Απέναντι στα γνήσια προσωπικά προτερήματα, το μεγάλο πνεύμα, τη μεγάλη καρδιά, φαίνονται όλα τα προτερήματα που απορρέουν από αξιώματα, καταγωγή, ακόμα και βασιλική, πλούτο και τα παρόμοια όπως οι βασιλείς που μας παρουσιάζει το θέατρο απέναντι στους πραγματικούς.
Ήδη ο Μητρόδωρος, ο πρώτος μαθητής του Επίκουρου, είχε τιτλοφορήσει ένα κεφάλαιο: Περί του μείζονα είναι την παρ’ ημάς αιτίαν προς ευδαιμονίαν της εκ των πραγμάτων [Όσον αφορά την ευδαιμονία οι εσωτερικές αιτίες είναι σπουδαιότερες από αυτές που συνδέονται με τις εξωτερικές περιστάσεις (Κλήμης Αλεξανδρεύς, Στρωματείς 2, 21, σ. 362).] Και σε κάθε περίπτωση, το σημαντικότερο για τη διάθεση του ανθρώπου, για τη γενικότερη ψυχική στάση της ύπαρξής του μάλιστα είναι προφανώς αυτό που υπάρχει και συμβαίνει μέσα του. Εδώ βρίσκεται άμεσα η ευχαρίστηση ή η δυσφορία που μπορεί να νιώθει, και οι οποίες καταρχήν είναι το αποτέλεσμα των αισθημάτων του, της βούλησής του και της σκέψης του, ενώ όλα όσα βρίσκονται έξω από αυτόν μόνο έμμεσα τις επηρεάζουν.
Γι’ αυτό οι ίδιες εξωτερικές καταστάσεις και γεγονότα επιδρούν εντελώς διαφορετικά στον καθένα, και μέσα στο ίδιο περιβάλλον, καθένας ζει σε έναν άλλο κόσμο. Γιατί μόνο με τις ιδέες του, τα αισθήματά του και τους στόχους της βούλησής του έχει κάποιος άμεση επαφή- τα εξωτερικά πράγματα τον επηρεάζουν μόνο έμμεσα στο μέτρο που επιδρούν στις ιδέες του, τα αισθήματά του και τη βούλησή του. Ο κόσμος στον οποίο ζει εξαρτάται καταρχήν από την αντίληψη που έχει αυτός για τον κόσμο, εξαρτάται από τη διαφορετικότητα της οπτικής του νου καθενός. Σύμφωνα με αυτή, ο κόσμος μπορεί να είναι φτωχός, άνοστος και ρηχός, ή πλούσιος, ενδιαφέρων και σημαντικός. Ενώ, για παράδειγμα, κάποιος ζηλεύει τον άλλον για τα ενδιαφέροντα πράγματα που του συνέβησαν στη ζωή του, θα έπρεπε πιο πολύ να τον ζηλεύει για την αντιληπτικότητα η οποία δίνει στα πράγματα αυτά τη σπουδαιότητα που τους αποδίδει εκείνος – γιατί το ίδιο συμβάν που σε ένα αναπτυγμένο πνεύμα παρουσιάζεται σαν ενδιαφέρον, ένα ρηχό κοινό μυαλό θα το έβλεπε σαν μια ανιαρή σκηνή από την καθημερινή ζωή.
Όλα αυτά βασίζονται στο γεγονός ότι κάθε πραγματικότητα, δηλαδή κάθε πλήρες παρόν, αποτελείται από δύο ξεχωριστά μισά, το υποκείμενο και το αντικείμενο, αν και σε τόσο αναγκαία και στενή σχέση μεταξύ τους όπως το οξυγόνο και το υδρογόνο στο νερό. Με εντελώς το ίδιο αντικειμενικό μισό, αλλά με διαφορετικό το άλλο μισό, το υποκειμενικό, όπως και αντίστροφα, η παρούσα πραγματικότητα είναι εντελώς άλλη: το πιο ωραίο και το πιο καλό αντικειμενικό μισό, σε συνάρτηση με ένα μη αισθαντικό, κακό υποκειμενικό, δίνει μόνο μια κακή πραγματικότητα, ένα κακό παρόν.
Ήδη ο Μητρόδωρος, ο πρώτος μαθητής του Επίκουρου, είχε τιτλοφορήσει ένα κεφάλαιο: Περί του μείζονα είναι την παρ’ ημάς αιτίαν προς ευδαιμονίαν της εκ των πραγμάτων [Όσον αφορά την ευδαιμονία οι εσωτερικές αιτίες είναι σπουδαιότερες από αυτές που συνδέονται με τις εξωτερικές περιστάσεις (Κλήμης Αλεξανδρεύς, Στρωματείς 2, 21, σ. 362).] Και σε κάθε περίπτωση, το σημαντικότερο για τη διάθεση του ανθρώπου, για τη γενικότερη ψυχική στάση της ύπαρξής του μάλιστα είναι προφανώς αυτό που υπάρχει και συμβαίνει μέσα του. Εδώ βρίσκεται άμεσα η ευχαρίστηση ή η δυσφορία που μπορεί να νιώθει, και οι οποίες καταρχήν είναι το αποτέλεσμα των αισθημάτων του, της βούλησής του και της σκέψης του, ενώ όλα όσα βρίσκονται έξω από αυτόν μόνο έμμεσα τις επηρεάζουν.
Γι’ αυτό οι ίδιες εξωτερικές καταστάσεις και γεγονότα επιδρούν εντελώς διαφορετικά στον καθένα, και μέσα στο ίδιο περιβάλλον, καθένας ζει σε έναν άλλο κόσμο. Γιατί μόνο με τις ιδέες του, τα αισθήματά του και τους στόχους της βούλησής του έχει κάποιος άμεση επαφή- τα εξωτερικά πράγματα τον επηρεάζουν μόνο έμμεσα στο μέτρο που επιδρούν στις ιδέες του, τα αισθήματά του και τη βούλησή του. Ο κόσμος στον οποίο ζει εξαρτάται καταρχήν από την αντίληψη που έχει αυτός για τον κόσμο, εξαρτάται από τη διαφορετικότητα της οπτικής του νου καθενός. Σύμφωνα με αυτή, ο κόσμος μπορεί να είναι φτωχός, άνοστος και ρηχός, ή πλούσιος, ενδιαφέρων και σημαντικός. Ενώ, για παράδειγμα, κάποιος ζηλεύει τον άλλον για τα ενδιαφέροντα πράγματα που του συνέβησαν στη ζωή του, θα έπρεπε πιο πολύ να τον ζηλεύει για την αντιληπτικότητα η οποία δίνει στα πράγματα αυτά τη σπουδαιότητα που τους αποδίδει εκείνος – γιατί το ίδιο συμβάν που σε ένα αναπτυγμένο πνεύμα παρουσιάζεται σαν ενδιαφέρον, ένα ρηχό κοινό μυαλό θα το έβλεπε σαν μια ανιαρή σκηνή από την καθημερινή ζωή.
Όλα αυτά βασίζονται στο γεγονός ότι κάθε πραγματικότητα, δηλαδή κάθε πλήρες παρόν, αποτελείται από δύο ξεχωριστά μισά, το υποκείμενο και το αντικείμενο, αν και σε τόσο αναγκαία και στενή σχέση μεταξύ τους όπως το οξυγόνο και το υδρογόνο στο νερό. Με εντελώς το ίδιο αντικειμενικό μισό, αλλά με διαφορετικό το άλλο μισό, το υποκειμενικό, όπως και αντίστροφα, η παρούσα πραγματικότητα είναι εντελώς άλλη: το πιο ωραίο και το πιο καλό αντικειμενικό μισό, σε συνάρτηση με ένα μη αισθαντικό, κακό υποκειμενικό, δίνει μόνο μια κακή πραγματικότητα, ένα κακό παρόν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου