Πέμπτη 9 Μαρτίου 2023

Αρχές Σύνταξης της Αρχαιοελληνικής Γλώσσας: 1. Η ΑΠΛΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΟΡΟΙ ΤΗΣ

ΤΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΡΗΜΑΤΟΣ


§1.1. Ως υποκείμενο των προσωπικών ρημάτων χρησιμοποιούνται τα ουσιαστικά (ή κάποιος όρος ισοδύναμος με ουσιαστικό) σε πτώση πάντοτε ονομαστική.

ΘΟΥΚ 1.1.1 Θουκυδίδης … ξυνέγραψε || ο Θουκυδίδης συνέγραψε.

ΘΟΥΚ 1.28.1 ἐπύθοντο οἱ Κερκυραῖοι || πληροφορήθηκαν οι Κερκυραίοι.

ΞΕΝ ΚΑναβ 1.5.6 ὁ σῖτος ἐπέλιπε || τέλειωσαν τα τρόφιμα.

ΔΗΜ 18.6 οἱ νόμοι κελεύουσι || οι νόμοι προστάζουν.

ΠΛ Φαιδ 59d ἕως ἀνοιχθείη τὸ δεσμωτήριον || ώσπου να ανοίξει το δεσμωτήριο.

§1.2. Τη λειτουργία του υποκειμένου μπορούν να αναλάβουν και οι παρακάτω όροι, οι οποίοι ισοδυναμούν με ουσιαστικό:

• Αντωνυμίες και αριθμητικά:

ΔΗΜ 54.17 θαυμάζω γὰρ ἔγωγε || εγώ τουλάχιστον εκπλήσσομαι.

ΔΗΜ 20.73 ἐπειδὴ δ' οὐχ ἧκον οὗτοι || κι όταν αυτοί δεν επέστρεψαν.

ΔΗΜ 45.64 ἐπειδὴ δ' ἀπώλετ' ἐκεῖνος || κι όταν εκείνος καταστράφηκε.

• Ουσιαστικοποιημένα επίθετα ή μετοχές:

ΙΣΟΚΡ 10.49 οἱ δὲ βάρβαροι τοσοῦτον ἐφρόνησαν || οι βάρβαροι απέκτησαν τόση αυτοπεποίθηση.

ΛΥΣ 19.2 πάντες ἴσασιν || όλοι γνωρίζουν.

ΘΟΥΚ 2.34.4 ξυνεκφέρει δὲ ὁ βουλόμενος καὶ ἀστῶν καὶ ξένων || συμμετέχει στην τελετή της εκφοράς (των νεκρών) όποιος θέλει και από τους πολίτες και από τους ξένους.

• Αναφορικές προτάσεις:

ΛΥΣ 12.35 ὅσοι δὲ ξένοι ἐπιδημοῦσιν, εἴσονται πότερον ἀδίκως τοὺς τριάκοντα ἐκκηρύττουσιν ἐκ τῶν πόλεων ἢ δικαίως || κι όσοι ξένοι βρίσκονται στην πόλη μας θα μάθουν αν δίκαια ή άδικα απελαύνουν τους Τριάκοντα από τις πόλεις τους.

ΛΥΣ 31.23 ὅστις γὰρ περὶ τοὺς ἑαυτοῦ ἀναγκαίους τοιαῦτα ἁμαρτάνει ἁμαρτήματα, τί ἂν περί γε τοὺς ἀλλοτρίους ποιήσειεν; || όποιος διαπράττει τέτοια αδικήματα σε βάρος των δικών του συγγενών, τι θα ήταν άραγε ικανός να πράξει αναφορικά με τους ξένους;

• Εμπρόθετο, επίρρημα ή γενική με άρθρο:

ΘΟΥΚ 8.75.3 ξυνώμνυσαν δὲ καὶ Σαμίων πάντες τὸν αὐτὸν ὅρκον οἱ ἐν τῇ ἡλικίᾳ || ορκίστηκαν συγχρόνως κάνοντας τον ίδιο όρκο και όλοι οι Σάμιοι που βρίσκονταν σε ηλικία στράτευσης.

ΘΟΥΚ 2.11.4 ἄδηλα γὰρ τὰ τῶν πολέμων || γιατί η έκβαση των πολεμικών επιχειρήσεων είναι άγνωστη.

• Έναρθρο απαρέμφατο:

ΠΛ Φαιδ 71c τῷ ζῆν ἐστί τι ἐναντίον, ὥσπερ τῷ ἐγρηγορέναι τὸ καθεύδειν || υπάρχει κάτι το αντίθετο προς τη ζωή, όπως ο ύπνος είναι αντίθετος προς την εγρήγορση.

• Όταν το υποκείμενο δηλώνει ποσό κατά προσέγγιση, τότε εκφέρεται εμπρόθετα με τις προθέσεις εἰς, ἀμφί, περί, κατά, ὑπέρ και αιτιατική:

ΞΕΝ Ελλ 6.5.10 ἔφυγον εἰς Λακεδαίμονα περὶ ὀκτακοσίους || κατέφυγαν στη Σπάρτη περίπου οχτακόσιοι.

ΘΟΥΚ 1.8.1 ὑπὲρ ἥμισυ (τῶν τεθνεώτων) Κᾶρες ἐφάνησαν || πάνω από τους μισούς νεκρούς αποδείχτηκαν Κάρες.

ΛΥΣ 13.8 εἰ κατασκαφείη τῶν τειχῶν τῶν μακρῶν ἐπὶ δέκα στάδια ἑκατέρου || αν γκρεμιστεί σε έκταση δέκα σταδίων καθένα από τα μακρά τείχη.

§1.3. Παράλειψη του υποκειμένου. Το υποκείμενο του ρήματος παραλείπεται κανονικά όταν είναι αντωνυμία του πρώτου ή δευτέρου προσώπου, όπως συμβαίνει και στα νέα ελληνικά, γιατί υποδηλώνεται από την κατάληξη του ρήματος. Διατηρείται μόνο στις περιπτώσεις που εκφράζεται έμφαση ή αντιδιαστολή.

ΔΗΜ 15.6 παρελθὼν πρῶτος ἐγὼ παρῄνεσα || αφού ανέβηκα στο βήμα πρώτος εγώ σας συμβούλευσα (έμφαση).

ΔΗΜ 48.3 οὐκ ἐγὼ αἴτιός εἰμι τοῦ εἰς τὸ δικαστήριον εἰσιέναι, ἀλλ' οὗτος αὐτός || δεν είμαι εγώ αίτιος της παραπομπής του στο δικαστήριο, αλλά αυτός ο ίδιος (αντιδιαστολή).

§1.4. Το υποκείμενο του ρήματος σε τρίτο πρόσωπο παραλείπεται συνήθως όταν (α) μπορεί να εννοηθεί εύκολα από τα συμφραζόμενα, (β) είναι αόριστο, οπότε εννοείται ως υποκείμενο η αόριστη αντωνυμία τις ή ο κάποιος άλλος αόριστος όρος π.χ. οἱ ἄνθρωποι, τὰ πράγματα κ.ά. και (γ) η ενέργεια που εκφράζει το ρήμα αρμόζει σε ένα συγκεκριμένο υποκείμενο, όπως με τα ρήματα ἐσάλπιγξε (ὁ σαλπιγκτής), ἐκήρυξε (ὁ κῆρυξ), ἀναγνώσεται (ὁ γραμματεύς) κ.ά., καθώς και με ρήματα δηλωτικά φυσικών φαινομένων, όπως ὕει βρέχει, νίφει χιονίζει, ἀστράπτει, ἔσεισε έγινε σεισμός κλπ.,για τα οποία ως υποκείμενο εννοείται ὁ θεός ή Ζεύς.

ΞΕΝ Αγ 1.13 μέγα φρονήσας ὁ Τισσαφέρνης ἐπὶ τῷ καταβάντι στρατεύματι προεῖπεν Ἀγησιλάῳ πόλεμον, εἰ μὴ ἀπίοι ἐκ τῆς Ἀσίας (ενν. ὁ Ἀγησίλαος) || ο Τισσαφέρνης, επειδή αλαζονεύτηκε από την άφιξη του νέου στρατεύματος, απείλησε τον Αγησίλαο ότι θα του επιτεθεί, αν δεν αποχωρήσει από την Ασία.

ΙΣΑΙΟΣ 2.13 ὁ νόμος, ὅς κελεύει τὰ ἑαυτοῦ ἐξεῖναι διαθέσθαι ὅπως ἄν ἐθέλῃ (ενν. τις) || ο νόμος, ο οποίος ορίζει ότι μπορεί κανείς να διαθέσει την περιουσία του όπως θέλει.

ΞΕΝ ΚΠαιδ 7.3.16 καὶ τὸ μνῆμα ὑπερμέγεθες ἐχώσθη, ὥς φασιν (ενν. οἱ ἄνθρωποι) || και το μνήμα με συσσώρευση χώματος κατασκευάστηκε τεράστιο, όπως λένε.

ΑΙΣΧΙΝ 3.15 τοὺς νόμους ἀναγνώσεται (ενν.ὁ γραμματεύς) || ο γραμματέας θα διαβάσει τους νόμους.

§1.5. Συμφωνία του υποκειμένου με το ρήμα. Το ρήμα της πρότασης κανονικά συμφωνεί με το υποκείμενό του ως προς το πρόσωπο και τον αριθμό, όπως και στα νέα ελληνικά: σὺ λέγεις, ἡμεῖς λέγομεν, οὗτοι λέγουσι. Όταν όμως το υποκείμενο είναι ουδέτερο πληθυντικού αριθμού, τότε στην αττική διάλεκτο το ρήμα βρίσκεται κανονικά σε ενικό αριθμό (αττική σύνταξη).

ΞΕΝ Ελλ 2.3.11 τὰ μακρὰ τείχη καὶ τὰ περὶ τὸν Πειραιᾶ καθῃρέθη γκρεμίστηκαν τα μακρά τείχη και τα τείχη του Πειραιά.

ΞΕΝ Ελλ 5.1.32 ὥσπερ τὰ βασιλέως γράμματα ἔλεγεν όπως όριζαν οι επιστολές του Βασιλιά.

ΛΥΣ 13.20 τὰ ψηφίσματα <τὰ> ἐξ ἐκείνης τῆς βουλῆς […] ἐπὶ καταλύσει τοῦ δήμου τοῦ ὑμετέρου ἅπαντα ἐγένετο όλα ανεξαιρέτως τα ψηφίσματα εκείνης της βουλής έγιναν με σκοπό την κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Ακόμη και στην αττική διάλεκτο όμως, δεν λείπουν περιπτώσεις που η αττική σύνταξη παραβιάζεται,

ΞΕΝ ΚΑναβ 1.7.17 φανερὰ ἦσαν καὶ ἵππων καὶ ἀνθρώπων ἴχνη πολλά (αντί ἦν) || ήταν ορατά πολλά ίχνη και αλόγων και ανθρώπων.

§1.6. Όταν το υποκείμενο είναι περιληπτικό ουσιαστικό (ουσιαστικό το οποίο γραμματικά είναι ενικού αριθμού, ως προς τη σημασία του όμως δηλώνει πλήθος προσώπων, π.χ. οι λέξεις τὸ πλῆθος, ἡ πόλις, τὸ στράτευμα, ὁ ὅμιλος, κλπ.), το ρήμα είναι δυνατόν να βρίσκεται σε πληθυντικό αριθμό, συμφωνώντας με τον σημασιολογικό και όχι τον γραμματικό αριθμό του υποκειμένου (σύνταξη κατά το νοούμενο).

ΘΟΥΚ 1.20.1 Ἀθηναίων γοῦν τὸ πλῆθος Ἵππαρχον οἴονται ὑφ' Ἁρμοδίου καὶ Ἀριστογείτονος τύραννον ὄντα ἀποθανεῖν || οι περισσότεροι λοιπόν από τους Αθηναίους πιστεύουν πως ο Ίππαρχος σκοτώθηκε από τον Αρμόδιο και τον Αριστογείτονα, ενώ ήταν τύραννος.

ΘΟΥΚ 1.125.1 τὸ πλῆθος ἐψηφίσαντο πολεμεῖν || η πλειοψηφία υπερψήφισε την πρόταση για πόλεμο.

ΘΟΥΚ 6.32.2 ξυνεπηύχοντο δὲ καὶ ὁ ἄλλος ὅμιλος ὁ ἐκ τῆς γῆς || μαζί με τους προηγούμενους (δηλ. εκείνους που βρίσκονταν πάνω στα πλοία) πρόσθετε τις προσευχές του και το άλλο πλήθος που βρισκόταν στην ακτή.

§1.7. Στην περίπτωση που το ρήμα έχει περισσότερα από ένα υποκείμενα, κανονικά βρίσκεται σε πληθυντικό αριθμό. Αν, επιπλέον, τα υποκείμενά του διαφέρουν ως προς το πρόσωπο, το ρήμα συμφωνεί με το επικρατέστερο πρόσωπο (επικρατέστερο είναι το πρώτο σε σχέση με το δεύτερο και το τρίτο, και το δεύτερο σε σχέση με το τρίτο).

ΠΛ Γοργ 523a διενείμαντο τὴν ἀρχὴν ὁ Ζεὺς καὶ ὁ Ποσειδῶν καὶ ὁ Πλούτων || μοίρασαν την εξουσία μεταξύ τους ο Δίας, ο Ποσειδώνας και ο Πλούτωνας.

ΞΕΝ ΚΠαιδ 8.7.1 καὶ ὁ μὲν πατὴρ καὶ ἡ μήτηρ πάλαι δὴ […] ἐτετελευτήκεσαν αὐτῷ || ο πατέρας και η μητέρα του από καιρό πια του είχαν πεθάνει.

ΠΛ Πρωτ 361a ἐγώ τε καὶ σὺ μακρὸν λόγον ἑκάτερος ἀπετείναμεν || και εγώ και εσύ, ο καθένας από τη σκοπιά του, μιλήσαμε για πολλή ώρα.

ΛΥΣ 18.21 Διόμνηστος καὶ ἐγὼ καὶ ὁ ἀδελφὸς ἐκ μιᾶς οἰκίας τρεῖς ὄντες τριηραρχοῦμεν || ο Διόμνηστος και εγώ και αδελφός μου, τρεις από μια οικογένεια, είμαστε τριήραρχοι.

§1.8. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις που το ρήμα, παρότι έχει περισσότερα από ένα υποκείμενα, βρίσκεται σε ενικό αριθμό και συμφωνεί ως προς το πρόσωπο με το πλησιέστερο ή το επικρατέστερο υποκείμενο.

ΞΕΝ ΚΠαιδ 7.3.11 παρῆν δὲ ὁ Γωβρύας καὶ ὁ Γαδάτας (αντί παρῆσαν) || ήταν παρόντες ο Γωβρύας και ο Γαδάτας.

ΔΗΜ 18.172 ἐκεῖνος ὁ καιρὸς καὶ ἡ ἡμέρα 'κείνη οὐ μόνον εὔνουν καὶ πλούσιον ἄνδρ' ἐκάλει, ἀλλὰ καὶ παρηκολουθηκότα τοῖς πράγμασιν ἐξ ἀρχῆς (αντί ἐκάλουν) η περίσταση και η ημέρα εκείνη απαιτούσαν έναν άνδρα όχι μόνο με καλές διαθέσεις για την πόλη και πλούσιο, αλλά και κάποιον που είχε παρακολουθήσει εξ αρχής την εξέλιξη των πραγμάτων.

ΛΥΣ 19.1 ἐὰν ἐγὼ μὲν μὴ νῦν εὖ εἴπω, οὐ μόνον ἐγὼ ἀλλὰ καὶ ὁ πατὴρ δόξει ἄδικος εἶναι (αντί δόξομεν ἄδικοι εἶναι) || αν εγώ τώρα δεν υπερασπιστώ σωστά την υπόθεση, όχι μόνο εγώ, αλλά και ο πατέρας μου θα φανεί άδικος.

ΠΛ Νομ 699d ἐπισκόπει μὴν καὶ σὺ καὶ Κλεινίας (αντί ἐπισκοπεῖτε) || εξετάστε λοιπόν κι εσύ και ο Κλεινίας.

Είναι ευτυχισμένα τα σημερινά παιδιά;

Τα παιδιά μας περιτριγυρίζονται από ομιλίες, όμως δεν περνούν πάντα αρκετό χρόνο σε ουσιαστική επικοινωνία. Δεν έχουν πάντα την κατάλληλη υποστήριξη ώστε να εκφράσουν βαθύτερες σκέψεις και συναισθήματα ή να ακούσουν τις δικές μας σκέψεις.

Παρά τις διαδικτυακές επαφές τους, είναι ολοένα και πιο απομονωμένα, ευαίσθητα, τελειομανή και συχνά αγχωμένα, φοβισμένα ή στεναχωρημένα. Στην πραγματικότητα, το άγχος και οι ανησυχίες σχετικά με την επίδοση έχουν εξαπλωθεί σαν επιδημία, όπως έχω δει μέσα από το επάγγελμα και την έρευνά μου καθώς και μέσα από τις συζητήσεις μου με άλλους γονείς.

Σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας, σχεδόν το ένα τρίτο των εφήβων θα βιώσει μια αγχώδη διαταραχή. Ως φοιτητές κολεγίου, πολλοί παρουσιάζουν υψηλά επίπεδα τελειομανίας με τρόπους που μοιάζουν τοξικοί και βλάπτουν την ψυχική τους υγεία.

Αντιμέτωπα με συζητήσεις που εξυψώνουν τις επιτυχίες πάνω από οτιδήποτε άλλο, πολλά παιδιά καταλήγουν να ασκούν υπερβολική κριτική στον εαυτό τους. Όταν ακούν συχνά για το πόσο επιτυχημένα είναι άλλα άτομα –αλλά όχι για το πώς κατάφεραν να επιτύχουν– τείνουν να νιώθουν έρμαια των περιστάσεων.

Όταν αντιμετωπίζουν τη διαδικασία της μάθησης ως ένα παιχνίδι του τύπου «ποιος θα βρει τη σωστή απάντηση πιο γρήγορα» απομειώνεται η δημιουργικότητα, η ενσυναίσθηση και η ανοιχτή σκέψη που θα μπορούσαν να έχουν.

Μπορεί να δείχνουν ότι αναπτύσσονται καλά όταν οι συνθήκες είναι καλές, όμως κολλάνε όταν εμφανίζονται δυσκολίες. Άλλα παιδιά, τα οποία έχουν εσωτερικεύσει την ιδέα ότι «τα μεγάλα λόγια δείχνουν ότι είσαι εξυπνότερος», διαθέτουν πλούσιο λεξιλόγιο αλλά περιορισμένες δεξιότητες στην έκφραση ή την κατανόηση των συναισθημάτων, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να συνδεθούν με την οικογένεια και τους φίλους τους.

Ο φόβος της απογοήτευσης

Άλλα, πάλι, φοβούνται ότι θα απογοητεύσουν τους γονείς τους και νιώθουν ότι κανένας δεν τα καταλαβαίνει, ακόμα και όταν οι γονείς τους λένε πως θέλουν πολύ να έρθουν πιο κοντά τους.

Πάρα πολλοί γονείς με τους οποίους έχω μιλήσει θέλουν να έρθουν πιο κοντά με τα παιδιά τους – αλλά αυτό φαντάζει αρκετά δύσκολο με όλη την πίεση που βιώνουν για να βοηθήσουν τα παιδιά με τα μαθήματά τους ή με τις ενοχές ότι δεν περνούν αρκετό «ποιοτικό χρόνο» μαζί τους.

Όταν τα παιδιά μάς ακούν κυρίως να γκρινιάζουμε ή να πιέζουμε, να δίνουμε εντολές ή να κάνουμε το αφεντικό, τείνουν να μην επιδιώκουν τόσο πολύ την επαφή μαζί μας. Έτσι χάνουμε την ευκαιρία να αναλύσουμε βαθύτερα τις ερωτήσεις –να ανακαλύψουμε ποια πράγματα ενδιαφέρουν εμάς και τα παιδιά μας– και να χαρούμε τον χρόνο τον οποίο αφιερώνουμε στη συζήτηση.

Κατά πόσο μιλάμε ουσιαστικά με τα παιδιά μας;

Εάν δεν προσέχετε, μπορεί να μην αντιληφθείτε την έλλειψη βαθύτερων συζητήσεων. Μπορεί ωστόσο να έρθετε αντιμέτωποι με τις συνέπειες.

Οι φοιτητές, όπως έδειξε μια εκτεταμένη έρευνα σε περισσότερους από 14.000 συμμετέχοντες για διάστημα μεγαλύτερο των 30 ετών, επιδεικνύουν λιγότερη ενσυναίσθηση και λιγότερη σύνδεση με την κοινότητα από ό,τι οι προηγούμενες γενιές, με τη μεγαλύτερη πτώση να παρατηρείται μετά το 2000.

Πολλά παιδιά, ακόμα και νεαρά σε ηλικία, φοβούνται το πνευματικό ρίσκο που οδηγεί στη δημιουργική σκέψη.

Στο πέρασμα των ετών, έχω γνωρίσει παιδιά που δυσκολεύονται με τον καταιγισμό ιδεών (brainstorming) ή τη συνεργασία επειδή επικεντρώνονται υπερβολικά στο να φανούν καλύτεροι απ’ όλους.

Έχω δει παιδιά που δυσκολεύονται να κατανοήσουν τα συναισθήματα των φίλων τους και δεν ρισκάρουν γιατί φοβούνται πάρα πολύ μήπως κάνουν λάθη.

Έχω ακούσει παιδιά να απαντούν «Δεν μπορώ. Δεν θέλω να κάνω λάθος» όταν τους ζήτησα να μαντέψουν ή να υπολογίσουν κάτι. Πολλά από αυτά τα παιδιά δυσκολεύονται επίσης να διδαχθούν από άλλους.

Όταν αντιλαμβάνονται τη μάθηση ως έναν αγώνα για την εξεύρεση απαντήσεων, οι συζητήσεις τους μετατρέπονται σε ερωτήσεις για το ποιος είναι καλύτερος. Τείνουν να εστιάζουν στο πόσο καλά αποδίδουν σε σύγκριση με αυτούς που βρίσκονται κοντά τους.

Εάν δεν επιτύχουν με την πρώτη, συχνά διστάζουν να επιμείνουν, να σκεφτούν τι συνέβη ή να δοκιμάσουν ξανά.

Εν μέρει, για αυτό φταίει ο κόσμος μέσα στον οποίο μεγαλώνουν.

Ζούμε σε μια κοινωνία που προτιμά τη φλυαρία έναντι της ουσίας, τις γρήγορες ενημερώσεις έναντι της λεπτομερούς ανάλυσης, σε μια κοινωνία που επικεντρώνεται σε όσα επιτεύγματα ορίζονται με έναν κοντόφθαλμο τρόπο.

Όμως αυτό μας αφήνει σε μια γλωσσική έρημο όπου διαθέτουμε περισσότερες λέξεις από ποτέ αλλά λιγότερα πράγματα που να μας φέρνουν πιο κοντά, να μας ευχαριστούν και να μας ικανοποιούν.

Στις έρευνές μου γύρω από τη συζήτηση, έχω ακούσει ένα μήνυμα δυνατά και καθαρά: εμείς και τα παιδιά μας χρειαζόμαστε απεγνωσμένα μια επανεκκίνηση από την ανιαρή ρουτίνα της παιδικής ηλικίας. Τα παιδιά δεν χρειάζονται ενθάρρυνση για να κάνουν περισσότερα πράγματα πιο γρήγορα.

Αντιθέτως, πρέπει όλοι να ρίξουμε τους ρυθμούς μας και να προσέξουμε πώς μιλάμε. Πρέπει να εστιάσουμε συνειδητά σε αυτό που έχει πραγματικά σημασία για την ανάπτυξη και την ευημερία των παιδιών μας.

Οι στόχοι που θέτουν τα παιδιά επηρεάζονται από αυτά που ακούν. Οι απαντήσεις που ενθαρρύνουν οι δάσκαλοί τους και τα έμμεσα μηνύματα που στέλνουν διαδραματίζουν έναν σημαντικό ρόλο – το ίδιο συμβαίνει και με τα σχόλια των γονιών τους και των φίλων τους. Και αυτές οι κουβέντες μέσα στην τάξη ήταν σημαντικές, όπως ανακάλυψα σύντομα.

Τα παιδιά που ένιωθαν ότι στα μαθήματά τους εστίαζαν περισσότερο σε στόχους μάθησης έπαιρναν καλύτερους βαθμούς, τα πήγαιναν καλύτερα στα σταθμισμένα τεστ και νοιάζονταν περισσότερο

Ο τρόπος με τον οποίο μιλάμε στα παιδιά, έχει σημασία ιδιαίτερα σε περιόδους αυξημένου άγχους.

Μέσα από τον διάλογο που ξεκινά από τις αντιλήψεις ενός παιδιού, μπορούμε να το βοηθήσουμε να κατανοήσει καλύτερα τον εαυτό του. Μπορεί να αρχίσει να καταλαβαίνει, για παράδειγμα, γιατί πιθανώς να έχει αρνητικές σκέψεις. Μπορεί να μάθει να βάζει σε νέο πλαίσιο τις σκέψεις που το εμποδίζουν να δοκιμάσει νέα πράγματα. Μπορεί να μάθει να κατανοεί τι έχει καταφέρει σχετικά με τις επιτυχίες του και τις δοκιμασίες που έχει αντιμετωπίσει καθώς και τι θα ήθελε να καταφέρει στο μέλλον.

Όλα αυτά, σταδιακά, μπορούν να αλλάξουν τον τρόπο που μαθαίνει, τις σχέσεις του με τους άλλους, ακόμα και την πορεία που θα ακολουθήσει στη ζωή του. Και όλες αυτές οι αλλαγές ξεκινούν από τις πιο μικρές στιγμές…

Ο Γονιός στην Παιδική του Υπόσταση

Ο γονιός... Είναι άραγε ξεκάθαρος ο ρόλος ενός γονιού; ...έχει διαπραγματευτεί μέσα του και έχει λύσει οριστικά τα παιδικά του αιτήματα πριν βρεθεί απέναντι στα αιτήματα του δικού του παιδιού, που είναι και τα μόνα που δικαιούνται να προεξάρχουν;

Γιατί αν δεν έχει λυθεί το παραπάνω ζήτημα, τότε πολλά μπερδέματα θα προκύψουν στην πορεία της νέας αυτής σχέσης. Και αναφέροντας τον ορισμό «αιτήματα», δεν αναφέρομαι σε στοιχεία βασικής φροντίδας, μα κυρίως σε ενδοψυχικές αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στον ώριμο ενήλικα γονιό και στο αδιαμόρφωτο ακόμη παιδί του.

Θα μπορούσα για παράδειγμα να αναφέρω, την εσωτερική ανάγκη για αγάπη και αποδοχή που κουβαλά ένας ενήλικας, ο οποίος όμως ξαφνικά βρίσκεται απέναντι σε έναν νέο οργανισμό με τα ίδια ακριβώς αιτήματα. Και έτσι η ανάγκη για αγάπη και αποδοχή, υπάρχει ταυτόχρονα προς δυο κατευθύνσεις και που να πρωτοκοιτάξει κανείς;...

Ο ενήλικας γονιός ασυνείδητα ή και λιγότερο ασυνείδητα, απαιτεί ή πιέζει το παιδί του να του δείξει αγάπη, λόγω θεμάτων της παιδικής του ηλικίας και την ίδια στιγμή το παιδί, απορημένο στέκεται απέναντι μην ξέροντας πώς να ανταποκριθεί σε ένα αίτημα που υπάρχει εκ φύσεως και μέσα στο ίδιο.

Ακόμη κι αν είναι η δική του σειρά να ζητήσει τα παραπάνω, ο υποτιθέμενος ολοκληρωμένος ενήλικας, του ζητά τα ίδια ακριβώς πράγματα. Και γίνεται ο γονιός παιδί και το παιδί γονιός. Οι ρόλοι ήδη έχουν μπερδευτεί εις το διηνεκές, και ένα ενοχικό παιδί με πολλές εσωτερικές συγκρούσεις, είναι πιθανόν ήδη να αναπτύσσεται, επειδή ο γονιός του δεν είναι ώριμος αρκετά και παραμένει καθηλωμένος στη σχέση του με τους δικούς του γονείς.

Ο γονιός αδυνατεί να παραμείνει ψύχραιμος, τις στιγμές όπου αισθάνεται αμφιβολία για το αν το παιδί του τον αποδέχεται ή όχι. Ζητά επιτακτικά την αγάπη άνευ όρων, την ίδια στιγμή που αδυνατεί να παράσχει αυτή την άνευ όρων αγάπη σε κείνον που πραγματικά την έχει ανάγκη τη δεδομένη χρονική στιγμή της παιδικής του ηλικίας.

Ένα ασυνείδητο φανταστικό παιδί του παρελθόντος αντιμάχεται με το πραγματικό παιδί του παρόντος. Διαβλέπει την ανωριμότητα του παιδιού του, αδυνατώντας να εντοπίσει τα δικά του ανώριμα στοιχεία και τελικά μια αδικία γεννιέται και εγκαθίσταται.

Και στη συνέχεια ακολουθεί ο θυμός και η σχέση αρχίζει να πλήττεται. Και στην πορεία, η εξέλιξη μοιάζει σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Ο γονιός φοβάται ότι το παιδί του δεν τον αγαπά όπως θα ήθελε ο ίδιος, κάνει λάθη στον τρόπο που το προσεγγίζει και τελικά η αγάπη μοιάζει αμφίβολη, με τον ίδιο τρόπο που το βίωνε ίσως ο ίδιος ο γονιός από τους δικούς του γονείς όταν ήταν παιδί.

Μεγάλο το θέμα και θα το συνεχίσουμε σε επόμενα κείμενα. Και είναι τόσο μεγάλο, που αυτή η αρχική αναφορά μοιάζει να μπερδεύει πολύ τον αναγνώστη ίσως.

Αν χρειάζεται να βρούμε μια άκρη στο νήμα, θα πρότεινα να εστιάσει κανείς στο να ανακαλύπτει το παιδί του με τρόπο που να κάνει το παιδί αυτό να νοιώθει μη-μόνο σε αυτό τον κόσμο.

Να εστιάσει στο «σ’αγαπώ ανεπιφύλακτα» και όχι στο «εγώ σ’αγαπώ. Εσύ μου δείχνεις αγάπη;».

Και όσο κι αν μοιάζει υπερβολή αρχικά, μια τέτοια ερώτηση, ας ψάξουμε ίσως μέσα μας για τα παιδικά εγωιστικά μας αιτήματα, ενός παιδιού που έχει τις ανάγκες του και ζητά επιτακτικά να ικανοποιηθούν, ακόμη κι αν το αίτημα προορίζεται προς ένα παιδί που βλέπει το γονιό του σαν τον βασικό ήρωα της ζωής του και ξαφνικά βρίσκεται εμπρός σε ένα αδύναμο παιδί με εγωιστικά κίνητρα.

Οι ρίζες σου επιβίωσαν για να ανθίζεις όλο και πιο ψηλά προς τον ουρανό

Φαντάσου την προσωπική σου ιστορία σαν ένα δέντρο. Ξεκίνησες με την ευκαιρία για ζωή. Πάλεψες να βρεις τον τρόπο να αναπτυχθείς σε ένα έδαφος που δεν γνώριζες τις ιδιότητές του. Βρήκες τρόπους να ριζωθείς, παρά τις αντιξοότητες. Άλλοτε με αργό, κι άλλοτε με γοργό ρυθμό. Έθεσες θεμέλια ώστε να παραμείνεις ζωντανό και να ανθίζεις ψηλά, ως τον ουρανό.

Οι ρίζες σου είναι η ιστορία σου. Τα φύλλα, τα κλαδιά και τα άνθη ό,τι είσαι σήμερα. Οι εμπειρίες σου, οι πληγές σου, όσοι φώτισαν το δρόμο σου αλλά κι όσοι τον σκοτείνιασαν. Κι ο κορμός που έρχεται να ενώσει το «τότε» με το «τώρα».

Κουβαλάς μια ιστορία που «γράφτηκε» μέσα από τα βιώματά σου. Άλλα τα επέλεξες, άλλα όχι. Άλλοτε είχες συνοδοιπόρους, ενώ κάποιες φορές βάδιζες μοναχικά. Συχνά, όμως, δεν της δίνεις την πρέπουσα αξία. Βιάζεσαι να την ξανά γράψεις, «τραυματίζοντας» κι εσένα αλλά κι εκείνη. Επιμένεις να προσπερνάς τα κεφάλαια που πονάνε, κλείνοντας τα μάτια σε ό,τι φέρνει πόνο ή θυμό. Σαν να θες να σκίσεις αυτές τις σελίδες, να μην υπάρχουν άλλο πια. Σαν να σκάβεις για να βρεις όποιες ρίζες σάπισαν, τιμωρώντας τες που δεν μπόρεσαν να αντέξουν τις κακουχίες. Σαν να ξεχνάς με πόση επιμονή όρθωσαν το ανάστημά σου και το γέμισαν με πολύχρωμα άνθη και κλαδιά γεμάτα χαμόγελα στους άγριους χειμώνες.

Θυμάσαι, κάποτε, πώς οι ρίζες σου επιβίωσαν για να ανθίζεις όλο και πιο ψηλά προς τον ουρανό; Μην τις ξεχνάς, είναι ακόμη εκεί και σε στηρίζουν. Δεν είναι «έξω» από ‘σένα. Σε έμαθαν να αντέχεις και να αγκαλιάζεις τους μεγάλους αέρηδες και τις γκρίζες μπόρες.

Η φωτεινή ολοκλήρωση προϋποθέτει μια σκοτεινή πλευρά. Τα «μελανά» σημεία της ιστορίας σου δεν είναι εχθροί σου. Είναι ο φωτεινός οδηγός σε όλα τα ζοφερά μονοπάτια που θα συναντάς μέχρι να σε λούσεις με φως. Ο σκοτεινός σου εαυτός έχει ανάγκη από αγκαλιά. Από μια αγκαλιά που σε έχει σώσει από τρομακτικά δεσμά και σου χαρίζει απλόχερα μια από τις σημαντικότερες ελευθερίες: Να ξανά γράψεις την ιστορία σου!

Η ευαισθησία είναι προσόν σε έναν κόσμο αναίσθητο

Πάντα θα είσαι το «λίγο» ή το «πολύ» για έναν άνθρωπο, για μια κατάσταση, για την ίδια τη ζωή εν τέλει. Το να επιλέγεις να κοιτάς πώς να κρατήσεις άμυνες για να μην πληγώνεσαι, πέρα απ’ ότι σε οδηγεί κατευθείαν στη μιζέρια και την αναισθησία, δε θα σου δώσει ποτέ και τη δυνατότητα να ξεπεράσεις τις αντοχές σου. Αυτό θα έχει σαν αποτέλεσμα να μη μάθεις ποτέ ποια είναι τα όριά σου, να μην ανακαλύψεις τον πραγματικό χαρακτήρα σου.

Εσύ που αποφάσισες πως δε θα κρύψεις τις ευαισθησίες σου για κανένα λόγο και προτίμησες να είσαι απλά το αυθεντικό κι όχι το αντίγραφο, σίγουρα θα αντιμετωπίσεις διάφορες δυσκολίες.

Θα ακούς συχνά απ’ τους υπόλοιπους πως θα πρέπει να αλλάξεις, να σκληρύνεις. Να κοιτάς κυρίως τον εαυτό σου, να ταΐζεις τον εγωϊσμό σου ακόμα κι αν χρειαστεί να πληγώσεις κάποιους. Θα σε ενθαρρύνουν να γίνεις σαν αυτούς. Το έπαθλο θα είναι ότι θα γίνεις καλύτερος. Θα γίνεις άτρωτος και τέλειος.

Μα εσύ καταλαβαίνεις το αυτονόητο που αρνούνται να το παραδεχτούν. Δεν υπάρχει τελειότητα μα ακόμα και να υπήρχε τότε θα ήταν πολύ βαρετή.

Είναι φυσιολογικό μερικές φορές να σε παίρνει από κάτω που δεν ανταποκρίνονται όπως εσύ θα ήθελες στο ενδιαφέρον που δείχνεις. Στεναχωριέσαι που ερωτεύεσαι και δίνεις όλο σου το είναι πολύ εύκολα. Που φτάνεις στα άκρα χωρίς να υπολογίσεις τις συνέπειες. Που ξαγρυπνάς καθώς ακούς τους φίλους σου να λένε τα προβλήματά τους χωρίς να σε ρωτήσουν για το πώς είσαι εσύ. Που προσπαθείς να βρεις λύση για όλους και για όλα.

Και το κυριότερο είναι ότι αναρωτιέσαι κάποιες στιγμές γιατί να νοιάζεσαι τόσο πολύ βάζοντας όλους τους συνανθρώπους σου λίγο πιο πάνω απ’ τον ίδιο σου τον εαυτό. Ξέρεις όμως βαθιά μέσα σου πως αυτό είναι κάτι παροδικό. Κι αυτό θα σε βοηθήσει να σταματήσεις να κάνεις δεύτερες σκέψεις για το αν κάνεις το σωστό. Στην περίπτωσή σου, διάλεξες να μη φοβάσαι, να μην κρύβεσαι στα δύσκολα. Αυτό είναι που τελικά μετράει.

Μα γιατί άραγε σου λένε ότι το να είσαι ένας άνθρωπος με ευαισθησίες είναι κακό πράγμα; Γιατί να προσπαθούν να σε πείσουν ότι το να νοιάζεσαι πολύ είναι αρνητικό; Μήπως γιατί δεν το αντέχουν; Μήπως επειδή κρύβεις μέσα σου περισσότερη δύναμη από αυτούς; Μήπως επειδή οι ευαισθησίες, η ευγένεια, η αυτογνωσία, η ανιδιοτελής αγάπη και το θάρρος είναι ό,τι καλύτερο στη ζωή; Μήπως γιατί σε ζηλεύουν αφόρητα που καταφέρνεις να κάνεις το μυαλό να σωπαίνει όταν μιλάει η καρδιά;

Σ' αυτόν τον κόσμο που πάντα θα προσπαθούν να σε αλλάξουν, δε χρειάζεται να λυπάσαι και να απολογείσαι γι’ αυτό που είσαι. Να κάνεις αυτό που σου λέει το μέσα σου. Δείξε τις ευαισθησίες σου, έκφρασε τα συναισθήματά σου χωρίς τρεχαλητά και κρυφτούλια.

Δεν υπάρχει κανένα λάθος στους ανθρώπους που διαλέγουν οδηγός τους να είναι το συναίσθημα, που επενδύουν στις διαπροσωπικές τους σχέσεις. Ρισκάρουν και γνωρίζουν καλά πως αν πληγωθούν θα προσπαθήσουν ξανά για μια καινούργια αρχή έστω και λαβωμένοι. Άλλωστε οι πληγές κάποια στιγμή θα επουλωθούν.

Στην εποχή μας όπου δυστυχώς, κατά κόρον, επικρατούν οι μισοτελειωμένες καταστάσεις, οι λέξεις-ακροβάτες, οι συμβουλές-πυροτεχνήματα κι οι διαπροσωπικές σχέσεις έχουν κάνει αρχηγό τους το εγώ ώστε να κυριαρχούν οι ψεύτικες φιλίες κι οι ξεπέτες της μιας βραδιάς, εσύ που διάλεξες να πηγαίνεις με το σταυρό στο χέρι είσαι πολύ καλύτερος άνθρωπος.

Είναι υπέροχο που λατρεύεις το παραμύθι του μικρού πρίγκιπα, τη στιγμή που όλο και περισσότεροι άνθρωποι ταυτίζονται με τον κακό λύκο. Είναι ώρα να σταματήσεις να κατηγορείς τον εαυτό σου που έχει μια μεγάλη ψυχή που τους χωράει όλους. Ήρθε ο καιρός να μη δίνεις σημασία για το τι θα σκεφτούν οι άλλοι και τι θα πουν για σένα.

Γιατί χρειαζόμαστε περισσότερο φως, λαμπερά χρώματα, ανθρωπιά. Και κυρίως, χρειαζόμαστε όμορφες ψυχές σαν τη δική σου.

Όποιος δεν δίνει τίποτα, δεν νιώθει τίποτα

Όταν νιώθουμε ότι κάτι δίνουμε στους άλλους, συνειδητοποιούμε ξαφνικά την αξία μας. Κανένας δεν είναι πιο φτωχός από εκείνον που δεν δίνει τίποτα, αφού μόνο με το να δίνουμε μπορούμε να δείχνουμε τον πλούτο μας.

Δε μιλάμε μόνο για υλικά αγαθά.

Η μεγαλύτερη τσιγκουνιά που μπορεί να υπάρξει είναι η τσιγκουνιά της καρδιάς. Όσοι τριγυρνούν στον κόσμο χωρίς να κοινωνούν τα συναισθήματά τους, καταλήγουν φυλακισμένοι μέσα σε ένα θώρακα πανοπλίας, όπως συμβαίνει στο παραμύθι. Ο Ιππότης με την σκουριασμένη πανοπλία, Όπου στο τέλος ο ήρωας ζητάει από τα συναισθήματα να αισθανθεί.

Ο Αλεχάντρο Ζοντορόβσκι έλεγε: «ότι δίνεις το δίνεις σε ‘σένα. Ό,τι δέν δίνεις, το αφαιρείς απο σένα»

Αξίζει τον κόπο να αναθεωρήσουμε το επίπεδο της συναισθηματικής συναλλαγής μας με τον κόσμο.

Όπως συμβαίνει με την οικονομία των χωρών, η ευημερία εξαρτάται από τον πλούτο που κυκλοφορεί. Αν σταματήσει, χάνει τη να αξία και η οικονομία μπαίνει σε ύφεση. Το ίδιο συμβαίνει και με τον πλούτο της καρδιάς.

Όσο σημαντικό είναι το να δίνουμε, άλλο τόσο σημαντικό είναι το να ξέρουμε να δεχόμαστε. Μόνο αυτοί που κάνουν να ρέει η αγάπη προς όλες τις κατευθύνσεις μπορούν να πουν πως ευημερούν συναισθηματικά.

Τι απομένει; Εγώ

Οι φιλόσοφοι το λένε αυτό για χρόνια: «Δεν έχεις τίποτε άλλο εκτός από τον εαυτό σου. Γίνε λοιπόν ο πιο όμορφος, ο πιο τρυφερός, συναρπαστικός άνθρωπος του κόσμου. Έτσι θα επιζήσεις πάντα». Θυμόσαστε τη Μήδεια στην αρχαία τραγωδία; Θυμόσαστε το σημείο όπου όλα έχουν χαθεί και της λέει ο χορός:«Τι απομένει, Μήδεια; Όλα γκρεμίστηκαν, όλα χάθηκαν». Και η Μήδεια απαντάει: «Τι απομένει; Εγώ». Αυτή είναι απάντηση! «Τι εννοείς τι απομένει; Όλα απομένουν. Απομένω εγώ!» Όταν αναγνωρίζουμε πόσο σημαντικό είναι να επιστρέφει κανείς σ’ ένα σεβασμό για τον εαυτό του, σε μια αγάπη για τον εαυτό του και σε μια συνειδητοποίηση ότι όλα προέρχονται από τον εαυτό του, τότε μπορούμε να δώσουμε στους άλλους. Τότε έχουμε φτάσει σ’ ένα σημαντικό σταθμό γιατί, αν δε μας αρέσει ο εαυτός μας, μπορούμε πάντα να μάθουμε να μας αρέσει. Μπορούμε να δημιουργήσουμε ένα καινούργιο εαυτό. Μπορούμε. Αν δε σας αρέσει το σκηνικό μέσα στο οποίο κινείστε, γκρεμίστε το και φτιάξτε ένα καινούργιο. Αν δε σας αρέσουν οι συμπρωταγωνιστές σας, ξεφορτωθείτε τους και μαζέψτε καινούργιο θίασο. Αυτό όμως πρέπει να το κάνετε εσείς. Είναι δική σας δουλειά. Αυτό πάντως είναι το κύριο. Κι αν δεν πούμε τίποτε άλλο πέρα απ’ αυτό, εγώ θα πιστεύω, μ’ όλη μου την καρδιά, ότι σας άφησα κάτι. Μια επιστροφή στον εαυτό σας.

Ο Σαιντ‐Εξυπερύ, ο Γάλλος φιλόσοφος, κάνει μια καταπληκτική παρατήρηση σ’ ένα από τα βιβλία του, κι έχει γράψει μερικά πολύ σπουδαία. Λέει: «Ίσως η αγάπη (κι εδώ μπορείτε ν’ αντικαταστήσετε τη λέξη με την παιδεία, αν θέλετε) είναι ο τρόπος να σε οδηγήσω μαλακά πίσω στον εαυτό σου». Εγώ δεν έχω κανένα ορισμό για την αγάπη, αλλά αυτός είναι ένας από τους πιο σωστούς που έχω ακούσει. «Ίσως η αγάπη είναι ο τρόπος να σε οδηγήσω μαλακά πίσω στον εαυτό σου». Όχι σ’ αυτόν που θέλω να γίνεις, αλλά σ’ αυτόν που είσαι.

Μάθε, λοιπόν, ξανά να ακούς την εσωτερική φωνή σου και να εμπιστεύεσαι τον εαυτό σου. Κανείς δεν ξέρει καλύτερα από σένα ποιο είναι το καλό σου. «Αν δεν αποφασίσεις, να διευθύνεις τη ζωή σου, θα τη διευθύνει κάποιος άλλος αντί για σένα». Κι αυτό είναι αλήθεια. Αν πιστεύεις μόνιμα πως δεν έχεις την ικανότητα να είσαι ο τέλειος εαυτός σου, τότε κάποιος άλλος θα πάρει τα πράγματα στα χέρια του και θα χαθείς για πραγματικά. Μην παίζεις το παιχνίδι «Ακολουθήστε τον γκουρού». Έχουμε γεμίσει με ανθρώπους που σκέφτονται, «Αν ακολουθήσω αυτά που λέει αυτός, θα γίνω καλά». Ξέρεις τι θα σου συμβεί αν ακολουθήσεις κάποιον άλλο; Θα γίνεις αυτός. Κι επειδή μόνο αυτός μπορεί να είναι αυτός, εσύ θα χάσεις τον εαυτό σου. Ο δάσκαλος, οι γκουρού μπορεί να γίνουν οδηγοί σου, το ταξίδι όμως θα το κάνεις εσύ. Εκείνοι μπορούν μόνο να σου προτείνουν δρόμους.

Δημιουργήθηκαν τα πρώτα ωάρια από αρσενικά κύτταρα

Ένας Ιάπωνας ερευνητής ανακοίνωσε ότι δημιούργησε βιώσιμα ωάρια από τα κύτταρα αρσενικών ποντικιών. Πρόκειται για την πρώτη δημιουργία στο εργαστήριο ωοκυττάρων θηλαστικού από αρσενικά κύτταρα.

Το επόμενο – καθόλου εύκολο- βήμα θα είναι να επιδιωχθεί κάτι ανάλογο με ανθρώπινα κύτταρα, καθώς ελλοχεύει, μεταξύ άλλων, ο κίνδυνος πρόκλησης ανεπιθύμητων γενετικών αλλαγών.

Η έρευνα, που βρίσκεται σε αρχικά στάδια ακόμη, αφορά την μετατροπή των αρσενικών χρωμοσωμάτων ΧΥ σε θηλυκά ΧΧ. Η εξέλιξη αυτή ανοίγει τον δρόμο σε ζευγάρια ανδρών να αποκτήσουν τα δικά τους παιδιά και όχι πια με υιοθεσία.

Η ανακοίνωση έγινε από τον καθηγητή Κατσουχίκο Χαγιάσι του Πανεπιστημίου της Οσάκα, ο οποίος απολαμβάνει διεθνούς κύρους στο πεδίο του, σε συνέδριο του Ινστιτούτου Γενετικής Φράνσις Κρικ στο Λονδίνο, σύμφωνα με το BBC και τη “Γκάρντιαν”. ‘Αλλοι επιστήμονες εμφανίστηκαν επιφυλακτικοί. Ο καθηγητής Τζορτζ Ντέιλι της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ των ΗΠΑ, επεσήμανε πώς θα περάσει πολύς χρόνος εωσότου η κοινωνία βρεθεί αντιμέτωπη στην πράξη με την επιλογή μωρών από δύο πατέρες.

Ο ίδιος ο Χαγιάσι ανέφερε πως η εργασία του βρίσκεται σε πολύ αρχικό στάδιο. Τα ωάρια που δημιούργησε, έχουν χαμηλή ποιότητα και η τεχνική προς το παρόν δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί με ασφάλεια στους ανθρώπους. Δήλωσε πάντως αισιόδοξος ότι οι σημερινές δυσκολίες μπορεί να έχουν ξεπεραστεί σε δέκα χρόνια και ότι τελικά θα καταστεί διαθέσιμη μια τεχνική αναπαραγωγής για ζευγάρια ίδιου φύλου.

«Αν οι άνθρωποι τη θέλουν και η κοινωνία αποδεχτεί μια τέτοια τεχνολογία, εγώ συναινώ», δήλωσε ο Ιάπωνας επιστήμονας. Εμφανίστηκε πάντως διστακτικός η μέθοδος του να χρησιμοποιηθεί από έναν άνδρα για να δημιουργήσει ένα μωρό από το δικό του σπέρμα και από τεχνητά δημιουργημένα ωάρια. «Τεχνικά αυτό είναι δυνατό», είπε. «Δεν είμαι όμως βέβαιος αν σε αυτό το στάδιο είναι κάτι ασφαλές ή αποδεκτό από την κοινωνία».

Η μέθοδος περιλαμβάνει τη λήψη δερματικού κυττάρου από αρσενικό τρωκτικό και την μετατροπή του σε πολυδύναμο βλαστικό κύτταρο που μπορεί να μετατραπεί σε άλλα είδη κυττάρων. Τα κύτταρα αυτά ως αρσενικά έχουν χρωμοσώματα ΧΥ. Μετά οι ερευνητές διαγράφουν το Υ χρωμόσωμα αυτών των κυττάρων, διπλασιάζουν το Χ και τελικά «κολλάνε» μαζί τα δύο Χ. Αυτό επιτρέπει στο βλαστοκύτταρο να αναπρογραμματιστεί για να γίνει ωάριο.

Τα κύτταρα στη συνέχεια αναπτύσσονται σε ένα οργανοειδές ωοθήκης που μιμείται τις συνθήκες στις ωοθήκες του ποντικιού. Όταν τα ωάρια γονιμοποιήθηκαν με σπερματοζωάρια, δημιουργήθηκαν 600 έμβρυα, από τα οποία τελικά γεννήθηκαν επτά ποντικάκια (χαμηλό ποσοστό επιτυχίας περίπου 1%). Πάντως τα τρωκτικά αυτά φαίνονταν υγιή και είχαν φυσιολογική διάρκεια ζωής, ενώ και τα ίδια απέκτησαν απογόνους.

Η τεχνική μπορεί επίσης να βοηθήσει υπογόνιμα ζευγάρια διαφορετικού φύλου, στα οποία η γυναίκα δεν μπορεί να παράγει τα δικά της ωάρια λόγω σοβαρού προβλήματος όπως το σύνδρομο Τέρνερ (όπου λείπει το ένα αντίγραφο του χρωμοσώματος Χ).

Όμως θα περάσουν χρόνια εωσότου (και εάν) καταστεί διαθέσιμη μια τέτοια νέα θεραπεία υπογονιμότητας. ‘Αλλοι επιστήμονες θεωρούν ότι ο χρονικός ορίζοντας της δεκαετίας είναι υπερβολικά αισιόδοξος, αν ληφθεί υπόψη ότι ακόμη δεν έχουν δημιουργηθεί στο εργαστήριο βιώσιμα ανθρώπινα ωάρια από θηλυκά κύτταρα.

Συγχώρεση δεν είναι οι δεύτερες ευκαιρίες, Συγχώρεση είναι να μην ξεχνάς

Είναι αδύνατο να περάσουμε τη ζωή χωρίς να βιώσουμε προδοσίες και χωρίς να πληγωθούμε. Ποτέ δεν γνωρίζετε ποιος θα μπορούσε να στραφεί εναντίον σας όταν τον χρειάζεστε περισσότερο, είτε πρόκειται για σύντροφο/σύζυγο, για μέλος της οικογένειας, για συνάδελφο ή ακόμα και για κάποιον που θεωρείτε κοντινό σας φίλο. Δεν υπάρχει καμιά βεβαιότητα ότι οι άνθρωποι δε θα σας πληγώσουν. Αλλά επίσης δεν σημαίνει ότι αποχωρείτε από τις σχέσεις και την κοινωνία εντελώς. Ζούμε και μαθαίνουμε και σύντομα όλοι συνηθίζουμε τη ζωή όπως είναι-εξαιρετικά άδικη. Αλλά το ερώτημα είναι, τι πρέπει να κάνετε αφού προδοθείτε; Τι λέτε στο άτομο που πρόδωσε την εμπιστοσύνη σας και σας πλήγωσε; Υπάρχει κάτι που μπορεί να ειπωθεί ή που μπορεί να γίνει για να αντιστρέψει τη ζημιά;

Λοιπόν, αν υπάρχει αυτό είναι σπουδαίο για σας και για τη σχέση σας με το άλλο άτομο. Αλλά τις περισσότερες φορές, δεν είμαστε έτοιμοι να επεξεργαστούμε και να ξεπεράσουμε τον πόνο που βιώσαμε. Αυτή η στάση είναι λάθος. Και μερικές φορές είμαστε τόσο συνδεδεμένοι με αυτό το άτομο που δεν έχει σημασία το τι κάνει γιατί πάντα του δίνουμε πολλές ευκαιρίες. Αυτή η προσέγγιση είναι επίσης λανθασμένη. Βλέπετε πρέπει να συγχωρούμε τους άλλους ανθρώπους επειδή αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο μπορούμε να συμφιλιωθούμε με οτιδήποτε συνέβη και να προχωρήσουμε με τη ζωή μας. Ταυτόχρονα όμως, πρέπει να βάλουμε όρια όταν πρόκειται για τους ανθρώπους που μας έχουν πληγώσει (εσκεμμένα) στο παρελθόν.

Δεν χρωστάτε σε κανέναν δεύτερη ευκαιρία. Η πρώτη και κύρια προτεραιότητα σας πρέπει να είναι ο εαυτός σας και η ψυχική και σωματική σας ευημερία.

Συγχώρεση δεν είναι οι δεύτερες ευκαιρίες

Όταν αποφασίσετε να συγχωρήσετε κάποιον, μην το κάνετε επειδή είστε στενοί συγγενείς ή εργάζεστε μαζί και θα ήταν αμήχανο να μην το κάνετε. Κάντε το για να απαλλαγείτε από αυτή την κακή εμπειρία. Κάντε το γιατί θέλετε να απελευθερωθείτε από τις κακές αναμνήσεις που αναμφίβολα θα σας ρίξουν αν τις αφήσετε. Κάντε το γιατί δε θέλετε να παραμείνετε πικροί, και με τον τρόπο αυτό θα απελευθερώσετε τον εαυτό σας από την τελευταία σύνδεση που είχατε με αυτό το άτομο.

Η συγχώρεση είναι αυτό-θεραπεία

Η συγχώρεση όμως μπορεί να είναι σκληρή. Δεν είναι το πιο εύκολο πράγμα, αλλά ανεξάρτητα από το πόσο πονάει, θα αισθανθείτε καλύτερα μόλις τελειώσετε με αυτό. Έτσι μπορεί πραγματικά να ξεκινήσει η θεραπεία. Αλλά δεν πρέπει να μπερδεύετε το να συγχωρείτε κάποιον με το να ξεχνάτε αυτά που έκανε και να του δίνετε μια δεύτερη ευκαιρία για να το επαναλάβει ξανά.

Συγχώρεση δεν σημαίνει να ξεχνάς

Όταν ξεπερνάτε την κακή εμπειρία πρέπει επίσης να μάθετε να ξεπερνάτε και το άτομο. Μην τους αφήνετε να έχουν ρόλο στη ζωή σας. Κάποιες φορές με αυτόν τον τρόπο, φοβόμαστε ότι θα γίνουμε εχθρικοί. Το να βάζετε τον εαυτό σας πρώτο δεν είναι κακό. Το πιο ενοχλητικό και ταυτόχρονα ξεκαρδιστικό παράπονο που ακούω από τους συζύγους που απατούν είναι «Αν με είχε συγχωρήσει αληθινά, θα με άφηνε να επιστρέψω στη ζωή του/της». Αυτά είναι βλακείες. Γιατί ο άλλος πρέπει να υποστηρίξει τον γάμο και τον δεσμό σας όταν δεν σας ένοιαξε καν πριν τον θέσετε σε κίνδυνο;

Γιατί το άτομο που πληγώθηκε πρέπει να είναι αυτό που ενώνει τα πάντα μαζί; Γιατί πρέπει να θυσιάζει τα συναισθήματα του και την ψυχική του υγεία όταν ο άλλος σαφώς δεν ενδιαφέρεται; Μην αφήνετε λοιπόν τον εαυτό σας να νιώθει ενοχές αν έχετε ανθρώπους στη ζωή σας που σας έχουν ραγίσει την καρδιά και σας έχουν κάνει να κλάψετε. Συγχώρεση σημαίνει ότι δεν κρατάτε κακία σε αυτό το συγκεκριμένο άτομο. Δεν σημαίνει ότι πρέπει να τον αγαπάτε όπως πριν.

«Σε συγχωρώ. Όχι για σένα, αλλά για μένα. Επειδή σαν αλυσίδες με κρατάς στο παρελθόν και δε θα μολύνω πλέον την καρδιά μου με πίκρα, φόβο, δυσπιστία ή θυμό. Σε συγχωρώ επειδή το μίσος είναι ακόμα ένας τρόπος σύνδεσης και εσύ δεν ανήκεις πλέον εδώ.»

Όταν επιλέξετε να συγχωρήσετε κάποιον, επιλέγετε την αυτό-θεραπεία. Και έτσι, αν το να διατηρήσετε την απόσταση σας από αυτό το άτομο είναι μέρος της αυτό-θεραπείας σας, μην αφήσετε κανέναν να σας πει το αντίθετο. Δεν οφείλετε να εξηγήσετε σε κανέναν τους τρόπους σας όταν κανείς δεν νοιάστηκε να κάνει την ίδια ευγενική πράξη για εσάς. Αφήστε το παρελθόν, παραμείνετε στο παρόν και κινηθείτε προς το μέλλον με καθαρή και ελαφριά καρδιά.

Τι έχει συμβεί στον άνθρωπο;

«Το έχω παρατηρήσει αυτό στην εμπειρία μου από την δουλεία, ότι κάθε φορά που η κατάστασή μου βελτιωνόταν, αντί να αυξάνει την ικανοποίησή μου, απλώς αύξανε την επιθυμία μου να είμαι ελεύθερος και με έκανε να σκέφτομαι τρόπους για να κερδίσω την ελευθερία μου. Για να γίνεις ένας ικανοποιημένος σκλάβος, είναι απαραίτητο να γίνεις ένας αλόγιστος σκλάβος. Είναι αναγκαίο να σκοτεινιάσει το ηθικό και ψυχικό σου όραμα και, όσο είναι δυνατόν, να εκμηδενίσεις την δύναμη της λογικής. Πρέπει να είσαι σε θέση να μην εντοπίζεις καμία ασυνέπεια στην δουλεία. Πρέπει να τον κάνουν να νιώθει ότι η σκλαβιά είναι σωστή και μπορεί να φτάσει σε όλο αυτό μόνο όταν πάψει να είναι άνθρωπος». -Frederick Douglass από την αυτοβιογραφία του.

Τι στο καλό έχει συμβεί με το ανθρώπινο ζώο;

Τι έχει συμβεί στον άνθρωπο;

Η λογική, η αρμονία, η αγάπη, η έκπληξη και η ελευθερία είναι τώρα η κρυφή πλευρά της ζωής: Μια οπισθοδρομική και διαταραγμένη κατάσταση του νου.

Γιατί είναι αποδεκτό να μας εξουσιάζουν, να μας επιτρέπουν να υπάρχουμε, να μας λένε τι να κάνουμε και τι να μην κάνουμε, να μας αλυσοδένουν μεταφορικά και σε πολλές περιπτώσεις κυριολεκτικά με δρακόντειες εντολές, να μας περιορίζουν ως προς το τι να λέμε και τι να μην λέμε και να μας ελέγχουν “ηγέτες” και κυβερνήτες; Αυτή είναι η αληθινή φύση του ανθρώπου ή αυτή είναι η διαταραγμένη κατάσταση του νου είναι δημιούργημα κακών προθέσεων από εκείνους που επιδιώκουν την εξουσία για να κυριαρχήσουν στους άλλους;

Αυτή είναι μια πολύ σημαντική διάκριση, διότι αν αυτή η αδύναμη και αξιολύπητη κατάσταση της ύπαρξης είναι φυσική, τότε δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να διορθώσει την δυστυχία των κυριαρχούμενων. Αλλά αν είναι ένα σχεδιασμένο και επινοημένο αποτέλεσμα μακροχρόνιας κατήχησης, αποβλάκωσης και προπαγανδισμένης συνωμοτικής πλεκτάνης, τότε μήπως θα μπορούσε να αντιστραφεί αυτή η εκούσια δουλεία υπέρ της μαζικής ελευθερίας;

Όπως επισημάνθηκε πρόσφατα από τον Jacob Hornberger, υπήρξε μια εποχή στην ιστορία μας που δεν υπήρχε φόρος εισοδήματος ή IRS, δεν υπήρχε κυβερνητική πρόνοια, δεν υπήρχαν νόμοι για τα φάρμακα ή την ιατρική περίθαλψη, δεν υπήρχαν μεταναστευτικοί έλεγχοι, λίγοι οικονομικοί κανονισμοί και περιορισμοί, δεν υπήρχαν ξένοι πόλεμοι, δεν υπήρχαν διαβατήρια, δεν υπήρχαν υπηρεσίες επιβολής του νόμου με τρία γράμματα, δεν υπήρχαν κυβερνητικά ελεγχόμενες αγορές, δεν υπήρχαν ξένες στρατιωτικές βάσεις, λίγες ή και καθόλου κυβερνητικές γραφειοκρατίες, ελάχιστη ή και καθόλου υποχρεωτική “δημόσια” εκπαίδευση, δεν υπήρχε νόμισμα χωρίς αντίκρισμα ή κεντρική τράπεζα και απολύτως κανένας έλεγχος των όπλων.

Τα πράγματα σίγουρα δεν ήταν τέλεια, ούτε υπήρχε κάποια ουτοπία, αλλά υπήρχαν καλύτερες εποχές σε αυτή την χώρα και οι άνθρωποι ήταν για όλες τις προθέσεις και τους σκοπούς, προσωρινά ελεύθεροι. Αυτή ήταν μια ανώτερη εποχή και θα πρέπει να είναι διδακτική για το τι θα μπορούσε να γίνει, αντί για το αυτό που είναι σήμερα.

Έχει χάσει αυτή η κοινωνία όλες τις διανοητικές της ικανότητες, την επιθυμία της να είναι ελεύθερη και έχει υποκύψει πλήρως σε μια υποταγμένη θέση και ως εκ τούτου έχει συμβιβαστεί με ένα εξαρτημένο επίπεδο ύπαρξης; Έχουν αποδεχτεί οικειοθελώς οι μάζες την ιδέα ότι η ζωή είναι δουλοπαροικία, ή αυτό είναι ένα προσωρινό φαινόμενο και μπορεί να αντιστραφεί;

Θα ήθελα να σκεφτώ με βάση το τελευταίο, αλλά αυτή η τρέχουσα κατάσταση μου δίνει την μεγάλη παύση, καθώς το σύστημα ελέγχου που υπάρχει σε αυτή την χώρα και τον κόσμο επιτρέπεται να συνεχίσει την κίνησή του προς μια τεχνοκρατική δικτατορία. Αυτή είναι μια τραγωδία και αν γίνει αποδεκτό από το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας ως φυσιολογικό, κάθε ελπίδα για ελευθερία απλώς θα εξαφανιζόταν.

Φαίνεται ότι ζούμε σε μια εποχή που το μεγαλύτερο μέρος των πληθυσμών βρίσκεται στα πρόθυρα της «κλινικής» κατάθλιψης, είναι γεμάτο μίσος, διχάζεται σε κάθε πτυχή της ζωής, ανησυχεί και προβληματίζεται συνεχώς, βρίσκεται σε συνεχή κατάσταση φόβου, δυσαρεστημένοι με όλα τα καλά στην ζωή, ενώ συγκεντρώνονται μόνο στον θυμό και την άμεση ικανοποίηση, καταλαμβάνονται από αδιαφορία και έχουν χάσει κάθε ικανότητα βελτίωσης του εαυτού τους προκειμένου να αποκτήσουν μια πιο αρμονική σύνδεση με τα θαύματα που έχει να προσφέρει η ζωή.

Αυτή είναι μια θλιβερή κατάσταση πραγμάτων καθώς και μια ξεκάθαρη συνειδητοποίηση ότι η ανθρωπότητα βυθίζεται στα όρια του εκούσιου αφανισμού.

Ανεξάρτητα από όλες τις διαμάχες, την αβεβαιότητα, τον ανταγωνισμό, την ηθική παρακμή και την ψυχοπαθητική παραφροσύνη που αντιμετωπίζουμε καθημερινά, θα πρέπει να αναγνωριστεί ότι η ζωή συνεχίζεται και ο καθένας από εμάς έχει την ευθύνη να αναπτύξει και να ενισχύσει την ικανότητά του να επιβιώνει και να ευημερεί και να είναι ανεξάρτητος, ώστε να βρει ψυχική ηρεμία.

Οι πιο σημαντικές πτυχές της ζωής δεν μπορούν ποτέ να δοθούν, πρέπει να προέρχονται από μέσα και δεν μπορούν να τις βιώσετε εκτός και μέχρις ότου κάποιος είναι ασφαλής και ικανοποιημένος με τον εαυτό του. Αυτή είναι μια υποχρεωτική πτυχή της ανάπτυξης που μπορεί να οδηγήσει στο να γίνει φως για τους άλλους. Χωρίς αυτοέλεγχο, αυτοεξάρτηση, αυτογνωσία κι αυτοπεποίθηση, η αγάπη, η οικογένεια, η συμπόνια, η εν συναίσθηση και η χαρά δεν μπορούν να βιωθούν πλήρως κι αληθινά. Για να αποκτήσεις μια τέτοια ψυχική κατάσταση απαιτεί ειλικρίνεια και απεριόριστη αποδοχή της αλήθειας, ανεξαρτήτως κινδύνου.

Η γκρίνια, το παράπονο, η κατάρα, το ψέμα, το να κατηγορείς, η εξάρτηση, η ψήφος και η ικεσία για έναν αφέντη ή σωτήρα, θεό ή ημίθεο, για να σου δώσει χάρες, δεν θα ωφελήσουν ποτέ σε κανέναν αγώνα για να κερδίσεις ή να διατηρήσεις την όποια ελευθερία σου.

Η ελευθερία δεν μπορεί να δοθεί, πρέπει να την ζεις, να την παίρνεις και να την υπερασπίζεσαι.

Η ίδρυση των ΗΠΑ ήταν δομημένη με τέτοιο τρόπο ώστε να παρουσιάζεται μια λανθασμένη εικόνα ότι τα δικαιώματα είναι κατά κάποιο τρόπο συνδεδεμένα με την κυβερνητική περγαμηνή, κάτι που είναι μια κατάφωρη παραποίηση των γεγονότων. Κανένα δικαίωμα δεν προέρχεται από κανένα χαρτί, κανένα δικαίωμα δεν μπορεί να κατοχυρωθεί από τις κυβερνήσεις. Αν είναι έτσι, τότε δεν θα υπήρχαν ποτέ δικαιώματα εξαρχής.

Αυτή είναι μια από τις πιο κατάφωρες παρανοήσεις των εξαπατημένων ανθρώπων που έχουν κατακλυστεί από την ιδέα ότι κάποιο σύνταγμα υπάρχει για να προστατεύσει την ελευθερία τους. Δεν είναι έτσι!

Ναι, όσοι έζησαν σε αυτή την χώρα (την Αμερική) στο παρελθόν είχαν μια πολύ πιο ελεύθερη κοινωνία από ό,τι υπάρχει σήμερα, αλλά ακόμη και τότε, υπήρχαν επιθέσεις κατά της κυριαρχίας του ατόμου από το κράτος. Η επιθετικότητα κατά της ελευθερίας που επιβάλλεται από την άρχουσα τάξη με την πάροδο του χρόνου έχει αυξηθεί πολύ, αλλά μόνο επειδή επιτρεπόταν οικειοθελώς και οι μάζες συμφωνούσαν σε αυτό.

Επί του παρόντος, ελάχιστη, αν και καθόλου ελευθερία δεν έχει επιβιώσει και αυτό είναι φυσικά ένα προγραμματισμένο αποτέλεσμα, που έχει γίνει γενικά αποδεκτό από το υπάκουο και υποταγμένο κοπάδι.

Αυτή η θηριωδία μπορεί να διορθωθεί όχι φυσικά από τις κατατονικές μάζες, αλλά από μεμονωμένους αριθμούς ικανών ατόμων που με τον τρόπο ζωής τους, δεν υπολογίζουν, ούτε υποστηρίζουν την εξουσία της κυβέρνησης και των ελίτ.


«Είμαι ελεύθερος, ανεξάρτητα από τους κανόνες που με περιβάλλουν. Αν τα βρίσκω ανεκτά, τα ανέχομαι. Αν τα βρίσκω ανυπόφορα, τα σπάω. Είμαι ελεύθερος γιατί ξέρω ότι μόνο εγώ είμαι ηθικά υπεύθυνος για ό,τι κάνω». -Robert A. Heinlein

Θα έλεγα ότι ένα από τα αντίδοτα στην σκλαβιά και την υποτέλεια, είναι ο Frederick Douglass. Ενθαρρύνω τους ανθρώπους να διαβάσουν την αυτοβιογραφία του Frederick Douglass «My Bondage, My Freedom». Ο Φρέντερικ Ντάγκλας ήταν ένας άνθρωπος που γεννήθηκε στην σκλαβιά κάτω από μερικές από τις πιο ακραίες μορφές καταπίεσης και βαρβαρότητας στον Νότο. Του είπαν ότι η φύση του ήταν όλα τα αντίθετα με αυτό που ανακάλυψε ότι ήταν πραγματικά.

Και το ερώτημα ήταν πώς το έκανε αυτό ο Ντάγκλας, γιατί δεν είχε κανένα παράδειγμα στην ζωή του, κανενός είδους προτύπου Ελευθερίας. Ποτέ δεν του παρουσιάστηκε καμία διάψευση ότι δεν ήταν όντως εγγενώς γεννημένος για να είναι σκλάβος και ότι αυτή δεν ήταν η φυσική του κατάσταση και ωστόσο ήταν ακόμη σε θέση να το απορρίψει από πολύ νεαρή ηλικία.

Περνάει την διαδικασία σκέψης του στην αυτοβιογραφία του, η οποία είναι πραγματικά το κλειδί για να διαβάσουν τόσοι πολλοί άνθρωποι στις μέρες μας, προκειμένου να μας βοηθήσει στο ταξίδι μας να βγούμε από αυτό το ψεύτικο κατασκεύασμα στο οποίο βρισκόμαστε φυλακισμένοι.

Θέλω απλώς να διαβάσουμε ένα απόσπασμα από την αυτοβιογραφία του:

“Ένας άνθρωπος χωρίς βία είναι χωρίς την ουσιαστική αξιοπρέπεια της ανθρωπότητας. Η ανθρώπινη φύση είναι έτσι δομημένη, ώστε να μην μπορεί να τιμήσει έναν ανήμπορο άνθρωπο, αν και μπορεί να τον λυπηθεί, κι ακόμη και αυτό δεν μπορεί να το κάνει για πολύ, αν δεν εμφανιστούν σημάδια δύναμης. Μόνο εκείνος μπορεί να καταλάβει την επίδραση αυτής της μάχης στο πνεύμα μου, ο οποίος έχει ο ίδιος υποστεί κάτι, ή έχει διακινδυνεύσει κάτι, αποκρούοντας τις άδικες και σκληρές επιθέσεις ενός τυράννου. Ο Covey ήταν τύραννος και μάλιστα δειλός.

Αφού του αντιστάθηκα, ένιωσα όπως δεν είχα νιώσει ποτέ πριν. Ήταν μια ανάσταση από τον σκοτεινό και μολυσματικό τάφο της σκλαβιάς, στον ουρανό της συγκριτικής ελευθερίας. Δεν ήμουν πια ένας δειλός δούλος, που έτρεμε κάτω από το βλέμμα ενός σκουληκιού του χώματος, αλλά το από καιρό καταβεβλημένο πνεύμα μου είχε ξυπνήσει σε μια στάση ανεξαρτησίας. Είχα φτάσει στο σημείο στο οποίο δεν φοβόμουν να πεθάνω. Αυτό το πνεύμα με έκανε ελεύθερο άνθρωπο στην πραγματικότητα, αν και παρέμενα ακόμα σκλάβος στην μορφή. Όταν ένας σκλάβος δεν μπορεί να μαστιγωθεί, είναι περισσότερο από το μισό ελεύθερος.

Έχει να υπερασπιστεί ένα πεδίο τόσο ευρύ όσο η ίδια του η ανδρική καρδιά και είναι πραγματικά μια δύναμη στην γη. Από εκείνη την στιγμή μέχρι την απόδρασή μου από την σκλαβιά, ποτέ δεν μαστιγώθηκα δίκαια. Έγιναν αρκετές προσπάθειες, αλλά ήταν πάντα ανεπιτυχείς. Απέκτησα μώλωπες, αλλά η περίπτωση που περιέγραψα ήταν το τέλος της κτηνωδίας στην οποία με είχε υποβάλει η δουλεία.” -Frederick Douglass από την αυτοβιογραφία του.

Θα πρέπει όχι μόνο να ανέχεσθε την ύπαρξη ηλιθίων που επιτίθενται, αλλά και να ξεπερνάτε τα συναισθήματα που σας προκαλούν

Μεταξύ των ηλιθίων συγκαταλέγονται εκείνοι που εκτονώνουν τις συσσωρευμένες απογοητεύσεις τους επάνω στους άλλους, που κατηγορούν ολόκληρο το Σύμπαν, που σας κατακλύζουν με κουτσομπολιά, που γοητεύονται από καθετί κακό, από τις ατελείωτες κακίες τις οποίες καταφέρνουν να λένε για τους άλλους, και που μόνο και μόνο επειδή δεν είπατε ούτε μία κουβέντα καταλήγουν να σας χαρακτηρίσουν απολύτως αξιολάτρευτους. Αργότερα, όταν θα είναι έτοιμοι να χύσουν πάλι τη χολή τους, θα αναζητήσουν έναν άλλο συνομιλητή στον οποίο θα φορτώσουν όλα τα κακά πράγματα, τα ατελείωτα κακά πράγματα που σκέφτονται για τους άλλους και στον οποίο θα μπορούν να διηγηθούν γιατί και σε ποιον βαθμό εσείς τους απογοητεύσατε.

Η αντίστασή σας είναι δικαιολογημένη. Το παραδέχομαι ότι σαφέστατα ο ηλίθιος είναι ηθικά υπεύθυνος για την ηλιθιότητα που τον διακρίνει. Εξάλλου, ναι. Στους ηλίθιους οφείλονται πάντοτε οι διαμάχες.

Πρώτα απ’ όλα, οφείλετε να παραδεχτείτε ότι, παρόλο που τα συναισθήματα που ονομάζονται γενικώς αρνητικά, ο φόβος, η θλίψη, ο θυμός, το μίσος, δεν μπορούν να κάνουν ποτέ λάθος, δε συνιστούν με τη σειρά τους λάθος, με άλλα λόγια, δεν είναι ξεκάθαρα λογικά συμπεράσματα. Προσδιορίζονται από έντονα φορτισμένα στάδια που είναι συχνά ευδιάκριτα και μετρήσιμα (αύξηση των παλμών, εφίδρωση, κοκκίνισμα, δάκρυα κ.λπ). Κατά συνέπεια, τα συναισθήματα πρέπει να γίνουν αποδεκτά με τη σειρά τους σαν συμβάντα, δηλαδή σαν προκλήσεις δεύτερου βαθμού. Όπως ακριβώς η ύπαρξη των ηλιθίων, η ύπαρξη του μίσους, του θυμού κ.λπ. πρέπει να θεωρηθεί όχι σφάλμα αλλά γεγονός. Άρα, θα πρέπει όχι μόνο να ανεχτείτε την ύπαρξη του ηλίθιου που αρνείται να αναγνωρίσει τις προσπάθειες σας με μια χειρονομία που δε θα του στοίχιζε τίποτε, αλλά και να ξεπεράσετε τα συναισθήματα που σας προκαλεί. Προκειμένου να εργαστείτε σωστά, πρέπει ν’ αντιστρέψετε τα πράγματα: πρώτα να μετριάσετε την επίδραση του ηλίθιου στα συναισθήματά σας• και στη συνέχεια, να ασχοληθείτε με τον ίδιο τον ηλίθιο.

Αφού παραδεχτούμε την κυρίαρχη ύπαρξη των συναισθημάτων σε κάθε συμβάν, μπορούμε να συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε ότι αυτά είναι σχεδόν πάντα υπερβολικά, συνεπώς τοποθετούνται σαφέστατα στην πλευρά της αταξίας. Αν το σκεφτούμε πιο προσεκτικά όμως, η άποψη αυτή δεν ισχύει. Διότι τα συναισθήματα καθίστανται υπερβολικά (εξ ορισμού) εφόσον περάσουν ένα όριο• όμως, για να υπάρχει ένα όριο, είναι απαραίτητο κάποιος ή κάτι να το έχει θέσει εκ των προτέρων, χωρίς να λάβει υπόψη το συναίσθημα• άρα, το ίδιο το όριο προϋποθέτει μια εξωτερική παρουσία. Αυτό μας δείχνει ότι τα συναισθήματα γίνονται υπερβολικά κάθε φορά που (και εάν και μόνο εάν) μια παρουσία ελέγχου ερεθίσει και μεγεθύνει την κυρίαρχη ισχύ τους. Εξηγούμαι με ένα παράδειγμα. Γνωρίζετε ότι είναι καλό για εσάς τους ίδιους να μην προσβάλλετε κανέναν – ούτε καν τους ηλίθιους. Έτσι, το συναίσθημα που νιώθετε τη στιγμή που έχετε απέναντί σας έναν κακοήθη προσκρούει όπως είναι φυσικό στην πνευματική ιδέα της υποχρέωσής σας να επιδείξετε εγκράτεια, την οποία επιθυμείτε να τηρήσετε. Όσο πιο μεγάλη αντίσταση από εσάς βρίσκει η δύναμη αυτή, τόσο περισσότερο μετατρέπεται σε βία . Αυτό δε σημαίνει πως πρέπει ν’ αφήσετε τον εαυτό σας ελεύθερο και να προσβάλετε όλους τους ηλίθιους που συναντάτε, αλλά πως πρέπει να βρείτε ένα μέσο έκφρασης κατάλληλο για τη δύναμη που σας διαπερνά, κάθε φορά που αυτή σας διαπερνά.

Το σημαντικό εδώ είναι να κατανοήσουμε ότι ο άμεσος συσχετισμός μεταξύ του συναισθήματος και της αταξίας, του συναισθήματος και της απερισκεψίας, του συναισθήματος και της υπερβολής, δε βασίζεται στη φύση του συναισθήματος, αλλά σε μια εξωτερική παρέμβαση σε αυτή, έτσι ώστε τίποτε από όλα αυτά (αταξία, απερισκεψία, υπερβολή) δεν προκύπτει άμεσα. Για να δώσουμε μια εικόνα, όσο περισσότερο εκθέτετε τον φράχτη σας στον άνεμο, τόσο περισσότερο αυξάνετε τις πιθανότητες να καταστραφεί ο φράχτης από αυτόν• αυτό δε θα συμβεί λόγω της καταστροφικής ισχύος του ανέμου, αλλά λόγω της καταστροφικής ισχύος του βλάκα που τοποθέτησε τον φράχτη.

Αντί να ενοχοποιείτε τα συναισθήματά σας, καλύτερα ν’ αντιμετωπίσετε την αληθινή δυσκολία, δηλαδή, το να βρείτε τον σωστό τρόπο έκφρασής τους. Με τη λέξη «σωστό» εννοώ ότι οι χειρονομίες και τα λόγια σας πρέπει να αντιμετωπίσουν την πρόκληση της εξάντλησης της δύναμης των συναισθημάτων εκφράζοντάς τη συνολικά, μέχρι τέλους. Θα πρέπει, επίσης, η έκφραση αυτή να προσαρμοστεί στο περιβάλλον ώστε να πάρει μια μορφή που να μην επιτρέπει ούτε την απόρριψη ούτε την άρνηση των συναισθημάτων σας εξωτερικά, αλλά την αποδοχή και την κατανόησή τους και, εάν αυτό είναι δυνατό να βελτιώνει τις αλληλεπιδράσεις σας στο μέλλον.

Με την απαλλαγή των εγωιστικών επιθυμιών, απαλλάσσεται κάποιος από τις εσωτερικές συγκρούσεις

Ο Ταοϊσμός πρωτοπαρουσιάστηκε στην Κίνα κατά τη μέση περίοδο της βασιλείας, γύρω στον τρίτο ή τέταρτο αιώνα π.Χ., από τον Λάο Τσε σε ένα σύντομο έργο με λιγότερες από 6.000 λέξεις,που ονομαζόταν “Το Ταό” (Ο Δρόμος).Η φιλοσοφία του επεκτάθηκε αργότερα και ερμηνεύτηκε από έναν ιδιοφυή φιλόσοφο και ποιητή, τον Τσουάνγκ Τσου, κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του τέταρτου αιώνα π.Χ..

Ο κύριος στόχος της ταοϊστικής φιλοσοφίας είναι η εσωτερική ολοκλήρωση και αρμονία κάθε ατόμου. Σαν τέτοιος, δεν είναι ένας βολικός δρόμος. Προβάλλει ότι καθένας από μας μπορεί να πετύχει να φθάσει στην πλήρη ανθρώπινη φύση του μέσα από τη διαδικασία της λησμονιάς όσων έχει ήδη μάθει, ώστε να του δοθεί η ευκαιρία να επιστρέψει στην αρμονία με όλα τα πράγματα, όπως ήταν στην αρχή.

Ο εγωισμός θεωρείται ότι βρίσκεται στη ρίζα όλης της δυσαρμονίας κι έτσι ο κύριος αιτιολογικός παράγοντας της ανθρώπινης δυστυχίας. Για το λόγο αυτό, ο άνθρωπος πρέπει ν’ αγωνιστεί ν’ απαλλαγεί από τον εγωισμό του. Με την απαλλαγή των εγωιστικών επιθυμιών, απαλλάσσεται κάποιος και από τις εσωτερικές συγκρούσεις.

Ο Λάο Τσε υποδήλωνε έτσι, ότι τα ολοκληρωμένα άτομα θα είχαν λίγες επιθυμίες και δεν θα προσκολλώνται σε ανθρώπους ή σε πράγματα. Θα ζούσαν με τη δική τους κρίση και όχι με εκείνη των άλλων. Θα πάλευαν για τη φυσική απλότητα και την αυθόρμητη ζωή και θα απαλλάσσονταν από την επιφανειακότητα και τον καταναγκασμό.

Οι ολοκληρωμένοι Ταοϊστές δεν είναι στο έλεος των παρορμήσεών τους.

Αγωνίζονται να διατηρήσουν τον εαυτό τους σωστά σε σχέση με τις φανερές δυνατότητες και αδυναμίες τους. Θεωρούν τον εαυτό τους μοναδικό και γι’ αυτό με κανέναν ανταγωνιστικό.

Εξασκούνται στην “αδράνεια”. Η αδράνεια για τον Ταοϊστή δεν είναι μια παθητική κατάσταση, αλλά μάλλον μια λεπτή μορφή δράσης. Η πορεία του νερού χρησιμοποιείται σαν συνηθισμένη μεταφορά γι’ αυτό. Με τα λόγια του Λάο Τσε, καθώς η μαλακή υποχώρηση του νερού σχίζει την ισχυρή πέτρα. Έτσι και η υποχώρηση στην ζωή επιλύει το άλυτο: Η υποχώρηση, έμαθα, είναι να επιστρέφεις πίσω ξανά.

Αλλʹ αυτό το άγραφο μάθημα, αυτό το εύκολο παράδειγμα, χάθηκε από τους ανθρώπους.

Οι Ταοϊστές βλέπουν τη δύναμη στην ηθική και γι’ αυτό είναι ευαίσθητοι προς την κοινωνία και τα συναισθήματα των άλλων. Δεν κρίνουν και προσπαθούν ν’ ανταποκρίνονται στη στάση των άλλων περισσότερο απ’ ό,τι στις ενέργειές τους. Απορρίπτουν τη βία, την καταπίεση και την εξουσία.

Αρνούνται να συμμετάσχουν στην κατάκτηση της φύσης ή την εκμετάλλευση άλλων. Περισσότερο, παλεύουν να γίνουν οι φιλικοί συνεργάτες των ανθρώπων και της φύσης. Ο στόχος τους είναι η αρμονία με όλα τα πράγματα, επιτρέποντας σε όλα τα πράγματα να πραγματοποιήσουν τον προορισμό τους.

Και, πάνω απ’ όλα, μην πλανηθείτε από την ανόητη ιδέα πως είναι επικίνδυνο να έχετε υπερβολικές ελπίδες

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος
για τους περισσότερους από εμάς
δεν είναι πως οι στόχοι μας είναι
υπερβολικά ψηλοί
για να τους φτάσουμε,
αλλά ότι είναι
υπερβολικά χαμηλοί
και τους φτάνουμε.

ΜΙΧΑΗΛ ΑΓΓΕΛΟΣ (ΜΙΚΕΛΑΝΤΖΕΛΟ) (1475 – 1564)

Ιταλός ζωγράφος, γλύπτης, αρχιτέκτονας και ποιητής, ο αναγεννησιακός καλλιτέχνης Μικελάντζελο Μπουοναρότι είναι μία εξέχουσα μορφή στην ιστορία των εικαστικών τεχνών.

Μία από τις πιο συχνές κριτικές που δέχομαι είναι ότι προσφέρω υπερβολικά πολλές ελπίδες σε ανθρώπους που βρίσκονται σε δεινές συνθήκες, και ότι αυτό θα μπορούσε να αποβεί επικίνδυνο. Παρ’ όλα αυτά, εγώ εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω πώς το να έχει κάποιος πολλές ελπίδες θα μπορούσε να αποβεί επικίνδυνο.

Όταν οι άνθρωποι μου λένε για κάποια ιατρική διάγνωση που θεωρεί την πάθησή τους ανίατη, εγώ τους παροτρύνω να εστιάσουν σε ένα αποτέλεσμα εξ ολοκλήρου αντίθετο από το προβλεπόμενο. Τους μιλώ συχνά για τον νόμο εκείνο που καθιστά τα θαύματα δυνατά, από την αρχή του χρόνου. Τους εξηγώ ότι ο νόμος αυτός ουδέποτε καταργήθηκε και πως εξακολουθεί να ισχύει. Αναφέρω περιπτώσεις ανθρώπων που, ενώ τους έδιναν έξι μήνες ζωής και τους έστειλαν στα σπίτια τους για να πεθάνουν, εκείνοι απελευθερώθκαν τόσο από την ασθένειά τους όσο και από τη διάγνωση. Λαμβάνω καθημερινά επιστολές από ανθρώπους οι οποίοι αρνήθηκαν να αποδεχτούν τις αρνητικές προγνώσεις και τις λιγοστές ελπίδες που άλλοι είχαν καθορίσει γι’ αυτούς, και σε αυτές τις επιστολές μου περιγράφουν πόσο ευγνώμονες ήταν για το μήνυμα ελπίδας που τους έδωσα στους δύσκο λους καιρούς.

Πιστεύω πως ο Μιχαήλ Άγγελος, που πέθανε μόλις λίγες ημέρες προτού συμπληρώσει τα ογδόντα εννέα χρόνια του, φιλοτεχνώντας αγάλματα και πίνακες και επίσης συγγράφοντας και σχεδιάζοντας μέχρι την τελευταία στιγμή –σε μία εποχή όπου η ηλικία των ενενήντα ετών υπερέβαινε κατά εξήντα περίπου χρόνια τον μέσο όρο ζωής- μιλά μέσα από το περίφημο αυτό χωρίο του έργου του για την ιδέα να έχουμε υψηλούς στόχους και μεγάλες ελπίδες. Ο κίνδυνος δεν καραδοκεί στις μεγάλες ελπίδες, ούτε καν στις απατηλές, αλλά στις υπερβολικά μικρές ή στην απουσία ελπίδας. Αυτή η τελευταία εξαλείφει τους στόχους και τα σχέδιά μας προτού καν προσπαθήσουμε να τα υπολογίσουμε.

Αυτό δεν αφορά μόνο την ανάρρωση από τις σωματικές ασθένειες, αλλά περιλαμβάνει στην κυριολεξία τα πάντα.

Ο κόσμος είναι γεμάτος ανθρώπους που στόχευσαν χαμηλά και η σκέψη τους στάθηκε πάντοτε άτολμη, και που θέλουν να επιβά λουν αυτόν τον μηδαμινό τρόπο σκέψης σε οποιονδήποτε τους δίνει κάποια σημασία. Ο πραγματικός κίνδυνος είναι η παραίτηση ή το να προδιαγράφουμε πολύ στενά όρια για τον εαυτό μας, με υπερβολικά χαμηλές προσδοκίες.

Ακούστε με προσοχή τον Μιχαήλ Άγγελο, τον άνθρωπο που θεωρείται από πολλούς ως ο μεγαλύτερος καλλιτέχνης όλων των εποχών. Θυμάμαι τον εαυτό μου να στέκεται καθηλωμένος μπροστά στο άγαλμα του Δαβίδ στη Φλωρεντία. Το μέγεθος, το μεγαλείο, το πνεύμα που έμοιαζε να ξεπηδά κατευθείαν από το μάρμαρο, ήταν ο ίδιος ο Μιχαήλ Άγγελος που έλεγε σε όλους εμάς: «Στόχευε ψηλά». Όταν τον είχαν ρωτήσει πώς κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα τέτοιο αριστούργημα, εκείνος απάντησε πως ο Δαβίδ βρισκόταν ήδη μέσα στο μάρμαρο κι εκείνος έπρεπε απλώς να αφαιρέσει με τη σμίλη του ό,τι περίσσευε ώστε να του επιτρέψει να απελευθερωθεί. Υψηλός στόχος, μα την αλήθεια. Και μια που μιλάμε για ύψος, ρίξτε κάποια φορά μια ματιά στην Καπέλα Σιξτίνα, όπου ο Μιχαήλ Άγγελος ζωγράφισε την οροφή, ξαπλωμένος ανάσκελα και δουλεύοντας σε καθημερινή βάση επί τέσσερα ολόκληρα χρό νια, από το 1508 ως το 1512. Ήταν ένα πλάνο που καλλιτέχνες μικρότερου μεγέθους θα είχαν θεωρήσει ανέφικτο, όμως Ο Μιχαήλ Άγγελος το ανέλαβε, όπως και πολλά άλλα εξίσου μεγαλόπνοα σχέδια, στη διάρκεια μιας ζωής γεμάτης ενέργεια, τεράστιο ταλέντο και φυσικά, υψηλούς στόχους.

Η συμβουλή του Μιχαήλ Άγγελου μπορεί να εφαρμοστεί σήμερα στη ζωή σας με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που ίσχυε και τότε για τη δική του ζωή, εδώ και περισσότερα από πεντακόσια χρόνια . Ποτέ μην ακούσετε αυτούς που προσπαθούν να σας επηρεάσουν με τον πεσιμισμό τους. Έχετε απόλυτη εμπιστοσύνη στην ικανότητά σας να νιώσετε κι εσείς την αγάπη που ακτινοβολεί μέσα από τον Δαβίδ ή τη Μαντόνα και το Βρέφος ή τις ουράνιες νωπογραφίες στην οροφή της Καπέλα Σιξτίνα. Η αγάπη είναι η συνειδητή επαφή σας με τον καλλιτέχνη ο οποίος μοιράστηκε το ίδιο συμπαντικό πνεύμα ενότητας με εσάς και με κάθε άλλη ανθρώπινη ύπαρξη που βάδισε ποτέ επάνω στη γη.

Στοχεύετε ψηλά, αρνηθείτε να έχετε περιορισμένες σκέψεις και χαμηλές προσδοκίες, και, πάνω απ’ όλα, μην πλανηθείτε από την ανόητη ιδέα πως είναι επικίνδυνο να έχετε υπερβολικές ελπίδες.

Οι ιδιότητες του πολιτικού

«Δύο τρόποι υπάρχουν για να κάνει κάποιος την πολιτική επάγγελμά του: Ή ζει για την πολιτική ή ζει από την πολιτική.» -Μαξ Βέμπερ, Η Πολιτική ως Επάγγελμα

Πολιτικός είναι αυτός που ασκεί πολιτική εξουσία, σύμφωνα με τους κανόνες της πολιτικής τέχνης και επιστήμης. Χρειάζεται να γνωρίζει ότι η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού. Αυτό δεν σημαίνει ότι η πολιτική είναι διαχείριση καταστάσεων χωρίς όραμα. Το επιθυμητό, το όραμα, το ιδανικό είναι αυτά που εμπνέουν και νοηματοδοτούν την πολιτική. Αν οι λαοί που έκαναν μεγάλες επαναστάσεις και τομές στην ιστορία (π.χ. Γαλλική Επανάσταση, Ρωσική Επανάσταση) δεν κινητοποιούνταν από κάποιο ιδανικό (ισότητα, ελευθερία κτλ.) και παρέμεναν στη σφαίρα του εφικτού, οι επαναστάσεις αυτές δεν θα είχαν γίνει. 

Άλλωστε και ο Κολοκοτρώνης παρατηρούσε για την Ελληνική επανάσταση του 1821:

«Ο κόσμος μάς έλεγε τρελούς. Ημείς, αν δεν είμεθα τρελοί, δεν θα εκάναμε την επανάσταση, διατί ηθέλαμε συλλογισθεί πρώτον δια πολεμοφόδια, καβαλλαρία μας, πυροβολικό μας, πυροτοθήκες μας, τα μαγαζιά μας, ηθέλαμε λογαριάσει τη δύναμη την εδική μας, την τούρκικη δύναμη. Τώρα όπου ενικήσαμε, όπου ετελειώσαμε με καλό τον πόλεμό μας, μακαριζόμεθα, επαινόμεθα. Αν δεν ευτυχούσαμε, ηθέλαμε τρώγει κατάρες, αναθέματα». 

Πράγματι, αν οι αγωνιστές του 1821 περιορίζονταν στο «εφικτό» δεν έπρεπε να είχαν ξεκινήσει την επανάσταση.

Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, πρέπει να κυβερνούν οι άριστοι, οι ειδικοί, όπως σε όλες τις τέχνες, γιατί η άγνοια και η ανεπάρκεια των πολιτικών είναι μεγάλη πληγή της δημοκρατίας. Όμως, η άποψη του Πλάτωνα καταργεί την ουσία της άμεσης δημοκρατίας της αρχαίας Αθήνας. Θεωρεί ότι δεν είναι όλοι οι πολίτες ικανοί να κυβερνήσουν αλλά μόνο οι άριστοι.

Αν η πολιτική είναι η κορωνίδα των επιστημών και των τεχνών, τότε και ο πολιτικός κατέχει κυρίαρχη θέση και παίζει κυρίαρχο ρόλο. Κατέχει την υπέρτατη εξουσία (την πολιτική εξουσία) και με τις αποφάσεις του επηρεάζει τις υπόλοιπες εξουσίες. Γι', αυτό άγνοια και ανεπάρκεια στους πολιτικούς αλλά και στους πολίτες –που είναι εν δυνάμει πολιτικοί–  δεν συγχωρείται.

Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, όποιος πρόκειται να αναλάβει δημόσια αξιώματα πρέπει να έχει αρετές και προσόντα:

Να αγαπάει την πόλη, την πολιτική, το πολίτευμα, τους πολίτες.
Να είναι δίκαιος, ενάρετος, μετριοπαθής, συνετός.
Να γνωρίζει ποιοι νόμοι σώζουν και φθείρουν το πολίτευμα.
Να είναι ικανός να εκτελεί έργα.
Να επιλέγει εφικτούς σκοπούς και θεμιτά μέσα για να τους πραγματοποιήσει.

Σύμφωνα με τον Αγάθωνα (ποιητή 5ου π.Χ. αιώνα), ο πολιτικός δεν πρέπει να λησμονεί τρία πράγματα: ότι κυβερνά ανθρώπους, ότι κυβερνά σύμφωνα με τους νόμους, ότι δεν θα κυβερνά για πάντα.

Ο πολιτικός χρειάζεται να είναι και ρήτορας. Ο προφορικός λόγος γίνεται το κύριο εργαλείο του πολιτικού, το μέσο για απόκτηση και άσκηση εξουσίας. Η πολιτική τέχνη απαιτεί ικανότητα χειρισμού του λόγου. Αλλά αυτό δεν αρκεί. Για να πείσει ο πολιτικός χρειάζεται να έχει και ήθος. Και βέβαια πολιτικό ήθος δεν έχει ο πολιτικάντης, δηλαδή ο επιτήδειος στο να εκμεταλλεύεται πολιτικές καταστάσεις για την εξυπηρέτηση του ατομικού του συμφέροντος.

Ο πολιτικός λόγος και ο αντίλογος είναι χαρακτηριστικό της δημοκρατίας. Η ενημέρωση του πολίτη για τις θέσεις και τα προγράμματα των υποψηφίων και των κομμάτων είναι απαραίτητη, ώστε να αποφασίσει έχοντας τη σχετική ενημέρωση.

Χαρακτηριστικά ενός ποιοτικού πολιτικού λόγου, μεταξύ άλλων, θεωρούνται η σαφήνεια και η λιτότητα, η ορθολογική σκέψη, η πειθώ με επιχειρήματα, η πολιτισμένη αντιπαράθεση κτλ.

Κάποιοι πολιτικοί είναι ηγέτες. Οι ηγέτες είναι πρόσωπα με πολλά και υψηλού επιπέδου προσόντα. Τα προσόντα αποκτώνται από την οικογένεια, το σχολείο, την κοινωνία, την προσωπική αναζήτηση.

Τέτοια προσόντα ενός ηγέτη είναι:

α. Να έχει όραμα. Διαρκής προσπάθεια υλοποίησης του οράματος, αλλά και ικανότητα για προσαρμογή, πρωτοβουλία, ορθολογική σκέψη και λήψη αποφάσεων. Επίσης, δημιουργική σκέψη, ανάλυση και σύνθεση καταστάσεων, επίλυση προβλημάτων και συγκρούσεων, ικανότητα λεκτικής και εξωλεκτικής επικοινωνίας κτλ.

β. Ηθικά προσόντα. Τέτοια προσόντα είναι π.χ. η υπευθυνότητα, ηγγ συνεργασία, η εντιμότητα, η κοινωνική ευαισθησία, και γενικά οι πολιτικές αρετές (ελευθερία, δικαιοσύνη, αλληλεγγύη κτλ.).

γ. Γνώσεις, γενικές και ειδικές. Γνώσεις για την πολιτική κατάσταση και τις πολιτικές εξελίξεις, για τις διεθνείς σχέσεις και τους συσχετισμούς δυνάμεων, για την υπάρχουσα οικονομική κατάσταση και τις προβλεπόμενες εξελίξεις, αλλά και γνώσεις για διάφορους τομείς και κλάδους της οικονομίας κτλ.

Γενικά, ο ηγέτης έχει την ικανότητα να συνθέτει διαφορετικές απόψεις και ιδέες, να έχει σφαιρική και συνολική αντίληψη του κόσμου, να εμπνέει τους πολίτες και, επιπλέον, να μετουσιώνει όσα υπόσχεται και δηλώνει σε έργα.

Ο Αριστοτέλης για την ανδρεία και την ακολασία

Για τον Αριστοτέλη το ζήτημα της ευχαρίστησης (και της λύπης) είναι αλληλένδετο με την ανθρώπινη συμπεριφορά, αφού τελικά όλοι θα πράξουν αυτό που θα τους δώσει ευχαρίστηση. Ακόμη και ο εγκρατής, που έχει τη δύναμη να αρνηθεί πρόσκαιρες ηδονές, θα το κάνει προς υλοποίηση μεταγενέστερων και πιο σημαντικών απολαύσεων αντιλαμβανόμενος ότι η εγκράτεια θα τον ωφελήσει περισσότερο.

Μπορεί κανείς να δείξει εγκράτεια στο φαγητό τρώγοντας αυτά που πρέπει χωρίς υπερβολές, όχι επειδή αρνείται την ηδονή της τροφής, αλλά γιατί με αυτό τον τρόπο επενδύει στην υγεία του. Η καλή υγεία που εξασφαλίζει η σωστή διατροφή θα επιφέρει σωματική ευεξία και τη δυνατότητα να συνεχίζει κανείς να απολαμβάνει το φαγητό για πολύ μεγαλύτερο διάστημα. Από την άλλη, ο ακόλαστος αδυνατώντας να αντισταθεί στις γαστριμαργικές ηδονές υπερβάλλει στο φαγητό υπονομεύοντας την υγεία του και εκτιθέμενος στον κίνδυνο να το στερηθεί υπακούοντας στις οδηγίες του γιατρού του. (Εκτός εάν προτιμήσει τον πρόωρο θάνατο).

Από αυτή την άποψη, τα κίνητρα είναι τα ίδια και για τον ακόλαστο και για τον εγκρατή. Αυτό που διαφέρει είναι η αντίληψη για τον τρόπο ζωής που θα επιφέρει τις μεγαλύτερες και διαρκέστερες ηδονές.

Η προτίμηση του Αριστοτέλη για τις πνευματικές ηδονές θα πρέπει να ερμηνευτεί με τον ίδιο τρόπο. Δεν πρόκειται για άρνηση των σωματικών ηδονών –κάτι τέτοιο θα ήταν αντίθετο με τη φύση– αλλά για την ιεράρχηση των απολαύσεων στο σύνολό τους καταδεικνύοντας το αστείρευτο το πνευματικών ηδονών σε αντίθεση με το πεπερασμένο της ευχαρίστησης (και χρονικά και ποσοτικά και ποιοτικά) που μπορεί να προσφέρει το σώμα.

Το κίνητρο της ηδονής είναι κοινό και για τις ενάρετες πράξεις και για τις αντίθετες με την αρετή, αφού και ο ανδρείος και ο θρασύς νιώθουν ευχαρίστηση από τη συμπεριφορά τους. Η ίδια η αίσθηση του κινδύνου ενδέχεται για κάποιους να λειτουργεί ηδονικά: «Μερικοί, πάλι, αντέχουν το φόβο λόγω κάποιων ηδονών σαν το αίσθημα του θυμού· γιατί και ο θυμός προκαλεί κάποια ηδονή, αφού συνδέεται με την ελπίδα της εκδίκησης» (1229b 39-41).

Όμως, ο ανδρείος δεν πρέπει να ορίζεται με τέτοια κριτήρια ευχαρίστησης. Ο θυμός και η εκδίκηση δεν αρμόζουν στο πλαίσιο της αρετής. Μια τέτοια εκδοχή ευχαρίστησης αρμόζει περισσότερο στη ρηχότητα του θράσους: «Αλλά το χαρακτηρισμό του ανδρείου δεν το δικαιούται κανένας από όσους αντέχουν του θάνατο χάριν αυτής της ηδονής ή κάποιας άλλης ή για να αποφύγουν ακόμα πιο μεγάλο πόνο» (1229b 41-44).

Με δυο λόγια, ανδρείος δεν είναι εκείνος που κινείται από τα ευτελή κίνητρα της εκδίκησης ή της χαράς του κινδύνου. Ανδρείος είναι ο άνθρωπος που ξέρει να αντέχει το φόβο του θανάτου προκειμένου να υπερασπίσει τις αξίες που ορίζονται από το πνεύμα της αρετής κι αυτός είναι ο λόγος που η ανδρεία διέπεται απόλυτα από το μέτρο και τη λογική.

Όσο για εκείνον που προτιμά το θάνατο για να αποφύγει χειρότερες συμφορές, η πράξη του αποτελεί περισσότερο τρόπο διαφυγής παρά γενναιότητα. Οι αφόρητοι πόνοι που καθιστούν το θάνατο προτιμότερο δεν καταδεικνύουν το θάρρος του ανθρώπου που επιλέγει να πεθάνει αλλά το αδιέξοδο της ζωής του. Το μέγεθος μιας τέτοιας οδύνης μπορεί να επιφέρει τη λύπη για τα άτομα που την υφίστανται αλλά δε σηματοδοτούν την ανδρεία.

Μια τέτοια επιλογή όμως, δε σημαίνει ότι ο θάνατος πρέπει να εκληφθεί ως κάτι ευχάριστο: «Δεν είναι, βέβαια, ηδύ ο ίδιος ο θάνατος, αφού τότε οι ακόλαστοι, από αδυναμία θέλησης, θα διάλεγαν πολλές φορές να πεθάνουν· και ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι ηδύς ο ίδιος ο θάνατος αλλά μερικά απ’ αυτά που τον προκαλούν, πολλοί από αδυναμία πέφτουν εν γνώσει τους σε αυτά· κανέναν από αυτούς δε θα τον χαρακτηρίζαμε ανδρείο, μολονότι είναι απολύτως έτοιμος να πεθάνει» (1229b 44-50).

Το συμπέρασμα του Αριστοτέλη είναι ότι η ανδρεία πριν από όλα πρέπει να σχετίζεται με το αίσθημα της αιδούς: «Αλλά από όλες τις περιπτώσεις ανδρείων που αναφέραμε, πιο πολύ φαίνονται ανδρείοι όσοι από αιδώ αντέχουν το φόβο, όπως ο Έκτορας που λέει ο Όμηρος ότι άντεξε το φόβο του για τον Αχιλλέα: “αιδώς κυρίεψε τον Έκτορα και πρώτος ο Πολυδάμαντας θα βγει να με ντροπιάσει”, και αυτή είναι η πολιτική ανδρεία» (1230a 22-29).

Ωστόσο, το αναμφισβήτητο ότι η εκδοχή της ανδρείας με γνώμονα την αιδώ υπερέχει όλων των άλλων δε σημαίνει ότι κρίνεται και ως ιδανική: «Αλλά η αληθινή ανδρεία δεν είναι ούτε η πολιτική ούτε καμία από τις υπόλοιπες· μοιάζει, βέβαια, με αυτές, όπως μοιάζει και η ανδρεία των θηρίων που ορμούν εξαγριωμένα εκεί που θα δεχτούν το χτύπημα. Δεν πρέπει κανείς να μπαίνει σε κίνδυνο ούτε από ντροπή ούτε από οργή ούτε επειδή πιστεύει πως δε θα πεθάνει ούτε επειδή έχει δύναμη να προφυλαχτεί. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις ούτε καν υπόνοια πραγματικού φόβου δε θα έχει» (1230a 30-35).

Σε τελική ανάλυση, ως ανδρεία ορίζεται η δυνατότητα χαλιναγώγησης του φόβου για το θάνατο. Η ασφάλεια της σωστής στρατιωτικής θέσης και της πολεμικής πείρας που εν τέλει εκμηδενίζουν τον κίνδυνο είναι αδύνατο να θεωρηθούν ανδρεία, αφού δεν υπάρχει ούτε η υπόνοια του θανάτου. Από την άλλη, οι συναισθηματικές εξάρσεις (είτε της ντροπής, είτε της εκδίκησης, είτε της απώλειας, είτε της οργής) που αδρανοποιούν τη λογική αφαιρούν κάθε έννοια συνείδησης με αποτέλεσμα η δράση να είναι αντανακλαστική, όπως και του θηρίου.

Η ανδρεία ορίζεται μόνο μέσα στο πλαίσιο της λογικής που πιστοποιεί τη συνειδητή πράξη. Κι αυτό εξασφαλίζεται από την προϋπόθεση της ελεύθερης βούλησης. Τα άτομα που ενεργούν σε συναισθηματική έξαρση δε λειτουργούν ελεύθερα, αλλά κατευθύνονται με τρόπο αυτόματο από τα συναισθήματά τους. Κατά κάποιο τρόπο είναι σαν να χάνουν τον εαυτό τους. Γι’ αυτό κι ενδέχεται να προβούν σε πράξεις για τις οποίες θα μετανιώσουν. Μια τέτοια συμπεριφορά είναι αδύνατο να εκληφθεί ως ανδρεία.

Ο Αριστοτέλης είναι σαφής: «κάθε αρετή βασίζεται στην προαίρεση (έλλογη προτίμηση) (πώς το εννοούμε αυτό, το είπαμε προηγουμένως: με κάποιο τελικό σκοπό μάς οδηγεί η αρετή σε όλες τις επιλογές μας, και αυτός ο τελικός σκοπός δεν είναι άλλος από το καλό)· έτσι είναι φανερό ότι και η ανδρεία, ως αρετή που είναι, με κάποιο τελικό σκοπό θα μας κάνει να αντέχουμε το φόβο» (1230a 36-40).

Το τελικό συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα: «Άρα, ούτε από άγνοια (τουναντίον, μας κάνει να κρίνουμε σωστά) ούτε από ηδονή, αλλά για το καλό γινόμαστε ανδρείοι, αφού αν δεν είναι για το καλό μα για μια τρέλα, δεν μπαίνει κανείς σε κίνδυνο, πράγμα που θα ήταν αισχρό» (1230a 41-44).

Κι αφού εξετάστηκε επαρκώς το ζήτημα της ανδρείας, σειρά έχει η διερεύνηση της ακολασίας: «… ενώ υπάρχουν πολλές σημασίες της λέξης ακολασία, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι αυτή σχετίζεται σε κάθε περίπτωση με ορισμένες ηδονές και λύπες· και ανάλογα με τον τρόπο της σχέσης, διακρίνονται είδη ακολασίας αλλά και η ίδια η ακολασία από άλλες κακίες» (1230b 9-13).

Με δεδομένο ότι η ακολασία έγκειται στο εσφαλμένο πεδίο της υπερβολής, η αναισθησία βρίσκεται στο άλλο άκρο της έλλειψης: «Απέναντι, λοιπόν, στις ηδονές των ακόλαστων κάποιοι από αναισθησία παραμένουν απαθείς· αυτούς άλλοι τους λένε αναίσθητους, άλλοι αλλιώς. Όμως αυτό το πάθος δεν το βλέπουμε εύκολα ούτε είναι και πολύ συνηθισμένο, αφού όλοι τείνουν πιο πολύ προς το αντίθετο σφάλμα, και στη φύση όλων είναι να νικιούνται από αυτές τις ηδονές και να τις βιώνουν» (1230b 14-21).

Η μεσότητα της αρετής ανάμεσα στα άκρα της ακολασίας και της αναισθησίας εκφράζεται από τη σύνεση του φρόνιμου ανθρώπου: «Αφού, τώρα, ο σώφρων έχει να κάνει με ορισμένες ηδονές, υποχρεωτικά θα έχει να κάνει και με τις αντίστοιχες επιθυμίες. Πρέπει, λοιπόν, να δούμε ποιες είναι αυτές. Διότι ο σώφρων δε χαρακτηρίζεται έτσι για τη στάση απέναντι σε οποιαδήποτε ηδονή και σε οτιδήποτε ηδύ, αλλά –έτσι θεωρείται– απέναντι σε δύο μόνο αντικείμενα της αίσθησης, το αντικείμενο της γεύσης και το αντικείμενο της αφής, στην ουσία όμως μόνο της αφής» (1230b 24-29).

Για τον Αριστοτέλη οι αισθήσεις που ωθούν στην ακολασία είναι η γεύση και η αφή και πρωτίστως η αφή, αφού ακόμη και για τις γαστριμαργικές καταχρήσεις το όργανο που προσφέρει τη μεγαλύτερη ηδονή είναι ο φάρυγγας: «Όσον αφορά τις ηδονές της γεύσης, τα άγρια ζώα δεν τα αγγίζουν όλες οι ηδονές, ειδικά εκείνες στις οποίες το αίσθημα εντοπίζεται μόνο στο άκρο της γλώσσας, αλλά όσες προκαλούν αίσθηση στο φάρυγγα. Και το αίσθημα ταιριάζει πιο πολύ στην αφή παρά στη γεύση. Γι’ αυτό και οι λαίμαργοι δεν εύχονται να έχουν γλώσσα μακριά αλλά φάρυγγα γερανού» (1231a 16-21).

Για να συνοψίσει: «Με ένα λόγο, λοιπόν, με την αφή έχει να κάνει η ακολασία, και αντίστοιχα με τις ηδονές της αφής ο ακόλαστος. Η ασυδοσία στο πιοτό, δηλαδή, και η γαστριμαργία και η λαγνεία και η λαιμαργία και όλα τα παρόμοια σχετίζονται με αισθήματα γεύσης ή αφής, και αντίστοιχα προκύπτουν και τα είδη της ακολασίας» (1231a 23-28).

Οι άλλες αισθήσεις κρίνονται ουδέτερες από άποψη αρετής, αφού δεν επισύρονται χαρακτηρισμοί ηθικής ποιότητας ούτε για λόγους ακοής ούτε για λόγους όσφρησης ή όρασης: «Δε μιλάμε, δηλαδή, για άνθρωπο σώφρονα όταν πρόκειται για την οπτική ηδονή από τα ωραία (αρκεί να μην υπάρχει ερωτική επιθυμία) ή τη λύπη για τα άσχημα· ούτε όταν πρόκειται για την ακουστική ηδονή ή λύπη από την ηχητική αρμονία ή δυσαρμονία· ούτε για την οσφρητική ηδονή ή λύπη από τα ευώδη ή τα δυσώδη. Εξάλλου, ούτε για τον ακόλαστο μιλάμε στις αντίστοιχες περιπτώσεις» (1230b 30-37).

Κανείς δε θεωρείται σώφρων ή ακόλαστος από τα ακούσματα ή τα θεάματα που τον ευχαριστούν, «αρκεί να μην υπάρχει ερωτική επιθυμία». (Αν το θέαμα ή το ακρόαμα έχει να κάνει με την καθαρά σαρκική εκδοχή του έρωτα, τότε ασφαλώς τίθεται στο πλευρό της ακολασίας): «Εάν κάποιος θεάται έναν ωραίο ανδριάντα ή ίππο ή άνθρωπο, ή εάν ακούει έναν τραγουδιστή, και δεν επιθυμεί ούτε να φάει ούτε να πιεί ούτε να προβεί σε ερωτικές πράξεις, αλλά μόνο να θεάται το ωραίο και να ακούει το τραγούδι, δεν μπορεί να θεωρηθεί ακόλαστος» (1230b 37-41).

Σε τελική ανάλυση, η ακολασία δεν μπορεί παρά να σχετίζεται με το ζωώδες. Αυτός είναι και ο λόγος που αφορά τη γεύση και πρωτίστως την αφή: «Η ακολασία συνδέεται μόνο με δύο αντικείμενα των αισθήσεων, με εκείνα που και τα άγρια ζώα συμβαίνει να αισθάνονται απόλαυση ή λύπη, δηλαδή τα αντικείμενα της γεύσης και της αφής. Απέναντι σε ηδονικά αντικείμενα των άλλων αισθήσεων όλα τα ζώα παρομοίως φαίνονται αναίσθητα, π.χ. απέναντι στην ηχητική αρμονία ή το οπτικό κάλλος. Με τη θεωρία των ωραίων και την ακρόαση των αρμονιών δε φαίνεται να νιώθουν τίποτε άξιο λόγου, εκτός αν συμβαίνει κάτι τελείως αφύσικο» (1230b 43-46 και 1231a 1-6).

Το ότι σύγχρονες μελέτες έχουν καταδείξει ότι και κάποια ζώα είναι σε θέση να αντιλαμβάνονται τις μουσικές αρμονίες κι (ενδεχομένως) να επηρεάζονται από αυτές δεν αναιρεί ότι η μουσικότητα αφορά πρωτίστως τους ανθρώπους. Η ουσία του αριστοτελικού συλλογισμού που θέλει την ακολασία να προσδιορίζεται από το ζωώδες παραμένει αναλλοίωτη. Και βέβαια, η απόλαυση της μουσικής αρμονίας είναι αδύνατο να σχετίζεται με το ζωώδες. Ακόμα και στην περίπτωση που κάποιος ευχαριστιέται με ακροάματα χαμηλού επιπέδου, θα ήταν παράλογο να χαρακτηριστεί ακόλαστος.

Το ίδιο και με την όσφρηση: «το ίδιο ισχύει και με τα ευώδη και δυσώδη, παρόλο που τα ζώα έχουν οξύτερες από τον άνθρωπο αισθήσεις. Και από τις οσμές τα ζώα απολαμβάνουν όσες τα ευφραίνουν όχι αυτές καθαυτές αλλά κάτι τυχαίο που συνδέεται με αυτές» (1231a 6-10).

Για να διευκρινιστεί αμέσως: «όταν λέω “όχι αυτές καθαυτές”, εννοώ αυτές που τις απολαμβάνουμε με την ελπίδα για κάτι άλλο ή τη μνήμη, π.χ. τις οσμές των φαγητών και των ποτών τις απολαμβάνουμε λόγω μιας άλλης ηδονής, να φάμε ή να πιούμε· ενώ με το “αυτές καθαυτές” εννοώ οσμές σαν αυτές των λουλουδιών» (1231a 10-14).

Πράγματι, μια καθαυτή οσμή, όπως των λουλουδιών είναι αδύνατο να επισύρει ηθικούς προσδιορισμούς. Οι ηθικοί προσδιορισμοί έχουν να κάνουν με την άσκηση της αρετής που υποδεικνύεται από τη μεσότητα μέσα στο πλαίσιο της λογικής. Το άρωμα των λουλουδιών, καθώς και οι σχετικές προτιμήσεις που μπορεί να έχει κάθε άνθρωπος, δεν εντάσσονται σε αυτό το πλαίσιο.

Ο ακόλαστος χαρακτηρίζεται από την έλλειψη εγκράτειας σε ζητήματα που εν τέλει είναι ικανά να βλάψουν τον εαυτό του. Κι αυτή είναι η δυστυχία του. Αν και γνωρίζει ότι σφάλλει, είναι αδύναμος να επιδείξει την πρέπουσα θέληση, ώστε να καταφέρει να επιβληθεί στα πάθη του. Δεν είναι απίθανο να τα ιδεολογικοποιήσει κιόλας επικαλούμενος το εφήμερο της ζωής και την αξία των απολαύσεων. Αναγκαστικά θα παρουσιάσει τον εγκρατή για αναίσθητο, ανίκανο να αισθανθεί τις χαρές της ζωής. Κάθε τέτοια προσπάθεια προϋποθέτει τη διαστρέβλωση των εννοιών.

Το βέβαιο είναι ότι παρόλο που τοποθετεί τις απολαύσεις σε αξία ζωής ουσιαστικά αποκλείει τον εαυτό του από τις σπουδαιότερες, αφού επιδίδεται διαρκώς στις ηδονές που αφορούν και τα ζώα. Οι απολαύσεις του έρωτα και του φαγητού, ως κυρίαρχες ασχολίες του ακόλαστου, έχουν να κάνουν με το ζωώδες, καθώς απευθύνονται εξίσου και σε αυτά. Οι πνευματικές απολαύσεις που διαχωρίζουν τον άνθρωπο από τα ζώα καθιστώντας τον ανώτερο συνήθως δεν ενδιαφέρουν τον ακόλαστο που καταδικάζεται στην ευτέλεια της ζωώδους χαράς. Κι αυτή είναι η ύψιστη δυστυχία του.

Αριστοτέλης, Ηθικά Ευδήμια

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΛΥΣΙΑΣ, ΚΑΤΑ ΕΡΑΤΟΣΘΕΝΟΥΣ

ΛΥΣ 12.1–13

Προοίμιον: Η ιδιομορφία της συγκεκριμένης δίκης – Η αρχή της διηγήσεως: Τα αληθινά κίνητρα των Τριάκοντα – Η φιλαργυρία του Πείσωνα

Ο Λυσίας κατηγορεί τον Ερατοσθένη ότι ως ένας από τους Τριάκοντα προκάλεσε τον φόνο του αδελφού του, του Πολέμαρχου. Ο λόγος εκφωνήθηκε το 403 π.Χ. από τον ίδιο τον ρήτορα.


[1] Οὐκ ἄρξασθαί μοι δοκεῖ ἄπορον εἶναι, ὦ ἄνδρες δι-
κασταί, τῆς κατηγορίας, ἀλλὰ παύσασθαι λέγοντι· τοιαῦτα
αὐτοῖς τὸ μέγεθος καὶ τοσαῦτα τὸ πλῆθος εἴργασται, ὥστε
μήτ’ ἂν ψευδόμενον δεινότερα τῶν ὑπαρχόντων κατηγορῆ-
σαι, μήτε τἀληθῆ βουλόμενον εἰπεῖν ἅπαντα δύνασθαι,
ἀλλ’ ἀνάγκη ἢ τὸν κατήγορον ἀπειπεῖν ἢ τὸν χρόνον ἐπι-
λιπεῖν. [2] τοὐναντίον δέ μοι δοκοῦμεν πείσεσθαι ἢ ἐν τῷ πρὸ
τοῦ χρόνῳ. πρότερον μὲν γὰρ ἔδει τὴν ἔχθραν τοὺς κατη-
γοροῦντας ἐπιδεῖξαι, ἥτις εἴη πρὸς τοὺς φεύγοντας· νυνὶ
δὲ παρὰ τῶν φευγόντων χρὴ πυνθάνεσθαι ἥτις ἦν αὐτοῖς
πρὸς τὴν πόλιν ἔχθρα, ἀνθ’ ὅτου τοιαῦτα ἐτόλμησαν εἰς
αὐτὴν ἐξαμαρτάνειν. οὐ μέντοι ὡς οὐκ ἔχων οἰκείας ἔχθρας
καὶ συμφορὰς τοὺς λόγους ποιοῦμαι, ἀλλ’ ὡς ἅπασι πολ-
λῆς ἀφθονίας οὔσης ὑπὲρ τῶν ἰδίων ἢ ὑπὲρ τῶν δημοσίων
ὀργίζεσθαι. [3] ἐγὼ μὲν οὖν, ὦ ἄνδρες δικασταί, οὔτ’ ἐμαυτοῦ
πώποτε οὔτε ἀλλότρια πράγματα πράξας νῦν ἠνάγκασμαι
ὑπὸ τῶν γεγενημένων τούτου κατηγορεῖν, ὥστε πολλάκις
εἰς πολλὴν ἀθυμίαν κατέστην, μὴ διὰ τὴν ἀπειρίαν ἀνα-
ξίως καὶ ἀδυνάτως ὑπὲρ τοῦ ἀδελφοῦ καὶ ἐμαυτοῦ τὴν κα-
τηγορίαν ποιήσομαι. ὅμως δὲ πειράσομαι ὑμᾶς ἐξ ἀρχῆς
ὡς ἂν δύνωμαι δι’ ἐλαχίστων διδάξαι.

[4] Οὑμὸς πατὴρ Κέφαλος ἐπείσθη μὲν ὑπὸ Περικλέους
εἰς ταύτην τὴν γῆν ἀφικέσθαι, ἔτη δὲ τριάκοντα ᾤκησε,
καὶ οὐδενὶ πώποτε οὔτε ἡμεῖς οὔτε ἐκεῖνος δίκην οὔτε
ἐδικασάμεθα οὔτε ἐφύγομεν, ἀλλ’ οὕτως ᾠκοῦμεν δημο-
κρατούμενοι ὥστε μήτε εἰς τοὺς ἄλλους ἐξαμαρτάνειν μήτε
ὑπὸ τῶν ἄλλων ἀδικεῖσθαι. [5] ἐπειδὴ δ’ οἱ τριάκοντα πονηροὶ
[μὲν] καὶ συκοφάνται ὄντες εἰς τὴν ἀρχὴν κατέστησαν,
φάσκοντες χρῆναι τῶν ἀδίκων καθαρὰν ποιῆσαι τὴν πόλιν
καὶ τοὺς λοιποὺς πολίτας ἐπ’ ἀρετὴν καὶ δικαιοσύνην τρα-
πέσθαι, [καὶ] τοιαῦτα λέγοντες οὐ τοιαῦτα ποιεῖν ἐτόλμων,
ὡς ἐγὼ περὶ τῶν ἐμαυτοῦ πρῶτον εἰπὼν καὶ περὶ τῶν
ὑμετέρων ἀναμνῆσαι πειράσομαι. [6] Θέογνις γὰρ καὶ Πείσων
ἔλεγον ἐν τοῖς τριάκοντα περὶ τῶν μετοίκων, ὡς εἶέν τινες
τῇ πολιτείᾳ ἀχθόμενοι· καλλίστην οὖν εἶναι πρόφασιν τι-
μωρεῖσθαι μὲν δοκεῖν, τῷ δ’ ἔργῳ χρηματίζεσθαι· πάντως
δὲ τὴν μὲν πόλιν πένεσθαι τὴν <δ’> ἀρχὴν δεῖσθαι χρη-
μάτων. [7] καὶ τοὺς ἀκούοντας οὐ χαλεπῶς ἔπειθον· ἀποκτιν-
νύναι μὲν γὰρ ἀνθρώπους περὶ οὐδενὸς ἡγοῦντο, λαμβάνειν
δὲ χρήματα περὶ πολλοῦ ἐποιοῦντο. ἔδοξεν οὖν αὐτοῖς δέκα
συλλαβεῖν, τούτων δὲ δύο πένητας, ἵνα αὐτοῖς ᾖ πρὸς τοὺς
ἄλλους ἀπολογία, ὡς οὐ χρημάτων ἕνεκα ταῦτα πέπρακ-
ται, ἀλλὰ συμφέροντα τῇ πολιτείᾳ γεγένηται, ὥσπερ τι
τῶν ἄλλων εὐλόγως πεποιηκότες. [8] διαλαβόντες δὲ τὰς οἰκίας
ἐβάδιζον· καὶ ἐμὲ μὲν ξένους ἑστιῶντα κατέλαβον, οὓς
ἐξελάσαντες Πείσωνί με παραδιδόασιν· οἱ δὲ ἄλλοι εἰς τὸ
ἐργαστήριον ἐλθόντες τὰ ἀνδράποδα ἀπεγράφοντο. ἐγὼ δὲ
Πείσωνα μὲν ἠρώτων εἰ βούλοιτό με σῶσαι χρήματα λαβών.
[9] ὁ δ’ ἔφασκεν, εἰ πολλὰ εἴη. εἶπον οὖν ὅτι τάλαντον ἀργυ-
ρίου ἕτοιμος εἴην δοῦναι· ὁ δ’ ὡμολόγησε ταῦτα ποιήσειν.
ἠπιστάμην μὲν οὖν ὅτι οὔτε θεοὺς οὔτ’ ἀνθρώπους νομίζει,
ὅμως δ’ ἐκ τῶν παρόντων ἐδόκει μοι ἀναγκαιότατον εἶναι
πίστιν παρ’ αὐτοῦ λαβεῖν. [10] ἐπειδὴ δὲ ὤμοσεν, ἐξώλειαν
ἑαυτῷ καὶ τοῖς παισὶν ἐπαρώμενος, λαβὼν τὸ τάλαντόν
με σώσειν, εἰσελθὼν εἰς τὸ δωμάτιον τὴν κιβωτὸν ἀνοίγνυμι.
Πείσων δ’ αἰσθόμενος εἰσέρχεται, καὶ ἰδὼν τὰ ἐνόντα καλεῖ
τῶν ὑπηρετῶν δύο, καὶ τὰ ἐν τῇ κιβωτῷ λαβεῖν ἐκέλευσεν.
[11] ἐπεὶ δὲ οὐχ ὅσον ὡμολόγητο εἶχεν, ὦ ἄνδρες δικασταί,
ἀλλὰ τρία τάλαντα ἀργυρίου καὶ τετρακοσίους κυζικηνοὺς
καὶ ἑκατὸν δαρεικοὺς καὶ φιάλας ἀργυρᾶς τέτταρας, ἐδεό-
μην αὐτοῦ ἐφόδιά μοι δοῦναι, ὁ δ’ ἀγαπήσειν με ἔφασκεν,
εἰ τὸ σῶμα σώσω. [12] ἐξιοῦσι δ’ ἐμοὶ καὶ Πείσωνι ἐπιτυγχάνει
Μηλόβιός τε καὶ Μνησιθείδης ἐκ τοῦ ἐργαστηρίου ἀπιόν-
τες, καὶ καταλαμβάνουσι πρὸς αὐταῖς ταῖς θύραις, καὶ
ἐρωτῶσιν ὅποι βαδίζοιμεν· ὁ δ’ ἔφασκεν εἰς [τὰ] τοῦ ἀδελ-
φοῦ τοῦ ἐμοῦ, ἵνα καὶ τὰ ἐν ἐκείνῃ τῇ οἰκίᾳ σκέψηται.
ἐκεῖνον μὲν οὖν ἐκέλευον βαδίζειν, ἐμὲ δὲ μεθ’ αὑτῶν ἀκο-
λουθεῖν εἰς Δαμνίππου. [13] Πείσων δὲ προσελθὼν σιγᾶν μοι
παρεκελεύετο καὶ θαρρεῖν, ὡς ἥξων ἐκεῖσε. καταλαμβάνο-
μεν δὲ αὐτόθι Θέογνιν ἑτέρους φυλάττοντα· ᾧ παραδόντες
ἐμὲ πάλιν ᾤχοντο. ἐν τοιούτῳ δ’ ὄντι μοι κινδυνεύειν
ἐδόκει, ὡς τοῦ γε ἀποθανεῖν ὑπάρχοντος ἤδη.

***
Κύριοι δικασταί μου φαίνεται ότι δεν είναι δύσκολον να αρχίσω κατηγορίαν, αλλά ότι δύσκολον είναι να παύσω ομιλών. Τόσον μεγάλα και τόσον πολλά εγκλήματα υπ' αυτών (των Τριάκοντα) έχουν διαπραχθή, ώστε ούτε, εάν ψεύδεται τις είναι δυνατόν να αποδώση εις τους κατηγορουμένους φοβερωτέρας κατηγορίας από τας πραγματικάς, ούτε, αν θέλη να είπη την αλήθειαν, δύναται να απαριθμήση όλα τα εγκλήματά των, αλλ' είναι ανάγκη ή ο κατήγορος να κουρασθή ή ο χρόνος να μη εξαρκέση. Νομίζω ότι θα συμβή εις υμάς το αντίθετον από εκείνο που εγίνετο εις το παρελθόν. Πρότερον δηλαδή οι κατηγορούντες ώφειλον να δείξουν την αιτίαν της έχθρας των προς τους κατηγορουμένους. Τώρα όμως πρέπει να ζητήται από τους κατηγορουμένους να σας εκθέσουν, ποία ήτο η αιτία της έχθρας των εναντίον της πόλεως διά την διάπραξιν τόσων φοβερών εγκλημάτων εναντίον αυτής. Ομιλώ δε κατ' αυτόν τρόπον όχι διότι δεν έχω προσωπικάς έχθρας εναντίον των κατηγορουμένων και συμφοράς εξ αιτίας αυτών, αλλά διότι υπάρχει πολλή αφθονία εις όλους ώστε να αγανακτούν και διά τας ατομικάς των συμφοράς και διά τας συμφοράς της πόλεως. Εγώ λοιπόν, κύριοι δικασταί, ούτε δι' ατομικήν μου υπόθεσιν ούτε διά ξένην παρουσιασθείς ενώπιον δικαστηρίου τώρα είμαι ηναγκασμένος υπό των περιστάσεων να κατηγορώ αυτόν, ώστε πολλάκις εστενοχωρήθην πολύ φοβούμενος μήπως δεν δυνηθώ να κατηγορήσω αυτόν διά τον φόνον του αδελφού μου και τα ιδικά μου παθήματα όσον αξίζει να κατηγορήση τις τοιαύτην υπόθεσιν· αλλά μ' όλα ταύτα θα προσπαθήσω να σας εκθέσω την υπόθεσιν εξ αρχής λίαν συντόμως.

Ο πατήρ μου Κέφαλος επείσθη μεν υπό του Περικλέους να έλθη εις ταύτην την πόλιν, κατώκησε δε επί τριάκοντα έτη, κατά το διάστημα των οποίων ούτε αυτός, ούτε εγώ, ούτε οι αδελφοί μου παρουσιάσθημεν εις δικαστήριον ως κατήγοροι ή κατηγορούμενοι, αλλά τοιουτοτρόπως εζώμεν ως καλοί πολίται της δημοκρατίας, ώστε ούτε τους άλλους εβλάπτομεν ούτε υπό άλλων ηδικούμεθα. Όταν όμως οι Τριάκοντα, πονηροί και συκοφάνται όντες κατέλαβον την εξουσίαν και έλεγον ότι χρειάζεται να καθαρίσουν την πόλιν από τους αδίκους, διά να κάμουν και τους άλλους πολίτας να τραπούν εις την αρετήν και την δικαιοσύνην, αν και έλεγον όμως τοιαύτα, δεν είχον το θάρρος και να τα πράττουν, καθώς εγώ, αφού ομιλήσω πρώτον διά τα συμβάντα εις εμέ, θα προσπαθήσω να σας υπενθυμίσω και τα ιδικά σας. Ο Θέογνις δηλαδή και ο Πείσων ωμίλουν εις τας συνεδριάσεις των Τριάκοντα περί των μετοίκων λέγοντες ότι υπάρχουν τινές οι οποίοι αντιτίθενται εις το πολίτευμα· υπεστήριζον λοιπόν ότι είναι καλλίστη πρόφασις να φαίνωνται μεν ότι τιμωρούν, πραγματικώς δε να χρηματίζωνται· (έλεγον) δε ότι αυτοί πένονται και ότι οι άρχοντες έχουν ανάγκην χρημάτων. Και τους ακούοντας ευκόλως έπειθον· διότι ουδεμίαν σημασίαν απέδιδον εις το να φονεύουν ανθρώπους, πολύ όμως εφρόντιζον να λαμβάνουν χρήματα. Απεφάσισαν λοιπόν να συλλάβουν δέκα μετοίκους, δύο δε από αυτούς να είναι πένητες, διά να έχουν δικαιολογίαν προς τους άλλους, ότι δεν πράττουν ταύτα χάριν χρημάτων, αλλά χάριν του συμφέροντος του κράτους, ωσάν να είχον πράξει και οιονδήποτε άλλο με εύλογον δικαιολογίαν. Διαμοιράσαντες δε τας οικίας εβάδιζον εις αυτάς· και εμέ μεν εύρον εν τη οικία μου φιλοξενούντα φίλους τινάς, τους οποίους εξεδίωξαν, και με παρέδωσαν εις τον Πείσωνα, οι δε άλλοι μεταβάντες εις το εργοστάσιόν μου κατέγραφον τους δούλους. Εγώ δε ηρώτων μεν τον Πείσωνα αν είναι διατεθειμένος να με σώση λαμβάνων χρήματα εκείνος δε παρεδέχετο να με σώση, αν έδιδον πολλά. Είπον λοιπόν ότι είμαι έτοιμος να του δώσω έν αργυρούν τάλαντον εκείνος δε παρεδέχθη να με σώση. Εγνώριζον βεβαίως ότι ούτε τους θεούς σέβεται ούτε τους ανθρώπους λογαριάζει, αλλ' όμως υπό τας συνθήκας τας οποίας ευρισκόμην εθεώρησα αναγκαιότατον να λάβω παρ' αυτού ένορκον διαβεβαίωσιν. Όταν δε ωρκίσθη ότι θα με σώση, αν λάβη το τάλαντον, επικαλούμενος μάρτυρας τους θεούς και ευχόμενος καταστροφήν του εαυτού του και των τέκνων του, αν παραβή τον όρκον του, εισελθών εις τον κοιτώνα μου ανοίγω το κιβώτιον· ο Πείσων δε εννοήσας τούτο εισέρχεται εις τον κοιτώνα, και αφού είδε τα υπάρχοντα εντός του κιβωτίου καλεί δύο από τους υπηρέτας του, και διατάσσει να πάρουν όλα τα εντός αυτού ευρισκόμενα. Επειδή δε, κύριοι δικασταί, είχε όχι όσα είχομεν συμφωνήσει, αλλά τρία αργυρά τάλαντα και τετρακόσια χρυσά νομίσματα της Κυζίκου και εκατόν δαρεικούς και τέσσαρα αργυρά ποτήρια, τον παρεκάλουν να μου δώση τα έξοδα του ταξιδίου μου, εκείνος δε μου έλεγεν ότι πρέπει να είμαι ευχαριστημένος, εάν σώσω την ζωήν μου. Όταν εξηρχόμεθα από την οικίαν μου εγώ και ο Πείσων μας συναντούν εις την θύραν επανερχόμενοι εκ του εργοστασίου μου ο Μηλόβιος και ο Μνησιθείδης και μας ερωτούν πού πηγαίνομεν. Ο δε Πείσων έλεγεν ότι πηγαίνομεν εις την οικίαν του αδελφού μου διά να κάμη έρευναν και εις αυτήν. Εκείνοι λοιπόν είπον εις τον Πείσωνα μεν να υπάγη εις την οικίαν του αδελφού μου, εμέ δε διέτασσον να τους ακολουθήσω εις την οικίαν του Δαμνίππου. Ο Πείσων δε με επλησίασε και με συνεβούλευσε να μη είπω τίποτα, και με προέτρεπε να έχω θάρρος βεβαιών με ότι θα έλθη εις την οικίαν του Δαμνίππου.

Ευρίσκομεν δε εκεί τον Θέογνιν φυλάττοντα άλλους· αφού με παρέδωσαν εις αυτόν ανεχώρησαν. Εις τοιαύτην ευρισκόμενος θέσιν απεφάσισα να ριψοκινδυνεύσω, διότι επίστευον ότι ο θάνατος επεκρέματο πλέον.