Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2024

Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία

3.5.Γ.iv. Το θέατρο τον 4ο π.Χ αιώνα

Η ήττα της Αθήνας στον Πελοποννησιακό πόλεμο και η συνακόλουθη πτωτική πορεία της αθηναϊκής δημοκρατίας φυσικό ήταν να επηρεάσουν αρνητικά και το θέατρο. Δεν είναι σύμπτωση ότι τόσο στην τραγωδία όσο και στην κωμωδία τα χορικά μέρη, δηλαδή η συμμετοχή και η έκφραση των πολλών, χάνουν βαθμιαία τη σημασία τους και παραμερίζονται ως εμβόλιμα.

Στην Αθήνα οι δραματικοί αγώνες συνεχίζονταν αλλά με εξαιρετικά περιορισμένο πρόγραμμα, όπου περιλαμβάνονταν και επαναλήψεις τραγωδιών των τριών αναγνωρισμένων πια ως μεγάλων τραγικών ποιητών του 5ου π.Χ. αιώνα, κυρίως του Ευριπίδη. Οι νεότεροι ποιητές συμμετείχαν με δύο μόνο τραγωδίες ο καθένας, και το σατυρικό δράμα είχε αυτονομηθεί ως ανεξάρτητο είδος.

Προβληματισμοί και συγκρούσεις δεν είχαν στην τραγωδία του 4ου π.Χ. αιώνα το βάθος και τη συνοχή που είχαν στις προγενέστερες μορφές της. Μόνο μας δείγμα ο Ρῆσος, μια δραματοποίηση της ομηρικής Δολώνειας, όπου κυριαρχεί η ποικιλία, όπου οι δραματικές καταστάσεις διαδέχονται η μια την άλλη παρατακτικά, και όπου, αντίστοιχα, η τραγική ένταση είναι περιστασιακή και κομματιασμένη: «ανάβουν διαρκώς μικρές φωτιές, χωρίς να δημιουργείται κάπου μια πυρκαγιά» (Α. Λέσκι).

Γενικά, στην τραγωδία αυτής της εποχής, το βάρος μετατοπίζεται από τα νοήματα στη ρητορική, από το περιεχόμενο των έργων στη θεατρικότητα των παραστάσεων, από την ουσία στο θέαμα. Κυριαρχούν η εντυπωσιακή σκηνοθεσία και η μαστορική υπόκριση τόσο ώστε δίκαια ο Αριστοτέλης να παραπονιέται ότι στις μέρες του «οι υποκριτές ισχύουν περισσότερο από τους ποιητές» (Ρητορική 1403b).

Στην κωμωδία οι εξελίξεις ήταν διαφορετικές. Η Μέση κωμωδία αποτελούσε μεταβατικό στάδιο ανάμεσα στην παλαιά, που τα χαρακτηριστικά της έτειναν να εξαφανιστούν, και στη Νέα κωμωδία, που τα χαρακτηριστικά της τότε άρχιζαν να σχηματίζονται. Οι αλλαγές είναι κιόλας αισθητές στα δύο έργα του Αριστοφάνη, στις Εκκλησιάζουσες και στον Πλούτο, τα μόνα που μας σώθηκαν από την τεράστια, όπως φαίνεται,[1] παραγωγή της Μέσης κωμωδίας.

Στις Εκκλησιάζουσες (392 π.Χ.), όπου οι γυναίκες συνωμοτούν, παίρνουν την εξουσία στα χέρια τους και επιβάλλουν κοινοκτημοσύνη, ακόμα περισσότερο στον Πλούτο (388 π.Χ.), όπου ο θεός Πλούτος από τυφλός που ήταν ανάβλεψε και αποφάσισε να ανταμείβει τοὺς δικαίους καὶ σοφοὺς καὶ κοσμίους, η πολιτική σάτιρα έχει αντικατασταθεί από την κοινωνική κριτική. Κανένα από τα δύο έργα δεν έχει παράβαση, τα χορικά είναι λιγοστά, και δύο φορές στις Εκκλησιάζουσες διαβάζουμε στα χειρόγραφα την ένδειξη ΧΟΡΟΥ, που σημαίνει ότι ο ποιητής, αντί να γράψει τραγούδι, πρόβλεψε μια ομάδα από χορευτές να παρουσιαστούν στο σημείο αυτό, να τραγουδήσουν κάτι εμβόλιμο, ή και μόνο να χορέψουν και να φύγουν.

Στη Μέση κωμωδία τα επώνυμα προσωπικά πειράγματα χάνουν βαθμιαία τη σφοδρότητα τους, σπανίζουν και τελικά εκλείπουν, όπως και τα τολμηρά κοπρολογικά και σεξουαλικά χωρατά. Αντίθετα, ολοένα και περισσότερο εμφανίζονται και πρωταγωνιστούν τυποποιημένοι κωμικοί χαρακτήρες: κόλακες, εταίρες, μάγειροι, δούλοι τετραπέρατοι, σαν τον Καρίωνα του αριστοφανικού Πλούτου, κ.ά. Από θεματική άποψη, οι ποιητές της Μέσης κωμωδίας ευνοούν τη διακωμώδηση των μύθων, σατιρίζουν φιλόσοφους και λογοτέχνες, και εγκαινιάζουν τα ερωτικά θέματα που θα κυριαρχήσουν αργότερα στις υποθέσεις της Νέας κωμωδίας.

Χαρακτηριστική για τις θεατρικές εξελίξεις είναι η δράση ενός σημαντικού πολιτικού και ρήτορα, του Λυκούργου. Γύρω στα 330 π.Χ. ο Λυκούργος ολοκλήρωσε την κατασκευή του Διονυσιακού θεάτρου, που πια δεν ήταν ξύλινο αλλά πέτρινο.[2] Ο ίδιος φρόντισε και να καταγραφούν επίσημα, για να περισωθούν, τα αυθεντικά κείμενα των τριών μεγάλων τραγικών ποιητών, που σκηνοθέτες και υποκριτές είχαν τα χρόνια εκείνα την τάση να τα παραλλάζουν προσθέτοντας ή αφαιρώντας στίχους, ή και ολόκληρες σκηνές. Ευεργετικές και οι δύο κινήσεις του Λυκούργου· όμως από μιαν άποψη το παγιωμένο θέατρο και τα κωδικοποιημένα κείμενα επισφραγίζουν το οριστικό τέλος της τραγωδίας.
---------------------------
1. Γνωστοί μάς είναι πάνω από 600 τίτλοι κωμωδιών και 49 ονόματα ποιητών, που για μερικούς παραδίδεται ότι έγραψαν περισσότερα από 200 έργα ο καθένας!

2. Έχει προηγηθεί, γύρω στα 470 π.Χ., η οικοδόμηση του θεάτρου της Μεγαλόπολης, ίσως και του θεάτρου της Επιδαύρου.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου