"Ο θεός που συλλατρευόταν με την Εν(ν)οδία στο μεγάλο ιερό της στις Φερές ήταν ο Δίας Θαύλιος. Πρόκειται για μια κατεξοχήν τοπική λατρεία του θεού, αφού μαρτυρείται σε πέντε αναθηματικές στήλες, που βρέθηκαν σ’ αυτό.
Μάλιστα, μεταξύ των στηλών συγκαταλέγονται η αετωματική στήλη με τα ακρωτήρια, στην οποία παριστάνεται ανάγλυφη ενεπίγραφη μαρμάρινη στήλη με οριζόντια επίστεψη και η στήλη, που φέρει αναθηματική επιγραφή με κατάλογο Φεραίων (τέλος 4ου - αρχές 3ου αι. π.Χ.). Η τελευταία είναι αφιερωμένη τόσο στο Δία Θαύλιο, όσο και στο Δία Άφριο. Αυτό είναι ενδεικτικό για τη σχέση μεταξύ των δύο λειτουργιών του Δία, καθώς και με την Εν(ν)οδία.
Σε μια στήλη του 4ου αι. π.Χ., αφιερωμένη στο Δία Θαύλιο, που προέρχεται από το ιερό του θεού στο δυτικό νεκροταφείο του Άτραγα πιθανότατα παρατηρείται το φαινόμενο της ιεροσύνης μελών μιας ορισμένης φρατρίας. Στο ίδιο ιερό βρέθηκε ακόμα μια άλλη αναθηματική μαρμάρινη στήλη στο Δία Θαύλιο (τέλος 3ου αι. π.Χ.). Επίσης, στο λόφο της Αγίας Παρασκευής των Φαρσάλων μαρτυρείται επιγραφικά λατρεία του Δία Θαύλιου (4ος αι. π.Χ.). Εδώ, οί άγχισταί των περί Παρμενίσκον αφιερώνουν στο θεό κάποια στήλη, επιγράφοντας το βράχο όπου στηριζόταν σε τόρμο. Ένας βωμός στο Δία Θαύλιο, των μέσων του 4ου αι. π.Χ., που προέρχεται από την πόλη, η οποία βρίσκεται στο «Ύψωμα 325», μεταξύ των χωριών Καστρί (πρώην Κολοκλόμπας) και Ξυλάδες των Φαρσάλων, αμέσως ανατολικά του Ενιπέα, μαρτυρεί ότι η λατρεία του θεού αυτού των Φερών στην Τετράδα Φθιώτιδα δεν ήταν μεμονωμένη.
Τέλος, στην ακρόπολη της Λάρισας μαρτυρείται επιγραφικά τέμενος του Δία Φόνιου. Το ιερό πρέπει να ταυτίζεται μ’ αυτό του Δία Θαύλιου, όπως δείχνουν δύο μαρμάρινες ενεπίγραφες στήλες, μια μικρή στήλη με αετωματική επίστεψη του τέλους του 4ου αι. π.Χ., εντοιχισμένη στην παλαιοχριστιανική βασιλική του Αγίου Αχιλλίου, καθώς και μια μνημειακή στήλη του β' μισού του 4ου αι. π.Χ., που πιθανόν προέρχεται από την ακρόπολη. Οι στήλες φέρουν αναθηματικές επιγραφές στο Δία Θαύλιο.
Ο θεός αυτός ταυτίζεται με το Δία Φόνιο, γιατί Θαύλιος σημαίνει Φόνιος. Επομένως, πρόκειται για το θεό των καθαρμών από το μίασμα του φόνου που σχετιζόταν με το θάνατο και τον Κάτω Κόσμο.
Οι έως τα σήμερα προσπάθειες της έρευνας με βάση τις σχετικές, αλλά μεταγενέστερες μαρτυρίες, παρόλο που σχετίζουν το μακεδονικό θεό Θαύλ- (λ)ιο με το Δία Θαύλιο της Θεσσαλίας, με το Δία Θαύλωνα, τον ήρωα Θαύλωνα και το γένος των Θαυλωνιδών στην Αθήνα, καθώς και με τη δωρική γιορτή των Θαυλίων, δεν έχουν ξεκαθαρίσει το πρόβλημα. Σύμφωνα με τον Ησύχιο, Θαύμος ή Θαύλος ονομαζόταν ο Άρης στη μακεδονική γλώσσα (λ. Θαϋμος η Θαϋλος· Άρης Μακεδονίως).
Καταρχήν, υποστηρίχθηκε από την έρευνα ότι η γραφή Θαϋμος πρέπει να διορθωθεί σε Θαϋλος. Ο Nilsson ήδη από την αρχή του αιώνα μας υποστήριξε με έμφαση ότι πρόκειται για αρχαίο ελληνικό επίθετο, που στη Μακεδονία δόθηκε στον Άρη, ενώ στη Θεσσαλία στο Δία. Ποιος όμως ήταν στην πραγματικότητα αυτός ο θεός, που λατρευόταν από τους Έλληνες κάτω από την ονοματοποιημένη προσωνυμία Θαύλος- Θαύλιος;
Οι μεταγενέστερες πηγές μας πληροφορούν ότι ένα γένος ιθαγενών της Αθήνας λεγόταν Θαυλωνίδες και ότι επώνυμος ήρωας του γένους αυτού ήταν ο Θαύλων, ο οποίος σκότωσε πρώτος βόδι με πέλεκι. Η έρευνα δεν είναι σίγουρη, αν οι Θαυλωνίδες ήταν ιερατικό γένος στην Αθήνα, που είχε το προγονικό δικαίωμα της θυσίας του ταύρου προς τιμήν του Δία Πολιέα και αν ο Θαύλων ήταν ο επώνυμος του γένους. Προχωρώντας όμως στη σκέψη μας, μπορούμε να αναφερθούμε στον Άρατο (Φαινόμενα, 132 κ.ε.), ο οποίος σημειώνει ότι η Δίκη έφυγε από τη γη, εξαιτίας του μίσους της απέναντι στο χάλκινο γένος των ανθρώπων, οι οποίοι πρώτοι κατασκεύασαν μάχαιραν σφάζοντας και τρώγοντας τούς άροτήρας βοΰς. Οι πρώτοι μάλιστα που έκαναν το παραπάνω έγκλημα, σύμφωνα με τον Άρατο, ήταν οι Αθηναίοι. Οδηγούμαστε έτσι στα αττικά δικαστήρια και στη γιορτή των Βουφονίων.
Ως γνωστόν, η αθηναϊκή γιορτή Διπολίεια ή Διιπόλια (= Βουφόνια) ήταν αφιερωμένη στο Δία Πολιέα και σκοπό είχε τη γονιμότητα της γης και την ευόδωση της παραγωγής. Με βάση τα παραπάνω, μπορεί να υποστηριχθεί ότι Θαύλων ήταν ο βουφόνος και Θαύλια τα Βουφόνια.
Ο Δίας Θαύλιος σχετίστηκε επίσης από την έρευνα με τη δωρική γιορτή Θαύλια. Σύμφωνα με τον Ησύχιο οι Ταραντίνοι είχαν μια γιορτή, που ονομαζόταν Θαύλια και η οποία γινόταν προς τιμήν του Κτέατου, του ενός από τους δύο Μολίονες, που σκότωσε ο Ηρακλής στις Κλεωνές. Επομένως θαυλίζω προφανώς σημαίνει γιορτάζω τα Θαύλια, δηλαδή τα Βουφόνια (θυσία βοδιού προς τιμήν νεκρού ή νεκρών, που δολοφονήθηκαν).
Η μαρτυρημένη λατρεία του Δία Θαύλιου στις Φερές και γενικότερα στη Θεσσαλία είναι βασική για την κατανόηση των παραπάνω γραμματειακών πηγών. Ο Δίας Θαύλιοςήταν ο θεσσαλικός θεός του Κάτω Κόσμου και των νεκρών, που εξοργιζόταν από το έγκλημα του φόνου και τιμωρούσε άμεσα και χωρίς οίκτο τους φονιάδες.
Μόνο μέσω ειδικών ιεροτελεστιών με καθορισμένο τυπικό ο θεός αυτός, όπως και η σύνναός του Εν(ν)οδία, εξευμενιζόταν και γινόταν Μειλίχιος, καθαίροντας τους φονιάδες από το μίασμα του αίματος. Έτσι, θεωρείται σημαντικό ότι ο μύθος τοποθετεί τη θητεία του Απόλλωνα στις Φερές, κοντά στον τοπικό θεό του θανάτου Άδμητο (= Δία Καταχθόνιο = Δία Θαύλιο = Δία Φόνιο), για να καθαρθεί στη συνέχεια στα Τέμπη και να γίνει ο κατεξοχήν καθάρσιος και όσιος θεός.
Είναι γνωστό ότι η πολιτική ζωή των θεσσαλικών πόλεων και ιδιαίτερα αυτή των Φερώνκαταδυναστευόταν από συνεχείς στάσεις και δολοφονίες των ηγεμόνων τους, ενώ συχνές ήταν οι δολοφονίες και οι διώξεις των υποστηρικτών τους.
Επομένως, θεότητες, όπως ήταν η Εν(ν)οδία, που λατρευόταν μάλιστα· και με την ειδική προσωνυμία Όσια, στην οποία ανήκε η δικαιοδοσία της κάθαρσης από τα μιάσματα ή όπως ο Δίας Θαύλιος, που τιμωρούσε τους φόνους ή όπως ο Απόλλωνος Φοίβος-Ξάνθος, που επειδή είχε τιμωρηθεί και στη συνέχεια καθαρθεί από το φόνο, θεωρείτο ο κατεξοχήν καθάρσιος θεός, ήταν κοινωνικά και πολιτικά αναγκαίες για τους Φεραίους και τους άλλους Θεσσαλούς Πιθανότατα την ίδια κοινωνική και λατρευτική ανάγκη απέκτησαν μέσω των Θεσσαλών οι Μακεδόνες ήδη από τα κλασικά χρόνια με τις άμεσες πολιτικές και άλλες στενές σχέσεις των δύο γειτονικών λαών."
Μάλιστα, μεταξύ των στηλών συγκαταλέγονται η αετωματική στήλη με τα ακρωτήρια, στην οποία παριστάνεται ανάγλυφη ενεπίγραφη μαρμάρινη στήλη με οριζόντια επίστεψη και η στήλη, που φέρει αναθηματική επιγραφή με κατάλογο Φεραίων (τέλος 4ου - αρχές 3ου αι. π.Χ.). Η τελευταία είναι αφιερωμένη τόσο στο Δία Θαύλιο, όσο και στο Δία Άφριο. Αυτό είναι ενδεικτικό για τη σχέση μεταξύ των δύο λειτουργιών του Δία, καθώς και με την Εν(ν)οδία.
Σε μια στήλη του 4ου αι. π.Χ., αφιερωμένη στο Δία Θαύλιο, που προέρχεται από το ιερό του θεού στο δυτικό νεκροταφείο του Άτραγα πιθανότατα παρατηρείται το φαινόμενο της ιεροσύνης μελών μιας ορισμένης φρατρίας. Στο ίδιο ιερό βρέθηκε ακόμα μια άλλη αναθηματική μαρμάρινη στήλη στο Δία Θαύλιο (τέλος 3ου αι. π.Χ.). Επίσης, στο λόφο της Αγίας Παρασκευής των Φαρσάλων μαρτυρείται επιγραφικά λατρεία του Δία Θαύλιου (4ος αι. π.Χ.). Εδώ, οί άγχισταί των περί Παρμενίσκον αφιερώνουν στο θεό κάποια στήλη, επιγράφοντας το βράχο όπου στηριζόταν σε τόρμο. Ένας βωμός στο Δία Θαύλιο, των μέσων του 4ου αι. π.Χ., που προέρχεται από την πόλη, η οποία βρίσκεται στο «Ύψωμα 325», μεταξύ των χωριών Καστρί (πρώην Κολοκλόμπας) και Ξυλάδες των Φαρσάλων, αμέσως ανατολικά του Ενιπέα, μαρτυρεί ότι η λατρεία του θεού αυτού των Φερών στην Τετράδα Φθιώτιδα δεν ήταν μεμονωμένη.
Τέλος, στην ακρόπολη της Λάρισας μαρτυρείται επιγραφικά τέμενος του Δία Φόνιου. Το ιερό πρέπει να ταυτίζεται μ’ αυτό του Δία Θαύλιου, όπως δείχνουν δύο μαρμάρινες ενεπίγραφες στήλες, μια μικρή στήλη με αετωματική επίστεψη του τέλους του 4ου αι. π.Χ., εντοιχισμένη στην παλαιοχριστιανική βασιλική του Αγίου Αχιλλίου, καθώς και μια μνημειακή στήλη του β' μισού του 4ου αι. π.Χ., που πιθανόν προέρχεται από την ακρόπολη. Οι στήλες φέρουν αναθηματικές επιγραφές στο Δία Θαύλιο.
Ο θεός αυτός ταυτίζεται με το Δία Φόνιο, γιατί Θαύλιος σημαίνει Φόνιος. Επομένως, πρόκειται για το θεό των καθαρμών από το μίασμα του φόνου που σχετιζόταν με το θάνατο και τον Κάτω Κόσμο.
Οι έως τα σήμερα προσπάθειες της έρευνας με βάση τις σχετικές, αλλά μεταγενέστερες μαρτυρίες, παρόλο που σχετίζουν το μακεδονικό θεό Θαύλ- (λ)ιο με το Δία Θαύλιο της Θεσσαλίας, με το Δία Θαύλωνα, τον ήρωα Θαύλωνα και το γένος των Θαυλωνιδών στην Αθήνα, καθώς και με τη δωρική γιορτή των Θαυλίων, δεν έχουν ξεκαθαρίσει το πρόβλημα. Σύμφωνα με τον Ησύχιο, Θαύμος ή Θαύλος ονομαζόταν ο Άρης στη μακεδονική γλώσσα (λ. Θαϋμος η Θαϋλος· Άρης Μακεδονίως).
Καταρχήν, υποστηρίχθηκε από την έρευνα ότι η γραφή Θαϋμος πρέπει να διορθωθεί σε Θαϋλος. Ο Nilsson ήδη από την αρχή του αιώνα μας υποστήριξε με έμφαση ότι πρόκειται για αρχαίο ελληνικό επίθετο, που στη Μακεδονία δόθηκε στον Άρη, ενώ στη Θεσσαλία στο Δία. Ποιος όμως ήταν στην πραγματικότητα αυτός ο θεός, που λατρευόταν από τους Έλληνες κάτω από την ονοματοποιημένη προσωνυμία Θαύλος- Θαύλιος;
Οι μεταγενέστερες πηγές μας πληροφορούν ότι ένα γένος ιθαγενών της Αθήνας λεγόταν Θαυλωνίδες και ότι επώνυμος ήρωας του γένους αυτού ήταν ο Θαύλων, ο οποίος σκότωσε πρώτος βόδι με πέλεκι. Η έρευνα δεν είναι σίγουρη, αν οι Θαυλωνίδες ήταν ιερατικό γένος στην Αθήνα, που είχε το προγονικό δικαίωμα της θυσίας του ταύρου προς τιμήν του Δία Πολιέα και αν ο Θαύλων ήταν ο επώνυμος του γένους. Προχωρώντας όμως στη σκέψη μας, μπορούμε να αναφερθούμε στον Άρατο (Φαινόμενα, 132 κ.ε.), ο οποίος σημειώνει ότι η Δίκη έφυγε από τη γη, εξαιτίας του μίσους της απέναντι στο χάλκινο γένος των ανθρώπων, οι οποίοι πρώτοι κατασκεύασαν μάχαιραν σφάζοντας και τρώγοντας τούς άροτήρας βοΰς. Οι πρώτοι μάλιστα που έκαναν το παραπάνω έγκλημα, σύμφωνα με τον Άρατο, ήταν οι Αθηναίοι. Οδηγούμαστε έτσι στα αττικά δικαστήρια και στη γιορτή των Βουφονίων.
Ως γνωστόν, η αθηναϊκή γιορτή Διπολίεια ή Διιπόλια (= Βουφόνια) ήταν αφιερωμένη στο Δία Πολιέα και σκοπό είχε τη γονιμότητα της γης και την ευόδωση της παραγωγής. Με βάση τα παραπάνω, μπορεί να υποστηριχθεί ότι Θαύλων ήταν ο βουφόνος και Θαύλια τα Βουφόνια.
Ο Δίας Θαύλιος σχετίστηκε επίσης από την έρευνα με τη δωρική γιορτή Θαύλια. Σύμφωνα με τον Ησύχιο οι Ταραντίνοι είχαν μια γιορτή, που ονομαζόταν Θαύλια και η οποία γινόταν προς τιμήν του Κτέατου, του ενός από τους δύο Μολίονες, που σκότωσε ο Ηρακλής στις Κλεωνές. Επομένως θαυλίζω προφανώς σημαίνει γιορτάζω τα Θαύλια, δηλαδή τα Βουφόνια (θυσία βοδιού προς τιμήν νεκρού ή νεκρών, που δολοφονήθηκαν).
Η μαρτυρημένη λατρεία του Δία Θαύλιου στις Φερές και γενικότερα στη Θεσσαλία είναι βασική για την κατανόηση των παραπάνω γραμματειακών πηγών. Ο Δίας Θαύλιοςήταν ο θεσσαλικός θεός του Κάτω Κόσμου και των νεκρών, που εξοργιζόταν από το έγκλημα του φόνου και τιμωρούσε άμεσα και χωρίς οίκτο τους φονιάδες.
Μόνο μέσω ειδικών ιεροτελεστιών με καθορισμένο τυπικό ο θεός αυτός, όπως και η σύνναός του Εν(ν)οδία, εξευμενιζόταν και γινόταν Μειλίχιος, καθαίροντας τους φονιάδες από το μίασμα του αίματος. Έτσι, θεωρείται σημαντικό ότι ο μύθος τοποθετεί τη θητεία του Απόλλωνα στις Φερές, κοντά στον τοπικό θεό του θανάτου Άδμητο (= Δία Καταχθόνιο = Δία Θαύλιο = Δία Φόνιο), για να καθαρθεί στη συνέχεια στα Τέμπη και να γίνει ο κατεξοχήν καθάρσιος και όσιος θεός.
Είναι γνωστό ότι η πολιτική ζωή των θεσσαλικών πόλεων και ιδιαίτερα αυτή των Φερώνκαταδυναστευόταν από συνεχείς στάσεις και δολοφονίες των ηγεμόνων τους, ενώ συχνές ήταν οι δολοφονίες και οι διώξεις των υποστηρικτών τους.
Επομένως, θεότητες, όπως ήταν η Εν(ν)οδία, που λατρευόταν μάλιστα· και με την ειδική προσωνυμία Όσια, στην οποία ανήκε η δικαιοδοσία της κάθαρσης από τα μιάσματα ή όπως ο Δίας Θαύλιος, που τιμωρούσε τους φόνους ή όπως ο Απόλλωνος Φοίβος-Ξάνθος, που επειδή είχε τιμωρηθεί και στη συνέχεια καθαρθεί από το φόνο, θεωρείτο ο κατεξοχήν καθάρσιος θεός, ήταν κοινωνικά και πολιτικά αναγκαίες για τους Φεραίους και τους άλλους Θεσσαλούς Πιθανότατα την ίδια κοινωνική και λατρευτική ανάγκη απέκτησαν μέσω των Θεσσαλών οι Μακεδόνες ήδη από τα κλασικά χρόνια με τις άμεσες πολιτικές και άλλες στενές σχέσεις των δύο γειτονικών λαών."
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου