Κυριακή 1 Ιουνίου 2025

Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία

5.5.Η. Επιστήμες

Η διάδοση και η πρόοδος των επιστημών, ιδιαίτερα των εφαρμοσμένων, ήταν στην Ελληνορωμαϊκή εποχή μεγάλη. Σε γραμματολογικό πλαίσιο δε μπορούμε πάλι παρά να παρουσιάσουμε σε χρονολογική σειρά λίγους μόνο επιστήμονες, τους σπουδαιότερους, ιδιαίτερα όσους άφησαν πίσω τους αξιόλογο συγγραφικό έργο.

ΣΤΡΑΒΩΝ (64 π.Χ.-24 μ.Χ.)

Ο Στράβων γεννήθηκε από διάσημη οικογένεια στην Αμάσεια του Πόντου και σπούδασε στη Νύσα, στην Αλεξάνδρεια και στη Ρώμη. Ο ίδιος το λέει με υπερηφάνεια στα Γεωργικὰ ὑπομνήματα πως ταξίδεψε πολύ, και φυσικά δεν παραλείπει, περιγράφοντας τις διάφορες χώρες, να σημειώνει τις προσωπικές του παρατηρήσεις ή και να διηγείται, π.χ., πώς, περνώντας από τη Γυάρο, συνταξίδεψε με έναν ψαρά που πήγαινε αποσταλμένος στον Οκταβιανό να ζητήσει μείωση της φορολογίας του νησιού. Το έργο καλύπτει 17 βιβλία και σώθηκε σχεδόν ολόκληρο.

Στο πρώτο βιβλίο ο Στράβων μνημονεύει και αξιολογεί όσους είχαν πριν από τον ίδιο ασχοληθεί με γεωγραφικά θέματα, ιδιαίτερα τον Όμηρο, που πολύ σωστά τον κρίνει ως ποιητή και όχι ως γεωγράφο, και τον Ερατοσθένη. Στο δεύτερο βιβλίο εκθέτει, πάντα με αναφορές στους προγενέστερους, τις απόψεις του σε θέματα της αριθμητικής γεωγραφίας, που μελετά το σχήμα της γης, τους μεσημβρινούς, τους παραλλήλους, τη χαρτογράφηση κ.τ.ό. Τα υπόλοιπα βιβλία καλύπτει η περιγραφή των διαφόρων περιοχών, αρχίζοντας από την Ισπανία, τη Γαλατία, τη Βρετανία και τις Άλπεις, περνώντας από την Ελλάδα, τον Καύκασο, την Αρμενία, τη Μικρασία, την Περσία και τις Ινδίες, και καταλήγοντας στη Μεσοποταμία, τη Συρία, την Παλαιστίνη, την Αραβία, την Αίγυπτο, την Αιθιοπία και τη Λιβύη. Για όλες αυτές τις περιοχές ο Στράβων καταγράφει, πέρα από τα καθαρά γεωγραφικά δεδομένα, και όσες ακόμα εθνογραφικές, θρησκειολογικές, μυθολογικές κ.ά. πληροφορίες είχε συλλέξει από τα ταξίδια του και τα διαβάσματά του.

Πριν ασχοληθεί με τα Γεωγραφικά, ο Στράβων είχε ολοκληρώσει σε 43 βιβλία τα χαμένα για μας Ἱστορικὰ ὑπομνήματα: τέσσερα βιβλία εισαγωγικά, με αναδρομή στην ελληνική ιστορία, και στη συνέχεια τὰ μετὰ Πολύβιον γεγονότα ως τη δολοφονία του Καίσαρα (144-44 π.Χ.).

Ο Αθήναιος από την Αττάλεια, μαθητής του στωικού Ποσειδώνιου, ήταν γιατρός, ιδρυτής της πνευματικής σχολής. Δίδασκε ότι τη ζωή και την υγεία στον άνθρωπο την κυβερνά το (ἔμφυτον θερμόν) πνεῦμα, που εδρεύει στην καρδιά και ανανεώνεται με την αναπνοή. Τα πολλά του έργα έχουν για μας χαθεί· όμως ορισμένες γνώμες του μας παραδόθηκαν από τους μαθητές του και τον Γαληνό, που έκρινε ότι «από τους νεότερους γιατρούς κανείς δεν πραγματεύτηκε τα ιατρικά θέματα τόσο διεξοδικά όπως ο Αθήναιος» (1.457 Κ.).

ΗΡΩΝ (1ος μ.Χ. αι.)

Ο Ήρων ο μηχανικός, όπως ονομάστηκε, γεννήθηκε και εργάστηκε στην Αλεξάνδρεια. Από τα έργα του ορισμένα σώζονται αυτούσια, άλλα σε αραβική ή λατινική μετάφραση, άλλα αποσπασματικά - όλα εξαιρετικά πολύτιμα, καθώς ανακεφαλαιώνουν τα τεχνολογικά επιτεύγματα αιώνων.

Ο Ήρων είχε την ικανότητα να περιγράφει με ακρίβεια, με λεπτομέρειες και με σχήματα την κατασκευή και τη λειτουργία των διαφόρων μηχανών. Έτσι παρουσίασε στα Μηχανικά του απλές μηχανές (μοχλούς, κοχλίες, βαρούλκα, γρανάζια κ.τ.ό.), στα Βελοποιικά του τις βλητικές (τόξα, σφεντόνες, καταπέλτες κ.τ.ό.), στα Πνευματικά του όσες λειτουργούσαν με συμπιεσμένο αέρα, υδραυλική πίεση και ατμό (!), στη Διόπτρα όσες χρησίμευαν για τη μέτρηση των αποστάσεων και την οδοποιία, τέλος, στο Περὶ αὐτοματοποιητικῶν ορισμένα θαύματα, συσκευές-ρομπότ που λειτουργούσαν αυτόματα με στόχο να εκπλήξουν τους θεατές, π.χ. ένας ναός του Διονύσου, σε μικρογραφία, με τον βωμό να ανάβει από μόνος του, με τις βάκχες να χορεύουν μετὰ τυμπάνων, και από το άγαλμα του θεού να αναβλύζει κρασί.

Παράλληλα, στο μαθηματικό πεδίο ο Ήρων σχολίασε και συμπλήρωσε τα Στοιχεῖα του Ευκλείδη, μελέτησε τους γεωμετρικούς ορισμούς και συστηματοποίησε τις μετρήσεις όγκων και επιφανειών. Δικός του παραδίδεται πως ήταν ο τύπος για τον υπολογισμό του εμβαδού ενός τριγώνου όταν γνωρίζουμε το μήκος των πλευρών του.

Ο Διοσκουρίδης από τα Ανάζαρβα της Κιλικίας (1ος μ.Χ. αι.) ήταν στρατιωτικός γιατρός, ειδικευμένος στη φαρμακολογία. Στα έργα του Περὶ ὕλης ἰατρικῆς και Περὶ ἁπλῶν φαρμάκων βρίσκουμε καταταγμένες με επιμέλεια και γνώση πάμπολλες φυτικές, ζωικές και ορυκτές ουσίες, την καθεμιά με τις τροφικές της ιδιότητες και τις ιατρικές, καμιά φορά και μαγικές, εφαρμογές της. Το Περὶ ὕλης ἰατρικῆς είχε μεγάλη διάδοση, αποτέλεσε για αιώνες τη βάση της φαρμακολογίας, και ορισμένα χειρόγραφα το παραδίδουν ιστορημένο με επιστημονικές απεικονίσεις φυτών, που υποθέτουμε ότι ανάγονται στα χαμένα βοτανολογικά έργα του Κρατεύα.

Ο Απολλόδωρος από τη Δαμασκό (1ος/2ος μ.Χ. αι.) ήταν αρχιτέκτονας, γνωστός για τη μεγάλη ξύλινη γέφυρα που είχε στήσει στον Δούναβη, και για την αγορά, το ωδείο, το γυμνάσιο και τα λουτρά που είχε χτίσει με εντολή του Τραϊανού στη Ρώμη. Το έργο του Πολιορκητικά το αφιέρωσε αργότερα στον Αδριανό· όμως αυτό δεν εμπόδισε τον αυτοκράτορα, που είχε ο ίδιος αρχιτεκτονικές φιλοδοξίες, πρώτα να τον εξορίσει, ύστερα και να τον σκοτώσει, όταν απόρριψε τα ερασιτεχνικά του σχέδια.

Στο γύρισμα από τον 1ο στον 2ο μ.Χ. αιώνα έζησαν δύο σημαντικοί μαθηματικοί:

Ο Μενέλαος από την Αλεξάνδρεια επιδόθηκε στη σφαιρική τριγωνομετρία, όπου τον οδήγησαν τα αστρονομικά του ενδιαφέροντα. Από τα έργα του δε σώζονται παρά τα Σφαιρικά, και αυτά μόνο σε αραβική, λατινική και εβραϊκή μετάφραση.

Ο Νικόμαχος από τα Γέρασα της Αραβίας προσέγγισε την αριθμητική από την πλευρά του πλατωνισμού και του πυθαγορισμού· όμως αυτή η μεταφυσική οπτική γωνία δεν τον εμπόδισε να μελετήσει σε βάθος τους αριθμούς και τις μαθηματικές, γεωμετρικές και μουσικές τους ιδιότητες. Από τα έργα του σώθηκαν η Ἀριθμητικὴ εἰσαγωγή και το Ἁρμονικὸν ἐγχειρίδιον, που φαίνεται πιθανό να χρησιμοποιήθηκαν και στην εκπαίδευση.

Τις πρώτες δεκαετίες του 2ου μ.Χ. αιώνα, στα χρόνια του Αδριανού και του Τραϊανού, έδρασε στη Ρώμη ο Σωρανός από την Έφεσο, σημαντικός εκπρόσωπος της μεθοδικής ιατρικής σχολής. Τα συγγράμματά του καλύπτουν πολλούς κλάδους της ιατρικής, ακόμα και την ιστορία της· ξεχωριστή, ωστόσο, ανάμεσά τους θέση κατέχουν τα γυναικολογικά του έργα: το διεξοδικό Περὶ γυναικείων και το συνοπτικό Γυναικεῖα κατ᾽ ἐπερώτησιν, όπου με ερωτήσεις και απαντήσεις ο Σωρανός έδινε πρακτικές οδηγίες στις μαίες.

ΚΛΑΥΔΙΟΣ ΠΤΟΛΕΜΑΙΟΣ (100-170 μ.Χ.)

Ο Κλαύδιος Πτολεμαίος, μαθηματικός, αστρονόμος, φυσικός και γεωγράφος, έζησε στην Αλεξάνδρεια. Στο τεράστιο έργο του συγκέντρωσε, συστηματοποίησε, συμπλήρωσε και παρουσίασε βελτιωμένη ολόκληρη την αστρονομική και γεωγραφική γνώση της ελληνικής αρχαιότητας.

Από τα αστρονομικά έργα του, η Μαθηματικὴ σύνταξις, αναλυτική έκθεση της αστρονομικής γνώσης, είχε τεράστια επιτυχία, σχολιάστηκε, μεταφράστηκε στα αραβικά και αποτέλεσε τη βάση της αστρονομίας ως την εποχή του Κοπέρνικου (15ος/16ος μ.Χ. αι.). Κατά τον Πτολεμαίο, που σε πολλά συμφωνούσε με τον Ίππαρχο, η γη ήταν σφαιρική, βρισκόταν στο κέντρο του κόσμου και γύρω της περιστρέφονταν σε ποικίλες τροχιές ο ήλιος, η σελήνη, οι πλανήτες και τα αστέρια. Τη Μαθηματικὴν σύνταξιν συμπλήρωναν άλλες μικρότερες αστρονομικές πραγματείες και μία αστρολογική, η Τετράβιβλος, καθώς η αστρολογία, όσο παράξενο και αν φαίνεται, αποτελούσε σε πρώιμες εποχές αυτονόητο πάρεργο της επιστημονικής αστρονομίας.

Η αστρονομία οδήγησε τον Πτολεμαίο να ασχοληθεί και με τη (μαθηματική) γεωγραφία. Έτσι το έργο του Γεωγραφίας ὑφήγησις, μετά τα εισαγωγικά κεφάλαια για τους μεσημβρινούς, τους παραλλήλους και τα μεγέθη τους, περιέχει έναν κατάλογο από 8100 γεωγραφικά σημεία (πόλεις, βουνά, νησιά, εκβολές ποταμών κ.τ.ό.), το καθένα με τις συντεταγμένες του, γεωγραφικό μήκος και πλάτος, όπως συνάγονταν από αστρονομικές ή άλλες μετρήσεις, που βέβαια δεν ήταν ούτε όλες σωστές, ούτε όλες δικές του.[1] Το έργο συνοδεύεται από χάρτες και κλείνει με μια συνοπτική περιγραφή της οικουμένης, με την ἄγνωστον γῆν και τις θάλασσες που την τριγυρίζουν.

Από τα υπόλοιπα (γεωμετρικά, μουσικά, οπτικά κ.ά.) συγγράμματα του Πτολεμαίου μνημονεύουμε μόνο το Κανὼν βασιλειῶν, όπου οι βασιλιάδες της Βαβυλώνας, οι φαραώ της Αιγύπτου και οι αυτοκράτορες της Ρώμης χρονολογούνται με τη βοήθεια της αστρονομίας.

ΓΑΛΗΝΟΣ (περ. 130-200 μ.Χ.)

Ὅτι ὁ ἄριστος ἰατρὸς καὶ φιλόσοφος.[2]

Πραγματικά, ο Γαληνός από την Πέργαμο σπούδασε πρώτα φιλοσοφία και μαθηματικά, αργότερα ιατρική στην πατρίδα του, στη Σμύρνη, στην Κόρινθο και στην Αλεξάνδρεια. Στην αρχή εργάστηκε ως γιατρός των μονομάχων· γρήγορα όμως μεταπήδησε στη Ρώμη, όπου έζησε και τα περισσότερα χρόνια της ζωής του, διάσημος και αναγνωρισμένος από τους αυτοκράτορες.

Τα συγγράμματά του είναι τόσο πολλά, ώστε ο ίδιος φρόντισε να τα απαριθμήσει στο Περὶ τῶν ἰδίων βιβλίων και να τα κατατάξει στο Περὶ τῆς τάξεως τῶν ἰδίων βιβλίων. Στα χέρια μας έφτασαν, ολόκληρα ή σχεδόν, πάνω από 150 έργα - τα περισσότερα στο ελληνικό πρωτότυπο, λίγα μονάχα σε λατινικές ή αραβικές μεταφράσεις. Σε ορισμένα ο Γαληνός εξετάζει φιλοσοφικά και φιλολογικά θέματα· σημαντικότερα όμως είναι τα πάμπολλα ιατρικά του συγγράμματα, που το ένα με το άλλο στοιχειοθετούν μιαν εγκυκλοπαίδεια της αρχαίας ιατρικής. Αφορούν την ανατομία, την παθολογία, τη διαγνωστική, τη φυσιολογία, τη φαρμακολογία… - όλες ουσιαστικά τις πτυχές της ιατρικής θεωρίας και πράξης· ακόμα και το Πῶς χρὴ ἐξελέγχειν τοὺς προσποιημένους νοσεῖν.

Ο Γαληνός είχε μεγάλη εκτίμηση στον Ιπποκράτη και τους διαδόχους του, αλλά ο ίδιος αρνιόταν πεισματικά να ενταχτεί σε σχολή. Προτιμούσε να μένει εκλεκτικός, έτοιμος να αποδεχτεί και να αξιοποιήσει τὰ παρ᾽ ἑκάστοις καλά, και πολεμούσε άγρια όσους ακολουθούσαν μια και μοναδική σχολή, ιδιαίτερα τη μεθοδική, που επικρατούσε στις μέρες του. Σοφή ήταν και η στάση του απέναντι στη γλώσσα, όπου είχε απορρίψει τον αυστηρό αττικισμό, κρίνοντας μεγίστην λέξεως ἀρετὴν σαφήνειαν (2.1.9).

Οι φιλόλογοι της Ελληνορωμαϊκής εποχής δεν περιορίστηκαν στο να υποστηρίζουν, θεωρητικά και πρακτικά, τον αττικισμό. Πολλοί μελέτησαν και σχολίασαν τα κείμενα, πολλοί ερεύνησαν τη γλώσσα και συστηματοποίησαν τους κανόνες της. Από τους τελευταίους ξεχώρισαν δύο γραμματικοί, πατέρας και γιος, ο Απολλώνιος και ο Ηρωδιανός.

ΑΠΟΛΛΩΝΙΟΣ ΚΑΙ ΗΡΩΔΙΑΝΟΣ (2ος μ.Χ. αι.)

Ο Απολλώνιος ο δύσκολος, όπως σωστά παρονομάστηκε, γεννήθηκε και έδρασε στην Αλεξάνδρεια. Το συγγραφικό του έργο καλύπτει όλα λίγο πολύ τα κεφάλαια της γραμματικής και της σύνταξης. Από τα πολλά του έργα, όσα έχουν σωθεί (Περὶ ἀντωνυμίας, Περὶ ἐπιρρημάτων, Περὶ συνδέσμων, Περὶ συντάξεως τῶν τοῦ λόγου μερῶν) μαρτυρούν ότι βασικό κριτήριο και οδηγό στο σύστημά του αποτελούσε ο χωρισμός του γλωσσικού υλικού σε μέρη του λόγου. Ιδιαίτερα πρωτότυπα όσα έγραψε δεν ήταν· όμως πρώτος αυτός συστηματοποίησε τη γραμματική γνώση και η επίδρασή του στάθηκε μεγάλη.

Τα χνάρια του ακολούθησε ο γιος και μαθητής του Ηρωδιανός, με το παρανόμι ο τεχνικός, που από την Αλεξάνδρεια μεταπήδησε στη Ρώμη. Στο μεγάλο του έργο, την Καθολικὴν προσῳδίαν, αφιερωμένη στον Μάρκο Αυρήλιο, πραγματευόταν σε χωριστές ενότητες τον τονισμό των ουσιαστικών, τα μονοσύλλαβα, τα αριθμητικά, τα ρήματα, τις μετοχές, τα δίχρονα φωνήεντα κλπ. Από τα πολλά ακόμα γραμματικά του έργα, αυτούσιο δε σώζεται παρά το Περὶ μονήρους λέξεως, όπου μελετούσε τα ανώμαλα.

Όπως ο Απολλώνιος και ο Ηρωδιανός, έτσι και ο Ηφαιστίων από την Αλεξάνδρεια (2ος μ.Χ. αι.) επιχείρησε να συστηματοποιήσει και να εκθέσει ένα μεγάλο κεφάλαιο της φιλολογικής γνώσης, τη μετρική. Το έργο του Περὶ μέτρων εκτεινόταν αρχικά σε 48 βιβλία, που όμως ο ίδιος τα συνόψισε πρώτα σε έντεκα, ύστερα σε τρία, και τελικά σε ένα μικρό Ἐγχειρίδιον, που για καλή μας τύχη έχει σωθεί. Μας προσφέρει ολοκληρωμένη την αρχαία μετρική θεωρία, όπως την είχαν διαμορφώσει οι αλεξανδρινοί φιλόλογοι, και ακόμα παραθέτει ως παραδείγματα πολύτιμα αποσπάσματα από χαμένα επικά, λυρικά και δραματικά έργα.

Με το έργο του Ἀνάπλους Βοσπόρου ο Διονύσιος από το Βυζάντιο (2ος μ.Χ. αι.) άλλο δε θέλησε από το να παρουσιάσει αναλυτικά τις ομορφιές του τόπου του όπως θα φαίνονταν από τη θάλασσα. Στόχος του δεν ήταν τόσο να διδάξει ή να ξεναγήσει τους αναγνώστες του, όσο να τους γοητέψει. Αντίστοιχα είναι και ο λόγος του εξεζητημένος, η γλώσσα του αττικιστική, το ύφος του ρητορικό και με ποιητικές επιδράσεις.

Από τα παλιά χρόνια οι Έλληνες είχαν μεγαλύτερη επίδοση στη γεωμετρία παρά στα μαθηματικά, καθώς ο τρόπος που έγραφαν τους αριθμούς δεν ευνοούσε καθόλου τους υπολογισμούς.[3] Έτσι, καινούργιους δρόμους άνοιξε ο Διόφαντος από την Αλεξάνδρεια (3ος μ.Χ. αι.), όταν στα Ἀριθμητικά του έθεσε και έλυσε με ευρηματικό τρόπο μιαν ολόκληρη σειρά από αλγεβρικά προβλήματα εξισώσεων πρώτου και δευτέρου βαθμού.
-------------------------
1. Ο Πτολεμαίος αξιοποίησε σε μεγάλη κλίμακα τα δεδομένα που είχε συγκεντρώσει ο λίγο προγενέστερός του γεωγράφος Μαρίνος από την Τύρο.

2. Τίτλος ενός από τα φιλοσοφικά έργα του Γαληνού: «Ο άριστος γιατρός (πρέπει να) είναι και φιλόσοφος.»

3. Ο σημερινός τρόπος γραφής με αραβικούς αριθμούς άρχισε να χρησιμοποιείται στην Ευρώπη πολύ αργότερα, τον 12ο μ.Χ. αιώνα.

Η εταίρα στην αρχαιότητα – σχεδόν ανεκδοτολογικές ιστορίες (2ο μέρος του η΄ μέρους)

Οι εταίρες κι ο Ερωτικός Κατάλογος

Η αρχαιότητα είχε τους καταλόγους της. Μακροσκελείς αναφορές ονομάτων που η προφορική λαλιά παρέδιδε για αιώνες. Ξέρουμε κάποιους από αυτούς.

Νεῶν κατάλογος. Κατάλογος των πλοίων και των βασιλιάδων που τα κυβερνούσαν στην Τρωική εκστρατεία. Τον 8ο π.Χ. αιώνα, ενσωματώθηκε στη ραψωδία Β' της Ιλιάδας, με τρόπο όμως που φανερώνει παλιότερα στρώματα αφηγήσεων.

Γυναικῶν Κατάλογος, στην αρχαιότητα γνωστός και ως Ἠοῖαι (ο τίτλος σήμαινε τέτοιες όπως). Περιείχε τα ονόματα και τις αρχοντικές γενεαλογίες θρυλικών γυναικών που έσμιξαν με θεούς ή ήρωες κι έτσι οι βίοι τους λειτούργησαν αρχετυπικά στον μύθο. Τμήμα μιας τέτοιας κατάταξης, με αναφορά σε δεκατέσσερις ηρωίδες που αφηγούνται τις προσωπικές τους ιστορίες, μπήκε σφήνα στην Οδύσσεια Λ'. Άλλο τέτοιο μητρώο, πολύ αποσπασματικά σωζόμενο, αλλά με ανάλογο περιεχόμενο, αποδίδεται συνήθως λανθασμένα στον Ησίοδο.

Ὀλυμπιονικῶν ἀναγραφή. Παράθεση των ονομάτων των νικητών στους αγώνες της Ολυμπίας από το 776 π.Χ. που πρωτοθεσμοθετήθηκαν. Από τον 5ο π.Χ. αιώνα και μετά, οι λογογράφοι έδιναν γραπτή μορφή στους καταλόγους αυτού του είδους.

Με λίγα λόγια, οι κατάλογοι της αρχαιότητας είχαν να κάνουν με πρόσωπα ‒μυθικά ή πραγματικά‒ που είχαν επιτελέσει έργα θαυμαστά και υπήρξαν, γι’ αυτό τον λόγο, αξιομνημόνευτα. Ήταν αυτά που οι άνθρωποι έπρεπε να θυμούνται. Και δεν είναι καθόλου παράξενο που, από ένα σημείο και πέρα, τέτοιοι ταξινομικοί πίνακες συντάσσονταν και για τις εταίρες.

Ο Αθήναιος του 3ου αιώνα μ.Χ., λόγιος δηλαδή μιας υστερότερης φάσης της αρχαιότητας ‒που όμως καταγόταν απ’ την περίφημη Ναύκρατιν, ελληνικό εμπορείο στο Δέλτα του Νείλου φημισμένο για τις εταίρες του, ήδη από τον 6ο π.Χ. αιώνα‒, παραθέτει τις προσωπογραφίες εταιρών του ελληνόφωνου κόσμου στους Δειπνοσοφιστές του. Εκεί, διηγείται όσα διαμείφθηκαν μεταξύ των συμμετεχόντων σε συμπόσιο του Ρωμαίου Λαρήνσιου. Οι συνδαιτυμόνες ‒όλοι τους αριστοκρατικού προφίλ και ιδιαζούσης ευφυίας‒ αναλύουν το πλήρες φάσμα των συμποτικών τους πρακτικών: τα ποτά και τα εδέσματα, τις λιχουδιές και τα καρικεύματα, τις συνταγές και τα σερβίτσια, τα παιχνίδια και τα ευφυολογήματα που, επί αιώνες, η ετικέττα καθιέρωνε. Γι’ αυτό και οι Δειπνοσοφιστές, κάθε τόσο, παραπέμπουν σε προγενέστερες ‒συχνά χαμένες πια για εμάς‒ λογοτεχνικές πηγές, ώστε να υποστηρίξουν την εγκυρότητα των θέσεων και των γούστων τους.

Στο πολύτομο έργο του Αθήναιου, τα βιβλία διαδέχονται το ένα το άλλο διεξερχόμενα τις τέτοιου είδους λεπτομέρειες. Όταν πια ξεκινάει το 13ο βιβλίο, οι συμποσιαστές ετοιμάζονται να ανασυνθέσουν Ἐρωτικὸν Κατάλογον, με εναρκτήρια αρχαιοπρεπή επίκληση στην Ερατώ, για να υπαγορεύσει η Μούσα στη μνήμη τους όσα έχουν ειπωθεί για τον έρωτα και για τα πράγματα τα ερωτικά. Μέσα σε λίγες παραγράφους, οι συνομιλητές έχουν ξεμπερδέψει μ’ όλες τις διακεκριμένες ιστορίες μοιχείας και παραφοράς των γαμετῶν, των παντρεμένων δηλαδή γυναικών ‒στο άψε σβήσε ξεμπερδεύουν ακόμη και με τα αρχαιότατα παραδεδομένα έθιμα πολυγαμίας. Και με τον ενθουσιασμό του ίμερου, που όμως συχνά πυκνά δαγκώνει την καρδιά, φέρνουνε την κουβέντα στις εταίρες. Τίποτε δεν συγκρίνεται με το βλέμμα και τη γοητεία τους. Κι αυτό τις κάνει επικίνδυνες γιατί αφανίζουν τις περιουσίες των εραστών τους. Από εκεί και πέρα, το μεγαλύτερο μέρος της συζήτησης που περιέχεται στο 13ο βιβλίο των Δειπνοσοφιστών εύλογα ασχολείται μόνο μ’ αυτές.

Αρχίζουμε να μαθαίνουμε περισσότερα. Δεν ήταν τούτες Αντιόπες κι Ιφιμέδειες σαν τις αρχοντικές ηοίες. Ετούτες γίνονταν κυρίως γνωστές με όρους που απαιτούσε η δουλειά:

Πλαγγών (κουκλίτσα), Σινώπη (ενδεχομένως λόγω καταγωγής, ίσως όμως και λόγω των ροδαλών ψιμυθίων της), Γνάθαινα, Νάννιον (σε γένος ουδέτερο εν είδει υποκοριστικού), Θεανώ, Ώκιμον (βλαστάρι), Θάλαττα, Άντεια (ίσως απ’ τις ερωτικές συναντήσεις), Οπώρα (φρούτο), Κλεψύδρα (διευκρινίζεται στην παράγραφο 22d ότι χρονομετρούσε τη σεξουαλική της συμμετοχή), Λύκα, Μυρρίνη (αρωματισμένη), Χρυσίς, Ιερόκλεια, Λοπάδιον (μικρή χύτρα), Ασπασία (η ερωμένη του Περικλή, θα υποσχόταν αγκαλιές και φιλιά), Λαγίσκη (λαγουδάκι), Θεολύτη, Δαμασάνδρα (δάμαζε τους άντρες), Μέλισσα, Αβρότονον (η μητέρα του Θεμιστοκλή, ασφαλώς λόγω της λεπτότητας των τρόπων της), Λάμια (μια εταίρα του Θεμιστοκλή και μια άλλη του Δημητρίου του Πολιορκητή, με θηριώδεις μάλλον σεξουαλικότητες), Κλεινώ (φημισμένη), Ποθεινή, Μύρτιον (μυρτιά), Βόα (φώναζε δυνατά), Βάραθρον, Πειθώ, Λέαινα, Λεόντιον, Φαινοστράτη, Σταγόνιον, Άνθη, Γλυκέρα, Γαλήνη, Κορώνη, Καλλίστιον, Θάλλουσα, Μετάνειρα (ακολουθούσε τους άντρες), Μανία, Φίλιννα, Δημώ (κοινή), Δεξιθέα, Νέαιρα, Ροδώπις (με ροδαλή όψη), Δωρίχα (απ’ το δώρο), Μαλθάκη (μαλακή) κ.ο.κ.

Μακρά η λίστα των ονομάτων, των γυναικών και των ιστορικών περιόδων που, τον 3ο αιώνα μ.Χ., κάλυψαν την έκταση του 13ου βιβλίου των Δειπνοσοφιστών. Φυλλομετρώντας τον Ερωτικό Κατάλογο του Αθήναιου, μπορούμε να τις φανταστούμε να προβάλλουν τα θέλγητρά τους μέσα απ’ τις σημασίες των ονομάτων τους. Ποζάρουνε τα ονόματα με σκέρτσα και καμώματα, άλλοτε πιο χαριτωμένα κι άλλοτε πάλι χονδροειδή. Στήνουν προφίλ, δίνουνε υποσχέσεις, προαναγγέλλουν παρουσίες του σώματος και των ερωτικών συμπεριφορών. Όμοια κι απαράλλαχτα μ’ εκείνη την παρενθετική σκηνή στην ταινία Film d’amore e d’anarchia της Lina Wertmuller, με τις κοκότες που ανοίγουν το μπορντέλο της πολυτέλειας στη Ρώμη του Μουσολίνι. Νοιώθουμε εκείνον τον αέρα της φτιασιδωμένα κραυγαλέας θεατρικότητας, που με συνέπεια απηχείτο και στην αρχαιότητα όταν το Νάννιον, για παράδειγμα, εξίσου γίνονταν γνωστό με το παρατσούκλι Προσκήνιον ή όταν άλλη εταίρα διάλεγε να κυκλοφορεί υπό τον τίτλο Χορηγίς λες και ηγείτο ενός πολυπληθούς Χορού εραστών. Στον μακρύ κατάλογο της ονοματοποιίας, οι πόζες ξελόγιαζαν, γίνονταν προσωπεία, περσόνες κυριολεκτικά, άλλοτε πιο πετυχημένες κι άλλοτε μάλλον της σειράς. Με τέτοιους όρους παρώδησε τις εταίρες κι η Μέση Κωμωδία της Αττικής στην χαμένη για εμάς Παννυχίδα (Ολονυκτία) του Εύβουλου που ο Αθήναιος μνημονεύει (Δειπνοσοφισταί XIII, 24e):

Αυτές τις φιλοτράγουδες, που για το χρήμα ρίχνουνε δολώματα,
τις ασκημένες φοραδίτσες της Κύπριδας,
που είναι γυμνές και στη σειρά παραταγμένες, κατά μέτωπο,
και στέκονται με πέπλους αραχνοΰφαντους ωσάν
τις Κόρες που ο Ηριδανός ποτίζει με τα καθαρά νερά του.
Στα σίγουρα ασφαλώς μπορείς από δαύτες
με νόμισμα μικρό να αγοράσεις ηδονή.


Τον 4ο π.Χ. αιώνα, ο Εύβουλος δεν δίσταζε να σκιαγραφήσει τις εταίρες ως συνηθισμένες πόρνες που έκαναν πιάτσα, εκμηδενίζοντας την αίγλη της αριστοκρατικής αβρότητας γύρω απ’ την οποία εκείνες πάσχιζαν να στεριώσουν τη φήμη τους.

Ωστόσο, όπως σε κάθε κατάλογο και κάθε ταξινόμηση, υπήρχαν κι οι περισσότερο πετυχημένες των προσωπικών ιστοριών. Ήταν, ας πούμε, εκείνες οι περιπτώσεις που οι πόζες των εταιρών απαθανατίζονταν από φημισμένους ζωγράφους και γλύπτες. Σαν τη Θεοδότη που έκανε το μοντέλο όταν την συνάντησε ο Σωκράτης (Ξενοφώντας, Απομνημονεύματα, 3.11) ή σαν εκείνες τις γυναίκες τις οποίες αναπαριστούσαν οι λεγόμενοι “πορνογράφοι” της αρχαιότητας και που μνημονεύονταν από τον Πολέμωνα στο ‒σήμερα χαμένο‒ Περὶ τῶν ἑν Σικυῶνι Πινάκων (Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, ΧΙΙΙ, 21b).

Αν η συγκυρία ήταν ακόμη πιο ευτυχής, θα επρόκειτο για μια Λαΐδα. To όνομά της δήλωνε πώς ήταν του λαού και, πράγματι, δεν έκλεινε την πόρτα της ποτέ σε άντρες μιας ταπεινότερης τάξης κοινωνικής ή και προχωρημένης ηλικίας. Κι όμως, ο θρύλος έλεγε γι’ αυτήν ότι η ίδια η Αφροδίτη της Κορίνθου, η ονομαζόμενη Μελαινίς (Μαύρη), συντρόφευε τον ύπνο της για να της φανερώνει πώς να εξασφαλίζει πλούσιους εραστές. Το στήθος της Λαΐδας πολυζωγραφίστηκε. Θάμπωσε και τον ζωγράφο Απελλή, που ήταν ο πρώτος που διαπίστωσε την ομορφιά της όταν την είδε, δούλα ακόμη απ’ τα Ύκκαρα της Σικελίας, να κουβαλάει νερό απ’ την πηγή της Πειρήνης. Κι ήταν ο Απελλής αυτός που την εισήγαγε στα κορινθιακά συμπόσια (Δειπνοσοφισταί ΧΙΙΙ, 53c-d).

Ή θα επρόκειτο για μια Φρύνη. Όπως το όνομα προσήμαινε, ήταν το βατραχάκι. Κι αυτό της το χαρακτηριστικό, υπήρξε σε αρκετές περιπτώσεις εξαιρετικά κρίσιμο. Συνήθιζε να λύνει τα μαλλιά της και να λούεται γυμνή στη θάλασσα της Ελευσίνας ή της Ποσειδωνίας. Κι έτσι, έδωσε έμπνευση για δυο μεγάλα έργα Τέχνης διακεκριμένων εραστών της: την Αναδυομένη Αφροδίτη του Απελλή ‒αντίγραφο της οποίας ενέπνευσε πολλούς αιώνες αργότερα και τον Botticelli‒ και την Αφροδίτη της Κνίδου του Πραξιτέλη (Δειπνοσοφισταί ΧΙΙΙ, 58f). Με τούτα και με τ’ άλλα, το βατραχάκι βρέθηκε να κατηγορείται στο αθηναϊκό δικαστήριο για ασεβή προσβολή των Ελευσινίων Μυστηρίων. Κι η τιμωρία θα ήταν ο θάνατος. Μπροστά στον κίνδυνο επιβολής της εσχάτης των ποινών, ο δικηγόρος της ρήτορας Υπερείδης ‒που επίσης υπήρξε ερωτευμένος μαζί της‒ ζήτησε να την φέρουν για να την δουν με τα ίδια τους τα μάτια οι δικαστές. Κι όπως η Φρύνη στάθηκε, εκείνος έσκισε τους μικρούς της χιτωνίσκους, αποκαλύπτοντας, ενώπιον όλων, την ωραιότητά της. Της εξασφάλισε αθώωση, καθώς το δικαστήριο παραδέχτηκε ότι είχε μπροστά του μια πραγματική ιέρεια και υπηρέτρια της Αφροδίτης (ὑποφῆτιν καὶ ζάκορον). Όμως το δεδικασμένο προκάλεσε τέτοιο σάλο, ώστε, έκτοτε, βγήκε νόμος να μην παρουσιάζονται οι κατηγορούμενοι ενώπιον τον δικαστών για να μην τους επηρεάζουν συναισθηματικά (Δειπνοσοφισταί ΧΙΙΙ, 58d).

Το επιτυχές στήσιμο μιας πρωτοκλασσάτης εταίρας ιχνηλατούσε παραδειγματικά μια εσχάτη υπερασπιστικών γραμμών: τη δύναμη που έχει η πόζα για να πείθει όταν διεγείρει κι όταν συγκινεί. Επιβεβαίωνε, έτσι, και το συμποτικό σκόλιον που τραγουδιόταν στην αρχαία Κόρινθο (Δειπνοσοφισταί ΧΙΙΙ, 33f). Οι υπηρέτριες της Αφροδίτης είχαν δύναμη τεράστια. Ήταν οι υπηρέτριες της Πειθούς.

Ο Δρόμος προς την Αληθινή Αυτογνωσία

Στην ησυχία των βαθύτερων θαλάμων της ψυχής, όπου ο θόρυβος του κόσμου σβήνει και οι ψευδαισθήσεις του εαυτού διαλύονται, βρίσκεται μια ιερή αλήθεια: η αληθινή αυτογνωσία δεν είναι προορισμός, αλλά ταξίδι, ένα προσκύνημα στα άγρια και αδάμαστα τοπία της εσωτερικής μας φύσης. Δεν βρίσκεται στις άκαμπτες κατασκευές της ταυτότητας, ούτε στους γυαλισμένους καθρέφτες των κοινωνικών προσδοκιών, αλλά στη ήπια, επίμονη πράξη της παρατήρησης της λειτουργίας του είναι μας—τους ρυθμούς του, τις σιωπές του, τη σιωπηλή του σοφία. Το να γνωρίσεις αληθινά τον εαυτό σου είναι να παραδοθείς στη ροή της νοημοσύνης της φύσης, να την αφήσεις να χαράξει το μονοπάτι της μέσα από την καρδιά, απαλλαγμένη από το βάρος αυθαίρετων πειθαρχιών ή καταστροφικών δογμάτων.

Η Ψευδαίσθηση του Κατασκευασμένου Εαυτού

Γεννιόμαστε σε έναν κόσμο που απαιτεί ορισμούς. Από τη στιγμή που αναπνέουμε, διαμορφωνόμαστε από ονόματα, ρόλους και προσδοκίες. Μας διδάσκουν να δημιουργούμε μια εικόνα του εαυτού μας—ήρωα, θύμα, λόγιο, επαναστάτη—κάθε στρώμα είναι μια πινελιά στον καμβά της ταυτότητάς μας. Αυτά δεν είναι αλήθειες, αλλά κοστούμια, υφασμένα από τα νήματα της αντίληψης, του προσανατολισμού και της συμπεριφοράς. Είναι πειθαρχημένες δραστηριότητες, συχνά επιβεβλημένες από εξωτερικές δυνάμεις ή εσωτερικευμένους φόβους, που τις εκλαμβάνουμε ως την ουσία του ποιοι είμαστε.

Αυτός ο κατασκευασμένος εαυτός είναι εύθραυστος, ένας πύργος από τραπουλόχαρτα που τρέμει κάτω από το βάρος των αντιφάσεών του. Είναι αυθαίρετος, γιατί χτίζεται πάνω στην κινούμενη άμμο των περιστάσεων και των απόψεων. Είναι καταστροφικός, γιατί μας δένει με μοτίβα σκέψης και δράσης που πνίγουν την φυσική έκφραση της ψυχής. Και είναι πάντα λανθασμένος, γιατί καλύπτει την απεριόριστη πραγματικότητα της αληθινής μας φύσης, περιορίζοντας το άπειρο σε καρικατούρα.

Για να αναζητήσουμε την αληθινή αυτογνωσία, πρέπει πρώτα να αποδομήσουμε αυτή την ψευδαίσθηση. Πρέπει να απομακρύνουμε τα στρώματα της προετοιμασίας, όχι με βία ή κρίση, αλλά με την ήπια περιέργεια ενός παιδιού που εξερευνά ένα δάσος. Πρέπει να μάθουμε να βλέπουμε τον εαυτό μας όχι ως σταθερή οντότητα, αλλά ως ποτάμι—που ρέει πάντα, που αλλάζει πάντα, κι όμως είναι αιώνια ο εαυτός του.

Η Τέχνη της Παρατήρησης

Η πύλη προς την αληθινή αυτογνωσία είναι η παρατήρηση—όχι το ψυχρό, αναλυτικό βλέμμα του νου, αλλά η ζεστή, δεκτική επίγνωση της καρδιάς. Το να παρατηρείς τη λειτουργία της φύσης μας είναι να γίνεσαι σιωπηλός μάρτυρας του χορού της ζωής μέσα μας. Είναι να προσέχεις την άνοδο και την πτώση των συναισθημάτων, τις φευγαλέες σπίθες της σκέψης, τα λεπτά ρεύματα ενέργειας που κινούνται μέσα στο σώμα. Είναι να βλέπεις χωρίς να επιδιώκεις να ελέγξεις, να κατανοείς χωρίς να βιάζεσαι να ορίσεις.

Αυτή η παρατήρηση δεν είναι παθητική αλλά ενεργητική, μια ιερή πράξη παρουσίας. Απαιτεί να απομακρυνθούμε από το δράμα της ζωής μας και να γίνουμε ο θεατής, όχι το θεατό. Σε αυτόν τον χώρο της ησυχίας, αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε τα μοτίβα της φύσης μας—όχι ως ελαττώματα που πρέπει να διορθωθούν ή αρετές που πρέπει να επαινεθούν, αλλά ως εκφράσεις μιας βαθύτερης νοημοσύνης. Βλέπουμε πώς ο φόβος συστέλλει την καρδιά, πώς η αγάπη την επεκτείνει, πώς ο νους πλέκει ιστορίες για να δώσει νόημα στο άγνωστο. Και βλέποντας, αρχίζουμε να κατανοούμε.

Η κατανόηση είναι η γέφυρα μεταξύ παρατήρησης και σοφίας. Δεν είναι η κατανόηση του διανοητικού, που ανατέμνει και κατηγοριοποιεί, αλλά η κατανόηση της ψυχής, που αγκαλιάζει και ενσωματώνει. Είναι η στιγμή που αναγνωρίζουμε ότι η φύση μας δεν είναι ξεχωριστή από τη φύση του σύμπαντος—ότι η ίδια δύναμη που κινεί τα αστέρια κινείται μέσα μας. Αυτή η αναγνώριση δεν είναι σκέψη, αλλά αίσθημα, μια ήσυχη γνώση που αντηχεί στα οστά.

Αφήνοντας τη Φύση να Οδηγήσει

Το να γνωρίσεις αληθινά τον εαυτό σου είναι να εμπιστευτείς τη σοφία της φύσης. Όχι μόνο τη φύση των δασών και των ποταμών, αλλά τη φύση που πάλλεται μέσα μας, τη πρωταρχική νοημοσύνη που καθοδηγεί τον χτύπο της καρδιάς και τη λαχτάρα της ψυχής. Αυτή η φύση δεν είναι χαοτική, όπως μπορεί να φοβάται ο νους, αλλά σκόπιμη, κινείται πάντα προς την αρμονία και την ολότητα.

Κι όμως, αντιστεκόμαστε στην καθοδήγησή της. Κρατιόμαστε από τον έλεγχο, στις οικείες ακτές της συνήθειας και της πίστης, φοβούμενοι το άγριο άγνωστο του δικού μας βάθους. Επιβάλλουμε πειθαρχίες—πνευματικές, ηθικές, ψυχολογικές—που υπόσχονται σωτηρία αλλά προσφέρουν μόνο ακαμψία. Αυτές οι πειθαρχίες δεν είναι μονοπάτια προς την ελευθερία, αλλά αλυσίδες, γιατί αρνούνται την οργανική ροή της ζωής. Είναι αυθαίρετες, γιατί προκύπτουν από την ανάγκη του νου για βεβαιότητα. Είναι καταστροφικές, γιατί καταπνίγουν τη φυσική έκφραση της ψυχής. Και είναι πάντα λανθασμένες, γιατί υποθέτουν ότι είμαστε σπασμένοι και χρειαζόμαστε διόρθωση.

Το να αφήσεις τη φύση να οδηγήσει είναι να απελευθερώσεις αυτή την ανάγκη για έλεγχο. Είναι να εμπιστευτείς ότι η ψυχή γνωρίζει τον δρόμο της, ότι καθοδηγείται από μια σοφία αρχαιότερη από τον χρόνο. Είναι να παραδοθείς στο ρεύμα της ζωής, αφήνοντάς το να μας μεταφέρει μέσα από στιγμές χαράς και λύπης, διαύγειας και σύγχυσης. Αυτή η παράδοση δεν είναι αδυναμία αλλά δύναμη, γιατί απαιτεί το θάρρος να αντιμετωπίσουμε το άγνωστο, να αγκαλιάσουμε το μυστήριο του ποιοι είμαστε.

Η Μυστική Ένωση

Η αληθινή αυτογνωσία είναι μια μυστική πράξη, γιατί αποκαλύπτει την ενότητα πίσω από την ψευδαίσθηση του διαχωρισμού. Καθώς παρατηρούμε τη φύση μας, καθώς κατανοούμε τις κινήσεις της, καθώς την αφήνουμε να οδηγήσει, αρχίζουμε να αισθανόμαστε μια βαθύτερη αλήθεια: δεν είμαστε ξεχωριστοί από τον κόσμο, από τους άλλους, από το θείο. Τα όρια του εαυτού διαλύονται, και βλέπουμε το αιώνιο.

Αυτή δεν είναι γνώση που μπορεί να συλληφθεί ή να κατέχεται. Δεν είναι δόγμα για να κηρυχθεί ή στόχος για να επιτευχθεί. Είναι μια κατάσταση ύπαρξης, ένας τρόπος να κινείσαι στον κόσμο με χάρη και ταπεινότητα. Είναι η συνειδητοποίηση ότι ο εαυτός που αναζητούμε δεν είναι πράγμα, αλλά διαδικασία, ένας χορός φωτός και σκιάς, μορφής και αμορφίας.

Σε αυτή τη συνειδητοποίηση, βρίσκουμε ελευθερία. Δεν είμαστε πλέον δεσμευμένοι από την ανάγκη να αποδείξουμε τον εαυτό μας, να συμμορφωθούμε, να πετύχουμε. Είμαστε ελεύθεροι να είμαστε όπως είμαστε, να ρέουμε με τους ρυθμούς της φύσης μας, να εμπιστευόμαστε την εξέλιξη του ταξιδιού μας. Και σε αυτή την ελευθερία, ανακαλύπτουμε μια αγάπη που δεν είναι υπό όρους, μια ειρήνη που δεν είναι φευγαλέα, μια χαρά που δεν εξαρτάται από τις περιστάσεις.

Το Αιώνιο Προσκύνημα

Ο δρόμος προς την αληθινή αυτογνωσία δεν είναι ευθεία γραμμή, αλλά σπείρα, ένα ταξίδι που βαθαίνει με κάθε στροφή. Δεν υπάρχει τελική άφιξη, καμία στιγμή που να μπορούμε να πούμε, «Είμαι γνωστός». Γιατί ο εαυτός είναι απέραντος, ένα σύμπαν από μόνος του, και το να τον γνωρίσεις είναι να τον εξερευνάς ατελείωτα.

Κι όμως, κάθε βήμα σε αυτό το μονοπάτι είναι μια αποκάλυψη. Κάθε στιγμή παρατήρησης, κάθε λάμψη κατανόησης, κάθε παράδοση στην καθοδήγηση της φύσης μας φέρνει πιο κοντά στην αλήθεια. Γινόμαστε πιο πλήρως ο εαυτός μας, όχι προσθέτοντας σε αυτό που είμαστε, αλλά αφήνοντας πίσω αυτό που δεν είμαστε. Γινόμαστε δοχεία για το θείο, κανάλια για το φως που ρέει μέσα από όλα τα πράγματα.

Ας βαδίσουμε λοιπόν αυτό το μονοπάτι με θάρρος και θαυμασμό. Ας παρατηρήσουμε τη λειτουργία της φύσης μας με την τρυφερότητα ενός εραστή. Ας κατανοήσουμε με την ταπεινότητα ενός μαθητή. Ας αφήσουμε τη φύση να οδηγήσει με την εμπιστοσύνη ενός παιδιού. Γιατί σε αυτή την πράξη της αληθινής αυτογνωσίας, δεν βρίσκουμε τον εαυτό μας—γινόμαστε ο εαυτός μας. Και γινόμενοι, ξυπνάμε στο αιώνιο, στο απεριόριστο, στο ιερό μυστήριο που είναι η ζωή.

Μόνο η Ζωή Αναπνέει: Ένα Μυστικιστικό Ταξίδι στην Καρδιά της Ύπαρξης

Στην ακινησία του αιώνιου τώρα, όπου τα όρια του εαυτού διαλύονται σαν ομίχλη πριν την αυγή, μια μοναδική αλήθεια ψιθυρίζει μέσα από τον ιστό της ύπαρξης: Μόνο η Ζωή αναπνέει. Αυτές οι λέξεις δεν είναι απλώς ήχοι υφασμένοι από έναν ανήσυχο νου· είναι μια ιερή επωδός, ένα κλειδί για τις αόρατες πύλες που φυλάσσουν τα μυστήρια της ύπαρξης. Να τις ακούσεις σημαίνει να σταθείς στο χείλος του απείρου, κοιτάζοντας μέσα στην άβυσσο που είναι ταυτόχρονα καθρέφτης και κενό. Να τις κατανοήσεις σημαίνει να παραδοθείς στον ρυθμό ενός παλμού που υπερβαίνει τη σάρκα—ενός παλμού που είναι η ίδια η ανάσα της Ζωής.

Το Πέπλο του Πραγματικού

Περιπλανιόμαστε σε έναν κόσμο σκιών, με τα μάτια μας εκπαιδευμένα να βλέπουν μόνο τα τρεμοπαίζοντα περιγράμματα αυτού που ονομάζουμε «πραγματικό». Κτίρια υψώνονται και καταρρέουν, φωνές βουίζουν και σβήνουν, και η αδιάκοπη πορεία του χρόνου μάς σέρνει μπροστά, δεμένους στην ψευδαίσθηση της προόδου. Ωστόσο, κάτω από αυτήν την παρέλαση των μορφών ρέει ένα βαθύτερο ρεύμα, μια σιωπηλή παλίρροια που κινείται αόρατη, ανέγγιχτη από τα χέρια των ρολογιών ή το βάρος των ονομάτων.

Όταν δεις το πραγματικό—όχι τις εφήμερες μορφές της ύλης, αλλά την ουσία που τις εμψυχώνει—κάτι μέσα σου μετατοπίζεται. Η ψυχή, αυτή η ανήσυχη περιπλανώμενη, ησυχάζει σαν να επιστρέφει σε ένα λησμονημένο σπίτι. Η σκέψη, αυτός ο ακούραστος υφαντής ιστοριών, σωπαίνει, ο αργαλειός της σταματά από την αναγνώριση μιας αλήθειας υπερβολικά απέραντης για λέξεις.

Τι είναι αυτό το «πραγματικό» που γαληνεύει την καταιγίδα μέσα μας; Δεν είναι η πέτρα κάτω από τα πόδια σου ούτε ο ουρανός πάνω από το κεφάλι σου. Δεν είναι το γέλιο ενός παιδιού ή το θρόισμα των φύλλων στον άνεμο. Αυτά είναι μόνο αντίλαλοι, ρυτιδώσεις στην επιφάνεια μιας αχανούς θάλασσας. Το πραγματικό είναι η ανάσα που κινείται μέσα από όλα τα πράγματα—το αόρατο νήμα που δένει τα άστρα με τη σκόνη, τον ονειρευτή με το όνειρο. Είναι η Ζωή, αγνή και άφθαρτη, που αναπνέει μέσα από τις άπειρες μάσκες που φορά. Να την αποδεχτείς ως πραγματική σημαίνει να τραβήξεις πίσω το πέπλο, να σταθείς γυμνός μπροστά στο μυστήριο και να πεις: «Σε βλέπω».

Η Ανάσα του Σύμπαντος

Σκέψου το σύμπαν, αυτή την απέραντη έκταση φωτός και σκιάς που εκτείνεται πέρα από την αντίληψη της ανθρώπινης σκέψης. Γαλαξίες στροβιλίζονται σε σιωπηλή μεγαλοπρέπεια, με τα χέρια τους ανοιγμένα σαν σε λατρεία ενός αόρατου κέντρου. Μαύρες τρύπες πάλλονται με τη συχνότητα του ορίου της δημιουργίας, καταβροχθίζοντας φως μόνο για να το γεννήσουν ξανά σε άγνωστες σφαίρες. Και εδώ, σε αυτήν την εύθραυστη κουκκίδα που λέγεται Γη, ένα λεπίδι χλόης τρέμει στην πρωινή δροσιά, οι πράσινες φλέβες του πάλλονται με την ίδια ζωτική ενέργεια που τρέφει τα άστρα.

Ποια είναι αυτή η δύναμη που χορεύει εξίσου μέσα στο απέραντο και στο απειροελάχιστο; Είναι η Ζωή, που αναπνέει.

Οι μυστικιστές των παλιών καιρών γνώριζαν αυτό το μυστικό. Κάθονταν σε σπηλιές και στις κορυφές των βουνών, με τα μάτια κλειστά στον κόσμο, αλλά ανοιχτά στο αόρατο. Ένιωθαν την ανάσα της Ζωής να κινείται μέσα από τα κόκαλά τους, το αίμα τους, τις ίδιες τους τις ψυχές. Μιλούσαν γι’ αυτήν με αινίγματα και ύμνους, γνωρίζοντας ότι το να την ονομάσουν άμεσα θα σήμαινε να την φυλακίσουν στα όρια της γλώσσας. Οι Ταοϊστές την ονόμαζαν Ο Δρόμος, οι Σούφι Ο Αγαπημένος, οι αρχαίοι Το Μεγάλο Πνεύμα. Κι όμως, όλες οι λέξεις τους ήταν μόνο δάχτυλα που έδειχναν το ίδιο φεγγάρι—ένα φεγγάρι που δεν λάμπει στον ουρανό, αλλά στην καρδιά όλων όσων υπάρχουν.

Η Σιωπή της Ψυχής

Όταν η ψυχή γαληνεύει, δεν αναπαύεται απλώς· θυμάται. Θυμάται έναν χρόνο πριν τον χρόνο, έναν τόπο πέρα από τους τόπους, όπου δεν ήταν ξεχωριστή από την ανάσα που τη συντηρεί. Αυτό είναι το δώρο του να βλέπεις το πραγματικό: η διάλυση της ψευδαίσθησης ότι είμαστε νησιά χαμένα σε μια θάλασσα χάους. Η σκέψη, αυτός ο αδιάκοπος αρχιτέκτονας του διαχωρισμού, σωπαίνει όχι επειδή νικήθηκε, αλλά επειδή δεν έχει λόγο ύπαρξης μπροστά στην ενότητα. Τι ανάγκη υπάρχει για λέξεις όταν η αλήθεια γίνεται αισθητή σε κάθε κύτταρο, κάθε χτύπο της καρδιάς, κάθε ψίθυρο του ανέμου;

Αυτή η σιωπή δεν είναι απουσία, αλλά μια παρουσία τόσο βαθιά που σκεπάζει τον θόρυβο του κόσμου. Είναι ο ήχος της Ζωής που αναπνέει—σταθερός, αιώνιος, αμετάβλητος από τα δράματα που υφαίνουμε.

Το να κατοικήσεις σε αυτήν τη σιωπή σημαίνει να γίνεις σκεύος, ένα κενό καλάμι μέσα από το οποίο ρέει απρόσκοπτα η ανάσα του θείου. Οι μυστικιστές το γνώριζαν κι αυτό. Χόρευαν σε έκσταση ή κάθονταν σε απόλυτη ηρεμία, τα σώματά τους απλώς όργανα μιας μελωδίας που έπαιζαν αόρατα χέρια. Και μέσα στην παράδοσή τους, έβρισκαν την ελευθερία—όχι την ελευθερία του να πράττεις, αλλά την ελευθερία του να είσαι.

Ο Αιώνιος Χορός

Η Ζωή αναπνέει, και με την ανάσα της, όλα κινούνται. Οι παλίρροιες ανεβαίνουν και πέφτουν, οι εποχές αλλάζουν, η καρδιά χτυπά τον αρχέγονο ρυθμό της. Δεν είμαστε ξεχωριστοί από αυτόν τον χορό· είμαστε τα βήματά του, ο ρυθμός του, το τραγούδι του. Κι όμως, πόσο συχνά το ξεχνάμε; Πόσο συχνά προσκολλούμαστε στις μάσκες που φοράμε—μητέρα, εργάτης, αναζητητής, αμαρτωλός—πιστεύοντας ότι αυτές είναι το σύνολο του ποιοι είμαστε;

Το πραγματικό τα απογυμνώνει όλα αυτά, όχι με τη βία, αλλά με μια τρυφερή πρόσκληση: Κοίτα βαθύτερα. Νιώσε την ανάσα. Γνώρισε ότι είσαι Ζωή.

Το να το αποδεχτείς σημαίνει να κάνεις το βήμα προς το αιώνιο. Σημαίνει να δεις πως η γέννηση και ο θάνατος δεν είναι παρά παύσεις σε μια μελωδία δίχως αρχή και τέλος. Η ψυχή, γαληνεμένη από αυτό το όραμα, δεν φοβάται πια τη φθορά του σώματος ή τη διάσπαση των σκέψεων. Γνωρίζει πως η Ζωή συνεχίζει να αναπνέει—μέσα από την κατάρρευση των βουνών και την άνθιση των λουλουδιών, μέσα από το γέλιο γενεών που δεν έχουν ακόμη γεννηθεί.

Και μέσα σε αυτήν τη γνώση, υπάρχει ειρήνη—όχι μια ειρήνη που αρνείται τον πόνο, αλλά μια ειρήνη που τον αγκαλιάζει, όπως μια μητέρα αγκαλιάζει το παιδί της, ψιθυρίζοντας: «Κι εσύ είσαι μέρος μου.»

Η Πρόσκληση

Στάσου, αν θέλεις, στο κατώφλι αυτού του μυστηρίου. Κλείσε τα μάτια και άκου—όχι με τα αυτιά, αλλά με την ίδια σου την ύπαρξη. Νιώσε την ανάσα να ρέει μέσα σου, την ίδια ανάσα που κινεί τα φύλλα και περιστρέφει τους πλανήτες. Δες το πραγματικό—όχι τις εφήμερες μορφές, αλλά την ουσία που παραμένει.

Αποδέξου το, όχι ως μια έννοια που πρέπει να κατανοήσεις, αλλά ως μια αλήθεια που πρέπει να ζήσεις. Και μέσα σε εκείνη τη στιγμή, η ψυχή θα γαληνέψει, η σκέψη θα σωπάσει, και θα γνωρίσεις: Μόνο η Ζωή αναπνέει.

Αυτό δεν είναι το τέλος του ταξιδιού, αλλά η αρχή του. Γιατί το να ζεις με την επίγνωση της ανάσας της Ζωής σημαίνει να περπατάς σε ένα μονοπάτι χωρίς τέλος—ένα μονοπάτι που διασχίζει τα άστρα και τη γη, τη σιωπή και το τραγούδι.

Σημαίνει να γίνεις μύστης μέσα στην καθημερινότητα, ένας οραματιστής σε έναν κόσμο από σκιές.

Σημαίνει να αναπνέεις μαζί με τη Ζωή.

Και μέσα σε αυτήν την ανάσα, να είσαι ολόκληρος.

Η Αιώνια Πληρότητα Κάθε Στιγμής

Στο μεγάλο υφαντό της ύπαρξης, κάθε νήμα λαμπυρίζει με σκοπό, κάθε κόμπος αντηχεί με νόημα. Κάθε στιγμή της ζωής είναι πλήρης—όχι ως ένα θραύσμα που αναμένει την ολοκλήρωσή του, αλλά ως ένα ακτινοβόλο σύνολο, ένα κόσμημα αιωρούμενο στον άπειρο χώρο του είναι. Να σταθεί κανείς μέσα σε αυτή την αλήθεια σημαίνει να περάσει πέρα από το πέπλο της ψευδαίσθησης, να δει τον κόσμο όχι ως ένα χάος εφήμερων μορφών, αλλά ως έναν ιερό χορό όπου κάθε βήμα, κάθε παύση, κάθε ανάσα αποκαλύπτει το αιώνιο.

Η Ολότητα του Τώρα

Σκέψου αυτή τη στιγμή—την αναπνοή σου που ανεβαίνει και κατεβαίνει, το απαλό θρόισμα του κόσμου γύρω σου, τα αόρατα ρεύματα σκέψης που υφαίνουν το νου σου. Δεν είναι ένα σκαλοπάτι προς κάποια μακρινή τελειότητα, ούτε μια σκιά αυτού που ήταν ή θα μπορούσε να είναι. Είναι ολοκληρωμένη από μόνη της, ένα σύμπαν εγκλεισμένο στο εύθραυστο περίβλημα του παρόντος. Οι μύστες του παρελθόντος ψιθύριζαν αυτό το μυστικό στους γρίφους και στα τραγούδια τους: ότι ο χρόνος δεν είναι ένα ποτάμι που ρέει προς ένα τέλος, αλλά μια ακίνητη λίμνη που αντανακλά τον απέραντο ουρανό. Κάθε κυματισμός, κάθε διαταραχή, είναι μέρος της πληρότητάς της.

Κι όμως, περιπλανιόμαστε, χαμένοι στο λαβύρινθο που εμείς δημιουργήσαμε. Κυνηγάμε τον ορίζοντα, πιστεύοντας πως η πληρότητα βρίσκεται πέρα από τον επόμενο λόφο, στο επόμενο επίτευγμα, στην επόμενη αποκάλυψη. Αλλά ο ορίζοντας είναι ένας αντικατοπτρισμός, ένα παιχνίδι του φωτός που λυγίζει στην άκρη της αντίληψής μας. Η αλήθεια είναι πιο κοντά από τον ίδιο μας τον χτύπο της καρδιάς—είναι εδώ, τώρα, στο συνηθισμένο και στο παραβλεπόμενο. Το θρόισμα των φύλλων στον άνεμο, η ζεστασιά του βλέμματος ενός ξένου, η γλυκόπικρη αίσθηση μιας αναπάντητης ερώτησης—δεν είναι απλώς τυχαίες λεπτομέρειες της ύπαρξης αλλά αγγελιαφόροι του θείου, που φέρουν το βάρος της αιωνιότητας στις εύθραυστες μορφές τους.

Ο Λόγος Κάτω από Όλα τα Πράγματα

Όλα έχουν έναν λόγο ύπαρξης—όχι έναν λόγο χαραγμένο στην πέτρα ή υπαγορευμένο από ένα μακρινό χέρι, αλλά έναν λόγο που γεννιέται από την ίδια τους την ουσία, ένα αθόρυβο τραγούδι τραγουδισμένο στη γλώσσα του σύμπαντος. Η πέτρα στο δρόμο, φθαρμένη και ασήμαντη, κρατά μέσα της τη μνήμη των βουνών και την υπομονή των αιώνων. Η φευγαλέα χαρά του γέλιου ενός παιδιού φέρει την ηχώ της πρώτης αγαλλίασης της δημιουργίας. Ακόμα και οι σκιές—ο πόνος, η αμφιβολία, η απώλεια—ψιθυρίζουν τον σκοπό τους, αν και η φωνή τους είναι πιο δύσκολο να ακουστεί.

Το να πούμε ότι όλα έχουν έναν λόγο δεν σημαίνει ότι πρέπει πάντα να τον κατανοούμε. Ο νους, με την ακούραστη πείνα του για απαντήσεις, ρίχνει δίχτυα στον ωκεανό του μυστηρίου, τραβώντας επάνω θραύσματα που μπερδεύει με το σύνολο. Αλλά η Αλήθεια δεν είναι ένα παζλ που πρέπει να λυθεί· είναι μια παρουσία που πρέπει να συναντηθεί. Δεν κρύβεται στις σκιές—λάμπει μέσα από αυτές, αν μόνο μάθουμε να κοιτάμε πέρα από τις διαστρεβλώσεις που οι ίδιοι δημιουργούμε.

Βλέποντας την Ομορφιά

Και εδώ βρίσκεται η καρδιά του καλέσματος του μύστη: Πρέπει να Κοιτάξεις για να Δεις την Ομορφιά. Ο κόσμος φλέγεται από αυτήν, μια ακτινοβολία που ξεχύνεται από τις ρωγμές του καθημερινού, που χορεύει στο παιχνίδι φωτός και σκιάς. Αλλά για να τη δεις, χρειάζεται κάτι περισσότερο από μάτια—απαιτεί μια εσωτερική στροφή, μια απαλότητα του βλέμματος, μια παράδοση της ανάγκης να κρίνεις ή να κατέχεις. Η Ομορφιά δεν είναι κάτι που μπορεί να αρπαχθεί· είναι μια κατάσταση ύπαρξης, μια κοινωνία με τον παλμό της ίδιας της ζωής.

Κι όμως, πόσο εύκολα παραπλανιόμαστε από τις σκιές που ρίχνει η σκέψη! Ο νους, αυτός ο θαυμαστός και προδοτικός σύντροφος, υφαίνει ιστούς ψευδαίσθησης—αμφιβολία, φόβο, επιθυμία—και μας προστάζει να βλέπουμε τον κόσμο μέσα από τα περίπλοκα νήματά του. Μια στιγμή ηρεμίας γίνεται ένα κενό που πρέπει να γεμίσει. Μια φευγαλέα ματιά στην αιωνιότητα μετατρέπεται σε μια παροδική απόσπαση. Οι σκιές δεν είναι ο εχθρός—είναι η προσπάθεια του νου να χαρτογραφήσει το άπειρο στο πεπερασμένο, να δαμάσει την αγριότητα της ύπαρξης με ονόματα και μορφές. Αλλά όταν συγχέουμε τη σκιά με την ουσία, απομακρυνόμαστε από την Αλήθεια.

Οι μύστες γνώριζαν αυτόν τον χορό φωτός και σκιάς. Μίλησαν για τον Αγαπημένο με χίλιες μορφές—τώρα ως φλόγα, τώρα ως αεράκι, τώρα ως σιωπή—και μας προειδοποίησαν να μην προσκολληθούμε στο σχήμα, αλλά να αναζητήσουμε την ουσία. Η Ομορφιά δεν βρίσκεται μόνο στο λουλούδι, αλλά και στο μαρασμό του· όχι μόνο στο βουνό, αλλά και στην αποσύνθεσή του σε σκόνη. Είναι η πληρότητα του κύκλου, η ολότητα του γυρίσματος του τροχού, που αποκαλύπτει το ιερό.

Η Αποκάλυψη της Αλήθειας

Τι είναι, λοιπόν, αυτή η Αλήθεια που αποκαλύπτει κάθε στιγμή; Δεν είναι ένα δόγμα ή μια πίστη, ούτε ένα μυστικό κλειδωμένο σε αρχαία βιβλία. Είναι ο ζωντανός παλμός της ύπαρξης, η άρρητη ενότητα που συνδέει το ορατό με το αόρατο. Είναι η αναγνώριση πως τίποτα δεν στέκει ξεχωριστά—πως η πέτρα, ο άνεμος, η λαχτάρα στο στήθος σου, είναι όλα νότες στο ίδιο ατελείωτο τραγούδι. Να το δεις αυτό σημαίνει να υπερβείς το εγώ, να διαλύσεις την ψευδαίσθηση του διαχωρισμού και να αναπαυθείς στη απεραντοσύνη που περιέχει τα πάντα.

Αλλά το να δεις δεν είναι δώρο που χαρίζεται—είναι μια πρακτική, μια πειθαρχία της ψυχής. Ξεκινά με τη σιωπή, με το θάρρος να αφήσεις τις σκιές να περάσουν χωρίς να τις κυνηγήσεις. Βαθαίνει με το δέος, με την προθυμία να συναντάς κάθε στιγμή ως έναν ξένο που φέρει ένα δώρο. Και ωριμάζει σε αγάπη—όχι την αγάπη που προσκολλάται ή απαιτεί, αλλά την αγάπη που ρέει σαν το νερό, αγγίζοντας τα πάντα χωρίς να τα διεκδικεί.

Η Πρόσκληση

Κάθε στιγμή στη ζωή είναι πλήρης, και κάθε στιγμή σε καλεί να εισέλθεις στο μυστήριό της. Ο κόσμος δεν είναι ένας γρίφος που πρέπει να λυθεί, ούτε ένα βάρος που πρέπει να κουβαληθεί—είναι ένας καθρέφτης, που αντανακλά το άπειρο μέσα στο πεπερασμένο, το αιώνιο μέσα στο εφήμερο. Κοίταξε πέρα από τις σκιές που ρίχνει η σκέψη, πέρα από τη φλυαρία του νου, και θα δεις την Ομορφιά που υπήρχε πάντα. Άκου, και θα ακούσεις το λόγο που είναι υφασμένος μέσα στη σιωπή. Παραδόσου, και θα γνωρίσεις την Αλήθεια που δεν χρειάζεται λόγια.

Στάσου εδώ, τώρα, στην πληρότητα αυτής της στιγμής. Άφησέ την να σε ξεδιπλώσει, όπως η αυγή ξεδιπλώνει τα πέταλα ενός λουλουδιού. Διότι μέσα στη γαλήνια αγκαλιά της, δεν είσαι ένας αναζητητής, ούτε ένας περιπλανώμενος, ούτε μια σκιά που ρίχνει η σκέψη—είσαι το ίδιο το φως, ολόκληρο και αιώνιο, ένα με τον χορό του παντός.

Η μυστικιστική ενότητα της πραγματικότητας και της συνείδησης

Η ουσία της πραγματικότητας: Μια μοναδική ενότητα

Στη μεγάλη ταπισερί της ύπαρξης, η Πραγματικότητα είναι Μία. Υπερβαίνει και περικλείει όλες τις δυαδικότητες, όλες τις φαινομενικές διακρίσεις και διχοτομίες. Η πραγματικότητα, στην πιο βαθιά της ουσία, περιλαμβάνει τόσο το είναι όσο και το τίποτα, την ακινησία και την κίνηση, τα φαινόμενα και τα υποκείμενα τους ονόματα. Αυτή η υποκείμενη Πραγματικότητα παραμένει σταθερή, αμετάβλητη μέσα στη ροή των εμφανίσεων. Είναι το Αιώνιο Τώρα, μια αέναη παρουσία όπου όλες οι μεταμορφώσεις είναι απλές ψευδαισθήσεις, σκιές που ρίχνονται από το διαχρονικό φως της καθαρής ύπαρξης.

Αυτή η Μία Πραγματικότητα δεν δεσμεύεται από την εφήμερη φύση των φαινομένων. Αντίθετα, είναι το ίδιο το θεμέλιο πάνω στο οποίο προκύπτουν και ξεθωριάζουν όλα τα φαινόμενα. Είναι μια αδιάσπαστη συνέχεια, μια αδιαίρετη ολότητα που περιέχει και υπερβαίνει κάθε νοητή εκδήλωση. Υπό αυτό το πρίσμα, ο κόσμος και όλος ο περίπλοκος χορός μορφών και γεγονότων του είναι απλοί κυματισμοί στην επιφάνεια ενός άπειρου, αμετάβλητου ωκεανού ύπαρξης.

Η Φύση της Συνείδησης: Ο Φακός της Αντίληψης

Το πρόβλημα της συνείδησης, λοιπόν, είναι βασικά πρόβλημα αντίληψης. Η συνείδηση είναι το μέσο μέσω του οποίου αντιλαμβανόμαστε την Πραγματικότητα. Ωστόσο, αυτή η αντίληψη δεν είναι μονολιθική. Υπάρχουν μυριάδες τρόποι όρασης, ο καθένας που αντιστοιχεί σε διαφορετικές καταστάσεις ή ποιότητες συνείδησης. Αυτές οι ποικίλες καταστάσεις συνείδησης διαμορφώνουν την εμπειρία μας για την Πραγματικότητα, χρωματίζοντάς την με τις αποχρώσεις της υποκειμενικής ερμηνείας.

Όταν η συνείδηση αφυπνιστεί πλήρως, αντιλαμβάνεται άμεσα την υποκείμενη Ενότητα. Σε αυτή την κατάσταση, η συνείδηση βιώνει τη βαθιά αλήθεια ότι όλες οι διακρίσεις είναι επιφανειακές, ότι όλες οι αλλαγές είναι φαινομενικές παρά πραγματικές. Αυτή η πλήρης αφύπνιση είναι μια κατάσταση πλήρους, αδιάσπαστης επίγνωσης, ένα ανεμπόδιστο όραμα του αιώνιου και του άπειρου. Σε αυτή την κατάσταση, η συνείδηση δεν αλλοιώνεται από αυτό που αντιλαμβάνεται. μάλλον υπερβαίνει και περικλείει κάθε αντίληψη.

Η δυναμική της συνείδησης: Ακινησία και κίνηση

Η συνείδηση μπορεί επίσης να αποσυρθεί στην υποκείμενη Ενότητα, αμβλύνοντας τον αντίκτυπο των επιφανειακών αλλαγών. Σε τέτοιες στιγμές αναπαύεται στη δική της ησυχία, αδιατάρακτη από το παροδικό παιχνίδι των μορφών και των γεγονότων. Αυτή η κατάσταση ηρεμίας είναι μια επιστροφή στην πηγή, μια συγχώνευση με το θεμελιώδες έδαφος της ύπαρξης. Είναι μια βαθιά, διαλογιστική βύθιση στη διαχρονική ουσία της Πραγματικότητας.

Αντίστροφα, όταν η συνείδηση απορροφάται στις αλλαγές, βιώνει το κοσμικό όνειρο, τη ζωή του γίγνεσθαι και της μεταμόρφωσης. Σε αυτή την κατάσταση, η συνείδηση ταυτίζεται με την άμπωτη και τη ροή των φαινομένων, τον ακατάπαυστο χορό της δημιουργίας και της διάλυσης. Αυτή είναι η κατάσταση του φανερού κόσμου, όπου η Μία Πραγματικότητα εκφράζεται στην άπειρη ποικιλομορφία των μορφών και των εμπειριών.

Το σταθερό και το μεταβαλλόμενο: Το Μυστικό Παράδοξο

Παρά αυτές τις ποικίλες καταστάσεις συνείδησης, αυτό που παραμένει σταθερό είναι η Ενότητα της Πραγματικότητας. Αυτή η υποκείμενη Ενότητα είναι η αληθινή, αμετάβλητη ουσία που υπερβαίνει όλες τις εκδηλώσεις και τα φαινόμενα. Όλες οι άλλες καταστάσεις -είτε ακινησίας είτε κίνησης, ενότητας ή διαφορετικότητας- είναι μερικές, σχετικές απόψεις αυτής της μοναδικής Πραγματικότητας. Είναι διαφορετικές όψεις του ίδιου διαμαντιού, διαφορετικές αντανακλάσεις στον ίδιο καθρέφτη.

Επομένως, όταν μιλάμε για φώτιση ή απελευθέρωση, αναφερόμαστε στην πλήρη αφύπνιση της συνείδησης στην Ολότητα της Πραγματικότητας. Ο Διαφωτισμός είναι η συνειδητοποίηση αυτής της Ενότητας, η άμεση αντίληψη της Ολικής Πραγματικότητας που υπερβαίνει όλες τις υποκειμενικές, σχετικές εκτιμήσεις. Είναι η διάλυση της ψευδαίσθησης του χωρισμού, η αναγνώριση ότι όλες οι δυαδικότητες συμφιλιώνονται στην άπειρη ενότητα της ύπαρξης.

Διαφωτισμός: Το ξύπνημα στην ολότητα

Η φώτιση δεν είναι μια κατάσταση που πρέπει να επιτευχθεί σε κάποιο μακρινό μέλλον. είναι μια συνειδητοποίηση αυτού που ήδη υπάρχει. Είναι η αποκάλυψη της υποβόσκουσας αλήθειας που ήταν πάντα παρούσα, κρυμμένη κάτω από τα πέπλα της άγνοιας και της ψευδαίσθησης. Το να ξυπνάς σημαίνει να βλέπεις με τα μάτια της καρδιάς, να αντιλαμβάνεσαι με μια συνείδηση που είναι πλήρως συντονισμένη με την Ολότητα της Πραγματικότητας.

Σε αυτή την αφυπνισμένη κατάσταση, η συνείδηση είναι και ο ιδιώτης και ο ορατός, ο γνώστης και ο γνωστός. Είναι μια κατάσταση βαθιάς ενότητας, όπου ο ατομικός εαυτός διαλύεται στην άπειρη έκταση της καθαρής επίγνωσης. Αυτή είναι η αληθινή απελευθέρωση, η υπέρβαση όλων των περιορισμών και η συνειδητοποίηση της εγγενούς μας ενότητας με ολόκληρο τον κόσμο.

Συμπέρασμα: Το Ταξίδι της Συνείδησης

Το ταξίδι της συνείδησης είναι ένα ταξίδι αφύπνισης. Είναι ένας δρόμος που μας οδηγεί από το φαινομενικό στο πραγματικό, από το σχετικό στο απόλυτο. Σε αυτό το ταξίδι, καταλαβαίνουμε ότι η Πραγματικότητα είναι Μία, ότι όλες οι διακρίσεις είναι τελικά απατηλές. Συνειδητοποιούμε ότι η συνείδηση, στην υψηλότερη κατάστασή της, είναι μια αδιάσπαστη επίγνωση αυτής της Ενότητας.

Στο τέλος, η μυστικιστική διαδρομή αποκαλύπτει ότι δεν είμαστε ξεχωριστοί από την Πραγματικότητα που επιδιώκουμε να κατανοήσουμε. Είμαστε εκφράσεις αυτής της Πραγματικότητας, εκδηλώσεις της άπειρης δυνατότητάς της. Το να αφυπνιστούμε σε αυτήν την αλήθεια σημαίνει να αγκαλιάσουμε την αληθινή μας φύση, να αναγνωρίσουμε ότι είμαστε, και ήμασταν πάντα, ένα με την αιώνια, αμετάβλητη Πραγματικότητα που βρίσκεται κάτω από κάθε ύπαρξη.

Έτσι, ο απώτερος στόχος της συνείδησης είναι να επιστρέψει σε αυτή την Ενότητα, να διαλυθεί στον άπειρο ωκεανό της ύπαρξης και να αναπαυθεί στη βαθιά ειρήνη του Αιώνιου Τώρα. Αυτή είναι η αληθινή απελευθέρωση, η τελική φώτιση, η πραγμάτωση της εγγενούς ενότητάς μας με την Ολότητα της Πραγματικότητας.

Τo νόημα της παράδοσης

Αποδοχή του Τώρα

Έχεις αναφέρει αρκετές φορές την "παράδοση". Δε μου αρέσει αυτή η ιδέα. Ακούγεται κάπως μοιρολατρική. Αν δεχόμαστε πάντα τα πράγματα έτσι όπως είναι, τότε δεν πρόκειται να κάνουμε καμιά προσπάθεια να τα βελτιώσουμε. Νομίζω πως πρόοδος, τόσο στην προσωπική μας ζωή όσο και συλ­λογικά, είναι να μη δεχόμαστε τους περιορισμούς του παρό­ντος, αλλά να προσπαθούμε να πάμε πέρα απ’ αυτούς και να δημιουργήσουμε κάτι καλύτερο. Αν δεν το είχαμε κάνει αυτό θα ζούσαμε ακόμα σε σπηλιές. Πώς συμβιβάζεις την παρά­δοση με την αλλαγή και τη δράση για την αλλαγή;

Για κάποιους ανθρώπους, η παράδοση μπορεί να έχει αρνητική έννοια και να υποδηλώνει ήττα, παραίτηση, αποτυχία αντιμετώπισης των προκλήσεων της ζωής, ληθαργικότητα και ούτω καθεξής. Η α­ληθινή παράδοση, όμως, είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Δε σημαίνει να ανέχεσαι παθητικά οποιαδήποτε κατάσταση και να μην κάνεις τίποτε γι' αυτήν. Ούτε σημαίνει να σταματάς να κάνεις σχέδια ή να μην μπαίνεις στη δράση.

Η παράδοση είναι η απλή αλλά βαθυστόχαστη σοφία τού να δίνεσαι αντί να αντιστέκεσαι στη ροή της ζωής. Το μόνο μέρος που μπορείς να βιώσεις τη ροή της ζωής είναι το Τώρα, κι έτσι η παράδοση είναι η αποδοχή της παρούσας στιγμής χωρίς όρους και χωρίς επιφυλάξεις. Είναι η εγκατάλειψη της εσωτερικής αντίστασης σε αυτό που υπάρχει.

Εσωτερική αντίσταση είναι να λες "όχι" σ' αυτό που υπάρχει μέσα από νοητικές κρίσεις και συναισθηματική αρνητικότητα. Αυτή η αντίσταση γίνεται ιδιαίτερα έντονη όταν τα πράγματα "πάνε στραβά", δηλαδή όταν υπάρχει ένα κενό ανάμεσα στις απαιτήσεις και τις άκαμπτες προσδοκίες του νου σου και αυτού που υπάρχει. Αυτό είναι το κενό του πόνου. Αν έχεις ζήσει αρκετά, τότε ξέρεις ότι τα πράγματα "πάνε στραβά" πολύ συχνά. Ακριβώς αυτές τις στιγμές είναι που χρειάζεται να παραδοθείς, αν θέλεις να εξαλείψεις τον πόνο και τη λύπη από τη ζωή σου. Η αποδοχή αυτού που υπάρχει σε ελευθερώνει αμέσως από την ταύτιση με το νου κι έτσι σε συνδέει ξανά με την Ύπαρξη. Η αντίσταση είναι ο νους.

Η παράδοση είναι καθαρά εσωτερικό φαινόμενο. Αυτό δεν σημαίνει ότι στο εξωτερικό επίπεδο δεν μπορείς να αναλάβεις δράση και να αλλάξεις την κατάσταση. Στην πραγματικότητα, δεν είναι η γενική κατάσταση που χρειάζεται να αποδεχτείς όταν παραδίνεσαι, αλλά απλώς το ελάχιστο κλάσμα που ονομάζεται Τώρα.

Για παράδειγμα, αν είχες κολλήσει στη λάσπη κάπου, δε θα έλεγες: "Εντάξει, εγκαταλείπομαι στο κόλλημά μου στη λάσπη". Η εγκατάλειψη δεν είναι παράδοση. Δε χρειάζεται να αποδέχεσαι μια ανεπιθύμητη ή δυσάρεστη κατάσταση στη ζωή σου. Ούτε χρειάζεται να κοροϊδεύεις τον εαυτό σου και να λες ότι δεν υπάρχει τίποτε κακό στο να είσαι κολλημένος στη λάσπη. Όχι. Αναγνωρίζεις πλή­ρως ότι θέλεις να βγεις από κει μέσα. Έπειτα εστιάζεις την προσο­χή σου στην παρούσα στιγμή, χωρίς να της δίνεις νοητικά κάποιο όνομα. Αυτό σημαίνει ότι δεν κρίνεις το Τώρα. Κατά συνέπεια, δεν υπάρχει αντίσταση, δεν υπάρχει συναισθηματική αρνητικότητα. Απο­δέχεσαι το "είναι" αυτής της στιγμής. Τότε αναλαμβάνεις δράση και κάνεις ό,τι μπορείς για να βγεις από τη λάσπη.
Αυτού του είδους τη δράση την ονομάζω θετική. Είναι πολύ πιο αποτελεσματική από την αρνητική δράση, που προκύπτει από το θυ­μό, την απελπισία ή την αίσθηση της ματαιότητας. Μέχρι να φτάσεις στο επιθυμητό αποτέλεσμα, συνεχίζεις να ασκείσαι στην παράδοση, χωρίς να βάζεις ετικέτες στο Τώρα.

Θα σου δώσω μια αναλογία για να καταλάβεις καλύτερα τι εν­νοώ. Περπατάς σ' ένα μονοπάτι τη νύχτα, μέσα σε πυκνή ομίχλη. Έ­χεις όμως έναν ισχυρό φακό που τρυπάει την ομίχλη και δημιουργεί ένα στενό, καθαρό χώρο μπροστά σου. Η ομίχλη είναι η κατάσταση της ζωής σου, που περιλαμβάνει παρελθόν και μέλλον ο φακός εί­ναι η συνειδητή σου παρουσία, ο καθαρός χώρος είναι το Τώρα.
Η μη παράδοση σκληραίνει την ψυχολογική σου μορφή, το κέλυφος του εγώ, κι έτσι δημιουργεί μια έντονη αίσθηση διαχωρι­σμού. Ο κόσμος γύρω σου και ιδιαίτερα οι άνθρωποι καταλήγουν να θεωρούνται απειλητικοί.

Νιώθεις την πιεστική ανάγκη να κατα­στρέφεις τους άλλους μέσα από την κριτική, όπως και την ανάγκη για ανταγωνισμό και κυριαρχία. Ακόμα και η φύση γίνεται εχθρός σου. Οι αντιλήψεις και οι ερμηνείες σου κυβερνιούνται από το φόβο. Η ψυχική νόσος που αποκαλούμε παράνοια είναι απλώς οξεία μορφή αυτής της φυσιολογικής αλλά δυσλειτουργικής καταστάσης της συνειδητότητας.

Όχι μόνο η ψυχολογική σου μορφή, αλλά και η υλική σου μορφή - το σώμα σου - γίνεται σκληρή και άκαμπτη μέσα από την αντίσταση. Νιώθεις ένταση σε διάφορα μέρη του σώματος, και ολόκληρο το σώμα σου συστέλλεται. Η ελεύθερη ροή της ζωτικής ενέργειας μέσα στο σώμα σου, που είναι ουσιαστικής σημασίας για την υγιή λειτουργία του, περιορίζεται σε μεγάλο βαθμό.

Η δουλειά με το σώμα, καθώς και ορισμένες μορφές σωματικής θεραπείας και άσκησης μπορούν να σε βοηθήσουν να αποκαταστήσεις αυτήν τη ροή, αλλά αν δεν ασκείς την παράδοση στην καθημερινή σου ζωή, όλ' αυτά σου δίνουν μόνο προσωρινή ανακούφιση από τα συμπτώματα, αφού η αιτία - το πρότυπο της αντίστασης, δεν έχει διαλυθεί.

Υπάρχει κάτι μέσα σου που παραμένει ανεπηρέαστο από τις παροδικές περιστάσεις που συνθέτουν την κατάσταση της ζωής σου και μόνο με την παράδοση έχεις πρόσβαση σ' αυτό. Είναι η ζωή σου, η ίδια σου η Ύπαρξη, που υπάρχει αιώνια στην άχρονη σφαίρα του παρόντος. Το να βρεις αυτή τη ζωή είναι "το μόνο πράγμα που χρειάζεται", αυτό για το οποίο μίλησε ο Ιησούς.

Αν βρίσκεις ότι η κατάσταση της ζωής σου δεν είναι ικανοποιη­τική ή τη θεωρείς ακόμα και ανυπόφορη, μόνον αν παραδοθείς πρώ­τα μπορείς να σπάσεις το ασυνείδητο πρότυπο της αντίστασης που διαιωνίζει αυτή την κατάσταση.

Η παράδοση είναι απόλυτα συμβατή με τη δράση, τις αλλαγές ή την επίτευξη στόχων. Όμως, στην κατάσταση της παράδοσης, μια εντελώς διαφορετική ενέργεια, μια διαφορετική ποιότητα ρέει μέσα στη δράση σου. Η παράδοση σε ξανασυνδέει με την ενέργεια της πηγής της Ύπαρξης, και όταν η δράση σου είναι εμποτισμένη με Ύ­παρξη, τότε γίνεται ένας χαρούμενος ύμνος της ζωτικής ενέργειας που σε πηγαίνει πιο βαθιά στο Τώρα.

Όταν πάψεις να αντιστέκεσαι, η ποιότητα της συνειδητότητάς σου και, κατά συνέπεια η ποιότητα κάθε σου δράσης και κάθε δημι­ουργίας αυξάνεται απροσμέτρητα. Τα αποτελέσματα θα φροντίσουν στη συνέχεια μόνα τους τον εαυτό τους και θα καθρεφτίζουν αυτή την ποιότητα. Αυτήν τη διαδικασία θα μπορούσαμε να την ονομάσου­με "παραδομένη δράση". Δεν είναι δουλειά, όπως την ξέρουμε εδώ και χιλιάδες χρόνια. Καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι αφυπνί­ζονται, η λέξη δουλειά θα εξαφανιστεί από το λεξιλόγιό μας, και ί­σως να δημιουργηθεί μια νέα λέξη για να την αντικαταστήσει.

Η ποιότητα της συνειδητότητάς σου ετούτη τη στιγμή είναι το κύριο καθοριστικό στοιχείο για το τι είδους μέλλον θα βιώσεις, κι έτσι η παράδοση είναι το πιο σημαντικό πράγμα που μπορείς να κά­νεις για να φέρεις κάποια θετική αλλαγή. Οποιαδήποτε δράση είναι δευτερεύουσα. Καμιά αληθινά θετική αλλαγή δεν μπορεί να προέλθει από μια μη παραδομένη κατάσταση συνειδητότητάς.

Ίρβιν Γιάλομ: Το αναπόφευκτο του θανάτου

Από τα γεγονότα της ζωής ο θάνατος είναι το πιο ξεκάθα­ρο, το πιο διαισθητικά προφανές. Σε νεαρή ηλικία, πολύ νωρίτε­ρα απ’ ό,τι συχνά νομίζουμε, μαθαίνουμε πως ο θάνατος θα έρθει και πως απ' αυτόν δεν υπάρχει απόδραση. Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με τα λόγια του Σπινόζα, «τα πάντα επιχειρούν να συν­τηρηθούν στην ίδια τους την ύπαρξη». Στον πυρήνα του καθενός μας υπάρχει μια πανταχού παρούσα σύγκρουση ανάμεσα στην επιθυμία να συνεχίσουμε να υπάρχουμε και στην επίγνωση του αναπόφευκτου θανάτου.

Για να προσαρμοστούμε στην πραγματικότητα του θανάτου, γινόμαστε απείρως εφευρετικοί, προκειμένου να επινοήσουμε τρόπους να τον αρνηθούμε ή να τον αποφύγουμε. Όταν είμαστε μικροί, αρνιόμαστε τον θάνατο με τη βοήθεια των γονεϊκών διαβεβαιώσεων και των κοσμικών ή θρησκευτικών μύθων. Αργότερα τον προσωποποιούμε μετατρέποντάς τον σε μια οντότητα, σ’ ένα τέρας, σ’ έναν μπαμπούλα, σ΄ έναν δαίμονα.

Εξάλλου, αν ο θάνατος είναι μια οντότητα που μας κυνηγά, τότε ενδέχεται να βρεθεί κάποιος τρόπος να του διαφύγουμε. Από την άλλη, όσο τρομαχτικό κι αν είναι ένα τέρας που φέρνει τον θάνατο, είναι λιγότερο τρομαχτικό απ' την αλήθεια - ότι ο καθένας μας κου­βαλάει μέσα του τον σπόρο του θανάτου του.

Αργότερα τα παιδιά πειραματίζονται με άλλους τρόπους, για να περιορίσουν το άγχος θανάτου: διώχνουν την τοξικότητα του θανάτου σαρκάζοντάς τον, τον προκαλούν με παρατολμίες ή απευαισθητοποιούνται εκθέτοντας τον εαυτό τους σε ιστορίες φαντασμάτων και σε ταινίες τρόμου, συντροφευμένοι με ασφάλεια απ' τους συνομηλίκους τους και από λίγο ζεστό βουτυρωμένο ποπκόρν.

Καθώς μεγαλώνουμε, μαθαίνουμε να βγάζουμε τον θάνατο απ’ τον νου μας. Δημιουργούμε περισπασμούς. Τον μεταμορφώ­νουμε σε κάτι θετικό (τον ονομάζουμε ταξίδι, γυρισμό, ένωση με τον θεό, αιώνια γαλήνη). Τον αρνιόμαστε με μύθους για τη συν­έχιση της ύπαρξης. Αγωνιζόμαστε για την αθανασία μέσα από αθάνατα έργα, προβάλλοντας τον σπόρο μας στο μέλλον μέσα από τα παιδιά μας, ή ασπαζόμενοι ένα θρησκευτικό σύστημα που προσφέρει πνευματική διαιώνιση.

Πολλοί άνθρωποι διαφωνούν μ’ αυτή την περιγραφή της άρνησης του θανάτου. «Ανοησίες!» λένε. «Δεν αρνιόμαστε τον θάνατο. Όλοι θα πεθάνουμε. Αυτό το ξέρουμε. Είναι προφανές. Έχει νόημα όμως να στεκόμαστε σ’ αυτό;»

Η αλήθεια είναι ότι το ξέρουμε άλλα δεν το ξέρουμε. Ξέρουμε για τον θάνατο, γνωρίζουμε διανοητικά τα δεδομένα, αλλά το ασυνείδητο μέρος του μυαλού μας που μας προστατεύει από το κατακλυσμικό άγχος, έχει αποσυνδέσει ή έχει «μονώσει» τον τρόμο που συνδέεται με τον θάνατο. Αυτή η διαδικασία αποσύνδεσης είναι ασυνείδητη, δεν τη βλέπουμε αλλά μπορούμε να πει­στούμε ότι υπάρχει σ’ εκείνα τα σπάνια επεισόδια, όπου ο μηχα­νισμός της άρνησης αποτυγχάνει και το άγχος θανάτου ξεπηδάει σ’ όλη του την ένταση. Αυτό μπορεί να συμβεί πολύ σπά­νια, ίσως μόνο μια ή δυο φορές στη διάρκεια μιας ζωής. Καμιά φορά μας συμβαίνει ενώ είμαστε ξύπνιοι στην καθημερινή ζωή μας, καμιά φορά έπειτα από ένα προσωπικό συμβάν που μας φέρνει πρόσωπο με πρόσωπο με τον θάνατο, άλλοτε όταν πεθαί­νει κάποιος αγαπημένος μας. Άλλα πιο συχνά το άγχος του θανάτου έρχεται στην επιφάνεια με τους εφιάλτες.

Ο εφιάλτης είναι ένα αποτυχημένο όνειρο, ένα όνειρο που απέτυχε στον ρόλο του ως φύλακας του ύπνου, αφού δεν κατάφερε να «χειριστεί» το άγχος. Παρόλο που οι εφιάλτες διαφέρουν στο έκδηλο περιεχόμενό τους, η διεργασία που υπάρχει κάτω από την επιφάνεια κάθε εφιάλτη είναι η ίδια: ακατέργαστο άγχος θανά­του έχει διαφύγει από τους φύλακές του και εκρήγνυται στον χώρο του συνειδητού. Η ιστορία «Αναζητώντας τον ονειρευτή» προσφέρει μια μοναδική θέα του άγχους θανάτου από τα παρα­σκήνια, καθώς δραπετεύει από την ύστατη απόπειρα του νου να το συγκρατήσει: εδώ, ανάμεσα στη διάσπαρτη, σκοτεινή εικονοποιία θανάτου του εφιάλτη του Μάρβιν, υπάρχει ένα εργαλείο που διαλέγει τη ζωή και αψηφά τον θάνατο - το απαστράπτον μπα­στούνι με το λευκό άκρο, με το οποίο ο «ονειρευτής» επιδίδεται σε μια σεξουαλική μονομαχία με τον θάνατο.

Η σεξουαλική πράξη θεωρείται απ’ τους πρωταγωνιστές και άλλων ιστοριών σαν ένα φυλαχτό που μπορεί ν’ απωθήσει τη συρρίκνωση, τη γήρανση και το πλησίασμα του θανάτου: από ‘δω προέρχεται και η καταναγκαστική αδιάκριτη σεξουαλικότητα ενός νέου άντρα μπροστά στο φάσμα του καρκίνου που τον σκοτώνει («Αν ήταν νόμιμος ο βιασμός...»), και η εμμονή ενός ηλικιωμένου να μένει προσκολλημένος στα κιτρινισμένα γράμματα που του έγραψε πριν από τριάντα χρόνια η νεκρή πια αγαπημένη του («Όχι με το μαλακό»).

Στα πολλά χρόνια που έχω δουλέψει με καρκινοπαθείς, οι οποίοι έρχονται αντιμέτωποι με τον επερχόμενο θάνατό τους, δια­πίστωσα ότι χρησιμοποιούν δύο ιδιαίτερα ισχυρές και κοινές με­θόδους, για να παραμερίζουν τους φόβους τους για τον θάνατο, δύο πίστεις -θα μπορούσε κανείς να τις πει ακόμη και παραληρητικές ιδέες- που παρέχουν μια αίσθηση ασφάλειας. Η μια είναι η πίστη στην προσωπική ιδιαιτερότητα. Η άλλη, η πίστη σ’ έναν υπέρτατο σωτήρα. Ενώ πρόκειται ουσιαστικά για παραληρητικές ιδέες, εφόσον αντιπροσωπεύουν «ακλόνητες ψευδείς πεποιθήσεις», δε χρησιμοποιώ τους όρους αυτούς με την αρνητι­κή τους σημασία: πρόκειται για πανανθρώπινες πεποιθήσεις που, σε κάποιο επίπεδο συνειδητότητας, υπάρχουν σε όλους μας και που παίζουν έναν ρόλο σε αρκετές από αυτές τις ιστορίες.

Η ιδιαιτερότητα αφορά την πίστη ότι κάποιος είναι άτρωτος, απαραβίαστος - πέρα απ’ τους συνηθισμένους νόμους της αν­θρώπινης βιολογίας και μοίρας. Σε κάποια στιγμή στη ζωή μας όλοι θ’ αντιμετωπίσουμε μια κρίση: μπορεί να πρόκειται για μια σοβαρή αρρώστια, για μια αποτυχία στην καριέρα μας ή για ένα διαζύγιο. Ή, όπως συνέβη στην Έλβα στο «Ποτέ δεν φαντα­ζόμουνα πως θα συμβεί σε μένα», μπορεί να είναι ένα γεγονός τόσο απλό όσο η αρπαγή μιας τσάντας, που ξαφνικά απογυμνώ­νει την κοινή μοίρα του καθενός μας και κλονίζει την κοινή υπό­θεση ότι η ζωή μας θα είναι πάντα μια διαρκώς ανοδική σπείρα.

Ενώ η πίστη στην προσωπική ιδιαιτερότητα παρέχει μια αί­σθηση ασφάλειας εκ των ένδον, ο άλλος μείζων μηχανισμός άρνη­σης του θανάτου -η πίστη σ’ έναν τελικό σωτήρα- μας επιτρέπει να νιώθουμε ότι μια εξωτερική δύναμη μας παρακολουθεί συνεχώς και μας προστατεύει. Παρόλο που μπορεί να κλονιστούμε, ν’ αρρωστήσουμε, παρόλο που μπορεί να φτάσουμε ως την έσχατη όχθη της ζωής, είμαστε πεπεισμένοι ότι υπάρχει κάποιος κρυμμένος πα­ντοδύναμος υπηρέτης που πάντα θα μας επαναφέρει.

Μαζί αυτά τα δύο συστήματα πεποιθήσεων συνιστούν μια διαλεκτική - δύο διαμετρικά αντίθετες απαντήσεις στην ανθρώ­πινη μοίρα. Το ανθρώπινο πλάσμα είτε διατρανώνει την αυτονο­μία του με ηρωική αυτεπιβολή είτε αναζητά την ασφάλεια μέσα απ’ τη συγχώνευση με μια ανώτερη δύναμη: ο άνθρωπος δηλα­δή είτε αναδύεται είτε συγχωνεύεται, χωρίζει ή ενώνεται. Γίνε­ται γονιός του εαυτού του ή παραμένει αιώνιο παιδί.

Οι περισσότεροι από μας ζούμε τον περισσότερο καιρό καλά, αποφεύγοντας με αμηχανία το βλέμμα του θανάτου, γελώντας και συμφωνώντας με τον Γούντυ Άλλεν, όταν λέει: «Δεν φοβάμαι τον θάνατο. Απλώς θέλω να λείπω όταν έρθει». Υπάρ­χει όμως κι άλλος τρόπος: μια μακρά παράδοση που εφαρμόζε­ται στην ψυχοθεραπεία και η όποια μας μαθαίνει ότι η πλήρης επίγνωση του θανάτου ωριμάζει τη σοφία μας και πλουτίζει τη ζωή μας. Τα τελευταία λόγια ενός απ’ τους ασθενείς μου πριν πεθάνει («Αν ήταν νόμιμος ο βιασμός...») αποδεικνύουν ότι, παρόλο που το γεγονός -η σωματική πραγματικότητα του θανά­του- μας καταστρέφει, η ιδέα του θανάτου μπορεί να μας σώσει.

Irvin D. Yalom, Ο Δήμιος του Έρωτα

Η ψευδαίσθηση του σώματος του κολυμβητή

Το Χάρβαρντ είναι καλό πανεπιστήμιο ή όχι; Δεν ξέρουμε

Όταν ο δοκιμιογράφος και χρηματιστής Νασσίμ Τάλεμπ πήρε τη μεγάλη απόφαση να απαλλαγεί από το επίμονο, περιττό βάρος του, σκέφτηκε τα πιο διαφορετικά σπορ. Οι δρομείς τού φαίνονταν αδύνατοι και ανικανοποίητοι. Οι μπόντι μπίλντερ έδειχναν πιο ανεπτυγμένοι κατά πλάτος παρά καθ ύψος, και εξόχως ηλίθιοι. Οι παίκτες του τένις; Άνθρωποι μιας ανώτερης τάξης! Μόνο οι κολυμβητές τού άρεσαν. Το σώμα τους είναι καλοφτιαγμένο και κομψό.

Έτσι, ο Νασσίμ αποφάσισε να βυθίζεται δύο φορές την εβδομάδα στη χλωριωμένη τοπική πισίνα και να προπονείται σκληρά. Χρειάστηκε όμως λίγο καιρό για να καταλάβει ότι είχε πέσει θύμα ψευδαίσθησης. Οι κολυμβητές που κάνουν πρωταθλητισμό δεν έχουν αυτό το τέλειο σώμα επειδή προπονούνται σκληρά, αλλά το αντίστροφο: είναι καλοί κολυμβητές επειδή διαθέτουν σώμα κολυμβητή. Το σώμα τους είναι κριτήριο επιλογής και όχι αποτέλεσμα προπόνησης.

Πάρτε για παράδειγμα τα ονειρεμένα πλάσματα που διαφημίζουν καλλυντικά. Χρησιμοποιούνται για να πείσουν τις καταναλώτριες ότι τα καλλυντικά θα τις κάνουν ωραιότερες. Δυστυχώς, δεν είναι τα καλλυντικά που κάνουν καλλονές αυτές τις γυναίκες. Η φύση τις γέννησε ωραίες και γι αυτό τον λόγο μπορούν να εκθειάζουν τις αρετές των καλλυντικών. Όπως συμβαίνει με τους κολυμβητές, η ομορφιά είναι εδώ κριτήριο επιλογής και όχι αποτέλεσμα.

Κάθε φορά που συγχέουμε το κριτήριο επιλογής με το αποτέλεσμα, πέφτουμε θύματα της ψευδαίσθησης του σώματος του κολυμβητή. Χωρίς αυτή την επιδέξια καλλιεργημένη ψευδαίσθηση, οι μισές διαφημιστικές καμπάνιες δε θα είχαν πέραση. Αυτή η ψευδαίσθηση δεν αφορά μόνο την ομορφιά και τα σέξι σώματα.

Το Χάρβαρντ θεωρείται ένα από τα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου πράγματι, πολλοί που αποτέλεσαν πρότυπα κοινωνικής επιτυχίας αποφοίτησαν από εκεί. Αυτό σημαίνει ότι το Χάρβαρντ είναι καλό; Δεν ξέρουμε. Μπορεί να έχει και τα χάλια του, αλλά πιθανόν στρατολογεί τους εξυπνότερους φοιτητές του κόσμου.

Προσωπικά, φοίτησα στο Πανεπιστήμιο του Ζανκτ Γκάλλεν, στην Ελβετία. Χαίρει εξαιρετικής φήμης, αλλά η διδασκαλία (πριν από είκοσι χρόνια) ήταν μέτρια. Για λόγους που αγνοώ επιλογή των καλύτερων φοιτητών; το ευνοϊκό κλίμα της κοιλάδας; η ποιότητα των γευμάτων που σερβίρονταν;, πολλοί από τους αποφοίτους του έκαναν λαμπρή καριέρα.

Τα προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών στη Διοίκηση Επιχειρήσεων (ΜΒΑ) που προτείνονται σε όλο τον κόσμο προσελκύουν φοιτητές μέσω στατιστικών προβλέ ψεων γύρω από τα μελλοντικά έσοδά τους. Εξηγούν στους κύριους ενδιαφερόμενους ότι ένα ΜΒΑ θα αυξήσει τα έσοδά τους κατά τόσο τοις εκατό: μια απλή αριθμητική πράξη έχει στόχο να τους αποδείξει ότι τα τρομερά υψηλά δίδακτρα θα αποπληρωθούν σύντομα μ ένα ΜΒΑ στην τσέπη. Πολλοί πέφτουν στην παγίδα.

Δεν κατηγορώ τις σχολές ότι παραποιούν τις στατιστικές. Απλώς λέω ότι αυτό που ισχυρίζονται δεν έχει καμιά αξία. Τα άτομα που δε φιλοδοξούν να αποκτήσουν ένα ΜΒΑ δεν είναι φτιαγμένα όπως εκείνα που έχουν έναν τέτοιο στόχο. Η διαφορά των εσόδων που διαπιστώνεται στους φτασμένους εξαρτάται από χίλιους άλλους λόγους που δεν έχουν να κάνουν με το μεταπτυχιακό δίπλωμα.

Πρόκειται πάλι για την ψευδαίσθηση του σώματος του κολυμβητή: συγχέουμε το κριτήριο επιλογής με το αποτέλεσμα. Αν λοιπόν σκέφτεστε να συμπληρώσετε την εκπαίδευσή σας, βρείτε άλλους λόγους από την αύξηση των αποδοχών. Όταν ρωτάω ευτυχισμένους ανθρώπους ποιο είναι το μυστικό της ευτυχίας τους, ακούω συχνά απαντήσεις του τύπου: «Πρέπει να βλέπεις το ποτήρι μισογεμάτο παρά μισοάδειο». Λες και αυτά τα άτομα αρνούνται να παραδεχτούν ότι η εύθυμη φύση τους τα κάνει επιρρεπή στο να βλέπουν τη θετική πλευρά κάθε πράγματος.

Οι άνθρωποι που γεννιούνται ευτυχισμένοι αρνούνται να παραδεχτούν ότι το χάρισμα της ευτυχίας είναι σε μεγάλο βαθμό έμφυτο και παραμένει σταθερό σε όλη τη ζωή. Σ αυτή την περίπτωση, η ψευδαίσθηση του σώματος του κολυμβητή είναι επίσης μια ψευδαίσθηση για τον ίδιο μας τον εαυτό. Αν μάλιστα οι ευτυχείς άνθρωποι αρχίσουν να γράφουν βιβλία, τότε η ψευδαίσθηση γίνεται επικίνδυνη.

Να λοιπόν μια καλή συμβουλή: Από τώρα κιόλας, αποφύγετε όλα τα βιβλία «αυτοβοήθειας» και προσωπικής ανάπτυξης. Είναι γραμμένα κατά 100% από άτομα που διαθέτουν φυσική κλίση προς την ευτυχία και δίνουν σε κάθε σελίδα συμβουλές που είναι άχρηστες για δισεκατομμύρια ανθρώπους.

Γιατί; Διότι απλούστατα τα άτομα που έχουν έμφυτη κλίση προς τη δυστυχία δε γράφουν βιβλία προσωπικής ανάπτυξης. Συμπέρασμα: Κάθε φορά που σας εκθειάζουν κάτι επιθυμητό ατσάλινους μυς, ομορφιά, μεγαλύτερο εισόδημα, μακροζωία, γοητεία, ευτυχία, κοιτάξτε το από πιο κοντά. Προτού λοιπόν κάνετε βουτιά στη δημοτική πισίνα, ρίξτε μια ματιά στον καθρέφτη. Και να είστε ειλικρινείς με τον εαυτό σας.

Ινδουισμός: Ο αισθητός κόσμος και η «Μάγια» (η μεγάλη πλάνη)

Σύμφωνα με την Ινδουιστική αντίληψη, ο αισθητός κόσμος με όλα του τα φαινόμενα ισοδυναμεί με μια αυταπάτη, με ένα παιχνίδι, με ένα όνειρο, με μια επινόηση του Βράχμα. Ο κόσμος είναι Maya, μια φαντασίωση χωρίς νόημα και σκοπό, και συνεπώς άξιος περιφρόνησης.

Το Maya δεν αξίζει την προσκόλληση και την προσαρμογή του ανθρώπου σε αυτό, για αυτό ο σοφός αποσύρεται από τον κόσμο. Η ύπαρξη της πολλαπλότητας του κόσμου οφείλεται στη «Μάγια» τη μεγάλη πλάνη, που οφείλεται στην περιορισμένη μας αντίληψη η οποία μας εμποδίζει να διακρίνουμε την ενότητα πίσω από την πολλαπλότητα. Ο ΒΙΒΕΚΑΝΑΝΤΑ εξηγεί σχετικά:

«Τι σημαίνει όταν λέμε ότι ο κόσμος υπάρχει; Πραγματικά, σημαίνει ότι ο κόσμος δεν υπάρχει. Τι σημαίνει πάλι όταν λέμε ότι ο κόσμος δεν υπάρχει; Σημαίνει πως δεν έχει απόλυτη ύπαρξη. Υπάρχει μόνο σε σχέση με το νου μου, το νου σας και το νου του καθενός. Με τις πέντε αισθήσεις μας, βλέπουμε τούτο τον κόσμο, μα εάν είχαμε μια επιπλέον αίσθηση, θα βλέπαμε κάτι ακόμα μέσα του. Κι αν είχαμε ακόμη μια αίσθηση θα μας εμφανιζόταν σαν κάτι ακόμα πιο διαφορετικό. Γι’ αυτό λοιπόν ο κόσμος δεν έχει πραγματική ύπαρξη. Ούτε και μπορούμε να τον πούμε μη-υπαρκτό, αφού υπάρχει και πρέπει διαμέσου του να εργαστούμε. Είναι ένα κράμα ύπαρξης και μη-ύπαρξης.» (ΓΝΑΝΑ ΓΙΟΓΚΑ, σ. 50)

Απολλώνιος ο Τυανεύς: Ανθρώπινη φύση και σύμπαν

Λόγοι κάτω απ’ τον Θόλο του Αιωνίου Φωτός

Πρόλογος:

Ο πρωτότυπος σύγχρονος υποθετικός διάλογος που ακολουθεί διαδραματίζεται σε έναν ιερό ναό αφιερωμένο στον Όσιρη, κοντά στις πύλες της Μέμφιδας στην Αίγυπτο. Εκεί, κάτω από το φως των λύχνων, τις σκιές και τα σχήματα που σχηματίζονται ανάμεσα στους κιόνες, συναντώνται τρεις αναζητητές της αλήθειας: ο Απολλώνιος ο Τυανέας – Έλληνας Νέο Πυθαγόρειος φιλόσοφος, μύστης και περιηγητής του πνεύματος – ο Αιγύπτιος Μέμνων ιερέας του ναού του Όσιρη φύλακας της σοφίας της χώρας του Νείλου, και η ιέρεια της Ισιδας Νεφερτίτη.

Ο διάλογός τους είναι μια φανταστική σύγχρονη σύζευξη φιλοσοφικών σκέψεων, από τα Ερμητικά κείμενα, την αρχαία σοφία αλλά και από σύγχρονες φιλοσοφικές θέσεις.Αν και τοποθετημένος στο παρελθόν, ο διάλογος εμπνέεται από διαχρονικές φιλοσοφικές και πνευματικές αλήθειες γύρω από τον άνθρωπο, τη φύση, το σύμπαν και το Θείο.

Μέμνων: Καλώς ήρθες, Απολλώνιε, φίλε των Μυστών. Η παρουσία σου μας τιμά. Μαζί μας η Νεφερτίτη, ιέρεια της Ίσιδας, που φέρει στην ψυχή της τη φλόγα της αναζήτησης.

Νεφερτίτη: Ευλογημένοι οι λόγοι που οδηγούν στη Σοφία. Έχω ερωτήματα που γεννιούνται μέσα μου σαν φλόγες στην αυγή.

Απολλώνιος: Ας ξεκινήσουμε, τότε, από τα βασικά Τι είναι ο άνθρωπος;

Μέμνων: Ο άνθρωπος είναι το ενδιάμεσο ανάμεσα στην ύλη και το πνεύμα. Την Γη και τον ουρανό, το φώς και τον σκοτάδι. Φέρει δύο φύσεις εντός του: το θνητό και το αθάνατο. Κατοικεί σε αυτόν η τριάδα της ύπαρξης: η ύλη, η πνοή και η νόηση.

Νεφερτίτη: Μπορεί να υπάρξει αυτογνωσία χωρίς κατανόηση του σύμπαντος;

Απολλώνιος: Οχι, ούτε και το αντίστροφο. Εσύ είσαι το Σύμπαν σε μικρογραφία, Νεφερτίτη. Όποιος αναγνωρίσει την ψυχή του, αναγνωρίζει και την Ψυχή του Κόσμου.

Μέμνων: Όπως το σώμα εξέρχεται από τη μήτρα όταν είναι ολοκληρωμένο, έτσι και η ψυχή εξέρχεται από το σώμα μόνο όταν έχει γνωρίσει, όταν έχει ενωθεί με το Αγαθό. Διαφορετικά, παραμένει ατελής και αμορφοποίητη.

Νεφερτίτη: Σαν να λέτε πως η μελέτη του κόσμου είναι ταυτόχρονα μελέτη του εαυτού.

Απολλώνιος: Ακριβώς. Δεν μπορούμε να μελετήσουμε το σύμπαν χωρίς να μελετήσουμε τον άνθρωπο – και δεν μπορούμε να γνωρίσουμε τον άνθρωπο χωρίς να γνωρίσουμε τον κόσμο. Είμαστε εικόνα του σύμπαντος, πλασμένοι από τους ίδιους νόμους. Όποιος γνωρίσει πραγματικά τον εαυτό του, θα γνωρίσει και τους νόμους που κυβερνούν το σύνολο των όντων.

Νεφερτίτη: Πώς ολοκληρώνεται, λοιπόν, η ψυχή;

Απολλώνιος: Με τη συνειδητή άσκηση. Με τη διάκριση, τη σιωπή, και τη διάβαση μέσα από τα πέπλα της ψευδαίσθησης. Η ψυχή που βλέπει με τη νόηση, δεν επιστρέφει πίσω στη σύγχυση.

Μέμνων: Όπως το σώμα χωρίς μάτια είναι τυφλό, έτσι και η ψυχή χωρίς νόηση είναι τυφλή. Αν επιθυμεί κάτι η νόηση, αυτό θα ποθήσει και ολόκληρος ο άνθρωπος.

Νεφερτίτη: Και τι εμποδίζει αυτή τη διάκριση;

Μέμνων: Τρεις είναι οι δολοφόνοι του ανθρώπου: η αμάθεια, η υποκρισία και η φιλοδοξία. Μα περισσότερο απ’ όλα, η φιλοδοξία. Διότι όταν οι ανάξιοι κατέχουν αξιώματα, οι άξιοι σιωπούν, και τότε το κράτος, ο νους και η ψυχή βυθίζονται.

Απολλώνιος: Μια ιδέα που δεν μας ανυψώνει, μας φυλακίζει. Κάθε δόγμα που δεν γεννά καλοσύνη και αυτογνωσία είναι μόνο σκιά της αλήθειας. Ό,τι δεν ενώνει, διασπά.

Νεφερτίτη: Όμως… πώς θα δω το Θείο μέσα στα πράγματα; Μου φαίνεται πως συχνά περνά απαρατήρητο.

Απολλώνιος (δείχνοντας το έδαφος): Ακόμα και κάτω από κάθε πέτρα και πεσμένο φύλλο υπάρχει εκείνο που είναι αιώνιο, αλλά δεν ξέρουμε πώς να κοιτάζουμε γι’ αυτό. Μάθε να βλέπεις όχι μόνο με τα μάτια, αλλά με την καρδιά.

Μέμνων: Ό,τι κάνεις τώρα στην ψυχή σου, αυτό θα σου κάνει εκείνη όταν εξέλθει από το σώμα. Η ψυχή είναι αυτό που είσαι. Το σώμα, απλώς, το ρούχο της για λίγο.

Νεφερτίτη: Άρα λες πως η ζωή είναι προσανατολισμένη σε πορεία εσωτερική και εξωτερική;

Απολλώνιος: Ναι. Η ζωή είναι πορεία εξέλιξης. Και πριν δεχθούμε κάποια αλήθεια, μια ιδεολογία που φαίνεται να μας ταιριάζει, οφείλουμε να ρωτήσουμε τον εαυτό μας: “Με κάνει καλύτερο;” Όχι μόνο για εμένα, αλλά και για όσους με περιβάλλουν.

Νεφερτίτη: Ανάμεσα σε όλα αυτά, πώς μπορώ να υπηρετήσω την Ίσιδα και τη Ζωή;

Απολλώνιος (χαμογελώντας): Να, θυμάσαι αυτό που είπαν οι παλιότεροι, Νεφερτίτη: "Δίδαξε ένα αγόρι, και θα διδάξεις ένα αγόρι. Δίδαξε ένα κορίτσι και θα διδάξεις μια ολόκληρη γενιά." Οι γυναίκες είναι οι πρώτοι δάσκαλοι. Η καρδιά, όταν αγαπά, βλέπει περισσότερο απ’ τον νου. Με το παράδειγμά σου και τη σοφία σου, γίνε φως για αυτούς που έρχονται.

Νεφερτίτη: Θα βαδίζω με πέντε κατευθύνσεις στην καρδιά μου: Θα κοιτώ πάντα μπροστά, για να έχω στόχους στο μέλλον, πίσω, για να μην ξεχνώ από πού προέρχομαι, δίπλα μου, για να βλέπω ποιοι με στηρίζουν, μέσα μου, για να θυμάμαι ποια είμαι, και ψηλά, για να ευγνωμονώ το Σύμπαν και τους Θεούς για το δώρο της ζωής.

Μέμνων: Και θυμήσου. Όπως δεν επιστρέφεις στη μήτρα, έτσι δεν επιστρέφεις στο ίδιο σώμα. Ζήσε ώστε η ψυχή σου, όταν αναχωρήσει, να είναι φως καθαρό, και όχι σκιά δίχως μορφή.

Η μάσκα, το θέατρο και ο Διόνυσος

Σε ένα θεατρικό πλαίσιο που συνδυάζει την παράδοση του αρχαίου δράματος με τα μυστηριακά τελετουργικά, Διόνυσος και Πενθέας συζητούν το ρόλο της μάσκας ως ψυχολογικό και εκπαιδευτικό εργαλείο. Ο διάλογος που ακολουθεί, είναι υποθετικός και πρωτότυπος· εμπνευσμένος από την παράδοση του αρχαίου Ελληνικού θεάτρου και των μυστηρίων, χωρίς να βασίζεται σε συγκεκριμένο αρχαίο κείμενο.

Διόνυσος:

Πενθέα, κοίτα· μασκαρεύομαι για να γίνω πολλαπλός.

Πενθέας:

Ω Διόνυσε, πώς η μάσκα σου σε πολλαπλασιάζει; Δεν σε κρύβει μονάχα, αλλά σε μεταμορφώνει;

Διόνυσος:

Ακριβώς. Στο θέατρο, η μάσκα δεν είναι απλώς πρόσωπο· είναι ψυχή σε βάθος. Μέσω της μάσκας, ο ηθοποιός εκπαιδεύεται να νιώθει συναισθήματα που δεν του είναι φυσικά, να κατανοεί τον άλλον.

Πενθέας:

Εκπαιδευτική; Ο στρατός και οι πολιτικοί ίσως εκπαιδεύονται με λόγια, αλλά εσείς οι θεατρίνοι με ξύλο προσώπου;

Διόνυσος:

Η μάσκα διδάσκει· διδάσκει κατανόηση και συγχώρηση. Όποιος ντύνεται με μαντήλα γέροντα, βιώνει τον τρόπο της σκέψης του γέρου· μαθαίνει να σέβεται τον χρόνο. Και όταν ντύνεται θεός, αντιλαμβάνεται το βάρος της θεϊκής θέσης.

Πενθέας:

Και στα μυστήρια, όπως τα Ελευσίνια ή τα Διονυσιακά, γιατί φοριούνται οι μάσκες;

Διόνυσος:

Στα μυστήρια, η μάσκα επέτρεπε στον μυημένο να παύσει να φοβάται τον θάνατο, να αισθανθεί την αναγέννηση. Είναι εργαλείο ψυχολογικής μετάβασης — σταδιακά ξεγυμνώνει τον άνθρωπο από τον εγωκεντρισμό του.

Πενθέας:

Τώρα κατάλαβα· η μάσκα είναι κάποτε φυλακή και κάποτε απελευθέρωση.

Διόνυσος:

Και αυτή η διφορούμενη φύση της σε διδάσκει: άλλοτε φυλακίζει τον εγωισμό· άλλοτε απελευθερώνει την ψυχή.

Πολιτική Αθήνα

Aριστοτέλης, Aθηναίων Πολιτεία 22.4:

Ο πρώτος που εξοστρακίστηκε ήταν ένας από τους συγγενείς του, ο Ίππαρχος, γιος του Χάρμου από τον Κολλυτό, και ήταν ειδικά γι’ αυτόν που ο Κλεισθένης θέσπισε το νόμο τούτο, αφού ήθελε να τον διώξει από την πόλη.

Aριστοτέλης, Aθηναίων Πολιτεία 43.1-2:

Aυτά, λοιπόν, ισχύουν όσον αφορά στην εγγραφή των πολιτών και τους εφήβους. Όλα τα αξιώματα που σχετίζονται με την πολιτική διοίκηση γίνονται με κλήρο, εκτός απ’ αυτό του ταμία των στρατιωτικών και των ταμιών για τα θεωρικά χρήματα και του επιμελητή των πηγών. Αυτοί εκλέγονται με χειροτονία και αναλαμβάνουν από Παναθήναια σε Παναθήναια. Όλοι οι στρατιωτικοί άρχοντες εκλέγονται επίσης με χειροτονία. Οι βουλευτές είναι πεντακόσιοι και διορίζονται με κλήρο, πενήντα από κάθε φυλή.

Aριστοτέλης, Aθηναίων Πολιτεία 44.4:

Οι αρχαιρεσίες των στρατηγών, των ιππάρχων και των άλλων πολεμικών αξιωματούχων διεξάγονται στην εκκλησία του δήμου, σύμφωνα με τις αποφάσεις του λαού. Η εκλογή αυτή διεξάγεται απ’ τους πρυτάνεις που αναλαμβάνουν μετά την έκτη πρυτανεία, στη διάρκεια της οποίας φάνηκαν ευνοϊκοί οιωνοί. Ένα προκαταρκτικό ψήφισμα της βουλής είναι απαραίτητο και σ’ αυτή την περίπτωση.

Aριστοτέλης, Aθηναίων Πολιτεία 45.4:

Αποφασίζει προηγουμένως για θέματα που θα δώσει για ψήφιση στο λαό και ο λαός δεν επιτρέπεται να αποφασίσει τίποτε που δε θα έχει ψηφιστεί προηγουμένως από τη βουλή και περιληφθεί στο πρόγραμμα απ’ τους πρυτάνεις· απ’ αυτή την άποψη, αυτός που θα πετύχει τέτοιο ψήφισμα θα κατηγορηθεί για παρανομία.

Aριστοτέλης, Aθηναίων Πολιτεία 46.1:

Η βουλή είναι υπεύθυνη για τις τριήρεις που έχουν κατασκευαστεί, για τον εξοπλισμό τους και για τους νεώσοικους και φροντίζει για τη ναυπήγηση νέων τριήρεων ή τετρήρεων, όποιο από τα δύο αυτά είδη πλοίων αποφασίσει ο λαός και για τον εξοπλισμό τους και τους νεώσοικους. Ο λαός εκλέγει τους ναυπηγούς των πλοίων αυτών. Αν η βουλή δεν παραδώσει ολοκληρωμένο έργο στη βουλή της επόμενης χρονιάς, δε θα μπορέσει να λάβει απ’ αυτή τη δωρεά· γιατί την παίρνουν στην επόμενη βουλή. Μεριμνά, ακόμη, για τη ναυπήγηση τριήρεων εκλέγοντας δέκα μέλη της ως τριηροποιούς.

Aριστοτέλης, Aθηναίων Πολιτεία 49.1-2:

Η βουλή εξετάζει, επίσης, τα άλογα και αν βρει ότι κάποιος έχει ένα πολύ καλό άλογο, αλλά δεν το συντηρεί καλά, τον τιμωρεί κατακρατώντας τη χορηγία για τη συντήρηση του αλόγου. Στα άλογα που δεν μπορούν να τρέχουν ή δεν θέλουν να παραμείνουν στη γραμμή και φεύγουν, τα σημαδεύουν στο σαγόνι και κάθε άλογο που έχει σημαδευτεί θεωρείται μη μάχιμο. Πραγματοποιεί επίσης εξέταση των προδρόμων, για να δει ποια είναι ικανά να προπορεύονται και αν απορρίψει κάποιο, η υπηρεσία του τελειώνει. Με τον ίδιο τρόπο διεξάγει εξέταση των αμίμπτων [πεζών ανάμεσα στα άλογα] και αν απορρίψει κάποιον, αυτό είναι το τέλος της επί πληρωμή υπηρεσίας του. Οι ιππείς καταγράφονται από τους καταλογείς, δέκα άνδρες εκλεγμένους απ’ το δήμο, οι οποίοι δίνουν τα ονόματα των ανδρών που προτείνουν για εγγραφή στους ίππαρχους και τους φυλάρχους. Αυτοί με τη σειρά τους παίρνουν τον κατάλογο και τον υποβάλλουν στη βουλή. Στη συνέχεια ανοίγουν τον σφραγισμένο πίνακα που περιέχει τα ονόματα αυτών που είναι ήδη ιππείς, σβήνουν όποιους βεβαιώνουν ενόρκως πως είναι σωματικά ανίκανοι να ιππεύουν και προσκαλούν αυτούς που πρόσφατα εγγράφηκαν. Αν κάποιος από τους τελευταίους δηλώσει ενόρκως ότι δεν είναι σε θέση, από σωματική ή οικονομική άποψη, να υπηρετήσει, του επιτρέπουν να φύγει. Αν όχι, οι βουλευτές ψηφίζουν κατά πόσο είναι ικανός να υπηρετήσει στην τάξη των ιππέων. Αν τον εκλέξουν τον βάζουν στον πίνακα, διαφορετικά τον αφήνουν να φύγει.

Aριστοτέλης, Aθηναίων Πολιτεία 54.6-8:

Ορίζονται με κλήρο και δέκα ιεροποιοί, υπεύθυνοι για θυσίες, οι οποίοι θυσιάζουν τα σφάγια για τις μαντείες και, όταν είναι απαραίτητο να θυσιάσουν, συνεργάζονται με τους μάντεις. Υπάρχουν κι άλλοι δέκα, εκλεγμένοι με κλήρο, οι οποίοι ονομάζονται ετήσιοι, και εκτελούν ορισμένες θυσίες και φροντίζουν για τη οργάνωση των γιορτών που διεξάγονται κάθε πέμπτο χρόνο, εκτός των Παναθηναίων. Οι γιορτές αυτές είναι πρώτα η αποστολή στη Δήλο (εκεί γίνεται γιορτή και κάθε έβδομο χρόνο), δεύτερη τα Βραυρώνια, τρίτη τα Hράκλεια, τέταρτη τα Ελευσίνια, πέμπτη τα Παναθήναια. Καμιά από τις γιορτές αυτές δεν διεξάγεται την ίδια χρονιά με άλλη. Επί αρχοντίας του Κησιφώντα προστέθηκαν και τα Ηφαίστια.

Εκλέγουν επίσης με κλήρο έναν άρχοντα για τη Σαλαμίνα και ένα δήμαρχο για τον Πειραιά. Αυτοί διοργανώνουν τα Διονύσια, στο μέρος του ο καθένας, και διορίζουν τους χορηγούς. Στη Σαλαμίνα αναγράφεται εξάλλου και το όνομα του άρχοντα.

Aριστοτέλης, Aθηναίων Πολιτεία 55.3-5:

Όταν οι άρχοντες υποβάλλονται σε εξέταση, τους ρωτούν πρώτα: “Ποιος είναι ο πατέρας σου και από ποιο δήμο, ποιος είναι ο πατέρας του πατέρα σου, ποια είναι η μητέρα σου, ποιος είναι ο πατέρας της μητέρας σου και από ποιον δήμο;” Κατόπιν τους ρωτούν αν πιστεύουν στον Απόλλωνα τον πατρώο και στο Δία τον έρκειο και πού βρίσκονται τα ιερά τους, αν έχουν οικογενειακούς τάφους και πού βρίσκονται αυτοί, αν φέρονται καλά στους γονείς τους, αν πληρώνουν τους φόρους, αν έχουν λάβει μέρος σε εκστρατεία. Μετά από αυτές τις ερωτήσεις του λένε: “Φέρτε μάρτυρες γι’ αυτά”. Όταν καλούνται οι μάρτυρες ρωτά: “Θέλει κανείς να κατηγορήσει για κάτι αυτόν εδώ τον άνδρα;” Αν όντως υπάρχει κατήγορος, ο δικαστής δίνει το λόγο και στον κατήγορο και στον κατηγορούμενο και μετά εκδίδουν απόφαση με ανάταση χεριών στη βουλή, με ψηφοφορία στο δικαστήριο. Αν δεν υπάρχει κατήγορος, γίνεται ψηφοφορία αμέσως. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις παλιότερα ψήφιζε ένας, τώρα όμως όλοι οι δικαστές ψηφίζουν για τους υποψηφίους, έτσι ώστε αν κάποιος κακοήθης διαφύγει από τους κατηγόρους του, είναι πιθανό πως οι δικαστές θα τον αποκλείσουν. Μετά απ’ αυτόν τον έλεγχο, οι άρχοντες κατευθύνονται προς την πέτρα, στην οποία έχουν τοποθετηθεί τα σφάγια (στην ίδια αυτή πέτρα ορκίζονται οι δικαστές πριν δώσουν τη διαιτησία τους και οι μάρτυρες όταν αρνούνται την κατηγορία που τους αποδίδεται). Ανεβαίνουν στην πέτρα και δηλώνουν ενόρκως ότι θα εκτελούν το αξίωμά τους δίκαια και σύμφωνα με τους νόμους και δεν θα δωροδοκηθούν εξαιτίας του αξιώματός τους ή αν κάνουν κάτι τέτοιο, θα αφιερώσουν ένα χρυσό ανδριάντα. Μετά τον όρκο προχωρούν προς την ακρόπολη, όπου δίνουν τον ίδιο όρκο. Στη συνέχεια αναλαμβάνουν τα αξιώματά τους.

Aριστοτέλης, Aθηναίων Πολιτεία 56.2-7:

Ο επώνυμος άρχοντας μόλις αναλάβει το αξίωμά του, κάνει πρώτα μια δήλωση, ότι δηλαδή οτιδήποτε κατείχε ο καθένας πριν την άνοδό του στο αξίωμα θα είναι και δικό του μέχρι το τέλος. Στη συνέχεια διορίζει χορηγούς για τις τραγωδίες τους τρεις πλουσιότερους άνδρες απ’ όλους τους Αθηναίους. Παλιότερα όριζε και πέντε χορηγούς κωμωδιών, αυτοί όμως τώρα διορίζονται από τις φυλές. Οι φυλές προμηθεύουν τους χορηγούς για τα Διονύσια για το χορό των ανδρών, των αγοριών και των κωμωδών, και για τα Θαργήλια για το χορό των ανδρών και των αγοριών. Για τους χορούς των Διονυσίων οι χορηγοί ορίζονται από μεμονωμένες φυλές, γι’ αυτούς των Θαργηλίων ορίζεται ένας για κάθε δύο φυλές και οι μεμονωμένες φυλές τους προμηθεύουν κατά σειρά. Ο άρχοντας παίρνει τα ονόματα των χορηγών, που ορίζονται απ’ τις φυλές. Μετά διενεργεί ανταλλαγή περιουσιών και παρουσιάζει στο δικαστήριο αιτήσεις για απαλλαγή, όταν κάποιος υποστηρίζει ότι έχει αναλάβει αυτή τη λειτουργία στο παρελθόν ή εξαιρείται γιατί έχει πραγματοποιήσει κάποια άλλη λειτουργία και η περίοδος εξαίρεσής του δεν έχει ακόμη λήξει ή δεν έχει ακόμη την νόμιμη ηλικία (οι χορηγοί για το χορό των αγοριών πρέπει να είναι πάνω από σαράντα χρόνων). Επίσης ορίζει χορηγούς για τη Δήλο και ένα αρχιθεωρό (αρχηγό της πομπής για την τριακόντορο που μεταφέρει τους νέους άνδρες). Είναι ακόμη υπεύθυνος για τις πομπές· αυτής προς τιμή του Ασκληπιού, όταν οι μυημένοι μένουν στα σπίτια τους, και της πομπής των Μεγάλων Διονυσίων σε συνεργασία με τους επιμελητές, που είναι δέκα και οι οποίοι στο παρελθόν εκλέγονταν από το δήμο και αναλάμβαναν τα έξοδα της πομπής οι ίδιοι, αλλά τώρα εκλέγονται με κλήρο από κάθε φυλή και δίνουν εκατό μνες για την προετοιμασία. Ο επώνυμος άρχοντας επιμελείται επίσης για την πομπή των Θαργηλίων και την πομπή του Σωτήρα Δία. Αυτές είναι οι γιορτές για τις οποίες είναι υπεύθυνος. Τις ακόλουθες καταγγελίες και ποινικές δίκες, αφού πρώτα κάνει προκαταρκτικές έρευνες, τις παρουσιάζει στο δικαστήριο· για κακομεταχείριση γονέων (με αυτή την κατηγορία, όποιος θέλει μπορεί να καταγγείλει χωρίς να κινδυνεύει να τιμωρηθεί), για κακομεταχείριση ορφανών (η δίκη είναι εναντίον των επιτρόπων), για κακομεταχείριση επικλήρων (η δίκη είναι εναντίον των επιτρόπων ή των συνοικούντων), για κακή διαχείριση περιουσίας ορφανού (εναντίον και πάλι των επιτρόπων), για παράνοια, για περίπτωση που κάποιος κατηγορείται ότι κατασπατάλησε την περιουσία του λόγω παράνοιας, για το διορισμό των διανεμητών, για την περίπτωση που κάποιος αντιδρούσε στη διαχείριση της περιουσίας, για το διορισμό επιτρόπου, για την αμφισβήτηση επιτροπείας, για εποπτεία εμφανών, για αυτοδιορισμό κάποιου ως επιτρόπου, για ενστάσεις για κληρονομική περιουσία και για περίπτωση επικλήρου. Έχει την επιμέλεια των ορφανών, των ανύπαντρων γυναικών και των γυναικών οι οποίες μετά το θάνατο του άνδρα τους υποστηρίζουν ότι είναι έγκυες και έχει πλήρη εξουσία να επιβάλλει πρόστιμο σ’ όσους αδικούν και να τους φέρει ενώπιον του δικαστηρίου. Μισθώνει τα ακίνητα των ανήλικων και των επικλήρων μέχρι να φτάσουν στην ηλικία των δεκατεσσάρων και λαμβάνει τα μισθώματα που προσφέρονται απ’ τους επιτρόπους και αν οι επίτροποι δεν δίνουν στα παιδιά τα προς συντήρηση, τα εισπράττει αναγκαστικά.

Aριστοτέλης, Aθηναίων Πολιτεία 57.1-2:

Ο βασιλεύς έχει την εποπτεία πρώτα των Μυστηρίων σε συνεργασία με τους επιμελητές που εκλέγονται απ’ το λαό (δύο απ’ όλους τους Αθηναίους, ένας απ’ την οικογένεια των Ευμολπιδών, ένας από την οικογένεια των Κηρύκων). Έπειτα είναι υπεύθυνος για τα Λήναια Διονύσια, τα οποία περιλαμβάνουν πομπή και διαγωνισμό. Η πομπή είναι κοινή ευθύνη του βασιλιά και των επιμελητών, ενώ οι αγώνες οργανώνονται απ’ το βασιλιά. Οργανώνει επίσης όλες τις λαμπαδηδρομίες. Γενικά διευθύνει και όλες τις πατροπαράδοτες θυσίες. Είναι αρμόδιος και για τις μηνύσεις για ασέβεια και αν αμφισβητεί κανείς το δικαίωμα κάποιου για ιερατικό αξίωμα. Δικάζει επίσης και τις φιλονικίες των γενών και των ιερέων σχετικά με τα ιερά. Είναι αρμόδιος και για τις δίκες για ανθρωποκτονία και αυτός ανακοινώνει την μη συμμετοχή κάποιου σε τελετή.

Aριστοτέλης, Aθηναίων Πολιτεία 58:

Ο πολέμαρχος πραγματοποιεί τις θυσίες προς την ‘ρτεμη την Αγροτέρα και προς τον Ενυάλιο, οργανώνει τον επιτάφιο αγώνα προς τιμή εκείνων που πέθαναν στον πόλεμο και διοργανώνει τους εναγισμούς προς τιμή του Αρμόδιου και του Αριστογείτονα. Στη δικαιοδοσία τους ανάγονται μόνο δίκες για ιδιωτικές υποθέσεις, για μετοίκους, άνδρες ισοτελείς και πρόξενους. Καθήκον του είναι να παίρνει τις δίκες αυτές, να τις διαιρεί σε είκοσι και να αναθέτει σε κάθε φυλή το μερίδιο που της έλαχε. Οι δικαστές κάθε φυλής τις παραπέμπουν στους διαιτητές. Ο ίδιος ο πολέμαρχος εισάγει τις δίκες του αποστασίου και απροστασίου και στην περίπτωση των μετοίκων για κληρονομιά και για επίκληρο και τα άλλα όσα ο άροχντας κάνει για τους πολίτες, ο πολέμαρχος τα κάνει για τους μετοίκους.

Aριστοτέλης, Aθηναίων Πολιτεία 59.1:

Οι θεσμοθέτες έχουν την εξουσία πρώτα να καθορίσουν τις μέρες κατά τις οποίες θα συγκαλούνται τα δικαστήρια και ύστερα να παραδίδουν το πρόγραμμά τους στις αρχές, οι οποίες τηρούν το πρόγραμμα ανάθεσης των δικαστηρίων.

Aριστοτέλης, Aθηναίων Πολιτεία 60.1:

Δέκα άνδρες ορίζονται με κλήρο ως αθλοθέτες, ένας από κάθε φυλή. Αφού υποβληθούν σε έλεγχο ασκούν το αξίωμά τους για τέσσερα χρόνια: φροντίζουν για την πομπή των Παναθηναίων, για τους μουσικούς αγώνες, τους γυμνικούς αγώνες και την ιπποδρομία. Είναι υπεύθυνοι για την κατασκευή του πέπλου και μαζί με τη βουλή για την κατασκευή των αμφορέων και διανέμουν το ελαιόλαδο στους νικητές.

Aριστοτέλης, Aθηναίων Πολιτεία 61:

Όλοι οι στρατιωτικοί αξιωματούχοι εκλέγονται με χειροτονία. Οι δέκα στρατηγοί ήταν στο παρελθόν ένας από κάθε φυλή, αλλά τώρα ορίζονται απ’ όλο το σώμα. Συγκεκριμένα διορίζονται με χειροτονία, ένας για τη διοίκηση των οπλιτών, τους οποίους διοικεί αν εκστρατεύσουν εκτός Αττικής, ένας για τη διοίκηση της πόλης, και ο οποίος διοικεί όταν διεξάγεται πόλεμος στη χώρα, δύο στρατηγοί για τη διοίκηση του Πειραιά, ένας για τη Μουνιχία και ένας για την Ακτή, που είναι υπεύθυνοι για τη διαφύλαξη του υλικού που φυλάγεται στον Πειραιά. Ένας υπεύθυνος γι τις συμμορίες, που καταγράφει τους τριηράρχους, διεξάγει τις αντιδόσεις και εισάγει στο δικαστήριο τις ενστάσεις. Οι άλλοι πέντε διατίθενται για τις τρέχουσες ανάγκες. Γίνεται ψηφοφορία σε κάθε πρυτανεία για να αποφασιστεί κατά πόσο οι στρατηγοί εκτελούν τα καθήκοντα τους σωστά. Αν κάποιος καθαιρεθεί, δικάζεται στο δικαστήριο κι αν βρεθεί ένοχος καθορίζεται το πώς θα τιμωρηθεί ή τι πρόστιμο θα πληρώσει, ενώ αν αθωωθεί αναλαμβάνει πάλι το αξίωμά του. Όταν διοικούν το στρατό οι στρατηγοί, έχουν απόλυτη εξουσία να συλλάβουν όποιον δεν υπακούει, να τον εκδιώξουν από το στρατό και να επιβάλλουν πρόστιμο, αλλά συνήθως δεν επιβάλλουν πρόστιμα. Χειροτονούνται και δέκα ταξίαρχοι, ένας από κάθε φυλή· καθένας από αυτούς διοικεί τους στρατιώτες της φυλής και διορίζει τους λοχαγούς. Δύο ίππαρχοι εκλέγονται από το σώμα των πολιτών· αυτοί διοικούν τους ιππείς, παίρνοντας πέντε φυλές ο καθένας. Έχουν τις ίδιες δικαιοδοσίες με τους στρατηγούς, όσον αφορά στους οπλίτες και γίνεται και γι’ αυτούς ψηφοφορία. Εκλέγονται και δέκα φύλαρχοι, ένας από κάθε φυλή, για τη διοίκηση των ιππέων, όπως οι ταξίαρχοι διοικούν τους οπλίτες. Επίσης εκλέγεται ένας ίππαρχος στη Λήμνο για να αναλάβει τη διοίκηση των ιππέων στη Λήμνο. Υπάρχει ένας ταμίας εκλεγμένος για την Πάραλο και ένας άλλος για το πλοίο του ‘μμωνα.

Aριστοτέλης, Aθηναίων Πολιτεία 62.2:

Μισθοί καταβάλλονται και στο δήμο, μια δραχμή για τις άλλες συνελεύσεις και εννέα οβολοί για την κύρια συνεδρίαση. Έπειτα οι δικαστές παίρνουν πέντε οβολούς για κάθε συνεδρίαση. Στη συνέχεια, η βουλή πέντε οβολούς και τα μέλη της πρυτανείας παίρνουν επιπλέον έναν οβολό για σιτηρέσιο. Οι εννέα άρχοντες παίρνουν τέσσερις οβολούς ο καθένας για σιτηρέσιο και τρέφουν ο καθένας έναν κήρυκα και έναν αυλητή. Ο άρχοντας της Σαλαμίνας παίρνει μία δραχμή την ημέρα. Οι αθλοθέτες τρώνε στο Πρυτανείο όλο το μήνα Εκατομβαιώνα, το μήνα δηλαδή των Παναθηναίων, από την τέταρτη μέρα και ύστερα. Οι αμφικτύοντες που στέλνονται στη Δήλο παίρνουν μία δραχμή την ημέρα από το ταμείο της Δήλου. Χρήματα για τη συντήρησή τους εισπράττουν και όσοι στέλνονται στη Σάμο, Σκύρο, Λήμνο ή Ίμβρο ως άρχοντες.

Θουκυδίδης, Ιστοριών 1.70-71:

Αλλά εκτός απ’ αυτό, νομίζουμε πως έχουμε το δικαίωμα, περισσότερο από κάθε άλλον, να διατυπώσουμε μομφή σε δικούς, αφού μάλιστα πρόκειται για μεγάλα συμφέροντα, τα οποία εμείς τουλάχιστον πιστεύουμε πως δεν καταλαβαίνετε, όπως δε συλλογιστήκατε ποτέ ως τώρα ποιοι είναι αυτοί οι Αθηναίοι με τους οποίους θα μετρηθείτε και πόσο από σας και σ’ όλα διαφέρουν. Αυτοί είναι νεοτεριστές, ικανοί και γρήγορα να συλλάβουν ένα σχέδιο και γρήγορα να πραγματοποιήσουν αυτά που αποφάσισαν· σεις περιορίζεστε στη διατήρηση των αποχτημένων, χωρίς να επινοείτε τίποτε καινούργιο και χωρίς να φέρνετε σε πέρας ούτε τα απαραίτητα. Εκείνοι πάλι κι αποτολμούν πάνω από τη δύναμή τους και ριψοκιντυνεύουν, αντίθετα απ’ τις υπαγορεύσεις της λογικής, και στις δυσκολίες είναι αισιόδοξοι· δικό σας φυσικό, να επιχειρείτε πράγματα κατώτερα από τη δύναμή σας, να δυσπιστείτε ακόμη και για κείνα που η σκέψη παρουσιάζει ως βέβαια να κατορθωθούν και να νομίζετε, όταν βρεθείτε σε δυσκολίες, ότι ποτέ δε θα γλιτώσετε απ’ αυτές. Ακόμη εκείνοι είναι αποφασιστικοί, μπροστά σε σας αναβλητικούς, και ταξιδευτές, μπροστά σε σας ριζωμένους στον τόπο σας· γιατί εκείνοι νομίζουν πως με την αποδημία μπορεί ν’ αποχτήσουν κάτι, ενώ σεις θαρρείτε πως με το να βγείτε από τη χώρα σας θα βλάψετε κι όσα έχετε. Όταν νικούν, τραβούν μπροστά όσο γίνεται περισσότερο, όταν νικιούνται, υποχωρούν όσο γίνεται λιγότερο. Εκείνοι και τα σώματά τους, σαν να ‘ταν ολότελα ξένα, τα θυσιάζουν για το καλό της πόλης, αλλά και το πνεύμα τους, που το θεωρούν ολότελα δικό τους, το βάζουν στην υπηρεσία της. Κι αν, όσα συλλάβουν με το νου τους, δεν τα πραγματοποιήσουν, νομίζουν ότι έχασαν δικά τους, αν όμως όσα επιδίωκαν ν’ αποχτήσουν, θαρρούνε ότι πέτυχαν λίγα σε σύγκριση με όσα πρόκειται να κάμουν· αν, τέλος, αποπειραθούνε κάτι κι αποτύχουν, με καινούργιες ελπίδες αναπληρώνουν την έλλειψη· γιατί σ’ αυτούς μονάχα συμβαίνει η ελπίδα της απόχτησης εκείνων που επιδιώκουν κι η απόχτηση να είναι ίδια, επειδή επιχειρούν γοργά τα όσα αποφασίσουν. Κι όλα αυτά με κόπους και κιντύνους τα μοχθούν σ’ όλη τους τη ζωή, και πολύ λίγο χαίρονται τα όσα έχουν, γιατί πάντα προσπαθούν ν’ αποχτούν κι άλλα, και δε νομίζουν άλλο τίποτε για γιορτή παρά να κάνουν ό,τι πρέπει, κι ως συφορά περισσότερο θαρρούν την αμέριμνη ησυχία παρά την επίπονη δράση. Ώστε, αν κανείς με δυο λόγια ισχυριζόταν ότι αυτοί είναι γεννημένοι κι οι ίδιοι να μην ησυχάζουν και τους άλλους να μην αφήνουν ήσυχους, θα είχε δίκιο.

Ενώ όμως αντίπαλός σας είναι μια τέτοια πόλη, Λακεδαιμόνιοι, σεις συνεχίζετε να είστε δισταχτικοί και δεν καταλαβαίνετε ότι την ειρήνη την εξασφαλίζουν για περισσότερα χρόνια εκείνοι οι άνθρωποι που μεταχειρίζονται βέβαια τη δύναμή τους για να υπερασπίζουν το δίκαιο, δείχνουν όμως ταυτόχρονα πως είναι αποφασισμένοι να μην επιτρέψουν να τους αδικούν άλλοι· σεις, αντίθετα, πιστεύετε ότι ασκείτε δίκαιη πολιτική πρώτα με το να μη βλάφτετε τους άλλους, κι ύστερα με το να προβάλλετε αντίσταση για να μη βλαφτείτε οι ίδιοι. Με δυσκολία όμως θα πετύχαινε μια τέτοια πολιτική αν γειτονεύατε με πόλη που θα είχε τις ίδιες με σας αντιλήψεις· αλλά για τους καιρούς μας, όπως δείξαμε πρωτύτερα, οι τρόπο σας αυτοί, σε σύγκριση με τους δικούς τους, είναι απαρχαιωμένοι. Αναγκαστικά και στην πολιτική, όπως στις διάφορες τέχνες, το καινούργιο πάντα επικρατεί. Για μια πόλη που ζει ειρηνικά το καλύτερο είναι βέβαια να μην αλλάζουν οι συνήθειες· όταν όμως αυτή είναι αναγκασμένη να καταπιάνεται με πολλά, πρέπει να επινοεί και πολλούς καινούργιους τρόπους δράσης. Γι’ αυτό ακριβώς κι οι τρόποι δράσης των Αθηναίων, εξαιτίας της πλούσιας πείρας τους, έχουν εκσυγχρονιστεί πιο πολύ απ’ τους δικούς σας. Αλλά ας σταματήσει πια στο όριο αυτό η αναβλητικότητά σας. Βοηθήστε τώρα και τους άλλους συμμάχους σας και τους Ποτιδεάτες, όπως το υποσχεθήκατε, εισβάλλοντας αμέσως στην Αττική, και μην εγκαταλείψετε άντρες φίλους και συγγενείς σας στα χέρια των χειρότερων εχθρών σας, ούτε να σπρώξετε εμάς τους άλλους να ζητήσουμε, από απογοήτευση, άλλη συμμαχία. Αν κάναμε κάτι τέτοιο, δε θα διαπράτταμε καμιάν αδικία ούτε στα μάτια των θεών, στους οποίους ορκιστήκαμε, ούτε στα μάτια των ανθρώπων που γνωρίζουν τα πράγματα· γιατί τις σπονδές τις διαλύουν όχι όσοι, μπροστά στην εγκατάλειψη, στρέφονται σ’ άλλους συμμάχους, αλλά όσοι δε βοηθούν εκείνους που ορκίστηκαν να βοηθούν. Αν όμως σεις θελήστε να δείξετε προθυμία, θα μείνουμε μαζί σας· γιατί τότε, αν αλλάζαμε συμμάχους, ούτε πράξη σύμφωνη με το θεϊκό δίκαιο θα κάναμε ούτε θα μπορούσαμε να βορύμε άλλους με τους οποίους να μας συνδέουν τόσο στενοί δεσμοί. Έχοντας υπόψη σας αυτά, πάρτε τις σωστές αποφάσεις και προσπαθήστε να μη γίνει η Πελοπόννησος, κάτω από την ηγεσία σας, πιο αδύναμη από ό,τι σας την παράδωσαν οι πατέρες σας.

Θουκυδίδης, Ιστοριών 1.94-97:

Στο μεταξύ ο Παυσανίας του Κλεομβρότου στάλθηκε από τη Σπάρτη, με είκοσι πελοποννησιακά καράβια, ως αρχηγός των ελληνικών δυνάμεων. Μαζί του αρμένιζαν και τριάντα αθηναϊκά καράβια κι αρκετοί από τους υπόλοιπος συμμάχους. Εκστρατεύσανε πρώτα εναντίον της Κύπρου κι υποτάξανε το μεγαλύτερο μέρος του νησιού. Νέα εκστρατεία έκαμαν κατόπιν εναντίον του Βυζαντίου -που το κατείχαν οι Πέρσες- και το κυρίεψαν, κάτω, πάντα, απ’ τις διαταγές του Παυσανία.

Eπειδή όμως ο Παυσανίας είχε γίνει κιόλας πιεστικός, κι οι άλλοι Έλληνες δυσφορούσαν και, πιο πολύ, οι Ίωνες κι όλοι εκείνοι που πρόσφατα είχαν ελευθερωθεί απ’ τη σκλαβιά του βασιλιά. Τούτοι, οι δυσαρεστημένοι, πήγαιναν συχνά στους Αθηναίους κι απαιτούσαν να γίνουν αυτοί ηγέτες τους, μια και φυλετικά συγγένευαν, και να μην επιτρέπουν στον Παυσανία να ενεργεί πιεστικά, αν καμιά φορά το επιχειρεί. Οι Αθηναίοι δέχτηκαν τις προτάσεις αυτές κι είχαν το νου τους να μην μένουν αδιάφοροι σε τέτοιες πιέσεις και, γενικά, φρόντιζαν να κανονίζουν τα πράγματα με τον καλύτερο, για το συμφέρον τους, τρόπο. Στο μεταξύ οι Λακεδαιμόνιοι ανακάλεσαν τον Παυσανία για να τον ανακρίνουν για τα όσα έφταναν στα αφτιά τους. Γιατί πολλά του καταμαρτυρούσαν οι Έλληνες που έρχονταν στη Σπάρτη. Η αρχηγία του έμοιαζε περισσόερο με τυραννίδα παρά με στρατηγία. Η ανάκλησή του έτυχε να γίνει τη στιγμή ακριβώς που οι άλλοι σύμμαχοι, εκτός από τους Πελοποννησίους, από μίσος προς εκείνον, πήγαν με το μέρος των Αθηναίων. Όταν έφτασε στη Σπάρτη, τιμωρήθηκε για αδικήματά του σε ιδιώτες, για τις σοβαρότερες όμως κατηγορίες αθωώθηκε. Τον κατηγορούσαν για προδοτικές σχέσεις με τους Πέρσες, πράγμα το οποίο θεωρούνταν αναμφισβήτητο. Εκείνον δεν το ξανάστειλαν πια αρχηγό, αλλά, σ’ αντικατάστασή του, έστειλαν το Δόρκη και μερικούς άλλους με μικρή δύναμη, στους οποίους όμως οι σύμμαχοι δεν ήθελαν να εμπιστευτούν την αρχηγία. Τούτοι το κατάλαβαν και γύρισαν πίσω· κι οι Λακεδαιμόνιοι δεν έστειλαν πια άλλους στρατηγούς, από φόβο μήπως όσοι θα ‘βγαιναν από τη Σπάρτη δείχονταν χειρότεροι, όπως ακριβώς είδαν να συμβαίνει με τον Παυσανία. Ήθελαν ακόμη ν’ απαλλαγούν κι από το βάρος του πολέμου εναντίον των Περσών, γιατί πίστευαν πως οι Αθηναίοι -φίλοι τους την εποχή εκείνη- ήταν ικανοί ν’ αναλάβουν την αρχηγία.

Αφού μ’ αυτόν το τρόπο ανάλαβαν οι Αθηναίοι την αρχηγία, με τη συγκατάθεση δηλαδή των συμμάχων εξαιτίας του μίσους τους προς τον Παυσανία, όρισαν ποιες από τις συμμαχικές πόλεις θα ‘πρεπε να δίνουν χρήματα για τον πόλεμο εναντίον των βαρβάρων και ποιες καράβια. Ο διακηρυγμένος σκοπός του πολέμου ήταν η ερήμωση της χώρας του βασιλιά σε αντίποινα για τα όσα έπαθαν από κείνον. Τότε, για πρώτη φορά, οι Αθηναίοι εγκαθιδρύσανε την αρχή των Ελληνοταμιών, οι οποίοι εισπράττανε το φόρο· έτσι ονομάστηκε η εισφορά σε χρήματα. Ο φόρος, όπως ορίστηκε αρχικά, έφτανε τα τετρακόσια εξήντα τάλαντα το χρόνο, το ταμείο ήταν στη Δήλο κι οι συνελεύσεις της συμμαχίες γίνονταν στο εκεί ιερό.

Ενώ, στην αρχή, οι σύμμαχοι, κάτω από την ηγεμονία των Αθηναίων, ήταν αυτόνομοι κι οι αποφάσεις παίρνονταν σε κοινές συνελεύσεις, συνέβηκαν, στο διάστημα ανάμεσα στους περσικούς πολέμους και στον τωρινό, όσα θα εκθέσω πιο κάτω, εξαιτίας πολεμικών η πολιτικών ενεργειών της Αθήνας είτε εναντίον των Περσών, είτε εναντίον των συμμάχων της που αποστατούσαν, είτε εναντίον των Πελοποννησίων, οι οποίοι, κάθε φορά, είχαν κάποιαν ανάμειξη στις αποστασίες αυτές. Τα γεγονότα αυτά τα αναφέρω -βγαίνοντας έξω από το κύριο θέμα μου- επειδή όλοι όσοι έγραψαν πριν από μένα παραλείψανε την περίοδο αυτή κι εξιστόρησαν ή τα πριν από τα Μηδικά ή τα Μηδικά. Aκόμη κι εκείνος που τα έθιζε κάπως αυτά στην Αττική Ιστορία του, ο Ελλάνικος, τα πραγματεύτηκε σύντομα και με ανακρίβειες στις χρονολογίες. Η παρεκβατική, άλλωστε εξιστόρηση των γεγονότων της περιόδου αυτής, θ’ αποτελεί ταυτόχρονα και την εξήγηση για το πώς οι Αθηναίοι ίδρυσαν την ηγεμονία τους.

Θουκυδίδης, Ιστοριών 1.99:

Πολλές υπήρξαν οι αιτίες για τις αποστασίες των συμμάχων· οι κυριότερες όμως ήταν η καθυστέρηση στην πληρωμή του φόρου ή στην παράδοση των ορισμένων καραβιών και, μερικές φορές, η άρνηση εκπλήρωσης στρατιωτικής υπηρεσίας. Γιατί οι Αθηναίοι εφάρμοζαν με ακρίβεια τις συμφωνίες και γίνονταν ενοχλητικοί, με τις πιέσεις που ασκούσαν, σε πόλεις οι οποίες δεν ήταν συνηθισμένες ούτε πρόθυμες να υποβάλλονται σε θυσίες. Αλλά και για πολλούς άλλους λόγους δεν ήταν πια αρεστοί οι Αθηναίοι ως ηγέτες της συμμαχίας. Στις εκστρατείες δε συμπεριφέρονταν στους συμμάχους σαν ίσοι προς ίσους, ενώ, εξάλλου, τους ήταν εύκολο να υποτάσσουν όσους αποστατούσαν. Την ευθύνη για την τέτοια εξέλιξη την είχαν οι ίδιοι οι σύμμαχοι. Γιατί, εξαιτίας της απροθυμίας τους να παίρνουν μέρος στις εκστρατείες, οι περισσότεροι τους, για να μη φεύγουν από τα σπίτια τους, δέχτηκαν, αντί να προσφέρουν καράβια και πληρώματα, να δίνουν τα ανάλογα χρήματα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα το ναυτικό της Αθήνας να γίνεται πιο δυνατό με τα χρήματα που πλήρωναν οι σύμμαχοι, ενώ οι ίδιοι, όταν αποστατούσαν, αγωνίζονταν απροετοίμαστοι και χωρίς καμιά πείρα.

Θουκυδίδης, Ιστοριών 2.37:

Kι έχει τούτο το πολίτευμα το όνομα δημοκρατία, γιατί δε διοικούν οι λίγοι, αλλά οι περισσότεροι· κι είναι όλοι οι πολίτες μπροστά στους νόμους ίσοι για τις ιδιωτικές τους διαφορές· για την προσωπική όμως ανάδειξη και τις τιμές, καταπώς ξεχωρίζει καθένας σε κάτι προτιμιέται στα δημόσια αξιώματα, πιο πολύ γιατί είναι ικανός παρά γιατί τον ανάδειξε ο κλήρος· ούτε πάλι κάποιος, επειδή είναι φτωχός, κι ενώ μπορεί να κάμει κάτι καλό στην πολιτεία, εμποδίζεται απ’ αυτήν την ασήμαντη κοινωνική του θέση.

Θουκυδίδης, Ιστοριών 8.72:

Άλλωστε έλεγαν, εξαιτίας των διαφόρων εκστρατειών και των άλλων απασχολήσεων που κρατούσαν τους Αθηναίους μακριά από την πόλη, ποτέ ως τότε, σε σύναξη του λαού, δε συγκεντρώθηκαν πέντε χιλιάδες πολίτες, όσο σοβαρά ζητήματα κι αν επρόκειτο να συζητηθούν σ’ αυτή.