Ο Μάικλ Βέντρις (Michael Ventris, 12 Ιουλίου 1922 – 6 Σεπτεμβρίου 1956) ήταν Άγγλος αρχιτέκτονας και γλωσσολόγος κι ο άνθρωπος που σε συνεργασία με την Αμερικανίδα Άλις Κόμπερ αποκρυπτογράφησε την Γραμμική Β. Γιος συνταγματάρχη του βρετανικού στρατού ο Βέντρις, πέρασε τα παιδικά του χρόνια σε οικοτροφεία της Ελβετίας, όπου φάνηκε η κλίση του στην εκμάθηση γλωσσών. Μέχρι εννέα χρονών είχε μάθει Γαλλικά, Γερμανικά, Ελβετικά, αρχαία Ελληνικά και Λατινικά. Στην Αγγλία σε ηλικία 14 χρονών, παρακολούθησε στο Βρετανικό μουσείο μια διάλεξη του Άρθουρ Έβανς για την Ελληνική και Μινωική τέχνη. Εκεί άκουσε για την Γραμμική Β γραφή, η οποία δεν είχε αποκρυπτογραφηθεί και το έβαλε σκοπό της ζωής του να την αποκρυπτογραφήσει.
Το 1940 ξεκίνησε σπουδές αρχιτεκτονικής και παράλληλα μελετούσε την Γραμμική Β. Το 1942 παντρεύτηκε και ξεκίνησε εκπαίδευση πιλότου στην RAF αλλά τελικά κατέληξε να ασχολείται με την αποκρυπτογράφηση κωδικοποιημένων εχθρικών μηνυμάτων. Το 1946 άφησε την αεροπορία και συνέχισε τις αρχιτεκτονικές του σπουδές, αποφοίτησε τρία χρόνια αργότερα και βρήκε δουλειά στο υπουργείο Παιδείας ως μέλος ομάδας σχεδιασμού νέων σχολικών κτιρίων. Η αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β δεν είχε σταματήσει να τον στοιχειώνει και κατά τα τέλη του 1949 έστειλε ένα ερωτηματολόγιο σε όλους τους ειδικούς (γλωσσολόγους, ιστορικούς και αρχαιολόγους) που τους απασχολούσε το ίδιο θέμα, προτείνοντάς τους να βρεθούν την Πρωτοχρονιά του 1950 για ανταλλαγή απόψεων.
'Εχοντας μάλιστα τακτική αλληλογραφία με άλλους ερευνητές και επαφή με καταξιωμένους επιστήμονες, όπως ο σερ Τζων Μάιρς. Λόγω της πλάνης στην οποία είχε πέσει χάρη στις εσφαλμένες θεωρίες του Άρθουρ Έβανς και παρά τις συνεχείς έρευνες που έκαναν οι Μάιρς, Βέντρις και οι αμερικανοί Έμμετ Μπένετ και Άλις Κόμπερ, δεν σημειώθηκε σημαντική πρόοδος, ώσπου η Αμερικανίδα ερευνήτρια Άλις Κόμπερ παρατήρησε ότι ομάδες συμβόλων, που ονομάστηκαν τα τρίδυμα της Κόμπερ, φανέρωναν κλίση λέξεων. Η κλίση οδήγησε στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για γλώσσα με γραμματικούς κανόνες όπως της Ελληνικής και της Λατινικής, όχι της Ετρουσκικής.
Μετά από ένα μικρό διάλειμμα από την ενασχόληση με την Γραμμική Β, το 1950 έκανε προσπάθεια να οργανώσει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των ερευνητών. Όμως κανένας ερευνητής (συμπεριλαμβανομένου του Βέντρις) δεν τόλμησε να προτείνει ότι η γλώσσα της Γραμμικής Β είναι πανάρχαια Ελληνική, (ποιός τολμούσε να σκεφτεί διαφορετικά, σε μια εποχή που άρχιζαν να επιβάλλουν το σαθρό ινδοευρωπαϊκό αφήγημα του σημιτικού τίποτα) και μάλιστα Προ – Ομηρική.
Το 1951 άρχισε να διανέμει τις Σημειώσεις Εργασίας του σε άλλους ερευνητές και να σχηματίζει κανάβους, όπου καταχώριζε τα σύμβολα ανάλογα με την πιθανή σημασία τους. Παραιτήθηκε μάλιστα από την αρχιτεκτονική εργασία του για να ασχοληθεί με την αποκρυπτογράφηση. Τελικά το 1952 αποτόλμησε να εγκαταλείψει την υπόθεση της Ετρουσκικής γλώσσας και να δοκιμάσει την πιθανότητα της Ελληνικής. Ήδη είχαν ανακαλυφθεί και δημοσιευτεί οι πινακίδες Γραμμικής Β που βρέθηκαν στο ανάκτορο της Πύλου.
Η Γραμμική Β.
Ανακαλύφθηκε στις αρχές του εικοστού αιώνα στην Κνωσό από τον Άρθουρ Έβανς, που την ονόμασε έτσι επειδή χρησιμοποιούσε γραμμικούς χαρακτήρες (και όχι εικονιστικούς, όπως η Μινωική ιερογλυφική γραφή) χαραγμένους σε πήλινες πινακίδες. Διέφερε όμως από μια πρωιμότερη παρόμοια γραφή, την Γραμμική Α, που βρέθηκε επίσης στην Κνωσό και στην νότια Κρήτη. Πήλινες πινακίδες με Γραμμική Β γραφή βρέθηκαν αργότερα στο Μυκηναϊκό ανάκτορο της Πύλου στην Μεσσηνία και σε άλλες θέσεις της ηπειρωτικής Ελλάδας.
Συνολικά έχουν βρεθεί περί τα 5.000 κείμενα σε Γραμμική Β (κυρίως πινακίδες και αγγεία). Από αυτά γύρω στα 3.000 προέρχονται από την Κνωσό, γύρω στα 1.400 από την Πύλο, γύρω στα 300 από την Θήβα, 90 από τις Μυκήνες ενώ μικρότερος αριθμός προέρχεται από τα Χανιά, τα Μάλια, την Τίρυνθα, την Ελευσίνα, τον Ορχομενό και αλλού.
Η Γραμμική Β αρχικά δεν ταυτίστηκε με καμία γλώσσα, θεωρούμενη από τον Έβανς ότι αναπαριστούσε μια ξεχωριστή γλώσσα που ονόμαζε «Μινωϊκή» ενώ ήταν απόλυτα πεπεισμένος ότι ήταν αδύνατο να ήταν Ελληνική (sic) Πολύ αργότερα από την ανακάλυψη των πινακίδων και μετά από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες αρχαιολόγων και γλωσσολόγων, αποκρυπτογραφήθηκε το 1952 από το νεαρό αρχιτέκτονα Μάικλ Βέντρις (M. Ventris). Ο Βέντρις ζήτησε τηn βοήθεια του κλασικού φιλολόγου Τζων Τσάντγουικ (J. Chadwick) και μαζί δημοσίευσαν ένα ιστορικό άρθρο στο Journal of Hellenic Studies. Εκεί ερμήνευαν με σιγουριά 65 από τα 88 τότε γνωστά σύμβολά της, διατύπωναν τους βασικούς κανόνες ορθογραφίας της και έφερναν στο φως μια Προ – Αρχαϊκή Ελληνική διάλεκτο πέντε αιώνες παλαιότερη από τα Ελληνικά του Ομήρου.
Η Γραμμική Β περιλαμβάνει 89 συλλαβογράμματα, που αναπαριστούν συλλαβές με φωνητική αξία και περί τα 260 ιδεογράμματα (ή λογογράμματα), που αποδίδουν έννοιες όπως άνδρας, γυναίκα, αγελάδα, λάδι, κρασί κλπ. και σύμβολα για την απόδοση αριθμών. Αν και τα κείμενά της είναι στην πλειοψηφία τους λίστες εφοδίων που μπαίνουν, βγαίνουν ή είναι αποθηκευμένα στα ανάκτορα και τηλεγραφικές επιγραφές εμπορευμάτων, η αξία τους ως πρωτογενείς πηγές για την οικονομία, το εμπόριο, τη θρησκεία, την κοινωνική διαστρωμάτωση και τη διοικητική οργάνωση της μυκηναϊκής Ελλάδας είναι τεράστια. Ως σήμερα έχει αποκρυπτογραφηθεί το 87% των κειμένων.
Αρκετές προσπάθειες έχουν γίνει μέχρι σήμερα, για να ερμηνευθούν και τα υπόλοιπα 17 περίπου σύμβολα των οποίων δεν είναι γνωστή η συλλαβική τους αξία.
Οι πινακίδες της Γραμμικής Β μας δίνουν πληροφορίες για την πανάρχαια γλώσσα των Ελλήνων.
Είναι τα πρώτα γραπτά μνημεία Ελληνικής γλώσσας.
Είναι πολύτιμος μάρτυρας της ιστορίας της Ελληνικής γλώσσας.
Αλις Κόμπερ η γυναίκα που αποκρυπτογράφησε την Γραμμική Β
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού η Αμερικανίδα Άλις Κόμπερ, (Alice Elizabeth Kober) δίδασκε Ελληνικά και Λατινικά στο Πανεπιστήμιο και από την δεκαετία του ’30 πολεμούσε να σπάσει τους κώδικες επικοινωνίας της Μυκηναϊκής γραφής, καταγράφοντας για χρόνια την συχνότητα του κάθε συμβόλου. Αρχικά, η επικρατέστερη θεωρία ήταν πως η Γραμμική Β αποτελούσε μέρος του πολιτισμού των Ετρούσκων, ενός αρχαίου πολιτισμού της Ιταλίας, ενώ υπήρχαν και πιο αλλόκοτες θεωρίες, όπως ότι ανήκει στον πολιτισμό της Πολυνησίας ή των Βάσκων.
Η Κόμπερ, (η οποία θεωρούνταν ως το θάνατό της το 1950 η διασημότερη επιγραφικός) όμως, δεν δεχόταν καμία εικασία πάνω στην μεθοδολογία της. Έμαθε μια σειρά από αρχαίες γλώσσες, από Αιγυπτιακά μέχρι την γλώσσα των Σουμέριων και Σανσκριτικά. Τι σήμαιναν όμως όλα αυτά τα άγνωστα και μυστήρια σύμβολα πάνω στις αρχαίες πινακίδες; Εκείνη ξεκίνησε με το να καταγράφει την συχνότητα του κάθε συμβόλου και του κάθε χαρακτήρα ξεχωριστά. Τα σημείωνε πάνω σε παλιές ευχετήριες κάρτες αλλά και στα εσώφυλλα των βιβλίων της. Λόγω της έλλειψης χαρτιού πριν από τον πόλεμο, έκοψε μόνη της πάνω από 180.000 μικροσκοπικές κάρτες, χρησιμοποιώντας ως σύστημα αρχειοθέτησης τις χάρτινες συσκευασίες των τσιγάρων της.
Η Κόμπερ ανακάλυψε επαναλαμβανόμενες ομάδες συμβόλων που ξεκινούσαν όμοια αλλά κατέληγαν διαφορετικά, ενδεικτικό μιας γλώσσας με κλίσεις, όπως τα Ελληνικά. Διαπίστωσε την ύπαρξη ενός μοτίβου τριών σημείων στην γραφή (που αργότερα ο Βέντρις ονόμασε Kober triplets) και επίσης βρήκε πρώτη ότι η Γραμμική Β ήταν συλλαβογραφική.
Η Κόμπερ ζούσε μια πειθαρχημένη ζωή αφιερωμένη στην έρευνα της και προχωρούσε στην αποκωδικοποίηση, όταν αρρώστησε και πέθανε υπό ανεξήγητες συνθήκες, σε ηλικία μόλις 43 χρόνων, στις 16 Μαΐου του 1950. Με τον Βέντρις είχε συναντηθεί μία φορά στην Οξφόρδη και είχαν ανταλλάξει ιδέες και πληροφορίες. Ο ένας υποτιμούσε τον άλλον βαθιά. Εκείνη επειδή φάνταζε στα μάτια της ως ένας χαζούλης ερασιτέχνης και εκείνος επειδή η Κόμπερ ήταν γυναίκα και γνώριζε περισσότερα από αυτόν (που ήταν άντρας). Σε μία διάλεξή του, λίγο πριν από τον περίεργο θάνατό του σε αυτοκινητικό δυστύχημα, αναγνώρισε την συνεισφορά της στο έργο του. Μια αναγνώριση, όμως, που πέρασε στα ψιλά σχεδόν από όλους.
Ο Βέντρις στις 1 Ιουλίου 1952, ανακοίνωσε στο BBC την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β και αργότερα συνεργάστηκε με τον Τζον Τσάντγουικ (JohnChadwick), κλασσικό φιλόλογο και γλωσσολόγο και επιβεβαίωσαν την υπόθεση του ότι η γλώσσα των πινακίδων της γραμμικής γραφής Β’ είναι η Ελληνική αντίθετα προς την άποψη που είχε μέχρι τότε επιβάλει με το κύρος του (και το κύρος των Μυστικών Εταιριών) ο Έβανς, ότι οι μινωικές γραφές -τόσο η γραμμική Α’ που δεν έχει μέχρι σήμερα αποκρυπτογραφηθεί, όσο και η γραμμική Β’, περιείχαν μια Μινωική, μη Ελληνική γλώσσα. Ο Έβανς που προέβαλε την δύναμη του Μινωικού κόσμου και στην κυριαρχία των Μινωιτών στον χώρο της ηπειρωτικής Ελλάδας, αποδείχτηκε πως έσφαλε, η Ελληνική γραφή των Μυκηναίων ήταν που είχε διαδοθεί και στην Κρήτη.
Όταν τελικά ο κώδικας αποκωδικοποιήθηκε, πολλοί ήταν αυτοί που απογοητεύτηκαν. Επειδή πάνω στις πινακίδες δεν υπήρχε σπουδαία ποίηση. Μάλιστα, ορισμένοι μελετητές είχαν περιγράψει τα κείμενα που μεταφράστηκαν ως «κατάλογοι για άπλυτα ρούχα». Τα κείμενα όμως αποκάλυπταν πληροφορίες για μια πιο λεπτομερή και καθημερινή εικόνα της ζωής στην Κνωσό, υποστηρίζει ο Τζον Μπένετ, καθηγητής Αρχαιολογίας του Αιγαίου, στο Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ.
Οι δίσκοι, μεταξύ άλλων, αποκάλυπταν τις τεράστιες οι ποσότητες ελαιόλαδου, οι οποίες χρησίμευαν ως βάση για τα αρώματα που χρησιμοποιούσαν οι Κρήτες. Αποκάλυψαν επίσης ότι τα έντονα χρώματα, όπως το κόκκινο, το μοβ – ιώδες και το λευκό, ήταν ιδιαίτερα δημοφιλή στον κόσμο της εποχής εκείνης. Το μινωικό ανάκτορο της Κνωσού είναι μεγαλύτερο σε έκταση από το παλάτι του Μπάκινγχαμ στο Λονδίνο κι ανακαλύφθηκε από τον αρχαιολόγο Άρθουρ Έβανς το 1900. Λειτουργούσε επίσης ως διοικητικό, επιστημονικό, ιατρικό κέντρο, με τις τεράστιες βιβλιοθήκες του και ως μέρος για θρησκευτικές τελετές. «Στις πινακίδες έχουμε αναφορές για αφιερώσεις σε διάφορες θεότητες» επισημαίνει ο Μπένετ. Στην Κνωσό υπήρχαν περίπου 120 γραφείς και ο καθένας είχε ελαφρώς διαφορετικό χαρακτήρα. Με βάση τον γραφικό χαρακτήρα των γραφέων οι αρχαιολόγοι υποθέτουν ότι τις πινακίδες της Κνωσού τις έγραψαν τουλάχιστον 60 διαφορετικοί γραφείς, ενώ αυτές της Πύλου τουλάχιστον 30. Θεωρούνταν μία δουλειά με εξαιρετικό κύρος και γίνεται απολύτως σαφές από τις επιγραφές, πως όλη η Βασιλική οικογένεια ήταν σε θέση να διαβάζει και να γράφει.
Το 1939, εκτός από την Κρήτη, είχαν βρεθεί και στην ηπειρωτική Ελλάδα γύρω στις 300 πλάκες με την Γραμμική Β, κάνοντας την σύγκριση, ο Βέντρις παρατήρησε ότι ορισμένες «λέξεις» υπήρχαν μόνο στις πλάκες της Κρήτης. Έκανε, λοιπόν, την εμπνευσμένη υπόθεση, (είτε δική του, είτε της Κόμπερ) πως αυτές οι λέξεις ήταν ονόματα πόλεων και τοπωνύμια, πράγμα που αποδείχτηκε σωστό κι αυτό άνοιξε τον δρόμο. Ερμήνευσε με σιγουριά 65 από τα 88 τότε γνωστά σύμβολά της, διατύπωσε τους βασικούς κανόνες ορθογραφίας της και έφερε στο φως την πρώτη Ελληνική γλώσσα 7 αιώνες παλαιότερη από τα Ελληνικά του Ομήρου, αποδεικνύοντας ότι η γραπτή Ελληνική Ιστορία δεν αρχίζει, όπως θεωρούνταν ως τότε, τον 8ο αιώνα αλλά τουλάχιστον από τα μέσα του 15ου αιώνα, αφού το αρχαιότερο κείμενο γραμμένο σε πήλινη πινακίδα που ανακαλύφθηκε το 2010 στην Ίκλαινα της Μεσσηνίας χρονολογείται περίπου το 1450 π.κ.ε. και είναι γραμμένο σε πήλινη πινακίδα που ανακαλύφθηκε το καλοκαίρι του 2010 στην Ίκλαινα Μεσσηνίας από τον καθηγητή Μιχάλη Κοσμόπουλο.
Άλλα, γραμμένα λίγο αργότερα, προέρχονται από την Κνωσό και ανήκουν στην Υστερομινωική ΙΙ περίοδο (περί τα 1400 π.κ.ε.). Τα υπόλοιπα κείμενα από την Κνωσό είναι κατά την κρατούσα γνώμη από το 1370 π.κ.ε. πριν την καταστροφή του Μυκηναϊκού ανακτόρου. Υποστηρίζεται όμως και η άποψη ότι είναι κατά έναν αιώνα νεότερα. Τα υπόλοιπα κείμενα χρονολογούνται από τον 13ο αιώνα π.κ.ε. Αμφισβητούμενη είναι η χρονολόγηση των κειμένων, οπότε, σ’ αυτές τις χρονολογίες …κράτα πολύ μικρό καλάθι!! είναι κατά πολύ παλαιότερες.
Η Γραμμική Α
Δεν έχει φαινομενικά αποκρυπτογραφηθεί και δήθεν αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της σύγχρονης αρχαιολογίας. Η αποκρυπτογράφησή της θα αποκάλυπτε την Προ – Αρχαία γλώσσα και την καταγωγή των Ελλήνων (Μινωιτών, Μυκηναίων, Μακεδόνων) που φυσικά χαλάει την ινδοευρωπαϊκή – σημιτική απάτη. Οι βδελυροί απόγονοι των Αβυσσαίων – Ατλάντων δεν θα μας επιβάλλουν το μιαρό DNA τους, εμείς οι Προ-Αρχαίοι Ελληνες είμαστε αυτοί που τους έστειλαν πίσω στις σπηλιές τους όπου ανήκουν.
Φαντάσου -αν μπορείς- να δώσουν στο κοινό την Γραμμική Α’… χι χι χι καταρρέει αυτοστιγμή όλος ο διαστρεβλωμένος πολιτισμός τους.
Και έρχεται στο Φως ο Ολόλαμπρος Προ-Αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός!! (γράμματα, τεχνολογίες, τέχνες, κοινωνικός ιστός, φιλοσοφίες κλπ) που ανατρέπει ριζικά την σαπίλα που σήμερα βιώνουμε. Σκέψου (σκέφτομαι άρα υπάρχω έλεγε ο τύπος, μα τείνω να θεωρώ πως ελάχιστοι άνθρωποι υπάρχουν) ότι σήμερα, με την σουπερ τεχνολογία που δηλώνουν πως έχουν είναι απολύτως ανίκανοι να κατασκευάσουν έναν Παρθενώνα ή την Σφίγγα ή τις Αιγυπτιακές Πυραμίδες, και δεν εννοώ μονάχα κατασκευαστικά αλλά, και ειδικότερα, Ενεργειακά. Μέχρι σήμερα είναι ανίκανοι να αντιληφθούν (φταίει και το βδελυρό, βαρβαρικό DNA τους, των Ατλάντιων-Αβυσσαίων) πως και με ποιόν τρόπο κατασκευάστηκαν αυτά τα τιτάνια αρχιτεκτονικά μεγαθήρια Δύναμης.
Το 1954 ο Βέντρις εργάστηκε ως σχεδιαστής σε ανασκαφές στο Εμποριό της Χίου, όπου απέδιδε την γλώσσα Γραμμική Β των πινακίδων αμέσως μετά την ανασκαφή τους !!! Φυσικά και, δεν θα το επέτρεπαν αυτό. Γιατί άλλο το να βρίσκονται οι πινακίδες κι άλλο να τις αποδίδει κάποιος αυτολεξεί κι επιτόπου, χαλάει το ινδοευρωπαϊκό-σημιτικό αφήγημά τους. Τις πινακίδες μπορούν να τις βρίσκουν αλλά απαγορεύεται· επί ποινή θανάτου· να τις αποδίδουν στο κοινό αυτολεξεί. Εδώ έκαναν ολόκληρο πόλεμο στην Συρία για να καταστρέψουν την αληθινή ιστορία και την ΑΡΧΕΓΟΝΗ ΠΗΓΗ ΔΥΝΑΜΗΣ του ΕΛΛΗΝΑ ΑΝΘΡΩΠΟΥ και θα αφήσουν τον κάθε τυχάρπαστο ανεξάρτητο ερευνητή να τους χαλάσει την σούπα; Ε, μην τρελαθούμε κι όλας!!! Μέσα τα κεφάλια …
Ο Βέντρις πέθανε κι αυτός ανεξήγητα μετά από τέσσερα χρόνια, στις 6 Σεπτεμβρίου του 1956 όταν το αυτοκίνητο που οδηγούσε, καρφώθηκε σε σταθμευμένο φορτηγό στα περίχωρα του Λονδίνου. Και οι δύο ανεξάρτητοι επιστήμονες σε Αμερική κι Ευρώπη που ασχολήθηκαν με το θέμα της Ελληνικής γλώσσας πέθαναν ανεξήγητα και νεότατοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου