Κυριακή 14 Ιουνίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἡρακλεῖδαι (288-328)

ΧΟ. ὥρα προνοεῖν, πρὶν ὅροις πελάσαι
στρατὸν Ἀργείων·
290 μάλα δ᾽ ὀξὺς Ἄρης ὁ Μυκηναίων,
ἐπὶ τοῖσι δὲ δὴ μᾶλλον ἔτ᾽ ἢ πρίν.
πᾶσι γὰρ οὗτος κήρυξι νόμος,
δὶς τόσα πυργοῦν τῶν γιγνομένων.
πόσα νιν λέξειν βασιλεῦσι δοκεῖς,
295ὡς δείν᾽ ἔπαθεν καὶ παρὰ μικρὸν
ψυχὴν ἦλθεν διακναῖσαι;

ΙΟ. οὐκ ἔστι τοῦδε παισὶ κάλλιον γέρας
ἢ πατρὸς ἐσθλοῦ κἀγαθοῦ πεφυκέναι
γαμεῖν τ᾽ ἀπ᾽ ἐσθλῶν· ὃς δὲ νικηθεὶς πόθωι
300 κακοῖς ἐκοινώνησεν οὐκ ἐπαινέσω,
τέκνοις ὄνειδος οὕνεχ᾽ ἡδονῆς λιπεῖν·
τὸ δυστυχὲς γὰρ ηὑγένει᾽ ἀμύνεται
τῆς δυσγενείας μᾶλλον· ἡμεῖς γὰρ κακῶν
ἐς τοὔσχατον πεσόντες ηὕρομεν φίλους
305καὶ ξυγγενεῖς τούσδ᾽, οἳ τοσῆσδ᾽ οἰκουμένης
Ἑλληνίδος γῆς τῶνδε προύστησαν μόνοι.
δότ᾽, ὦ τέκν᾽, αὐτοῖς χεῖρα δεξιάν, δότε,
ὑμεῖς τε παισί, καὶ πέλας προσέλθετε.
ὦ παῖδες, ἐς μὲν πεῖραν ἤλθομεν φίλων·
310 ἢν δ᾽ οὖν ποθ᾽ ὑμῖν νόστος ἐς πάτραν φανῆι
καὶ δώματ᾽ οἰκήσητε καὶ τιμὰς πατρὸς
σωτῆρας αἰεὶ καὶ φίλους νομίζετε,
καὶ μήποτ᾽ ἐς γῆν ἐχθρὸν αἴρεσθαι δόρυ
μέμνησθέ μοι τήνδ᾽, ἀλλὰ φιλτάτην πόλιν
315 πασῶν νομίζετ᾽. ἄξιοι δ᾽ ὑμῖν σέβειν
οἳ γῆν τοσήνδε καὶ Πελασγικὸν λεὼν
ἡμῶν ἀπηλλάξαντο πολεμίους ἔχειν,
πτωχοὺς ἀλήτας εἰσορῶντες ἀλλ᾽ ὅμως
οὐκ ἐξέδωκαν οὐδ᾽ ἀπήλασαν χθονός.
320 ἐγὼ δὲ καὶ ζῶν καὶ θανών, ὅταν θάνω,
πολλῶι σ᾽ ἐπαίνωι Θησέως, ὦ τᾶν, πέλας
ὑψηλὸν ἀρῶ καὶ λέγων τάδ᾽ εὐφρανῶ,
ὡς εὖ τ᾽ ἐδέξω καὶ τέκνοισιν ἤρκεσας
τοῖς Ἡρακλείοις, εὐγενὴς δ᾽ ἀν᾽ Ἑλλάδα
325 σώιζεις πατρώιαν δόξαν, ἐξ ἐσθλῶν δὲ φὺς
οὐδὲν κακίων τυγχάνεις γεγὼς πατρός,
παύρων μετ᾽ ἄλλων· ἕνα γὰρ ἐν πολλοῖς ἴσως
εὕροις ἂν ὅστις ἐστὶ μὴ χείρων πατρός.

***
ΧΟΡ. Καιρός να προνοήσουμε, πριν φτάσει
ο Αργίτικος στρατός στα σύνορά μας·
290 πάρα πολύ ᾽ναι αψοί πολεμιστάδες
και τώρα πολύ πιότερο από πρώτα.
Τι ᾽ναι συνήθειο των κηρύκων όλων
διπλά να μεγαλώνουνε τα γενομένα.
Ω! πόσα δεν θα πει στον βασιλιά του,
ότι πολλά κακά έπαθε και λίγο
έλειψε για να χάσει τη ζωή του;

ΙΟΛ. Για τα παιδιά δώρον αξιότερο δεν είναι
απ᾽ το να γεννηθούν από καλόν πατέρα
και με καλούς να συγγενεύουνε· κι εκείνος
οπού μπερδεύεται, απ᾽ τον πόθο νικημένος,
300 με τους κακούς, κατηγοριέται πως αφήνει
στα παιδιά του ονείδισμα για μια ηδονή του.
Γιατί αντιμάχεται το ευγενικό το σόι
καλύτερ᾽ απ᾽ το πρόστυχο τη δυστυχία.
Κι εμείς στην τελευταία κακοτυχιά πεσμένοι
βρήκαμε συγγενείς και φίλους, οπού μόνοι
απ᾽ όλη την Ελλάδα μάς παρασταθήκαν.
Δώστε τους, δώστε το δεξί σας χέρι, ω τέκνα,
κι εσείς στα τέκνα και σιμώστε ο ένας τον άλλον,
παιδιά, τους δοκιμάσαμε πόσο είναι φίλοι·
310 κι αν γυρισμό σάς δώσ᾽ η τύχη στην πατρίδα
και του πατέρα τις τιμές και το παλάτι
πάρετε, φίλους σας θαρρείτε τους, σωτήρες,
και μη σηκώσετ᾽ εχθρικό στη γη τους δόρυ,
τα τωρινά θυμούμενοι, και τη δική τους
την πόλη πιότερον απ᾽ όλες ν᾽ αγαπάτε.
Είναι άξιοι ναν τους σέβεστε, τι σας γλιτώσαν
από την έχθρητα μιας τόσο τρανής χώρας
και του Πελασγικού λαού της, βλέποντάς σας
φτωχούς, κυνηγημένους· και δεν σας παραδώσαν
κι ούτε απ᾽ τη χώρα τους σας διώξαν· κι εγώ σένα,
320 ω βασιλιά, και ζωντανόν κι αποθαμένον
μ᾽ επαίνους πλήθος στον Θησέα θα σε ανυψώνω
και λέγοντάς του ετούτα θεναν τον ευφράνω·
πως παραδέχτηκες και σύντρεξες τα τέκνα
του Ηρακλή κι ευγενικός σε όλην την Ελλάδα
την πατρική σου δόξα σώζεις· γεννημένος
από καλόν πατέρα εσύ χειρότερός του
δεν φάνηκες, που οι τέτοιοι λιγοστοί πολύ ειναι·
γιατί έναν μόνο στους πολλούς ίσως θενά ᾽βρεις
που να μην είν᾽ χειρότερος απ᾽ τον γονιό του!

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της, Η ανατολίζουσα περίοδος και η αρχή της μνημειακής τέχνης στην Ελλάδα

2.4. Η εξέλιξη της αρχιτεκτονικής και τα πρώτα μνημειακά κτήρια με πλαστικό και γραπτό διάκοσμο
 
Στη διάρκεια της ανατολίζουσας περιόδου η ελληνική αρχιτεκτονική γνωρίζει μια πραγματική μεταμόρφωση με την οικοδόμηση των πρώτων μνημειακών κτηρίων. Και σε αυτή την περίπτωση τα πρότυπα ήρθαν από την Εγγύς Ανατολή και από την Αίγυπτο. Ένα τέτοιο παράδειγμα από το δεύτερο μισό του 7ου αιώνα π.Χ. είναι ο ναός Α του Πρινιά στην κεντρική Κρήτη, που ήταν αφιερωμένος στον Απόλλωνα. Ο ναός αυτός δεν έχει κοινά στοιχεία με τους μεταγενέστερους ελληνικούς ναούς· είναι ένα μονόχωρο ορθογώνιο οίκημα με επίπεδη στέγη και μια χαμηλή εστία (εσχάρα) ανάμεσα σε δύο στύλους στο εσωτερικό του. Μπροστά στην είσοδο ανοίγεται ένα προστώο, που στηρίζεται σε δύο παραστάδες και σε έναν κεντρικό πεσσό. Η πρόσοψη του ναού του Πρινιά ήταν διακοσμημένη με λίθινα αρχιτεκτονικά γλυπτά, ανάμεσα στα παλαιότερα γλυπτά που γνωρίζουμε από την Ελλάδα. Στο επάνω μέρος, αμέσως κάτω από τη στέγη, υπήρχε μια ανάγλυφη ζωφόρος με εννέα οπλισμένους ιππείς, που προχωρούν προς τα αριστερά. Στο κάτω μέρος, δεξιά και αριστερά από την είσοδο, στέκονταν δύο αντικριστές ανάγλυφες σφίγγες. Αλλά το πιο εντυπωσιακό κομμάτι του γλυπτού διακόσμου βρίσκεται στο υπέρθυρο και στις παραστάδες της εισόδου. Στο υπέρθυρο δύο ολόγλυφες αντικριστές καθιστές γυναικείες μορφές, ντυμένες με μακρύ χιτώνα και επενδύτη, πατούν επάνω σε ζωφόρο με ζώα (πάνθηρες), ενώ στο κάτω μέρος εικονίζονται όρθιες γυναίκες με την ίδια ενδυμασία. Η εσωτερική πλευρά των παραστάδων της εισόδου διακοσμείται με ανάγλυφες όρθιες γυμνές γυναίκες. Όλες οι γυναικείες μορφές φορούν ψηλό καπέλο (πόλο), που δείχνει ότι πρέπει να τις ερμηνεύσουμε ως θεότητες. Η κάτοψη του ναού και η θέση του γλυπτού διακόσμου θυμίζουν περισσότερο αιγυπτιακά παρά ανατολικά πρότυπα, αν και κάποιες από τις μορφές (όπως η όρθια γυμνή θεά με τον ψηλό πόλο) καθώς και οι ζωφόροι με τα ζώα στη σειρά έχουν ενδεχομένως συριακή προέλευση. Ο ναός του Πρινιά είναι δείγμα των πρώτων προσπαθειών για δημιουργία μνημειακής αρχιτεκτονικής βασισμένης σε ξένα πρότυπα. Προσπάθειες όπως αυτή δεν είχαν, ωστόσο, συνέχεια.
 
Στο δεύτερο μισό του 7ου αιώνα π.Χ. δημιουργούνται και επικρατούν συγκεκριμένοι και σταθεροί τύποι δόμησης για τα μεγάλα μνημειακά κτίσματα και ειδικότερα για τους ναούς. Αυτοί οι τύποι δόμησης, που τους ονομάζουμε αρχιτεκτονικούς ρυθμούς, καθόρισαν τη μορφή των αρχαίων ελληνικών μνημειακών κτηρίων. Οι ρυθμοί είναι δύο: ο δωρικός και ο ιωνικός. Σύμφωνα με τον Ρωμαίο αρχιτέκτονα Βιτρούβιο (De architectura 4.1.3-7), συγγραφέα του μόνου αρχαίου συγγράμματος για την αρχιτεκτονική που μας σώζεται, ο δωρικός ρυθμός, που δημιουργήθηκε στην Πελοπόννησο (συγκεκριμένα μάλιστα στο Άργος) και διαδόθηκε αργότερα και στη Μικρά Ασία, διεκδικεί τα πρωτεία από τον ιωνικό, όπως ο άνδρας από τη γυναίκα. Στην πραγματικότητα δεν αποκλείεται ο δωρικός ρυθμός να προήλθε από την εξέλιξη στοιχείων της μυκηναϊκής αρχιτεκτονικής. Πάντως τα πρώτα γνωστά παραδείγματα εντοπίζονται στη βόρεια Πελοπόννησο και δεν είναι παλαιότερα από το τέλος του 8ου ή τις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ.
 
Ο δωρικός ρυθμός επικράτησε στην ηπειρωτική Ελλάδα και στις δυτικές αποικίες. Ένα πρώιμο παράδειγμα δωρικού κτηρίου, που σώζεται σχετικά καλά, είναι ο δεύτερος ναός του Απόλλωνα στον Θέρμο της Αιτωλίας, έργο πιθανότατα Κορίνθιων τεχνιτών, που χρονολογείται μεταξύ 630 και 610 π.Χ.. Ο ναός είναι περίπτερος, που σημαίνει ότι περιβάλλεται από ένα πτερόν, δηλαδή μια σειρά από κίονες, στους οποίους στηρίζεται η εξωτερική πλευρά της στέγης (πέντε στις στενές και δεκαπέντε στις μακρές πλευρές· εξωτερικές διαστάσεις 12 m x 38 m περίπου). Οι κίονες, που δεν σώζονται, ήταν ξύλινοι και πατούσαν απευθείας στον λίθινο στυλοβάτη, δηλαδή στην επιφάνεια έδρασης· ο κορμός τους είχε κάθετες ραβδώσεις με οξεία ράχη. Επάνω στους κορμούς των κιόνων πατούσαν πλατιά κιονόκρανα, ώστε να βαστάζουν σταθερά την ανωδομή του ναού, που ονομάζεται θριγκός. Τα δωρικά κιονόκρανα αποτελούνται από ένα στρογγυλό κομμάτι, τον εχίνο, που ενώνεται κάτω με τον κορμό του κίονα και ανοίγει έντονα προς τα επάνω, και ένα τετράγωνο, τον άβακα, που στηρίζεται επάνω του. Ο δωρικός θριγκός (που αρχικά ήταν ξύλινος, στα μεταγενέστερα όμως χρόνια σχεδόν πάντοτε λίθινος) αποτελείται από τα εξής επάλληλα τμήματα: (α) Το πρώτο είναι το επιστύλιο, μια σειρά από οριζόντια δοκάρια που πατούν επάνω στα κιονόκρανα, (β) Το δεύτερο είναι μια ζώνη που σχηματίζεται από τις απολήξεις των εγκάρσιων δοκαριών της στέγης, στις οποίες έκαναν τρεις κάθετες χαράξεις (γλυφές) και γι᾽ αυτό ονομάζονται τρίγλυφοι. Τα κενά ανάμεσα στις τριγλύφους καλύπτονταν με πήλινες πλάκες που ονομάζονται μετόπες. (γ) Το τρίτο είναι το γείσο, δηλαδή το προεξέχον τμήμα της στέγης που στηρίζεται στα εγκάρσια δοκάρια, δηλαδή στη ζώνη με τις τριγλύφους και τις μετόπες. Τα ξύλα του γείσου στερεώνονταν με ορθογώνια κομμάτια ξύλου, που καρφώνονταν επάνω τους. Τα κομμάτια αυτά λέγονται πρόμοχθοι και τα κεφάλια των καρφιών που προεξέχουν κανόνες. (δ) Επάνω στο γείσο στηρίζεται μια κοίλη υδρορρόη που λέγεται σίμη και έχει κατά διαστήματα οπές για την απορροή του νερού της βροχής. Οι οπές έχουν συχνά τη μορφή λεοντοκεφαλής. Ο κύριος χώρος του ναού του Απόλλωνα στον Θέρμο, ο σηκός, είναι μακρόστενος, με ανοιχτή τη μία στενή πλευρά του και έχει στο μέσο μια σειρά από κίονες, που στηρίζουν τη στέγη. Στο πίσω μέρος υπάρχει ένας μικρότερος στεγασμένος χώρος, ο οπισθόδομος. Ο σηκός μαζί με τον οπισθόδομο έχουν μήκος περίπου 32 m, δηλαδή 100 πόδια, και για τον λόγο αυτό μπορούμε να ονομάσουμε τον ναό εκατόμπεδο.
 
Ο δεύτερος αρχιτεκτονικός ρυθμός, ο ιωνικός, εμφανίζει περισσότερες παραλλαγές και τοπικές ιδιομορφίες από τον δωρικό. Σύμφωνα με τον Βιτρούβιο (De architectura 4.1.6), οι Ίωνες δημιούργησαν τον ιωνικό ρυθμό όταν αποφάσισαν να χτίσουν έναν ναό για την Άρτεμη, στους κίονες του οποίου θέλησαν να δώσουν τις αναλογίες του γυναικείου σώματος. Έτσι ο ιωνικός κίονας είναι πιο λεπτός από τον δωρικό, ο οποίος απηχεί τις αναλογίες του ανδρικού σώματος.
 
Στην πραγματικότητα όμως ο ιωνικός ρυθμός φαίνεται να ξεκινάει, όπως και ο δωρικός, από ξύλινες κατασκευές. Οι ιωνικοί κίονες πατούν πάντοτε σε βάση που αποτελείται από ένα κυρτό στοιχείο (σπείρα) και ένα κοίλο στοιχείο (σκοτία). Τα στοιχεία αυτά μπορούν να συνδυάζονται με διάφορους τρόπους ανάλογα με τις εποχές και τις περιοχές: στη Μικρά Ασία συναντούμε συνήθως δύο σκοτίες επάνω σε μία ραβδωτή σπείρα, ενώ στην Αττική μία σκοτία ανάμεσα σε δύο λείες σπείρες. Το ιωνικό κιονόκρανο μοιάζει να προέκυψε από μιαν απλή ξύλινη κατασκευή με εχίνο και άβακα (όμοια με το δωρικό κιονόκρανο), ο οποίος αργότερα διακοσμήθηκε εξωτερικά με μετάλλινα ελάσματα. Έτσι εξηγείται ικανοποιητικά η παρουσία των ελίκων, που δεν υπάρχουν στα πιο πρώιμα παραδείγματα. Ο ιωνικός θριγκός αποτελείται: (α) από ένα τριταινιωτό επιστύλιο και (β) από μικρές ορθογώνιες προεξοχές (γεισίποδες), που στηρίζουν το γείσο. Τα στοιχεία αυτά, ειδικά μάλιστα οι γεισίποδες, προέρχονται σαφέστατα από ξύλινες κατασκευές που χρησίμευαν για τη στήριξη της στέγης. Ανάμεσα στο επιστύλιο και τους γεισίποδες συναντούμε σε μερικές περιπτώσεις, ιδιαίτερα στην Αττική, μια ζωφόρο με ανάγλυφες παραστάσεις. Η ζωφόρος αυτή κατάγεται πιθανόν από τις πήλινες επενδύσεις που κοσμούσαν τους τοίχους μνημειακών κτηρίων της Ανατολής.
 
Ο πρώτος περίπτερος ιωνικός ναός που γνωρίζουμε χτίστηκε στο μεγάλο ιερό της Ήρας στη Σάμο. Παλαιότερα οι αρχαιολόγοι πίστευαν ότι στον αρχικό μακρόστενο εκατόμπεδο ναό της Ήρας, που χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 8ου αιώνα π.Χ. και είναι ένας από τους παλαιότερους της Ελλάδας, είχε προστεθεί αργότερα μια εξωτερική περίσταση (πτερόν) από ξύλινους κίονες. Οι νεότερες έρευνες έδειξαν όμως ότι ο ναός αυτός αντικαταστάθηκε στις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. από έναν μεγαλύτερο (εξωτερικές διαστάσεις 11,70 m x 37,70 m) που ήταν περίπτερος, αφού περιβαλλόταν από τετράγωνους ξύλινους στύλους (έξι στις στενές πλευρές και δεκαοκτώ στις μακρές). Ο σηκός δεν είχε εσωτερική κιονοστοιχία· τα στηρίγματα της οροφής ήταν τοποθετημένα κατά μήκος των τοίχων, αφήνοντας ελεύθερο τον χώρο, στο βάθος του οποίου στεκόταν το λατρευτικό άγαλμα. Η οροφή και η στέγη ήταν από ξύλο και δεν γνωρίζουμε την ακριβή μορφή τους. Στο επάνω μέρος των τοίχων υπήρχε, όπως φαίνεται, μια ζωγραφιστή ζωφόρος.

Η Ελληνική Αρχαιότητα: Ι. ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ - 1. Πόλεις και αποικίες

1.6. Είναι ωραίο να πεθαίνει ο γενναίος άνδρας πέφτοντας στην πρώτη γραμμή

Ο ποιητής Αρχίλοχος δεν φαίνεται να στενοχωρήθηκε πολύ που αναγκάστηκε να πετάξει την ασπίδα του δίπλα σε έναν θάμνο. Ίσως και να διασκέδαζε με τη σκέψη ότι τη βρήκε και τη χαιρόταν ένας Θράκας. «Εγώ πάντως σώθηκα», κομπάζει σε ένα του ποίημα. «Τι με μέλει η ασπίδα εκείνη; Ας χαθεί. Θα αποκτήσω άλλη διόλου χειρότερη.» Τα λόγια αυτά, όπως ήξερε καλά ο ποιητής, ηχούσαν προκλητικά στα αφτιά των ακροατών του. Η ποίησή του όμως ήταν σκόπιμα σκωπτική.
 
Ο Αρχίλοχος γεννήθηκε στην Πάρο τις πρώτες δεκαετίες του 7ου αιώνα - σε μια εποχή που ο Ησίοδος ενδέχεται να ήταν ακόμη ζωντανός. Ο πατέρας του καταγόταν από οικογένεια ευγενών, αλλά η μητέρα του ήταν δούλη. Αναζήτησε την τύχη του στη Θάσο ως άποικος και στη συνέχεια πρόσφερε με αμοιβή τις στρατιωτικές του υπηρεσίες σε διάφορα μέρη. Ταυτοχρόνως ήταν και ποιητής. Στην ποίησή του ανέδειξε θέματα της καθημερινής ζωής, όπως ο έρωτας ή το ναυάγιο, αλλά και θέματα παραδοξότερα, όπως τα αμύθητα πλούτη του βασιλιά της Λυδίας και η πλήρης έκλειψη ηλίου (του έτους 648). Τα παρουσίασε όλα με αμεσότητα, ειρωνεία αλλά και αυτοσαρκασμό.
 
Ένας πολεμιστής θα πρέπει να είχε πολύ μεγάλη αυτοπεποίθηση για να υμνήσει την άδοξη φυγή του από μια μάχη. Σύμφωνα με τα ιδανικά της εποχής, η προσωπική διάσωση δεν ήταν αρετή αλλά ανανδρία, ενδεχομένως ατιμία. Για να σκανδαλίσει περισσότερο, ο Αρχίλοχος ισχυρίστηκε ότι πέταξε το πολυτιμότερό του όπλο, την ασπίδα, που οι αρχαίοι Έλληνες αποκαλούσαν ὅπλον. Τη θεωρούσαν τόσο σημαντική, ώστε οι πολεμιστές που την κρατούσαν ονομάζονταν ὁπλίτες και ο πόλεμος που διεξήγαν ὁπλομαχία.
 
Η ασπίδα (σάκος) που κρεμούσαν οι περισσότεροι ομηρικοί πολεμιστές στον ώμο τους με μια μακριά λουρίδα (τελαμῶνα) ήταν όσο γινόταν ελαφριά, για να τη γυρίζουν στην πλάτη και να προστατεύονται, όταν το έβαζαν στα πόδια. Αντίθετα, ο Αρχίλοχος και οι οπλίτες κρατούσαν μια στρογγυλή, βαριά και δυσκίνητη ασπίδα, κατασκευασμένη από ξύλο και κάποτε με μια λεπτή στρώση από ορείχαλκο στο εξωτερικό. Επρόκειτο για ελληνική επινόηση ή, το πιθανότερο, για ελληνική τελειοποίηση. (Ο Ηρόδοτος ισχυρίζεται ότι πρώτοι τη χρησιμοποίησαν οι Κάρες.) Ο πολεμιστής τη βαστούσε σταθερά, περνώντας τον αριστερό του βραχίονα μέσα από μια κεντρική λαβή, που λεγόταν ὀχάνη και πόρπαξ. Με την παλάμη του κρατούσε την ἀντιλαβήν, που βρισκόταν κοντά στην περίμετρο. Με κέντρο τη λαβή, η ασπίδα είχε έτσι ακτίνα λίγο μεγαλύτερη από το μήκος ενός ανθρώπινου βραχίονα. Πίσω της ο πολεμιστής μπορούσε να κρύψει μεγάλο μέρος του σώματος του, από τον λαιμό έως τα γόνατα. Στο κεφάλι φορούσε κράνος, που άφηνε ελεύθερα μόνο τα μάτια και το στόμα· στον κορμό, θώρακα και στις κνήμες περικνημίδες, όλα κατασκευασμένα από ορείχαλκο. Τον επιθετικό οπλισμό αποτελούσαν δόρυ με σιδερένια αιχμή και σιδερένιο ξίφος.
 
Με τον βαρύ αυτό οπλισμό, που ήταν πρωτίστως αμυντικός, ο πολεμιστής δεν είχε πολλά περιθώρια να επιδείξει τις δεξιότητές του και την ατομική του ανδρεία, όπως οι ομηρικοί ήρωες. Ο μοναδικός ίσως τρόπος με τον οποίο μπορούσε να πολεμήσει ήταν σχηματίζοντας μαζί με τους συμπολεμιστές του μια συνεχή, σφιχτοδεμένη γραμμή. Πίσω της μια δεύτερη, μια τρίτη και μια τέταρτη γραμμή, όσο έφτανε το δόρυ του τελευταίου πολεμιστή να προβάλλει μπροστά από τον πρώτο.
 
Όλο αυτό το σώμα μαζί ονομαζόταν φάλαγξ ὁπλιτῶν. Βάδιζε εναντίον του εχθρού και έπεφτε επάνω του με ορμή. Με το δόρυ, και πολύ λιγότερο με το ξίφος, οι πολεμιστές προσπαθούσαν να σκοτώσουν ή να τραυματίσουν κάποιους αντιπάλους, ώστε να διασπάσουν τις γραμμές τους. Περισσότερο όμως βασίζονταν στη συνολική πίεση που μπορούσαν να ασκήσουν. Οι μάχες αυτές, σε αντίθεση και πάλι με τις ομηρικές, δεν κρατούσαν πολλή ώρα και, έως τον 4ο αιώνα, σπάνια ήταν πολύνεκρες. Πολλά εξαρτόνταν από το πρώτο, αποφασιστικό χτύπημα. Όσο η φάλαγγα διατηρούσε τη συνοχή της δεν κινδύνευε. Όταν όμως ο εχθρός κατάφερνε να διασπάσει τις γραμμές της, το αποτέλεσμα ήταν σχεδόν βέβαιο. Κυκλωμένη ή σε αταξία, δεν είχε πολλές δυνατότητες ανασύνταξης, αναγνώριζε την ήττα της και εγκατέλειπε το πεδίο της μάχης στους νικητές. Αυτοί έστηναν τρόπαιο νίκης.
 
Η δύναμη της φάλαγγας των οπλιτών βασιζόταν ασφαλώς στη δύναμή τους και, ακόμη περισσότερο, στη συνοχή και την αλληλεγγύη τους. Ο πολεμιστής όφειλε από τη μια να υπακούει στον αρχηγό και από την άλλη να μην κάνει τίποτε ξεχωριστά από τους άλλους. Αυτό το δεύτερο μπορεί να ήταν σημαντικότερο από το πρώτο. Άλλωστε, στη διάταξη της φάλαγγας ο οπλίτης βρισκόταν συνήθως δίπλα σε έναν γνωστό του, έναν φίλο ή έναν γείτονα, με τον οποίο είχε ισχυρούς δεσμούς.
 
Την αυτενέργεια του οπλίτη απέτρεπε ένας σοβαρός λόγος. Η ασπίδα, με τον τρόπο που την κρατούσε, άφηνε ακάλυπτο τον δεξιό του ώμο. Για να τον προστατέψει, ήταν υποχρεωμένος να στέκεται κοντά στον δεξιό συμπολεμιστή του και να εκμεταλλεύεται την ελεύθερη αριστερή πλευρά μιας ξένης ασπίδας. Στην πραγματικότητα, κάθε οπλίτης πίεζε προς τα δεξιά και, όπως παρατήρησε ο ιστορικός Θουκυδίδης, ανάγκαζε ολόκληρη την παράταξη να έχει πάντα μια δεξιά απόκλιση.
 
Ο ποιητής της Ιλιάδας περιγράφει συνήθως άλλου είδους μάχες. Οι αντίπαλοι στρατοί είναι πολυπληθείς, αλλά όταν φτάνει η ώρα της σύγκρουσης έχουν λίγα να προσφέρουν, πέρα από επευφημίες και αποδοκιμασίες. Το βάρος πέφτει σχεδόν πάντα στους ηρωικούς αρχηγούς, που συχνά περιφέρονται με άρματα. Η ομηρική μάχη είναι, σε μεγάλο βαθμό, μια αναμέτρηση ευγενών πολεμιστών. Σε λιγοστές ωστόσο περιπτώσεις ο ποιητής φαίνεται να απομακρύνεται από την παράδοση και τη συνθετική του φαντασία. Αφήνει τότε να διαφανούν εικόνες της δικής του εποχής, όταν η νέα πολεμική τεχνική άρχισε να κάνει την εμφάνισή της. Σε μια από τις σπάνιες περιγραφές αυτού του είδους εξηγεί ότι επιλέγονταν οι γενναιότεροι πολεμιστές και ότι στέκονταν ακλόνητοι μπροστά στον εχθρό. «Το δόρυ του ενός έσμιγε με του άλλου, η ασπίδα με την ασπίδα και το κράνος με το κράνος.» Δεν είναι σαφές από την περιγραφή τι άλλα όπλα φορούσαν και τι κρατούσαν. Η νέα τεχνική ενδέχεται να δοκιμάστηκε στην αρχή με τον παραδοσιακό οπλισμό. Αλλά όταν κατασκευάστηκε και χρησιμοποιήθηκε ο καινούριος, κανείς δεν μπορούσε πλέον να πολεμήσει με τον παλαιό τρόπο. Το απαγόρευε πρώτη και καλύτερη η βαριά ασπίδα.
 
Η μετάβαση στο νέο είδος πολέμου δίνει την εντύπωση μιας επανάστασης. Ολοκληρωμένη απαιτούσε οπλισμό με τεχνολογικές απαιτήσεις και πολεμιστές με συνοχή και υψηλό φρόνημα. Οι οπλίτες δεν ήταν ευγενείς ούτε επαγγελματίες στρατιώτες. Ήταν οι εύποροι αγρότες που είχε υμνήσει ο Ησίοδος και, ολοένα και περισσότερο, αγρότες από λιγότερο εύπορα νοικοκυριά. Τέτοιοι άνδρες υπήρχαν πολλοί. Ανάλογα με την πόλη και την περίσταση, αριθμούσαν από λίγες έως πολλές χιλιάδες. Για να στρατευτούν στις φάλαγγες χρειάζονταν δύο πράγματα: επαρκές εισόδημα, ώστε να προμηθευτούν τα ακριβά όπλα, και κίνητρα για να τα χρησιμοποιήσουν.
 
Το ισχυρότερο κίνητρο για να εξοπλιστούν με δικά τους έξοδα και να πολεμήσουν ήταν η διασφάλιση της ατομικής τους ιδιοκτησίας. Στη φάλαγγα των οπλιτών δεν πολεμούσαν ήρωες για τη δόξα και την τιμή τους, όπως ο Αχιλλέας, αλλά αγρότες για τη γη τους - και τη γη που ήλπιζαν να αποκτήσουν. Οι περισσότερες και συνηθέστερες συγκρούσεις της εποχής ήταν μεταξύ γειτονικών πόλεων για τη διεκδίκηση μιας σπιθαμής γης - περὶ γῆς ὅρων, όπως θα το διατύπωνε αργότερα ο Θουκυδίδης. Στην υπόθεση αυτή στρατεύτηκαν τόσο οι αγρότες των παλαιών πόλεων όσο και των αποικιών. Οι ανάγκες τους και οι αγώνες τους είχαν τα ίδια χαρακτηριστικά. Όταν τα πράγματα ήταν πολύ σοβαρά, κοντά σε αυτούς στρατεύονταν, σε ξεχωριστά σώματα, και οι φτωχότεροι πολίτες. Οι οικονομικές τους δυνατότητες επέτρεπαν μόνο έναν ελαφρύ οπλισμό, από τον οποίο έπαιρναν την ονομασία ψιλοί. Συνηθέστερα έριχναν ακόντια ή πετούσαν πέτρες.
 
Μετά την οπλιτική επανάσταση οι ευγενείς εξακολουθούσαν να φτάνουν στα πεδία των μαχών έφιπποι, αλλά την ώρα της σύγκρουσης πολεμούσαν και αυτοί πεζοί. Το ιππικό άργησε να αξιοποιηθεί στις ελληνικές μάχες και μόνο σταδιακά ενσωματώθηκε στις επιχειρήσεις του πεζικού. Ακόμη και τον 5ο αιώνα, οι ιππείς έπαιζαν βοηθητικό ρόλο. Κινούνταν με ευελιξία, όπου υπήρχε ανάγκη, και καταδίωκαν τους ηττημένους. Ωστόσο, από τον 4ο αιώνα όλες οι ελληνικές πόλεις προσπαθούσαν να αξιοποιήσουν τις μονάδες του ιππικού σε συνδυασμό με τις φάλαγγες των οπλιτών και τη δράση των ψιλῶν.
 
Ο ποιητής Τυρταίος ήταν λίγο νεότερος από τον Αρχίλοχο. Την εποχή που βρισκόταν στην ακμή του, προς το τέλος του 7ου αιώνα, οι κατακτημένοι από τους Σπαρτιάτες Μεσσήνιοι διεκδικούσαν την ελευθερία τους και απειλούσαν την ίδια την υπόσταση της σπαρτιατικής πολιτείας. Ο Τυρταίος ανέλαβε να εμψυχώσει τους αποκαρδιωμένους Σπαρτιάτες. Σύμφωνα με την παράδοση, το πέτυχε με το παραπάνω. Με τα ποιήματα που έγραψε δοξάστηκε και ο ίδιος, κατακτώντας σημαντική θέση στα ελληνικά γράμματα. Σε ένα από αυτά δίνει άριστα το πολεμικό κλίμα της εποχής και αναδεικνύει τις αξίες του οπλίτη. Ισχυρίζεται ότι είναι ωραίο ο γενναίος άνδρας να πεθαίνει πέφτοντας στην πρώτη γραμμή, πολεμώντας για την πατρίδα του. Αντίθετα, είναι ντροπή να βρεθεί σκοτωμένος ο πιο ηλικιωμένος μπροστά από τους νέους. Ο υπαινιγμός είναι σαφής. Εάν βρεθεί στην πρώτη γραμμή νεκρός ένας γεροντότερος, αυτό σημαίνει ότι οι νεότεροι, που όφειλαν να βρίσκονται μπροστά, είχαν εγκαταλείψει τις θέσεις τους.
 
Γίνεται έτσι φανερός ο σαρκασμός του Αρχίλοχου. Για να ξεφύγει από τη μάχη και να τρέξει μακριά, ο οπλίτης έπρεπε πρώτα απ᾽ όλα να ξεφορτωθεί τη βαριά του ασπίδα. Στον κόσμο των οπλιτών, η εγκατάλειψη της ασπίδας τα έλεγε όλα. Ῥίψασπις ήταν στη Σπάρτη ο λιποτάκτης, αυτός που διέπραττε τη μεγαλύτερη ατιμία. Ο Αρχίλοχος, πάντως, δεν ήθελε να παραστήσει τον δειλό ούτε τον αδιάφορο. Επέλεξε τον δικό του, αμφιλεγόμενο τρόπο να δοξάσει και αυτός τον ικανό πολεμιστή. Με τον ίδιο ειρωνικό τρόπο που αναφέρθηκε στον εαυτό του, περιέγραψε και τον στρατηγό της αρεσκείας του: Δεν χρειαζόταν να είναι σωματώδης ή κορδωμένος και να καμαρώνει για τις πλεξούδες και το ξυρισμένο γένι του· μπορούσε να είναι μικροκαμωμένος και στραβοπόδης, αρκεί να πατάνε σταθερά τα πόδια του και να έχει ψυχή.
 
Ο Ησίοδος ισχυρίστηκε ότι είχε κάνει ένα και μοναδικό θαλάσσιο ταξίδι στη ζωή του. Έφτασε έως τη Χαλκίδα και πήρε μέρος στους αγώνες προς τιμήν του ήρωα Αμφιδάμαντα. Κέρδισε ως έπαθλο τον τρίποδα και τον αφιέρωσε στις Μούσες του Ελικώνα. Ο Αμφιδάμας, όπως λεγόταν, είχε σκοτωθεί στον πόλεμο που διεξήγαγε η πατρίδα του Χαλκίδα εναντίον της γειτονικής Ερέτριας και κηδεύτηκε ως ήρωας. Μολονότι νικητής στον ποιητικό αγώνα, ο Ησίοδος δεν θέλησε, όσο φανερώνουν τα γνωστά του ποιήματα, να αναφερθεί στα πολεμικά εκείνα γεγονότα. Ο Θουκυδίδης, πάντως, πληροφορεί ότι η σύγκρουση δεν ήταν συνηθισμένη. Ενώ έως εκείνη την εποχή οι Έλληνες πολεμούσαν μόνο εναντίον των γειτόνων τους για μια σπιθαμή γης, πρώτη φορά συνεργάστηκαν μεταξύ τους πολλές πόλεις, ακόμη και μακρινές. Στο πλευρό των Χαλκιδέων τάχθηκαν, μεταξύ άλλων, οι Σάμιοι, ενώ στο πλευρό των Ερετριέων οι Μιλήσιοι.
 
Αφορμή για τον πόλεμο ήταν και πάλι η καλλιεργήσιμη γη που χώριζε τις δύο πόλεις της Εύβοιας και ονομαζόταν Ληλάντιο Πεδίο· η γενίκευσή του όμως δείχνει ότι διακυβεύονταν πολλά άλλα θέματα στρατηγικής σημασίας στο Αιγαίο και τη Δύση. Η αναμέτρηση αυτή έμεινε στη μνήμη των Ελλήνων ως ένα πολεμικό γεγονός μεγάλης σημασίας. Ο Ησίοδος είχε αρνηθεί να υμνήσει τον πόλεμο αλλά, θέλοντας και μη, ύμνησε έναν μεγάλο πολεμικό ήρωα.

Η Αρχαία Ελληνική Γλώσσα και οι ήχοι της

Ατάκτως ερριμένα παραδείγματα για το πώς αναπλάθουμε την αρχαία ελληνική προφορά. Όσα εκτίθενται παρακάτω δεν φιλοδοξούν να αποτελέσουν μια συστηματική απάντηση στο ζήτημα, αλλά μια διαφώτιση μέσω χαρακτηριστικών παραδειγμάτων για το πώς και με ποιες μεθόδους οι γλωσσολόγοι αναπλάθουν την αρχαία ελληνική προφορά:
 
Ήδη από τη χαρακτηριστική φράση του κωμικού Κρατίνου ότι τα πρόβατα έκαναν βη-βη καταλαβαίνουμε ότι και το β και το η δεν μπορεί να είχαν τη σημερινή προφορά, αλλά ότι το β=μπ και το η=εε (ήταν το μακρό αντίστοιχο του βραχέος ε).
 
Λέξεις της Ελληνικής με β που πέρασαν στα Λατινικά μεταγράφονται με b, μολονότι η Λατινική διέθετε το γράμμα V που θα μπορούσε να το χρησιμοποιήσει, αν ο φθόγγος προφερόταν τριβόμενος όπως σήμερα. Π.χ. ελλ. βαλανεῖον > λατ. balneum (όχι valneum) > ιταλ. bagno > νεολλ. αντιδάνειο μπάνιο. Ότι το η ήταν  μακρά εκδοχή του ε φαίνεται από την ποντιακή του προφορά ακόμη και σήμερα: νύφε = νύφη. Πβ. κερί < κηρίον (και όχι κηρί).
 
Η δασεία προφερόταν h. Έτσι στα Λατινικά η λέξη ἱστορία πέρασε ως historia. Πβ. αγγλικό history. [Ένα απλό κόλπο για να θυμόμαστε ένα μέρος των λέξεων που έπαιρναν δασεία στα ΑΕ είναι να ανακαλούμε στη μνήμη μας την αγγλική τους εκδοχή! Π.χ. Hercules (Ηρακλής), hero(ήρωας), hemisphere (ημισφαίριο) κ.ο.κ.].
 
To αρχαίο θ προφερόταν th (περίπου τχ). Πώς το ξέρουμε; Καταρχήν οι αρχαίοι γραμματικοί το περιγράφουν ως δασύ κατ’ αναλογία προς το δασύ πνεύμα, τη δασεία. Δηλαδή ήταν ένα τ + δασεία. Λατινικές λέξεις από τη Ελληνική αποδίδουν το θ με th (π.χ. mathematica). Στη Λακωνική ο φθόγγος είχε αρχίσει να αποκτά την τριβόμενη σημερινή προφορά ήδη από την κλασική εποχή.
 
Όταν ο Σπαρτιάτης απεσταλμένος στον Αριστοφάνη φτάνει στην Αθήνα και χρησιμοποιεί τη λέξη «θεός», ο Αριστοφάνης, για να αποδώσει (για κωμικούς λόγους) την τριβόμενη λακωνική προφορά δεν χρησιμοποιεί το θ, αλλά το σ που ήταν ο μόνος φθόγγος της Αττικής διαλέκτου που πλησίαζε την καινούργια τριβόμενη λακωνική προφορά «σιός». Το γ προφερόταν γκ. Έτσι μεταγράφεται στη Λατινική (magus < μάγος). Στις ιταλιώτικες νεοελληνικές διαλέκτους το σκουλήκι αποκαλείται «κασέντουλα». Η λέξη αποτελεί απόγονο της μεταφορικής αρχαίας έκφρασης «γης έντερα» για τα σκουλήκια. Μάλιστα η λέξη πρέπει να είναι πολύ αρχαία, αφού διατηρεί τον αρχαίο δωρικό τύπο «γας» αντί «γης».
 
            Ο άλλος αρχαϊσμός της λέξης είναι ότι δεν ακολούθησε την εξέλιξη του αρχαίου γ από γκ στη σημερινή τριβόμενη προφορά, αλλά μεταπήδησε στον κοντινότερο «κλειστό» φθόγγο [κ]. Το χ ήταν kh (περίπου κχ). Οι αρχαίοι το κατέτασσαν στα δασέα, όπως το θ παραπάνω. Έτσι στη Λατινικά chorus (χορός). Αν το χ προφερόταν όπως σήμερα, θα μπορούσε να αποδοθεί στα Λατινικά καλύτερα με τοh (horus). Τέλος: μυκῶμαι για τις γελάδες και μηκῶμαι για τα κατσίκια. Ηχομιμητικές λέξεις. Τα γελάδια κάνουν μου, άρα μυ- = μου-. Τα κατσίκια κάνουν μεε, άρα μη- = μεε. Πβ. μουστάκι (μύσταξ), κουτί (κυτίον) που διατηρούν ακόμη και σήμερα την αρχαία προφορά του υ.
     
O τονισμός της Αρχαίας Ελληνικής  
     
            Ο τονισμός στις διάφορες γλώσσες του κόσμου έχει διάφορες ποικιλίες, αλλά χοντρικά μπορούμε να ξεχωρίσουμε δύο βασικά είδη τόνου: τον δυναμικό τόνο, στον οποίο το τονισμένο φωνήεν της λέξης προφέρεται σε διαφορετική ένταση φωνής από τα υπόλοιπα φωνήεντα. Και στονμουσικό τόνο, όπου το τονισμένο φωνήεν προφέρεται σε διαφορετικόύψος φωνής από τα υπόλοιπα φωνήεντα. Δυναμικό τόνο έχει η Νέα Ελληνική και οι περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες.
 
Μουσικό τόνο έχει λ.χ. η Νορβηγική και η Κινεζική. Ωστόσο μουσικά στοιχεία υπάρχουν και σε γλώσσες με δυναμικό τονισμό, μόνο που δεν είναι λεξικά, αλλά λειτουργούν σε προτασιακό επίπεδο. Π.χ. στο τέλος μιας ερώτησης ή μιας έκφρασης θαυμασμού. Αυτό ονομάζεται επιτονισμός και συνήθως σημειώνεται με τα σημεία στίξης (λ.χ, !, ;). Αλλά και αντίστροφα: στο μουσικό τόνο συνήθως ενυπάρχουν και στοιχεία του δυναμικού. Λ.χ. η άνοδος του ύψους της φωνής μπορεί να συνοδεύεται από αύξηση ή μείωση της έντασής της.
     
Η Αρχαία Ελληνική είχε μουσικό τόνο

Αυτό αποδεικνύεται από τα εξής στοιχεία: 
 
1) Οι περιγραφές των αρχαίων γραμματικών παραπέμπουν σε μουσικό τονισμό. Ο Αριστοτέλης περιγράφει στη Ρητορική τον τονισμό ως ένα είδος αρμονίας. Στη μουσική παραπέμπουν και οι όροι που χρησιμοποιούνται: οξεία ( =ψηλή φωνή), βαρεία (=βαριά φωνή), αλλά προπάντων ο όρος προσωδία (= η μουσική που συνοδεύει τις συλλαβές) και οι όροι τόνος ή τάσις (=τέντωμα), οι οποίοι προέρχονται από το τέντωμα (επίτασις) ή τη χαλάρωση (άνεσις) των χορδών των μουσικών οργάνων χάρη στα οποία ποικίλλει το ύψος ενός μουσικού οργάνου.
 
 2) Το μέτρο (=ρυθμός) των ποιημάτων δεν δημιουργείται από την εναλλαγή τονισμένων και άτονων συλλαβών, όπως στα Νέα Ελληνικά και τις γλώσσες με δυναμικό τόνο, αλλά από την εναλλαγή μακρών και βραχειών συλλαβών. Ο τόνος δεν λαμβάνεται υπόψη στη δημιουργία του μέτρου.
 
 3) Στις σπάνιες περιπτώσεις που έχει διασωθεί η μουσική που συνόδευε τα ποιήματα (λ.χ. επιτάφιο άσμα του Σείκιλου -βλ. την εικόνα που ακολουθεί), αυτή λαμβάνει γενικά υπόψη της την έμφυτη μουσικότητα των λέξεων: έτσι λ.χ. οι συλλαβές που έχουν οξεία είναι σε υψηλότερη νότα από τις άλλες συλλαβές της λέξης που δεν έχουν οξεία.
 
 4) Η δημιουργία σημαδιών από το 200 π.Χ. και μετά για τη δήλωση του τόνου υποδεικνύει ότι οι δάσκαλοι τα θεωρούσαν απαραίτητα, για να μάθουν οι μαθητές ένα σύστημα τονισμού που είχε αρχίσει να εκλείπει ή τουλάχιστον να τους δυσκολεύει. [i]
     
ΒΡΑΧΕΑ-ΜΑΚΡΑ ΦΩΝΗΕΝΤΑ-ΔΙΦΘΟΓΓΟΙ 
 
          Η Αρχαία Ελληνική διέκρινε βραχέα και μακρά φωνήεντα. Η διάκριση αφορούσε το χρόνο εκφοράς: τα βραχέα εκφέρονταν σε ένα χρόνο, τα μακρά σε διπλάσιο. Οι δίφθογγοι από αυτή την άποψη μπορούν να θεωρηθούν ως ειδική περίπτωση των μακρών, με τη διαφορά ότι ο δεύτερος χρόνος καλυπτόταν από διαφορετικό φωνήεν σε σχέση με τα μακρά. Έτσι έχουμε: Βραχέα: ε, ο, υ, ι, α Μακρά: η (=εε), ω (=οο), α (=αα), ι (=ιι), υ (=υυ) Παράδειγμα διφθόγγου: αι = όπως ακούγεται στη λέξη καημός.
     
ΤΑ ΣΗΜΑΔΙΑ ΤΟΝΙΣΜΟΥ 

Ήταν τρία: οξεία (΄), βαρεία (`), οξυβάρεια ή περισπωμένη (~).
     
ΟΙ ΤΟΝΟΙ 
 
Στην οξεία το ύψος της φωνής ανέβαινε στο τονισμένο φωνήεν. Μια υπόθεση λέει ότι ανέβαινε κατά ένα διάστημα πέμπτης, δηλαδή στην κλίμακα λ.χ. του ντο από το ντο στο λα. Στη βαρεία το ύψος της φωνής ήταν καθοδικό σε σχέση με την οξεία. Δηλαδή η φωνή κατέβαινε ξανά στο ντο ή εν πάση περιπτώσει στο κανονικό, ασημάδευτο ύψος φωνής των άτονων φωνηέντων. Κάποια στιγμή σημειωνόταν καταχρηστικά σε όλα τα μη τονισμένα φωνήεντα. Αργότερα η χρήση της περιορίστηκε μόνο σε λέξεις που κανονικά έπαιρναν οξεία στη λήγουσα (οξύτονες) και μετά δεν ακολουθούσε ισχυρό σημείο στίξης (λ.χ. τελεία) ή εγκλιτικό.
 
Μια εύλογη υπόθεση είναι ότι η άνοδος του ύψους της φωνής σ’ αυτή την περίπτωση δεν ήταν τόσο υψηλή όσο στην κανονική οξεία. Η περισπωμένη (οξυβάρεια) σημείωνε την άνοδο της φωνής στον πρώτο χρόνο και την κάθοδό της στο δεύτερο χρόνο (σύνθετος τόνος). Επομένως χρειάζεται δύο χρόνους για να εκφραστεί, και άρα αφορά μόνο τα μακρά φωνήεντα και τις διφθόγγους.
 
Αυτός είναι ο λόγος που μαθαίνουμε τον κανόνα ότι τα βραχέα φωνήεντα δεν παίρνουν ποτέ περισπωμένη: τα βραχέα έχουν μόνο ένα χρόνο. Ένας άλλος κανόνας που μαθαίνουμε στο σχολείο είναι ότι οι δίφθογγοι -οι και -αι στο τέλος κλιτής λέξης λογαριάζονται για τον τονισμό ως βραχέα φωνήεντα και όχι ως μακρά: στην περίπτωση αυτή το δεύτερο στοιχείο της διφθόγγου, το -ι, πρέπει να μετατρεπόταν στον καθημερινό γρήγορο λόγο σε ημίφωνο -y (όπως λ.χ. στα Νέα Ελληνικά το -ι- στη λέξη παιδιά, προφορά πεδyά), δηλαδή σε σύμφωνο, άρα η προφορά ήταν -oy, -ay και επομένως η δίφθογγος απέμενε μόνο με έναν φωνηεντικό χρόνο (ο ή α), άρα μπορούσε να θεωρηθεί ως βραχύ φωνήεν. Όταν ένα μακρό φωνήεν έπαιρνε οξεία, αυτό σημαίνει ότι το ύψος της φωνής ανέβαινε μόνο στον δεύτερο χρόνο. Παράδειγμα: κέὲπος = κῆπος κεέπου =κήπου
 
Ο ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ ΤΡΙΣΥΛΛΑΒΙΑΣ
 
Ο βασικότερος ίσως κανόνας τονισμού της Αρχαίας Ελληνικής είναι ότι ο τόνος δεν μπορεί να ανέβει πριν από την προπαραλήγουσα (δηλαδή την τρίτη συλλαβή από το τέλος) κι αυτό όταν η λήγουσα είναι βραχεία. Όταν η λήγουσα είναι μακρά, ο τόνος κατεβαίνει αναγκαστικά στην παραλήγουσα. Π.χ. το όφελος, αλλά του οφέλους. Στην πραγματικότητα πίσω από αυτό τον κανόνα κρύβεται ένας γενικότερος, βασικότερος και παλιότερος: ο τόνος δεν μπορεί να ανέβει πέρα από τον τρίτο φωνηεντικό χρόνο από τη λήγουσα. Στο παράδειγμα με τη λέξη όφελος ο κανόνας είναι ολοφάνερος: όφελος: όλα τα φωνήεντα είναι βραχέα, άρα διαρκούν από έναν χρόνο (3Χ1).
 
Η λέξη τονίζεται στον τρίτο χρόνο από τη λήγουσα. οφέλους: το ου της κατάληξης είναι δίφθογγος, άρα έχει δύο χρόνους, συνεπώς συνολικά η λέξη έχει τώρα 1+1+2 =4 χρόνους. Ο τόνος κατεβαίνει αναγκαστικά στον τρίτο χρόνο από το τέλος, άρα πάει στην παραλήγουσα. Το ίδιο σχήμα ερμηνεύει και δισύλλαβες λέξεις, όπου φαινομενικά δεν έπρεπε να ισχύει ο νόμος της τρισυλλαβίας. Ισχύει όμως ο πιο βασικός νόμος της τριχρονίας: κῆπος =κέεπος, ο τόνος πέφτει στον τρίτο χρόνο από το τέλος. κήπου = κεέπου, ο τόνος πέφτει στον τρίτο χρόνο από το τέλος.[ii] κῆποι = κέεποι, ο νόμος φαινομενικά μόνο παραβιάζεται, αφού είπαμε ότι το -οι στο τέλος κλιτής λέξης γίνεται oy και του απομένει μόνο ένας φωνηεντικός χρόνος: πραγματική προφορά κέεποy.
     
Η ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΤΟΝ ΔΥΝΑΜΙΚΟ ΤΟΝΟ
 
          Η αλλαγή του τόνου από μουσικό σε δυναμικό ήταν βαθμιαία διαδικασία που ξεκίνησε αμέσως μετά την κλασική εποχή για τις περισσότερες ελληνικές διαλέκτους (υπάρχουν υποψίες ότι στη λακωνική ξεκίνησε ήδη από το τέλος της αρχαϊκής εποχής). Στην ενίσχυση της αλλαγής έπαιξε ίσως σημαντικό ρόλο και η διάδοση της Ελληνικής σε ξένους λαούς που δεν ήταν σε θέση να αναπαραγάγουν τα λεπτά μουσικά σχήματα της Ελληνικής, όπως σήμερα οι ξένοι ομιλητές της αγγλικής δεν μπορούν να αναπαραγάγουν εύκολα την λονδρέζικη προφορά και συνήθως υιοθετούν μια προφορά των δύσκολων φθόγγων πιο κοντά στη δική τους μητρική γλώσσα. Επιπλέον ο μουσικός τόνος χρειαζόταν τα μακρά φωνήεντα και τις διφθόγγους, για να εκφραστεί. Η βαθμιαία μετατροπή των μακρών σε βραχέα και ο μονοφθογγισμός των διφθόγγων (π.χ. καιρός > καερός > κεερός > κερός) οδήγησε στην απώλεια και του μουσικού τονισμού.
 
Η μετάβαση στο δυναμικό τονισμό φαίνεται να ολοκληρώθηκε στους δύο πρώτους μετά Χριστόν αιώνες, αφού τα ποιήματα του Κλήμεντος από την Αλεξάνδρεια (τέλος 2ου αιώνα μ.Χ.) ή του Γρηγόριου του Ναζιανζηνού (4ος αιώνας μ.Χ.) στηρίζονται στην εναλλαγή άτονων και τονισμένων συλλαβών, όπως στα Νέα Ελληνικά (βέβαια οι λόγιοι ποιητές εξακολούθησαν να γράφουν στα παραδοσιακά μέτρα για αιώνες ακόμη). Ενδιάμεσα την επικράτηση του δυναμικού τονισμού μαρτυρούν ορθογραφικά «λάθη» σε παπυρικά ευρήματα από καθημερινούς ανθρώπους.
 
τόνος έχει την τάση να «εξασθενεί» τα άτονα φωνήεντα, οδηγώντας τα ακόμη και στην οριστική έκπτωση από τη λέξη. Ένα παρόμοιο φαινόμενο παρουσιάζεται στα λεγόμενα βόρεια νεοελληνικά ιδιώματα: π.χ. νιρό αντί νερό, σκλί αντί σκυλί κ.ο.κ.[iii]
---------------------------------------
 [i] Υπήρχαν φυσικά και άλλοι λόγοι για την επινόηση των τονικών σημαδιών, ο κυριότερος από τους οποίους ήταν η ανάγκη να σημειωθούν οι τόνοι σε διαλεκτικά κείμενα των οποίων ο τονισμός διέφερε από τον επικρατούντα αττικό. Λ.χ. τα κείμενα των Λέσβιων αρχαϊκών λυρικών (Σαπφώ, Αλκαίος) ήταν γραμμένα σε μια διάλεκτο που είχε την τάση να ανεβάζει τον τόνο των λέξεων μακριά από τη λήγουσα. Π.χ. πόταμος αντί ποταμός. Επίσης τα ομηρικά κείμενα ήταν γεμάτα με ιωνικούς, λεσβιακούς και άλλους πανάρχαιους τύπους και οι μαθητές και οι σπουδαστές έπρεπε να μάθουν τον σωστό τονισμό αυτών των λέξεων, πολλές από τις οποίες δεν χρησιμοποιούνταν πια στην ελληνιστική εποχή. Τέλος στη χρήση τόνων μπορεί να συνέβαλε και η ανάγκη των ξένων να μάθουν σωστά την Ελληνική.
[ii] Αυτόν τον νόμο τον μαθαίνουμε μηχανικά στο σχολείο ως «μακρό μπροστά από βραχύ περισπάται», «μακρό μπροστά από μακρό οξύνεται».
[iii] Ο κλασικός λακωνικός τύπος σιός αντί θεός (με «αδυνάτισμα» του άτονου ε σε ι) είναι μία από τις ενδείξεις που εξαιτίας τους οι γλωσσολόγοι υποπτεύονται ότι στη λακωνική η εξέλιξη προς το δυναμικό τόνο ξεκίνησε νωρίτερα από τις άλλες διαλέκτους. [Ο λακωνικός τύπος είναι ενδιαφέρων και από μια άλλη άποψη: δείχνει ότι τα δασέα σύμφωνα όπως το -θ- (κλασική προφορά περίπου /τχ/ =τχεός) ξεκίνησαν να γίνονται τριβόμενα (όπως σήμερα) στη λακωνική επίσης νωρίτερα σε σχέση με άλλες αρχαίες διαλέκτους: το σ- φαίνεται να αποτελεί απόπειρα να αποδοθεί ένα τριβόμενο θ όπως το σημερινό με τον πιο κοντινό φθόγγο που διέθετε το ελληνικό αλφάβητο, με άλλα λόγια η λακωνική προφορά στην πράξη πρέπει να ήταν /θιός/ ή /θyός/ με συνίζηση)].
Η επικράτηση ισχυρού δυναμικού τόνου είναι και ο λόγος που λ.χ. στη Γαλλική υπάρχει τόσο μεγάλη διαφορά μεταξύ ιστορικής ορθογραφίας και πραγματικής προφοράς. Η Λατινική, ο πρόγονος της Γαλλικής, είχε επίσης μουσικό τόνο.
Στην πορεία προς τη Γαλλική η επικράτηση δυναμικού τονισμού οδήγησε στον ακρωτηριασμό των άτονων συλλαβών: ils aiment πραγματική προφορά ilz-em. Ο ακρωτηριασμός των καταλήξεων οδήγησε στο να τονίζονται όλες οι γαλλικές λέξεις στη λήγουσα!
 
ΔΕΣ:
 
 
 

Περιπέτειες στον Όλυμπο, Θέτις και Πηλέας.

To σύγχρονο μυθολογικό ευθυμογράφημα που ακολουθεί, βασίστηκε στον σατυρικό τρόπο γραφής του Λουκιανού του Σύρου (125 - 180 μ.Χ.). Ο Λουκιανός ήταν ρήτορας και σατιρικός συγγραφέας, δημιουργός του σατιρικού διαλόγου, και από τους σημαντικότερους Αττικιστές συγγραφείς της Δεύτερης σοφιστικής. Ο λόγος του Λουκιανού είναι αιχμηρός και διεισδυτικός, και χρησιμοποιεί κατά κόρον τον διάλογο για να σατιρίσει, να καυτηριάσει και να αναπτύξει τα θέματα που της αρχαίας Ελληνικής μυθολογίας. Η προσπάθεια που ακολουθεί, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να συγκριθεί με την πρωτοτυπία και την αξία των έργων του Λουκιανού ή οποιουδήποτε άλλου αρχαίου Έλληνα συγγραφέα. Αποτελεί απλώς ένα σατυρικό κείμενο το οποίο αντλεί την έμπνευση του, από την μαγευτική και ανεξάντλητη αρχαία Ελληνική μυθολογία. Οι αναγνώστες του κειμένου θα πρέπει να το εκλάβουν ως τέτοιο και μόνο. Το κείμενο αναρτάται σε συνέχειες.

Τα Δυο Θεϊκά αδέλφια, ο Δίας και ο Ποσειδώνας ήθελαν και οι δύο να κάνουν γυναίκα τους την Θέτιδα, αλλά εκείνη αρνιόταν πεισματικά. Η Θέμιδα άρχισε να κυκλοφορεί φήμες πως δήθεν υπήρχε χρησμός πως ο γιος που θα έφερνε στον κόσμο, που θα ήταν δυνατότερος από τον πατέρα του. Έτσι, ο Δίας, φοβούμενος για την εξουσία του, πάντρεψε τη Θέτιδα με ένα θνητό, τον Πηλέα, το γιο του Αιακού.

Η Θέτις όμως δεν ήθελε να παντρευτεί προτιμούσε την συντροφιά των σαράντα εννέα αδελφών της, του πατέρα, και της μητέρας της, στα βάθη της θάλασσας. Ο Πηλέας ζήτησε τότε τη βοήθεια του Κένταυρου Χείρωνα, ο οποίος τον συμβούλευσε να κάνει το εξής: ένα πρωινό που η Θέτιδα θα έβγαινε από τη θάλασσα, εκείνος θα ορμούσε και θα την άρπαζε από τη μέση, αγκαλιάζοντάς τη σφιχτά. Έτσι κι έγινε. Η Θέτιδα στην προσπάθειά της να ξεφύγει από τα χέρια του, μεταμορφώθηκε σε φωτιά, νερό, άνεμο, δέντρο, όρνιθα, τίγρη, λιοντάρι, φίδι και σουπιά, αλλά δεν κατάφερε να απελευθερωθεί. Έτσι, υποχρεώθηκε να τον παντρευτεί. Ο γάμος τους έγινε στις κορυφές του Πηλίου, στο Χειρώνιον Άντρον.

Και εορτάστηκαν οι γάμοι του Πηλέα και της Θέτιδας με μεγάλη λαμπρότητα. Όλοι οι Ολύμπιοι έτρεξαν να προσφέρουν δώρα λαμπρά στους νεόνυμφους. Ο Ποσειδώνας χάρισε τα δύο αθάνατα άλογα που συντρόφευσαν τον Αχιλλέα στον κάμπο της Τρωάδας. Ο Ήφαιστος στην όμορφη Θέτιδα της χάρισε πολλά και ωραία δώρα. Ο Άρης, λαμπρά όπλα και ένα κοντάρι, τόσο βαρύ που μόνο ο Πηλέας και αργότερα μονάχα ο Αχιλλέας, μπορούσε να σηκώνει και να το χρησιμοποιεί στη μάχη. 

Η μόνη από τους Θεούς που δεν είχαν καλέσει ήταν η Έριδα (η γνωστή γρουσούζα και καβγατζού). Η Έριδα τα πήρε κρανίο. Αποφάσισε, να τα κάνει «γυαλιά καρφιά», να τα κάνει «λίμπα», το ήξερε το κόλπο εξάλλου, ήταν η ειδικότητα της. Πήρε ένα μήλο, και έγραψε επάνω του αφιερωμένο εξαιρετικά στην ωραιότερη «ΤΗ ΚΑΛΛΙΣΤΗ» Θεά του Ολύμπου, και το πέταξε πάνω στο τραπέζι που καθόντουσαν οι Θεές Ήρα, Αθηνά και Αφροδίτη.

Ποιος είδε τις Θεές και δεν τις φοβήθηκε. Άρχισε το μαλλιοτράβηγμα, και οι τσιρίδες μεταξύ των Θεαινών. Ο φουκαράς ο Δίας, για ακόμη μία φορά έμπλεξε με γυναικείες υποθέσεις. Για να αποποιηθεί την ευθύνη και την μίρλα, λύση φώναξε το Ερμή, να πάρει τις τρεις καλλονές θεές και να τις πάει σούμπιτο, στη Φρυγία, στο γιο του Πριάμου, τον Πάρι τον γελαδάρη, που φύλαγε ανέμελος τις αγελάδες του, στο βουνό Ίδη. Θα έβλεπε τις Θεές, και θα έκρινε αυτός ποια είναι η πιο ωραία. Από τις σβουνιές των αγελάδων, κριτής Θεϊκής ομορφιάς, πλάκα έχουν οι Θεοί….!!

Οι τρείς Θεές με την συνοδεία του Ερμή, βρήκαν αμέσως τον Πάρι, που δεν ήξερε ο έρμος τι το περιμένει. Βλέπει τον Ερμή με τις Θεές και μένει «κόκκαλο». «Κολλάει» το κεφάλι στο χώμα σαν στρουθοκάμηλος, και δεν λέει να το σηκώσει. Είναι γνωστό εξάλλου τι παθαίνουν οι θνητοί που βλέπουν τις «κρυφές χάρες» των Θεών.

-«Γιε του Πριάμου, μην σκιάζεσαι. Εντολή και άδεια του κοσμοσείστη Δία σου μεταφέρω, το βλέμμα να σηκώσεις, και να δεις την ομορφιά από θεές που κανείς θνητός έως τώρα δεν έχει δει, και ούτε θα ξαναδεί ποτέ. Εσύ θα είσαι ο κριτής», του λέει, και του εξηγεί τα καθέκαστα.

«Κόκκαλο» ξανά μανά, ο Πάρις, τον έζωσαν τα φίδια. Κουκλάρες και οι τρεις Θεές.

 –«Κοτζάμ Δίας, και δεν παίρνει απόφαση, θα βγάλω εγώ το φίδι από την τρύπα;», ψιθυρίζει στον Ερμή, τρομοκρατημένος ο Πάρις.

-«Μεγάλε σου «έκατσε λαχείο», μην «κωλώνεις», κάνε αυτό που πρέπει, και δεν θα χάσεις», του λέει ο Ερμής κλείνοντας του πονηρά το μάτι.

Αν δεν μπορείς να το αποφύγεις απόλαυσε το λένε, έτσι λοιπόν και ο Πάρις νέο παλικάρι που έβραζε το αίμα του, είπε πως για να μπορέσει να αποφασίσει ποια είναι η ωραιότερη, θα έπρεπε όχι μόνο να του τάξουν δώρα, αλλά έπρεπε φυσικά και να γδυθούν, ώστε να είναι όσο το δυνατό περισσότερο αντικειμενικός. Δεν το είπε αυτός, εξάλλου, ο Δίας το είπε.

Χωρίς αναστολές οι Θεές έσκισαν τα ιμάτια τους, και παρουσιάστηκαν με όλη τους την χάρη μπροστά στον θνητό Πάρι.

Πρώτη μίλησε η Ήρα, η οποία εκτός των... ''άλλων'' προσφορών της, του υποσχέθηκε, ότι θα τον κάνει αφέντη ολοκλήρου της Ασίας.

Η Αθηνά εκτός των... ''άλλων'' προσφορών της, υποσχέθηκε, ότι θα τον κάνει σοφό, δυνατό και τροπαιούχο. Η Αφροδίτη πιο «τσαχπινογαργαλιάρα» εκτός των ''άλλων'' πιο φανερών προσφορών της, του υποσχέθηκε, ότι θα τον παντρέψει με την ωραιότερη γυναίκα του κόσμου, την Ελένη του Μενελάου.

Η συμφωνία κλείσθηκε. Η Αφροδίτη πήρε το «Μήλο» της έριδος, και ο Πάρις την Ελένη. Και από εκείνη την μέρα και μετά, ξεκίνησε ο δεκάχρονος Τρωικός πόλεμος, ο οποίος βασάνισε ανθρώπους και Θεούς, αλλά αυτό είναι μία άλλη ιστορία….!

Η Σιωπηλή Προσευχή

ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ

Στην Αληθινή Προσευχή δεν χρειάζεται προσπάθεια, δεν χρειάζεται χρόνος, δεν υπάρχει δυσκολία...

Στην Αληθινή Προσευχή απουσιάζει ο εαυτός... ο νους είναι καθαρός, σιωπηλός, κι ανοιχτός στον Ουρανό...

Όταν ο εαυτός ανακατεύεται ο νους γεμίζει σκέψεις, επιθυμίες, δραστηριότητες, και τρέχει πίσω από σκιές.

Η Πύλη για την Πραγματικότητα είναι στενή... τόσο στενή που δεν χωράει να περάσει όχι αίσθηση, ή σκέψη, ούτε καν η αντίληψη του εαυτού... Πρέπει να τα αφήσουμε όλα πίσω κι από την χαραμάδα να γλιστρήσουμε στο Ερεβοκτόνο Φως...

Ακόμα και την σκέψη του Παντός, την επιθυμία να έχουμε Εμπειρία του Παντός, την επιθυμία να Γνωρίσουμε το Παν... πρέπει να τα αφήσουμε πίσω, γιατί συχνά οδηγούν στη μεγαλομανία ότι μπορεί ένα εγώ να Δει το Παν, ότι Γνωρίζει το Παν, και μπορεί να μιλήσει για το Παν...

Στο Παν Οδηγεί μόνο η Σιωπή... Στο Παν μπορεί να σε καθοδηγήσει κάποιος που Βιώνει το Παν, αλλά δεν μιλά για Αυτό... γιατί αυτοί που μιλούν για τον Παν δεν τον Γνωρίζουν... Οι πιο σοφοί γέροντες στην έρημο της πνευματικής άσκησης ήταν αυτοί που Ζούσαν Μέσα Στο Παν χωρίς να το γνωρίζουν, αυτοί οι «τρελοί» που όταν τους ρωτούσαν για το Παν σου έλεγαν να σωπάσεις: Το Παν Είναι Παντού, και το Παντού, όπου κι αν πας, είναι τόπος ιερός. Πως θορυβείς; Ησυχία... Το Παν Είναι Εδώ...

Μην ακούτε ποτέ αυτούς που λένε πολλά λόγια για τον Θεό, για την Αλήθεια, για την Γνώση, για τον δρόμο, για την σωτηρία... Μην ακολουθείτε αυτούς που μιλούν και συμπεριφέρονται σαν να Γνωρίζουν τον Θεό... αν υπήρχε θα ήταν καλύτεροι, κι ο κόσμος δεν θα ήταν ορφανός...

Το Παν Είναι Εδώ, Τώρα, Πάντα, Ζούμε Μέσα Του, Ζει μέσα μας... κάθε εγώ, είναι μάταιος θόρυβος... Δεν χρειάζεται να βρούμε το Παν, δεν χρειάζεται να ψάξουμε αλλού... Μας έχει Βρει ήδη Εκείνο...

Αυτοί που αισθάνονται τον Παν μακριά είναι γιατί δεν Το βλέπουν... και θέλουν να σε οδηγήσουν και σένα μακριά, στο Παν, από τον μακρινό δρόμο, μέσα από θεωρίες, σκέψεις, ασκητισμούς, πνευματικούς αγώνες, ερημικές περιπλανήσεις...

Στην Αληθινή Προσευχή δεν χρειάζεται προσπάθεια, δεν χρειάζεται χρόνος, δεν υπάρχει δυσκολία... Είναι στον τόπο της πλάνης που χρειάζεται προσπάθεια, στην έρημο της ζωής που χρειάζεται χρόνος, να φτάσεις στην όαση, στον κακοτράχαλο δρόμο της απώλειας που ματώνουν τα πόδια σου...

«Ελάτε, όσοι είστε κουρασμένοι, απογοητευμένοι, χωρίς ελπίδα, και εγώ θα σας αναπαύσω»... έτσι έλεγε, κάποτε, με ανθρώπινα χείλη, το Παν...

«Ο Δρόμος μου είναι εύκολος, το φορτίο μου ελαφρύ, δεν ζητάω τίποτα εγώ... μα εσείς αν δεν χάσετε τον εαυτό σας στον κόσμο, ποτέ δεν θα βρείτε τον αληθινό εαυτό σας στον Ουρανό»...

«Και τι είναι για τον άνθρωπο καλύτερο, να κερδίσει την ζωή του χάνοντας τον κόσμο... ή να χάσει την ζωή του κερδίζοντας τον κόσμο όλο»;

Τα λόγια ακόμα αντηχούν στον αέρα της ιστορίας... χαϊδεύουν τα αυτιά των ανθρώπων μα δεν αγγίζουν την καρδιά τους...

Τι κρίμα! Πόση θλίψη στον Ουρανό! πόσος πόνος στη γη!

Το γέλιο μας ενώνει

Εδώ και λίγα χρόνια, το γέλιο έχει γίνει αντικείμενο επιστημονικών συζητήσεων. Η ιατρική και η ψυχολογία ανακαλύπτουν τις ευεργετικές του ιδιότητες και μας συνιστούν να γελάμε γιατί μας κάνει καλό. Με ποιο τρόπο όμως κάνει καλό το γέλιο;

Καταρχήν σε καθαρά σωματικό επίπεδο, επειδή όταν γελάμε η αρτηριακή πίεση πέφτει, οι αρτηρίες της καρδιάς διευκολύνουν την είσοδο αίματος και οξυγόνου, οι δύο «κλάδοι» του αυτόνομου νευρικού συστήματος έρχονται σε ισορροπία, ακόμη και τα κύτταρα του ανοσοποιητικού είναι πιο δραστήρια ενάντια σε ιούς ή τον καρκίνο. Έπειτα, σε συναισθηματικό επίπεδο, είναι αυτή η ευχαρίστηση, η ελαφρότητα, η χαρά, η χαλάρωση που αισθανόμαστε όταν γελάμε.

Εκτός απ' αυτά όμως, το γέλιο έχει και έντονα κοινωνικό χαρακτήρα: δυναμώνει τους δεσμούς μας με τους ανθρώπους, μας φέρνει πιο κοντά.

Μιλάμε βέβαια για το «αληθινό» γέλιο, το αυθόρμητο, αυτό που δεν μπορούμε ούτε να το αναγκάσουμε να έρθει ούτε και να το σταματήσουμε πριν περάσει η επίδραση αυτού που μας το έφερε. Αρκεί να δούμε ή να ακούσουμε ανθρώπους να σκάνε στα γέλια κι αισθανόμαστε αυτό το γαργάλημα στην κοιλιά που κάνει το διάφραγμα να συσπάται ρυθμικά, και παίρνει τον έλεγχο της αναπνοής μας, της φωνής, των μυών του προσώπου.

Φυσικά, γελάμε και μόνοι μας, όταν διαβάσουμε μια αστεία ιστορία, όταν θυμηθούμε ένα κωμικό γεγονός, όταν βλέπουμε μια ταινία. Συνήθως όμως αυτό το γέλιο που κάνουμε όταν είμαστε μόνοι κρατάει λίγο και δεν είναι πολύ έντονο, ακόμη κι όταν είναι πραγματικά αυθόρμητο και απολαυστικό. Κι αυτό που κάνουμε πολλές φορές είναι ότι αργότερα, κάποια άλλη στιγμή που μιλάμε μ' ένα φίλο, του διηγιόμαστε το αστείο στιγμιότυπο για να γελάσουμε μαζί ή το «κρατάμε» για να το πούμε αργότερα στο σύντροφο μας, στα παιδιά, στους συναδέλφους μας με σκοπό να μοιραστούμε μαζί τους και να ευχαριστηθούμε ακόμα μια φορά και ακόμα πιο έντονα τη στιγμή του γέλιου.

Μπορεί αυτό που επιδιώκουμε να είναι λίγες παραπάνω στιγμές ελαφρότητας και χαράς, όμως ταυτόχρονα –ακόμη κι αν δεν το κάνουμε συνειδητά- με τον τρόπο αυτό δυναμώνουμε τους δεσμούς μας με τους άλλους. Πώς;

Καταρχήν γιατί όταν γελάμε αληθινά δείχνουμε τον εαυτό μας όπως πραγματικά είναι. Όσο προσποιητό και τυπικό μπορεί να είναι το χαμόγελο, τόσο αυθεντικό είναι το αληθινό γέλιο. Οι μάσκες πέφτουν, το «εγώ» ξεγυμνώνεται, είναι σαν να λέμε «αυτός είμαι, εδώ είμαι, με βλέπεις ως μέσα στην ψυχή μου». Όταν γελάμε δεχόμαστε να αφήσουμε για λίγο τον έλεγχο, τα παιχνίδια δύναμης, τον φόβο «πώς θα φανούμε».

Είναι σαν μια βαθιά εκμυστήρευση και ως γνωστόν, οι εκμυστηρεύσεις μας φέρνουν πιο κοντά στους άλλους. Οι καλοί φίλοι λένε τα μυστικά τους, οι καλοί φίλοι γελάνε μαζί.

Επίσης, όταν γελάμε είναι σαν να χρησιμοποιούμε μια μυστική γλώσσα, έναν κώδικα που δεν μοιραζόμαστε με όλους.

Δεν μπορούμε να γελάσουμε απολαυστικά με όλους τους ανθρώπους αλλά μόνο με αυτούς που καταφέρνουμε να εγκαταστήσουμε τους «κατάλληλους κωδικούς». Αυτό γίνεται με άλλους περισσότερο και με άλλους λιγότερο, σε κάποιες σχέσεις απ' την πρώτη στιγμή και σε άλλες ποτέ.

Όταν όμως γίνεται, τότε δημιουργείται μια μυστική συμμαχία, κάτι που μας ενώνει με αυτούς με τους οποίους γελάμε μαζί. Γυρνάμε, τους κοιτάμε για μια στιγμή, βλέπουμε ότι «είναι μαζί μας» και το γέλιο δυναμώνει, η ευχαρίστηση πολλαπλασιάζεται.

Αυτή η υπέροχη επίδραση του γέλιου είναι πολλές φορές σωτήρια για τις σχέσεις, προσωπικές ή επαγγελματικές. Ένας καβγάς, μια ένταση σ΄ ένα ζευγάρι μπορεί να εξατμιστεί σε λίγα λεπτά όταν ο ένας απ' τους δύο ή και οι δύο βρουν κάτι που θα τους κάνει να ξεκαρδιστούν.

Ένας προϊστάμενος με χιούμορ έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες να έχει ευχαριστημένους και αποτελεσματικούς υφισταμένους από έναν πολύ σοβαροφανή, βλοσυρό και δύσκαμπτο.

Γι' αυτό είναι καλό να μοιραζόμαστε στιγμές γέλιου με τους ανθρώπους που μας είναι σημαντικοί.

Πώς; Βλέποντας με παρέα την αγαπημένη μας κωμική σειρά, κρατώντας ζωντανά όσα μας κάνουν να γελάμε μαζί με τον σύντροφο μας, διαβάζοντας στα παιδιά μας ή βάζοντας τα να μας διαβάσουν αυτά την αγαπημένη τους αστεία ιστορία. Άλλωστε το παιδικό γέλιο είναι ιδιαίτερα μεταδοτικό!

Φράνσις Γκάλτον: Η στατιστική στη Ψυχολογία κι η θεωρία περί ευγονικής

Ο βιολόγος και στατιστικός Φράνσις Γκάλτον, ήταν αυτός που εισήγαγε τη στατιστική σκέψη στη βιολογία. Πρωτοπόρος σε πολλούς τομείς και, αν και κάποιες πλευρές του έργου του είναι παραπάνω από αμφιλεγόμενες, η γενικότερη συμβολή του στην επιστήμη δεν είναι αμελητέα.

Αυτός που εισήγαγε τη στατιστική σκέψη στη βιολογία ήταν ο πρώτος ξάδελφος του Κάρολου Δαρβίνου. Άνθρωπος με αρκετή οικονομική άνεση, ο Φράνσις Γκάλτον είχε γραφτεί στο Κολέγιο Τρίνιτυ του Καίμπριτζ το 1840.

Αρχικά σπούδασε ιατρική, αλλά στη συνέχεια ακολουθώντας τη συμβουλή του Δαρβίνου στράφηκε στα μαθηματικά. Ήταν είκοσι δύο ετών όταν ο πατέρας του πέθανε κληροδοτώντας του ένα αξιοπρεπές ποσό. Χωρίς να χρειαστεί ποτέ του να εργαστεί για να ζήσει, ο Γκάλτον έγινε ερασιτέχνης επιστήμονας.

Η εμμονή του ήταν οι μετρήσεις: μετρούσε τα κεφάλια των ανθρώπων, τις μύτες τους, τα άκρα τους, πόσες νευρικές κινήσεις έκαναν αυτοί που παρακολουθούσαν μια διάλεξη και πόσο ελκυστικές ήταν οι κοπέλες που συναντούσε στον δρόμο (τα κορίτσια του Λονδίνου πέτυχαν την ψηλότερη βαθμολογία, ενώ του Αμπερντήν τη χαμηλότερη). Μετρούσε τα χαρακτηριστικά των δακτυλικών αποτυπωμάτων, πρακτική που οδήγησε στην υιοθέτηση της αναγνώρισης μέσω δακτυλικών αποτυπωμάτων από τη Σκότλαντ Γιαρντ το 1901. Μετρούσε ακόμα και τη διάρκεια ζωής των ηγεμόνων και των ιερωμένων, η οποία όπως διαπίστωσε ήταν παραπλήσια με τη διάρκεια ζωής ανθρώπων από άλλους επαγγελματικούς κλάδους, γεγονός που τον οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η προσευχή δεν ωφελεί σε τίποτα.

Στο βιβλίο του Hereditary Genius («Κληρονομική ιδιοφυία»), που εκδόθηκε το 1869, ο Γκάλτον έγραψε ότι το ποσοστό του πληθυσμού που έχει ύψος εντός οποιουδήποτε συγκεκριμένου διαστήματος υψών θα πρέπει να είναι σχεδόν σταθερό με την πάροδο του χρόνου, και ότι η κανονική κατανομή διέπει τόσο το ύψος όσο και οποιοδήποτε άλλο φυσικό χαρακτηριστικό: την περίμετρο του κεφαλιού, το μέγεθος του εγκεφάλου, το βάρος της φαιάς ουσίας, το πλήθος των εγκεφαλικών ινών κ.ο.κ.

Όμως ο Γκάλτον δεν σταμάτησε εκεί. Πίστευε ότι και ο χαρακτήρας των ανθρώπων καθορίζεται από την κληρονομικότητα και ότι, όπως και τα φυσικά χαρακτηριστικά των ανθρώπων, ακολουθεί με κάποιο τρόπο την κανονική κατανομή. Έτσι, σύμφωνα με τον Γκάλτον, οι άνδρες δεν είναι όλοι «ίσης αξίας, ως κοινωνικές μονάδες, εξίσου ικανοί να ψηφίζουν και τα παρόμοια». Αντίθετα, ισχυρίστηκε, περίπου 250 άνδρες στο 1 εκατομμύριο κληρονομούν εξαιρετικές ικανότητες σε κάποιο τομέα με αποτέλεσμα να διαπρέπουν στον τομέα αυτό. (Επειδή στις μέρες του οι γυναίκες κατά κανόνα δεν εργάζονταν, ο Γκάλτον δεν έκανε αντίστοιχη ανάλυση γι’ αυτές.)

Βασιζόμενος σ’ αυτές τις ιδέες, ο Γκάλτον θεμελίωσε ένα νέο ερευνητικό πεδίο, το οποίο ονόμασε «ευγονική», από τις ελληνικές λέξεις ευ (καλό και γένος (γέννηση). Με την πάροδο των ετών, η λέξη ευγονική απέκτησα διαφορετικές σημασίες για διαφορετικούς ανθρώπους. Τόσο ο όρος όσο και κάποιες από τις ιδέες του Γκάλτον υιοθετήθηκαν από τους Ναζί, χωρίς ωστόσο να υπάρχει καμία ένδειξη ότι ο ίδιος θα ενέκρινε τις δολοφονικές πρακτικές των Γερμανών. Αντίθετα, η προσδοκία του ήταν να βρει έναν τρόπο για να βελτιώσει την κατάσταση της ανθρωπότητας μέσω επιλεκτικής αναπαραγωγής.

Πιο κάτω θα εξετάσουμε τους λόγους που η απλή ερμηνεία της επιτυχίας βάσει αιτίας-αποτελέσματος κατά τον Γκάλτον είναι τόσο ελκυστική. Όπως θα δούμε, λόγω των χιλιάδων προβλέψιμων και τυχαίων εμποδίων που πρέπει να ξεπεραστούν για να ολοκληρωθεί ένα έργο οποιοσδήποτε πολυπλοκότητας, η σύνδεση μεταξύ ικανότητας και επιτυχίας είναι πολύ πιο έμμεση για να μπορεί να εξηγηθεί με τις ιδέες του Γκάλτον.

Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια οι ψυχολόγοι έχουν ανακαλύψει ότι η ικανότητα να συνεχίζει κάποιος την προσπάθειά του με επιμονή παρά τα εμπόδια που συναντά είναι τουλάχιστον εξίσου σημαντικός παράγοντας επιτυχίας όσο και το ταλέντο. Γι’ αυτό και οι ειδικοί αναφέρονται συχνά στον «κανόνα των δέκα ετών», με την έννοια ότι απαιτείται τουλάχιστον μια δεκαετία σκληρής εργασίας, άσκησης και αγώνα για να φτάσει να γίνει κανείς πολύ επιτυχημένος στους περισσότερους τομείς δραστηριότητας.

Η σκέψη ότι η προσπάθεια και η τύχη μετρούν όσο και το έμφυτο ταλέντο μπορεί να φαίνεται αποκαρδιωτική· εγώ όμως τη βρίσκω αντίθετα ενθαρρυντική, γιατί ενώ η γενετική μας σύσταση δεν εμπίπτει στον δικό μας έλεγχο, ο βαθμός της προσπάθειας εξαρτάται από εμάς. Ακόμα και οι επιπτώσεις της τύχης μπορούν να αμβλυνθούν σε κάποιο βαθμό, με την έννοια ότι μπορούμε να αυξήσουμε τις πιθανότητες επιτυχίας μας κάνοντας επανειλημμένες προσπάθειες.

Όποια κι αν είναι τα υπέρ και τα κατά της ευγονικής, οι έρευνες του Γκάλτον για την κληρονομικότητα τον οδήγησαν στην ανακάλυψη δύο μαθηματικών εννοιών που έχουν κεντρική θέση στη σύγχρονη στατιστική. Τη μία τη συνέλαβε το 1875, όταν μοίρασε σπόρους από μοσχομπίζελα σε επτά φίλους του. Ο κάθε φίλος πήρε σπόρους με ομοιόμορφο μέγεθος και βάρος, τους καλλιέργησε και επέστρεψε στον Γκάλτον τους σπόρους των επόμενων γενεών. Μετρώντας τους, ο Γκάλτον διαπίστωσε ότι η διάμεση διάμετρος των απογόνων μεγάλων σπόρων ήταν μικρότερη από αυτή των γονιών τους, ενώ η διάμεση διάμετρος των απογόνων μικρών σπόρων ήταν μεγαλύτερη από αυτή των γονιών τους. Αργότερα, χρησιμοποιώντας δεδομένα που συγκέντρωσε από ένα εργαστήριο που είχε στήσει στο Λονδίνο, παρατήρησε το ίδιο στο ύψος των ανθρώπων, γονέων και παιδιών.

Το φαινόμενο αυτό -ότι σε μετρήσεις ποσοτήτων που συνδέονται αλυσιδωτά, αν η μια μετρούμενη ποσότητα απέχει πολύ από τη μέση τιμή της, τότε η άλλη θα βρίσκεται πλησιέστερα στη μέση τιμή της- το ονόμασε «παλινδρόμηση προς τη μέση τιμή».

Η Απόκρυφη και Μαγική παράδοση των Tattoo

Τα τελευταία 25 χρόνια η δημοτικότητα των Tattoo έχει αυξηθεί δραματικά σε παγκόσμιο επίπεδο. Και αν παλαιότερα το θέμα των Tattoo ήταν ταμπού, και ειδικότερα στην Ελληνική κοινωνία, σήμερα σχεδόν όλοι διακοσμούν κάποιο σημείο του σώματός τους με ένα τατουάζ. Η Αρχαία τέχνη και η παράδοση των Tattoo υπάρχει όμως εδώ και πάρα πολλούς αιώνες, και κρύβει μέσα της μία τελετουργική και απόκρυφη πλευρά.
 
Η Ιστορία του Tattoo
 
Ο Εμπλουτισμός του δέρματος με μελάνι είναι μία αρχαία πρακτική που μετρά χιλιάδες χρόνια ζωής εκκινώντας την παράδοση των  Tattoo, υπάρχει σε διάφορους πολιτισμούς του Αρχαίου Κόσμου και χρησιμοποιήθηκε για διάφορους λόγους: Για την διαφοροποίηση των κοινωνικών τάξεων, σε θρησκευτικά τελετουργικά, για λόγους καλλωπισμού, για προστασία από τα πνεύματα και τις κακοδαιμονίες, για να προσδώσει στο άτομο μαγικές δυνάμεις, για να θεραπεύσει από ασθένειες και να απαλύνει τον πόνο…
 
Το παλαιότερο Tattoo ανακαλύφθηκε στην Ευρωπαϊκή Μούμια “Oetzi” που έρχεται από την εποχή του Χαλκού. Ο Άνδρας με τα ταττού χρονολογείται 5.500 ετών και βρέθηκε πριν 25 χρόνια στο Τίρολο των Άλπεων. Πρόκειται για το πιο παλιό γνωστό παράδειγμα στην παράδοση των  Tattoo, αυτό του ανθρώπου με τα Φαρμακευτικά Tattoo διατηρημένα στο μουμιοποιημένο κορμί του. Στα απομεινάρια της Πριγκίπισσας από την Σιβηρία με το όνομα Ukok που ανακαλύφθηκε πριν 19 χρόνια στα Βουνά Altai, βρέθηκαν μοτίβα από Tattoo, μόνο που στην δική της περίπτωση τα σημάδια σηματοδοτούσαν το κοινωνικό της προφίλ, αλλά και την βοήθησαν μαζί με τα άλλα αντικείμενα που βρέθηκαν στον χώρο ταφής της να έχει ένα ασφαλές πέρασμα στον άλλο κόσμο.
 
Οι απόκρυφες χρήσεις του Tattoo

Οι Αιγύπτιοι της Νούβια χρησιμοποιούσαν τα ταττού μόνο στις γυναίκες και λέγεται πως λειτουργούσαν ως φυλακτά για να τις προφυλάσσουν κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης αλλά και της γέννας. Στην Ινδία η κουκκίδα στο μέτωπο που αντικαθιστά την ελιά υπήρχε ως τατουάζ για να προστατεύει από το κακό μάτι.

Οι Αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν επίσης τα «Στίγματα» όπως τα αποκαλούσαν, τα οποία ήταν Tattoo που αποκάλυπταν πως κάποιος ανήκει σε κάποια Θρησκευτική ή Μυστικιστική σέκτα. Τα χρησιμοποιούσαν όμως και για να σημαδέψουν τους σκλάβους και τους εγκληματίες.

Το κοινό σημείο της Δερματοστιξίας όμως από τους αρχαίους καιρούς ως και τις ημέρες μας, είναι πως το σύμβολο που επιλέγει ο κάθε άνθρωπος χαράσσεται με αίμα, τεχνική που μπορεί να βρεί κανείς σε μαγικά τελετουργικά ανά τον κόσμο, με την προσφορά του αίματος να «ενεργοποιεί» παντοτινά το σύμβολο στην ενεργειακή δομή και την ειμαρμένη του ατόμου. Εξάλλου αν κοιτάξουμε γύρω μας θα διαπιστώσουμε πως είναι αρκετοί αυτοί που αποφάσισαν να τοποθετήσουν στο σώμα τους για πάντα σύμβολα ή σημαδιακές ημερομηνίες, φύλακες Άγγελους ή δαίμονες, που στον ψυχισμό τους λειτουργούν και δρουν ως ενεργειακά talisman που επιφέρουν τύχη, ή αποτυπώνονται για να υπενθυμίζουν για πάντα μία παρελθοντική κατάσταση που ποτέ δεν θα επανέλθει, παρά μόνο αν κοιτάξεις το Tattoo. Όπως και να έχει, συνήθως τα Tattoo που κουβαλάμε εμπεριέχουν το λιγότερο ένα συναισθηματικό δέσιμο μεταξύ ατόμου και συμβόλου, λειτουργώντας σχεδόν ως ζωντανή οντότητα που βρίσκεται στο σώμα μας και μας συντροφεύει παντοτινά.
 
Η Χρήση των Συμβόλων στα Σύγχρονα Tattoo
 
Πέρα από την δημοφιλή πιά τελετουργία του Tattoo, έχει παρατηρηθεί πως έχουν αυξηθεί δραματικά τα απόκρυφα Σύμβολα – Tattoo, ειδικότερα στους Νέους ανθρώπους. Φαίνεται λες και σχεδόν όλοι επιλέγουν εσωτερικά ή θρησκευτικά σύμβολα, ή γενικότερα tattoo συμβολικής φύσης για να αποτυπώσουν στο δέρμα τους.
 
Μέσα από αυτή την διαδικασία δρα η πνευματική φύση στην παράδοση των Tattoo καθώς οι άνθρωποι γεμίζουν με σύμβολα γεμάτα νόημα, απόκρυφο ή μη. Αυτό εξαρτάται από τον τρόπο που ο κάθε άνθρωπος αντιμετωπίζει την πνευματικότητα, την ζωή και την τροποποίηση του ανθρώπινου σώματος. Ακόμα και αν δεν είμαστε σε κάποια «φυλή» ή πνευματική ομάδα, μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τα tattoo και τα σύμβολα που τοποθετούμε στο σώμα μας με τρόπο πνευματικό, αφού μέσα από την τελετουργική διαδικασία της τοποθέτησης του Tattoo, εσωτερικά γίνεσαι ένα με το σύμβολο που “χτυπάς”, και αυτό είναι κάτι που δεν μπορείς να αποφύγεις. Έτσι φρόντισε να επιλέξεις με σοφία τα σύμβολα που θα τοποθετήσεις και θα κουβαλάς για πάντα στο κορμί σου, αφού θα επηρεάσουν μέσα από τις «ιδιότητές» τους την ζωή και την ύπαρξή σου περισσότερο από όσο νομίζεις.

Ποιος ξέρει, ίσως αυτή η αποτύπωση των πνευματικών συμβόλων πέρα από την προσωπική σημασία, να προκαλείται και από μία ανώτερη πνευματική ανάγκη που επηρεάζει το συλλογικό ασυνείδητο, και μετατρέπεται σε μόνιμο σημάδι στα κορμιά των νεών ανθρώπων. Ας δούμε τα συνηθέστερα απόκρυφα σύμβολα που βρίσκουμε πλέον στην παράδοση των Tattoo:
 
Τρίγωνο
 
Τα τρίγωνα χρησιμοποιούνται ως σύμβολα για αρκετά πράγματα και η δημοφιλία τους ξεπερνά την παράδοση των Tattoo. Στον χριστιανισμό αλλά και άλλες Θρησκευτικές παραδόσεις συμβολίζουν την τριάδα. Τα πλανητικά Σύμβολα είναι συνήθως τρίγωνα με διαφορετικές γραμμές και σχήματα μέσα και έξω. Ο Προσανατολισμός του τριγώνου έχει μεγάλη σημασία, καθώς ένα όρθιο τρίγωνο με την μύτη προς τα πάνω συμβολίζει τελείως διαφορετικά πράγματα από ένα ασταθές και αντεστραμμένο με την μύτη προς τα κάτω. Τα δύο τρίγωνα που δείχνουν προς δύο αντίθετες κατευθύνσεις σχηματίζουν ένα εξάγραμμο. Το πιο γνωστό από αυτά είναι το Άστρο του Δαυίδ, και είναι ένα σύμβολο που χρησιμοποιείται σε αποκρυφιστικούς κύκλους για να συμβολίσει την αντίθεση, το Αρσενικό και το θηλυκό. Επίσης τα τρίγωνα χρησιμοποιούνται στην Αλχημεία για να αποτυπώσουν τα τέσσερα στοιχεία.
 
Ο Πανενόπτης Οφθαλμός
 
Ο Διάσημος Πανενόπτης Οφθαλμός είναι γνωστός και απεικονίζεται με ένα μάτι μέσα σε ένα τρίγωνο. Παραπέμπει στην Θεϊκή όραση, στην δύναμη του θείου που παρακολουθεί και προστατεύει σε κάθε πιθανή στιγμή. Σήμερα το σύμβολο έχει συσχετιστεί με τον ΕλευθεροΤεκτονισμό, και αποτελεί την βάση για διάφορες θεωρίες Συνωμοσίας. Το Μάτι του Ώρου είναι μία διαφοροποιημένη εκδοχή του «Ματιού του Θεού» και είναι το πιό πρώιμο παράδειγμα συμβόλου.
 
Οι Ρούνοι
 
Οι Ρούνοι είναι μία παλιά αλφάβητος που ανακαλύφθηκε στην Δανία και την Γερμανία. Φαίνεται πως οι Ρούνοι δεν χρησιμοποιούνταν ως τρόπος γραφής αλλά και ως μαγικά σύμβολα, και η ίδια η λέξη σημαίνει «Μυστικό» Σήμερα σχετίζονται με την Μαγεία και τον Υπερβατισμό αν και δεν υπάρχει σαφής απόδειξη τέτοιας χρήσης. Οι Ρούνοι χαράσσονται συνήθως σε λίθους και τοποθετούνται σε ένα μικρό πουγκί ώσπου να αποκαλυφθούν για να διαβαστούν. Κάθε ένας Ρούνος έχει την δική του σημασία μέσα από το σύμβολο που βρίσκεται χαραγμένο πάνω του.

Τα Mandala
 
Τα Mandala είναι πνευματικά και θρησκευτικά σύμβολα που αντιπροσωπεύουν το Σύμπαν. Χρησιμοποιούνται στον Ινδουισμό και τον Βουδισμό και απεικονίζονται από ένα στρογγυλό σχήμα και ένα τετράγωνο σχήμα μέσα ή έξω, πάντοτε με μία ισορροπία και συμμετρία. Η Βασική μορφή των Μαντάλα είναι τετράγωνη με τέσσερις πύλες που περιέχουν ένα κύκλο με ένα κεντρικό σημεία. Είναι ο μικρόκοσμος του Σύμπαντος, και είναι γνωστά για τα αποτελέσματα που έχουν στο νευρικό σύστημα.
 
Το Πεντάγραμμο (Πεντάλφα)
 
Το Πεντάγραμμο είναι ίσως το δημοφιλέστερο απόκρυφο σύμβολο, το άστρο μέσα στον κύκλο. Πρόκειται για μία προστατευτική σφραγίδα που αντιπροσωπεύει τα τέσσερα στοιχεία με ένα πέμπτο, τον αιθέρα και το σύμπαν τριγύρω. Οι Σύγχρονοι Παγανιστές και η Wicca βρίσκονται πίσω από την δημοφιλία του συμβόλου αυτού. Για εκείνους είναι ένα φυλαχτό και ένα σύμβολο προστασίας, αλλά και η απεικόνιση της Θεάς και της σύνδεσης του ανθρώπου με την Μητέρα Γη.
 
