Ο άνθρωπος δεν είναι το μοναδικό πλάσμα του πλανήτη μας που προσπαθεί να ξεγελάσει ή να παραπλανήσει τους άλλους. Υπάρχουν ζώα που καμουφλάρονται για να κρυφτούν από τους θηρευτές, άλλα που βγάζουν ψεύτικους ήχους για να τραβήξουν την προσοχή των υποψήφιων θηραμάτων τους και άλλα που προσποιούνται ότι είναι νεκρά ώστε να τραβήξουν όσο το δυνατόν λιγότερη προσοχή.
Αυτό που διαφοροποιεί όμως τον άνθρωπο από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο είναι το ψέμα, το οποίο είναι μια ιδιαίτερη μορφή παραπλάνησης και βασίζεται φυσικά στην λογική μας ικανότητα. Κάθε φορά που έχουμε την επιλογή να πούμε μια πικρή αλήθεια ή ένα εύκολο ψέμα, ζυγίζουμε τα υπερ και τα κατά και πράτουμε αναλόγως.
Θα πρέπει φυσικά να τονίσουμε πως -από ψυχολογικής απόψεως- ένα ψέμα δεν είναι πάντα χειρότερο από μια αλήθεια. Ας αναλογιστούμε για παράδειγμα την περίπτωση του placebo effect όπου ένα ψεύτικο φάρμακο είναι πολλές φορές πολύ πιο αποτελεσματικό από ένα πραγματικό. Η ικανότητά μας να ψευδόμαστε, ακόμη και στον ίδιο μας τον εαυτό σε ασυνείδητο επίπεδο, ίσως να έχει και κάποια εξελικτική σημασία. Αρκεί να φανταστούμε τους προγόνους μας που έρχονταν αντιμέτωποι με άλλες πιο ισχυρές ομάδες ή θηρία και ήξεραν πως έπρεπε να βάλουν τα δυνατά τους για να νικήσουν έναν πιο δυνατό εχθρό.
Στην έρευνά τους πήραν μέρος κάποιοι φοιτητές του πανεπιστημίου οι οποίοι νόμιζαν ότι έπαιρναν μέρος σε κάποιο πείραμα που μετρούσε τις γνώσεις τους. Αυτό που έπρεπε να κάνουν ήταν να απαντήσουν σε μια σειρά από ερωτήσεις που εμφανίζονταν στην οθόνη του υπολογιστή τους. Αλλά τους εξηγήθηκε ότι υπήρχε ένα μικρό προβληματάκι στο πρόγραμμα (bug), κάτι που τους επέτρεπε να δουν τις σωστές απαντήσεις.
Στην μια ομάδα υποτίθεται ότι το bug ήταν πως εάν πατούσαν το spacebar η απάντηση θα εμφανιζόταν σύντομα στην οθόνη, ενώ στην δεύτερη ομάδα η απάντηση θα εμφανιζόταν σε λίγα δευτερόλεπτα εκτός και αν πατούσαν το κουμπί enter. Αυτό που βρήκε η συγκεκριμένη έρευνα είναι πως, σε σχέση με την πρώτη ομάδα, τα άτομα της δεύτερης ομάδας ήταν πιο πιθανό να προσπαθήσουν να δουν την απάντηση (“ξεχνώντας” να πατήσουν το enter).
Με άλλα λόγια, η εξαπάτηση ήταν πιο εύκολη όταν δεν απαιτούσε κάποια φυσική ενέργεια από πλευράς των φοιτητών. Πολύ πιθανό με αυτόν τον τρόπο το άτομο υποσυνείδητα αποποιείται της ευθύνης του. Όταν δεν έχουμε έχουμε καταβάλει προσπάθεια να κάνουμε κάτι κακό, τότε πολύ απλά “νίπτουμε τας χείρας μας” για το τελικό αποτέλεσμα.
Φυσικά το θέμα της εξαπάτησης σχετίζεται άμεσα και με το θέμα της ηθικότητας.
Για παράδειγμα, η ίδια έρευνα έδειξε πως όταν οι φοιτητές στο τέλος της έρευνας έπρεπε να τσεκάρουν σε ένα ΝΑΙ ή ένα ΟΧΙ στην ερώτηση εάν θα ήθελαν να βοηθήσουν κάποιον ανάπηρο συμφοιτητή τους να ολοκληρώσει το πείραμα, τότε ένα σεβαστό ποσοστό των συμμετεχόντων απάντησε πως θα ήθελε κάτι τέτοιο. Αντίθετα, όταν υπήρχε απλά η υποσημείωση πως εάν θέλουν να βοηθήσουν κάποιον ανάπηρο συμφοιτητή τους θα έπρεπε να το δηλώσουν στους πειραματιστές, το ποσοστό των πρόθυμων φοιτητών μειώθηκε κατακόρυφα.
Αυτό που βλέπουμε πως υπογραμμίζουν τα εν λόγω πειράματα είναι η περίπλοκη φύση της ηθικότητας. Εάν μας ζητηθεί ενεργά να πράξουμε το καλό ή το κακό, τότε η πιθανότητα ηθικής συμπεριφοράς είναι αρκετά μεγάλη. Αντίθετα, εάν υπάρχει η περίπτωση να πράξουμε κάτι σχετικά ανήθικο δίχως να καταβάλουμε προσπάθεια, τότε η άμυνά μας πέφτει, οδηγώντας στην ανήθικη συμπεριφορά.
Η ηθική συμπεριφορά βεβαίως είναι κάτι πολύ σχετικό. Κάτι που είναι ηθικό στη μια περίπτωση, είναι ανήθικο στην άλλη. Ένα ψέμα ίσως έχει περισσότερα θετικά αποτελέσματα στο άτομο ή στην ομάδα από μια αλήθεια. Άυτή η σχετικότητα όμως είναι το αλατοπίπερο της ανθρώπινης φύσης. Δεν συμφωνείτε;
Αυτό που διαφοροποιεί όμως τον άνθρωπο από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο είναι το ψέμα, το οποίο είναι μια ιδιαίτερη μορφή παραπλάνησης και βασίζεται φυσικά στην λογική μας ικανότητα. Κάθε φορά που έχουμε την επιλογή να πούμε μια πικρή αλήθεια ή ένα εύκολο ψέμα, ζυγίζουμε τα υπερ και τα κατά και πράτουμε αναλόγως.
Θα πρέπει φυσικά να τονίσουμε πως -από ψυχολογικής απόψεως- ένα ψέμα δεν είναι πάντα χειρότερο από μια αλήθεια. Ας αναλογιστούμε για παράδειγμα την περίπτωση του placebo effect όπου ένα ψεύτικο φάρμακο είναι πολλές φορές πολύ πιο αποτελεσματικό από ένα πραγματικό. Η ικανότητά μας να ψευδόμαστε, ακόμη και στον ίδιο μας τον εαυτό σε ασυνείδητο επίπεδο, ίσως να έχει και κάποια εξελικτική σημασία. Αρκεί να φανταστούμε τους προγόνους μας που έρχονταν αντιμέτωποι με άλλες πιο ισχυρές ομάδες ή θηρία και ήξεραν πως έπρεπε να βάλουν τα δυνατά τους για να νικήσουν έναν πιο δυνατό εχθρό.
Σε αυτές τις περιπτώσεις η ομαδική εξαπάτηση της ομάδας ώστε να πιστεύει πως έχει να κάνει με έναν πιο αδύναμο εχθρό είχε σημαντικές επιπτώσεις στο τελικό αποτέλεσμα της μάχης/κυνηγιού. Ή -ένα άλλο παράδειγμα από πολιτικοκοινωνιολογική σκοπιά- νομίζω πως λίγοι θα μπορούσαν να κατηγορήσουν για παράδειγμα τον Claus von Stauffenberg που εξαπάτησε τους πάντες ώστε να προσπαθήσει να σκοτώσει τον Χίτλερ. Καλώς ή κακώς, το ψέμα είναι μέρος της ανθρώπινης φύσης και όταν χρησιμοποιείται σωστά μπορεί να γίνει και ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο.Αυτό που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στη μελέτη αυτής της συμπεριφοράς είναι φυσικά οι συνθήκες υπό τις οποίες κάνει την εμφάνισή της. Πότε μας είναι πιο εύκολο να πούμε ψέμματα; Σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου του Τορόντο, είναι πιο πιθανό να πούμε ψέμματα ή να εξαπατήσουμε κάποιον όταν αυτό μας είναι εξαιρετικά εύκολο και -κυρίως- όταν δεν χρειάζεται να προσπαθήσουμε ιδιαίτερα.
Στην έρευνά τους πήραν μέρος κάποιοι φοιτητές του πανεπιστημίου οι οποίοι νόμιζαν ότι έπαιρναν μέρος σε κάποιο πείραμα που μετρούσε τις γνώσεις τους. Αυτό που έπρεπε να κάνουν ήταν να απαντήσουν σε μια σειρά από ερωτήσεις που εμφανίζονταν στην οθόνη του υπολογιστή τους. Αλλά τους εξηγήθηκε ότι υπήρχε ένα μικρό προβληματάκι στο πρόγραμμα (bug), κάτι που τους επέτρεπε να δουν τις σωστές απαντήσεις.
Στην μια ομάδα υποτίθεται ότι το bug ήταν πως εάν πατούσαν το spacebar η απάντηση θα εμφανιζόταν σύντομα στην οθόνη, ενώ στην δεύτερη ομάδα η απάντηση θα εμφανιζόταν σε λίγα δευτερόλεπτα εκτός και αν πατούσαν το κουμπί enter. Αυτό που βρήκε η συγκεκριμένη έρευνα είναι πως, σε σχέση με την πρώτη ομάδα, τα άτομα της δεύτερης ομάδας ήταν πιο πιθανό να προσπαθήσουν να δουν την απάντηση (“ξεχνώντας” να πατήσουν το enter).
Με άλλα λόγια, η εξαπάτηση ήταν πιο εύκολη όταν δεν απαιτούσε κάποια φυσική ενέργεια από πλευράς των φοιτητών. Πολύ πιθανό με αυτόν τον τρόπο το άτομο υποσυνείδητα αποποιείται της ευθύνης του. Όταν δεν έχουμε έχουμε καταβάλει προσπάθεια να κάνουμε κάτι κακό, τότε πολύ απλά “νίπτουμε τας χείρας μας” για το τελικό αποτέλεσμα.
Φυσικά το θέμα της εξαπάτησης σχετίζεται άμεσα και με το θέμα της ηθικότητας.
Για παράδειγμα, η ίδια έρευνα έδειξε πως όταν οι φοιτητές στο τέλος της έρευνας έπρεπε να τσεκάρουν σε ένα ΝΑΙ ή ένα ΟΧΙ στην ερώτηση εάν θα ήθελαν να βοηθήσουν κάποιον ανάπηρο συμφοιτητή τους να ολοκληρώσει το πείραμα, τότε ένα σεβαστό ποσοστό των συμμετεχόντων απάντησε πως θα ήθελε κάτι τέτοιο. Αντίθετα, όταν υπήρχε απλά η υποσημείωση πως εάν θέλουν να βοηθήσουν κάποιον ανάπηρο συμφοιτητή τους θα έπρεπε να το δηλώσουν στους πειραματιστές, το ποσοστό των πρόθυμων φοιτητών μειώθηκε κατακόρυφα.
Αυτό που βλέπουμε πως υπογραμμίζουν τα εν λόγω πειράματα είναι η περίπλοκη φύση της ηθικότητας. Εάν μας ζητηθεί ενεργά να πράξουμε το καλό ή το κακό, τότε η πιθανότητα ηθικής συμπεριφοράς είναι αρκετά μεγάλη. Αντίθετα, εάν υπάρχει η περίπτωση να πράξουμε κάτι σχετικά ανήθικο δίχως να καταβάλουμε προσπάθεια, τότε η άμυνά μας πέφτει, οδηγώντας στην ανήθικη συμπεριφορά.
Η ηθική συμπεριφορά βεβαίως είναι κάτι πολύ σχετικό. Κάτι που είναι ηθικό στη μια περίπτωση, είναι ανήθικο στην άλλη. Ένα ψέμα ίσως έχει περισσότερα θετικά αποτελέσματα στο άτομο ή στην ομάδα από μια αλήθεια. Άυτή η σχετικότητα όμως είναι το αλατοπίπερο της ανθρώπινης φύσης. Δεν συμφωνείτε;
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου