Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Πλοῦτος (211-252)

ΠΛ. πῶς οὖν δυνήσει τοῦτο δρᾶσαι θνητὸς ὤν;
ΧΡ. ἔχω τιν᾽ ἀγαθὴν ἐλπίδ᾽ ἐξ ὧν εἶπέ μοι
ὁ Φοῖβος αὐτὸς Πυθικὴν σείσας δάφνην.
ΠΛ. κἀκεῖνος οὖν ξύνοιδε ταῦτα; ΧΡ. φήμ᾽ ἐγώ.
215 ΠΛ. ὁρᾶτε— ΧΡ. μὴ φρόντιζε μηδέν, ὦγαθέ.
ἐγὼ γάρ, εὖ τοῦτ᾽ ἴσθι, κἂν δῇ μ᾽ ἀποθανεῖν,
αὐτὸς διαπράξω ταῦτα. ΚΑ. κἂν βούλῃ γ᾽, ἐγώ.
ΧΡ. πολλοὶ δ᾽ ἔσονται χἄτεροι νῷν ξύμμαχοι,
ὅσοις δικαίοις οὖσιν οὐκ ἦν ἄλφιτα.
220 ΠΛ. παπαῖ, πονηρούς γ᾽ εἶπας ἡμῖν ξυμμάχους.
ΧΡ. οὔκ, ἤν γε πλουτήσωσιν ἐξ ἀρχῆς πάλιν.
ἀλλ᾽ ἴθι σὺ μὲν ταχέως δραμών— ΚΑ. τί δρῶ; λέγε.
ΧΡ. τοὺς ξυγγεώργους κάλεσον, —εὑρήσεις δ᾽ ἴσως
ἐν τοῖς ἀγροῖς αὐτοὺς ταλαιπωρουμένους,—
225 ὅπως ἂν ἴσον ἕκαστος ἐνταυθοῖ παρὼν
ἡμῖν μετάσχῃ τοῦδε τοῦ Πλούτου μέρος.
ΚΑ. καὶ δὴ βαδίζω. τουτοδὲ τὸ κρεᾴδιον
τῶν ἔνδοθέν τις εἰσενεγκάτω λαβών.
ΧΡ. ἐμοὶ μελήσει τοῦτό γ᾽· ἀλλ᾽ ἁνύσας τρέχε.
230 σὺ δ᾽, ὦ κράτιστε Πλοῦτε πάντων δαιμόνων,
εἴσω μετ᾽ ἐμοῦ δεῦρ᾽ εἴσιθ᾽· ἡ γὰρ οἰκία
αὕτη ᾽στὶν ἣν δεῖ χρημάτων σε τήμερον
μεστὴν ποῆσαι καὶ δικαίως κἀδίκως.
ΠΛ. ἀλλ᾽ ἄχθομαι μὲν εἰσιὼν νὴ τοὺς θεοὺς
235 εἰς οἰκίαν ἑκάστοτ᾽ ἀλλοτρίαν πάνυ·
ἀγαθὸν γὰρ ἀπέλαυσ᾽ οὐδὲν αὐτοῦ πώποτε.
ἢν μὲν γὰρ ὡς φειδωλὸν εἰσελθὼν τύχω,
εὐθὺς κατώρυξέν με κατὰ τῆς γῆς κάτω·
κἄν τις προσέλθῃ χρηστὸς ἄνθρωπος φίλος
240 αἰτῶν λαβεῖν τι σμικρὸν ἀργυρίδιον,
ἔξαρνός ἐστι μηδ᾽ ἰδεῖν με πώποτε.
ἢν δ᾽ ὡς παραπλῆγ᾽ ἄνθρωπον εἰσελθὼν τύχω,
πόρναισι καὶ κύβοισι παραβεβλημένος
γυμνὸς θύραζ᾽ ἐξέπεσον ἐν ἀκαρεῖ χρόνου.
245 ΧΡ. μετρίου γὰρ ἀνδρὸς οὐκ ἐπέτυχες πώποτε.
ἐγὼ δὲ τούτου τοῦ τρόπου πώς εἰμ᾽ ἀεί·
χαίρω τε γὰρ φειδόμενος ὡς οὐδεὶς ἀνὴρ
πάλιν τ᾽ ἀναλῶν, ἡνίκ᾽ ἂν τούτου δέῃ.
ἀλλ᾽ εἰσίωμεν, ὡς ἰδεῖν σε βούλομαι
250 καὶ τὴν γυναῖκα καὶ τὸν υἱὸν τὸν μόνον,
ὃν ἐγὼ φιλῶ μάλιστα μετὰ σέ. ΠΛ. πείθομαι.
ΧΡ. τί γὰρ ἄν τις οὐχὶ πρὸς σὲ τἀληθῆ λέγοι;

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΙΟΔΑΜΑ

ΙΟΔΑΜΑ
(πέτρα)
 
Η Ιοδάμα, κόρη του Ίτωνου και εγγονή του Αμφικτύονα από τη γενιά του Δευκαλίωνα, ήταν ιέρεια της θεάς Αθηνάς στον ναό της στην περιοχή του Κορωναίου στη Βοιωτία:
 
Πριν φτάσουμε στην Κορώνεια από τις Αλαλκομενές, συναντούμε το ιερό της Ιτωνίας Αθηνάς. Πήρε το όνομα από τον Ίτωνο, γιο του Αμφικτύονα, και σ' αυτό συνέρχονται οι Βοιωτοί, όταν έχουν γενική συνέλευση. Στον ναό υπάρχουν δύο χάλκινα αγάλματα, της Ιτωνίας Αθηνάς και του Δία, έργα του Αγοράκριτου (Παυσ. 9.39.1).
 
Μια νύχτα η Αθηνά εμφανίστηκε στην ιέρειά της φορώντας την αιγίδα της και εκείνη μεταμορφώθηκε σε πέτρα. Σύμφωνα με τον Παυσανία η μεταμόρφωση έγινε ως εξής:
 
η Ιοδάμα, η ιέρεια της θεάς, μπήκε νύχτα στο τέμενος της θεάς κι είδε να εμφανίζεται μπροστά της η Αθηνά. Στον χιτώνα της θεάς ήταν κεντημένη η κεφαλή της Γοργόνας Μέδουσας. Και η Ιοδάμα, μόλις την είδε, έγινε πέτρα. Και γι' αυτόν τον λόγο μια γυναίκα ανάβει κάθε μέρα φωτιά στον βωμό της Ιοδάμας και εκεί που την ανάβει φωνάζει τρεις φορές στη διάλεκτο των Βοιωτών ότι η Ιοδάμα ζει και ζητάει φωτιά. (Παυσ. 9.39.2)
 
Την Ιοδάμα την ερωτεύθηκε ο Δίας και απέκτησε μαζί της μία κόρη, τη Θήβη που την πάντρεψε με τον Ώγυγο, τον πρώτο, και αυτόχθονα, βασιλιά της Βοιωτίας.
 
Παραλλαγή του μύθου, που αποδίδεται στον Σιμωνίδη και στον Απολλώνιο Ρόδιο και αναφέρεται από τον Τζέτζη, λέει ότι η Αθηνά και η Ιοδάμα ήταν αδελφές, και ότι η Αθηνά, παίζοντας με τα όπλα της, σκότωσε κατά λάθος την Ιοδάμα. Σύμφωνα με το Μέγα Ετυμολογικόν, που αναφέρει θεσσαλική παράδοση, έτσι εξηγείται και η επωνυμία Αθηνά Ιτωνία ή Ιτωνίς, δηλαδή Αθηνά, κόρη του Ίτωνα, από την πόλη Ίτωνα, άγνωστη και αταύτιστη.

Ο Θουκυδίδης και το πανόραμα της πολεμικής διπλωματίας

Μετά τα γεγονότα στην Αμφίπολη ούτε οι Αθηναίοι ούτε οι Λακεδαιμόνιοι προχώρησαν σε καμία πολεμική επιχείρηση. Ο θάνατος του Κλέωνα και του Βρασίδα, ηγέτες που τάσσονταν περισσότερο με τον πόλεμο, δυνάμωσε τις φωνές που υποστήριζαν την ειρήνη. Εξάλλου, οι μακρόχρονες συρράξεις είχαν εξασθενίσει και τα δύο στρατόπεδα. Το βασικότερο όμως ήταν η ανασφάλεια που δημιουργήθηκε και στους δύο, καθώς κανείς πλέον δεν πίστευε ότι κατείχε το πάνω χέρι στη στρατιωτική αντιπαράθεση. Η επίγνωση της εξισορρόπησης των όπλων, δεν είναι παρά η ανασφάλεια της ισχύος κι αυτός είναι ο ασφαλέστερος δρόμος προς τις διαπραγματεύσεις. Γιατί η πεποίθηση της ισχύος δεν μπορεί να λειτουργήσει ποτέ διαλλακτικά. Η ισχύς το μόνο που γνωρίζει είναι να επιβάλλεται, αφού, αν δεν επιβάλλεται, δεν είναι ισχύς. Η διπλωματία, ως συμφωνία με ίσους όρους, προϋποθέτει τη στρατιωτική ισορροπία, αλλιώς δεν είναι παρά η διαπραγμάτευση της υποταγής και τέτοιες διαπραγματεύσεις δεν χωρούσαν (προς το παρόν) ανάμεσα στους Αθηναίους και στους Σπαρτιάτες. Οι κυριότεροι υποστηρικτές της ειρήνης ήταν ο Πλειστοάνακτας του Παυσανία από τη μεριά της Σπάρτης και ο Νικίας του Νικηράτου από την Αθήνα. Αυτοί οι δύο ήταν και οι ηγέτες που αγωνίζονταν να επικρατήσουν στην πολιτική σκηνή των δυο πόλεων: «Οι Αθηναίοι και οι Λακεδαιμόνιοι, κι οι σύμμαχοι και των δυο τους, κλείσανε ειρήνη με τους όρους που ακολουθούν κι η κάθε πόλη χωριστά δεσμεύτηκε με όρκους να τη σεβαστεί. Οι Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοί τους θα δώσουν πίσω στους Αθηναίους την Αμφίπολη. Οι κάτοικοι των πόλεων, που οι Λακεδαιμόνιοι θα παραδώσουν στους Αθηναίους, επιτρέπεται να φύγουν και να πάνε όπου θέλουν, παίρνοντας μαζί τους τα κινητά πράγματά τους. Οι πόλεις αυτές θα πληρώνουν το φόρο που ορίστηκε την εποχή του Αριστείδη, αλλά θα είναι ανεξάρτητες. Οι πόλεις αυτές είναι η Άργιλος, η Στάγιρος, η Άκανθος, η Σκώλος, η Όλυνθος κι η Σπάρτωλος, που δε θα ‘ναι σύμμαχοι ούτε των Λακεδαιμονίων ούτε των Αθηναίων. Οι Λακεδαιμόνιοι κι οι σύμμαχοί τους θα δώσουν πίσω στους Αθηναίους το Πάνακτο. Οι Αθηναίοι θα δώσουν πίσω στους Λακεδαιμονίους το Κορυφάσιο, τα Κύθηρα, τη Μεθώνη, τον Πτελεό και την Αταλάντη, καθώς και τους Λακεδαιμονίους αιχμαλώτους τους οποίους κρατούν στις φυλακές της Αθήνας ή σ’ οποιοδήποτε άλλο μέρος που βρίσκεται κάτω από την εξουσία τους.» (βιβλίο πέμπτο, παράγραφος 18).
 
Πρώτοι που θα εφάρμοζαν τους όρους ορίστηκαν οι Λακεδαιμόνιοι. Ελευθέρωσαν τους δικούς τους αιχμαλώτους και διέταξαν τον Κλεαρίδα να παραδώσει την Αμφίπολη. Ο Κλεαρίδας όμως, αρνήθηκε να την παραδώσει. Ισχυρίστηκε ότι οφείλει να υποστηρίξει τους Χαλκιδικιώτες, που δεν ήθελαν την παράδοση της πόλης στους Αθηναίους. Κατέβηκε μάλιστα στη Σπάρτη για να διαπιστώσει προσωπικά αν ήταν δυνατή η αναθεώρηση αυτής της συμφωνίας. Οι Λακεδαιμόνιοι τον διέταξαν να γυρίσει αμέσως πίσω και να παραδώσει την Αμφίπολη. Όμως και άλλοι σύμμαχοι των Σπαρτιατών δε φάνηκαν πρόθυμοι να τηρήσουν τους όρους της ειρήνης: «Αντιπρόσωποι των συμμάχων των Λακεδαιμονίων έτυχε να βρίσκονται ακόμη στη Σπάρτη, κι οι Σπαρτιάτες απαιτούσαν από κείνους που δεν είχαν δεχτεί τη συνθήκη ειρήνης να το κάμουν. Αυτοί όμως, χρησιμοποιώντας τα ίδια επιχειρήματα με τα οποία και αρχικά την απόκρουσαν, δήλωσαν πως δεν πρόκειται να τη δεχτούν, αν οι όροι δε γίνουν δικαιότεροι. Βλέποντας οι Λακεδαιμόνιοι πως οι σύμμαχοί τους τούτοι δεν τους ακούν, τους έδιωξαν κι έκλεισαν εκείνοι συμμαχία με τους Αθηναίους, γιατί οι Αργίτες – στους οποίους είχαν στείλει πρέσβεις τον Αμπελίδα και το Λίχα – αρνήθηκαν ν’ ανανεώσουν τις σπονδές». (βιβλίο πέμπτο, παράγραφος 22).
 
 Όλα ξεκίνησαν στραβά για τη Νικίεια ειρήνη, αφού, απ’ την αρχή, καθίσταται σαφές ότι κανείς δεν μπορεί να διευθετήσει τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα που μαίνονται στην Πελοπόννησο. Οι Λακεδαιμόνιοι προχωρούν σε σύναψη ειρήνης σχεδόν μονομερώς, καθώς μεγάλο κομμάτι των συμμάχων αρνείται να ακολουθήσει. Και το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι χρησιμοποιούν την αθηναϊκή πλέον συμμαχία ως αντίβαρο στις δικές τους ενδοπελοποννησιακές διαμάχες. Γιατί το Άργος αποκτά δύναμη και διαπραγματευτική ισχύ και η Σπάρτη υπολογίζει ότι έχοντας με το μέρος της την Αθήνα οι Αργίτες δε θα προχωρούσαν σε καμιά δυναμική διεκδίκηση, παρασύροντας ολόκληρη την Πελοπόννησο στη σιωπηλή αποδοχή των όρων. Παρακολουθούμε τις λεπτές ισορροπίες μιας πολύπλοκης διπλωματίας που οφείλει να συνταιριάσει τα συμφέροντα πάρα πολλών και που προβάλλει ως δυναμική της ισχύος τη συμμαχία των πρώην εμπόλεμων, που τώρα θέλουν να επιβάλουν και πάλι τις ισορροπίες. Υπό αυτούς τους όρους οι συμφωνίες για πενηντάχρονη ειρήνη κρίνονται μάλλον επισφαλείς. Πρώτοι που ρίχνουν λάδι στη φωτιά είναι οι Κορίνθιοι που στέλνουν πρέσβεις στο Άργος ξεκαθαρίζοντας την αντίθεσή τους με τη σύναψη ειρήνης και διατυπώνοντας την άποψη ότι οι Αργίτες είχαν χρέος να παίξουν ρόλο ρυθμιστικό για τα συμφέροντα της Πελοποννήσου: «Οι Αργίτες δέχτηκαν πρόθυμα τις προτάσεις των Κορινθίων κι επειδή έβλεπαν ότι ο πόλεμος με τους Σπαρτιάτες ήταν αναπόφευκτος (πλησίαζε η λήξη της μεταξύ τους συνθήκης ειρήνης) και, ταυτόχρονα, επειδή ελπίζανε ότι θα αποχτήσουν έτσι την ηγεμονία στην Πελοπόννησο. Και πραγματικά την εποχή τούτη η Σπάρτη είχε κακό όνομα και περιφρονιόταν απ’ αφορμή τις συμφορές που είχε πάθει, ενώ το Άργος βρισκόταν σε άριστη από κάθε άποψη κατάσταση, επειδή δεν είχε πάρει μέρος στον πόλεμο εναντίον της Αθήνας κι είχε καρπωθεί πολλά οφέλη, διατηρώντας ειρηνικές σχέσεις και με τις δύο παρατάξεις. Γι’ αυτούς, λοιπόν, τους λόγους οι Αργίτες δέχονταν να γίνουν σύμμαχοί τους όσοι Έλληνες το επιθυμούσαν». (βιβλίο πέμπτο, παράγραφος 28).
 
Η ανάδειξη του Άργους ως νέου ρυθμιστικού παράγοντα στα τεκταινόμενα της Πελοποννήσου έφερε στην επιφάνεια ένα ολόκληρο κύμα διεκδικήσεων και προσωπικών φιλοδοξιών, ικανών να ανατρέψουν όλες τις ισορροπίες. Η Μαντινείς, επειδή είχαν καταλάβει μέρος της Αρκαδίας, από φόβο προς τους Σπαρτιάτες, που απαλλαγμένοι από τον αθηναϊκό κίνδυνο θα μπορούσαν ελεύθερα να ασχοληθούν μαζί τους, ήταν οι πρώτοι που εντάχθηκαν στη συμμαχία του Άργους, αναζητώντας προστασία. Η αποστασία των Μαντινέων παρέσυρε κι άλλες πόλεις επιβεβαιώνοντας τη γενικότερη δυσφορία που προέκυψε από τη σύναψη ειρήνης και ειδικότερα από μια ρήτρα της Αθηνο – Σπαρτιατικής συμφωνίας «σύμφωνα με την οποία δεν ήταν ασυμβίβαστο με τους όρκους που δόθηκαν, οι Αθηναίοι και οι Σπαρτιάτες – αν το ήθελαν και οι δύο – να προσθέτουν ή να αφαιρούν απ’ αυτήν οτιδήποτε. Η ρήτρα τούτη δημιουργούσε τη μεγαλύτερη ανησυχία στην Πελοπόννησο και γεννούσε την υποψία πως οι Σπαρτιάτες με τους Αθηναίους θέλουν να τους υποδουλώσουν». (βιβλίο πέμπτο, παράγραφος 29). Όταν οι Λακεδαιμόνιοι έστειλαν πρέσβεις στους Κορίνθιους και τους κατηγόρησαν ανοιχτά ως υποκινητές της όλης απειθαρχίας οι Κορίνθιοι – μπροστά στους συμμάχους – απέφυγαν να πουν τους πραγματικούς λόγους που δεν ήθελαν την ειρήνη, ότι δηλαδή δεν πήραν το Σόλλιο και το Ανακτόριο, κι επικαλέστηκαν τις συμφωνίες που είχαν με τους Ποτιδεάτες, τους οποίους όφειλαν να μην προδώσουν. (Οι εδαφικές διεκδικήσεις δε φανερώνουν ποτέ το αληθινό τους πρόσωπο. Τα ζητήματα της ηθικής τάξης είναι η προσφιλής τους καταφυγή). Από την άλλη οι Ηλείοι είχαν αντιπαλότητα με τους Λεπρεάτες, αφού, όταν οι τελευταίοι έκαναν πόλεμο με αρκαδικά φύλα και ζήτησαν τη συμμαχία των Ηλείων υποσχόμενοι τη μισή γη τους, παρά τη βοήθεια των Ηλείων και τη συμφωνία να πληρώνουν ένα τάλαντο το χρόνο στον Ολύμπιο Δία, εκμεταλλευόμενοι την αναστάτωση του πολέμου με τους Αθηναίους, έπαψαν να πληρώνουν και εξακολούθησαν να αρνούνται το αντίτιμο ακόμη και μετά τη λήξη του πολέμου. Αρχικά και οι δύο αποδέχτηκαν τη Σπάρτη ως διαιτητή της υπόθεσης, στη συνέχεια όμως οι Ηλείοι, θεωρώντας ότι δεν θα δικαιωθούν, απέσυραν την εμπιστοσύνη τους κι επιτέθηκαν στους Λεπρεάτες. Όταν η Σπάρτη έβγαλε απόφαση, που πράγματι δεν δικαίωνε τους Ηλείους, κατέφυγαν αμέσως στη συμμαχία του Άργους: «Αμέσως ύστερα απ’ αυτούς έγιναν σύμμαχοι με το Άργος κι οι Κορίνθιοι κι οι Χαλκιδικιώτες, στα παράλια της Θράκης. Οι Βοιωτοί και οι Μεγαρίτες, μόλο που συμφωνούσαν, δε συμμάχησαν με το Άργος κι από καιροσκοπισμό κι επειδή νόμιζαν, μια και κυβερνιόνταν ολιγαρχικά, πως το δημοκρατικό πολίτευμα του Άργους ήταν γι’ αυτούς λιγότερο ευνοϊκό απ’ το πολίτευμα των Λακεδαιμονίων». (βιβλίο πέμπτο, παράγραφος 31).
 
Όπως ήταν φυσικό, η αδυναμία της Σπάρτης να ελέγξει τους συμμάχους, έφερε δυσφορία στην Αθήνα, αφού ούτε η Αμφίπολη, ούτε άλλα μέρη που είχαν συμφωνηθεί επιστράφηκαν στους Αθηναίους. Έτσι κι εκείνοι δεν παρέδιδαν την Πύλο και μετανοούσαν που έδωσαν τους αιχμαλώτους στη Σφακτηρία. Οι Σπαρτιάτες υποσχέθηκαν εκ νέου ότι θα προσπαθούσαν να πείσουν τους Βοιωτούς και τους Κορίνθιους να αποδεχτούν την ειρήνη και να προβούν στα συμφωνημένα. Οι Αθηναίοι απέσυραν από την Πύλο τους Μεσσηνίους και τους είλωτες κι όλους όσους είχαν αυτομολήσει από τη Λακωνία, χωρίς όμως να αποσυρθούν κι οι ίδιοι από τη θέση. Όταν το χειμώνα συγκεντρώθηκαν πρέσβεις από τη συμμαχία στη Σπάρτη, παρουσία και Αθηναίων πρέσβεων, οι έφοροι Κλεόβουλος και Ξενάρης, που τάσσονταν υπέρ της διάλυσης της ειρήνης, έπιασαν κρυφά τους Βοιωτούς και τους Κορινθίους υποδαυλίζοντας το πολεμικό κλίμα και συμβούλεψαν τους Βοιωτούς να μπουν στην αργίτικη συμμαχία διαβεβαιώνοντας ότι οι Σπαρτιάτες είναι πάντα φιλικοί με το Άργος. Μια τέτοια δυνατή συμμαχία, με τη δεδομένη φιλία της Σπάρτης, θα ήταν ο μεγάλος αντίπαλος της Αθήνας. Το μόνο που έπρεπε να διευθετηθεί ήταν η επιστροφή της Πύλου – που προϋπόθετε ότι οι Βοιωτοί θα παρέδιδαν το Πάνακτο – για να ισχυροποιηθεί η θέση της Σπάρτης στο νέο πόλεμο με την Αθήνα. Όταν οι πρέσβεις επέστρεψαν κι ανακοίνωσαν τα καθέκαστα στους βοιωτάρχες,  εκείνοι έθεσαν το θέμα σε ψηφοφορία. Κι ενώ θεωρήθηκε δεδομένο ότι οι τέσσερις βουλές των Βοιωτών θα ψήφιζαν τη συμμαχία με το Άργος – τόσο δεδομένο που οι βοιωτάρχες δεν ανακοίνωσαν τις διαβεβαιώσεις του Κλεόβουλου και του Ξενάρη – η απόφαση ήταν αρνητική, αφού τα μέλη των βουλών φοβήθηκαν να δυσαρεστήσουν τη Σπάρτη, συμμαχώντας με τους Κορινθίους που είχαν αποστατήσει. Η αποτυχία της ένταξης των Βοιωτών στη συμμαχία του Άργους και η ταυτόχρονη κατηγορηματική άρνηση της Τεγέας  να ενταχθεί περιέπλεξαν τα πράγματα ακόμη περισσότερο. Γιατί οι Βοιωτοί όχι μόνο δεν εντάχθηκαν στον αργίτικο συνασπισμό, αλλά ζήτησαν ξεχωριστή συμμαχία με τη Σπάρτη προκειμένου να παραδώσουν το Πάνακτο, που οι Λακεδαιμόνιοι ήθελαν να ανταλλάξουν με την Πύλο. Η συμμαχία αυτή πραγματοποιήθηκε, αν και παραβίαζε τη συμφωνία με τους Αθηναίους, που όριζε ρητά ότι χωρίς αμοιβαία συγκατάθεση κανείς δε θα έκανε με κανένα ειρήνη ή πόλεμο. Και σαν να μην έφτανε αυτό οι Βοιωτοί γκρέμισαν ολοσχερώς το Πάνακτο προκειμένου να παραδοθεί στους Αθηναίους. Οι Σπαρτιάτες έστειλαν πρέσβεις στους Αθηναίους «οι οποίοι πίστευαν ότι αδικιούνται από τους Λακεδαιμονίους με την κατεδάφιση του Πανάκτου, το οποίο έπρεπε να τους παραδοθεί απείραχτο. Ταυτόχρονα είχαν μάθει πως οι Λακεδαιμόνιοι είχαν κάμει ιδιαίτερη συμφωνία με τους Βοιωτούς, ενώ πρωτύτερα είχαν υποσχεθεί πως μαζί με τους Αθηναίους θα εξανάγκαζαν τους συμμάχους που δυστροπούσαν να προσχωρήσουν στη συνθήκη ειρήνης. Αναλογίζονταν ακόμη και τις άλλες παραβιάσεις της συνθήκης που είχαν κάμει οι Λακεδαιμόνιοι κι έκριναν πως είχαν εξαπατηθεί. Γι’ αυτό έδωσαν σκληρή απάντηση στους πρέσβεις και τους έδιωξαν». (βιβλίο πέμπτο, παράγραφος 42). Στην Αθήνα πλέον οι φωνές που υποστήριζαν τον πόλεμο άρχισαν να γίνονται εντονότερες. Ηγέτης αυτής της πολιτικής ήταν ο πολύ νεαρός τότε Αλκιβιάδης, που υποστήριζε τον πόλεμο κινούμενος περισσότερο από προσωπικές φιλοδοξίες.
 
Κι ενώ οι Αργίτες βρίσκονταν σε αμηχανία (μετά την αποτυχία να εντάξουν στη συμμαχία τους Βοιωτούς) μήπως τελικά βρεθούν να πολεμήσουν με τη συμμαχία των Σπαρτιατών, των Αθηναίων, των Βοιωτών και των Τεγεατών, κι έστειλαν πρέσβεις στη Σπάρτη κάνοντας άκαρπες διαπραγματεύσεις, έλαβαν μήνυμα από τον Αλκιβιάδη που τους παρότρυνε να έρθουν το γρηγορότερο στην Αθήνα. Μπροστά σ’ αυτή τη διέξοδο οι Αργίτες έσπευσαν, αφήνοντας μετέωρες τις διαπραγματεύσεις με τους Λακεδαιμονίους. Στην Αθήνα έφτασαν και πρέσβεις από τη Σπάρτη με σκοπό να αποτρέψουν τη συμμαχία Αθήνας και Άργους δίνοντας εξηγήσεις για το Πάνακτο και τη συμμαχία με τους Βοιωτούς. Εμφανίστηκαν στη βουλή και δήλωσαν ευθαρσώς ότι είχαν έρθει με απόλυτη πληρεξουσιότητα για να διαπραγματευτούν. Ο Αλκιβιάδης όμως, δίνοντας εξ’ αρχής ξεκάθαρο στίγμα των πολιτικών του μεθοδεύσεων, κατάφερε να τους εξαπατήσει, δίνοντας ψεύτικούς όρκους για δήθεν παράδοση της Πύλου, αν ανακαλούσαν τη διαβεβαίωση της πληρεξουσιότητας όταν θα παρουσιάζονταν στη σύναξη του λαού. Οι πρέσβεις τον πίστεψαν, ανακάλεσαν την πληρεξουσιότητα και ο Αλκιβιάδης δυναμίτισε το κλίμα επικαλούμενος το σπαρτιατικό εμπαιγμό και πετυχαίνοντας τρομερό πλήγμα στον πολιτικό του αντίπαλο Νικία, που υποστήριζε την ειρήνη. Μάταια ο Νικίας προσπάθησε να κατευνάσει τα πλήθη. Μάταια έσπευσε ο ίδιος στη Σπάρτη για διαπραγματεύσεις, αφού στην πολιτική σκηνή των Λακεδαιμονίων επικρατούσε πια ο Ξενάρης με τους οπαδούς του. Όταν επέστρεψε στην Αθήνα με άδεια χέρια ήξερε καλά τι θα επακολουθούσε. Οι Αθηναίοι προχώρησαν στη συμμαχία με το Άργος κι ο Αλκιβιάδης άρχισε να κυριαρχεί στο πολιτικό προσκήνιο. Ο δεύτερος γύρος του πολέμου είχε ήδη δρομολογηθεί. Ο νέος συμμαχικός χάρτης ήταν έτοιμος. Με μια μικρή διαφορά. Οι Κορίνθιοι, μετά τη συμμαχία του Άργους με τους Αθηναίους αρνήθηκαν να ανανεώσουν τις συμφωνίες κι επέστρεψαν στην αρχική (θα λέγαμε φυσική) τους συμμαχική βάση, τη Σπάρτη.
 
Όπως ήταν φυσικό, η αδυναμία της Σπάρτης να ελέγξει τους συμμάχους, έφερε δυσφορία στην Αθήνα, αφού ούτε η Αμφίπολη, ούτε άλλα μέρη που είχαν συμφωνηθεί επιστράφηκαν στους Αθηναίους. Έτσι κι εκείνοι δεν παρέδιδαν την Πύλο και μετανοούσαν που έδωσαν τους αιχμαλώτους στη Σφακτηρία
 
Το όραμα του Νικία για πενηντάχρονη ειρήνη δεν έμελλε να πραγματοποιηθεί. Το εύθραυστο της Νικίειας ειρήνης φαινότανε απ’ την αρχή, αφού η αμοιβαία καχυποψία, οι προσωπικές φιλοδοξίες και τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα δεν εξαλείφθηκαν ποτέ. Ολόκληρος ο αρχαίος κόσμος ήταν σε αναβρασμό και οι διαπραγματεύσεις της ειρήνης ήταν ξεκάθαρα πολεμικές. Η διακοπή του πολέμου δεν ήταν παρά μια ευκαιρία για να ανακατευτεί εκ νέου η συμμαχική τράπουλα, δηλαδή να επαναπροσδιοριστεί η δυναμική της ισχύος. Οι διαπραγματεύσεις γέννησαν νέες ελπίδες νίκης. Υπό αυτούς τους όρους δεν μπορούμε να μιλάμε για ειρήνη. Η ειρήνη γεννιέται μόνο μέσα από την ισορροπία. Κι εδώ δεν μιλάμε για την ανθρώπινη συνθήκη της αποδοχής που επισφραγίζει την ισορροπία της συνύπαρξης. Εδώ μιλάμε για τη βαρβαρότητα της στρατιωτικής επιβολής που κρίνεται αβέβαιη διασφαλίζοντας τις ισορροπίες εξ’ ανάγκης. Γιατί μόνο η κατανόηση της ισότιμης δύναμης επικυρώνει τις συμφωνίες, δηλαδή ο φόβος μπροστά στη στρατιωτική ισχύ του άλλου. Γιατί η ισχύς αναχαιτίζεται μόνο μπροστά στην ισχύ. Και ο καθένας εκδηλώνει την ισχύ του εκεί που μπορεί. Οι Ηλείοι στους Λεπρεάτες, οι Μαντινείς στους Αρκάδες και πάει λέγοντας. Κι όταν τα πράγματα σκουραίνουν, αρχίζουν οι συμμαχίες, που φυσικά δεν έχουν καμία σχέση μ’ αυτό που ονομάζουμε φιλία, γιατί, επί της ουσίας, δεν περιέχουν καμία αμοιβαιότητα. Γι’ αυτό και είναι τόσο εύθραυστες. Γιατί λειτουργούν αποκλειστικά ως μηχανισμός ανακατανομής της ισχύος, που μόνο επιθετικά μπορεί να εκδηλωθεί. Γι’ αυτό οι Αργίτες μπήκαν στο παιχνίδι τόσο δυναμικά. Γιατί πίστεψαν στ’ αλήθεια ότι ήρθε η ώρα της δικής τους ισχύος. Υπό αυτούς τους όρους η ειρήνη θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο όταν εγκαταλειπόταν κάθε ελπίδα νίκης, κι αυτός είναι ο δρόμος της εξαθλίωσης. Όμως οι ελπίδες διατηρούνταν ακόμη. Το μόνο που έλλειπε ήταν η πολεμική αφορμή.
 
Ο πόλεμος ανάμεσα στους Επιδαύριους και τους Αργίτες τους ενέπλεξε όλους. Την τελική μάχη στην Μαντινεία την κέρδισαν οι Λακεδαιμόνιοι: «Ήταν η μεγαλύτερη απ’ τις ελληνικές μάχες που είχαν γίνει εδώ και πολλά χρόνια και πήραν σ’ αυτή μέρος οι πιο αξιόλογες πόλεις. Οι Λακεδαιμόνιοι, αφού σώριασαν μπροστά τα όπλα των νεκρών εχθρών, στήσανε αμέσως τρόπαιο, σκυλέψανε τα πτώματα, σήκωσαν τους δικούς τους νεκρούς και τους μεταφέρανε στην Τεγέα, όπου τους έθαψαν, και, με σύντομη ανακωχή, έδωσαν στον εχθρό την άδεια να σηκώσει τους δικούς του. Από τους Αργίτες, τους Ορνεάτες και τους Κλεωναίους σκοτώθηκαν εφτακόσιοι, από τους Μαντινείς διακόσιοι κι από τους Αθηναίους, μαζί με τους Αιγινήτες, επίσης διακόσιοι κι οι δυο στρατηγοί τους. Οι σύμμαχοι των Λακεδαιμονίων δεν υπέφεραν τόσο ώστε να ‘χουν αξιόλογες απώλειες. Για τις απώλειες των ίδιων των Σπαρτιατών ήταν δύσκολο να μάθει κανείς την αλήθεια, λεγόταν όμως ότι σκοτώθηκαν κάπου τριακόσιοι». (βιβλίο πέμπτο, παράγραφος 74).
 
ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Η αγάπη του εαυτού μέσα από την αυτογνωσία

Όταν λέμε αγάπη για τον εαυτό, δεν εννοούμε τον ναρκισσισμό. Αγάπη είναι η φροντίδα και το ειλικρινές ενδιαφέρον για το κομμάτι εκείνο, το δώρο που έχει ο καθένας για να πορευτούμε στη ζωή μας. Κανένας δεν είναι ίδιος με κανέναν, όλοι είμαστε διαφορετικοί αλλά ταυτόχρονα όλους μας διέπουν οι ίδιοι νόμοι, αυτοί της έννοιας άνθρωπος.

Αγάπη για τον εαυτό


Ισορροπία διασφαλίζεται όταν ο άνθρωπος γίνει συνειδητός και καταφέρνει να φτάσει την αυτογνωσία. Η αρετή αυτή κάνει τον άνθρωπο έλλογο και είναι αποτέλεσμα συνειδητής επιλογής. Εξισορροπεί τις αντιθέσεις ανάμεσα στην υπερβολή και την έλλειψη και επιφέρει αρμονία.
Η αυτογνωσία δεν είναι συναίσθημα, όμως προκύπτει από μια λογική επέμβαση του ανθρώπου στο συναίσθημα με την παρατήρηση ρυθμίζοντας αν χρειαστεί την έντασή του.
Αγάπη για τον εαυτό επιδεικνύουμε όταν θέλουμε να διαμορφώσουμε και να εξελίξουμε, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, ό,τι δόθηκε στον καθένα ως τάλαντο για να το εναποθέσει στην κοινωνία, και παράλληλα η ανάγκη εκπαίδευσης του εαυτού μας προς μια ηθική τελείωση. Γιατί, όταν λέμε ότι μας αρέσει κάτι, δεν είναι δυνατό να μας αρέσει όταν είναι ελαττωματικό, ημιτελές. Μας αρέσει κάτι όταν είναι άρτιο και ολοκληρωμένο. Ίσως να ακούγεται περίεργο να παρατηρούμε τον εαυτό μας σαν να μην είμαστε εμείς αυτοί που βιώνουν τα γεγονότα, αλλά η παρατήρηση αυτή μπορεί να φέρει πολλά στο φως και να λύσουμε απορίες που βασανίζουν.

Η απλή παρατήρηση των γεγονότων, χωρίς συναισθηματική εμπλοκή, μας κάνει να μπορούμε να βλέπουμε πιο καθαρά και αντικειμενικά τα πράγματα με γνώμονα τη λογική.

Τα συναισθήματα, είτε ευχάριστα είτε δυσάρεστα, όταν δεν συνοδεύονται από μια λογική απόρροια το μόνο που θα καταφέρουν είναι να μας πάνε σε μια πλάνη. Η παρατήρηση των συναισθημάτων μας και η εξήγησή τους από εμάς με τη λογική μας θα μας δώσουν πολλές απαντήσεις για το πως έχουμε διαμορφωθεί, αν κάτι τέτοιο μας αρέσει ή αν θέλουμε να το αλλάξουμε. Επίσης, βγαίνουν στην επιφάνεια και τα υγιή θέλω ή ακόμα και οι φόβοι μας.

Ας φανούμε γενναίοι και ειλικρινείς με τους εαυτούς μας, ας αγγίξουμε πληγές όχι για να πονέσουμε αλλά για να εξυγιάνουμε, να φέρουμε ισορροπίες μέσα από αλήθειες που θα ακούσουμε από το είναι μας, που σκοπό έχουν μόνο να μας μεταφέρουν σε μια πιο ακέραια προσωπικότητα και εν τέλη σε εκπλήρωση ανώτερων στόχων. Έτσι θα μπορούμε να τολμάμε και να οραματιζόμαστε ένα καλύτερο αύριο χωρίς επαναλαμβανόμενα λάθη που μας στερούν την ανοδική μας πορεία. Με πίστη στον εαυτό μπορούμε να οδεύουμε στη ζωή περιμένοντας τα καλύτερα... Αρκεί μόνο να έχουμε όραμα για εμάς και να κινούμαστε προς αυτήν την κατεύθυνση.

Το σύστημα, ο εαυτός ψάχνει την ευεξία


Πως να επιτευχθεί και να βιωθεί η ευεξία χωρίς διαφάνεια και καθαρότητα και αλήθεια; Βοηθάει στην πρόοδό μας να κρύβουμε από τον εαυτό μας το γιατί αισθανόμαστε και κάνουμε όσα μετέχουμε;

Οι συνειδητοποιήσεις μόνο καλό μπορούν να επιφέρουν....την αυτογνωσία.

Επομένως, είναι μεγάλης σημασίας η επικοινωνία με το κομμάτι εκείνο του εαυτού μας που είναι ανώτερο και μας αποκαλύπτει τις δικές του αλλά και δικές μας αλήθειες. Τέτοιος είναι ο παρακάτω διάλογος ανάμεσα στον ανώτερο και κατώτερο εαυτό.

Η ένταση είναι ζωγραφισμένη και αποτυπωμένη σε ολόκληρο το σώμα. Ένας χείμαρρος μπερδεμένων συναισθημάτων κατακλύζει το μυαλό και την ψυχή. Συναισθήματα και σκέψεις, με βίαιο τρόπο, εισχωρούν σε κάθε κύτταρο του κορμιού κάνοντάς τα, να ταράζονται και να αναπηδούν από το μάγμα που τους δίνουν να τραφούν. Στο αποκορύφωμα της κυκλικότητας της αλληλεπίδρασης συναισθημάτων-σκέψεων-σώματος ακούω την απεγνωσμένη από φόβο φωνή του “εγώ” να φύγω, να πω ότι όλα είναι καλά, δεν χρειάζεται καμιά αλλαγή.

Η απάντηση έρχεται αυτόματα από μια ανώτερη λογική που δεν μπορείς να κοροϊδέψεις ή να κρύψεις κάτι από αυτή. Είναι σαν να λες ψέματα στον ίδιο σου τον εαυτό. Αυτό δεν αντέχεται. Ο αντίλογος έρχεται με πιο γλυκιά φωνή αλλά το ίδιο έντονος στη δεικτικότητα του πρώτου. Ο λόγος του είναι τόσο εύγλωττος, κυλάει αβίαστα, δεν έχει αγκάθια. Κατακαθίζει, θεραπεύει, φέρνει επιχειρήματα σε κάθε ατόπημα “του εγώ”.

Το “εγώ” φυσικά δεν τα παρατάει έτσι εύκολα και συνεχίζει τα δικά του- δικαιολογημένες αιτίες ύπαρξης- σε μια προσπάθεια να με βάλει πάλι για “ύπνο”. Ξεκινάει, έτσι, ένας εσωτερικός διάλογος όπου πρωταγωνιστές είναι ένας εαυτός υποκείμενος και δεμένος σε φθαρτές υπαιτιότητες, ασύνδετος τόσο με το πραγματικό είναι του όσο και με την αληθινή εξωτερική πραγματικότητα ενώ περιφέρει και ένα συρμό από άσχημα συναισθήματα που βιώνει το σώμα.

Ο δεύτερος πρωταγωνιστής ανήκει στον πραγματικό κόσμο, τον αληθινό, εκεί όπου τα πράγματα έχουν σωστές διαστάσεις. Δεν έχει φόβο, δεν αγωνιά να σου πει κάτι γιατί το πνεύμα δεν έχει συναίσθημα. Το πνεύμα έχει αλήθεια. Γι' αυτό και το πρώτο είναι τόσο δυνατά εκκωφαντικό για να ακουστεί ενώ το δεύτερο απλά ρέει σιγανά σαν νερό που πλημμυρίζει με αιωνιότητα την ύπαρξη και θέλει προσπάθεια να το ακούσεις και περιβάλλον ηρεμίας.
 

Αν την αλήθεια δεν τη δεχτώ με χαρά τότε είναι δικό μου το πρόβλημα


Γιατί το πνεύμα δε χαίρεται, ούτε λυπάται, απλά υπάρχει. Και είμαι εγώ υπεύθυνη, αν το καλοδεχτώ προς όφελός μου ή αν το διώξω επειδή μου αρέσει ο ύπνος. Όσο περνάει η ώρα, οι φωνές του “εγώ” μαλακώνουν κι αυτές, παρασυρμένες από την ομορφιά του λόγου και την ηρεμία που επιδεικνύει το πνεύμα. Ο διάλογος γίνεται πιο εποικοδομητικός και το σώμα δε σπαρταράει πια, κάτω από άσχημες επιρροές. Τα υγρά του σώματος σταθεροποιούνται και μπορούν να δεχτούν όσα πριν δεν ανέχονταν και τους έφερνε τρικυμία. Και ενώ η αποδοχή είναι προ των πυλών, ένας καινούριος κύκλος αποδοχής ξεκινάει, ακόμα πιο λεπτός σε έννοιες, νοήματα και αξίες που είναι η σειρά τους να εμπεδωθούν, δημιουργώντας τις κατάλληλες συνάψεις στον εγκέφαλο και γράφοντας αποφάσεις ζωής στο DNA.

Στο τέλος, η φωνή του “εγώ” δεν υπάρχει πια, έχουν σιγήσει οι πομφόλυγες και τα φληναφήματά του, μένοντας ενεός μπροστά στο γεραρό και μόνο αληθινό λόγο που φέρνει ισορροπία. Κάθε φορά που νιώθω να αποδομούμαι, να φυλλορροώ, κατανοώ ότι πονάει το πληγωμένο εκείνο κομμάτι του εγωισμού που, όμως, δεν είμαι εγώ. Απεναντίας, όταν συμβαίνει αυτό απομακρύνεται μια δυσλειτουργία και αφήνει έτσι να φανεί ένα καλύτερο κομμάτι εαυτού, που πριν ήταν καλυμμένο. Τώρα στο σώμα μου εμφωλεύονται ρηξικέλευθα και καινοφανή μονοπάτια που του υποδεικνύουν κάτι πολύ πιο ανώτερο από την ανάπηρη και γλίσχρα λογική, που με έχει διαμορφώσει μέχρι σήμερα.

Erich Fromm: Εγωισμός και η αγάπη στον εαυτό

Αν παραδεχτούμε ότι η αγάπη για τον εαυτό μας και η αγάπη για τους άλλους είναι καταρχήν συνυφασμένες, πώς εξηγείται ο εγωισμός, που ολοφάνερα αποκλείει κάθε γνήσιο ενδιαφέρον για τους άλλους;
 
Ο εγωιστής ενδιαφέρεται μόνο για τον εαυτό του, θέλει το καθετί για τον εαυτό του, δε νιώθει καμιά ευχαρίστηση στο δόσιμο και χαίρεται μόνο όταν παίρνει.

Βλέπει τον εξωτερικό κόσμο μόνο από την άποψη του τι μπορεί να πάρει από αυτόν.

Του λείπει το ενδιαφέρον για τις ανάγκες των άλλων κι ο σεβασμός για την αξιοπρέπεια και ακεραιότητά τους.

Τίποτ' άλλο δε μπορεί να δει πέρα από τον εαυτό του, κρίνει τον καθένα και το καθετί σε σχέση με τη χρησιμότητα που έχουν για αυτόν.

Είναι βασικά ανίκανος να αγαπήσει.

Αυτό δεν αποδεικνύει ότι το ενδιαφέρον για τους άλλους και το ενδιαφέρον για τον εαυτό μας είναι αντιφατικά, αλληλοσυγκρουόμενα;

Θα ήταν πράγματι έτσι, αν ο εγωισμός και η αγάπη στον εαυτό μας ήταν ταυτόσημα.

Ακριβώς όμως αυτός ο ισχυρισμός είναι η μεγάλη πλάνη που οδήγησε σε πολλά λαθεμένα συμπεράσματα, που έχουν σχέση με το πρόβλημά μας.

Εγωισμός και αγάπη στον εαυτό μας, μακριά από το να είναι ταυτόσημα, είναι στην πραγματικότητα αντίθετα.

Το εγωιστικό άτομο δεν αγαπά τον εαυτό του πάρα πολύ, τον αγαπά ελάχιστα.

Στην πραγματικότητα μισεί τον εαυτό του.

Αυτή η έλλειψη αγάπης και φροντίδας για τον εαυτό του, που είναι μόνο μία έκφραση της έλλειψης δημιουργικού προσανατολισμού του, του δημιουργεί το συναίσθημα του κενού και της απογοήτευσης.

Είναι αναγκαστικά δυστυχισμένος άνθρωπος και αγωνιά να αρπάξει από τη ζωή ικανοποιήσεις, που ο ίδιος εμποδίζει τον εαυτό του να απολαύσει.

Φαίνεται να ενδιαφέρεται υπερβολικά για τον εαυτό του, στην πραγματικότητα όμως κάνει μόνο μία ανεπιτυχή προσπάθεια να καλύψει και να αναπληρώσει την αποτυχία του στο να φροντίσει για τον πραγματικό εαυτό του.

Ο Φρόυντ παραδέχεται ότι το εγωιστικό άτομο είναι ναρκισσιστικό, με την έννοια ότι έχει αποσύρει την αγάπη του από τους άλλους και την έστρεψε προς τον εαυτό του.

Είναι αλήθεια ότι οι εγωιστές είναι ανίκανοι να αγαπήσουν άλλους, αλλ' όμως είναι και ανίκανοι ν' αγαπήσουν τους εαυτούς τους.

Erich Fromm, Η Τέχνη της Αγάπης

ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΑ ΣΧΟΛΗ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ Η ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΑ ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΗ (ΜΕΡΟΣ Β')

ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΑ ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΗ

ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΗ ΤΩΝ ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΩΝ

Σχετικά με την Προτεραιότητα της Αριθμητικής

Η Αριθμητική πρέπει να διδάσκεται πρώτη από τις μαθηματικές επιστήμες, διότι έχει τη σχέση της πρώτης αιτίας και μητέρας προς τις άλλες. Προηγείται όλων των άλλων, όχι μόνο επειδή ο δημιουργός του σύμπαντος τη χρησιμοποίησε ως το πρώτο υπόδειγμα της κατανεμημένης νόησης του και συγκρότησε όλα τα πράγματα σύμφωνα με τον αριθμό· αλλά και για έναν άλλο λόγο. Όποτε εκείνο που είναι φύσει προηγούμενο ανατρέπεται, αυτό που είναι μεταγενέστερο ανατρέπεται την ίδια ώρα - αλλά όταν εξαφανίζεται το μεταγενέστερο, το προηγούμενο δεν υφίσταται καμία ουσιαστική αλλαγή της προγενέστερης κατάστασης του...

Αν επομένως εξαλείψεις το ζώο, η φύση του ανθρώπου αμέσως καταστρέφεται· εξαλείφοντας όμως τον άνθρωπο, το ζώο δε θα εξαφανιστεί. Και αντιθέτως, μεταγενέστερα είναι πάντοτε εκείνα τα πράγματα που εισάγουν μαζί τους κάτι άλλο· ενώ έχουν προτεραιότητα υπόστασης εκείνα που, όταν διατυπώνονται, τα ίδια δεν εισάγουν τίποτε μεταγενέστερης φύσης. Έτσι, αν μιλήσεις για τον άνθρωπο, θα παρουσιάσεις την ίδια ώρα το ζώο, εφόσον ο άνθρωπος είναι ένα ζώο. Αλλά αν μιλήσεις για το ζώο, δε θα παρουσιάσεις την ίδια ώρα το είδος άνθρωπος· διότι το ζώο δεν είναι ίδιο με τον άνθρωπο. 

Το ίδιο πράγμα φαίνεται να συμβαίνει με τη γεωμετρία και την αριθμητική. Αν δηλαδή αφαιρέσουμε τους αριθμούς, πώς θα υφίσταται το τρίγωνο ή το τετράγωνο, ή οτιδήποτε άλλο είναι το υποκείμενο της γεωμετρίας; Όλα ορίζονται με αριθμούς. Ενώ, αν αφαιρέσεις το τρίγωνο και το τετράγωνο, και ολόκληρη η γεωμετρία ανατραπεί, το τρία και το τέσσερα, και οι επωνυμίες των άλλων αριθμών δε θα πάψουν να υφίστανται. Όταν γίνεται αναφορά σε οποιοδήποτε γεωμετρικό σχήμα, δε συνδέεται την ίδια ώρα με κάποια αριθμητική ονομασία; Όταν όμως αναφέρονται αριθμοί, δεν παρουσιάζεται ταυτόχρονα γεωμετρικό σχήμα.

Ομοίως η προτεραιότητα των αριθμών σε σχέση με τη μουσική καταδεικνύεται ιδιαίτερα, επειδή όχι μόνο τα ίδια τα πράγματα που υφίστανται αφ' εαυτού τους είναι εκ φύσεως προηγούμενα από εκείνα που αναφέρονται σε κάτι άλλο· αλλά η ίδια η μουσική μετατόνιση αποτυπώνεται με αριθμητικές επωνυμίες. Συμβαίνει δηλαδή το ίδιο πράγμα που έχει ήδη αναφερθεί για τη γεωμετρία. Γιατί οι συμφωνίες δια τεσσάρων, δια πέντε και δια πασών ονομάζονται με βάση τα προγενέστερα ονόματα των αριθμών. Ομοίως η αναλογία των ήχων μεταξύ τους ανακαλύπτεται μόνο με αριθμούς.

Γιατί ο ήχος που υπάρχει στη δια πασών συμφωνία εκφράζεται με το λόγο δύο. Η συμφωνία δια τεσσάρων περιέχει το λόγο 4 προς 3. Και αυτό που αποκαλείται συμφωνία δια πέντε συνδέεται από το λόγο 3 προς 2. Αυτό που με αριθμούς είναι επόγδοο είναι στη μουσική ένας τόνος. Εν ολίγοις, η προτεραιότητα της αριθμητικής σε σχέση με τη μουσική θα αποδειχθεί αναμφίβολα στην πορεία της παρούσας μελέτης. Αλλά εφόσον η γεωμετρία και η μουσική είναι προηγούμενες της αστρονομίας, τότε συνάγεται ότι η αστρονομία είναι σε μεγαλύτερο βαθμό μεταγενέστερη της αριθμητικής. 

Διότι σε αυτή την επιστήμη, ο κύκλος, η σφαίρα, το κέντρο, οι παράλληλοι κύκλοι και οι άξονες εξετάζονται όλα σε σχέση με τη γεωμετρία. Επίσης, η ανώτερη δύναμη της γεωμετρίας αποδεικνύεται από το ότι κάθε κίνηση έπεται της ακινησίας και κάθε σταθερότητα προηγείται πάντοτε εκ φύσεως της κινητικότητας. Αλλά η αστρονομία είναι η θεωρία των κινητών ενώ η γεωμετρία των ακίνητων φύσεων. Ομοίως η κίνηση των άστρων υμνείται ως συνοδευόμενη από αρμονικές μετατονίσεις. Από αυτό επίσης φαίνεται ότι η δύναμη της μουσικής προηγείται σε αρχαιότητα της πορείας των άστρων. 

Και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι η αριθμητική εκ φύσεως υπερέχει της αστρονομίας, εφόσον φαίνεται ότι είναι αρχαιότερη από τη γεωμετρία και τη μουσική που προηγούνται της αστρονομίας. Διότι με αριθμούς σημειώνουμε την ανατολή και τη δύση των άστρων, την ταχύτητα και τη βραδύτητα των πλανητών, τις εκλείψεις και πολυάριθμες μεταβολές της σελήνης.

Σχετικά με τον Ορισμό του Αριθμού και της Μονάδας

Ο Θαλής όρισε τον αριθμό σύμφωνα προς το δόγμα των Αιγυπτίων από τους οποίους διδάχθηκε ως άθροισμα μονάδων. Αλλά ο Πυθαγόρας τον όρισε ως την επέκταση και ενέργεια των σπερματικών λόγων που περιέχονται στη μονάδα. Ή άλλως, ως εκείνο το οποίο, προηγούμενο όλων των πραγμάτων, υφίσταται στη θεία διάνοια, με το οποίο όλα τα πράγματα διευθετήθηκαν και παραμένουν σε μια αδιάρρηκτη τάξη. Άλλοι όμως από τους μαθητές του τον όρισαν ως πρόοδο από τη μονάδα με το δικό της μέγεθος. 

Και ο Εύδοξος ο Πυθαγόρειος λέει ότι αριθμός είναι ορισμένο πλήθος, διακρίνοντας το είδος από το γένος. Οι μαθητές του Ίππασου, που ονομάζονταν Ακουσματικοί, έλεγαν ότι αριθμός είναι το πρώτο υπόδειγμα συγκρότησης του κόσμου και ότι είναι το όργανο κρίσης του θεού, που είναι ο δημιουργός του σύμπαντος. Ο δε Φιλόλαος λέει ότι ο αριθμός είναι ο πιο εξαίρετος και αυτογενής δεσμός της αιώνιας διάρκειας των εγκόσμιων φύσεων. Η μονάδα αποτελεί το ελάχιστο μιας ασυνεχούς ποσότητας, ή το πρώτο και κοινό μέρος αυτής, ή η αρχή της. 

Σύμφωνα με το Θυμαρίδα, είναι η περιορισμένη ποσότητα- εφόσον η αρχή και το τέλος κάθε πράγματος καλείται όριο. Σε κάποια πράγματα όμως, όπως στον κύκλο και τη σφαίρα, όριο καλείται το μέσο. Οι μεταγενέστεροι ορίζουν τη μονάδα ως εκείνο σύμφωνα προς το οποίο κάθε πράγμα που υπάρχει ονομάζεται ένα. Στον ορισμό όμως αυτό χρειάζεται να προστεθούν οι λέξεις «καθ' οιονδήποτε τρόπο συγκεντρωμένο και αν είναι». Οι οπαδοί του Χρυσίππου ισχυρίζονται ασαφώς ότι η μονάδα είναι ένα πλήθος, εφόσον αυτή μονάχα αντιτίθεται στο πλήθος. 

Και κάποιοι από τους Πυθαγόρειους έλεγαν ότι η μονάδα είναι το όριο του αριθμού και των μερών διότι από αυτήν, όπως από ένα σπόρο και μια αιώνια ρίζα, οι λόγοι αυξάνονται και μειώνονται αντιστρόφως· κάποιοι μειώνονται επ' άπειρον, διαιρούμενοι πάντοτε με ένα μεγαλύτερο αριθμό· άλλοι, αυξανόμενοι επ' άπειρον, μεγεθύνονται πάλι. Ομοίως, κάποιοι έχουν ορίσει τη μονάδα ως είδος ειδών, επειδή εμπεριέχει εν δυνάμει (δηλ. αιτιωδώς) όλες τις αιτίες που υπάρχουν στον αριθμό. Εξετάζεται δε κατ' αυτόν τον τρόπο, επειδή είναι πλήρες το υπόλοιπο του λόγου προς τον εαυτό της· όπως το ίδιο συμβαίνει και με άλλα τέτοια πράγματα που υπάρχουν μέσω της μονάδας.

Η μονάδα επομένως είναι η αρχή και το στοιχείο των αριθμών, η οποία, ενώ το πλήθος ελαττώνεται με την αφαίρεση, στερείται η ίδια κάθε αριθμού και παραμένει σταθερή και αμετάβλητη· εφόσον δεν είναι δυνατόν η διαίρεση να προχωρήσει πέραν της μονάδας. Εάν διαιρέσουμε το ένα, το οποίο είναι στα αισθητά σε μέρη, πάλι το ένα γίνεται πλήθος και πολλά· και με αφαίρεση καθενός από τα μέρη, καταλήγουμε στο ένα. Αν πάλι διαιρέσουμε αυτό το ένα σε μέρη, τα μέρη θα γίνουν πλήθος· και με αφαίρεση (πάλι) καθενός από τα μέρη, θα φτάσουμε τελικά στην ενότητα. Έτσι ώστε το ένα καθώς είναι ένα, είναι αμέριστο και αδιαίρετο.

Διότι, πράγματι, όταν ένας άλλος αριθμός διαιρεθεί, μειώνεται και διαιρείται σε μέρη μικρότερα του εαυτού του. Για παράδειγμα, το 6 μπορεί να διαιρεθεί σε 3 και 3, ή σε 4 και 2, ή σε 5 και 1. Αλλά το ένα στα αισθητά, αν όντως διαιρεθεί, ως σώμα μειώνεται και με τον καταμερισμό διαιρείται σε μέρη μικρότερα του εαυτού του, αλλά ως αριθμός αυξάνεται - διότι αντί του ενός γίνεται πολλά. Άρα σύμφωνα με αυτό το ένα είναι αδιαίρετο. Διότι τίποτε (στα αισθητά) το οποίο διαιρείται, δε διαιρείται σε μέρη μεγαλύτερα από τον εαυτό του - αλλά εκείνο που διαιρείται σε μέρη μεγαλύτερα από το σύνολο, και σε μέρη ίσα προς το σύνολο, διαιρείται ως αριθμός. 

Έτσι, εάν το ένα το οποίο υπάρχει στα αισθητά, διαιρεθεί σε έξι μέρη ίσα προς το σύνολο, ως αριθμός πράγματι θα διαιρεθεί σε ίσα προς το σύνολο, δηλαδή σε 1, 1, 1, 1, 1, 1 και επίσης σε μέρη μεγαλύτερα του συνόλου, δηλαδή σε 4 και 2· διότι 4 και 2 είναι ως αριθμοί μεγαλύτεροι από το ένα. Έτσι η μονάδα ως αριθμός είναι αδιαίρετη. Και αποκαλείται μονάδα, επειδή παραμένει αμετάβλητη και δεν παρεκκλίνει από τη φύση της· διότι όποτε η μονάδα πολλαπλασιάζεται με τον εαυτό της, παραμένει μονάδα· εφόσον μια φορά το ένα είναι ένα· και αν πολλαπλασιάσουμε τη μονάδα επ' άπειρον, αυτή συνεχίζει να είναι η μονάδα. 

Ή ονομάσθηκε μονάδα, επειδή είναι χωριστή και παραμένει μόνη της, χωριστά από το υπόλοιπο πλήθος των αριθμών. Εφόσον επομένως ο αριθμός είναι ο συνδετικός δεσμός όλων των πραγμάτων, είναι αναγκαίο να παραμένει στην κατάλληλη ουσία του, με μια αιώνια αμετάβλητη ομοιότητα ύπαρξης· και να συντίθεται, αλλά όχι από πράγματα διαφορετικής φύσης. Γιατί τι θα μπορούσε να συνενώσει την ουσία του αριθμού, εφόσον το υπόδειγμα του συνένωσε όλα τα πράγματα. Φαίνεται δε να είναι σύνθετος από μόνος του. 

Τίποτε όμως δε συντίθεται από όμοια, ούτε και από πράγματα συνδεδεμένα χωρίς αναλογία, ουσιαστικά χωρισμένα το ένα από το άλλο. Άρα είναι φανερό, εφόσον ο αριθμός είναι συνδεδεμένος, ότι ούτε συνενώνεται από όμοια, ούτε από πράγματα που δε συνενώνονται με κάποια αναλογία. Επομένως οι πρωταρχικές φύσεις από τις οποίες απαρτίζεται ο αριθμός είναι η άρτια και η περιττή, οι οποίες μέσω μιας κάποιας θείας δύναμης, μολονότι είναι ανόμοιες και αντίθετες, ρέουν από μία πηγή και ενώνονται σε μια σύνθεση και συμφωνία.


Σχετικά με τη Διαίρεση των Αριθμών και τους Ορισμούς του Άρτιου και του Περιττού

Η πρώτη διαίρεση του αριθμού λοιπόν είναι σε άρτιο και περιττό.

  • Άρτιος είναι εκείνος ο αριθμός που μπορεί να διαιρεθεί σε δύο ίσα μέρη, χωρίς την παρέμβαση της μονάδας στο ενδιάμεσο. 
  • Περιττός είναι εκείνος που δεν μπορεί να διαιρεθεί σε ίσα μέρη, χωρίς να παρεμβαίνει στο ενδιάμεσο η μονάδα. 

Αυτοί είναι οι κοινοί και γνωστοί ορισμοί του άρτιου και του περιττού. Αλλά ο ορισμός τους σύμφωνα με την Πυθαγόρεια διδασκαλία είναι ο ακόλουθος:

  • Άρτιος αριθμός είναι εκείνος που με την ίδια διαίρεση μπορεί να διαιρεθεί σε μεγαλύτερο και μικρότερο- μεγαλύτερο ως προς το διάστημα και μικρότερο ως προς την ποσότητα, σύμφωνα προς τις αντίθετες ροπές αυτών των δύο ειδών. 
  • Περιττός αριθμός είναι εκείνος στον οποίο αυτό δε μπορεί να συμβεί και η φυσική διαίρεσή του είναι σε δύο άνισα μέρη. Για παράδειγμα, αν οποιοσδήποτε άρτιος αριθμός διαιρεθεί, δεν υπάρχει κανένα τμήμα μεγαλύτερο του μισού όσον αφορά το διάστημα της διαίρεσης, αλλά όσον αφορά την ποσότητα, δεν υπάρχει άλλη διαίρεση μικρότερη από εκείνη σε δύο μέρη. 

Έτσι, αν ο άρτιος αριθμός 8 διαιρεθεί σε 4 και 4, δε θα υπάρχει καμιά άλλη διαίρεση που να παράγει μεγαλύτερα μέρη, δηλαδή στην οποία και τα δύο μέρη να είναι μεγαλύτερα. Επίσης δε θα υπάρχει καμιά άλλη διαίρεση που να διαιρεί όλο τον αριθμό σε μικρότερη ποσότητα, διότι δεν υπάρχει διαίρεση μικρότερη από την κατάτμηση σε δύο μέρη. 

Γιατί, όταν ένα όλο διαιρείται σε τρία μέρη, το διάστημα ελαττώνεται, αλλά ο διαιρέτης αυξάνεται. Ως ποσό, αρχίζοντας από έναν όρο, επιδέχεται άπειρη αύξηση προόδου, αλλά ως πηλικότητα μπορεί να ελαττωθεί απεριόριστα το αντίθετο συμβαίνει στη διαίρεση του άρτιου αριθμού, γιατί εδώ η διαίρεση είναι μεγαλύτερη σε διάστημα, αλλά μικρότατη σε ποσότητα. Με άλλα λόγια, τα μέρη της πηλικότητας είναι μεγαλύτερα, αλλά το ποσό είναι το μικρότερο δυνατό.

Ομοίως, σύμφωνα προς έναν αρχαιότερο τρόπο, υπάρχει άλλος ένας ορισμός του άρτιου αριθμού, ο ακόλουθος: άρτιος αριθμός είναι εκείνος που μπορεί να διαιρεθεί σε δύο ίσα και σε δύο άνισα μέρη, με τέτοιο τρόπο που σε καμία διαίρεση, ούτε η ισότητα θα αναμιχθεί με την ανισότητα, ούτε η ανισότητα με την ισότητα. Εξαιρείται μόνο η δυάδα, η αρχή της ισότητας, που δεν επιδέχεται άνισο μερισμό, επειδή αποτελείται από δύο μονάδες. Για παράδειγμα, ένας άρτιος αριθμός όπως το 10 μπορεί να διαιρεθεί σε 5 και 5, που είναι δύο ίσα, μπορεί επίσης να διαιρεθεί σε άνισα μέρη, όπως σε 3 και 7. 

Ισχύει ωστόσο ο εξής όρος, όταν το ένα μέρος της διαίρεσης είναι άρτιο, το άλλο επίσης είναι άρτιο. Και όταν το ένα μέρος είναι περιττό, το άλλο μέρος είναι επίσης περιττό, όπως είναι φανερό στον ίδιο αριθμό 10. Γιατί, όταν αυτό χωρίζεται σε 5 και 5, ή σε 3 και 7, και τα δύο μέρη σε κάθε διαίρεση είναι περιττά. Αλλά, εάν αυτός, ή οποιοσδήποτε άλλος άρτιος αριθμός, διαιρεθεί σε ίσα μέρη, όπως το 8 σε 4 και 4, και επίσης σε άνισα μέρη, όπως το ίδιο 8 σε 5 και 3, στην πρώτη διαίρεση και τα δυο μέρη είναι άρτια, ενώ στη δεύτερη είναι περιττά. 

Ούτε είναι ποτέ δυνατόν το ένα μέρος της διαίρεσης να είναι άρτιο και το άλλο περιττό, ούτε το ένα περιττό και το άλλο άρτιο. Ενώ περιττός αριθμός είναι εκείνος που σε κάθε διαίρεση διαιρείται πάντοτε σε άνισα μέρη, έτσι ώστε πάντοτε να επιδεικνύει και τα δύο είδη αριθμού. Ούτε υφίσταται ποτέ το ένα είδος χωρίς το άλλο, αλλά το ένα ανήκει στην ισότητα και το άλλο στην ανισότητα. Έτσι, αν το 7 διαιρεθεί σε 3 και 4, ή σε 5 και 2, το ένα μέρος είναι άρτιο και το άλλο περιττό. Και το ίδιο πράγμα φαίνεται να συμβαίνει σε όλους τους περιττούς αριθμούς. 

Ούτε στη διαίρεση του περιττού αριθμού μπορούν αυτά τα δύο είδη, τα οποία εκ φύσεως συγκροτούν τη δύναμη και την ουσία του αριθμού, να είναι το ένα χωρίς το άλλο. Μπορεί επίσης να ειπωθεί ότι περιττός αριθμός είναι εκείνος ο οποίος διαφέρει από τον άρτιο κατά τη μονάδα, είτε με αύξηση είτε με μείωση. Και ότι άρτιος είναι εκείνος ο οποίος διαφέρει από τον περιττό κατά τη μονάδα, είτε με αύξηση είτε με μείωση. Γιατί, εάν η μονάδα αφαιρεθεί ή προστεθεί στον άρτιο αριθμό, γίνεται περιττός- εάν πάλι το ίδιο πράγμα γίνει στον περιττό αριθμό, αυτός αμέσως γίνεται άρτιος.

Κάποιοι από τους αρχαίους επίσης είπαν ότι η μονάδα είναι ο πρώτος από τους περιττούς αριθμούς, διότι ο άρτιος αριθμός είναι αντίθετος στον περιττό. Και όμως η μονάδα είναι είτε άρτιος είτε περιττός. Δεν μπορεί ωστόσο να είναι άρτιος, γιατί δεν μπορεί να χωριστεί σε ίσα μέρη, ούτε εν ολίγοις επιδέχεται οποιαδήποτε διαίρεση. Επομένως, η μονάδα είναι περιττός. Επίσης, εάν ο άρτιος προστεθεί στον άρτιο, το σύνολο γίνεται άρτιο, όμως αν η μονάδα προστεθεί σε έναν άρτιο αριθμό, παράγει σύνολο περιττό. Άρα, η μονάδα δεν είναι άρτιος, αλλά περιττός. 

Ο Αριστοτέλης, όμως, στην πραγματεία Περί των Πυθαγορείων, παρατηρεί ότι το ένα ή μονάδα συμμετέχει και στις δύο αυτές φύσεις, εφόσον προστιθέμενη στον περιττό παράγει τον άρτιο, ενώ προστιθέμενη στον άρτιο παράγει τον περιττό· πράγμα που δε θα ήταν δυνατό να προκαλέσει, εάν δε συμμετείχε και στις δύο αυτές φύσεις. Για τούτο το ένα καλείται αρτιοπέρισσο. Ο Αρχύτας επίσης είναι της ίδιας άποψης. Η μονάδα επομένως είναι η πρώτη ιδέα του περιττού αριθμού, ακριβώς όπως οι Πυθαγόρειοι αποδίδουν τον περιττό αριθμό σε εκείνο που είναι ορισμένο και τακτικό μέσα στον κόσμο. 

Η αόριστη δυάδα είναι η πρώτη ιδέα του άρτιου αριθμού· και για αυτό οι Πυθαγόρειοι αποδίδουν τον άρτιο αριθμό σε εκείνο που είναι αόριστο, άγνωστο και άμετρο στον κόσμο. Επίσης, η δυάδα καλείται αόριστη, επειδή δεν είναι ορισμένη όπως είναι η μονάδα. Οι όροι όμως που ακολουθούν, σε συνεχή σειρά από τη μονάδα, αυξάνονται κατά μια ίση προσθήκη, επειδή καθένας τους υπερβαίνει τον προηγούμενο αριθμό κατά τη μονάδα. Και καθώς αυξάνονται, οι λόγοι του ενός προς τον άλλο φθίνουν. 

Έτσι, στους αριθμούς 1, 2, 3, 4, 5, 6, ο λόγος του 2 προς το 1 είναι δύο, αλλά του 3 προς το 2 είναι ημιόλιος, του 4 προς το 3 είναι επίτριτος, του 5 προς το 4 επιτέταρτος, του 6 προς το 5 επίπεμπτος. Ο τελευταίος όμως λόγος είναι μικρότερος από τον επιτέταρτο, ο επιτέταρτος από τον επίτριτο, ο επίτριτος από τον ημιόλιο, και ο ημιόλιος από το λόγο δύο. Και το ίδιο συμβαίνει στους υπόλοιπους αριθμούς. Επίσης, οι περιττοί και οι άρτιοι αριθμοί, όταν παρατηρούνται σχετικά με τη μονάδα, ακολουθούν διαδοχικά οι μεν τους δε.

Σχετικά με την Υπεροχή της Μονάδας

Κάθε αριθμός είναι το μισό του αθροίσματος των δύο αριθμών που τον περιβάλλουν σε μια φυσική ακολουθία Ομοίως, είναι το μισό του αθροίσματος των αριθμών που περιβάλλουν αυτούς τους δύο- κι ακόμη το μισό του αθροίσματος των αριθμών που περιβάλλουν αυτούς τους τελευταίους δύο, και ούτω καθεξής, έως ότου η πρόοδος σταματήσει στη μονάδα. Για παράδειγμα, ο αριθμός 5 βρίσκεται ανάμεσα στους αριθμούς 6 και 4, ο πρώτος βρίσκεται εμπρός και ο τελευταίος πίσω του. Αυτοί επομένως, αν προστεθούν, δίνουν άθροισμα 10, του οποίου το μισό είναι 5. Και οι αριθμοί που βρίσκονται μπροστά και πίσω από το 6 και το 4, είναι το 3 και το 7. 

Και αυτών επίσης το ήμισυ του αθροίσματος είναι 5. Και πάλι, το άθροισμα των αριθμών που βρίσκονται εμπρός και πίσω από το 3 και το 7, είναι ομοίως το διπλάσιο του 5· γιατί αυτοί είναι το 8 και το 2. Και το ίδιο θα συμβαίνει σε όλους τους αριθμούς σε μια φυσική ακολουθία, μέχρι να φθάσουμε στο όριο της μονάδας. Διότι μόνο η μονάδα δε βρίσκεται ανάμεσα σε δύο όρους, και για αυτό είναι το μισό μονάχα εκείνου του αριθμού που έπεται αυτής. Έτσι, είναι φανερό ότι η μονάδα είναι ο πρώτος από όλους τους αριθμούς σε μία φυσική ακολουθία και ότι επάξια αναγνωρίζεται ως πηγή κάθε πλήθους, ανεξάρτητα από το πόσο εκτείνεται.

Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΣ ΤΩΝ ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΩΝ

Σχετικά με τους Αριθμούς

Οι Πυθαγόρειοι, παρακάμπτοντας τα μονοπάτια των αδαών και παραδίδοντας τη φιλοσοφία τους με μυστικότητα σε εκείνους μονάχα που ήταν άξιοι να τη λάβουν, την παρουσίασαν σε αυτούς με μαθηματικούς όρους. Έτσι αποκάλεσαν τις μορφές αριθμούς, επειδή πρόκειται για τα αρχικώς αποχωριζόμενα τμήματα μιας αδιαίρετης μονάδας· διότι οι φύσεις που είναι υπεράνω μορφών, είναι υπεράνω διαχωρι­σμού. 

Το καθ' όλα τέλειο πλήθος των μορφών, επομένως, υποδήλωσαν ασαφώς μέσω της δυάδας· αλλά υπέδειξαν πως οι πρώτες μορφικές αρχές, που όρισαν ως μονάδα και δυάδα, δεν είναι αριθμοί· ενώ η πρώτη τριάδα και τετράδα είναι οι πρώτοι αριθμοί, η μία περιττή και η άλλη άρτια· με την πρόσθεση όλων γεννιέται η δεκάδα, καθώς το άθροισμα των 1, 2, 3 και 4, είναι δέκα. Πέρα από τους αριθμούς, σε δευτερογενείς και πολυποίκιλες ζωές, τα γεωμετρικά μεγέθη προηγούνται των φυσικών επίσης, ανέφεραν ότι οι αριθμοί είναι οι ουσιώδεις αιτίες και αρχές αυτών.
 

Θεώρησαν το σημείο ως αδιαίρετο από τη μονάδα, ενώ τη γραμμή ως το πρώτο διάστημα που αποδίδεται στη δυάδα· κατ' ακολουθία, η επιφάνεια συνδέεται με την τριάδα και το στερεό με την τετράδα. Επίσης ονόμαζαν, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Αριστοτέλη, το πρώτο μήκος δυάδα· διότι δεν είναι απλώς μήκος, αλλά το πρώτο μήκος, υποδηλώνοντας κατ' αυτό τον τρόπο την αιτία. Κατά έναν όμοιο τρόπο ονόμασαν το πρώτο πλάτος τριάδα και το πρώτο ύψος τετράδα. Αναφέρθηκαν επίσης στις βασικές αρχές όλης της ψυχικής γνώσης. 

Τη διανοητική γνώση, βεβαίως, επειδή συνδέεται με την αδιάσπαστη ενότητα, τη συσχέτισαν με τη μονάδα- αντίθετα την επιστημονική γνώση, επειδή εξελίσσεται και προχωρά από την αιτία στο αιτιατό μέσω των σταθερών και αμετάβλητων πραγμάτων, τη συσχέτισαν με τη δυάδα- και τη γνώμη με την τριάδα, επειδή η δύναμή της δεν κατευθύνεται πάντοτε στο ίδιο πράγμα, αλλά άλλοτε ρέπει προς την αλήθεια και άλλοτε προς το λάθος. Συσχέτισαν δε την αίσθηση με την τετράδα, διότι αυτή έχει αντίληψη των σωμάτων. 

Γιατί είναι γεγονός πως στη δυάδα υπάρχει ένα διάστημα από τη μια μονάδα ως την άλλη, ενώ στην τριάδα υπάρχουν δυο διαστήματα από τη μια μονάδα προς τις επόμενες και στην τετράδα υπάρχουν τρία. Συσχέτισαν, επομένως, με τις αρχές κάθε πράγμα γνωστό, δηλαδή τα όντα και τις γνωστικές δυνάμεις αυτών. Διαχώρισαν όμως τα όντα, όχι σύμφωνα με το πλάτος, αλλά σύμφωνα με το ύψος, σε νοητά, αντικείμενα της επιστήμης, αντικείμενα της γνώμης και αισθητά. Αντίστοιχα χώρισαν τη γνώση σε διάνοια, επιστήμη, γνώμη και αίσθηση. 

Το άκρο επομένως της νοητής τριάδας, ή το ίδιο το ζώο, όπως ονομάζεται από τον Πλάτωνα στον Τίμαιο, εκλαμβάνεται από το χωρισμό των αντικειμένων γνώσης, εκδηλώνοντας τη νοητή τάξη στην οποία περιέχονται οι ίδιες οι μορφές, δηλαδή οι πρώτες μορφές και οι αρχές τους, η ιδέα του ίδιου του ένα, του πρώτου μήκους, που είναι η ίδια η δυάδα, καθώς και οι ιδέες του πρώτου πλάτους και του πρώτου ύψους (διότι ο όρος πρώτος ταιριάζει σε όλα αυτά), δηλαδή η ίδια η τριάδα και η τετράδα αντιστοίχως.

Οι Πυθαγόρειοι και ο Πλάτωνας δεν ονόμασαν την ιδέα από ένα πράγμα και τον ιδεατό αριθμό από ένα διαφορετικό. Εφόσον ο ισχυρισμός ότι όλα τα πράγματα μοιάζουν με τους αριθμούς είναι κατ' εξοχήν αληθινός, είναι φανερό ότι ο αριθμός -και ιδιαίτερα κάθε ιδεατός αριθμός- ονομάστηκε έτσι εξαιτίας της παραδειγματικής ιδιαιτερότητάς του. Αν όμως κάποιος θελήσει να το κατανοήσει αυτό από την ίδια την ονομασία, είναι εύκολο να συμπεράνει ότι η ιδέα ονομάστηκε έτσι εξαιτίας της όμοιας προς αυτή αναπαράστασης των συμμετεχόντων και της απόδοσης σε αυτούς μορφής, τάξης, ομορφιάς και ενότητας. 

Και αυτό σε ακολουθία με την αιώνια διατήρηση της ίδιας μορφής, διευρύνοντας την ίδια της τη δύναμη στο άπειρο των μερικών και διερευνώντας με το ίδιο είδος τα αιώνια συμμετέχοντα σε αυτήν. Η ονομασία αριθμός δόθηκε επειδή παρέχει αναλογία και εύρυθμη διάταξη σε όλα τα πράγματα, Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Συριανού οι αρχαίοι απέδιδαν την έννοια συναρμόζω και συνθέτω με το ρήμα αραρίσκω (απαρέμφατο: άρσαι), από το οποίο προέρχεται ο αριθμός. Οπότε ανάρσιον οι Έλληνες αποκαλούσαν το ασύνθετο. Μάλιστα υπάρχουν και διάφορες ελληνικές εκφράσεις όπως, θα συναρμόσει το ζυγό, έθεσαν τον αριθμό μαζί τους και αριθμός και φιλία. 

Για αυτό το λόγο υιοθέτησαν οι Έλληνες την ονομασία αριθμός, καθώς μετράει και θέτει σε κανονική διάταξη όλα τα πράγματα, και τα ενώνει σε φιλική συμμαχία. Επιπλέον, κάποιοι από τους Πυθαγόρειους πραγματεύθηκαν μόνο τους αδιαχώριστους αριθμούς, δηλαδή τους αριθμούς που δε διαχωρίστηκαν από τις επίγειες φύσεις, ενώ κάποιοι άλλοι αυτούς που υφίστανται χωριστά από το σύμπαν, στους οποίους είδαν να περιέχονται ως υπόδειγμα εκείνοι οι αριθμοί που τελειοποιούνται από τη φύση. 

Άλλοι, κάνοντας διάκριση ανάμεσα στους δυο, αφηγήθηκαν το δόγμα τους με έναν περισσότερο σαφή και τέλειο τρόπο. Αν είναι όμως αναγκαίο να μιλήσουμε σχετικά με τη διαφορά αυτών των μονάδων και την έλλειψη διαφοράς τους, πρέπει να πούμε ότι οι μονάδες που υπάρχουν σε ποσότητα δεν πρόκειται με κανένα τρόπο να επεκταθούν σε ουσιώδεις αριθμούς. Όταν όμως ονομάζουμε ουσιώδεις αριθμούς τις μονάδες, πρέπει να βεβαιώσουμε ότι όλες τους απέχουν αμοιβαία μεταξύ τους εξαιτίας της ίδιας της διαφοράς και ότι στερούνται διαφοράς εξαιτίας της ομοιότητας. 

Είναι επίσης φανερό ότι αυτές που ανήκουν στην ίδια τάξη, περιέχονται μέσω αμοιβαίας σύγκρισης περισσότερο στην ομοιότητα παρά στη διαφορά, ενώ εκείνες που βρίσκονται σε διαφορετικές τάξεις, αναφέρονται κυρίως στην ανομοιότητα μέσω της κυριαρχίας της διαφοράς. Επιπροσθέτως, οι Πυθαγόρειοι ισχυρίζονταν ότι η φύση παράγει τα αισθητά από τους αριθμούς· αυτοί όμως οι αριθμοί δεν ήταν μαθηματικοί, αλλά φυσικοί - και καθώς μιλούσαν συμβολικά, δεν είναι απίθανο να εξηγούσαν κάθε ιδιότητα των αισθητών με μαθηματικούς όρους. 

Εν τούτοις, λέει ο Συριανός, το να θεωρήσουμε ότι οι Πυθαγόρειοι κατείχαν μόνο τη γνώση των αισθητών αριθμών, δεν είναι μόνο γελοίο, αλλά και ασεβές. Διότι αυτοί όντως έλαβαν από τη θεολογία του Ορφέα τις αρχές των νοητών και διανοητικών αριθμών, τους προσέδωσαν πλούσια ανάπτυξη και επέκτειναν την επικράτεια τους μέχρι τα ίδια τα αισθητά. Έτσι έμεινε χαρακτηριστικό των Πυθαγορείων το ρητό, «όλα τα πράγματα εξομοιώνονται με τον αριθμό». Για αυτό ο Πυθαγόρας στον Ιερό Λόγο λέει με σαφήνεια ότι «αριθμός είναι ο κυβερνήτης των μορφών και των ιδεών και είναι η αιτία θεών και δαιμόνων». 

Επίσης υποθέτει ότι για τον αρχαιότατο και με τέχνη κυβερνώντα θεό, ο αριθμός είναι ο κανόνας και ο τεχνικός λόγος, και η διάνοια και η μη παρεκκλίνουσα ισορροπία της σύνθεσης και γένεσης όλων των πραγμάτων». (Αυτός μεν Πυθαγόρας, έν τώ ιερώ λόγω, διαρρήδην μορφών και ιδεών κράντορα τον αριθμόν έλεγεν είναι, και θεών και δαιμόνων αίτιον και τώ πρεσβυτάτω και κρατιστεύοντι τεχνίτη θεώ κανόνα, καί λόγον τεχνικόν, νουν τε και σταθμάν ακλινέσταταν τον αριθμόν υπείκε συστάσιος και γενέσεως των πάντων).

Ο Συριανός προσθέτει: «Και ο Φιλόλαος διακήρυξε ότι ο αριθμός είναι ο κυβερνών και αυτογέννητος δεσμός της αιώνιας διατήρησης των επίγειων φύσεων». (Φιλόλαος δέ, της των κοσμικών αιωνίας διαμονής την κρατιστεύουοαν και αυτογενή συνοχήν είναι απεφήνατο τον αριθμόν). «Και ο Ίππασος, και όλοι εκείνοι που προορίζονταν για την πενταετή σιωπή, ονόμαζαν τον αριθμό όργανο του δημιουργού του σύμπαντος ικανό να κρίνει, και το πρώτο παράδειγμα της επίγειας δημιουργίας».

(Οι δέ περί Ίππασον ακουσματικοί είπον κριτικόν κοσμουργού θεού όργανον, και, παράδειγμα πρώτον κοσμοποιΐας.) Πώς θα ήταν δυνατόν επομένως να μιλήσουν με τόσο θαυμάσια λόγια για τον αριθμό, αν δε θεωρούσαν ότι κατέχει μια ουσία χωριστή από τις αισθήσεις και μια δημιουργική υπερβατικότητα, που είναι ταυτόχρονα και παραδειγματική;

Σχετικά με το Μαθηματικό και το Φυσικό Αριθμό

Όπως σε κάθε πράγμα, συμφωνά με το δόγμα του Αριστοτέλη, ένα μέρος αντιστοιχεί στην ύλη και ένα άλλο στη μορφή, έτσι και σε κάθε αριθμό- όπως για παράδειγμα στην πεντάδα, οι πέντε μονάδες της, δηλαδή η ποσότητά της, και ο αριθμός που είναι το υποκείμενο συμμετοχής πηγάζουν από την ίδια τη δυάδα- αλλά η μορφή της, δηλαδή η ίδια η πεντάδα, προέρχεται από τη μονάδα- διότι κάθε μορφή είναι μια μονάδα και ενώνει την υποκείμενη της ποσότητα. 

Η πεντάδα η ίδια, επομένως, ως μονάδα, προερχόμενη από την αρχική μονάδα, αυτή που κατατάσσεται ως η ύψιστη αρχή μετά το άρρητο ένα, συγκροτεί την υποκείμενη ποσότητα της, η οποία είναι άμορφη, και τη συνδέει με τη δική της μορφή. Διότι υπάρχουν δύο αρχές μαθηματικών αριθμών στις ψυχές μας- η μονάδα, που περικλείει μέσα της όλες τις μορφές των αριθμών και αντιστοιχεί με τη μονάδα στις διανοητικές φύσεις, και η δυάδα, που είναι μια γενεσιουργός αρχή άπειρης δύναμης και που -όντας η εικόνα της ανεξάντλητης και νοητής δυάδας- καλείται αόριστη.
 

Ενόσω αυτή προχωρά σε όλα τα πράγματα, δεν εγκαταλείπεται στην πορεία της από τη μονάδα, αλλά εκείνο που απορρέει από τη μονάδα συνεχώς διακρίνει και σχηματίζει την απεριόριστη ποσότητα, δίνει ιδιαίτερο προορισμό σε όλες τις κανονικές προόδους της και ακατάπαυστα τις κοσμεί με μορφές. Όπως ακριβώς στις εγκόσμιες φύσεις δεν υπάρχει τίποτε άμορφο, ούτε κανένα κενό ανάμεσα στα είδη των πραγμάτων, ομοίως στο μαθηματικό αριθμό δεν υπάρχει ποσότητα μη αριθμητή, διότι έτσι η μορφοποιητική δύναμη της μονάδας θα αφανιζόταν από την αόριστη δυάδα, ούτε κάποιο ενδιάμεσο παρεμβαίνει στην ακολουθία των αριθμών και την καλώς διατεθειμένη ενέργεια της μονάδας.

Η πεντάδα, επομένως, δεν αποτελείται από ουσία και ιδιότητες, όπως ένας λευκός άνθρωπος· ούτε από γένος και διαφορά, όπως ο άνθρωπος και τα δίποδα ζώα- ούτε από πέντε μονάδες που άπτονται μεταξύ τους, σαν ένα δεμάτι ξύλα· ούτε από πράγματα αναμεμιγμένα, σαν ένα ποτό φτιαγμένο από κρασί και μέλι· ούτε από πράγματα που κατέχουν θέση, όπως οι πέτρες που με την τοποθέτησή τους ολοκληρώνουν το σπίτι· ούτε, τέλος, είναι σαν τα αριθμητά πράγματα, διότι αυτά δεν είναι τίποτε άλλο από μερικά. 

Αλλά αυτό δε συνεπάγεται πως οι ίδιοι οι αριθμοί, επειδή αποτελούνται από αδιαίρετες μονάδες, δεν έχουν τίποτε άλλο εκτός από μονάδες (διότι το πλήθος των σημείων σε συνεχή ποσότητα είναι αδιαίρετο, αυτό όμως δε σημαίνει ότι ολοκληρώνεται κάτι άλλο εκτός από τα ίδια τα σημεία). Τούτο συμβαίνει επειδή υπάρχει κάτι σε εκείνους που αντιστοιχεί σε ύλη και κάτι που αντιστοιχεί σε μορφή. Τέλος, όταν ενώνουμε την τριάδα με την τετράδα, λέμε ότι φτιάχνουμε το επτά. Ο ισχυρισμός όμως δεν είναι αληθινός· διότι μονάδες συνδεδεμένες με μονάδες παράγουν πραγματικά το υποκείμενο του αριθμού 7, αλλά τίποτε περισσότερο. 

Τότε ποιος προσδίδει την επταδική μορφή σε αυτές τις μονάδες; Ποιος είναι επίσης που δίνει τη μορφή ενός κρεβατιού σε έναν αριθμό από κομμάτια ξύλου; Δεν είναι η ψυχή του ξυλουργού, μέσω της τέχνης που αυτός κατέχει, που δουλεύει το ξύλο ώστε να λάβει τη μορφή ενός κρεβατιού, και δεν είναι η επιτήδεια προς το αριθμείν ψυχή, η εμπεριέχουσα τη μονάδα ως σχέση αρχής, που δίνει μορφή και ύπαρξη σε όλους τους αριθμούς; Αλλά η διαφορά είναι πως η τέχνη του ξυλουργού δεν είναι έμφυτη σε εμάς και απαιτεί χειρωνακτική εργασία, διότι σχετίζεται με την αισθητή ύλη, ενώ η τέχνη του αριθμείν ενυπάρχει στη φύση μας. 

Είναι επομένως κτήμα όλων των ανθρώπων και έχει μια νοητική ουσία, την οποία αυτομάτως επενδύει με μορφή. Αυτό είναι που εξαπατά την πλειοψηφία, η οποία θεωρεί ότι η επτάδα δεν είναι τίποτε άλλο εκτός από επτά μονάδες. Διότι η φαντασία του αδαούς -ο οποίος πρέπει πρώτα να δει ένα πράγμα αδιακόσμητο, εν συνεχεία την επερχόμενη ενέργεια του διακοσμητή και τελικά, πάνω από όλα, το ίδιο το πράγμα, τέλειο και μορφοποιημένο- δεν μπορεί να πεισθεί ότι αυτό διαθέτει δύο φύσεις, μια άμορφη και μια μορφική, και επιπλέον εκείνο που πέρα από αυτά προσδίδει τη μορφή αλλά ισχυρίζεται ότι το υποκείμενο είναι ένα και χωρίς γέννηση. 

Για αυτό, ίσως, οι αρχαίοι θεολόγοι και ο Πλάτωνας απέδωσαν παροδικές γεννήσεις σε πράγματα αγέννητα, ενώ στα αιωνίως κοσμούμενα και κανονικώς διευθετούμενα προσέδιδαν έλλειψη τάξης και διακόσμου· διέκριναν το εσφαλμένο και το απεριόριστο, προκειμένου να καταφέρουν να οδηγήσουν τους ανθρώπους στη γνώση μιας μορφοποιητικής και δρώσας αιτίας. Είναι, επομένως, αναμφίβολα θαυμαστό το ότι παρόλο που επτά αισθητές μονάδες δεν υφίστανται ποτέ χωρίς την επτάδα, η επιστήμη πρέπει να τις διαχωρίζει, καθώς και το ότι οι πρώτες κατέχουν θέση υποκειμένου και είναι ανάλογες με την ύλη, ενώ η επτάδα αντιστοιχεί στο είδος και τη μορφή.

Όπως όταν το νερό μετατρέπεται σε αέρα, το νερό δε γίνεται αέρας ή υποκείμενο του αέρα, αλλά εκείνο που ήταν υποκείμενο του νερού γίνεται υποκείμενο του αέρα, ομοίως όταν ένας αριθμός ενώνεται με έναν άλλο, όπως για παράδειγμα η τριάδα με τη δυάδα, τα είδη ή μορφές των αριθμών δεν αναμιγνύονται παρά μόνο στους άυλους λόγους τους, όπου παραμένοντας χωρισμένοι, ταυτόχρονα δεν εμποδίζονται να ενωθούν, ενώ οι ποσότητες των δύο αριθμών που τοποθετούνται μαζί, γίνονται το υποκείμενο της πεντάδας. 

Η τριάδα επομένως, είναι ένα, το ίδιο και η τετράδα, ακόμη και σε μαθηματικούς αριθμούς· διότι μολονότι στην εννεάδα ή τον αριθμό εννέα, μπορείς να αντιληφθείς μία πρώτη, δεύτερη και τρίτη τριάδα, εν τούτοις βλέπεις ένα πράγμα λαμβανόμενο τρεις φορές. Εν συντομία, στην εννεάδα δεν υπάρχει τίποτε άλλο εκτός από τη μορφή της εννεάδας στην ποσότητα εννέα μονάδων. Αλλά, εάν νοητικά διαχωρίσεις τα υποκείμενα της (διότι η μορφή είναι αδιαίρετη), αμέσως θα της προσδώσεις μορφές που αντιστοιχούν στη διαίρεση της· διότι η ψυχή μας δεν αντέχει να βλέπει εκείνο που είναι ά­μορφο και ακόσμητο, ιδιαίτερα καθώς έχει τη δύναμη να το κοσμεί.

Όπως δε οι χωριστοί αριθμοί κατέχουν μια δημιουργική ή παραγωγική δύναμη, την οποία ο μαθηματικοί αριθμοί μιμούνται, ομοίως ο αισθητός κόσμος περιέχει εικόνες εκείνων των αριθμών με τους οποίους κοσμείται· έτσι ώστε όλα τα πράγματα υπάρχουν σε όλα, άλλα στο καθένα με τον κατάλληλο τρόπο. Ο αισθητός κόσμος, επομένως, αποτελείται από άυλους και ενεργητικούς λόγους και από αρχαιότερες αιτίες. 

Αλλά εκείνοι που από φόβο μήπως υποχρεωθούν να διπλασιάσουν τα ίδια τα πράγματα δεν παραδέχονται ότι η φύση η ίδια είναι πλήρης παραγωγικών δυνάμεων, είναι οι ίδιοι που απορούν πώς από πράγματα που στερούνται μεγέθους και βαρύτητας, συντίθεται μέγεθος και βαρύτητα- αν και ποτέ δε συντίθενται από πράγματα τέτοιου είδους που στερούνται βαρύτητας και μεγέθους, όπως τα τμηματικά. 

Το μέγεθος παράγεται από ουσιαστικά αδιαίρετο στοιχείο, εφόσον η μορφή και η ύλη είναι τα στοιχεία των σωμάτων και ακόμη περισσότερο, παράγεται από εκείνες τις αληθινές αιτίες που συναντώνται στους δημιουργικούς λόγους και μορφές. Δεν είναι λοιπόν απαραίτητο όλες οι διαστάσεις και όλες οι κινούμενες μάζες παράγονται από αυτές; Γιατί αλλιώς, είτε τα σώματα είναι αγέννητα όπως οι άυλες φύσεις, είτε τα διαθέτοντα διαστήματα πράγματα δε θα έχουν διαστήματα και θα είναι αιτίες, είτε τα διαιρετά θα είναι αδιαίρετα, είτε τα αισθητά θα είναι τα αντίθετά τους, δηλαδή πράγματα μη αισθητά και στερημένα επαφής. 

Πρέπει λοιπόν να συναινέσουμε με εκείνους που διαβεβαιώνουν ότι τα πράγματα που κατέχουν μέγεθος παράγονται από τα αδιαίρετα. Ο Πυθαγόρειος Εύρυτος και οι οπαδοί του, θεωρώντας τους αριθμούς εικόνες των ίδιων των πραγμάτων, ορθώς απέδωσαν ορισμένους αριθμούς σε ορισμένα πράγματα σύμφωνα με την ιδιαιτερότητα τους. Ως συνέπεια αυτού είπε ότι ένας ιδιαίτερος αριθμός είναι το όριο του φυτού και ένας άλλος του ζώου· ακριβώς όπως ενός τριγώνου το όριο είναι το 6, ενός τετραγώνου το 9 και ενός κύβου το 8. 

Όπως ο μουσικός εναρμονίζει τη λύρα του μέσω μαθηματικών αριθμών, κατά τον ίδιο τρόπο η φύση μέσω των δικών της φυσικών αριθμών διευθετεί τα πλάσματά της με τάξη και τα συνταιριάζει. Ότι οι αριθμοί πράγματι μετέχουν στους ουρανούς και ότι υπάρχουν ένας ηλιακός και ένας σεληνιακός αριθμός, είναι φανερό ακόμη και σ' έναν τυφλό, όπως λέει η παροιμία. Διότι η επάνοδος των ουράνιων σωμάτων στην αρχική τους θέση (αποκαταστάσεις) δεν θα επιτυγχανόταν από τα ίδια πράγματα και κατά τον ίδιο τρόπο, παρά μόνο αν ένας και ο ίδιος αριθμός είχε κυριαρχία σε καθένα από αυτά. 

Όλα συνεισφέρουν στην κίνηση των ουράνιων σφαιρών και εμπεριέχονται στον τέλειο αριθμό τους. Υπάρχει επίσης ένας ορισμένος φυσικός αριθμός που αρμόζει σε κάθε ζώο. Διότι αυτά που ανήκουν στο ίδιο είδος δε θα είχαν τα ίδια όργανα, ούτε θα έφταναν στην εφηβεία και τα γηρατειά με τον ίδιο περίπου τρόπο, ούτε θα γεννούσαν, ούτε το έμβρυο θα ανατρεφόταν ή θα μεγάλωνε σύμφωνα με κανονικές περιόδους, εκτός και αν κατανέμονταν από το ίδιο μέτρο της φύσης. Σύμφωνα επίσης με τους καλύτερους Πυθαγόρειους και τον ίδιο τον Πλάτωνα, ο αριθμός είναι η αιτία των καλύτερων και των χειρότερων γεννήσεων. 

Αν και οι Πυθαγόρειοι αναφέρονται στα τετράγωνα και τους κύβους των φυσικών αριθμών, δε θεωρούν ότι αυτά αποτελούνται μόνο από μονάδες, όπως ο αριθμός 9 και ο αριθμός 27, αλλά υποδηλώνουν μέσω αυτών των ονομάτων, λόγω ομοιότητας, την πρόοδο των φυσικών αριθμών στις γεννήσεις και την κυριαρχία τους σε αυτές. Κατά όμοιο τρόπο, μολονότι τους ονομάζουν ίσους ή διπλάσιους, παρουσιάζουν την κυριαρχία και τη συμφωνία των ιδεών με τους αριθμούς αυτούς.
 

Συνεπώς, διαφορετικά πράγματα δε χρησιμοποιούν τον ίδιο αριθμό, εφόσον είναι διαφορετικά, ούτε επίσης τα όμοια πράγματα χρησιμοποιούν διαφορετικό αριθμό εφόσον είναι όμοια. Εν συντομία, οι φυσικοί αριθμοί είναι μορφές της ύλης κατανεμημένες σύμφωνα με το υποκείμενο που τις λαμβάνει. Αλλά οι υλικές δυνάμεις είναι οι πηγές της ένωσης και της μετατροπής σε σώματα. Διότι η μορφή και η δύναμη που προέρχεται από αυτήν αποτελούν δυο διαφορετικά πράγματα. 

Η μορφή η ίδια είναι πραγματικά αδιαίρετη και ουσιώδης· αλλά καθώς αναπτύσσεται και διογκώνεται, εκτοξεύει από μέσα της, σαν μια έκρηξη, υλικές δυνάμεις, που είναι ορισμένες ποιότητες. Για παράδειγμα, στη φωτιά η μορφή και η ουσία της είναι αδιαίρετες και είναι αληθινά η εικόνα της αιτίας της φωτιάς· διότι στις διαιρετές φύσεις το αδιαίρετο έχει μια υπόσταση. Αλλά από τη μορφή που είναι αδιαίρετη στη φωτιά και που υφίσταται σε αυτήν ως αριθμός, μια επέκτασή της συνοδευόμενη από διάστημα πραγματοποιείται γύρω από την ύλη, από την οποία οι δυνάμεις της φωτιάς εκτοξεύονται, όπως ζέστη ή ψύξη ή υγρασία, ή κάτι άλλο αυτού του είδους. 

Και αυτές οι ποιότητες είναι πραγματικά ουσιώδεις, αλλά δεν είναι με κανένα τρόπο η ουσία της φωτιάς. Γιατί οι ουσίες δεν εκπορεύονται από τις ποιότητες, ούτε ταυτίζεται η ουσία με τη δύναμη. Ωστόσο το ουσιώδες προηγείται παντού της δύναμης. Από αυτό που είναι ένα προέρχεται το πλήθος των δυνάμεων, από εκείνο που είναι ακατανέμητο το κατανεμημένο, ακριβώς όπως πολλές ενέργειες πηγάζουν από μια δύναμη.

Σχετικά με τη Μονάδα

Η μονάδα, καθώς μαθαίνουμε από τα αποσπάσματα του Νικόμαχου που διασώθηκαν από το Φώτιο, ονομαζόταν από τους Πυθαγόρειους νους, άρρεν και θήλυ, Θεός και κατά μία άποψη ύλη. Έλεγαν επίσης ότι αυτή, η οποία πράγματι συνέμιξε όλα τα πράγματα, είναι επιδεκτική και χωρητική όλων των πραγμάτων, είναι Χάος, σύγχυση, σύμμιξη, σκοτεινότητα, σκοτάδι, ένα χάσμα, ο Τάρταρος, η Στυξ και τρόμος, αμιγής, ένας υποχθόνιος βυθός, η Λήθη, μια άκαμπτη παρθένος, ο Άτλας. Την αποκαλούσαν επίσης άξονα, Ήλιο, Πυράλιο, Μορφώ, πύργο του Δία, σπερματικό λόγο και Απόλλωνα, προφήτη και αμφίλογο.

Όσον αφορά την πρώτη από τις ονομασίες, νους, είναι προφανής ο λόγος που οι Πυθαγόρειοι απεκάλεσαν τη μονάδα έτσι, μια και οι μορφές ή ιδέες αποκαλούνταν από αυτούς αριθμοί - όπως λοιπόν η μονάδα περιέχει μέσα της την αιτία των αριθμών, έτσι ο νους είναι η πηγή όλων των ιδεών. Όπως επίσης η μονάδα εμπεριέχει το πλήθος που αυτή παράγει και με το οποίο συμφωνεί, κατά τον ίδιο τρόπο ο νους εμπεριέχει όλες τις μορφές που προέρχονται από αυτόν και με τις οποίες είναι ισότιμος. 

Φαίνεται επίσης ότι αποκάλεσαν τη μονάδα άρρεν και θήλυ, επειδή περιέχει εντός της αιτιωδώς τον περιττό και τον άρτιο, από τους οποίους ο πρώτος αντιστοιχεί στο αρσενικό και ο δεύτερος στο θηλυκό· ή σύμφωνα με τον ανώνυμο συγγραφέα του έργου Θεολογούμενα της Αριθμητικής, ονομαζόταν έτσι διότι είναι το σπέρμα όλων των πραγμάτων. Ο Θέων ο Σμυρναίος μας πληροφορεί ότι ο Αριστοτέλης, στην πραγματεία του περί των Πυθαγορείων, έλεγε ότι «το ένα συμμετέχει και στις δύο αυτές φύσεις. 

Γιατί προστιθέμενο στον περιττό παράγει τον άρτιο αριθμό και προστιθέμενο στον άρτιο παράγει τον περιττό αριθμό, κάτι που δε θα μπορούσε να κάνει εάν δε συμμετείχε και στις δυο φύσεις». Προσθέτει επίσης ότι ο Αρχύτας συμφωνούσε με αυτό. Εφόσον ο Θεός είναι η αιτία ύπαρξης κάθε πλήθους, ο λόγος για τον οποίο ονόμαζαν τη μονάδα Θεό είναι προφανής. Επίσης σωστά την ονόμασαν «κατά μία άποψη ύλη» και όχι εντελώς ύλη λόγω της ομοιότητας της προς τη θεότητα. Διότι ο Θεός είναι το πρώτο και η ύλη το τελευταίο από τα πράγματα και καθένα υφίσταται μέσω της άρνησης όλων των πραγμάτων. 

Για αυτό λέγεται ότι η ύλη είναι ανομοίως όμοια προς τη θεότητα. Είναι όμοια, εφόσον υπάρχει μέσω της άρνησης όλων των πραγμάτων. Αλλά είναι ανομοίως όμοια, επειδή η θεότητα είναι καλύτερη και πέρα από όλα τα πράγματα, ενώ η ύλη είναι χειρότερη και κάτω από όλα τα πράγματα. Ομοίως ισχυρίζονταν ότι η μονάδα πράγματι συνέμιξε όλα τα πράγματα και ήταν επιδεκτική αυτών, εξαιτίας της αναλογίας της προς τη θεότητα- διότι όλα τα πράγματα συμμιγνύονται από την ανέκφραστη φύση της θεότητας και περιλαμβάνονται σε αυτή. 

Αλλά την ονόμασαν χάος λόγω της ομοιότητας της με το άπειρο, γιατί το χάος, σύμφωνα με τον Πυθαγόρα είναι ανάλογο προς το άπειρο, με τον ίδιο τρόπο που ο αιθέρας αντιστοιχεί στο όριο. Το όριο και το άπειρο είναι οι δυο μεγάλες αρχές των όντων αμέσως μετά το άρρητο. Για τον ίδιο λόγο την ονόμασαν και χάσμα. Αλλά την αποκαλούσαν σύγχυση, σύμμιξη, σκοτεινότητα και σκοτάδι, επειδή στην ανέκφραστη αρχή, της οποίας είναι εικόνα, όλα τα πράγματα είναι κατά βάθος ένα χωρίς διαχωρισμό ή διάκριση, επειδή αυτή είναι πάντα προ των πάντων, και ως συνέπεια της ενέλιξής της σε ακατανότητα βάθη, καλύπτεται από άγνωστη σκοτεινότητα και σκοτάδι. 

Σύμφωνα με όσα παραθέτει ο Δαμάσκιος στη θαυμαστή χειρόγραφη πραγματεία του Απορίαι και Λύσεις Περί των Πρώτων Αρχών, οι Αιγύπτιοι δεν ισχυρίζονταν τίποτε για την πρώτη αρχή των πραγμάτων, αλλά την εξυμνούσαν σαν ένα τρισάγνωστο σκοτάδι που υπερβαίνει κάθε νοητική αντίληψη. (Ανυμνήκασιν πρώτην αρχήν σκότος υπέρ πάσαν νόησιν, σκότος άγνωστον, τρίς τούτο επιφημίζοντες.) Καθώς επίσης ο Τάρταρος υπάρχει στην άκρη του σύμπαντος σε μια καθοδική σειρά, η μονάδα είναι ανομοίως όμοια προς το άρρητο, το οποίο είναι το άκρο των πραγμάτων σε μια ανοδική σειρά. Την αποκάλεσαν δε Στύγα, λόγω της αμετάβλητης φύσης της. 

Διότι η Στυξ, κατά την πρώτη της υπόσταση, είναι η αιτία με την οποία οι θεϊκές φύσεις συγκρατούν μιαν αμετάβλητη ταυτότητα ουσίας- αυτό είναι το απόκρυφο νόημα του μυθικού ισχυρισμού ότι οι Θεοί ορκίζονται στη Στύγα, δηλαδή συνεχίζουν μέσω αυτής αμετάβλητα το ίδιο. Η ονομασία τρόμος φαίνεται ότι προήλθε από την αντίληψη ότι το άρρητο είναι τελείως άγνωστο και ασύνδετο με τη φύση μας, οπότε η αντίληψη οποιουδήποτε αισθητού πράγματος αυτού του είδους συνοδεύεται από τρόμο. Αμιγή, όμως, την ονόμασαν εξαιτίας της απλότητας της φύσης του άρρητου, ενώ υποχθόνιο βυθό λόγω του απροσμέτρητου βάθους της, που είναι πέρα από κάθε γνώση. 

Επειδή η γνώση, ως προς το άρρητο -καθώς ο Δαμάσκιος υπέροχα παρατηρεί- επανακάμπτει στην άγνοια, η μονάδα, η οποία είναι εικόνα αυτής, πολύ εύστοχα ονομάζεται Λήθη. Λόγω της αγνότητας της φύσης της η μονάδα αποκαλείται άκαμπτη παρθένος. Τέλος, το άρρητο υποστηρίζει, συνδέει και διαχωρίζει όλα τα πράγματα· μυθολογική απεικόνιση αυτού είναι οι στήλες του Άτλαντα, για αυτό η μονάδα ονομάστηκε Άτλας. Εκτός από αυτές τις ονομασίες οι Πυθαγόρειοι αποκαλούσαν τη μονάδα Απόλλωνα, καθώς πληροφορούμαστε από τον Πλούταρχο και τον Πλωτίνο επειδή στερείται πλήθους. 

Την ονόμασαν επίσης Προμηθέα, σύμφωνα με τον ανώνυμο συγγραφέα του Θεολογούμενα της Αριθμητικής, επειδή αυτή με κανένα τρόπο δε μετακινείται προς το προηγούμενο μέρος (από του πρόσω μηδενί τρόπω θείν)· γιατί δεν υπάρχει τίποτε πέρα από το άρρητο. Ο ίδιος συγγραφέας μας πληροφορεί ότι την έχουν ονομάσει «ουσία, αιτία της αλήθειας, απλό παράδειγμα, τάξη της συμφωνίας· ανάμεσα στο μεγαλύτερο και το μικρότερο το ίσο· ανάμεσα στη ένταση και την ύφεση το μέσο· στο πλήθος το μέτριο· στο χρόνο το παρόν, το τώρα. 

Και εκτός αυτών πλοίο, άρμα, φίλο, ζωή και ευτυχία». Διότι, όπως το «ένα» είναι όλα τα πράγματα πριν από όλα, αποτελεί πρωτίστως το πλέον εξαίρετο των πραγμάτων, αλλά κατ' αναλογία προς το ένα, χωρίς δηλαδή να αποχωρεί από την άρρητη απλότητα της φύσης της. Επίσης, την ονόμασαν μορφή, επειδή, όπως ο Σιμπλίκιος παρατηρεί (Υπόμνημα εις την Αριστοτέλους Φυσικήν Ακρόασιν), η μορφή περιγράφει και ορίζει κάθε πράγμα με το οποίο συνενώνεται. 

Την ονόμασαν και Πρωτέα, καθώς μας πληροφορεί ο προαναφερόμενος ανώνυμος συγγραφέας, επειδή εμπεριέχει τις ιδιομορφίες όλων. των πραγμάτων (ουκ άπιθάνως δέ και Πρωτέα προσηγόρευον αυτήν, τον έν Αίγύπτω πάμμορφον ήρωα, τα πάντων ιδιώματα περιέχουσαν). Επίσης, την ονόμασαν Δία, επειδή όπως είναι το ένα ή η άρρητη αρχή των πραγμάτων προς όλους τους άλλους από τους Θεούς, έτσι είναι ο Δίας προς όλες τις μεταγενέστερες του θείες τάξεις, όπως θαυμάσια παρατηρεί ο Πρόκλος στο Περί της κατά Πλάτωνα Θεολογίας.
 

Επίσης, την αποκάλεσαν Μνημοσύνη, με το όνομα της μητέρας των Μουσών, επειδή, καθώς οι Μούσες γεννούν όλη την ποικιλία των λόγων από τους οποίους ο κόσμος είναι υπερπλήρης και είναι οι αιτίες της τελειοποίησης του σύμπαντος, η Μνημοσύνη θα είναι ανάλογη προς το ένα, που είναι η πηγή κάθε πλήθους. Μπορεί επίσης να ειπωθεί ότι καθώς η Μνημοσύνη είναι μνήμη και η μνήμη είναι σταθερότητα γνώσης, η μονάδα ονομάστηκε έτσι, επειδή είναι η εικόνα του ενός που είναι η σταθερή ρίζα κάθε γνώσης και όλων των πραγμάτων. 

Την αποκάλεσαν Εστία, ή πυρ στο κέντρο της γης, επειδή, όπως ο Σιμπλίκιος παρατηρεί, κατέχει δημιουργική δύναμη, τροφοδοτεί ολόκληρη τη γη από το κέντρο και διεγείρει οτιδήποτε είναι μέσα της σε ψυχρή φύση, έτσι ώστε ως παραγωγικό κέντρο, είναι ανάλογο προς το ένα. Σχετικά με αυτή την ονομασία, υπάρχει το ακόλουθο αξιόλογο απόσπασμα του προαναφερόμενου ανώνυμου συγγραφέα: Επιπλέον αυτοί λένε ότι κάποιος πύρινος κύβος της φύσης της μονάδας βρίσκεται περίπου στο μέσο των τεσσάρων στοιχείων, του οποίου τη μέση θέση ο Όμηρος γνώριζε, όταν λέει: 

Τόσο κάτω από το αόρατο βασίλειο ρίχθηκε, όσο η γη απέχει από τον αιθέριο κόσμο. Ο Εμπεδοκλής, ο Παρμενίδης και σχεδόν οι περισσότεροι από τους αρχαίους σοφούς φαίνεται ότι συμφωνούν σε αυτά με τους Πυθαγόρειους· διότι λένε ότι η φύση της μονάδας, κατά τον τρόπο της Εστίας, είναι εγκατεστημένη στο μέσο και για αυτό διατηρεί αυτή τη θέση σε ισορροπία.

(Προς τούτοις φασί περί το μέσον των τεσσάρων στοιχείων κείσθαι τινά εναδικόν διάπυρον κύβον, ου την μεσότητα της θέας ειδέναι και Όμηρον λέγοντα τόσον ένερθ' άϊδος, όσον ουρανός έστ' από γαίης. εοίκασι δε κατά γε ταύτα κατηκολουθηκέναι τοις Πυθαγορείοις, οι τε περί Έμπεδοκλέα και Παρμενίδην, και σχεδόν οι πλείστοι των πάλαι σοφών, φάμενοι, τήν μοναδικήν φύσιν, Εστίας τρόπον, εν μέσω ιδρύσθαι και διά τούτο ισόρροπον φυλάσσειν την αυτήν έδραν).

Τέλος, αποκάλεσαν τη μονάδα πολυώνυμο -καθώς πληροφορούμαστε από τον Ησύχιο- και τούτο με τη μεγαλύτερη ορθότητα, επειδή το άρρητο ένα, του οποίου η μονάδα είναι εικόνα, είναι τα πάντα προ των πάντων.

Σχετικά με τη Δυάδα

Οι Πυθαγόρειοι αποκαλούσαν τη δυάδα, όπως μαθαίνουμε από το Νικόμαχο, «τόλμη, ύλη, αιτία της ανομοιότητας, το διάστημα ανάμεσα στο πλήθος και τη μονάδα. Αυτή μόνο παράγει ισότητα από τη σύνθεση και την ανάμιξη και εξαιτίας αυτού είναι επίσης ίση. Αλλά ομοίως είναι άνιση, ελλιπής και αφθονία, και μόνον αυτή είναι άμορφη, αόριστη, και άπειρη. Επίσης, τούτη μόνη είναι η αρχή και η αιτία του άρτιου, αλλά όμως δεν είναι αρτιάκις άρτια, ούτε περισσάρτια, ούτε αρτιοπέρισση. Αλλά πολλά από αυτά τα πράγματα βρίσκονται κοντά στη φυσική ιδιομορφία της δυάδας. 

Είναι ομοίως η πηγή κάθε συμφωνίας και μεταξύ των Μουσών είναι η Ερατώ. Είναι επίσης αρμονία, υπομονή και ρίζα, όχι όμως κατά κάποια άποψη εν ενεργεία. Είναι επίσης δύναμη, οι πρόποδες της Ίδης με άφθονες πηγές, μια κορυφή και ο Φάνης. Είναι επίσης Δικαιοσύνη και Ίσις, Φύση και Ρέα, η μητέρα του Δία και πηγή της διανομής. Επιπλέον την αποκαλούσαν Φρυγία, Λυδία, Δινδυμήνη, Δήμητρα και Ελευσίνια, Άρτεμη και Έρωτα, Δίκτυννα, Αερία, Αστερία, Δίσαμο και Εστώ. Επίσης Αφροδίτη, Διώνη, Μυχία, Κυθέρεια, άγνοια, αγένεια, ψεύδος, διαφορά, αδιακρισία, διαμάχη, έριδα, Μοίρα και Θάνατο».

Πριν, εν τούτοις, αναπτύξουμε αυτές τις ονομασίες, είναι απαραίτητο να παρατηρήσουμε σχετικά με τη δυάδα ότι οι Πυθαγόρειοι, προτού αποδείξουν ότι το πλήθος υφίσταται στα νοητά, αναγκαστικά εξέτασαν την αιτία του πλήθους που υπάρχει εκεί. Βρήκαν λοιπόν ότι μεταξύ των γενών των όντων είναι η διαφορά, η οποία υφίσταται σύμφωνα με το μη ον αλλά ότι ανάμεσα στις αιτίες κατ' εξοχήν πρώτη είναι η αόριστη δυάδα. Ο Πυθαγόρας στον Ιερό Λόγο, λέει ο Συριανός, την αποκαλεί χάος και τη συνδέει με το νου, ονομασία που ο ίδιος αποδίδει στη μονάδα, την πρώτη από τις δυο μεγάλες αρχές 6 μετά από το άρρητο ένα..

Η δυάδα είναι πράγματι παντού η αιτία του πλήθους, εφόσον παράγει πράγματα από το ένα με τις κατάλληλες διαφορές τους. Αλλά εφόσον είναι μια αρχή, υπάρχει επίσης στις διάφορες τάξεις των όντων μια κατάλληλη μονάδα- και βρίσκεται δυάδα σύμφυτη προς αυτή, η οποία γεννά έναν αριθμό κατάλληλο για αυτή. Κάθε αριθμός υφίσταται από τούτες τις δύο αρχές, τη μονάδα και τη δυάδα- αλλά ο περιττός αριθμός χαρακτηρίζεται περισσότερο από την ιδιότητα της μονάδας, ενώ ο άρτιος από την ιδιότητα της δυάδας. 

Στις γωνίες επίσης, η ορθή γωνία υφίσταται περισσότερο σύμφωνα προς τη μονάδα, ενώ η οξεία και η αμβλεία σύμφωνα προς την αόριστη δυάδα, στην οποία η υπεραφθονία και η έλλειψη είναι καταφανείς. Από τα σχήματα, ομοίως, εκείνα που χαρακτηρίζονται από ισότητα, ταυτότητα και ομοιότητα έχουν μεγαλύτερη σχέση με τη μονάδα- αλλά εκείνα στα οποία επικρατούν η ανισότητα, η διαφορά και η ανομοιότητα συνδέονται περισσότερο με τη δυάδα. Εν συντομία, κάθε σχήμα υφίσταται από αυτές τις δύο αρχές, διότι η σφαίρα, ο κύκλος, το ισόπλευρο τρίγωνο, το τετράγωνο και ο κύβος, μετέχουν της δυάδας εξαιτίας της ποσότητας τους και της κατοχής διαστημάτων. 

Και πάλι, ο ξύλινος κορμός, οι βωμοί, τα σκαληνά τρίγωνα και τα ορθογώνια συμφωνούν με τη μονάδα, από την οποία λαμβάνουν το σχήμα τους. Οι Πυθαγόρειοι, λέει ο Συριανός, εξέταζαν τα γεγονότα και είδαν ότι οι ίδιες αρχές είχαν ανάλογη υπόσταση σε αυτά· και ότι αυτά είχαν την κατάλληλη μονάδα και δυάδα, την πρώτη ως αιτία της ταυτότητας τους, τη δεύτερη ως αιτία της διαφοράς και του πλήθους. Στους φυσικούς επίσης λόγους, ή παραγωγικές σπερματικές αρχές, τοποθέτησαν αποτελεσματικές αιτίες. 

Υπάρχει, επομένως, στη φύση μία παραγωγική αρχή που γεννά όλα τα χρώματα και άλλη μία που πραγματικά τελειοποιείται από αυτήν, παράγουν όμως μαζί το πλήθος και την ποικιλία των χρωμάτων αυτές είναι η μονάδα και η δυάδα των χρωμάτων. Σε άλλα επίσης γεγονότα, τα οποία τελειοποιούνται μέσω των φυσικών λόγων, θα βρεθούν μια μονάδα και μια δυάδα ανάλογες προς αυτά. Μετά από αυτές τις εξηγήσεις, ας στρέψουμε την προσοχή μας στις ονομασίες της δυάδας. Σχετικά με την ονομασία τόλμη πληροφορούμαστε από τον ανώνυμο συγγραφέα ότι η δυάδα ονομάστηκε έτσι «επειδή αυτή πρώτη αποχωρίστηκε τη μονάδα». 

Διότι όπως η κάθοδος της ψυχής στο σώμα και η εγκατάλειψη από μέρους της μιας νοητικής και θείας ζωής για μια παράλογη και θνητή κατάσταση ύπαρξης, μπορεί να ονομαστεί τόλμη, καθώς είναι κατά κάποια άποψη απρεπής τόλμη, έτσι και όσον αφορά την υπερβατική εξοχότητα της μονάδας· μια αποχώρηση από αυτήν, όπως από τον πατρικό βυθό και το άδυτον της θεόθρεπτης σιγής -όπως αποκαλείται στους Χαλδαϊκούς χρησμούς- μπορεί να ονομασθεί μεταφορικά αυθάδες εγχείρημα. 

Αλλά η δυάδα ονομάστηκε ύλη, επειδή είναι απροσδιόριστη και αιτία όγκου και διαίρεσης, καθώς ο Σιμπλίκιος παρατηρεί στο Υπόμνημα εις την Αριστοτέλους Φυσικήν Ακρόασιν. Και είναι η αιτία της ανομοιότητας, καθώς ως προς την πρώτη υπόστασή της είναι το άπειρον, από το οποίο εξαρτάται η ανομοιότητα κατά τον ίδιο τρόπο που η ομοιότητα εξαρτάται από το όριο. Και είναι το διάστημα ανάμεσα στο πλήθος και τη μονάδα, επειδή δεν είναι ακόμη τέλειο πλήθος, αλλά είναι σαν να το γεννά και σχεδόν να το αποκαλύπτει στο φως. 

Μια εικόνα αυτού βλέπουμε στη δυάδα της αριθμητικής. Διότι, καθώς ο Πρόκλος παρατηρεί θαυμάσια στα Σχόλια του στον 20ο και σε άλλους ορισμούς του πρώτου βιβλίου των Στοιχείων του Ευκλείδη: «Η δυάδα είναι το μέσο ανάμεσα στη μονάδα και τον αριθμό. Διότι η μονάδα παράγει περισσότερα με την πρόσθεση παρά με τον πολλαπλασιασμό· ενώ αντίθετα ο αριθμός αυξάνεται περισσότερο με τον πολλαπλασιασμό παρά με την πρόσθεση· και η δυάδα, είτε πολλαπλασιαζόμενη με τον εαυτό της, είτε προστιθέμενη με αυτόν, παράγει ίση ποσότητα».
 

Αποκαλούσαν επίσης τη δυάδα ίση, επειδή, λέει ο ανώνυμος συγγραφέας, «δύο συν δύο ισούται με δύο επί δύο»: δηλαδή η πρόσθεση του δύο στον εαυτό του ισούται με τον πολλαπλασιασμό του με τον εαυτό του. Αλλά είναι άνιση, ελλιπής και αφθονία όπως παρατηρεί ο ίδιος συγγραφέας, σύμφωνα προς τη σύλληψη της ύλης. Προσθέτει δε ότι οι Πυθαγόρειοι ονομάζουν την αόριστη δυάδα ύλη, επειδή, όπως της ταιριάζει, στερείται μορφής, σχήματος και συγκεκριμένου ορισμού και περιορίζεται από το λόγο και την τέχνη. 

Ομοίως, είναι μόνη άμορφη, επειδή, όπως παρατηρεί ο ανώνυμος συγγραφέας: «Από το τρίγωνο και την τριάδα πολυγωνικά σχήματα προβάλλουν εν ενεργεία επ' άπειρον από τη μονάδα όλα τα σχήματα υπάρχουν αμέσως εν δυνάμει· αλλά από δύο πράγματα, είτε είναι ορθές γωνίες ή ευθείες γραμμές, ποτέ δεν μπορεί να συντεθεί ένα ευθύγραμμο σχήμα». Αλλά η δυάδα ονομάστηκε απεριόριστη και αόριστη, επειδή στην πρώτη υπόστασή της είναι άπειρο, επομένως δεν έχει αρμόζον πέρας. 

Και καθώς αποδείξαμε ότι ονομαζόταν ίση, δεν είναι άξιον απορίας ότι ονομάστηκε «η αιτία του άρτιου» και επομένως ως αιτία τούτου λεγόταν ότι δεν είναι ούτε αρτιάκις άρτια, ούτε περισσάρτια, ούτε αρτιοπέρισση. Επιπροσθέτως, την αποκαλούσαν πηγή κάθε συμφωνίας, επειδή η δια πασών συμφωνία, που είναι η αρμονικότερη, σχηματίζεται από λόγο δύο προς ένα. Ονομάστηκε δε Ερατώ, «επειδή», λέει ο ανώνυμος συγγραφέας, «προσελκύει μέσω του έρωτα την προχώρηση της μονάδας ως μορφής, παράγοντας έτσι τα υπόλοιπα αποτελέσματα» (την γάρ της μονάδος, ώς είδους πρόσοδον δι' έρωτα επισπωμένη, τα λοιπά αποτελέσματα γεννά). 

Ως πηγή κάθε συμφωνίας είναι φανερό γιατί ονομάστηκε αρμονία. Αλλά ονομάστηκε υπομονή, επειδή, λέει ο ανώνυμος συγγραφέας, είναι το πρώτο πλήθος που αντέχει ή υποφέρει τον αποχωρισμό, δηλαδή διαχωρισμό από το άδυτο της μονάδας. Είναι επίσης ρίζα, αν και όχι κατά κάποια άποψη εν ενεργεία, επειδή είναι η μητέρα του αριθμού που γεννά, αλλά δεν είναι και αριθμός σε τέλεια ενέργεια. Ομοίως ονομάστηκε δύναμη, επειδή το πρώτο άπειρο είναι η πρώτη δύναμη. Και είναι οι πρόποδες της Ίδης που έχουν άφθονες πηγές, επειδή αυτή είναι η ρίζα του βασιλείου των ιδεών, ή μια νοητική ουσία. 

Διότι οι πρόποδες ενός όρους είναι το ίδιο με τα ριζά αυτού· και το όρος Ίδη, όπως ο Πρόκλος παρατηρεί στην Απολογία για τον Όμηρο, σημαίνει το βασίλειο των ιδεών. Επίσης ονομάστηκε Φάνης, ή νοητό, επειδή είναι η απόκρυφη δύναμη αυτού. Γενικά, μπορεί να ειπωθεί ότι είναι Δικαιοσύνη, Ίσις, Φύση, Ρέα, κ.λπ., επειδή, καθώς είναι θηλυκής φύσης, είναι η πηγή όλων των θεοτήτων που έχουν θηλυκά χαρακτηριστικά.

Ομοίως, φαίνεται ότι ονομάστηκε Έρως για τον ίδιο λόγο για τον οποίο ονομάστηκε Ερατώ, επειδή δηλαδή επιθυμεί την προσχώρηση της μονάδας. Αλλά είναι άγνοια λόγω της υπόστασης της ως απείρου, για το οποίο υπάρχει πλήρης άγνοια. Τέλος είναι αγένεια, ψεύδος, διαφορά, κ.λπ., καθώς είναι ο ηγέτης της χειρότερης συνεργασίας των πραγμάτων.

Σχετικά με την Τριάδα

Ο Νικόμαχος, στα διασωθέντα από το Φώτιο αποσπάσμα­τα του, παρατηρεί σχετικά με τη τριάδα συμφωνώντας με τους Πυθαγόρειους τα ακόλουθα: Η τριάδα είναι ο πρώτος περιττός αριθμός εν ενεργεία, είναι ο πρώτος τέλειος αριθμός, είναι μέσο και αναλογία. Προκαλεί τη δύναμη της μονάδας να προχωρήσει σε ενέργεια και επέκταση. Αλλά είναι επίσης ο πρώτος των αριθμών και κυρίως σύστημα μονάδων. Ως εκ τούτου, οι Πυθαγόρειοι συσχετίζουν αυτόν τον αριθμό με τη φυσιολογία. Διότι η τριάδα είναι η αιτία εκείνου που έχει τριπλές διαστάσεις, δίνει όριο στο άπειρο των αριθμών, είναι όμοια και η ίδια, ομόλογη και ορισμένη. 

Η τριάδα επίσης είναι νους και είναι η αιτία καλής συμβουλής, νόηση και γνώση. Είναι επίσης η κυριότερη των αριθμών, η διδάσκουσα και η σύνθεση κάθε μουσικής. Ομοίως είναι ιδιαιτέρως η διδάσκουσα τη γεωμετρία, είναι αυθεντία σε οτιδήποτε αφορά την αστρονομία, τη φύση και τη γνώση των ουράνιων σωμάτων, τα συνδέει και τα οδηγεί σε δράση. Επίσης, κάθε αρετή εξαρτάται από αυτόν τον αριθμό και προβάλλει από αυτόν. Στη συνέχεια, σχετικά με τις μυθολογικές ονομασίες της, είναι ο Κρόνος και η Λητώ και το κέρας της Αμάλθειας.

Είναι και ο Οφίων, η Θέτις και η Αρμονία, η Εκάτη, η Έρανα, και Χαρίτια και ανάμεσα στις Μούσες η Πολυμνία. Είναι επίσης Πλούτων και Λοξία, η άρκτος και η Ελίκη και ο αστερισμός που ποτέ δε δύει στο βυθό. Είναι Δαματράμη και Διοσκορία, Μήτις και Τρίδυμος, Τρίτων και το τέλειο της θάλασσας, Τριτογένεια και Αχελώος, Ναίτις και Αγυιόπεζα, Κουρήτις και Κραταιής, Συμένια και γάμος, Γοργονία και Φορκία, Τρίσαμος και Λύδιος.

Αυτά αναφέρει ο Νικόμαχος. Ότι η τριάδα λοιπόν είναι ο πρώτος εν ενεργεία περιττός αριθμός, θα γίνει φανερό από την παρατήρηση ότι είναι πράγματι ο πρώτος αριθμός· γιατί ο αριθμός αυξάνεται περισσότερο με τον πολλαπλασιασμό παρά με την πρόσθεση, όπως προηγουμένως παρατηρήσαμε από τον Πρόκλο, και αυτό συμβαίνει με την τριάδα, αλλά δε συμβαίνει με τη δυάδα και τη μονάδα. Ότι είναι ο πρώτος τέλειος αριθμός, γίνεται φανερό από το ότι, όπως ο Αριστοτέλης παρατηρεί, τρία πράγματα συγκροτούν ένα όλον και το όλον είναι τέλειο, καθώς έχει αρχή, μέσο και τέλος. 

Αλλά η τριάδα είναι μέσο και αναλογία, επειδή κάθε αναλογία αποτελείται από τρεις όρους τουλάχιστον και οι αναλογίες καλούνταν από τους αρχαίους μέσα. Προκαλεί επίσης τη δύναμη της μονάδας να προχωρήσει σε ενέργεια και επέκταση, επειδή η μονάδα θεωρούμενη ως μη προχωρούσα είναι η ύπαρξη ή η κορυφή της ουσίας, και είναι γόνιμη εν δυνάμει· και κατά τρίτον αποκαλύπτει μέσω της ενέργειας το πλήθος στο φως. Ότι η τριάδα είναι η πρώτη των αριθμών το έχουμε ήδη αποδείξει. Λεγόταν δε και σύστημα μονάδων, επειδή κάθε σύστημα έχει πρώτο, μέσο και τελευταίο. Παρέχει δε πέρας στο άπειρο του αριθμού, επειδή είναι καθόλα τέλεια. 

Έτσι, από την καθόλα τέλεια φύση της είναι όμοια και ίδια, ομόλογη και ορισμένη. Ως ενέργεια επίσης, είναι νους· διότι ο νους είναι η πρώτη ενέργεια. Είναι η αιτία καλής συμβουλής, νόηση και γνώση, «επειδή», όπως παρατηρεί ο ανώνυμος συγγραφέας, «οι άνθρωποι ορθώς χρησιμοποιούν τις παρούσες καταστάσεις, προβλέπουν αυτές που είναι μελλοντικές και αποκτούν πείρα από τις παρελθούσες». Είναι επίσης η κυριότερη, επειδή είναι η πρώτη των αριθμών. Και είναι η διδάσκουσα και η σύνθεση κάθε μουσικής, επειδή η αρμονία περιέχει τρεις συμφωνίες, τη δια πασών, τη δια πέντε και τη δια τεσσάρων. 

Μπορεί ομοίως να ειπωθεί ότι είναι ιδιαιτέρως η διδάσκουσα τη γεωμετρία, επειδή το τρίγωνο είναι η αρχή όλων των σχημάτων. Σχετικά δε με την αυθεντία της τριάδας σε οτιδήποτε αφορά την αστρονομία, τη φύση και γνώση των ουράνιων σωμάτων και ότι αυτή τα συνδέει και τα οδηγεί σε δράση, αυτό θα γίνει φανερό με την παρατήρηση ότι υπάρχουν τρεις τετράδες ουράνιων ζωδίων, δηλαδή η απλανής, η πλανώμενη και η κοινή. Επίσης, σε κάθε σημείο του ζωδιακού κύκλου υπάρχουν τρεις όψεις και τρεις δεκανοί και οι τρεις κυβερνήτες κάθε τριπλότητας. 

Και ανάμεσα στους πλανήτες υπάρχουν τρεις μοίρες. Σύμφωνα με τους Χαλδαίους επίσης, υπάρχουν τρεις αιθερικοί κόσμοι προηγούμενοι της σφαίρας των απλανών. Και πληροφορούμαστε από τον ανώνυμο συγγραφέα ότι «κάθε μεταβίβαση θείων και θνητών φύσεων επιτελείται με την εκπομπή, την υποδοχή και την ανταπόδοση- οι αιθέριες φύσεις κατά κάποιον τρόπο παράγουν η περιοχή που περιβάλλει τη γη είναι κατά κάποιο τρόπο ο υποδοχέας και η ανταπόδοση συμβαίνει μέσω πραγμάτων που έχουν ενδιάμεση υπόσταση». 

(Ότι και ή σύμπασα διεξαγωγή θείων τε και θνητών εκ τε προέσεως, και υποδοχής, και τρίτον ανταποδόσεως κρατύνεται, σπερμαινόντων μέν τρόπον τινά των αιθέριων, υποδεχομένων δε ωσανεί των περιγείων, ανταποδόσεις δε διά των ανά μέσων τελουμένων»). Όσον αφορά τις μυθολογικές ονομασίες αυτού του αριθμού, εφόσον κανένα διασωζόμενο συγγραφικό έργο δεν έχει αποκαλύψει τη μυστική σημασία τους, θα παρατηρήσω μονάχα ότι οι διάφορες θεότητες που με τα ονόματα τους δοξάζεται η τριάδα, αναμφίβολα σχετίστηκαν με αυτήν εφόσον καθεμία από αυτές είναι τέλειας φύσης.

Σχετικά με την Τετράδα

Η τετράδα, όπως μαθαίνουμε από το Νικόμαχο, ονομαζόταν από τους Πυθαγόρειους «το μέγιστο θαύμα, Θεός κατ' άλλον τρόπο (από την τριάδα), πολύμορφη, ή μάλλον κάθε θεότητα. Είναι επίσης η πηγή των φυσικών αποτελεσμάτων και ο κλειδούχος της φύσης. Είναι η εισάγουσα και η αιτία της σύστασης και μονιμότητας των μαθηματικών επιστημών. Είναι ομοίως η φύση του Αίολου, είναι Ηρακλής και ανύψωση, η πιο ρωμαλέα, αρσενική και αρρενωπή. Είναι ο Ερμής και ο Ήφαιστος, Βάκχος και Σωρίτις, Μαιαδεύς ή Μαιάδης.
 

Διότι η τετράδα είναι ο γιος της Μαίας, δηλαδή της δυάδας. Είναι επίσης Εριούνιος, Σώκος, και Διόσκουρος, Βασσαρέων και Διμήτωρ, έχοντας για μητέρα της τη δυάδα. Είναι επίσης θηλυκής μορφής, είναι αιτιατή της αρρενωπότητας και διεγείρει βακχική μανία. Ομοίως είναι Αρμονίτα ή Αρμονία, και ανάμεσα στις Μούσες, η Ουρανία».

Όσον αφορά την πρώτη από αυτές τις ονομασίες, «το μέγιστο θαύμα», είναι αναγκαίο να παρατηρήσουμε ότι η τετράδα στην πρώτη της υπόσταση είναι το άκρο της νοητής τριάδας, που ονομαζόταν από τον Ορφέα Φάνης και Πρωτογενής και από τον Πλάτωνα αυτόζωον (αφ' έαυτού υπάρχον). Σε αυτήν περιέχονται οι πρώτες ιδέες όλων των πραγμάτων. Και, όπως πληροφορούμαστε από τον Πρόκλο, είναι η πρώτη ρητή θεότητα, όλα πέραν αυτής είναι τελείως άρρητα. 

Έτσι, όλες οι νοητές τάξεις των Θεών, λέγεται από τον Ορφέα, έχουν μείνει έκθαμβες βλέποντας αυτή τη θεότητα να αποκαλύπτει τον εαυτό της στο φως μέσα από μυστική και άφατη σιωπή. Θαύμαζον καθορώντες εν αιθέρι φέγγος άελπτον, τω μεν απέστιλβε χρόος αθανάτοιο φάνητος. Έτσι σαν μια εκθαμβωτική, θαυμαστή και απροσδόκητη θεότητα, η τετράδα μπορεί να ειπωθεί μυθολογικά ότι είναι το μέγιστο θαύμα. Είναι δε Θεός κατ' άλλον τρόπο από την τριάδα, επειδή στην τριάδα γίνεται ορατό το πρώτο τέλειο, αλλά στην τετράδα όλες οι εγκόσμιες φύσεις συμπεριλαμβάνονται σύμφωνα με την αιτιότητα της αρχής. 

Ομοίως, επειδή η φύση της περιλαμβάνει τα πάντα, είναι πολύμορφη, ή μάλλον, κάθε θεότητα. Όπως επίσης, επειδή αυτή αιτιατός περιέχει όλες τις εγκόσμιες φύσεις, μπορεί πολύ ορθώς να ονομαστεί η πηγή των φυσικών αποτελεσμάτων. Επιπλέον, επειδή αυτή ανοίγει και κλείνει τις εσοχές της γέννησης, ονομάζεται, όπως παρατηρεί ο ανώνυμος συγγραφέας, ο κλειδούχος της φύσης, καθώς επίσης είναι η μητέρα των Θεών, που αναπαρίσταται με ένα κλειδί. 

Αλλά είναι η εισάγουσα και η αιτία της σύστασης και μονιμότητας των μαθηματικών επιστημών, επειδή αυτές είναι τέσσερις στον αριθμό, αριθμητική, γεωμετρία, μουσική και αστρονομία και επειδή οι πρώτοι αριθμοί και οι πρώτες μορφές υφίστανται στη νοητή τετράδα. Ομοίως λέγεται ότι είναι η φύση του Αίολου εξαιτίας της ποικιλίας των ιδιομορφιών της, σύμφωνα με τον ανώνυμο συγγραφέα, και επειδή χωρίς αυτήν θα ήταν αδύνατον να υφίσταται η εύτακτος και συμπαντική κατανομή των πραγμάτων. Σχετικά με τις άλλες ονομασίες της τετράδας, αφενός επειδή ο Μεούρσιους στο έργο του Πυθαγορικός. 

Δεκαδικός δεν έδωσε παρά λίγα αποσπάσματα από τον ανώνυμο συγγραφέα, μολονότι η πραγματεία του ομολογουμένως περιέχει εξήγηση αυτών των ονομάτων, αφετέρου επειδή δεν μπορώ να βρω ικανοποιητική ανάπτυξη αυτών σε κανένα αρχαίο συγγραφέα, εξαιρουμένης της ονομασίας Αρμονία, δε θα επιχειρήσω κάποια διασαφήνισή τους. Η τετράδα πολύ ορθώς ονομαζόταν από τους Πυθαγόρειους αρμονία, επειδή ο λόγος τέσσερα προς ένα σχηματίζει τη συμφωνία δις δια πασών.

Αποκάλεσαν επίσης την τετράδα πρώτο ύψος, επειδή θεωρούσαν το σημείο ανάλογο προς τη μονάδα, τη γραμμή προς τη δυάδα, την επιφάνεια προς την τριάδα, και το στερεό προς την τετράδα. Ομοίως την ονόμασαν δικαιοσύνη, επειδή, όπως πληροφορούμαστε από τον Αλέξανδρο τον Αφροδισιέα, θεωρούσαν ότι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της δικαιοσύνης είναι η επανόρθωση και η ισότητα ανακαλύπτοντας επομένως ότι αυτό υπάρχει στους αριθμούς, είπαν ότι ο πρώτος αρτιάκις άρτιος αριθμός είναι δικαιοσύνη. 

Διότι βεβαίωναν ότι εκείνο που είναι πρώτο σε πράγματα που έχουν την ίδια σχέση, είναι κύρια εκείνο που λέγεται πως υπάρχει. Και η τετράδα είναι αυτός ο αριθμός, επειδή, εφόσον αυτή είναι το πρώτο τετράγωνο, διαιρείται σε άρτιους αριθμούς και είναι άρτια. Επίσης, η τετράδα ονομαζόταν από τους Πυθαγόρειους «πας αριθμός», επειδή συμπεριλαμβάνει μέσα της όλους τους αριθμούς μέχρι τη δεκάδα και τη δεκάδα την ίδια- διότι το άθροισμα των 1, 2, 3 και 4, είναι 10. Για αυτό, τόσο η δεκάδα όσο και η τετράδα ονομάζονταν από αυτούς «πας αριθμός», η δεκάδα εν ενεργεία και η τετράδα εν δυνάμει. 

Ομοίως, το άθροισμα αυτών των τεσσάρων αριθμών συνέθετε την τετρακτύν, στην οποία περιλαμβάνονται όλες οι αρμονικές αναλογίες. Διότι το 4 προς 1, που είναι τετραπλός λόγος, σχηματίζει, όπως έχουμε ήδη παρατηρήσει, τη συμφωνία δις δια πασών ο λόγος του 3 προς το 2, που είναι ημιόλιος, σχηματίζει τη συμφωνία δια πέντε-ο λόγος 4 προς 3, που είναι επίτριτος, τη συμφωνία δια τεσσάρων και αυτός του 2 προς 1, που είναι διπλάσιος λόγος, σχηματίζει τη συμφωνία δια πασών.

Επειδή οι Πυθαγόρειοι τιμούσαν ιδιαίτερα την τετρακτύν, είναι σωστό να αναφερθούμε σε αυτή πιο διεξοδικά και για το λόγο αυτό να δείξουμε, βασιζόμενοι στο Θέωνα τo Σμυρναίο πόσες τετρακτύες υπάρχουν: «Η τετρακτύς», λέει αυτός, «δεν ήταν μόνον πρωτίστως τιμώμενη από τους Πυθαγόρειους, επειδή όλες οι συμφωνίες εμπεριέχονται σε αυτήν, αλλά επειδή επίσης φαίνεται να περιέχει τη φύση όλων των πραγμάτων». Για αυτό και η ακόλουθη φράση ήταν ο όρκος τους: «Όχι, μα αυτόν που παρέδωσε στην ψυχή μας την τετρακτύν, η οποία περιέχει την πηγή και ρίζα της αιώνιας φύσης». 

Και με «αυτόν που παρέδωσε την τετρακτύν» εννοούν τον Πυθαγόρα- διότι το δόγμα που σχετίζεται με αυτήν, φαίνεται ότι υπήρξε δική του επινόηση. Η προαναφερθείσα τετρακτύς, επομένως, φαίνεται στη σύνθεση των πρώτων αριθμών 1, 2, 3, 4. Αλλά η δεύτερη τετρακτύς προκύπτει από την αύξηση μέσω πολλαπλασιασμού των άρτιων και περιττών αριθμών ξεκινώντας από τη μονάδα. Από αυτούς η μονάδα θεωρείται πρώτος, επειδή, όπως έχουμε ήδη παρατηρήσει, είναι η αρχή όλων των άρτιων, περιττών και αρτιάκις άρτιων αριθμών και η φύση αυτής είναι απλή. 

Αλλά οι τρεις επόμενοι αριθμοί λαμβάνουν τη σύνθεσή τους σύμφωνα με τον άρτιο και τον περιττό· επειδή κάθε αριθμός δεν είναι μόνο άρτιος, ούτε μόνο περιττός. Άρα, οι άρτιοι και οι περιττοί μετέχουν σε δυο τετρακτύες, σύμφωνα με τον πολλαπλασιασμό· πραγματικά, οι άρτιοι με ένα λόγο δυο προς ένα, εφόσον το 2 είναι ο πρώτος από τους άρτιους αριθμούς και αυξάνεται από τη μονάδα με διπλασιασμό. Αλλά ο περιττός αριθμός αυξάνεται με ένα λόγο τρία προς ένα, εφόσον το 3 είναι ο πρώτος από τους περιττούς αριθμούς και αυξάνεται από τη μονάδα με τριπλασιασμό. 

Επομένως, η μονάδα είναι κοινή και στους δυο αυτούς, καθώς είναι η ίδια άρτια και περιττή. Ο δεύτερος όμως αριθμός στους άρτιους και διπλάσιους αριθμούς είναι το 2· και στους περιττούς και τριπλάσιους το 3. Ο τρίτος στους άρτιους αριθμούς είναι το 4 και στους περιττούς είναι το 9· ο τέταρτος στους άρτιους αριθμούς είναι το 8 και στους περιττούς είναι το 27. Στους αριθμούς αυτούς βρίσκονται οι τελειότεροι λόγοι συμφωνιών σε αυτούς επίσης, συμπεριλαμβάνεται ο τόνος. Η μονάδα όμως περιέχει την παραγωγική αρχή του σημείου. 

Οι δεύτεροι αριθμοί 2 και 3 περιέχουν την αρχή της πλευράς, εφόσον είναι ασύνθετοι και πρώτοι, έχουν διαιρέτη τη μονάδα και εκ φύσεως μετρούν μια ευθεία γραμμή. Οι τρίτοι όροι 4 και 9 είναι εν δυνάμει μια τετράγωνη επιφάνεια, εφόσον είναι ισάκις ίσοι. Και οι τέταρτοι όροι 8 και 27 είναι εν δυνάμει κύβοι, καθώς είναι ισάκις ισάκις ίσοι 1 2. Έτσι, από αυτούς τους αριθμούς και αυτήν την τετρακτύν, η αύξηση λαμβάνει χώρα από ένα σημείο προς ένα στερεό. Διότι η πλευρά έπεται του σημείου, η επιφάνεια της πλευράς και το στερεό της επιφάνειας. Από τους αριθμούς αυτούς συνιστά την ψυχή ο Πλάτωνας στον Τίμαιο. 

Ο τελευταίος από αυτούς τους επτά αριθμούς, δηλαδή το 27, ισούται με όλους τους αριθμούς που προηγήθηκαν αυτού· διότι 1 + 2 + 3 + 4 + 8 + 9 = 27. Υπάρχουν επομένως δυο τετρακτύες αριθμών, η μία μέσω πρόσθεσης και η άλλη μέσω πολλαπλασιασμού, οι οποίες περικλείουν μουσικούς, γεωμετρικούς και αριθμητικούς λόγους, από τους οποίους συνίσταται η αρμονία του σύμπαντος. Η τρίτη τετρακτύς είναι εκείνη που σύμφωνα με την ίδια αναλογία συμπεριλαμβάνει τη φύση κάθε μεγέθους.
 

Γιατί ό,τι ήταν η μονάδα στην προηγούμενη τετρακτύν, είναι το σημείο σε αυτήν ό,τι ήταν στην προηγούμενη τετρακτύν οι αριθμοί 2 και 3, που είναι εν δυνάμει η πλευρά, είναι τα επεκτεινόμενα είδη μιας γραμμής, η κυκλική και η ευθεία, σε αυτήν την τετρακτύν. Πραγματικά, η ευθεία γραμμή υφίσταται σε συμφωνία με τον άρτιο αριθμό, εφόσον ορίζεται 1 3 από δυο σημεία· ενώ η κυκλική, σε συμφωνία με τον περιττό αριθμό, επειδή κατανοείται ως μια γραμμή που δεν έχει τέλος. Αλλά αυτό που στην προηγούμενη τετρακτύν ήταν οι τετράγωνοι αριθμοί 4 και 9, είναι σε αυτήν τα δυο είδη των επιφανειών, το ευθύγραμμο και το κυκλικό. 

Και ό,τι ήταν στην προηγούμενη οι κύβοι αριθμοί 8 και 27, ο ένας όντας άρτιος και ο άλλος περιττός αριθμός, είναι σε αυτή την τετρακτύν τα δυο στερεά, που το ένα έχει κοίλη επιφάνεια, όπως η σφαίρα και ο κύλινδρος, και το άλλο επίπεδη επιφάνεια, όπως ο κύβος και η πυραμίδα. Αυτή είναι η τρίτη τετρακτύς, που ολοκληρώνει κάθε μέγεθος, από το σημείο, τη γραμμή, την επιφάνεια και το στερεό. Η τέταρτη τετρακτύς είναι αυτή των απλών σωμάτων, της φωτιάς, του αέρα, του νερού και της γης, τα οποία έχουν αναλογία σύμφωνα με αριθμούς. Διότι αυτό που η μονάδα ήταν στην πρώτη τετρακτύν, είναι η φωτιά σε αυτήν. 

Η δυάδα είναι αέρας. Η τριάδα είναι νερό. Και η τετράδα είναι γη. Διότι αυτή είναι η φύση των στοιχείων σύμφωνα με την αραιότητα και πυκνότητα των μερών. Η φωτιά έχει προς τον αέρα το λόγο του 1 προς 2, προς το νερό το λόγο 1 προς 3 και προς τη γη το λόγο 1 προς 4. Υπό άλλες θεωρήσεις είναι επίσης ανάλογα μεταξύ τους. Η πέμπτη τετρακτύς είναι των σχημάτων των απλών σωμάτων. Διότι πράγματι η πυραμίδα είναι το σχήμα της φωτιάς, το οκτάεδρο του αέρα, το εικοσάεδρο του νερού και ο κύβος της γης. Η έκτη τετρακτύς είναι των πραγμάτων που υπάρχουν σύμφωνα με τη φυτική ζωή. Ο σπόρος είναι ανάλογος προς τη μονάδα και το σημείο. 

Εάν αυξηθεί σε μήκος, αναλογεί προς τη δυάδα και τη γραμμή· εαν σε πλάτος, προς την τριάδα και την επιφάνεια- και αν σε πυκνότητα, προς την τετράδα και το στερεό. Η έβδομη τετρακτύς είναι των κοινοτήτων, των οποίων πραγματικά η αρχή και μονάδα είναι ο άνθρωπος, η δυάδα είναι το σπίτι, η τριάδα ο δρόμος και η τετράδα η πόλη. Διότι ένα έθνος απαρτίζεται από αυτά. Αυτά είναι πράγματι η υλική και αισθητή τετρακτύς. Η όγδοη τετρακτύς αποτελείται από τις δυνάμεις που κρίνουν τα υλικά και αισθητά πράγματα και οι οποίες είναι κάποιας νοητής φύσης. Αυτές είναι ο νους, η επιστήμη, η γνώμη και η αίσθηση. 

Και πραγματικά, ο νους αντιστοιχεί ουσιαστικά στη μονάδα- η επιστήμη στη δυάδα, διότι επιστήμη είναι η επιστήμη κάποιου πράγματος. Η γνώμη υφίσταται ανάμεσα στην επιστήμη και την άγνοια- αλλά η αίσθηση είναι όπως η τετράδα. Διότι καθώς η αφή που είναι κοινή σε όλες τις αισθήσεις, είναι τετραπλή, όλες οι αισθήσεις ενεργοποιούνται σύμφωνα προς την επαφή. Η ένατη τετρακτύς είναι εκείνη από την οποία συντίθεται το ζώον, δηλαδή η ψυχή και το σώμα. Διότι, πράγματι, τα μέρη της ψυχής είναι το λογικό, το θυμικό και το επιθυμητικό, ή εκείνο που επιθυμεί το εξωτερικό καλό, και το τέταρτο είναι το σώμα μέσα στο οποίο υπάρχει η ψυχή.

Η δέκατη τετρακτύς είναι των εποχών του έτους, στη διάρκεια των οποίων όλα τα πράγματα γεννιούνται, δηλαδή η άνοιξη, το καλοκαίρι, το φθινόπωρο και ο χειμώνας. Και η ενδέκατη είναι των ηλικιών του ανθρώπου, δηλαδή του νήπιου, του έφηβου, του άντρα και του γέρου. Συνεπώς, υπάρχουν έντεκα τετρακτύες. Η πρώτη είναι εκείνη που υφίσταται σύμφωνα με τη σύνθεση των αριθμών. Η δεύτερη σύμφωνα με τον πολλαπλασιασμό των αριθμών. Η τρίτη υπάρχει σύμφωνα με το μέγεθος. Η τέταρτη είναι των απλών σωμάτων. Η πέμπτη είναι των σχημάτων. 

Η έκτη είναι των πραγμάτων που υπάρχουν σύμφωνα με τη φυτική ζωή. Η έβδομη είναι των κοινοτήτων. Η όγδοη είναι της κριτικής δύναμης. Η ένατη είναι των μερών ενός ζώου. Η δέκατη είναι των εποχών του έτους. Και η ενδέκατη είναι των ηλικιών του ανθρώπου. Όλε ς τους όμως έχουν αναλογίες μεταξύ τους. Διότι εκείνο που είναι η μονάδα στην πρώτη και δεύτερη τετρακτύν, είναι το σημείο στην τρίτη, η φωτιά στην τέταρτη, η πυραμίδα στην πέμπτη, ο σπόρος στην έκτη, ο άνθρωπος στην έβδομη, ο νους στην όγδοη και κατά όμοια αντιστοιχία για τις υπόλοιπες. 

Δηλαδή η πρώτη τετρακτύς είναι 1, 2, 3, 4. Η δεύτερη είναι η μονάδα, η πλευρά, το τετράγωνο και ο κύβος. Η τρίτη είναι το σημείο, η γραμμή, η επιφάνεια και το στερεό. Η τέταρτη είναι φωτιά, αέρας, νερό, γη. Η πέμπτη είναι η πυραμίδα, το οκτάεδρο, το εικοσάεδρο και ο κύβος. Η έκτη είναι ο σπόρος, το μήκος, το πλάτος και το βάθος. Η έβδομη είναι ο άνθρωπος, το σπίτι, ο δρόμος, η πόλη. Η όγδοη είναι νους, επιστήμη, γνώμη, αίσθηση. Η ένατη είναι το λογικό, το θυμικό, το επιθυμητικό και το σώμα. Η δέκατη είναι η άνοιξη, το καλοκαίρι, το φθινόπωρο, ο χειμώνας. Η ενδέκατη είναι το νήπιο, ο έφηβος, ο άντρας και ο γέρος.

Ο κόσμος επίσης που συντίθεται από αυτές τις τετρακτύες είναι τέλειος, καθώς είναι αρμονικά διευθετημένος με γεωμετρική, αρμονική και αριθμητική αναλογία, περιλαμβάνοντας κάθε δύναμη, κάθε φύση του αριθμού, κάθε μέγεθος και κάθε απλό και σύνθετο σώμα. Είναι τέλειος, επειδή όλα τα πράγματα είναι μέρη αυτού, αλλά αυτός ο ίδιος δεν αποτελεί μέρος κάποιου άλλου πράγματος. Λέγεται ότι οι Πυθαγόρειοι χρησιμοποίησαν πρώτοι τον προαναφερθέντα όρκο και αποφάνθηκαν ότι «όλα τα πράγματα μοιάζουν με αριθμό».

Επίσης, οι Πυθαγόρειοι, όπως μαθαίνουμε από τον ανώνυμο συγγραφέα, κατέταξαν σε τέσσερις τάξεις τις αρετές τόσο της ψυχής όσο και του σώματος. Αυτές της ψυχής είναι φρόνηση, σωφροσύνη, ανδρεία και δικαιοσύνη· και οι αντίστοιχες του σώματος είναι οξύτητα των αισθήσεων, υγεία, δύναμη και ομορφιά. Και στα εξωτερικά πράγματα, ευημερία, δόξα, κυριαρχία και φιλία είναι τα αντικείμενα της επιθυμίας.

Επίσης, οι φημισμένες τέσσερις αιτίες του Αριστοτέλη αναφέρονται στην τετράδα, η θεότητα ως η αιτία ή ποιητικό αίτιο, λόγω της οποίας (υφ' ού), η ύλη από την οποία (έξ' ού), η μορφή διά της οποίας (δι' ού) και το αποτέλεσμα προς το οποίο (πρός ό). Επιπλέον, ο ανώνυμος συγγραφέας επισημαίνει ότι στην τετράδα παρατηρούνται η συσσώρευση και η αφθονία κατά τον ίδιο τρόπο όπως το πλήθος στην τριάδα, για αυτό το λόγο λέει, αποκαλούμε τους ζωντανούς τρισευλογημένους εξ αιτίας της ευτυχίας τους, αλλά τους νεκρούς, που έχουν ανταλλάξει με τον καλύτερο τρόπο αυτή τη ζωή για την επόμενη, τετράκις ευλογημένους. Αυτά αρκούν σχετικά με την τετράδα.

Σχετικά με την Πεντάδα

Η πεντάδα, σύμφωνα πάντα με τα αποσπάσματα του Νικόμαχου, ονομαζόταν από τους Πυθαγόρειους αφιλονικία και αήττητη, συνάφεια ή αλλαγή ποιότητας, φως και δικαιοσύνη, και το ελάχιστο άκρο της ζωτικότητος. Ομοίως Νέμεσις και Βουβάστεια, εκδίκηση και Αφροδίτη, Γαμηλία και Ανδρογυνία, Κυθηρεία και Ζωναία, κυκλικό και ημίθεος, πύργος του Δία, Διδυμαία και σταθερός άξονας. Την τιμούν επίσης με μεγαλοπρέπεια ως αθάνατη και Παλλάδα, Καρδιάτιν και ηγέτιδα, Ακρεώτιν και ισορροπία, άγαμη και Ορθιάτιν, και από τις Μούσες είναι η Μελπομένη.

Από αυτά τα ονόματα, τα τέσσερα πρώτα εξηγούνται ως εξής από τον ανώνυμο συγγραφέα: «Η πεντάδα», λέει, «είναι αλλαγή ποιότητας, επειδή αλλάζει εκείνο το οποίο εκτείνεται τριπλά ή που έχει μήκος, πλάτος και ύψος κατά την ομοιότητα μιας σφαίρας, ως συνέπεια του ότι κινείται κυκλικά και παράγει φως. Για αυτό επίσης ονομάζεται φως. Είναι δε αφιλονικία, επειδή συνθέτει και ενώνει όλα τα πράγματα που διαχωρίζονταν προηγουμένως από διάστημα και εξαιτίας της σύζευξης και της συμφιλίωσης των δυο ειδών (των αριθμών, δηλαδή των άρτιων και των περιττών, εφόσον η πεντάδα αποτελείται από το 3 και το 2). 

Και είναι δικαιοσύνη, επειδή η πεντάδα αποκαλύπτει στον ύψιστο βαθμό τη δικαιοσύνη στο φως». Ο Αλέξανδρος Αφροδισιεύς στο Σχόλιο του πάνω στο 7ο κεφάλαιο του πρώτου βιβλίου από τα Μετά τα Φυσικά του Αριστοτέλη ισχυρίζεται ότι η πεντάδα ονομαζόταν από τους Πυθαγόρειους αήττητη. «Επειδή», λέει αυτός, «στο πρώτο ορθογώνιο τρίγωνο που οι πλευρές του είναι ρητοί 1 5 η μια από τις πλευρές είναι 3, η άλλη είναι 4 και η βάση είναι 5· η βάση εν δυνάμει ισούται και με τις δύο άλλες πλευρές· για αυτό το λόγο την αποκαλούσαν οι Πυθαγόρειοι νικηφόρα και τις άλλες δύο πλευρές ηττημένες. 

Η πεντάδα, επομένως, ονομαζόταν από αυτούς αήττητη, όντας αξεπέραστη και όντας ανώτερη». Ο ανώνυμος συγγραφέας παρουσιάζει επίσης τη σημασία αυτής της ονομασίας ως ακολούθως: «Οι Πυθαγόρειοι ονόμαζαν την πεντάδα αήττητη, όχι μόνον επειδή το πέμπτο στοιχείο, ο αιθέρας, που κατατάσσεται ανάλογος προς την πεντάδα και που έχει μια αμετάβλητη ομοιότητα ύπαρξης, λήγει τη διαμάχη και τη μεταβολή των στοιχείων που υπάρχουν κάτω από αυτόν μέχρι τη γη, αλλά επειδή επίσης αυτή συμφιλιώνει και ενώνει τα πρώτα δυο είδη αριθμών που διαφέρουν, τον περιττό και τον άρτιο (δηλαδή το 3 και το 2), αποβαίνουσα η ίδια το σύστημα της σύζευξης τους».


Ο ίδιος συγγραφέας εξηγεί και το λόγο για τον οποίο η πεντάδα ονομαζόταν το ελάχιστο άκρο της ζωτικότητας: «Εφόσον σύμφωνα με τους φυσιολόγους υπάρχουν τρία πράγματα που παράγουν ζωή μετά τη στερεοποίηση, δηλαδή η φυτική, η ψυχική και η λογική δύναμη· και η λογική κατατάσσεται σύμφωνα με την εβδομάδα, ενώ η ψυχική δύναμη σύμφωνα με την εξάδα, άρα η φυτική δύναμη εμπίπτει κατ' ανάγκη στην κατάταξη της πεντάδας- έτσι ώστε η πεντάδα είναι κάποιο ελάχιστο άκρο της ζωτικότητας».

Ο ίδιος επίσης μας πληροφορεί ότι οι Πυθαγόρειοι ονόμαζαν την πεντάδα Νέμεση, επειδή αυτή κατανέμει κατά ορθό τρόπο πράγματα ουράνια και θεία και τα φυσικά στοιχεία. Η πεντάδα ονομαζόταν επίσης από τους Πυθαγόρειους Δικαιοσύνη για δυο λόγους, όπως πληροφορούμαστε από τον Πρόκλο (Σχόλια εις Ησιόδου Έργα και Ημέραι), σχετίζεται δηλαδή με τη δικαιοσύνη, είτε επειδή τιμωρεί κάποια παράβαση και απομακρύνει την ανισότητα κατοχής, είτε επειδή εξισώνει εκείνο που είναι μικρότερο και ευεργετεί. Και την ονόμασαν Αφροδίτη, σύμφωνα με τον ανώνυμο συγγραφέα, επειδή οι αρσενικοί και οι θηλυκοί αριθμοί αναμιγνύονται. 

Κατά τον ίδιο τρόπο, προσθέτει αυτός, την αποκαλούσαν Γαμηλία, επειδή η πεντάδα πρώτη συμπεριλαμβάνει το είδος κάθε αριθμού, δηλαδή το 2, τον πρώτο άρτιο, και το 3, τον πρώτο περιττό αριθμό. Ονομάστηκε επίσης γάμος, καθώς συνίσταται από το αρσενικό και το θηλυκό, ενώ την αποκαλούσαν Ανδρογυνία, επειδή όντας περιττός αριθμός, είναι αρσενικού χαρακτήρα. Αλλά την ονόμασαν κυκλική, επειδή όπως έχουμε ήδη παρατηρήσει, είναι κατ' εξοχήν κυκλικός και σφαιρικός αριθμός. 

Ομοίως την αποκαλούσαν ημίθεο, όπως μας πληροφορεί ο ανώνυμος συγγραφέας, όχι μόνον επειδή είναι το μισό της δεκάδας, που είναι ένας θείος αριθμός, αλλά επειδή στο σωστό της διάγραμμα κατατάσσεται στο μέσον. Η ονομασία Δίδυμος ή Διδυμέα, διπλή, δόθηκε επειδή αυτή χωρίζει τη δεκάδα, που άλλως είναι αδιαίρετη, σε δυο μέρη. Αλλά την αποκαλούσαν, προσθέτει ο ίδιος συγγραφέας, αθάνατη και Παλλάδα, επειδή αντιπροσωπεύει την πέμπτη ουσία (τον αιθέρα, του οποίου η Παλλάδα προΐσταται).

Επιπλέον, μας πληροφορεί ότι την ονόμαζαν Καρδιάτιν ή Κορδιάλιν λόγω ομοιότητας προς την καρδιά των ζώων, η οποία κατατάσσεται στο μέσο. Την αποκαλούσαν επίσης, σύμφωνα με τον ίδιο πάντα συγγραφέα, Πρόνοια και Δικαιοσύνη, επειδή εξισώνει τα άνισα πράγματα. Όπως η δικαιοσύνη είναι ένα μέσο ανάμεσα στην υπερβολή και την έλλειψη, ομοίως το 5 είναι ο μέσος όλων των αριθμών, οι οποίοι απέχουν εξίσου από αυτό προς τις δυο πλευρές μέχρι τη δεκάδα, κάποιοι από αυτούς το υπερβαίνουν και κάποιοι υπερβαίνονται από αυτό.

Διότι εδώ, όπως στο μέσο του ζυγού μιας ζυγαριάς, το 5 δεν ξεφεύγει από τη γραμμή της ισορροπίας, ενόσω η μία σκάλα ανεβαίνει και η άλλη κατεβαίνει. Στην ακόλουθη διάταξη επίσης, δηλαδή 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, θα βρεθεί ότι το άθροισμα των αριθμών που έπονται του 5 είναι τριπλάσιο του αθροίσματος εκείνων που προηγούνται του 5· διότι 6 + 7 + 8 + 9=30 και 1 + 2 + 3 + 4=10. Εάν, επομένως, οι αριθμοί σε κάθε πλευρά του 5 αντιπροσωπεύουν το ζυγό μιας ζυγαριάς και το 5 τη γλωττίδα αυτής, όταν ένα βάρος κατεβάζει το ζυγό, μια αμβλεία γωνία παράγεται ανάμεσα στο κατεβασμένο μέρος και τη γλωττίδα, ενώ μια οξεία γωνία από το ανεβασμένο μέρος του ζυγού. 

Έτσι, είναι χειρότερο να προκαλείς, παρά να υποφέρεις αδικία· και οι αδικοΰντες κλίνουν προς τα κάτω, προς τα βασίλεια της κόλασης, ενώ οι αδικημένοι τείνουν προς τα πάνω, προς τους Θεούς, ικετεύοντας τη θεία βοήθεια. Άρα, το νόημα της Πυθαγορικής παρότρυνσης είναι φανερό, «Μην υπερβαίνεις το ζυγό». Εφόσον όμως η αδικία σχετίζεται με την ανισότητα, προκειμένου να εξαλειφθεί είναι αναγκαία η εξίσωση, ώστε ο ζυγός να μπορεί να παραμείνει και στις δυο πλευρές χωρίς κλίση. Η εξίσωση αυτή επιτυγχάνεται με την πρόσθεση και την αφαίρεση. 

Έτσι εάν το 4 προστεθεί στο 5 και αφαιρεθεί επίσης από το 5, ο αριθμός 9 θα παραχθεί στην μια πλευρά και το 1 στην άλλη, το καθένα από τα οποία απέχει εξίσου από το 5. Αν επίσης το 3 προστεθεί στο 5 και ομοίως αφαιρεθεί από αυτό, το 7 και το 3 θα παραχθούν. Προσθέτοντας το 1 στο 5 και αφαιρώντας το από αυτό, το 6 και το 4 θα προκύψουν. Σε όλα αυτά τα παραδείγματα, οι αριθμοί που παράγονται απέχουν εξίσου από το 5 και το άθροισμα κάθε ζεύγους ισούται με 10.

Πληροφορούμαστε επίσης από τον Πλούταρχο, στην πραγματεία του Περί της Γένεσης της Ψυχής σύμφωνα με τον Πλάτωνα, ότι οι Πυθαγόρειοι ονόμαζαν την πεντάδα τροφό, το οποίο υποδηλώνει έναν ήχο, επειδή θεωρούσαν ότι το πρώτο από τα διαστήματα ενός (μουσικού) τόνου που είναι ικανό να παράγει ήχο είναι το πέμπτο. Ο Πλούταρχος, στην πραγματεία του σχετικά μ£ το Ει των Δελφών, αναφέρει ότι η πεντάδα αποκαλείτο από τους Πυθαγόρειους φύση, «επειδή πολλαπλασιαζόμενη με τον εαυτό της λήγει πάλι στον εαυτό της. 

Διότι όπως η φύση δέχεται το σιτάρι σε σπόρο και επεκτεινόμενη στο μέσο παράγει πολλά σχήματα και μορφές, μέσω των οποίων επιτυγχάνει το (επιθυμητό) αποτέλεσμα, αλλά στο τέλος παρουσιάζει σιτάρι, αποκαθιστώντας την αρχή στο τέλος όλης της μεταλλαγής, ομοίως, ενώ άλλοι αριθμοί όταν πολλαπλασιάζονται με τον εαυτό τους, λήγουν αυξανόμενοι σε άλλους αριθμούς, το 5 και το 6 μόνον, όσες φορές πολλαπλασιάζονται με τους εαυτούς τους, παρουσιάζουν και διατηρούν τους εαυτούς τους».

Σχετικά με την Εξάδα

Οι Πυθαγόρειοι, όπως μαθαίνουμε από τα αποσπάσματα του Νικόμαχου, ονόμαζαν την εξάδα «είδος είδους, το μόνο αριθμό που ταιριάζει στην ψυχή, ευδιάκριτη ένωση των μερών του σύμπαντος, ψυχοποιό και αιτία που παράγει τη ζωτική έξη. Επίσης είναι αρμονία, τελειοποίηση των μερών, και πολύ ορθά είναι η ίδια η Αφροδίτη. Είναι επίσης Ζυγία και Γαμηλία και Ανδρογύναια. Ομοίως είναι Ζυγίτις, καλοκαγαθία, ειρήνη, φιλία, υγεία, Άκμων και αλήθεια. Ανάμεσα στις Μοίρες είναι η Λάχεσις και την αποκαλούν αρχή και το μισό του όλου. 

Επίσης ονομαζόταν εκατηβελέτις και Τριοδίτις, σχετική με δυο χρόνους και Περσέα, τρίμορφη, Αμφιτρίτη και Αγχίδικος, από τις Μούσες η Θάλεια, καθώς και Πανάκεια». Όσον αφορά την πρώτη από αυτές τις ονομασίες, είδος είδους, ο Μεούρσιους δυστυχώς παρέλειψε να αναφέρει από τον ανώνυμο συγγραφέα το λόγο για τον οποίο καλείται έτσι, όντας ένας απλός λογοκόπος που ικανοποιείται αποσπώντας από το συγγραφέα τις λέξεις «είδος ούν είδους ουκ άν διαμάρτοιμεν αυτήν ηγούμενοι», δηλαδή, «δε θα σφάλλουμε αν θεωρήσουμε αυτήν ως είδος είδους». 

Ίσως όμως, ονομάστηκε έτσι επειδή το τέλειο είναι εκείνο που χαρακτηρίζει όλα τα είδη ή ιδέες και το 6 είναι ο πρώτος τέλειος αριθμός εν ενεργεία. Οι Πυθαγόρειοι έλεγαν πως η εξάδα είναι ο μόνος αριθμός που αρμόζει στην ψυχή, επειδή η ψυχή, όντας το συνδετικό μέσο ή δεσμός των νοητών και αισθητών, σχετίζεται κατ' εξοχήν με την Αφροδίτη, η οποία -όπως μας πληροφορεί ο Πρόκλος στο Υπόμνημα εις τον Πλάτωνος Παρμενίδην- «ενώνει το πλήθος των νοητών και όλων των όντων» (τήν έν τώ πλήθει κοινωνίαν παρεχόμενη τοις τε νοητοίς, καί πάσι τοις ούσιν). 

Από τον ανώνυμο συγγραφέα επίσης μαθαίνουμε ότι αποκαλούσαν την εξάδα ευδιάκριτη ένωση των μερών του σύμπαντος, επειδή η ψυχή είναι όπως η ζώσα μορφή της άμορφης ύλης. Και προσθέτει ότι κανείς αριθμός δεν ταιριάζει περισσότερο στην ψυχή από την εξάδα, ή πιο ορθά, μπορεί να ειπωθεί ότι είναι η ψυχοποιός, επειδή έχει βρεθεί ότι παράγει τη ζωτική έξη, από όπου επίσης αντλεί την ονομασία της (ευρισκομένη και της ζωτικής έξεως εμποιητική, παρ' ό εξάς). Για τον ίδιο λόγο ονομάζεται αρμονία, επειδή ακριβώς κάθε ψυχή είναι αρμονική. 

Ο ίδιος συγγραφέας σημειώνει ότι «η εξάδα ονομαζόταν τελειοποίηση των μερών από τους Πυθαγόρειους -οι οποίοι αποκαλώντας την έτσι ακολούθησαν τον Ορφέα- είτε επειδή μόνο το έξι από όλους τους αριθμούς της δεκάδας ισούται με τα μέλη ή μέρη του, είτε επειδή το όλον και το σύμπαν διανέμεται σύμφωνα προς τον αριθμό αυτό και διευθετείται αρμονικά».


Η εξήγηση των επιθέτων γαμηλία και Ανδρογύναια, τα οποία στον ανώνυμο συγγραφέα είναι «γάμος» και «αρρενοθήλυς», είναι ότι «η εξάδα παράγεται από τη δύναμη και τον πολλαπλασιασμό του πρώτου περιττού και του πρώτου άρτιου αριθμού, που είναι αρσενικό και θηλυκό αντίστοιχα και έτσι ονομάζεται αρρενοθήλυς, δηλαδή αρσενικό και θηλυκό. Ομοίως, αποκαλείται γάμος επειδή είναι η ίδια ίση με τα μέρη της, έργο δε του γάμου είναι να γεννά γόνους όμοιους προς τους γονείς». 

Το επίθετο «φιλοτησία», καλοκαγαθία, στον ανώνυμο συγγραφέα απαντάται ως «φιλίωσις», δηλαδή φιλία και αγάπη, «και», λέει αυτός, «ορθά ονομάζεται έτσι επειδή αυτή συνενώνει το αρσενικό και το θηλυκό». Επιπλέον, ο ανώνυμος συγγραφέας μας πληροφορεί ότι «ηεξάδα ονομαζόταν υγεία και κάλλος εξαιτίας της πληρότητας και της συμμετρίας των μερών της». Διότι η υγεία είναι συμμετρία και ύπαρξη σύμφωνη προς τη φύση των μερών του σώματος. 

Ομοίως από τον ίδιο συγγραφέα μαθαίνουμε ότι «την αποκαλούσαν Άκμωνα, εννοώντας ακαταπόνητη (τήν οίον ακάματον), επειδή τα πρώτιστα τρίγωνα των κοσμικών στοιχείων συμμετέχουν σε αυτήν, καθώς το καθένα τους γίνεται έξι, αν τμηθεί από τρεις καθέτους». Η ονομασία αλήθεια πιθανόν της αποδόθηκε επειδή αλήθεια είναι η αρμονική σύζευξη εκείνου που γνωρίζει με αυτό που γίνεται γνωστό· και η εξάδα, όπως δείξαμε προηγουμένως, είναι κατ' εξοχήν αρμονική. Και πάλι, σύμφωνα με τον ανώνυμο συγγραφέα, ονομαζόταν βάλλουσα μακράν (εκατηβηλέτις), Τριοδίτις και σχετική με δύο χρόνους. 

Το πρώτο από αυτά της αποδόθηκε επειδή η τριάδα είναι η Εκάτη που βάλλει (βολήσασαν) και κατά κάποιο τρόπο ενώνεται με άλλη μια τριάδα και παράγει την εξάδα. «Ονομάστηκε δε Τριοδίτις,» λέει ο ίδιος, «ίσως από τη φύση της θεάς. Είναι πιθανό ότι ονομάστηκε έτσι επειδή πρώτος αυτός ο αριθμός διαθέτει τις κινήσεις των τριών διαστάσεων (μήκος, πλάτος και ύψος), καθεμία από τις οποίες λαμβάνει μια διπλή διαίρεση από τις περιστάσεις· (δηλαδή η κίνηση κατά μήκος είναι είτε πίσω είτε εμπρός, κατά πλάτος είναι είτε δεξιά είτε αριστερά, και κατά ύψος είναι είτε πάνω είτε κάτω). 

Αλλά ονομάστηκε σχετική με δύο χρόνους από τη διαίρεση ολόκληρου του χρόνου, βάσει των έξι σημείων του ζωδιακού πάνω και των έξι κάτω από τη γη. Ή, επειδή ο χρόνος είναι συναφής προς την τριάδα, εφόσον αποτελείται από τρία μέρη και η εξάδα σχηματίζεται από δυο τριάδες».

Τα ονόματα Περσέα και τρίμορφη της δόθηκαν για τον ίδιο λόγο που ονομαζόταν Τριοδίτις· διότι είναι πολύ γνωστό ότι η Άρτεμις είναι τρίμορφη και η θεά αυτή ονομάστηκε Περσεία από τον Ορφέα στην εισαγωγή των ύμνων του. Πληροφορούμαστε επίσης από τον ανώνυμο συγγραφέα ότι η εξάδα ονομαζόταν Αμφιτρίτη, επειδή έχει μια τριάδα σε κάθε πλευρά της· και Αγχίδικος (εγγύς της δίκης) επειδή αυτή είναι ιδιαίτερα κοντινή στην πεντάδα, η οποία καθώς ήδη έχουμε αναφέρει, ονομαζόταν από τους Πυθαγόρειους δίκη ή Δικαιοσύνη.

Τέλος, ο ίδιος συγγραφέας μας πληροφορεί ότι ονομαζόταν Θάλεια και Πανάκεια, το πρώτο εξαιτίας της αρμονίας της σύνθεσης της. Αυτό το συμπεραίνω από τις λέξεις «διά τήν των ετέρων αρμονίαν», «εξαιτίας της αρμονίας των διαφορετικών», εφόσον ο ίδιος συγγραφέας προσθέτει ότι «πολύ πριν από αυτό την αποκαλούσαν κόσμο, επειδή ο κόσμος, όπως ακριβώς το 6, φαίνεται συχνά ότι αποτελείται από αντίθετα, διευθετημένα αρμονικά». 

Και το έξι συγκροτείται από πολλαπλασιασμό των δύο αντίθετων αριθμών 2 και 3, που το ένα είναι άρτιο και το άλλο περιττό, το ένα είναι ανάλογο προς το αρσενικό και το άλλο προς το θηλυκό. Τέλος το όνομα Πανάκεια της δόθηκε για τους ίδιους λόγους που της δόθηκε και η ονομασία υγεία, ή επειδή ως «πανάρκεια» ήταν επαρκώς εφοδιασμένη με μέρη προς την τελειοποίηση του όλου της. 

Σχετικά με την Επτάδα

Η επτάδα, όπως πληροφορούμαστε από τον ανώνυμο συγγραφέα και Συγγραφέα των Ετυμολογικών, ονομάστηκε έτσι από το ρήμα σέβω, που υποδηλώνει σεβασμό, όντας κάποια σεπτάς, ως θεία και χωρίς μητέρα και παρθένα (σεπτάς τις ούσα, ως θεία και αμήτωρ και παρθένος). Και οι ονομασίες που δόθηκαν σε αυτήν από τους Πυθαγόρειους, καθώς μαθαίνουμε από τα αποσπάσματα που έχει παραθέσει ο Νικόμαχος, είναι οι ακόλουθες: 

«Τύχη και Καιρός, Αθηνά, Άρη ς και Ακρεώτις, Αγγελία και Ατρυτώνη, Φυλακίτις και Οβριμοπάτρη ή θυγατέρα ενός ισχυρού πατέρα, Τριτογένεια και Γλαυκώπις ή γαλανομάτα, Αλαλκομενία και Παντευχία, Ερ γάνη και Πολυάρετη ή ταλαντούχα, ακεραιότητα των μερών, και το κέρας της Αμάλθειας, Αιγίς και Όσιρις, όνειρο και φωνή, ήχος, και από τις Μούσες η Κλειώ. Στα παραπάνω επίσης μπορούν να προστεθούν, κρίση και Αδράστεια».

Τα επίθετα Τύχη, καιρός, Αθηνά, Τριτογένεια και φωνή, εξηγούνται από τον ανώνυμο συγγραφέα ως εξής: «Η επτάδα καλείται Αθηνά, επειδή, όπως λένε οι μύθοι για τη θεά, είναι παρθένα και άγαμη· δε γεννήθηκε ούτε από μητέρα, που είναι ο άρτιος αριθμός, ούτε από πατέρα, που είναι ο περιττός αριθμός, αλλά όπως η Αθηνά γεννήθηκε από το κεφάλι του πατέρα όλων των πραγμάτων, έτσι και η επτάδα προέρχεται από τη μονάδα, την κεφαλή ή κορυφή των αριθμών. Και μοιάζει με κάποια αρρενωπή Αθηνά, γιατί ο αριθμός που μπορεί εύκολα να διαιρεθεί, είναι θηλυκός. 

Επίσης, ονομάστηκε καιρός, επειδή οι αποφασιστικές της ενέργειες σε θέματα υγείας ή ασθένειας, γέννησης ή φθοράς, επιτελούνται σε σύντομο χρόνο. Και είναι Τύχη επειδή, κατά παρόμοιο τρόπο με όσα λέγονται για τούτη τη θεά στους μύθους, κυβερνά τις θνητές υποθέσεις, και κατά κάποιον τρόπο αιτιωδώς και ευκαιριακά εμφανίζεται και αποφασίζει. Ομοίως, ονομάζεται φωνή, επειδή υπάρχουν επτά στοιχειώδεις φθόγγοι, όχι μόνο στην ανθρώπινη φωνή, αλλά και σε κάθε οργανικό, επίγειο και αρμονικό ήχο. 

Τούτο συμβαίνει, όχι μόνο επειδή οι πρώτοι αρμονικοί ήχοι εκπέμπονται, καθώς μαθαίνουμε, από επτά πλανήτες, αλλά επίσης επειδή το πρώτο διάγραμμα με μουσικούς είναι το επτάχορδο. Ονομάζεται δε Τριτογένεια, επειδή τα είδη ή μέρη της ψυχής, αν και είναι τρία, δηλαδή το λογικό, το θυμικό και το επιθυμητικό, γεννούν τέσσερις τελειότατες αρετές, ακριβώς όπως από τις τρεις διαστάσεις (μήκος, πλάτος και ύψος) υπάρχουν τέσσερα όρια στη σωματική ανάπτυξη (δηλαδή το σημείο, η γραμμή, η επιφάνεια και το στερεό)».

Όσο ν αφορά το επίθετο Αγγελία, ο ίδιος συγγραφέας μας πληροφορεί ότι «η επτάδα ονομάστηκε έτσι διότι συλλέχθηκε και συναθροίστηκε (από του συνειλήσθαι και συνήχθαι) σε μια αυτοτελή φύση, εφόσον δε διαιρείται παρά μόνο από εκείνο προς το οποίο είναι ομώνυμη. Ή ονομάστηκε έτσι, επειδή όλα τα φυσικά αποτελέσματα οδηγούνται μέσω αυτής σε τελειοποίηση (ή από του πάντα αγαγεναι δι' αυτής τα φυσικά αποτελέσματα εις τελείωσιν). 

Άλλη εκδοχή, περισσότερο προσαρμοσμένη στη διδασκαλία των Πυθαγορείων, είναι ότι ονομάστηκε έτσι, επειδή οι πιο διάσημοι Βαβυλώνιοι, μεταξύ αυτών ο Οστάνης και ο Ζωροάστρης, πολύ ορθώς αποκαλούν τις αστρικές σφαίρες αγέλες (αγέλαι)· είτε επειδή μόνο αυτές μεταξύ των σωματικών μεγεθών περιφέρονται τέλεια γύρω από ένα κέντρο, είτε -κατ' αντιστοιχία με τους Χρησμούς- επειδή θεωρούνται κατά έναν τρόπο σύνδεσμοι και συλλέκτες των φυσικών αιτιών, οπότε στους ιερούς λόγους τους αποκαλούνται επίσης αγέλαι, και με την προσθήκη ενός γάμμα, άγγελοι.
 

Για αυτό, ομοίως ονομάζουν τα αστέρια και τους δαίμονες που κυβερνούν καθεμία από αυτές τις αγέλες (ή αστρικές σφαίρες) αγγέλους και αρχαγγέλους, που είναι επτά στον αριθμό». Επιπλέον, ο ίδιος συγγραφέας μας πληροφορεί ότι «η επτάδα ονομαζόταν Φυλακίτις, όντας προστατευτικής φύσης, όχι μόνο επειδή οι προαναφερθέντες άγγελοι και αρχάγγελοι είναι επτά ηγέτες, αλλά και επειδή οι αστέρες που φρουρούν το σύμπαν και το διατηρούν σε συνοχή και αιώνια μονιμότητα είναι επτά στον αριθμό». Τα επίθετα Οβριμοπάτρη και Γλαυκώπις είναι φανερό ότι προήλθαν από τη συσχέτιση της επτάδας με την Αθηνά.

Το ισχύει και για τους προσδιορισμούς Παντευχία και Εργάνη. Διότι η Αθηνά, ως μια από τους Κουρήτες, λατρευόταν με την πρώτη από τις ονομασίες αυτές, που σημαίνει ότι είναι εφοδιασμένη με πλήρη πανοπλία. Έτσι, το επίθετο πάντευχος δόθηκε σε αυτήν από τους Χαλδαϊκούς Χρησμούς. Ο Πλάτωνας επίσης στους Νόμους λέει ότι αυτή είναι στολισμένη με πλήρη πανοπλία (πανοπλία παντελεί κοσμηθείοα). Και Εργάνη ή τεχνίτρα είναι ακόμη ένα πολύ γνωστό όνομα της Αθηνάς.

Ονομάστηκε δε η επτάδα το κέρας της Αμάλθειας, πιθανώς για τον ίδιο λόγο με την τριάδα, από τη συνάφεια της προς τη μονάδα, την πηγή κάθε θείου αγαθού. Αλλά φαίνεται ότι ονομάστηκε Αιγίς, επειδή η Αθηνά ετιμάτο ως αιγιφόρος θεά, και αυτό, όπως μας πληροφορεί ο Πρόκλος στο Υπόμνημα εις Πλάτωνος Τίμαιον, επειδή η αλυσίδα της Μοίρας που όλα τα ενώνει, κινείται από αυτή τη θεά, από την οποία επίσης προέρχονται όλες οι εύπλαστες ενέργειές της. Τέλος, η επτάδα αποκαλέσθηκε, όπως μαθαίνουμε από τον ανώνυμο συγγραφέα, Τελεσφόρος και Κρίση, το πρώτο επειδή ο έβδομος μήνας είναι γόνιμος και το τελευταίο επειδή στις ασθένειες η έβδομη μέρα είναι η κρίσιμη.

Σχετικά με την Ογδοάδα

«Ο αριθμός οκτώ», λέει ο ανώνυμος συγγραφέας, «είναι ο πρώτος κύβος εν ενεργεία και είναι ο μόνος αρτιάκις άρτιος αριθμός μέσα στη δεκάδα». Η δύναμη του αριθμού αυτού είναι τόσο μεγάλη που σύμφωνα με μια ελληνική παροιμία, «όλα είναι οκτώ». Αυτή η παροιμία, όπως μας πληροφορεί ο προαναφερθείς συγγραφέας, προήλθε από το γεγονός ότι όλα τα πράγματα γίνονται κατανοητά στην όγδοη ουράνια σφαίρα.

Σύμφωνα με τα αποσπάσματα από το Νικόμαχο, τα ονόματα που δόθηκαν στον αριθμό αυτό από τους Πυθαγόρειους είναι τα ακόλουθα: «Παναρμόνιος και Καδμεία, μητέρα και Ρέα, παραγωγική αιτία των θηλυκών και Κυβέλη, Κυβήβη και Δινδυμήνη, προστάτιδα θεά, αγάπη και φιλία, Μήτις σύλληψη και Ορεία, Θέμις, νόμος, ανωριμότητα και από τις Μούσες η Ευτέρπη».

Όσον αφορά το «Παναρμόνιος», το πρώτο από τα επίθετα, ο Καμεράριους (Camerarius) μας πληροφορεί (χωρίς αμφιβολία από το έργο του ανώνυμου συγγραφέα που αναφέρθηκε παραπάνω) ότι οι Πυθαγόρειοι διέκριναν μουσικούς λόγους από αυτόν τον αριθμό και σύμφωνα με αυτούς εξήγησαν το εγκόσμιο σύστημα, ως ακολούθως: Ο λόγος του 9 προς το 8 είναι επόγδοος. Αυτός σχηματίζει έναν τόνο και αποδίδεται στη σελήνη. Ο λόγος του 12 προς το 9 είναι επίτριτος και ο λόγος του 12 προς το 8 είναι ημιόλιος. 

Οι λόγοι αυτοί αποδίδονται στον πλανήτη Ερμή. Κατά όμοιο τρόπο ο λόγος του 16 προς το 12 είναι επιτέταρτος και του 16 προς το 8 είναι δύο προς ένα και αποδίδονται στον πλανήτη Αφροδίτη. Ο λόγος του 18 προς το 12 είναι ημιόλιος, του 18 προς το 9 δύο προς ένα και αποδίδονται στον Ήλιο. Ο λόγος του 21 προς 9, που είναι διπλασιεπίτριτος, αποδίδεται στον πλανήτη Άρη. Ο λόγος του 24 προς 18, που είναι επιτέταρτος, του 24 προς 12, που είναι δύο προς ένα, του 24 προς 8, που είναι τρία προς ένα, καθώς και οι λόγοι του 18 προς το 12 και του 12 προς το 8, οι οποίοι είναι ημιόλιοι, αποδίδονται όλοι στο Δία. 

Οι λόγοι του 32 προς 24, που είναι επίτριτος, και του 32 προς 8, που είναι τέσσερα προς ένα, αποδίδονται στον Κρόνο. Τέλος, ο λόγος του 36 προς 24, ο οποίος είναι ημιόλιος, του 36 προς 9, ο οποίος είναι τέσσερα προς ένα, και του 24 προς 18 ο οποίος είναι επίτριτος, αποδίδονται στην όγδοη ή σταθερή σφαίρα, που συμπεριλαμβάνει όλες τις άλλες. Για αυτό το λόγο η ογδοάδα ονομάστηκε από τους Πυθαγόρειους Καδμεία, επειδή η Αρμονία λέγεται ότι ήταν η γυναίκα του Κάδμου. Και Κάδμος, καθώς μαθαίνουμε από τον Ολυμπιόδωρο, είναι ο επίγειος κόσμος.

Όσον αφορά τα ονόματα μητέρα, Ρέα, Κυβέλη και Δινδυμήνη αναμφίβολα αποδίδονταν στην ογδοάδα, η οποία ήταν ο πρώτος κύβος· και ο κύβος είναι το στοιχείο της γης στο οποίο συμμετέχει η Ρέα, που είναι ίδια θεότητα με τη Δήμητρα και λατρευόταν ως Κυβέλη και Δινδυμήνη. Όπως επίσης η Ρέα είναι η ζωογονούσα θεά, η ζωή που πηγάζει από αυτή πρέπει να έχει θηλυκά χαρακτηριστικά· άρα είναι φανερός ο λόγος για τον οποίο η ογδοάδα τιμάται ως η παραγωγική αιτία των θηλυκών. Το όνομα Κυβέλη, μητέρα των θεών, της δόθηκε επειδή ήταν η αιτία θείας έμπνευσης για τους μυστικιστές.

Επίσης ο ανώνυμος συγγραφέας μας πληροφορεί ότι αποκαλούσαν τον αριθμό αυτό Ευτέρπη, επειδή είναι η πλέον μεταβλητή (μάλιστα εύτρεπτος) από όλους τους αριθμούς μέσα στη δεκάδα, καθώς είναι αρτιάκις άρτια, και αυτό μέχρι τη μονάδα που είναι φυσικά αδιαίρετη. Από το Μακρόβιο επίσης μαθαίνουμε ότι «η ογδοάδα ονομαζόταν από τους Πυθαγόρειους δικαιοσύνη, επειδή είναι ο πρώτος αριθμός που αναλύεται σε αρτιάκις άρτιους αριθμούς, δηλαδή σε τέσσερα και τέσσερα, που το καθένα τους μπορεί επιπλέον να διαιρεθεί σε αριθμούς αρτιάκις άρτιους, δηλαδή σε δύο και δύο. 

Η σύνθεσή της επίσης είναι της ίδιας ποιότητας όπως η ανάλυση της διότι είναι δυο φορές το δύο επί δύο. Εφόσον επομένως η σύνθεση της προέρχεται από μια άρτια ισότητα και η ανάλυση της επιστρέφει εξίσου μέχρι τη μονάδα, η οποία δε διαιρείται με ένα αριθμητικό λόγο, η ογδοάδα επάξια κατέχει την ονομασία της δικαιοσύνης εξαιτίας της ισομερούς διαίρεσης της».

Σχετικά με την Εννεάδα

Σύμφωνα με τα αποσπάσματα του Νικόμαχου, η εννεάδα ετιμάτο από τους Πυθαγόρειους ως «ρέουσα γύρω από τους άλλους αριθμούς εντός της δεκάδος, όπως ο ωκεανός. Επίσης, ονομαζόταν από εκείνους ορίζοντας, Προμηθέας και Ομόνοια, Περσεία και Άλιος, ανεικία και ομοίωση, Ήφαιστος και Ήρα, η αδελφή και σύζυγος του Δία, Εκάεργος και Παιάν, Νυσσηίς και Αγυιάτις, Ενυάλιος και Αγελία, Τριτογένεια και Πειθώ, Κουρήτις και Περσεφόνη, Υπερίων, και από τις Μούσες η Τερψιχόρη».

Από τις ονομασίες αυτές, ο ωκεανός και ο ορίζοντας εξηγούνται από τον ανώνυμο συγγραφέα ως εξής: «Ότ ι δεν μπορεί να υπάρξει κανένας αριθμός εκτός της εννεάδας και ότι αυτή τους περικλείει όλους μέσα της, γίνεται φανερό από την επαναφορά των αριθμών. Διότι η φυσική πορεία τους είναι μέχρι το 9, κατόπιν λαμβάνει χώρα η αναστροφή τους· το 10 γίνεται σαν να ήταν πάλι η μονάδα. Έτσι, αν από καθένα από τους αριθμούς 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18 και 19 αφαιρεθεί ο αριθμός 9, οι αριθμοί που απομένουν θα είναι 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10. 

Και αντίστροφα, η πρόοδος θα αυξάνεται με την πρόσθεση του 9. Αν δηλαδή στον καθένα από τους αριθμούς 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, προστεθεί το 9, οι αριθμοί που θα παραχθούν θα είναι 10, 11, 12, 13, 14, κ.λπ. Ομοίως, εάν αφαιρέσουμε από το 20 το διπλάσιο του 9, από το 30 το τριπλάσιο του 9, από το 40 το τετραπλάσιο του 9, από το 50 το πενταπλάσιο του 9, τότε θα παραχθούν οι αριθμοί 2, 3, 4, 5, 6, κ.λπ. Επίσης, αφαιρώντας από το 100 το ενδεκαπλάσιο του 9, επιστρέφουμε πάλι στη μονάδα. Κατά τον ίδιο τρόπο μπορούμε να συνεχίσουμε επ' άπειρον. Άρα, δεν είναι δυνατό να υπάρχει κάποιος στοιχειώδης αριθμός πέραν της εννεάδας. 

Ως εκ τούτου, οι Πυθαγόρειοι την αποκάλεσαν ωκεανό και ορίζοντα, επειδή όλοι οι αριθμοί περιλαμβάνονται σε αυτή και περιστρέφονται εντός της. Για τον ίδιο λόγο ονομάστηκε Άλιος (παρά το αλίζειν), ομόνοια και Περσεία, επειδή αυτή συγκεντρώνει όλους τους αριθμούς και τους συνδέει σε ένα, και δεν επιτρέπει να διασκορπιστεί η ένωση των αριθμών πέραν αυτής». Σχετικά με την ονομασία Προμηθέας, πληροφορούμαστε από τον ανώνυμο συγγραφέα ότι η εννεάδα έλαβε αυτό το όνομα επειδή δεν επιτρέπει σε κανέναν αριθμό, εκτός των εννέα που βρίσκονται στις θέσεις των μονάδων, να προηγείται αυτής (από του μή εάν τινά πρόσω αυτής χωρείν αριθμόν).
 

Και προσθέτει: «Και αυτό είναι εύλογο· διότι, καθώς είναι τρεις φορές τέλεια, δεν επιδέχεται καμία αύξηση· αλλά καθώς απαρτίζεται από δύο κύβους, δηλαδή το 1 και το 8, και είναι η ίδια τετράγωνο, είναι ο μόνος αριθμός μέχρι τον εαυτό της που έχει τρίγωνο για πλευρά του». Ο ίδιος συγγραφέας μας πληροφορεί ότι η εννεάδα ονομαζόταν ανεικία εξαιτίας της ανταπόδοσης και της μετάθεσης των αριθμών από αυτή μέχρι τη μονάδα. Με αυτό υποθέτουμε ότι αναφέρεται στην εξίσωση μέσω πρόσθεσης και αφαίρεσης.

Και λέει ότι ίσως ονομάστηκε ομοίωση επειδή το 9 είναι ο πρώτος περιττός τετράγωνος αριθμός. Λέγεται δε ότι το είδος του περιττού αριθμού είναι εξομοιωτικό μέσω του όλου του, ενώ το είδος του άρτιου αριθμού είναι ανόμοιο. Επιπλέον, ο τετράγωνος αριθμός είναι εξομοιωτικός, ενώ ο ετερομήκης είναι ανόμοιος. Ίσως πάλι ονομάστηκε έτσι, επειδή είναι κυρίως όμοια προς την πλευρά της. Διότι, όπως η πλευρά της κατέχει την τρίτη θέση στη φυσική ακολουθία των αριθμών, ομοίως η εννεάδα είναι ο τρίτος αριθμός σε μια πρόοδο σύμφωνη με αναλογία.

Και συνεχίζει λέγοντας πως ονομάστηκε Ήφαιστος επει­δή η πορεία των αριθμών μέχρι το 9 είναι όπως η πορεία των πραγμάτων που αποσυντίθενται από τη φωτιά μέχρι τη σφαίρα του πυρός (δηλαδή την κορυφή του αέρα). Ονομάστηκε δε Ήρα, επειδή η σφαίρα του αέρα κατατάσσεται σύμφωνα με αυτόν τον αριθμό. Και την αποκάλεσαν αδελφή και σύζυγο του Δία, εξαιτίας της σύνδεσης της με τη μονάδα· ενώ Εκάεργο επειδή εμποδίζει την παραπέρα πρόοδο των αριθμών (από του είργειν την εκάς πρόβασιν του αριθμού). 

Το επίθετο Νυσσηίς κατά τον ανώνυμο συγγραφέα είναι Νυσσηίτα· και μας πληροφορεί ότι η εννεάδα ονομάστηκε έτσι, επειδή διεισδύει (από του επινύσσαν) και κατατάσσεται σαν κάποιο όριο στην πρόοδο των αριθμών. Ο Μαρτιάνους Κάπελα μας πληροφορεί ότι η επωνυμία Ενυάλιος, η οποία υποδηλώνει τον Άρη, δόθηκε στην εννεάδα, επειδή είναι το άκρο της πρώτης σειράς των αριθμών (δηλαδή των αριθμών της δεκάδας)· και ότι το τέλος όλων των πραγμάτων προέρχεται από τον Άρη .

Όσο για τα επίθετα Κουρήτις και Περσεφόνη, μαθαίνουμε από τον ανώνυμο συγγραφέα ότι η εννεάδα κατέχει αυτές τις ονομασίες επειδή απαρτίζεται από τρεις τριάδες· η τριάδα σχετίζεται τόσο με τους Κουρήτες όσο και με την Περσεφόνη. Από τον ίδιο συγγραφέα μαθαίνουμε ότι ονομάστηκε Υπερίων, επειδή προχώρησε σε ένα μέγεθος που υπερβαίνει τους άλλους αριθμούς (μέσα στη δεκάδα)· και Τερψιχόρη, επειδή τρέπει και προκαλεί την επαναφορά και τη σύγκλιση των παραγωγικών αρχών σαν σε κυκλικό χορό (από τού τρέπειν και ως χορόν ανακυκλούν την των λόγων παλιμπέτειαν και σύνευσιν). 

Ο ίδιος συγγραφέας μας πληροφορεί ότι ονομαζόταν και Τελεσφόρος, ή φέρουσα σε τέλος, επειδή τελειοποιεί και ολοκληρώνει τους γόνους που γεννιούνται σε εννέα μήνες· και επίσης τέλεια, επειδή παράγεται από την τριάδα, η οποία είναι τέλεια. Η εννεάδα ομοίως μπορεί να ειπωθεί ότι είναι τελειοποιός, όπως μαθαίνουμε από τον Πρόκλο στο Υπόμνημα εις τον Πλάτωνος Τίμαιον, «επειδή αυτή ολοκληρώνει τη δημιουργία της γένεσης». 

Διότι, λέει ο ίδιος, «αυτός ο αριθμός αρμόζει στη γένεση (δηλαδή στο επίγειο βασίλειο)· εφόσον αυτή προχωρά από τη μονάδα μέχρι τους τελευταίους αριθμούς χωρίς παλινδρόμηση· και αυτή είναι η ιδιαιτερότητα της γένεσης». Αρκετά λοιπόν με τις ονομασίες της εννεάδας.

Σχετικά με τη Δεκάδα

Η δεκάδα, σύμφωνα με τα αποσπάσματα του Νικόμαχου, ονομαζόταν από τους Πυθαγόρειους, «κόσμος, ουρανός, ειμαρμένη, αιωνιότητα, κράτος, πίστη, ανάγκη, Άτλας, ακαταπόνητη, Θεός, Φάνης, ο ήλιος, Ουρανία, μνήμη και Μνημοσύνη». Ο ανώνυμος συγγραφέας μας πληροφορεί ότι η πρώτη από αυτές τις ονομασίες, κόσμος, δόθηκε στη δεκάδα «διότι όλα τα πράγματα είναι διευθετημένα σύμφωνα με αυτήν, τόσο καθολικά όσο και μερικά». Και όπως παρατηρεί ο Πρωτοσπαθάριος (στις Ημέρες του Ησιόδου) ονομάστηκε δεκάδα, διότι περιέχει μέσα της κάθε αριθμό (ώς δεχομένην πάντα αριθμόν έφ' εαυτού). 

Ο Πρόκλος ομοίως μας πληροφορεί ότι «η δεκάδα, όπως λέει ο Πυθαγόρειος ύμνος, αυτός ο θείος αριθμός προχωρά από τα άφθαρτα καταφύγια της μονάδας, μέχρις ότου φθάσει στη θεία τετράδα, η οποία γέννησε τη μητέρα όλων των πραγμάτων, τα πάντα δεχόμενη, σεβάσμια, όριο όλων των πραγμάτων, αναλλοίωτη και ακαταπόνητη, που και οι αθάνατοι Θεοί όσο και οι γεννημένοι στη γη άνθρωποι ονομάζουν ιερή δεκάδα». 

Και ο Πρόκλος προσθέτει ότι «η μονάδα και τα άφθαρτα καταφύγια της υποδηλώνουν σε αυτούς τους στίχους εκείνη την αμετάβλητη και απόκρυφη αιτία, το ένα όν (που χαρακτηρίζεται δηλαδή από το ένα και που είναι η κορυφή της νοητικής τάξης), ενώ η θεία τετράδα είναι η εξέλιξη προς το φως του νοητικού πλήθους, που αποκαλύπτεται από τη δυάδα, που είναι ανάμεσα στη μονάδα και την τετράδα, και η δεκάδα είναι ο κόσμος, που δέχεται τις εικόνες όλων των θείων αριθμών, που ουράνια μεταδίδονται σε αυτήν».

Η δεκάδα ονομάστηκε ουρανός, όπως μαθαίνουμε από τον ανώνυμο συγγραφέα, «διότι είναι το τελειότατο όριο του αριθμού και πήρε το όνομα δεκάς, σαν να ήταν δεχάς, δέκτης, όπως ακριβώς ο ουρανός είναι υποδοχέας όλων των πραγμάτων». Όσον αφορά το επίθετο ειμαρμένη, πληροφορούμαστε από τον ίδιο συγγραφέα ότι «αποκαλούσαν έτσι τη δεκάδα επειδή δεν υπάρχει καμία ιδιότητα, ούτε στους αριθμούς, ούτε στα πράγματα που υπάρχουν σύμφωνα προς τη σύνθεση του αριθμού, που να μην περιέχεται εν σπέρματι μέσα στη δεκάδα και τους αριθμούς εντός της. 

Αυτή εκτείνεται με συνοχή και συνέχεια στους αριθμούς που έπονται. Έτσι είναι ειμαρμένη, καθώς απομακρύνεται από τη μονάδα συγκροτημένα και ορθά διευθετημένη». Ομοίως, όπως η δεκάδα εμπεριέχει κάθε αριθμό και οι αριθμοί είναι άπειροι, πιθανώς εξαιτίας αυτού επονομάστηκε αιωνιότητα· διότι αιωνιότητα είναι η άπειρη ζωή. Λέω πιθανώς, διότι ο Μεούρσιους ανόητα παραλείπει τους λόγους που αναφέρονται από τον ανώνυμο συγγραφέα για αυτές τις ονομασίες, όπως επίσης για εκείνες της πίστης και της ανάγκης. 

Όσο για την ονομασία Άτλας, ο ανώνυμος συγγραφέας παρατηρεί ότι «η δεκάδα έλαβε αυτό το όνομα ως μνεία στον Τιτάνα Άτλα ντα, ο οποίος μυθολογείται ότι στηρίζει τους ουρανούς πάνω στους ώμους του. Ο Όμηρος αναφέρει για αυτόν: Και οι ψηλές στήλες που πάνω τους τη γη αυτός σηκώνει, στον έναστρο θόλο καταλήγουν και τις σφαίρες στηρίζουν. Αλλά η δεκάδα διαφυλάσσει την αιτία ή τις παραγωγικές αρχές των σφαιρών, σαν κάποια διάμετρος, συμπλεκόμενη και εμπεριέχουσα αυτές με τον πιο συγκροτημένο τρόπο». 

Όσον αφορά το όνομα Φάνης, καθώς η δεκάδα ονομάστηκε κόσμος και καθώς ο Φάνης, που υπάρχει ως το άκρο της νοητής τάξης, είναι το παράδειγμα του κόσμου, είναι φανερός ο λόγος για τον οποίο της αποδόθηκε αυτή η επωνυμία. Μπορούμε δε να προσθέσουμε ότι ο Φάνης, ο οποίος είναι το αυτόζωον του Πλάτωνα, εμπεριέχει τις πρώτες ιδέες, οι οποίες είναι τέσσερις και το 4 είναι παραδειγματικούς ή αιτιατώς το 10. Από τον ανώνυμο συγγραφέα μαθαίνουμε ότι την αποκαλούσαν κράτος, επειδή οι επίγειες φύσεις υποστηρίζονται από αυτήν και επειδή αυτή φαίνεται να κυβερνά τους άλλους αριθμούς. 

Είναι επίσης οχυρό και δέκτης όλων των αιτιών ή παραγωγικών αρχών, από όπου και καλείται κλειδούχος. Ομοίως, σύμφωνα με τον Κεδρηνό, «ονομάστηκε κλαδούχος ή η φέρουσα τους κλάδους, επειδή όλοι οι αριθμοί (κατόπιν αυτής) βλαστάνουν από αυτήν, σαν κλαδιά». Σύμφωνα με τον Ανατόλιο, καθώς μαθαίνουμε από τον ανώνυμο συγγραφέα, «η δεκάδα ονομάστηκε κράτος και παντέλεια, επειδή αυτή οριοθετεί κάθε αριθμό, εμπεριέχοντας τη φύση του άρτιου και του περιττού, του κινητού και του ακίνητου, του κακού και του αγαθού».
 

Τέλος, σύμφωνα με τον Χαλκίδιο στον Τίμαιο του Πλάτωνα, η δεκάδα ονομάστηκε από τους Πυθαγόρειους το πρώτο τετράγωνο, επειδή αυτή αποτελείται από τους πρώτους τέσσερις αριθμούς, 1, 2, 3 και 4. Έχουμε ήδη παρατηρήσει ότι όλοι οι αριθμοί περιστρέφονται στον αριθμό 9 -εξαιτίας αυτού ονομάστηκε από τους Πυθαγόρειους ωκεανός και ορίζοντας- ώστε αυτός είναι πράγματι παρωνύμιο της μονάδας. Ως εκ τούτου, μπορεί να φανεί περίεργο ότι και η δεκάδα θα πρέπει να θεωρείται ανάλογη προς τη μονάδα. 

Ο λόγος εντούτοις για αυτό είναι ότι ο πρώτος γόνος της μονάδας είναι ομοίως η μονάδα, η οποία περιέχει πιο εκτεταμένα όλα όσα υφίστανται με μεγαλύτερη συστολή και σαν υπήρχαν εν σπέρματι στην προηγούμενη μονάδα. Επομένως, τόσο η εννεάδα όσο και η δεκάδα είναι μονάδες· αλλά στην πρώτη όλοι οι αριθμοί υπάρχουν πιο συνεκτικά, ενώ στην τελευταία περισσότερο διασκορπισμένα και διαχωρισμένα.

ΕΠΙΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΡΙΘΜΟΥΣ

Οι Πυθαγόρειοι, λέει ο Πλούταρχος στην πραγματεία του Περί Ίσιδος και Οσίριδος, κοσμούσαν τους αριθμούς και τα σχήματα με τις ονομασίες των Θεών. Πράγματι αποκαλούσαν το ισόπλευρο τρίγωνο Αθηνά Κορυφαγένη (ή γεννημένη από την κορυφή) και Τριτογένεια, επειδή διαιρείται από τρεις καθέτους που φέρονται από τις τρεις γωνίες. Ονόμαζαν τη μονάδα ή το ένα Απόλλωνα, επειδή πείστηκαν από έναν προφανή λόγο (επειδή ο Απόλλωνας υποδηλώνει απομόνωση από το πλήθος και την απλότητα της μονάδας).

Επίσης, αποκάλεσαν τη δυάδα διαμάχη και τόλμη· και την τριάδα δικαιοσύνη. Διότι εφόσον το βλάπτειν και το βλάπτεσθαι υφίστανται σύμφωνα με την υπερβολή και την έλλειψη, η δικαιοσύνη, εξαιτίας της ισότητας, είναι μια μέση κατάσταση. Αλλά αυτό που ονομάζεται τετρακτύς, όντας ο αριθμός 36, ήταν, σύμφωνα με κοινή μαρτυρία, ο μεγαλύτερος όρκος ανάμεσα τους. Ονομαζόταν δε ο κόσμος, επειδή συγκροτείτο από τους πρώτους τέσσερις άρτιους και τους πρώτους τέσσερις περιττούς αριθμούς.

Στην ίδια πραγματεία, λέει: «Μυθολογείται από τους Αιγυπτίους ότι ο θάνατος του Οσίριδος συνέβη τη 17η ημέρα του μήνα, περίοδο κατά την οποία είναι ιδιαίτερα φανερό ότι η σελήνη είναι στη γέμιση. Για αυτό οι Πυθαγόρειοι ονομάζουν αυτή την ημέρα αντίπραξις, εμπόδιο ή αντίθεση και αποστρέφονται πλήρως τον αριθμό αυτό. Διότι το 17, ως μέσος ανάμεσα στον τετράγωνο 16 και τον επιμήκη 18 (οι μόνοι επίπεδοι αριθμοί που έχουν τις περιμέτρους τους ίσες με τα περιεχόμενα εμβαδά τους), τους φέρνει σε σύγκρουση και διαχωρίζει τον ένα από τον άλλο, και διαιρούμενος σε άνισα μερίδια σχηματίζει τον επόγδοο λόγο»· (δηλαδή με μία διαίρεση στο 9 και το 8).

Το ότι οι περίμετροι των δύο αυτών αριθμών 16 και 18 είναι ίσες προς τα εμβαδά τους είναι φανερό. Διότι το 16 είναι ένα τετράγωνο που κάθε πλευρά του είναι 4 και ο αριθμός των πλευρών είναι 4. Και το 18 μπορεί να θεωρηθεί ως ένα παραλληλόγραμμο που οι τέσσερις πλευρές του είναι 6, 6, 3, 3, το άθροισμα των οποίων είναι 18. Έχει παρατηρηθεί από το Μαρτιάνους Κάπελα ότι αν ο αριθμός 5 πολλαπλασιαστεί είτε με τον εαυτό του, είτε με οποιονδήποτε περιττό αριθμό, το γινόμενο πάντοτε λήγει σε 5. 

Έχω επίσης επισημάνει ότι το 6, όταν πολλαπλασιάζεται με τον εαυτό του, λήγει πάντοτε σε 6, ότι εαν πολλαπλασιάσει έναν άρτιο αριθμό, το γινόμενο θα λήγει πάντοτε σε αυτόν τον ίδιο αριθμό τον οποίο πολλαπλασιάζει ή στο τελευταίο ψηφίο αυτού. Έτσι 2 x 6=12, 4 x 6 = 24, 6 x 6 = 36, 8x 6 = 48, 10x6 = 60, 12x6 = 72, 14x6 = 84, 16x6 = 96, 18x6=108, κ.λπ. Αυτό δείχνει την ανωτερότητα του περιττού έναντι του άρτιου. Διότι το 5 υπερνικά τον περιττό αριθμό που πολλαπλασιάζει, κάνοντάς τον να λήγει στον εαυτό του· αλλά το 6 υπερνικάται από τον άρτιο αριθμό που πολλαπλασιάζει και λήγει σε αυτόν.

Ο Ιάμβλιχος, στο Περί της Νικομάχου Αριθμητικής Εισαγωγής, παρατηρεί για τον αριθμό 6 ότι «εκτός του ότι είναι ένας τέλειος αριθμός, είναι ο πρώτος αρτιοπέρισσος αριθμός και ο πρώτος από τους ετερομήκεις αριθμούς. Και προσθέτει ότι ονομαζόταν γάμος από τους Πυθαγόρειους, επειδή η πρώτη συνένωση του αρσενικού και θηλυκού υφίσταται από την ανάμιξη σύμφωνα με αυτόν τον αριθμό. Ως συνέπεια επίσης της ολοκληρίας και της συμμετρίας που περεχεί, τον αποκαλούσαν υγεία και κάλλος. 

Οι ακόλουθες ιδιότητες του 6 και του 8 είναι αξιοσημείωτες και πιστεύω ότι διέφυγαν της προσοχής τόσο των αρχαίων όσο και των σύγχρονων μαθηματικών. Αφορούν τον σχηματισμό των τετραγώνων από τη συνεχή πρόσθεση αυτών των αριθμών με τους εαυτούς τους μαζί με τη μονάδα. Για παράδειγμα, 1 + 6 + 6 + 6 + 6 =25, δηλαδή 1 + (6x4) = 25 και 25 + (6 x 16) = 121, 121+ (6 x 28) = 289, και 289 + (6x40) = 529. Και το ίδιο για τους υπόλοιπους. Δηλαδή το 1 προστιθέμενο στο τέσσερις φορές το 6 ισούται με 25· αυτό προστιθέμενο στο 16 φορές το 6 ισούται με 121· το 121 προστιθέμενο στο 28 φορές το 6 ισούται με 289, κ.λπ. 

Παρατηρείται ότι οι τετραγωνικές ρίζες των αριθμών που παράγονται έτσι, διαφέρουν η μία από την άλλη κατά 6. Διότι οι ρίζες είναι 5, 11, 17, 23, κ.λπ., ενώ η διαφορά των πολλαπλασιαζόμενων αριθμών είναι πάντοτε 12. Έτσι ο πρώτος πολλαπλασιαστής είναι 4, ο δεύτερος 16, ο τρίτος 28, ο τέταρτος 40, και η διαφορά μεταξύ τους είναι 12. Όσον αφορά το 8 έχουμε 1 +8 = 9 + (8 x 2) = 25 + (8 x 3) = 49 + (8 x 4 ) = 81 + (8 x 5 ) = 121 + (8 x 6)=169 . 

Έτσι οι ρίζες των τετραγώνων είναι οι περιττοί αριθμοί 3, 5, 7, 9, 11, 13, κ.λπ., που διαφέρουν η μία από την άλλη κατά 2· και οι πολλαπλασιαζόμενοι αριθμοί είναι 2, 3, 4, 5, 6, κ.λπ. Το άθροισμα 1 + 4 + 4, κ.λπ., θα παράγει ομοίως τους ίδιους τετράγωνους αριθμούς, καθώς και το 1 + 8 + 8, κ.λπ.
 
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΟΥ ΘΕΩΡΗΜΑΤΟΣ

Το Πυθαγόρειο Θεώρημα

«Εν τοις ορθογωνίοις τριγώνοις το από της την ορθήν γωνίαν υποτεινούσης πλευράς τετράγωνον ίσον εστί τοις από των την ορθήν γωνίαν περιεχουσών πλευρών τετραγώνοις».

«Το τετράγωνο της υποτείνουσας ενός ορθογώνιου τριγώνου ισούται με το άθροισμα των τετραγώνων των δύο καθέτων πλευρών του».

Αν και η ναυαρχίδα της θεωρίας του Πυθαγόρα είναι η τετρακτύς, το Πυθαγόρειο θεώρημα είναι αυτό που τον καθιέρωσε στο χώρο των μαθηματικών και χάριν αυτού είναι γνωστός στους περισσότερους ανθρώπους σήμερα. Το Πυθαγόρειο θεώρημα μελετά τη σχέση ανάμεσα στις πλευρές ενός ορθογωνίου τριγώνου και αποτελεί θεώρημα της επιπέδου Ευκλείδειας γεωμετρίας. Το Πυθαγόρειο θεώρημα ονομάζεται και «Εκατόμβη» ή «Θεώρημα εκατόμβης» γιατί σύμφωνα με την παράδοση ο Πυθαγόρας μόλις το διατύπωσε προσέφερε θυσίες στους θεούς.

Ιστορική Επισκόπηση 

«Έστιν ουν πρόνοια η μεν ανωτάτω και πρώτη του πρώτου θεού νόησις είτε και βούλησις ούσα ευεργέτις απάντων, καθ’ ην πρώτως έκαστα των θείων δια παντός άριστά τε και κάλλιστα κεκόσμηται».
Πλούταρχος, «Ηθικά» Περί Ειμαρμένης

Ένα από τα πιο συναρπαστικά και ασφαλώς πιο φημισμένα και χρήσιμα θεωρήματα της Ευκλείδειας Γεωμετρίας είναι το λεγόμενο Πυθαγόρειο Θεώρημα, που λέει ότι «σε κάθε ορθογώνιο τρίγωνο το τετράγωνο της υποτείνουσας είναι ίσο με το άθροισμα των τετραγώνων των δύο κάθετων πλευρών». Αν υπάρχει ένα θεώρημα του οποίου η γέννηση δικαιούται να θεωρηθεί μια μεγάλη στιγμή στα μαθηματικά, τότε το Πυθαγόρειο Θεώρημα είναι το πιο κατάλληλο, γιατί είναι ίσως το πρώτο πραγματικά μεγάλο Θεώρημα των μαθηματικών.

Όταν όμως αρχίζουμε να εξετάζουμε την προέλευση του Θεωρήματος, τότε είναι σαν να ψάχνουμε σε θολά νερά. Αν και η παράδοση έχει αποδώσει το περίφημο θεώρημα στον Πυθαγόρα, η εξέταση πήλινων πινάκων με σφηνοειδή γραφή, που βρέθηκαν στην Μεσοποταμία τον 20ο αιώνα, αποκαλύπτει ότι οι αρχαίοι Βαβυλώνιοι που έζησαν πάνω από χίλια χρόνια πριν τον Πυθαγόρα, γνώριζαν το Θεώρημα. Το θεώρημα γνώριζαν επίσης οι αρχαίοι Ινδοί και Κινέζοι της εποχής του Πυθαγόρα ή και νωρίτερα, όπως αποδεικνύεται από σχετικές εργασίες τους (Van der Waerden, 2000). 

Αυτές οι μη Ελληνικές και πιθανόν Προελληνικές αναφορές στο Θεώρημα δεν περιέχουν όμως αποδείξεις του, και ίσως είναι αλήθεια ότι ο Πυθαγόρας ή κάποιο μέλος της διάσημης αδελφότητας του ήταν ο πρώτος που έδωσε μια λογική απόδειξη στο θεώρημα. Αν και οι ρίζες του είναι στη Γεωμετρία, το Θεώρημα που αποδίδεται παγκοσμίως στον Πυθαγόρα έχει βρει εφαρμογή σχεδόν σε κάθε κλάδο της επιστήμης, καθαρό ή εφαρμοσμένο. Ευρέως πάνω από τετρακόσιες αποδείξεις του είναι γνωστές, και ο αριθμός τους μεγαλώνει ακόμα. 


Ο κατάλογος περιλαμβάνει μια αρχική απόδειξη από τον μελλοντικό Αμερικανό Πρόεδρο Garfield, μια άλλη από τον δωδεκάχρονο τότε Albert Einstein, από το Leonardo da Vinci, ακόμα μία από ένα νεαρό τυφλό κορίτσι, και ο κατάλογος συνεχίζεται. Μερικές από αυτές τις αποδείξεις είναι συναρπαστικές στην απλότητά τους, ενώ άλλες είναι απίστευτα σύνθετες. Το ίδιο το Θεώρημα είναι γνωστό με διάφορα ονόματα: το «Πυθαγόρειο Θεώρημα», το «Θεώρημα της υποτείνουσας», το «Θεώρημα της εκατόμβης» ή απλά «Ευκλείδης », αποκαλούμενο έτσι επειδή παρατίθεται ως πρόταση των Στοιχείων του Ευκλείδη.

Σήμερα σκεφτόμαστε το Πυθαγόρειο Θεώρημα ως αλγεβρική σχέση από την οποία το μήκος μιας πλευράς ενός ορθογωνίου τριγώνου μπορεί να βρεθεί, λαμβάνοντας υπόψη τα μήκη των άλλων δύο πλευρών. Αλλά ο Πυθαγόρας δεν την αντιλήφθηκε έτσι. Γι’ αυτόν ήταν μια γεωμετρική δήλωση για τα εμβαδά. Ήταν μόνο με την ανάπτυξη της σύγχρονης άλγεβρας, περίπου το 16ο αιώνα, όταν το Θεώρημα εξοικειώθηκε στην αλγεβρική του μορφή.

a 2 + b2 = c2
 
Είναι σημαντικό να αντέξει αυτό στο μυαλό, εάν πρόκειται να επισημάνουμε την εξέλιξη του Θεωρήματος κατά τη διάρκεια των 2.500 ετών από τότε που ο Πυθαγόρας υποθετικά το απέδειξε πρώτος και το έκανε αθάνατο. Και δεν ήταν ούτε καν ο πρώτος που ανακάλυψε το Θεώρημα. Ήταν γνωστό στους Βαβυλώνιους και ενδεχομένως στους Κινέζους, τουλάχιστον χίλια έτη πριν από αυτόν (Van der Waerden, 2000). 

Οι Αιγύπτιοι και το Πυθαγόρειο Θεώρημα

Οι Αιγύπτιοι πρέπει να έχουν χρησιμοποιήσει τον τύπο a2 + b2 = c2 αλλιώς δε θα μπορούσαν να έχουν χτίσει τις πυραμίδες τους, αλλά δεν το έχουν εκφράσει ποτέ ως μία χρήσιμη θεωρία. Ο διασημότερος όλων των Αιγυπτιακών ιερών τόπων είναι οι πυραμίδες, που χτίζονται για πάνω από 1.500 έτη για να δοξάσουν τους κυβερνήτες Φαραώ κατά τη διάρκεια των ζωών τους, και ακόμα περισσότερο μετά από τους θανάτους τους. Ένας τεράστιος όγκος της βιβλιογραφίας ήταν γραμμένος στις πυραμίδες. Δυστυχώς, ένα μεγάλο μέρος αυτής της λογοτεχνίας είναι περισσότερο μυθιστοριογραφία παρά πραγματικότητα. 

Οι πυραμίδες έχουν προσελκύσει ένα κοινό προσκυνητών που βρήκε σε αυτά τα μνημεία κρυφές συνδέσεις για τα πάντα στον κόσμο, από τις αριθμητικές τιμές του (π) μέχρι και για τη χρυσή αναλογία της ευθυγράμμισης των πλανητών και των αστεριών. Αναφέρει ο Αιγυπτιολόγος Gillings, 1982. «Συντάκτες, μυθιστοριογράφοι, δημοσιογράφοι, και συγγραφείς μυθιστορημάτων βρήκαν κατά τη διάρκεια του δέκατου ένατου αιώνα ένα νέο θέμα (τις πυραμίδες), μία νέα ιδέα αναπτύχθηκε, και αυτοί που ήξεραν λιγότερα πράγματα και δεν κατανοούσαν καθαρά το θέμα, θα μπορούσαν πιο ελεύθερα να δώσουν τα ηνία στη φαντασία τους».

Οι Δακανάλης και Θεοδοσίου αναφέρουν ότι ο Legon μελέτησε εκτενώς και επέκτεινε την πρώτη τοπογραφική μελέτη που έγινε στην Γκίζα από τον W.M.F.Petrie (1883). Τα αποτελέσματα της εργασίας του Legon έχουν δημοσιευθεί στα περιοδικά της Αρχαιολογικής κοινότητας, Discussions in Egyptology και στο Gottinger Miszelen. Οι τρεις πυραμίδες στην Γκίζα περιγράφονται με ένα ορθογώνιο με πλευρές 1000 √2 και 1000 √3 . Ο Legon παρατήρησε ότι η τετραγωνική ρίζα χρησιμοποιήθηκε εκτενώς από τους κτίστες, γεγονός που δεν προκαλεί έκπληξη, διότι είναι γενικά αποδεκτό πως οι Αρχαίοι Αιγύπτιοι τη γνώριζαν. 

Ο τρόπος όμως με τον οποίο χρησιμοποιήθηκε στο όλο σχέδιο, προτείνει τη γνώση του Πυθαγορείου Θεωρήματος. Βεβαίως, χτίζοντας ένα τέτοιο τεράστιο μνημείο όπως είναι η μεγάλη πυραμίδα του Χέοπα 756 πόδια η κάθε πλευρά και το ύψος να αγγίζει τα 481 πόδια, απαιτεί πολλή μαθηματική γνώση, και σίγουρα αυτή η γνώση πρέπει να περιλαμβάνει το Πυθαγόρειο Θεώρημα. Αλλά το ήξεραν; Υπάρχουν αρχεία, όπως ο πάπυρος Berlin 6619 που χρονολογείται περίπου στο 1850 π.Χ., που παρουσιάζει τη γνώση των Πυθαγόρειων τριάδων από τους Αιγυπτίους. Εντούτοις, κανένα τρίγωνο δεν αναφέρεται εδώ ή κάπου αλλού. 

Ο Van der Waerden (2000) προτείνει ότι οι Αιγύπτιοι μπορεί να είχαν μάθει για τις Πυθαγόρειες τριάδες από τους Βαβυλώνιους. Υπέρ αυτής της άποψης, οι Boyer & Merzbach (1991) έγραψαν: «συχνά λέγεται ότι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι ήταν εξοικειωμένοι με τις Πυθαγόρειο Θεώρημα, αλλά δεν υπάρχει κανένας υπαινιγμός αυτού στους παπύρους που έχουν έρθει στα χέρια μας». Η κύρια πηγή πληροφοριών για τα αρχαία Αιγυπτιακά μαθηματικά προέρχεται από τον πάπυρο Rhind, μια συλλογή από ογδόντα τέσσερα προβλήματα που ασχολούνται με την αριθμητική, τη γεωμετρία και τη στοιχειώδη άλγεβρα. 

Ανακαλύφθηκε το 1858 από τον Σκωτσέζο Αιγυπτιολόγο Α. Henry Rhind. Έχει 18 πόδια μήκος και 13 ίντσες πλάτος. Επέζησε κάτω από εντυπωσιακά καλές συνθήκες και είναι το παλαιότερο εγχειρίδιο μαθηματικών που έφθασε σε μας σχεδόν άθικτο (τώρα βρίσκεται στο βρετανικό μουσείο στο Λονδίνο). Ο πάπυρος γράφτηκε περίπου το 1650 π.Χ. από έναν γραφέα που ονομαζόταν Α’h-mose, όνομα γνωστότερο στη δύση ως Ahmes. Αλλά δεν ήταν δική του εργασία (Van der Waerden, 2000) δεδομένου ότι ο Α’h-mose μας λέει ότι το αντέγραψε από ένα παλαιότερο έγγραφο που χρονολογείται περίπου το 1800 π.Χ. 

Κάθε ένα από τα ογδόντα τέσσερα προβλήματα ακολουθείται από μια λεπτομερή λύση βήμα προς βήμα. Επίσης, μερικά από τα προβλήματα συνοδεύονται από σχέδια. Πιθανότατα η εργασία ήταν ένα εγχειρίδιο κατάρτισης για χρήση σε κάποιο σχολείο γραφέων. Για αυτόν το λόγο υπήρχε η αίρεση των βασιλικών γραφέων στους οποίους όλοι οι λογοτεχνικοί στόχοι ήταν ορισμένοι. Ανάγνωση, γραφή και αριθμητική, τα σύγχρονασε μας «τρία Ρ».

Το Πυθαγόρειο Θεώρημα στα Κινεζικά Μαθηματικά

Απαντάται για πρώτη φορά στην «Μαθηματική πραγματεία για τον γνώμονα», το αρχαιότερο κείμενο που σώζεται στην ιστορία των Κινεζικών μαθηματικών. Το έργο αυτό είναι γραμμένο με μορφή διαλόγου ανάμεσα στον κυβερνήτη Ζόου και το σοφό Σανγκ Γκάο, ο οποίος θεωρείτο ως «εξαιρετικά επιδέξιος στους υπολογισμούς», και ανάμεσα στον Τσένζι και τον μαθητή Ρονγκ Φανγκ. Σύμφωνα με την μαρτυρία αυτή, η σχέση μεταξύ των πλευρών ορθογωνίου τριγώνου, με πλευρές 3, 4, 5, ήταν γνωστή στον Σανγκ Γκάο, ήδη από τον 12ο αι. π.Χ., ίσως και πιο πριν.

Στην ίδια πραγματεία αναφέρεται ότι «το ορθογώνιο που είναι περιγεγραμμένο σε κύκλο διαιρείται σε δύο τρίγωνα με πλευρές 3, 4, 5. Η ιδιότητα επομένως της γωνίας που βαίνει σε διάμετρο, η οποία αποδίδεται στον Θαλή από τον Πρόκλο, ήταν ήδη γνωστή στον Σανγκ Γκάο. Στο τέλος του έργου αυτού αναφέρεται επίσης ότι «οι επιφάνειες των δύο τετραγώνων που κατασκευάζονται στις δύο καθέτους έχουν άθροισμα είκοσι και πέντε, το οποίο είναι η επιφάνεια του τετραγώνου που κατασκευάζεται στην υποτείνουσα του τριγώνου». 

Αργότερα, στις «Δέκα κλασσικές μαθηματικές πραγματείες» ή «Δεκάβιβλο», που θεωρείται ότι συνέγραψε ή συνέταξε ο Ζεν Λουάν (6ος αιώνας μ.Χ.) εμφανίζεται ο ειδικός όρος «κανονικοί συντελεστές» που υποδηλώνει τη στοιχειώδη τριάδα Πυθαγόρειων αριθμών 3:4:5. Στο δεύτερο διάλογο της πραγματείας για το γνώμονα το θεώρημα διατυπώνεται στη γενική του μορφή κάνοντας χρήση γεωμετρικού σχήματος. 

Σε σχόλιο σημειώνεται ότι η απόδειξη αυτή βασίζεται στο σχήμα, από το οποίο προκύπτει ότι το τετράγωνο που κατασκευάζεται με πλευρά την υποτείνουσα c ορθογωνίου τριγώνου μπορεί να παρασταθεί ως άθροισμα του τετραγώνου που κατασκευάζεται με πλευρά τη διαφορά b των καθέτων και τεσσάρων ορθογωνίων τριγώνων με πλευρές a και b. Έτσι ο διάλογος αυτός θεωρείται ως η πρώτη γραπτή μαρτυρία της απόδειξης του Πυθαγορείου θεωρήματος στην ιστορία των Κινεζικών μαθηματικών. 

Το ίδιο σχήμα απαντάται αργότερα στο έργο του Ινδού μαθηματικού Bhaskara. Κατά το Μεσαίωνα οι Κινέζοι μαθηματικοί έκαναν συστηματική χρήση της ονομαζόμενης μεθόδου Γκόου-γκου σε προβλήματα υπολογισμών. Μάλιστα το τελευταίο κεφάλαιο του κλασσικού μαθηματικού έργου «Εννέα κεφάλαια της μαθηματικής τέχνης», βιβλίου που χαρακτηρίζει το ύφος της Κινεζικής μαθηματικής σκέψης, ονομάζεται «Γκόου-γκου». Σε όλα λοιπόν αυτά τα προβλήματα, εκτός από τα τρία τελευταία, χρησιμοποιείται το θεώρημα του Πυθαγόρα. Στα τρία τελευταία μόνο χρησιμοποιείται η ιδιότητα της αναλογίας των πλευρών ομοίων ορθογωνίων τριγώνων.
 

Έτσι το κεφάλαιο αυτό είναι στην πραγματικότητα αφιερωμένο στην εφαρμογή αλγεβρικών μεθόδων σε γεωμετρικά προβλήματα, όπου γίνεται χρήση του Πυθαγορείου θεωρήματος (στα Κινεζικά «γκόου-γκου ντινλί», που στην κυριολεξία σημαίνει «θεώρημα του ορθογωνίου τριγώνου») και της ομοιότητας ορθογωνίων τριγώνων. Επομένως η «μέθοδος γκόου-γκου» συνίσταται στην υπολογιστική λύση ενός προβλήματος με εφαρμογή της ισότητας του τετραγώνου της υποτείνουσας με το άθροισμα των τετραγώνων των καθέτων.

Ορισμένα προβλήματα οδηγούν σε λύση τετραγωνικής εξίσωσης ή συστήματος ισοδύναμου με τετραγωνική εξίσωση. Πολλά από τα προβλήματα αυτά είναι όμοια με προβλήματα που εμφανίζονται στα αρχαία Αιγυπτιακά, Βαβυλωνιακά ή Ινδικά μαθηματικά. Ο γενικός κανόνας της λύσης εκτίθεται στην αρχή του ένατου κεφαλαίου και βασίζεται στους τρεις αλγορίθμους για τις τρεις πλευρές του ορθογωνίου τριγώνου οι οποίοι εφαρμόζονται στα τρία πρώτα προβλήματα στη στοιχειώδη Πυθαγόρεια τριάδα a = 3 (γκόου), b = 4 (γκου), c = 5 (σιαν). 

Στα προβλήματα αυτά απαιτείται να καθοριστούν σωστά ποια μεγέθη πρέπει να ληφθούν ως κάθετοι (γκόου και γκου) και υποτείνουσα (σιαν), ώστε να είναι δυνατός ο υπολογισμός ενός από αυτά τα μεγέθη. Το πιο σημαντικό πρόβλημα είναι η εύρεση της διαγωνίου ορθογωνίου ή τετραγώνου από τις πλευρές του, που στην περίπτωση μοναδιαίου τετραγώνου οδηγεί στο κλασσικό πρόβλημα της εύρεσης της √2 . Στα αρχαία Κινεζικά κείμενα για το μέγεθος αυτό προτείνεται ο λόγος 7:5. Ωστόσο, πως ελήφθη η προσέγγιση αυτή στην Κίνα δεν είναι γνωστό.

Το Πυθαγόρειο θεώρημα στα Ινδικά Μαθηματικά

Απαντάται στα θρησκευτικής και φιλοσοφικής σημασίας έργα «Σουλβασούτρας» που περιέχουν γεωμετρικές κατασκευές και υπολογισμούς που χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή βωμών και τον προσανατολισμό των ναών. Το τετράγωνο που κατασκευάζεται πάνω στην υποτείνουσα αποτελείται από τις επιφάνειες S, III, IV και s. Το άθροισμα των τετραγώνων των δύο καθέτων πλευρών αποτελείται από τις επιφάνειες S, I, II και s. Όμως τα τρίγωνα I, II, III και IV είναι ίσα. 

Η απόδειξη αυτή ώθησε ορισμένους ιστορικούς να υποθέσουν ότι οι Ινδοί μαθηματικοί κατέληξαν στο Πυθαγόρειο θεώρημα από την κατασκευή αυτή. Αργότερα, στο έργο «Η κορωνίδα της επιστήμης» (περίπου 1150) του Bhaskara 1114 -περίπου 1185), απαντάται μια άλλη απόδειξη του Πυθαγορείου θεωρήματος που βασίζεται σε άλλο διαμερισμό της επιφάνειας του τετραγώνου της υποτεινούσης που ήταν από πιο πριν γνωστός στην Κίνα. Στην απόδειξη αυτή ο Ινδός μαθηματικός απλώς εκθέτει το σχήμα, το οποίο συνοδεύεται από την μονολεκτική επεξήγηση «Ιδέ».

Ο Bhaskara δίδει και άλλη απόδειξη του Πυθαγορείου θεωρήματος, που βασίζεται στη διαίρεση ενός ορθογωνίου τριγώνου από το ύψος σε δύο τρίγωνα όμοια με το αρχικό και μεταξύ τους. Η απόδειξη αυτή ανακαλύφτηκε εκ νέου από τον Λεονάρδο της Πίζας το 1220 και τον 17ο αι. από τον Τζ. Ουώλλις. O Bhaskara, Ινδός μαθηματικός και αστρονόμος Bhaskara, που διέπρεψε γύρω στα 1150, έδωσε μία άλλη απόδειξη του πυθαγορείου θεωρήματος. 

Είναι μια απόδειξη διαμέρισης, κατά την οποία το τετράγωνο πάνω στην υποτείνουσα διαμερίζεται, όπως δείχνει το παρακάτω σχήμα, σε τέσσερα τρίγωνα, καθένα από τα οποία είναι ίσο με το δεδομένο ορθογώνιο τρίγωνο, και σε ένα τετράγωνο πλευράς ίσης με τη διαφορά των καθέτων του δεδομένου τριγώνου. Τα κομμάτια αυτά αναδιατάσσονται εύκολα για να μας δώσουν το άθροισμα των τετραγώνων πάνω στις δύο καθέτους. Ο Bhaskara σχεδίασε το σχήμα και η μόνη επεξήγηση που έδωσε ήταν η λέξη «ιδού!». Με λίγη άλγεβρα παίρνουμε ασφαλώς την απόδειξη, διότι αν γ είναι η υποτείνουσα και α και β οι κάθετες πλευρές του ορθογώνιου τριγώνου, τότε

γ2= 4(αβ/2) + (β-α)2 = α2+β2
 
Ο ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΟΣ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΡΙΘΜΩΝ ΚΑΙ ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΟΥ ΚΡΥΒΟΥΝ 

Κανένα ολοκληρωμένο έργο που να αφορά την εσωτερική σημασία των αριθμών δεν έχει διασωθεί, Πέραν από ένα σύγγραμμα που αποδίδεται στον Ιάμβλιχο, το Περί θεολογουμένης Αριθμητικής, στο οποίο αναπτύσσονται οι ιδιότητες των 10 πρώτων αριθμών από μαθηματικής και αρμονικής πλευράς και παρέχονται πολυάριθμα προσηγορικά ονόματα για τον κάθε ένα. 

Το σύγγραμμα αυτό περιέχει μέρη από την ομώνυμη χαμένη πραγματεία του Νικομάχου του Γερασηνού, από το χαμένο σύγγραμμα του Ανατόλιου (Περί της Δεκάδος και των Αριθμών), του δασκάλου του Ιάμβλιχου και από κάποια χωρία που έχουν γραφεί από κάποιον άγνωστο μελετητή, ο οποίος πιθανόν να είναι ο Ιάμβλιχος, καθώς ο ίδιος αναφέρει τόσο τον Νικόμαχο όσο και τον Ανατόλιο.

Οι διδασκαλίες του Πυθαγόρα έχουν έρθει σε μας με πολύ μικρά αποσπάσματα και όχι άμεσα μέσα από τον ίδιο τον Πυθαγόρα. Ότι ξέρουμε για τις διδασκαλίες του καθώς επίσης και των Πυθαγορείων προέρχονται από ποικίλες πηγές μετά από το θάνατο του Πυθαγόρα. Σίγουρα, γνωρίζουμε πως ο Πυθαγόρας δίδαξε κατ' εξοχήν τα μαθηματικά και τους αριθμούς, γενικά. Μια πηγή για αυτό είναι, ο Αριστοτέλης που έγραψε στα Μεταφυσικά του: 

«Οι Πυθαγόρειοι αφοσιώθηκαν στα μαθηματικά και ήταν οι πρώτοι στην ανάπτυξη αυτής της επιστήμης. Μέσα από την μελέτη των μαθηματικών, πίστεψαν πως οι αρχές των μαθηματικών είναι οι αρχές όλων. Επειδή οι αριθμοί είναι κατά στη φύση πρώτοι, φαντάστηκαν ότι θα μπορούσαν να αναγνωρίσουν στους αριθμούς και στα παράγωγα, περισσότερο παρά το πυρ, στη γη και στο ύδωρ και δεδομένου ότι φάνηκε σαφές ότι όλα τα άλλα πράγματα στη φύση διαμορφώθηκαν επάνω στους αριθμούς και ότι οι αριθμοί είναι τα τελευταία πράγματα σε ολόκληρο το φυσικό κόσμο και ολόκληρος ο κόσμος είναι μια αναλογία ή ένας αριθμός».

Ένα μεγάλο μέρος σπουδαιότητας των αριθμών στη φιλοσοφία του Πυθαγόρα, μια λέξη που Πυθαγόρας ο ίδιος ήταν ο πρώτος που χρησιμοποιεί για να περιγράψει τον εαυτό του ως Φίλο - Σοφός (εραστής της φρόνησης), προήλθε από τη σημασία των ιερών αριθμών στα Ορφικά μυστήρια και από τις μελέτες του στην Αίγυπτο και αργότερα στη Βαβυλωνία και την Περσία. Για τους Πυθαγορείους, ο αριθμός δέκα ήταν ο πιο ιερός αριθμός και τον παρουσίαζαν ταυτόχρονα με τους άλλους πρωταρχικούς αριθμούς, που είναι οι αριθμοί ένα ως εννέα που κατέληγαν στο δέκα, σε ένα ιερό σύμβολο.

Ξέρουμε ότι οι Πυθαγόρειοι είχαν ένα μυστικό σύμβολο για να αναγνωρίζουν ο ένας τον άλλον. Αυτό το σύμβολο ήταν ένα σχέδιο δέκα σημείων γνωστό ως Τετρακτύς. Το σύμβολο αποτελούταν από τέσσερα επίπεδα που διαμόρφωναν σε ένα τρίγωνο με μια βάση τεσσάρων σημείων, ακολουθούσε ένα επίπεδο τριών σημείων, μετά ένα με δύο και τελικά ένα σημείο στο ανώτερο επίπεδο του συμβόλου. Αυτό το ιερό σύμβολο στους πυθαγορείους εκφράστηκε έτσι:

Η ανάγλυφη παράσταση της Τετρακτύος μπορεί να είχε την προέλευσή της σε μια παράσταση χαλικιών που χρησιμοποιούταν στη μελέτη των μαθηματικών, καθώς επίσης και στο πρώτο γράμμα της λέξης "Δεκάς" που είναι ένα τρίγωνο, το Δ είναι ένα τρίγωνο. Αναπτύχθηκε μια μελέτη μυστικών ιδιοτήτων των αριθμών στη δεκάδα που ονομάστηκε αριθμολογία. Αυτή η μελέτη εξέταζε τις ιδιότητες και τις μαγικές δυνάμεις των αριθμών, συσχετίζοντας τους με τα ζωντανά και άψυχα αντικείμενα, καθώς επίσης και με Θεούς και Θεές. Το σύστημα αναφέρεται στον Τίμαιο του Πλάτωνα.

Η έννοια της Τετρακτύος μόλις κατανεμηθεί σε κάθε ατομική γραμμή και σημείο έχει μια μάλλον εντυπωσιακή ομοιότητα με το Δέντρο της Ζωής που χρησιμοποιείται στην Καμπαλά. Ακολουθούν τα παραδείγματα κάθε αριθμού της δεκάδας που χρησιμοποιεί η αριθμολογία και οι έννοιες που συνδέονται με την Τετρακτύ είναι οι ακόλουθες:


Μονάς: 

Ήταν το Ένα και αντιπροσώπευσε πολλές μεταφυσικές κυριότητες και έννοιες. Ήταν γνωστή ως Είδος, Πηγή ορίου και μορφής. Η Ευδαιμονία, ο Δημιουργός. Η ευτυχία, η αρμονία, η τάξη και η φιλία. Εξισώθηκε με τον Απόλλωνα, το Θεό του Λόγου και με τον Υπερίωνα, την κεντρική φλόγα και ταυτόχρονα με τον Ήλιο σαν κέντρο του κόσμου και το νόηση σαν κέντρο του ανθρώπινου σώματος.
Στο έργο "Περί Ίσιδος και Οσίριδος".

Ο Πλούταρχος κάνει μιαν αναφορά στην πυθαγόρεια φιλοσοφία και τη θεοποίηση των αριθμών με πρώτη τη μονάδα, τον αριθμό ένα, το ον, το άρτιο (την μονάδα τους άνδρας ονομάζειν Απόλλωνα.). Αντιπροσώπευε επίσης την ενότητα και την τελειότητα. Είναι το Σημείο, η πηγή όλων των αριθμών. Το καλό, το επιθυμητό, το ουσιώδες, το αδιαίρετο. Ο Πυθαγόρας έλεγε πως διαφέρει η Μονάς από το Έν. Όμοια και η Δυάς από το Δύο.

Δυάς:

Ήταν το Δύο. Για τους Πυθαγορείους, αυτός ο αριθμός αντιπροσώπευσε το πρώτο στάδιο προς τη διαδρομή της δημιουργίας. Η δυάδα αντιπροσώπευσε την πόλωση, την αντίθεση, την απόκλιση, την ανισότητα, και την αστάθεια. Καλείται συχνά Τόλμη, καθώς διασκορπίζει την τελειότητα και την ενότητα της Μονάδας. Είναι η γραμμή, η διαφορά, ο αριθμός της υπερβολής και της έλλειψης. Ο πρώτος θήλυ αριθμός. Η Δυαδικότητα.

Τριάς: 

Ο επόμενος αριθμός είναι ο αριθμός τρία. Οι Πυθαγόρειοι τον έβλεπαν ως πρώτο αληθινό αριθμό. Είναι ένα σύνολο που αντιπροσωπεύει την αρχή, τη μέση και το τέλος. Ο αριθμός αντιπροσωπεύει τον αρχή όλων που είναι ολόκληρα και τέλεια, τις τρεις διαστάσεις, και την τριμερή ψυχή. Ο αριθμός υπονοεί επίσης από το Παρελθόν, το Παρόν και το Μέλλον. Ενσωματώνει τη φρόνηση και την πρόβλεψη, επειδή οι άνθρωποι που εξετάζουν και τα τρία μέρη του χρόνου θα επιλέξουν ένα σωστό σχέδιο δράσης. 

Η γνώση αντιπροσωπεύθηκε επίσης από την τριάδα, όπως ήταν οι δυνάμεις της προφητείας και της μοίρας. Για να συσχετίσουν την τριάδα με τις προφητείες, οι χρησμοί στα μαντεία στην αρχαιότητα γινόταν σε κοιλώματα που υποστηριζόταν σε ένα τρίποδα. Δυνάμει της τριάδας, η ενότητα και η ποικιλομορφία αυτού που είναι αποτελούμενου, επιστρέφει στην αρμονία. Ο πρώτος περίεργος, άρρεν αριθμός. 

Για τον αριθμό λοιπόν τρία, ο Ιάμβλιχος λέει, ότι είναι εξαιρετικού κάλλους και ευσχημοσύνης σε σύγκριση με όλους τους άλλους, επειδή κατέστησε τις δυνάμει ιδιότητες της μονάδας σε ενεργεία, εκφράζοντας την αναλογία, τη συνένωση και την αποτέλεση. Είναι δηλαδή ο πρώτος ενεργεία, επειδή υπερτερεί του ίσου και έχει κάτι περισσότερο από το ίσο στο ένα μέρος του (η μονάδα = 1, η δυάδα = 1+1, η τριάδα = 1+2), ενώ το εξαιρετικό σε αυτόν είναι ότι αποτελεί τη συνέχεια των δύο πρώτων αιτιών και βεβαίως τη σύνθεση αμφοτέρων. 

Ο Ανατόλιος τον αποκαλεί "πλήρη" επειδή δείχνει τα πάντα και την αρχή και το μέσον και το τέλος, και για τον λόγο αυτό, όταν επαινούν τα υπέρμετρα τον χρησιμοποιούν ως πρόθεμα (τρισευτυχής ή τρισευδαίμονας), ενώ ο Νικόμαχος τον θεωρεί ως την έναρξη των αριθμών και το θεμέλιο της γεωμετρίας. Ο Νικόμαχος επίσης είναι αυτός που κάνει αναφορά στον αριθμό των σπονδών που οι άνθρωποι πρέπει κάνουν, αν επιθυμούν να εκπληρωθούν οι προσευχές τους.

Τετράς: 

Είναι ο αριθμός τέσσερα. Το τέσσερα αντιπροσώπευε την ολοκλήρωση. Για τους Πυθαγορείους, όλα και φυσικά και αριθμητικά ολοκληρώθηκαν στην πρόοδο του ενός μέχρι το τέσσερα. Το εξέφρασαν με τις τέσσερις εποχές, τα τέσσερα στοιχεία (γη, αέρας, πυρ και ύδωρ), τα τέσσερα ζωτικής σημασίας μουσικά διαστήματα και τα τέσσερα είδη πλανητικής κίνησης. Το τέσσερα απεικόνιζε την ευθύτητα και τη σταθερότητα.

Ο Πλάτων χρησιμοποίησε αργότερα τον αριθμό τέσσερα στις τέσσερις ικανότητες του ατόμου - νοημοσύνη, λόγος, αντίληψη και φαντασίωση. Οι Πυθαγόρειοι αξιολόγησαν τέσσερις μαθηματικές επιστήμες, της αριθμητικής, της μουσικής, της γεωμετρίας και της αστρονομίας τα θεμέλια της αληθινής γνώσης. Κατά συνέπεια η τετράς αντιπροσωπεύει τη Δικαιοσύνη στον Πυθαγόρα και τους μαθητές του. Ο αριθμός αυτός αντιπροσώπευσε την ολοκλήρωση όλων των πραγμάτων στην ακόλουθη πρόοδο 1 + 2 + 3 + 4 = 10.

Έτσι έφθασαν στο σύμβολο της Τετρακτύος. Η Τετρακτύς έγινε έπειτα το πρότυπο για τον Κόσμο και την ανθρώπινη ψυχή. Είναι το στερεό. Το πρώτο θήλυ τετράγωνο. Η δικαιοσύνη, το ακλόνητο και το τετράγωνο. Ο αριθμός του τετραγώνου, των στοιχείων, των εποχών, των ηλικιών του ατόμου, των σεληνιακών φάσεων, των αρετών.

Πεντάς:

Ο αριθμός πέντε. Είναι ένας συνδυασμός περιττού και άρτιου και επίσης από τους αριθμούς δύο και τρία στην πρόσθεσή τους. Η πεντάς επίσης αντιπροσωπεύει το γάμο, την ένωση της αρσενικής και θηλυκής συμφιλίωσης και την αρμονία. Η Πεντάς ήταν αφιερωμένη στην Αφροδίτη. Οι Πυθαγόρειοι έλεγαν πως η πεντάς περιέχει τα φυσικά φαινόμενα του σύμπαντος.

Συχνά αυτό ήταν διατυπωμένο όπως το σύμπαν σπάρθηκε από τη μονάδα, απέκτησε κίνηση μέσω της δυάδας, μετά απέκτησε ζωή μέσω της πεντάδας και περικυκλώθηκε από τη δεκάδα. Είναι ο άρρεν αριθμός του γάμου, που ενώνει τον πρώτο θήλυ αριθμό και τον πρώτο άρρεν αριθμό δια της προσθέσεως. Ο αριθμός των δαχτύλων στα άνω και κάτω άκρα. Ο αριθμός των κανονικών στερεών ή πολυέδρων. Ακατάλυτος: Όλα τα πολλαπλάσιά του τελειώνουν σε 5.

Εξάς: 

Είναι ο αριθμός έξι. Στους Πυθαγορείους είναι ο πρώτος τέλειος αριθμός. Προσθέτοντας τους αριθμούς 1, 2 και 3 προκύπτει το 6. Έτσι δημιουργείται η εξάδα. Ο αριθμός αντιπροσωπεύει τις καταστάσεις της υγείας και της ισορροπίας. Αντιπροσώπευσε επίσης την πληρότητα, την ειρήνη και τη θυσία. Ο αριθμός έξι συνδέθηκε επίσης με τον Ερμαφρόδιτο.Είναι ο πρώτος θήλυ αριθμός γάμου, που ενώνει το 2 και το 3 μέσω του πολλαπλασιασμού. Ο πρώτος τέλειος αριθμός. 

Είναι ίσος με το ποσό των μερών των υποπολλαπλασίων του, δηλαδή οι διαιρέτες ή τα παραγόμενα, εκτός του εαυτού του, δίνουν 6. Κατά συνέπεια, 1+2+3 = 6 και 1*2*3 = 6. Το εμβαδόν του ασύμμετρου ορθογωνίου τριγώνου, 3-4-5. Ο αριθμός έξι και πιο συγκεκριμένα η εξάδα, σύμφωνα με τον Ανατόλιο, είναι "τέλειος", διότι μπορεί να μετρηθεί από τα μέρη του (1+2+3 = 6 και 1x2x3 = 6). Παράγεται από τη δύναμη και τον πολλαπλασιασμό του πρώτου άρτιου και του πρώτου περιττού, του αρσενικού και του θηλυκού, και για αυτό καλείται "αρσενόθηλυς". 

Ονομάζεται και "γάμος" διότι δεν γίνεται δια της προσθέσεως, όπως ο αριθμός 5 (= 2+3), αλλά δια του πολλαπλασιασμού (2x3 = 6). Από την "τελειότητα" της εξάδας προκύπτει και ο πρώτος αρμονικός μέσος όρος (αυτός είναι και ο λόγος που η νοητή γραμμή των αρμονικών σχέσεων των συχνοτήτων ξεκινά από τον αριθμό 6), του οποίου η σχέση με το 8 είναι "επίτριτη" (8:6 = 4:3) κ.ο.κ.
 

Οι Πυθαγόρειοι αποκαλούσαν την εξάδα "ολομέλεια" και "ειρήνη" και "κόσμο", καθώς συνίσταται αρμονικά από τα αντίθετα. αλλά και η συναρίθμηση της λέξης Κόσμος είναι 600 (Κ20+Ο70+Σ200+Μ40+Ο70+Σ200 και όλο μαζί ΚΟΣΜΟΣ = 600, που σημαίνει 6). Η Αφροδίτη λοιπόν, η θεά του έρωτα και της φιλίας, ενώνει τα αντίθετα όπως και ο αριθμός 6, ενώ ακόμη αναπαριστά την αρχή της ολότητας και της τελειότητας.

Επτάς: 

Είναι ο αριθμός επτά. Αυτός ο αριθμός δεν μπορεί να παραχθεί από οποιαδήποτε άλλον που αποτελεί τη δεκάδα. Οι έννοιες που αντιπροσωπεύονται από την επτάδα είναι χαρά, αγάπη και ευκαιρία. Ο αριθμός αντιπροσώπευσε επίσης την παρθενία και θεωρήθηκε αφιερωμένος στην παρθένα θεά Αθηνά. Επίσης, δεδομένου ότι το επτά δεν μπορεί να διαιρεθεί, εκτός από τον εαυτό του, αντιπροσώπευσε μιαν ακρόπολη. Επίσης, ένας κύκλος δεν μπορεί να διαιρεθεί σε επτά μέρη.

Ο Ανατόλιος χαρακτηρίζει τον αριθμό 7 "αμήτωρα", ως μη προκύπτοντα από διπλασιασμό ή πολλαπλασιασμό άλλου αριθμού, και "παρθένο", διότι παράγεται μονάχα από τη μονάδα. Επτά είναι ο αριθμός της πρώτης μουσικής συμφωνίας, της δια τέσσερα (4+3), επτά είναι το άθροισμα των κάθετων πλευρών του πρωτότυπου ορθογώνιου τριγώνου κ.ο.κ. Ο Νικόμαχος τον χαρακτηρίζει "αγέλη", επειδή έχει συναχθεί σε αυτοτελή ενότητα και παραμένει αδιάσπαστος. 

Επτά είναι και οι αστερισμοί και σι αρχάγγελοι και οι ημέρες της εβδομάδας. Και ενώ κατά την εξάδα εκδηλώνεται η ψυχή και το σώμα (η έξις της ψυχής και του σώματος), η προσπάθεια της τελείωσης και η διανόηση εκδηλώνονται κατά την επτάδα (την εβδομάδα). Ο Νικόμαχος παραθέτει επίσης παρόμοια σχόλια με αυτά του Αλέξανδρου του Αφροδισιέα. 

Ο γνωστός μύθος της γέννησης του Ηρακλή που μας παρουσιάζει ο Όμηρος στην Ιλιάδα του, μας λέει ότι η Ήρα, για να εκδικηθεί την απιστία του συζύγου της, παρέτεινε την ολοκλήρωση του κύκλου της κύησης της Αλκμήνης, με αποτέλεσμα να προηγηθεί της γέννησης του Ηρακλή ο "εφταμηνίτης" Ευρυσθέας, ο γιος της Νικίππης, της γυναίκας του Σθένελου, ο οποίος και τελικά σύμφωνα με τον όρκο του Δία ήταν αυτός που θα εξουσίαζε όλους τους γείτονές του.

Οκτάς: 

Η οκτάς ή ο αριθμός οκτώ ήταν σημαντικό στους Πυθαγορείους επειδή ήταν ο πρώτος κύβος (2*2*2). Σύνδεσαν οκτώ με την ασφάλεια, την σταθερότητα και όλα όσα ήταν ισορροπημένα στο σύμπαν. Οι Πυθαγόρειοι κάλεσαν συχνά την οκτάδα, "Εμπεριέχουσα των Αρμονιών", επειδή είναι η πηγή μουσικής αναλογίας. Είναι από τους πλέον Ιερούς στο Σουφισμό.

Κάθε μήνα, την όγδοη μέρα, γινόταν θυσίες στους Θεούς, γιατί υπήρχε μια ευρύτατα διαδεδομένη άποψη που έλεγε ότι ένα παιδί που γεννιέται κατόπιν επτάμηνης κυοφορίας μπορεί να ζήσει, ενώ όταν γεννηθεί στους οκτώ μήνες πεθαίνει.

Εννεάς: 

Ο αριθμός εννέα, ο οποίος κλήθηκε επίσης ορίζοντας, επειδή χαρακτήρισε τη γραμμή μεταξύ της δεκάδας και των αριθμών που κατέληξαν σε αυτήν. Οι Πυθαγόρειοι έβλεπαν το εννέα σαν αριθμό ολοκλήρωσης. Αυτό οφειλόταν στους εννέα μήνες της εγκυμοσύνης και στην ύπαρξη των εννέα Μουσών. Είναι τον πρώτο άρρεν τετράγωνο (3*3). Ακατάλυτο που όμως πολλαπλασιασμένο συχνά, αναπαράγεται.

Δεκάς: 

Η δεκάς ή ο αριθμός δέκα ήταν ο πιο ιερός όλων των αριθμών στους Πυθαγορείους. Αυτός ο αριθμός περιέχει όλα τα πράγματα σε μια απλή δομή και επιρροή. Είναι το σύνολο των θείων επιρροών που κράτησαν το σύμπαν μαζί και ήταν όλοι οι προφανείς νόμοι της φύσης. Η δεκάς επίσης είναι ο κόσμος, ο ουρανός, ο Θεός, και η μοίρα. Η Δεκάς περιέχει όλους τους αριθμούς. Μετά το 10 οι αριθμοί επαναλαμβάνουν τον εαυτό τους. Είναι το άθροισμα των αρχέτυπων αριθμών, δηλαδή 1+2+3+4 = 10

Περαιτέρω Ιεροί είναι οι αριθμοί:

  • Ο αριθμός 27. Ο πρώτος άρρεν κύβος (3*3*3).
  • Ο αριθμός 28. Αστρολογικά σημαντικός αριθμός, όπως ο σεληνιακός κύκλος. Είναι ο δεύτερος τέλειος αριθμός, δηλαδή 1+2+4+7+14 = 28, καθώς επίσης και το άθροισμα των επτά αριθμών, δηλαδή 1+2+3+4+5+6+7 = 28.
  • Ο αριθμός 35. Το άθροισμα των κύβων του πρώτου θήλυ και πρώτου άρρενος, δηλαδή, 8+27 = 35
  • Ο αριθμός 36. Το αποτέλεσμα του πολλαπλασιασμού των πρώτων τετραγώνων των αριθμών, δηλαδή 4 x 9 = 36. Ακόμα, το άθροισμα των τριών πρώτων κύβων, δηλαδή 1+8+27 = 36. Επίσης το άθροισμα των οκτώ πρώτων αριθμών, δηλαδή 1+2+3+4+5+6+7+8 = 36.

Αντιστοιχίες από τις Πυθαγόρειες σκέψεις εμφανίζονται στις εργασίες του Νικομάχου Γερασηνού, ιδιαίτερα στο "αριθμητική εισαγωγή", η οποία αποτέλεσε τη βάση του κειμένου του 4ου αιώνα μΧ. στο έργο του Ιάμβλιχου, "Τα Θεολογούμενα της Αριθμητικής". Αυτές οι αντιστοιχίες και αποδόσεις είναι οι ακόλουθες:

  • Μονάς: Ο Ζευς, ο Προμηθεύς και το Χάος
  • Δυάς: Η Μούσα Ερατώ, η Ίσις, η Ρέα, η δικαιοσύνη και η φύση
  • Τριάς: Η Εκάτη, η σωφροσύνη και οι τρεις φάσεις της Σελήνης.
  • Τετράς: Ο Ηρακλής, τα 4 στοιχεία, το δίκαιο και οι 4 εποχές.
  • Πεντάς: Η Νέμεσις, η Θεία Πρόνοια, η Αφροδίτη, η Αθηνά, η δικαιοσύνη, ο αιθήρ ή η πεμπτουσία, το πέμπτο στοιχείο (Πνεύμα).
  • Εξάς: Το Σύμπαν ή ο Κόσμος, η Μούσα Θάλεια και η αρμονία.
  • Επτάς: Η Αθηνά, η παρθενία και η τύχη.
  • Οκτάς: Η ευμετάβλητη φύση και η Μούσα Ευτέρπη.
  • Εννεάς: Ο Ωκεανός, ο Προμηθεύς, ο Ήφαιστος, η Ήρα και ο Υπερείων.

Οι Πυθαγόρειοι αναπαριστούσαν τους αριθμούς με υποδείγματα από στιγμές (τελείες), σαν αποτέλεσμα από ταξινομημένα χαλίκια σε τύπους. Για παράδειγμα, το 9 έχει 3 σειρές με 3 χαλίκια σε καθεμία, διαμορφώνοντας έτσι ένα τετράγωνο. Όμοια, το 10 έχει 4 σειρές που περιέχουν η κάθε μία, 1, 2, 3 και 4 χαλίκια ανά σειρά, διαμορφώνοντας ένα τρίγωνο.

Έτσι παρήγαγαν τις σχέσεις μεταξύ των αριθμών. Παραδείγματος χάριν, ένας τετράγωνος αριθμός μπορεί να υποδιαιρεθεί με μια διαγώνια γραμμή σε δύο τρίγωνα αριθμούς. Μπορούμε να πούμε πως ένας τετράγωνος αριθμός είναι πάντα το άθροισμα δύο τριγώνων αριθμών. Έτσι, ο τετράγωνος αριθμός 25 είναι το άθροισμα του τρίγωνου αριθμού 10 και του τρίγωνου αριθμού 15.


Η Μυστική Τετρακτύς είναι ένας ιδιαίτερος τρίγωνος αριθμός, όμοιος με αυτόν του δέκα. Το όνομά της που σημαίνει σύνολο από τέσσερα πράγματα, μια λέξη που απέδωσε ο μαθηματικός Θέων. Οι Πυθαγόρειοι αναγνώριζαν δέκα τέτοια σύνολα. Το σύνολο των δέκα πραγμάτων ή οι δέκα Τετρακτύες. Ο Ιάμβλιχος στο έργο του Περί του Πυθαγορικού βίου, ονομάζει την Τετρακτύ, Μαντείο Δελφών. Αναφέρει:

Κεφάλαιο 18, τμήμα 82 γραμμή 12

Το σύνολο τώρα όσων αποκαλούνται "ακούσματα" διαιρείται σε τρία είδη: στο πρώτο ανήκουν αυτά που υποδηλώνουν τι υπάρχει, στο δεύτερο ποιο είναι το πιο καλό και στο τρίτο τι πρέπει να πράττεται και τι όχι. Τα πρώτα λοιπόν, που αφορούν το τι υπάρχει, ομοιάζουν με τα εξής: Τι είναι τα Νησιά των Μακάρων; Ο ήλιος και η σελήνη. Τι είναι το μαντείο των Δελφών; Η τετρακτύς, πράγμα που σημαίνει η αρμονία, όπου βρίσκονται και οι Σειρήνες. Τα δεύτερα, μοιάζουν με τα εξής: Ποιο είναι το δικαιότερο; Το να θυσιάζεις. Ποιο είναι το πιο σοφό; Ο αριθμός. Και το δεύτερο, μετά τον αριθμό, είναι αυτό που θέτει ονόματα στα πράγματα. 

Ποιο είναι το σοφότερο για εμάς; Η ιατρική. Ποιο είναι το ωραιότερο; Η αρμονία. Ποιο το ισχυρότερο; Η γνώμη. Ποιο το καλύτερο; Η ευδαιμονία. Ποιο θεωρείται ως το πιο αληθινό; Ότι οι άνθρωποι είναι πονηροί. Για το λόγο αυτό λένε ότι ο Πυθαγόρας παίνεσε τον ποιητή, τον Ιπποδάμαντα τον Σαλαμίνιο, ο οποίος έγραψε:

Ω θεοί, από πού κατάγεστε;
Από πού γίνατε αυτοί που είστε;
Ω άνθρωποι, από πού κατάγεστε;
Από πού γίνατε τόσο κακοί;

Η Τετρακτύς θεωρείται από τους Πυθαγορείους ως η ρίζα, η πηγή κάθε δημιουργίας. Αποτελεί τον Θεϊκότερο και ιερότερο όρκο τους και παριστάνεται με στιγμές, των οποίων η διάταξη κατασκευάζει τρίγωνον εντελές, δηλαδή ισοσκελές, του οποίου η κάθε πλευρά έχει τέσσερις στιγμές. Οι τέσσερις πρώτοι αριθμοί είναι αυτοί με τους οποίους ο κόσμος διοικείται με αρμονία, και η αρμονία αυτή είναι ένα σύστημα τριών συγχορδιών, της τετάρτης, της πέμπτης, της ογδόης και της διπλής ογδόης, των οποίων οι αναλογίες βρίσκονται στους τέσσερις πρώτους αριθμούς.

Η αρμονία αυτή, κατά τον Ιάμβλιχο, κυβερνά τη μουσική των ουράνιων σφαιρών, πάνω στις οποίες, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, στέκεται μια Σειρήνα που τραγουδά σε μια συγκεκριμένη τονικότητα. οι σειρήνες είναι οκτώ (όσοι και οι φθόγγοι μιας οκτάβας και το τραγούδι τους δημιουργεί μια μοναδική αρμονία (Πλάτωνος Πολιτεία). Καθίσταται λοιπόν σαφές για ποιο λόγο ο Πυθαγόρας θεωρούσε την τετρακτύν ως το μαντείο των Δελφών: επειδή είναι η ουσιαστικότερη αλήθεια του σύμπαντος και το μαντείο έχει σκοπό να την αποκαλύπτει.

Στους τέσσερεις πρώτους αριθμούς των Πυθαγορείων αναφέρεται και ο Αριστοτέλης στο Περί Ψυχής. Ο Σταγειρίτης, επιχειρώντας να περιγράψει την παλαιότερη άποψη περί της ψυχής, μας παραπέμπει στο κατά πάσαν πιθανότητα Πυθαγορικό σύγγραμμα Περί Φιλοσοφίας. Σύμφωνα με το κείμενο λοιπόν αυτό, το ίδιο το έμψυχο ον απορρέει από την ιδέα του Ενός ή αλλιώς, ο Νους είναι το Ένα. Η Επιστήμη, η γνώση δηλαδή, είναι το Δύο, επειδή μόνο κατά τον τρόπο αυτό πορεύεται προς τη μονάδα. 

Ο αριθμός της επιφάνειας είναι η γνώμη και ο αριθμός του όγκου η αίσθηση, καθώς, όπως έλεγαν, οι αριθμοί είναι οι μορφές καθεαυτές και οι αρχές και συγκροτούνται από στοιχεία. Στο ίδιο ζήτημα αναφέρεται και ο Θέων ο Σμυρναίος, ο οποίος, αναφερόμενος στη Δεκάδ, αναγνωρίζει έντεκα διαφορετικές τετρακτύες ή τετράδες, αναλογικές όμως μεταξύ τους: τη θεμελιώδη (1+2+3+4) και οι πρωταρχικές συνηχήσεις της κλίμακας - όπως στον Σέξτο, της ψυχής του κόσμου οι γεωμετρικές πρόοδοι με λόγο 2 (1, 2, 4, 8) και 3 (1, 3, 9, 27). 

Τη φύση των μεγεθών (1=σημείο, 2=ευθεία γραμμή, 3=καμπύλη γραμμή, 4=επίπεδη επιφάνεια, 9=κυρτή επιφάνεια, 8=στερεό με κυρτή επιφάνεια, 27=στερεό με επίπεδη επιφάνεια), τα στοιχεία της φύσης (1φωτιά, 2αέρας, 3νερό, 4=γη), τα γεωμετρικά σχημάτα (1=πυραμίδα, 2=οκτάεδρο, 3=εικοσάεδρο, 4=κύβος), τα φυομένα (1=το σπέρμα που αντιστοιχεί στη μονάδα και το σημείο, 2=η αύξηση κατά μήκος στη δυάδα και στη γραμμή, 3=η αύξηση κατά πλάτος στην τριάδα, 4=η αύξηση κατά όγκο στην τετράδα και στο στερεό). 

Τη γενετική ανάπτυξη της κοινωνίας (1=άνθρωπος, 2=οικογένεια, 3=κώμη, 4=πόλις), τις γνωστικές ιδιοτήτες (1=νους, 2=επιστήμη, 3=δόξα, 4=αίσθηση), τις διαστάσεις του έμψυχου όντος (1=λογιστικό, 2=θυμικό, 3=επιθυμητικό, 4=το σώμα ως τόπος διαμονής της ψυχής), τη διαδοχή του χρόνου (1=άνοιξη, 2=καλοκαίρι, 3=φθινόπωρο, 4=χειμώνας) και τέλος, τη προόδο των ηλικιών της ζωής (1=παιδική ηλικία, 2=εφηβεία, 3=ώριμη ηλικία, 4=γήρας).

Σύμφωνα με την Πυθαγόρεια φιλοσοφία η φύση μπορεί να γίνει κατανοητή μονάχα μέσω της αριθμητικής θεωρίας των αναλογιών σε σχέση με τη γεωμετρική μελέτη των στερεών. Οι Πυθαγόρειοι, λοιπόν, θεωρούν ότι όλα τα στερεά μπορούν να ελεγχθούν βάσει πέντε αρχικών κανονικών πολύεδρων σχημάτων. Ο Πλάτων, έτσι, στον Τίμαιο, παρουσιάζει τα τέσσερα από τα πέντε κανονικά πολύεδρα σχήματα, (το κανονικό τετράεδρο, το κανονικό οκτάεδρο, το κανονικό εικοσάεδρο, και το εξάεδρο ή κύβο), των οποίων η συστατική μονάδα είναι το τρίγωνο (ορθογώνιο και ισόπλευρο).

Γίνεται ωστόσο λόγος και για τη σύσταση του πέμπτου πολύεδρου σχήματος, με την οποία ο Θεός προέβαλε το σύμπαν, διακοσμώντας και περιχαράσσοντάς το με αυτήν. Ο Σωκράτης στον Φαίδωνα, επιχειρώντας να παρουσιάσει τη γη, θα το "περιγράψει", ορίζοντάς την ως δωδεκάσπυτον πολύχρωμη σφαίρα.

Το δωδεκάεδρο, ωστόσο, διακρίνεται από τα τέσσερα άλλα κανονικά στερεά, καθώς δεν σχηματίζεται από τρίγωνα αλλά από πεντάγωνα, των οποίων οι έδρες διαιρούνται σε δύο τρίγωνα από τη διαγώνιο του τετραγώνου, και των οποίων ο λόγος που προκύπτει από τη σχέση της πλευράς με τη διαγώνιο ισούται με τη Χρυσή Τομή (sectio aurea) ή την proportion divina (Θεία Αναλογία). Η συνένωση μάλιστα των κορυφών του πενταγώνου δημιουργεί πέντε ισοσκελή τρίγωνα σε σχήμα πεντάκτινου αστεριού, των οποίων οι πλευρές, καθώς τέμνονται, σχηματίζουν ένα μικρό αντεστραμμένο πεντάγωνο, το Πεντάγραμμα ή τη Πεντάλφα.

Ενώ όμως σύμφωνα με την πλατωνική θεωρία της δημιουργίας του σύμπαντος, η οποία αποδέχεται το συνδυασμό των τεσσάρων ριζωμάτων (της φωτιάς, της γης, του νερού και του αέρα), αυτή η πέμπτη σύσταση δεν φαίνεται να παίζει κάποιο ρόλο κατά τη φάση της δημιουργίας - ξεφεύγει ή βρίσκεται πέραν της διαδικασίας της μίξεως και ορίζεται ως Θεϊκή και εμπεριέχουσα των ριζωμάτων ή των παραγόμενων από αυτά στερεών, καθώς τα περιβάλλει και τα ενσωματώνει - σύμφωνα με τον Αριστοτέλη ορίζεται ως ένα πέμπτο "ρίζωμα"- στοιχείο, ως ο αιθέρας, που είναι το λεπτότερο όλων. 

Είναι η αρχή της κυκλικής κίνησης των άστρων και της ανθρώπινης ψυχής. Τα Πλατωνικά στερεά σε σχέση με τα πέντε στοιχεία ή ριζώματα, από το βιβλίο του Κέπλερ, Harmonices Mundi. Ο Πυθαγόρας μετά τις μελέτες του σχετικά με τους αριθμούς, προχώρησε στην μελέτη της μουσικής. Δεν έβλεπε τη μουσική μόνο σαν μέσο ψυχαγωγίας, αλλά σαν αρμονία, μια αρχή που φέρνει την τάξη στο χάος και στην παραφωνία. Για τους Πυθαγορείους, η μουσική, όπως και οι αριθμοί, είχε διπλή δομή, όχι μόνο χρήσιμη και πρακτική, αλλά και μια φύση που αφήνει τους ανθρώπους να διαπιστώσουν τη δομή και τη φύση του σύμπαντος.


Ο Πυθαγόρας καθόρισε από μαθηματική άποψη τους οκτώ τόνους της κλίμακας. Ο Πυθαγόρας ανέπτυξε ακόμα μια ιδιαίτερη θεωρεία για την ψυχή και την μετενσάρκωση. Οι Πυθαγορικές θεωρίες για την ψυχή αναπτύσσονται εκτενώς από τον Πλάτωνα στο έργο του "Φαίδων", αλλά επίσης και στο έργο του "Φαίδρος". Ο Πυθαγόρας επηρέασε τους μετέπειτα φιλοσόφους, οι οποίοι επέκτειναν την γνώση του κλασσικού κόσμου και άνοιξαν τον δρόμο για τις έπειτα φιλοσοφίες των Νεοπυθαγορείων και Νεοπλατωνιστών.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ


(Κάντε κλικ στις φωτογραφίες για μεγέθυνση)

ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ: ΜΕΡΟΣ Α'