Σάββατο 16 Οκτωβρίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Οἰδίπους Τύραννος (1478-1514)

ΟΙ. ἀλλ᾽ εὐτυχοίης, καί σε τῆσδε τῆς ὁδοῦ
δαίμων ἄμεινον ἢ ᾽μὲ φρουρήσας τύχοι.
1480 ὦ τέκνα, ποῦ ποτ᾽ ἐστέ; δεῦρ᾽ ἴτ᾽, ἔλθετε
ὡς τὰς ἀδελφὰς τάσδε τὰς ἐμὰς χέρας,
αἳ τοῦ φυτουργοῦ πατρὸς ὑμὶν ὧδ᾽ ὁρᾶν
τὰ πρόσθε λαμπρὰ προυξένησαν ὄμματα·
ὃς ὑμίν, ὦ τέκν᾽, οὔθ᾽ ὁρῶν οὔθ᾽ ἱστορῶν
1485 πατὴρ ἐφάνθην ἔνθεν αὐτὸς ἠρόθην.
καὶ σφὼ δακρύω· προσβλέπειν γὰρ οὐ σθένω·
νοούμενος τὰ λοιπὰ τοῦ πικροῦ βίου,
οἷον βιῶναι σφὼ πρὸς ἀνθρώπων χρεών.
ποίας γὰρ ἀστῶν ἥξετ᾽ εἰς ὁμιλίας,
1490 ποίας δ᾽ ἑορτάς, ἔνθεν οὐ κεκλαυμέναι
πρὸς οἶκον ἵξεσθ᾽ ἀντὶ τῆς θεωρίας;
ἀλλ᾽ ἡνίκ᾽ ἂν δὴ πρὸς γάμων ἥκητ᾽ ἀκμάς,
τίς οὗτος ἔσται, τίς παραρρίψει, τέκνα,
τοιαῦτ᾽ ὀνείδη λαμβάνειν, ἃ τοῖς ἐμοῖς
1495 γονεῦσιν ἔσται σφῷν θ᾽ ὁμοῦ δηλήματα;
τί γὰρ κακῶν ἄπεστι; τὸν πατέρα πατὴρ
ὑμῶν ἔπεφνε· τὴν τεκοῦσαν ἤροσεν,
ὅθεν περ αὐτὸς ἐσπάρη, κἀκ τῶν ἴσων
ἐκτήσαθ᾽ ὑμᾶς, ὧνπερ αὐτὸς ἐξέφυ.
1500 τοιαῦτ᾽ ὀνειδιεῖσθε. κᾆτα τίς γαμεῖ;
οὐκ ἔστιν οὐδείς, ὦ τέκν᾽, ἀλλὰ δηλαδὴ
χέρσους φθαρῆναι κἀγάμους ὑμᾶς χρεών.
ὦ παῖ Μενοικέως, ἀλλ᾽ ἐπεὶ μόνος πατὴρ
τούτοιν λέλειψαι, νὼ γάρ, ὣ ᾽φυτεύσαμεν,
1505 ὀλώλαμεν δύ᾽ ὄντε, μή σφε δὴ παρῇς
πτωχὰς ἀνάνδρους ἐγγενεῖς ἀλωμένας,
μηδ᾽ ἐξισώσῃς τάσδε τοῖς ἐμοῖς κακοῖς.
ἀλλ᾽ οἴκτισόν σφας, ὧδε τηλικάσδ᾽ ὁρῶν
πάντων ἐρήμους, πλὴν ὅσον τὸ σὸν μέρος.
1510 ξύννευσον, ὦ γενναῖε, σῇ ψαύσας χερί.
σφῷν δ᾽, ὦ τέκν᾽, εἰ μὲν εἰχέτην ἤδη φρένας,
πόλλ᾽ ἂν παρῄνουν· νῦν δὲ τοῦτ᾽ εὔχεσθέ μοι,
οὗ καιρὸς αἰεὶ ζῆν, βίου δὲ λῴονος
ὑμᾶς κυρῆσαι τοῦ φυτεύσαντος πατρός.

***
ΟΙΔ. Να ζεις ευτυχισμένος.
Συνάντησα τις κόρες μου
και το θεό παρακαλώ
να σε φυλάει
όχι καθώς εμένα φύλαξε.
1480 Πού είστε, θυγατέρες μου;
Ελάτε, ζυγώστε σιμά μου·
αγγίξτε τα χέρια του αδερφού σας
που του πατέρα που σας έσπειρε
τα φωτεινά σκοτείνιασε τα μάτια.
Ανίδεος, αθώος και τυφλός
σας έσπειρα, παιδιά μου,
στη γη απ᾽ όπου φύτρωσα.
Δακρύζω, μα δεν μπορώ να σας δω.
Πικρό στοχάζομαι το μέλλον
που σας καρτερεί
και την αβίωτη ζωή
μες στων ανθρώπων τη βοή.
Πώς θ᾽ ανταμώνετε
στην αγορά τους πατριώτες σας,
1490 πώς θα πηγαίνετε προσκυνητές
στα πανηγύρια,
αφού στο σπίτι θα γυρίζετε
δακρύζοντας χωρίς τη χαρά της γιορτής.
Κι όταν στην ώρα φτάσετε του γάμου,
ποιός θα τολμήσει, κόρες μου, ποιός θα βρεθεί
να πάρει νύφη την ντροπή
που θα σας αφανίσει,
όπως και τους δικούς μου τους γονιούς αφάνισε.
Ποιός κλήρος δυστυχίας δε σας έλαχε;
Ο πατέρας σας τον πατέρα του σκότωσε·
όργωσε τη μητέρα που τον γέννησε
κι από τη μήτρα της φυτρώσαν
τα παιδιά του.
1500 Έτσι θα σας χλευάζουν.
Ποιός θα σας παντρευτεί;
Κανείς, παιδιά μου.
Είναι γραμμένο να μαραζώσετε
ανύμφευτες, χωρίς παιδιά.
Του Μενοικέως γιε,
εσύ μοναδικός απέμεινες πατέρας τους·
εμείς οι δυο που τις γεννήσαμε,
χαθήκαμε κι οι δυο.
Μην τις αφήσεις να χαθούν,
φτωχές κι ανύπαντρες οι ανιψιές σου.
Ας μη γευτούν τις συμφορές που γεύτηκα.
Λυπήσου τες και δες την ερημιά τους.
Δεν έχουν άλλο στήριγμα.
1510 Ω, σφίξε την καρδιά σου, ευγενική ψυχή,
κι άσε ν᾽ αγγίξω το χέρι σου.
Εσείς θ᾽ ακούγατε, παιδιά μου, τις παραινέσεις μου,
αν είχατε τα χρόνια και την πείρα.
Τώρα σας εύχομαι να ζείτε
με τους ανέμους των καιρών.
Κι ο βίος που σας καρτερεί
να ᾽ναι καλύτερος
απ᾽ τον καταραμένο βίο του πατρός σας.

ΟΜΗΡΟΣ: Ἰλιάς (2.142-2.206)

Ὣς φάτο, τοῖσι δὲ θυμὸν ἐνὶ στήθεσσιν ὄρινε
πᾶσι μετὰ πληθύν, ὅσοι οὐ βουλῆς ἐπάκουσαν·
κινήθη δ᾽ ἀγορὴ φὴ κύματα μακρὰ θαλάσσης,
145 πόντου Ἰκαρίοιο, τὰ μέν τ᾽ Εὖρός τε Νότος τε
ὤρορ᾽ ἐπαΐξας πατρὸς Διὸς ἐκ νεφελάων.
ὡς δ᾽ ὅτε κινήσῃ Ζέφυρος βαθὺ λήϊον ἐλθών,
λάβρος ἐπαιγίζων, ἐπί τ᾽ ἠμύει ἀσταχύεσσιν,
ὣς τῶν πᾶσ᾽ ἀγορὴ κινήθη· τοὶ δ᾽ ἀλαλητῷ
150 νῆας ἔπ᾽ ἐσσεύοντο, ποδῶν δ᾽ ὑπένερθε κονίη
ἵστατ᾽ ἀειρομένη· τοὶ δ᾽ ἀλλήλοισι κέλευον
ἅπτεσθαι νηῶν ἠδ᾽ ἑλκέμεν εἰς ἅλα δῖαν,
οὐρούς τ᾽ ἐξεκάθαιρον· ἀϋτὴ δ᾽ οὐρανὸν ἷκεν
οἴκαδε ἱεμένων· ὑπὸ δ᾽ ᾕρεον ἕρματα νηῶν.
155 Ἔνθα κεν Ἀργείοισιν ὑπέρμορα νόστος ἐτύχθη,
εἰ μὴ Ἀθηναίην Ἥρη πρὸς μῦθον ἔειπεν·
«ὢ πόποι, αἰγιόχοιο Διὸς τέκος, Ἀτρυτώνη,
οὕτω δὴ οἶκόνδε φίλην ἐς πατρίδα γαῖαν
Ἀργεῖοι φεύξονται ἐπ᾽ εὐρέα νῶτα θαλάσσης,
160 κὰδ δέ κεν εὐχωλὴν Πριάμῳ καὶ Τρωσὶ λίποιεν
Ἀργείην Ἑλένην, ἧς εἵνεκα πολλοὶ Ἀχαιῶν
ἐν Τροίῃ ἀπόλοντο, φίλης ἀπὸ πατρίδος αἴης·
ἀλλ᾽ ἴθι νῦν κατὰ λαὸν Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων·
σοῖς ἀγανοῖς ἐπέεσσιν ἐρήτυε φῶτα ἕκαστον,
165 μηδὲ ἔα νῆας ἅλαδ᾽ ἑλκέμεν ἀμφιελίσσας.»
Ὣς ἔφατ᾽, οὐδ᾽ ἀπίθησε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη,
βῆ δὲ κατ᾽ Οὐλύμποιο καρήνων ἀΐξασα·
καρπαλίμως δ᾽ ἵκανε θοὰς ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν.
εὗρεν ἔπειτ᾽ Ὀδυσῆα, Διὶ μῆτιν ἀτάλαντον,
170 ἐσταότ᾽· οὐδ᾽ ὅ γε νηὸς ἐϋσσέλμοιο μελαίνης
ἅπτετ᾽, ἐπεί μιν ἄχος κραδίην καὶ θυμὸν ἵκανεν·
ἀγχοῦ δ᾽ ἱσταμένη προσέφη γλαυκῶπις Ἀθήνη·
«διογενὲς Λαερτιάδη, πολυμήχαν᾽ Ὀδυσσεῦ,
οὕτω δὴ οἶκόνδε φίλην ἐς πατρίδα γαῖαν
175 φεύξεσθ᾽ ἐν νήεσσι πολυκλήϊσι πεσόντες,
κὰδ δέ κεν εὐχωλὴν Πριάμῳ καὶ Τρωσὶ λίποιτε
Ἀργείην Ἑλένην, ἧς εἵνεκα πολλοὶ Ἀχαιῶν
ἐν Τροίῃ ἀπόλοντο, φίλης ἀπὸ πατρίδος αἴης;
ἀλλ᾽ ἴθι νῦν κατὰ λαὸν Ἀχαιῶν, μηδ᾽ ἔτ᾽ ἐρώει,
180 σοῖς δ᾽ ἀγανοῖς ἐπέεσσιν ἐρήτυε φῶτα ἕκαστον,
μηδὲ ἔα νῆας ἅλαδ᾽ ἑλκέμεν ἀμφιελίσσας.»
Ὣς φάθ᾽, ὁ δὲ ξυνέηκε θεᾶς ὄπα φωνησάσης,
βῆ δὲ θέειν, ἀπὸ δὲ χλαῖναν βάλε· τὴν δὲ κόμισσε
κῆρυξ Εὐρυβάτης Ἰθακήσιος, ὅς οἱ ὀπήδει·
185 αὐτὸς δ᾽ Ἀτρεΐδεω Ἀγαμέμνονος ἀντίος ἐλθὼν
δέξατό οἱ σκῆπτρον πατρώϊον, ἄφθιτον αἰεί·
σὺν τῷ ἔβη κατὰ νῆας Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων.
Ὅν τινα μὲν βασιλῆα καὶ ἔξοχον ἄνδρα κιχείη,
τὸν δ᾽ ἀγανοῖς ἐπέεσσιν ἐρητύσασκε παραστάς·
190 «δαιμόνι᾽, οὔ σε ἔοικε κακὸν ὣς δειδίσσεσθαι,
ἀλλ᾽ αὐτός τε κάθησο καὶ ἄλλους ἵδρυε λαούς·
οὐ γάρ πω σάφα οἶσθ᾽ οἷος νόος Ἀτρεΐωνος·
νῦν μὲν πειρᾶται, τάχα δ᾽ ἴψεται υἷας Ἀχαιῶν.
ἐν βουλῇ δ᾽ οὐ πάντες ἀκούσαμεν οἷον ἔειπε;
195 μή τι χολωσάμενος ῥέξῃ κακὸν υἷας Ἀχαιῶν·
θυμὸς δὲ μέγας ἐστὶ διοτρεφέων βασιλήων,
τιμὴ δ᾽ ἐκ Διός ἐστι, φιλεῖ δέ ἑ μητίετα Ζεύς.»
Ὃν δ᾽ αὖ δήμου τ᾽ ἄνδρα ἴδοι βοόωντά τ᾽ ἐφεύροι,
τὸν σκήπτρῳ ἐλάσασκεν ὁμοκλήσασκέ τε μύθῳ·
200 «δαιμόνι᾽, ἀτρέμας ἧσο καὶ ἄλλων μῦθον ἄκουε,
οἳ σέο φέρτεροί εἰσι, σὺ δ᾽ ἀπτόλεμος καὶ ἄναλκις,
οὔτε ποτ᾽ ἐν πολέμῳ ἐναρίθμιος οὔτ᾽ ἐνὶ βουλῇ.
οὐ μέν πως πάντες βασιλεύσομεν ἐνθάδ᾽ Ἀχαιοί·
οὐκ ἀγαθὸν πολυκοιρανίη· εἷς κοίρανος ἔστω,
205 εἷς βασιλεύς, ᾧ δῶκε Κρόνου πάϊς ἀγκυλομήτεω
σκῆπτρόν τ᾽ ἠδὲ θέμιστας, ἵνα σφισι βουλεύῃσι.»

***
Οι λόγοι αυτοί κατάκαρδα ετάραξαν τα πλήθη
που δεν γνωρίζουν στην βουλήν ποια σκέψις είχε γίνει
κι όλη εκινήθ᾽ η σύνοδος σαν του Ικαρίου πόντου
145 τ᾽ αγριωμένα κύματα που ο Νότος με τον Εύρον
από τα νέφη του Διός ορμώντας τα σηκώνουν·
ή όπως το βαθύ σπαρτό μ᾽ όλα τα στάχυα κλίνει,
αν έλθει ξάφνου Ζέφυρος σφοδρός να το κινήσει,
όμοια κινήθ᾽ η σύνοδος και με βοήν στα πλοία
150 χύνονταν και απ᾽ τα πόδια των εφούντωνεν η σκόνη
ανάερα κι εσπρώχνονταν να σύρουν τα καράβια,
εις την αγίαν θάλασσαν, κι εκάθαιρναν τους λάκκους·
και ολοένα τα σκαριά σηκώναν κι η βοή τους
στον ουρανόν ανέβαινε για την γλυκιάν πατρίδα.
155 Πρόμοιρα τότ᾽ η επιστροφή γινόνταν των Αργείων,
εάν να ειπεί της Αθηνάς δεν πρόφθανεν η Ήρα:
«Τωόντι, ω κόρη αδάμαστη του αιγιδοφόρου Δία,
οι Αργείοι πίσω σχίζοντας της θάλασσας τα πλάτη
θα φύγουν τώρα στην γλυκιά πατρίδα να γυρίσουν;
160 Και του Πριάμου καύχημα θ᾽ αφήσουν και των Τρώων
την Άργισσαν Ελένην τους, αφού γι᾽ αυτήν χαθήκαν
τόσοι στην Τροίαν Αχαιοί μακράν απ᾽ την πατρίδα;
Αλλά κατέβα τώρα ευθύς στων Αχαιών τα πλήθη,
συ τον καθένα κράτησε με τα γλυκά σου λόγια,
165 στην θάλασσαν τα ισόπλευρα καράβια να μη σύρουν».
Και η γλαυκόματη θεά υπάκουσε στον λόγον
και από του Ολύμπου την κορφή στα γρήγορα καράβια
κατέβηκε των Αχαιών κι εκεί τον Οδυσσέα
εύρηκε, αυτόν που εταίριαζε στην γνώση με τον Δία·
170 το χέρι του δεν άπλωνεν εις το καράβι εκείνος,
αλλ᾽ έστεκε περίλυπος και καταπικραμένος.
Και η γλαυκόματη Αθηνά πλησίασε και του ᾽πε:
«Λαερτιάδη διογενή, πολύτεχνε Οδυσσέα,
τωόντι στα καλόσκαρμα καράβια θα ριχθείτε
175 οπίσω να γυρίσετε στην ποθητήν πατρίδα;
Και του Πριάμου καύχημα θ᾽ αφήστε και των Τρώων
την Άργισσαν Ελένην σας, αφού γι᾽ αυτήν χαθήκαν
τόσοι στην Τροίαν Αχαιοί μακράν απ᾽ την πατρίδα;
Αλλ᾽ άμε και των Αχαιών πλησίασε τα πλήθη
180 με το γλυκό σου μίλημα να πιέσεις τον καθέναν
στην θάλασσαν τα ισόπλευρα καράβια να μη σύρουν».
Είπε η θεά κι εγνώρισεν εκείνος την φωνήν της,
κι εχύθη την χλαμύδα του πετώντας· και την πήρε
ο Ιθακήσιος του οπαδός ο κήρυξ Ευρυβάτης·
185 κι ήβρε τον Αγαμέμνονα ο θείος Οδυσσέας,
το σκήπτρο επήρε τ᾽ άφθαρτο προγονικό του Ατρείδη
και των ανδρείων Αχαιών κατέβη στα καράβια.
Κι αν απαντούσε βασιλιά κι άνδρ᾽ άλλον των προκρίτων,
να τον κρατήσει επάσχιζε με λόγια μελωμένα:
190 «Άνθρωπε να δειλιάζεις συ, σαν άνανδρος δεν πρέπει,
στάσου και συ και να σταθούν παράγγειλε τους άλλους,
ότι δεν ξεύρεις καθαρά τι κρύβει ο νους του Ατρείδη·
μας δοκιμάζει κι ύστερα, θαρρώ, θα μας πατάξει·
και ό,τ᾽ είπε μέσα στην βουλήν δεν το ακούσαμ᾽ όλοι,
195 αλίμονο στους Αχαιούς, εκείνος αν θυμώσει,
ότι μεγάλ᾽ είν᾽ η ψυχή του θείου βασιλέως
που τον δοξάζει και αγαπά ο πάνσοφος Κρονίδης».
Κι άνθρωπον όταν του λαού που φώναζε απαντούσε,
κακά τον εφοβέριζε και με το σκήπτρο εκτύπα:
200 «Σίγα, χαμένε, υπάκουσε εις τους καλύτερούς σου·
άνανδρος συ και ουτιδανός καθόλου δεν μετριέσαι
στον πόλεμον ή στην βουλήν· μήπως θαρρείς πως όλοι
θα βασιλεύομεν εδώ; Πολυαρχία βλάπτει·
ένας θα είναι ο αρχηγός, ο βασιλέας ένας,
205 που σ᾽ αυτόν έδωσ᾽ ο υιός του κρυπτοβούλου Κρόνου
το σκήπτρο και τα νόμιμα να βασιλεύει σ᾽ όλους».

Ο καθημερινός άνθρωπος ως «ψυχολόγος» της προσωπικότητάς του

Ένα πολύ μεγάλο ποσοστό ανθρώπων που αντιμετωπίζουν έντονο άγχος, δυσθυμία, «κατάθλιψη» έχει την «τάση» να αποδίδει λανθασμένα τις ψυχικές αυτές καταστάσεις, σε έναν «προβληματικό εαυτό του», (μία δυστυχώς «κλασικά» λανθασμένη «αυτο-διάγνωση» που κάνει ο καθημερινός άνθρωπος), και όχι σε επιδράσεις του ξεχωριστού για τον κάθε άνθρωπο περιβάλλοντος μέσα στο οποίο μεγαλώνει.

Επιδράσεις τις οποίες δέχονται όλοι οι άνθρωποι από μικρή ηλικία, ηλικία κατά την οποία διαμορφώνεται η προσωπικότητα μας. Αυτό δεν σημαίνει ότι το περιβάλλον μας είχε ποτέ πρόθεση να μας βλάψει. Ακόμα και η υπερπροστασία του παιδιού για παράδειγμα, από την οικογένεια, η οποία έχει αμιγώς θετικά κίνητρα, θα μπορούσε να «συνδράμει» στην «διαμόρφωση» μιας πχ αγχώδους προσωπικότητας.

Το ερώτημα είναι αν «αναστρέφονται» οι επιδράσεις που δεχόμαστε σε μικρή ηλικία από το περιβάλλον μας, επιδράσεις που ούτε καν τις θυμόμαστε, ούτε γνωρίζουμε πως επέδρασαν στην ενήλικη συμπεριφορά μας. Η απάντηση είναι ναι.

Ιδιαίτερα εντυπωσιακό όμως, είναι το γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι θεωρούν ότι το άγχος, η μελαγχολία, η κατάθλιψή που μπορεί να νιώθουν, «υποδεικνύει» ότι οι ίδιοι είναι «προβληματικά άτομα», καθώς είναι επιστημονικά αδύνατον να διακρίνουν αντικειμενικά, ποια χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς τους οφείλονται σε επιδράσεις του περιβάλλοντος. Αντιθέτως, συχνά κάνουν μία λανθασμένη, υποκειμενική, «αυτό-ανάλυση-διάγνωση» του εαυτού τους, αποδίδοντας για παράδειγμα το άγχος, σαν ένα έμφυτο, «γενετικό» τους χαρακτηριστικό, το οποίο θεωρούν ότι είναι κάτι «ανίατο»

Αυτή η θεώρηση του καθημερινού ανθρώπου για την επιστήμη της ψυχολογίας, «επιβαρύνεται» συνήθως και από μία λανθασμένη εφαρμογή της ενημέρωσης που παρέχεται από διάφορες πηγές, ως «διαγνωστικό εργαλείο». Το ιδιαίτερα λεπτό θέμα με την επιστήμη της ψυχολογίας είναι ότι συγχέεται με την «καθημερινή ψυχολογία» που χρησιμοποιεί ο κάθε άνθρωπος για να ερμηνεύσει τους άλλους και τον εαυτό του. Σε αυτή την ισοπέδωση μιας επιστήμης, συμβάλλει πιθανά και η υπεραπλούστευσή στην ενημέρωση του κόσμου μέσα από θέματα μέσα από οδηγούς «πως να αναλύετε τον εαυτό σας» κλπ.

Υπάρχει επομένως η εσφαλμένη, πλατιά διαδεδομένη αντίληψη, ότι το άγχος, η κατάθλιψη, αποτελούν «προκαθορισμένα χαρακτηριστικά» της προσωπικότητας, τα οποία οι άνθρωποι θεωρούν ότι δεν μεταβάλλονται. Στην πραγματικότητα πολύ συχνά ισχύει το αντίθετο, μπορούν να μεταβληθούν και αυτό αποτελεί σημαντικό αντικείμενο και έργο της επιστήμης της ψυχολογίας.

Είναι όμως κατανοητό πως έχει προκύψει η διαδεδομένη αυτή αντίληψη. Το ανθρώπινο μυαλό βιώνει τον εαυτό μας, την προσωπικότητά μας, στο τώρα, την στιγμή που μιλάμε. Ακόμη και να έχει ένας άνθρωπος τις γνώσεις ενός ειδικού, και πάλι μεγάλο μέρος του περιεχομένου της μνήμης μας, δεν είναι έτσι απλά προσβάσιμο από την συνείδησή μας. Και να ήταν, οι επιδράσεις που δέχθηκε στην διαμόρφωση της προσωπικότητάς του, δεν θα ήταν κατανοητές από το ίδιο το άτομο.

Ο κάθε άνθρωπος, παρ όλα αυτά, όχι μόνο λειτουργεί ως ένας καθημερινός «αναλυτής» που ερμηνεύει την συμπεριφορά του και των άλλων, αλλά επιπλέον λόγω αυτής της ικανότητας του μυαλού μας, να αναλύει, θεωρεί ότι ο ειδικός ψυχολόγος λειτουργεί κατά τον ίδιο τρόπο με αυτόν.

Το χειρότερο, συχνό αποτέλεσμα της «αυτό-ανάλυσης» που κάνουν και θεωρούν ότι κάνουν σωστά πολλοί άνθρωποι για τον εαυτό τους, είναι ότι «καταλήγουν» σε συμπεράσματα-«διαγνώσεις» αρνητικές για τον εαυτό τους, τα οποία θεωρούν ως δεδομένα, και πιστεύουν ότι η προσωπική επαφή με ειδικό, απλά θα επιβεβαιώσει τα συμπεράσματά τους αυτά.

Κάπως έτσι δημιουργείται ως επόμενο βήμα, ο φόβος για τον ειδικό, και η προτίμηση του ατόμου να προσπαθήσει να τον «αποφύγει», ακόμη και αν «φθείρεται» ψυχολογικά για χρόνια.

Ιδιαίτερα εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι όταν μετά από κάποιο χρονικό διάστημα βρει ένας άνθρωπος το «θάρρος» να απευθυνθεί στον ειδικό, ο ειδικός βλέπει συχνά ότι το άτομο έχει «κάνει για τον εαυτό του», μία «διάγνωση» πολύ δυσμενή, σαν να έχει κάτι το ανίατο και γι αυτό τον λόγο απέφευγε για καιρό την επαφή με τον ειδικό.

Ένα βασικό ερώτημα που τίθεται όμως, είναι το εξής, όταν η προσωπικότητά σχετίζεται για παράδειγμα με το άγχος ή την κατάθλιψη που βιώνει ένας άνθρωπος, αρμόζει η χρήση του όρου «ψυχολογικό πρόβλημα»; Όπως έχει αναφερθεί στο άρθρο «Η βιολογική ερμηνεία της προσωπικότητας», η προσωπικότητα αποτελεί έναν «σχετικά σταθερό τρόπο «φιλτραρίσματος» και αντίδρασης απέναντι σε διάφορες καταστάσεις», η οποία διαμορφώνεται σε μικρή ηλικία, σε αλληλεπίδραση με το περιβάλλον, κυρίως τους γονείς. Ο όρος «σχετικά σταθερό» σημαίνει ότι έχουμε μια σταθερή συμπεριφορά απέναντι στο περιβάλλον, αυτό που θεωρούν οι άλλοι άνθρωποι ως τον εαυτό μας. Σημαίνει όμως επίσης και ότι παρά το γεγονός ότι η προσωπικότητά μας διαμορφώνεται κυρίως σε μικρή ηλικία, μεταβάλλεται σε όλη μας την ζωή.

Ένα γεγονός το οποίο σημαίνει ότι αντικείμενο της ψυχολογίας είναι και η μεταβολή των τρόπων αλληλεπίδρασης με το περιβάλλον, τους οποίους «μάθαμε» να «χρησιμοποιούμε» μη συνειδητά, και οι οποίοι μπορούν να «επιβαρύνουν» την ψυχική μας διάθεση. Ένας τέτοιος τρόπος αντίδρασης, συμπεριφοράς σε καταστάσεις, μπορεί να είναι συχνά για παράδειγμα το άγχος, και όμως ακόμη και στην εποχή μας υπάρχει άγνοια και πολλοί άνθρωποι νιώθουν, πραγματικά αδίκως, καταδικασμένοι σαν να πάσχουν από κάτι «ανίατο».

Τελικά όμως τι σημαίνει ψυχολογικά «παντοδύναμος» άνθρωπος;

Υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι σαφέστατα όχι! Αν στην σκέψη έρχεται ότι ψυχολογική δύναμη είναι να μην εκφράζει κάποιος τα συναισθήματά του, στην πραγματικότητα πρόκειται για έναν «φόβο», ο οποίος συνήθως παρατηρείται στο ανδρικό φύλο, λόγω ανατροφής. Οι γονείς, άθελά τους, από μικρή ηλικία, συχνά ενισχύουν το στερεότυπο ότι τα κορίτσια είναι καλό να εκφράζουν τα συναισθήματά τους, ενώ τα αγόρια να τα κρατούν στον εαυτό τους. Αυτό επιδρά αρνητικά στην εκμάθηση από τον εγκέφαλό μας να περιγράφει λεκτικά τα συναισθήματά του. Ικανότητα όμως η οποία είναι εκπαιδεύσιμη και μπορεί να αποκτηθεί ακόμη και σε μεγάλη ηλικία. Αρκεί να νικηθεί ο φόβος, ότι έτσι γινόμαστε «ευάλωτοι». Είναι χαρακτηριστικό ότι στατιστικά, οι γυναίκες «δέχονται» ότι ένας ψυχολόγος μπορεί να τους δώσει περισσότερες γνώσεις για τον εαυτό τους, θεωρώντας το αυτό θετικό, ενώ πολλοί άντρες το αρνούνται ή ουσιαστικά «το φοβούνται», καθώς το νιώθουν ως απειλή για την εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους..

Είναι επίσης χαρακτηριστικό, ότι πολλοί άνθρωποι επισκέπτονται τον ειδικό μετά ακόμη και από χρόνια ταλαιπωρίας τους, ακόμη και για θέματα όπως η σωματοποίηση του άγχους, τα οποία αντιμετωπίζονται σε σύντομο χρονικό διάστημα. Το γεγονός αυτό δείχνει βεβαίως έναν μεγάλο φόβο, για ένα «στίγμα», ένα στερεότυπο που υπάρχει στην κοινωνία. Δηλαδή ότι «αποκτούμε ένα ψυχολογικό θέμα από την στιγμή που θα δούμε ειδικό». Αν το παλέψουμε και δεν δούμε ειδικό, το «θέμα» που αντιμετωπίζουμε, δεν υπάρχει, του «κρυβόμαστε» και έτσι νιώθουμε «δυνατοί» όπως θεωρεί τον δυνατό η κοινωνία, παρ ότι δεν υπάρχει αυτός ο «τέλειος» άνθρωπος.

Το σημαντικότερο όμως όλων είναι η στερεοτυπική εικόνα ότι τα «ψυχολογικά θέματα» δεν αντιμετωπίζονται, ότι είναι ανίατα. Η ταύτιση δηλαδή από άγνοια του άγχους, της κατάθλιψης με την «βαριά ψυχοπαθολογία». Επόμενο είναι ότι όσο υπάρχει μία τέτοια εικόνα, πολλοί άνθρωποι θα συνεχίζουν να χρησιμοποιούν ακόμη και αυτο-καταστροφικές μεθόδους (πχ αλκοόλ) προκειμένου να αντιμετωπίσουν «από μόνοι» τους θέματα όπως πχ το άγχος.

Είναι εξαιρετικά τραγική η φράση η οποία χρησιμοποιείται στην καθομιλουμένη, ακόμη και μεταξύ ζευγαριών, και η οποία χρησιμοποιείται ως «προσβολή», η φράση «χρειάζεσαι ψυχολόγο». Χρησιμοποιείται με την έννοια ότι «δεν είσαι καλά, και δεν θα γίνεις ποτέ καλά». Δυστυχώς οι άνθρωποι που χρησιμοποιούν αυτοί την φράση, συχνά φοβούνται περισσότερο τον ειδικό και το τι θα τους πει. Μπορούμε να πούμε ότι οι άνθρωποι που μίλησαν με ειδικό, έμαθαν να απαντούν σε αυτή την φράση, ή έστω να γνωρίζουν χωρίς να το λένε, ότι η γνώση της προσωπικότητάς μας μέσα από την δική μας υποκειμενική ερμηνεία δεν είναι πλήρης και αντικειμενική. Κατανόησαν ότι όπως δεν θα προσβάλλονταν από την φράση «χρειάζεσαι οδοντίατρο», το ίδιο ισχύει για την επιστήμη της ψυχολογίας. Κατανόησαν επίσης ότι το να προσπαθούν μέσα από την ενημέρωση και μόνο, να «ελέγξουν» το άγχος τους για παράδειγμα, είναι σαν να διαβάζουν άρθρα καρδιολογίας, και μετά να προσπαθούν να κάνουν οι ίδιοι ερμηνεία των κτύπων της καρδιάς τους.

Η γνωστή φράση του Σωκράτη «Γηράσκω αεί διδασκόμενος» είναι ίσως η καλύτερη κατακλείδα, τονίζοντας ότι η πολυπλοκότητα του ανθρώπινου μυαλού είναι κάτι το οποίο μαθαίνουμε σε όλη μας την ζωή, και η απόκτηση γνώσης ποτέ δεν πρέπει να στιγματίζεται ως πρόβλημα. Αντιθέτως, απαιτείται δύναμη από τους ανθρώπους προκειμένου να παραδεχτούν ότι δεν γνωρίζουν τα πάντα, ακόμη και για τον εαυτό τους, και να θελήσουν να μάθουν. Όσο όμως η γνώση για το αντικείμενο της ψυχολογίας είναι ελλιπής, η επιστήμη αυτή θα συνοδεύεται από τον φόβο που δημιουργεί η άγνοια.

Διεκδικώ Σημαίνει Σέβομαι

Διεκδικώ σημαίνει ότι αναγνωρίζω τις προσωπικές μου δυνατότητες και αδυναμίες, τα δικά μου προτερήματα και ελαττώματα, αναλαμβάνω την ευθύνη για τη στάση μου και τις πράξεις μου, ενώ παράλληλα σέβομαι και αναγνωρίζω την αντίθετη άποψη από τη δική μου. Με λίγα λόγια διεκδικώ σημαίνει σέβομαι, τιμώ!

Σέβομαι και τους άλλους και τον εαυτό μου και δεν επιτρέπω σε κανέναν να παραβιάζει τα όριά μου, είτε είναι προσωπικά, είτε είναι οικογενειακά, είτε είναι εθνικά. Τέλος, διεκδικώ σημαίνει ότι εκφράζω τη στάση μου καθαρά, χωρίς να φοβάμαι και έχω την πεποίθηση ότι οι αξίες μου είναι σημαντικές και δεν πρέπει να υποβαθμίζονται από τους άλλους.

Παρακάτω ακολουθούν κάποιες συμβουλές που βοηθούν στην ενίσχυση της διεκδικητικότητας.

• Σίγουρα θα βοηθήσει αν μάθουμε περισσότερο τον εαυτό μας, τις πεποιθήσεις μας, τις απόψεις μας, τα πιστεύω μας. Πώς θα γίνει αυτό...; Αν διαμορφώσουμε ένα προσωπικό πλαίσιο αναφοράς που μας προσδιορίζει και μας ταιριάζει. Ένα πλαίσιο που θα έχει ισχυρές βάσεις και θα μας προστατεύει από τους εξωγενείς κινδύνους, τους κινδύνους της κοινωνίας μας.

• Σημαντικό είναι να λέμε πιο συχνά «ΟΧΙ, δεν θα το κάνω αυτό!». Το ΟΧΙ είναι μία λέξη που σπάνια την χρησιμοποιούμε ή καλύτερα που αποφεύγουμε να χρησιμοποιήσουμε για να μην φανούμε κακοί στους άλλους. Στο τέλος, καταλήγουμε να λέμε σε όλους ΝΑΙ και ας μην μας αντιπροσωπεύει. Έτσι χάνουμε την ουσία της ζωής, γεμίζουμε με υποχρεώσεις μόνο και μόνο για να ευχαριστηθούν οι άλλοι και δεν μας μένει λίγο χρόνος για εμάς, για τον εαυτό μας. Ας προσέξουμε τον εαυτό μας και ας βάλουμε όρια σε αυτά που μας αρέσουν και σε αυτά που δεν μας αρέσουν.

• Είναι σημαντικό να εκφράζουμε τις επιθυμίες μας και να κάνουμε όνειρα. Να έχουμε το θάρρος να δηλώσουμε τα «θέλω» μας, να διεκδικήσουμε το καλύτερο για τον εαυτό μας χωρίς βέβαια να καταπιέζουμε τους άλλους! Άλλωστε η διεκδικητική συμπεριφορά είναι μία κοινωνική δεξιότητα που μας επιτρέπει να μεταδίδουμε τις επιθυμίες μας, τις ανάγκες μας χωρίς να προκαλούμε «βλάβη», να προσβάλουμε ή να περιορίζουμε τους άλλους.

• Για να λειτουργήσει σωστά η διεκδικητική συμπεριφορά είναι σημαντικό να αναλαμβάνουμε τις ευθύνες των πράξεών μας και να παραδεχόμαστε τα λάθη μας.

• Τέλος, να είμαστε ο «εαυτός» μας! Δεν ωφελεί πουθενά με το να προσποιούμαστε κάτι άλλο από αυτό που είμαστε πραγματικά. Πιο σπουδαίο είναι να σεβόμαστε τον εαυτό μας και να κάνουμε πράγματα που μας γεμίζουν και ταιριάζουν στην ιδιοσυγκρασία μας παρά να δρούμε ή να επιλέγουμε καταστάσεις μόνο και μόνο για να μας αποδεχτούν όλοι οι άλλοι και στο τέλος να μην μας αρέσει ο ίδιος μας ο εαυτός.

Η Αξία και η Σημασία της Συναισθηματικής Έκφρασης

Θα ήθελα προκαταβολικά να αφιερώσω τις παρακάτω σημειώσεις σε όλους τους άνδρες αναγνώστες. Δεν ειρωνεύομαι καθόλου. Ως άνδρας και ο ίδιος ομολογώ ότι μπορώ να καταλάβω μία παραπάνω δυσκολία των ανδρών σε αυτό το θέμα: Την δυσκολία να εκφράσουν τα συναισθήματα τους. Να εκφραστούν συναισθηματικά.

Να βάλουν σε λόγια όλα όσα νιώθουν, ιδιαιτέρως όσα συναισθήματα εκδηλώνουν αγάπη, τρυφερότητα κι ακόμη περισσότερο φόβο, ανησυχία...

Τι αδικία! Ένα τεράστιο στερεότυπο, σαν σύννεφο, απλώνεται πάνω απ' τα κεφάλια μας και μας στερεί να δούμε τον ήλιο: Το φως των συναισθημάτων μας, την αξία και τη σημασία τους. Ή μάλλον για την ακρίβεια, συχνά τα βλέπουμε αλλά δεν μπορούμε να τα εκφράσουμε. Δεν τολμάμε. Φοβόμαστε μην χαρακτηριστούμε αδύναμοι, ανίκανοι, “λίγοι”, μην νομίζουν οι άλλοι ότι δεν μπορούμε... «Γιατί πρέπει να τα μπορούμε όλα! Γιατί αλλιώς δεν αξίζει!».

Έχει μεγάλη σημασία να είμαστε και να παραμένουμε σε επαφή με τα συναισθήματα μας. Να έχουμε συνείδηση του τι νιώθουμε κάθε στιγμή, τι αισθανόμαστε για αυτό ή για εκείνο, για τον έναν ή για τον άλλον...

Όλα τα συναισθήματα μας αξίζει να μπορούμε να τα καλοδεχόμαστε. Ακόμα και τα “αρνητικά” συναισθήματα έχουν την αξία τους, τη σημασία τους. Τα νιώθουμε γιατί υπάρχουν, γιατί κάτι, κάποιος, τα δημιούργησε, και εμείς καλό θα ήταν να μπορούμε να επεξεργαστούμε τα δεδομένα μας κάθε στιγμή γιατί αυτές οι στιγμές, το άθροισμα των στιγμών αυτών, είναι η ζωή μας.

Πρέπει να είμαστε ενσυναισθητικοί πρώτα με τον ίδιο μας τον εαυτό: αυτό είναι το διαβατήριο για να έχουμε ενσυναίσθηση και για όλους τους άλλους...

ΥΓ. Αν και το κείμενο αφιερώνεται στους άνδρες, δεν σημαίνει καθόλου ότι δεν αφορά και τις Γυναίκες! Το μήνυμα του κειμένου, η αξία και η σημασία της συναισθηματικής έκφρασης, αφορά τον κάθε έναν από εμάς που τον νοιάζει όχι μόνο να ξέρει τι θα πει αγάπη, καλοσύνη, θυμός, πίκρα, φόβος κλπ. αλλά τον νοιάζει επίσης, να ζήσει την ζωή του εμβαθύνοντας και σε ποιότητες πέραν του νου και της διανόησης, βουτώντας στον ωκεανό των συναισθημάτων, εμβαθύνοντας στην εμπειρία μιας ζωής βιωμένης ως το μεδούλι της...

Τα τρία κοστούμια των σχέσεων

Στην αρχή της ερωτικής μας ζωής, οι άνθρωποι, φέρουμε την περιουσία της ψυχής μας απείραχτη· ανέγγιχτη από οποιονδήποτε άλλο παρά ημών, έτοιμη να επενδυθεί σε εκείνον που θα επιλέξουμε.

Η λέξη επένδυση, εδώ, κρύβει μεγαλύτερη σημασία από όσο φανερώνει η πρώτη ανάγνωσή της καθώς – με μία ασυνείδητη κυριολεξία – αφορά το ντύσιμο του εκλεκτού μας με το συναισθηματικό μας ενδυματολόγιο, το οποίο, όμως, είναι στις δικές μας διαστάσεις...

Τι συμβαίνει, λοιπόν, όταν προσπαθήσουμε να το εφαρμόσουμε στον άλλο και πώς επηρεάζει την “αναπνοή” του κάτι το οποίο ενδεχομένως τον στενεύει;

Για αρχή, καλό είναι να δούμε τι περιέχει το “ενδυματολόγιο” αυτό, που κουβαλάμε, και πόσο αποπνιχτικά καθιστά τα πράγματα για εμάς τους ίδιους.

Μέσα σε αυτό, λοιπόν, εδρεύουν τρία κοστούμια...

Το πρώτο ονομάζεται εξιδανίκευση και είναι το πιο καλοσιδερωμένο απ’ όλα...

Με μία απαράβατη επιμέλεια, τόσο καθαρό που μας αντικατοπτρίζει αλαβάστρινους και απερίγραπτα όμορφους. Αυτή είναι και η ανάγκη μας όταν το φοράμε στο άλλο...

Να καθρεφτιστούμε επάνω του ιδανικοί και να νιώσουμε όπως θα θέλαμε να είχαμε νιώσει στην παιδική μας ηλικία. Αγαπημένοι, δηλαδή, από ένα ιδανικό πλάσμα.

Σύντομα, όμως, διαπιστώνουμε πως το κοστούμι αυτό μας εμποδίζει από το να νιώσουμε το δέρμα που στεγάζεται κάτω του και – ως εκ τούτου – να έχουμε μία βαθιά επαφή με τον σύντροφό μας. Βλέπετε, το κοστούμι αυτό, στην εσωτερική του τσέπη, έχει αυτό που ονομάζουμε έρωτα και αυτό δημιουργεί μία άηχη υπόσχεση...

Έτσι, δημιουργούμε σταδιακά, επάνω του, μικρές αμυχές καθώς η λαχτάρα μας πλέον αφορά το άδραγμα της έννοιας τούτης, στην ελπίδα μας να τη βιώσουμε στον μέγιστο βαθμό. Χρειάζεται, όμως, μεγάλη προσοχή στο πως θα απογδύσουμε τον άλλο καθώς τότε, το ψύχος της πραγματικότητας, θα μας επιβάλει να βγάλουμε από την ντουλάπα μας, και να του φορέσουμε το δεύτερο κοστούμι...

Το δεύτερο κοστούμι ονομάζεται μεταβίβαση και είναι ραμμένο από ένα υλικό που θυμίζει το βέλκρο. Εκείνη την κολλώδη επιφάνεια που συγκρατεί οτιδήποτε έρθει σε επαφή μαζί της· οτιδήποτε την αγγίξει. Έτσι, οποιαδήποτε συμπεριφορά του συντρόφου μας, που μας θυμίζει συμπεριφορές που είχαμε υφισταθεί στην αρχή της ζωής μας, μπολιάζεται και με τα ανάλογα συναισθήματα...

Το κοστούμι αυτό παγιδεύει το θυμό μας, τη θλίψη, ή την αμφιθυμία μας επάνω στο πρόσωπο που το φορά με αποτέλεσμα να θάβεται κάτω από αυτό και να ξεχνάμε πολλές φορές σε ποιον απευθυνόμαστε. Η ένταση των συναισθημάτων μας, σαν επιδέξιος γλύπτης, το σμιλεύει στη μορφή των πρωτόλειων φιγούρων της ζωής μας που μας πλήγωσαν ή μας πόνεσαν.

Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που φοράμε στον άλλο το κοστούμι αυτό, αυτή είναι η ανάγκη μας... Να αποβάλλουμε τον συσσωρευμένο θυμό και να επικρατήσουμε στις φιγούρες εκείνες που κάποτε υπήρξαμε πολύ αδύναμοι να αντιδράσουμε.

Το τρίτο κοστούμι ονομάζεται προβολή και μοιάζει να έχει δεκάδες τσέπες ραμμένες επάνω του.

Σε κάθε μία από αυτές τοποθετούμε επιθυμίες, ιδιότητες ή και συναισθήματα, τα οποία αφαιρούμε από επάνω μας, καθώς μας είναι επίπονο να παραδεχτούμε ότι είναι δικά μας. Έτσι, τα αποδίδουμε στον άλλο και τον κρίνουμε που τα φέρει, καθώς μας είναι πιο εύκολο να λιδορήσουμε κάποιον άλλο παρά τον εαυτό μας...

Εκείνα, βέβαια, προσθέτουν βάρος στο κοστούμι κάνοντας τον να φαντάζει απειλητικός, με τον όγκο του, με αποτέλεσμα να καταλήξουμε να τον αντιμαχόμαστε. Να τον απωθούμε και να προσπαθούμε να τον καθηλώσουμε προσθέτοντας όλο και περισσότερα από τα μεμπτά του χαρακτήρα μας.

Συνοψίζοντας, αυτό που πραγματικά φανερώνει το συναισθηματικό μας ενδυματολόγιο είναι η ανάγκη μας να αφομοιώσουμε τον άλλο· να τον σταθμίσουμε στα βιώματα μας, να τον κάνουμε αντιληπτό μέσα από την πορεία της δικής μας εμπειρίας αντί να δώσουμε την ευκαιρία στον εαυτό μας να βιώσει τη διαφορετικότητά του ανεπεξέργαστη.

Ο, σαφώς, μονομερής τρόπος που μάθαμε να αποδεχόμαστε τον άλλο – η ομοιότητα – έγινε προστάτης μας από την απειλή της ανομοιογένειας, καθώς θεωρούμε πως οι άνθρωποι που σχετίζονται χαρακτηρίζονται από την ομοιοτυπία ενός μίγματος δύο υλικών.

Η αλήθεια είναι, όμως, πως περισσότερο χαρμάνι από χοντροκομμένα κομμάτια θυμίζει, του οποίου η γεύση κρύβει τόσο την “μυρωδιά” του καθενός όσο και την επίγευση των δύο...

Μπορεί, λοιπόν, το κοστούμι της εξιδανίκευσης να φαντάζει όμορφο και πολλά υποσχόμενο...

Μπορεί το κοστούμι της μεταβίβασης να φαντάζει εκτονωτικό...

Μπορεί εκείνο της προβολής να μοιάζει απελευθερωτικό...

Είναι, όμως, η γύμνια που απαιτείται από δύο σώματα και όχι η ένδυση, για να άγουν το ηλεκτρικό φορτίο και να χτυπήσει τους συναισθηματικούς κάλυκες της ψυχής, βάζοντας σε λειτουργία το μηχανισμό της αγάπης...

Ώστε να μπορούν οι άνθρωποι -που μέχρι τότε βυθισμένοι στην αμάθεια διαχειρίζονταν άσχημα και βίαια τις ζωές τους- να ζουν καλύτερα

Μια άποψη για την αρχαία φιλοσοφία, ενός διανοούμενου που γράφει από τη σκοπιά κάποιου που βρίσκεται έξω από τον χώρο της φιλοσοφίας – του Λουκιανού από τα Σαμόσατα. Ο σατιρικός αυτός συγγραφέας του 2ου αιώνα μ.Χ., στον διάλογό του Δραπέται, βάζει τη Φιλοσοφία να υπενθυμίζει στον πατέρα της Δία τον λόγο που την έστειλε στη Γη: ώστε να μπορούν οι άνθρωποι -που μέχρι τότε βυθισμένοι στην αμάθεια διαχειρίζονταν άσχημα και βίαια τις ζωές τους- να ζουν καλύτερα. Αρχικά, λέει, επισκέφθηκε την Ινδία, τους Βραχμάνες, κατόπιν την Αιθιοπία, την Αίγυπτο, τη Βαβυλώνα και τέλος τη Θράκη, τον άγριο Βορρά. Τελικά έφθασε στους Έλληνες, όπου πίστευε πως θα εκτελούσε με ευκολία την αποστολή της. Όπως αποδείχτηκε όμως, τα πράγματα ήταν δυσκολότερα από ό,τι περίμενε.

Ύστερα από ένα ενθαρρυντικό ξεκίνημα, εμφανίστηκαν οι Σοφιστές και ανακάτεψαν τη φιλοσοφία με τις σοφιστείες. Στη συνέχεια, οι Αθηναίοι εκτέλεσαν τον Σωκράτη! H Φιλοσοφία συνέχισε παραπονούμενη για την όχι και τόσο υπέροχη διαμονή της στην Ελλάδα. Οι περισσότεροι άνθρωποι, λέει, την εκτιμούν αν και δεν την πολυκαταλαβαίνουν. και υπάρχουν γνήσιοι φιλόσοφοι που αγαπούν και αναζητούν την αλήθεια, κι έτσι το όλο εγχείρημά της αξίζει τον κόπο. Υπάρχουν όμως και ψευτοφιλόσοφοι, που στοχεύουν μόνο στα λεφτά και τη φήμη, κι αυτοί την καθιστούν ανυπόληπτη και την κάνουν έξω φρένων. Και τώρα χρειάζεται λίγη θεϊκή βοήθεια για να βελτιώσει την κατάσταση.

Στον ελληνορωμαϊκό κόσμο η φιλοσοφία, καλώς ή κακώς, καθιερώθηκε ως ξεχωριστό γνωστικό πεδίο, με τις δικές του πρακτικές, τα δικά του κείμενα, τους δικούς του θεσμούς. Για τους λειτουργούς και για το ακροατήριό της είχε πολύ πιο επιτακτικό χαρακτήρα από ό,τι έχει για μας σήμερα. Η φιλοσοφία ήταν τότε για τον κόσμο μια φυσική προέκταση της συνηθισμένης καλής εκπαίδευσης, δεδομένης της σπουδαιότητας του καλώς ζήν και του σημαντικού ρόλου της φιλοσοφίας ως προς αυτό. Σε εμάς σήμερα -σε αντίθεση με τους αρχαίους— υπάρχει μια ένταση ανάμεσα στην ιδέα ότι η φιλοσοφία μάς δίνει τη δυνατότητα να καταλαβαίνουμε τους εαυτούς μας και τον κόσμο και στην ιδέα ότι η φιλοσοφία είναι μια αυστηρή και διανοητικά απαιτητική ενασχόληση. 

O σημαντικός ρόλος στη ζωή τον οποίο κατείχε η φιλοσοφία στην αρχαιότητα έχει υποκατασταθεί από μια ποικιλία ενδιαφερόντων και επιδιώξεων· όμως η φιλοσοφία μετράει ακόμη, εξακολουθεί να έχει σημασία, και μπορούμε ακόμη με πολλούς τρόπους να συσχετίσουμε τα ενδιαφέροντά μας με εκείνα των αρχαίων και να διαπιστώσουμε πως η μελέτη τους οδηγεί με τον φυσικότερο τρόπο σε άμεση δέσμευση. Το παλιό πρόβλημα της Φιλοσοφίας παραμένει και, ελλείψει θεϊκής βοήθειας, θα πρέπει τη δουλειά να την κάνουμε εμείς και, για χάρη μας, να αναζητούμε την αλήθεια και να ξεσκεπάζουμε το ψεύδος.

Κάθε άτομο είναι ασύλληπτο. Μπορείτε να πιάσετε το σώμα, αλλά όχι την ψυχή του

Αυτό λοιπόν είναι το πρώτο βασικό γεγονός που πρέπει να καταλάβετε: ότι εκτός από εσάς, κανείς δεν μπορεί να διεισδύσει στην ιδιωτικότητά σας. Αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα σε μια πέτρα και σε εσάς. Μπορεί κανείς να διεισδύσει ως το κέντρο της πέτρας- δεν έχει ιδιωτικότητα. Αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα στην ύλη και τη συναίσθηση.

Η ύλη δεν έχει ιδιωτικότητα· η συναίσθηση έχει ιδιωτικότητα. Η ύλη μπορεί να γίνει κατανοητή απ’ έξω επειδή η ύλη δεν έχει εσωτερικό. Δεν υπάρχει εσωτερικό στην ύλη- όλα είναι εξωτερικά. Και στη συναίσθηση, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: όλα είναι εσωτερικά και τίποτε δεν είναι εξωτερικό.

Αν σας κοιτάζει επίμονα κάποιος, τότε υποβιβάζεστε σε ένα αντικείμενο, σε ένα πράγμα. Δεν είστε άνθρωπος. Προσπαθήστε να το καταλάβετε αυτό. Γι’ αυτό όποτε σας κοιτάζει κάποιος επίμονα, νιώθετε άβολα.

Στα ινδικά αποκαλούνε αυτόν τον τύπο ανθρώπου lucha. Η λέξη σημαίνει «εκείνος που σε κοιτάζει». Η λέξη lucha προέρχεται από το lochan – lochan σημαίνει «το μάτι». Εκείνος που σε κοιτάζει αδιάκοπα, παραβιάζει, καταπατά. Δεν είναι πολιτισμένος. Είναι απολίτιστος, άξεστος.

Υπάρχει ένα συγκεκριμένο όριο, ένα χρονικό όριο: οι ψυχολόγοι έχουν ανακαλύψει ότι είναι γύρω στα τρία δευτερόλεπτα. Αν κοιτάζεις κάποιον για τρία δευτερόλεπτα δεν υπάρχει πρόβλημα, είναι απλά ένα τυχαίο βλέμμα. Δύο ξένοι μπορούν να κοιτάξουν για τρία δευτερόλεπτα ο ένας τον άλλο καθώς περνάνε στον δρόμο. Μέχρι αυτό το διάστημα, είναι ένα τυχαίο βλέμμα. Αν το διάστημα είναι μεγαλύτερο, τότε το βλέμμα δεν είναι τυχαίο. Τώρα προσπαθείτε να διεισδύσετε στον άλλο. Αν τον αγαπάτε τότε επιτρέπεται, επειδή οι εραστές είναι ανοικτοί ο ένας στον άλλο. Αλλά αν δεν αγαπάτε το άτομο και το άτομο δεν σας αγαπάει, τότε τον προσβάλλετε. Τότε αυτό είναι βία. Τότε καταπατάτε τον ιδιωτικό χώρο του άλλου ατόμου, και το άλλο άτομο θα νιώσει προσβεβλημένο, θα νιώσει άβολα. Θα ανταποδώσει. Γιατί; Προσέξτε: κάθεστε μόνος σας στο δωμάτιό σας- είστε ένα τελείως διαφορετικό άτομο. Τότε μπαίνει μέσα κάποιος· αμέσως αλλάζετε επειδή έχουν έρθει δύο μάτια. Δεν είστε πια μόνος σας. Κάνετε το μπάνιο σας, σιγοτραγουδώντας, κάνοντας γκριμάτσες στον καθρέφτη, και μετά ξαφνικά συνειδητοποιείτε ότι κάποιος κοιτάζει από την κλειδαρότρυπα- αλλάζετε. Αυτή η ματιά, αυτό το βλέμμα σάς διαπερνά σαν ένα κοφτερό σπαθί. Δεν είστε πια μόνος το σιγανό τραγούδι σταματά- η ιδιωτικότητά σας έχει παραβιαστεί.

Γιατί προσβάλλεστε αν κοιτάξει κάποιος από την κλειδαρότρυπα; – επειδή σας έχουν υποβιβάσει σε ένα πράγμα. Η υποκειμενικότητά σας δεν γίνεται σεβαστή. Δεν είστε ένα πράγμα. Πριν σας κοιτάξει κάποιος πρέπει να ζητήσει την άδειά σας. Χωρίς την άδειά σας, όταν κάποιος σας κοιτάζει σαν κλέφτης σάς προσβάλλει. Σας κάνει πράγμα. Είστε μια συναίσθηση, μια υποκειμενικότητα. Δεν μπορείτε να υποβιβαστείτε σε ένα πράγμα.

Πηγαίνετε σε μια πόρνη: πληρώνετε γιατί θα κάνετε έρωτα μαζί της, κι εκείνη νιώθει πληγωμένη επειδή δεν είναι ένα αγαθό-αλλά εσείς την υποβιβάζετε σε ένα αγαθό. Η ζωή την ανάγκασε με κάποιο τρόπο να γίνει ένα πράγμα στην αγορά. Ακόμη και η πιο άσχημη γυναίκα είναι πιο όμορφη από την πιο όμορφη πόρνη, επειδή το να είσαι γυναίκα και να μην είσαι πράγμα σού χαρίζει μια χάρη, μια αξιοπρέπεια. Ακόμη και η πιο όμορφη πόρνη είναι άσχημη. Και οι άνθρωποι που πηγαίνουν μαζί της πρέπει να είναι άνθρωποι που δεν έχουν καμιά αισθητική. Πώς μπορείς να κάνεις έρωτα σε μια γυναίκα εφόσον την έχεις υποβιβάσει σε ένα πράγμα; Κάνεις έρωτα σε μια κούκλα. Κάνεις έρωτα σε ένα νεκρό σώμα, σε ένα πτώμα. Κάνεις έρωτα στα χρήματά σου. Δεν κάνεις έρωτα σε ένα άτομο, επειδή ένα άτομο είναι μια εσωτερικότητα, και ένα άτομο δεν μπορεί να αγοραστεί.

Να κοιτάζετε πάντα γύρω σας, και θα δείτε ότι ένα άτομο είναι ασύλληπτο. Μπορείτε να πιάσετε το σώμα, αλλά όχι την ψυχή. Αυτό δεν μπορεί να το κάνει κανείς.

Δεν είδατε την ψυχή μου ποτέ, αλλά γνωρίζατε πως ήταν μέσα στο σώμα μου, από τις πράξεις που είχα κάνει

ΚΙΚΕΡΩΝ:

Είχα ακουστά πως ο Πυθαγόρας και οι μαθητές του -πρακτικά φίλοι συμπατριώτες μας, αφού ήταν γνωστοί ως οι «Ιταλοί φιλόσοφοι»- δεν αμφέβαλαν ποτέ πως οι ψυχές μας προέρχονται από μια θεϊκή, συμπαντική νοημοσύνη. Είχα ακόμα μπροστά μου τις διαφωνίες σχετικά με τnv αθανασία της ψυχής που είχε ο Σωκράτης την τελευταία μέρα της ζωής του – και τον χρησμό του Απόλλωνα που τον ανακήρυσσε ως τον σοφότερο ανάμεσα στους ζώντες.

Γιατί να πω περισσότερα; Θεωρώ και είμαι πεπεισμένος πως, από τη στιγμή που οι άνθρωποι λειτουργούν με ταχύτητα αστραπής, έχουν μια αξιοθαύμαστη μνήμη του παρελθόντος και γνώση των πραγμάτων που θα συμβούν μελλοντικά και καταπληκτική ικανότητα στην τέχνη, την επιστήμη και τη δυνατότητα της ανακάλυψης, η φύση των ψυχών τους δεν μπορεί να είναι θνητή. Επιπρόσθετα, εφόσον οι ανθρώπινες ψυχές είναι διαρκώς σε μια αυτοδημιούργητη κίνηση, δεν μπορεί να υπάρχει τέλος στην κίνηση αυτή ούτε μπορεί ποτέ η κίνηση αυτή να σταματήσει. Ακόμα, από τη στιγμή που η ψυχή είναι μονοδιάστατη και δεν αναμειγνύεται με τίποτε άλλο, δεν μπορεί να διαχωριστεί, οπότε ούτε και να αφανιστεί. Άλλο ένα σοβαρό επιχείρημα είναι πως η γνώση μας σε πολλά θέματα υπήρχε ακόμα και πριν γεννηθούμε και, παρεμπιπτόντως, αυτό αποδεικνύεται όταν τα παιδιά μπορούν να μελετήσουν και να τελειοποιήσουν γρήγορα δύσκολα θέματα σαν να μην τα μαθαίνουν για πρώτη φορά, αλλά σαν να ανακαλούν αυτά τα οποία ήδη γνωρίζουν. Αυτή είναι η άποψη του Πλάτωνα.

Στον Ξενοφώντα, ο Κύρος ο Πρεσβύτερος πεθαίνοντας λέει τα εξής: «Πολυαγαπημένοι μου γιοι, μη νομίσετε πως όταν αποχωρήσω από εσάς θα πάψω να υπάρχω. Ακόμα και όσο ήμουν μαζί σας, δεν είδατε την ψυχή μου ποτέ, αλλά γνωρίζατε πως ήταν μέσα στο σώμα μου, από τις πράξεις που είχα κάνει.

Δεν μπορώ να πιστέψω πως η ψυχή είναι ανίκανη να σκεφτεί όταν αποχωρεί από ένα άβουλο σαρκίο. Αντιθέτως, όταν απελευθερώνεται από τα δεσμά του σώματος, τότε μόνο μπορεί να γίνει αγνή, άσπιλη και πραγματικά σοφή. Μπορούμε να καταλάβουμε πως, όταν ένα σώμα πεθαίνει και αποσυντίθεται, όλα τα συστατικά του επανέρχονται στον αρχικό προορισμό τούς. Μόνο η ψυχή παραμένει αόρατη τόσο όταν το σώμα είναι εν ζωή όσο και όταν έχει πεθάνει.

Μπορείτε να δείτε πως τίποτε δεν μοιάζει πιο πολύ με τον θάνατο απ’ ό,τι ο ύπνος, όμως, είναι κατά τη διάρκεια του ύπνου που οι ψυχές μας αποκαλύπτουν σαφέστατα τη θεϊκή φύση τους. Όταν η ψυχή είναι ελεύθερη και αποδεσμευμένη στον ύπνο, τότε είναι που μπορεί να δει ξεκάθαρα στο μέλλον. Αυτό μας δίνει ένα στοιχείο του τι είναι ικανές να κάνουν οι ψυχές μας όταν δεν θα είναι πια δεσμευμένες στο σώμα.

Και -για να ευλογήσω λίγο τα γένια μου, όπως συχνά κάνει ένας ηλικιωμένος- πιστεύετε πως θα είχα μοχθήσει τόσο σκληρά μέρα και νύχτα, στο σπίτι μου αλλά και σε πολέμους στο εξωτερικό, εάν πίστευα πως το τέλος της επίγειας αυτής ζωής θα έθετε το όριο της φήμης μου; Αν ίσχυε αυτό, σίγουρα θα ήταν καλύτερο να είχα επιλέξει μια ήσυχη και ειρηνική ζωή απαλλαγμένη από κόπο και διαμάχες. Αλλά με κάποιο τρόπο η ψυχή μου, ορθώνοντας το ανάστημά της, πάντα με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, γνώριζε πως η πραγματική ζωή θα αρχίσει μόνο μετά τον θάνατό μου. Αν η ψυχή δεν ήταν αθάνατη, γιατί οι καλύτεροι άνδρες μας να μοχθούν τόσο σκληρά για δόξα;

Τι υπέροχη μέρα θα είναι όταν αποχωρήσω για να συντροφεύσω αυτή τη θεϊκή συνάθροιση ψυχών και να αφήσω πίσω μου αυτόν τον κόσμο του πόνου και της ρύπανσης.

ΜΑΡΚΟΣ ΤΥΛΛΙΟΣ ΚΙΚΕΡΩΝ, ΤΟ ΔΩΡΟ ΤΗΣ ΩΡΙΜΟΤΗΤΑΣ

Αγάπη και ελευθερία – και οι δυο φτερούγες χρειάζονται

Όταν είσαι μόνος, νιώθεις μοναξιά, νιώθεις να σου λείπει ο άλλος. Η ζωή σου μοιάζει μισή. Χάνει τη χαρά, χάνει τη ροή, το άνθισμα. Παραμένει υποσιτισμένη.

Αν είσαι με άλλον, τότε προκύπτει ένα καινούργιο πρόβλημα, γιατί ο άλλος αρχίζει να καταπατά τον χώρο σου. Αρχίζει να σου βάζει όρους, να ζητάει πράγματα από σένα, αρχίζει να καταστρέφει την ελευθερία σου κι αυτό πληγώνει.

Και μέχρι τώρα η ανθρωπότητα έχει ζήσει με τέτοιο τρελό τρόπο, που μόνο μία ανάγκη μπορείς να ικανοποιήσεις: Μπορείς να είσαι ελεύθερος, μόνον αν εγκαταλείψεις την ιδέα της αγάπης.

Εγκατέλειψε την ιδέα της αγάπης και είσαι ελεύθερος.

Δεν υπάρχει κανένας για να σε εμποδίσει, δεν υπάρχει κανένας για να ανακατευτεί μαζί σου, κανένας για να έχει απαιτήσεις, κανένας για να σε κατέχει. Τότε όμως η ζωή γίνεται κρύα, σχεδόν νεκρή.

Δεν υπάρχει χορός ούτε χαρά ούτε τραγούδι. Όλα τα τραγούδια έχουν εξαφανιστεί, κάθε χαρά έχει πεθάνει. Είναι παράλυτοι. Πώς μπορούν να χορέψουν; Είναι ανάπηροι. Πώς μπορούν να χορέψουν; Δεν υπάρχει τίποτα για να χορέψουν. Οι ενέργειές τους είναι κολλημένες, δεν ρέουν πια. Για τη ροή χρειάζεται ο άλλος. Χωρίς τον άλλο δεν υπάρχει ροή.

Και η πλειοψηφία της ανθρωπότητας έχει προτιμήσει την αγάπη κι έχει εγκαταλείψει την ιδέα της ελευθερίας. Τότε οι άνθρωποι ζουν σαν σκλάβοι. Ο άντρας έχει υποβιβάσει τη γυναίκα σε πράγμα, σε είδος και το ίδιο έχει κάνει και η γυναίκα με τον δικό της επιδέξιο τρόπο: Έχει καταδυναστεύσει όλους τους συζύγους.

Ο άντρας έχει υποβιβάσει τη γυναίκα σε σκλάβα και η γυναίκα έχει υποβιβάσει τον άντρα σε σκλάβο. Και φυσικά και οι δύο μισούν τη σκλαβιά και οι δύο της αντιστέκονται. Συνεχώς μάχονται και με την παραμικρή αφορμή αρχίζει η μάχη.

Στο βάθος όμως βρίσκεται η πραγματική μάχη: Η πραγματική μάχη βρίσκεται στο ότι και οι δύο αποζητούν την ελευθερία. Δεν μπορούν να το πουν τόσο ξεκάθαρα, μπορεί ακόμη και να το έχουν ξεχάσει εντελώς.

Για χιλιάδες χρόνια, αυτός είναι ο τρόπος που έχουν ζήσει οι άνθρωποι. Έχουν δει τον πατέρα τους και τη μητέρα τους να έχουν ζήσει με τον ίδιο τρόπο, έχουν δει τους παππούδες τους να έχουν ζήσει με τον ίδιο τρόπο… Μ’ αυτόν τον τρόπο ζουν οι άνθρωποι, τον έχουν αποδεχτεί. Η ελευθερία τους έχει καταστραφεί.

Είναι σαν να προσπαθούμε να πετάξουμε στον ουρανό με ένα φτερό. Μερικοί άνθρωποι έχουν το φτερό της αγάπης και μερικοί έχουν το φτερό της ελευθερίας. Και οι δύο είναι ανίκανοι να πετάξουν. Χρειάζονται και τα δύο φτερά.

Η αγάπη είναι φυσική ανάγκη. Είναι σαν το φαγητό. Αν πεινάς, φυσικά θα αισθάνεσαι μια βαθιά ανησυχία. Χωρίς αγάπη, η ψυχή σου πεινάει. Η αγάπη είναι η τροφή της ψυχής.

Όπως ακριβώς το σώμα χρειάζεται φαγητό, νερό και αέρα, έτσι και η ψυχή χρειάζεται αγάπη. Αλλά η ψυχή χρειάζεται και ελευθερία. Και είναι ένα από τα πιο περίεργα πράγματα το ότι δεν έχουμε δεχθεί ακόμη αυτό το γεγονός.

Αν αγαπάς, δεν υπάρχει ανάγκη να σου καταστρέψουν την ελευθερία σου. Και τα δύο μπορούν να συνυπάρχουν, δεν υπάρχει ανταγωνισμός μεταξύ τους. Εξαιτίας της ανοησίας μας έχουμε δημιουργήσει ανταγωνισμό.

Γι’ αυτό οι μοναχοί νομίζουν πως οι εγκόσμιοι άνθρωποι είναι ανόητοι και κατά βάθος οι εγκόσμιοι άνθρωποι ξέρουν πως οι μοναχοί είναι ανόητοι, γιατί χάνουν όλες τις χαρές της ζωής.

Μάλλον θα πρέπει να αλλάξεις τη νοοτροπία σου σχετικά με την αγάπη και την ελευθερία. Αγάπα τον άλλο, δώσε του όμως ολοκληρωτική ελευθερία. Αγάπα τον άλλο, ξεκαθάρισέ του όμως από την πρώτη κιόλας στιγμή πως δεν πουλάς την ελευθερία σου.

Επέμενε για ελευθερία και μη χάνεις την αγάπη! Δεν υπάρχει ανάγκη. Δεν υπάρχει φυσική έχθρα ανάμεσα στην ελευθερία και την αγάπη. Πρόκειται απλώς για μια καλλιεργημένη εχθρότητα. Φυσικά, επί αιώνες έχει γίνει έτσι, οπότε το έχεις συνηθίσει, έχει γίνει κατεστημένο.

Όταν είσαι απελευθερωμένος, θα μπορέσεις να δεις την ομορφιά της αγάπης και της ελευθερίας μαζί. Είναι οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος. Αν πραγματικά αγαπάς το άτομο, θα του δώσεις απόλυτη ελευθερία. Αυτό είναι ένα δώρο αγάπης. Και όταν υπάρχει ελευθερία, τότε η αγάπη ανταποκρίνεται απεριόριστα.

Όταν δίνεις ελευθερία σε κάποιον, του έχεις δώσει το μεγαλύτερο δώρο και τότε η αγάπη έρχεται σε σένα τρέχοντας.

Η αγάπη είναι μια βασική ανάγκη, όσο βασική είναι η ελευθερία, οπότε και οι δύο χρειάζεται να ικανοποιηθούν. Και ένας άνθρωπος γεμάτος από αγάπη και ελευθερία είναι ένα από τα πιο όμορφα φαινόμενα στον κόσμο. Και όταν συναντιόνται δύο πρόσωπα τέτοιας ομορφιάς, τότε η σχέση τους δεν είναι καθόλου σχέση. Είναι σύνδεσμος. Είναι μια συνεχής ροή, σαν του ποταμού. Συνεχώς κατευθύνεται προς μεγαλύτερα ύψη.

Όταν ένα ώριμο άτομο είναι μόνο του, νιώθει πληρότητα. Όταν ένα ώριμο άτομο δίνει αγάπη, τη δίνει χωρίς κανένα κίνητρο, απλώς τη δίνει. Και όταν ένα ώριμο άτομο δίνει αγάπη, αισθάνεται ευγνωμοσύνη που έχεις δεχθεί την αγάπη. Δεν προσδοκεί να είσαι ευγνώμων γι’ αυτό, όχι, καθόλου, ούτε και χρειάζεται τις ευχαριστίες σου. Σε ευχαριστεί που δέχθηκες την αγάπη του.

Και όταν δύο ώριμα άτομα είναι ερωτευμένα, συμβαίνει ένα από τα μεγαλύτερα παράδοξα της ζωής, ένα από τα πιο όμορφα φαινόμενα: Είναι μαζί κι όμως απίστευτα μόνοι. Είναι τόσο πολύ μαζί, που είναι σχεδόν σαν ένα.

Η ενότητά τους όμως δεν καταστρέφει την ατομικότητά τους, στην πραγματικότητα, την εντείνει:

Γίνονται περισσότερο άτομα. Δύο ερωτευμένα ώριμα άτομα βοηθούν το ένα το άλλο να γίνουν περισσότερο ελεύθερα. Δεν υπεισέρχεται καμία πολιτική ούτε διπλωματία, καμία προσπάθεια για κυριαρχία. Πώς μπορείς να δυναστεύεις το άτομο που αγαπάς;

Σκέψου το μονάχα. Η κυριαρχία είναι ένα είδος μίσους, θυμού, εχθρότητας. Πώς μπορείς να δυναστεύσεις το άτομο που αγαπάς; Θα ήθελες να δεις το άτομο τελείως ελεύθερο, ανεξάρτητο, οπότε θα του δώσεις περισσότερη ατομικότητα.

Γι’ αυτό το αποκαλώ το μεγαλύτερο παράδοξο: Είναι τόσο πολύ μαζί, ώστε να γίνονται σχεδόν ένα, όμως, μέσα σ’ αυτή την ενότητα, παραμένουν ακόμη άτομα. Οι προσωπικότητές τους δεν εξαλείφονται, εξυψώνονται περισσότερο. Ο σύντροφός τους τους έχει εμπλουτίσει σε ό, τι αφορά την ελευθερία τους.

Όταν ερωτεύονται οι ανώριμοι άνθρωποι, καταστρέφουν την ελευθερία του άλλου, υποδουλώνουν, φυλακίζουν. Όταν ερωτεύονται τα ώριμα άτομα, βοηθούν ο ένας τον άλλο να είναι ελεύθεροι, βοηθούν ο ένας τον άλλο να καταστρέψουν κάθε είδους υποδούλωση. Και όταν η αγάπη ρέει με ελευθερία, υπάρχει ομορφιά. Όταν όμως ρέει με εξάρτηση, υπάρχει ασχήμια.

Να θυμάσαι, η ελευθερία έχει μεγαλύτερη αξία από την αγάπη. Οπότε, αν η αγάπη καταστρέφει την ελευθερία, τότε δεν αξίζει. Η αγάπη μπορεί και να παραληφθεί.

Η ελευθερία πρέπει να διασωθεί. Η ελευθερία έχει μεγαλύτερη αξία. Και χωρίς ελευθερία δεν μπορείς ποτέ να είσαι χαρούμενος. Αυτό είναι αδύνατον! Η ελευθερία είναι επιθυμία κάθε άντρα και κάθε γυναίκας.

Απόλυτη ελευθερία! Πέρα για πέρα ελευθερία! Έτσι, οτιδήποτε καταστρέφει την ελευθερία, ο άλλος αρχίζει να το μισεί.

Πράγματι, όταν δύο άνθρωποι είναι ερωτευμένοι, δεν θα πρέπει να μένουν μαζί όλο το εικοσιτετράωρο. Είναι πάρα πολύ βλαβερό για εκείνους κι ακόμη περισσότερο είναι βλαβερό για την ίδια την αγάπη.

Οι άνθρωποι σκοτώνουν και καταστρέφουν την αγάπη τους με το να μένουν μαζί τόσο πολύ, γιατί στο βάθος κάτι παραβιάζεται. Ο καθένας χρειάζεται ένα συγκεκριμένο χώρο και οι εραστές αναμιγνύονται υπερβολικά, ο ένας στη ζωή του άλλου, χωρίς να το γνωρίζουν. Αγαπούν, έτσι θέλουν να προσκολλούνται και ν’ αναμιγνύονται με το καθετί. Και να πώς καταστρέφεται κάθε αγάπη.

Η αγάπη μπορεί να είναι υπερβολικά όμορφη, όταν δεν καταστρέφεται. Αν καταστρέφεται, μπορεί να γίνει η μεγαλύτερη κόλαση που υπάρχει.

Αν ζεις για πάρα πολύ καιρό μόνος, βαριέσαι. Δεν υπάρχει διέγερση. Μονάχα εσύ και εσύ και εσύ. Είναι μονότονο, μία και μοναδική νότα. Θέλεις μια αλλαγή, λίγο καρύκευμα. Ο άλλος φέρνει την αλλαγή, φέρνει έναν άλλο κόσμο μέσα στο δικό σου κι αυτό είναι χρήσιμο.

Έτσι, όταν αισθάνεσαι την ανάγκη του άλλου, αναζήτησέ τον. Και μόλις νιώσεις ότι η ανάγκη έχει εκπληρωθεί, επέστρεψε στο δικό σου κόσμο. Οι εραστές μπορούν να μάθουν αυτό το ρυθμό: Να είναι ο καθένας μόνος του, αλλά και να συνυπάρχουν. Και συνεχώς να κινούνται ανάμεσα στα δύο.

Αν το άλλο πρόσωπο σ’ αγαπά, θα σεβαστεί την ανάγκη σου να μείνεις μόνος, και αν το αγαπάς, θα σεβαστείς την ανάγκη του. Η εναλλακτική λύση βρίσκεται ανάμεσα στην αγάπη και στη μη αγάπη.

Αν δεν αφήνεις χώρο στο άλλο πρόσωπο, τότε, σιγά-σιγά αυτό γίνεται δυστυχισμένο και θα δραπετεύσει τελείως. Λοιπόν, δώσε του λίγο χώρο, μην προσκολλάσαι και τότε η ερωτική σχέση μπορεί να γίνει κάτι μόνιμο. Μπορεί να συνεχίζεται και να συνεχίζεται, αν το σχοινί είναι αρκετά μακρύ.

Αν το σχοινί είναι πολύ κοντό, αργά ή γρήγορα ο ένας αισθάνεται φυλακισμένος και μόλις έρθει αυτό το συναίσθημα, τότε η ελευθερία γίνεται πιο σημαντική από την αγάπη.

Η ελευθερία δεν είναι πιο σημαντική από την αγάπη, αλλά την αισθάνεσαι έτσι, αν η ίδια η αγάπη γίνει μια φυλακή. Αν η αγάπη συνεχίζει να ξεχειλίζει από ελευθερία, τότε δεν υπάρχει πρόβλημα.

Το πρόβλημα προκύπτει γιατί νομίζουν ότι εσύ προσπαθείς να δραπετεύσεις και ότι η αγάπη θα καταστραφεί, οπότε φοβούνται και προσκολλώνται περισσότερο. Όσο περισσότερο προσκολλώνται, τόσο περισσότερο αρχίζεις να δραπετεύεις. Έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος.

Εφόσον η κατανόηση ρέει μεταξύ σας, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Είμαστε εδώ για να κάνουμε ο ένας τον άλλο ευτυχισμένο, όχι δυστυχισμένο. Αν κάνεις τον άλλο ευτυχισμένο, η δική σου ευτυχία αυξάνεται και ο άλλος στο ανταποδίδει ατελείωτα. Μπορεί να συνεχίσει να αντανακλάται με χίλιους δυο τρόπους.

Υπάρχει ένα από τα πιο βαθιά ριζωμένα προβλήματα σε κάθε σχέση άντρα – γυναίκας. Ο άντρας έχει περισσότερη ανάγκη από ελευθερία, παρά από αγάπη και η γυναίκα έχει περισσότερη ανάγκη από αγάπη, παρά από ελευθερία. Δεν είναι μόνο δικό σου πρόβλημα. Αποτελεί πρόβλημα για όλο τον κόσμο, για κάθε ζευγάρι.

Η γυναίκα δεν ανησυχεί καθόλου για ελευθερία. Είναι έτοιμη να γίνει σκλάβα αν κάνει και τον άλλο σκλάβο. Είναι έτοιμη να κάνει οποιαδήποτε δέσμευση, αν δεσμευτεί και ο άλλος. Είναι έτοιμη να ζήσει σε μια φυλακή, αν κι ο άλλος είναι έτοιμος να ζήσει σ’ ένα σκοτεινό κελί.

Και ο άντρας είναι έτοιμος να θυσιάσει ακόμη και την αγάπη του, αν ριψοκινδυνεύει η ελευθερία του. Θα ήθελε να ζήσει στον ανοιχτό ουρανό, ακόμη και μόνος, δεν πειράζει. Θα ήθελε να ζει σε μια αγαπημένη σχέση, αυτή όμως γίνεται σκοτεινή φυλακή. Λοιπόν αυτό είναι το πρόβλημα.

Αν έχουν κατανόηση, τα βρίσκουν. Αυτός μειώνει λίγο την ανάγκη του για ελευθερία και η γυναίκα την ανάγκη της για δέσμευση και κτητικότητα και έρχονται σε ισορροπία. Τότε, η γυναίκα χρειάζεται πενήντα τοις εκατό αγάπη, πενήντα τοις εκατό δέσμευση και ο άνδρας πενήντα τοις εκατό αγάπη, πενήντα τοις εκατό ελευθερία. Τότε υπάρχει μια δυνατότητα για κατανόηση και ανάπτυξη.

Αν εσύ ζητάς εκατό τοις εκατό δέσμευση κι εκείνος ζητάει εκατό τοις εκατό ελευθερία, τότε θα υπάρχει συνεχής διαμάχη και διαπληκτισμοί και γκρίνια κι αυτό είναι άσχημο. Και ποιό είναι το νόημα όλου αυτού; Βρίσκεις κάποιον άλλον. Εσύ μπορεί να βρεις κάποιον που να θέλει να είναι δεσμευμένος και ο άλλος μπορεί να βρει κάποια που να του επιτρέπει την ελευθερία του.

Η παροχή της ελευθερίας πρέπει να γίνεται χωρίς όρους. Με ή χωρίς σεξ, δεν είναι εκεί το θέμα. Όταν δίνεις στο άλλο άτομο το δικό του χώρο, τον δίνεις ολοκληρωτικά, χωρίς περιορισμούς. Δεν πρόκειται για ένα μακρύ σχοινί, δεν υπάρχει σχοινί. Αν με την ελευθερία εννοείς ένα μακρύ σχοινί, αυτό δεν είναι ελευθερία. Είναι απλά εξυπνάδα και πανουργία και δεν πρόκειται να σε βοηθήσει. Δίνεις χώρο και ελευθερία, αλλά συνεχίζεις να ελπίζεις πως δεν θα θεωρηθεί δεδομένο. Εδώ βρίσκεται και η σύγχυση, γι’ αυτό αισθάνεσαι ανισορροπία. Δίνουμε ελευθερία στον άλλο, με την ιδέα ότι ο άλλος δεν πρόκειται να τη χρησιμοποιήσει. Στο βάθος συνεχίζουμε να ελπίζουμε ότι ο άλλος θα αισθάνεται υποχρεωμένος σε μας, ότι θα μας ερωτευθεί περισσότερο. Δίνουμε ελευθερία, αλλά με τη βαθιά ασυνείδητη ελπίδα πως ο άλλος δεν πρόκειται να τη χρησιμοποιήσει. Αν ο άλλος τη χρησιμοποιήσει, τότε δημιουργείται το πρόβλημα.

Δώσε απόλυτη ελευθερία. Το να κάνεις κάποιον να αισθάνεται ένοχος, είναι αμαρτία.

Δεν υπάρχει άλλη αμαρτία σαν αυτή. Ακρωτηριάζει τους ανθρώπους, τους παραλύει. Λοιπόν πες στον άλλο να είναι τελείως ελεύθερος και να μην αισθάνεται καμία ενοχή.

Από τη στιγμή που το έχεις αποδεχτεί, θα αισθανθείς μια πάρα πολύ βαθιά ελευθερία μέσα σου, γιατί αυτός είναι ένας βασικός νόμος: Αν μπορείς να δώσεις ελευθερία στους άλλους, τότε την έχεις κι εσύ. Και δεν υπάρχει τίποτα σαν την ελευθερία.

Αν δεν δίνεις ελευθερία στους άλλους, τότε δεν την έχεις, δεν μπορείς να την έχεις. Όσο περισσότερο τη δίνεις, τόσο περισσότερο την έχεις. Όσο πιο λίγο δίνεις, τόσο πιο λίγο έχεις.

Είναι δίκοπο μαχαίρι. Κόβει κι απ’ τις δυο πλευρές. Δίνεις ελευθερία στον άλλο κι αμέσως είσαι ελεύθερος. Προσπάθησε να δημιουργήσεις μια δέσμευση, μια κτητικότητα γύρω απ’ τον άλλο και είσαι κι εσύ δεμένος, είσαι σκλάβος. Είναι αμοιβαίο.

Μπορείς να βρίσκεσαι κοντά σε κάποιον με δύο τρόπους. Μπορείς να υποχρεωθείς με το νόμο, με τη συνείδηση, με την ενοχή, με τη θρησκεία, με την αστυνομία. Τότε βρίσκεσαι κοντά, αλλά δεν είσαι κοντά. Μόνο με το σώμα βρίσκεσαι κοντά. Υπάρχει ένα άλλο πλησίασμα, που προκύπτει από την ελευθερία. Και οι δύο σύντροφοι είναι ελεύθεροι να είναι όσο μακριάθέλουν, παρά ταύτα διαλέγουν να είναι κοντά. Είναι μια επιλογή που πηγάζει από απόλυτη ελευθερία. Έχει μια διαφορετική ευωδιά. Δεν έχει να κάνει μ’ αυτόν τον κόσμο! Σχεδόν πρόκειται για κάτι από άλλον κόσμο.

Γι’ αυτό απλά δέξου το και δέξου το με χαρά. Νιώσε χαρούμενος, που μπόρεσες να της προσφέρεις τέτοια ελευθερία.

Το πορτραίτο ενός όμορφου ανθρώπου

Αποτέλεσμα εικόνας για Το πορτραίτο ενός όμορφου ανθρώπουΤο άτομο που έχει απαλλαγεί απ’ όλες τις περιοχές εσφαλμένης συμπεριφοράς είναι ένας μάλλον μυθιστορηματικός τύπος. Αλλά η απελευθέρωση από μια αυτοκαταστροφική συμπεριφορά δεν είναι κάτι φανταστικό κι ανύπαρκτο˙ είναι μια πραγματική δυνατότητα. Το να λειτουργήσετε ολοκληρωμένα είναι στο χέρι σας και η ολοκληρωμένη υγιής σκέψη της τωρινής σας στιγμής είναι κάτι που μπορείτε να επιλέξετε. Αυτό το τελευταίο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στην περιγραφή του τρόπου σκέψης και συμπεριφοράς των ανθρώπων που έχουν απαλλαγεί από τις λαθεμένες ζώνες. Θα παρακολουθήσετε την ανάπτυξη ενός ατόμου διαφορετικού από την πλειοψηφία των ανθρώπων, πού διακρίνεται για τη μυστηριώδη του ικανότητα να ζει δημιουργικά την κάθε στιγμή.

Οι απελευθερωμένοι απ’ τις περιοχές των σφαλμάτων άνθρωποι ξεχωρίζουν από το πλήθος των καθημερινών ατόμων. Ενώ φαίνονται σαν όλους τους άλλους, έχουν κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που δεν σχετίζονται με τη φυλή, την κοινωνικοοικονομική κατάσταση ή τη σεξουαλικότητα. Δεν εντάσσονται σε ρόλους, επαγγέλματα, γεωγραφικούς τύπους, μορφωτικά επίπεδα ή οικονομικές στατιστικές. Διακρίνονται από μια διαφορετική ποιότητα, αλλά η διαφορά δεν εντοπίζεται στους παραδοσιακούς εξωτερικούς παράγοντες με τους οποίους γενικά ταξινομούμε τους ανθρώπους. Μπορεί να είναι πλούσιοι ή φτωχοί, άντρες ή γυναίκες, μαύροι ή λευκοί, να ζουν σε οποιαδήποτε χώρα και να κάνουν οποιαδήποτε δουλειά. Ανήκουν σε μια διαφοροποιημένη ομάδα κι ωστόσο όλοι έχουν ένα και μοναδικό χαρακτηριστικό: την απελευθέρωση απ’ τις λαθεμένες ζώνες. Πώς θα τους ξεχωρίσετε όταν συναντήσετε κάποιον απ’ αυτούς; Κοιτάξτε τους! Ακούστε τους! Και τότε θ’ ανακαλύψετε πολλά.

Πρώτο και εμφανέστατο, είναι άνθρωποι που αγαπούν κυριολεκτικά καθετί στη ζωή -άνθρωποι που άνετα κάνουν οτιδήποτε και δεν σπαταλούν το χρόνο τους παραπονούμενοι ή επιθυμώντας να ήταν τα πράγματα διαφορετικά. Αντιμετωπίζουν με ενθουσιασμό τη ζωή και θέλουν όλα όσα μπορούν να πάρουν απ’ αυτή. Τους αρέσουν οι εκδρομές, ο κινηματογράφος, τα βιβλία, τα σπορ, οι συναυλίες, οι πόλεις, τα αγροκτήματα, τα ζώα, τα βουνά, με δύο λόγια τα πάντα. Τους αρέσει η ζωή. Όταν βρεθείτε κοντά σε τέτοιους ανθρώπους, Θα παρατηρήσετε ότι τα παράπονα, η γκρίνια, οι έστω και περαστικοί αναστεναγμοί είναι ανύπαρκτα. Αν βρέχει, τους αρέσει. Αν κάνει ζέστη, μάλλον το απολαμβάνουν, παρά παραπονιούνται. Αν πέσουν σε κίνηση, βρεθούν σ’ ένα πάρτι ή είναι μόνοι, απλούστατα βιώνουν την κάθε κατάσταση. Δεν προσποιούνται ότι απολαμβάνουν, αλλά πολύ φυσικά αποδέχονται την πραγματικότητα κι έχουν μια εκπληκτική ικανότητα να τη χαίρονται.

Ρωτήστε τους τι δεν τους αρέσει και θα δυσκολευτούν πολύ να βρουν μια απάντηση. Δεν έχει νόημα να αποφύγουν τη βροχή, αφού τη θεωρούν μια όμορφη, γοητευτική εμπειρία που πρέπει να βιώσουν. Τους αρέσει. Η λάσπη δεν τους εκνευρίζει˙ την παρατηρούν, τσαλαβουτούν σ’ αυτή και τη δέχονται ως μία ένδειξη ζωής. Τους αρέσουν οι γάτες; Ναι. Οι αρκούδες; Ναι. Τα σκουλήκια; Ναι. Ακόμα καί δυσάρεστα γεγονότα, αρρώστιες, ξηρασίες, κουνούπια, πλημμύρες κ.λπ. δεν τους απασχολούν πολύ ούτε σπαταλούν τις τωρινές στιγμές τους παραπονούμενοι η ευχόμενοι να μην υπήρχαν. Αν πρέπει να καταπολεμήσουν κάποιες κάποιες καταστάσεις, θα στρωθούν στη δουλειά και μάλιστα θα το απολαύσουν. Όσο και να προσπαθήσετε θα κουραστείτε πολύ να βρείτε κάτι που δεν τους αρέσει. Είναι πραγματικοί εραστές της ζωής και κυριολεκτικά τη ρουφούν, παίρνοντας από αυτή οτιδήποτε μπορούν.

Οι υγιείς, ολοκληρωμένοι άνθρωποι είναι απαλλαγμένοι από την ενοχή και τη συνακόλουθη αγωνία, που έχουν ως συνέπεια να σπαταλάμε τις τωρινές μας στιγμές ακινητοποιούμενοι σε γεγονότα τον παρελθόντος. Βέβαια, παραδέχονται τα λάθη τους και υπόσχονται να μην επαναλάβουν μια συμπεριφορά που είναι με οποιονδήποτε τρόπο αντιπαραγωγική. Αλλά δεν σπαταλούν το χρόνο τους ευχόμενοι να μην είχαν κάνει κάτι, ούτε εξοργίζονται επειδή δεν τους αρέσει κάτι που έκαναν σε μια προηγούμενη στιγμή της ζωής τους. Η πλήρης απελευθέρωση απ’ την ενοχή είναι το σήμα κατατεθέν των υγιών ανθρώπων. Καμιά θρηνολογία για το παρελθόν και καμία προσπάθεια να ενοχοποιήσουν τους άλλους, κάνοντας τους ανόητες παρατηρήσεις, όπως: «Γιατί δεν το έκανες αλλιώς» «Δεν ντρέπεσαι λιγάκι;» Δέχονται τη ζωή όπως είναι και αναγνωρίζουν πως κανένα άσχημο συναίσθημα δεν πρόκειται ν αλλάξει το παρελθόν. Οι ίδιοι έχουν απελευθερωθεί απ’ την ενοχή χωρίς καμία προσπάθεια˙ κι επειδή είναι φυσικό γι’ αυτούς δεν «βοηθούν» τους άλλους να νιώσουν ενοχή. Καταλαβαίνουν πως ένα άσχημο συναίσθημα της στιγμής ενισχύει παρά μόνο την ταπεινή εικόνα για τον εαυτό σου και πως το να μαθαίνεις από το παρελθόν είναι πολύ ανώτερο απ’ το να νιώθεις τύψεις γι’ αυτό. Δεν θα δείτε ποτέ να χρησιμοποιούν άλλους λέγοντάς τους πόσο κακοί υπήρξαν, ούτε κι εσείς θα μπορέσετε ποτέ να τους χρησιμοποιήσετε με μια παρόμοια συμπεριφορά. Δεν θα θυμώσουν μαζί σας, απλούστατα θα σας αγνοήσουν. Αντί να εκνευριστούν μαζί σας, θα φύγουν ή θ’ αλλάξουν θέμα. Η τακτική αυτή, που λειτουργεί τόσο εύκολα με τους περισσότερους ανθρώπους, αποτυχαίνει μ’ αυτά τα υγιή άτομα. Αντί να προκαλέσουν στον εαυτό τους και στους άλλους ενοχή, προσπερνούν αυτή την κατάσταση, όταν προκύψει, χωρίς να δημιουργούν ζήτημα.

Παρομοίως, οι άνθρωποι αυτοί δεν αγωνιούν. Οι περιστάσεις που κάνουν πολλούς ανθρώπους να τα χάνουν σπάνια επηρεάζουν τα άτομα αυτά. Δεν κάνουν προγράμματα, αλλά ούτε αναβάλλουν για το μέλλον. Αρνούνται να νιώσουν αγωνία και μένουν ανεπηρέαστοι από το άγχος που τη συνοδεύει. Δεν ξέρουν τι θα πει ανησυχία. Δεν είναι μέρος της συγκρότησής τους. Ωστόσο δεν είναι απαραίτητα ήρεμοι όλες τις στιγμές˙ είναι όμως απρόθυμοι να καταστρέψουν τις τωρινές στιγμές τους αγωνιώντας για μελλοντικά πράγματα που δεν μπορούν να ελέγξουν. Είναι απόλυτα προσανατολισμένοι στην τωρινή στιγμή κι ένας εσωτερικός δείκτης φαίνεται να τους θυμίζει πως η αγωνία τους πρέπει να ‘ναι για την τωρινή στιγμή, μια που η ανησυχία από μόνη της είναι ένας πολύ ανόητος τρόπος ζωής.

Οι άνθρωποι αυτοί ζουν τώρα, όχι στο παρελθόν ή το μέλλον. Δεν απειλούνται από το άγνωστο κι αναζητούν εμπειρίες νέες κι ασυνήθιστες. Αγαπούν το διφορούμενο. Γεύονται το τώρα, την κάθε στιγμή, ξέροντας πολύ καλά πως πραγματικά μόνο αυτό υπάρχει. Δεν κάνουν σχέδια για ένα μελλοντικό γεγονός κι ούτε περνούν το χρόνο τους αδρανείς αναμένοντάς το. Οι στιγμές που παρεμβάλλονται στα γεγονότα έχουν γι’ αυτούς τόση ζωή όση και τα ίδια τα γεγονότα˙ η ικανότητά τους να αντλούν κάθε δυνατή απόλαυση απ’ την καθημερινή ζωή είναι αξιοθαύμαστη. Δεν είναι αναβλητικοί,επιφυλασσόμενοι για μια ευνοϊκότερη μέρα, κι ενώ η κουλτούρα μας δεν εγκρίνει τη συμπεριφορά τους, οι ίδιοι δεν κινδυνεύουν από καμιά αυτοεπιτίμηση. Απολαμβάνουν ευτυχισμένοι το τώρα κι όταν ένα μελλοντικό τώρα έρχεται, το απολαμβάνουν εξίσου. Πάντα χαίρονται γιατί απλούστατα καταλαβαίνουν πόσο ανόητο είναι να περιμένεις κάτι για να χαρείς. Είναι ένας φυσικός τρόπος ζωής, που μοιάζει πολύ με τον τρόπο ζωής των παιδιών και των ζώων. Σπεύδουν v’ αδράξουν την απόλαυση της τωρινής στιγμής, ενώ οι περισσότεροι άνθρωποι σπαταλούν τη ζωή τους περιμένοντας ανταλλάγματα, που ποτέ δεν είναι ικανοί να πάρουν.

Αυτοί οι υγιείς άνθρωποι είναι εκπληκτικά ανεξάρτητοι. Έφυγαν από την οικογενειακή φωλιά κι ενώ πιθανόν τρέφουν ένα δυνατό συναίσθημα αγάπης κι αφοσίωσης γι’ αυτή, θεωρούν την ανεξαρτησία σ’ όλες τις σχέσεις ανώτερη απ’ την εξάρτηση. Προφυλάσσουν την ίδια τους την ελευθερία από τις προσδοκίες. οι σχέσεις τους οικοδομούνται πάνω στον αμοιβαίο σεβασμό του δικαιώματος καθενός να παίρνει αποφάσεις για λογαριασμό του. Η αγάπη τους δεν συνεπάγεται επιβολή αξιών στο αγαπημένο πρόσωπο. Δίνουν μεγάλη αξία στην ανάγκη γι’ απομόνωση, γεγονός που ίσως κάνει τους άλλους να νιώθουν παραγκωνισμένοι κι απαρνημένοι. Θέλουν να είναι μόνοι πότε πότε και κάνουν τα πάντα για να εξασφαλίσουν την προστασία της μοναχικότητάς τους. Δεν θα δείτε αυτοί οι άνθρωποι να έχουν πολλές ερωτικές σχέσεις. Είναι επιλεκτικοί στον έρωτά τους, αλλά αγαπούν βαθιά και τρυφερά. Απολαμβάνουν τους άλλους και θέλουν να είναι κοντά τους, επιθυμούν όμως κι οι άλλοι να τους δέχονται χωρίς να δυσανασχετούν ή να αναγκάζονται. Έτσι, από τη στιγμή που θ’ αρχίσετε να υπολογίζετε σ’ αυτούς, θα ανακαλύψετε ότι αποχωρούν, κατ’ αρχάς συναισθηματικά κι ύστερα ως παρουσίες. Σε μια ώριμη σχέση αρνούνται την εξάρτηση απ’ όποια πλευρά κι αν προέρχεται. Στα παιδιά τους προσφέρουν το πρότυπο ενός προσώπου όλο φροντίδα, ενθαρρύνουν όμως και την αυτενέργεια σχεδόν απ’ την πρώτη στιγμή, προσφέροντας συνεχώς μεγάλη αγάπη.

Η αναζήτηση της έγκρισης σ’ αυτούς τους ευτυχισμένους, ολοκληρωμένους ανθρώπους είναι κάτι ασυνήθιστο. Μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς την έγκριση ή την επιδοκιμασία των άλλων. Δεν επιδιώκουν τιμές, όπως οι περισσότεροι άνθρωποι. Δεν λαμβάνουν υπόψη τους τη γνώμη των άλλων, αδιαφορώντας σχεδόν αν οι άλλοι εγκρίνουν τα λόγια τους ή τις πράξεις τους. Δεν προσπαθούν να καταπλήξουν τους άλλους ή να κερδίσουν την έγκρισή τους. Κατευθύνονται τόσο πολύ από τον εαυτό τους, ώστε κυριολεκτικά δεν τους ενδιαφέρει πώς θ’ αξιολογήσουν οι άλλοι τη συμπεριφορά τους. Δεν παραλείπουν να επιδοκιμάσουν και να εγκρίνουν˙ απλούστατα οι ίδιοι δεν φαίνεται να χρειάζονται όλα αυτά. Είναι μάλλον απότομοι μες στην ευθύτητά τους, γιατί δεν χρησιμοποιούν προσεκτικά επιλεγμένες φράσεις για ν’ αρέσουν στους άλλους. Αν θέλετε να ξέρετε τι σκέφτονται, δεν έχετε παρά να τους ακούσετε να μιλούν. Αντίθετα, αν εσείς πείτε κάτι γι’ αυτούς, δεν θα καταρρεύσουν ούτε θ’ ακινητοποιηθούν. Θα δεχθούν τις παρατηρήσεις σας, θα τις επεξεργαστούν με βάση τις δικές τους αξίες και θα τις χρησιμοποιήσουν ως στοιχεία της ωρίμανσής τους. Δεν έχουν ανάγκη να αγαπιούνται από κανένα, ούτε και μένουν προσκολλημένοι στην παράλογη επιθυμία να εγκρίνουν οι άλλοι καθετί που κάνουν. Αναγνωρίζουν ότι πάντα θα σκοντάφτουν πάνω στην επιτίμηση. Διαφέρουν ακόμη ως προς την ικανότητα τους να λειτουργήσουν σύμφωνα με τον εαυτό τους παρά σύμφωνα με εξωτερικές υπαγορεύσεις.

Καθώς παρατηρείτε αυτούς τους χαρακτήρες, θα διαπιστώσετε την έλλειψη καθωσπρεπισμού. Δεν είναι επαναστάτες, αλλά δεν διστάζουν να επιλέξουν αυτό που θέλουν, έστω κι αν έτσι έρχονται σε σύγκρουση μ’ ό,τι κάνουν όλοι οι άλλοι. Είναι σε θέση ν’ αγνοούν ασήμαντους κανόνες, όταν δεν έχουν κανένα νόημα κι ήρεμα σηκώνουν τους ώμους στις μικροσυμβατικότητες που, ωστόσο, αποτελούν ένα σημαντικό τμήμα της ζωής τόσων άλλων ανθρώπων. Δεν συχνάζουν σε κοκτέιλ-πάρτι, ούτε παίρνουν μέρος σε ανούσιες συζητήσεις, επειδή αυτό απαιτεί η ευγένεια. Είναι ο εαυτός τους˙ κι ενώ θεωρούν την κοινωνία ένα σημαντικό τμήμα της ζωής τους, αρνούνται να κυβερνηθούν απ’ αυτή ή να γίνουν σκλάβοι της. Δεν επιτίθενται βίαια, αλλά ξέρουν βαθιά μέσα τούς πότε ν’ αγνοούν την κοινωνία και λειτουργούν με σωφροσύνη και λογική.

Ξέρουν να γελούν και να προκαλούν το γέλιο. Ανακαλύπτουν παντού το χιούμορ και μπορούν να γελάσουν με τις πιο ανόητες, αλλά και με τις πιο σοβαρές περιστάσεις. Τους αρέσει να κάνουν τους άλλους να γελούν και είναι εξαιρετικοί χιουμορίστες. Δεν πρόκειται για σοβαρούς, βλοσυρούς τύπους, που πορεύονται μες στις δυσκολίες της ζωής με παγερή έκφραση. Αντίθετα, είναι άνθρωποι της δράσης, τους οποίους οι άλλοι συχνά περιφρονούν επειδή φέρονται εύθυμα σε λάθος στιγμές. Το χιούμορ τους ωστόσο δεν είναι ποτέ επιθετικό˙και ουδέποτε χρησιμοποιούν τη γελοιοποίηση για να προκαλέσουν γέλιο. Δεν γελούν με τους ανθρώπους, γελούν συντροφιά με τους ανθρώπους. Γελούν με τη ζωή και τη βλέπουν ως κάτι πολύ διασκεδαστικό, παρ’ όλο που είναι πολύ προσεκτικοί στις επιδιώξεις τους. Όταν στέκονται και παρατηρούν τη ζωή, ξέρουν ότι δεν έχουν να πάνε κάπου συγκεκριμένα κι είναι ικανοί να χαρούν και να δημιουργήσουν την ατμόσφαιρα όπου κι οι άλλοι θα διαλέξουν τη χαρά. Είναι ωραίο να τους έχεις γύρω σου.

Είναι άνθρωποι που δέχονται τον εαυτό τους χωρίς παράπονα. Ξέρουν ότι είναι ανθρώπινα πλάσματα και άρα έχουν ορισμένα ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Αναγνωρίζουν ότι έχουν μια συγκεκριμένη εμφάνιση και την αποδέχονται. Είτε είναι ψηλοί ή κοντοί, το ίδιο κάνει. Η φαλάκρα είναι εξίσου ωραία με τα πολλά μαλλιά. Μπορούν να ανεχθούν τον ιδρώτα τους! Δεν παραποιούν τη σωματική τους εμφάνιση. Αποδέχονται τον εαυτό τους και γι’ αυτό είναι πολύ φυσικοί. Δεν κρύβονται πίσω από τίποτε επίπλαστο ή τεχνητό, ούτε απολογούνται γι’ αυτό που είναι. Δεν καταλαβαίνουν πώς καθετί ανθρώπινο μπορεί να είναι προσβλητικό. Αγαπούν τον εαυτό τους και τον δέχονται όπως είναι. Κατά τον ίδιο τρόπο, αποδέχονται τη φύση γι’ αυτό που είναι, αντί να επιθυμούν να ‘ναι διαφορετική. Δεν παραπονιούνται ποτέ για πράγματα που δεν είναι δυνατόν να αλλάξουν, όπως ο καύσωνας, οι καταιγίδες ή το κρύο. Αποδέχονται τον εαυτό τους και τον κόσμο έτσι όπως είναι. Καμιά προσποίηση, κανένα παράπονο, απλώς αποδοχή. Παρατηρήστε τους χρόνια ολόκληρα και δεν θα τους ακούσετε ποτέ ν’ αυτοαποδοκιμάζονται ή να εύχονται κάτι. Θα δείτε ανθρώπους της δράσης να δρουν. Θα δείτε πως αντιλαμβάνονται τον κόσμο έτσι όπως είναι, σαν το παιδί που δέχεται το φυσικό κόσμο κι απολαμβάνει όλη του την αξία.

Εκτιμούν πολύ το φυσικό κόσμο. Αγαπούν να ζουν στο ύπαιθρο, στη φύση και αποζητούν καθετί ανόθευτο και αυθεντικό. Αγαπούν ιδιαίτερα τα βουνά, τα ηλιοβασιλέματα, τους ποταμούς, τα λουλούδια, τα δέντρα, τα ζώα και γενικώς όλη την πανίδα και χλωρίδα. Είναι φυσιολάτρες, ανεπιτήδευτοι, απλοί και αγαπούν τη φυσικότητα του σύμπαντος. Δεν αποζητούν νυχτερινά κέντρα, πάρτι, λέσχες, αίθουσες γεμάτες καπνό και τα παρόμοια, παρ’ ότι είναι σίγουρα ικανοί να λειτουργήσουν στον κόσμο των ανθρώπων. Βρίσκουν γαλήνη στη φύση, τον κόσμο του Θεού. Μπορούν να εκτιμήσουν αυτά που οι άλλοι θεωρούν βαρετά. Δεν κουράζονται ποτέ με ένα ηλιοβασίλεμα ή με μία βόλτα στο δάσος. Ένα πουλί που πετάει είναι μια υπέροχη εικόνα που μπορούν να την παρατηρούν αδιάκοπα. Μια κάμπια είναι εξίσου θαυμαστή με μια γάτα που γεννά. Διαρκώς εκφράζουν αυθόρμητα το θαυμασμό τους. Μερικοί μπορεί να το θεωρήσουν αυτό επίπλαστο, αλλά αυτοί οι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται για τη γνώμη των άλλων. Είναι πολύ απασχολημένοι, με την αξιοποίηση των τεράστιων δυνατοτήτων τούς για την ολοκλήρωση της τωρινής στιγμής.

Έχουν βαθιά γνώση της συμπεριφοράς των άλλων κι αυτό που σ’ άλλους φαίνεται πολύπλοκο και ανεξιχνίαστο, αυτοί το αντιλαμβάνονται και το κατανοούν. Τα προβλήματα που ακινητοποιούν τόσους άλλους αυτοί συχνά τα αντιμετωπίζουν ως ασήμαντες μόνο ενοχλήσεις. Αυτή η συναισθηματική αποστασιοποίηση από τα προβλήματα τους κάνει ικανούς να ξεπερνούν εμπόδια πού οι άλλοι θεωρούν αξεπέραστα. Γνωρίζουν τον εαυτό τους και καταλαβαίνουν αμέσως τι προσπαθούν οι άλλοι να τους κάνουν. Έτσι σηκώνουν τους ώμους και τους αγνοούν, ενώ οι άλλοι θυμώνουν κι ακινητοποιούνται. Ποτέ δεν βρίσκονται σε σύγχυση, ούτε αιφνιδιάζονται˙ ό,τι σε πολλούς άλλους φαίνεται μπερδεμένο ή αξεδιάλυτο, εκείνοι συχνά τ’ αντιμετωπίζουν ως μια απλή κατάσταση, έχοντας έτοιμες λύσεις. Δεν επικεντρώνονται στα προβλήματα του συναισθηματικού τους κόσμου. Γ’ αυτούς τους ανθρώπους ένα πρόβλημα είναι υπαρκτό μόνο ως εμπόδιο που πρέπει να ξεπεραστεί παρά ως αντανάκλαση αυτού που είναι ή δεν είναι τα άτομα. Η αυταξία τους εδρεύει μέσα τους κι έτσι οποιαδήποτε εξωτερικά ενδιαφέροντα μπορούν μάλλον ν’ αντιμετωπιστούν αντικειμενικά, παρά σαν μία οποιαδήποτε απειλή της αξίας τους. Αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό που δύσκολα το αντιλαμβανόμαστε, μια που οι περισσότεροι άνθρωποι εύκολα απειλούνται από εξωτερικά γεγονότα, ιδέες ή ανθρώπους. Αλλά τα υγιή, ανεξάρτητα άτομα δεν ξέρουν τι θα πει απειλή κι αυτό το χαρακτηριστικό τούς μπορεί να τους κάνει απειλητικούς για τους άλλους.

ΑΙΩΝΙΑ ΣΠΑΡΤΗ: Ο ΗΡΩΣ ΟΘΡΥΑΔΗΣ

547 Οι Σπαρτιάτες, έχοντας ήδη αποσπάσει από το Άργος την ισχυροτέρα σύμμαχό του, την Τεγέα, σύντομα απέσπασαν τα Κύθηρα την νότια Κυνουρία και, τέλος, την Θυρεάτιδα, η απώλεια της οποίας θ’ αποτελέσει βαρύτατο οικονομικό πλήγμα για το Άργος, που εκήρυξε πλέον επισήμως τον πόλεμο κατά της Σπάρτης.

546 Η φήμη της Σπάρτης ήταν πλέον τόσο μεγάλη, ώστε οι Ιωνικές πόλεις εζήτησαν την βοήθειά της μετά την κατάλυση του λυδικού κράτους υπό των Περσών, ενώ τα επόμενα έτη ο Αιγύπτιος Φαραώ Άμασις θα επιδιώξει την εξασφάλιση της φιλίας των Σπαρτιατών. Εν τω μεταξύ, στην Πελοπόννησο, κατά την σύγκρουση του έτους αυτού που έκρινε μάλιστα τον πόλεμο Σπάρτης - Άργους, έχουμε ένα συγκλονιστικό ιστορικό γεγονός που αποδεικνύει την αξία που απέδιδε η Σπάρτη στις έννοιες της Τιμής, της Πίστεως και της Αξιοπρεπείας. Προς αποφυγή ασκόπου αιματοχυσίας, οι δύο στρατοί συνεφώνησαν να πολεμήσουν από την κάθε πλευρά μόνον 300 επίλεκτοι οπλίτες («Λογάδες») και το υπόλοιπο των στρατών να αποτραβηχθεί στις πατρίδες τους. Η σύγκρουση των δύο επιλέκτων σωμάτων, με επικεφαλής τον Σπαρτιάτη Οθρυάδη και τον Αργείο Θέρσανδρο, ορίσθη, κατά τα πολεμικά ειωθότα των Ελλήνων, και επραγματοποιήθη στην τοποθεσία Πάρπαρο. Στην άγρια μάχη που διεξήχθη, έως την άφιξη της νυκτός, εφονεύθησαν άπαντες εκτός τριών μόνον οπλιτών, δύο Αργείων (του Αλκήνωρος και του Χρομίου) και του σοβαρώς τραυματισθέντος Σπαρτιάτου αρχηγού Οθρυάδου. Οι Αλκήνωρ και Χρόμιος, θεωρώντας ότι ήσαν οι μόνοι ζωντανοί, έφυγαν από το πεδίο της μάχης για ν’ ανακοινώσουν την νίκη τους στο Άργος, αλλά ο Οθρυάδης, συνεκέντρωσε τότε τις δυνάμεις του, εστάθη όρθιος, απέκδυσε τα σώματα των νεκρών Αργείων και με τον οπλισμό τους ύψωσε Τρόπαιο, επάνω στο οποίο έγραψε με το ίδιο του το αίμα: «(Λακεδαιμόνιοι) κατ’ Αργείων» (σύμφωνα με τον Λουκιανό και το «Ανθολόγιο» Στοβαίου) ή «(Λακεδαιμόνιοι) Διί Τροπαιούχωι» (σύμφωνα με τον Πλούταρχο). Εν συνεχεία, ο Σπαρτιάτης πολεμιστής άφησε την τελευταία του πνοή δίπλα στους 299 νεκρούς συμπολεμιστές του. Μόλις έφθασαν στο πεδίο της μάχης οι δύο στρατοί, το επόμενο πρωϊ, για να διαπιστώσουν το αποτέλεσμα, η νίκη αμφισβητήθη και υπό των δύο πλευρών και, από λόγο σε λόγο, οι δύο πλευρές ήλθαν σε κανονική πλέον σύγκρουση. Μετά από αιματηρό αγώνα, ενίκησαν οι Σπαρτιάτες και η Θυρέα οριστικώς επέρασε στην επικράτειά τους.

Αντίθετα από τον Ηρόδοτο που θέλει τον αρχηγό των Σπαρτιατών Οθρυάδη να έχει αυτοκτονήσει μετά την ύψωση του Τροπαίου, μη θέλοντας να επιστρέψει ζωντανός στην Σπάρτη όταν όλοι οι συλλοχίτες του ήσαν ήδη νεκροί, η παράδοση των Αργείων τον θέλει να έχει τραυματισθεί θανασίμως υπό του Περιλάου, τον οποίο μάλιστα ετίμησαν οι Αργείοι, με ανδριάντα στο Θέατρο της πόλεως, όπως διασώζει ο Παυσανίας (2. 20, 6). Η εκδοχή των Αργείων φαίνεται πιο αληθινή, δεδομένου ότι δεν θ’ άφηναν ποτέ ζωντανό οι δύο Αργείοι τον αρχηγό των αντιπάλων τους, άρα είναι λογικό να έχει ανασηκωθεί ο τελευταίος, τραυματισμένος σοβαρά, μέσα από νεκρά κορμιά συμπολεμιστών και αντιπάλων, «ΑΜΙΚΛΑΣΤΟΙΣ ΔΟΡΑΣΙ ΕΠΕΡΕΙΔΟΜΕΝΟΣ» όπως γράφει ο Πλούταρχος στα «Ηθικά» του, δηλαδή στηριζόμενος σε σπασμένα δόρατα, όταν απεχώρησαν οι επιζήσαντες δύο πολεμιστές του Άργους από το πεδίο της μάχης για να αναγγείλουν την νίκη στην πατρίδα τους.

Προς ανάμνηση αυτής της μάχης σώζονται επιγραφές, όπως η ακόλουθη: «ΖΕΥ ΠΑΤΕΡ, ΟΘΡΥΑΔΑ ΤΙΝΑ ΦΕΡΕΤΡΟΝ ΕΔΡΑΚΕΣ ΑΛΛΟΝ ΟΣ ΜΟΝΟΣ ΕΚ ΘΥΡΕΑΣ ΟΥΚ ΗΘΕΛΗΣΕ ΜΟΛΕΙΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΕΠΙ ΣΠΑΡΤΗΝ ΔΙΑ ΔΕ ΞΙΦΟΣ ΗΛΑΣΕ ΠΛΕΥΡΑΝ ΔΟΥΛΑ ΚΑΤΑΓΡΑΨΑΣ ΣΚΥΛΑΣ ΚΑΤ’ ΙΝΑΧΙΔΩΝ (δηλαδή κατ’ Αργείων)». Μετά απ’ αυτή την μάχη, η Σπάρτη είχε πλέον υπό τον απόλυτο έλεγχό της μία μεγάλη έκταση 8.500 τετραγωνικών χιλιομέτρων, που αντιστοιχούσε στα 2/5 της όλης Πελοποννήσου. Οι Αργείοι, εξύρισαν εις ένδειξη πένθους τα κεφάλια τους και ορκίσθησαν να μην αφήσουν ξανά μακριά μαλλιά, μήτε οι γυναίκες τους να φορέσουν κοσμήματα χρυσά έως ότου επαναποκτηθεί η Θυρεάτις. Αντιθέτως, οι Σπαρτιάτες καθιέρωσαν έκτοτε τα υπερβολικά μακριά μαλλιά σε ανάμνηση της μεγάλης νίκης τους επί των Αργείων και συμπεριέλαβαν ειδικούς ανδρικούς χορούς, στην μνήμη του Οθρυάδου και εκείνων που έπεσαν στην Θυρέα, στους ετησίους εορτασμούς των Γυμνοπαιδιών προς τιμήν του Θεού Απόλλωνος Καρνείου, κατά την τελευταία ημέρα των εορτών, στον χώρο του Θεάτρου της πόλεως. Οι χορευτές Σπαρτιάτες πολεμιστές, γυμνόποδες και με μακριά μαλλιά (σε υπενθύμιση του όρκου των αντιπάλων τους), προσέφεραν με το τέλος των εορτασμών σπονδή στους Θεούς και στην ψυχή του ήρωος Οθρυάδου. Οι τελετές εκείνες, συνεδυάζοντο χρονικώς με άλλη, μικρότερη εορτή, τουλάχιστον έως το 370 όταν εχάθη η Θυρεάτις, τα λεγόμενα «Παρπαρώνεια», στην ακριβή τοποθεσία όπου έγινε η αιματηρή μάχη.

Στους δικούς μας καιρούς, 30 και πλέον συγγραφείς, Έλληνες και ξένοι, έχουν υμνήσει την ανδρεία του Οθρυάδου, ο δε ποιητής Αρίστος Καμπάνης (1883 - 1956), συνέγραψε προς τιμή του το παρακάτω ποίημα, με τίτλο «Τρόπαιον»:

«Απ' την αυγή πολέμααν ως το δείλι,
στης πολυζήλευτης Θυρέας τον κάμπο,
οι Αργείοι με τους Σπαρτιάτες
και το αίμα το νεοχλόϊστον επότιζε το χώμα.
Κι όταν ο ήλιος έπεσε
στα ρείθρα του Ωκεανού πατρός,
να ξεκουράσει απ' την τόση
τα μάτια του τη φρίκη,
Αργείος δεν ανάσαινε κανένας,
κι απ' τους Σπαρτιάτες τρεις μονάχα
ανάμεσ' απ' τους νεκρούς συντρόφους των
επρόσμεναν το θάνατο, που δε θ' αργούσε.
Κι ήρθεν η άλλη αυγή, κι ήρθεν ο ήλιος,
ήρθε να πήξει τα αίματα και να λαμπρύνει
τον ηρεμαίο το θάνατο ηρώων τόσων
στον κάμπο το πολύχλοο της Θυρέας.
Κι από τους τρεις μόνον
ένας απ’ τους Σπαρτιάτες
αργοσάλευε μες απ' τα κουφάρια.
Το αίμα του τ' αργόπινε το χώμα,
ενείρονταν τα Ηλύσια και το πλήθος
το ηρωϊκό των Ηρακλειδών προγόνων...
Και καθώς αντιχτύπησε
στο πρόσωπό του το φέγγος,
άθροισεν ο νιος τη δύναμή του τη λίγη.
ορθοτινάχτηκε, κι η κόμη ανέμισέ του στην αύρα της ημέρας.
Το στηθοβόρον, έπνιξε τον πόνο,
το πολέμιον αιχμηρό βγάζει βέλος
που του είχε τρυπήσει το γυμνίτη
και κοιτώντας τριγύρω, ώ τι τρομάρα,
νεκρούς τους εχθρούς ξάνοιξε και τους Σπαρτιάτες,
και νικητής ελόγιασε πως ήτον
της πολυαίμακτης μάχης στη Θυρέα.
Μ' όσην είχε ζωή ο Οθρυάδης,
απ' τους Αργείους ανάμεσα
και τους Σπαρτιάτες,
λίθο μεγάλο εστύλωσε.
Κατόπι αφού βούτηξε στο αίμα του το ξίφος,
«Ενίκησαν οι Σπαρτιάτες», γράφει.
Έπειτα πέφτει για να κοιμηθεί τον ύπνο,
Πού 'χαν υπνώσει
οι σύντροφοι και οι εχθροί του
».

ΑΡΡΙΑΝΟΣ - Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (7.11.1-7.11.9)

[7.11.1] Ταῦτα εἰπὼν κατεπήδησέ τε ἀπὸ τοῦ βήματος ὀξέως καὶ ἐς τὰ βασίλεια παρελθὼν οὔτε ἐθεράπευσε τὸ σῶμα οὔτε τῳ ὤφθη τῶν ἑταίρων· ἀλλ᾽ οὐδὲ ἐς τὴν ὑστεραίαν ὤφθη. τῇ τρίτῃ δὲ καλέσας εἴσω τῶν Περσῶν τοὺς ἐπιλέκτους τάς τε ἡγεμονίας αὐτοῖς τῶν τάξεων διένειμε καὶ ὅσους συγγενεῖς ἀπέφηνε, τούτοις δὲ νόμιμον ἐποίησε φιλεῖν αὐτὸν μόνοις. [7.11.2] οἱ δὲ Μακεδόνες ἔν τε τῷ παραυτίκα ἀκούσαντες τῶν λόγων ἐκπεπληγμένοι σιγῇ ἔμενον αὐτοῦ πρὸς τῷ βήματι οὐδέ τις ἠκολούθησε τῷ βασιλεῖ ἀπαλλαττομένῳ ὅτι μὴ οἱ ἀμφ᾽ αὐτὸν ἑταῖροί τε καὶ οἱ σωματοφύλακες, οἱ δὲ πολλοὶ οὔτε μένοντες ὅ τι πράττωσιν ἢ λέγωσιν εἶχον, οὔτε ἀπαλλάσσεσθαι ἤθελον. [7.11.3] ὡς δὲ τὰ Περσῶν τε καὶ Μήδων αὐτοῖς ἐξηγγέλλετο, αἵ τε ἡγεμονίαι Πέρσαις διδόμεναι καὶ ἡ στρατιὰ ἡ βαρβαρικὴ ἐς λόχους τε καταλεγομένη καὶ τὰ Μακεδονικὰ ὀνόματα ἄγημά τι Περσικὸν καλούμενον καὶ πεζέταιροι Πέρσαι [καὶ ἀσθέτεροι ἄλλοι] καὶ ἀργυρασπίδων τάξις Περσικὴ καὶ ἡ τῶν ἑταίρων ἵππος καὶ ταύτης ἄλλο ἄγημα βασιλικόν, οὐκέτι καρτεροὶ σφῶν ἦσαν, [7.11.4] ἀλλὰ ξυνδραμόντες ὡς πρὸς τὰ βασίλεια τὰ μὲν ὅπλα αὐτοῦ πρὸ τῶν θυρῶν ἐρρίπτουν, ἱκετηρίας ταύτας τῷ βασιλεῖ, αὐτοὶ δ᾽ ἐβόων πρὸ τῶν θυρῶν ἑστηκότες δεόμενοι παρελθεῖν εἴσω· τούς τε αἰτίους τῆς ἐν τῷ τότε ταραχῆς καὶ τοὺς ἄρξαντας τῆς βοῆς ἐκδιδόναι ἐθέλειν· οὔκουν ἀπαλλαγήσεσθαι τῶν θυρῶν οὔτε ἡμέρας οὔτε νυκτός, εἰ μή τινα οἶκτον σφῶν ἕξει Ἀλέξανδρος.
[7.11.5] Ταῦτα ὡς ἀπηγγέλλετο αὐτῷ, ὁ δὲ σπουδῇ ἐξέρχεται καὶ ἰδών τε ταπεινῶς διακειμένους καὶ ἀκούσας σὺν οἰμωγῇ τῶν πολλῶν βοώντων καὶ αὐτῷ προχεῖται δάκρυα. καὶ ὁ μὲν ἀνήγετο ὥς τι ἐρῶν, οἱ δὲ ἔμενον λιπαροῦντες. [7.11.6] καί τις αὐτῶν καθ᾽ ἡλικίαν τε καὶ ἱππαρχίαν τῆς ἵππου τῆς ἑταιρικῆς οὐκ ἀφανής, Καλλίνης ὄνομα, τοιαῦτα εἶπεν· ὦ βασιλεῦ, τὰ λυποῦντά ἐστι Μακεδόνας ὅτι σὺ Περσῶν μέν τινας ἤδη πεποίησαι σαυτῷ συγγενεῖς καὶ καλοῦνται Πέρσαι συγγενεῖς Ἀλεξάνδρου καὶ φιλοῦσί σε, Μακεδόνων δὲ οὔπω τις γέγευται ταύτης τῆς τιμῆς. [7.11.7] ἔνθα δὴ ὑπολαβὼν Ἀλέξανδρος, ἀλλ᾽ ὑμᾶς τε, ἔφη, ξύμπαντας ἐμαυτῷ τίθεμαι συγγενεῖς καὶ τό γε ἀπὸ τούτου οὕτως καλέσω. ταῦτα εἰπόντα προσελθὼν ὁ Καλλίνης τε ἐφίλησε καὶ ὅστις ἄλλος φιλῆσαι ἠθέλησε. καὶ οὕτω δὴ ἀναλαβόντες τὰ ὅπλα βοῶντές τε καὶ παιωνίζοντες ἐς τὸ στρατόπεδον ἀπῄεσαν. [7.11.8] Ἀλέξανδρος δὲ ἐπὶ τούτοις θυσίαν τε θύει τοῖς θεοῖς οἷς αὐτῷ νόμος καὶ θοίνην δημοτελῆ ἐποίησε, καθήμενός τε αὐτὸς καὶ πάντων καθημένων, ἀμφ᾽ αὐτὸν μὲν Μακεδόνων, ἐν δὲ τῷ ἐφεξῆς τούτων Περσῶν, ἐπὶ δὲ τούτοις τῶν ἄλλων ἐθνῶν ὅσοι κατ᾽ ἀξίωσιν ἤ τινα ἄλλην ἀρετὴν πρεσβευόμενοι, καὶ ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ κρατῆρος αὐτός τε καὶ οἱ ἀμφ᾽ αὐτὸν ἀρυόμενοι ἔσπενδον τὰς αὐτὰς σπονδὰς καταρχομένων τῶν τε Ἑλλήνων μάντεων καὶ τῶν Μάγων. [7.11.9] εὔχετο δὲ τά τε ἄλλα [καὶ τὰ] ἀγαθὰ καὶ ὁμόνοιάν τε καὶ κοινωνίαν τῆς ἀρχῆς Μακεδόσι καὶ Πέρσαις. εἶναι δὲ κατέχει λόγος τοὺς μετασχόντας τῆς θοίνης ἐννακισχιλίους, καὶ τούτους πάντας μίαν τε σπονδὴν σπεῖσαι καὶ ἐπ᾽ αὐτῇ παιωνίσαι.

***
[7.11.1] Μόλις είπε αυτά, πήδησε γρήγορα κάτω από το βήμα και μπήκε στα ανάκτορα και ούτε το σώμα του περιποιήθηκε ούτε τον είδε κανένας από τους εταίρους, αλλά ούτε και την επομένη μέρα τον είδε κανένας. Την τρίτη όμως μέρα προσκάλεσε μέσα στα ανάκτορα τους εκλεκτούς Πέρσες και διαμοίρασε σε αυτούς τις διοικήσεις των ταγμάτων και σε όσους παραχώρησε τον τίτλο του συγγενούς σε αυτούς και μόνο έδωσε το δικαίωμα να τον φιλούν. [7.11.2] Αμέσως μόλις άκουσαν οι Μακεδόνες τους λόγους του Αλεξάνδρου, παρέμειναν εκεί κοντά στο βήμα κατάπληκτοι και σιωπηλοί· ούτε κανείς από αυτούς ακολούθησε τον βασιλιά ενώ αποχωρούσε, εκτός από τους εταίρους που τον περιστοίχιζαν και τους σωματοφύλακες, ενώ οι περισσότεροι, αν και έμεναν πίσω, ούτε είχαν τίποτε να κάνουν ή να πουν ούτε όμως ήθελαν να φύγουν. [7.11.3] Όταν όμως πληροφορήθηκαν τα σχετικά με τους Πέρσες και τους Μήδους, ότι δηλαδή και οι διοικήσεις δίνονταν στους Πέρσες και ο βαρβαρικός στρατός είχε συγκροτηθεί σε λόχους και ότι χρησιμοποιήθηκαν μακεδονικά ονόματα —κάποιο άγημα ονομάσθηκε περσικό και κάποιοι Πέρσες πεζέταιροι [και άλλοι ασθέτεροι] και ένα περσικό τάγμα, των αργυρασπίδων, και περσικό ιππικό, των εταίρων, και ένα άλλο άγημα της μονάδας αυτής βασιλικό— δεν μπόρεσαν πλέον να συγκρατηθούν, [7.11.4] αλλά έτρεξαν όλοι μαζί προς τα ανάκτορα και άρχισαν να ρίχνουν εκεί, μπροστά στις πόρτες, τα όπλα τους ως ένδειξη ικεσίας προς τον βασιλιά τους. Οι ίδιοι στέκονταν στις πόρτες και φώναζαν δυνατά παρακαλώντας να τους αφήσουν να περάσουν μέσα. Έλεγαν ότι ήταν πρόθυμοι να παραδώσουν τους πρωταίτιους των ταραχών που έγιναν τότε και εκείνους που άρχισαν πρώτοι τη βοή και ότι δεν θα έφευγαν από τις πόρτες ούτε τη μέρα ούτε τη νύχτα, αν δεν τους δείξει κάποιον οίκτο ο Αλέξανδρος.
[7.11.5] Μόλις ανήγγειλαν αυτά στον Αλέξανδρο, βγήκε έξω βιαστικά και όταν τους είδε ταπεινωμένους και άκουσε τους περισσότερους να φωνάζουν δυνατά και να κλαίνε, δάκρυσε και αυτός. Και κάτι πήγαινε να πει, ενώ αυτοί παρέμεναν εκεί και παρακαλούσαν. [7.11.6] Τότε κάποιος από αυτούς, που ήταν γνωστός λόγω της ηλικίας και της δράσης του στην ιππαρχία του ιππικού των εταίρων και ονομαζόταν Καλλίνης, είπε τα εξής περίπου: «Βασιλιά μου, εκείνα που προκαλούν λύπη στους Μακεδόνες είναι ότι εσύ έχεις πλέον κάμει συγγενείς σου μερικούς Πέρσες και ότι Πέρσες ονομάζονται συγγενείς του Αλεξάνδρου και σε φιλούν, ενώ κανένας μέχρι τώρα Μακεδόνας δεν έχει γευθεί αυτήν την τιμή». [7.11.7] Τότε ακριβώς, ο Αλέξανδρος τον διέκοψε και είπε: «Εσάς όμως θεωρώ όλους συγγενείς μου και στο εξής τουλάχιστο θα σας ονομάζω έτσι». Όταν είπε αυτά, ο Καλλίνης πλησίασε και τον φίλησε, καθώς και όποιος άλλος ήθελε να τον φιλήσει. Έτσι λοιπόν, πήραν πάλι τα όπλα τους και αναχώρησαν για το στρατόπεδο κραυγάζοντας και τραγουδώντας επινίκιους ύμνους. [7.11.8] Μετά από αυτά ο Αλέξανδρος προσέφερε θυσία στους θεούς στους οποίους συνήθιζε να θυσιάζει και παρέθεσε συμπόσιο με δικά του έξοδα. Παρακάθισε ο ίδιος και γύρω από αυτόν κάθισαν όλοι οι Μακεδόνες και μετά από αυτούς οι Πέρσες και στη συνέχεια όσοι από τα άλλα έθνη υπερείχαν λόγω αξιώματος ή κάποιας άλλης ηρωικής πράξης.
Αντλώντας από τον ίδιο κρατήρα αυτός και οι γύρω του έκαναν τις ίδιες σπονδές, με πρώτους τους Έλληνες μάντεις και τους Μάγους. [7.11.9] Ο Αλέξανδρος ευχήθηκε στους Μακεδόνες και τους Πέρσες όλα τα άλλα αγαθά και κυρίως ομόνοια και συμμετοχή στην εξουσία. Κατά την επικρατέστερη παράδοση, αυτοί που πήραν μέρος στο συμπόσιο ήταν εννέα χιλιάδες και όλοι έκαμαν την ίδια σπονδή και μετά έψαλαν τον επινίκιο ύμνο.