[XX] Τῆς δὲ λέξεως ἁπάσης τάδ᾽ ἐστὶ τὰ μέρη, στοιχεῖον συλλαβὴ σύνδεσμος ἄρθρον ὄνομα ῥῆμα πτῶσις λόγος. στοιχεῖον μὲν οὖν ἐστιν φωνὴ ἀδιαίρετος, οὐ πᾶσα δὲ ἀλλ᾽ ἐξ ἧς πέφυκε συνθετὴ γίγνεσθαι φωνή· καὶ γὰρ τῶν θηρίων εἰσὶν ἀδιαίρετοι φωναί, ὧν οὐδεμίαν λέγω στοιχεῖον. ταύτης δὲ μέρη τό τε φωνῆεν καὶ τὸ ἡμίφωνον καὶ ἄφωνον. ἔστιν δὲ φωνῆεν μὲν ‹τὸ› ἄνευ προσβολῆς ἔχον φωνὴν ἀκουστήν, ἡμίφωνον δὲ τὸ μετὰ προσβολῆς ἔχον φωνὴν ἀκουστήν, οἷον τὸ Σ καὶ τὸ Ρ, ἄφωνον δὲ τὸ μετὰ προσβολῆς καθ᾽ αὑτὸ μὲν οὐδεμίαν ἔχον φωνήν, μετὰ δὲ τῶν ἐχόντων τινὰ φωνὴν γινόμενον ἀκουστόν, οἷον τὸ Γ καὶ τὸ Δ. ταῦτα δὲ διαφέρει σχήμασίν τε τοῦ στόματος καὶ τόποις καὶ δασύτητι καὶ ψιλότητι καὶ μήκει καὶ βραχύτητι ἔτι δὲ ὀξύτητι καὶ βαρύτητι καὶ τῷ μέσῳ· περὶ ὧν καθ᾽ ἕκαστον ἐν τοῖς μετρικοῖς προσήκει θεωρεῖν. συλλαβὴ δέ ἐστιν φωνὴ ἄσημος συνθετὴ ἐξ ἀφώνου καὶ φωνὴν ἔχοντος· καὶ γὰρ τὸ ΓΡ ἄνευ τοῦ Α †συλλαβὴ καὶ† μετὰ τοῦ Α, οἷον τὸ ΓΡΑ. ἀλλὰ καὶ τούτων θεωρῆσαι τὰς διαφορὰς τῆς μετρικῆς ἐστιν. σύνδεσμος δέ ἐστιν φωνὴ ἄσημος ἣ οὔτε
[1457a] κωλύει οὔτε ποιεῖ φωνὴν μίαν σημαντικὴν ἐκ πλειόνων φωνῶν πεφυκυῖα [συν]τίθεσθαι καὶ ἐπὶ τῶν ἄκρων καὶ ἐπὶ τοῦ μέσου ἣν μὴ ἁρμόττει ἐν ἀρχῇ λόγου τιθέναι καθ᾽ αὑτήν, οἷον μέν ἤτοι δέ. ἢ φωνὴ ἄσημος ἣ ἐκ πλειόνων μὲν φωνῶν μιᾶς σημαντικῶν δὲ ποιεῖν πέφυκεν μίαν σημαντικὴν φωνήν. ἄρθρον δ᾽ ἐστὶ φωνὴ ἄσημος ἣ λόγου ἀρχὴν ἢ τέλος ἢ διορισμὸν δηλοῖ *** οἷον τὸ ἀμφί καὶ τὸ περί καὶ τὰ ἄλλα. ἢ φωνὴ ἄσημος ἣ οὔτε κωλύει οὔτε ποιεῖ φωνὴν μίαν σημαντικὴν ἐκ πλειόνων φωνῶν πεφυκυῖα τίθεσθαι καὶ ἐπὶ τῶν ἄκρων καὶ ἐπὶ τοῦ μέσου. ὄνομα δέ ἐστι φωνὴ συνθετὴ σημαντικὴ ἄνευ χρόνου ἧς μέρος οὐδέν ἐστι καθ᾽ αὑτὸ σημαντικόν· ἐν γὰρ τοῖς διπλοῖς οὐ χρώμεθα ὡς καὶ αὐτὸ καθ᾽ αὑτὸ σημαῖνον, οἷον ἐν τῷ Θεόδωρος τὸ δωρος οὐ σημαίνει. ῥῆμα δὲ φωνὴ συνθετὴ σημαντικὴ μετὰ χρόνου ἧς οὐδὲν μέρος σημαίνει καθ᾽ αὑτό, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ὀνομάτων· τὸ μὲν γὰρ ἄνθρωπος ἢ λευκόν οὐ σημαίνει τὸ πότε, τὸ δὲ βαδίζει ἢ βεβάδικεν προσσημαίνει τὸ μὲν τὸν παρόντα χρόνον τὸ δὲ τὸν παρεληλυθότα. πτῶσις δ᾽ ἐστὶν ὀνόματος ἢ ῥήματος ἡ μὲν κατὰ τὸ τούτου ἢ τούτῳ σημαῖνον καὶ ὅσα τοιαῦτα, ἡ δὲ κατὰ τὸ ἑνὶ ἢ πολλοῖς, οἷον ἄνθρωποι ἢ ἄνθρωπος, ἡ δὲ κατὰ τὰ ὑποκριτικά, οἷον κατ᾽ ἐρώτησιν ἐπίταξιν· τὸ γὰρ ἐβάδισεν; ἢ βάδιζε πτῶσις ῥήματος κατὰ ταῦτα τὰ εἴδη ἐστίν. λόγος δὲ φωνὴ συνθετὴ σημαντικὴ ἧς ἔνια μέρη καθ᾽ αὑτὰ σημαίνει τι (οὐ γὰρ ἅπας λόγος ἐκ ῥημάτων καὶ ὀνομάτων σύγκειται, οἷον ὁ τοῦ ἀνθρώπου ὁρισμός, ἀλλ᾽ ἐνδέχεται ἄνευ ῥημάτων εἶναι λόγον, μέρος μέντοι ἀεί τι σημαῖνον ἕξει) οἷον ἐν τῷ βαδίζει Κλέων ὁ Κλέων. εἷς δέ ἐστι λόγος διχῶς, ἢ γὰρ ὁ ἓν σημαίνων, ἢ ὁ ἐκ πλειόνων συνδέσμῳ, οἷον ἡ Ἰλιὰς μὲν συνδέσμῳ εἷς, ὁ δὲ τοῦ ἀνθρώπου τῷ ἓν σημαίνειν.
***
[20] Το ύφος του λόγου περιλαμβάνει —στο σύνολό του— τα εξής μέρη: το στοιχείο, τη συλλαβή, τον σύνδεσμο, το άρθρο, το όνομα, το ρήμα, την πτώση, την πρόταση/φράση.
Στοιχείο λοιπόν είναι ένας αδιαίρετος ήχος (φωνή), όχι όμως ένας οποιοσδήποτε ήχος (φωνή), αλλά μόνο εκείνος από τον οποίο μπορεί να παραχθεί ένας άλλος σύνθετος ήχος (φωνή)· γιατί και των ζώων οι ήχοι (φωναί) είναι αδιαίρετοι, κανέναν όμως από αυτούς δεν τον ονομάζω στοιχείο. Μέρη αυτού του ήχου είναι το φωνήεν, το ημίφωνο και το άφωνο. Φωνήεν είναι αυτό που χωρίς πρόσκρουση σε οποιοδήποτε στοματικό όργανο δίνει έναν ακουστό ήχο (φωνή). Ημίφωνο είναι αυτό που με μια τέτοιου είδους πρόσκρουση δίνει έναν ακουστό ήχο (φωνή), π.χ. το Σ και το Ρ. Άφωνο είναι αυτό που με την πρόσκρουση δεν δίνει από μόνο του κανέναν ήχο (φωνή), μαζί όμως με εκείνα που έχουν κάποιον ήχο (φωνή) γίνεται ακουστό, π.χ. το Γ και το Δ. Οι ήχοι αυτοί διαφέρουν επίσης : α) από την άποψη των σχημάτων που παίρνει το στόμα κατά την εκφώνηση, β) από τις θέσεις του στόματος στις οποίες γίνεται η πρόσκρουση, γ) από την άποψη της δασύτητας ή της ψιλότητας, δ) από την άποψη της μακρότητας ή της βραχύτητας, και ακόμη ε) από την άποψη της οξύτητας, της βαρύτητας και του ενδιάμεσου. Όλων όμως αυτών η λεπτομερής εξέταση πρέπει να γίνεται στο πλαίσιο των μετρικών ενασχολήσεων.
Συλλαβή είναι ένας δίχως δικό του νόημα ήχος (φωνή), σύνθετος από άφωνο και φωνήεν: το ΓΡ χωρίς το Α †είναι συλλαβή, αλλά και† με το Α, δηλαδή ΓΡΑ. Και αυτών, πάντως, των διαφορών η εξέταση είναι έργο της μετρικής.
Σύνδεσμος είναι ένας δίχως δική του σημασία/νόημα ήχος (φωνή), που ούτε
[1457a] εμποδίζει ούτε βοηθάει να σχηματισθεί από περισσότερους ήχους (φωναί) ένας ήχος (φωνή) με σημασία/νόημα· προορίζεται να μπαίνει και στο τέλος και στη μέση, και δεν ταιριάζει να τοποθετείται στην αρχή ξεχωριστής πρότασης· παραδείγματα: μέν ἤτοι δέ. Άλλος ορισμός: Σύνδεσμος είναι ένας δίχως σημασία/νόημα ήχος (φωνή), που από περισσότερους του ενός ήχους (φωναί), που έχουν όμως σημασία/νόημα, μπορεί να αποτελέσει έναν ήχο με σημασία/νόημα.
Άρθρο είναι ένας δίχως δική του σημασία/νόημα ήχος (φωνή), που φανερώνει την αρχή ή το τέλος ή τη διάρθρωση και την οροθεσία των προτάσεων. *** π.χ. το ἀμφί και το περί και τα άλλα. Άλλος ορισμός: Άρθρο είναι ένας δίχως δικό του νόημα ήχος (φωνή), που ούτε εμποδίζει ούτε βοηθάει να σχηματισθεί από περισσότερους ήχους (φωναί) ένας ήχος (φωνή) με σημασία/νόημα· προορίζεται να μπαίνει και στο τέλος και στη μέση της πρότασης.
Όνομα είναι ένας σύνθετος ήχος (φωνή), που έχει δική του σημασία/νόημα, που δεν δηλώνει χρόνο και που κανένα μέρος του δεν σημαίνει μόνο του κάτι. Στα σύνθετα, πράγματι, ονόματα δεν χρησιμοποιούμε κανένα από τα (συνθετικά τους) μέρη σαν να έχει το καθένα τους χωριστή σημασία· στο «όνομα» Θεόδωρος, επιπαραδείγματι, το δωρος δεν σημαίνει τίποτε.
Ρήμα είναι ένας σύνθετος ήχος (φωνή), που έχει δική του σημασία/νόημα, που δηλώνει χρόνο και που —όπως στην περίπτωση των ονομάτων— κανένα μέρος του δεν σημαίνει μόνο του τίποτε. Ο άνθρωπος, πράγματι, ή το λευκό δεν δηλώνουν το πότε, ενώ το βαδίζει ή το έχει βαδίσει δηλώνουν —πέρα από όλα τα άλλα— το πρώτο τον παρόντα χρόνο και το δεύτερο τον παρελθόντα χρόνο.
Πτώση «ονόματος» ή «ρήματος» είναι α) αυτή που χρησιμεύει για να δηλώσει το αυτουνού ή το σ᾽ αυτόν και τα παρόμοια, β) αυτή που χρησιμεύει για να δηλώσει το ένα ή τα πολλά, π.χ. άνθρωποι ή άνθρωπος, γ) αυτή που χρησιμεύει για να δηλώσει τους τρόπους του λέγειν/της απαγγελίας, όπως π.χ. την ερώτηση ή την προσταγή· το βάδισε, δηλαδή ή το βάδιζε είναι, κατά τη διάκριση που κάναμε, πτώσεις του ρήματος.
Πρόταση/φράση (λόγος) είναι ένας σύνθετος ήχος (φωνή), που έχει δική του σημασία/νόημα και που μερικά του μέρη σημαίνουν από μόνα τους κάτι (κάθε πρόταση/φράση δεν αποτελείται από ρήματα και από ονόματα —παράδειγμα ο ορισμός του ανθρώπου—, αλλά μπορεί να υπάρχει πρόταση/φράση και χωρίς ρήματα — πάντοτε όμως ένα μέρος της θα έχει δική του σημασία/νόημα), όπως, επιπαραδείγματι, στη φράση ὁ Κλέων βαδίζει η λέξη Κλέων. Ένας λόγος μπορεί να λέγεται ενιαίος με διπλό νόημα: α) αναφέρεται σε ένα μόνο πράγμα, β) αποτελείται από περισσότερους συνδεόμενους μεταξύ τους λόγους. Έτσι η Ιλιάδα μέσω της σύνδεσης είναι ένας ενιαίος λόγος, ο ορισμός όμως του ανθρώπου είναι ενιαίος επειδή αναφέρεται σε ένα μόνο πράγμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου