Το σιδερένιο τώρα πια σπαθί
έκανε ό,τι έπρεπε να κάνει, εκδικήθηκε·
τα τρομερά δοξάρια τώρα και τα δόρατα
στο αντίπαλο βάφτηκαν αίμα που χύθηκε.
Σε πείσμα ενός θεού και του πελάγου του,
ο Οδυσσέας ξαναγύρισε στη γυναίκα, στη γης του,
σε πείσμα ενός θεού και των ανέμων του
των παγωμένων, του Άρη και της οργής του.
Και τώρα, ειρηνικά στο νυφικό τους κρεβάτι
κοιμάται η περίφημη βασίλισσα, στο στήθος
του βασιλιά της· όμως, πού να βρίσκεται τάχα
κείνος που νύχτα μέρα τριγυρνούσε
εξόριστος στον κόσμο σα σκυλί
κι έλεγε πως το όνομά του είναι Κανένας;
έκανε ό,τι έπρεπε να κάνει, εκδικήθηκε·
τα τρομερά δοξάρια τώρα και τα δόρατα
στο αντίπαλο βάφτηκαν αίμα που χύθηκε.
Σε πείσμα ενός θεού και του πελάγου του,
ο Οδυσσέας ξαναγύρισε στη γυναίκα, στη γης του,
σε πείσμα ενός θεού και των ανέμων του
των παγωμένων, του Άρη και της οργής του.
Και τώρα, ειρηνικά στο νυφικό τους κρεβάτι
κοιμάται η περίφημη βασίλισσα, στο στήθος
του βασιλιά της· όμως, πού να βρίσκεται τάχα
κείνος που νύχτα μέρα τριγυρνούσε
εξόριστος στον κόσμο σα σκυλί
κι έλεγε πως το όνομά του είναι Κανένας;
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου