Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2024

Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία

Κλασική εποχή (508-323 π.Χ.)

3.3. Γράμματα και τέχνες


Η αποτυχία της ιωνικής επανάστασης είχε αποτέλεσμα το πνευματικό κέντρο του Ελληνισμού να μετακινηθεί από τις μικρασιατικές πόλεις της Ιωνίας στην Αθήνα,[1] που η πρωτεύουσα θέση της στα γράμματα και τις τέχνες έμεινε για ολόκληρη την Κλασική εποχή αναμφισβήτητη: ο Πίνδαρος τη χαρακτήρισε «πολιτεία θεοτική» (απόσπ. 76), ο Θουκυδίδης την ονόμασε «μεγάλο σχολείο της Ελλάδας» (2.41), ο Πλάτωνας «πρυτανείο της σοφίας» (Πρωταγόρας 337d), και ένας ανώνυμος επιγραμματοποιός "Ελλάδα της Ελλάδας" (Ελληνική ανθολογία 7.45). Η πνευματική της άνθιση στηρίχτηκε από τη μια στους πολλούς και αξιόλογους αθηναίους συγγραφείς, στοχαστές και καλλιτέχνες, από την άλλη στους πολυάριθμους συγγραφείς, στοχαστές και καλλιτέχνες που τα κλασικά χρόνια (ιδιαίτερα τον 5ο π.Χ. αιώνα) εγκατάλειψαν τις πατρίδες τους για να επισκεφτούν, να ζήσουν και να δράσουν στην Αθήνα.

Θα ήταν άδικο η πνευματική προκοπή της κλασικής Αθήνας να αποδοθεί απλά και μόνο στην οικονομική άνθιση που ακολούθησε τις πολεμικές και πολιτικές της επιτυχίες. Σίγουρα, πρωταρχικός παράγοντας της ακμής στάθηκε το δημοκρατικό πολίτευμα, που απελευθερώνει τη σκέψη, ξυπνά τα ενδιαφέροντα και επιτρέπει στον καθένα να πάρει μέρος στην πνευματική και καλλιτεχνική ζωή και να αναπτύξει την προσωπικότητά του.

Είναι π.χ. ολοφάνερο ότι η δημοκρατία ευνοούσε την ανάπτυξη της ρητορείας. Όχι πια μόνο οι βασιλιάδες, οι άρχοντες και οι ευγενείς αλλά κάθε πολίτης είχε τη δυνατότητα να αγορεύσει και να ακουστεί, τόσο στα δικαστήρια για τις ιδιωτικές του υποθέσεις όσο και στην εκκλησία του δήμου για τα θέματα της πολιτείας. Η επιτυχία ή η αποτυχία του να επιβάλει την άποψή του σχετιζόταν βέβαια με το αν είχε δίκιο στα λεγόμενά του, αλλά και με την ποιότητα του λόγου του, την ικανότητά του να συναρπάσει τους ακροατές και να πείσει.

Χαρακτηριστικά της δημοκρατίας, η ισοτιμία των πολιτών (ισηγορία) και η ελευθερία του λόγου (παρρησία) οδηγούν στον ανοιχτό διάλογο: λόγος και αντίλογος, πρόταση και αντιπρόταση, επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα, ερωτήσεις και απαντήσεις - έτσι ξεγυμνώνονταν τα προβλήματα, έτσι προβάλλονταν και ξεκαθάριζαν οι αντίθετες απόψεις στα δικαστήρια, στις συζητήσεις της αγοράς και στην εκκλησία του δήμου, έτσι και ωρίμαζαν όλα τα θέματα πριν από την ψηφοφορία. Πώς να μην το θεωρήσουμε φυσικό, όταν την ίδια εποχή βλέπουμε τη διαλογική μορφή να κυριαρχεί στα λογοτεχνικά είδη και στην πνευματική ζωή γενικότερα: διαλογικό είναι το δράμα, αντικρουόμενες δημηγορίες και διάλογους συναντούμε στα ιστορικά έργα, τον εριστικό διάλογο και τις αντιλογίες καλλιεργούν οι σοφιστές, τη διαλεκτική τέχνη ασκεί Σωκράτης, διαλογική μορφή έχουν πολλά φιλοσοφικά έργα του 4ου π.Χ. αιώνα κλπ.

ΑΓΩΝΕΣ ΛΟΓΩΝ

Η πιο συνηθισμένη μορφή διαλόγου είναι η προφορική αντιπαράθεση δύο διαφορετικών, συχνά αντίθετων, απόψεων από δύο ομιλητές, που είτε επιχειρούν να μεταπείσουν ο ένας τον άλλον, είτε περιμένουν κάποιον ή κάποιους που τους ακούν να αποφανθούν ποιος έχει δίκιο.

Η δικαιοσύνη επιβάλλει οι δύο αντίπαλοι συνομιλητές να έχουν ίσες ευκαιρίες να υποστηρίξουν τη θέση τους· γι᾽ αυτό στα δικαστήρια μετρούσαν με την κλεψύδρα και έδιναν ίσο χρόνο στους δύο διαδίκους, πρώτα για να υποστηρίξουν τη θέση τους, ύστερα και για να απαντήσουν ο ένας στα επιχειρήματα του άλλου:

πρωτολογία του κατήγορου ~ πρωτολογία του κατηγορούμενου

δευτερολογία του κατήγορου ~ δευτερολογία του κατηγορούμενου

Αυτό το αυστηρό σχήμα σπάνια εφαρμόζεται στη ζωή· το συναντούμε όμως, σε χαλαρότερες μορφές, τόσο στην τραγωδία όσο και στην κωμωδία. Οι δραματικοί ποιητές φρόντιζαν στους αγώνες (λόγων), δηλαδή όταν παρουσίαζαν δύο πρόσωπα να διαφωνούν και να εκθέτουν αντιμέτωπα τις απόψεις τους, να ακολουθούν σε γενικές γραμμές ένα τυπικό που να εξασφαλίζει ισότητα ανάμεσα στα δύο αντιμαχόμενα μέρη.[2]

Στην περίπτωση των δραμάτων είναι ο ίδιος ο ποιητής που προβάλλει και υπερασπίζεται τόσο τη μιαν άποψη όσο και την αντίθετή της - και θα δούμε πως το ίδιο ισχυρίζονταν ότι μπορούσαν να καταφέρουν οι σοφιστές) και οι ρητοροδιδάσκαλοι.

Το δημοκρατικό πολίτευμα συμβάλλει πολλαπλά στην πνευματική ανάπτυξη. Ο αθηναϊκός δήμος π.χ., αγροτικός στην πλειονότητά του, είχε τώρα δικαίωμα και υποχρέωση να αποφασίζει ο ίδιος πλειοψηφικά για τις υποθέσεις του κράτους (τη νομοθεσία, την οικονομία, την εξωτερική πολιτική), για την ειρήνη και για τον πόλεμο - για όλα. Και πάλι, οι Αθηναίοι ως δικαστές έπρεπε να δώσουν δίκιο στον ένα ή στον άλλον αντίδικο, να επιμετρήσουν ποινές, να στείλουν τους καταδικασμένους στον θάνατο ή στην εξορία. Όλες αυτές οι υποχρεώσεις που είχαν οι πολίτες στην άμεση αθηναϊκή δημοκρατία τούς δημιούργησαν μιαν ανάγκη για γνώση και πνευματική καλλιέργεια.

Το πλήθος έπρεπε να μυηθεί στα μυστικά της πολιτικής, της ηθικής, της στρατηγικής, της οικονομίας, του δικαίου κλπ., και αυτή η αναγκαιότητα έφερε στο προσκήνιο πολλούς δασκάλους: φωτισμένους πολιτικούς, ιστορικούς, λογογράφους, ρητοροδιδάσκαλους, σοφιστές, φιλοσόφους, ποιητές - όπου όλοι τους, καθένας με τον τρόπο του, συνειδητά ή όχι, δίδασκαν και καθοδηγούσαν τον λαό να παίρνει σωστές αποφάσεις. Έτσι, για παράδειγμα, όταν στην κωμωδία Βάτραχοι του Αριστοφάνη ο Ευριπίδης ρωτά τον Αισχύλο «για ποιο λόγο πρέπει να θαυμάζεται ένας ποιητής», ο Αισχύλος απαντά: «για τη δεξιοτεχνία και τις καλές του συμβουλές, γιατί οι ποιητές κάνουμε τους ανθρώπους στις πολιτείες καλύτερους» (1008-10).

Στις εικαστικές τέχνες (αρχιτεκτονική, γλυπτική, ζωγραφική, αγγειογραφία κλπ.) οι αρχαιολόγοι χωρίζουν τους κλασικούς αιώνες σε τέσσερις περιόδους:
  • Περίοδος του αυστηρού ρυθμού (480-450 π.Χ.)
  • Ώριμη κλασική περίοδος (450-425 π.Χ.)
  • Περίοδος του πλούσιου ρυθμού (425-380 π.Χ.)
  • Ύστερη κλασική περίοδος (380-325 π.Χ.)
Δεν είναι εδώ η θέση να μελετήσουμε βήμα βήμα τις αλλαγές που σημειώθηκαν από την κάθε περίοδο στην επόμενη· όμως διαπιστώνουμε ότι σε γενικές γραμμές κάθε περίοδος στοιχίζεται και συμβαδίζει με τα σύγχρονά της ιστορικά, κοινωνικά και πολιτισμικά φαινόμενα. Το ίδιο ισχύει φυσικά και για την κλασική τέχνη ως σύνολο, όταν στη διαδρομή της ακολουθεί το κυρίαρχο ρεύμα της εποχής, τη βαθμιαία μετάβαση από το συναίσθημα στη νόηση, από τον μυθικό τρόπο σκέψης στον ορθολογισμό.

«Η κλασική τέχνη, σε αντιδιαστολή προς την αρχαϊκή χαρακτηρίζεται από τον τονισμό των νοησιαρχικών στοιχείων απέναντι στα αισθητά. "Η ιδέα είναι κυρίαρχη, και αισθάνεσαι πως η δημιουργία ενός έργου τέχνης έχει γίνει τώρα μια διεργασία συνειδητά πνευματική, που κατανοείται και ελέγχεται." Αυτό είναι κλασική τέχνη, γράφει ο άγγλος ιστορικός της τέχνης Β. Ashmole. Αυτή τη νοητική προϋπόθεση της κλασικής δημιουργίας μαρτυρούν οι θεωρητικές μελέτες που αισθάνονται την ανάγκη να γράψουν τόσο οι αρχιτέκτονες Ικτίνος και Καρπίων για τον Παρθενώνα, όσο και ο πλάστης του Δορυφόρου, ο Πολύκλειτος, για να ερμηνεύσουν το έργο τους.

Των πρώτων το έργο δε σώθηκε, αλλά από του Πολυκλείτου τον Κανόνα έχουν φτάσει ως εμάς μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα, αρκετά να βεβαιώσουν και το πνευματικό, επιστημονικό θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε, υπόβαθρο της καλλιτεχνικής του δημιουργίας αλλά και την άκρα επιμέλεια και φροντίδα για τις έσχατες λεπτομέρειες στην επεξεργασία των έργων του. Έτσι μόνο μπορούμε να κατανοήσουμε την τελειότητα των κλασικών έργων, η οποία στάθηκε η αιτία για τον εύλογο θαυμασμό που προκάλεσαν.» (Μ. Ανδρόνικος[3])

Ξεχωριστός λόγος ας γίνει για την ανοικοδόμηση της Ακρόπολης, όπως την οραματίστηκε ο Περικλής και την πραγματοποίησε ένα λαμπρό επιτελείο από καλλιτέχνες (ο Ικτίνος, ο Καλλικράτης, ο Μνησικλής) με γενικό συντονιστή τον Φειδία. Τα Προπύλαια και τα ιερά της Ακρόπολης (ο Παρθενώνας, ο ναός της Απτέρου Νίκης και το Ερεχθείο) σχεδιάστηκαν και οικοδομήθηκαν μέσα σε σαράντα μόλις χρόνια. Αποτέλεσμα: ένα καλλιτεχνικό και κατασκευαστικό θαύμα όπου η παράδοση συγχωνεύεται με το νεωτερικό πνεύμα, και όπου ο σοβαρός δωρικός ρυθμός συνδυάζεται με τον ανάλαφρο ιωνικό για να συναποτελέσουν ένα ανεπανάληπτο αισθητικό σύνολο.

Είναι βέβαιο ότι κίνητρο του Περικλή, όταν αποφάσιζε να χτίσει τους ναούς της Ακρόπολης, δεν ήταν τόσο η ευσέβεια όσο το μεγαλείο της Αθήνας· και καθώς οι μεγάλοι καλλιτέχνες της εποχής συνεργάστηκαν πρόθυμα στον σχεδιασμό και την εκτέλεση του έργου, η ανοικοδόμηση της Ακρόπολης αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώς και η θρησκεία και οι εικαστικές τέχνες, όπως άλλωστε και ολόκληρη η πνευματική ζωή, στα κλασικά χρόνια υποτάσσονταν και υπηρετούσαν την πολιτική, με την πιο πλατιά έννοια του όρου.
----------------------------
1. Οι Αθηναίοι πίστευαν πως ήταν αυτόχθονες· ήταν όμως φανερή η γλωσσική και φυλετική τους συγγένεια με τους Ίωνες, που οι περισσότεροι πίστευαν ότι ἀπ᾽ Ἀθηναίων γεγόνασι (Ηρόδοτος 1.147). Έτσι, και ο μυθολογικός επώνυμος ήρωας των Ιώνων, ο Ίων, βρέθηκε να είναι γιος της Κρέουσας (κόρης του Ερεχθέα) και του Απόλλωνα.

2. Έτσι, για παράδειγμα, στην Αντιγόνη του Σοφοκλή, η πρωτολογία της Αντιγόνης (στ. 450-70) αντισταθμίζεται από την πρωτολογία του Κρέοντα (στ. 473-96), και ακολουθεί η στιχομυθία, όπου οι δύο αντίπαλοι προσπαθούν με αλλεπάλληλα μονόστιχα να αναιρέσουν ο ένας τις απόψεις του άλλου. Διαφορετικό παρουσιάζεται το σχήμα στην κωμωδία, όπου κατά κανόνα ο αγώνας λόγων ακολουθεί μια πολεμική σκηνή και η ισορροπία εξασφαλίζεται με το να είναι ο νικητής της μάχης ηττημένος στον αγώνα λόγων και αντίστροφα. Έτσι, για παράδειγμα, στους Όρνιθες του Αριστοφάνη, στην πολεμική σκηνή επικρατούν τα πουλιά, που αμέσως μετά, ακούγοντας τον Πεισθέταιρο, θα πεισθούν και θα τον υπακούσουν.

2. Στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. Γ' 2, Αθήνα (Εκδοτική Αθηνών) 1972, σ. 271.

Ο Ξενοφώντας, οι Σπαρτιάτες και η ανοικοδόμηση της ισχύος

Βρισκόμαστε πια στο 382 π. Χ., όταν οι Σπαρτιάτες δέχτηκαν τους πρέσβεις από την Άκανθο και την Απολλωνία και άκουσαν με προσοχή τον Κλειγένη να τους εξηγεί τις επικίνδυνες διαστάσεις που άρχισε να παίρνει η επεκτατική πορεία της Ολύνθου στη Χαλκιδική: «Λακεδαιμόνιοι και σύμμαχοι … η Όλυνθος είναι η μεγαλύτερη πόλη της Θράκης, το ξέρετε σχεδόν όλοι. Οι Ολύνθιοι πήραν με το μέρος τους ορισμένες πόλεις, με τη συμφωνία ότι θα ‘χουν τους ίδιους νόμους και τα ίδια πολιτικά δικαιώματα μ’ αυτούς, και κατόπιν πήραν και μερικές από τις μεγαλύτερες. Ύστερα βάλθηκαν να ελευθερώνουν και τις πόλεις της Μακεδονίας από τον Αμύντα, τον βασιλιά των Μακεδόνων». (5,2,12).

Μέχρι στιγμής δεν έχουμε δει ισχυρό που να μην απελευθερώνει, όπως δεν έχουμε δει επεκτατισμό να μπορεί να βάλει μέτρο στις επιδιώξεις του. Ο Κλειγένης συνεχίζει: «Μόλις προσχώρησαν σ’ αυτούς οι πιο κοντινές» (πόλεις), «αμέσως κίνησαν για τις πιο μεγάλες και απομακρυσμένες· τον καιρό που εμείς φεύγαμε, είχαν κιόλας στα χέρια τους – ανάμεσα σ’ άλλες πολλές – και την Πέλλα, τη μεγαλύτερη πόλη της Μακεδονίας, και μάθαμε ότι ο Αμύντας αποτραβιόταν από τις πόλεις και κόντευε να χάσει ολόκληρη τη Μακεδονία». (5,2,13).

Με άλλα λόγια, η Όλυνθος άρχισε να παίζει επικίνδυνα. Και σαν να μην έφτανε αυτό: «Οι Ολύνθιοι έστειλαν και μας προειδοποίησαν, εμάς τους Απολλωνιάτες, ότι αν δεν παρουσιαστούμε να μετάσχουμε στην εκστρατεία θα βαδίσουν εναντίον μας». (5,2,13). Είναι η ώρα της Απολλωνίας να καταλάβει τι σημαίνει να σ’ ελευθερώνουν.

Το έργο παίζεται για μια ακόμη φορά με τις ίδιους ακριβώς κανόνες· ο ισχυρός απειλεί τον ανίσχυρο, ο ανίσχυρος καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα και τρέχει σ’ έναν άλλο ισχυρό για να προστατευτεί. Το θέμα είναι να τον πείσει ότι η υπόθεσή του τον αφορά κι ότι η παρέμβαση κρίνεται επιβεβλημένη για το καλό όλων.

Κι ο Κλειγένης φαίνεται να ξέρει πού ακριβώς θα χτυπήσει: «Εμείς, Λακεδαιμόνιοι, θέλουμε βέβαια να μείνουμε πιστοί στο πατροπαράδοτο πολίτευμα και ανεξάρτητοι· αν όμως κανείς δεν μας βοηθήσει, θ’ αναγκαστούμε να πάμε κι εμείς μαζί τους. Ωστόσο αυτοί διαθέτουν κιόλας τουλάχιστον οχτακόσιους οπλίτες, καθώς και πολύ περισσότερους πελταστές· όσο για το ιππικό, αν πάμε κι εμείς μαζί τους, θα ‘χουν πάνω από χίλιους. Όταν φεύγαμε, εξάλλου, βρίσκονταν ήδη εκεί πρέσβεις των Αθηναίων και των Βοιωτών, κι ακούσαμε ότι οι Ολύνθιοι είχαν ψηφίσει να τους συνοδεύσουν πίσω στις πόλεις τους με δικούς τους πρέσβεις, για να διαπραγματευτούν συμμαχία. Αν όμως προστεθεί μια τέτοια ενίσχυση στη δύναμη των Αθηναίων και των Βοιωτών, προσέξτε, μήπως η κατάσταση ξεφύγει από τον έλεγχό σας». (5,2,14-15).

Δε χρειαζότανε να πει περισσότερα. Και μόνο αυτά ήταν αρκετά. Προτίμησε, όμως να συνεχίσει: «τι λογική έχει από τη μια να φροντίζετε μην τυχόν ενοποιηθεί η Βοιωτία, κι από την άλλη να μην αντιδράτε στη δημιουργία ενός πολύ μεγαλύτερου συνασπισμού με δύναμη όχι μόνο στη στεριά, αλλά και στη θάλασσα; Γιατί τι θα τους σταματήσει, τη στιγμή που διαθέτουν και ξυλεία για ναυπηγήσεις στην ίδια τους τη χώρα, και χρηματικούς πόρους από πολλά λιμάνια κι αγορές, αλλά και μεγάλο πληθυσμό, χάρη στην αφθονία των τροφίμων;» (5,2,16).

Αλήθεια, τι θα μπορούσαν να κάνουν οι Σπαρτιάτες; Να αδιαφορήσουν δείχνοντας εμπιστοσύνη στην Ανταλκίδειο Ειρήνη; Ή μήπως έπρεπε να εμπιστευτούν τους Αθηναίους; Η μάχη της ισχύος δεν αφορά μόνο την ακόρεστη δίψα της κυριαρχίας, αλλά και το διαρκή φόβο για τις δραστηριότητες του άλλου, που ανά πάσα στιγμή θα γίνει επικίνδυνος.

Κι ο Κλειγένης συνεχίζει να ρίχνει λάδι στη φωτιά: «Εκτός απ’ αυτό, έχουν γείτονες τους Θράκες που είναι δίχως βασιλιά, και που από τώρα καλοπιάνουν τους Ολυνθίους· αν μπουν στις προσταγές τους, κι αυτή η σημαντική δύναμη θα προστεθεί στη δική τους. Κι όταν θα ‘χουν τους Θράκες μαζί τους, θα έχουν στη διάθεσή τους τα χρυσωρυχεία του Παγγαίου». (5,2,17).

Για τους Σπαρτιάτες όλα ήταν ξεκάθαρα. Έπρεπε να επέμβουν το γρηγορότερο, πριν το πράγμα πάρει διαστάσεις και γίνει ανεξέλεγκτο. Μαζί με τους συμμάχους αποφάσισαν να στείλουν αμέσως τον Ευδαμίδα με δύο χιλιάδες στρατιώτες και στη συνέχεια να συγκεντρώσουν στράτευμα δέκα χιλιάδων ανδρών και να το στείλουν ως ενίσχυση. Έδωσαν μάλιστα στους συμμάχους τη δυνατότητα να δώσουν χρήματα, αν δε θέλουν να δώσουν στρατό κι όρισαν και τα ποσά που έπρεπε να καταβληθούν. Κι αν κάποια πόλη δε συμμετείχε στην εκστρατεία, το πρόστιμο που έπρεπε να καταβάλει στη Σπάρτη ήταν τσουχτερό – «δύο δραχμές τη μέρα για κάθε άνδρα».

Η Πελοπόννησος βρίσκεται και πάλι σε εκστρατευτικό πυρετό, θα έλεγε κανείς σχεδόν αμέσως μετά τη σύναψη της ειρήνης. Αυτό που μένει είναι τα λόγια του Κλειγένη, όταν περιέγραφε τη φιλοδοξία των Ολυνθίων: «Όσο για τη φιλοδοξία τους, τι να πει κανείς; Ίσως, είν’ αλήθεια, ο θεός να ‘χει ορίσει να μεγαλώνει η φιλοδοξία των ανθρώπων μαζί με τη δύναμή τους». (5,2,18).

Ο Θουκυδίδης το απέδωσε στη φύση των ανθρώπων. Ο Ξενοφώντας επικαλείται το θεό. Το σίγουρο είναι ότι ο άνθρωπος δεν μπόρεσε ποτέ να τιθασεύσει το πάθος για κυριαρχία καθιστώντας τη συνύπαρξη αδύνατη. Αν όμως δε μάθει να συνυπάρχει θα παραμείνει πρωτόγονος, ακόμη κι αν κρατά κινητό τηλέφωνο. Κι αυτή είναι η υποθήκη της δυστυχίας.

Όταν ο Ευδαμίδας έφτασε στη Χαλκιδική παρέλαβε με τη θέληση των κατοίκων την Ποτίδαια και περιορίστηκε σε επιχειρήσεις μικρού μεγέθους περιμένοντας τις ενισχύσεις, που θα του έφερνε ο αδερφός του ο Φοιβίδας. Εκείνος, όμως, όταν παρέλαβε το στρατό κι άρχισε την πορεία προς τη Χαλκιδική, σε μια στάση που έκανε έξω από τη Θήβα, βρέθηκε στο επίκεντρο της πολιτικής διένεξης που υπήρχε στην πόλη ανάμεσα στο Λεοντιάδη και τον Ισμηνία.

Με δεδομένο ότι ο Ισμηνίας δεν έκρυβε τα αντιλακωνικά του αισθήματα, ήταν ο Λεοντιάδης που πήγε να τον συναντήσει: «Στο χέρι σου είναι, Φοιβίδα, να προσφέρεις σήμερα μια πολύ μεγάλη υπηρεσία στην πατρίδα σου. Αν με ακολουθήσεις με τους οπλίτες σου θα σε βάλω μέσα στην ακρόπολη, κι άμα γίνει αυτό να ‘σαι βέβαιος ότι η Θήβα θα ‘ναι ολότελα υπάκουη σε σας και σ’ εμάς που είμαστε φίλοι σας». (5,2,26).

Παρακολουθούμε τη δεύτερη κλασική περίπτωση άσκησης επεκτατισμού. Τώρα η διένεξη δεν αφορά δύο πόλεις, όπου η ισχύς θα παρέμβει προς όφελος της αδύναμης που ζητά βοήθεια – περίπτωση Απολλωνίας –, αλλά δύο αντίπαλες πολιτικές μερίδες μέσα στην ίδια πόλη, όπου δίνεται η δυνατότητα στον ισχυρό να υποστηρίξει την πιο συνεργάσιμη μετατρέποντας την πόλη σε προτεκτοράτο.

Κι αυτή ακριβώς είναι η πρόταση του Λεοντιάδη, που δίνει γη και ύδωρ για να κάνει την πρότασή του δελεαστική: «Γιατί τώρα, όπως βλέπεις, έχει απαγορευτεί με προκήρυξη να πάρει μέρος Θηβαίος στην εκστρατεία σας κατά των Ολυνθίων· αν όμως συνεργαστείς μαζί μας όπως σου είπα, εμείς θα σου δώσουμε αμέσως πολλούς οπλίτες και πολύ ιππικό. Έτσι θα ενισχύσεις τον αδερφό σου με μεγάλη δύναμη, κι αυτός ετοιμάζεται να υποτάξει την Όλυνθο, εσύ θα ‘χεις υποτάξει τη Θήβα που είναι πολύ μεγαλύτερη από κείνη». (5,2,27).

Η Σπάρτη παρασύρεται και πάλι. Μπροστά σε τέτοια ευκαιρία τα περί ανεξαρτησίας των πόλεων της ειρήνης του Ανταλκίδα, που ακόμη ίσχυε, στερούνται νοήματος. Ο Φοιβίδας, χωρίς να το σκεφτεί και χωρίς καν να ενημερώσει την πόλη του, μπήκε στη Θήβα, κατέλαβε την ακρόπολη κι επέτρεψε στο Λεοντιάδη να συλλάβει τον Ισμηνία – οι περισσότεροι φίλοι κι ομοϊδεάτες του οποίου κατέφυγαν στην Αθήνα.

Όταν ο Λεοντιάδης κατέβηκε στη Σπάρτη να ζητήσει κι επίσημα τη βοήθεια της, βρήκε τους περισσότερους να έχουν εξοργιστεί με το Φοιβίδα, που ανέλαβε τέτοιες πρωτοβουλίες χωρίς την άδεια της πόλης. Εκείνος που ηρέμησε τα πνεύματα ήταν ο Αγησίλαος λέγοντας ότι, αν πρόκειται να ωφεληθεί η πόλη, δεν είναι κακό να αυτοσχεδιάσει κανείς.

Από κει και πέρα το λόγο είχε ο Λεοντιάδης: «Και σεις το λέγατε, Λακεδαιμόνιοι, ότι πριν από τούτα τα γεγονότα οι Θηβαίοι σας φέρονταν εχθρικά… Μήπως δεν αρνήθηκαν να εκστρατεύσουν μαζί σας εναντίον των δημοκρατικών του Πειραιά, που ήταν οι μεγάλοι σας αντίπαλοι, ενώ εκστράτευσαν εναντίον των Φωκέων αν κι έβλεπαν ότι τούτοι ήταν με το μέρος σας; Έπειτα, ενώ ήξεραν πως ετοιμάζεστε να πολεμήσετε τους Ολυνθίους, έκαναν συμμαχία μαζί τους… Τώρα όμως … τίποτα δεν έχετε να φοβηθείτε από τους Θηβαίους: ένα σύντομο μήνυμά σας θα ‘ναι αρκετό για να εξυπηρετηθείτε από κει σ’ ό,τι χρειαστείτε, φτάνει να φροντίζετε και σεις τα συμφέροντά μας όπως θα φροντίζουμε εμείς τα δικά σας». (5,2,33-34).

Φυσικά, όταν ο Λεοντιάδης λέει «τα συμφέροντά μας» εννοεί τα συμφέροντά του, αλλά αυτό τι σημασία έχει για τους Σπαρτιάτες; Το δικαστήριο που στήθηκε καταδίκασε τον Ισμηνία σε θάνατο και ο Λεοντιάδης ήταν ο κυρίαρχος της πόλης. Μετά από αυτά έστειλαν τον Τελευτία στην Όλυνθο. Όπως ανέβαινε εκείνος, ειδοποίησε το βασιλιά της Μακεδονίας Αμύντα εξασφαλίζοντας τη συμμαχία του και πήρε με το μέρος του τον ηγεμόνα της Ελιμίας, το Δέρδα, η συνδρομή του οποίου απεδείχθη πολύτιμη. Γιατί η μάχη που έγινε μπροστά στην πόλη ήταν αμφίρροπη, κι αν ο Δέρδας δεν έκανε αποφασιστική επέλαση εναντίον των εχθρών την κρίσιμη στιγμή, που οι άλλοι υποχωρούσαν, ίσως το αποτέλεσμα να ήταν διαφορετικό.

Το σίγουρο είναι ότι ο Δέρδας με το ιππικό του και ο Τελευτίας με τους σταθερά πειθαρχημένους οπλίτες του κατάφεραν να διασπάσουν τον εχθρό και να τον τρέψουν σε φυγή. Μετά από αυτή την επιτυχία ο Τελευτίας επέστρεψε στη Σπάρτη.

Όταν, όμως, μπήκε η άνοιξη, οι Ολύνθιοι με περίπου εξακόσιους ιππείς έκαναν επίθεση στην Απολλωνία με σκοπό να τη λεηλατήσουν. Τους αντεπιτέθηκε ο Δέρδας, που τυχαία ήταν εκεί, και τους κυνήγησε μέχρι τα τείχη της πόλης τους κατασφάζοντας όσους περισσότερους μπορούσε. Κυκλοφόρησε μάλιστα η φήμη ότι ο ίδιος ο Δέρδας προσωπικά σκότωσε πάνω από ογδόντα ιππείς των αντιπάλων. Τα νέα αυτά εξόργισαν τη Σπάρτη, που έστειλε ξανά τον Τελευτία στην Όλυνθο «με σκοπό να καταστρέψει ό,τι δέντρο απέμεινε κι ό,τι χωράφι είχαν καλλιεργήσει οι Ολύνθιοι». (5,3,3).

Η επιχείρηση αυτή, όμως, στάθηκε ιδιαίτερα ατυχής για τον Τελευτία. Με τρόπο ανεπίτρεπτο για τη στρατηγική του εμπειρία επιτέθηκε παρασυρμένος από οργή, χωρίς να λάβει σοβαρά υπόψη του τα δεδομένα της μάχης. Οι Ολύνθιοι μ’ έναν έξυπνο ελιγμό τον κατατρόπωσαν αποδεκατίζοντας το στρατό. Τελικά, σκοτώθηκε και ο ίδιος. Ο Ξενοφώντας σχολιάζει: «το να επιτίθεται στους αντιπάλους με θυμό, κι όχι με κρίση, είναι απόλυτο λάθος: ο θυμός είναι απερίσκεπτος, ενώ η κρίση φροντίζει εξίσου ν’ αποφύγει τη ζημία, όσο και να βλάψει τους εχθρούς». (5,3,7).

Αμέσως μετά στάλθηκε ο Αγησίπολις με μεγάλες δυνάμεις. Όταν όμως μπήκε στη γη των Ολυνθίων κι άρχισε να καταστρέφει τους αγρούς (κυρίευσε μάλιστα και την Τορώνη), έπεσε άρρωστος με υψηλό πυρετό και πέθανε σε μια βδομάδα. Προς αντικατάστασή του οι Σπαρτιάτες έστειλαν τον Πολυβιάδη που ανάγκασε τους Ολυνθίους να ζητήσουν ειρήνη άνευ όρων.

Και σαν να μην έφταναν αυτά η Σπάρτη βρήκε κι άλλη αφορμή για να παρέμβει στα εσωτερικά των άλλων. Ήταν η σειρά των Φλιασίων αυτή τη φορά, οι οποίοι δεν έδιναν τα δικαιώματα που έπρεπε στους εξόριστους παρά τις προειδοποιήσεις του Αγησιλάου. Είχαν μάλιστα και προκλητική στάση, γιατί υπολόγιζαν ότι όσο θα λείπει ο ένας βασιλιάς – ο Αγησίπολις ήταν στην Όλυνθο – ο άλλος δε θα επιχειρούσε εκστρατεία αφήνοντας την πόλη χωρίς βασιλιά.

Δεν τα σκέφτηκαν, όμως, καλά. Ο Αγησίλαος όχι μόνο εκστράτευσε, αλλά είχε εξοργιστεί και ήταν αποφασισμένος να τους συνετίσει. Όταν περνούσε τα σύνορα της πόλης, οι Φλιάσιοι έτρεξαν να ζητήσουν ειρήνη. Εκείνος δε μεταπειθόταν, πολιόρκησε την πόλη και τελικά την κυρίευσε – αν και ξόδεψε το διπλάσιο και παραπάνω χρόνο απ’ όσο υπολόγιζε.

Οι Σπαρτιάτες τα πήγαν περίφημα κατά την Ανταλκίδειο Ειρήνη. Για την ακρίβεια δεν άφησαν τίποτε ανεκμετάλλευτο: «οι Θηβαίοι κι οι άλλοι Βοιωτοί τους ήταν ολότελα υποταγμένοι, οι Κορίνθιοι είχαν γίνει πιστοί τους φίλοι, οι Αργείοι είχαν ταπεινωθεί, οι Αθηναίοι είχαν απομονωθεί, όσοι σύμμαχοι δεν τους είχαν φερθεί καλά είχαν τιμωρηθεί. Νόμιζαν λοιπόν ότι η κυριαρχία τους ήταν στερεωμένη για καλά και σίγουρη». (5,3,27).

Η περίοδος της ειρήνης δεν ήταν ιδιαίτερα ειρηνική. Για τους Σπαρτιάτες στάθηκε περισσότερο σαν ευκαιρία να ανοικοδομήσουν την πληγωμένη τους ισχύ κι όχι ως ειρηνευτικό πρόταγμα. Εξάλλου, τα γεγονότα στη Θήβα ήταν κατάφωρη παραβίασή της. Το τελικό συμπέρασμα του Ξενοφώντα «νόμιζαν ότι η κυριαρχία τους ήταν στερεωμένη για καλά και σίγουρη» είναι απολύτως κατατοπιστικό. Υπό αυτές τις συνθήκες είναι αδύνατο να μιλάμε σοβαρά για ειρηνευτική προσπάθεια.

Ξενοφώντος, Ελληνικά

Η Μυστική Θεωρία της Αιώνιας Ροής

Εισαγωγή

Στο βάθος της ύπαρξής μας βρίσκεται μια εγγενής σύνδεση με το σύμπαν, ένα νήμα υφασμένο στον ιστό της ύπαρξης. Αυτή η σύνδεση συχνά συγκαλύπτεται από τις κατασκευές της σκέψης, της μνήμης και του χρόνου. Αυτά τα κατασκευάσματα δημιουργούν μια ψεύτικη πραγματικότητα - έναν κόσμο χωριστικότητας και στασιμότητας. Ωστόσο, υπάρχει ένας τρόπος να ξεπεράσουμε αυτούς τους περιορισμούς και να αντιληφθούμε τον κόσμο όπως είναι πραγματικά: ζωντανός, δυναμικός και αιώνια ροή. Αυτή η αντίληψη είναι η ουσία αυτού που αποκαλώ Μυστική Θεωρία της Αιώνιας Ροής.

Το Φως της Άμεσης Αντίληψης

Για να δει κανείς αληθινά τον κόσμο, πρέπει να εμπλακεί σε μια μορφή αντίληψης που υπερβαίνει τη συμβατική σκέψη. Αυτό το Φως της Άμεσης Αντίληψης φωτίζει την πραγματικότητα όπως συμβαίνει, όχι όπως τη θυμόμαστε ή την προσδοκούμε. Σε αυτή την κατάσταση, τα πράγματα δεν είναι στατικά αντικείμενα αλλά ζωντανές οντότητες, που αλλάζουν και εξελίσσονται συνεχώς. Αυτή η αέναη αλλαγή μοιάζει με μια φλόγα κεριού - που τρεμοπαίζει, ποτέ δεν είναι ίδια, και όμως θεμελιωδώς συνεχής.

Ο πραγματικός κόσμος εναντίον του κόσμου της σκέψης

Ο Πραγματικός Κόσμος, όπως γίνεται αντιληπτός μέσω της άμεσης αντίληψης, βρίσκεται σε μια κατάσταση Αιώνιας Ροής Στιγμής. Αυτός ο κόσμος είναι πέρα από τα όρια του κοσμικού χρόνου και της εξέλιξης, που είναι απλώς κατασκευάσματα σκέψης. Στον Πραγματικό Κόσμο, όλα τα φαινόμενα βρίσκονται σε μια συνεχή κατάσταση μετασχηματισμού, αυξάνονται, ολοκληρώνονται και διαλύονται πίσω στην ενότητα από την οποία προέκυψαν. Αυτή η ενότητα είναι πάντα παρούσα και αμετάβλητη, ενώ ταυτόχρονα επιτρέπει την άπειρη ποικιλομορφία και ροή της ύπαρξης.

Αντίθετα, ο κόσμος της σκέψης είναι στατικός. Αποτελείται από ξεχωριστές οντότητες που γεννιούνται, υπάρχουν και μετά εξαφανίζονται στο τίποτα. Οι συσχετισμοί μεταξύ αυτών των οντοτήτων αλλάζουν, αλλά οι ίδιες οι οντότητες παραμένουν απομονωμένες και αποσυνδεδεμένες. Αυτή η αντίληψη είναι περιορισμένη και αποτυγχάνει να συλλάβει την αληθινή ουσία της πραγματικότητας.

Ενότητα και Αντίληψη

Αυτός που αντιλαμβάνεται μέσω του Φωτός της Άμεσης Αντίληψης βλέπει την Ενότητα—τη διασύνδεση και την ενότητα όλων των πραγμάτων. Αυτή η ενότητα είναι ζωντανή, ενεργή και συνεχώς ανθίζει και διαλύεται μέσα της. Είναι μια δυναμική διαδικασία όπου η ανάπτυξη και η απώλεια συμβαίνουν φυσικά και ανεμπόδιστα. Σε αυτή την κατάσταση, τίποτα νέο ή διαφορετικό από την ενότητα δεν εμφανίζεται ούτε εξαφανίζεται. όλα είναι μια εκδήλωση της ίδιας θεμελιώδους ουσίας.

Το να ζεις σε αυτό το Φως είναι μια βαθιά ευλογία. Επιτρέπει σε κάποιον να δει τον κόσμο όπως είναι πραγματικά και να βιώσει τη ζωή στην πληρέστερη μορφή της. Αυτή η ικανότητα είναι εγγενής στη φύση της ανθρωπότητας. Για να αποκτήσει κανείς πρόσβαση σε αυτό, πρέπει να ανοίξει τα μάτια του—Αληθινή Όραση—στην παρούσα στιγμή, σε αυτό που πραγματικά συμβαίνει εδώ και τώρα.

Το μονοπάτι προς την αληθινή όραση

Για να επιτύχει κανείς την Αληθινή Όραση, πρέπει να προχωρήσει πέρα από την αυτόματη λειτουργία της συσσωρευμένης γνώσης, η οποία είναι συχνά ψευδής και περιοριστική. Αυτό απαιτεί μια σκόπιμη μετατόπιση από τη συνήθη νοοτροπία «αυτό ξέρω» σε μια κατάσταση ανοιχτότητας και άμεσης ενασχόλησης με την παρούσα στιγμή. Κάθε στιγμή είναι μια νέα ευκαιρία να αντιληφθούμε και να ζήσουμε τη ζωή όπως αυτή εξελίσσεται.

Ζώντας την Αλήθεια

Η αλήθεια δεν είναι ένα διανοητικό κατασκεύασμα. είναι τρόπος ζωής και αντίληψης. Είναι μια ενεργή δέσμευση με την παρούσα στιγμή, απαλλαγμένη από τους περιορισμούς των αναμνήσεων του παρελθόντος και τις μελλοντικές προσδοκίες. Η αλήθεια είναι κάτι που ζούμε, όχι κάτι στο οποίο μαθαίνουμε ή πειθαρχούμε. Είναι ένας διαφορετικός τρόπος αντίληψης και συμπεριφοράς που μας επιτρέπει να βιώσουμε τη ζωή στην πιο αληθινή της μορφή.

Οι πραγματικοί ζωντανοί άνθρωποι αγκαλιάζουν αυτόν τον τρόπο ύπαρξης. Δεν βασίζονται σε πνευματικές γνώσεις ή συσσωρευμένες εμπειρίες για να περιηγηθούν στον κόσμο. Αντίθετα, ζουν κάθε στιγμή όπως έρχεται, πλήρως δεσμευμένοι με τη ζωντανή, δυναμική πραγματικότητα γύρω τους. Αυτή είναι η ουσία της Μυστικής Θεωρίας της Αιώνιας Ροής - μια ζωή που βιώνεται με άμεση αντίληψη της αιώνιας, διαρκώς μεταβαλλόμενης ενότητας της ύπαρξης.

Συμπέρασμα

Η Μυστική Θεωρία της Αιώνιας Ροής μας προσκαλεί να υπερβούμε τους περιορισμούς της σκέψης, της μνήμης και του χρόνου. Μας καλεί να αντιληφθούμε τον κόσμο μέσα από το Φως της Άμεσης Αντίληψης και να βιώσουμε την ενότητα που βρίσκεται κάτω από κάθε ύπαρξη. Ανοίγοντας τα μάτια μας στην παρούσα στιγμή και ζώντας τη ζωή όπως αυτή εκτυλίσσεται, μπορούμε να έχουμε πρόσβαση στη βαθιά αλήθεια που βρίσκεται μέσα μας και να αγκαλιάσουμε τη δυναμική, ζωντανή πραγματικότητα της Αιώνιας Ρέουσας Στιγμής.

Η Μυστική Θεωρία της Αιώνιας Παρουσίας

Η φωτεινή ουσία της πραγματικότητας

Στην καρδιά της ύπαρξης βρίσκεται ένα βαθύ μυστήριο: η Αιώνια Παρουσία. Αυτή η Παρουσία δεν είναι κάτι που πρέπει να συλληφθεί μέσω των πεπερασμένων κατασκευών της σκέψης ή των συσσωρευμένων βαρών της μνήμης, της γνώσης και της εμπειρίας. Είναι μια άμεση, διαρκώς ρέουσα επίγνωση που υπερβαίνει τα χρονικά όρια που τυπικά ορίζουν την κατανόησή μας για την πραγματικότητα. Η Αληθινή Διάνοια, ή η Άμεση Διάνοια, δεν λειτουργεί από το παρελθόν ή μέσα από το φακό των μελλοντικών προσδοκιών αλλά μέσα στο δυναμικό Τώρα—τον μόνο Αληθινό Χρόνο.

Η στιγμή που ρέει

Για να αντιληφθεί κανείς αληθινά τον κόσμο, πρέπει να ασχοληθεί με τη Ρέουσα Στιγμή, βιώνοντας τη ζωή όπως αυτή εκτυλίσσεται χωρίς την παρέμβαση προκατασκευασμένων αντιλήψεων ή εξαρτημένων απαντήσεων. Αυτό είναι το βασίλειο της καθαρής νοημοσύνης, όπου το μυαλό είναι ελεύθερο από την αυτοματοποίηση των μοτίβων σκέψης που έχουν τις ρίζες τους στη μνήμη. Σε αυτή την κατάσταση, κάθε στιγμή είναι φρέσκια, ζωντανή και πλήρης με νόημα, επιτρέποντας στη ζωή να βιωθεί στην πληρέστερη, πιο αυθεντική της μορφή.

Πέρα από Φαινόμενα

Σε αυτή την κατάσταση της Αληθινής Κατανόησης, συνειδητοποιεί κανείς ότι η ύπαρξη υπερβαίνει τη συνεχή ροή εξωτερικών και εσωτερικών φαινομένων. Η ύπαρξή μας δεν εξαρτάται από αυτά τα παροδικά φαινόμενα, αλλά υπάρχει ανεξάρτητα, πέρα από τις αλλαγές που επιφέρουν. Αυτή η συνειδητοποίηση φέρνει μια αίσθηση διαχρονικότητας, μια εμπειρία της Αιωνιότητας μέσα στην παρούσα στιγμή, τοποθετώντας μας πέρα από τα όρια του κοσμικού χρόνου.

Άπειρη Επίγνωση

Μια τέτοια συνείδηση είναι απεριόριστη, χωρίς μια κεντρική αποθήκη γνώσης. Είναι μια Άπειρη Επίγνωση, μια κατάσταση απόλυτης Ελευθερίας. Η Αληθινή Κατανόηση δεν προκύπτει από τη συσσώρευση πληροφοριών αλλά από έναν διαφορετικό τρόπο αντίληψης - μια άμεση επαφή με την Πραγματικότητα. Αυτή είναι η ουσία του ταξιδιού του μυστικιστή: να ζήσει σε πραγματικό χρόνο, να ενσαρκώσει την Πραγματικότητα, να γίνει ένα με την Αιώνια Παρουσία.

Ο Πολύμαθος και ο Οραματιστής

Υπάρχει μια έντονη διάκριση μεταξύ του πολυμαθούς, που συγκεντρώνει τεράστιες ποσότητες γνώσης, και του οραματιστή, που αντιλαμβάνεται το Ουσιαστικό. Ο πολυμαθής μπορεί να γνωρίζει εκτενώς για διάφορα θέματα, συμπεριλαμβανομένων βαθιών μεταφυσικών θεωριών και προηγμένων πρακτικών διαλογισμού, αλλά αυτό δεν ισοδυναμεί με την κατοχή της Αλήθειας. Η Αληθινή Γνώση, ή Κατανόηση, δεν έχει να κάνει με πληροφορίες αλλά με διαφορετικό τρόπο όρασης, μια διαφορετική χρήση του νου. Είναι μια βιωματική πραγματικότητα, όχι απλώς μια πνευματική κατασκευή.

Η Μετάδοση του Φωτός

Η αλήθεια, παρόμοια με το Φως, είναι κάτι που πρέπει να βιωθεί από πρώτο χέρι. Δεν μπορεί να διδαχθεί ή να μεταδοθεί με συμβατικά μέσα. Η μετάδοση της Αλήθειας είναι σαν το άναμμα ενός κεριού από ένα άλλο. είναι ένα άμεσο μοίρασμα της Ουσίας Ζωής. Αυτή η Μετάδοση δεν επιτυγχάνεται μέσω διδασκαλίας, εντολών ή πρακτικών αλλά μέσω της πρακτικής απελευθέρωσης της μπλοκαρισμένης διάνοιας. Είναι η Τέχνη του Σοφού, μια ιερή δεξιότητα που είναι γνωστή σε λίγους και προορίζεται για όσους αναζητούν ένθερμα τα βαθύτερα νοήματα της ζωής, της θρησκείας και της ύπαρξης.

Το μονοπάτι του μυστικιστή

Αυτό το μονοπάτι δεν είναι για τον περιστασιακό αναζητητή ή τον ερασιτέχνη. Είναι ένα ταξίδι για όσους παίρνουν τη ζωή στα σοβαρά, που αναγνωρίζουν τη βαθιά σημασία της ύπαρξής τους στον κόσμο. Δεν είναι κάτι που πρέπει να εμπορευματοποιηθεί ή να ενσωματωθεί μέσα στους κοσμικούς θεσμούς ή στις εσωτερικές σχολές που συχνά ανάγουν τις βαθιές αλήθειες σε απλά εμπορεύματα. Η Μυστική Θεωρία της Αιώνιας Παρουσίας καλεί για μια άμεση, βιωματική ενασχόληση με την ουσία της Πραγματικότητας, ένα ταξίδι στην καρδιά της Άπειρης Επίγνωσης, όπου κάποιος γίνεται η ίδια η ενσάρκωση της Αλήθειας.

Στην Οδό

Καμιά Αλήθεια δεν είναι τόσο Φανερή για τον αγνό άνθρωπο όσο ο Θεός, γιατί Ζει μέσα στην Παρουσία Του. Και καμιά Αλήθεια δεν είναι τόσο μυστηριώδης, ανύπαρκτη σχεδόν, για τον εγωιστή άνθρωπο όσο ο Θεός, γιατί ζει μέσα στην Απουσία Του.

Ο Θεός Ακούει μόνο τις «καρδιές» των ανθρώπων, όχι τις φλύαρες σκέψεις τους ή τα ψεύτικα λόγια τους.

Ο ανόητος άνθρωπος που αρνείται τον Θεό γιατί πιστεύει ότι αυτός γνωρίζει καλύτερα, μοιάζει με το ανόητο νεογέννητο πουλί που εγκαταλείπει την φωλιά πριν μάθει να πετάει… πόσες ελπίδες έχει;

Ο άνθρωπος πρέπει να έχει μοναδικό σκοπό να μάθει την αλήθεια κι όχι να συσσωρεύει άχρηστες μνήμες, που τον κρατούν φυλακισμένο σε ένα ψεύτικο κόσμο, της φαντασίας.

Στην Γιορτή των Τρελών, στο μεθύσι της νύχτας όποιο ρόλο και να παίξεις, του βασιλιά ή του ζητιάνου, κρατά μονάχα όσο κρατάει η νύχτα. Με την Ανατολή όλα φαίνονται όπως είναι πραγματικά, γυμνά και χωρίς κανένα νόημα.

Αυτός που Ακολουθεί την Ευθεία Οδό πορεύεται στον προορισμό του αδιαφορώντας για όσες στροφές κι αν έχει το μονοπάτι.

Η Εγρήγορση είναι για την Συνείδηση ό,τι είναι ο αέρας για το πουλί, την βοηθάει να πετά σε όλο και ψηλότερους ουρανούς.

Η Ουσία της Καθαρής Συνείδησης: Μια μυστικιστική αποκάλυψη της ενότητας και της επίγνωσης

Εισαγωγή: Πέρα από το συνηθισμένο

Στην τεράστια έκταση της ανθρώπινης εμπειρίας, υπάρχει μια κατάσταση συνείδησης τόσο βαθιά και περιεκτική που υπερβαίνει τα συνηθισμένα όρια των καθημερινών αντιλήψεων και σκέψεών μας. Αυτή η κατάσταση, που συχνά αναφέρεται ως Καθαρή Συνείδηση, δεν είναι ένα άδειο κενό ή μια στείρα απομόνωση από τον κόσμο. Αντίθετα, είναι μια φυσική κατάσταση επίγνωσης που αποκαλύπτει την υποκείμενη ενότητα της ύπαρξης, προσφέροντας ένα υψηλότερο όραμα της πραγματικότητας όπου η βασική επίγνωση που στηρίζει όλα τα φαινόμενα έχει προτεραιότητα.

Τα Φιλοσοφικά Βασικά Στοιχεία: Ενότητα στη Διαφορετικότητα

Η έννοια της Καθαρής Συνείδησης υπήρξε κεντρικό θέμα σε πολλές φιλοσοφικές και πνευματικές παραδόσεις, ιδιαίτερα στην πλούσια κληρονομιά της ανατολικής φιλοσοφίας. Σε αντίθεση με την κατακερματισμένη αντίληψη της πραγματικότητας που χαρακτηρίζει την καθημερινή μας συνείδηση, η Καθαρή Συνείδηση ενσωματώνει ένα ολιστικό όραμα όπου τα παροδικά φαινόμενα του κόσμου θεωρούνται απλές διακυμάνσεις στην επιφάνεια μιας βαθύτερης, αμετάβλητης επίγνωσης.

Στην Advaita Vedanta, για παράδειγμα, αυτή η Καθαρή Συνείδηση αναφέρεται ως Μπράχμαν, η απόλυτη, μη διττή πραγματικότητα που βρίσκεται κάτω από όλα και διαποτίζει τα πάντα. Είναι η μοναδική, άπειρη ουσία από την οποία προκύπτουν όλες οι μορφές και οι εμπειρίες και στην οποία τελικά επιστρέφουν. Σε αυτή την κατάσταση, η διάκριση μεταξύ του παρατηρητή και του παρατηρούμενου, του εαυτού και του κόσμου, διαλύεται, αποκαλύπτοντας μια απρόσκοπτη ενότητα που υπερβαίνει κάθε δυαδικότητα.

Ομοίως, στη βουδιστική φιλοσοφία, η έννοια του Σουνιάτα (κενό) δείχνει την εγγενή διασύνδεση όλων των πραγμάτων, υποδηλώνοντας ότι η αληθινή φύση της πραγματικότητας είναι πέρα από τα μεμονωμένα φαινόμενα. Είναι μέσα στην συνειδητοποίηση αυτού του κενού, ή του μη εαυτού, που μπορεί κανείς να αντιληφθεί τον κόσμο μέσα από το φακό της Καθαρής Συνείδησης, όπου κάθε στιγμή και κάθε εμπειρία θεωρείται ως έκφραση της ίδιας θεμελιώδους επίγνωσης.

Το Μυστικό Ταξίδι: Αφύπνιση σε Καθαρή Επίγνωση

Το ταξίδι προς την εμπειρία της Καθαρής Συνείδησης περιγράφεται συχνά ως αφύπνιση - μια διαδικασία αποφλοίωσης των στρωμάτων εξαρτημένων σκέψεων και αντιλήψεων για να αποκαλυφθεί ο φωτεινός πυρήνας της επίγνωσης που βρίσκεται στην καρδιά κάθε ύπαρξης. Αυτό το ταξίδι είναι βαθιά προσωπικό και μεταμορφωτικό, που περιλαμβάνει μια αλλαγή προοπτικής από τον κατακερματισμένο εαυτό στο ενοποιημένο σύνολο.

Οι πρακτικές διαλογισμού αποτελούν βασικό όχημα για αυτό το μεταμορφωτικό ταξίδι. Μέσω του βαθύ διαλογισμού, μπορεί κανείς να ηρεμήσει την αδιάκοπη φλυαρία του νου, επιτρέποντας στα βαθύτερα στρώματα της συνείδησης να αναδυθούν. Σε πρακτικές όπως η Vipassana ή το Zazen, ο διαλογιστής μαθαίνει να παρατηρεί σκέψεις και αισθήσεις χωρίς προσκόλληση, διαλύοντας σταδιακά τα εγωικά όρια που χωρίζουν τον εαυτό από τον κόσμο. Σε αυτές τις στιγμές βαθιάς ακινησίας, ο διαλογιστής μπορεί να δει την αγνή, αμετάβλητη επίγνωση που βρίσκεται κάτω από όλα τα φαινόμενα.

Αυτή η κατάσταση της Καθαρής Συνείδησης δεν είναι μια απόδραση από τον κόσμο, αλλά μια πιο βαθιά ενασχόληση με αυτόν. Είναι ένα ανώτερο όραμα όπου αναγνωρίζεται η εφήμερη φύση όλων των φαινομένων και δίνεται προτεραιότητα στην υποκείμενη ενότητα της επίγνωσης. Σε αυτήν την κατάσταση, ο κόσμος δεν θεωρείται ως μια συλλογή μεμονωμένων αντικειμένων και γεγονότων, αλλά ως μια δυναμική αλληλεπίδραση μορφών που προκύπτουν και επιστρέφουν στην ίδια θεμελιώδη επίγνωση.

Επιστημονικές Προοπτικές: Η Αναζήτηση για τη Θεμελιώδη Επίγνωση

Η σύγχρονη γνωστική επιστήμη και η νευροεπιστήμη αρχίζουν να διερευνούν την έννοια της Καθαρής Συνείδησης, προσφέροντας ενδιαφέροντες παραλληλισμούς με αρχαίες φιλοσοφικές ιδέες. Ενώ τα παραδοσιακά επιστημονικά μοντέλα υπογραμμίζουν συχνά τον ρόλο συγκεκριμένων αισθητηριακών εμπειριών και νοητικών αναπαραστάσεων στη διαμόρφωση της συνείδησης, οι αναδυόμενες θεωρίες προτείνουν ότι μπορεί να υπάρχει μια πιο θεμελιώδης κατάσταση επίγνωσης κάτω από αυτές τις εμπειρίες.

Η έννοια της «ελάχιστης φαινομενικής εμπειρίας», όπως προτείνεται από ερευνητές, υποδηλώνει ότι η συνείδηση μπορεί να υπάρχει σε μια ελάχιστη μορφή, χωρίς συγκεκριμένο περιεχόμενο. Αυτή η βασική κατάσταση επίγνωσης, η οποία επιμένει ακόμη και απουσία διακριτών αισθητηριακών εισροών ή σκέψης, μπορεί να αντιστοιχεί στην Καθαρή Συνείδηση που περιγράφεται στις μυστικιστικές παραδόσεις.

Η Μυστική Εμπειρία: Ζώντας σε Καθαρή Συνείδηση

Το να ζεις σε καθαρή συνείδηση δεν είναι να αποσυρθείς από τον κόσμο αλλά να ασχοληθείς μαζί του με έναν βαθύτερο, πιο ουσιαστικό τρόπο. Περιλαμβάνει την αναγνώριση της παροδικής φύσης όλων των φαινομένων και την παροχή προτεραιότητας στην υποκείμενη επίγνωση που ενοποιεί τα πάντα. Αυτή η κατάσταση ύπαρξης χαρακτηρίζεται από μια βαθιά αίσθηση γαλήνης, διαύγειας και διασύνδεσης.

Στην Καθαρή Συνείδηση, κάθε εμπειρία θεωρείται ως εκδήλωση της ίδιας θεμελιώδους επίγνωσης. Τα όρια μεταξύ του εαυτού και του κόσμου διαλύονται, αποκαλύπτοντας μια απρόσκοπτη ενότητα όπου τα πάντα είναι αλληλένδετα. Αυτή η συνειδητοποίηση φέρνει μια αίσθηση ελευθερίας και απελευθέρωσης, καθώς δεν δεσμεύεται πλέον από τους περιορισμούς της ατομικής ταυτότητας και της εγωικής σκέψης.

Η μυστικιστική εμπειρία της Καθαρής Συνείδησης μεταμορφώνει την αντίληψη κάποιου για την πραγματικότητα. Ο κόσμος δεν θεωρείται πλέον ως μια συλλογή ξεχωριστών, μεμονωμένων γεγονότων, αλλά ως μια συνεχής ροή συνειδητοποίησης, όπου κάθε στιγμή είναι μια μοναδική έκφραση της ίδιας υποκείμενης ουσίας. Αυτή η αλλαγή προοπτικής φέρνει μια βαθύτερη κατανόηση της φύσης της ύπαρξης και μια πιο βαθιά εκτίμηση για τη διασύνδεση όλων των πραγμάτων.

Συμπέρασμα: Αγκαλιάζοντας την Άπειρη Ενότητα

Η εξερεύνηση της Καθαρής Συνείδησης μας προσκαλεί να υπερβούμε τα συνηθισμένα όρια του μυαλού μας και να βιώσουμε τον κόσμο από μια ανώτερη, πιο ενοποιημένη προοπτική. Μας καλεί να αναγνωρίσουμε την παροδική φύση όλων των φαινομένων και να δώσουμε προτεραιότητα στην βασική επίγνωση που στηρίζει την ύπαρξη.

Καθώς εμβαθύνουμε σε αυτή τη βαθιά κατάσταση συνειδητοποίησης, ανακαλύπτουμε μια βαθύτερη σύνδεση με τον εαυτό μας, με τους άλλους και με τον κόσμο γύρω μας. Καταλαβαίνουμε ότι η Καθαρή Συνείδηση δεν είναι μια αφηρημένη έννοια, αλλά μια βιωμένη πραγματικότητα που μπορεί να μεταμορφώσει την αντίληψή μας για τον κόσμο και τη θέση μας μέσα σε αυτόν.

Αγκαλιάζοντας την άπειρη ενότητα της Καθαρής Συνείδησης, αφυπνίζουμε τη διαχρονική και απεριόριστη φύση του αληθινού μας εαυτού. Αντιλαμβανόμαστε ότι πέρα από τις παροδικές διακυμάνσεις των φαινομένων, υπάρχει μια μοναδική, αμετάβλητη επίγνωση που παραμένει σταθερή και αιώνια. Αυτή η συνειδητοποίηση φέρνει μια βαθιά αίσθηση ειρήνης, διαύγειας και απελευθέρωσης, επιτρέποντάς μας να ζούμε σε αρμονία με τους βαθύτερους ρυθμούς της ύπαρξης.

Έτσι, το ταξίδι προς την Καθαρή Συνείδηση δεν είναι απλώς μια μυστικιστική αναζήτηση, αλλά μια πορεία προς έναν πιο βαθύ, ολοκληρωμένο και ουσιαστικό τρόπο ύπαρξης. Είναι μια πρόσκληση να αφυπνιστούμε στην αληθινή φύση της πραγματικότητας και να βιώσουμε την άπειρη ενότητα που βρίσκεται κάτω από όλη τη δημιουργία.

Τίποτα δε φεύγει μέχρι να μας διδάξει αυτό που χρειάζεται να μάθουμε

Με τον καιρό μαθαίνει κανείς τη λεπτή διαφορά ανάμεσα στο να κρατά ένα χέρι και να αλυσοδένει μια ψυχή.

Μαθαίνει πως αγαπώ δε σημαίνει: στηρίζομαι και ότι συντροφικότητα δε σημαίνει: ασφάλεια..κι έτσι κανείς αρχίζει να μαθαίνει….

Πως τα φιλιά δεν είναι συμβόλαια και ότι τα δώρα δεν είναι υποσχέσεις. Και αρχίζει να δέχεται τις ήττες του με το κεφάλι ψηλά και τα μάτια ορθάνοιχτα.
Και μαθαίνει να χτίζει όλες τις διαδρομές του στο σήμερα γιατί το έδαφος του αύριο είναι υπερβολικά αβέβαιο για να κάνεις σχέδια… και κάθε μέλλον μπορεί να μείνει στη μέση.

Μετά από κάποιο καιρό μαθαίνει κανείς πως αν είναι υπερβολική, ακόμα και η ζέστη του ήλιου μπορεί να τον κάψει. Έτσι φυτεύει τον δικό του κήπο και διακοσμεί την δική του ψυχή αντί να περιμένει κάποιον άλλο να του φέρει λουλούδια.

Μαθαίνει κανείς ότι μπορεί πραγματικά ν’ αντέξει, πως είναι πραγματικά δυνατός, πως πραγματικά αξίζει
και μαθαίνει και μαθαίνει…
με κάθε του μέρα μαθαίνει.

Με τον καιρό μαθαίνεις ότι το να είσαι με κάποιον επειδή σου προσφέρει ένα καλό μέλλον σημαίνει
πως αργά ή γρήγορα θα θελήσεις να γυρίσεις στο παρελθόν σου.

Με τον καιρό καταλαβαίνεις πως μόνο αυτός που είναι ικανός να σε αγαπάει με όλα σου τα ελαττώματα, δίχως να προσπαθεί να σε αλλάξει, μπορεί να σου προσφέρει όλη την ευτυχία που επιθυμείς.

Με τον καιρό αντιλαμβάνεσαι πως αν βρίσκεσαι στο πλευρό κάποιου μόνο και μόνο για να συντροφεύεις την μοναξιά σου, στο τέλος θα φτάσεις να μη θέλεις ούτε να τον βλέπεις.

Με τον καιρό συνειδητοποιείς ότι οι πραγματικοί φίλοι είναι μετρημένοι και ότι, εκείνος που δεν αγωνίζεται γι’αυτούς, αργά ή γρήγορα θα βρεθεί πλαισιωμένος μόνο από ψεύτικες φιλίες.

Με τον καιρό μαθαίνεις πως τα λόγια που λέχθηκαν σε μια στιγμή θυμού μπορούν να συνεχίσουν να πληγώνουν αυτόν στον οποίο τα απεύθυνες για μια ολόκληρη ζωή.

Με τον καιρό μαθαίνεις να συγχωρείς αυτόν που το έπραξε, αλλά η συγχώρεση αφορά μόνο μεγάλες ψυχές.

Με τον καιρό αντιλαμβάνεσαι πως αν πλήγωσες σκληρά ένα φίλο, το πιθανότερο είναι ότι η φιλία ποτέ πια δε θα ξαναγίνει όπως πριν.

Με τον καιρό συνειδητοποιείς ότι, ακόμα κι αν είσαι ευτυχισμένος με τους φίλους σου, κάποια μέρα θα κλάψεις για εκείνους που άφησες να φύγουν.

Με τον καιρό θα καταλάβεις ότι κάθε εμπειρία που βίωσες με κάθε άνθρωπο είναι ανεπανάληπτη.

«Κανείς μαθαίνει, μαθαίνει και μαθαίνει, κάθε μέρα που περνάει, μαθαίνει».

Ελπίζω πως όπως και σε μένα, αυτά τα λόγια να μπορέσουν να μαλακώσουν λίγο το δρόμο σου.

Τίποτα δε φεύγει μέχρι να μας διδάξει αυτό που χρειάζεται να μάθουμε.

Όμηρος & Iστορία: Το Ομηρικό Ζήτημα

Αποτέλεσμα εικόνας για ο ΌμηροςΟι Αρχαίοι Έλληνες δέχονταν το Τρωικό Πόλεμο ως απολύτως ιστορικό γεγονός. Όλοι οι ιστορικοί, από τον ρομαντικό Ηρόδοτο έως τον ορθολογιστή Θουκυδίδη, δεν διανοήθηκαν ποτέ να αμφισβητήσουν την ιστορικότητα του γεγονότος, και κατ’ επέκταση και των ομηρικών περιγραφών. Πότε όμως έζησε ο Όμηρος και -το κυριότερο- πότε έγραψε τα έπη του; Τα ερωτήματα αυτά συνθέτουν ήδη από τον 18ο αιώνα μ.Χ. το λεγόμενο ομηρικό ζήτημα

Οι φιλόλογοι από όλον τον κόσμο επιχειρούν να απαντήσουν στα παραπάνω ερωτήματα βάσει των κειμένων των επών και μόνο. Έτσι έχει επικρατήσει η άποψη ότι ο Όμηρος έζησε περί τον 8ο αιώνα π.Χ.. Αν και οι περισσότεροι δέχονται ότι τα έπη αναφέρονται σε γεγονότα παλαιότερα, κατά 500 τουλάχιστον χρόνια, εντούτοις υποστηρίζουν ότι τα κατορθώματα των Αχαιών και Τρώων Ελλήνων διεσώθησαν προφορικώς επί 500 χρόνια, μέχρι που ο Όμηρος, βασιζόμενος στη λαϊκή παράδοση, θα λέγαμε, τα τυποποίησε με τη μορφή επικών ποιημάτων.

Τα έπη, υποστηρίζουν, κατεγράφησαν για πρώτη φορά από τον Πεισίστρατο τον 6ο αιώνα π.Χ. Έως τότε περνούσαν από γενιά σε γενιά προφορικά! Ένα άλλο επίσης ζήτημα αφορά την Οδύσσεια, η οποία από πολλούς δεν θεωρείται έργο του Ομήρου, αλλά κάποιου άλλου ποιητή, άγνωστου.

Η ουσία λοιπόν του ομηρικού ζητήματος συμπυκνώνεται στο εξής απλό ερώτημα: Πότε συντέθηκαν τα έπη; Γύρω στον 8ο αιώνα, κατά την επικρατούσα άποψη. Υποστηρίζουν λοιπόν οι συγκεκριμένοι «φοινικιστές» επιστήμονες ότι τα έπη δεν μπορεί να συντέθηκαν νωρίτερα, αφού οι Έλληνες δεν είχαν αλφάβητο (!).

Πολλοί όμως εξ αυτών υποστηρίζουν ακόμα και ότι τα έπη πρωτογράφηκαν τον 6ο αιώνα π.Χ., κατόπιν εντολής του Πεισίστρατου. Στο διάστημα από τον 8ο έως τον 6ο αιώνα π.Χ., υποστηρίζουν ότι τα έπη διασώθηκαν στην προφορική παράδοση των αοιδών και των ραψωδών.

Τις απόψεις τους αυτές τις τεκμηριώνουν τόσο βασιζόμενοι σε ορισμένους αναχρονισμούς του κειμένου των επών, όσο και στην εισαγωγή στην Ελλάδα, τον 8ο αιώνα π.Χ., του «φοινικικού» αλφαβήτου. Και οι μεν αναχρονισμοί του κειμένου αφορούν κυρίως στη χρήση σιδήρου, η οποία, όμως, βάσει των νέων ευρημάτων, γινόταν στον ελλαδικό χώρο από το 17ο αιώνα π.Χ. To «Πάριο Χρονικό», μάλιστα, αναφέρει ότι η κατεργασία σιδήρου στην Ελλάδα άρχισε περί το 1440 π.Χ.

Το δε «φοινικικό» αλφάβητο, πρώτον δεν ήταν φοινικικό, αλλά εξέλιξη του υπάρχοντος ελληνικού και, δεύτερον, ποτέ δεν ήρθε από την Ανατολή, αφού τεκμηριωμένα οι Έλληνες έγραφαν, έστω και με ιδεογράμματα, από την 6η χιλιετία π.Χ. – οι Κινέζοι και οι Ιάπωνες άλλωστε έως και σήμερα γράφουν με ιδεογράμματα, αλλά κανείς δεν έχει τολμήσει να τους χαρακτηρίσει αναλφάβητους.

Και πώς είναι άλλωστε δυνατόν ένας λαός, οι Φοίνικες, ο οποίος δεν είχε καν εθνικό όνομα –το εθνικό «Φοίνικας» τούς το έδωσαν οι Έλληνες, αφού οι ίδιοι δεν είχαν καν την αίσθηση ότι αποτελούσαν ξεχωριστό έθνος– να έχει επινοήσει το αλφάβητο, χωρίς να έχει προηγηθεί η απαραίτητη ζύμωση και η ύπαρξη πρωτογραφών; Και πού βρίσκονται εν τέλει τα κείμενα των επινοητών του αλφαβήτου, οι οικονομικοί και στρατιωτικοί τους κατάλογοι, τα λογοτεχνικά τους έργα, τα δημοτολόγια τους, έστω;

Μάταια θα τα αναζητήσετε. Δεν θα τα βρείτε πουθενά. Και δεν θα τα βρείτε, γιατί απλούστατα δεν υπάρχουν. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι το περίφημο Α, το λεγόμενο Άλεφ (βόδι), υπήρχε ως σύμβολο στις ελληνικές πρωτογραφές από το 4500 π.Χ., όπως αποδεικνύουν τα ευρήματα του καθηγητή Αδαμάντιου Σάμψων στο σπήλαιο του Κύκλωπα στην Αλόννησο, στις βόρειες Σποράδων.

Ή είναι τυχαίο ότι το σύμβολο της Γραμμικής Γραφής Β’, που αντιστοιχεί στο φθόγγο Α, παριστάνεται ως κεφαλή βοδιού; Μόνο που η Γραμμική Γραφή Β’ χρονολογείται από το 17ο αιώνα π.Χ., ενώ το λεγόμενο «φοινικικό» αλφάβητο από το 10ο αιώνα π.Χ., στην καλύτερη περίπτωση.

Ένα τρίτο ζήτημα, τέλος, το οποίο αναδεικνύουν οι «ειδικοί», αφορά καθαυτή την ιστορικότητα των επών. Υποστηρίζεται ότι απλά τα έπη δεν είναι παρά ποιήματα, η αξία των οποίων ως ιστορικές πηγές είναι τουλάχιστον αμφισβητήσιμη. Η θεώρηση αυτή φυσικά δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα. Τα έπη, τα πρώτα γραπτά κείμενα της Ευρώπης, ακόμα και αν τα χρονολογήσουμε στον 8ο αιώνα π.Χ., σαφώς και αποτελούν ιστορικές πηγές, τεράστιας αξίας, παρά τις κάποιες, ποιητική αδεία, υπερβολές ή θεϊκές επεμβάσεις.

Ακόμα και πίσω από τέτοια λογοτεχνικά σχήματα, όμως, κρύβεται μια πραγματικότητα. Άλλωστε, πέρασε πια ο καιρός από τότε που η Ιλιάδα θεωρούνταν παραμύθι για μικρά παιδιά.

Ο Ερρίκος Σλήμαν επιβεβαίωσε με αυτά που έφερε στο φως η σκαπάνη του στοιχεία που αναφέρονται στα έργα του Ομήρου, ο οποίος, το πιθανότερο, και σύμφωνα με τη γνώμη και αυτού ακόμα του Μεγάλου Ναπολέοντα, ήταν πολεμιστής και κατά πάσα πιθανότητα αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων. Ο μεγάλος αυτός στρατηλάτης, όπως και ο Αλέξανδρος, κοιμόταν με την Ιλιάδα κάτω από το προσκεφάλι του.

Ο Μέγας Ναπολέοντας δεν ήταν όμως ο μόνος που διδάχθηκε από την Ιλιάδα. Όλοι οι μεγάλοι στρατηγοί της Ευρώπης από το 16ο έως και τον 20ό αιώνα μ.Χ. αντέγραψαν κατά κόρον τις τακτικές που ο Όμηρος περιγράφει στην Ιλιάδα. Ειδικά η τέταρτη μάχη της Ιλιάδας, στην οποία ο Αχιλλέας κατατροπώνει τη στρατιά του Έκτορα, αποτέλεσε σημείο αναφοράς σε όλα τα ευρωπαϊκά στρατιωτικά εγχειρίδια της εποχής. Τον αυτό ελιγμό εφάρμοσε ο Μάρλμπορο στη μάχη του Μπλενχάιμ το 1704 και ο Ναπολέοντας στο Αούστερλιτς το 1805. Η Ιλιάδα λοιπόν, που είναι ένα κατ’ εξοχήν στρατιωτικό σύγγραμμα, δεν μπορεί να αναλύεται μόνο από φιλολόγους, οι οποίοι, πέραν των καλών ή κακών προθέσεών τους, στερούνται της «στρατιωτικής τριβής» για να μελετήσουν το συγκεκριμένο έργο.

Είναι κατά συνέπεια παντελώς αδύνατον οι εκπληκτικές περιγραφές που Ομήρου στις σκηνές μαχών της Ιλιάδας να αποτελούν απλώς προϊόντα της γόνιμης ποιητικής του φαντασίας. Ο Όμηρος «…αποκλείεται να πέρασε τα χρόνια του καθήμενος σε ένα βράχο της Χίου», έλεγε ο Ναπολέοντας. Ακόμα και οι «τεχνικές» περιγραφές των πληγμάτων φανερώνουν ότι ο ποιητής είχε πολεμική εμπειρία, την οποία ενδεχομένως να απέκτησε πολεμώντας ο ίδιος στο Σκαμάνδριο πεδίο, εφόσον, κατά μια άποψη ο Όμηρος δεν ήταν άλλος από τον Οδυσσέα.

Όσον αφορά τα έπη καθαυτά, κατά την ταπεινή μας άποψη ήταν αδύνατο να διασωθούν αναλλoίωτα επί 500 τουλάχιστον χρόνια, μεταφερόμενα προφορικά από γενιά σε γενιά. Και εφόσον οι Έλληνες είχαν αποδεδειγμένα γραφή από τους νεολιθικούς χρόνους και συλλαβογράμματη γραφή ήδη από τους μινωικούς χρόνους (2200-1700 π.Χ.), αδυνατούμε να αντιληφθούμε γιατί ήταν αδύνατο να είχε ασχοληθεί μια έστω ειδική ομάδα γραφέων με την καταγραφή των επών, τα οποία άλλωστε εκθείαζαν τη δράση της ηγετικής ομάδας της μυκηναϊκής κοινωνίας.

ΔΕΣ



Περίληψη της Ιλιάδας

Ραψωδία Α΄ (Λοιμός-Μήνις)

Περιγράφεται η αιτία αποχώρησης του εκλεκτότερου πολεμιστή των Αχαιών, του Αχιλλέα, από τη μάχη, εξαιτίας της αρπαγής της σκλάβας του Βρισηίδας από τον Αγαμέμνονα. Ο Αχιλλέας δεν θα επανακάμψει στον αγώνα παρά μόνο μετά το θάνατο του προσφιλούς του Πατρόκλου.

Ραψωδία Β΄ (Νεών κατάλογος)

Η ραψωδία αυτή αποτελεί την αρχαιότερη σωζόμενη διαταγή επιχειρήσεων στα παγκόσμια στρατιωτικά χρονικά. Ο Όμηρος καταγράφει εδώ τις αντίπαλες δυνάμεις που έλαβαν μέρος στον Τρωικό Πόλεμο, και ειδικότερα στην τελευταία φάση του, στην κατά του Ιλίου εκστρατεία.

Ραψωδία Γ΄ (Αλεξάνδρου και Μενελάου μονομαχία)

Πριν την έναρξη της πρώτης περιγραφόμενης στην Ιλιάδα μάχης. Ο Πάρης προκαλεί σε μονομαχία τον Μενέλαο, με έπαθλο την Ελένη. Οι αντίπαλοι στρατοί και οι ηγέτες τους ορκίζονται να σεβαστούν το αποτέλεσμα της μονομαχίας, όποιο και αν είναι αυτό. Διεξάγεται κατόπιν η μονομαχία, στην οποία ο Μενέλαος κατατροπώνει τον Πάρη, ο οποίος όμως σώζεται την τελευταία στιγμή.

Ραψωδία Δ΄ (Ορκίων σύγχυσις)

Οι Αχαιοί ζητούν να τηρήσουν οι Τρώες τους όρκους, μετά τη νίκη του Μενέλαου, και να παραδώσουν την Ελένη και τους θησαυρούς που άρπαξαν. Οι Τρώες όμως καταπατούν τους όρκους και τοξεύουν τον Μενέλαο, κατά παράβαση της ανακωχής. Οι Αχαιοί ετοιμάζονται να τους επιτεθούν. Ο Αγαμέμνων επιθεωρεί το παραταγμένο στράτευμα και απευθύνει παραινέσεις προς τις κεφαλές του στρατού, θυμίζοντάς τους τα ηρωικά κατορθώματα των πατέρων τους.

Ραψωδία Ε΄ (Διομήδους αριστεία)

Η μάχη αρχίζει και οι Αχαιοί, με πρώτο τον Διομήδη, συντρίβουν τους Τρώες, ο ηγέτης των οποίων, Έκτορας, δεν έχει εισέλθει ακόμα στον αγώνα.

Ραψωδία Ζ΄ (Έκτορος και Ανδρομάχης ομιλία)

Ο Έκτορας εισέρχεται στη μάχη και ισορροπεί την πίεση των Αχαιών. Ο Διομήδης συναντά τον αντίπαλό του Γλαύκο, με τον οποίο τον συνδέει παλαιά οικογενειακή φιλία. Οι δύο αντίπαλοι ήρωες, όχι μόνο δεν συγκρούονται, αλλά ανταλλάσσουν πανοπλίες, ανανεώνοντας τους παλαιούς φιλικούς δεσμούς!

Ραψωδία Η΄ (Έκτορος και Αίαντος μονομαχία)

Μετά από μια σύντομη συνάντησή του με την Ανδρομάχη στις Σκαιές Πύλες, ο Έκτορας επανέρχεται στη μάχη και μονομαχεί με τον Αίαντα τον Τελαμώνιο. Η μονομαχία λήγει άκριτη. Αχαιοί και Τρώες συνάπτουν ανακωχή για να συλλέξουν τους νεκρούς τους. Οι Αχαιοί περιτειχίζουν το παράκτιο στρατόπεδο τους.

Ραψωδία Θ΄ (Κόλος μάχης)

Η μάχη ξαναρχίζει στο Σκαμάνδριο πεδίο. Έκτορας και Διομήδης ανδραγαθούν. Τελικά, οι Τρώες υπερισχύουν και οι Αχαιοί κλείνονται στο οχυρωμένο τους στρατόπεδο, ενώ οι Τρώες στρατοπεδεύουν στην πεδιάδα.

Ραψωδία Ι΄ (Πρεσβεία προς Αχιλλέα, Λίται)

Το δυσμενές αποτέλεσμα της προηγούμενης μάχης κλονίζει το ηθικό των Αχαιών. Αντιπροσωπεία των κεφαλών επισκέπτεται τον Αχιλλέα και τον παρακαλά να ξεχάσει τη οργή του. Αυτός υπόσχεται να βοηθήσει εάν το στρατόπεδο κινδυνεύσει πραγματικά.

Ραψωδία Κ΄ (Δολώνεια)

Ο Διομήδης και ο Οδυσσέας εκτελούν νυχτερινή περιπολία στις τρωικές θέσεις. Εκεί συλλαμβάνουν τον κατάσκοπο Δόλωνα, τον οποίο ανακρίνουν και κατόπιν θανατώνουν. Από αυτόν έμαθαν ότι νέες ενισχύσεις Θρακών είχαν έρθει στην Τροία. Μέσα στη νύχτα επιτίθενται στους Θράκες αιφνιδιαστικά, σκοτώνουν τον ηγεμόνα τους και αρπάζουν τα πολεμικά τους άλογα.

Ραψωδία Λ΄ (Αριστεία Αγαμέμνονος)

Το επόμενο πρωί αρχίζει και πάλι η μάχη. Ο Αγαμέμνων αριστεύει, αλλά ο Διομήδης και ο Οδυσσέας τραυματίζονται και αποχωρούν από τη σύγκρουση. Οι Αχαιοί κλονίζονται.

Ραψωδία Μ΄ (Τειχομαχία)

Ο Έκτορας, αναφωνώντας το περίφημο «εις οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί πατρίς», εφορμά με το στρατό στο αχαϊκό οχυρό στρατόπεδο. Διασπά την άμυνα και εισέρχεται εντός. Η μάχη πλέον έχει μεταφερθεί στο αγκυροβόλιο των αχαϊκών πλοίων, με μόνο τον Αίαντα τον Τελαμώνιο και τον βασιλιά της Κρήτης Ιδομενέα να έχουν απομείνει όρθιοι και να πολεμούν απεγνωσμένα.

Ραψωδία Ν΄ (Μάχη επί ταίς ναυσίν)

Η μάχη συνεχίζεται άγρια. Οι Τρώες κατορθώνουν να πυρπολήσουν μερικά πλοία των Αχαιών.

Ραψωδία Ξ΄ (Διός απάτη)

Οι Αχαιοί απωθούν τελικά τους Τρώες και σώζουν προσωρινά τα πλοία. Η κατάστασή τους όμως είναι κρίσιμη. Όλοι προσβλέπουν πια μόνον στον Αχιλλέα.

Ραψωδία Ο΄ (Παλίωξις παρά των νεών)

Οι Τρώες επανακάμπτουν και απειλούν και πάλι τα αχαϊκά πλοία. Μόνο ο Τελαμώνιος Αίας έχει πλέον απομείνει να τους πολεμά.

Ραψωδία Π΄ (Πατρόκλεια)

Ο Πάτροκλος ενώπιον του κινδύνου πείθει τον Αχιλλέα να του επιτρέψει να δανειστεί τα όπλα του και να οδηγήσει τους Μυρμιδόνες σε αντεπίθεση. Η αντεπίθεση εκτελείται και επιτυγχάνει απόλυτα. Οι Τρώες τρέχουν πανικόβλητοι να σωθούν, καταδιωκόμενοι από τον Πάτροκλο. Κοντά στα τείχη της Τροίας όμως ο Έκτορας σκοτώνει τον Πάτροκλο.

Ραψωδία Ρ΄ (Μενελάου αριστεία)

Γύρω από τον νεκρό Πάτροκλο διεξάγεται άγρια μάχη. Ο Μενέλαος, ο Μηριόνης και οι δύο Αίαντες πολεμούν σκληρά και επιτυγχάνουν η σορός του Πατρόκλου να διασωθεί από τα χέρια των αντιπάλων τους. Οι Τρώες όμως και πάλι τους πιέζουν και τους αναγκάζουν να επιστρέψουν στο στρατόπεδο.

Ραψωδία Σ΄ (Οπλοποιία)

Ο Αχιλλέας θρηνεί τον νεκρό συμπολεμιστή και ζητά από τη μητέρα του Θέτιδα νέα όπλα. Αυτή παρακαλεί τον Ήφαιστο να τα ετοιμάσει.

Ραψωδία Τ΄ (Μήνιδος απόρρησις)

Ο Αχιλλέας συμφιλιώνεται με τον Αγαμέμνονα και αναλαμβάνει τη διοίκηση του στρατού. Συγκαλεί πολεμικό συμβούλιο και δίδει διαταγές για την επικείμενη μάχη, για το πώς πρέπει να πολεμήσουν οι Αχαιοί.

Ραψωδία Υ΄ (Θεομαχία)

Αρχίζει η τέταρτη και τελευταία μάχη της Ιλιάδας. Ο Αχιλλέας εφορμά ακάθεκτος. Επιχειρεί να σκοτώσει τον Αινεία, ο οποίος σώζεται με θεϊκή παρέμβαση.

Ραψωδία Φ΄ (Μάχη Παραποτάμιος)

Η μάχη έχει πλέον φουντώσει. Το σχέδιο του Αχιλλέα επιτυγχάνει και η τρωική παράταξη διασπάται. Οι μισοί Τρώες καταφεύγουν στην πόλη και οι υπόλοιποι παγιδεύονται μεταξύ του Σκάμανδρου ποταμού και των Μυρμιδόνων. Παγιδευμένοι οι Τρώες σφαγιάζονται. Ο Αχιλλέας τούς θερίζει μόνο με το σπαθί, για να εκδικηθεί τον νεκρό φίλο του.

Ραψωδία Χ΄ (Έκτορος αναίρεσις)

Ο Έκτορας παραμένει στον κάμπο και μονομαχεί με τον Αχιλλέα. Ο Αχιλλέας κατορθώνει να τον σκοτώσει. Αμέσως μετά σέρνει το πτώμα του γύρω από την πόλη, δεμένο στο άρμα του.

Ραψωδία Ψ΄ (Άθλα επί Πατρόκλω)

Η νεκρική τελετή του Πατρόκλου. Οι Αχαιοί τιμούν τον νεκρό με αθλητικούς αγώνες, ενώ ο Αχιλλέας για να εκδικηθεί το θάνατο του φίλου του εκτελεί 12 Τρώες αιχμαλώτους.

Ραψωδία Ω΄ (Έκτορος λύτρα)

Ο Αχιλλέας δέχεται να παραδώσει το σώμα του νεκρού Έκτορα στον πατέρα του, Πρίαμο, προκειμένου να τύχει όλων των απαραίτητων τιμών.

Οι δύο πρώτες μάχες

Οι πολεμικές συγκρούσεις της Ιλιάδας αρχίζουν στην την 21η ημέρα εξιστόρησης του ποιήματος και λήγουν με το θάνατο του Έκτορα. Η περιγραφή της πρώτης μάχης αρχίζει από τον 48ο στίχο της Ραψωδίας Β’ και λήγει στον 312ο της Ραψωδίας Η’. Ο Αγαμέμνων συνεγείρει το στρατό του και παράλληλα συγκαλεί συνέλευση των κεφαλών του στρατεύματος. Ο αρχιστράτηγος εμφανίζεται διστακτικός και ζητά τη συμβουλή των ηγεμόνων για τη σκοπιμότητα της συνέχισης του πολέμου. Αντιλαμβανόμενος ότι οι λοιποί βασιλείς διατηρούν το ηθικό τους, διατάσσει το στρατό να ετοιμαστεί για μάχη. Οι Αχαιοί, αφού πρώτα γευμάτισαν, για να μπορούν να αντέξουν στον κάματο της μάχης, κίνησαν από το στρατόπεδό τους και παρατάχθηκαν στο Σκαμάνδριο πεδίο. Οι Τρώες από την πλευρά τους, πληροφορούμενοι τις κινήσεις των Αχαιών από έναν σκοπό που είχαν εγκαταστήσει σε παρακείμενο λόφο, εξέρχονται και αυτοί από την πόλη για να αντιμετωπίσουν τους αντιπάλους τους σε ανοιχτό πεδίο, μη περιοριζόμενοι σε παθητική άμυνα, όπως ήδη αναφέρθηκε. Οι Τρώες παρατάχθηκαν κατά πάσα πιθανότητα κοντά στον Βατίειο λόφο, όχι μακριά από τα τείχη της πόλης, οπότε σε περίπτωση ατυχήματος να είναι σε θέση υποχωρήσουν με ασφάλεια εντός των τειχών.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο Όμηρος βάζει τώρα την Ελένη να συνομιλεί με τον Πρίαμο στις επάλξεις των τειχών και από εκεί να του δείχνει έναν προς έναν του Αχαιούς ηγέτες. Πριν όμως οι δύο στρατοί έλθουν σε επαφή, προτείνεται να επιλυθεί η διαφορά με μονομαχία μεταξύ του άρπαγα Πάρη και του προσβεβλημένου Μενέλαου. Ο νικητής θα πάρει την Ελένη και τους αρπαγμένους θησαυρούς. Οι Τρώες δέχονται τους όρους, και η μονομαχία αρχίζει. Ο Μενέλαος κατανικά τον Πάρη, τον αρπάζει από το λοφίο του κράνους του, τον πατά στο έδαφος και ετοιμάζεται να τον σκοτώσει. Ο Πάρης σώθηκε, όμως, όχι από θεϊκή επέμβαση, βεβαίως, όπως αναφέρει αρχικά ο Όμηρος, αλλά από τον Πάνδαρο, ο οποίος, καταπατώντας τα συμφωνηθέντα, τόξευσε και πλήγωσε τον Μενέλαο.

Οργισμένος ο Αγαμέμνων, διατάσσει τον στρατό του να επιτεθεί, αφού πρώτα ο ίδιος βάδισε εμπρός από τις τάξεις του και ενθάρρυνε τους μαχητές και τους αρχηγούς τους. Ο Αντίλοχος σκοτώνει πρώτος τον Εχέπωλο, και ο Αγήνορας φονεύει τον Ελεφήνωρα. Αμέσως ο Αίας ο Τελαμώνιος σπέυδει να «διαφεντέψει» τον νεκρό Ελεφήνωρα, για να μην πέσει η σορός του στα χέρια των εχθρών, γεγονός που θεωρούνταν η έσχατη ατίμωση. Τον άγραφο αυτό νόμο τηρούσαν οι Έλληνες για αιώνες.

Το ίδιο έπρατταν και οι αρματολοί και οι κλέφτες, οι οποίοι έπαιρναν το κεφάλι του νεκρού πολεμιστή, αν δεν μπορούσαν να μεταφέρουν το σώμα του, για να μην το «μαγαρίσει» ο εχθρός. Το ίδιο έκαναν και οι Βυζαντινοί Έλληνες. Αυτό το νόημα είχε η απελπισμένη κραυγή του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου «δεν υπάρχει ένας Χριστιανός να μου πάρει το κεφάλι;» όταν η Πόλη κυριεύτηκε.

Οι πρωτοπόροι λοιπόν του ελληνικού ηρωικού έθους Μυκηναίοι Έλληνες ήταν αυτοί που έθεσαν τα δεδομένα. Ο Αίας, καλύπτοντας τη σορό του συμπολεμιστή με την ασπίδα του, κατόρθωσε να σκοτώσει τον Σιμοείσο. Ο Τρώας Άντιφος τότε εξαπολύει το ακόντιό του κατά του Αίαντα, αλλά αστοχεί και σκοτώνει τον Λεύκο. Ο Οδυσσέας απαντά αμέσως, και σκοτώνει με μια βολή τον Δημοκώοντα. Οι Τρώες υποχώρησαν, και οι Αχαιοί πήραν τους νεκρούς τους και τους τράβηξαν πίσω από τις γραμμές της μάχης.

Η μάχη όμως μαινόταν άγρια. Ο Θράκας Πείροος σκότωσε τον Αχαιό Αμαρυγκίδη, αλλά θανατώθηκε από τον Θόαντα (= ταχύς). Οι Αχαιοί τώρα άρχισαν να πιέζουν τους Τρώες. Ο Αγαμέμνων σκότωσε τον Όδιο και ο Ιδομενέας τον Φαίστο – παράξενο πράγματι, εφόσον ο Ιδομενεύς ήταν βασιλιάς της Κρήτης και το όνομα του Φαίστου παραπέμπει επίσης στην Κρήτη. Ο Μενέλαος, παρά το τραύμα του, σκότωσε κατόπιν τον Σκαμάνδριο και ο Μηριόνης τον Φέρεκλο, τον αρχιναυπηγό των Τρώων, ο οποίος, πολύ μακριά από το υγρό στοιχείο, πολεμούσε ως απλός πεζός. Τότε τραυματίστηκε ο Διομήδης από βέλος του Πάνδαρου. Χάρη στην πανοπλία του, όμως, απέφυγε το πλήγμα, και ο ήρωας, αφού έβγαλε το βέλος, επέστρεψε αμέσως στη μάχη. Οργισμένος μάλιστα σκοτώνει οκτώ Τρώες στη σειρά!

Για να σταματήσουν τον μανιασμένο Διομήδη, ο Αινείας και ο Πάνδαρος του επιτίθενται μαζί, επιβαίνοντας στο πολεμικό άρμα του πρώτου. Ο Διομήδης, αν και πεζός, καταφέρνει να σκοτώσει τον Πάνδαρο και να τρέψει σε φυγή τον Αινεία. Ο Έκτορας και ο Σαρπηδόνας, ο ηγέτης των πλέον πιστών συμμάχων των Τρώων, των Λυκίων, κατάφεραν να ανασυντάξουν τους Τρώες, και να τους οδηγήσουν σε αντεπίθεση. Ακολούθησε νέα σφοδρή συμπλοκή, στην οποία έπεσαν πολλοί και από τις δύο παρατάξεις.

Φαίνεται ότι η αντεπίθεση του Έκτορα εξαπολύθηκε την κατάλληλη στιγμή, με άφθαρτες εφεδρικές δυνάμεις. Το συμπέρασμα αυτό εξάγεται από τον μεγάλο αριθμό Αχαιών νεκρών που αναφέρει ο Όμηρος ότι έπεσαν από τον Τρώα ηγέτη εκείνη τη στιγμή. Είναι η στιγμή που ο Αγαμέμνονας, βλέποντας τους άνδρες του να υποχωρούν, τους φώναξε το περίφημο «Αιδώς, Αργείοι» («Ντροπή σας, Αργίτες»). Τα λόγια του αρχιστρατήγου πλήγωσαν το φιλότιμο των πολεμιστών, οι οποίοι άρχισαν και πάλι να πιέζουν τους Τρώες, με πρωτοστάτες τον Διομήδη και τον Τελαμώνιο Αία. Από τα γραφόμενα του Ομήρου φαίνεται ότι η μάχη σε εκείνη τη φάση διεξαγόταν μεταξύ των ποταμών Σιμόη και Σκάμανδρου.

Η μάχη εξακολουθούσε να μαίνεται. Ο Διομήδης συνάντησε τότε τον Γλαύκο, ο οποίος, αν και αντίπαλος στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία, ήταν φίλος από παλαιά. Αντί να επιδιώξει λοιπόν να σκοτώσει ο ένας τον άλλο, οι δύο ήρωες αντάλλαξαν δώρα και χώρισαν. Την ίδια ώρα, ο Έκτορας και ο Πάρης οδήγησαν νέα τρωική αντεπίθεση κατά των Αχαιών, η οποία δεν φαίνεται να πέτυχε και σπουδαία αποτελέσματα. Τελικά, η μάχη σταμάτησε και αποφασίστηκε να κριθεί με νέα μονομαχία μεταξύ του Έκτορα και του Αίαντα Τελαμώνιου. Η μονομαχία αυτή έληξε άκριτη, και τους δύο αντιπάλους χώρισε η νύχτα. Οι αντίπαλοι συμφώνησαν στη σύναψη διήμερης ανακωχής για να θάψουν τους νεκρούς τους. Με τον τρόπο αυτό έληξε η πρώτη μάχη, χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα, με 18 Αχαιούς και 38 Τρώες νεκρούς.

Η δεύτερη μάχη

Η δεύτερη μάχη αρχίζει από τον 1ο στίχο της Ραψωδίας Θ’ και λήγει στον 488ο της ίδιας ραψωδίας. Μετά τη διήμερη ανακωχή, οι δύο στρατοί παρατάχθηκαν εκ νέου στο σκαμάνδριο πεδίο. Η ομηρική περιγραφή της δεύτερης μάχης είναι, θα λέγαμε, πτωχότερη, σε σχέση με την προηγούμενη, αλλά και από τις επόμενες.

Γενικά, η δεύτερη μάχη δεν φαίνεται να διεξάγεται με το ίδιο πάθος και από τα δύο μέρη. Οι Τρώες πάντως, μετά το μεσημέρι, άρχισαν να πιέζουν τους Αχαιούς, εξαναγκάζοντάς τους σε υποχώρηση έως τα πλοία σχεδόν. Οι Αχαιοί αντιμετωπίζουν την αντίπαλη έφοδο και σκοτώνουν 12 Τρώες. Η μάχη σταματά με το τελευταίο φως της μέρας, άκριτη, με τους Τρώες να θεωρούν ότι νίκησαν. Γι’ αυτό στρατοπέδευσαν, με διαταγή του Έκτορα, στο Σκαμάνδριο πεδίο, και όχι στην πόλη τους, ώστε να είναι έτοιμοι να επιτεθούν με το πρώτο φως της επομένης μέρας. Αντικειμενικός τους σκοπός ήταν να πετάξουν τους Αχαιούς στη θάλασσα!

Η τρίτη μάχη

Η περιγραφή της τρίτης μάχης αρχίζει στον 1ο στίχο της Ραψωδίας Λ’ και ολοκληρώνεται στον στίχο 242 της Ραψωδίας Σ’. Οι δύο στρατοί παρασκευάστηκαν, και οι Αχαιοί πέρασαν την τάφρο και παρατάχθηκαν πέρα από αυτήν.

Εκεί το πεζικό σταμάτησε και περίμενε τα άρματα. Όταν έφτασαν και αυτά, το σύνολο της αχαϊκής στρατιάς κινήθηκε προς συνάντηση των Τρώων, οι οποίοι επίσης είχαν παραταχθεί για μάχη κοντά στις θέσεις στις οποίες είχαν στρατοπεδεύσει το βράδυ. Η συνάντηση των δύο στρατών λογικά πρέπει να πραγματοποιήθηκε στο μεσοδιάστημα, μεταξύ του αχαϊκού στρατοπέδου και του πρόχειρου τρωικού.

Η μάχη αυτή άρχισε πολύ νωρίς το πρωί, και έως τις 08.00 περίπου ήταν αμφίρροπη. Εκείνη την ώρα όμως οι Αχαιοί κατόρθωσαν να διασπάσουν την εχθρική παράταξη. Ο Αγαμέμνονας σε αυτή τη φάση σκότωσε ο ίδιος τον Βιήνορα και τον Οϊλήα, τον Ίσο, τον Άντιφο, τον Πείσανδρο και τον Ιππόλοχο.

Ο Έκτορας και οι Τρώες, μην αντέχοντας την εχθρική πίεση, οπισθοχώρησαν και, αφού πέρασαν και τον τάφο του Ίλου, σταμάτησαν μόνο μπροστά στις Σκαιές Πύλες. Εκεί ο Έκτορας τους ανασύνταξε. Στο μεταξύ, ο Αγαμέμνονας φονεύει τον Ιφιδάμαντα και τον Κόωνα, από τον οποίο όμως τραυματίζεται στο χέρι και εγκαταλείπει τη μάχη για να περιποιηθεί το τραύμα του. Την αναχώρησή του ακριβώς εκμεταλλεύτηκε ο Έκτορας και, με τον ανασυγκροτημένο του στρατό, αντεπιτέθηκε στους προφανώς καταδιώκοντες τους Τρώες, ακέφαλους, Αχαιούς. Βάσει της ομηρικής περιγραφής ο ίδιος σκότωσε εννέα Αχαιούς μέσα σε λίγα λεπτά.

Ευτυχώς για τους Αχαιούς, ο Διομήδης και ο Οδυσσέας ανέλαβαν τη διοίκηση και αναχαίτισαν τους Τρώες, σκοτώνοντας επτά επιφανείς Τρώες. Ο Διομήδης μάλιστα τραυμάτισε ακόμα και τον Έκτορα. Αλλά και ο Διομήδης πληγώθηκε από βέλος του Πάρη και αναγκάστηκε να αποσυρθεί για να περιποιηθεί το τραύμα του. Ο Οδυσσέας, μόνος πια, προφανώς επικεφαλής της οπισθοφυλακής, αμύνθηκε σθεναρά και σκότωσε άλλους πέντε Τρώες, αλλά τραυματίστηκε και ο ίδιος.

Αυτά συνέβαιναν στο δεξί κέρας του αχαϊκού στρατού. Στο αριστερό, όπου πολεμούσαν ο Νέστορας, ο Ιδομενέας και ο Μαχάονας, η κατάσταση εξελισσόταν υπέρ των Αχαιών, μέχρι τη στιγμή που ο Έκτορας, έστω και τραυματίας, έσπευσε και ανέλαβε τη διοίκηση του τρωικού δεξιού. Την ίδια ώρα ο Αίας ο Τελαμώνιος αναλάμβανε τη διοίκηση του αχαϊκού δεξιού, σκορπώντας το θάνατο στους Τρώες. Αλλά και ο Έκτορας από το άλλο κέρας πίεζε ισχυρά τους Αχαιούς. Ο τραυματισμός μάλιστα του Μαχάονα κλόνισε τους Αχαιούς, οι οποίοι άρχισαν να οπισθοχωρούν.

Αμέσως τότε ο Έκτορας, αντί να καταδιώξει τους υποχωρούντες Αχαιούς, συγκέντρωσε όλες του τις δυνάμεις κατά του αχαϊκού δεξιού κέρατος, το οποίο, υπό τον Αίαντα, κρατούσε ακόμα. Μοιραία και το υπό τον Αίαντα κέρας αρχίζει να υποχωρεί, πιεζόμενο από ισχυρές τρωικές δυνάμεις.

Η κατάσταση για τους Αχαιούς ήταν πλέον κρίσιμη. Από τους ηγέτες του στρατού, οι Αγαμέμνονας, Οδυσσέας και Διομήδης κείτονταν τραυματισμένοι. Οι Τρώες νικητές σε όλο το μήκος του μετώπου, άρχισαν να καταδιώκουν τον Αίαντα και τους άνδρες του, που οπισθοχωρούσαν πολεμώντας.

Τελικά, οι Αχαιοί περιορίστηκαν εντός του τειχισμένου στρατοπέδου τους. Ο Έκτορας, όμως, θέλοντας να μη χάσει την ευκαιρία να επιτεθεί άμεσα κατά των αποδιοργανωμένων και με χαμηλό ηθικό αντιπάλων του, διέταξε την εκτέλεση εφόδου κατά του οχυρού αχαϊκού στρατοπέδου.

Χωρισμένος σε πέντε φάλαγγες εφόδου, ο στρατός του εφόρμησε. Ακολούθησε άγρια μάχη στην τάφρο, την οποία όμως τελικά οι Τρώες κατόρθωσαν να διαβούν. Ακολούθως, οι Τρώες βρέθηκαν ενώπιον του αχαϊκού προτειχίσματος. Και εκεί διεξήχθη άγρια μάχη. Ιδιαιτέρως σκληρή μάχη δόθηκε στο λεγόμενο πύργο του Μενεσθέα – τμήμα του προτειχίσματος που φρουρούσε ο Αθηναίος βασιλιάς και οι άνδρες του. Οι Τρώες του Έκτορα και οι Λύκιοι του Σαρπηδόνα πίεσαν ασφυκτικά τους Αθηναίους, αναγκάζοντας τον Μενεσθέα να ζητήσει τη βοήθεια των Σαλαμινίων και των Λοκρών, του Αίαντα του Τελαμώνιου και του Αίαντα του Λοκρού αντίστοιχα. Η μάχη στο προτείχισμα βρισκόταν σε εξέλιξη όταν ο Έκτορας κατάφερε να παραβιάσει μια πυλίδα του προτειχίσματος, μέσω της οποίας οι Τρώες του εισήλθαν στο οχύρωμα.

Παρ’ όλα αυτά, οι Αίαντες και ο Μενεσθέας κατόρθωσαν να ανακόψουν την έφοδο των Τρώων και των Λυκίων, έστω και μπροστά στα πλοία. Αλλά οι άλλες τρωικές φάλαγγες εφόδου φαίνεται ότι είχαν με τη σειρά τους διασπάσει την άμυνα στο αριστερό τμήμα του προτειχίσματος. Στο σημείο αυτό λοιπόν έσπευσαν ο Ιδομενέας και ο Μηριόνης με τους Κρητικούς τους, επιχειρώντας να αναχαιτίσουν τους εχθρούς. Και πράγματι το κατόρθωσαν, έστω και μετά από πολύ άγρια και ιδιαιτέρως αιματηρή συμπλοκή.

Η απόκρουση της τρωικής επίθεσης στο αριστερό τμήμα του προτειχίσματος έπεισε τον Έκτορα ότι το πλέον σκόπιμο ήταν να μεταφέρει τις επίλεκτες δυνάμεις του στο δεξί τμήμα, εκεί όπου ο ίδιος και οι Λύκιοι είχαν ήδη διασπάσει την αχαϊκή άμυνα. Οι Αχαιοί όμως αντελήφθησαν τον ελιγμό και μετέφεραν και αυτοί στρατεύματα από το αριστερό τους στο δεξί κέρας. Έτσι, η τρωική νέα έφοδος αποκρούστηκε. Ο Έκτορας μάλιστα πληγώθηκε ελαφρά από τον Αίαντα τον Τελαμώνιο. Ύστερα από αυτό, οι Τρώες υποχώρησαν, και ανασυγκροτήθηκαν μόνο όταν ξαναπέρασαν την τάφρο του αχαϊκού στρατοπέδου.

Λίγη ώρα αργότερα, ο Έκτορας τους οδήγησε ξανά στην επίθεση. Οι Τρώες, με νέα ορμή, ξαναπέρασαν την τάφρο και το γκρεμισμένο προτείχισμα, και έφτασαν και πάλι μέχρι τα πλοία, μερικά από τα οποία κατόρθωσαν να πυρπολήσουν. Με επικεφαλής τον Αίαντα, οι Αχαιοί προσπάθησαν να υπερασπιστούν τα πλοία τους με κάθε κόστος, εφόσον η καταστροφή τους θα σήμαινε και το βέβαιο αφανισμό τους. Γύρω από το πλοίο του Πρωτεσίλαου εξελίχθηκε άγρια σύγκρουση, με πολλούς άνδρες και από τους δύο στρατούς να αφήνουν εκεί την τελευταία τους πνοή.

Τότε όμως επενέβη ο Πάτροκλος, ο υπαρχηγός των Μυρμιδόνων, ο οποίος αντεπιτέθηκε αιφνιδιαστικά στους Τρώες και τους έτρεψε σε φυγή. Ο Πάτροκλος και οι άνδρες του έλαβαν θέση στο αχαϊκό δεξιό, και συνέχισαν την επίθεση κατά των φευγόντων Τρώων. Στη φάση αυτή της καταδίωξης, ο Πάτροκλος και οι επίλεκτοι Μυρμιδόνες του σκότωσαν πολλούς από τους αντιπάλους τους, ανάμεσα στους οποίους και τον αρχηγό των Λυκίων, τον γενναίο Σαρπηδόνα. Ο Έκτορας παρ’ όλ’ αυτά κατόρθωσε για μία ακόμη φορά να ανασυγκροτήσει τους άνδρες του κάτω από τις Σκαιές πύλες και να εξαπολύσει με τη σειρά του αντεπίθεση κατά των Μυρμιδόνων.

Στη συμπλοκή που ακολούθησε, σκοτώθηκε ο Πάτροκλος από τον ίδιο τον Έκτορα. Ακολούθησε νέα σκληρή μάχη γύρω από τον νεκρό Πάτροκλο, στην οποία τελικά οι Αχαιοί επικράτησαν και κατόρθωσαν να διασώσουν το σώμα του νεκρού. Στην τρίτη και πιο φονική έως τότε μάχη, οι Τρώες είχαν 149 νεκρούς και οι Αχαιοί, 36.

Η τέταρτη και καταλυτική μάχη

Η περιγραφή της τετάρτης και τελευταίας μάχης αρχίζει από τον πρώτο στίχο της ραψωδίας Τ’ και ολοκληρώνεται στον 58ο στίχο της ραψωδίας Ψ’. Η μάχη άρχισε με ορμητική έφοδο του Αχιλλέα. Ο μεγάλος ήρωας της Ιλιάδας Αχιλλέας φόνευσε σε πρώτη φάση τον Ιφιτίωνα, τον Δημολέοντα, τον Ιπποδάμαντα και τον αδελφό τού Έκτορα, Πολύδωρο.

Ο Έκτορας, βλέποντας τον αδελφό του νεκρό, όρμησε με τη σειρά του κατά του Αχιλλέα. Αλλά το ακόντιό του δεν βρήκε στόχο. Τότε ο Αχιλλέας με τη σειρά του εφόρμησε τρεις φορές κατά του Έκτορα, αλλά δεν κατόρθωσε να τον πλήξει, γιατί ο τελευταίος κρύφθηκε μέσα στον όγκο των ανδρών. Μανιασμένος ο Αχιλλέας, άρχισε να σκοτώνει όποιον εχθρό έβρισκε μπροστά του: τον Δρύοπα, τον Δήμουχο, τον Λαόγονο, τον Δάρδανο, τον Τρώα, τον Μούλιο, τον Έχεκλο, τον Δευκαλίωνα, τον Ρήγμο και τον Αρηίθο.

Ο Αχιλλέας κατόρθωσε να διασπάσει το τρωικό κέντρο, όπως ήδη αναφέρθηκε, στριμώχνοντας τον μισό εχθρικό στρατό μεταξύ των ανδρών του και του Σκάμανδρου ποταμού. Εκεί σφαγίασε τους Τρώες. Πρώτον, σκότωσε τον αδελφό του Έκτορα, Λυκάονα, και κατόπιν άλλους οκτώ Παίονες Θράκες, συμμάχους των Τρώων.

Συνέλαβε επίσης άλλους 12 Τρώες αιχμαλώτους, με σκοπό να τους σκοτώσει για να εκδικηθεί το θάνατο του Πάτροκλου. Όσοι Τρώες γλίτωσαν, βρήκαν τελικά καταφύγιο στα ισχυρά τείχη της πόλης. Όλοι, εκτός από τον Έκτορα, ο οποίος επιχείρησε να αντιμετωπίσει τον Αχιλλέα σε μονομαχία, αλλά βρήκε το θάνατο από τον καλύτερο πολεμιστή των Αχαιών.

Στη μάχη αυτή ο Όμηρος αναφέρει ότι από τους Τρώες έπεσαν 24 και 12 αιχμαλωτίστηκαν. Για τους Αχαιούς δεν αναφέρει καμία απώλεια.

Το νευρωνικό κύκλωμα του φόβου

PictureΗ αμυγδαλή παίζει ουσιαστικό ρόλο στο φόβο. Όταν μια σπάνια ασθένεια του εγκεφάλου κατέστρεψε την αμυγδαλή (αλλά όχι άλλες εγκεφαλικές δομές) μιας ασθενούς που οι νευρολόγοι αποκαλούν «S.M.», ο φόβος εξαλείφθηκε από το νοητικό ρεπερτόριό της.

Έγινε ανίκανη να αναγνωρίσει την έκφραση του φόβου στα πρόσωπα των άλλων, ούτε και μπορούσε να πάρει η ίδια μια τέτοια έκφραση. Όπως το έθεσε ο νευρολόγος της: «Αν κάποιος καρφώσει ένα όπλο στο κεφάλι της S.M., αυτή θα γνώριζε ότι έπρεπε να φοβηθεί, αλλά δε θα φοβόταν όπως θα φοβόσασταν εσείς ή εγώ».

Οι νευρολόγοι χαρτογράφησαν το κύκλωμα του φόβου με τη μεγαλύτερή του ίσως λεπτομέρεια, παρόλο που με τα σημερινά τεχνικά δεδομένα δεν έχει ερευνηθεί πλήρως το κύκλωμα κανενός από τα συναισθήματα. Ο φόβος είναι ένα κατάλληλο παράδειγμα για να κατανοήσουμε τη νευρωνική δυναμική του συναισθήματος. Ο φόβος που κλιμακώνεται έχει μια ιδιαίτερη υπεροχή: ίσως περισσότερο από κάθε άλλο συναίσθημα είναι ουσιαστικός για την επιβίωση. Φυσικά, στην εποχή μας οι άκαιροι φόβοι αποτελούν το δηλητήριο της καθημερινής ζωής και μας κάνουν να υποφέρουμε από αγωνίες, άγχη και από ένα σωρό ανησυχίες -ή, σε ακραίες παθολογικές καταστάσεις, από κρίσεις πανικού, φοβίες, ιδεοψυχαναγκαστικές διαταραχές.

Υποθέστε ότι μια νύχτα βρίσκεστε μόνος στο σπίτι και διαβάζετε ένα βιβλίο, όταν ξαφνικά ακούτε ένα θόρυβο, ένα «κρατς» στο διπλανό δωμάτιο. Αυτό που συμβαίνει στον εγκέφαλό σας τις αμέσως επόμενες στιγμές ανοίγει ένα παράθυρο στο νευρωνικό κύκλωμα του φόβου και στο ρόλο της αμυγδαλής ως συστήματος συναγερμού. Το πρώτο κατά σειρά εμπλεκόμενο κύκλωμα του εγκεφάλου λαμβάνει απλώς το θόρυβο αυτόν με τη μορφή ακατέργαστων ηχητικών κυμάτων και τα μεταφράζει στη γλώσσα του εγκεφάλου για να σας βάλει σε επιφυλακή. Αυτό το κύκλωμα πηγαίνει από το το αφτί στο εγκεφαλικό στέλεχος και από εκεί στο θάλαμο. Από εκεί υπάρχουν δύο διακλαδώσεις: μια μικρή δέσμη απολήξεων οδηγεί στην αμυγδαλή και στον ιππόκαμπο. Ο άλλος, ο φαρδύτερος δρόμος οδηγεί στον ακουστικό φλοιό μέσα στον κροταφικό λοβό, όπου οι ήχοι διαχωρίζονται και γίνονται αντιληπτοί.

Ο ιππόκαμπος, ουσιαστικός αποθηκευτικός χώρος μνήμης, αναλύει γρήγορα εκείνο το «κρατς» που ακούσατε και τον συγκρίνει με κάθε άλλο παρόμοιο θόρυβο που έχετε ακούσει, για να διαπιστώσει αν είναι γνώριμος — αυτό το «κρατς» είναι ένα από τα «κρατς» που αναγνωρίζετε αμέσως; Στο μεταξύ, ο ακουστικός φλοιός κάνει μια πιο λεπτή ανάλυση του ήχου, για να προσπαθήσει να καταλάβει την προέλευσή του: να είναι η γάτα, άραγε; Κάποιο παραθυρόφυλλο που χτυπάει με τον αέρα; Κανένας διαρρήκτης; Ο ακουστικός φλοιός καταλήγει στην υπόθεση — μπορεί να ήταν η γάτα που πέταξε το φωτιστικό από το τραπέζι, αλλά μπορεί να ήταν κι ένας διαρρήκτης - και στέλνει αυτό το μήνυμα στην αμυγδαλή και στον ιππόκαμπο, που με τη σειρά τους το συσχετίζουν γοργά με παρόμοιες αναμνήσεις.

Αν το συμπέρασμα είναι καθησυχαστικό (είναι απλώς το παραθυρόφυλλο που χτυπάει πάντα όποτε φυσάει πολύ), τότε ο γενικός συναγερμός δεν κλιμακώνεται στο επόμενο επίπεδο. Αν όμως δεν είστε ακόμα σίγουροι, μια άλλη σπειράλη του κυκλώματος που πάλλεται ανάμεσα στην αμυγδαλή, τον ιππόκαμπο και τον προμετωπιαίο φλοιό εντείνει ακόμα περισσότερο την αμφιβολία σας και προκαλεί την προσοχή σας, κάνοντάς σας να ενδιαφερθείτε ακόμα περισσότερο και να προσπαθήσετε να εντοπίσετε τη φύση του θορύβου. Αν δεν πάρετε καμιά ικανοποιητική απάντηση από αυτή την περισσότερο λεπτομερή ανάλυση, η αμυγδαλή σημαίνει συναγερμό, ο κεντρικός της χώρος ενεργοποιεί τον υποθάλαμο, το εγκεφαλικό στέλεχος και το αυτόνομο νευρικό σύστημα,

Η εκπληκτική αρχιτεκτονική της αμυγδαλής ως κεντρικού συστήματος συναγερμού για τον εγκέφαλο γίνεται εμφανής αυτή τη στιγμή του προμηνύματος και του ασυνείδητου άγχους. Οι διάφορες δέσμες νευρώνων στην αμυγδαλή έχουν η καθεμιά τους ένα ξεχωριστό σύνολο προβολών, με δέκτες που προορίζονται για διαφορετικούς νευροδιαβιβαστές -κάτι σαν εκείνες τις εταιρείες με τα συστήματα συναγερμού, όπου οι τεχνικοί βρίσκονται σε ετοιμότητα για να ειδοποιήσουν το τοπικό τμήμα της πυροσβεστικής, την αστυνομία και το γείτονα, όποτε ενεργοποιηθεί το σύστημα συναγερμού ενός σπιτιού.

Διαφορετικά μέρη της αμυγδαλής δέχονται διαφορετική πληροφόρηση. Στον πλευρικό πυρήνα της αμυγδαλής έρχονται προβολές από το θάλαμο και τον ακουστικό και οπτικό φλοιό. Οσμές, μέσω του οσφρητικού βολβού, έρχονται στις μεσοφλοιικές περιοχές της αμυγδαλής, ενώ οι γεύσεις και άλλες πληροφορίες από τα σπλάχνα πηγαίνουν στην κεντρική περιοχή. Αυτά τα εισερχόμενα σήματα κάνουν την αμυγδαλή φρουρό ακοίμητο, που εξετάζει εξονυχιστικά κάθε αισθητηριακή εμπειρία.

Από την αμυγδαλή οι προβολές εκτείνονται σε κάθε βασικό μέρος του εγκεφάλου. Από τις κεντρικές και μεσαίες περιοχές, μια διακλάδωση πηγαίνει στους χώρους του υποθαλάμου, όπου εκκρίνεται η ουσία που ελέγχει την αντίδραση του σώματος στην έκτακτη ανάγκη, η ορμόνη που απελευθερώνει την κορτικοτροπίνη (CRH), η οποία ενεργοποιεί την αντίδραση μάχης ή φυγής, μέσα από έναν καταιγισμό άλλων ορμονών. Η βασική περιοχή της αμυγδαλής στέλνει προς τα έξω διακλαδώσεις προς τους ραβδωτούς μυς, συνδέοντας τους με το κινητικό σύστημα του εγκεφάλου. Και από τον κοντινό κεντρικό πυρήνα η αμυγδαλή στέλνει σήματα στο αυτόνομο κεντρικό σύστημα μέσω του μυελού, ενεργοποιώντας ένα φάσμα ευρέως διεσπαρμένων αντιδράσεων στο καρδιαγγειακό σύστημα, τους μυς και τα σπλάχνα.

Από τη βασοπλευρική περιοχή της αμυγδαλής, βραχίονες πηγαίνουν στο φλοιό της υπερμεσολόβιας έλικας (ή έλικας του προσαγωγίου) και στους ιστούς που είναι γνωστοί ως «κεντρική φαιά ουσία», κύτταρα που ρυθμίζουν τους πλατείς μύες του σκελετού. Αυτά τα κύτταρα είναι που κάνουν ένα σκύλο να γρυλίζει ή μια γάτα να σηκώνει τη ράχη της για να απειλήσει αυτόν που εισβάλλει στο χώρο της. Στους ανθρώπους αυτά τα ίδια κυκλώματα σφίγγουν τους μυς των φωνητικών χορδών, προκαλώντας τη διαπεραστική κραυγή του φόβου.

Κι άλλο ένα μονοπάτι από την αμυγδαλή οδηγεί στον υπομέλανα τόπο μέσα στο εγκεφαλικό στέλεχος, το οποίο με τη σειρά του παράγει νορεπινεφρίνη (που ονομάζεται και «νοραδρεναλίνη») και τη διαχέει σε όλο τον εγκέφαλο. Το αποτέλεσμα της παραγωγής νορεπινεφρίνης είναι η αύξηση της συνολικής αντίδρασης των εγκεφαλικών περιοχών που τη λαβαίνουν, καθιστώντας τα αισθητήρια κυκλώματα πιο ευαίσθητα. Η νορεπινεφρίνη διαποτίζει το φλοιό, το εγκεφαλικό στέλεχος και το ίδιο το μεταιχμιακό σύστημα, στην ουσία βάζοντας τον εγκέφαλο σε κατάσταση υπερδιέγερσης. Τώρα ακόμα και το συνηθισμένο τρίξιμο του σπιτιού μπορεί να στείλει ρίγη φόβου να σας διαπεράσουν. Οι περισσότερες από τις αλλαγές αυτές προχωρούν πέρα από την επίγνωσή σας, κι έτσι δε συνειδητοποιείτε ακόμα ότι νιώθετε φόβο.

Καθώς όμως αρχίζετε να νιώθετε πρακτικά φόβο —δηλαδή καθώς το άγχος που ήταν ασυνείδητο εισβάλλει στο συνειδητό — , η αμυγδαλή επιβάλλει μια ευρεία αντίδραση της οποίας τα διάφορα τμήματα εξελίσσονται ανεξάρτητα το ένα από το άλλο. Στέλνει μήνυμα στα κύτταρα του εγκεφαλικού στελέχους ώστε να σχηματίσουν την έκφραση του φόβου στο πρόσωπό σας, να σας προκαλέσουν και να σας αιφνιδιάσουν στη στιγμή, να παγώσουν τις κινήσεις που είχαν ήδη δρομολογηθεί ανεξάρτητα από τους μυς, να επιταχύνουν τους παλμούς της καρδιάς σας και να ανεβάσουν την αρτηριακή σας πίεση, να επιβραδύνουν την αναπνοή σας (μπορεί να παρατηρήσατε και μόνοι σας ότι ξαφνικά κρατάτε την ανάσα σας την πρώτη στιγμή που νιώθετε φόβο, για να μπορέσετε να ακούσετε ακόμα καλύτερα τι είναι αυτό το οποίο φοβάστε). Αυτά είναι μόνο ένα μέρος μιας ευρείας προσεκτικά συντονισμένης διαδικασίας αλλαγών που ενορχηστρώνουν η αμυγδαλή και οι συνδεδεμένες περιοχές, καθώς επιτάσσουν τον εγκέφαλο σε μια κρίση.

Στο μεταξύ, η αμυγδαλή, μαζί με το διασυνδεδεμένο ιππόκαμπο, καθοδηγεί τα κύτταρα που στέλνουν νευροδιαβιβαστές, για παράδειγμα, να προκαλέσουν έκκριση ντοπαμίνης που οδηγεί στην καθήλωση της προσοχής στην πηγή του φόβου σας —τους παράξενους ήχους— και βάζουν τους μυς σας σε ετοιμότητα, ώστε να αντιδράσουν κατάλληλα. Την ίδια στιγμή η αμυγδαλή στέλνει σήμα στις αισθητηριακές περιοχές της όρασης και της προσοχής, εξασφαλίζοντας ότι τα μάτια αναζητούν όσα είναι πιο ουσιαστικά για την έκτακτη ανάγκη που βρίσκεται μπροστά τους. Ταυτόχρονα, τα συστήματα μνήμης του φλοιού αναδιοργανώνονται έτσι ώστε η γνώση και οι πιο ουσιώδεις για τη συγκεκριμένη συναισθηματική έκτακτη ανάγκη μνήμες να ανακληθούν άμεσα και ταχύτατα, παίρνοντας το προβάδισμα από άλλες λιγότερο ουσιώδεις δέσμες σκέψης.

Από τη στιγμή που σταλούν αυτά τα σήματα, βρίσκεστε στο ζενίθ του φόβου: συνειδητοποιείτε το χαρακτηριστικό σφίξιμο στο στομάχι, την καρδιά σας που χτυπάει σαν τρελή, τους μυς γύρω από το λαιμό και τους ώμους σας που σφίγγονται ή το τρεμούλιασμα των άκρων. Κοκαλώνετε εκεί που βρίσκεστε, εντείνετε την προσοχή σας μήπως ακούσετε κι άλλους θορύβους, και το μυαλό σας τρέχει σε πιθανούς κινδύνους που ελλοχεύουν και σε τρόπους αντίδρασης. Όλη αυτή η διαδικασία —από την έκπληξη στην αμφιβολία κι ύστερα στην ταραχή και στο φόβο— μπορεί να συμπιεστεί σε ένα δευτερόλεπτο.

Πόσο μακριά πέταξε ο Ίκαρος;


ΕΝΑ “ΑΛΗΘΙΝΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ”, ΑΠΟ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΘΑ ΓΡΑΦΤΟΥΝ ΠΟΤΕ…

Σε κάποια μακρινή εποχή,στην μακρινή Εσπερία (Αμερική κατά την σύγχρονη εκδοχή) έφτασε πετώντας με την χρήση τεχνητών φτερών ένα Θεός ονόματι Incari. Η παράδοση των κατοίκων λέει πως τον θεό Incari ‘στείλαν οι Θεοί που κατοικούσαν στην Γη πριν την ύπαρξη του ήλιου και του φεγγαριού και τους κατονομάζουν με την ελληνικότατη λέξη “Ñaupamachus“!!! (Ναυπαυμάχους-ΝΑΥ(Σ) + ΠΑΝ + ΜΑΧΗ = NΑΥΠΑΝΜΑΧΟΥΣ!!) για να κατασκευάσει μια πόλη,και να δημιουργήσει τους Ί(ν)κα.

Τώρα αν αναρωτιέστε σε τι χρησιμεύουν τα τεχνητά φτερά σε έναν Θεό,θα σας γελάσω. Οι κάτοικοι πάντως έτσι απεικονίζουν τον Θεό, με τεχνητά φτερά. Ο Incari ή Icaro λοιπόν δημιούργησε τους Ίνκα και έχτισε και την πόλη Ίκα(Ica).Αργότερα εκεί θα φτάσει και ένας γενειοφόρος λευκός Θεός που του άρεσε το γλέντι και το κρασί ονόματι Ντίον-Αν,άλλα και ένας ημίθεος με ρόπαλο και λεοντή, ονόματι Ηρακάν. Oι Σαμάνοι του Αμαζονίου συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να τραγουδούν τα τραγούδια του Icaro.Δείτε σχετικά εδώ, εδώ καί εδώ. Ο μύθος και οι παραδόσεις της περιοχής περιγράφουν (προσέξτε τους ‘Απου, και την ράβδο χρυσού): Πριν την ύπαρξη του ήλιου και του φεγγαριού, δυνατοί θεοί, γνωστοί ως Ναυπάμαχοι, κατοικούσαν στη γη, ζώντας στο απόλυτο σκοτάδι. Μια μέρα, ο Ρόουλ (το δημιουργικό πνεύμα και ο επικεφαλής των θεών Άπου) πρότεινε την ίδρυση μιας πόλης, όπου όλοι θα μπορούσαν να ζουν σε αρμονία. Κανείς από τους Ναυπάμαχους δεν αποκρίθηκε, γεγονός για το οποίο τους τιμώρησε δημιουργώντας τον ήλιο και το φεγγάρι. Οι Ναυπάμαχοι δε μπορούσαν να ανεχτούν το φως του ήλιου, το οποίο τους ξέραινε, μετατρέποντάς τους σε δέρμα και κόκκαλα, γι’ αυτό προτίμησαν να παραμείνουν στο σκοτάδι.

 Μετά από αυτό, οι Άπους, ή αλλιώς, θεοί των λόφων, δημιούργησαν τον Ίνκαρι και και τη σύζυγό του Κολλάρι με σκοπό να ιδρύσουν το λαό των Ίνκας. Έδωσαν στον Ινκάρι μια ράβδο χρυσού μια ρόκα. Το ζεύγος αφού έφτασε πετώντας στην μακρινή χώρα έπρεπε να διαλέξει μια τοποθεσία κατάλληλη για να ζήσουν οι Ίνκας. Ο Ίνκαρι έπρεπε να πετάξει τη ράβδο χρυσού, έτσι ώστε να κολλήσει στο έδαφος με φορά προς τον ουρανό, καθορίζοντας έτσι την τοποθεσία της νέας αυτοκρατορίας. Στην πρώτη του προσπάθεια ο Ίνκαρι δε στόχευσε καθόλου καλά και η ράβδος προσγειώθηκε λάθος. Το μέρος ονομάζονταν Κουέρο, κοντά στα ερείπια του Τάμπο, αλλά δεν ήταν επαρκές. Ο Ίνκαρι και η Κολλάρι τιμωρήθηκαν για το λάθος τους, καθώς οι Άπους επέτρεψαν στους Ναυπάμαχους να αφήσουν το σκοτάδι και να επιτεθούν στη νεοϊδρυθείσα πόλη, καταστρέφοντάς την και εξαναγκάζοντας τους κατοίκους να καταφύγουν στη Λίμνη Τιτικάκα. Από εκεί, οι Ίνκας, καθοδηγούμενοι από τον Ίνκαρι και την Κόλλαρι, ακολούθησαν τον Ποταμό Βιλκανότα, ώσπου έφτασαν σε μια μεγάλη κοιλάδα, όπου κάποτε είχαν ξαναρίξει τη ράβδο χρυσού. Αυτή τη φορά προσγειώθηκε κάθετα στο έδαφος, και έτσι ιδρύθηκε η Κούτζκο, η πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας των Ίνκας.

Τώρα αν ο αρχιτέκτονας και κατασκευαστής πόλεων Θεός με τεχνητά φτερά Incari ή Icaro σας θυμίζει τον Ίκαρο γιο του Δαιδάλου, αρχιτέκτονα και κατασκευαστή του λαβυρίνθου και της Κνωσσού,μην πονοκεφαλιάζεται.Αποδώστε το αποκλειστικά και μόνο σε συμπτώσεις όπως κάθε λογικός άνθρωπος..και ξεμπερδέψτε. ‘Αλλωστε είπαμε πως είναι ένας μύθος και τίποτα παραπάνω. “Στα “ελεύθερα πνεύματα” τώρα και σε όσους επιμένουν να πιστεύουν σε μύθους,αφήνω να τους συναρπάσουν οι παρακάτω φωτογραφίες από την θρυλική όσο και συγκλονιστική ανάγλυφη πλάκα του Palenque. Που ξέρετε ίσως να αποτελεί μια πιο ρεαλιστική απεικόνιση του Iκάρου. Η αν βολεύει καλύτερα του Incari…

Το Θέατρο ως Ηθικός Θεσμός

“Ξέρω μόνο ένα μυστικό για να προστατεύεις τον άνθρωπο από την φθορά, και αυτό είναι το να οπλίζεις την καρδιά του ενάντια στην αδυναμία.”

Το Θέατρο του Friedrich Schiller Είναι Ηθικός Θεσμός

Όπως σε κάθε χρονική περίοδο, τίθεται επανειλημμένα το ερώτημα «Ποιος είναι ο ρόλος του καλλιτέχνη;». Δηλαδή, ποια είναι η αξία της Τέχνης και μπορεί να παίξει ρόλο στην βελτίωση των ίδιων των ατόμων ή ακόμη και των κοινωνιών; Αν αυτό είναι δυνατόν, πώς καταφέρνει ένας καλλιτέχνης να το πετύχει; Πώς μπορεί ένας καλλιτέχνης να προσφέρει το έργο του ως οδηγό για την βελτίωση του εαυτού του, όχι μόνο για εκείνους της εποχής του αλλά και για εκείνους στο μέλλον; Πώς μπορούν να αποφύγουν τις αυταπάτες και τα ψέματα που κυκλοφορούν γύρω τους και τα οποία πιστεύουν ευρέως οι συνομήλικοί τους;

Λόγω όλων αυτών των επιπλοκών και πολυπλοκοτήτων, πολλοί πιστεύουν ότι αυτό είναι στην πραγματικότητα ένα αδύνατο έργο. Ότι κανείς δεν μπορεί να αποφύγει να γίνει τελικά προϊόν της εποχής του και έτσι να υποταχθεί στις προκαταλήψεις και τις πλάνες της. Συμπεραίνεται έτσι ότι οι μεγάλοι συγγραφείς του παρελθόντος θα είναι πάντα περιορισμένοι στην χρήση και την επιρροή τους στο παρόν και το μέλλον.

Αρχικά, θα πρέπει να ξεκινήσουμε με το εξής ερώτημα «Τι είναι η Τέχνη και τι περιλαμβάνει;» Συμβαίνει συχνά στην μελέτη αυτών των μεγάλων συγγραφέων του παρελθόντος, συχνά να είχαν περισσότερους από έναν τομείς σπουδών στους οποίους ήταν παραγωγικοί, αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν κοιτάξουμε από τον 19ο αιώνα και πιο πίσω.

Ο Friedrich Schiller για παράδειγμα, θα μπορούσε να ονομαστεί ποιητής, φιλόσοφος, ιατρός, ιστορικός και θεατρικός συγγραφέας. Ήταν ο Schiller μόνο καλλιτέχνης ως ποιητής και θεατρικός συγγραφέας ή θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν καλλιτέχνης σε όλους αυτούς τους τομείς; Οι σπουδές του στην ιστορία και την φιλοσοφία επηρέασαν την κατανόησή του για την ανθρωπότητα και ενέπνευσαν τα ποιήματα και τα θεατρικά έργα που έγραψε.

Όπως έγραψε ο Shelley στο “A Defence of Poetry” «οι ποιητές είναι οι ανομολόγητοι νομοθέτες του κόσμου». Αυτό που θέλει να πει o Shelley, είναι ότι η ίδια η Τέχνη διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στην χρηστή διακυβέρνηση των κοινωνιών και συνεπώς στην καλή διακυβέρνηση των πολιτών της. Ως εκ τούτου, η Τέχνη τοποθετείται ως πυρήνας σε όλα τα μαθήματα σπουδών. Ας το κρατήσουμε λοιπόν στο μυαλό μας προς το παρόν ως υπόθεση και αν όντως δεν υπάρχει πεδίο που να μην επηρεάζεται από την ίδια την Τέχνη, τότε η μελέτη της Τέχνης και η σημασία της αλλάζει σημαντικά.

Ο Σίλερ ήταν 30 ετών όταν ξεκίνησε η Γαλλική Επανάσταση το 1789, η οποια διήρκησε 10 χρόνια και έγινε γνωστή ως “Ο Τρόμος για το ποσό της αιματοχυσίας που προκάλεσε”, έχοντας ως αποτέλεσμα πάνω από 40.000 εκτελέσεις. Αρχικά η πρόθεση ήταν να δημιουργηθεί μια Δημοκρατία και να καταστεί η μοναρχία παρωχημένη, όπως είχαν κάνει οι Αμερικανοί εναντίον της βρετανικής μοναρχίας, ωστόσο, στην περίπτωση της Γαλλίας γρήγορα μετατράπηκε σε χάος και όποιος εκπροσωπούσε αυτό που θεωρούνταν η «ελίτ» καταδικαζόταν μέχρι θανάτου, συμπεριλαμβανομένων των επιστημόνων και των καλλιτεχνών τους. Η αναρχία του τρόμου των Ιακωβίνων άφησε τον λαό της Γαλλίας τελικά χωρίς ηγέτη και επέτρεψε την είσοδο του Ναπολέοντα, ο οποίος οραματιζόταν τον εαυτό του ως αυτοκράτορα όχι μόνο της Γαλλίας αλλά και της Ευρώπης. Ακολούθησαν οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι και η αιματοχυσία αυξήθηκε.

Ο Σίλερ έγραψε ως απάντηση στην απώλεια της Γαλλικής Επανάστασης,

«Πώς θα μπορούσε να απέτυχε σε μια τόσο σημαντική στιγμή, μια τέτοια στιγμή γεμάτη ευκαιρίες;»

Με άλλα λόγια, η αντικειμενική προϋπόθεση για την πολιτική αλλαγή υπήρχε, αλλά η υποκειμενική ηθική συνθήκη έλειπε, και ως εκ τούτου, είπε ο Schiller από εδώ και πέρα, όλες οι βελτιώσεις στην πολιτική πρέπει να προέρχονται από «τον εξευγενισμό του ατόμου», για το οποίο έγραψε «Τα Αισθητικά Γράμματα» ως εκπαίδευση πάνω σε αυτό.

Επομένως αν ένας τέτοιος ρόλος είναι όχι μόνο δυνατός αλλά απαραίτητος για την Τέχνη, πώς καταφέρνει ο καλλιτέχνης ένα τέτοιο κατόρθωμα;! Ο Σίλερ κατάλαβε ότι για να έχει η Τέχνη την επιρροή του καλού στους ανθρώπους, πρέπει να υπάρχει κάποιος βαθμός ελευθερίας στον τρόπο με τον οποίο ένα κοινό αλληλεπιδρά και στοχάζεται πάνω στην Τέχνη. Ο Schiller το ονόμασε αυτό το ένστικτο “Το Ένστικτο του Παιχνιδιού”. Αυτό που εννοούσε με αυτό, είναι ότι η Τέχνη δεν μπορεί να καθοδηγήσει άμεσα, ή να υπαγορεύσει ξεκάθαρα, τι είναι το καλό και πώς να είναι καλό, αλλά μάλλον παρουσιάζεται με έναν κάπως παιχνιδιάρικο τρόπο, γιατί “μορφωνόμαστε”καλύτερα και πιο ουσιαστικά όταν παίζουμε και όχι όταν αισθανόμαστε αφύσικα περιορισμένοι από κανόνες.

Η τέχνη καλεί έτσι το κοινό της να αναλογιστεί ποιο ήταν το μάθημα, μέσα από μια ανακάλυψη μέσω της καρδιά τους ή του αισθησιασμού τους. Δηλαδή η Τέχνη κινεί πρώτα την καρδιά και μετά το μυαλό και επειδή κινεί πρώτα την καρδιά πρέπει να παρουσιάζεται ως κάτι ελεύθερο και όχι κάτι εγκλωβισμένο.

Ας επικεντρωθούμε όμως στην Τέχνη του θεάτρου για να το αναδείξουμε αυτό. Ο Schiller έγραψε στην εργασία του “Theatre Considered as Moral Institution” τα εξής:

“Η σκηνή φέρνει μπροστά μας μια πλούσια σειρά από ανθρώπινα δεινά. Μας εμπλέκει έντεχνα στα προβλήματα των άλλων και μας ανταμείβει για αυτόν τον στιγμιαίο πόνο με δάκρυα απόλαυσης και μια θαυμάσια αύξηση στο θάρρος και την εμπειρία μας… Αυτό που η ψυχή μας αισθάνεται μόνο ως μακρινό προαίσθημα, εδώ μπορούμε να το αντιληφθούμε ακουστικά και αδιαμφισβήτητα να επιβεβαιώνεται από την τρομαγμένη φωνή της φύσης…

Η αιωνιότητα αφήνει τους νεκρούς της πίσω, για να αποκαλύψουν μυστικά που οι ζωντανοί δεν θα μπορούσαν ποτέ να αποκαλύψουν, και ο τρελός κακοποιός διώχνεται από την τελευταία φρικτή φωλιά του, γιατί ακόμη και οι τάφοι αποκαλύπτουν τα μυστικά τους.

Αλλά, μη ικανοποιημένοι απλώς με το να μας εξοικειώνει με τις τύχες της ανθρωπότητας, η σκηνή μας διδάσκει επίσης να είμαστε πιο δίκαιοι απέναντι στο θύμα της ατυχίας και να το κρίνουμε πιο επιεικώς. Διότι, μόνο από την στιγμή που μπορούμε να βυθίσουμε τα βάθη της βασανισμένης ψυχής του, έχουμε το δικαίωμα να τον κρίνουμε.

Μόνο εδώ [στην σκηνή] οι ισχυροί άντρες του κόσμου ακούνε αυτό που ποτέ ή σπάνια ακούνε αλλού. Αλήθεια. Και εδώ βλέπουν αυτό που δεν βλέπουν ποτέ ή σπάνια. Τον Άνθρωπο.”

Όπως συμβαίνει με κάθε διδασκαλία και είδους κάθε εκπαίδευση, σκοπός είναι να μάθουμε πώς να προσδιορίσουμε μια καλή πορεία δράσης από μια κακή, μια καλή δομή ή φιλοσοφία από μια τρομερή, τι χρειαζόμαστε για να αντέξουμε στην δοκιμασία της δράσης. Δεν υπάρχει πιο ασφαλής αρένα για αυτό από την Τέχνη. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο στα φιλοσοφικά γραπτά του Πλάτωνα, τα μαθήματα παρουσιάζονται πάντα με την μορφή ιστοριών ή διαλόγου μεταξύ χαρακτήρων που έχουν όλοι διαφορετικές οπτικές, όπως στο βιβλίο του “Δημοκρατία”. Η απάντηση όμως δεν δίνεται ποτέ άμεσα.

Μέσω της Τέχνης μπορούμε να δοκιμάσουμε αυτό που νομίζουμε ότι γνωρίζουμε . Μέσω αυτής της μεθόδου σώζουμε και τους εαυτούς μας από την διάπραξη του λάθους των καιρών. Επειδή η Τέχνη δεν υπαγορεύει αυστηρά, αλλά όταν γίνεται καλά, αντανακλάται με ειλικρίνεια ως καθρέφτης πίσω στο κοινό της, τα μαθήματά της δεν διατηρούνται σε μια σταθερή κατάσταση, αλλά περιέχουν ζωντανά ρευστά στρώματα που αναπτύσσονται ακόμη και πέρα ​​από την θέα του ίδιου του αρχικού καλλιτέχνη και που εμπνέει τους μελλοντικούς καλλιτέχνες να χτίζουν και να βελτιώνονται συνεχώς. Αυτό φαίνεται με τον Αισχύλο από τον Όμηρο, τον Πλάτωνα από τον Σωκράτη, τον Schiller, τον Shakespeer, τον Schubert και τον Beethoven.

Θα κλείσουμε εδώ με τις τελευταίες παραγράφους του Θεάτρου του Schiller που θεωρείται ηθικός θεσμός:

“Ένα τέτοιο άτομο αφήνει όλες τις προηγούμενες γενιές να περάσουν σε μία ανασκόπηση, ζυγίζοντας έθνος εναντίον έθνους, αιώνα με αιώνα και διαπιστώνει πόσο δουλικά η μεγάλη πλειονότητα του λαού μαραζώνει πάντα στις αλυσίδες των προκαταλήψεων και των απόψεων, που ανατρέπουν αιώνια τις προσπάθειές τους για ευτυχία. Διαπιστώνει ότι η καθαρή ακτινοβολία της αλήθειας φωτίζει μόνο μερικά απομονωμένα μυαλά, που πιθανότατα έπρεπε να έχουν αυτό το μικρό κέρδος με τίμημα τους κόπους μιας ζωής. Με ποιο μέσο, ​​λοιπόν, μπορεί ο σοφός νομοθέτης να παρακινήσει ολόκληρο το έθνος να συμμετάσχει στα οφέλη του;

Διότι, κρίνοντας από τις συνέπειές του, κανένα θέμα δεν έχει μεγαλύτερη σημασία για το μέλλον της δημοκρατίας από την εκπαίδευση. Και όμως, κανένας άλλος τομέας δεν έχει παραμεληθεί περισσότερο και κανένας άλλος τομέας δεν έχει εγκαταλειφθεί πλήρως στις ψευδαισθήσεις και τις ιδιοτροπίες του κάθε πολίτη. Μόνο η Τέχνη θα μπορούσε να τον αντιμετωπίσει με συγκινητικές και συγκλονιστικές σκηνές που απεικονίζουν τα άτυχα θύματα της παραμελημένης εκπαίδευσης… Οι λανθασμένες ιδέες μπορούν να παρασύρουν ακόμη και την πιο ωραία καρδιά. Και τι καταστροφή, όταν αυτές οι ιδέες αρχίζουν να καυχιούνται για μια συγκεκριμένη μέθοδο και συστηματικά να χαλάνε την τρυφερή γέφυρα μέσα στους τοίχους των φιλανθρωπικών ινστιτούτων και των ακαδημαϊκών θερμοκηπίων.

Η σκηνή είναι ο θεσμός όπου συνδυάζονται η διδασκαλία και η ευχαρίστηση, η προσπάθεια και η ανάπαυση, ο πολιτισμός και η διασκέδαση. Είναι ο θεσμός όπου καμία δύναμη της ψυχής δεν χρειάζεται πίεση ενάντια στις άλλες και καμία ευχαρίστηση δεν απολαμβάνει εις βάρος του συνόλου. Όταν η θλίψη ροκανίζει την καρδιά μας, όταν η μελαγχολία δηλητηριάζει τις μοναχικές μας ώρες, όταν είμαστε επαναστατημένοι από τον κόσμο και τις υποθέσεις του, όταν χίλια προβλήματα βαραίνουν την ψυχή μας και οι ευαισθησίες μας πρόκειται να σβήσουν κάτω από τα επαγγελματικά μας βάρη – τότε το θέατρο μας παίρνει μέσα στον φανταστικό του κόσμο και ονειρευόμαστε.

Οι ευαισθησίες μας ξυπνούν ξανά. Τα σωτήρια συναισθήματα ταράζουν την νυχτερινή μας φύση και κάνουν την καρδιά μας να πάλλεται με μεγαλύτερο σθένος. Εδώ ο δύστυχος, βλέποντας την θλίψη του άλλου, μπορεί να φωνάξει την δική του· οι χαρούμενοι θα είναι νηφάλιοι, και οι ασφαλείς θα ανησυχούν. Το λεπτό και το αδύναμο σκληραίνει στην ανδρική ηλικία και εδώ ξυπνούν τα πρώτα τρυφερά συναισθήματα μέσα στο στήθος του βαρβάρου. Και μετά, επιτέλους – Ω Φύση! Τι θρίαμβος για σένα! – Φύση, τόσο συχνά πατημένη στο έδαφος, τόσο συχνά ανασηκωμένη από τις στάχτες της! – όταν επιτέλους ο άνθρωπος, σε όλες τις περιφέρειες, τις περιοχές και τις τάξεις, με όλες τις αλυσίδες της μόδας και κάθε δεσμό του πεπρωμένου να διαλύονται – όταν ο άνθρωπος γίνεται αδερφός του αδερφού του με μια και μοναδική συμπάθεια, ξεχνώντας τον εαυτό του και τον κόσμο, και κατηγορώντας την δική του ουράνια καταγωγή. Ο καθένας χαίρεται με τις απολαύσεις των άλλων, οι οποίες στην συνέχεια, μεγεθυμένες σε ομορφιά και δύναμη, αντανακλώνται σε αυτόν από εκατό μάτια, και τώρα το στήθος του έχει χώρο για ένα μόνο συναίσθημα, και αυτό είναι το “Να είναι Αληθινά Άθρωπος”.