Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ἰλιάς (11.596-11.654)

Ὣς οἱ μὲν μάρναντο δέμας πυρὸς αἰθομένοιο·
Νέστορα δ᾽ ἐκ πολέμοιο φέρον Νηλήϊαι ἵπποι
ἱδρῶσαι, ἦγον δὲ Μαχάονα, ποιμένα λαῶν.
τὸν δὲ ἰδὼν ἐνόησε ποδάρκης δῖος Ἀχιλλεύς·
600 ἑστήκει γὰρ ἐπὶ πρύμνῃ μεγακήτεϊ νηΐ,
εἰσορόων πόνον αἰπὺν ἰῶκά τε δακρυόεσσαν.
αἶψα δ᾽ ἑταῖρον ἑὸν Πατροκλῆα προσέειπε,
φθεγξάμενος παρὰ νηός· ὁ δὲ κλισίηθεν ἀκούσας
ἔκμολεν ἶσος Ἄρηϊ, κακοῦ δ᾽ ἄρα οἱ πέλεν ἀρχή.
605 τὸν πρότερος προσέειπε Μενοιτίου ἄλκιμος υἱός·
«τίπτέ με κικλήσκεις Ἀχιλεῦ; τί δέ σε χρεὼ ἐμεῖο;»
τὸν δ᾽ ἀπαμειβόμενος προσέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς·
«δῖε Μενοιτιάδη, τῷ ἐμῷ κεχαρισμένε θυμῷ,
νῦν ὀΐω περὶ γούνατ᾽ ἐμὰ στήσεσθαι Ἀχαιοὺς
610 λισσομένους· χρειὼ γὰρ ἱκάνεται οὐκέτ᾽ ἀνεκτός.
ἀλλ᾽ ἴθι νῦν, Πάτροκλε Διῒ φίλε, Νέστορ᾽ ἔρειο
ὅν τινα τοῦτον ἄγει βεβλημένον ἐκ πολέμοιο·
ἤτοι μὲν τά γ᾽ ὄπισθε Μαχάονι πάντα ἔοικε
τῷ Ἀσκληπιάδῃ, ἀτὰρ οὐκ ἴδον ὄμματα φωτός·
615 ἵπποι γάρ με παρήϊξαν πρόσσω μεμαυῖαι.»
Ὣς φάτο, Πάτροκλος δὲ φίλῳ ἐπεπείθεθ᾽ ἑταίρῳ,
βῆ δὲ θέειν παρά τε κλισίας καὶ νῆας Ἀχαιῶν.
Οἱ δ᾽ ὅτε δὴ κλισίην Νηληϊάδεω ἀφίκοντο,
αὐτοὶ μέν ῥ᾽ ἀπέβησαν ἐπὶ χθόνα πουλυβότειραν,
620 ἵππους δ᾽ Εὐρυμέδων θεράπων λύε τοῖο γέροντος
ἐξ ὀχέων· τοὶ δ᾽ ἱδρῶ ἀπεψύχοντο χιτώνων,
στάντε ποτὶ πνοιὴν παρὰ θῖν᾽ ἁλός· αὐτὰρ ἔπειτα
ἐς κλισίην ἐλθόντες ἐπὶ κλισμοῖσι κάθιζον.
τοῖσι δὲ τεῦχε κυκειῶ ἐϋπλόκαμος Ἑκαμήδη,
625 τὴν ἄρετ᾽ ἐκ Τενέδοιο γέρων, ὅτε πέρσεν Ἀχιλλεύς,
θυγατέρ᾽ Ἀρσινόου μεγαλήτορος, ἥν οἱ Ἀχαιοὶ
ἔξελον, οὕνεκα βουλῇ ἀριστεύεσκεν ἁπάντων.
ἥ σφωϊν πρῶτον μὲν ἐπιπροΐηλε τράπεζαν
καλὴν κυανόπεζαν ἐΰξοον, αὐτὰρ ἐπ᾽ αὐτῆς
630 χάλκειον κάνεον, ἐπὶ δὲ κρόμυον ποτῷ ὄψον,
ἠδὲ μέλι χλωρόν, παρὰ δ᾽ ἀλφίτου ἱεροῦ ἀκτήν,
πὰρ δὲ δέπας περικαλλές, ὃ οἴκοθεν ἦγ᾽ ὁ γεραιός,
χρυσείοις ἥλοισι πεπαρμένον· οὔατα δ᾽ αὐτοῦ
τέσσαρ᾽ ἔσαν, δοιαὶ δὲ πελειάδες ἀμφὶς ἕκαστον
635 χρύσειαι νεμέθοντο, δύω δ᾽ ὑπὸ πυθμένες ἦσαν.
ἄλλος μὲν μογέων ἀποκινήσασκε τραπέζης
πλεῖον ἐόν, Νέστωρ δ᾽ ὁ γέρων ἀμογητὶ ἄειρεν.
ἐν τῷ ῥά σφι κύκησε γυνὴ ἐϊκυῖα θεῇσιν
οἴνῳ Πραμνείῳ, ἐπὶ δ᾽ αἴγειον κνῆ τυρὸν
640 κνήστι χαλκείῃ, ἐπὶ δ᾽ ἄλφιτα λευκὰ πάλυνε,
πινέμεναι δὲ κέλευσεν, ἐπεί ῥ᾽ ὥπλισσε κυκειῶ.
τὼ δ᾽ ἐπεὶ οὖν πίνοντ᾽ ἀφέτην πολυκαγκέα δίψαν,
μύθοισιν τέρποντο πρὸς ἀλλήλους ἐνέποντες,
Πάτροκλος δὲ θύρῃσιν ἐφίστατο, ἰσόθεος φώς.
645 τὸν δὲ ἰδὼν ὁ γεραιὸς ἀπὸ θρόνου ὦρτο φαεινοῦ,
ἐς δ᾽ ἄγε χειρὸς ἑλών, κατὰ δ᾽ ἑδριάασθαι ἄνωγε.
Πάτροκλος δ᾽ ἑτέρωθεν ἀναίνετο εἶπέ τε μῦθον·
«οὐχ ἕδος ἐστί, γεραιὲ διοτρεφές, οὐδέ με πείσεις.
αἰδοῖος νεμεσητὸς ὅ με προέηκε πυθέσθαι
650 ὅν τινα τοῦτον ἄγεις βεβλημένον· ἀλλὰ καὶ αὐτὸς
γιγνώσκω, ὁρόω δὲ Μαχάονα, ποιμένα λαῶν.
νῦν δὲ ἔπος ἐρέων πάλιν ἄγγελος εἶμ᾽ Ἀχιλῆϊ.
εὖ δὲ σὺ οἶσθα, γεραιὲ διοτρεφές, οἷος ἐκεῖνος
δεινὸς ἀνήρ· τάχα κεν καὶ ἀναίτιον αἰτιόῳτο.»

***
Ως φλόγα μ᾽ άσβεστην ορμήν εκείνοι επολεμούσαν,
ενώ τον Νέστορα έφερναν οι ίπποι του Νηλέως
ομού με τον Μαχάονα γοργά μακράν της μάχης.
Τον είδε και τον γνώρισεν ο θείος Αχιλλέας
600 ως έστεκε στο ευρύχωρο καράβι του στην πρύμνην
να βλέπει την πολύθρηνην φυγήν και τον αγώνα.
Τον σύντροφόν του Πάτροκλον εφώναξε απ᾽ το πλοίον·
εις την φωνήν του εβγήκε αυτός απ᾽ την σκηνήν ωραίος
ωσάν ο Άρης και άρχισεν εκείθε η συμφορά του.
605 Πρώτος του είπ᾽ ο ανδράγαθος υιός του Μενοιτίου:
«Τι με φωνάζεις; Από εμέ τι θέλεις, Αχιλλέα;»
Και ο πτεροπόδης Αχιλλεύς σ᾽ εκείνον απαντούσε:
«Μενοιτιάδη εξαίσιε και φίλε της ψυχής μου,
τώρα θα ιδώ τους Αχαιούς στα πόδια μου να πέσουν
610 ότι τους ήβρε αβάστακτη της συμφοράς ανάγκη,
αλλ᾽ άμε, θείε Πάτροκλε, στον Νέστορα, να μάθεις
ποιον λαβωμένον φέρνει αυτός, ως βλέπω, από την μάχην.
Ομοιάζει τον Μαχάονα, του Ασκληπιού τον γόνον
όπισθεν όλος· πλην του ανδρός τα μάτια εγώ δεν είδα
615 ότι έμπροσθέν μου επέρασαν ογρήγορα οι φοράδες».
Και ο Πάτροκλος υπάκουσε τον ποθητόν του φίλον
και στες σκηνές των Αχαιών έδραμ᾽ ευθύς να φθάσει.
Και ότ᾽ έφθασαν εις την σκηνήν εκείνοι, από τ᾽ αμάξι
κατέβηκαν κι εξέζεψε τους ίππους ο Ευρυμέδων,
620 ακόλουθος του Νέστορος· κι εκείνοι στ᾽ ακρογιάλι
εμέναν προς τον άνεμον τον ίδρον να δροσίσουν.
Κι έπειτα εμπήκαν στην σκηνήν και στα θρονιά καθίσαν.
Και μίγμα η καλοπλέξουδη τους έφτιασ᾽ Εκαμήδη,
η θυγατέρα του υψηλού στο φρόνημ᾽ Αρσινόου,
625 που ότ᾽ έριξε την Τένεδον ο θείος Αχιλλέας
οι Αχαιοί του γέροντος την κόρην εδιαλέξαν
διότι στο συμβούλιον απ᾽ όλους ήταν πρώτος.
Και αυτή τους έσυρεν εμπρός τραπέζι στιλβωμένο
μαυρόποδον και χάλκινον επάνω του κανίστρι
630 με το κρεμμύδι, γευστικό προσφάγι δια να πίνουν,
με χλωρό μέλι και λευκόν του αγίου σίτου αθέρα,
κι έστησε χρυσοκούμπωτο ποτήρι που είχε φέρει
ο γέρος απ᾽ το σπίτι του κι είχε διπλό το πόδι,
τέσσερ᾽ αυτιά και ολόχρυσες εις το καθένα δύο
635 περιστερές εφαίνονταν ως να σπυρολογούσαν·
με κόπον απ᾽ την τράπεζαν καθ᾽ άλλος το κινούσε
γεμάτο, αλλ᾽ ακόπιαστα το εσήκωνεν ο γέρος.
Σ᾽ εκείνο τους ετοίμαζε το μίγμα η γυνή θεία,
κρασί Πράμνειο και τυρί της αίγας που με τρίφτην
640 χάλκινον έτριψεν αυτή, κι έραν᾽ επάνω αλεύρι
λευκό και αφού το ετοίμασε να το γευθούν τους είπε.
Και αφού μ᾽ αυτά την άναψιν της δίψας επραΰναν,
με ομιλίες έτερπαν το πνεύμ᾽ ανάμεσόν τους
και ο Πάτροκλος ωσάν θεός εις το κατώφλι εφάνη.
645 Άμα τον είδε ο γέροντας, σηκώθη απ᾽ το θρονί του,
τον έμπασε και του ᾽λεγε σιμά του να καθίσει.
Δεν το ᾽στεργεν ο Πάτροκλος, και του ᾽πε: «Σεβαστέ μου,
δεν δύναμαι, ό,τι και αν ειπείς, ως θέλεις, να καθίσω.
Φοβούμαι τον θυμόν του ανδρός που μ᾽ έστειλε να μάθω
650 ποιον λαβωμένον έφερες· αλλά και μόνος τώρα
τον αρχηγόν Μαχάονα, και βλέπω και γνωρίζω,
και αμέσως την απάντησιν θα φέρω του Αχιλλέως.
Πόσο είν᾽ εκείνος τρομερός, γνωρίζεις, σεβαστέ μου,
που ευκόλως και στον άπταιστον πταίσμα να εβρεί συμβαίνει».

Η λογική σκοτώνει τον Έρωτα

Αλήθεια, πόσο κουτό να πιστεύουμε ότι η αλήθεια είναι στατική και ότι αυτό που ίσχυε πριν από χιλιάδες χρόνια, μπορεί να ισχύει και σήμερα, αναλλοίωτο, αλλά κυρίως, ερμηνευμένο από οποιαδήποτε προσωρινή, περιοριστική, υποκειμενική αντίληψη! Αλλά, αυτό είναι ένα άλλο θέμα…

Διάφορα συμβάντα των τελευταίων ημερών, έφεραν στο προσκήνιο ένα θέμα, με συγχρονικότητα καταπληκτική, μέσα από μια νέα σύνθεση εννοιών, κρυμμένη από την επιφάνεια.

Τι είναι αυτό που ενώνει πραγματικά τους ανθρώπους; Τι είναι αυτό που μπορεί να τους κρατήσει αληθινά μαζί;

Ξέρω, έχουν γραφτεί πολλά, πληθώρα θεωριών έχουν αναπτυχθεί και ακόμα περισσότεροι κανόνες, συμβουλές, ψυχαναλύσεις, καθοδήγηση κλπ. Οι απορίες μου είναι πάντα απλές: γιατί ακόμα οι άνθρωποι δεν καταφέρουν να ενώνονται πραγματικά, αληθινά, παρόλα αυτά; Οι απαντήσεις είναι πάντα, εξίσου απλές… Τα απλά, τα κάνει πολύ πολύπλοκα ο γραμμικός, περιοριστικός νους. Όμως...

Μόνο ο έρωτας ενώνει τους ανθρώπους!

Αλλά πόσο έχει παρανοηθεί, πόσο έχει αναλυθεί και εκπορνευθεί. Πόσο έχει παραποιηθεί και υποτιμηθεί! Πόσο εύκολα έχει καταντήσει να σημαίνει όλα όσα δεν είναι! Άλλοι τον κυνηγάνε, άλλοι έχουν παντελώς παραιτηθεί. Αμέτρητες πεποιθήσεις δειλίας εμποδίζουν την ανάδυσή του!

Είναι πολύ δύσκολο, ίσως αδύνατον στην πραγματικότητα, να γράψει κανείς για ένα θέμα που δεν χωράει σε κανένα άρθρο, σε κανένα βιβλίο, σε καμία ανάλυση, σε κανένα όριο και περιορισμό.

Οι μεγαλύτερες πλάνες όμως είναι οι εμφανέστερες και τις βλέπεις να παρουσιάζονται παντού: στα πρόσωπα, στον τρόπο ζωής, στις προτεραιότητες, στις μικρές, «ασήμαντες» λεπτομέρειες που φωνάζουν, "βαριεστιμάρα, ρουτίνα, απουσία πάθους, έλλειψη φαντασίας, επαναλαμβανόμενες κούφιες, ξύλινες δράσεις...".

Ο Έρωτας (ναι, με κεφαλαίο), αναδύεται εσωτερικά, πουθενά αλλού. Εξωτερικά μοιράζεται, απλώνεται, επεκτείνεται, διευρύνεται, δημιουργεί!

Ο Έρωτας δεν εξαρτάται, δεν έχει όρια και κανόνες. Δεν κοιτάει ηλικία, φύλο, φυλή, έθνος, συνθήκες, χρόνο. Είναι ανεξάρτητος και ατάραχος από όλ’ αυτά, που για τον σύγχρονο άνθρωπο έχουν γίνει σημαντικά.

Τον έχουν μπερδέψει οι άνθρωποι με τα ένστικτά τους, με την επιφανειακή, προσωρινή έλξη, που πλανεύεται από το φαίνεσθαι, το προσωρινό. Τον έχουν φορτώσει με τόσες παρανοήσεις που έχουν πλέον ξεχάσει την αληθινή του έννοια… που όμως ενυπάρχει, βαθιά μέσα στον καθένα, φτάνει να θέλει και να είναι πρόθυμος να την αναστήσει.

Ο Έρωτας έχει τη δική του λογική και δεν μοιάζει με την λογική του νου, που παγιδεύει τους ανθρώπους σε μια στείρα ύπαρξη, χωρίς συνέχεια, με αμέτρητα αδιέξοδα. Η γλώσσα του Έρωτα είναι η γλώσσα της καρδιάς, που κι αυτή είναι συμβολική. Δεν την κατανοούμε με τον τρόπο που έχουμε εκπαιδευτεί (προγραμματιστεί) να σκεφτόμαστε. Δεν αντιλαμβανόμαστε καν, ό,τι δεν ανταποκρίνεται στις (κατά τα άλλα) σίγουρες θέσεις που υιοθετούμε, της ύπαρξής μας.

Πηγάζει σαν σπίθα, από τα βάθη της ύπαρξής σου, και αναδύεται σαν τεράστιο κύμα που σαρώνει τα πάντα, όσο εσύ εμπιστεύεσαι, στηρίζεις, ενισχύεις το όραμα, την ουσία, τον πρωταρχικό λόγο της ύπαρξής σου!

Είναι η ενέργεια που σε κρατάει ζωντανό, πραγματικά ζωντανό! Είναι το φως που δίνει λάμψει σε κάθε σκέψη, συναίσθημα και δράση σου. Είναι η έλξη που δημιουργεί θαύματα πέρα από κάθε επιφανειακή λογική, που ο νους έμαθε ν’ απορρίπτει. Είναι η Ζωή που σε ανασταίνει όταν πεθαίνεις, ο χτύπος που κινεί τα πάντα ξανά...

Όσο όμως οι άνθρωποι ψάχνουν τον έρωτα «εκεί έξω», σε κάποια αόριστη χρονική στιγμή, τόσο αυτός θα απουσιάζει, θα κρύβεται, θα γίνεται ακόμα πιο μυστήριος. Όμως, χωρίς τον Έρωτα, η ζωή μάς διαφεύγει, στερείται νοήματος, γίνεται δύσκολη, επιφανειακή.

Η ματιά μέσα από τον Έρωτα δεν συγκρίνεται με τίποτα προσωρινό. Η αίσθηση αυτού του τρόπου ύπαρξης δεν περιγράφεται και τίποτα δεν την αντικαθιστά!

Δεν φτάνει μόνο η δύναμη της θέλησης

Είναι δύσκολο να σκεφτεί κάποιος μια συνθήκη στην οποία δεν χρησιμεύει ιδιαίτερα η δύναμη της θέλησης. Οι αποφάσεις που παίρνετε στην αρχή κάθε χρονιάς δεν θα ήταν αλλιώς, τόσο βραχύβιες. Θα μπορούσατε να σταματήσετε να ξοδεύετε το χρόνο σας στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης, να βουλιάζετε στην απελπισία για την κατάντια του σύγχρονου κόσμου και να βρείτε τη δύναμη και την αυτοπειθαρχία να συμμετέχετε σε κάποια φιλανθρωπική οργάνωση ή να κάνετε κάποια δωρεά. Με όχημα την πολιτική ευαισθησία που στην πραγματικότητα δεν είναι κάτι περισσότερο από διευρυμένη ατομική θέληση, μπορούμε να καθυστερήσουμε τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής ή να εμποδίσουμε αλαζόνες να έρχονται στην εξουσία. Εν’ ολίγοις, θα ήταν υπερβολικό να αναμένουμε από τους ψυχολόγους να ανακαλύψουν τη συνταγή με την οποία θα μπορούσαμε να αναπτύξουμε και να διατηρούμε ακμαία τη δύναμη της θέλησής μας.

Είναι σίγουρα εφικτό να αλλάξεις τις συνήθειές σου, αλλά η ισχυρή θέληση δεν είναι πανάκεια. Η γνώση που έχουμε συγκεντρώσει εδώ και σχεδόν δυο δεκαετίες, ήταν ότι η δύναμη της θέλησης, μοιάζει με μυ. Αυτό σημαίνει ότι μπορείς να την ενδυναμώσεις με συστηματική άσκηση, αλλά και ότι μπορεί να την εξαντλήσεις αν την εστιάζεις διαρκώς σε μια κατεύθυνση (να πιέζεις τον εαυτό σου να εργαστεί, ενώ στην πραγματικότητα θα προτιμούσες να μπεις στο facebook), μειώνοντας τα αποθέματα που θα ήθελες να διοχετεύσεις σε άλλους σκοπούς (όπως να αρνηθείς την τρίτη μπύρα μετά τη δουλειά). Σε μια σημαντική έρευνα του 1998, ο κοινωνικός ψυχολόγος Roy Bauermeister και οι συνάδελφοί του προσέφεραν σε δυο ομάδες ανθρώπων ένα μπολ με ραπανάκια και ένα μπολ με μπισκότα σοκολάτας με την οδηγία ότι ο καθένας μπορούσε να πάρει είτε μόνο ραπανάκια ή μόνο μπισκότα. Πίστευαν ότι χρειάζεται αυτοπειθαρχία από την πλευρά εκείνων που επέλεξαν τα ραπανάκια ώστε να αντισταθούν στα μπισκότα. Στο δεύτερο στάδιο του πειράματος έδωσαν στους συμμετέχοντες να λύσουν παζλ, που όμως δεν ήξεραν ότι δεν λύνονται. Εκείνοι που είχαν επιλέξει να φάνε μπισκότα προσπάθησαν να τα λύσουν δαπανώντας 19 λεπτά κατά μέσο όρο, ενώ εκείνοι που είχαν επιλέξει τα ραπανάκια παραιτηθήκαν μετά από μόλις 8 λεπτά. Φαίνεται πως είχαν ξοδέψει μεγάλο μέρος της δύναμης της θέλησής τους επιλέγοντας να αντισταθούν στα μπισκότα. Έτσι γεννήθηκε η θεωρία της «Εξάντλησης του εγώ» στην οποία αναφέρεται ότι η δύναμη της θέλησης δεν είναι απεριόριστη. Επιλέξτε να πραγματοποιήσετε τους στόχους της νέας χρονιάς σταδιακά αλλιώς ο ένας θα υπονομεύει τον άλλο. Το σχέδιό σας να διαλογίζεστε επί είκοσι λεπτά κάθε μέρα μπορεί να σας εμποδίσει να μάθετε Ισπανικά και το ανάποδο και έτσι ενδέχεται να μην επιτύχετε σε κανένα από τα δυο.

Κάποιοι επιστήμονες προτείνουν να δούμε την δύναμη της θέλησης ως συναίσθημα παροδικό. Πιθανόν η δύναμη της θέλησης να μην μοιάζει τελικά καθόλου με μυ: τα τελευταία χρόνια, απόπειρες να αναπαραχθούν τα αρχικά αποτελέσματα έχουν αποτύχει ίσως ως μέρος της κρίσης αξιοπιστίας στην ψυχολογία. Στο μεταξύ, υπάρχει συναίνεση στην άποψη ότι η δύναμη της θέλησης δεν είναι απεριόριστη, αλλά και πως η πεποίθηση ότι είναι μπορεί να λειτουργεί ως εμπόδιο στην εκπλήρωση των στόχων σας. Κάποιοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι μπορούμε να κατανοήσουμε τη δύναμη της θέλησης καλύτερα ως συναίσθημα: παροδικό, κάπως απρόβλεπτο, που δεν μπορεί να εκβιαστεί με τον ίδιο τρόπο που δεν μπορούμε να εξαναγκάσουμε τον εαυτό μας να είναι χαρούμενος. Επιπλέον, όπως και με την ευτυχία, η χρόνια απουσία της αποτελεί ένδειξη ότι κάτι δεν πάει καλά. Αν μια σχέση σας κάνει να αισθάνεστε άσχημα σταθερά, τότε μπορείτε να βγάλετε το συμπέρασμα ότι δεν είναι καλή για σας. Παρομοίως, αν συστηματικά δυσκολεύεστε να βρείτε τη θέληση να μείνετε σταθεροί σε μια ορισμένη συμπεριφορά, τότε μπορεί να είναι καιρός να αποδεχτείτε ότι: ίσως το να βελτιωθείτε στη μαγειρική ή να μάθετε να απολαμβάνετε τη γιόγκα, δεν θα συμβεί για εσάς και θα ήταν ίσως προτιμότερο να συγκεντρώσετε την προσοχή σας στις αλλαγές που σας εμπνέουν πραγματικά. «Αν αποφασίσετε ότι θα καταπολεμήσετε τις λιγούρες, τις αρνητικές σκέψεις, τα συναισθήματα σας, βάζετε όλη σας την ενέργεια και την προσοχή στην προσπάθεια να αλλάξετε τις εσωτερικές σας εμπειρίες», λέει η ερευνήτρια της δύναμης της θέλησης Kelly McGonigal. Οι άνθρωποι που υιοθετούν αυτή την τακτική κατά τη γνώμη της «τείνουν να νιώθουν κολλημένοι (στη συνήθεια) και εξουθενωμένοι (από την προσπάθεια). Αντιθέτως, αναρωτηθείτε τι είδους αλλαγές θα απολαμβάνατε στ’ αλήθεια και θα επιθυμούσατε να διατηρήσετε κι έναν χρόνο αργότερα από σήμερα, σε αντίθεση με εκείνες που νιώθετε ότι υποχρεούστε να κάνετε.

Πίσω από όλες αυτές τις σκέψεις, υποβόσκει μια ανησυχητική ερώτηση: υπάρχει στ’ αλήθεια η δύναμη της θέλησης; Η McGonigal, περιγράφει τους ανθρώπους που διαθέτουν τη δύναμη της θέλησης ως εκείνους που «επιδεικνύουν την ικανότητα να εργάζονται πάνω σε εκείνο που έχει τη μεγαλύτερη βαρύτητα, ακόμα και όταν είναι δύσκολο, ακόμα και όταν μέρος του εαυτού τους δεν επιθυμεί να το κάνει». Η δύναμη της θέλησης λοιπόν, είναι μια λέξη που αποδίδεται σε ανθρώπους που καταφέρνουν να κάνουν αυτό που είπαν ότι θα κάνουν: είναι μια κρίση της συμπεριφοράς τους. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι η δύναμη της θέλησης έχει από μόνη της κάποιο νόημα, ότι πρόκειται για κάποια ουσία ή κάποια ιδιότητα την οποία ή κατέχεις ή όχι, όπως ας πούμε τα χρήματα ή η μυϊκή δύναμη. Ίσως είναι σκόπιμο αντί να αναρωτηθούμε «πώς να αυξήσουμε τη δύναμη της θέλησής μας;» να προτιμήσουμε να μάθουμε «Πώς μπορώ να βεβαιωθώ ότι θα κάνω αυτό που δεσμεύτηκα ότι θα κάνω;».

Μια τακτική είναι να διαχειριστείτε το περιβάλλον σας με τέτοιο τρόπο ώστε να μην απαιτείται δύναμη της θέλησης. Αν δεν έχετε πάντα μαζί σας την πιστωτική κάρτα ή την τσάντα σας, θα είναι δυσκολότερο να τη χρησιμοποιήσετε για παρορμητικές αγορές· αν χρήματα μεταφέρονται αυτόματα από τον τρεχούμενο λογαριασμό σας σε έναν αποταμιευτικό την ημέρα που πληρώνεστε, ο στόχος της αποταμίευσης δεν θα εξαρτάται αποκλειστικά από τη δύναμη του χαρακτήρα σας.

Ύστερα, υπάρχει και η τεχνική της «στρατηγικής προ-δέσμευσης»: πείτε σε ένα φίλο σας για τα σχέδιά σας και ίσως ο κίνδυνος να φανείτε ασυνεπής και να ντραπείτε για αυτό να σας βοηθήσει να εργάζεστε συστηματικά για αυτά. (Ακόμα καλύτερα, γράψτε τους μια επιταγή προς έναν οργανισμό που απεχθάνεστε και βάλτε τον να σας υποσχεθεί ότι θα την καταθέσει αν αποτύχετε). Χρησιμοποιήστε ότι τεχνάσματα θεωρείτε ότι ταιριάζουν στην προσωπικότητα σας: Ο κωμικός συγγραφέας Jerry Seinfeld σημείωνε ένα Χ σε ένα ημερολόγιο τοίχου κάθε μέρα που κατόρθωνε να γράφει και σύντομα διαπίστωσε ότι δεν επιθυμούσε να σπάσει την αλυσίδα των Χ που έβλεπε στον τοίχο. Εκμεταλλευτείτε τη δύναμη των «αν- τότε» σεναρίων που υποστηρίζονται από σημαντικό αριθμό ερευνών: διατρέξτε την ημέρα που ξημερώνει προκαταβολικά, οραματιστείτε συγκεκριμένα σενάρια στα οποία μπορεί να βρεθείτε και τους τρόπους με τους οποίους θα αντιδράσετε αν συμβεί κάτι τέτοιο (για παράδειγμα, μπορεί να αποφασίσετε ότι μόλις νυστάξετε μετά τις 10 το βράδυ θα πάτε αμέσως για ύπνο ή ότι θα βάζετε αμέσως τα αθλητικά σας παπούτσια τη στιγμή που θα επιστρέψετε σπίτι από τη δουλειά).

Η πιο σημαντική ώθηση που μπορείτε να δώσετε στην προσπάθεια να αλλάξετε συνήθειες, μπορεί να μην συγκεντρώνετε σε μια και μοναδική στρατηγική, αλλά στην εγκατάλειψη της ιδέας της δύναμης της θέλησης. Αν η λέξη δεν αντιπροσωπεύει κάτι συγκεκριμένο, δεν υπάρχει ανάγκη να αφιερώνετε ενέργεια στην ανησυχία για την έλλειψή της. Η αλλαγή στην συμπεριφορά απλοποιείται όταν δεν χρειάζεται να επιστρατεύσετε ένα πολύπλοκο οδηγό τεχνασμάτων για να τα καταφέρετε. Το καλύτερο από όλα, είναι ότι δεν χρειάζεται να είστε σε μια διαρκή μάχη με την ίδια σας την ψυχή: μπορείτε να σταματήσετε να προσπαθείτε να βρείτε τη δύναμη της θέλησης να ζήσετε μια πιο υγιή/πιο ήρεμη/λιγότερο αγχωτική/πιο «επιτυχημένη» ζωή και να συγκεντρωθείτε αντ’ αυτού στο να τη ζείτε.

Όταν κάτι φεύγει, κάτι άλλο έρχεται. Εμείς ας παραμείνουμε μέσα στην ροή των πραγμάτων

Κάτι τελειώνει, κάτι αρχίζει, κάτι χάνεται, μα κάτι άλλο έρχεται. Αυτή είναι και η φύση μας, η πραγματικότητα μας και όσοι θέλουν να το αποφύγουν, καταλήγουν αιώνια εγκλωβισμένοι. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να παραμείνουμε μέσα στην ροή των πραγμάτων, σαν το ποτάμι. Εμείς θα δημιουργήσουμε το μονοπάτι να περάσει από μέσα το νερό και καθώς το χτίζουμε ακολουθάμε. Όσοι το καταφέρνουν αυτό, δεν πνίγονται, δεν τους παρασέρνει το ποτάμι και έτσι προχωράς.

Κάθε φορά που βιώνουμε μια απώλεια, κάθε φορά που απογοητευόμαστε είτε από μας είτε από τους άλλους, ακόμη κι αν έχουμε χάσει την ελπίδα μας, επέρχεται η λύπη. Βιολογικά η λύπη ελαττώνει την ενέργεια και τον ενθουσιασμό για τις δραστηριότητες της ζωής και όσο βαθαίνει γίνεται ένα τεράστιο μαύρο πέπλο που με την σειρά του επηρεάζει το σώμα και το μυαλό. Αυτή η εσωστρεφής απομόνωσή μας δίνει την ευκαιρία να θρηνήσουμε και όσο είμαστε μέσα στην κατάσταση του θρήνου, καθαρίζει το μυαλό μας. Ετοιμαζόμαστε για το καινούργιο μας ξεκίνημα.

Η απώλεια ενέργειας που έρχεται μαζί με την λύπη, μας βοηθάει να μείνουμε μέσα, να μην έχουμε επαφή με τον έξω κόσμο, να παραμείνουμε σιωπηλοί. Είμαστε κουρασμένοι, εξουθενωμένοι, χρειαζόμαστε διάλειμμα. Επιτρέπουμε του εαυτού μας να τσακιστεί, να λυπηθεί, να βγάλει από πάνω του τους διάφορους ρόλους που παίρνουμε καθημερινά, να αφεθεί. Το σώμα έχει ανάγκη να ξαποστάσει, ο νους θέλεις επαναπρογραμματισμό και κάπου εκεί κάτι γεννιέται. Εξάλλου τα περισσότερα εκπληκτικά κείμενα έχουν γραφτεί σε περίοδο εγκλεισμού.

Ο θυμός καταλαγιάζει με την συμπόνια και την κατανόηση. Συγχωρώ πάει να πει πως δίνω χώρο στον εαυτό μου να κατανοήσει και να δει τα πράγματα από μια άλλη οπτική, έτσι ώστε να νιώσω ειρήνη μέσα μου και να προχωρήσω μπροστά.

Ο φόβος χάνει την δύναμη του καθώς προχωρώ και ανακαλύπτω πως τελικά δεν ήταν τόσο όσο να με κρατήσει φυλακισμένο. Το άγνωστο προκαλεί περίεργα σενάρια στο μυαλό μας και όσο πιο μακριά μου κρατάω αυτό που με τρομάζει, τόσο μεγαλώνουν τα σενάρια. Γίνεται γνωστό και πραγματικό μονάχα όταν βιώσω αυτό που σκέφτομαι.

Οι καλύτερες ιστορίες είναι για εκείνους που αντίκρισαν, πάλεψαν και νίκησαν το βαθύ σκοτάδι του είναι τους. Είναι εκείνοι που ενώ βούλιαζαν, δεν ξέχασαν να αφήσουν τις φυσαλίδες απ’ τις αναπνοές τους για να βρουν τον δρόμο, που ενώ έβρεχε και έριχνε κεραυνούς δεν πήραν ομπρέλες, αλλά χόρεψαν στον ρυθμό του φόβου και στους μεγαλύτερους σεισμούς, βρήκαν καταφύγιο μέσα στην αλήθεια τους. Μέσα στο ολόμαυρο τούνελ, μπόρεσαν να δουν μια σταλιά φωτός να αχνοφαίνεται. Βλέπετε μονάχα οι θαρραλέοι έχουν την ικανότητα να βλέπουν στο σκοτάδι. Όταν άνθιζε ο κήπος τους, τον πότιζαν, όταν σάπιζαν τα φρούτα τους, τα πετούσαν. Δεν είναι για πολλά πολλά, γιατί να φροντίσεις εξάλλου κάτι που έχει σαπίσει; Και πολύ περισσότερο, γιατί να το φας;

Γι’ αυτούς που αναγνωρίζουν τις επιλογές τους, που η πίστη τους δεν κλονίζεται με σκόρπια λόγια και κρατάνε το κεράκι αναμμένο ακόμη κι αν έξω λυσσομανάει. Θέλει κουράγιο να αντιμετωπίζεις το θηρίο μέσα σου, αλλά ακόμη περισσότερο να μπορέσεις να το ημερεύεις.

Σε όλους εμάς λοιπόν που δεν κρυφτήκαμε πίσω από καλοφτιαγμένους ουρανούς και κορδέλες, που δεν μας παρέσυρε το σκηνικό μιας καμουφλαρισμένης κωμωδίας, έχω να πω “Κρατάτε γερά, καλύτερα να ζούμε στην πραγματικότητα, παρά σε ψευδαισθήσεις που οδηγούν σιωπηλά στο τίποτα. Όπου να’ ναι ξημερώνει και αυτό που αναζητάμε το βρήκαμε ήδη, την αλήθεια μας, εμάς!”

Ας αισθανθούμε και συναισθανθούμε! Τα καλύτερα ηλιοβασιλέματα τα αναζητήσαμε στα όμορφα.

Μοιραστείτε όσα νιώθετε, να τα δίνεται να τα παίρνει ο αέρας. Το σώμα μας δεν είναι φτιαγμένο για να μαραίνεται.

Εύχομαι ο καθένας να βρει την γαλήνη μέσα του, να σπάσει τις αλυσίδες του και να ζήσει εκπληρώνοντας τον οποιοδήποτε σκοπό αναζητάει η καρδιά!

Καλές ψυχικές αναγεννήσεις…

Η γεωμετρία των σχέσεων: Τα κυκλικά και τριγωνικά ανθρώπινα συστήματα

Τα ανθρώπινα συστήματα αναπτύσσονται σε δύο βασικά σχήματα, κυκλικά ή τριγωνικά.

Στον κύκλο, τα μέλη τους βρίσκονται στην περίμετρό του, όπως κάθονταν στις συναντήσεις τους οι παραδοσιακές φυλές (όπου όλοι είναι ίσοι μεταξύ ίσων).

Στο τρίγωνο, υπάρχουν οι κορυφές, όπου κάθονται οι κορυφαίοι, όσοι δηλαδή (θέλουν να) ξεχωρίζουν, διοικούν, διδάσκουν από καθέδρας, από θέση υπεροχής, με την ανοχή ή την άδεια των υπολοίπων, όπως συμβαίνει στην εκπαίδευση ή στις παραδοσιακές επιχειρήσεις.

Συναντούμε αυτά τα σχήματα σε μικρά ή μεγάλα συστήματα, στα ζευγάρια, στις οικογένειες, στους οργανισμούς.

Κι εδώ ίσως αναρωτιέται κάποιος: πώς μπορεί σε ένα ζευγάρι, δηλαδή μεταξύ δύο μόνο σημείων, να σχηματιστεί οποιοδήποτε άλλο σχήμα, πέρα από την ευθεία που ενώνει τα δύο σημεία;

Η απάντηση βρίσκεται στην πολυπλοκότητα του ζεύγους. Σε ένα ζευγάρι δε συμμετέχουν ποτέ μόνο δύο. Συμμετέχουν και οι ενδοβολημένοι γονείς, οι σημαντικοί πρόγονοι, οι σημαντικές προηγούμενες σχέσεις, οι συστημικές εμπλοκές, οι εμπειρίες από τη συμμετοχή σε άλλα συστήματα.

Όταν συναντιούνται δύο, συναντιούνται πολλοί περισσότεροι. Όταν κοιτάζονται δύο, διασταυρώνονται πολλά βλέμματα. Όταν αγκαλιάζονται δύο, αγγίζονται και πολλοί άλλοι.

Όλοι αυτοί οι άλλοι, οι αόρατοι παρόντες «ζητούν» να εκπροσωπηθούν από τους ορατούς παρόντες, με τους τελευταίους, όχι μόνο να συναινούν ασυνείδητα σε αυτή τη μάζωξη, αλλά επιπλέον να προσπαθούν να ικανοποιήσουν και τα απωθημένα αιτήματά τους.

Στο ζευγάρι λοιπόν, μαζεύονται πολλοί και αυτό γίνεται εύκολα αντιληπτό, παρατηρώντας τους ρόλους στους οποίους τα μέλη του εγκλωβίζονται: αρχηγοί, υποτακτικοί, επαναστάτες, σωτήρες, διασκεδαστές, γονεϊκοί, παιδικοί, παραβατικοί, καταπιεστικοί.

Όταν συναντιούνται συμπληρωματικοί ρόλοι, όπως ο διοικητής με το διοικούμενο, ο σαδιστής με το μαζοχιστή, η σχέση έχει διάρκεια, ωστόσο υπνωτίζει τα μέλη της, καθηλώνοντάς τα στους ρόλους τους και όχι στην ψυχική αυθεντικότητά τους. Έτσι, η ζωή συχνά φέρνει σε επαφή συγκρουσιακούς ρόλους, ώστε μέσω της σύγκρουσης να αφυπνίσει τα μέλη του ζευγαριού από τον τον ύπνο των ρόλων τους. Η σύγκρουση αυτή εκφράζεται με επαναλαμβανόμενους καυγάδες, οι οποίοι, αν παραμείνουν αδιαχείριστοι, αδιερεύνητοι, οδηγούν στη λήξη της σχέσης και – κατά κανόνα – στην επανάληψή τους στις επόμενες σχέσεις των δύο.

Άλλα ζευγάρια θα τολμήσουν να αφυπνιστούν, άλλα θα πατήσουν το σνουζ και θα αλλάξουν πλευρό, και σε άλλα θα ξυπνήσει μόνο ο ένας αφήνοντας τον άλλο να κοιμάται μόνος, στάσιμος σ’ ένα κρεβάτι άδειο, καθώς ο αφυπνισμένος έχει φύγει, χωρίς ίσως να αφήσει και μήνυμα, εφόσον τα μηνύματα σε τέτοιες σχέσεις δε διαβάζονται ή δεν αποκωδικοποιούνται.

Η ευθεία επομένως χάνει την ευθύτητά της, δηλαδή το προνόμιο της συντομότερης διαδρομής μεταξύ των δύο. Γίνεται τεθλασμένη, διαρκώς μεταβαλλόμενη, πολυσχηματική και από λίγα εκατοστά εύκολα μετατρέπεται σε χιλιόμετρα.

Οι μεγάλες χιλιομετρικές αποστάσεις, με τις πολλές στροφές και γωνίες, προσθέτουν μεγάλες δοκιμασίες στη συντροφικότητα. Είναι για πρωταθλητές σε αγώνες δρόμου, μαραθωνοδρόμους, εκπαιδευμένους ιχνηλάτες, κατ’ επιλογή ή ανάγκη αποξενωμένους, δύσκολους λύτες.

Εκεί τότε, ακόμη καλύτερα και πρωτύτερα, χρειάζεται ένας βοηθός, κάποιος που ξέρει να διαβάζει χάρτες, κάποιος που μπορεί να φωτίζει τα σκοτεινά περάσματα, ένας πυροτεχνουργός, ένας ναρκαλιευτής.

Το σημείο Μηδέν

Υπάρχει ένα σημείο που λέγεται «Μηδέν». Είναι το σημείο που τα πάντα τελειώνουν για να αρχίσουν ξανά. Βρίσκεται εκεί που δεν έχεις τίποτα και όμως έχεις τα πάντα. Για να φτάσεις, αρκεί να καταλάβεις ότι ζεις. Τώρα. Εδώ. Για μια και μοναδική φορά.

Στη ζωή προχωράμε διαρκώς και γεμίζουμε. Μα ξεχνάμε ν’ αδειάσουμε και καμιά φορά. Και έτσι, καταλήγουμε να ξεχειλίζουμε από ανείπωτα θέλω, ρημαγμένα συναισθήματα, μυαλού απογοητεύσεις, καθωσπρεπισμούς, πρόσωπα και αψυχολόγητες συμπεριφορές, συμβιβασμούς, επιθυμίες και πόθους. Και κάπου εκεί χανόμαστε. Και χαμένοι καθώς είμαστε, πιέζουμε τη ζωή να μας δώσει αυτό που φανταζόμαστε καλύτερο για μας. Μα, αλήθεια, που θα το βάλουμε αυτό το καλύτερο αν δεν υπάρχει χώρος.

Το φοβόμαστε το σημείο μηδέν. Το μέρος εκείνο που σταματάμε να θέλουμε, που δεν απαιτούμε, που δεν βιαζόμαστε, που δεν υπάρχουν προσδοκίες, πρέπει και μη. Που ξεχνάμε όσα ξέραμε για να παίξουμε με τις πιθανότητες. Το φοβόμαστε γιατί έχουμε μάθει να κυνηγάμε εγωισμούς. Πώς από κυνηγός να γίνεις ένας απλός ταξιδιώτης;

Συνηθίσαμε να κοιτάμε το δρόμο και ποτέ τον ουρανό. Να έχουμε διαρκώς τα μάτια μας ανοιχτά και να μην τα κλείνουμε λεπτό να δούμε λίγο με την καρδιά μας. Αν κάνουμε κάποιο λάθος εμείς οι άνθρωποι, είναι που δεν καθαρίζουμε από τα σκουπίδια που έχουμε μαζέψει μέσα μας και γύρω μας. Που φτιάχνουμε γρήγορα-γρήγορα τις βαλίτσες μας για να προλάβουμε το πλοίο που πάει στο αύριο, ρίχνοντας μέσα όλη μας τη ζωή αντί να τις αδειάσουμε, να τις βάλουμε στο πατάρι και να ταξιδέψουμε όχι στο αλλού αλλά στο εδώ και με καθαρά πια μάτια.

Κάνε μια βόλτα στο δικό σου Μηδέν. Σταμάτα να τρέχεις πίσω από τα δύσκολα και άρχισε ν’ απολαμβάνεις τα απλά και τα εύκολα. Και αν δεν σ’ αρέσει μπορείς πάντα να γυρίσεις πίσω.

Ο τρόπος με τον οποίο βλέπεις την πραγματικότητά σου, υλοποιεί τον κόσμο σου

Ο τρόπος με τον οποίο βλέπεις την πραγματικότητά σου, υλοποιεί τον κόσμο σου . Αν βλέπεις μια ζωή περιορισμένη μέσα στον φόβο, αν πιστεύεις πως δεν έχεις τα ταλέντα να δημιουργήσεις, αν νιώθεις πως οι άλλοι φταίνε ή οι συνθήκες που δεν μπορείς να έχεις αυτά που θες, κοίταξε τον τρόπο με τον οποίο βλέπεις την ζωή σου… Υλοποιείς ακριβώς αυτό που θες να δεις. Να θυμάσαι πως η ανθρώπινη αντίληψη είναι μια μεγάλη πλάνη.

Η ζωή περιορισμένη από τον φόβο, αυτό ακριβώς είναι. Μια ζωή στην οποία υλοποιείς μια πραγματικότητα βασισμένη στους φόβους σου. Με αυτόν τον τρόπο απομακρύνεσαι από την Συμπαντική σου φύση και είσαι δέσμιος της ύλης. Για να απελευθερωθείς από την ύλη, πρέπει να απελευθερωθείς από τον φόβο σου για την έλλειψή της. Και μόλις η πρόθεσή σου μετατραπεί σε σιγουριά πως αυτή είναι η μια και μοναδική πραγματικότητά σου, ο κβαντικός κόσμος καταρρέει σε αυτήν την πραγματικότητα που ταιριάζει με ό,τι θέλεις να δημιουργήσεις, με ό,τι θες να δεις στον κόσμο σου…

Τα πάντα βρίσκονται σε μια κατάσταση κβαντικής ροής όπου όλα τα αποτελέσματα υπάρχουν ταυτόχρονα. Όταν παρατηρούμε κάτι ή οραματιζόμαστε με την αίσθηση στην καρδιά μας ότι έχει ήδη συμβεί, η ροή αυτή διακόπτεται, με αποτέλεσμα να καταρρέει η κβαντική αυτή «σούπα» και να μορφοποιεί την πραγματικότητα που οραματιστήκαμε ή παρατηρήσαμε. Θέσε την πρόθεσή σου και πίστεψε πως αυτό που θες να γίνει, το βλέπεις ήδη… μόλις η ενέργεια τακτοποιηθεί στην πραγματικότητα που θες να δεις, η ύλη ακολουθεί. Να έχεις υπομονή γιατί ο γραμμικός χρόνος θέλει κάποιες στιγμές για να ακολουθήσει. Αλλά και πάλι, ο χρόνος είναι σχετικός. Ζήσε στο τώρα. Μην αναζητάς υλοποιήσεις στο μέλλον και μην σκέφτεσαι χαμένες ευκαιρίες του παρελθόντος. Έχεις πάντα την δυνατότητα να επιλέξεις ξανά… και αυτή τη φορά να πετύχεις.

Όταν αφήσεις τον ανθρώπινο νου σου ελεύθερο να οραματιστεί, πάντα οραματίζεται μια ζωή απαλλαγμένη από φόβους, όπου κυριαρχεί η γαλήνη και η ευτυχία. Δεν είναι τυχαίο αυτό γιατί μέσα σου αναζητάς την ίδια την ευδαιμονία του Σύμπαντος. Η πρόκληση είναι να μπορέσεις να φέρεις αυτή την ευδαιμονία στο πεδίο της δημιουργικότητάς σου ώστε να καταφέρεις να αποστασιοποιηθείς από την ύλη και να παρατηρήσεις τον κβαντικό κόσμο με τα μάτια του Συμπαντικού Δημιουργού. Τότε μόνο θα φέρεις τον Ουρανό στη Γη… όχι από τη θέση του ανθρώπου που οραματίζεται μια καλύτερη ζωή και συνθήκες αλλά από την θέση του Σύμπαντος που νιώθει ανιδιοτελή αγάπη για τα πάντα και όλα του φαίνονται κατάλληλα και αξιαγάπητα.

Ας είναι όλα καλά στον κόσμο σου!

Πρωταγόρας: Πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος

Κατά τη διάρκεια του 5ου αιώνα π.Χ., η Αθήνα εξελίχθηκε σε μια πλούσια πόλη-κράτος και, κάτω από την ηγεσία του Περικλή (445-429 π.Χ.), μπήκε σε μια Χρυσή Εποχή πνεύματος και πολιτισμού. Αυτό το γεγονός προσέλκυσε ανθρώπους από κάθε γωνιά της Ελλάδας και όσοι γνώριζαν τους νόμους, και μπορούσαν να τους ερμηνεύσουν σωστά, είχαν την ευκαιρία να αποκομίσουν πλούσια οφέλη. Γενικά, η διακυβέρνηση της πόλης γινόταν βάσει δημοκρατικών αρχών και ενός καθιερωμένου νομικού συστήματος. Στα δικαστήρια, οι κατηγορούμενοι ήταν υποχρεωμένοι να υπερασπίζονται οι ίδιοι τον εαυτό τους και, καθώς δεν υπήρχαν συνήγοροι, σύντομα δημιουργήθηκε μια επίσημα αναγνωρισμένη τάξη συμβούλων. Ένας από αυτούς ήταν και ο Πρωταγόρας.

Τα πάντα είναι σχετικά

Ο Πρωταγόρας δίδασκε νομικά και ρητορική επί πληρωμή. Αν και οι διδασκαλίες του αφορούσαν κυρίως πρακτικά ζητήματα (την επιχειρηματολογία που θα επέτρεπε στους πελάτες του να κερδίσουν μια αστική δίκη και όχι να αποδείξουν μια άποψη), εντούτοις διέκρινε τις φιλοσοφικές συνέπειες αυτών που δίδασκε. Σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, κάθε θέση έχει δύο πλευρές, οι οποίες μπορεί να είναι εξίσου έγκυρες. Ισχυρίζεται ότι μπορεί να ισχυροποιήσει μια αδύνατη θέση αποδεικνύοντας, όχι την αξία των επιχειρημάτων του υποστηρικτή της, αλλά την πειστικότητά του. Έτσι, αναγνωρίζει ότι η πεποίθηση είναι υποκειμενική και ότι το μέτρο της αξίας της είναι εκείνος που την υποστηρίζει. Αυτό το είδος συλλογιστικής, που συνηθιζόταν στο δίκαιο και την πολιτική εκείνη την εποχή, ήταν νέο στη φιλοσοφία, θέτοντας τον άνθρωπο στο κέντρο της, αυτή η συλλογιστική συνέχιζε την παράδοση του αποκλεισμού της θρησκείας από τη φιλοσοφική συζήτηση και μετατόπιζε το φιλοσοφικό ενδιαφέρον από την κατανόηση της φύσης του σύμπαντος στην εξέταση της ανθρώπινης συμπεριφοράς.

Ο Πρωταγόρας ενδιαφέρεται κυρίως για πρακτικά ερωτήματα. Οι φιλοσοφικές εικασίες σχετικά με την ουσία του σύμπαντος ή την ύπαρξη των θεών δεν έχουν νόημα για τον Πρωταγόρα, καθώς πιστεύει ότι αυτά τα ζητήματα είναι ακατάληπτα.

Το βασικό συμπέρασμα που απορρέει από το ρητό «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος» είναι ότι οι πεποιθήσεις είναι υποκειμενικές και σχετικές.

Αυτό οδηγεί τον Πρωταγόρα να απορρίψει την ύπαρξη απόλυτων ορισμών για την αλήθεια, τη δικαιοσύνη, και την αρετή. Ισχυρίζεται ότι αυτό πού θεωρεί ορθό ένας άνθρωπος μπορεί να θεωρείται εσφαλμένο από κάποιον άλλον. Αυτός ο σχετικισμός ισχύει επίσης για τις ηθικές αρχές, για παράδειγμα ως προς το τι είναι δίκαιο και τι είναι άδικο. Σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, τίποτα δεν είναι εγγενώς καλό. Λέμε ότι κάτι είναι ηθικό, ή δίκαιο, μόνο επειδή κάποιος άνθρωπος ή η κοινωνία το θεωρεί ως τέτοιο. Ο Πρωταγόρας ήταν ο σημαντικότερος δάσκαλος νομικής και ρητορικής της ομάδας των σοφιστών (από τη λέξη σοφία). Ο Σωκράτης και ο Πλάτωνας περιφρονούσαν τους σοφιστές και τους θεωρούσαν απλώς ως ρήτορες, αλλά με την εμφάνιση του Πρωταγόρα συντελέστηκε ένα σημαντικό βήμα της ηθικής προς την άποψη ότι τίποτα δεν είναι απόλυτο και πως όλες οι κρίσεις -και οι ηθικές- είναι υποκειμενικές.

Ο Πρωταγόρας

Ο Πρωταγόρας γεννήθηκε στα Άβδηρα της Θράκης, αλλά ταξίδεψε πολύ ως περιοδεύων δάσκαλος. Κάποια στιγμή της ζωής του πήγε στην Αθήνα, όπου έγινε σύμβουλος του ηγέτη της πόλης-κράτους, του Περικλή, ο οποίος το 444 π.Χ. του ανέθεσε να συντάξει το σύνταγμα της αποικίας των Θούριων. Ο Πρωταγόρας ήταν αγνωστικιστής, και λέγεται ότι δικάστηκε για αθεΐα και πως τα βιβλία του κάηκαν δημόσια.

Από τα έργα του Πρωταγόρα σώζονται μόνο ορισμένα αποσπάσματα, αλλά ο Πλάτωνας στους διαλόγους του εξετάζει τις απόψεις του διεξοδικά. Πιστεύεται ότι ο Πρωταγόρας έζησε μέχρι την ηλικία των 70 ετών, αλλά η ακριβής ηλικία και ο τόπος θανάτου του είναι άγνωστα.

Σημαντικά έργα:
  • 5ος αιώνας π.Χ.
  • Περί θεών Αλήθεια
  • Περί των εν Άιδου
  • Τέχνη εριστικών
  • Περί μαθηματικών
  • Περί πολιτείας
  • Περί φιλοδοξίας
  • Περί αρετών
  • Περί της εν αρχή καταστάσεως

ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ: Ο κύριος πρόξενος της ταραχής στη ζωή ενός ανθρώπου είναι η άγνοια του καλού και του κακού

Ο Επίκουρος παρατηρεί πως η ευτυχία κι η αρετή συνδέονται ακατάλυτα μεταξύ τους:

Είναι αδύνατο να ζήσεις ηδονικά χωρίς φρόνηση, ομορφιά και δικαιοσύνη κι είναι αδύνατο να ‘χει η ζωή σου ομορφιά, δικαιοσύνη και φρόνηση, αν δεν έχει και ευχαρίστηση. Όποιος δεν τα διαθέτει αυτά, δεν μπορεί να ζει ευτυχισμένα.

Δεν είναι όλοι οι ηθικοί αναμορφωτές τόσο καίριοι όσο ο Eπίκουρος, στον τρόπο με τον οποίο συνδέει την ευτυχία με την αρετή. Πολλοί ηθικολόγοι θα ήθελαν να πιστέψουμε πως το να ακολουθούμε το μονοπάτι της αρετής είναι «αυτοσκοπός». Αν τους ρωτήσουμε γιατί θα πρέπει να συμπεριφερόμαστε ενάρετα, ο λόγος που προβάλλουν είναι πως το να ασκούμε την αρετή είναι κάτι που από μόνο του μας ανταμείβει. Αυτή η ταυτολογία υποδηλώνει ότι κάθε σκοπούμενη «αρετή» θα πρέπει να επιδιώκεται, ανεξάρτητα που οδηγεί τελικά –ακόμη κι αν δεν οδηγεί πουθενά. Μ’ αυτό το είδος «κυκλικής επιχειρηματολογίας», διαφωνεί ο Επικούρειος συνομιλητής του Κικέρωνα, στο έργο του De Finibus:

Όσοι ταυτίζουν το Ύψιστο Αγαθό αποκλειστικά με την αρετή έχουν παραπλανηθεί από τη λαμπρότητα μιας λέξης και δεν κατανοούν τις αληθινές απαιτήσεις της φύσης.

Αν δεχτούν να ακούσουν τον Επίκουρο, θα απαλλαγούν από το πιο χονδροειδές λάθος. Η σχολή σας μιλάει πολύ για την υπέρτατη ομορφιά των αρετών αν όμως οι αρετές δεν έφερναν την ηδονή, ποιος θα τις θεωρούσε αξιέπαινες ή επιθυμητές;

Την ιατρική την εκτιμούμε, όχι επειδή παρουσιάζει επιστημονικό ενδιαφέρον μα επειδή συμβάλλει στην υγεία.

Την τέχνη της ναυσιπλοΐας την επαινούμε για την πρακτική της αξία όχι την θεωρητική, επειδή εφαρμόζει κανόνες που είναι απαραίτητοι για το ασφαλές ταξίδι.

Έτσι και η Φρόνηση, που θα πρέπει να τη θεωρούμε ως τέχνη του ζην, αν δεν έφερνε αποτελέσματα δεν θα ήταν επιθυμητή όμως είναι μια επιθυμητή αρετή, επειδή εξασφαλίζει και παράγει την ηδονή. Όσο για το νόημα που δίνω στην ηδονή, ήδη θα πρέπει να σας είναι ξεκάθαρο και δεν πρέπει να ‘στε προκατειλημμένοι εναντίον μου εξαιτίας του ότι η λέξη συσχετίζεται με την προστυχιά.

Ο κύριος πρόξενος της ταραχής στη ζωή ενός ανθρώπου είναι η άγνοια του καλού και του κακού, οι λαθεμένες αντιλήψεις μας πάνω σ’ αυτά συχνά μας αποστερούν τις μεγαλύτερες ηδονές και μας βασανίζουν με τους πιο σκληρούς πόνους της ψυχής. Άρα χρειαζόμαστε τη Φρόνηση, για να μας απαλλάξει από τους φόβους και τις ορμές μας, να ξεριζώσει όλα τα λάθη και τις προκαταλήψεις και να μας υπηρετήσει σαν αλάνθαστος οδηγός για την επίτευξη της ηδονής.

Και μόνο η Φρόνηση μπορεί να αποδιώξει τη θλίψη απ’ τις καρδιές και να μας προστατέψει από την ανησυχία και το φόβο. Αν την αφήσεις να σε δασκαλέψει, θα μπορέσεις να ζήσεις γαλήνια και να σβήσεις τις πυρακτωμένες φλόγες της επιθυμίας. Γιατί οι επιθυμίες είναι ανίκανες να βρουν ικανοποίηση και δεν καταστρέφουν μόνο μεμονωμένα άτομα μα οικογένειες ολόκληρες, και μάλιστα συχνά ταρακουνούν τα θεμέλια του κράτους. Αυτές είναι η πηγή του μίσους, των καυγάδων, των ανταγωνισμών, των πολεμικών συγκρούσεων. Κι όχι μόνο δείχνουν το πρόσωποπό τους προς τα έξω, όχι μόνο επιτίθενται τυφλά εναντίον άλλων, μα ακόμα κι όταν είναι φυλακισμένες μες στην καρδιά μαλώνουν και τρώγονται μεταξύ τους κι αυτό δε μπορεί παρά να φαρμακώνει τη ζωή στο σύνολό της.

Επομένως, μόνο ο Σοφός, που κλαδεύει την οργιώδη βλάστηση της ματαιοδοξίας και των λαθών, έχει τη δυνατότητα να ζήσει ανενόχλητος από τη θλίψη και το φόβο, ευχαριστημένος μέσα στα όρια που έχει θέσει η φύση των πραγμάτων. Τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι πιο χρήσιμο για το ευ ζην, από τη διδασκαλία του Επίκουρου σχετικά με τις επιθυμίες.

Αν προσέξουμε ότι η άγνοια και το λάθος υποβιβάζουν το σύνολο της ζωής σε μια σύγχυση, ενώ η Φρόνηση από μόνη της είναι ικανή να μας προστατέψει από τις επιθέσεις της βουλιμίας και τις συμφορές του φόβου, μιας και μας διδάσκει πώς να αντιμετωπίζουμε ακόμα και τα χτυπήματα της τύχης με μετριοπάθεια, και μας δείχνει όλα τα μονοπάτια που οδηγούν στην ηρεμία και τη γαλήνη, τότε γιατί να μην ομολογήσουμε, δίχως δισταγμό, ότι η Φρόνηση είναι επιθυμητή για τις ηδονές που προσφέρει, κι ότι η Αφροσύνη πρέπει να αποφεύγεται λόγω των τραυματικών συνεπειών της;

Νίτσε: Ευγένεια και χυδαιότητα

Οι χυδαίοι άνθρωποι βλέπουν τα ευγενικά και γενναιόφρονα αισθήματα σαν κάτι να τους λείπει, να τους λείπει η ορθότητα, άρα -να τους λείπει-, η αληθοφάνεια.

Όταν μιλούν γι’ αυτό, κλείνουν πονηρά το μάτι, σαν να λένε: «Κάποιο συμφέρον υπάρχει κρυμμένο πίσω απ’ αυτό· δεν μπορεί να δει κανείς τι υπάρχει μέσα σε όλα τα πράγματα», και υποψιάζονται πως το ευγενικό πλάσμα γυρεύει να κερδίσει κάτι μ’ έναν ελιγμό.

Όταν όμως πεισθούν, με αναμφισβήτητο τρόπο, πως ο άνθρωπος αυτός δεν έχει καμιά εγωιστική πρόθεση, και πως περιφρονεί το μικρό κέρδος, τότε βλέπουν τον άνθρωπο αυτόν σαν έναν τρελό· του δείχνουν περιφρόνηση όταν τον βλέπουν να χαίρεται και γελούν με τη λάμψη των ματιών του.

Και αναρωτιούνται: «Πώς μπορεί να είναι χαρούμενος όταν πάθει κάποια ζημιά; Πώς μπορεί να ζητά να ζημιώσει; Σίγουρα, το πάθος της ευγένειας θα είναι μπερδεμένο με κάποια αρρώστια του λογικού!».

Τέτοιες ερωτήσεις κάνουν μέσα τους, έτσι σκέπτονται, όπως σκέπτεται κάποιος εμπρός στη χαρά που αισθάνεται ένας τρελός για την έμμονη ιδέα του.

Μια χυδαία φύση αναγνωρίζεται εύκολα αν προσέξει κανείς δυο βασικά πράγματα.

Πρώτον -μια χυδαία φύση- δεν λησμονά ποτέ ποιο είναι το συμφέρον της· δεύτερον, η μανία αυτή του σκοπού του κέρδους, είναι σ’ αυτή πιο ισχυρή, παρά το βίαιο ένστικτο. Μέλημά της και αξιοπρέπειά της είναι το να μην παρασύρεται από την άλογη παρόρμηση σε άκαιρες πράξεις. Η ανώτερη φύση είναι πιο παράλογη και αυτό γιατί ο ευγενής, ο γενναιόφρων άνθρωπος υπακούει στα ένστικτά του· στις πιο καλές στιγμές του, σταματάει το μυαλό του.

Ένα αρσενικό ζώο που προστατεύει τα μικρά του βάζοντας σε κίνδυνο την ίδια του τη ζωή, ή που ακολουθεί το θηλυκό στον θάνατο, την εποχή του οργασμού, δεν λογαριάζει ούτε τον κίνδυνο, ούτε καν αυτόν τον ίδιο τον θάνατο, κι αυτό γιατί ακόμα κι η λογική του σταματά, η ευχαρίστηση που του προσφέρουν τα μικρά του ή το θηλυκό του και ο φόβος μην τύχει και τα αποχωρισθεί, το κυριεύουν ολοκληρωτικά, γίνεται πιο ζώο από ότι συνήθως είναι, όπως ακριβώς συμβαίνει στον ευγενικό, στον γενναιόφρονα άνθρωπο.

Μέσα του, ο ευγενικός άνθρωπος έχει ένα συγκεκριμένο αριθμό αισθημάτων, είτε έλξεις είτε απωθήσεις είναι αυτές, που μιλάνε με τόση δύναμη, που μπροστά τους η διάνοια δεν μπορεί να κάνει τίποτ’ άλλο παρά να σωπάσει ή και να παραδοθεί και να γίνει υπηρέτης τους. Η καρδιά αλλάζει θέση, ανεβαίνει στον εγκέφαλο και τότε μιλάμε για «πάθος».

Βέβαια, συμβαίνει πολλές φορές να δημιουργείται ένα αντίστροφο φαινόμενο, μια αναστροφή του πάθους κατά κάποιον τρόπο, όπως π.χ. στον Φοντενέλ, που κάποιος του έλεγε μια φορά τοποθετώντας του το χέρι στην καρδιά: «Αυτό που υπάρχει εκεί μέσα, φίλτατέ μου, είναι και αυτό εγκέφαλος».

Στο ευγενικό ον, εκείνο που περιφρονεί ο όχλος, είναι ο παραλογισμός του πάθους του, η η λανθασμένη λογική του, και προπαντός όταν αυτό το πάθος αφορά αντικείμενα που η αξία τους του είναι παντελώς χιμαιρική ή αυθαίρετη, θυμώνει πολύ με όποιον υποκύπτει στο πάθος του στομαχιού του, αλλά καταλαβαίνει την έλξη αυτής της τυραννίας· εκείνο που δεν μπορεί να καταλάβει είναι, π.χ., το πως μπορεί κάποιος να παίζει την υγεία του και την ευτυχία του από πάθος για τη γνώση.

Το γούστο των ανωτέρων φύσεων στρέφεται σε πράγματα εξαιρετικά, σε πράγμα που αφήνουν αδιάφορους τους πιο πολλούς από τους άλλους ανθρώπους και που δεν φαίνονται καθόλου γοητευτικά. Η ανώτερη φύση μετρά τις αξίες σε προσωπική κλίμακα. Γενικά όμως, δεν πιστεύει πως αυτή η κλίμακα προσιδιάζει ιδιαίτερα στην καλαισθητική της ιδιοσυγκρασία. Συμβαίνει το αντίθετο μάλιστα· εκτιμά τις προσωπικές αξίες και μη, και πέφτει έτσι στην ακατανοησία και στο απραγματοποιήσιμο.

Μια ανώτερη φύση είναι πολύ σπάνιο να διατηρήσει αρκετή λογική ώστε να θεωρεί και να μεταχειρίζεται τον μέτριο άνθρωπο σαν τέτοιο· γενικά πιστεύει μυστικά πως το πάθος της είναι σαν το πάθος όλου του κόσμου και η πίστη αυτή αποτελεί τη φλόγα της και την ευφράδειά της.

Αν οι εξαιρετικοί άνθρωποι δεν νιώθουν τον εαυτόν τους, πώς θα μπορέσουν να καταλάβουν τον όχλο και να αναμετρήσουν δίκαια τον κανόνα;

Μιλάνε λοιπόν και αυτοί για τρέλα, για έλλειψη πνεύματος, ωφελιμιστικού φυσικά, και για τον «χιμαιρισμό» της ανθρωπότητας, και παραξενεύονται για το τρένο της ζωής αυτού του ανόητου κόσμου που δεν επιθυμεί να αναγνωρίσει το «μόνο αναγκαίο του πράγμα». Αυτή είναι η αδικία των ευγενικών φύσεων, η αιώνια αδικία.

Φρίντριχ Νίτσε, Η θεωρία του σκοπού της ζωής

Επίκτητος: Δεν γεννήθηκες επειδή το θέλησες εσύ

«Να θυμάσαι ότι είσαι υποκριτής σε ένα δράμα, όπως το θέλει ο δάσκαλος. Αν το θέλει σύντομο, θα είναι σύντομο· αν το θέλει μακρύ, θα είναι μακρύ. Αν θέλει να υποκριθείς τον φτωχό, να υποκριθείς τον ρόλο έξυπνα· αν σε θέλει κουτσό, άρχοντα, απλό πολίτη να κάνεις το ίδιο· το δικό σου έργο είναι αυτό, να υποκριθείς καλά τον ρόλο· αυτός ο ρόλος όμως επιλέγεται από κάποιον άλλο.»
Επίκτητος, Εγχειρίδιον 17

Οι επιλογές ενός ατόμου σίγουρα καθορίζουν τη ζωή του. Η ζωή ωστόσο δεν εξαρτάται αποκλειστικά από τη βούλησή μας και σαφώς δεν είναι γενναιόδωρη σε όλους. Στον Επίκτητο ο θεός είναι πανταχού παρών. Ο όρος άλλες φορές απαντάται στον πληθυντικό (θεοί) και άλλοτε κατονομάζεται (Ζευς). Ακολουθώντας τον ηρακλείτειο Λόγο που κυβερνά τον Κόσμο, οι Στωικοί δέχονται μία αρχή που συνέχει το σύμπαν.

Σε ένα άλλο απόσπασμα του ίδιου έργου ένα καράβι αράζει σε μια παραλία. Ο κυβερνήτης δεν είναι άλλος από τον Δημιουργό. Εμείς, οι άνθρωποι κάθε εποχής, είμαστε οι επιβαίνοντες. Κατεβαίνουμε από το καράβι. Τότε, ξεκινά η ζωή:

«Όπως κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού, όταν δέσει το πλοίο και βγεις στη στεριά να βρεις νερό και παρεμπιπτόντως μαζέψεις ένα κοχύλι ή έναν καρπό, πρέπει να έχεις τον νου σου στο πλοίο και συνεχώς να γυρίζεις να δεις, μήπως κάποτε σε καλέσει ο κυβερνήτης. Κι αν σε καλέσει, να τα αφήσεις όλα για να μη σε πετάξουν στο πλοίο σαν τα πρόβατα. Έτσι και στη ζωή σου αν σου δοθούν αντί για καρπό και κοχύλι μια γυναίκα και ένα παιδί, να μην σταθούν εμπόδια. Αν σε καλέσει ο κυβερνήτης, τρέξε στο πλοίο και άφησέ τα όλα, χωρίς να στρέψεις το βλέμμα σου. Αν είσαι γέρος, μην απομακρυνθείς ποτέ από το πλοίο, για να μην απουσιάζεις όταν σε καλέσει.»
Επίκτητος, Εγχειρίδιον 7

Η γέννηση, σε οποιαδήποτε συνθήκη, δεν υπήρξε επιλογή του ατόμου: «Δεν γεννήθηκες επειδή το θέλησες εσύ», διατείνεται ο Επίκτητος. Αυτό δεν σημαίνει ότι το άτομο δεν είναι υπεύθυνο για τις επιλογές του. Το αντίθετο. Αφού έρθει στον κόσμο, όπως και τόσοι άλλοι, οφείλει να επιτελέσει τον «ρόλο» του με τον καλύτερο τρόπο. Ο θεός, ο Ζευς, ο Λόγος του σύμπαντος, δίνει τη ζωή. Όχι μόνο στον άνθρωπο αλλά σε όλα τα δημιουργήματα. Ωστόσο, ο θεός δεν βρίσκεται έξω από τον άνθρωπο. Είναι μέσα του. Ο άνθρωπος αποτελεί μέρος του θεού, κομμάτι του:

«Εσύ είσαι κομμάτι του θεού (ἀπόσπασμα)· έχεις στον εαυτό σου ένα μέρος του. Γιατί λοιπόν αγνοείς τη συγγένεια; Δεν γνωρίζεις από πού προέρχεσαι; Δεν θέλεις να θυμάσαι όταν τρως ποιος είσαι και ποιον τρέφεις; Όταν συνουσιάζεσαι, ποιος είσαι; Όταν συναναστρέφεσαι, όταν γυμνάζεσαι, όταν συζητάς, δεν γνωρίζεις ότι τρέφεις τον θεό, ότι γυμνάζεις τον θεό; Ταλαίπωρε, περιφέρεις τον θεό και δεν το γνωρίζεις. Νομίζεις ότι μιλάω για κάποιον θεό από ασήμι ή χρυσό που βρίσκεται έξω από εσένα; Φέρεις τον θεό μέσα σου και δεν κατανοείς ότι τον μολύνεις με ακάθαρτες σκέψεις και ρυπαρές πράξεις;»
Επίκτητος, Διατριβαί 2.8

Ο θεός στον Επίκτητο είναι παρών σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής. Το ίδιο παρών όμως είναι και ο άνθρωπος, ως μέρος του. Η ελευθερία που τού δίνεται είναι η επιλογή της κρίσης του απέναντι στα πράγματα. Τα γεγονότα πάντοτε θα αποτελούν την υπενθύμιση της προσωπικής επιλογής που βασίζεται στην κρίση των εντυπώσεων. Καλά ή άσχημα, εφόσον δεν εξαρτώνται από τη βούληση, πρέπει να γίνουν δεκτά. Αλλά η ανάμειξη του θεού τελειώνει εδώ. Οι αποφάσεις που θα λάβει ο επιβάτης μόλις κατέβει στη στεριά είναι δικές του. Όπως και η σκηνή. Σαν καλός ηθοποιός πρέπει να παίξει τον ρόλο του. Να ζήσει ευδαίμονα.

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της

3.3.9. Τρεις επιτύμβιοι κούροι από διαφορετικά εργαστήρια


Η τέχνη του μαρμάρου αναπτύχθηκε, όπως είδαμε, ιδιαίτερα στις Κυκλάδες και μάλιστα στη Νάξο και την Πάρο, όπου υπήρχαν τα σημαντικότερα λατομεία. Οι γλύπτες από τα δύο αυτά νησιά ταξίδευαν συχνά έξω από την πατρίδα τους για να εκτελέσουν παραγγελίες. Δεν είναι λοιπόν παράξενο ότι βρίσκουμε έργα τους όχι μόνο σε άλλα νησιά του Αιγαίου, αλλά και στην Πελοπόννησο, την Αττική και τη Βοιωτία. Από ναξιώτικο μάρμαρο και πιθανότατα από Νάξιο γλύπτη είναι φτιαγμένος ένας όμορφος κούρος από τη Μήλο, σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, ο οποίος σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις ήταν επιτύμβιο μνημείο. Το γλυπτό χρονολογείται λίγο πριν από τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. και ξεχωρίζει για τις ραδινές του αναλογίες και το ευαίσθητο αλλά σχετικά επίπεδο πλάσιμο των όγκων.

Την ίδια εποχή, δηλαδή γύρω στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ., στην ηπειρωτική Ελλάδα, στη γλυπτική όπως και στην κεραμική, δύο είναι τα πιο αξιόλογα εργαστήρια: της Αθήνας και της Κορίνθου. Έχουμε την τύχη να μας σώζονται δύο επιτύμβιοι κούροι των χρόνων αυτών και η σύγκρισή τους μας επιτρέπει να διακρίνουμε τα κύρια χαρακτηριστικά των δύο διαφορετικών καλλιτεχνικών παραδόσεων στη γλυπτική.

Από την περιοχή των Μεσογείων της Αττικής προέρχεται ο κούρος της Βολομάνδρας, που βρίσκεται σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Σχετικά λεπτός και νευρώδης, με τετράγωνους ώμους και στενόμακρο πρόσωπο πλαισιωμένο από φλογόσχημους βοστρύχους, ο κούρος δεν έχει πολλά κοινά στοιχεία με τα δύο παλαιότερα αγάλματα από την Ακρόπολη, τον Μοσχοφόρο και τον «ιππέα Rampin», ένδειξη ότι την εποχή αυτή στην Αττική συνυπήρχαν διαφορετικά εργαστήρια. Η εντονότερη πλαστικότητα στη διαμόρφωση του σώματος φανερώνει ότι ο κούρος της Βολομάνδρας είναι λίγο μεταγενέστερος από τον κούρο της Μήλου, ενώ το μαλακότερο πλάσιμο τον συνδέει με τη γλυπτική των Κυκλάδων, ιδιαίτερα με το εργαστήριο της Πάρου. Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι γλύπτες από την Πάρο δούλευαν την εποχή αυτή και στην Αττική, όπως δείχνει η περίπτωση του Αριστίωνα που υπέγραψε το άγαλμα της νεαρής Φρασίκλειας.

Από την Τενέα, λίγο νότια από την Κόρινθο, προέρχεται ένας καλοδουλεμένος κούρος που βρίσκεται σήμερα στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου. Ο κούρος της Τενέας έχει διαφορετική σωματική διάπλαση και αναλογίες από τον σύγχρονό του της Βολομάνδρας. Οι ώμοι του πέφτουν πιο χαμηλά, τα σκέλη του είναι πιο εύσαρκα, η μέση πιο λεπτή. Οι όγκοι του σώματος ξεχωρίζουν πιο έντονα, οι μεταβάσεις είναι λιγότερο μαλακές. Το πρόσωπο είναι σχεδόν τετράγωνο, η μύτη και τα μάτια πιο μικρά. Ο κούρος της Τενέας είναι έργο χαρακτηριστικό της κορινθιακής τέχνης των μέσων του 6ου αιώνα π.Χ. Τα ίδια χαρακτηριστικά τα συναντούμε σε μια σειρά από κορινθιακά χάλκινα αγαλματίδια, πολλά από τα οποία προέρχονται από τον διάκοσμο μεγάλων χάλκινων αγγείων.

Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι: ΙI. ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΣΩΚΡΑΤΙΚΟΥΣ ΣΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ

10.10. Κι ο θάνατος δεν θα ᾽χει καμιά εξουσία


Έζησε πολλά χρόνια ο Επίκουρος, πέρασε χαρές τριγυρισμένος από αγαπημένους φίλους και μαθητές, αλλά πέρασε και στεναχώριες. Σαν κι αυτές που μπορεί να περνά κάθε άνθρωπος: φτώχεια, αρρώστιες, καθημερινά μικροπροβλήματα. Σαν κι αυτές που μπορεί να περνά κάθε δάσκαλος: ανταγωνισμό από τους ομότεχνους, αχαριστία και προδοσία από αγαπημένους μαθητές, όπως ο Τιμοκράτης. Κι αν στην καθημερινή μας ζωή μπορεί να υπάρχουν τόσα πράγματα, τόσες καταστάσεις, τόσα πρόσωπα που μας πονούνε, αυτός ο πόνος μοιάζει λίγος μπροστά σε εκείνον που νιώθουμε εξαιτίας του θανάτου.

Πώς τον αντιμετώπισε ο Επίκουρος; Ούτε ο θάνατος, που ταράζει και κάποτε αλλάζει τη ζωή του καθενός, δεν τάραξε τον φιλοσοφικό του βίο; Φτάνουν οι θεωρητικές διαβεβαιώσεις του ότι ο θάνατος δεν μας αφορά; Έστω, να μη φοβόμαστε τη ζωή μετά τον θάνατο, γιατί δεν υπάρχει· έστω, να μη φοβόμαστε τον ακραίο πόνο πριν από τον θάνατο, γιατί θα κρατήσει λίγο· έστω, να φεύγουμε από τη ζωή με ευγνωμοσύνη για όσα ζήσαμε, γιατί τα ευχάριστα υπερισχύουν σε σύγκριση με τα δυσάρεστα. Τι γίνεται όμως με αυτούς που αφήνουμε πίσω μας; Και τι γίνεται με μας, όταν μας αφήνουν τα αγαπημένα μας πρόσωπα;

Ο Επίκουρος συγκλονίστηκε από τον θάνατο του φίλου του και νεότερου του Μητρόδωρου. Άφησε τον εαυτό του να νιώσει λύπη και να ξεσπάσει σε δάκρυα, γιατί η «απάθεια» μπορεί να οφείλεται σε ωμότητα. Δεν έδειξε αδιαφορία, ούτε έμεινε στα λόγια. Απεναντίας, φρόντισε πρακτικά θέματα, για την ανατροφή των παιδιών του φίλου του, για τα έξοδά τους. Αλλά και στη δική του διαθήκη καθόρισε με λεπτομέρειες την τύχη της περιουσίας του. Μα πάνω από όλα ενδιαφέρθηκε για ένα πράγμα: πώς να έχουν τα μέσα και να συνεχίζουν να φιλοσοφούν οι φίλοι και οι μαθητές του, να φιλοσοφούν και να τον θυμούνται. Γιατί μόνο αυτό νικά τον θάνατο, έλεγε: η «γλυκιά ανάμνηση» των όσων ζήσαμε και των όσων είπαμε μαζί με τους φίλους μας.

Την τελευταία μέρα της ζωής του, παρά τους πολυήμερους πόνους, έγραψε ο Επίκουρος στον φίλο του Ιδομενέα με ατάραχο νου: «Οι πόνοι της κύστης και του στομαχιού συνεχίζονται με τη μεγαλύτερη δυνατή ένταση. Αλλά τους καταπολεμά η χαρά της ψυχής μου από την ανάμνηση των συζητήσεων που κάναμε μαζί.»