Παρασκευή 13 Μαρτίου 2015

ΖΕΥΣ, ΕΡΩΣ, ΠΟΙΗΤΗΣ

Θα ήθελα για πολλοστή ίσως φορά, να υπενθυμίσω, ότι αν θέλουμε να ομιλούμε αυθεντικά και όχι κάλπικα για την Αρχαία Ελλάδα, οφείλουμε να παραμένουμε υποχρεωτικά μέσα στον αρχαιοελληνικό χειρισμό του λόγου. Οφείλουμε να χρησιμοποιούμε ανενδοιάστως, και ίσως επιμόνως, τους όρους που οι Έλληνες εχρησιμοποίησαν, αφήνοντας κατά μέρος όλο τον παρερμηνευτικό συρφετό, με τον οποίο οι τελευταίοι είκοσι περίπου αιώνες, μας έχουν ουσιαστικά σαμαρώσει. Οφείλουμε επίσης να επιμένουμε στην αυθεντική νοηματική τους υπόσταση, έστω και αν αυτό ίσως μας καθιστά λιγότερο κατανοητούς, διότι μας αρέσει δεν μας αρέσει, ο Ελληνικός Κόσμος των ιδεών είναι αδύνατον να χαμηλώσει σε βαρβαρικά επίπεδα ώστε να γίνει δεκτός κι εύπεπτος κι αν κάποιοι επιχειρήσουν να το κάνουν ερήμην του -αν και στο όνομά του, όπως συνέβη κατά τα έτη του ανοήτου, κατά την γνώμη μου πάντα, “οικουμενισμού” της ελληνιστικής εποχής- αυτό παύει πλέον να είναι Κόσμος, όπως παύει και να είναι Ελληνικός.

Η εδώ και είκοσι δύο αιώνες πολιτική, πολιτιστική, οικονομική και στρατιωτική κατοχή, του πλανήτη που μας φιλοξενεί, από μία ολοκληρωτική κοσμοαντίληψη, η οποία παρά τις διάφορες επί μέρους επωνυμίες, τών όχι και λίγων υποκαταστημάτων της, παραμένει τόσο ουσιαστικά πανομοιότυπα συμπαγεστάτη όσο και παντοδύναμη, μας έχει φέρει στο απόλυτο πολιτιστικό μηδέν, σε μία άξια λύπης εποχή που όλα πια έχουν αλωθεί, ακόμα και το πολυτιμώτερο όπλο του Έλληνος-Ανθρώπου, ο λόγος. Όλες οι λέξεις, όλες αυτές, οι για τους πανάρχαιους Έλληνες ονοματοθέτες, οντότητες πανίερες και επίσης δυναμικές, έχουν σήμερα μολυνθεί. Οι ανά τον πλανήτη κρατούντες μαγαρίζουν καθημερινά λέξεις όπως: δημοκρατία, ευνομία, φιλοσοφία, νόμος, πολιτισμός, πολιτική, ελευθερία, ψυχαγωγία, παρρησία και -το χειρότερο- οι μάζες των υπηκόων τους ενστερνίζονται με κάθε φυσικότητα τα διαστρεβλωμένα νοήματα που επιβάλλονται σε αυτές τις λέξεις, οι οποίες για τους Έλληνες εσήμαιναν τελείως διαφορετικά πράγματα. Για να μιλήσουμε όμως για Δημο-Κρατία, πρέπει πρώτα να γνωρίζουμε τι εστί Δάμος, Δήμος, όπως και για να μιλήσουμε για Πολιτική πρέπει πρώτα από ο,τιδήποτε άλλο να γνωρίζουμε, τι εστί Πολίτης και τι εστί Πολιτεία. Και φυσικά, αν εγνωρίζαμε ότι ο Δάμος απετέλη για τους αληθείς -δηλαδή τους δωδεκαθεϊστές- Έλληνες, ιδέα θεόσταλτη, η οποία ελατρεύθη με ιδιαίτερα τεμένη και βωμούς στην Αθήνα, την Μίλητο, την Λαοδικεία και αλλού, όπως και αν εγνωρίζαμε ότι η Πολιτεία δεν είναι Κράτος, αλλά αντιθέτως, το απόλυτο αντίθετό του, τότε μία σειρά από πράγματα θα ισοπεδώνονταν εμπρός μας μονομιάς και διά παντός. Εμείς όμως, τα βαφτισμένα ανθρωπάρια του εικοστού αιώνος, σύμφωνως προς τον, διά της οικονομικής βίας παγκοσμίως, επιβληθέντα χριστιανικό τρόπο χρονολογήσεως, δεν θέλουμε να δούμε την καλολιβανισμένη μας φυλακή να καταρρέει. Παραμένουμε πεισματικά δυϊστές και ανόητοι, ρηχοί και ντοπαρισμένοι και απλώνοντας ένα αδυσώπητο διανοητικό φίλτρο, διαβάζουμε τα όποια αμυδρά στοιχεία του Αρχαίου Κόσμου μας πλησιάζουν, μέσα από τα θλιβερά παραπετάσματα της άθλιας εποχής μας: χριστιανικά, μαρξιστικά, εσωτεριστικά, υλιστικά, μαγικοδεισιδαιμονικά, ορθολογικά και πάει λέγοντας.

Η ζημιά του κοσμοκράτορος μονοθεϊσμού στα ανθρώπινα μυαλά είναι τεράστια, όσο κι ανεπανόρθωτη. Όποιος επιχειρεί να τιμήσει τις Αρχαίες Ελληνικές Ιδέες, με Γιώτα κεφαλαίο, αφού αυτές μαζί με μία σειρά Συμπαντικές Δυνάμεις, απετέλεσαν το Ελληνικό Δωδεκαθεϊστικό Πάνθεον και να μην εκχυδαϊσει τα νοήματά τους για να τα μασήσουν εύκολα οι βαφτισμένοι, οι σωφρονισμένοι και οι λιβανισμένοι, δυστυχώς κατά κανόνα ευρίσκει τον εαυτό του καταδικασμένο ν’ απευθύνεται δίχως πολλές ελπίδες σε αυτιά που κατά συντριπτική πλειοψηφία ακούν μεροληπτικά λανθασμένα, δυιστικά, δογματικά και κατά προέκταση, μισαλλόδοξα. Αρκετοί, κύριοι, αγνώστων κινήτρων, που δεν θέλουν να τιμήσουν τις Ελληνικές Ιδέες, αλλά απλά να … μιλήσουν γι’ αυτές, διαλέγουν τον εύκολο δρόμο: τις κατεβάζουν στο εξευτελιστικά χαμηλό επίπεδο των καιρών μας και η περιβόητη Επικοινωνία, ένα ακόμα κούφιο ιδεολόγημα του λεγομένου “Αιώνος της Πληροφορικής”, τού κατ’ εξοχήν μη-επικοινωνιακού αιώνος της πανανθρώπινης ιστορίας, διασώζεται. “Το Μέσον είναι το Μήνυμα…”. Δεν θέλουν να πάνε παραπέρα.

Όταν πριν από κάποιο καιρό, εξεκίνησα με το περιοδικό “Διιπετές” και στην συνέχεια συνέγραψα και εξέδοσα το μοναδικό, απ’ όσο τουλάχιστον γνωρίζω, νεοελληνικό βιβλίο, το οποίο υπερασπίζεται ανοικτά, την μνήμη, το έθος και τις κοσμοαντιλήψεις των προγόνων μου Ελλήνων, δεν το έκανα για να υπηρετήσω την ψευδοεπικοινωνιακή μούμια ή να προσθέσω κι εγώ το μικρό μου βάρος στο άλλοθι των κρατούντων, που κατ’ ευφημισμόν οι ίδιοι αποκαλούν, “κίνηση ιδεών”. Σε μία ακίνητη και ανίδεη κοινωνία όπως είναι αυτή που βιώνουμε στις μέρες μας, ακίνητη και ανίδεη λες και πρόκειται για το πραγματοποιημένο επί γής έσχατο του κρατούντος εδώ και αιώνες μονοθεϊστικού Ολοκληρωτισμού, δεν δικαιούμεθα να μιλάμε για “κίνηση” πόσο μάλλον για “κίνηση ιδεών”. Εμένα προσωπικά (έτσι ως…εξομολόγηση), μ’ενδιαφέρουν οι Ιδέες με γιώτα κεφαλαίο, όπως αυτές στέκουν μακάριες και μακριά από τις μολύνσεις του εξαθλιωμένου κόσμου μας, στην φωτεινή διάσταση που κατοικούν οι Θεοί, οι Έλληνες Θεοί, δηλαδή στον ολολαμπή Όλυμπο. Και ό,τι έπραξα μέχρι τώρα, και ό,τι πράξω μελλοντικά, έχει να κάνει μόνο και μόνο με την ελάχιστη εκδήλωση από μέρους μου, της απέραντης ευγνωμοσύνης προς τους Μάκαρες Θεούς, για το ότι από ένα σημείο και μετά, μού επέτρεψαν να κοιτάξω μέσα από Αρχαία Μάτια, να δω το Όλον και το Μη -Ον, το Αρχικό και το Έσχατο, έξω από τον πεπερασμένο εαυτό μου, έξω από τον ορισμένο με σύνορα τόπο μου κι έξω από τον μετρημένο με ωρολόγια και ωράρια χρόνο μου.

Φίλες και φίλοι. Όχι, (επίσης ως…εξομολόγηση) εκείνο που μ’ ενδιαφέρει προσωπικώς, δεν είναι η … “επαναφορά” των Ελλήνων Θεών, στην εξαχρειωμένη νεο-Ελλάδα. Πρώτον, διότι για κάτι που βρίσκεται πάντα εδώ και θα συνεχίσει να βρίσκεται, δεν στέκει νοηματικώς το ρήμα “επαναφέρω”. Και δεύτερον, όταν η πραγματική λατρεία των Ελλήνων Θεών, υπήρξε τόσο προσωπική, οικογενειακή κι εφέστεια, όσο και ανοικτή, πάνδημος, συλλογική, αδιάσπαστη από την καθημερινότητα των προγόνων μας, και πολιτική -με την έννοια ότι αφορούσε σφαιρικά την Πόλη- πιστεύω ότι είναι από την μία αρκούντως ικανοποιητική ή προσωπική λατρεία από όσους μπορούν και πραγματικά κοινωνούν στην Αρχαία Ελληνική Ψυχή και από την άλλη αρκούντως άτοπο και αστείο το πείραμα έστω και της παραμικρής επαφής των εξαχρειωμένων νεοελλήνων με τις ανοικτές λατρευτικές πρακτικές των προγόνων τους. Διότι πολύ πριν κάποιος πνευματικώς υπόδουλος άνθρωπος της εποχής μας, έρθει σε επαφή με την λαμπρή αρχαιοελληνική Δωδεκαθεϊστική Κοσμοθεώρηση, πρέπει πρώτα να υπάρξει ψυχικά αυτάρκης, αυτόφωτος, πλήρης παρρησίας, αξιοπρεπής, ελεύθερος, φιλομαθής ερωτικός με την αρχαιοελληνική έννοια και βαθιά πολιτικός, πράγμα που σημαίνει ότι το εκβαρβαρισμένο νεολληνικό ζυμάρι δεν μας δίνει και πολλές ελπίδες (για να μην φανούμε απαισιόδοξοι και ομολογήσουμε ότι ουσιαστικά δεν μας δίνει καμμία).

Φίλοι και φίλες. Κάθομαι εδώ και ομιλώ κι εσείς κάθεστε εκεί και με ακούτε και όλοι μας κάπου ξέρουμε καλά ότι μάλλον τα παραπάνω δεν μας αφορούν. Διότι είμαστε, ή θέλουμε να είμαστε, οι Άλλοι Άνθρωποι. Άνθρωποι που δικαιωματικά μπορούν να ισχυριστούν ότι ξαναπορεύονται προς το συμπαντικό πολιτιστικό αρχέτυπο Έλλην-Ανθρωπος και περισσότερο από όλα ξέρουν ν’ ακούν όπως και ξέρουν να στοχάζονται. Τα όσα ακολουθούν, θέλω να σας επισημάνω, δεν αποτελούν ούτε ρηχή παραβολή, ούτε θρησκευτικό δόγμα, ούτε μεταμοντέρνο παραλήρημα. Αντίθετα, είναι πολύ βαθύτερα πράγματα από όσο το πρώτο άκουσμά τους μάς προτρέπει να υποψιαστούμε. Γι αυτό θα σας πρότεινα να προσέξετε καλά τα όσα θ’ ακούσετε και να τα προχωρήσετε αργότερα, αύριο, μεθαύριο του χρόνου, παραπέρα. Ο καθένας μόνος του και με τον τρόπο του, αφού ξέρουμε πολύ καλά ότι ο κάθε άνθρωπος είναι ένας ολόκληρος, πολύπλοκος και ιδιαίτερος κόσμος και αυτό επειδή αυτοί που μας εγέννησαν ως είδος επί γης ήξεραν πολύ καλά να εκτιμούν την διαφορετικότητα, την ποικιλία, την πολλαπλότητα και την ιδιαιτερότητα. Ο καθένας μόνος του και με τον τρόπο του, αλλά να τα πάμε παραπέρα. Ας το υποσχεθούμε αυτό στους εαυτούς μας, ας το ορκισθούμε στον Έλληνα μέσα μας…

Εν αρχή λοιπόν, υπήρξε το δημιουργικό Αχανές. Ούτε ο Γιαχβέ, ούτε και κανένας συμπαντικός μαστροχαλαστής. Και δεν πρέπει να μας νοιάζει τι υπήρχε, διότι πρώτον ο καθένας μπορεί να ισχυρισθεί ό,τιδήποτε πάνω στο ζήτημα αυτό, και διότι δεύτερον εμείς ανήκουμε σ’ έναν πολύ μεταγενέστερο κόσμο. Έτσι λοιπόν μάλλον πρέπει να πάμε σε αρκετές σελίδες πάρα κάτω, που τα πράγματα γίνονται περισσότερο οικεία μας, άρα και περισσότερο κατανοητά. Είμαστε όντα που αντιλαμβανόμαστε και χρησιμοποιούμε στο έπακρο τις τρεις διαστάσεις και απλά υφιστάμεθα την τέταρτη, ενώ υποψιαζόμαστε την ύπαρξη και άλλων. Ας πάμε λοιπόν σε μιαν άλλη “αρχή” για να εκστομίσουμε το “εν αρχή” μας. Σε μίαν αρχή που αφορά τις διαστάσεις μας. Επειδή, μία ολοκληρωτική κάλυψη του βίου του Σύμπαντος, πέραν τού ότι προϋποθέτει γραμμικότητα, που θα μου επιτρέψετε, όσον αφορά εμένα τουλάχιστον, να την αποκαλέσω αστεία, απαιτεί επίσης και μία ολοκληρωτική κοσμοθεωρία. Την οποία ολοκληρωτική θεωρία βέβαια, όσο και αν κοπιάσουμε και ιδρώσουμε, δεν πρόκειται ν’ ανακαλύψουμε πουθενά μέσα στον Έλληνα Κόσμο, εφ’ όσον ο τελευταίος υπήρξε αποτέλεσμα των Ελλήνων Ανθρώπων, που με την σειρά τους εστοιχειώθησαν από Έλληνες Θεούς. Και όπως στην συνέχεια θα δούμε, οι τελευταίοι αποτελούν, σ’ επίπεδο συμπαντικό την απόλυτη άρνηση τής Ολοκληρώσεως.

Σε κάποια λοιπόν “νέα αρχή” και αφού ήδη το Αχανές είχε μεταμορφωθεί σε Χάος, ήτοι στο άπειρο κενό το εν τούτοις εμπεριέχον το Παν, υπήρξαν ο υψόροφος Ουρανός, ετυμολογούμενος από το “ούρος” όρος έως το όριο του Παντός και η χαογενής αλλά βιοδότειρα μητέρα του Γαία. Οι δύο τους, με την ατελείωτη γενετική δύναμη του πρώτου έφεραν στην ζωή τούς Τιτάνες και Τιτανίδες, μία σειρά από θεμελιακές συμπαντικές δυνάμεις: τον Ωκεανό, την ροή των πραγμάτων, δηλαδή την πηγή του παντός (1), τον Κοίο δηλαδή την ιδιαίτερη ποιότητα των όντων, τον Κρείο δηλαδή την επικράτεια, την Φοίβη δηλαδή την διαύγεια, την Θεία δηλαδή την όψη, τον Υπερίωνα δηλαδή το επουράνιο πυρ, τον πρόγονο των Ελλήνων Ανθρώπων Ιαπετό, δηλαδή τον λόγο, σύμφωνα με την ετυμολόγησή του από το “ιακή”, την Ρέα, την Θέμιδα δηλαδή τον νόμο, την Μνημοσύνη, την Τηθύν δηλαδή την κίνηση, (2) τους Κύκλωπες και τους Εκατόγχειρες δηλαδή τα αιθέρια πάθη και τέλος τον Κρόνο.

Με την γέννηση του τελευταίου, η ακατάπαυστη γενετήσια δύναμη του Ουρανού το οποίο ωστόσο ο Ησίοδος παρουσιάζει να απεχθάνεται ιδιαίτερα τα δημιουργήματά του, λήγει οριστικά όταν ο Χρόνος / Κρόνος με την βοήθεια της Γής τον ευνουχίζει, ελευθερώνει τ’ αδέλφια του και παράλληλα αυτοανακηρύσσεται μονοκράτορας τού παντός. Η περιφρόνηση του νεοφανούς εκθρονίζεται από την απόλυτη μονομέρεια. Το Παν εξακολουθεί να δικτατορεύεται με μόνη ελπίδα τα μέλλοντα να γεννηθούν από το σπέρμα του νέου δυνάστη. Και κάποτε όντως εγεννήθησαν και η γέννησή τους αυτή, εσηματοδότησε για την κρόνια δικτατορία την αρχή του τέλους της.

Όπως και στην λεγομένη “μονοθεϊστική” κοσμογονία, ερχόμαστε αντιμέτωποι με μία Πτώση. Μόνο που στην ελληνική θεογονία, αυτή η πτώση δεν είναι ανθρώπινη, μ’ ένα ατυχέστατο λοβοτομημένο ζεύγος ατρίχων πιθήκων που αφού έφαγαν ένα φρούτο μετατρεπόμενοι κατά το ήμισυ σε Θεούς και για τον λόγο αυτό ετιμωρήθησαν αμείλικτα από έναν ζηλόφθονο μοναδικό Θεό, δικτάτορα των ουρανών, αλλά είναι Πτώση θεϊκή. Εδώ, αυτή η ίδια η δικτατορική λογικού του Θεού αποτελεί Πτώση. Ο “παιδοβρώς” Θεός Κρόνος, πλάστης αλλά και συνάμα παμφάγος, ως αντίδραση στην σχετική τιτανική αταξία της βασιλείας τ’ Ουρανού, κυβερνά μοναχός και τρώγει ό,τι γεννά. Οι μοναδικές θεότητες που γεννιούνται επί της βασιλείας του και δεν τρώγονται απ’ αυτόν είναι ή αυτογέννητες, ή γεννημένες από το Έρεβος και την Νύκτα, θεότητες κατά κανόνα αποσυνθετικές: Άλγος, Γήρας, Μώμος, Απάτη, Έρις, Λήθη, Θάνατος, Λιμός, Μάχη, Πόνος, Δυσνομία, Φόνος, Φόβος, Ύπνος, Τισιφόνη, Μέγαιρα. Το Παν επιβαρύνεται μονομερώς, καθώς και σε κανένα από τα εγγόνια του ολύμπου, δηλαδή του ολολαμπούς, Ουρανού δεν δίνεται η ευκαιρία να αναπτυχθεί και να δράσει. Ο Κρόνος, μένει τυφλά αφοσιωμένος στην μονομανία του να καταπίνει τα παιδιά του και δεν βλέπει ότι είναι ανέφικτος ο συμπαντικός Ολοκληρωτισμός, ότι είναι αδύνατον να υπάρξει μόνο Ένας Θεός. Κι ένας Θεός που (εντός εισαγωγικών) “δεν βλέπει”, προσωποποιεί την Πτώση.

Και κάποτε η Ρέα εγέννησε τον Δία, τον έκρυψε και εξεγέλασε τον στυγνό Κρόνο δίνοντάς του μία πέτρα να καταπιεί. Και όταν ανδρώθηκε ο νέος Θεός Ζεύς, του οποίου το όνομα ετυμολογείται και από το “ζεύγνυμι”, εξηγέρθη κατά του πατρός του και ελύτρωσε διά παντός τόσο τον θεϊκό κόσμο, όσο και τον κόσμο των φθαρτών πραγμάτων από την τυραννία εκείνου. Ο έκπτωτος Κρόνος, υποχρεώνεται να ξεράσει ένα-ένα τα δημιουργήματά τα οποία είχε καταπιεί και έτσι γεννιέται η Τάξη των Αθανάτων Θεών, αυτών που έχουν ελευθερωθεί από τον Χρόνο. Ο νέος Θεός, ως Δίας / Ζευς, διασπών-απωθών αλλά ταυτόχρονα ισόποσα ζευγνύων-έλκων-συντήκων, αποκαθιστά την ισόνομη Ουρανία Τάξη κι εγκαθιδρύει την Αιώνια Αρμονία. “Εν κράτος, είς δαίμων εγένετο, μέγας αρχός απάντων, εν δε δέμας βασίλειον, εν ώ τάδε πάντα κυκλείται” γράφει ο Πρόκλος.

Ο πρώτος γάμος του Διός με μία θυγατέρα του Ωκεανού, την φρονιμώτατη όλων των Θεών που Μήτις απεκλήθη από τον Έλληνα ονοματοδότη, δηλαδή ο γάμος του με την Σκέψη θα φέρει στον κόσμο την Θεία Σοφία, την Θεά Αθηνά. Ο δεύτερος γάμος του με την τιτανίδα Θέμιδα θα φέρει στον κόσμο τις Ώρες, δηλαδή τις Εποχές και την περιοδικότητά τους, την Ευνομία, την Δίκη και την Ειρήνη. Και όταν αργότερα μετά από βίαιες συγκρούσεις με μία ατελείωτη σειρά διαταρακτικές δυνάμεις, συγκρούσεις με τους Τιτάνες, με τους Γίγαντες, με τους Αλωάδες, με τον Τυφώνα, εγκαθίδρυσε την Ολύμπια Τάξη στο Σύμ-Παν, ως Έλλην Θεός που ασφυκτιούσε από την παρουσία γύρω του, των μπράβων / κολάκων του, ως νικητού παντοκράτορος, δηλαδή από την παρουσία του Κράτους και της Βίας, προεχώρησε στην εξασφάλιση μίας, στο διηνεκές ακυρώσεως, κάθε απόλυτης εξουσίας, συμπεριλαμβανομένης και της πιθανής δικής του. Προεχώρησε στην εξασφάλιση μίας αιώνιας αναιρέσεως κάθε Ολοκληρωτισμού. Σύμφωνα με μία σειρά διαφορετικές λόγω εντοπιότητος ελληνικές Θεογονίες, εγέννησε ή εξαπέλυσε στα Σύμ-Παντα όλα “τον κάλλιστο των θεών” δηλαδή τον Έρωτα τον έκτοτε κυρίαρχο σε γήϊνο επίπεδο όλων των σφαιρών της εκδηλωμένης ζωής. Κι εδώ αναφέρομαι, φίλοι και φίλες, όχι στον Έρωτα “Δημιουργό” υιό της Νύκτας (3) ούτε στον “Πρωτόγονο”, “Φάνη” υιό του Ηρακλέους/Αγηράου Χρόνου, (4) τον οποίο συναντάμε στις τρεις Θεογονίες των Ορφικών, αλλά στον Ολύμπιο Θεό Έρωτα, υιό της Αφροδίτης και του Διός (ή του Ερμού, ή του Άρεως, ή του Ηφαίστου σύμφωνα με τρεις άλλες εκδοχές που παραλλάζουν ανάλογα με τις ανά τόπους λατρείες του). Ο Πρόκλος στον “Τίμαιο” του Πλάτωνος θα σημειώσει : “(ο πατρικός νους) ενέσπειρε τον δεσμόν του διαπύρου Έρωτος και προσέθεσε και την Αιτίαν, για να παραμείνουν αιώνια ερωτευμένα όλα όσα ο πατέρας συνέθεσε νοερά με φως. Διότι εξ αιτίας αυτού του Έρωτος, τα πάντα αλληλοταίριασαν για να παραμείνουν αιώνια τα στοιχεία του κόσμου μέσα απ’ αυτόν”.

Την πλέον σημαντική όμως, κατά την γνώμη μου, αλλά όλως περιέργως και την πλέον άγνωστη θεογονία Έρωτος, παρουσιάζει ο φιλόσοφος και μύστης Φερεκίδης, ο οποίος -συμφώνως προς την αναφορά του Πρόκλου επίσης στον Τίμαιο του Πλάτωνος- φέρνει τον Μέγιστο Θεό να μεταμορφώνεται ο ίδιος σε Έρωτα όταν επρόκειτο να δημιουργήσει: “Ο Φερεκύδης έλεγεν εις Έρωτα μεταβλήσθαι τον Δία μέλλοντα δημιουργείν” Ζευς / Έρως Ποιητής, ο υπέρτατος Έλλην Θεός που ως πλάστης μεταμορφώνεται στον ωραιότατο! “Ο κάλλιστος εν αθανάτοισι Θεοίσι” που εξελίσσει, κινεί και διαφοροποιεί, παιχνιδιάρης και απρόβλεπτος, αντιεξουσιαστικός κι αρμονιστής. Ένας Θεός ολοκληρωτικά ασυμβίβαστος με την απολυτότητα του αστείου κόκκορα του ουρανού Yahveh που οι, παραπλανητικά λεγόμενοι, “μονοθεϊστές” λιβανίζουν ως τον Ένα και Μοναδικό Θεό τους. Ολοκληρωτικά ασυμβίβαστος με την απολυτότητα αυτού του σκεπτομορφικού, άρα ασήμαντου δαιμονίσκου, του οποίου ο αστείος ισχυρισμός ότι μόνο αυτός υπάρχει (…) έκανε τους υπόλοιπους Θεούς να πεθάνουν από τα γέλια, όπως πολύ χαριτωμένα αλλά και περιφρονητικά λέει ο Φρειδερίκος Νίτσε στο γνωστό του βιβλίο “Τάδε Έφη Ζαρατούστρα”. Γι αυτό άλλωστε και ο Έρως αν και Θεός που φτερουγίζει παντού κυκλώνοντας και τα τέσσερα τμήματα του Σύμ-Παντός- “πτερά πάντοθι πάλλει, τέτραχα τεμνομένην κυκλούμενος άντυγα κόσμου” γράφει ο Νόννος (4)- απουσιάζει παντελώς από την “μονοθεϊστική” λεγομένη παράδοση και όλες τις εκδοχές και αιρέσεις της. Και να επισημάνουμε επίσης, ότι και στα διάφορα άλλα προχριστιανικά Πάνθεα περιορίζεται απλώς σε προσωποποίηση της νεανικής ομορφιάς ή της σαρκικής έλξεως. Ούτε ο χρυσομάλλης Angus των Κελτών, ούτε ο παιδόμορφος τοξοβόλος Cupid των Ρωμαίων ή ο ετρουτσκορωμαϊκός Tutunis, ούτε ο υδρογέννητος Kama ή Kamadeva των Ινδουϊστών, ούτε ο σλαβονικός Svarog, ούτε ο βεδικός Bhana, έχουν την σημασία και το μέγεθος, την οριακή συμπαντική κάλυψη, του Έλληνος Έρωτος -του Έρωτος του Ολυμπίου Ελληνικού Πανθέου. Το υπογραμμίζω αυτό το “του Ολυμπίου” για μία φορά ακόμα, προς αποφυγή τυχόν παρερμηνειών.

Έχοντας αναφερθεί πιο πάνω στον Κρόνο, στον πρώτο “δικτάτορα” Θεό, θα ήθελα επίσης να επισημάνω εδώ και την ουσιαστική ταύτιση του ολοκληρωτικού “Ενός και Μόνο Θεού” του πασίγνωστου Υahveh, με το κρόνιο αρχέτυπο που στους αιώνες των αιώνων θα αντιμάχεται ανεπιτυχώς την Ολύμπια Θεϊκή Τάξη. Οι οπαδοί του σκεπτομορφικού αυτού σημιτικής κατασκευής δαίμονα, γραμμικοί και δυϊστές στην κοσμοθεώρησή τους, μία κοσμοθεώρηση που έχουν εδώ και κάποιους αιώνες δυστυχώς, μάλιστα στέψει κυρίαρχη επάνω στην ανθρωπότητα τούτου του πλανήτη, ουσιαστικά επιζητούν την ολοκληρωτική επιστροφή του Κόσμου στην βασιλεία του Κρόνου. Επιζητούν την ολοκλήρωση του κύκλου, το ξαναπάγωμα της Ίππας, της Ψυχής του Παντός: το τέλος της αιωνιότητος, το σταμάτημα της σπειροειδούς κινήσεως τού Χρόνου, τον θάνατο των Αθανάτων Θεών και την επανακατάποση όλου του εκδηλωμένου Θείου, δηλαδή της Φύσεως διά παντός. Δεν ισχυρίζομαι ότι ο Yahveh είναι ο Κρόνος. Τουναντίον μάλιστα, αφού ο πρώτος είναι ασήμαντος σκεπτομορφικός ήτοι κατασκευασμένος από ανθρώπινα μυαλά δαιμονοθεός, ενώ ο δεύτερος είναι υπαρκτή θεότητα και δύναμη κοσμική, έστω κι αν η ισχύς της είναι στον Ολύμπιο Κόσμο απολύτως “γειωμένη”. Απλώς οι οπαδοί του Yahveh επιχειρούν να τον ταυτίσουν αρχετυπικά με τον Κρόνο για δύο λόγους: πρώτον, για να αντλήσουν δανεική ισχύ από το Υπαρκτό και το Προαιώνιο και, δεύτερον, για να καταδείξουν και να διακηρύξουν την απέραντη έχθρα τους προς τους Έλληνες Θεούς.

Όσο όμως η Ολύμπια Τάξη του Συμ-Παντός Κόσμου θα παραμένει άτρωτη -και τέτοια παραμένει-, αυτό το κρόνιο / γιαχβικό ιδανικό θα μένει αιώνια καταδικασμένο να βλέπει την Αναγέννηση / Ανάσταση ν’ ακολουθεί κάθε Θάνατο. Ασταμάτητα στους αιώνες των αιώνων. Κάθε “τέλος” θα ακολουθείται ασταμάτητα από μία νέα “αρχή”. Στον διαρκή αλλά μετακινούμενο Κύκλο της Ζωής, που έταξε ο Ζεύς να κυβερνάει τα πάντα. Ως αρχή που αυτός είναι, ως μέση και ως τέλος. Ως ο μεγάλος πατέρας του Υπαρκτού και ως η μεγάλη μάνα του. Ο Ζευς, ο “τας αειζώου ψυχάς μεδέων”.
---------------
Σημειώσεις:
1) Όμηρος “Ιλιάς” Ξ 200, 244, 301, Πλάτων “Θεαίτητος” 152, Αριστοτέλης “Μεταφυσικά” Α3
2) “Πάντα έκγονα ροής τε και κινήσεως “Πλάτων” Θεαίτητος 152
3) “(τίκτει) Νυξ η μελανόπτερος ωόν, εξού περιτελλιμένοις ώραις έβλαστεν Έρως” Orphicorum Fragmenta 1
4) “Ούτος ο Ηρακλής (χρόνος) εγέννησεν υπερμέγεθες ωόν” Orphicorum Fragmenta 57
5) “Διονυσιακά” βιβλίο 33, 63-64

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου