ΒΙΒΛΙΟ Δ': Για την ηθική αρετή
[1119b] [I] Λέγωμεν δ᾽ ἑξῆς περὶ ἐλευθεριότητος. δοκεῖ δὴ εἶναι ἡ περὶ χρήματα μεσότης· ἐπαινεῖται γὰρ ὁ ἐλευθέριος οὐκ ἐν τοῖς πολεμικοῖς, οὐδ᾽ ἐν οἷς ὁ σώφρων, οὐδ᾽ αὖ ἐν ταῖς κρίσεσιν, ἀλλὰ περὶ δόσιν χρημάτων καὶ λῆψιν, μᾶλλον δ᾽ ἐν τῇ δόσει. χρήματα δὲ λέγομεν πάντα ὅσων ἡ ἀξία νομίσματι μετρεῖται. ἔστι δὲ καὶ ἡ ἀσωτία καὶ ἡ ἀνελευθερία περὶ χρήματα ὑπερβολαὶ καὶ ἐλλείψεις· καὶ τὴν μὲν ἀνελευθερίαν προσάπτομεν ἀεὶ τοῖς μᾶλλον ἢ δεῖ περὶ χρήματα σπουδάζουσι, τὴν δ᾽ ἀσωτίαν ἐπιφέρομεν ἐνίοτε συμπλέκοντες· τοὺς γὰρ ἀκρατεῖς καὶ εἰς ἀκολασίαν δαπανηροὺς ἀσώτους καλοῦμεν. διὸ καὶ φαυλότατοι δοκοῦσιν εἶναι· πολλὰς γὰρ ἅμα κακίας ἔχουσιν. οὐ δὴ οἰκείως προσαγορεύονται· βούλεται γὰρ ἄσωτος εἶναι ὁ ἓν κακὸν ἔχων,
[1120a] τὸ φθείρειν τὴν οὐσίαν· ἄσωτος γὰρ ὁ δι᾽ αὑτὸν ἀπολλύμενος, δοκεῖ δ᾽ ἀπώλειά τις αὑτοῦ εἶναι καὶ ἡ τῆς οὐσίας φθορά, ὡς τοῦ ζῆν διὰ τούτων ὄντος. οὕτω δὴ τὴν ἀσωτίαν ἐκδεχόμεθα. ὧν δ᾽ ἐστὶ χρεία, ἔστι τούτοις χρῆσθαι καὶ εὖ καὶ κακῶς· ὁ πλοῦτος δ᾽ ἐστὶ τῶν χρησίμων· ἑκάστῳ δ᾽ ἄριστα χρῆται ὁ ἔχων τὴν περὶ τοῦτο ἀρετήν· καὶ πλούτῳ δὴ χρήσεται ἄριστα ὁ ἔχων τὴν περὶ τὰ χρήματα ἀρετήν· οὗτος δ᾽ ἐστὶν ὁ ἐλευθέριος. χρῆσις δ᾽ εἶναι δοκεῖ χρημάτων δαπάνη καὶ δόσις· ἡ δὲ λῆψις καὶ ἡ φυλακὴ κτῆσις μᾶλλον. διὸ μᾶλλόν ἐστι τοῦ ἐλευθερίου τὸ διδόναι οἷς δεῖ ἢ λαμβάνειν ὅθεν δεῖ καὶ μὴ λαμβάνειν ὅθεν οὐ δεῖ. τῆς γὰρ ἀρετῆς μᾶλλον τὸ εὖ ποιεῖν ἢ τὸ εὖ πάσχειν, καὶ τὰ καλὰ πράττειν μᾶλλον ἢ τὰ αἰσχρὰ μὴ πράττειν· οὐκ ἄδηλον δ᾽ ὅτι τῇ μὲν δόσει ἕπεται τὸ εὖ ποιεῖν καὶ τὸ καλὰ πράττειν, τῇ δὲ λήψει τὸ εὖ πάσχειν ἢ μὴ αἰσχροπραγεῖν. καὶ ἡ χάρις τῷ διδόντι, οὐ τῷ μὴ λαμβάνοντι, καὶ ὁ ἔπαινος δὲ μᾶλλον. καὶ ῥᾷον δὲ τὸ μὴ λαβεῖν τοῦ δοῦναι· τὸ γὰρ οἰκεῖον ἧττον προΐενται μᾶλλον ἢ οὐ λαμβάνουσι τὸ ἀλλότριον. καὶ ἐλευθέριοι δὲ λέγονται οἱ διδόντες· οἱ δὲ μὴ λαμβάνοντες οὐκ εἰς ἐλευθεριότητα ἐπαινοῦνται, ἀλλ᾽ οὐχ ἧττον εἰς δικαιοσύνην· οἱ δὲ λαμβάνοντες οὐδ᾽ ἐπαινοῦνται πάνυ. φιλοῦνται δὲ σχεδὸν μάλιστα οἱ ἐλευθέριοι τῶν ἀπ᾽ ἀρετῆς· ὠφέλιμοι γὰρ, τοῦτο δ᾽ ἐν τῇ δόσει.
***
[1119b] [1] Ας μιλήσουμε στη συνέχεια για την ελευθεριότητα.
Η ελευθεριότητα θεωρείται ότι είναι η μεσότητα στον χώρο των χρημάτων και, γενικά, των υλικών αγαθών. Επαινείται, πράγματι, ο ελευθέριος όχι ενσχέσει με τις πολεμικές του πράξεις, ούτε ενσχέσει με αυτά για τα οποία επαινείται ο σώφρων, ούτε, επίσης, ενσχέσει με τις δίκαιες αποφάσεις του, αλλά ενσχέσει με τη δόση και τη λήψη χρημάτων και υλικών αγαθών, και μάλιστα πιο πολύ με τη δόση. Με τη λέξη χρήματα εννοούμε καθετί που η αξία του μετριέται με τη βοήθεια του νομίσματος. Με τα χρήματα και με τα υλικά αγαθά σχετίζονται, επίσης, ως υπερβολές και ελλείψεις, η ασωτία και η ανελευθερία: την κατηγορία της ανελευθερίας την αποδίδουμε πάντοτε στους ανθρώπους που δείχνουν μεγαλύτερο από ό,τι θα έπρεπε ενδιαφέρον για τα χρήματα και για τα υλικά αγαθά, ενώ τη λέξη ασωτία τη χρησιμοποιούμε μερικές φορές συμπλέκοντας περισσότερες σημασίες· ονομάζουμε, πράγματι, ασώτους τους ακρατείς και αυτούς που ξοδεύουν τα χρήματά τους για να ικανοποιήσουν την ακολασία τους. Γι᾽ αυτό και οι άσωτοι θεωρούνται εξαιρετικά κακής ποιότητας άνθρωποι· γιατί έχουν πολλές μαζί κακίες. Δεν είναι, λοιπόν, ταιριαστή η λέξη με την οποία ονομάζονται· γιατί η λέξη άσωτος θέλει να πει: «άνθρωπος που έχει μία μόνο κακή ιδιότητα:
[1120a] την ιδιότητα να καταστρέφει την περιουσία του». Άσωτος είναι, πράγματι, ο άνθρωπος που καταστρέφεται από τον ίδιο τον εαυτό του, και η καταστροφή της περιουσίας θεωρείται ένα είδος αυτοκαταστροφής, αφού η ζωή θεωρείται ότι διατηρείται μέσω αυτών των πραγμάτων. Με αυτή λοιπόν τη σημασία καταλαβαίνουμε τη λέξη ασωτία.
Τα πράγματα που προορίζονται για χρήση μπορούν να χρησιμοποιηθούν και καλά και κακά· ο πλούτος είναι ένα από τα πράγματα που είναι για χρήση· την καλύτερη, πάλι, χρήση κάθε πράγματος την κάνει εκείνος που έχει τη σχετική με το πράγμα αυτό αρετή· και τον πλούτο, επομένως, θα τον χρησιμοποιήσει με τον καλύτερο τρόπο αυτός που έχει τη σχετική με τα χρήματα και τα υλικά αγαθά αρετή· ο άνθρωπος αυτός είναι ο ελευθέριος. «Κάνω χρήση των χρημάτων και, γενικά, των υλικών αγαθών» θα πει: «τα ξοδεύω» και «τα δίνω», ενώ με τις εκφράσεις «τα παίρνω» και «τα φυλάγω» αναφερόμαστε μάλλον στην κτήση τους. Γι᾽ αυτό και είναι γνώρισμα του ελευθέριου ανθρώπου πιο πολύ το να δίνει σ᾽ αυτούς που πρέπει παρά το να παίρνει από όπου πρέπει και να μην παίρνει από όπου δεν πρέπει. Απόδειξη αρετής είναι, πράγματι, πιο πολύ το να κάνει κανείς το καλό παρά το να το δέχεται, και πιο πολύ το να κάνει ωραίες πράξεις παρά το να μην κάνει άσχημες πράξεις· και δεν είναι δύσκολο να δει κανείς ότι το να δίνει κανείς, το να κάνει το καλό και το να κάνει ωραίες πράξεις πηγαίνουν μαζί, όπως επίσης το να παίρνει κανείς πηγαίνει μαζί με το να δέχεται το καλό ή να μην κάνει άσχημες πράξεις. Ευγνωμοσύνη αισθανόμαστε γι᾽ αυτόν που δίνει, όχι γι᾽ αυτόν που δεν παίρνει· και ο έπαινος προορίζεται μάλλον για τον πρώτο. Επίσης, το να μην πάρει κανείς είναι πιο εύκολο από το να δώσει· πραγματικά, οι άνθρωποι κλίνουν σε μικρότερο βαθμό στο να στερηθούν κάτι το δικό τους παρά στο να μη πάρουν το ξένο. Επίσης, ελευθέριοι λέγονται αυτοί που δίνουν. Αυτοί, πάλι, που δεν παίρνουν, δεν επαινούνται για ελευθεριότητα, αλλά μάλλον για δικαιοσύνη, ενώ αυτοί που παίρνουν, δεν επαινούνται καθόλου. Από όλους, τέλος, τους φορείς των επιμέρους αρετών, με τη μεγαλύτερη σχεδόν αγάπη περιβάλλονται οι ελευθέριοι· ο λόγος είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί είναι ωφέλιμοι στους άλλους, και αυτό σχετίζεται με το ότι δίνουν.
[1119b] [I] Λέγωμεν δ᾽ ἑξῆς περὶ ἐλευθεριότητος. δοκεῖ δὴ εἶναι ἡ περὶ χρήματα μεσότης· ἐπαινεῖται γὰρ ὁ ἐλευθέριος οὐκ ἐν τοῖς πολεμικοῖς, οὐδ᾽ ἐν οἷς ὁ σώφρων, οὐδ᾽ αὖ ἐν ταῖς κρίσεσιν, ἀλλὰ περὶ δόσιν χρημάτων καὶ λῆψιν, μᾶλλον δ᾽ ἐν τῇ δόσει. χρήματα δὲ λέγομεν πάντα ὅσων ἡ ἀξία νομίσματι μετρεῖται. ἔστι δὲ καὶ ἡ ἀσωτία καὶ ἡ ἀνελευθερία περὶ χρήματα ὑπερβολαὶ καὶ ἐλλείψεις· καὶ τὴν μὲν ἀνελευθερίαν προσάπτομεν ἀεὶ τοῖς μᾶλλον ἢ δεῖ περὶ χρήματα σπουδάζουσι, τὴν δ᾽ ἀσωτίαν ἐπιφέρομεν ἐνίοτε συμπλέκοντες· τοὺς γὰρ ἀκρατεῖς καὶ εἰς ἀκολασίαν δαπανηροὺς ἀσώτους καλοῦμεν. διὸ καὶ φαυλότατοι δοκοῦσιν εἶναι· πολλὰς γὰρ ἅμα κακίας ἔχουσιν. οὐ δὴ οἰκείως προσαγορεύονται· βούλεται γὰρ ἄσωτος εἶναι ὁ ἓν κακὸν ἔχων,
[1120a] τὸ φθείρειν τὴν οὐσίαν· ἄσωτος γὰρ ὁ δι᾽ αὑτὸν ἀπολλύμενος, δοκεῖ δ᾽ ἀπώλειά τις αὑτοῦ εἶναι καὶ ἡ τῆς οὐσίας φθορά, ὡς τοῦ ζῆν διὰ τούτων ὄντος. οὕτω δὴ τὴν ἀσωτίαν ἐκδεχόμεθα. ὧν δ᾽ ἐστὶ χρεία, ἔστι τούτοις χρῆσθαι καὶ εὖ καὶ κακῶς· ὁ πλοῦτος δ᾽ ἐστὶ τῶν χρησίμων· ἑκάστῳ δ᾽ ἄριστα χρῆται ὁ ἔχων τὴν περὶ τοῦτο ἀρετήν· καὶ πλούτῳ δὴ χρήσεται ἄριστα ὁ ἔχων τὴν περὶ τὰ χρήματα ἀρετήν· οὗτος δ᾽ ἐστὶν ὁ ἐλευθέριος. χρῆσις δ᾽ εἶναι δοκεῖ χρημάτων δαπάνη καὶ δόσις· ἡ δὲ λῆψις καὶ ἡ φυλακὴ κτῆσις μᾶλλον. διὸ μᾶλλόν ἐστι τοῦ ἐλευθερίου τὸ διδόναι οἷς δεῖ ἢ λαμβάνειν ὅθεν δεῖ καὶ μὴ λαμβάνειν ὅθεν οὐ δεῖ. τῆς γὰρ ἀρετῆς μᾶλλον τὸ εὖ ποιεῖν ἢ τὸ εὖ πάσχειν, καὶ τὰ καλὰ πράττειν μᾶλλον ἢ τὰ αἰσχρὰ μὴ πράττειν· οὐκ ἄδηλον δ᾽ ὅτι τῇ μὲν δόσει ἕπεται τὸ εὖ ποιεῖν καὶ τὸ καλὰ πράττειν, τῇ δὲ λήψει τὸ εὖ πάσχειν ἢ μὴ αἰσχροπραγεῖν. καὶ ἡ χάρις τῷ διδόντι, οὐ τῷ μὴ λαμβάνοντι, καὶ ὁ ἔπαινος δὲ μᾶλλον. καὶ ῥᾷον δὲ τὸ μὴ λαβεῖν τοῦ δοῦναι· τὸ γὰρ οἰκεῖον ἧττον προΐενται μᾶλλον ἢ οὐ λαμβάνουσι τὸ ἀλλότριον. καὶ ἐλευθέριοι δὲ λέγονται οἱ διδόντες· οἱ δὲ μὴ λαμβάνοντες οὐκ εἰς ἐλευθεριότητα ἐπαινοῦνται, ἀλλ᾽ οὐχ ἧττον εἰς δικαιοσύνην· οἱ δὲ λαμβάνοντες οὐδ᾽ ἐπαινοῦνται πάνυ. φιλοῦνται δὲ σχεδὸν μάλιστα οἱ ἐλευθέριοι τῶν ἀπ᾽ ἀρετῆς· ὠφέλιμοι γὰρ, τοῦτο δ᾽ ἐν τῇ δόσει.
***
[1119b] [1] Ας μιλήσουμε στη συνέχεια για την ελευθεριότητα.
Η ελευθεριότητα θεωρείται ότι είναι η μεσότητα στον χώρο των χρημάτων και, γενικά, των υλικών αγαθών. Επαινείται, πράγματι, ο ελευθέριος όχι ενσχέσει με τις πολεμικές του πράξεις, ούτε ενσχέσει με αυτά για τα οποία επαινείται ο σώφρων, ούτε, επίσης, ενσχέσει με τις δίκαιες αποφάσεις του, αλλά ενσχέσει με τη δόση και τη λήψη χρημάτων και υλικών αγαθών, και μάλιστα πιο πολύ με τη δόση. Με τη λέξη χρήματα εννοούμε καθετί που η αξία του μετριέται με τη βοήθεια του νομίσματος. Με τα χρήματα και με τα υλικά αγαθά σχετίζονται, επίσης, ως υπερβολές και ελλείψεις, η ασωτία και η ανελευθερία: την κατηγορία της ανελευθερίας την αποδίδουμε πάντοτε στους ανθρώπους που δείχνουν μεγαλύτερο από ό,τι θα έπρεπε ενδιαφέρον για τα χρήματα και για τα υλικά αγαθά, ενώ τη λέξη ασωτία τη χρησιμοποιούμε μερικές φορές συμπλέκοντας περισσότερες σημασίες· ονομάζουμε, πράγματι, ασώτους τους ακρατείς και αυτούς που ξοδεύουν τα χρήματά τους για να ικανοποιήσουν την ακολασία τους. Γι᾽ αυτό και οι άσωτοι θεωρούνται εξαιρετικά κακής ποιότητας άνθρωποι· γιατί έχουν πολλές μαζί κακίες. Δεν είναι, λοιπόν, ταιριαστή η λέξη με την οποία ονομάζονται· γιατί η λέξη άσωτος θέλει να πει: «άνθρωπος που έχει μία μόνο κακή ιδιότητα:
[1120a] την ιδιότητα να καταστρέφει την περιουσία του». Άσωτος είναι, πράγματι, ο άνθρωπος που καταστρέφεται από τον ίδιο τον εαυτό του, και η καταστροφή της περιουσίας θεωρείται ένα είδος αυτοκαταστροφής, αφού η ζωή θεωρείται ότι διατηρείται μέσω αυτών των πραγμάτων. Με αυτή λοιπόν τη σημασία καταλαβαίνουμε τη λέξη ασωτία.
Τα πράγματα που προορίζονται για χρήση μπορούν να χρησιμοποιηθούν και καλά και κακά· ο πλούτος είναι ένα από τα πράγματα που είναι για χρήση· την καλύτερη, πάλι, χρήση κάθε πράγματος την κάνει εκείνος που έχει τη σχετική με το πράγμα αυτό αρετή· και τον πλούτο, επομένως, θα τον χρησιμοποιήσει με τον καλύτερο τρόπο αυτός που έχει τη σχετική με τα χρήματα και τα υλικά αγαθά αρετή· ο άνθρωπος αυτός είναι ο ελευθέριος. «Κάνω χρήση των χρημάτων και, γενικά, των υλικών αγαθών» θα πει: «τα ξοδεύω» και «τα δίνω», ενώ με τις εκφράσεις «τα παίρνω» και «τα φυλάγω» αναφερόμαστε μάλλον στην κτήση τους. Γι᾽ αυτό και είναι γνώρισμα του ελευθέριου ανθρώπου πιο πολύ το να δίνει σ᾽ αυτούς που πρέπει παρά το να παίρνει από όπου πρέπει και να μην παίρνει από όπου δεν πρέπει. Απόδειξη αρετής είναι, πράγματι, πιο πολύ το να κάνει κανείς το καλό παρά το να το δέχεται, και πιο πολύ το να κάνει ωραίες πράξεις παρά το να μην κάνει άσχημες πράξεις· και δεν είναι δύσκολο να δει κανείς ότι το να δίνει κανείς, το να κάνει το καλό και το να κάνει ωραίες πράξεις πηγαίνουν μαζί, όπως επίσης το να παίρνει κανείς πηγαίνει μαζί με το να δέχεται το καλό ή να μην κάνει άσχημες πράξεις. Ευγνωμοσύνη αισθανόμαστε γι᾽ αυτόν που δίνει, όχι γι᾽ αυτόν που δεν παίρνει· και ο έπαινος προορίζεται μάλλον για τον πρώτο. Επίσης, το να μην πάρει κανείς είναι πιο εύκολο από το να δώσει· πραγματικά, οι άνθρωποι κλίνουν σε μικρότερο βαθμό στο να στερηθούν κάτι το δικό τους παρά στο να μη πάρουν το ξένο. Επίσης, ελευθέριοι λέγονται αυτοί που δίνουν. Αυτοί, πάλι, που δεν παίρνουν, δεν επαινούνται για ελευθεριότητα, αλλά μάλλον για δικαιοσύνη, ενώ αυτοί που παίρνουν, δεν επαινούνται καθόλου. Από όλους, τέλος, τους φορείς των επιμέρους αρετών, με τη μεγαλύτερη σχεδόν αγάπη περιβάλλονται οι ελευθέριοι· ο λόγος είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί είναι ωφέλιμοι στους άλλους, και αυτό σχετίζεται με το ότι δίνουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου