Κυριακή 8 Μαρτίου 2020

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΗΣ ΠΕΖΙΚΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΑΒΑΚΗΣ (1897 - 1943)

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΗΣ ΠΕΖΙΚΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΑΒΑΚΗΣ (1897 - 1943)

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΑΒΑΚΗΣ (1)

Ο Κωνσταντίνος Δαβάκης ήταν Έλληνας στρατιωτικός, συνταγματάρχης πεζικού και ήρωας του Ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940. Γεννήθηκε στα Κεχριάνικα Λακωνίας το 1897 και πέθανε στην Αδριατική θάλασσα τον Ιανουάριο του 1943.

Σπουδές και δράση μέχρι το 1940

Γιος δασκάλου, γεννήθηκε το 1897 στα Κεχριάνικα Λακωνίας και σπούδασε στη Σχολή Ευελπίδων (από την οποία αποφοίτησε ως ανθυπολοχαγός πεζικού, την 1η Οκτωβρίου του 1916) αλλά και στην Ανωτάτη Σχολή Πολέμου της Αθήνας, και στο Παρίσι (Γαλλική Σχολή Αρμάτων).

Έλαβε μέρος στο Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο όπου διακρίθηκε για την τόλμη και την ανδρεία του στο μακεδονικό μέτωπο (μάχες Σκρα και Δοϊράνης), όμως παράλληλα η υγεία του υπέστη σοβαρή επιδείνωση εξαιτίας της επίδρασης των ασφυξιογόνων αερίων. Το 1918 προβιβάστηκε σε λοχαγό επ' ανδραγαθία. Έλαβε μέρος και στη Μικρασιατική Εκστρατεία όπου το 1921 διακρίθηκε στη μάχη των υψωμάτων του Αλπανός, και τιμήθηκε με το Χρυσούν Αριστείο Ανδρείας...

Στο διάστημα μεταξύ 1922 και 1937 υπηρέτησε ως επιτελάρχης της 2ης Μεραρχίας και του 1ου Σώματος Στρατού, φοίτησε και δίδαξε σε στρατιωτικές σχολές και συνέγραψε διατριβές για τη στρατιωτική ιστορία και την τακτική των τεθωρακισμένων. Το 1931 πήρε το βαθμό του αντισυνταγματάρχη. Στις 30 Δεκεμβρίου του 1937 και μετά από μεγάλες αναρρωτικές άδειες, αποστρατεύθηκε για λόγους υγείας και τέθηκε σε πολεμική διαθεσιμότητα.

Ο Συν/χης Δαβάκης ήταν παντρεμένος με την Καλλιόπη Σταρόγιαννη που καταγόταν από τη Μαγούλα Σπάρτης.

Η δράση του στην Πίνδο

Όταν, τον Αύγουστο του 1940, συντελέστηκε η μερική επιστράτευση, ο Δαβάκης ανακλήθηκε στην ενεργό υπηρεσία και τοποθετήθηκε διοικητής του 51ου Συντάγματος Πεζικού και στη συνέχεια του Αποσπάσματος Πίνδου (αποτελούμενου από το 51ο ΣΠ υπό άλλον διοικητή και διάφορες μικρομονάδες) το οποίο είχε ως έδρα το Επταχώριο Πίνδου. Η διοίκηση των ελληνικών δυνάμεων ανατέθηκε στον Βασίλειο Βραχνό.

Το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 1940, οπότε εκδηλώθηκε η ιταλική εισβολή, ο Δαβάκης αντιμετώπισε την 3η Ιταλική Μεραρχία Αλπινιστών ΤΖΟΥΛΙΑ με ένα απόσπασμα 2.000 ανδρών, υπό τις εντολές και τις οδηγίες του Τμήματος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας. Η τακτική του σε ολόκληρη την έκταση της ζώνης ευθύνης του (35 χιλιόμετρα) ήταν αμυντική, και μάλιστα έκανε υποχρεωτικό ελιγμό, αναμένοντας ενισχύσεις.

Την 1η Νοεμβρίου 1940, οπότε έφτασαν οι ενισχύσεις που περίμενε ο Δαβάκης, οι ελληνικές δυνάμεις έκαναν αντεπίθεση και κύκλωσαν τις ιταλικές, που αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Κατά την αντεπίθεση αυτή, και συγκεκριμένα την 6η ημέρα από την έναρξη των επιχειρήσεων, στον Προφήτη Ηλία Κάντσικου (μετέπειτα Δροσοπηγής), ο Δαβάκης τραυματίστηκε στο στήθος. .

"Στον αξιωματικό που τον πλησίασε για να τον περιποιηθεί πρόσταξε, μαζεύοντας όσες δυνάμεις τού 'μεναν ακόμα: "Άσε με εμένα, πες με πεθαμένο! Και κοίτα να μη σου πάρουν τις θέσεις! Τράβα!" Στη συνέχεια τον μετέφεραν αναίσθητο με το φορείο στο Επταχώρι. Ο τραυματισμός του τού προκάλεσε προβλήματα σε συσχετισμό με την παλαιά στηθική του νόσο. Έτσι χρειάστηκε να αποχωρήσει από το μέτωπο, όπου τον αντικατέστησε ο τότε ταγματάρχης Ιωάννης Καραβίας.

Η νίκη του αποσπάσματος του Δαβάκη είχε αποφασιστική σημασία στην έκβαση του πολέμου. Μάλιστα θεωρήθηκε η πρώτη ήττα του άξονα. Η επιτυχία του Δαβάκη συνίσταται "στην άμεση διάγνωση ενός τακτικού λάθους που έκανε ο Ιταλός μέραρχος να προχωρήσει γοργά προς τη Σαμαρίνα χωρίς να καλύψει το πλευρό της φάλαγγάς του". Ο Δαβάκης το είδε αμέσως και από τη δεύτερη μέρα του σκληρού αγώνα ήταν σίγουρος ότι χάρη σ' αυτό το λάθος "θα μάντρωνε τους Ιταλούς".

Σύλληψη και θάνατος

Κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης νοσηλείας του Δαβάκη, οι πολεμικές επιχειρήσεις έληξαν και η χώρα βρέθηκε υπό κατοχή. Τον Δεκέμβριο του 1942, και ενώ ακόμα νοσηλευόταν στην Αθήνα, ο Δαβάκης συνελήφθη ως όμηρος από τις ιταλικές αρχές κατοχής, μαζί με πολλούς διακεκριμένους αξιωματικούς, γιατί θεωρήθηκαν ύποπτοι αντιστασιακής δράσης. Οι συλληφθέντες επιβιβάστηκαν στην Πάτρα στο ατμόπλοιο Τσιτά ντι Τζένοβα (Πόλη της Γένοβα) για να μεταφερθούν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Ιταλία.

Το πλοίο αυτό τορπιλίστηκε από συμμαχικό υποβρύχιο και βυθίστηκε στα ανοιχτά των νότιων αλβανικών ακτών, με αποτέλεσμα να πνιγούν οι επιβαίνοντες στα νερά της Αδριατικής. (Ιανουάριος 1943). Το πτώμα του Δαβάκη περισυνελέγη, αναγνωρίστηκε και ετάφη στον Αυλώνα. Μεταπολεμικά τα οστά του διακομίστηκαν και ενταφιάστηκαν στην Αθήνα.

Ιδέες και ευρύτερο έργο

Ο Κωνσταντίνος Δαβάκης υπήρξε από τους πρωτοπόρους της ιδέας της μηχανοκίνησης του πεζικού και της χρησιμοποίησης αρμάτων ως κύριου όπλου για τη διάσπαση και καταδίωξη του εχθρού, καθώς πρόκρινε την ευελιξία των μηχανοκίνητων μονάδων έναντι της γραμμής οχυρών. Για τον Δαβάκη ήταν απαραίτητη όχι μόνο η μηχανοκίνηση του στρατού, αλλά και η συνεργασία των στοιχείων του, δηλαδή των διαφόρων όπλων και της Αεροπορίας.

Στο συγγραφικό έργο του Δαβάκη περιλαμβάνονται βεβαιωμένα τα εξής έργα:

«Τα Αρματα Μάχης» [1928],

«Ο Στρατός του Μέλλοντος» [1934] για πολλούς το σημαντικότερο έργο του,

«Χημικός και Αεροχημικός Πόλεμος» [1935],

«Εγχειρίδιον Τακτικής Πεζικού» [1937],

«Εγκόλπιον Ομαδάρχου Πεζικού» [1938],

«Εγκόλπιον Αξιωματικού Πεζικού» [1938],

«Νυκτεριναί Επιχειρήσεις» [1939],

«Εγκόλπιον Διοικητού Τάγματος Πεζικού» [1940].

Επίσης συνέγραψε άρθρα και μελέτες σε διάφορα στρατιωτικά περιοδικά μερικά απ' τα οποία είναι:

«Η ισχύς του πυρός του Πεζικού» στη Γενική Στρατιωτική Επιθεώρησις [Φεβρ.-Μαρτ. 1926],

«Η Αμυνα του Εδάφους» ΓΣΕ [Νοεμ. 1926],

«Τα εν Ισπανία πολεμικά γεγονότα» ΓΣΕ [Απρ.1937],

«Τα μηχανοκίνητα μέσα» ΓΣΕ [Ιουν. 1937],

«Μάχη των αρμάτων πεζικού» ΓΣΕ [Αυγ. 1937],

«Το πεζικόν του αέρος» ΓΣΕ [Νοεμ. 1937],

«Η δράσις της Ιταλικής αεροπορίας κατά τον Ιταλοαιθιοπικόν πόλεμον» ΓΣΕ [Δεκ. 1937],

«Το ορεινόν έδαφος» ΓΣΕ [Ιαν. 1938],

«Μια γνώμη επί της συνοδείας Διμοιρίας και Λόχου» στην Επιθεώρηση Πεζικού [Μάιος-Ιούνιος 1929],

«Παράδειγμα τακτικού θέματος εφαρμογής» ΕΠ [Ιουλ.-Αυγ. 1929],

«Τακτικό θέμα: Επίθεση τάγματος πεζικού υποστηριζόμενου από διμοιρία αρμάτων» ΕΠ [Μαρ.-Απρ. 1930],

«Σκέψεις για τη σύνταξη προγραμμάτων εκπαιδεύσεως πεζικού» ΕΠ [Ιουλ-Αυγ.-Σεπ.-Οκτ. 1930],

«Ενέργεια αποβατικού αγήματος καταστροφής» ΕΠ [Νοεμ.-Δεκ. 1930],

«Ενέργεια αποβατικού αγήματος καταστροφής» ΕΠ [Ιαν.-Φεβρ. 1931],

«Το Πεζικόν και τα άλλα Όπλα» Στρατιωτική Επιθεώρηση [Φεβρ. 1938],

«Ο Ηγήτωρ» ΣΕ [ Μάιος 1938],

«Η Αξία των Ηθικών Δυνάμεων» ΣΕ [Οκτ. 1938],

«Παρατηρήσεις επί του οπλισμού του πεζικού» ΣΕ [Φεβρ. 1939],

«Τα Πρώτα Διδάγματα του Γερμανοπολωνικού Πολέμου» ΣΕ [Αυγ. 1939],

«Η νεωτέρα τακτική» Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια [1937],

«Η δράσις της Αεροπορίας εν συνδυασμώ με το Πεζικόν» ΜΣΝΕ [1937],

«Ο χημικός πόλεμος παρά τοις αρχαίοις» ΜΣΝΕ [1937],

«Συμπεράσματα εκ της συγκρίσεως της κατά τον πόλεμον 1914-1918 αποδόσεως των αγγλικών και γαλλικών αρμάτων» ΜΣΝΕ [1937],

«Ο βακτηριολογικός πόλεμος» ΜΣΝΕ [1938],

«Επίδρασις του εδάφους επί των στρατιωτικών επιχειρήσεων» ΜΣΝΕ [1938],

«Τα άλματα του Πεζικού» ΜΣΝΕ [1938],

«Το Πεζικόν εν αμύνη επί σταθεροποιηθέντων μετώπων» ΜΣΝΕ [1940],

«Πώς διοικείται ο Έλλην στρατιώτης» ΜΣΝΕ [1940],

«Ο πεζός και η μάχη» ΜΣΝΕ [1940].

Και τέλος τη 19η Μαρτίου 1935 κατέθεσε το βαρυσήμαντο προφητικό :

«Υπόμνημα Επί Της Αμύνης Των Συνόρων».

Πηγή: Ι. Α. Βερνάρδου: Δαβάκης - Πίνδος, σσ. 341-344, Αθήνα 1946, εκδ. Δημητράκου


Χαρακτηρισμοί

Ο Σ. Μελάς έχει χαρακτηρίσει τον Κωνσταντίνο Δαβάκη ως "μοναδική σύνθεση προσόντων που σπάνια πάνε μαζί: Σπουδαίος 'τρουπιέ', όπως λένε οι Γάλλοι, πολέμαρχος, καπετάνιος με καρδιά βουνό, αισιοδοξία τρελή, θάρρος απροσπέλαστο, διοικητής ασύγκριτος, χέρι δυνατό, θέληση αλύγιστη, αλλά και ιδιοφυία στρατηγική, κάτοχος του εδάφους όσο λίγοι διοικητές στρατευμάτων.

Ακούραστος μελετητής και γνώστης βαθύτατος της τέχνης του πολέμου, πρωτεύων στις ξένες πολεμικές Ακαδημίες, δάσκαλος αξιωματικών σπάνιος, συγγραφεύς στρατιωτικός πρωτότυπος και πρωτοπόρος - ολόκληρη βιβλιοθήκη τα έργα του - μοναδικός ιχνηλάτης των 'τακτικών καταστάσεων', ξάστερος στην κρίση, ευφάνταστος και γοργότατος στη σύλληψη του σχεδίου κι εκτελεστής άμεσος, μεγάλος μαέστρος του ελιγμού, επίμονος και παράφορος στον αγώνα". (Η δόξα του '40, σελ. 21). Ο Τζων Φρήμαν πίστευε πως ήταν ο θεωρητικός προφήτης της μηχανοκίνησης του στρατού, ένας "τροβαδούρος" των Τανκς.

Απόδοση τιμών

Μετά τον θάνατό του η Ακαδημία Αθηνών τού απένειμε το αργυρό μετάλλιο της αυτοθυσίας, ενώ στους δήμους Καλλιθέας και Νικαίας υπάρχουν πλατείες με το όνομά του και μια προτομή του. Οδοί, προτομές και ανδριάντες του ήρωα υπάρχουν και στην Ήπειρο.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΑΒΑΚΗΣ - Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΗΣ ΠΙΝΔΟΥ (2)

Ο Κωνσταντίνος Δαβάκης ήταν συνταγματάρχης πεζικού, ήρωας του αλβανικού μετώπου το 1940. Γεννήθηκε στα Κεχριάνικα Λακωνίας το 1897 και πέθανε στην Αδριατική θάλασσα τον Ιανουάριο του 1943. Σπούδασε στη Σχολή Ευελπίδων (από την οποία αποφοίτησε ως Ανθυπολοχαγός πεζικού, την 1 Οκτωβρίου του 1916) αλλά και στην Ανωτάτη Σχολή Πολέμου της Αθήνας, και στο Παρίσι (γαλλική Σχολή Αρμάτων).

Έλαβε μέρος στο Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο όπου διακρίθηκε για την τόλμη και ανδρεία του στο Μακεδονικό Μέτωπο (μάχες Σκρα και Δοϊράνης), όμως παράλληλα η υγεία του βλάφτηκε σοβαρά εκεί, από την επίδραση των ασφυξιογόνων αερίων. Το 1918 προβιβάστηκε σε λοχαγό επ’ ανδραγαθία. Έλαβε μέρος και στην Μικρασιατική Εκστρατεία, όπου το 1921 διακρίθηκε στη μάχη των υψωμάτων του Αλπανός, και τιμήθηκε με το Χρυσούν Αριστείο Ανδρείας.

Στο διάστημα μεταξύ 1922 και 1937 υπηρέτησε ως επιτελάρχης της 2ης μεραρχίας και του 1ου σώματος στρατού, φοίτησε και δίδαξε σε στρατιωτικές σχολές, και έγραψε διατριβές για την στρατιωτική ιστορία και την τακτική των τεθωρακισμένων. Ο Κωνσταντίνος Δαβάκης υπήρξε από τους πρωτοπόρους της ιδέας της μηχανοκίνησης του πεζικού και της χρησιμοποίησης αρμάτων ως κύριου όπλου για την διάσπαση και καταδίωξη του εχθρού, καθώς πρόκρινε την ευελιξία των μηχανοκίνητων μονάδων έναντι της γραμμής οχυρών.

Έγραψε αρκετά στρατιωτικά έργα, μεταξύ των οποίων και το βιβλίο «ο πόλεμος του μέλλοντος» (1939). Το 1931 πήρε το βαθμό του αντισυνταγματάρχη. Στις 30 Δεκεμβρίου του 1937 και μετά από μεγάλες αναρρωτικές άδειες, αποστρατεύθηκε για λόγους υγείας και τέθηκε σε πολεμική διαθεσιμότητα.

Όταν, τον Αύγουστο του 1940, συντελέστηκε η μερική επιστράτευση, ο Δαβάκης ανακλήθηκε στην ενεργό υπηρεσία και τοποθετήθηκε διοικητής του 51ου Συντάγματος Πεζικού και στην συνέχεια του Αποσπάσματος Πίνδου (αποτελούμενου από το 51ο ΣΠ υπό άλλον διοικητή και διάφορες μικρομονάδες) το οποίο είχε ως έδρα το Επταχώριο Πίνδου. Η διοίκηση των ελληνικών δυνάμεων ανατέθηκε στον Βασίλειο Βραχνό.


Η εποποιία της Πίνδου είχε αρχίσει λίγο μετά τις πέντε το πρωί στις 28 Οκτωβρίου. Στον Σταθμό Διοικήσεως του Δαβάκη, στο Επταχώρι, ο διοικητής του ΤΣΔΜ στρατηγός Πιτσίκας ειδοποιούσε από την Κοζάνη τον Δαβάκη ότι στις 6 το πρωί θ' άρχιζε η ιταλική επίθεση! Εκεί που βρισκόταν ο Δαβάκης δεν ήταν σε θέση να ξέρει, ότι μερικά συνοριακά φυλάκια είχαν ήδη προσβληθεί από ανυπόμονους αλπινιστές στις 4 το πρωί.

Λίγο μετά τις πέντε οι κορφές του Γράμμου και του Σμόλικα φωτίστηκαν σαν από αστραπές. Το βαρύ πυροβολικό που συνόδευε τη 3η Ιταλική Μεραρχία Αλπινιστών ΤΖΟΥΛΙΑ είχε αρχίσει το προπαρασκευαστικό πυρ. Αλλά εδώ οι μάχες δεν επρόκειτο να κριθούν με πυροβολικό και άρματα. Εδώ ο αγώνας θα γινόταν σώμα με σώμα. Και το «Απόσπασμα Πίνδου», που όλο-όλο διέθετε με βία τρία τάγματα, δεν είχε προκάλυψη επιβραδυντική άλλη παρά τις μικρές φρουρές των μεθοριακών φυλακίων.

Η ιταλική ορεινή μεραρχία εισέδυσε με πρωτοφανή τόλμη στον ορεινό όγκο της Πίνδου, χρησιμοποιώντας δύο κυρίως συντάγματα. Το 8ο και το 9ο. Το πρώτο από αυτά επετέθη στο βορειότερο άκρο του μετώπου με κατεύθυνση προς Αετομηλίτσα και Λυκορράχη αφ' ενός και νοτιότερα προς τη Βούρμπιανη. Στην πρώτη κατεύθυνση το ιταλικό σύνταγμα διέθεσε σχετικά περιορισμένες δυνάμεις, αλλά πάντως συντριπτικά υπέρτερες των δικών μας, που έχασαν κάθε επικοινωνία με τον Σταθμό Διοικήσεως στο Επταχώρι.

Στην κατεύθυνση Βούρμπιανης και Πυρσόγιαννης προς την οποία στράφηκε ο όγκος του 8ου συντάγματος της ΤΖΟΥΛΙΑ, υπήρχαν μόνο δύο ελληνικοί λόχοι για να το αντιμετωπίσουν. Κράτησαν όσο μπορούσαν κι έπειτα συμπτύχθηκαν. Από τη δύναμη αυτή μια διμοιρία γενναίων υπό τον ανθυπασπιστή Καφαντάρη και τον λοχία Σκυλογιάννη διολίσθησαν προς τα βόρεια και εγκαταστάθηκε στην Κιάφα σε ύψος 2.400 μέτρων υπό συνθήκες πολικού ψύχους.

Στο νότιο άκρο του ορεινού μετώπου προς το οποίο μ' αιχμή την Κόνιτσα ετοιμαζόταν να επιτεθεί το άλλο σύνταγμα, το 9ο. Ολόκληρη τη μέρα της 28 Οκτωβρίου βασίλευε μια ανησυχαστική ηρεμία όταν ξαφνικά στις 5 το απόγευμα μπροστά σε δύο λόχους του Αποσπάσματος Πίνδου, στην περιοχή Μόλιστας και Καστάνιανης, στα βόρεια της Κόνιτσας, ξεφυτρώνει ολόκληρο το 9ο σύνταγμα της ΤΖΟΥΛΙΑ! Οι δύο λόχοι ανατρέπονται κι αυτοί.

Απεγνωσμένα ο Δαβάκης ζητάει ενισχύσεις από το τάγμα Προκαλύψεως της Κόνιτσας, που υπάγεται στην VIII Μεραρχία. Δεν υπάρχει τηλεφωνική επικοινωνία και ο Δαβάκης ζητάει να φύγουν σύνδεσμοι με «κτήνη ιδιωτικά και οδηγούς...» για να ειδοποιήσουν το τάγμα Κονίτσης αλλά δεν το βρίσκουν. Ο συνδετικός κρίκος μεταξύ Αποσπάσματος Δαβάκη και VIII Μεραρχίας έχει σπάσει. Η νύχτα της 28ης Οκτωβρίου βρίσκει το Απόσπασμα (σε πλήρη σύμπτυξη, αλλού με τ' όπλο στο χέρι, αλλού μ' εκδηλώσεις μεγάλης αταξίας.

Για τον Δαβάκη αρχίζει τώρα ο εφιάλτης. Για το Γενικό Στρατηγείο θ' αρχίσει τις επόμενες τρεις μέρες. Φυγάδες φτάνουν στο Επταχώρι κι ένας διμοιρίτης ανθυπολοχαγός φυλακίζεται με βαριά κατηγορία -δειλία ενώπιον του εχθρού. Τον περιμένει το Στρατοδικείο. Τι να κάνουν οι άνδρες της ισχνής αυτής προκαλύψεως; Με την εξαίρεση του Δαβάκη, των ανώτερων επιτελών του και τριών λοχαγών, όλοι οι άλλοι αξιωματικοί και άνδρες βλέπουν για πρώτη φορά πόλεμο. Θα πάρουν το βάπτισμα του πυρός στην Πίνδο. Τις τρεις επόμενες μέρες 29, 30 ακόμα και στις 31 Οκτωβρίου, η ιταλική απειλή στην Πίνδο παίρνει διαστάσεις δραματικές.

Λόχοι και διμοιρίες αποκόπτονται, ένα όργιο φημών απλώνεται που φέρνει αλπινιστές παντού, ακόμα και κει που δεν έχουν εμφανιστεί. Αλλά το πιο επικίνδυνο από στρατιωτική άποψη είναι, ότι οι διεισδύσεις της ΤΖΟΥΛΙΑ, το επιτελείο της οποίας μοιάζει να έχει μελετήσει όλες τις διαβάσεις, δείχνουν πλέον καθαρά τις απώτερες προθέσεις της μεραρχίας. Στο βόρειο άκρο του μετώπου η επιθετική αιχμή δείχνει προς το Νομό Καστοριάς, προς τον σπουδαίο οδικό κόμβο του Νεστορίου.

Στο κέντρο, ο κύριος όγκος του 8ου συντάγματος διεισδύει ανάμεσα στον Γράμμο και τον Σμόλικα με κατεύθυνση το Κεράσοβο και από κει τη Σαμαρίνα. Στο νότιο άκρο το 9ο σύνταγμα επιχειρεί έναν ιδιοφυή ελιγμό. Αναστρέφεται προς τα ανατολικά και ακολουθώντας τη βόρεια όχθη του Αώου προωθείται ραγδαία προς το Δίστρατο. Αν φτάσει εκεί δεν χρειάζεται παρά να αναστραφεί άλλη μια φορά προς τα νότια. Να πάρει τη Βωβούσα και μ' ένα ακόμα άλμα το Μέτσοβο.


Μέσα σ' αυτόν τον κατακλυσμό των τραγικών ειδήσεων ο συνταγματάρχης Δαβάκης διατηρεί την ψυχραιμία του. Παρόλο ότι βλέπει το Απόσπασμά του σχεδόν να διαλύεται, μπαλώνει, και αυτός εκ των ενόντων τα επικίνδυνα σημεία. Στις 29 Οκτωβρίου το πρωί ρίχνει το 3ο τάγμα του, που μόλις την προηγούμενη νύχτα είχε φτάσει στο Επταχώρι, σε αντεπίθεση στο ύψωμα Μούκα, από όπου οι Ιταλοί απειλούν ακόμα και τον Σταθμό Διοικήσεώς του. Προς την κατεύθυνση των αλπινιστών που προωθούνται για τη Σαμαρίνα, ρίχνει και τις τελευταίες εφεδρείες του. Από τις σχεδόν ανύπαρκτες.

Αλλά ο Δαβάκης ξέρει πια, ότι μόνο η έγκαιρη άφιξη ενισχύσεων θ' αποσοβήσει την κατάρρευση του μετώπου. Κάνει τα πάντα για να εμψυχώσει τους άνδρες του, μεταχειριζόμενος ακόμα και ψέματα. Τους λέει, ότι από στιγμή σε στιγμή φτάνουν 4 τάγματα με πυροβολικό... Τη νύχτα της 29 προς 30 Οκτωβρίου και το μεσημέρι της 30ης, συγκλονιστικές στιγμές διαδραματίζονται στην περιοχή του Επταχωρίου. Φορεία με πληγωμένους ή αναίσθητους από το ψύχος ήρωες ροβολούν προς το χωριό.

Αλλά απ έξω από το Επταχώρι μαζεύονται και άνδρες, που έχουν συρρεύσει από όλα τα σημεία του μετώπου σαστισμένοι και φοβισμένοι. Οι περισσότεροι κρατούν ακόμα τα όπλα τους σαν να θέλουν να δείξουν ότι δεν είναι δειλοί. Καβάλα σ' ένα μαύρο κέλητα ο Δαβάκης σπεύδει προς το σημείο που συγκεντρώνονται οι «φυγάδες». Τους μιλάει και τους τονώνει το ηθικό όσο μπορεί. Μη φοβάστε... θα φτάσουν ενισχύσεις. Τούτη τη φορά δεν τους έχει πει ψέματα. Το απομεσήμερο της 30.10.40 φτάνει στο Επταχώρι η πρώτη μικρή ενίσχυση.

Ένα τάγμα πεζικού υπό τον ταγματάρχη Γ. Ποτιστή και, πράγμα πολύ σημαντικό, ένας αξιωματικός σύνδεσμος από το ΤΣΔΜ. Ο ταγματάρχης Ιωάννης Καραβίας, που πολύ αργότερα θα συνδέσει το όνομά του με λαμπρή πολεμική δράση στη Μ. Ανατολή και στην Ιταλία. Ο Δαβάκης καταλαμβάνεται από μια απερίγραπτη ευφορία. Οι ενισχύσεις έφτασαν... Λέει στον Καραβία ότι ήρθε η στιγμή να αντεπιτεθεί! Μέσα στις τραγικές στιγμές των τριών πρώτων ημερών, ο χαλκέντερος Δαβάκης οραματιζόταν μια μεγάλη αντεπίθεση...

Ο συλλογισμός του ήταν απλός. Οι δύο μεγάλες σφήνες της ΤΖΟΥΛΙΑ προωθούντο προς τη Σαμαρίνα και Δίστρατο, «αυτοκαλυπτόμενες» κατά το αριστερό τους ιδίως πλευρό, όπως λέγεται στη στρατιωτική ορολογία. Εφ' όσον στο αριστερό τους υπήρχαν ακόμα σαν πυρήνας δυνάμεις του Αποσπάσματος και κατέφθαναν εγκαίρως σημαντικές ενισχύσεις, υπήρχε η δυνατότητα να πλευροκοπηθούν και ενδεχομένως να αποκοπούν τελείως οι φάλαγγες των αλπινιστών.

Στις 5 το απόγευμα της 30.10.40 στη μικρή πλατεία του Επταχωρίου έλαμψαν οι χρυσές επωμίδες. Είχε καταφθάσει ο ίδιος ο στρατηγός Βασίλειος Βραχνός, διοικητής της Ι Μεραρχίας μαζί με το επιτελείο του. Η παρουσία του συμβόλιζε τη μεγάλη κινητοποίηση που είχε διατάξει το Γενικό Στρατηγείο για να φράξει την εισβολή στην Πίνδο. Αλλά ο συμβολισμός ήταν ακόμα συμβολισμός.. Η Ι Μεραρχία βρισκόταν ακόμα «εν κινήσει» και ο εφιάλτης της Πίνδου θα κρατούσε ακόμα τέσσερις ολόκληρες μέρες. Μέχρι και τις 3 Νοεμβρίου.

Για την ακρίβεια, την τρίτη μέρα τον πολέμου οι ενισχύσεις που φτάσαν κοντά στον Δαβάκη εκτός από το τάγμα Ποτιστή, ήταν ένα απόσπασμα ιππικού υπό τον ίλαρχο Δ. Γεωργιάδη και μια διλοχία πεζικού υπό τον Βασιλόπουλο, που ακολουθούσε τους ιππείς. Η μικρή αυτή δύναμη είχε ξεκινήσει από τα Γρεβενά και υπό καταρρακτώδη βροχή και με συνεχείς πορείες έφτασε πρώτη στο Επταχώρι.

Όταν μετά μερικές μέρες ανακοινώθηκε στην Αθήνα η αντεπίθεση των μεγάλων μονάδων στην Πίνδο, κυκλοφόρησε από μη γνωρίζοντες η φήμη ότι η Πίνδος σώθηκε από τη «Μεραρχία Ιππικού του Βραχνού» που κατάφερε τρόπον τινά καλπάζοντας να φτάσει πρώτη στα βουνά. Μεραρχία ιππικού υπήρχε όχι υπό τον Βραχνό αλλά υπό τον υποστράτηγο Γ. Στανωτά και πράγματι διατέθηκε στην αντεπίθεση.

 Κατά την αντεπίθεση αυτή, και συγκεκριμένα την 6η ημέρα από την έναρξη των επιχειρήσεων, στον Προφήτη Ηλία Κάντσικου (μετέπειτα Δροσοπηγής), ο Δαβάκης τραυματίστηκε στο στήθος. Στον αξιωματικό, που τον πλησίασε για να τον περιποιηθεί, πρόσταξε, μαζεύοντας όσες δυνάμεις τού 'μεναν ακόμα: "Άσε με εμένα, πες με πεθαμένο! Και κοίτα να μη σου πάρουν τις θέσεις! Τράβα!" Στη συνέχεια τον μετέφεραν αναίσθητο με το φορείο στο Επταπύργιο. Ο τραυματισμός προκάλεσε προβλήματα σε συσχετισμό με την παλαιά στηθική του νόσο. Έτσι χρειάστηκε να αποχωρήσει από το μέτωπο, όπου τον αντικατέστησε ο τότε ταγματάρχης Ι. Καραβίας.


Η νίκη του αποσπάσματος του Δαβάκη είχε αποφασιστική σημασία στην έκβαση του πολέμου. Μάλιστα θεωρήθηκε η πρώτη ήττα του άξονα. Η επιτυχία του Δαβάκη συνίσταται "στην άμεση διάγνωση ενός τακτικού λάθους, που έκανε ο Ιταλός μέραρχος να προχωρήσει γοργά προς τη Σαμαρίνα, χωρίς να καλύψει το πλευρό της φάλαγγάς του". Ο Δαβάκης το είδε αμέσως και από τη δεύτερη μέρα του σκληρού αγώνα ήταν σίγουρος ότι χάρη σ' αυτό το λάθος "θα μάντρωνε τους Ιταλούς".

Κατά την διάρκεια της μακρόχρονης νοσηλείας του Δαβάκη, οι πολεμικές επιχειρήσεις έληξαν και η χώρα βρέθηκε υπό κατοχή. Τον Δεκέμβριο του 1942, και ενώ ακόμα νοσηλευόταν στην Αθήνα, ο Δαβάκης συνελήφθη ως όμηρος από τις Ιταλικές αρχές κατοχής, μαζί με πολλούς διακεκριμένους αξιωματικούς, γιατί θεωρήθηκαν ύποπτοι αντιστασιακής δράσης. Οι συλληφθέντες επιβιβάστηκαν στην Πάτρα στο ατμόπλοιο Τσιτά ντι Τζένοβα (Πόλη της Γένοβα) για να μεταφερθούν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Ιταλία.

Το πλοίο αυτό τορπιλίστηκε από συμμαχικό υποβρύχιο και βυθίστηκε στα ανοιχτά των νότιων αλβανικών ακτών, με αποτέλεσμα να πνιγούν οι επιβαίνοντες στα νερά της Αδριατικής. (Ιανουάριος 1943). Το πτώμα του Δαβάκη περισυνελέγη, αναγνωρίστηκε και ετάφη στον Αυλώνα. Μεταπολεμικά τα οστά του διακομίστηκαν και ενταφιάστηκαν στην Αθήνα.

Ο Σ. Μελάς έχει χαρακτηρίσει τον Κωνσταντίνο Δαβάκη ως "μοναδική σύνθεση προσόντων, που σπάνια πάνε μαζί:

Σπουδαίος 'τρουπιέ' όπως λένε οι Γάλλοι, πολέμαρχος, καπετάνιος με καρδιά βουνό, αισιοδοξία τρελή, θάρρος απροσπέλαστο, διοικητής ασύγκριτος, χέρι δυνατό, θέληση αλύγιστη, αλλά και ιδιοφυία στρατηγική, κάτοχος του εδάφους όσο λίγοι διοικητές στρατευμάτων. Ακούραστος μελετητής και γνώστης βαθύτατος της τέχνης του πολέμου, πρωτεύων στις ξένες πολεμικές Ακαδημίες, δάσκαλος αξιωματικών σπάνιος, συγγραφεύς στρατιωτικός πρωτότυπος και πρωτοπόρος - ολόκληρη βιβλιοθήκη τα έργα του - μοναδικός ιχνηλάτης των 'τακτικών καταστάσεων', ξάστερος στην κρίση, ευφάνταστος και γοργότατος στη σύλληψη του σχεδίου κι εκτελεστής άμεσος, μεγάλος μαέστρος του ελιγμού, επίμονος και παράφορος στον αγώνα".

ΔΑΒΑΚΗΣ - Ο ΗΡΩΑΣ ΜΕ ΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΡΔΙΑ (3)

Ποτέ δέν θά πεῖς «Πίνδος» δίχως ν' ἀκούσεις τόν ἀντίλαλό της: «Δαβάκης». Γιατί κι οἱ δυό λέξεις μαζί συνθέτουν τήν ἴδια ἰδέα: τή δόξα τῆς νέας Ἑλλάδας, ὅπως ἀκριβῶς «Λεωνίδας - Θερμοπύλες» τή δόξα τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδας.

Κωνσταντίνος Δαβάκης,
Ὁ πολέμαρχος μέ τή μεγάλη καρδιά. Ἡ στρατιωτική φυσιογνωμία μέ τά ὑπέροχα ψυχικά καί πνευματικά προσόντα, πού χάρισε στήν Ἑλλάδα νίκη μέ παγκόσμιο ἀντίκτυπο κι ἔκανε τήν παγκόσμια κοινότητα νά μιλάει μέ τιμή καί σεβασμό γιά τήν Ἑλλάδα.

Ὁ συνταγματάρχης Δαβάκης εἶναι ἐκεῖνος πού συνέθεσε τήν ἐποποιΐα τῆς Πίνδου. Ἐμπνεύστηκε καί σχεδίασε τόν ἑλιγμό τῆς ἀντεπίθεσης, ἐκτέλεσε αὐτοπροσώπως τίς μάχες της, πότισε μέ τό αἷμα του τό τιμημένο βουνό καί δόξασε τήν Ἑλλάδα.

Τέτοιες φυσιογνωμίες σπάνια ἐμφανίζονται ξαφνικά. Συνήθως ἑτοιμάζονται καί ὡριμάζουν ἀπό τήν παιδική ἡλικία μέσα στή θαλπωρή τῆς οἰκογένειας καί τή σχολική κοινότητα. Τό ἴδιο καί ὁ Κων/νος Δαβάκης. Γεννιέται στά Κεχριάνικα τῆς Μάνης τό 1897. Ὁ πατέρας του, ὁ δάσκαλος Δικαῖος, καί ἡ μητέρα του Σοφία ἀποκτοῦν δέκα παιδιά. Τά πρῶτα σπέρματα τῆς πίστης στόν Θεό καί τῆς ἀγάπης στήν πατρίδα τά φυτεύει στήν παιδική του καρδιά ὁ πατέρας του. Ἔχει τήν εὐτυχία νά τόν ἔχει δάσκαλο ἀπό πέντε χρονῶν στό Δημοτικό Σχολεῖο τῆς Κίττας. Τί ἦταν ὅμως ἐκεῖνο πού τόν ὤθησε νά γίνει ἀξιωματικός καί νά πάρει μάλιστα ἀπό τά δέκα του χρόνια τήν ἀμετάκλητη αὐτή ἀπόφαση;

Ἄς ἀφήσουμε τόν ἴδιο νά μᾶς τό διηγηθεῖ:

«Ἡ μεγαλυτέρα ἀνάμνησις τῆς παιδικῆς μου ἡλικίας ἦταν τῷ 1907. Ὁ καπετάν Γέρμας (ἀνθυπολοχαγός Τσοκάτος) εἶχε σκοτωθῆ στά Μακεδονικά. Ἕνα μεσημέρι ὁ πατέρας μου ἔφερνε τήν ἐφημερίδα στή ρούγα τοῦ χωριοῦ καί τήν διάβαζε. Ἤμουνα τότε 10 χρονῶν. Βλέπω τόν ἑαυτό μου ἀκουμπισμένο στό πόδι τοῦ καθισμένου σέ μιά πέτρα πατέρα μου. Ἄκουγα μέ μεγάλη συγκίνησι τά ὅσα διάβαζε μεγαλόφωνα στήν ἐφημερίδα. 

Σέ μιά στιγμή ὁ πατέρας μου εἶπε: «Ἔ,καί νἄμουνα ἀνύπαντρος καί νά μήν εἶχα παιδιά! Νά πήγαινα ἀντάρτης!». Τό παιδιάστικο μυαλό μου δούλεψε καί ἔκαμε τή σκέψι: «Ἔννοια σου! Σάν μεγαλώσω, θά πάω ἐγώ». Δέν εἶπα ὅμως τίποτε. Ἀπό τότε μοῦ γεννήθηκε ἡ ἰδέα νά μπῶ στή Σχολή τῶν Εὐελπίδων, νά γίνω ἀξιωματικός! Καί ἔτσι, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί μέ στερήσεις τῆς οἰκογενείας μου, ἔγινα ἀξιωματικός. Καί ἔθεσα τόν ἑαυτόν μου στήν ἐξυπηρέτηση τῆς Πατρίδος».


Κι οἱ ὁραματισμοί του ἐνσαρκώνονται. Στά δεκαέξι του χρόνια φοιτᾶ στή Σχολή τῶν Εὐελπίδων. Τή στολή πού ντύνεται τήν τιμᾶ λαμπρά. Σέ ποιές μάχες δέν παίρνει μέρος καί δέν διακρίνεται! Κατά τόν Α´ Παγκόσμιο Πόλεμο, στή μάχη τοῦ Σκρᾶ γιά τήν εὐψυχία πού ἐπέδειξε καί γιά τήν ἄρτια ἐπαγγελματική του κατάρτιση τιμᾶται μέ τόν πολεμικό σταυρό γ´ τάξεως, ἐνῶ στή μάχη τῆς Δοϊράνης, μέ τόν ἀγγλικό πολεμικό σταυρό.

Ἰδιαίτερα σ' αὐτή τή μάχη διακρίνεται γιά τήν παράτολμη ἐνέργειά του: Ἐπιτίθεται μόνος του μέ χειροβομβίδες ἐνάντια σέ βουλγαρικό χαράκωμα καί ἐξουδετερώνει τόν ἐχθρό. Πάνω ὅμως στήν ἐκτέλεση τοῦ καθήκοντος ὑφίσταται δηλητηρίαση ἀπό τίς ἀσφυξιογόνες ἐχθρικές ὀβίδες, καί ἀπό τότε ἡ ὑγεία του προσβάλλεται σοβαρά. Ὑποφέρει ἀπό χρόνια ἠθμοειδίτιδα, μιά ἀρρώστια τῶν ἀναπνευστικῶν ὀργάνων.

Τίποτε ὅμως δέν τόν πτοεῖ. Στή μάχη τῶν ὑψωμάτων τοῦ Ἀλμπανός, κατά τή Μικρασιατική ἐκστρατεία, παίρνει τό χρυσό ἀριστεῖο ἀνδρείας. Σ' ὅποιους διαγωνισμούς συμμετέχει, κατέχει τήν πρωτιά. Δυό φορές στέλνεται στή Γαλλία καί ἐκπαιδεύεται στά ἅρματα μάχης. Ἡ χαρά του εἶναι ἀπερίγραπτη, ὅταν ταξιδεύει στή συνέχεια στήν Ἀγγλία, γιά νά παραλάβει τά πρῶτα ἅρματα μάχης τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ.

Ἐπιστρέφοντας στήν Ἑλλάδα διδάσκει σέ στρατιωτικές σχολές, ὑπηρετεῖ σέ μονάδες Πεζικοῦ καί σέ ἐπιτελικές θέσεις, ὅπου ἡ ἐθνική καί ὀργανωτική του δράση εἶναι μνημειώδης. Ἡ ὑγεία του ὅμως συνεχῶς κλονίζεται ἀπό τήν παλιά ἀναπνευστική του ἀρρώστια. Γι' αὐτό, τόν Δεκέμβριο τοῦ 1937 ἀποστρατεύεται μέ τόν βαθμό τοῦ συνταγματάρχη.

Διαπρέπει καί ὡς στρατιωτικός συγγραφέας. Τό σημαντικό ἔργο του «Ὁ στρατός τοῦ μέλλοντος», ἀλλά καί τά δεκάδες συγγράμματά του καί οἱ ἑκατοντάδες μελέτες του καθοδηγοῦν τίς νέες γενιές τῶν ἀξιωματικῶν τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ.

Κι αὐτός πού ἀποστρατεύθηκε ὡς σωματικά ἀνίκανος, ὅταν ἡ Πατρίδα τόν ξανακαλεῖ, βροντοφωνάζει «παρών».

Μέ τήν μερική ἐπιστράτευση, τόν Αὔγουστο τοῦ 1940, ἀνακαλεῖται στήν ἐνεργό ὑπηρεσία καί τοποθετεῖται διοικητής τοῦ Ἀποσπάσματος Πίνδου. Ἕδρα του τό Ἑπταχώρι. Γιά δύο μῆνες ἐργάζεται ὑπεράνθρωπα, γιά νά προετοιμάσει τήν ἄμυνα τῆς ἀνοχύρωτης καί ἐγκαταλελειμμένης στρατιωτικά Πίνδου. Ἔτσι ἐμπνέει πλήρη ἐμπιστοσύνη στούς κατοίκους καί στό στράτευμά του ὅλο.

Τά ξημερώματα τῆς 28ης Ὀκτωβρίου 1940 φουντώνει ἡ ὕπαρξή του ἀπό ἐθνικό παλμό, ἁγνό πατριωτισμό ἀλλά καί ἀπό δίκαιη ἀγανάκτηση, μόλις πληροφορεῖται τό προκλητικό ἰταλικό τελεσίγραφο. Χωρίς χρονοτριβή πυροδοτεῖ τούς ἀξιωματικούς καί ὁπλίτες του μέ τή διαταγή πού τούς στέλνει:

«Ὁ ὕπουλος γείτονάς μας αἰφνιδιαστικά μᾶς ἐπετέθη. Ἡ Ἑλλάδα περιμένει ἀπό τόν καθένα ἀπό μᾶς νά προστατεύσουμε τά σύνορά της καί τήν τιμή της καί νά δώσουμε ἕνα καλό μάθημα στόν εἰσβολέα.

Φανεῖτε Ἕλληνες καί κρατῆστε γερά τά ὅπλα, μέ πίστη στόν Θεό καί τόν ἑαυτό σας. Πειθαρχία, καρτερία, θάρρος.
Ζήτω ἡ Ἑλλάς!».


Ἡ ἰταλική μεραρχία Τζούλια τῶν δεκαπέντε χιλιάδων ἀλπίνων καί 20 πυροβόλων παραβιάζει τά ἑλληνοαλβανικά σύνορα καί ποδοπατεῖ ἰταμά κορφοβούνια, ρουμάνια, διάσελα τῆς Πίνδου. Τολμᾶ νά ἀναμετρηθεῖ μαζί της τό Ἀπόσπασμα Πίνδου, μία ἄμυνα ἀδύναμη, ἰσχνή, μόλις δύο χιλιάδων Ἑλλήνων καί 4 πυροβόλων.

Στ' ἀλήθεια, πῶς ἐπιχειρεῖ ἕνα τέτοιο παρακινδυνευμένο τόλμημα, ὅταν λίγο νωρίτερα ἡ Πολωνία, ἡ Τσεχοσλοβακία, ἡ Νορβηγία, τό Βέλγιο, ἡ Ὀλλανδία, ἡ Δανία, τό Λουξεμβοῦργο, ἀκόμη καί αὐτή ἡ Γαλλία, μέ τήν περίφημη γραμμή ἀντίστασης Μαζινώ, λύγισαν μπρός στή μηχανοκίνητη βία τοῦ Ἄξονα καί συνθηκολόγησαν;

Μά, τήν ἱστορία καί τίς ἐποποιΐες δέν τίς γράφουν οἱ μεγάλοι ἀριθμοί, οἱ ἀμέτρητες μάζες, ἀλλά οἱ φλογερές καρδιές. Καί σ' αὐτόν τόν ἄνισο, πολυμέτωπο πόλεμο μέ τήν Ἰταλία, ψυχή, κινητήριος μοχλός τοῦ Ἀποσπάσματος Πίνδου εἶναι ὁ διοικητής του, ὁ συνταγματάρχης Κων/νος Δαβάκης. Οἱ φράσεις «Ὁ Θεός μαζί σου», «Δόξα σοι, ὁ Θεός», «Θά βοηθήσει ὁ Θεός» βγαίνουν συχνά ἀπό τά χείλη του καί ἀπό τήν καρδιά του.

 
Διηγεῖται ὁ ὑπασπιστής του:

«Εἰς ἐρώτησίν μου "Πῶς καί μέ ποίας δυνάμεις θά κάνωμεν ἀντεπίθεσιν;" ἐπῆρα τήν ἀπάντησιν: "Ἐγώ, ἐσύ, αὐτοί πού μαζεύεις, οἱ ἡμιονηγοί, οἱ φουρναραῖοι, οἱ γραφιάδες καί ὁ Θεός μαζί μας"».

Στό Ἑπταχώρι οἱ κάτοικοι τόν ἔχουν σάν πατέρα τους καί συνεχῶς ζητοῦν νά μάθουν γι' αὐτόν. Τόν ὀνομάζουν Τρανό. Ρωτοῦν:

«"Καί τί κάνει τώρα ὁ Τρανός;". "Στό γραφεῖο του ἔχει φῶς... Φαίνεται πώς δουλεύει... Ἐν ὅσῳ μένει αὐτός ἐδῶ, μήν ἔχετε φόβο"! Πράγματι, μέσα εἰς τό πυκνό σκοτάδι τοῦ χωρίου, μόνον ἐκεῖ διακρίνονται φῶτα καθ' ὅλην τήν διάρκειαν τῆς νυκτός. Καί, ὅταν ὅλοι οἱ ἄλλοι κοιμῶνται ἤ καί ἁπλῶς ἀναπαύονται ἀπό τούς κόπους καί τήν ἀγωνίαν τῆς ἡμέρας, μέ τό κεφάλι σκυμμένο εἰς τό τραπέζι του, ὁ συνταγματάρχης Δαβάκης ἀγρυπνεῖ μελετῶν τόν χάρτην, γράφων ἤ τηλεφωνῶν... κυριώτατα ὅμως ἐλπίζων εἰς τόν Θεόν καί προσευχόμενος εἰς Αὐτόν».

Ποιά χαρίσματα τοῦ διοικητῆ νά πρωτοαπαριθμήσει κανείς; Τήν ἀκράδαντη πίστη του στόν Θεό πώς θά νικήσουν οἱ ἀδικημένοι; Τό ἀνύστακτο ἐνδιαφέρον του γιά τίς ἀνάγκες τῶν στρατιωτῶν του, χάριν τῶν ὁποίων δαπανοῦσε ὁλόκληρο τό μισθό του; Τό θάρρος, τήν ἀποφασιστικότητα καί τήν ἐλπίδα πού μετάγγιζε στούς κατάκοπους, ἀπελπισμένους καί πεινασμένους συμπολεμιστές του, καθώς τόν ἔβλεπαν νά ρίχνεται ἀκάθεκτος στήν πρώτη γραμμή τοῦ πυρός;

Τή νύχτα τῆς 1ης πρός 2α Νοεμβρίου διανυκτερεύει στήν ἐκκλησία τῆς ἱστορικῆς Μονῆς Παναγίας τῆς Κλαδόρμης. Τό μοναστήρι δέν τό διάλεξε μόνο ἐπειδή ἐξυπηρετοῦσε τά ἐπιτελικά του σχέδια, ἀλλά πιό πολύ γιατί πίστευε στή βοήθεια τῆς Παναγίας. Καί μιά νύχτα στό σπίτι της, κάτω ἀπό τή σκέπη της, θά τοῦ ἦταν δύναμη κι ἐλπίδα. Τό εἶπε ἄλλωστε στήν οἰκογένεια τοῦ καντηλανάφτη:

«Μή φοβούμαστε· ἔχουμε τόν Θεό μαζί μας, καί θά τούς μαντρώσουμε τούς Ἰταλούς».

Στίς 2 Νοεμβρίου, ὅταν οἱ μάχες γιά τήν κατάκτηση τοῦ ὑψώματος Προφήτη Ἠλία Φούρκας ἔχουν φθάσει στό πιό κρίσιμο σημεῖο, ὁ Δαβάκης, παρά τούς κανονισμούς τῆς στρατιωτικῆς δεοντολογίας, βρίσκεται στήν πρώτη γραμμή, στήν κόλαση τοῦ πυρός. Τραυματίζεται βαριά μέ διαμπερές τραῦμα στό στῆθος καί ἀκατάσχετη αἱμορραγία. Ἐνῶ πονᾶ φοβερά καί φτύνει αἷμα, δίνει ἐντολή στόν ταγματάρχη Καραβία νά συνεχίσει τήν ἀντεπίθεση. Ὁ ἐπίμονος ἀγώνας στέφεται μέ ἐπιτυχία, καί οἱ Ἰταλοί ἀναγκάζονται νά ὑποχωρήσουν.

Τήν τελική σωτηρία του ὁ Δαβάκης τήν ἀποδίδει σέ θαῦμα· θαῦμα τῆς Παναγίας. Γι' αὐτό, βαθιά συγκινημένος, ὅταν ἀργότερα κερδίζει καί τή μάχη τῆς ζωῆς, στέλνει ἀπό τήν Ἀθήνα εὐχαριστήρια τάματα: λάδι γιά τά καντήλια, ἅγιο δισκάριο καί Ἅγιο Ποτήριο, καντήλια καί ἄλλα ἱερά ἀντικείμενα στήν Παναγία τῆς Κλαδόρμης καί στούς Ἁγίους τῆς περιοχῆς.

Χειμωνιάτικο παγερό πρωινό. Δέν εἶναι τό τσουχτερό κρύο, πού παγώνει τίς καρδιές. Εἶναι ἡ μισητή σκλαβιά, εἶναι ὁ φόβος, ἡ καθημερινή ταπείνωση. Δεύτερος χρόνος Γερμανοϊταλικῆς κατοχῆς στή μαρτυρική Ἑλλάδα, πού ὑποφέρει, πού πεινάει, πού στενάζει, μά κρατάει ὄρθιο καί ἀδούλωτο τό ἐσώτατο εἶναι της.

Σκηνή συνηθισμένη γιά τήν ἐποχή. Ἀκόμη δέν ξημέρωσε ἡ 7η Δεκεμβρίου 1942. Ἕξι καραμπινιέροι βροντοῦν τήν πόρτα τοῦ ἥρωα Δαβάκη στήν Καλλιθέα. Δέν εἶναι ἡ πρώτη φορά. Ἀπό τότε πού βαριά τραυματισμένος μεταφέρθηκε σέ νοσοκομεῖο τῆς Ἀθήνας ὁ νικητής τῆς Πίνδου, μοναδικός σκοπός τῶν κατακτητῶν εἶναι νά ἐκδικηθοῦν ἐκεῖνον πού τούς κατατρόπωσε καί τούς καταντρόπιασε σ' ὁλόκληρο τόν κόσμο. Φοβοῦνται αὐτόν πού ἀνήμπορος πιά γιά πολεμικές ἐπιχειρήσεις, σηκώνει τό σταυρό τῆς ἀναπηρίας μέ λεβεντιά.

Ὁ συνταγματάρχης Κων/νος Δαβάκης, ὁ διοικητής τοῦ Ἀποσπάσματος Πίνδου, πού χάρισε στήν Ἑλλάδα καί σέ ὅλο τόν κόσμο τήν πρώτη νίκη τοῦ Β´ Παγκοσμίου Πολέμου, ἀντιμετωπίζει μέ ὑπερηφάνεια ψυχῆς τήν ἀναιδέστατη ἰταλική δολιότητα. Ψύχραιμος παρακολουθεῖ τή δίωρη λεπτομερέστατη ἔρευνα τοῦ σπιτιοῦ του. Κανένα ἐνοχοποιητικό στοιχεῖο. Ἄκαρπη κι αὐτή ἡ εὐτελής τους πράξη. Ὅμως ἡ ἐντολή πρέπει νά ἐκτελεστεῖ. Κι ὁ πρωταγωνιστής τοῦ «Πίνδιου ἔπους» μεταφέρεται στίς φυλακές τῆς Καλλιθέας. Ἔτσι οἱ νικημένοι κατακτητές ἐκδικοῦνται γιά τήν ἧττα τους.

Στίς 20 Ἰανουαρίου 1943 τόν ἀποχαιρετοῦν οἱ δικοί του γεμάτοι πόνο καί συγκίνηση στό σταθμό Πελοποννήσου. Τό ἀπόγευμα τῆς ἴδιας μέρας μαζί μέ ἄλλους 150 περίπου Ἕλληνες ἀξιωματικούς ἐπιβιβάζεται ἀπό τό λιμάνι τῆς Πάτρας στό ἰταλικό ἐπιβατικό «Cità di Genova». Λίγο πρίν ἀπό τά μεσάνυχτα τό καράβι σηκώνει ἄγκυρα γιά τό Πρίντεζι τῆς Ἰταλίας. Ἐκεῖ θά κρατήσουν ὅμηρους τούς νικητές τους, μέχρι νά ὁλοκληρώσουν τό ἄνομο σχέδιό τους. Νύχτα παγερή. Ὁ φόβος τοῦ τορπιλλισμοῦ, ἡ ἀγωνία, ἡ θλίψη, ἡ μοναξιά ἀναμετριοῦνται μέ τή θυσία γιά τήν Ἑλλάδα. Καί βαραίνει τό δεύτερο. Χαλάλι τῆς Πατρίδας!...


Ὁ τόσο ταλαιπωρημένος τραυματίας ὅλη νύχτα δέν ἔκλεισε μάτι. Δέσμιος τῶν Ἰταλῶν ὁ πρωτεργάτης τῆς Λευτεριᾶς. Ἀδέσμευτη ἡ μνήμη γυρίζει στά ἱστορικά βουνά, δυό χρόνια πρίν... Ἀναθυμιέται «τῆς Πίνδου τίς ἀκρώρειες, πού σάν ἀητός πετοῦσε, πού 'στηνε τρόπαια παντοῦ, τούς ἥρωες πού μεθοῦσε».

Τώρα τό Χρέος, τό ἴδιο τῆς Φυλῆς Χρέος, τόν καλοῦσε νά ὑπομείνει μέ λεβεντιά ψυχῆς τίς κακουχίες, τίς ταπεινώσεις, γιατί ὄχι καί τό θάνατο ἀκόμη. Ἕτοιμος πάντα δέν ἦταν καί γι' αὐτόν;
Τό πρῶτο φῶς τῆς μέρας τούς πρόλαβε στά στενά τῆς Κέρκυρας, νά χαιρετοῦν γιά στερνή φορά γῆ ἑλληνική. Καί πέρα ἀπ' τόν ὁρίζοντα, πέρα βαθιά, πού τό βλέμμα τῆς ψυχῆς μονάχα φτάνει, ἀγναντεύει ὁ ἥρωας δασωμένες ράχες, φαράγγια καί βουνοκορφές τῆς Πίνδου. Πόσα δέν ζωντανεύουν μέσα του!

Ὥρα 1.30´ τό μεσημέρι. Κρότος δυνατός συγκλονίζει τό μεγάλο πλεούμενο. Πληρώματα καί Ἕλληνες ἀξιωματικοί πετάγονται στό κατάστρωμα, στή Γέφυρα. Νάρκη; Τορπίλλη; Σύγχυση, χλαλοή, πρόσωπα γεμάτα ἀγωνία, βλέμματα παγωμένα ἀπό τό φόβο τοῦ θανάτου.

Δεύτερος κρότος ἀπό ἰσχυρή ἔκρηξη. Σιδερικά, ξύλα, ἀνθρώπινα κορμιά, στῆλες νεροῦ τινάζονται μέ βία στόν ἀγέρα. Φωνές, συνωστισμός, σκηνές ἀλλοφροσύνης, καθώς ἀναζητοῦν μιά θέση σωτηρίας σέ βάρκες ἤ σχεδίες. Σέ μιά στιγμή ἀκοῦνε ἀγανακτισμένο τόν Δαβάκη νά φωνάζει: «Ἐλεεινοί, δειλοί Ἰταλοί! Κανείς δέν ἐνδιαφέρεται γιά μᾶς. Μονάχα τόν ἑαυτό τους κοιτάζουν νά σώσουν». Τό καράβι χτυπημένο στήν «καρδιά» ἀπό τορπίλλη συμμμαχικοῦ ὑποβρυχίου, πέφτει σέ ρόγχο θανάτου, γέρνει καί μέσα σ' ἕνα παφλασμό κυμάτων χάνεται...

Κι ὁ σεμνός ἥρωας πού πότισε μέ τό αἷμα του τίς ράχες τῆς Πίνδου, γιά νά κρατήσει ὑψωμένη τή σημαία τῆς λευτεριᾶς, βρίσκει σ' ἐκεῖνο τό μοιραῖο ταξίδι οἰκτρό θάνατο ἀπό πνιγμό.

«Τάφος πλατύς, πού νά χωράει τή δόξα σου, Δαβάκη, τό γαλανό Ἰόνιο σέ δέχτηκε...».

Τίς ἑπόμενες μέρες, μέσα στούς 100 νεκρούς, πού περισυλλέγουν ἰταλικά ναυαγοσωστικά καί μεταφέρουν στόν Αὐλώνα, συμπολεμιστής του ἀξιωματικός ἀναγνωρίζει τό λείψανο τοῦ γενναίου Συνταγματάρχη. Τόν θάβουν στόν Αὐλώνα. Τόν ἔκλαψαν οἱ Πανέλληνες τόν πιστό στόν Θεό καί ἀφοσιωμένο στήν Ἑλλάδα ἥρωα, πού πάνω κεῖ στῆς Πίνδου τίς κορφές τόν Ὀκτώβρη τοῦ '40 χάριζε τήν πρώτη δόξα στήν Ἑλλάδα, τήν πρώτη νίκη στόν κόσμο.

Μεταπολεμικά τά ὀστᾶ του διακομίστηκαν καί τάφηκαν στήν Ἀθήνα. Ἡ Ἀκαδημία Ἀθηνῶν στήν πανηγυρική της συνεδρίαση τόν Μάρτιο τοῦ 1948 τίμησε τόν ἥρωα μέ τό ἀργυρό μετάλλιο τῆς Αὐτοθυσίας.

Τό ὄνομά του πῆρε θρυλικές διαστάσεις στή λαϊκή ψυχή ὡς συνισταμένη τῆς ἡρωικῆς ἀντιμετώπισης τῶν πρώτων ἡμερῶν τῆς ἰταλικῆς ἐπίθεσης ἀπό τόν ἑλληνικό στρατό τοῦ τομέα Ἠπείρου.

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΕΝΟΣ ΗΡΩΑ (4)

Κωνσταντίνος Δαβάκης ... !!!
Ένας θρύλος που περνάει αθόρυβα στη λησμονιά.  Ένας χιλιοτραγουδισμένος ήρωας, καταξιωμένος στη συνείδηση των Πανελλήνων, που έκανε πράξη το ΟΧΙ στα βουνά της Ηπείρου.

Αυτός ήταν ο Αετός της Πίνδου. Ο Πατριώτης - Ο Ήρωας.


Η γιαγιά Σοφία όταν έμαθε τον θάνατό του …

Ε κρουσταλλένιε ποταμέ,
που δεν εθόλωσες ποτέ,
μ'από τα δώρα κ'εδανά
έχεις θολώσει τα νερά,
και ζ'έφαε η θάλασσα.

Δεν ήτανε για να θαφτείς
με δόξα, με υπόληψη
και με παράτα και τιμή
όπως ζ'επανταρίζασι
τ'ήτα η γκαρδία σου μπαξές
μ'όλο δεντροφυτέμετα.

Χρυσέ μου πολυελαίε
με τις χρυσέ'ζου τρέμουλες
στη μεσαρία του σπιτιού
πο'πέρσες κ'ετσακίστηκες
χίλια κομμάτια γίνηκες
το σπίτι εσκοτίδιασε.

Όλοι να τον κλάψωμε
το παλικάρι της τιμής
όπου εμάχοντα μπροστά
απά στης Πίνδος τα βουνά
να μην ποδουλωθή η γι Ελλάς...

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου