλωτίνος ήταν 66 ετών όταν πέθανε, στο τέλος του δεύτερου χρόνου της βασιλείας του Κλαυδίου Β’). Λίγο πριν ξεψυχήσει είπε στον Ευστόχιο: «Εσένα περίμενα ακόμη. Προσπαθήστε να αναγάγετε τον θεό μέσα σας στο θείο που ενυπάρχει στο όλο».

Ο Χρησμός του Απόλλωνα για την ψυχή του Πλωτίνου

Μετά τον θάνατο του Πλωτίνου το 270, ο μαθητής του Αμέλιος ρώτησε τον Απόλλωνα πού βρισκόταν η ψυχή του Πλωτίνου. Τότε ο θεός απάντησε δίνοντας έναν χρησμό υπό τη μορφή ποιήματος. Σε γενικές γραμμές αυτός ανέφερε πως η ψυχή του μεγάλου φιλοσόφου κατοικεί σε ένα μέρος όπου ισχύουν δίκαιοι νόμοι, και παραμένει αγνή και αμόλυντη. Μολονότι ο Πλωτίνος προσπάθησε πολλές φορές κατά τη γήινη ζωή του (όσο δηλαδή η ψυχή του ζούσε μέσα στο σώμα του) να αντιταχθεί «στην άγρια ταραχή, στις τρικυμίας τη ζάλη», συχνά του φανερωνόταν το όραμα της κατοικίας των μακαρίων, ένα όραμα που έπρεπε να αποτελέσει τον τελικό του στόχο. Το όραμά του αυτό λοιπόν δεν μπορούσε να το σβήσει η ανηθικότητα και η απανθρωπιά της σαρκικής ζωής.

Ο Πλωτίνος, όμως, συνέχισε ο Απόλλων, είχε απαλλαγεί πια από τη διαφθορά και η ψυχή του έδρευε σε έναν τόπο ιερό, μαζί με αυτές του Πλάτωνα, του Πυθαγόρα, του Αιακού, του Δία, του Μίνωα και του αδελφού του Ραδάμανθυ. Ο ύμνος προς τιμήν του Πλωτίνου τελείωνε με μια προσφώνηση στις Μούσες να τελειώσουν το τραγούδι τους, αφού αυτός ό,τι είχε να πει με τη χρυσή του λύρα για την άφθαρτη και ευτυχισμένη ψυχή του φιλοσόφου το είχε ολοκληρώσει.

Στη συνέχεια ο Πορφύριος ολοκλήρωσε τον ύμνο του Απόλλωνα σε ύφος πεζό και απλό, συμπληρώνοντας πως η προσωπικότητα του Πλωτίνου διακρινόταν για την ηρεμία, την πραότητα και την καλοσύνη της. Ιδιαίτερο ήταν το χάρισμα της ψυχής του να θεάται διαρκώς το θείο, το οποίο λάτρευε. Αντίθετα, ο Πορφύριος ομολογούσε πως ο ίδιος έφθασε στο υπέρτατο Ον μόνο μία φορά, σε αντίθεση με τον Πλωτίνο που το προσέγγισε τέσσερις φορές μέσω μιας άρρητης ενεργοποίησης.

Ο Βελισσαρόπουλος σημειώνει πως αυτή η εκστατική κατάσταση μοιάζει με εκείνη των Ινδών φιλοσόφων. Μολονότι διαρκεί λίγο, τόσο οι Ινδοί μύστες όσο και ο Πλωτίνος τον υπόλοιπο χρόνο 6ίωναν ένα χαρισματικό κλίμα. Ο Πορφύριος καταλήγει στο συμπέρασμα πως όλα τα γραπτά του δασκάλου του εμποτίζονται από θεϊκή χάρη και επίβλεψη, γεγονός που αποδεικνύει πως μόνο εκείνος από τους κοινούς ανθρώπους αντίκρισε πράγματα θεάρεστα και μεγαλειώδη, δυσπρόσιτα για την υλική υπόσταση.

Το φιλοσοφικό του σύστημα

Το πλωτινικό φιλοσοφικό σύστημα θεωρείται μονιστικό, γιατί, σύμφωνα με αυτό, ο κόσμος είναι απόρροια και προϊόν μιας πνευματικής αρχής, σε μια αδιάσπαστη σειρά απορροών από το Εν, τον Νου και την Ψυχή, η οποία μέσω της διείσδυσης, όπως θα δούμε, παρέχει ύπαρξη στην Υλη.

Κεντρικός άξονας, λοιπόν, στη σκέψη του είναι η οντολογική ιεράρχηση του σύμπαντος σε τέσσερις υποστάσεις. Στην κορυφή βρίσκεται το Εν, η αρχή των πάντων και επέκεινα του όντος, στο οποίο καταλήγουν όλα.

Το Εν το ονοματίζει και Πρώτο, Αγαθό ή Θεό και Υπέρκαλον, όχι λόγω της υπερβολικής ομορφιάς του αλλά διότι ίσταται υπεράνω του κάλλους. Συνεπώς, ο Νους και η Ψυχή, ακόμη και η ίδια η Υλη, πηγάζουν κατά τον Πλωτίνο από αυτή την ακίνητη πρωταρχή, δηλαδή το Εν, το οποίο δεν είναι ενέργεια αλλά δημιουργεί χωρίς να κινείται.

Το γεγονός, βέβαια, πως το Εν δημιουργεί και γεννά τα πάντα δίχως να είναι ούτε κινούμενο ούτε στάσιμο, χωρίς να προσδιορίζεται από χωροχρονικές ιδιότητες, οφείλεται στην πληρότητα και στην τελειότητά του. Επιπλέον το Εν δεν έχει καμία σωματική ιδιότητα, γιατί είναι απεριόριστο και άπειρο.

Δεν έχει όμως και καμία πνευματική ιδιότητα, δηλαδή δεν έχει νόηση ούτε βούληση. Ασφαλώς, το γεγονός ότι το Εν δεν γιγνώσκει, δεν σημαίνει ότι αγνοεί. Απλώς δεν γνωρίζει κάτι άλλο από αυτό το ίδιο. Το Εν είναι απαλλαγμένο από την ανάγκη να σκεφθεί και σαφώς δεν γνωρίζει με τη συνήθη έννοια που γνωρίζουμε εμείς. Τα έχει όλα μπροστά του σε αιώνια όψη και δεν χρειάζεται να σκεφθεί, γιατί έχει άμεση γνώση των πάντων.

Η πρώτη απόρροια του Ενός είναι ο Νους

Πρόκειται για την εικόνα του Ενός που προκύπτει από τη στροφή του Ενός προς αυτό το ίδιο. Στον Νου εμφανίζεται για πρώτη φορά η έννοια της πολλότητας και της ετερότητας. Η εμφάνιση αυτή όμως δεν είναι παρά νοητή, και συνίσταται στις ιδέες, στις νοητές ουσίες, οι οποίες ως όλον συνιστούν τον Νου και θα συντελέσουν στη δημιουργία του κόσμου. Ο Νους στον Πλωτίνο φιλοξενεί τις Ιδέες, αντίθετα με τη θεωρία του Πλάτωνα, σύμφωνα με την οποία οι ιδέες είναι ανεξάρτητες και ελεύθερες οντότητες.

Επειδή όμως ο Νους είναι τέλειος, πρέπει να γεννήσει και αυτός κάτι άλλο (σύμφωνα με τη φιλοσοφία του Πλωτίνου, οτιδήποτε είναι τέλειο παράγει αυτόματα και κάτι άλλο). Το γέννημα αυτό είναι η Ψυχή.

Η ψυχή βρίσκεται στη μέση, ανάμεσα στον Νου και στον επιστητό κόσμο. Φωτίζεται δηλαδή από τον Νου αλλά επηρεάζεται και εξαρτάται από τον υλικό κόσμο. Αυτή η ίση απόστασή της από τον νοητό και τον υλικό κόσμο είναι και η αιτία του μερισμού και της διχοτόμησής της. Από τη μια πλευρά δηλαδή προσφεύγει στον νοητό κόσμο, όπου διατηρεί την ενότητά της, αλλά από την άλλη έλκεται από το σώμα, εμπλέκεται μαζί του και επιμερίζεται. Εντούτοις, η ψυχή ποτέ δεν λησμονεί την ουράνια και ασώματη ζωή της, παρά τη λαγνεία και τη μέθη που προκαλούν τα πάθη της επίγειας ζωής.

Η 'Υλη είναι η κατώτερη βαθμίδα στην κλίμακα της οντολογικής ιεραρχίας, γι’ αυτό και η πιο υποχθόνια και σκοτεινή, λόγω της μακρινής απόστασής της από το Εν. Η ύπαρξή της συνίσταται στη διείσδυση της ψυχής μέσα της. Συνεπώς, πριν συμ6εί αυτό, η ύλη είναι ανύπαρκτη, είναι μη ον. Όταν λοιπόν η δημιουργική ψυχή εισέρχεται μέσα της, αποκτώντας ταυτόχρονα μορφή, η ύλη δεν χάνει ουσιαστικά την ιδιότητά της, όπως δεν χάνει την ιδιότητά του το θήλυ, όταν λαμβάνει τον σπόρο του άρρενος. Η κάθοδος της ψυχής προς το σώμα, δηλαδή την ύλη, σηματοδοτεί την είσοδό της στον αισθητό κόσμο. Η ύλη λοιπόν αυτή καθεαυτή θεωρείται έννοια αρνητική και κακή, γιατί στερείται «την αρετή, το κάλλος, τη σοφία, τη μορφή, την ποιότητα».

Συνεπώς, προορισμός κάθε ανθρώπου είναι η λύτρωση και ο καθαρμός της ψυχής του. Το εγχείρημα αυτό 6έ6αια – η άνοδος της Ψυχής προς το Εν – είναι δύσκολο. Απαιτείται εγκατάλειψη των γήινων και φθαρτών και στροφή προς τον νοητό κόσμο και το Εν. Οι ιδέες ασφαλώς είναι άπειρες και θεωρούνται ουσίες, απαραίτητες για τη σκέψη και τον λόγο του ανθρώπου, δεν αποτελούν όμως τον τελικό προορισμό και τον απόλυτο στόχο. Αυτός υλοποιείται μόνο με τη θέα της πρώτης αρχής μέσω της έκστασης, της αποφυγής δηλαδή των ανθρωπίνων και της σύλληψης ενός κάλλους ανύπαρκτου, που ενδημεί επέκεινα των νοητών, στη σφαίρα του Ενός. Για τον Πλωτίνο, ουσιαστικά είναι η έκσταση εκείνη που συμβάλλει στην όραση του Ενός και στη σύλληψη ενός ύψιστου κάλλους.

Κάτι αντίστοιχο είχε 6ιώσει και ο Πλωτίνος, ο οποίος βρισκόταν σε πλήρη ηρεμία, δεν είχε κανένα αίσθημα και καμία επιθυμία και αποστρεφόταν τα ωραία πράγματα, γιατί ακριβώς τα είχε υπερβεί. Άφηνε πίσω του όχι μόνο τον κόσμο της εμπειρίας αλλά και όλα τα νοήματα, τις ιδέες, γιατί δεν γνώριζε απλώς τον Θεό, τον ζούσε και συγχωνευόταν μαζί του. Ο άνθρωπος, βέβαια, πρέπει να καταβάλει ο ίδιος προσπάθεια, ώστε να μπορέσει να γίνει άξιος μιας τέτοιας ένθεης κατάστασης.

Πρέπει να αποσείσει κάθε αισθησιακότητα και κάθε άλλη δική του βούληση. Είναι ανάγκη να ξεφύγει από τις επιμέρους σχέσεις που τον καθορίζουν και να ξαναγυρίσει στην καθαρή, στην απλή ουσία του. Αυτή ακριβώς η απλότητα καθιστά την ψυχή ομοούσια του θείου. Μόνο εάν ο άνθρωπος υψωθεί ως τη θεότητα θα συμμετάσχει στη θεϊκή θεωρία. Δυστυχώς, στην επίγεια ζωή αυτή η κατάσταση διαρκεί μόνο ένα σύντομο χρονικό διάστημα. Αυτό συμβαίνει γιατί η απροσδιοριστία του Ενός προξενεί φόβο στην ψυχή, εξαιτίας της πεπερασμένης φύσης της. Η έκσταση, λοιπόν, είναι στιγμιαία, αλλά μέσα σε αυτά τα λίγα λεπτά η ψυχή χάνει την ετερότητά της και κάθε μέρος της εφάπτεται, γίνεται ένα με το Εν.

Ο Νεοπλατωνισμός συνέχισε να αποκτά όλο και περισσότερους υποστηρικτές οι οποίοι, ακολουθώντας τη φιλοσοφία του Πλωτίνου, συνέγραψαν ποικίλα έργα με ουσιαστικές όμως διαφορές από τον «πατέρα» αυτής της σχολής. Η νεοπλατωνική τάση διατηρήθηκε και μετά τον Πλωτίνο και τον Πορφύριο. Εκπροσωπήθηκε στις αρχές του 4ου αιώνα από τον Σύρο Ιάμβλιχο, επηρέασε τον αυτοκράτορα Ιουλιανό, και τον 5ο αιώνα εκπροσωπήθηκε στην Αθήνα από τον Πρόκλο.

Στην Αλεξάνδρεια παρέμεινε ισχυρός παρά τις επιθέσεις και τις αντιδράσεις των Χριστιανών. Μια από τους θαυμαστούς εκπροσώπους της σχολής ήταν η Υπάτια, κόρη του μαθηματικού Θέωνα, η οποία διακρινόταν για το κάλλος και την ευγλωττία της. Εξάλλου, η Δύση επίσης δεν έμεινε ανεπηρέαστη από τη φιλοσοφία του Πλωτίνου. Το ενδιαφέρον γι’ αυτήν εκδηλώθηκε εκεί από τα μέσα του 4ου αιώνα κ.εξ., μετά τον θάνατο του μεγάλου φιλοσόφου, κατά την έναρξη μιας μεγάλης μεταφραστικής δραστηριότητας θεολογικών και φιλοσοφικών έργων στην Ιταλία από τα Ελληνικά στα Λατινικά.

Ο σημαντικότερος εκπρόσωπος του λατινικού Νεοπλατωνισμού είναι ο Anicius Manlius Severinus Boethius (Βοήθιος), Ρωμαίος αριστοκράτης, ο οποίος στο έργο του «Παρηγορία φιλοσοφίας» εκφράζει μια αυστηρά μονοθεϊστική πίστη στον θεό και την πρόνοια. Η μεγάλη όμως στροφή προς τον Νεοπλατωνισμό πραγματοποιήθηκε με την Ακαδημία των Μεδίκων στη Φλωρεντία, υπό τη διεύθυνση του Μαρσίλιο Φιτσίνο (Marsilio Ficino), ο οποίος μετέφρασε τις Εννεάδες του Πλωτίνου το 1492. Παράλληλα κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια να προσαρμόσει τις ιδέες του Νεοπλατωνισμού στις απαιτήσεις του καιρού του και επιδίωξε να τις συμβιβάσει με τα δόγματα του Χριστιανισμού.