Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Εἰρήνη (149-179)

ΤΡ. ἐμοὶ μελήσει ταῦτά γ᾽. ἀλλὰ χαίρετε.
150 ὑμεῖς δέ γ᾽, ὑπὲρ ὧν τοὺς πόνους ἐγὼ πονῶ,
μὴ βδεῖτε μηδὲ χέζεθ᾽ ἡμερῶν τριῶν·
ὡς εἰ μετέωρος οὗτος ὢν ὀσφρήσεται,
κατωκάρα ῥίψας με βουκολήσεται.
ἀλλ᾽ ἄγε, Πήγασε, χώρει χαίρων,
155 χρυσοχάλινον πάταγον ψαλίων
διακινήσας φαιδροῖς ὠσίν.
τί ποεῖς, τί ποεῖς; ποῖ παρακλίνεις
τοὺς μυκτῆρας πρὸς τὰς λαύρας;
ἵει σαυτὸν θαρρῶν ἀπὸ γῆς,
160 κᾆτα δρομαίαν πτέρυγ᾽ ἐκτείνων
ὀρθὸς χώρει Διὸς εἰς αὐλάς,
ἀπὸ μὲν κάκκης τὴν ῥῖν᾽ ἀπέχων,
ἀπό θ᾽ ἡμερίων σίτων πάντων.
ἄνθρωπε, τί δρᾷς, οὗτος ὁ χέζων
165 ἐν Πειραιεῖ παρὰ ταῖς πόρναις;
ἀπολεῖς μ᾽, ἀπολεῖς. οὐ κατορύξεις
κἀπιφορήσεις τῆς γῆς πολλήν,
κἀπιφυτεύσεις ἕρπυλλον ἄνω
καὶ μύρον ἐπιχεῖς; ὡς ἤν τι πεσὼν
170 ἐνθένδε πάθω, τοὐμοῦ θανάτου
πέντε τάλανθ᾽ ἡ πόλις ἡ Χίων
διὰ τὸν σὸν πρωκτὸν ὀφλήσει.
οἴμ᾽ ὡς δέδοικα, κοὐκέτι σκώπτων λέγω.
ὦ μηχανοποιέ, πρόσεχε τὸν νοῦν, ὡς ἐμὲ
175 ἤδη στρέφει τι πνεῦμα περὶ τὸν ὀμφαλόν,
κεἰ μὴ φυλάξεις, χορτάσω τὸν κάνθαρον.
ἀτὰρ ἐγγὺς εἶναι τῶν θεῶν ἐμοὶ δοκῶ·
καὶ δὴ καθορῶ τὴν οἰκίαν τὴν τοῦ Διός.
τίς ἐν Διὸς θύραισιν; οὐκ ἀνοίξετε;

***
ΤΡΥ. Θα ᾽χω το νου μου. Σας αφήνω· γεια σας.
Ο υπηρέτης και τα κορίτσια μπαίνουν στο σπίτι. — Στους θεατές.
150 Κι εσείς, που εγώ για σας πασκίζω τόσο,
κλείστε στερεά κι αέρια για τρεις μέρες·
γιατί αν τα μυριστεί, ψηλά όπως θα ᾽ναι,
κατάκορφα θα ορμήσει να τα χάψει,
κι εγώ θα γκρεμιστώ, θα πάω χαμένος.

Πάμε, Πήγασε· εμπρός, με χαρά!
Τα χρυσά σου τα γκέμια, ντρουν ντρουν, να βροντούν,
και τ᾽ αφτιά να γυαλίζουν στητά.
Μα τί κάνεις, μωρέ, κατά πού
τα ρουθούνια σου γέρνεις; εκεί που περνούν οχετοί;
Αχ υψώσου απ᾽ τη γη θαρρετά·
160 με γοργά κι απλωτά τα φτερά
προς του Δία το παλάτι προχώρει γραμμή,
και σ᾽ αυτές τις κοπριές, στις επίγειες τροφές
μη σιμώνεις τη μύτη σου, μη!
Άνθρωπέ μου, τί κάνεις εκεί
στου Πειραιά τα πορνόσπιτα; Βρε, τ᾽ αμολάς;
Με σκοτώνεις, αλί!
Χώστ᾽ τα αμέσως και μάζεψε πάνω τους χώμα πολύ,
χύσε αρώματα, φύτεψε θρούμπι· γιατί
από δω αν γκρεμιστώ κι αν αυτού
170 πάθω κάτι, εξαιτίας του δικού σου απαυτού
πέντε τάλαντα τότες
θα πληρώσουνε πρόστιμο οι Χιώτες.

Πώς τρέμω! Τώρα δεν το λέω στ᾽ αστεία.
Μηχανικέ, το νου σου· κάτι αέρια
στριφογυρνούν εδώ στον αφαλό μου·
πρόσεξε μη χορτάσω το σκαθάρι.
Μα στους θεούς κοντά θαρρώ πως είμαι·
νά, βλέπω καθαρά του Δία το σπίτι.
Το σκαθάρι σταματά μπροστά στην πόρτα του παλατιού του Δία.
Του Δία ο θυρωρός ποιός είναι; Ανοίξτε.
Χτυπά την πόρτα πολλές φορές.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΚΡΗΤΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ, ΠΑΣΙΦΑΗ

Η Πασιφάη είναι κόρη του Ήλιου και της Περσηίδας, αδελφή του Πέρη και του Αιήτη, του βασιλιά της Κολχίδας, αδελφή της μάγισσας Κίρκη, σύζυγος του Μίνωα.
 
Η ιστορία της είναι συνδεδεμένη με τον άνομο και αφύσικο έρωτά της για τον ταύρο που ανέδυσε ο Ποσειδώνας από τη θάλασσα, σημάδι της προτίμησης των θεών για τον Μίνωα στη διαμάχη που είχε με τους αδελφούς του Ραδάμανθυ και Σαρπηδόνα για την εξουσία. Όμως, ενώ η πράξη αυτή του Ποσειδώνα εξασφάλισε στον Μίνωα αναίμακτα και αναντίρρητα την εξουσία, ο Μίνωας δεν θυσίασε το ζώο, όπως είχε υποσχεθεί· αντίθετα, το έστειλε στα κοπάδια του και λόγω της ομορφιάς του και για να διατηρήσει τη ράτσα του. Για την πράξη αυτή της υπέρβασης της θεϊκής εντολής, ο θεός εξαγρίωσε τον ταύρο, προκαλώντας καταστροφές, και αργότερα ενέβαλε έρωτα στην Πασιφάη για τον ταύρο. Λεγόταν ακόμη ότι ο έρωτας αυτός ήταν έργο της Αφροδίτης, που έτσι τιμώρησε την Πασιφάη, γιατί είχε περιφρονήσει τη λατρεία της θεάς, όπως ο Ιππόλυτος για τον οποίο ενέβαλε έρωτα στην κόρη της Πασιφάης Φαίδρα, αν και ήταν προγονός της. Κατά άλλους ο ασυγκράτητος έρωτας της Πασιφάης για τον ταύρο ήταν στην ουσία μια τιμωρία προς τον πατέρα της Ήλιο, καθώς αυτός αποκάλυψε στον Ήφαιστο τον παράνομο έρωτα της θεάς με τον Άρη.
 
Η Πασιφάη, στην απελπισία της για τον ανεκπλήρωτο έρωτά της, παρακάλεσε τον Δαίδαλο να τη βοηθήσει να ικανοποιήσει τον πόθο της. Ο Δαίδαλος κατασκεύασε ομοίωμα ξύλινης αγελάδας, κούφιας εσωτερικά, τόσο τέλειας και όμοιας με δαμάλα πραγματική που ο ταύρος ξεγελάστηκε. Από την παράδοξη αυτή ένωση του ταύρου και της Πασιφάης, γεννήθηκε ο Μινώταυρος, μισός ταύρος μισός άνθρωπος, που κατοικούσε στο Λαβύρινθο, έργο επίσης του Δαίδαλου, και τρεφόταν με ανθρώπινη σάρκα.
 
Η Πασιφάη θεωρούνταν και αυτή μάγισσα, όπως η αδελφή της Κίρκη και η ανεψιά της Μήδεια. Και αυτό φαίνεται από τη σχέση της με τον Μίνωα. Στην αρχή της βασιλείας του ο Μίνωας δεν έκαμνε παιδιά, γιατί υπέφερε από αφροδίσιο νόσημα: έβγαιναν από το σώμα του ερπετά που έτρωγαν τα σπλάχνα κάθε γυναίκας που ξάπλωνε μαζί του (μνημειωμένη φρίκη από τη μετάδοση δερματικής ασθένειας που σε παρωχημένους χρόνους εξολόθρευσε φυλές). Μόνο η Πασιφάη δεν έπαθε τίποτε, γιατί ήταν κόρη του Ήλιου. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή του μύθου η Πασιφάη του έκανε μάγια, γιατί ο Μίνωας είχε πολλές ερωμένες. Έτσι, οι γυναίκες που πήγαιναν μαζί του τις καταβρόχθιζαν σκορπιοί και φίδια που έβγαιναν από το σώμα του. Τον γιάτρεψε η Πρόκρις, κόρη του βασιλιά της Αθήνας Ερεχθέα.
 
Στη Λακωνία έδειχναν μαντείο της Πασιφάης, όχι οπωσδήποτε της κρητικής γυναίκας του Μίνωα, αλλά της Τρωαδίτισσας Κασσάνδρας, ή της Δάφνης, ή μιας κόρης του Άτλαντα, που αργότερα έγινε μητέρα του Άμμωνα από τον Δία. Όλες αυτές είχαν το προσωνύμιο Πασιφάη. Ωστόσο, η κρητική Πασιφάη φαίνεται ότι ήταν κάτι παραπάνω από βασίλισσα και σύζυγος του Μίνωα, γνωστή για τον αφύσικο έρωτά της και τα διάσημα παιδιά της. Η καταγωγή της από τον Ήλιο, η μαρτυρία του Παυσανία ότι στις Θαλάμες της Μεσσηνίας υπήρχαν δύο χάλκινα αγάλματα , της Πασιφάης και του Ήλιου και ότι Πασιφάη είναι επίκληση της Σελήνης (3.26.1), καθώς και η μαρτυρία του Πλούταρχου ότι το αφιερωμένο στην Πασιφάη μαντείο της Λακωνίας ήταν ονειρομαντείο και ότι αυτοί που ήθελαν να πάρουν χρησμό πήγαιναν και κοιμούνταν εκεί, ώστε την επομένη οι ιερείς να ερμηνεύσουν τα όνειρά τους· και ακόμη, η ικανότητά της να ελέγχει τη γενετήσια λειτουργία με την ασθένεια που εμβάλλει στον Μίνωα καταδεικνύει μια ισχυρή μινωική θεά. Όλα αυτά ανακαλούν στη μνήμη τη Θεά των Όφεων, το ειδώλιο από τα ανάκτορα της Κνωσού, της Ύστερης Εποχής Χαλκού, ca. 1600 π.Χ.
 
Και στον μύθο της Πασιφάης μεταγενέστεροι συγγραφείς αναγνώρισαν παρερμηνείες και επιχείρησαν μια επί το ορθολογικότερον ανάγνωση του μύθου:
 
Τάχα δὲ καὶ Πασιφάη, παρὰ Δαιδάλου ἀκούσασα ταύρου τε πέρι τοῦ ἐν τοῖς ἄστροισι φαινομένου καὶ αὐτῆς ἀστρολογίης, ἐς ἔρωτα τοῦ λόγου ἀπίκετο, ἔνθεν νομίζουσιν ὅτι Δαίδαλός μιν τῷ ταύρῳ ἐνύμφευσεν. (Λουκιανός, περί τῆς ἀστρολογἰης, 16)
 
Εδώ, ο έρως της Πασιφάης για τον ταύρο είναι ο μαθησιακός έρωτας, είναι η γοητεία που άσκησε επάνω της η αφήγηση του Δαίδαλου για τον αστερισμό του ταύρου.

Ο Αριστοτέλης και η εκπλήρωση προσδοκίας ως εγγύηση φιλίας

Το δεδομένο της ωφέλειας που λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος στις σχέσεις των ανθρώπων δεν είναι τίποτε άλλο από την προσδοκία της ισότιμης ανταλλαγής, που θα εξισορροπήσει τη δυναμική των διασυνδέσεων. Δεν μπορεί να υπάρξει σχέση ανάμεσα σε κάποιον που μόνο παίρνει και σε κάποιον που μόνο δίνει. Μια τέτοια εκδοχή είναι μοιραίο να επιφέρει παράπονα.
 
Η ολική δυσαρέσκεια που θα προκύψει (σχεδόν νομοτελειακά) θα διακόψει τις επαφές: «Όπως έχουμε ήδη πει, σε όλα τα είδη φιλίας ανάμεσα σε ανόμοιους ανθρώπους ισότητα δημιουργεί μεταξύ των δύο πλευρών και διασώζει τη φιλία η αναλογία στα ανταλλασσόμενα μεταξύ τους πράγματα» (1163b 1, 34-35).
 
Η λαϊκή ρήση που θέλει τους καλούς λογαριασμούς να κάνουν τους καλούς φίλους φαίνεται να επιβεβαιώνεται από τον Αριστοτέλη, αφού οι ανόμοιοι σε αξία άνθρωποι συσχετίζονται μόνο στη βάση της ισάξιας προσφοράς του ενός προς τον άλλο: «Στη φιλία π.χ. που γεννιέται μεταξύ των συμπολιτών: ο παπουτσής παίρνει για τα παπούτσια που έφτιαξε την αμοιβή που του αξίζει· το ίδιο και ο υφαντής και όλοι οι άλλοι. Εδώ όμως έχει προβλεφθεί σαν κοινό υποχρεωτικό μέτρο το νόμισμα: όλα γίνονται σε αναφορά προς αυτό και με αυτό μετριούνται» (1163b 1, 36-37 και 1164a 1-3).
 
Οι καθημερινές δοσοληψίες της αγοράς αποτελούν ξεκάθαρη συνάφεια των ανθρώπων που αλληλοεξαρτώνται, ώστε να επιτευχθεί η αυτάρκεια όλων στο πλαίσιο της πόλης. Η εξασφάλιση της αυτάρκειας αποτελεί κύριο στοιχείο για τη συνύπαρξη που μέσω αυτής επιδιώκει την επίτευξη της ευτυχίας. Από αυτή την άποψη, οι συναλλαγές με τον παπουτσή ή το χασάπη αποτελούν μορφή φιλίας με την έννοια της επαφής που αποδίδει όφελος και στα δύο μέρη.
 
Η επαφή αυτή, για να συνεχιστεί, πρέπει διαρκώς να εκπληρώνει αυτό που υπόσχεται, δηλαδή την παροχή ποιοτικών προϊόντων σε απόλυτη αναλογία με την τιμή τους από τη μία πλευρά και την εξόφλησή τους με χρήμα από την άλλη. Αν η ποιότητα του παπουτσιού δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες του αγοραστή ή αν ο αγοραστής δεν εξοφλεί το χρέος του, η σχέση είναι αδύνατο να συνεχιστεί.
 
Βεβαίως, στην περίπτωση αυτή η συνέχεια της σχέσης έχει να κάνει μόνο με τη διαρκή εξισορρόπηση της αναλογίας παπούτσια-χρήμα κι όχι με την αξία των συνδιαλεγόμενων ως προσωπικοτήτων. Η εκπλήρωση των προσδοκιών και από τα δύο μέρη είναι το μόνο που ενδιαφέρει. Το χρήμα και ο μόχθος που θα καταβληθούν είναι οι εγγυητές της ισοτιμίας και η μετατροπή αυτή των ανταλλασσόμενων αξιών (κόπου και χρήματος) πρέπει να γίνεται με βάση τη δικαιοσύνη. (Οι όροι που θα συμβεί αυτό επεξηγούνται από τον Αριστοτέλη στο πρώτο βιβλίο από τα «Πολιτικά»).

Τα πράγματα περιπλέκονται, όταν η αποτίμηση της ισάξιας προσφοράς και από τα δύο μέρη είναι δύσκολο να συμβεί: «στην ερωτική όμως φιλία άλλοτε παραπονιέται ο εραστής ότι, ενώ προσφέρει υπερβολική αγάπη δεν εισπράττει ως αντάλλαγμα ανάλογη αγάπη (μολονότι δε λείπουν και οι περιπτώσεις που δεν έχει τίποτε το αξιαγάπητο) και, από την άλλη μεριά, ο αγαπημένος παραπονιέται ότι, ενώ πρώτα ο εραστής του τού υποσχόταν τα πάντα, τώρα δεν εκτελεί τίποτε από όλα αυτά» (1164a 1, 3-7).
 
Σε τέτοιου είδους περιπτώσεις όπου η ανταλλαγή είναι πολυπλοκότερη (δεν αποτιμάται με την ευκολία της κοστολόγησης των παπουτσιών), αυτό που μένει είναι η συναισθηματική είσπραξη του καθενός, ανάλογα με το πόσο έχει επενδύσει στη σχέση. Σε τελική ανάλυση, πρόκειται και πάλι για αποτίμηση προσδοκίας σε κάποιο όφελος, όπου διερευνάται το κατά πόσο έχει εκπληρωθεί: «Όλα αυτά συμβαίνουν όταν ο εραστής αγαπάει τον αγαπημένο του για την ηδονή και εκείνος τον εραστή του για το όφελος και τα δύο αυτά στοιχεία δεν υπάρχουν στους δυο τους: αφού η φιλία τους βασιζόταν σ’ αυτά, η φιλία αυτή διαλύεται, όταν δεν εκπληρώνονται αυτά που ήταν ο σκοπός της φιλικής τους σχέσης· γιατί ο καθένας από τους δύο δεν αγαπούσε και δεν έκανε φίλο του τον άλλο γι’ αυτό που ήταν, αλλά για τις ιδιότητες που είχε, ιδιότητες όμως που δεν έχουν μονιμότητα και διάρκεια…» (1164a 1, 7-13).
 
Εν τέλει, όλες οι παρεξηγήσεις αφορούν την προσδοκώμενη ωφέλεια του καθενός, που άλλα υπολόγιζε κι άλλα βρήκε, δηλαδή που δεν εισέπραξε αυτά που επιθυμούσε: «Διενέξεις δημιουργούνται μεταξύ αυτών των φίλων όταν ο καθένας τους παίρνει από τη φιλία τους κάτι διαφορετικό και όχι αυτό που επιθυμεί· γιατί είναι σαν να μην παίρνει τίποτε, όταν δεν παίρνει αυτό που επιθυμεί…» (1164a 1, 15-17).
 
Το ερώτημα που προκύπτει, ιδίως στις σχέσεις όπου ανταλλάσσονται αξίες ασαφούς προσδιορισμού, δηλαδή μη μετρήσιμου με όρους ξεκάθαρα αντικειμενικούς (όπως στην περίπτωση των εραστών), αφορά το πρόσωπο που δικαιούται να καθορίσει την αξία, ώστε να προσδιοριστεί με σαφήνεια ποιος αδικείται από το να μην εισπράττει το όφελος που του αξίζει. Με άλλα λόγια, ποιος έχει το δικαίωμα να αποτιμήσει το ύψος της προσδοκίας, ώστε να διαπιστωθεί αν πράγματι εκπληρώθηκε ή όχι: «Τίνος όμως δουλειά είναι να καθορίσει την αξία; Αυτού που δίνει ή αυτού που παίρνει;» (1164a 1, 25-26).
 
Ως παράδειγμα επικαλείται τον Πρωταγόρα: «Γιατί αυτός που δίνει μοιάζει να αφήνει αυτό το πράγμα στον άλλο – κάτι που λένε ότι έκανε ο Πρωταγόρας· όταν, δηλαδή, δίδασκε σε κάποιον κάτι –ό,τι κι αν ήταν αυτό–, σύστηνε στο μαθητή του να εκτιμήσει αυτός την αξία αυτών που είχε μάθει, κι έπαιρνε τόσα» (1164a 1, 26-29). Άλλοι πάλι πιστεύουν ότι η αποτίμηση της αξίας πρέπει να είναι προσυμφωνημένη: «Σ’ αυτού όμως του είδους τις περιπτώσεις κάποιοι προτιμούν να ακολουθούν “στον καθένα η αμοιβή που συμφωνήθηκε”» (1164a 1, 30).
 
Η περίπτωση της είσπραξης πριν από την προσφορά της υπηρεσίας κρίνεται επίφοβη, αφού και πάλι μπορεί να προκαλέσει διενέξεις: «Αυτοί που παίρνουν από πριν τα χρήματα και ύστερα, λόγω των υπερβολικών τους υποσχέσεων, δεν κάνουν τίποτε από αυτά που επαγγέλθηκαν, είναι φυσικό να ξεσηκώνουν σε βάρος τους παράπονα, αφού δεν εκτελούν αυτά που συμφώνησαν» (1164a 1, 31-34).

Από κει και πέρα, σε περιπτώσεις όπου το όφελος δεν είναι αυστηρά προκαθορισμένο, επειδή δεν μπορεί διατυπωθεί επακριβώς (όπως στις σχέσεις των εραστών), ο καθένας θα λειτουργήσει ανάλογα με την ευχαρίστηση που εισπράττει ή τη δυσαρέσκεια. Το ότι η ερωτική σχέση δεν έχει την ευδιάκριτα ωφελιμιστική οπτική των τυπικών συναλλαγών, δε σημαίνει ότι απαλλάσσεται από τη διεκδίκηση της ωφέλειας. Το συναίσθημα που αντλείται ή το αίσθημα της ασφάλειας και της πληρότητας είναι η είσπραξη των συμμετεχόντων, κι όταν αυτά παύουν να εκπληρώνονται, οι διενέξεις θα οδηγήσουν στη διάλυση.
 
Σε κάθε περίπτωση, οι συνάφειες των ανθρώπων πρέπει να καθορίζονται από το όφελος που θα διεκδικήσουν όλες οι πλευρές. Το μονόπλευρο όφελος σε μία σχέση είναι η αδικία, που θα λειτουργήσει διασπαστικά. Και φυσικά, όλα αυτά αφορούν τις σχέσεις των ελεύθερων ανθρώπων. Γιατί οι δούλοι δεν έχουν δικαίωμα συμμετοχής στην ωφέλεια: «Όπου κάνει κανείς προσφορές με τη συμφωνία για κάποια ανταπόδοση, είναι ασφαλώς προτιμότερο η ανταπόδοση να γίνεται με έναν τρόπο που να τον βρίσκουν σωστό και οι δύο πλευρές» (1146b 1, 7-9).
 
Κι αν αυτό δεν είναι εφικτό, είναι προτιμότερο να έχει το προβάδισμα αυτός που δέχεται την προσφορά κι όχι αυτός που τη δίνει: «αν αυτό δεν είναι δυνατό, τότε θα φαινόταν όχι μόνο αναγκαίο, αλλά και δίκαιο, να ορίσει την αξία της προσφοράς αυτός που τη δέχτηκε» (1146b 1, 9-11).
 
Εξάλλου, αυτός είναι και ο τρόπος που λειτουργεί η αγορά. Ο παπουτσής που θα τιμολογήσει αστρονομικά τα παπούτσια του προφανώς δε θα τα πουλήσει. Πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη του τις τιμές της αγοράς και να προσαρμοστεί σ’ αυτές. Και οι τιμές της αγοράς είναι αλληλένδετες με τις προτεραιότητες και την οικονομική δυνατότητα των αγοραστών.
 
Αντιλαμβανόμενοι ότι οι φιλίες που σχετίζονται με την ωφέλεια έχουν να κάνουν πρωτίστως με την ισότιμη ανταπόδοση αυτών που λαμβάνει κανείς, καθίσταται σαφές ότι οι σχέσεις που ορίζονται από την αρετή, δηλαδή το ανώτερο είδος φιλίας, αν και δεν απαλλάσσονται από την ωφέλεια, δεν την προσμετρούν με τον ίδιο αυστηρά μελετημένο τρόπο: «Η φιλία που συνάπτεται για το όφελος δίνει ένα πλήθος από αφορμές για παράπονα· γιατί, καθώς η σχέση των δύο φίλων βασίζεται στο όφελος, ο καθένας τους απαιτεί πάντοτε το μεγαλύτερο μερτικό και θεωρεί ότι παίρνει λιγότερα από αυτά που θα έπρεπε, με αποτέλεσμα να κατηγορούν ο ένας τον άλλο ότι δεν παίρνουν όσα αξιώνουν, μολονότι τα αξίζουν. Αυτοί όμως που κάνουν καλό, δεν μπορούν να παρέχουν σ’ αυτούς που δέχονται το καλό τόσα όσα αυτοί αξιώνουν» (1162b 13, 18-24).
 
Και βέβαια, όταν κάποιος κάνει το καλό, εννοείται ότι ασκεί την αρετή. Ο Αριστοτέλης θα επαναδιατυπώσει την άποψη: «… αυτοί που δίνουν επειδή απλώς ο ένας θέλει το καλό του άλλου είναι, όπως το είπαμε ήδη, απαλλαγμένοι από παράπονα και κατηγόριες (αυτή είναι η φιλία που βασίζεται στην αρετή) και η ανταπόδοση πρέπει να γίνεται στη βάση των προθέσεων και των επιλογών τους (αυτές αποτελούν το κύριο χαρακτηριστικό του φίλου και της αρετής)» (1146a 1, 40 και 1146b 1, 1-3).

Οι γνήσιοι φίλοι δεν έχουν ανάγκη με μετρήσουν την ωφέλεια που μπορεί να προσφέρει ο ένας στον άλλο στη βάση της καθημερινής συναλλαγής. Δε θα υπολογίσουν, δηλαδή, αν το δώρο που έκανε ο ένας ήταν ακριβότερο από εκείνο που έκανε ο άλλος. Οι ωφέλειες αυτού του είδους δεν έχουν κανένα νόημα μπροστά στην ανεκτίμητη αμοιβαία ωφέλεια της αληθινής φιλίας που προσφέρει ο ένας στον άλλο. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι θα κάνει δώρα ή κεράσματα μόνο ο ένας και ποτέ ο άλλος, αφού μια τέτοια σχέση τείνει προς την εκμετάλλευση. Το αντάλλαγμα του γνήσιου φίλου δε χρειάζεται να είναι ισόποσο, αλλά ανάλογο των δυνατοτήτων του. Εξάλλου, και μόνο η πρόθεση είναι αρκετή.
 
Με τον ίδιο τρόπο αποτιμάται και η προσφορά της φιλοσοφίας, που ασφαλώς είναι επίσης αλληλένδετη με την αρετή: «Έτσι είναι αρμόζον να γίνονται τα πράγματα και μεταξύ αυτών που συνδέονται μεταξύ τους στο χώρο της φιλοσοφίας· γιατί εδώ η αξία της προσφοράς δε μετριέται με το χρήμα, και ούτε θα μπορούσε να υπάρξει τιμή ακριβώς αντίστοιχη προς αυτήν· ίσως είναι αρκετό να κάνει κανείς αυτό που μπορεί…» (1164b 1, 3-5).
 
Κι όχι μόνο αυτό, αλλά στην περίπτωση που οι σχέσεις διέπονται από την αρετή υπάρχουν περιπτώσεις που δε θα έπρεπε να υπάρχει καμία ανταπόδοση, αφού μια τέτοια ανταποδοτική συμπεριφορά θα μπορούσε να εκληφθεί ως αποστασιοποίηση, ως μη επιθυμία αποδοχής ενός δώρου, υποβαθμίζοντας τη σχέση από το επίπεδο της αρετής στην κατώτερη μορφή της ωφέλειας. Μια τέτοια άκομψη ισότιμη ανταπόδοση θα έκανε κάποιος από τυπικότητα, για να δείξει ότι δεν αποδέχεται το άνοιγμα του άλλου. Ενδεχομένως να λειτουργούσε ακόμη και προσβλητικά: «… μερικές φορές δεν είναι καν σωστό να ανταποδίδει κανείς το ίσο για μια εξυπηρέτηση που προηγήθηκε, αν ο ένας έκανε την εξυπηρέτησή του σε κάποιον που ξέρει ότι είναι καλός άνθρωπος, αυτός όμως κάνει την ανταπόδοση σε έναν άνθρωπο για τον οποίο πιστεύει ότι είναι κακός» (1165a 2, 5-8).
 
Το ζήτημα της διάλυσης των φιλικών σχέσεων, όταν στηρίζονται στο όφελος ή την ευχαρίστηση, έχει σχεδόν απαντηθεί. Οι σχέσεις αυτές είναι εύθραυστες και μπορούν να διαλυθούν, όταν το αντικείμενο της ευχαρίστησης ή της ωφέλειας παύει να υφίσταται. Οι άνθρωποι που συνάπτουν φιλίες τέτοιου είδους ουσιαστικά δεν αγαπούν τους ανθρώπους που συναναστρέφονται, αλλά αυτά που απολαμβάνουν: «Οι άνθρωποι αυτοί ήταν, στην πραγματικότητα, φίλοι αυτών των πραγμάτων· όταν λοιπόν αυτά έλειψαν, φυσικά είναι να μην αγαπάει ο ένας τον άλλο» (1165b 3, 4-5).
 
Το θέμα είναι τι πρέπει να κάνει κανείς, όταν έρχεται σε διένεξη κι απογοητεύεται από κάποιον που θεωρεί αληθινό του φίλο: «Αν όμως δεχτεί κανείς κάποιον ως φίλο του πιστεύοντας πως είναι καλός άνθρωπος και αυτός γίνει κακός –ή έστω έτσι του φαίνεται–, άραγε πρέπει να εξακολουθήσει να τον αγαπάει και να τον έχει φίλο του;» (1165b 3, 14-16).
 
Για τον Αριστοτέλη μια τέτοια εκδοχή είναι αδύνατη, αφού κάποιος που είναι καλός άνθρωπος είναι αδύνατο να γίνει κακός. Αν γίνει αποδεκτό κάτι τέτοιο, τότε αίρεται η μονιμότητα της αρετής, η οποία μπορεί να έρχεται και να παρέρχεται: «Μήπως όμως αυτό δεν είναι καν δυνατό, δεδομένου ότι άξιο να αγαπηθεί δεν είναι το καθετί παρά μόνο το αγαθό; Το κακό ούτε άξιο να αγαπηθεί είναι ούτε και πρέπει. Φίλος του κακού κανείς δεν πρέπει να είναι, ούτε να μοιάζει με τον κακό· και εμείς έχουμε πει ότι το όμοιο αγαπάει το όμοιο» (1165b 3, 16-19).

Από αυτή την άποψη, ή και ο ίδιος που σύναψε φιλίες με έναν κακό είναι κακός ή δεν έχει σωστά κριτήρια στην επιλογή φίλων, ώστε τελικά να νιώθει προδομένος. Πρέπει κανείς να έχει ορθή κρίση και να μπορεί να διαβλέπει την κακή συμπεριφορά από τα πρώτα της σημάδια. Οι άνθρωποι που νιώθουν προδομένοι από τους φίλους τους κατά βάση προδίδονται από το ένστικτο και τα κριτήρια που οι ίδιοι έχουν στην επιλογή τους. Κι αυτή είναι ίσως η σκληρότερη ματαίωση της προσδοκίας που έχει κανείς από τον άλλο, αφού εν τέλει στρέφεται προς τον ίδιο του εαυτό.
 
Όμως, επειδή ακριβώς η αρετή δε φθείρεται, το ζήτημα μπορεί να τεθεί και διαφορετικά. Αν κάποιος είναι βέβαιος για την αρετή του άλλου, δεν πρέπει να διαλύσει τη φιλία με την πρώτη ανάρμοστη συμπεριφορά. Ίσως να υπάρχει λόγος που ο άλλος συμπεριφέρεται με τέτοιο τρόπο. Ίσως να περνάει δυσκολίες που αδυνατεί να διαχειριστεί και βγάζει αρνητικότητα. Για να διακόψει κανείς τη φιλία με ένα τέτοιο άτομο, πρέπει να βεβαιωθεί ότι πρόκειται πράγματι για ανάξιο άτομο, δηλαδή να παραδεχτεί ότι έσφαλε στην μέχρι τώρα κρίση που είχε γι’ αυτό. Γενικά, η βιασύνη δεν είναι καλός σύμβουλος για τις ανθρώπινες σχέσεις ούτε στη σύναψη ούτε και στη διάλυση μιας φιλίας: «Πρέπει λοιπόν κανείς να διαλύει αμέσως τη φιλία; Ίσως όχι σε όλες τις περιπτώσεις, αλλά μόνο στην περίπτωση που ο άλλος είναι αθεράπευτα κακός» (1165b 3, 20-21).
 
Αν, όμως, βρίσκει ακόμη σημεία της αρετής στον άλλον δεν πρέπει να διακόψει τη φιλία. Πρέπει να του σταθεί και να τον βοηθήσει να στραφεί προς την κατεύθυνση της αρετής. Κι αυτό ίσως είναι το χρέος του φίλου: «σ’ αυτούς που έχουν δυνατότητα βελτίωσης πρέπει να προσφέρουμε βοήθεια για τη βελτίωση του χαρακτήρα τους μεγαλύτερη από αυτή που τους προσφέρουμε για τη σωτηρία της περιουσίας τους, και αυτό για το λόγο ότι το πρώτο δείχνει μεγαλύτερη καλοσύνη και σχετίζεται σε μεγαλύτερο βαθμό με την ουσία της φιλίας» (1165b 3, 21-24).
 
Από την άλλη, δεν είναι παράλογο το να εγκαταλείψει κανείς μια τέτοια φιλία. Ως ένα βαθμό το ζήτημα έχει να κάνει με τις δυνάμεις του ανθρώπου, που θα προσπαθήσει να παλέψει επαναφέροντας το φίλο στην αρχική του συμπεριφορά. Αν ξεπεραστεί το σημείο της ανοχής του, είναι προφανώς φυσιολογικό να διακόψει τις σχέσεις: «Αυτός, πάντως, που διαλύει μια τέτοια φιλία δε θεωρείται ότι κάνει κάτι το άτοπο· ο λόγος είναι ότι δεν ήταν φίλος ενός τέτοιου ανθρώπου· τώρα λοιπόν που ο άνθρωπος αυτός είναι πια ένας άλλος, και ο ίδιος βρίσκεται σε απόλυτη αδυναμία να τον σώσει και να τον επαναφέρει στην προηγούμενη κατάστασή του, απομακρύνεται από αυτόν» (1165b 3, 24-26).
 
Αυτό που μένει είναι η διερεύνηση της τελευταίας περίπτωσης που μπορεί να υπονομεύσει τη φιλία: «Αν όμως ο ένας φίλος μένει όπως ήταν, ενώ ο άλλος γίνεται καλύτερος και στο τέλος ξεπερνάει κατά πολύ τον πρώτο στην αρετή, τότε μπορεί άραγε ο δεύτερος να εξακολουθήσει να έχει φίλο του τον πρώτο; Σίγουρα αυτό δεν είναι δυνατό. Το πράγμα γίνεται ιδιαίτερα φανερό, αν η μεταξύ τους απόσταση γίνει πολύ μεγάλη, όπως συμβαίνει, επιπαραδείγματι, στις φιλίες μεταξύ παιδιών: αν ο ένας έχει παραμείνει στο μυαλό παιδί και ο άλλος έχει γίνει ένας τέλειος άντρας, πώς μπορούν πια να είναι φίλοι, αφού δε θα τους ευχαριστούν πια τα ίδια πράγματα και ούτε αισθάνονται χαρά ή λύπη για τα ίδια πράγματα;» (1165b 3, 27-33).
 
Οι παιδικές φιλίες (όπως και οι παιδικοί έρωτες) διακρίνονται από αβεβαιότητα με την έννοια ότι το αδιαμόρφωτο του παιδικού χαρακτήρα δεν μπορεί να εγγυηθεί την ποιότητα των επιλογών. Όμως και πέρα από αυτό, ακόμη κι αν οι επιλογές είναι σωστές, αυτό αφορά αποκλειστικά τη στιγμή που συμβαίνουν, χωρίς να μπορεί να προκαθοριστεί, αν θα παραμείνουν σωστές και στο μέλλον. Η διάπλαση των νέων ενδέχεται να επιφέρει αποστάσεις. Το έμπειρο μάτι ενός ενήλικα ίσως να διακρίνει (κι όχι με βεβαιότητα) ποιες παιδικές σχέσεις μπορούν να αντέξουν. Κάτι τέτοιο, όμως, κρίνεται αδύνατο για τα παιδιά. Από την άλλη, αν η παιδική φιλία αντέξει στο χρόνο, τότε είναι ίσως η γνησιότερη μορφή φιλίας που μπορεί να υπάρξει, αφού τα βιώματα που συνδέουν τα δύο μέρη κάνουν τη σχέση ανεξίτηλη.
 
Σε κάθε περίπτωση είναι ωραίο να κρατάει κανείς τις παιδικές του αναμνήσεις και να θυμάται τους φίλους εκείνης της εποχής, ασχέτως αν αργότερα η φιλία δεν αποδείχθηκε τόσο δυνατή στο χρόνο. Αρκεί βέβαια, να μη διαλύθηκε λόγω κακίας: «Σίγουρα πρέπει να διατηρήσει ανάμνηση της παλαιότερης φιλίας τους, και όπως ακριβώς θεωρούμε ότι πρέπει να κάνουμε χάρες μάλλον στους φίλους μας παρά στους ξένους, έτσι και σ’ αυτούς που υπήρξαν κάποτε φίλοι μας πρέπει να προσφέρουμε κάτι για χάρη της παλαιότερης φιλίας μας – φτάνει η διάλυση της φιλίας να μην έγινε λόγω υπερβολικής τους κακίας» (1165b 3, 37-41).
 
Αριστοτέλης: Ηθικά Νικομάχεια

Γλώσσα του σώματος. Διαίσθηση ή πρακτική

Αν σταθείτε σε μια γωνία ενός δρόμου και παρατηρήσετε τον κόσμο που περνάει θα καταλάβετε αν κάποιος είναι ντροπαλός, εξωστρεφής, στενοχωρημένος ή γεμάτος αυτοπεποίθηση. Το εντυπωσιακό στην όλη διαδικασία είναι ότι θα καταλάβετε κάποια πράγματα γι' αυτόν χωρίς να τον ξέρετε, χωρίς να τον έχετε ξαναδεί και χωρίς να του μιλήσετε.

Πολλοί έχουν καλή όραση μα δεν μπορούν να δουν.

Σύμφωνα με τις αρχές της ψυχολογίας, η γλώσσα του σώματος σε αντίθεση με τη λεκτική επικοινωνία αποτελεί αδιάψευστη ομολογία των συναισθημάτων και της ψυχολογικής κατάστασης ενός ατόμου και, κατανοώντας τις βασικές αρχές της, μπορούμε να διακρίνουμε τις αληθινές προθέσεις του ανθρώπου που έχουμε απέναντί μας. Στην εποχή μας, που το νόημα των λέξεων κινδυνεύει να εκφυλιστεί σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής μας ζωής μέσα από τα κλισέ και τις υπερβολές, οι ανθρώπινες σχέσεις φαντάζουν πολύ δύσκολες γιατί σπάνια συνάδουν με τα λόγια. Η εξωλεκτική επικοινωνία όμως όπως η στάση του σώματος, οι εκφράσεις του προσώπου μας, οι κινήσεις και το βλέμμα μας παραμένει γνήσια ως προς την έκφραση των συναισθημάτων μας. Ενώ τις λέξεις που χρησιμοποιούμε όταν μιλάμε τις μαθαίνουμε, η γλώσσα του σώματος είναι υποσυνείδητη, αυτόματη και κατά κύριο λόγο διαπολιτισμική.
Ενώ οι λέξεις πληροφορούν, η γλώσσα του σώματος δίνει νοήματα.
Έστω και αν είναι μια βαθιά ανθρώπινη επικοινωνία, ωστόσο, στον κόσμο των επιχειρήσεων η αποκωδικοποίησή της έχει αξιολογηθεί ως ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Όσοι δεν μπορούν να καταλάβουν γιατί μάταια αγωνίζονται να πείσουν τους άλλους να τύχουν της ανταπόκρισής τους και να κερδίσουν την προσοχή τους ίσως να μην γνωρίζουν πώς να χρησιμοποιήσουν το 93% της επικοινωνίας που δεν είναι λεκτική, αλλά ένας αποτελεσματικός συνδυασμός φωνής, σωματικής στάσης και χειρονομιών. Άλλωστε ας μη ξεχνάμε ότι μόλις ένα 7% της ανθρώπινης επικοινωνίας πετυχαίνεται με τα λόγια.

Διεκδικώ το χώρο σου…

Οι άνθρωποι ακουμπούν πάνω σε άλλους ανθρώπους ή αντικείμενα για να δείξουν το δικαίωμά τους πάνω τους. Όταν το άτομο ακουμπά στην ιδιοκτησία του, αυτό γίνεται προέκταση του σώματος του και με αυτό τον τρόπο δείχνει στους άλλους ότι του ανήκει. Αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σαν μέθοδος εκφοβισμού ή κυριαρχίας, όταν το αντικείμενο που ακουμπάμε ανήκει σε κάποιον άλλο. Ένας εύκολος τρόπος να τρομοκρατήσεις κάποιον είναι να ακουμπήσεις ή να χρησιμοποιήσεις τα πράγματά του χωρίς την άδεια του. Ένας πωλητής που επισκέπτεται έναν πελάτη στο προσωπικό του χώρο, συμβουλεύεται προτού καθίσει ποια είναι η καρέκλα του, άσχετα με το αν ο πελάτης του πει να καθίσει ελεύθερα όπου θέλει. Αν κάτσει σε λάθος καρέκλα μπορεί να εκφοβίσει τον πελάτη ο οποίος θα αρχίσει να νοιώθει μια αντιπάθεια, χωρίς ουσιαστικά να μπορεί και ο ίδιος να δικαιολογήσει τον εαυτό του γιατί αντιδρά στα όσα λέει ο πωλητής, και το αποτέλεσμα θα είναι καταστροφικό για την πώληση.

Κοίτα με στα μάτια…
Αν τύχει να αιφνιδιαστείς, να εκπλαγείς από κάποιον, προσπάθησε να μείνεις ήρεμος. Κοίταξέ τον αμέσως στα μάτια και προσπάθησε να διατηρήσεις οπτική επαφή μαζί του. Με τον τρόπο αυτό, το μόνο που θα προσέξει είναι τα μάτια σου.

Χαμογέλα μου…
Τη δεκαετία του 1840, ο Γάλλος γιατρός Guillaume Duchenne άρχισε να μελετάει τη φυσιολογία των εκφράσεων του προσώπου. Ο  Duchenne προσδιόρισε τη διαφορά μεταξύ ενός ψεύτικου ή «κοινωνικού» χαμόγελου – που σχηματίζεται συνειδητά, με τη χρήση μόνο των μυών του στόματος- και ενός ειλικρινούς, αυθόρμητου χαμόγελου, στο οποίο συμμετέχουν οι μύες τόσο του στόματος όσο και των ματιών. Προς τιμή του τα γνήσια χαμόγελα ονομάζονται σήμερα «χαμόγελα Duchenne». Τα ψεύτικα χαμόγελα, από την άλλη, ονομάζονται μερικές φορές «χαμόγελα Pan Am», κοροϊδευτικά προς τιμή των αεροσυνοδών της συγκεκριμένης αεροπορικής εταιρείας, όπως εμφανίζονταν στις πρώτες τηλεοπτικές διαφημίσεις.

Ακούστε τη φωνή σας…
Δεν είναι μόνο το τι λέμε που μετράει, αλλά και πώς το λέμε!   Κάντε το εξής απλό τεστ. Διηγηθείτε το γνωστό παιδικό παραμύθι «τα τρία γουρουνάκια» σε ένα παιδάκι και τη μία φορά παραστήστε τον λύκο με χοντρή, δυνατή και άγρια φωνή, και την άλλη με ψιλή, ψιθυριστή και γλυκιά φωνή!  Μπορείτε να μαντέψτε τις αντιδράσεις του παιδιού;

Δοκιμάστε να πείτε το ίδιο πράγμα καμπουριάζοντας και τρώγοντας τα νύχια σας τη πρώτη φορά και στέκοντας ευθυτενής με το κεφάλι ψηλά τη δεύτερη!  Πώς νιώθετε;

Πείτε επίσης την ίδια φράση μπροστά στον καθρέφτη σας έχοντας στο μυαλό σας διαφορετικά συναισθήματα (χαρούμενοι, βαριεστημένοι, θυμωμένοι).

Ζητώ το χέρι σου…
Μια χειραψία επίσης λέει πολλά. Μια χαλαρή, άτονη, άνευρη χειραψία δηλώνει χαλαρή ή και αδιάφορη πρόθεση και δίνει στοιχεία για την προσωπικότητα αυτού που την κάνει.  Αντίστοιχα, ένα δυνατό σφίξιμο, με σιγουριά, δηλώνει άτομο σίγουρο για τον εαυτό του και με αυτοπεποίθηση.

Καθρέφτη καθρεφτάκι μου…
Τι βλέπετε στον καθρέφτη σας;  Και τι βλέπουν οι άλλοι σε εσάς;  Το στυλ των ρούχων, το χρώμα, το χτένισμα των μαλλιών, τα παπούτσια, η συνολική σας εμφάνιση αποκαλύπτει πολλά για εσάς.  Ακόμη και τα χρώματα έχουν διαφορετική επίδραση στη διάθεσή μας.  Η συνολική μας εμφάνιση αλλάζει τους φυσιολογικούς ρυθμούς αλλά και την κρίση αυτών που μας κοιτάζουν.  Απλώς σκεφτείτε πόσες φορές έχετε   σχηματίσει γνώμη για κάποιον από την εξωτερική του εμφάνιση και την πρώτη εντύπωση.

Watson: “Ο άντρας αυτός έμοιαζε με γιατρό. Συμπεριφερόταν ένας γιατρός. Είχε πτυχίο γιατρού στον τοίχο, όπως όλοι οι γιατροί. Πώς κατάλαβες ότι ήταν κομπογιανίτης;»
Holmes: “Πολύ απλό αγαπητέ μου Watson. Μπορούσα να διαβάσω τα γράμματά του» (Arthur C. Doyle).

Ακόμη και η γραφή ή η υπογραφή μας στέλνει μηνύματα στον αναγνώστη για την προσωπικότητα αλλά και την κοινωνική μας ταυτότητα και είναι αρκετές οι φορές που πρέπει να διαβάσουμε ανάμεσα στις γραμμές για να καταλάβουμε το νόημα.

Οι χειρονομίες και η στάση του σώματος μπορεί να δώσουν έμφαση στις λέξεις όπως για παράδειγμα οι σφιγμένες γροθιές όταν κάποιος είναι θυμωμένος, το υψωμένο χέρι όταν χαιρετά, το κατεβασμένο κεφάλι όταν είναι στεναχωρημένος. Έμμεσα σημάδια έχουν συχνά νόημα όπως άγριες χειρονομίες μπορεί να δείχνουν νευρικότητα, το καμπούριασμα μπορεί να είναι ένα σημάδι χαμηλής αυτοπεποίθησης. Ωστόσο, η γλώσσα του σώματος μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένη ερμηνεία. Κάποιος που κάθεται σε μια στάση λεωφορείου που κάνει κρύο, είναι πολύ πιθανό να έκατσε με τον τρόπο αυτό (χέρια διπλωμένα μπροστά στο στήθος) για να προστατευτεί από το κρύο κι όχι για να πάρει θέση άμυνας όπως υποδηλώνει στη γλώσσα του σώματος αυτή η στάση. Ακόμη και η πολιτισμική ετικέτα μπορεί να μας οδηγήσει σε λανθασμένες εντυπώσεις διότι κάθε πολιτισμός δίνει διαφορετικές ερμηνείες σε χειρονομίες ή τοποθετήσεις του σώματος όπως για παράδειγμα η «μούντζα» που είναι ελληνικής προέλευσης κι επομένως κατανοητή μόνο από άτομα που έχουν οικειότητα με τον νεοελληνικό πολιτισμό.

Συνεπώς, για να συνάγουμε συμπεράσματα οφείλουμε να λάβουμε όλες τις παραμέτρους υπόψη μας (χώρος, βασική συμπεριφορά, πολιτισμός, συνθήκες κλπ) να γνωρίζουμε σε βάθος τον τρόπο αποκωδικοποίησης των μη λεκτικών μηνυμάτων και κυριότερα να είμαστε παρατηρητικοί.

Αυτός που έχει μάτια να δει κι αφτιά ν ακούσει, σύντομα θα πειστεί ότι κανένας θνητός δεν μπορεί να κρατήσει μέσα του κανένα μυστικό. Αν τα χείλη του είναι σφραγισμένα, θα φλυαρεί με τις άκρες των δακτύλων του

Τα παιδικά μας βιώματα και πως σχετίζονται με χαμηλή αυτοεκτίμηση

Οι εμπειρίες που έχουμε ως παιδιά και ως έφηβοι μπορεί να παίξουν καθοριστικό ρόλο στο να διαστρεβλώσουν την εικόνα που έχουμε για τον ίδιο μας τον εαυτό.

Η αυτοεκτίμηση προκύπτει σταδιακά μέσα από τα βιώματα και τις εμπειρίες που αποκτούμε και μέσα από τη σχέση μας με τους ‘’σημαντικούς άλλους’’ για εμάς που πιθανόν είναι η μητέρα μας, ο πατέρας μας, τα αδέλφια μας, ίσως και κάποιοι φίλοι μας και συνομήλικοι μας.

Εάν οι "σημαντικοί άλλοι" μας δώσουν ασφάλεια, συνέπεια και σταθερότητα με τη συμπεριφορά τους, την ευκαιρία για αυτονομία και πρωτοβουλία, τότε πιθανόν θα αναπτύξουμε εμπιστοσύνη προς τον κόσμο και προς τον εαυτό μας και τις δυνάμεις μας.

Οι σημαντικοί άλλοι και οι πεποιθήσεις αποτυχίας

Σε αντίθετη περίπτωση, η έλλειψη στήριξης, η έλλειψη ασφάλειας και σταθερότητας, η έλλειψη επιβράβευσης και η συνεχής κριτική, η υπερπροστασία, η απόρριψη, οι πολύ υψηλές προσδοκίες από τους "σημαντικούς κυρίως άλλους" και η απαίτηση τους για "τελειότητα", το αίσθημα του ανικανοποίητου όταν τονίζονται συνεχώς οι ατέλειες και τα ελαττώματα οδηγεί σε έλλειψη εμπιστοσύνης του κόσμου και του εαυτού. Πιθανόν θα ενεργοποιηθούν μέσα μας πεποιθήσεις όπως "μπορεί να αποτύχω", "οι άλλοι είναι καλύτεροι από μένα", "δεν μπορώ να καταφέρω πολλά πράγματα χωρίς την στήριξη των άλλων", "δεν πρέπει να έχω ατέλειες αλλιώς οι άλλοι δε θα με αποδέχονται".

Υπάρχει και το ενδεχόμενο ένα παιδί να εισπράξει αγάπη, φροντίδα, προσοχή αλλά με λάθος τρόπο. Όπως για παράδειγμα μια μητέρα που υπερπροστατεύει το παιδί της και φοβάται και αγχώνεται πολύ για αυτό μπορεί να του περάσει το μήνυμα ότι είναι αδύναμο και ευάλωτο. Επιπλέον οι συνεχείς συμβουλές της μητέρας ακόμα και εάν κρύβουν την καλύτερη πρόθεση μπορεί να ενεργοποιήσουν την πεποίθηση ότι χρειάζεται συμβουλές και δεν μπορεί να τα καταφέρει μόνο του.

Χαμηλή σχολική επίδοση, άγχος εξετάσεων, δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις, έλλειψη ψυχικής ισορροπίας, λανθασμένες επαγγελματικές επιλογές είναι μερικές μόνο από τις συνέπειες της χαμηλής αυτοεκτίμησης.

Η αγάπη για τον εαυτό μας είναι να υπάρχει μία υγιής αυτοεκτίμηση που να είναι σταθερή, στο πέρασμα του χρόνου, με τις συνθήκες και δε θα πρέπει σε καμία περίπτωση να συγχέεται με την διογκωμένη αυτοεκτίμηση.

Αποδοχή του εαυτού και ψυχική ισορροπία

Η πρώτη εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας που εξαρτάται από τις εμπειρίες της παιδικής μας ηλικίας διατηρείται και στην ενήλικη μας ζωή. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι δεν αλλάζει. Αρκεί να θέσουμε κάποια πράγματα συνειδητά υπό αμφισβήτηση. Η βελτίωση της αυτοεκτίμησης μας είναι εφικτή αρκεί να βρεθεί η ρίζα, η πηγή που μας κάνει να έχουμε αυτές τις σκέψεις για τον εαυτό μας και να μην πιστεύουμε σε αυτόν.

Η αδιαχώριστη φύση της αγάπης και του μίσους

Η πρώτη μεγάλη τραγωδία του ανθρώπου, κατά την άποψη μου, είναι η κατάρρευση της παντοδυναμίας του. Όταν το βρέφος έρχεται στον κόσμο και ιδιαίτερα κατά τους πρώτους μήνες της ζωής του αισθάνεται παντοδύναμο: όταν πεινάει έρχεται κάποιος και το ταΐζει, όταν κρυώνει το σκεπάζει και ούτω καθεξής.

Το βρέφος, ωστόσο, δε μπορεί να αντιληφθεί ότι υπάρχει ένα πρόσωπο πέραν του εαυτού του που το φροντίζει, αλλά όλα αυτά γίνονται με έναν «μαγικό» τρόπο καθώς τα προκαλεί το ίδιο. Σταδιακά όμως, το βρέφος αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι υπάρχει ένα πρόσωπο έξω από αυτό που καλύπτει τις ανάγκες του κι αν το πρόσωπο αυτό σταματήσει να το φροντίζει, τότε αυτό θα πεθάνει.

Σε αυτό το χρονικό σημείο δημιουργείται και το άγχος θανάτου/αφανισμού. Άνθρωποι που δεν κατάφεραν να περάσουν σε αυτό το αναπτυξιακό στάδιο (αυτοί δηλαδή που ονομάζουμε «ψυχωσικούς») λόγω τραύματος ή άλλων γενετικών ανωμαλιών δεν παρουσιάζουν ποτέ άγχος θανάτου. Το άγχος θανάτου και ο «χρονικός εαυτός», δηλαδή η αίσθηση του χρόνου της ύπαρξης, εμφανίζονται όταν για πρώτη φορά το ανθρώπινο βρέφος συνειδητοποιεί ότι υπάρχει Άλλος. Πράγματι, δε θα συναντήσει κανείς άγχος θανάτου ούτε αίσθηση του χρόνου στους ψυχωσικούς ασθενείς. Αυτό μου έχει δείξει τουλάχιστον η εμπειρία μου εργαζόμενος μαζί τους.

Η συνειδητοποίηση του Άλλου στο βρέφος και κατ’ επέκταση η κατάρρευση της παντοδυναμίας του το γεμίζει με ένα ανυπόφορο άγχος καθώς είναι απόλυτα εξαρτημένο από τον Άλλο (εν προκειμένω τη μητέρα) για να επιβιώσει. Για να προστατευτεί από αυτό το άγχος το βρέφος «σκίζει» στη φαντασία του τη μητέρα σε «καλή» (όταν ικανοποιεί τις βιολογικές του ανάγκες) και «κακή» (όταν τις ματαιώνει). Αυτή, λοιπόν, είναι η πρώτη τραγωδία.

Η δεύτερη μεγάλη τραγωδία του ανθρώπου είναι όταν (όντας βρέφος) συνειδητοποιεί ότι η μητέρα που το φροντίζει και την αγαπά είναι παράλληλα και η μητέρα που το ματαιώνει και την μισεί. Στο σημείο αυτό έχουμε τη γέννηση της «αγάπης» και του «μίσους».

Η αγάπη και το μίσος εμφανίζονται μαζί στην ανάπτυξη του ανθρώπου και δεν αποτελούν επ’ ουδενί αντίθετες έννοιες, αλλά είναι δύο διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος. Είναι στη μοίρα μας ως ανθρώπινα όντα, να μισούμε περισσότερο αυτούς που αγαπάμε κι όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό. Όσο, βέβαια, περισσότερο ψυχολογικά ώριμος είναι ένας άνθρωπος, τόσο περισσότερο αυτά τα δύο πάνε μαζί και τόσο η αγάπη υπερτερεί του μίσους. Τόσο επίσης η ικανότητα ενός ανθρώπου για επανόρθωση είναι ενισχυμένη.

Την ψυχική αυτή ωριμότητα την αποκτά ο άνθρωπος μόνο αν κατάφερε αναπτυξιακά να μεταβεί από την απόλυτη εξάρτηση προς τη μητέρα στη «σχετική εξάρτηση». Κατά όμοιο τρόπο ένας τέτοιος άνθρωπος θα μπορεί να αναπτύξει «σχετική εξάρτηση» από τον/την ερωτικό του σύντροφο. Είμαστε ψυχολογικά όντα φτιαγμένα για να εξαρτόμαστε σε κάποιο βαθμό από τους άλλους και η εξάρτηση αυτή είναι επίσης φυσιολογική. Η «ψυχική ανεξαρτησία» είναι μύθευμα και ψυχολογικά αδύνατη. Φιλοσοφικά, θα όριζα την ανεξαρτησία ως την ικανότητα ανοχής της σχετικής εξάρτησης προς ένα άλλο πρόσωπο.

Συνεπώς, προορισμένοι να εξαρτόμαστε, να μισούμε και να αγαπάμε πρέπει να καταφέρουμε, να αγαπάμε χωρίς να καταστρέφουμε.

Ο φαύλος κύκλος του θυμού

Ως γνωστόν, ο θυμός είναι μια αρνητική αίσθηση που κυμαίνεται από τον ήπιο εκνευρισμό έως την έντονη οργή, το αμόκ και την έκρηξη βίας. Σε φυσιολογικά άτομα μπορεί να προκληθεί από απογοήτευση, λεκτική προσβολή, σωματική επιθετικότητα ή αίσθημα αδικίας. Το ερώτημα δεν είναι βέβαια από πού ξεκινάει, αλλά μέχρι που μπορεί να φτάσει.

Στις σχέσεις, τα συναισθήματα θυμού μπορούν επίσης να τροφοδοτήσουν έναν φαύλο κύκλο αμοιβαίας οργής και καταστροφικής, για τη σχέση, συμπεριφοράς. Μία νέα μελέτη εξετάζει ένα τέτοιο μοντέλο θυμού στη συντροφική σχέση το οποίο εξελίσσεται κυκλικά και μπορεί να προβλέψει τρόπον τινά την εξέλιξη μιας σχέσης μέσα από αυτό το πρίσμα.

Το βασικό εύρημα, το φαντάζεστε μάλλον, καθώς ο οποιοσδήποτε μπορεί να το βεβαιώσει εμπειρικά: ο θυμός προκαλεί κακομεταχείριση που με τη σειρά της προκαλεί επίσης θυμό και κακομεταχείριση. Πιο αναλυτικά, τα συναισθήματα θυμού προκαλούν συχνά επιθετικές και εγωιστικές συμπεριφορές. Αυτές οι συμπεριφορές διαφέρουν από το σεβασμό και την εποικοδομητική κριτική που επικεντρώνεται στο θέμα και δεν επιτίθεται στο άτομο.

Αντίθετα, οι καταστροφικές συμπεριφορές αντιμετωπίζονται ως ασέβεια, εχθρική, απαιτητική, άκυρη ή απορριπτική στάση έναντι του θιγόμενου υποκειμένου που στην πρώτη ευκαιρία θα απαντήσει με παρόμοιο τρόπο. Η διαιώνιση του κύκλου της καταστροφικής συμπεριφοράς και του θυμού, και η ενδυνάμωση των αρνητικών συναισθημάτων και των επιθετικών πράξεων οδηγεί σε ένα σημείο όπου κανένας από τους συντρόφους δεν θυμάται την αρχική πηγή θυμού που έθεσε σε περιστροφή τον προβληματικό κύκλο.

Όπως διαφάνηκε από την έρευνα, στην καλύτερη περίπτωση η θυμωμένη επίκριση του ενός συντρόφου προς τον άλλον οδήγησε σε ψυχρότητα τον άλλο σύντροφο. Στη χειρότερη επέφερε την αγανάκτησή του, κάτι που προφανώς εξαρτάται και από το ζήτημα που προκάλεσε τον θυμό.

Σπάστε τον κύκλο

Το ζήτημα είναι πώς διαρρηγνύεται ο κύκλος, πώς σπάζει και μαζί ολοκληρώνεται και ο κύκλος του θυμού.

Ας εξετάσουμε ένα υποθετικό παράδειγμα. Ο σύζυγος επιστρέφει στο σπίτι έχοντας αγοράσει από την κάβα ένα πολύ ακριβό ουίσκι, τη στιγμή που το νοικοκυριό αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα. Η σύζυγος εκνευρίζεται και αρχίζει τις έντονες παρατηρήσεις. Ο σύζυγος απαντά για τις δικές της αντίστοιχες δαπάνες σε κομμωτήρια και ινστιτούτα αισθητικής, με το επιστέγασμα της αρνητικότητας να καλύπτει και τους δύο. Ας δούμε πώς θα μπορούσε το ζευγάρι να μη φτάσει εκεί. Η σύζυγος θα μπορούσε καταρχήν να σκεφτεί τις εκατοντάδες φορές που ο σύζυγος περιέκοψε τις προσωπικές του δαπάνες.

Έτσι θα γινόταν ικανή διανοητικά να δεχτεί αυτή τη μικρή «παρασπονδία». Αυτό, βέβαια, δεν θα την απέτρεπε να σχολιάσει με κάποιον τρόπο το ζήτημα. Ωστόσο θα αποδειχθεί πολύ χρήσιμο αν ενεργοποιηθούν καλοδιάθετες σκέψεις, που σχετίζονται με την υποστήριξη, την καλοσύνη και τον συμβιβασμό, όχι με την απόρριψη ή τα αντίποινα. Αυτό είναι άλλωστε κάτι που οι άνθρωποι με υψηλή ευγένεια κάνουν ενστικτωδώς.

Πέραν αυτής της προσέγγισης υπάρχουν ορισμένα τρικ που θα απομακρύνουν τον θυμό για κάποιο διάστημα και θα σώσουν κάπως την κατάσταση. Ο λόγος για τις λέξεις «ποτέ», «πάντα», «χειρότερο» και για όσες υποδηλώνουν θάνατο ή καταστροφή που καλό είναι να αποφύγουμε.

Εν κατακλείδι, ο κύκλος του θυμού μπορεί να σπάσει σε πολλά σημεία. Αυτό απαιτεί τουλάχιστον ένας από τους δύο συντρόφους να ενεργήσει με συνειδητό τρόπο και να αρνηθεί να συμμετάσχει στον κύκλο καταστροφικής συμπεριφοράς. Όταν κανένας από τους συντρόφους δεν έχει επίγνωση, ο κύκλος του θυμού μπορεί να διαιωνιστεί, να βλάψει τόσο τους ρομαντικούς εταίρους όσο και τη σχέση τους και να καταστήσει την κατάσταση μη αναστρέψιμη.

Έτσι, εάν αντιμετωπίζετε πρόβλημα με τον έλεγχο του θυμού σας, σκεφτείτε πριν τα πράγματα φτάσουν στο μη παρέκει!

Γεμίσαμε τη ζωή μας με μικρές και μεγάλες αβάσταχτες απώλειες

Απώλεια. Μια λέξη που μεγαλώνοντας μετατρέπεται σε έναν μισητό πληθυντικό. Ένας συνεχόμενος απολογισμός χαμένων στιγμών, αγαπημένων προσώπων και του χρόνου που φεύγει βιαστικά.

Γεμίσαμε τη ζωή μας με μικρές, τεράστιες, αβάστακτες απώλειες. Γεμίσαμε τα σ’ αγαπώ μας με χιλιάδες σιωπές που δεν βρίσκουν πια φωνή να ακουστούν. Μάθαμε να αγαπάμε στα σιωπηλά. Μάθαμε να κρατάμε μέσα μας τα ανείπωτα της καρδιάς και του μυαλού μας. Γιατί οι αναμνήσεις μας είναι πια μέσα στη καρδιά μας ό,τι πιο πολύτιμο έχουμε.

Κι εκεί μέσα που είναι όλα για μας ασφαλή, ζούμε ξανά εκείνες τις σκηνές που έπρεπε να ζητήσουμε συγνώμη μα φωνή δεν βρήκαμε. Ζούμε ξανά και ξανά εκείνα τα «αντίο» που το μέσα μας σπάραζε, μα έδειχναν βράχοι. Παραμερίζουμε εκείνο τον θεόρατο εγωισμό και δεν του δίνουμε καμιά αξία εκεί που οι σκέψεις μας παίρνουν ξανά σάρκα και οστά.

Ό,τι ζει ακόμα στη σκέψη μας, ποτέ δεν χάθηκε. Ποτέ δεν τελείωσε. Ποτέ δεν το θάψαμε στον καθωσπρεπισμό της εποχής μας με τις γυαλιστερές ανωτερότητες που μας επιβάλει το σήμερα.

Τόσες ζωές. Τόσοι άνθρωποι μόνοι, να προσπερνάμε ο ένας τον άλλο, μα κανείς να μην σμίγει το φορτίο του με τον άλλο. Να δείχνουμε σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Σαν να μην είμαστε ευάλωτοι. Σαν να μην έχει γεμίσει κενά και απώλειες η καρδιά μας. Σαν να είναι ντροπή να νοσταλγήσουμε τον άνθρωπο που ήμασταν κάποτε. Σαν να είναι ντροπή να θέλουμε να νιώσουμε ξανά τη γεύση που είχε κάποτε η ευτυχία μας.

Αν δεν πονούσαμε, δεν θα λεγόμασταν άνθρωποι. Κι οι απώλειες μας κάνουν να νιώθουμε και πάλι θνητοί χωρίς αυτούς που αγαπάμε. Μας θυμίζουν εκείνο το μεγάλο φανταστικό ρολόι που ξεκίνησε να μετρά αντίστροφα στο πρώτο κλάμα που κάναμε στην αγκαλιά της μάνας μας.

Είμαστε εδώ για να αρπάξουμε κάθε στιγμή και κάθε λεπτό. Καταντήσαμε τη ζωή μας ένα μεγάλο και δύσκολο πρόγραμμα και φτάσαμε στο σημείο να σιγομουρμουράμε τα βράδια αυτό το απερίσκεπτο «επιτέλους πέρασε κι η σημερινή μέρα», χωρίς να συνειδητοποιούμε πως πέρασε ακόμα μια που δεν φωνάξαμε όλα τα σ’ αγαπώ που θέλαμε να πούμε. Που δεν πήγαμε τον εαυτό μας μια όμορφη βόλτα στην αμμουδιά να ακούσουμε το κύμα να σκάει στο πλάι μας. Αφήσαμε τον εαυτό μας να πιστεύει σε ουτοπίες και αιωνιότητες.

Αφήσαμε το μέσα μας να πιστεύει πως υπάρχει ακόμα χρόνος. Γιατί είμαστε νέοι, γιατί δουλεύουμε σκληρά και θα μας ανταμείψει η ζωή, γιατί βασανιστήκαμε και πρέπει να μας το ανταποδώσει. Η ζωή δεν μας χρωστά τίποτα και δεν μας χαρίζεται. Γιατί είναι από μόνη της ο πιο ανεκτίμητος θησαυρός που μας δόθηκε.

Μα είναι μονάχα δικιά μας επιλογή το πως την εξελίξαμε, πως τη ζήσαμε και πόση αξιοπρέπεια της δώσαμε. Γιατί τη «ζωή» τη σέβεσαι μονάχα όταν αντιληφθείς πόσο μικρή είναι για να είναι μονάχα μια χούφτα αναμνήσεις, λόγια πνιγμένα και στιγμές που ποτέ δεν θα ξαναζήσουμε.

Αναρωτήσου αν πάλεψες αρκετά γι’ αυτά που λαχταρούσες

Οι χαμένες ευκαιρίες πάντα θα σε στοιχειώνουν. Όταν λες κάτι που δεν έπρεπε ίσως μπορεί να διορθωθεί με μια έμπρακτη συγγνώμη, πώς διορθώνεις όμως μια σιωπή που ήρθε τη στιγμή ακριβώς εκείνη που έπρεπε να φωνάξεις; Από ποιον πρέπει να ζητήσεις συγγνώμη που δείλιασες την πιο ακατάλληλη στιγμή; Μάλλον στον εαυτό σου πρέπει να απολογηθείς…

Λένε πως «η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει» για να μας μάθουν να προσέχουμε πριν μιλήσουμε, όμως τι γίνεται όταν «παραπροσέχουμε»; Όταν καταλήγουμε να προσέχουμε τόσο που φτάνουμε στο σημείο να φοβόμαστε;

Κι αν απορριφθώ; Κι αν εξευτελιστώ; Κι αν εκτεθώ; Αλήθεια, μένουμε προσκολλημένοι σε τέτοιους προβληματισμούς χωρίς να αναρωτιόμαστε το βασικότερο · κι αν χάσω τη μόνη ευκαιρία να αποκτήσω αυτό που θέλω; Αυτή είναι η σωστή ερώτηση!

Γιατί αν απορριφθείς, το ξεπερνάς. Αν πεις όσα νιώθεις, αυτό σε καμία περίπτωση δεν σε καθιστά περίγελο, η σιωπή όμως σε καθιστά ανίκανο. Ανίκανο να διεκδικήσεις πραγματικά όσα επιθυμείς. Ανήμπορο μπροστά στη ζωή που άλλοι χτίζουν πάνω στη δική σου δειλία.

Κρύβεσαι πίσω από εγωισμούς και υπερηφάνειες, υποτιθέμενα στέγαστρα ενός αδύναμου στην ουσία εαυτού, που σου παρέχουν μια προσωρινή ασφάλεια κι εν τέλει τι καταφέρνεις; Τίποτα! Μένεις πάντα με το «τι θα γινόταν αν μιλούσα; Τι θα γινόταν αν ήξερε;».

Συγχαρητήρια, μόλις προσέθεσες άλλο ένα βάρος στο ήδη συγχυσμένο σου μυαλό. Περίμενες όλα να έρθουν έτοιμα, στρωμένα, ιδανικά μα η ζωή δεν είναι όνειρο. Η ζωή δεν χωράει στα δικά σου μέτρα και σταθμά αλλά σε χορεύει όπως θέλει, όμως εσύ μπορείς να διαλέξεις αν θα ακολουθήσεις απλά τα γνωστά βήματα ή αν θα κάνεις τις δικές σου φιγούρες.

Καίγεσαι μέσα σου, θέλεις να φωνάξεις και το μόνο που κάνεις είναι να μένεις ανέκφραστος, φιλικός, «ασφαλής». Πάρε την ασφάλεια τώρα αγκαλιά, γιατί όλα τα άλλα τα έδιωξες. Δυστυχώς, καταλαβαίνεις ότι μεγαλώνεις και ωριμάζεις όταν δεν φταίνε μόνο οι άλλοι για όσα τραβάς.

Όχι, δεν φταίνε μόνο οι άλλοι για τις λανθασμένες επιλογές σου, φταις κι εσύ! Κοιτάξου στον καθρέφτη κι αναρωτήσου αν έπραξες όσα ήθελες, αν εξέφρασες όσα ένιωθες κι αν πάλεψες αρκετά γι’ αυτό που λαχταρούσες. Αν η απάντηση είναι όχι, ή ένα πιο επιεικές «ίσως όχι», τότε λυπάμαι αλλά φταις κι ΕΣΥ για τη ΔΙΚΗ ΣΟΥ μιζέρια.

Ένα απόφθεγμα του μεγάλου Καζαντζάκη αναφέρει πως «Ό,τι δεν συνέβη ποτέ, είναι ό,τι δεν ποθήσαμε αρκετά». Παλαιότερα διάβαζα τη φράση αυτή και αμφισβητούσα το νόημά της. Πίστευα πως απλώς είναι θέμα τύχης να σου συμβεί αυτό που επιθυμείς και πως ο συγγραφέας μάλλον έκανε λάθος.

Μεγαλώνοντας, ωστόσο, ήρθε η στιγμή να διαπιστώσω την άγνοιά μου και να παραδεχτώ την ορθότητα του λόγου του! Πράγματι, αν θες να ισχυρίζεσαι πως ποθείς κάτι τότε παλεύεις να συμβεί, διαφορετικά ο φόβος σου κέρδισε την επιθυμία σου, η οποία μπορεί να μην ήταν τόσο δυνατή ή διαφορετικά ο φόβος σου είναι ΤΕΡΑΣΤΙΟΣ.

Πρέπει να διαλέξεις στο τέλος όμως, θες μια ζωή «ασφαλή» και άδεια ή μια ζωή ελεύθερη, δίχως φόβο, με όσα πραγματικά επιθυμείς;

Η καρδιά δεν μπορεί να σου δώσει καλά χρήματα, μπορεί όμως να σου δώσει καλή ζωή

Ο νους είναι καλός σε οτιδήποτε σχετίζεται με το χρήμα. Ο νους είναι καλός σε οτιδήποτε σχετίζεται με τον πόλεμο. Ο νους είναι καλός σε οτιδήποτε σχετίζεται με τη φιλοδοξία. Ο νους όμως είναι απολύτως άχρηστος σε οτιδήποτε σχετίζεται με την αγάπη. Χρήμα, πόλεμος, επιθυμίες, φιλοδοξίες… Δεν μπορείς όμως να βάλεις την αγάπη στην ίδια κατηγορία.

Η αγάπη βγαίνει από μια άλλη πηγή του είναι σου, στην οποία δεν υπάρχουν αντιθέσεις.

Μια πραγματική παιδεία δεν θα σου διδάσκει μόνο το νου, γιατί ο νους μπορεί να σου δώσει καλά χρήματα, δεν μπορεί όμως να σου δώσει καλή ζωή. Η καρδιά δεν μπορεί να σου δώσει καλά χρήματα, μπορεί όμως να σου δώσει καλή ζωή. Και δεν υπάρχει κανένας λόγος να επιλέξεις ανάμεσα στα δύο. Χρησιμοποίησε το νου για εκείνα που είναι φτιαγμένος και την καρδιά για εκείνα που είναι φτιαγμένη.

Η καρδιά είναι η υπέρβαση της δυαδικότητας.

Η καρδιά δεν γνωρίζει ζήλια – αυτή είναι προϊόν του νου. Η καρδιά είναι τόσο γεμάτη από αγάπη, που μπορεί να αγαπάει χωρίς να φοβάται ότι θα εξαντληθεί. Μπορούμε να γεμίσουμε ολόκληρο τον κόσμο με αγάπη, είμαστε όμως σχεδόν ανάπηροι – την έχουμε σακατέψει την καρδιά μας, την έχουμε προσπεράσει. Δεν παίζει κανένα ρόλο στη ζωή μας.

Το διπλό παιχνίδι της νυχτερίδας

Όλοι ξέρουμε τις νυχτερίδες… Ζουν πάντα χωμένες σε τρύπες και γωνιές, μακριά από τον κόσμο, και δε βγαίνουν ποτέ στο φως της μέρας παρά μόνο το σούρουπο. Γιατί όμως;

Κάποτε λοιπόν είχε ξεσπάσει πόλεμος ανάμεσα στα πουλιά και τα τετράποδα ζώα. Και για κάμποσο καιρό ήταν άγνωστο ποιος θα ήταν ο νικητής.

– Έλα μαζί μας και συ νυχτερίδα, της λέγαν τα πουλιά .
– Εγώ είμαι τετράποδο, απαντούσε κουνώντας το κεφάλι της αρνητικά η νυχτερίδα.

Μα και στα τετράποδα που της ζητούσαν να πολεμήσει στο πλευρό τους απαντούσε:
– Μα πώς; Εγώ είμαι πουλί.

Κι έτσι τα είχε καλά και με τους μεν και με τους δε, γιατί δεν τους πολεμούσε κι έμενε ουδέτερη.

Ο πόλεμος όμως πέρασε κι έγινε ειρήνη κι όλοι , πουλιά και τετράποδα, έκαναν χαρές μεγάλες. Πηγαίνει μια και δυο και η νυχτερίδα να γιορτάσει μαζί με τα πουλιά.
– Μα εσύ είσαι τετράποδο, το ξέχασες;

Και τα πουλιά της γύρισαν την πλάτη περιφρονητικά.
Τα ίδια και χειρότερα της φέρθηκαν τα τετράποδα όταν ντροπιασμένη αναγκάστηκε να πάει μαζί τους.
– Ξεχνάς πως είσαι πουλί; της είπαν περιγελώντας την και διώχνοντάς την.

Κι αυτή κρύβεται από τότε ντροπιασμένη, γιατί όποιος παίζει διπλό παιχνίδι στο τέλος δεν του μένει κανείς φίλος ν΄ ακουμπήσει.

ΑΙΣΩΠΟΥ ΜΥΘΟΙ

Πως εξηγήθηκε θεωρητικά η υπερρευστότητα του υγρού He II από τον Lev Landau

Το 1938 ο Ρώσος φυσικός Πιοτρ Λεονίντοβιτς Καπίτσα ανακάλυψε ότι το 4He έχει σχεδόν μηδενικό ιξώδες σε θερμοκρασίες κοντά στους 0 Κ. Το φαινόμενο αυτό σήμερα ονομάζεται υπερρευστότητα ενώ το υπέρρευστο ήλιο έχει την ιδιότητα να περνάει εύκολα πολύ λεπτά τριχοειδή αγγεία και σχισμές, που σχεδόν αποτρέπουν εντελώς τη ροή όλων των άλλων υγρών.  Η πιο παράξενη ιδιότητά του είναι η ικανότητά του να σκαρφαλώνει, ουσιαστικά χωρίς τριβές σε ένα δοχείο και υπερνικώντας την βαρύτητα να το γεμίζει μέχρι να εξισωθούν οι επιφάνειες μέσα και έξω από αυτό. 

Σε μια ομάδα μποζονίων (που ακολουθούν τη στατιστική Μποζέ-Αϊνστάιν και έχουν ακέραιο σπιν όπως το σωμάτιο Higgs, τα μεσόνια, το ήλιο-4), όπως άλλωστε και σε μια συλλογή φερμιονίων (με ημιακέραιο σπιν (1/2, 3/2 …όπως τα κουάρκ, ηλεκτρόνια, νετρίνα, βαρυόνια, οπότε υπόκεινται στην απαγορευτική αρχή του Πάουλι και στην στατιστική Φέρμι-Ντιράκ), υπάρχει μια κρίσιμη θερμοκρασία Τ0, κάτω από την οποία εκδηλώνεται η κβαντική συμπεριφορά των σωματιδίων. Η θερμοκρασία αυτή μπορεί να εκτιμηθεί προσεγγιστικά με τον εξής συλλογισμό:
 
Η μέση ορμή των σωματιδίων σε θερμοκρασία Τ δίνεται από τη σχέση
p ~ (mT)1/2

όπου m η μάζα των μποζονίων.

Εξάλλου το μήκος κύματος De Broglie που αντιστοιχεί σε σωμάτιο ορμής p δίνεται από τη σχέση
λ = h/p

Στη θερμοκρασία Τ0 όπου γίνεται εμφανής η κβαντική συμπεριφορά, το μήκος κύματος De Broglie των σωματιδίων, έχει την ίδια τάξη μεγέθους με την απόσταση μεταξύ των σωματιδίων, η οποία είναι ανάλογη του n-1/3 (όπου n είναι ο αριθμός των σωματιδίων ανά μονάδα όγκου.)
Δηλαδή ισχύει:
h/(mT0)1/2 ~  n-1/3  

Και τελικά
Τ0 ~ (h2. n2/3) / m

Κάτω από τη θερμοκρασία αυτή υπάρχει ισχυρός συσχετισμός μεταξύ των σωματιδίων, και δεν μπορούμε να τα θεωρήσουμε ότι κινούνται ανεξάρτητα το ένα από το άλλο.
 
Αν και δεν υπάρχει καμιά δύναμη αλληλεπίδρασης μεταξύ τους, οι κινήσεις τους είναι συσχετισμένες και δεν μπορούμε να εφαρμόσουμε γι αυτά τις ιδέες των κλασσικών αερίων.
 
Αντίθετα σε θερμοκρασίες Τ>>Τ0 ο κβαντικός συσχετισμός γίνεται αμελητέος και τα αέρια των μποζονίων συμπεριφέρονται ως κλασσικά αέρια, καθώς το κάθε σωματίδιο κινείται ανεξάρτητα από τα άλλα, και ισχύει το θεώρημα ισοκατανομής της ενέργειας.
 
Σε θερμοκρασίες Τ>>Τ0 τα αέρια των φερμιονίων έχουν όμοια συμπεριφορά με τα αέρια των μποζονίων αφού και τα δύο συμπεριφέρονται ως κλασσικά αέρια.
 
Τα κβάντα των κυμάτων που διαδίδονται στα στερεά αλλά και στα υγρά ονομάζονται φωνόνια και έχουν κβαντική συμπεριφορά μποζονίων. Η ενέργεια ενός φωνονίου εξαρτάται από την συχνότητά του σύμφωνα με τη σχέση ε = h.f και η ορμή του συνδέεται με το κυματάνυσμα k σύμφωνα με τη σχέση:
p = (h/2π) k

Σ’ ένα στερεό σώμα όπου υπάρχει περιοδική τοποθέτηση των ατόμων, η ενέργεια των φωνονίων και η συχνότητά τους είναι περιοδική συνάρτηση του κυματανύσματος k και της ορμής των.
 
Φωνόνια στο He II 
Το ήλιο είναι ένα μοναδικό υλικό και μια από τις πιο εκπληκτικές ιδιότητές του μοιάζει να είναι η ικανότητά του να παραμένει υγρό ακόμη και στο απόλυτο μηδέν.
 
Η εξήγηση της ιδιότητάς του αυτής προέρχεται από τον κβαντικό κόσμο. Το πλάτος των ελαχίστων ταλαντώσεων, ακόμη και όταν Τ ~ 0οΚ, είναι μεγαλύτερο από την απόσταση μεταξύ των ατόμων του, και δεν  αφήνουν τα άτομά του να διαταχθούν σε μόνιμες θέσεις  όπως γίνεται στα στερεά.
 
Βέβαια αν το ήλιο συμπιεστεί αρκετά, οι αποστάσεις μεταξύ των ατόμων ελαττώνονται και συγχρόνως οι δυνάμεις μεταξύ των ατόμων αυξάνονται. Αυτό έχει ως συνέπεια την ελάττωση του πλάτους των ταλαντώσεων, και σε πίεση 26 ατμοσφαιρών το ήλιο στερεοποιείται.
 
Εμείς όμως στο άρθρο αυτό ενδιαφερόμαστε για το υγρό ήλιο, το οποίο στη θερμοκρασία Τ = 2,19οΚ παθαίνει μια ασυνήθιστη μεταμόρφωση.
 
Χάνει το ιξώδες του και γίνεται υπερρευστό. Δηλαδή ρέει χωρίς τριβές μέσα από λεπτούς σωληνίσκους και πολύ μικρές οπές.Εξήγηση της υπερρευστότητας στο  He II.
 
Η εξήγηση του φαινομένου έχει να κάνει με τα μποζόνια και την κβαντική τους συμπεριφορά που εκδηλώνεται συλλογικά και σε μακροσκοπική κλίμακα.
 
Πρέπει να τονιστεί εδώ ότι τα μποζόνια στα οποία αναφερόμαστε εδώ δεν είναι τα άτομα του ηλίου, αλλά τα φωνόνια τα οποία διατρέχουν την μάζα του υγρού ηλίου.
 
Όσο το μήκος κύματος παραμένει αρκετά μεγαλύτερο από τις αποστάσεις των ατόμων, η συχνότητα είναι αντιστρόφως ανάλογη προς το μήκος κύματος, δηλαδή ανάλογη προς το κυματάνυσμα k.
 
Όταν όμως το μήκος κύματος είναι κοντά στη μέση ενδοατομική απόσταση, η σχέση της ενέργειας με το κυματάνυσμα είναι πιο περίπλοκη και παρουσιάζει ένα ελάχιστο για την τιμή k = k0 = 1,9.108cm-1.
 
Τα φωνόνια που έχουν ορμή κοντά στην τιμή p0 = (h/2π).k0 =1,9.!08 (h/2π) οι φυσικοί τα αποκαλούν ροτόνια.

Για να αποδείξουμε ότι ένα ενεργειακό φάσμα ενός υγρού, με μορφή, οδηγεί στην ύπαρξη υπερρευστής κατάστασης, εργαζόμαστε ως εξής.
 
Θεωρούμε για απλούστευση ότι βρισκόμαστε σε θερμοκρασία Τ = 0οΚ, ώστε το υγρό να βρίσκεται στη θεμελιώδη κβαντική του κατάσταση.
 
Έστω λοιπόν ότι ένα τέτοιο υγρό ρέει μέσα σ’ ένα σωληνίσκο με σταθερή ταχύτητα v.

Η ενέργεια του υγρού στο σύστημα αναφοράς του σωληνίσκου είναι Ε0 = (Μ v2) /2, όπου Μ είναι η μάζα όλου του υγρού.
 
Αν στο υγρό αυτό διεγερθεί μια στοιχειώδης διέγερση (ένα φωνόνιο) ορμής p και ενέργειας ε(p) ως προς το σύστημα αναφοράς του υγρού, λόγω του ιξώδους του υγρού, τότε η ενέργεια του υγρού στο σύστημα αναφοράς του σωληνίσκου θα είναι:
Ε = ε + p.v +(Mv2)/2

Για να μπορεί να μειώνεται η ενέργεια του υγρού ως αποτέλεσμα των τριβών (ιξώδες), θα πρέπει Ε < Ε0     δηλαδή     ε + p.v < 0.
 
Αυτό θα συμβαίνει μόνο όταν το γινόμενο p.v είναι αρνητικό, δηλαδή όταν τα p και v είναι αντιπαράλληλα. Χρησιμοποιώντας τα μέτρα των διανυσμάτων θα πρέπει:
ε + p.v < 0    ή τελικά    v > ε / p
 
Γεωμετρικά, το πηλίκο ε / p σε κάποιο σημείο της καμπύλης ε(p) εκφράζει την κλίση της ευθείας που διέρχεται από την αρχή των αξόνων και από το συγκεκριμένο σημείο της καμπύλης.
 
Η συνθήκη λοιπόν που θα μας λέει για ποιες ταχύτητες της ροής εμφανίζονται οι στοιχειώδεις διεγέρσεις λόγω ιξώδους, απαιτεί την εύρεση της ελάχιστης τιμής του πηλίκου ε / p.
 
Η ελάχιστη τιμή αυτού του πηλίκου δεν είναι 0, αλλά αντιστοιχεί στην κλίση της ευθείας που περνάει από την αρχή των αξόνων και εφάπτεται επίσης στην καμπύλη.
 
Αυτό σημαίνει ότι για τιμές ταχύτητας ροής κάτω από αυτή την ελάχιστη τιμή του ε / p δεν μπορούν να εμφανιστούν διεγέρσεις φωνονίων στο υγρό.
 
Δηλαδή η ροή δεν μπορεί να γίνει πιο αργή, και αυτό ακριβώς αποτελεί το φαινόμενο της υπερρευστότητας.
 
Βέβαια θα μπορούσε ν’ αναρωτηθεί κάποιος, γιατί αυτά συμβαίνουν ειδικά στο He II;
 
Ηχητικά κύματα και φωνόνια διαδίδονται σε κάθε υγρό, και όχι μόνο στο ήλιο.
 
Η απάντηση είναι ότι η ιδιόμορφη συμπεριφορά του ηλίου κάτω από του; 2,19οΚ, προκύπτει από το ότι μόνο στο ήλιο το ενεργειακό φάσμα έχει αυτή τη μορφή της εικόνας 1, κι έτσι μόνο εκεί δεν είναι δυνατή καμιά συλλογική κίνηση ατόμων κάτω από τη συγκεκριμένη θερμοκρασία.

Ελλάδα ευλογημένη με καταραμένους κατοίκους

Η «παπαγαλία» των εξετάσεων αναπαράγει ένα στείρο σύστημα και στην κοινωνία.
Τι ακριβώς είναι όμως η απομνημόνευση; Στην πράξη, δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα copy-paste γνώσεων, που επιτυγχάνεται μέσω μιας επίπονης για τον εγκέφαλο διαδικασίας. Το πρόβλημα βεβαίως δεν έγκειται στη δυσκολία της προσπάθειας αλλά στο γεγονός ότι η όποια ωφέλεια απορρέει από την όλη διαδικασία, είναι σχεδόν ασήμαντη σε σχέση με το κόστος τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Αλλά ας αναρωτηθούμε: Γεννά άραγε η παπαγαλία άτομα δημιουργικά; Όχι φυσικά, διότι ο μαθητής δεν αυτενεργεί, δεν μαθαίνει να έχει το θάρρος της γνώμης του κι έτσι δεν καινοτομεί γιατί συνηθίζει να μην έχει ανάγκη την καινοτομία για να διακριθεί. Το αποτέλεσμα; Μαθητές ως επί το πλείστον ανίκανοι να επεξεργαστούν κριτικά τα ήδη υπάρχοντα δεδομένα προκείμενου να συνθέσουν το νέο, καταδικασμένοι να καταναλώνουν το έτοιμο που τους «σερβίρουν» οι άλλοι.

Γεννά μήπως άτομα παραγωγικά; Η απάντηση είναι και πάλι αποφατική. Κι αυτό όχι μόνον επειδή οι δύο έννοιες –δημιουργικότητα και παραγωγικότητα- αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία, αλλά και γιατί σε ένα απόλυτα ρευστό περιβάλλον, παραγωγικό και άρα ανταγωνιστικό θα είναι μονάχα το προσαρμοστικό άτομο. Εκείνο που έχει μάθει πώς να μαθαίνει, όχι εκείνο που απλώς αποστηθίζει πληροφορίες, οι οποίες εντός ολίγου θα καταστούν άχρηστες και παρωχημένες. Εάν, συνεπώς, κάποιος -παπαγαλίζοντας νυχθημερόν- έχει σιχαθεί την ίδια τη διαδικασία της μάθησης, λόγω της άνευ αντικρίσματος κόπωσης, τότε είναι σίγουρο πως δεν θα έχει σχεδόν τίποτα να προσφέρει. Στην ουσία, ένα εκπαιδευτικό σύστημα βασισμένο στην παπαγαλία δεν μπορεί παρά να παράγει στρατιές κακών δημοσίων υπαλλήλων, αφού ούτε την πρωτοβουλία ενθαρρύνει ούτε την κρίση καλλιεργεί και το κυριότερο: κατορθώνει να υπνωτίσει το δαιμόνιο του Έλληνα και να αναδείξει τις χειρότερες πτυχές του εαυτού του, εκείνες δηλαδή που συνδέονται με τη στασιμότητα και το «βόλεμα».

Το σύστημα αυτό όμως παράγει και κάτι άλλο, εξίσου ολέθριο: κάκιστους πολίτες.
Πολίτες που αδιαφορούν για τα κοινά, εκδηλώνοντας έτσι την αποστροφή τους απέναντι σε μια κοινωνία που δεν τους εξόπλισε με τα απαραίτητα εφόδια. Πολίτες απογοητευμένους, που έχουν ταυτίσει την Παιδεία με τη στείρα απομνημόνευση απαξιώνοντάς την συνεχώς. Πολίτες νωθρούς, που δεν αναλαμβάνουν δράσεις και τα περιμένουν όλα από ένα Κράτος – Πατέρα. Με λίγα λόγια, πολίτες που δια της απάθειάς τους λειτουργούν εχθρικά έναντι του συνόλου. Η άνοιξη αυτή λοιπόν αναμένεται να είναι κουραστική αλλά και προσοδοφόρα για τους φετινούς υποψηφίους εάν αυτοί είναι αποφασισμένοι να υποστούν το «βασανιστήριο» της παπαγαλίας, καθώς θα τους ανταμείψει με μια θέση στο Πανεπιστήμιο. Κι είναι βέβαιο πως η επιτυχία αυτή θα αποτελέσει μια άλλου τύπου άνοιξη για τους ίδιους. Η άλλη Άνοιξη όμως, η συλλογική και βαθιά ουσιαστική Άνοιξη, αυτή δηλαδή που αφορά το επίπεδο και τις προοπτικές της κοινωνίας μας, δεν θα έρθει με εντυπωσιακούς παπαγάλους αλλά με σοφές κουκουβάγιες.

Ενας Ασωτος Λαός Δεν Σώζεται Με Τίποτα
Με περισσή εγωπάθεια οι άνθρωποι, δεν αμφιβάλουν καθόλου για τίποτα και χωρίς σκέψη, αναφέρουν το ένα ή το άλλο απόφθεγμα, αφορισμό ή κείμενο, φιλοσοφική θέση ή θεωρία και το αποδίδουν με σιγουριά χωρίς σκέψη ή έστω αμφιβολία, στον ένα ή στον άλλο φιλόσοφο, ενώ δεν γνωρίζουν καν αν αυτός το είπε έτσι ή αλλιώς γιατί σαν πρόσωπο δεν είναι σίγουρο ό,τι υπήρξε και τα υποτιθέμενα λεγόμενα του είναι λόγια άλλων ανθρώπων, σκέψεις άλλων ανθρώπων –ποιος ξέρει αν είναι καν ανθρώπων- που απλώς επαναλαμβάνουν παπαγαλίζοντας κατά πως τους βολεύει, διαιωνίζοντας σωστά και λάθη, ανάκατα μέχρι σήμερα.

Σκέψου πόσο ανόητος φαίνεσαι, όταν λες -αν δεν το δω μα τα μάτια μου δεν το πιστεύω- και άλλες ανάλογες μεγαλοστομίες, ειδικά όταν όλα όσα παπαγαλίζεις είναι λόγια άλλων, που δεν είδες ποτέ και δεν μπορείς να είσαι καν σίγουρος, πως αυτοί τα είπαν, ή αν καν υπήρξαν με σιγουριά! Και αυτό το «αν δεν το δω με τα μάτια μου …» αποκλείει τους τυφλούς απ’ την γνώση; Είδες ΕΣΥ ό,τι η γη είναι στρογγυλή … με τα μάτια σου; Που το ξέρεις ό,τι είναι στρογγυλή αφού δεν την είδες; Αν τα μάτια σου σε κοροϊδεύουν -ειδικά αν δεν έχεις καλλιεργήσεις τον εγκέφαλο σου, γιατί με τον εγκέφαλο βλέπεις και όχι με τα μάτια- σκέψου σε τι πέλαγος άγνοιας κολυμπάς όταν αυτά που καλλιεργούν το εγκέφαλο δεν είναι και τόσο σίγουρο ό,τι είναι έτσι όπως λέγονται!

Όταν ακόμα δεν γνωρίζουμε οι άνθρωποι, τι είναι η βαρύτητα τι είναι το ηλεκτρικό φορτίο, όταν ακόμα κινούμαστε με πετρέλαιο, όταν και την πυρηνική ενεργεία την μετατρέπουμε σε ηλεκτρική με τρόπο σαν το παράδειγμα: οι δυο ενέργειες είναι δυο δωμάτια μεσοτοιχία, κι εμείς περνάμε από το ένα στ’ άλλο μέσω του άλφα Κενταύρου (spontaneous idea), όταν την τύφλα μας την καταραμένη έχουμε ακόμα για το πληροφοριακό περιεχόμενο του DNA κλπ κλπ, εντούτοις δεν μας λείπει η εγωπάθεια της σιγουριάς, για τους χαριτωμένους νομούς που «ανακαλύψαμε» !

Για τους Ελληνες αρχαίους και νέους:
> Η Ελλάδα είναι μια ευλογημένη χώρα με καταραμένους κατοίκους.
> Το αληθινό καθεστώς της χώρας είναι η «ατομικοπατριωτική φεουδαρχία». Ο κάθε Έλληνας όταν λέει «πατρίδα» εννοεί τον εαυτό του και την οικογένειά του. Είμαστε μερικά εκατομμύρια «χαμένες πατρίδες».
> Έντεκα εκατομμύρια «εγώ» δεν μπορούν να κάνουν ένα «εμείς».
> Οι άλλοι λαοί έχουν ιδιοσυγκρασία, οι Έλληνες έχουν ιδιοσυγκρουσία: όλοι εναντίον όλων.
> Οι Έλληνες επινόησαν τη Δημοκρατία για να μπορούν να συγκρούονται έχοντας ένα πολιτικό άλλοθι.
> Ένας λαός με έμφυτο τον ιμπεριαλιστικό φασισμό του Εγώ δεν δικαιούται να ομιλεί για Δημοκρατία.: «Ξέρεις ποιος είμ’ εγώ, ρε;!».
> Ο Έλληνας θέλει να κάνει πάντα του κεφαλιού του και μετά να πληρώνει με τα κεφάλια των άλλων.
> Όταν συνειδητοποιήσουμε ότι, από αρχαιοτάτων χρόνων, ο χειρότερος εχθρός του Έλληνα είναι ο Έλληνας, θα έχουμε κάνει ένα μεγάλο βήμα αυτογνωσίας κι εξέλιξης.
> Η βασικότερη απόδειξη ότι καταγόμαστε από τους αρχαίους Έλληνες είναι η διαπίστωση ότι κι εκείνοι τρώγονταν σαν τα σκυλιά.
> Από τα διάφορα κρίσιμα περιστατικά και τις καταστροφές της Ιστορίας μας βγαίνει το συμπέρασμα ότι η πολιτική είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση για να την αφήσουμε στους Έλληνες.
> Είμαστε σαν μια αθλητική ομάδα με εξαιρετικούς παίκτες, αλλά δίχως πνεύμα ομαδικότητας και με κακούς προπονητές.
> Είμαστε παγκόσμιοι πρωταθλητές στα αυτογκόλ και φορτώνουμε πάντα τις ευθύνες της ήττας στη διαιτησία.
> Το γεγονός ότι, παρ’ όλα τα αναρίθμητα αυτογκόλ συνεχίζουμε να υπάρχουμε ακόμη ως χώρα, σημαίνει ότι μάλλον «ο Θεός της Ελλάδος» υπάρχει.
> Μυστηριωδώς τα θετικά χαρακτηριστικά του Έλληνα (δημιουργικότητα, εργατικότητα, άμιλλα, συλλογικότητα) ενεργοποιούνται κυρίως όταν ζει σε ξένη χώρα και τα αρνητικά (εγωκεντρισμός, παραβατικότητα, οκνηρία, ζηλοφθονία) όταν ζει στη χώρα του.
> Νεοελληνικό αίνιγμα: Η τσογλανοποίηση του ατόμου οδήγησε στη μπαχαλοποίηση της κοινωνίας, ή η μπαχαλοποίηση της κοινωνίας οδήγησε στην τσογλανοποίηση του ατόμου; Με επιστημονική ορολογία, μάλλον υπήρξε «κλειστός βρόγχος ανατροφοδότησης».
> Η Ελλάδα (μεταξύ άλλων πολλών και θαυμαστών) είναι και η χώρα με τις ατελείωτες ουρές. Ουρές, παντού ουρές, ίσως γι’ αυτό νομίζει ότι είναι γάτα.
> Στην Ελλάδα, ούτε τα χρήματα είναι λύση. Μεγάλα ποσά θα φεύγουν σε διευκολύνσεις και σε λαδώματα, οι υπάλληλοί σου θα σε καταριούνται νυχθημερόν πεπεισμένοι ότι τους εκμεταλλεύεσαι, οι γνωστοί σου θα σε φθονούν και θα κάνουν έφοδο στο εξοχικό σου, θα χαλάς τη Φερράρι σου στους κωλόδρομους, θα είσαι στο στόχαστρο των πάσης φύσεως «επαναστατών»… Μια φρίκη…
> Ο «πατριωτισμός και η αγάπη για την ελευθερία των Ελλήνων» συνοψίζεται ως εξής: «Γιατί να αφήσουμε να μας καταστρέψουν οι ξένοι, αφού μπορούμε να καταστραφούμε και μόνοι μας;».
> Υπάρχουν «καθαροί Έλληνες», αυτοί που πλένονται συχνά.
> Οι Έλληνες δεν είναι εξωγήινοι επειδή κατάγονται από άλλον πλανήτη, οι Έλληνες είναι εξωγήινοι επειδή κατοικούν στον δικό τους πλανήτη.
> Είναι εξωφρενικό πόσο μεγάλο είναι το ποσοστό των οπαδών του κομμουνισμού και του σοσιαλισμού σε έναν λαό που δεν έχει την παραμικρή κλίση γι’ αυτά τα καθεστώτα, λόγω αναρχοαυτόνομης φύσης.
> Οι Έλληνες εννοούν τον κομμουνισμό/σοσιαλισμό ως εξής: Είμαι μόνιμος κρατικός υπάλληλος, εργάζομαι ελάχιστα ή καθόλου, παίρνω παχυλό μισθό, βγαίνω στη σύνταξη νωρίς, και στέλνω τον λογαριασμό στα υπόλοιπα κορόιδα. (Το εξωφρενικό είναι ότι πολλοί το πέτυχαν αυτό επί καπιταλισμού).
> Είναι απίστευτο ότι στη μοναδική χώρα που βρίσκεται ουσιαστικά σε καθεστώς αναρχίας (το Κράτος είναι ανύπαρκτο, ο καθένας κάνει ό,τι θέλει), υπάρχουν αναρχικές οργανώσεις που φωνάζουν «Κάτω το Κράτος».
> Ο Έλληνας κατέχει στην εντέλεια τον νόμο της ζούγκλας, γι’ αυτό είναι ένας αληθινός ζουγκλέρ της επιβίωσης.
> Κι ενώ οι αρχαιολογικοί μας χώροι είναι σκουπιδότοποι, τα Μουσεία μας αφύλακτοι στόχοι αρχαιοκάπηλων, διεκδικούμε μετά μανίας την επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα.
> Επί σειρά δεκαετιών εμείς κάναμε ότι ψηφίζαμε με κίνητρο το συμφέρον της χώρας, κι εκείνοι έκαναν ότι κυβερνούσαν με γνώμονα το κοινό καλό. Μόλις ήρθε η κρίση και αυτή η αμοιβαία απάτη αποκαλύφθηκε, στραφήκαμε όλοι εναντίον όλων αναζητώντας τους βασικούς υπευθύνους στο εξωτερικό!
> Επειδή δώσαμε τα φώτα του πολιτισμού στην ανθρωπότητα, έχουμε την απαίτηση να μας πληρώνει μονίμως τον λογαριασμό του ηλεκτρικού.
> Μιλάμε συνεχώς για το πόσο περήφανοι είμαστε για τους προγόνους μας, αντί να φροντίσουμε να κάνουμε περήφανους τους απογόνους μας.
> Όντως, «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει», βρίσκεται μονίμως σε μια ημιθανή κατάσταση.
> Αντί να κοκορευόμαστε ότι εμείς δώσαμε στην ανθρωπότητα τον πολιτισμό και τη Δημοκρατία, ας παραδεχτούμε ότι πάλι εμείς καταστρέψαμε και τον πολιτισμό και τη Δημοκρατία.
> Αν δεν συνειδητοποιήσουμε πόσο άθλιοι είμαστε, δεν πρόκειται να γίνουμε ποτέ οι εκλεκτοί που νομίζουμε ότι είμαστε.
> Η Ιστορία δείχνει, δυστυχώς, ότι ένας άσωτος λαός δεν σώζεται με τίποτα.
> Ο Διογένης στην Αρχαία Ελλάδα … έψαχνε ανθρωπο και σήμερα το ίδιο θα έκανε.

Ναι … Ενας Ασωτος Λαός Δεν Σώζεται Με Τίποτα!

Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Η ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΚΑΙ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΗ ΤΕΧΝΗ, Τοιχογραφίες

Οι μυκηναϊκές τοιχογραφίες αποκαλύπτουν ζωγραφικά τα χαρακτηριστικά ενός ολόκληρου κόσμου. Βρίσκονταν στους τοίχους, σπανιότερα στην οροφή και στο δάπεδο των δωματίων των ανακτόρων, αλλά και ορισμένων ιδιωτικών κτιρίων, τόσο σε επίσημους χώρους και στους διαδρόμους που οδηγούσαν σε αυτούς, όσο και σε απλά, ίσως και «καθημερινά», δωμάτια. Παρόλο που οι δημιουργοί τους δεν είναι γνωστοί, αφού δεν υπογράφουν τα έργα τους, αυτά πρέπει να κατασκευάζονταν από κάποιους εξειδικευμένους τεχνίτες (καλλιτέχνες;) που ζούσαν στα ανάκτορα ή τα επισκέπτονταν. Πρέπει να δούλευαν πάνω σε συγκεκριμένους δημιουργικούς άξονες, στο πλαίσιο της μυκηναϊκής «κοινής», υλοποιώντας τις παραγγελίες και το «γούστο» της ανώτερης κοινωνικής τάξης της εποχής.
 
Τα τοιχογραφημένα μυκηναϊκά κτίρια που εντοπίστηκαν μέχρι σήμερα χρονολογούνται όλα μετά το 1400 π.Χ. Κατά τους 13ο αι. και 12ο αι. π.Χ. η παρακμή του ανακτορικού συστήματος συμπαρασύρει και τις τοιχογραφίες, οι οποίες εξαφανίζονται, γεγονός που αποτελεί απόδειξη πόσο στενά δεμένες ήταν αυτές με την ύπαρξη παλατιών, ακροπόλεων και με τη μυκηναϊκή άρχουσα τάξη, η οποία προέβαλλε μέσα από αυτές τη δύναμη και το κύρος της.
 
Η τοιχογραφική τέχνη ήταν γνωστή στο Αιγαίο από τη μινωική εποχή της Κρήτης, ήδη από τον 17ο αι. π.Χ. (Μπουλώτης 1995). Στην προϊστορική, με μινωικά χαρακτηριστικά, πόλη στο Ακρωτήρι της Σαντορίνης εντοπίστηκαν οι πιο καλοδιατηρημένες από αυτές (Ντούμας 1992). Η πρωτοκαθεδρία της Κρήτης, πάντως, δεν είναι απόλυτα σαφές πως σημαίνει και ότι η τέχνη αυτή υιοθετήθηκε στην ηπειρωτική Ελλάδα από την Κρήτη. Κάτι ανάλογο αποτελεί, όμως, μια ισχυρή πιθανότητα Οι Μυκηναίοι φαίνεται πως γνώρισαν τις μινωικές τοιχογραφίες, από τις οποίες εμπνεύστηκαν ή και μιμήθηκαν ή μπορεί ακόμα και μινωίτες τεχνίτες να δούλεψαν στην υπηρεσία των μυκηναϊκών ανακτόρων.
 
Παρόλα αυτά τα μυκηναϊκά τοιχογραφικά ανάλογα θεωρείται ότι παρουσιάζουν έναν κόσμο περισσότερο αυστηρό και «στρατιωτικό» σε σχέση με την χρωματική πανδαισία με την οποία περιγράφεται, παραδοσιακά, ο θεωρούμενος ως «ειρηνικός» και στενά δεμένος με τη φύση κόσμος των Κρητών. Ακόμα, όμως, και αυτή η παραδοσιακά υποστηριζόμενη διαφοροποίηση μεταξύ των πολεμιστών Μυκηναίων και των «ειρηνικών» Μινωιτών αρχίζει τα τελευταία χρόνια να κλονίζεται, καθώς η συστηματική μελέτη των σχετικών αρχαιολογικών στοιχείων αρχίζει όλο και περισσότερο να αποδεικνύει την κοινωνική, σε συμβολικό επίπεδο, σημασία των πολεμιστών και του πολέμου και στη μινωική Κρήτη, ακόμα και αν δεν πιστοποιούνται απόλυτα σημαντικές συγκρούσεις στο νησί κατά τη μινωική περίοδο (βλ. Molloy 2012). Είναι αλήθεια, πάντως, πως οι ζωηρές παραστάσεις της φύσης που συναντώνται στις μινωικές και κυκλαδικές τοιχογραφίες δεν υπάρχουν στα μυκηναϊκά παράλληλα. Ο τρόπος με τον οποίο τοιχογραφούνταν οι χώροι των ανακτόρων προϋποθέτει την ύπαρξη πολλών, πιθανόν, τεχνιτών οι οποίοι δούλευαν ταυτόχρονα. Οι τοιχογραφίες ήταν στο επίπεδο του ματιού του θεατή, 70 μέχρι 80 εκατοστά από το έδαφος, ή, οι μικρογραφικές παραστάσεις κυρίως, στον τοίχο ψηλά, σαν ζωφόροι (Βασιλικού 1995: 222).
 
Οι τοιχογραφίες γίνονταν με δυο τεχνικές: είτε με την τεχνική της νωπογραφίας, οπότε τα χρώματα -φυσικά, γαιώδη (κίτρινο, κόκκινο, πράσινο, ώχρα) ή τριμμένο γυαλί (γαλάζιο) ή οργανικός άνθρακας και φούμο (μαύρο)- απλώνονταν πάνω στο ασβεστοκονίαμα του τοίχου όταν ακόμη αυτό ήταν υγρό ώστε να απορροφηθούν, είτε με την ανάμιξή τους με κάποια φυσική κολλητική ουσία, όπως, για παράδειγμα, το γάλα της συκιάς και την κατοπινή στερέωσή τους στο κονίαμα, αφού αυτό είχε στεγνώσει. Ακολουθούσε η σχεδίαση με ώχρα του σχήματος των μορφών, ο χρωματισμός του βάθους, η ιχνογράφηση με μαύρη γραμμή των περιγραμμάτων και η ολοκλήρωση του έργου, στο τέλος, με την απόδοση των λεπτομερειών. Πέρα από τους τοίχους διακοσμούνταν τα δάπεδα με γεωμετρικά θέματα, αλλά και με ζώα, από τη θαλάσσια πανίδα, κυρίως, με προτίμηση στα δελφίνια και στα χταπόδια. Οι περιγραφές των ειδικών ερευνητών είναι πολύ κατατοπιστικές:
 
Στον τοίχο που επρόκειτο να τοιχογραφηθεί απλωνόταν ένα στρώμα από άργιλο σκέτη ή ενισχυμένη με άχυρα. Στη συνέχεια η αδρή αυτή επιφάνεια αλειφόταν με ασβεστοκονίαμα πάχους περίπου 15 χιλιοστών. Τέλος εκεί επάνω ετοποθετείτο το τελικό στρώμα, ένα ασβεστοκονίαμα πάχους μόλις 5 χιλιοστών … Οριζόντιες γραμμές τραβηγμένες με έναν τεντωμένο σπάγγο, όταν το κονίαμα (σοβάς) ήταν ακόμη νωπό, όριζαν τα πλαίσια επάνω και κάτω μέσα στα οποία ο καλλιτέχνης επρόκειτο να κινηθεί. Ένα προσχέδιο ήταν απαραίτητο και συνήθως χαρασσόταν με ένα μυτερό αντικείμενο στο υγρό κονίαμα … Αλλά τα προσχέδια μπορούσαν να γίνουν και όταν το έδαφος είχε στεγνώσει … συχνά εικονίζονται άρματα … και είναι φανερό ότι οι ρόδες τους έχουν σχεδιασθεί με διαβήτη … Τα χρώματα είναι όλα φυσικά, γαιώδους προελεύσεως … Το λευκό από ασβέστη … το μαύρο από άνθρακα … το σκούρο κόκκινο από οξείδιο του σιδήρου ή αιματίτη, … το ανοιχτό από ψημένη ώχρα, το γαλάζιο … μείγμα πυριτίου του χαλκού και οξειδίου του ασβεστίου … Διαλύονταν με νερό και ασβέστη και έτσι εισχωρούσαν βαθιά στον σοβά. Συχνά εσυγκρατούντο με κάποια οργανική κόλλα … η σύνθεση (της οποίας) μας είναι άγνωστη … Η τελική φάση είναι το στίλβωμα, που κάνει την τοιχογραφία να φαίνεται εντελώς λεία.
 
Ως προς τη θεματολογία, κυριαρχούν στις μυκηναϊκές τοιχογραφίες αφηγηματικές σκηνές, σε παραστάσεις φυσικού μεγέθους ή και μικρογραφικές, στις οποίες περιλαμβάνονται, συνήθως, θεότητες και άνθρωποι, τις περισσότερες φορές ως μέρη τελετουργικών πομπών, τμήματα κτισμάτων, ιερά σύμβολα, πραγματικά ή φανταστικά ζώα, άρματα και μάχες, που ερμηνεύονται άλλοτε ως λατρευτικές, άλλοτε ως πολεμικές ή κυνηγετικές σκηνές και άλλοτε ως απεικονίσεις της καθημερινότητας. Το πιο αγαπημένο θέμα φαίνεται πως είναι η λεγόμενη «πομπή γυναικών» που σχετίζεται, προφανώς, με κάποια απόδοση τιμών προς τους ανώτερους, ηγεμόνες ή θεούς ή και τα δυο, η οποία προσλαμβάνει τελετουργικό χαρακτήρα. Γυναίκες στη σειρά που μεταφέρουν κάποια αντικείμενα, πιθανόν δώρα ή προσφορές, προς καθιστές μορφές αποτελούν το θέμα τοιχογραφιών ή τμημάτων τους από τα ανάκτορα των Θηβών, της Πύλου και της Τίρυνθας. Άλλα συνήθη θέματα είναι η ζωγραφική απόδοση ελαφιών και το κυνήγι των κάπρων (αγριογούρουνων).
 
Κορυφαίο δείγμα της τέχνης αυτής θεωρείται η περίφημη «Μυκηναία», τμήμα τοιχογραφίας του 13ου αι. π.Χ. από το λεγόμενο «Θρησκευτικό Κέντρο των Μυκηνών». Μια γυναικεία μορφή που θεωρείται θεότητα απεικονίζεται σε κατατομή (προφίλ), με τον χαρακτηριστικό τρόπο απόδοσης της μυκηναϊκής ζωγραφικής η οποία δεν είναι τρισδιάστατη, αλλά δισδιάστατη, χωρίς προοπτική, με το πρόσωπο σε κατατομή και τα μάτια κατενώπιον. Η ζωντάνια, η άνεση και η φυσικότητα των χαρακτηριστικών έχει προσδώσει στη συγκεκριμένη μορφή μεγάλη καλλιτεχνική αξία σε μια τέχνη που εκλαμβάνεται γενικά από τους ειδικούς ως «στατική» και «άκαμπτη», αφού δεν παρουσίασε καμιά αξιοσημείωτη εξέλιξη από την αρχή μέχρι το τέλος της εμφάνισής της (Ιακωβίδης 1994: 222).
 
Ο ρόλος των τοιχογραφιών ήταν προφανώς διακοσμητικός, αλλά και πρόδηλα λειτουργικός, συμβολικός και ιδεολογικός. «Καλλώπιζαν», βέβαια, τους χώρους, αλλά είναι πολύ πιθανό ότι ταυτόχρονα δίδασκαν και «καθοδηγούσαν» αυτούς που τις αντίκριζαν για ένα σωρό ζητήματα, τα οποία σχετίζονταν από τη συμπεριφορά των επισκεπτών των ανακτορικών κέντρων μέχρι τη διατράνωση πολιτικών, θρησκευτικών και κοινωνικών αντιλήψεων της εποχής. Το γεγονός, μάλιστα, πως σε όλα τα ανακτορικά κέντρα της μυκηναϊκής εποχής παρατηρούνται όμοιες τεχνικές και παρεμφερής θεματολογία υποδεικνύει όχι μόνο πολιτισμική ομοιομορφία και κοινά ζητούμενα μεταξύ των μυκηναϊκών κέντρων και των ηγετικών τάξεων, αλλά, ίσως και κάποιους τεχνίτες που είχαν εξειδικευτεί σε αυτήν την τέχνη και καλούνταν προς εξυπηρέτηση από τις ανώτερες τάξεις.
 
Είναι γεγονός, πάντως, πως καμία αναφορά δεν γίνεται στα ομηρικά έπη για την παρουσία τοιχογραφημένων χώρων στις οικίες και τα ανάκτορα των ομηρικών ηρώων. Ίσως αυτό να ερμηνεύεται, μάλιστα, ως καίρια χρονολογική ένδειξη για την τοποθέτηση των επών στον 8ο και 7ο αι. π.Χ., ή γενικότερα μετά τον 11ο αι. π.Χ. Κατά τους αιώνες αυτούς τα αρχαιολογικά ευρήματα δείχνουν πως δε συνηθιζόταν η τοιχογράφηση κτιρίων, αφού, μάλλον, δεν επιβαλλόταν κάτι τέτοιο από την κοινωνική δομή και οργάνωση της προγεωμετρικής και γεωμετρικής εποχής, η οποία δεν χαρακτηρίζεται από την παρουσία των μυκηναϊκού τύπου ανακτόρων, τα οποία, προφανώς, και δεν έχει ανάγκη.
 
Παρόλα αυτά, εικονογραφική ιστόρηση που μπορεί να αντλεί από τη λογική των τοιχογραφικών συνθέσεων συναντάται στα ομηρικά έπη σε άλλου είδους τέχνες. Πρόκειται για την περίφημη ομηρική, πραγματική ή φανταστική «έκφραση», η οποία αφορά τις αναπαραστατικές τέχνες που διηγούνται ιστορίες και οι οποίες αναπτύχθηκαν σε σχέση με την υφαντική ή την οπλουργία. Κορυφαία παραδείγματα αυτής της «έκφρασης» αποτελούν το μαντίλι που υφαίνει η Ελένη στη ραψωδία Γ και αναπαριστά τις συγκρούσεις Αχαιών και Τρώων, αλλά και η ασπίδα του Αχιλλέα που κατασκευάζει ο Ήφαιστος στη ραψωδία Σ της Ιλιάδας με την απεικόνιση του σύμπαντος και των πολιτειών. Από την άλλη πλευρά τόσο ο αφηγηματικός χαρακτήρας όσο και η επανάληψη κάποιων μοτίβων στις αιγαιακές τοιχογραφίες οδήγησε στη συσχέτισή τους με τα ομηρικά έπη. Θεωρήθηκε έτσι ότι προηγούνται στην αφήγηση ιστοριών σε σχέση με τα έπη και δημιουργούν έτσι ένα αφηγηματικό υπόβαθρο για αυτά και ότι, μάλιστα, δομούνται με επαναλαμβανόμενες φόρμουλες-μοτίβα, όπως ακριβώς τα έπη στηρίζονται σε επαναλαμβανόμενες στερεότυπες φόρμουλες-λέξεις ή φράσεις.
 
Υπάρχουν, παράλληλα, απόψεις ερευνητών οι οποίοι θεωρούν πως η επική και η τοιχογραφική «αναπαράσταση» του πραγματικού και/ή του φανταστικού κόσμου της Εποχής του Χαλκού στο Αιγαίο, έχουν κοινή ρίζα και αντλούν από τις ίδιες θεματολογικές και αφηγηματικές δεξαμενές που μετέτρεψαν ιστορίες και μύθους που κυκλοφορούσαν στο Αιγαίο και ευρύτερα στη Μεσόγειο σε επικού τύπου αφηγήσεις είτε προφορικές, είτε γραπτές είτε ζωγραφισμένες. Επισημαίνεται, λοιπόν, έτσι η μεγάλη σημασία των αιγαιακών τοιχογραφιών για την κατανόηση των αρχών της επικής ποίησης, γεγονός που αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα και «γοητευτική», ως προς τα αποτελέσματά της, πιθανότητα (βλ. Morris 1989).