Το Χέρι Hamsa
 
Ένα ανοιχτό δεξί χέρι, που απεικονίζεται με το μάτι του θεού ακριβώς στο κέντρο. Το χέρι Hamsa είναι γνωστό σε πολλές θρησκείες, συμπεριλαμβανομένου του Ιουδαϊσμού, του Χριστιανισμού και του Ισλαμισμού. Ο Θρύλος πίσω από το σύμβολο σε κάθε μία από αυτές διαφέρει, όμως η σημασία και η χρήση του είναι ακριβώς ίδια: Πρόκειται για ένα σύμβολο προστασίας, είτε απεικονίζεται με τα δάκτυλα να δείχνουν προς τα επάνω, είτε προς τα κάτω. Το Σύμβολο αυτό αντιπροσωπεύει επίσης την δύναμη, την υπομονή και την ισχύ και κρατά το κακό μακριά…

Ποια είναι η ηθική του Θεού;

Ο Θεός είναι πανάγαθος, μου λένε. Είναι επίσης παντοδύναμος και παντογνώστης. Έτσι μου λένε εδώ και χρόνια από τότε που τη μόρφωσή μου την έπαιρνα μόνο από το σχολείο.
 
Το παραπάνω ακούγεται πολύ ωραίο και απολύτως λογικό, για ένα θεό. Αλλά αν κοιτάξουμε τον πραγματικό κόσμο και όχι τον κόσμο όπως θα θέλαμε να είναι, βλέπουμε κάτι εντελώς διαφορετικό.

Κάθε χρόνο 9.000.000 παιδιά πεθαίνουν κάτω από την ηλικία των 5. Για να καταλάβετε το μέγεθος του αριθμού αυτού σκεφτείτε ένα τσουνάμι σαν αυτό που έσπειρε το θάνατο πριν μερικά χρόνια και σκότωσε περίπου 250.000 ανθρώπους. Για να φτάσουμε λοιπόν τον αριθμό των 9.000.000 πρέπει να έχουμε ένα τέτοιο τσουνάμι κάθε 10 μέρες και να σκοτώνει μόνο παιδιά κάτω των 5 ετών. Μιλάμε για 24.000 παιδιά την ημέρα, 1.000 την ώρα, 17 περίπου το λεπτό. Πριν τελειώσω αυτό το κείμενο μερικές εκατοντάδες παιδιά θα έχουν πεθάνει.

Αυτή τη στιγμή, μερικές χιλιάδες γονείς που πιστεύουν στο Θεό προσεύχονται σε αυτόν για να σωθούν τα παιδιά τους, αλλά οι προσευχές τους δεν θα εισακουστούν.

Ένας Θεός που επιτρέπει να πεθάνουν τόσα παιδιά και να υποφέρουν τόσοι γονείς, είτε δεν μπορεί να σταματήσει το κακό, είτε δεν ενδιαφέρεται, διότι η επιλογή να ενδιαφέρεται και να μην κάνει κάτι ακυρώνει την πιθανότητα να είναι πανάγαθος. Συνεπώς ο Θεός είτε είναι ανίκανος είτε κακός.

Ακόμα χειρότερα, οι περισσότεροι από αυτούς τους ανθρώπους θα πάνε στη κόλαση διότι προσεύχονται στον λάθος Θεό. Είχαν την ατυχία να γεννηθούν σε μια χώρα που δεν είναι Χριστιανική, όπου ποτέ δεν έμαθαν την «αλήθεια» και έτσι δεν θα μπουν στον παράδεισο. Ο Θεός τους τοποθέτησε σε αυτή τη χώρα, ο Θεός κανόνισε να είναι απομονωμένοι και ο Θεός επέλεξε ο Ιησούς να γεννηθεί σε ένα αραιοκατοικημένο μέρος του κόσμου και όχι πχ στη Κίνα όπου ο πληθυσμός εκείνη τη περίοδο ήταν σαφώς μεγαλύτερος.

Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, επειδή ο Θεός έκανε κάποιες επιλογές, θα πάνε στη κόλαση.

Από την άλλη, ο χειρότερος φονιάς που σκοτώνει και βιάζει σε όλη του τη ζωή, αρκεί να μετανοήσει τη τελευταία στιγμή της ζωής του και θα πάει στον παράδεισο.

Αυτό θεωρείται λογικό και σωστό στον Χριστιανισμό. Θεωρείται και ηθικό.

Όταν όμως ένας σκεπτικιστής αναφέρει αυτό το ηθικό πρόβλημα τότε του λένε πως ο Θεός είναι μυστηριώδης και πως δεν μπορούμε να καταλάβουμε τα κίνητρά του, σε αντίθεση με όλα όσα καταλαβαίνουμε από τη Βίβλο, αφού βέβαια την ερμηνεύσουμε κατά το δοκούν.

Όταν κάποιος βάζει γκολ, βρίσκει θέση να παρκάρει ή τα χαμένα κλειδιά του, τότε ευχαριστεί το Θεό, διότι ο Θεός μεσολάβησε να συμβεί αυτό το θαύμα.

Αλλά όταν τα παιδιά πεθαίνουν κατά χιλιάδες, «άγνωσται αι βουλαί του κυρίου».

Το πρόβλημα αυτής της «λογικής» μεγαλώνει όταν ακούς, κατά τ’ άλλα έξυπνους ανθρώπους, να σου λένε αυτά και άλλα παρόμοια, όπως το «έχουμε ελεύθερη βούληση, ας λύσουμε τα προβλήματα αντί να κάνουμε πολέμους».

Αυτή η Χριστιανική ηθική είναι η αποκορύφωση του εγωκεντρισμού και της ματαιοδοξίας, διότι σε οδηγεί να πιστέψεις πως εσύ, που απολαμβάνεις την εύνοια του Θεού, είσαι με κάποιο τρόπο καλύτερος από τους άλλους που τιμωρούνται σε αυτή τη ζωή αλλά και στην επόμενη.

Αυτή η Χριστιανική ηθική είναι που επιτρέπει σε εκατομμύρια λογικούς ανθρώπους να πιστέψουν σε αυτό που μόνο ένας ψυχοπαθής θα μπορούσε να πιστέψει. Διότι αν κάποιος περνούσε όλη του τη ζωή πιστεύοντας πως ο Άγιος Βασίλης κάνει ντιλίβερι δώρα τα Χριστούγεννα, το λιγότερο που θα λέγαμε είναι πως δεν στέκει καλά. Αλλά για κάποιο λόγο αυτό δεν ισχύει αν αντί για τον Άγιο Βασίλη πιστεύει στον Ιησού, τον Μωάμεθ ή μερικές χιλιάδες άλλους θεούς.

Έμπνευση του παραπάνω ήταν αυτό από τον μεγάλο Sam Harris.

ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ: Όσο είναι κανείς νέος ας μην αναβάλλει για το μέλλον τη φιλοσοφία, μα κι όταν γεράσει ας μην βαριέται να φιλοσοφεί

Όσο είναι κανείς νέος ας μην αναβάλλει για το μέλλον τη φιλοσοφία, μα κι όταν γεράσει ας μην βαριέται να φιλοσοφεί. Γιατί για κανέναν δεν είναι ποτέ νωρίς και ποτέ αργά για ό,τι έχει να κάνει με την υγεία της ψυχής του. Κι όποιος λέει πως δεν ήρθε ακόμα η ώρα για φιλοσοφία ή ότι πέρασε πια ο καιρός, μοιάζει με άνθρωπο που λέει πως δεν είναι ώρα τώρα για την ευτυχία ή πως δεν έμεινε πια καιρός γι’ αυτήν. Πρέπει, λοιπόν, να φιλοσοφεί και ο γέρος και ο νέος: ο ένας ώστε καθώς γερνά, να νιώθει νέος μες στα αγαθά που του προσφέρει η χάρη των περασμένων- ενώ ο άλλος, αν και νέος, να είναι συνάμα και ώριμος, αφού δεν θα ‘χει αγωνία για το αύριο. Χρειάζεται, λοιπόν, να στοχαζόμαστε τα όσα φέρνουν την ευδαιμονία, αφού όταν την έχουμε, έχουμε τα πάντα, κι όταν τη στερούμαστε κάνουμε τα πάντα για να την αποκτήσουμε.

Να πράττεις και να μελετάς αυτά που συνεχώς σου παράγγελνα, θεωρώντας τα ως βασικές αρχές του καλώς ζήν.


ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ

Ελάχιστοι νικούν. Οι πλείστοι πεθαίνουν χωρίς να γνωρίσουν το αληθινό πρόσωπό τους

Ψεύδος και νοθεία στην έκφραση δεν είναι το ίδιο πράγμα. Μολονότι και η μία και η άλλη εκτροπή παρατηρείται όχι μόνο στη συγκινησιακή, αλλά και στη νοητική και στη βουλητική σφαίρα του ψυχικού είναι, ευκολώτερη γίνεται η διαστολή στις συναισθηματικές παρορμήσεις. Άλλα είναι τα αναληθή, τα ψεύτικα συναισθήματα και άλλα τα νόθα. Όταν λ.χ. σκόπιμα παίρνω την εξωτερική πρόσοψη της λύπης, για ν’ αποκρύψω τα αληθινά εσωτερικά γεγονότα του ψυχικού μου κόσμου, υποκρίνομαι, και η έκφρασή μου είναι ένα ψεύδος, που μπορεί να μου προσφέρει πολλές υπηρεσίες:να προσθέσει στην υπόληψή μου, ή στην τσέπη μου. Ούτε λυπούμαι ούτε θέλω να λυπηθώ∙ προσποιούμαι τον λυπημένο, για να επιτύχω σ’ αυτήν ή σ’ εκείνη την επιδίωξή μου. —Στην περίπτωση του νόθου συναισθήματος η κατάσταση είναι διαφορετική. Εδώ είμαι τίμιος στις προθέσεις μου και προσπαθώ με ειλικρίνεια να λυπηθώ για ένα περιστατικό (για το ατύχημα π.χ. ενός συναδέλφου μου), αλλά δεν το κατορθώνω∙ το «εσωτερικό» μου, το βάθος της ψυχής μου δεν παρακολουθεί (είτε γιατί άλλα, συνειδητά ή ασύνειδα, ελατήρια εμποδίζουν, είτε γιατί η φιλαλληλία ως αληθινό βίωμα είναι μέσα στον ψυχικό μου κόσμο μια φτωχή και ασήμαντη φλέβα). Ντύνομαι λοιπόν εξωτερικά τη λύπη, επειδή ντρέπομαι, φοβούμαι να προδοθώ, αλλά όλη η συμπεριφορά μου είναι απλούστατα μια ηθοποιία. Και στις δύο λοιπόν περιπτώσεις (του ψεύδους και της νοθείας) φορώ μια μάσκα, παρουσιάζομαι εξωτερικά διαφορετικός από κείνον που είμαι εσωτερικά. Αλλά στο ψεύδος έχω στην ψυχή μου ένα γεγονός που με την πλαστή έκφραση το κρύβω, ενώ στη νοθεία μέσα μου υπάρχει κενό∙ η εξωτερική συμπεριφορά είναι μια φόρμα αδειανή.

Με τη μικρή αυτή ανάλυση καταλαβαίνομε, νομίζω, καλύτερα τι είναι στην υπόσταση του ανθρώπου το πρόσωπο, και τι το προσωπείο. Όπου η φανέρωση (έκφραση, λόγος, ζωή) αναβλύζει από τον μέσα μας κόσμο με αλήθεια και γνησιότητα, αυθόρμητα και ειλικρινά, με ακρίβεια και συνέπεια, εκεί είμαστε και για τους άλλους αυτοί που είμαστε για τον εαυτό μας, καθαροί και ακέραιοι∙ επομένως αυτό που δείχνομε προς τα έξω είναι το πρόσωπό μας. Όπου όμως καμιά αντιστοιχία δεν υπάρχει μεταξύ της εξωτερικής μας επιφάνειας και του εσωτερικού μας είναι, αλλά η φανέρωσή μας είναι μια κατασκευή που έγινε για να κρύψει στους άλλους ό,τι είμαστε για τον εαυτό μας ή για να σκεπάζει το μέσα μας κενό, εκεί αυτό που δείχνομε δεν είναι το πρόσωπο αλλά το προσωπείο μας.

—Κατά βάθος συμβατικός, ψεύτικος και νόθος είναι ο άνθρωπος που πάσχει από ψυχική πενία, από έλλειψη δημιουργικότητας, από δειλία ή οκνηρία, από αδυναμία (με μια λέξη) να προχωρήσει έως τις πηγές της αληθινής ζωής και εκεί μέσα να καθαρίσει και ν’ ανανεώσει τον εαυτό του.

Ο Nietzsche διατύπωσε επιγραμματικά αυτή τη μεγάλη αλήθεια. «Όσο μεγαλύτερη» γράφει «είναι η ουσία της πραγματικότητας και η δημιουργική δύναμη του ανθρώπου, τόσο περισσότερο αναπηδάει από τα μέσα προς τα έξω η φυσιογνωμία του∙ όταν είναι μικρή η δημιουργική δύναμη, η προσωπικότητα διαπλάσσεται από τα έξω προς τα μέσα και διαμορφώνεται κάτω από την επίδραση της παράδοσης, του ειδώλου του παρελθόντος, της κοινωνίας και της κοινής γνώμης».

Ο άνθρωπος είναι απ’ όλα τα ζώα το εφευρετικότερο και το ικανότερο να ψευτίζει και τα πράγματα γύρω του και τον ίδιο τον εαυτό του. Για τούτο η αλήθεια έγινε ανέκαθεν ο μεγάλος καημός, το ιδανικό και η αρετή του. Από τα πρώτα βήματα της ζωής το ψεύδος μας πολιορκεί και προσπαθεί να μας υποτάξει. Αδύνατοι καθώς είμαστε στην αρχή, πριν γνωρίσομε το αληθινό μας πρόσωπο, κατασκευάζομε σιγά ‐ σιγά το προσωπείο μας — για να αμυνόμαστε με τις περισσότερες ελπίδες και να κάνομε τις επιθέσεις μας με τις λιγότερες απώλειες. Όσο δυναμώνομε και πλουτίζομε τον εσωτερικό μας κόσμο, όσο γινόμαστε στερεώτεροι, τόσο η «ηθοποιία» μάς στενοχωρεί και μας ντροπιάζει και αναζητούμε στην αλήθεια την ελευθερία μας, το φανέρωμα και την πραγμάτωση του γνήσιου εαυτού μας. Η αναζήτηση αυτή είναι ένας θανάσιμος, τραχύς και επικίνδυνος αγώνας, όπου ελάχιστοι νικούν και σώζονται. Οι πλείστοι πεθαίνουν χωρίς ούτε οι άλλοι, ούτε οι ίδιοι να γνωρίσουν το αληθινό πρόσωπό τους.