Ο Αριστοτέλης έλεγε πως «ζούμε με συναισθήματα, όχι με τις ώρες στο ηλιακό ρολόι. Θα έπρεπε να μετράμε το χρόνο με τους χτύπους της καρδιάς». Τι γίνεται, όμως, όταν ο χρόνος παύει να κυλάει ακριβώς εξαιτίας της ίδιας σου της καρδιάς; Όταν οι χτύποι του ρολογιού συγχέονται με τους παλμούς που νιώθεις να ανεβαίνουν στο λαιμό σου και τα μερόνυχτα παγώνουν.
Αν η ζωή σου χάρισε απλόχερα το δώρο της συντροφικότητας, τη γαλήνη δυο ματιών που σου λένε καλημέρα και δυο χεριών που σε αγκαλιάζουν σφιχτά για καληνύχτα, ξέρεις πως μόνο μ’ αυτόν τον άνθρωπο ξημερώνει και νυχτώνει. Οι δείκτες σου είναι πια καρφωμένοι μέσα σου και όχι σε ένα ρολόι.
Συνδέεις τη ροή της μέρας σου με στοιχεία και συνήθειες που έχει ο άνθρωπός σου. Έτσι μάθατε ο ένας τον άλλον, έτσι γίνατε ένα. Μόνο όταν είσαι πλάι του χτυπά η καρδιά σου βροντερά και δεν πάλλεται απλά για να επιβιώνεις, αλλά για να ζεις.
Αυτό είναι που εννοούσε και ο Αριστοτέλης. Η ζωή δε μετριέται ούτε με ώρες, ούτε με χρόνια. Μετριέται με στιγμές και ανάσες κομμένες δίπλα σε ανθρώπους που σου προκαλούν πλατιά χαμόγελα. Εκεί η ώρα χάνεται. Τα ρολόγια ακρωτηριάζονται. Τίποτα δεν είναι χάσιμο χρόνου δίπλα του. Ακόμα και η σιωπή σας μοιάζει με πολύωρη συζήτηση. Σε κάνει, λοιπόν, να συνειδητοποιείς πως ο μοναδικός χρόνος που έχει χαθεί είναι αυτός που πέρασες πριν βρεθείς κοντά του.
Κι αν εκείνος φύγει από δίπλα σου, ο χρόνος και πάλι χάνεται. Αυτή τη φορά όμως τον σταματάς εσύ. Γιατί δε θέλεις τίποτα να προχωρά μακριά του. Ούτε καν μερικά λεπτά. Δε θέλεις να χάνει στιγμές της ζωής σου. Δε θέλεις πια να ξημερώνει γιατί ξέρεις πως δε θα τον δεις. Πέφτεις στο πάτωμα, κλείνεις τα μάτια σου πιστεύοντας πως αφού δε βλέπεις τον ήλιο να ανατέλλει οι μέρες δεν κυλούν και παρακαλάς να παγώσει ο χρόνος. Όχι όμως στο παρόν. Στην τελευταία σας στιγμή μαζί.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου