Κυριακή 16 Ιουλίου 2017

Δε χρειάζονται χρήματα για να αγοράσει κανείς τα απαραίτητα της ψυχής

Σχετική εικόναΌσο δύσκολη κι αν είναι η ζωή σας, αντιμετωπίστε την και ζήστε τη. Μην την αποφεύγετε, μην τη βρίζετε. Είναι λιγότερο άθλια απ’όσο είστε εσείς οι ίδιοι. Όσο πιο πλούσιοι γίνεστε, τόσο πιο φτωχή μοιάζει. Εκείνος που ψάχνει διαρκώς για ελαττώματα, τα βρίσκει, ακόμα και στον παράδεισο. Αγαπάτε τη ζωή σας, κι ας είναι φτωχική. Μπορείτε να περάσετε κάποιες ευχάριστες, συνταρακτικές, ένδοξες ώρες ακόμη και στον οίκο των απόρων. Το ηλιοβασίλεμα καθρεφτίζεται στα τζάμια του οίκου των απόρων με το ίδιο θάμπος με το οποίο καθρεφτίζεται και στα παράθυρα της έπαυλης.Το χιόνι λιώνει μπροστά σε κάθε πόρτα την ίδια μέρα της άνοιξης. Ένας ήρεμος νους μπορεί να ζήσει το ίδιο ικανοποιημένος και με το ίδιο ευχάριστες σκέψεις στο φτωχοκομείο και στο παλάτι. Οι άποροι της μικρής μας πόλης συχνά μου φαίνεται σαν να ζουν τις πιο ανεξάρτητες ζωές απ’ όλους. Ίσως απλά να είναι αρκετά μεγαλόψυχοι ώστε να μπορούν να δέχονται την ελεημοσύνη των άλλων χωρίς να ενοχλούνται. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν καταδέχονται να ζουν με έξοδα του δήμου. Πολύ συχνά όμως καταδέχονται μια χαρά να ζουν με ανέντιμα μέσα, πράγμα που κανονικά θα έπρεπε να θεωρείται πιο επαίσχυντο. Καλλιεργείτε τη φτώχεια σαν βότανο σε περιβόλι, σαν φασκόμηλο. Μην μπαίνετε και πολύ στον κόπο να αποκτάτε καινούργια πράγματα, είτε για ρούχα πρόκειται είτε για φίλους. Επισκευάστε τα παλιά· επιστρέψτε σ’ αυτά. Δεν αλλάζουν τα πράγματα, εμείς αλλάζουμε. Πουλήστε τα ρούχα σας και κρατήστε τις σκέψεις σας. Μην αναζητάτε με τόσο άγχος να αναπτυχθείτε, να δεχτείτε όσο το δυνατόν περισσότερες επιδράσεις, να γίνετε ένα όργανο που πάνω του θα παίζουν οι άλλοι. Όλα αυτά δεν είναι παρά κατασπατάληση της ενέργειάς σας και περισπασμοί. Η ταπεινοφροσύνη, όπως η σκοτεινιά, αποκαλύπτει τα ουράνια φώτα.Ο περιττός πλούτος μονάχα περιττά πράγματα μπορεί να αγοράσει. Δε χρειάζονται χρήματα για να αγοράσει κανείς τα απαραίτητα της ψυχής.

Οι γείτονες μου διηγούνται τις περιπέτειες τους με διάσημους κυρίους και κυρίες, με προσωπικότητες που συναντούν στα δείπνα. Εμένα όμως όλα αυτά με αφήνουν το ίδιο αδιάφορο όσο και το περιεχόμενο των εφημερίδων. Το ενδιαφέρον και οι συζητήσεις αυτού του είδους επικεντρώνονται κυρίως στην εμφάνιση και στους τρόπους. Όμως η κότα πάντα μένει κότα, όπως κι αν την ντύσεις. Μου μιλούν για την Καλιφόρνια και το Τέξας, για την Αγγλία και τις Ινδίες, για τον Εντιμότατο Κύριο Τάδε από την Τζώρτζια ή τη Μασαχουσέτη, για όλα αυτά τα παροδικά και φευγαλέα φαινόμενα, ώσπου μου ’ρχεται να πηδήξω από το παράθυρο στην αυλή και να το βάλω στα πόδια, όπως εκείνος ο Μαμελούκος μπέης που γλίτωσε τη σφαγή πηδώντας από το παράθυρο στο άλογό του. Νιώθω χαρά όταν έρχομαι σε ισορροπία – όχι όταν περπατώ με επισημότητα και με συγχρονισμένο βήμα στις παρελάσεις, αλλά όταν καταφέρνω και βαδίζω μαζί με το Χτίστη του σύμπαντος – όχι όταν ζω στον αεικίνητο, νευρικό, φουριόζικο και κοινότοπο Δέκατο Ένατο Αιώνα, αλλά όταν στέκομαι ή κάθομαι σκεπτικός και τον βλέπω να περνά. Μα τι γιορτάζουν τέλος πάντων οι άνθρωποι;

Από την αγάπη, από το χρήμα και τη δόξα προτιμώ την αλήθεια. Κάθισα κάποτε σ’ ένα τραπέζι στο οποίο τα φαγητά και τα κρασιά έρεαν σε αφθονία και όπου όλοι οι συνδαιτυμόνες συμπεριφέρονταν με δουλοπρέπεια, ενώ απουσίαζαν παντελώς η ειλικρίνεια και η αλήθεια. Έφυγα πεινασμένος από το αφιλόξενο εκείνο δείπνο. Η συντροφιά ήταν τόσο ψυχρή όσο τα παγωτά που πρόσφεραν για επιδόρπιο. Δε χρειαζόταν πάγος για να τα παγώσουν. Μου μιλούσαν για την ηλικία των κρασιών και για τη φήμη της κάθε σοδειάς, όμως εγώ είχα στο μυαλό μου ένα πιο παλιό, ή πιο νέο, και πιο καθαρό κρασί, μιας σοδειάς πολύ πιο ένδοξης, που οι οικοδεσπότες μου δεν το είχαν κι ούτε μπορούσαν να το αγοράσουν. Το ύφος, η οικία, η έκταση του οικοπέδου και η «διασκέδαση» δε μου λένε τίποτα. Πέρασα να επισκεφτώ το βασιλιά, αλλά με έβαλε και περίμενα στον προθάλαμό του και συμπεριφέρθηκε σαν να μην ήταν ικανός να προσφέρει φιλοξενία. Υπήρχε ένας άνθρωπος στη γειτονιά μου που ζούσε μέσα στην κουφάλα ενός δέντρου. Οι τρόποι του ήταν στ’ αλήθεια αντάξιοι ενός βασιλιά. Καλύτερα να είχα πάει να επισκεφτώ εκείνον.

Henry D. Thoreau, Walden ή Η ζωή στο δάσος 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου