Κυριακή 17 Δεκεμβρίου 2023

ΜΙΘΡΙΔΑΤΗΣ ΣΤ': Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΝΑΛΑΜΠΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΡΩΜΗ

ΜΙΘΡΙΔΑΤΗΣ ΣΤ' Ο ΕΥΠΑΤΟΡΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΝΥΣΟΣ

Ο Μιθριδάτης ΣΤ΄, ο επονομαζόμενος Ευπάτορας και Διόνυσος υπήρξε, δίχως αμφιβολία, η επιφανέστερη προσωπικότητα του Βασιλείου του Πόντου και μία από τις πλέον εξέχουσες φυσιογνωμίες ολοκλήρου του Ελληνιστικού κόσμου. Για να μπορέσουμε να προσεγγίσουμε χρονικά το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινήθηκε ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ και να διερευνήσουμε με ασφάλεια τις πτυχές του χαρακτήρα και της προσωπικότητας του, αλλά και να γίνει μία ενδελεχής και αμερόληπτη αποτίμηση της προσφοράς και του έργου του, θα πρέπει πρώτα να κάνουμε μία σύντομη διαδρομή στην ιστορία του Πόντου και του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο μεγάλωσε.

Το όνομα Πόντος, ως γεωγραφική ενότητα, στην αρχαιότητα περιλάμβανε τις παράλιες περιοχές του Ευξείνου Πόντου. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, τον Ξενοφώντα και άλλους αρχαίους ιστοριογράφους, Πόντος ονομάζεται η παραλιακή λωρίδα των βορειοανατολικών ακτών της Μικράς Ασίας,η οποία περιλαμβάνει τα εδάφη ανάμεσα στο Φάση ποταμό, κοντά στον οποίο βρίσκεται η σημερινή πόλη Bατούμ της Γεωργίας, και την Hράκλεια την Ποντική. Πολλοί γεωγράφοι και ιστορικοί οριοθετούν τα δυτικά του σύνορα από τις εκβολές του Άλυος ποταμού κοντά στην πόλη Σινώπη, την πρώτη Ελληνική αποικία στον Εύξεινο Πόντο. Στο εσωτερικό η περιοχή εκτείνεται σε βάθος 200 έως 300 χιλιομέτρων, οριοθετημένη από την ίδια τη φύση που τη διαχώρισε από την υπόλοιπη Mικρά Aσία με τη δυσπρόσιτη οροσειρά των Ποντικών ορέων.

Η περιοχή του Πόντου ήταν οικεία στους αρχαίους Έλληνες από τους μυθικούς χρόνους. Ο Φρίξος με την αδελφή του Έλλη κατά τη διαφυγή τους από τον Ορχομενό της Βοιωτίας κατευθύνθηκαν, πάνω σε χρυσόμαλλο κριάρι, προς την Κολχίδα. Καθώς όμως πετούσαν πάνω από τη θάλασσα, η Έλλη δεν άντεξε την κούραση, γλίστρησε και έπεσε στο πέλαγος που από τότε ονομάστηκε Ελλήσποντος. Ο Φρίξος κατάφερε να φτάσει στην Κολχίδα όπου παντρεύτηκε την κόρη του βασιλιά Αιήτη, Χαλκιόπη. Ο Ιάσων κατά την Αργοναυτική εκστρατεία, στην πορεία του προς την Κολχίδα, προσάραξε την «Αργώ» στα παράλια της Σινώπης, όπου γνώρισε τους κατοίκους της περιοχής, τους Χάλυβες.

Κατά την ιστορική περίοδο, προς τα τέλη της δεύτερης χιλιετίας π.X., πραγματοποιούνται εμπορικά ταξίδια στην περιοχή αυτή για την αναζήτηση κυρίως χρυσού και άλλων μεταλλευμάτων. Έτσι δημιουργούνται οι πρώτοι εμπορικοί σταθμοί. Κατά τον 8ο π.Χ. αιώνα οι σταθμοί αυτοί μετατρέπονται σε μόνιμα οικιστικά κέντρα. Μιλήσιοι άποικοι ιδρύουν τη Σινώπη, η οποία γρήγορα γίνεται μεγάλο εμπορικό λιμάνι και ισχυρή ναυτική δύναμη. Με τη σειρά της η Σινώπη δημιουργεί νέες αποικίες - πόλεις σε όλο το μήκος των βορείων παραλίων της Μικράς Ασίας με σπουδαιότερες την Αμισό, τα Κοτύωρα, την Τρίπολη, την Κερασούντα, την Τραπεζούντα κ.α. Σπουδαιότερη όλων η Τραπεζούντα, η ίδρυση της οποίας χρονολογείται από το 756 π.Χ.

Από τον 5ο π.Χ. αιώνα οι παράλιες πόλεις του Πόντου είναι φόρου υποτελής στους Πέρσες διατηρώντας μια ιδιότυπη αυτονομία και ανεξαρτησία. Κατά την περίοδο της κοσμοκρατορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου είναι πλήρως ανεξάρτητες και στρέφονται προς τη μεσόγειο θάλασσα όπου ανακαλύπτουν νέες πηγές πλούτου, όπως σίδηρο, χαλκό, άργυρο. Στα πρώιμα Ελληνιστικά χρόνια η περιοχή του Πόντου αποτελούσε τμήμα του Βασιλείου των Σελευκιδών.

Κατά τους τρεις τελευταίους προχριστιανικούς αιώνες αναπτύχθηκε στην περιοχή το ανεξάρτητο Βασίλειο του Πόντου με πρωτεύουσα την Αμάσεια και αργότερα τη Σινώπη. Το Βασίλειο σχηματίστηκε το 281 π.Χ. από τη δράση του Μιθριδάτη του Α΄ του επονομαζόμενου «Κτίστη». Μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι διάδοχοι του οδηγήθηκαν σε σφοδρές συγκρούσεις για την επικράτηση στα εδάφη της αχανούς αυτοκρατορίας του. Ο Μιθριδάτης αρχικά βρίσκεται στο πλευρό του Ευμένη του Καρδιανού. Μετά την ήττα του τελευταίου στη μάχη της Γαβιηνής (316 π.Χ.), συντάσσεται με το νικητή Αντίγονο τον Μονόφθαλμο.

Γρήγορα απολαμβάνει μεγάλης εκτίμησης και αναπτύσσει προσωπική φιλία με τον γιο του Αντίγονου, Δημήτριο τον Πολιορκητή. Κάποια στιγμή η κατάσταση αυτή άλλαξε και έπεσε σε δυσμένεια. Ο Αντίγονος αποφάσισε να τον σκοτώσει. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο Αντίγονος όρκισε τον γιό του να μην μαρτυρήσει τις προθέσεις του. Μη τολμώντας να παραβεί τον όρκο του, ο Δημήτριος ζήτησε από τον φίλο του να πάνε για περίπατο στην παραλία. Εκεί ο Δημήτριος έγραψε με το ξίφος του στην άμμο: «Φύγε Μιθριδάτη». Ο Μιθριδάτης κατάλαβε τι επρόκειτο να του συμβεί και την ίδια νύχτα απέδρασε. Μετά τη διαφυγή του, ο Μιθριδάτης κατέφυγε στη Γάνγρα, μία περιοχή της ορεινής Παφλαγονίας. Αργότερα, μαζί με μία μερίδα υποστηρικτών του κατέλαβε μία ισχυρή θέση στα Κιμίατα της Παφλαγονίας, τα οποία αποτελούσαν φυσικό οχυρό και βρισκόταν στους πρόποδες του όρους Ολγάσσιου, κοντά στις δυτικές όχθες του Άλυος ποταμού.

Με το πέρασμα του χρόνου, στο στρατό του κατετάγησαν πολλοί άνδρες με ποικίλες προελεύσεις. Όταν ισχυροποιήθηκε, κινήθηκε προς τις γύρω περιοχές καλώντας τους Παφλαγόνες, που είχαν πέσει σε νέο ζυγό να συνταχθούν μαζί του. Το ίδιο έκανε και με τους Καππαδόκες που είχαν υποφέρει πολλά από την Περσική διοίκηση. Στη συνέχεια κατελάμβανε τη μία περιοχή μετά την άλλη. Στην πορεία των κατακτήσεων ενισχυόταν το κύρος του ως ανεξάρτητου ηγεμόνα. Με τον τρόπο αυτό έθεσε τα θεμέλια για την ίδρυση του Βασιλείου του Πόντου. Το 281 π.Χ. ανακηρύσσεται βασιλιάς του Πόντου, λαμβάνοντας το προσωνύμιο «Κτίστης». Πολύ γρήγορα το Βασίλειο του Πόντου επεκτάθηκε με ταχύτατους ρυθμούς έτσι που στην επικράτεια του περιλαμβάνεται ολόκληρη η Μικρά Ασία άλλα και περιοχές πέρα από αυτήν. Στα χρόνια που ακολούθησαν το Ποντιακό Βασίλειο υπέστη μία σειρά εδαφικών ανακατατάξεων. Ανάλογα με τη στρατιωτική και διοικητική ικανότητα του εκάστοτε βασιλιά του προστίθεντο εδάφη επεκτείνοντας την επικράτεια του ή και το αντίστροφο. Κατά την περίοδο της βασιλείας του Μιθριδάτη ΣΤ΄ του Ευπάτωρα θα αποτελέσει το πιο δυναμικό κέντρο αντίστασης στη Ρωμαϊκή επέκταση.

ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΦΗΒΕΙΑ

Ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ ο Ευπάτωρ γεννήθηκε το 132 π.Χ. στην πρωτεύουσα του Βασιλείου του Πόντου, τη Σινώπη. Ο θείος του, Φαρνάκης, το 162 π.Χ. μετέφερε την πρωτεύουσα από την Αμάσεια, την πρώτη πρωτεύουσα του Πόντου, στη Σινώπη. Ο πατέρας του, Μιθριδάτης Ε΄ ο Ευεργέτης, ήταν ο πιο σημαντικός ως τότε βασιλιάς της δυναστείας των Μιθριδατών. Η μητέρα του, πριγκίπισσα Λαοδίκη, ήταν κόρη του βασιλιά της Αυτοκρατορίας των Σελευκιδών Αντίοχου Δ΄ του Επιφανούς.

Γύρω από τη γέννηση και την παιδική του ηλικία δημιουργήθηκαν διάφοροι μύθοι, οι οποίοι συνδέθηκαν με υπερφυσικά γεγονότα. Λέγεται ότι τη στιγμή της γεννήσεως του εμφανίστηκε στον ουρανό ένας εκτυφλωτικός κομήτης, ο οποίος έδειξε την πορεία του, τη διάρκεια της βασιλείας του και την έκταση των κατακτήσεων του. Όταν ήταν ακόμη μωρό, λέγεται πως είχε πέσει κεραυνός στην κούνια του, όπως είχε γίνει και με τον Διόνυσο, που του έκαψε τα σπάργανα και του άφησε μια πληγή στο κεφάλι, την οποία αργότερα έκρυβε με την πλούσια κόμη του. Αυτός ήταν και ο λόγος που πήρε το προσωνύμιο Διόνυσος. Σε αντίστοιχο περιστατικό αναφέρεται πως όταν ο Μιθριδάτης ανδρώθηκε, έπεσε κεραυνός στο δωμάτιο του, την ώρα που κοιμόταν και πυράκτωσε τις αιχμές των βέλων του, τα οποία ήταν στην κρεμασμένη φαρέτρα. Οι μάντεις ερμήνευσαν τον οιωνό και του ανέφεραν πως η μεγαλύτερη δύναμη του στρατού του θα είναι οι τοξότες.

Πέρα από τους μύθους, ο Μιθριδάτης ΣΤ΄, αν και Πέρσης στην καταγωγή από την πλευρά του πατέρα του, μεγάλωσε σ’ ένα πλήρως εξελληνισμένο περιβάλλον. Η γενέτειρα του, η Σινώπη, πρωτεύουσα του Βασιλείου του Πόντου ήταν μία καθαρά Ελληνική πόλη. Η δυναστεία του ήταν από πολλά χρόνια εξελληνισμένη. Μεγάλωσε και μορφώθηκε έχοντας φίλους και συντρόφους Έλληνες, γόνους ισχυρών οικογενειών του Πόντου. Από τα παιδικά του χρόνια φάνηκε ότι ήταν ιδιαίτερα έξυπνος και γεροδεμένος.

Η εκπαίδευση του έγινε σύμφωνα με τα Ελληνιστικά πρότυπα. Έτσι, η ενασχόληση του με τα γράμματα και τις τέχνες άρχισε από πολύ νωρίς. Έλαβε μαθήματα φιλοσοφίας, μουσικής και ποίησης. Εκπαιδεύτηκε πάνω στη ρητορική τέχνη και την ιατρική. Έγινε δεινός ρήτορας, το οποίο του φάνηκε πολύ χρήσιμο στη μετέπειτα πορεία του, και απέκτησε σημαντικές ιατρικές γνώσεις. Η εκπαίδευση του, επίσης, περιελάμβανε ασκήσεις στις πολεμικές τέχνες. Γυμναζόταν σκληρά, ιδιαίτερα στο κυνήγι, στην ιππική τέχνη, στην τοξοβολία και τον ακοντισμό. Είχε ως πρότυπο του τον Μέγα Αλέξανδρο. Τα κατορθώματα του είχαν μαγέψει την παιδική του φαντασία και ήθελε να του μοιάσει.

Το 120 π.Χ. και σε ηλικία μόλις 12 ετών, ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ έζησε μία τραυματική εμπειρία, η οποία θα επιδράσει καταλυτικά στην ψυχολογία του. Ο πατέρας του Μιθριδάτης Ε΄ ο Ευεργέτης δολοφονήθηκε από ανθρώπους που έβαλε η γυναίκα του Λαοδίκη. Η Λαοδίκη αναλαμβάνει την αντιβασιλεία και του ορίζει κηδεμόνες. Το κλίμα αρχίζει να γίνεται βαρύ για τον Μιθριδάτη και ψάχνει τρόπο για να αποδράσει από το παλάτι. Κάποια ημέρα ζήτησε να πάει στο κυνήγι μόνος του. Οι κηδεμόνες του, χωρίς να καταλάβουν τις προθέσεις του, τον αφήνουν. Αυτός αρπάζει την ευκαιρία και εξαφανίζεται στα πυκνά δάση του όρους Παρυάδρη.

Εκεί αρχίζει ο αγώνας επιβίωσης για τον Μιθριδάτη. Ζει από το κυνήγι και κοιμάται στην ύπαιθρο ως προγραμμένος. Η μητέρα του Λαοδίκη ανακηρύχθηκε βασίλισσα. Η ζωή στο βουνό δυνάμωσε το σώμα του και σκλήρυνε την ψυχή του. Απέκτησε τρομερή αντοχή και ακατάβλητη θέληση. Ένα ακόμη χαρακτηριστικό γνώρισμα που απέκτησε κατά τη διάρκεια της διαβίωσης του στο βουνό είναι η δυσπιστία του προς τους πάντες, κάτι που θα τον ακολουθήσει σε όλη του τη ζωή. Μέσα σε αυτές τις εξαιρετικά δύσκολες και αντίξοες συνθήκες ανδρώθηκε ο Μιθριδάτης. Με απαράμιλλο σθένος, κατάφερε όχι μόνο να τις υπερνικήσει και να επιζήσει αλλά και να διαμορφώσει μία ισχυρή προσωπικότητα που θα τον βοηθούσε αργότερα να δημιουργήσει ένα πανίσχυρο βασίλειο. Στο βουνό έζησε επτά χρόνια.

Ο ΜΙΘΡΙΔΑΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ

Κατά τη διάρκεια της απουσίας του Μιθριδάτη, το Ποντιακό Βασίλειο είχε εκφυλιστεί και βρισκόταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Ο στρατός, επίσης, βρισκόταν σε κατάσταση διάλυσης. Οι Ρωμαίοι με τη συγκατάθεση της Λαοδίκης ενσωμάτωσαν τα εδάφη της Μικράς Ασίας που διεκδικούσε ο Μιθριδάτης Ε΄ ο Ευεργέτης και τα ανακήρυξαν Ρωμαϊκή επαρχία. Το 116 π.Χ. Ρωμαίοι πρεσβευτές φτάνουν στην περιοχή για να οργανώσουν τη νεοσύστατη επαρχία της Ασίας, όπως την ονόμασαν. Στη συνέχεια άρχισαν τις ενέργειες για να εντάξουν και το ίδιο το Βασίλειο του Πόντου στην επαρχία.

Σ’ αυτό το κρίσιμο σημείο για τον Πόντο εμφανίζεται ο Μιθριδάτης στο προσκήνιο. Το 112 π.Χ. ο εικοσάχρονος πλέον Μιθριδάτης εμφανίζεται ξαφνικά μέσα στη Σινώπη. Με τη στήριξη του λαού και του στρατού αναλαμβάνει την εξουσία. Ο Μιθριδάτης παραλαμβάνει ένα αδύναμο βασίλειο που περιλάμβανε την παραλιακή ζώνη από την πόλη Άμαστρις μέχρι και το κράτος των Τυβαρηνών. Η Παφλαγονία εξακολουθούσε να είναι υποτελής διατηρώντας την τοπική της δυναστεία. Στα ανατολικά του βρισκόταν η μικρή Αρμενία και στα δυτικά η Γαλατία που διοικούνταν από τους δικούς της τετράρχες.

Ο Μιθριδάτης αμέσως προχώρησε στην ανασύνταξη του κράτους και την αναδιοργάνωση του στρατού. Επαναφέρει στις θέσεις και τα αξιώματα που κατείχαν τους ικανούς ανθρώπους του πατέρα του. Σε σύντομο χρονικό διάστημα αποκαθιστά την τάξη και τη λειτουργία του κράτους. Στη συνέχεια στράφηκε προς τις Ελληνικές αποικίες των βορείων ακτών του Ευξείνου Πόντου με σκοπό να τις ενσωματώσει. Αυτές πιεζόμενες από τα γύρω βαρβαρικά φύλα ζητούν τη βοήθεια του. Στέλνουν αντιπροσωπεία στο παλάτι του Μιθριδάτη και του προτείνουν να ενσωματωθούν στο βασίλειο του προκειμένου να γλυτώσουν από τις επιθέσεις. Αυτός αρχικά διστάζει γιατί δεν ένιωθε ακόμη τόσο ισχυρός ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας τέτοιας εκστρατείας. Στην πραγματικότητα μόλις είχε βάλει τάξη στο βασίλειό του και μία τόσο επίπονη εκστρατεία είχε ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας.

Από την άλλη πλευρά, η πρόταση των Ελληνικών πόλεων εξυπηρετούσε τα σχέδια του γιατί θεωρούσε πως αν πετύχαινε το εγχείρημα του θα ένωνε τους Έλληνες του Πόντου. Με αυτόν τον τρόπο θα κέρδιζε την εμπιστοσύνη ολοκλήρου του Ελληνισμού. Έτσι θα μπορούσε να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μία ένωση όλων των Ελληνικών πόλεων της Μικράς Ασίας και του Ευξείνου Πόντου με σκοπό να αντιμετωπίσει τον Ρωμαϊκό κίνδυνο. Στην απόφαση του να δεχθεί την πρόταση των Ελληνικών πόλεων της Κριμαίας καθοριστικό ρόλο έπαιξε ο Διόφαντος, ο γιος του Ασκληπιόδωρου από τη Σινώπη, ο οποίος τον έπεισε να ξεπεράσει τους δισταγμούς του. Ο Διόφαντος γνώριζε πολύ καλά την περιοχή του βορείου Ευξείνου Πόντου για την οποία έγραψε και ένα βιβλίο, την «Ποντική». Ζήτησε από τον Μιθριδάτη να οργανώσει και να ηγηθεί της εκστρατείας. Ο Μιθριδάτης πείστηκε από τα επιχειρήματα του και το 110 π.Χ. του ανέθεσε την αποστολή.

Ο Διόφαντος ύστερα από τρεις διαδοχικές νικηφόρες εκστρατείες επιβλήθηκε στους Σκύθες, οι οποίοι το 107 π.Χ. δήλωσαν οριστική υποταγή. Ολόκληρη η περιοχή της Κριμαίας αναγνώρισε ως βασιλιά της τον Μιθριδάτη ΣΤ΄. Ο Διόφαντος τιμήθηκε για τα κατορθώματα του με ανδριάντα που στήθηκε στην πόλη Χερσόνησο. Με την περιοχή της Κριμαίας να του εξασφαλίζει τρόφιμα και στρατό, ο Μιθριδάτης ξεκίνησε νέες εκστρατείες και κατέκτησε την Κολχίδα, τη Μικρή Αρμενία και την περιοχή της Αζοφικής θάλασσας. Το μεγαλύτερο μέρος των παραλιών του Ευξείνου Πόντου ανήκει πια στην επικράτεια του. Οι νίκες αυτές καθιέρωσαν τον Μιθριδάτη στη συνείδηση του Ελληνικού κόσμου ως τον αδιαφιλονίκητο ηγέτη εκείνης της εποχής. Ο ίδιος είχε θέσει τα θεμέλια για να πραγματοποιήσει τα σχέδιά του.

Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗ ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ

Το 106 π.Χ. ο Μιθριδάτης αρχίζει την προσπάθεια για την κατάκτηση της Μικράς Ασίας. Πριν όμως ξεκινήσει την εκστρατεία του πραγματοποιεί μυστικό ταξίδι σε όλη την περιοχή, που είναι ελεγχόμενη από τους Ρωμαίους, για να διαπιστώσει με τα ίδια του τα μάτια την κατάσταση που επικρατεί. Με βάση αυτή την προσωπική του άποψη θα κατέστρωνε τα σχέδια του. Στο ταξίδι αυτό τον συντροφεύουν μερικοί από τους πιο αφοσιωμένους φίλους του. Από αφιερωματικές επιγραφές που ο ίδιος έκανε στη Δήλο, μαθαίνουμε ότι τον συνόδεψαν ο Δορύλαος του Φιλεταίρου από την Αμισό, ο Καλλίστρατος του Αντιπάτρου, ο Παπίας του Μινοφίλου από την Αμισό, ο Γάϊος του Ερμαίου από την Αμισό και ο Διόφαντος ο Μιθάρου από τα Γαζίουρα. Για να περάσουν απαρατήρητοι μεταμφιέζονται. Έτσι λοιπόν ξεκινούν το ταξίδι τους προς τις Ρωμαιοκρατούμενες περιοχές της Μικράς Ασίας.

Αυτή την περίοδο η περιοχή είναι ένα κράμα κρατών και κρατιδίων. Οι δύο μεγάλες δυνάμεις του Ελληνιστικού Κόσμου που ανταγωνίζονταν για την κυριαρχία της περιοχής, οι Σελευκίδες της Συρίας και οι Λαγίδες (Πτολεμαίοι) της Αιγύπτου, είχαν εκδιωχθεί από τον χώρο, αφού εξαφάνισαν πρώτα από κοινού τον Αντίγονο το Μονόφθαλμο και τον γιο του, Δημήτριο τον Πολιορκητή. Οι Σελευκίδες στα τέλη του 2ου π.Χ. αι. κατείχαν μόνο ένα μικρό κομμάτι της Κιλικίας, ενώ οι Πτολεμαίοι μόνο την Κύπρο. Και οι δύο αυτές περιοχές δεν ανήκαν στη Μικρά Ασία, όπως αυτή καθορίστηκε από τη συνθήκη του 187 π.Χ. ανάμεσα στον ηττημένο Αντίοχο τον Μέγα και τους νικητές Ρωμαίους.

Το 133 π.Χ. ο Άτταλος Β΄ της Περγάμου κληροδοτεί το βασίλειο του στους Ρωμαίους. Από τότε οι Ρωμαίοι ελέγχουν ολόκληρη τη Μικρά Ασία. Πιο συγκεκριμένα, η άμεσα διοικούμενη από τους Ρωμαίους περιοχή αποτελούνταν από δύο επαρχίες: της Ασίας και της Παμφυλίας ή Κιλικίας. Στην πρώτη επαρχία περιλαμβανόταν το κράτος της Περγάμου, που έλεγχε τη δυτική Μικρά Ασία, μαζί με τη Φρυγία, την Τρωάδα, τη Μυσία, τη Λυδία και την Καρία καθώς και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Στη δεύτερη, που την ονόμασαν Παμφυλία ή Κιλικία, πυρήνας ήταν οι κτήσεις των Ατταλιδών στην αρχαία Παμφυλία. Οι Ρωμαίοι διατηρούσαν μόνο στρατιωτικές βάσεις και κατά συνέπεια είχαν το ρόλο του χωροφύλακα της περιοχής. Αντίθετα στην επαρχία της Ασίας υπήρχε σταθερή Ρωμαϊκή διοίκηση. Η επαρχία διοικούνταν από Ρωμαίο ανθύπατο και στο έδαφος της υπήρχαν μόνιμα εγκαταστημένες Ρωμαϊκές στρατιωτικές φρουρές. Υπολογίζεται ότι το μυστικό ταξίδι του Μιθριδάτη στη Μικρά Ασία έγινε μεταξύ του 106 και 105 π.Χ.

Ο Μιθριδάτης όταν επέστρεψε, έκλεισε συμφωνία με τον Νικομήδη Γ΄ (127 - 94 π.Χ.), βασιλιά της Βιθυνίας και μετέπειτα γαμπρό του από την αδελφή του Λαοδίκη, τη σύζυγο αρχικά του Αριαράθη ΣΤ΄, βασιλιά της Καππαδοκίας. Ύστερα έστειλε πρεσβεία στους Κίμβρους και τους Τεύτονες και ζήτησε τη συμμαχία τους στην εκστρατεία που επρόκειτο να πραγματοποιήσει κατά της Ρώμης. Αυτοί, δίχως αντίρρηση, προθυμοποιήθηκαν να τον βοηθήσουν.

ΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΣΤΗ ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ

Την άνοιξη του 104 π.Χ. ο Μιθριδάτης σε συνεργασία με τον Νικομήδη Γ΄ εισέβαλαν στην Παφλαγονία. Την κατέκτησαν χωρίς δυσκολία και τη μοίρασαν μεταξύ τους. Η δυναστεία της Παφλαγονίας που ανατράπηκε, βρήκε καταφύγιο στους Ρωμαίους. Στη Ρώμη είχε καταφύγει πριν και ο Σκύθης βασιλιάς Σκίλουρος, για να καταγγείλει τον Μιθριδάτη ως σφετεριστή γιατί οι κατακτήσεις του παραβίαζαν τη βασική αρχή που διατυπώθηκε μετά την ήττα του Αντιόχου του Μεγάλου, η οποία έλεγε ότι «οι βασιλιάδες της Ασίας πρέπει να μένουν μακριά από τον Ευρωπαϊκό χώρο». Με την παρέμβαση αυτή του Σκίλουρου, οι Ρωμαίοι έγιναν οι προστάτες των βαρβάρων στον Εύξεινο Πόντο.

Η Ρωμαϊκή Σύγκλητος έστειλε μια επιτροπή στην περιοχή και απαίτησε από τους βασιλιάδες του Πόντου και της Βιθυνίας να αποκαταστήσουν την κατάσταση που υπήρχε πριν. Ο Μιθριδάτης απάντησε στην επιτροπή των Ρωμαίων ότι η Παφλαγονία, τουλάχιστον η περιοχή Γάνγρα, του ανήκε γιατί την είχε κληρονομήσει από τους προγόνους του. Σημειώνεται ότι η Γάνγρα ήταν η περιοχή όπου είχε καταφύγει ο Μιθριδάτης ο Κτίστης, όταν διέφυγε από την αυλή του Αντιγόνου του Μονόφθαλμου. Όσο για την Κριμαία υποσχέθηκε να ικανοποιήσει την απαίτηση των Ρωμαίων. Ο Νικομήδης απάντησε σκληρά και δήλωσε ότι ήταν έτοιμος να αποκαταστήσει στην Παφλαγονία τη νόμιμη δυναστεία. Ανακήρυξε μάλιστα βασιλιά της Παφλαγονίας ένα νόθο γιο του, που πήρε το όνομα Πολυμήνης.

Στη συνέχεια οι δύο βασιλιάδες κατέλαβαν τη Γαλατία, προκαλώντας ανοικτά την επιτροπή των Ρωμαίων, η οποία ακόμα βρισκόταν στη Βιθυνία. Ο Μιθριδάτης προσάρτησε την περιοχή των Τροκμηνών, όπου ίδρυσε και το Μιθριδάτιο φρούριο. Η Ρωμαϊκή Σύγκλητος δεν αντέδρασε. Η εισβολή των συμμάχων του Μιθριδάτη Κίμβρων και Τευτόνων είχε παραλύσει τους Ρωμαίους. Το 103 π.Χ. ο Μιθριδάτης εφαρμόζοντας τη διπλωματία του χρήματος στέλνει στη Ρώμη μία πρεσβεία με άφθονο χρυσάφι, η οποία το μοιράζει με σκοπό να διαφθείρει τους συγκλητικούς.

Ο Μιθριδάτης κατάφερε να πετύχει τα σχέδια του. Η Ρωμαϊκή Σύγκλητος έκλεισε τα μάτια για εκείνα που κατηγορούσε πριν τον βασιλιά του Πόντου. Η Παφλαγονία και η Γαλατία μοιράστηκαν μεταξύ του Μιθριδάτη και του Νικομήδη. Και η Σύγκλητος, για να κρατήσει το γόητρο της, έδωσε εντολή στον Πραίτορα Μάρκο Αντώνιο (Marcus Antonius) να εξολοθρεύσει τους πειρατές της Κιλικίας. Με το μοίρασμα της Γαλατίας οι δύο βασιλιάδες έφτασαν στα όρια της Καππαδοκίας, η οποία μαστιζόταν από εσωτερικές έριδες. Εκεί, ήταν ακόμα αντιβασίλισσα η αδελφή του Μιθριδάτη. Μεταξύ του 102 και 100 π.Χ. ο στρατός της Βιθυνίας εισέβαλε στην Καππαδοκία και κατέλαβε το μεγαλύτερο μέρος της, χωρίς να συναντήσει αντίσταση. Η αντιβασίλισσα Λαοδίκη έντρομη απευθύνθηκε για βοήθεια στον αδελφό της Μιθριδάτη.

Ο βασιλιάς του Πόντου, αγανακτισμένος από τη στάση του συμμάχου του Νικομήδη, συγκέντρωσε τον στρατό του, για να σπεύσει σε βοήθεια της Λαοδίκης. Αλλά πριν ξεκινήσει, η Λαοδίκη έκλεισε ειρήνη με τον Νικομήδη και μάλιστα του υποσχέθηκε και γάμο. Αυτό σήμαινε ότι η Καππαδοκία γινόταν πλέον τμήμα της Βιθυνίας. Ο Μιθριδάτης τώρα αντιδρά και εναντίον της αδελφής του και δηλώνει ότι θα υπερασπιστεί τα δικαιώματα των ανιψιών του στο θρόνο της Καππαδοκίας. Εισέβαλε στην Καππαδοκία, έδιωξε τις φρουρές των Βιθυνών και εγκαθιστά στο θρόνο της Καππαδοκίας τον ανιψιό του, Αριαράθη Ζ’ το Φιλομήτορα. Η Λαοδίκη εγκατέλειψε την Καππαδοκία ακολουθώντας, τον άντρα της πια, Νικομήδη στη Βιθυνία. Ο Νικομήδης τρομαγμένος από αυτή την εξέλιξη καταφεύγει στη Ρώμη για βοήθεια. Έστειλε μάλιστα τη σύζυγο του Λαοδίκη για να εξασφαλίσει την υποστήριξη των Ρωμαίων. Η Λαοδίκη πήγε στη Ρώμη, όπου παρουσίασε στη Σύγκλητο ένα νεαρό αγόρι βεβαιώνοντας ότι ήταν ένας τρίτος γιος της που απέκτησε με τον Αριαράθη ΣΤ΄ και υποστήριξε ότι αυτός είναι ο νόμιμος κληρονόμος του στέμματος της Καππαδοκίας.
 
Την κίνηση του Νικομήδη και της Λαοδίκης την πληροφορήθηκε ο Μιθριδάτης, και έστειλε στη Ρώμη τον Γόρδιο με άφθονο χρυσάφι για να πείσει τη Σύγκλητο ότι ο Αριαράθης Ζ΄ ο Φιλομήτορας είναι ο νόμιμος βασιλιάς της Καππαδοκίας. Η Σύγκλητος, η οποία ήταν συνηθισμένη σε αυτού του είδους τις συναλλαγές, ήταν έτοιμη να αποδεχθεί το χρυσάφι του Μιθριδάτη. Σε αυτό το κρίσιμο σημείο παρεμβαίνει ο στρατηγός και ύπατος Γάϊος Μάριος (Gaius Marius), ο οποίος έπεισε τη Σύγκλητο να αρνηθεί την προσφορά του Μιθριδάτη εξηγώντας ότι η δράση του στη Μικρά Ασία είναι επικίνδυνη για τα συμφέροντα της Ρώμης στην περιοχή.

Έτσι η Σύγκλητος κάλεσε τον Μιθριδάτη να εκκενώσει τα εδάφη της Παφλαγονίας και της Καππαδοκίας, και τον Νικομήδη να καθαιρέσει από το θρόνο της Παφλαγονίας το νόθο γιο του Πολυμήνη (το πραγματικό του όνομα ήταν Σωκράτης). Η απόφαση της Συγκλήτου ήταν αμετάκλητη, αναγκάζοντας τους δύο βασιλιάδες να την αποδεχθούν, εγκαταλείποντας τις κατακτήσεις τους στην Παφλαγονία, στην Καππαδοκία και στη Γαλατία. Έτσι οι τετράρχες της Γαλατίας αναγνώρισαν ξανά την επικυριαρχία της Ρώμης. Η Παφλαγονία και η Καππαδοκία ανακηρύσσονται «Ελεύθερες», και περνούν στην επικυριαρχία των Ρωμαίων με «δημοκρατικό» καθεστώς.

Οι Παφλαγόνες, λόγω πολλών εσωτερικών προβλημάτων, δεν έφεραν αντίρρηση σε αυτή την εξέλιξη. Αντίθετα, οι άρχοντες της Καππαδοκίας αντέδρασαν, θεωρώντας ότι το νέο καθεστώς θα ήταν ο προάγγελος για την προσάρτηση τους και επίσημα στη Ρώμη. Έτσι λοιπόν ζήτησαν από τη Σύγκλητο να παραμείνουν βασίλειο, υποστηρίζοντας τον πιστό φίλο του Μιθριδάτη, Γόρδιο, για βασιλιά της Καππαδοκίας. Η Σύγκλητος απέρριψε την πρόταση των αρχόντων, και το 95 π.Χ. εξέλεξε βασιλιά της Καππαδοκίας τον ευγενή και πιστό στη Ρώμη, Αριοβαρζάνη, ο οποίος πήρε το προσωνύμιο «Φιλορωμαίος», κάτι που δεν είχε προηγούμενο στα χρονικά της Καππαδοκίας. Ο Μιθριδάτης, παρά την αρνητική γι’ αυτόν εξέλιξη, δεν παραιτήθηκε από τις φιλοδοξίες του και αναζήτησε ένα νέο σύμμαχο για να υλοποιήσει τα σχέδια του. Και τον βρήκε στο πρόσωπο του βασιλιά της Αρμενίας, Τιγράνη. Οι δύο βασιλιάδες επισφράγισαν τη συμμαχία τους με το γάμο του Τιγράνη με μία κόρη του Μιθριδάτη, την Κλεοπάτρα.

Την περίοδο που η εξουσία της Ρώμης στη Μικρά Ασία είχε εδραιωθεί, στην Ιταλία οι πόλεις ξεσηκώνονται κατά της Ρωμαϊκής κυριαρχίας (91π.Χ.). Η Ρώμη κινδύνευσε. Οι εξεγερμένοι Ιταλοί απευθύνθηκαν για βοήθεια και στον Μιθριδάτη. Αυτός αρνήθηκε γιατί είχε ανοίξει μέτωπο με τους Σαρμάτες και τους Βαστάρνες στις βόρειες ακτές του Εύξεινου Πόντου. Ο στόχος του δεν ήταν να τους κατακτήσει αλλά να δηλώσουν υποταγή, να αναγνωρίσουν την εξουσία του και να του προσφέρουν μισθοφόρους για τον στρατό του για τη νέα του εκστρατεία. Ο Ρωμαϊκός στρατός τελικά κατάφερε να καταστείλει την εξέγερση και ο Μιθριδάτης να χάσει την ευκαιρία να κατακτήσει τη Ρώμη.

Α΄ ΜΙΘΡΙΔΑΤΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ (88 π.Χ. - 85 π.Χ.)

Το 88 π.Χ. ο Μιθριδάτης κήρυξε τον πόλεμο κατά των Ρωμαίων. Οι περισσότερες Ελληνικές πόλεις της δυτικής Μικράς Ασίας συμμάχησαν μαζί του. Το πρώτο στάδιο του πολέμου έλαβε χώρα στη Βορειοδυτική Μικρά Ασία. Η αναμέτρηση διεξήχθη μεταξύ του συμμάχου των Ρωμαίων, Νικομήδη, και των στρατηγών του Μιθριδάτη, Νεοπτόλεμου και Αρχέλαου, στην πεδιάδα του ποταμού Αμνία. Οι στρατηγοί του Μιθριδάτη νίκησαν τον Νικομήδη και κατέλαβαν το στρατόπεδο του, όπου βρήκαν μεγάλες ποσότητες χρημάτων και συνέλαβαν πολλούς αιχμαλώτους. Ο Μιθριδάτης διέταξε να αφεθούν όλοι οι αιχμάλωτοι ελεύθεροι, κερδίζοντας έτσι την εκτίμηση των αντιπάλων του.

Λίγο αργότερα ο Μιθριδάτης αντιμετώπισε τον στρατό που είχαν συγκεντρώσει οι Ρωμαίοι, υπό την ηγεσία του στρατηγού Μάνιου Ακίλλιου (Manius Aquillius). Ο Ρωμαϊκός στρατός υπέστη συντριπτική ήττα. Ο ίδιος ο Ακίλλιος πιάστηκε αιχμάλωτος από τον Μιθριδάτη. Με σύμμαχο το βασιλιά της Αρμενίας Τιγράνη και με την υποστήριξη των Ελληνικών πόλεων της Ιωνίας, ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ γίνεται κύριος της Μικράς Ασίας, εξοντώνοντας παράλληλα το Ρωμαϊκό πληθυσμό. Το Ρωμαϊκό ναυτικό που έδρευε στον Ελλήσποντο παραδόθηκε στο βασιλιά του Πόντου. Τα λάφυρα που απέσπασε ο Μιθριδάτης από την κατάκτηση της Μικράς Ασίας ήταν τεράστια, κάτι που τον επέτρεψε να ενισχύσει και να εξοπλίσει το στρατό του.

Στη συνέχεια, ο Μιθριδάτης μεταφέρει τον πόλεμο στην κυρίως Ελλάδα. Πολλές πόλεις από την κυρίως Ελλάδα, με πρώτη την Αθήνα, αλλά και ολόκληρες περιοχές όπως η Λακωνία, η Αχαΐα, η Βοιωτία, εκτός από τους Θεσπιείς, συντάχθηκαν με τον Μιθριδάτη ελπίζοντας ότι θα φέρει την απελευθέρωση των Ελλήνων. Την αρχιστρατηγία της δεύτερης φάσης την ανέθεσε στο στρατηγό του Αρχέλαο. Τα στρατεύματα του αρχικά καταλαμβάνουν πολλά νησιά του Αιγαίου και τη Δήλο. Ο Μιθριδάτης παραδίδει το ιερό ταμείο της Δήλου στους Αθηναίους. Σε σύντομο χρονικό διάστημα ο Μιθριδάτης καταλαμβάνει ολόκληρη τη νότια Ελλάδα.

Εν τω μεταξύ, στη Ρώμη ξεσπά νέα κρίση. Είναι η σφοδρή σύγκρουση μεταξύ των δύο μεγάλων στρατιωτικών προσωπικοτήτων που κυριαρχούν στη Ρώμη. Του Γάϊου Μάριου, που ηγείται της λαϊκής παράταξης, και του Λούκιου Κορνήλιου Σύλλα (Lucius Cornelius Sulla), που ηγείται της αριστοκρατικής (συγκλητικής) παράταξης. Αφορμή είναι η διεκδίκηση της αρχηγίας της εκστρατείας κατά του Μιθριδάτη. Η Ρώμη οδηγείται σε εμφύλιο πόλεμο. Νικητής της αναμέτρησης αναδείχθηκε τελικά ο Σύλλας. Ο Μιθριδάτης προτίμησε να εξασφαλίσει πρώτα την κυριαρχία στην Ελλάδα και ύστερα να ασχοληθεί με τη Ρώμη. Για άλλη μια φορά έχασε την χρυσή ευκαιρία να χτυπήσει τη Ρώμη στη πιο δύσκολη καμπή της, και να τη νικήσει. Είναι άγνωστο ποιος θα ήταν ο ρους της ιστορίας αν τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ είχε πάρει διαφορετική απόφαση. Σίγουρα όμως θα ήταν διαφορετικός απ’ ότι τον ξέρουμε σήμερα.

Το 87 π.Χ., τα Ρωμαϊκά στρατεύματα με πέντε λεγεώνες και επικεφαλής τον Λούκιο Κορνήλιο Σύλλα αποβιβάστηκαν στην Ελλάδα. Πέρασαν από την Αιτωλία και τη Θεσσαλία για να συγκεντρώσουν εφόδια, και κατευθύνθηκαν προς την Αττική. Ο Σύλλας φτάνει στην Αθήνα και ξεκινάει την πολιορκία. Την ίδια περίοδο μία νέα στρατιά του Μιθριδάτη, υπό την ηγεσία του στρατηγού Ταξίλη, ξεκίνησε από τη Μικρά Ασία και σε σύντομο χρονικό διάστημα κατέλαβε τη Θράκη και τη Μακεδονία. Τον Μάρτιο του 86 π.Χ. ο Σύλλας, έπειτα από πολιορκία σχεδόν ενός έτους, καταλαμβάνει πρώτα την Αθήνα και λίγο αργότερα τον Πειραιά, τις οποίες υπερασπιζόταν ο Αριστίωνας και ο Αρχέλαος αντίστοιχα. Ο Σύλλας δεν δίστασε να καταστρέψει τους πλατάνους που βρισκόταν στην Ακαδημία Πλάτωνος και έκοψε τα δέντρα του Άλσους του Απόλλωνα Λυκείου, προκειμένου να κατασκευάσει πολιορκητικές μηχανές.

Η άλωση της Αθήνας χαρακτηρίστηκε από πρωτοφανείς βαρβαρότητες κατά του πληθυσμού, ενώ στον Πειραιά καταστράφηκαν οι λιμενικές εγκαταστάσεις, όπως οι Νεώσοικοι. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Πειραιά ο Σύλλας διέπραξε ιεροσυλία, λεηλατώντας μερικά από τα μεγαλύτερα ιερά της Ελλάδος όπως τους Δελφούς, την Ολυμπία και την Επίδαυρο. Άρπαξε όλα τα πολύτιμα αφιερώματα, τα έλιωσε και τα έκανε νομίσματα.

Εν τω μεταξύ, τα στρατεύματα του Μιθριδάτη με αρχηγούς τον Αρχέλαο και τον Ταξίλη αναγκάστηκαν να συσπειρωθούν. Μετά από σποραδικές συμπλοκές, ο στρατός του Μιθριδάτη και ο Ρωμαϊκός στρατός συγκρούστηκαν σφοδρά στη Χαιρώνεια. Ο Σύλλας τελικά κατάφερε να υπερισχύσει. Ο Αρχέλαος κατέφυγε στην Εύβοια όπου ανακήρυξε τον Σύλλα «νικητή στρατηγό» (imperator). Η ήττα στη Χαιρώνεια προκάλεσε σοκ στον Μιθριδάτη, ο οποίος δεν περίμενε αυτή την εξέλιξη, και απέφερε σοβαρό πλήγμα στους σχεδιασμούς του. Δεν έχασε όμως το κουράγιο του και ετοίμασε νέο στρατό αποτελούμενο από 80.000 άνδρες, υπό την ηγεσία του Δορύλαου.

Ο Δορύλαος κατευθύνθηκε στην Ελλάδα και ενώθηκε με τον Αρχέλαο και το υπόλοιπο του στρατού του, που σώθηκε από τη μάχη της Χαιρώνειας. Το φθινόπωρο του 86 π.Χ. οι δύο στρατοί συναντήθηκαν ξανά στον Ορχομενό. Ο Σύλλας νίκησε για άλλη μια φορά τους αντιπάλους του και στη συνέχεια επιδόθηκε σε εκστρατεία τιμωρίας όσων είχαν συνταχθεί με τον Μιθριδάτη, αλλά και αυτών ακόμη των λίγων πόλεων που παρέμειναν στο πλευρό των Ρωμαίων. Ωστόσο ο πόλεμος δεν τελείωσε αλλά συνεχίστηκε για ένα ακόμη έτος στο μικρασιατικό έδαφος, με διάφορες συμπλοκές. Οι ήττες που υπέστη ο στρατός του Μιθριδάτη έπληξαν το κύρος του αλλά κυρίως καταρράκωσαν το ηθικό του Ελληνικού κόσμου, που είδε το όνειρο της απελευθέρωσης από τους Ρωμαίους να αποτελεί πια παρελθόν.

Ο Α΄ Μιθριδατικός πόλεμος έληξε με τη συνθήκη της Δαρδάνου, η οποία καθόρισε ότι ο Μιθριδάτης παρέμενε κύριος του Πόντου, έχανε όμως τα εδάφη που είχε κατακτήσει στην επαρχία της Ασίας. Αναγνώριζει τους φιλορωμαίους βασιλείς της Βιθυνίας, Νικομήδη Δ΄ και της Καππαδοκίας, Αριοβαρζάνη Α΄, και καταβάλει αποζημίωση στους Ρωμαίους δύο χιλιάδες τάλαντα. Ο Σύλλας αναχώρησε για την Ιταλία αφήνοντας πίσω του μία έρημη χώρα.

TΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ

Με τη συνθήκη της Δαρδάνου σε ισχύ, το βασίλειο επανήλθε στα σύνορα που είχε πριν τον πόλεμο. Ένα βασίλειο που ουσιαστικά ήταν μία ομοσπονδία μικρών κρατιδίων που την αποτελούσαν διαφορετικοί λαοί, με διαφορετική ιστορία και παραδόσεις. Όμως, χωρίς αμφιβολία, ο Ελληνικός πολιτισμός κυριαρχούσε στο βασίλειο σε όλες του τις εκφάνσεις. Από την κεντρική διοίκηση και λειτουργία του κράτους μέχρι τις καθημερινές συνήθειες και πρακτικές. Αυτό αποτελούνταν από τρία τμήματα:

Α) Κυρίως Πόντος: Τον αποτελούσε η παραθαλάσσια λωρίδα από τις εκβολές του Άλυος ποταμού στα δυτικά ως τον Φάση ποταμό στα ανατολικά, και από τα παράλια του Πόντου στα βόρεια ως τη Μεγάλη Καππαδοκία στα νότια. Εκτός από τις πολυάριθμες Ελληνικές πόλεις στην περιοχή κατοικούσαν και διάφορα άλλα, συνήθως μικρά φύλα, που σχημάτιζαν το πολυεθνικό μωσαϊκό του κράτους, τα οποία, ως επί των πλείστων, ζούσαν στις ορεινές περιοχές και στις παρυφές του βασιλείου. Τα κυριώτερα από αυτά τα φύλα ήταν οι Βέχειροι, οι Βύζηρες, οι Δρίλες, οι Εκεχειριείς, οι Κερκίτες, οι Κίσσιοι, οι Κόλχοι ή Λαζοί, οι Λευκόσυροι, οι Μάκρωνες, οι Μοσύνοικοι, οι Σάσπειρες, οι Σκυθιvoi, οι Ταόχοι, οι Τιβαρηνοί, οι Φασιανοί και οι Χάλυβες.

1. Βέχειροι ή Βέχειρες: Κατοικούσαν στην περιοχή νότια του Ριζαίου.
2. Βύζηρες: Κατοικούσαν στην περιοχή ανατολικότερα των Βεχείρων, μεταξύ αυτών και των Κόχλων. Λέγονταν και Επτακωμήτες, επειδή κατοικούσαν σε επτά κώμες.
3. Δρίλες: Πολεμικός λαός που κατοικούσε στα ορεινά μέρη νοτιοδυτικά της Τραπεζούντας. Ζούσαν σε μικρά σχετικά χωριά, σε δυσκολοδιάβατες πλαγιές και έδρα τους θεωρούνταν το χωριό Ταρακτζή, το οποίο βρισκόταν στις πλαγιές του όρους Βαβερά. Σύμφωνά με τον Αρριανό, οι Δρίλες είναι οι σύγχρονοί του Σάννοι.
4. Εκεχειριείς: Κατοικούσαν στο χώρο μεταξύ των Βεχείρων και Βυζήρων.
5. Κερκίτες: Κατοικούσαν στη νοτιότερη των Σκυθινών περιοχή. Στα χρόνια του Στράβωνα λέγονταν Ασπαΐτες.
6. Κίσσιοι: Κατοικούσαν μεταξύ του ποταμού Πρύτανη και των εκβολών του Κίσσα.
7. Κόλχοι ή Λαζοί: Είναι η κυρίαρχη πολεμική ομάδα στην Κολχίδα. Ο Ηρόδοτος και ο Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρουν ότι οι Κόλχοι είναι ένα τμήμα του στρατού του Αιγυπτίου Φαραώ Σέσωστρι Α’, που είχε κατακτήσει όλη τη Μέση Ανατολή και είχε φτάσει ως τα όρια της Κολχίδος.
8. Λευκόσυροι: Είναι πολεμική ομάδα που είχε κυριαρχήσει στην Καππαδοκία. Ένα τμήμα της προωθήθηκε στον Πόντο, στις δυτικές περιοχές, μεταξύ του Άλυος και του Ίριδος ποταμού.
9. Μάκρωνες ή Μακροκέφαλοι: Κατοικούσαν στα μέρη νοτιοανατολικά της Τραπεζούντας, στις πλαγιές του όρους Παρυάδρη.
10. Μοσύνοικοι: Κατοικούσαν πάνω από την Κερασούντα μέχρι και την Τρίπολη. Το όνομα τους προέρχεται από τα ξύλινα πυργοειδή σπίτια όπου κατοικούσαν και τα οποία λέγονταν μόσυνοι.
11. Σάσπειρες: Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο κατοικούσαν στη χώρα μεταξύ των Κόλχων και των Μήδων. Η χώρα τους λεγόταν Σασπειρίτιδα ή Υσπιρίτιδα.
12. Σκυθινοί: Κατοικούσαν στις πλαγιές του όρους Σκυδίσκου.
13. Ταόχοι: Κατοικούσαν στην περιοχή νοτιοανατολικά των Κερκιτών, κοντά στον ποταμό Άκαμψη και στην περιοχή του Όλτι, ανάμεσα στους Καρδούχους και τους Χαλδαίους.
14. Τιβαρηνοί ή Τιβαράνοι ή Τίβρανοι: Κατοικούσαν σε εδάφη ανατολικά του Ίριδος ποταμού και του κόλπου της Αμισού μέχρι τα Κοτύωρα και νοτίως έφταναν ως την κεντρική Μικρά Ασία.
15. Φασιανοί: Κατοικούσαν στο εσωτερικό του Ανατολικού Πόντου, κοντά στο Φάση ποταμό και στην περιοχή του σημερινού Καρς και Ερζερούμ.
16. Χάλυβες ή Χάλυβοι: Αρχικά κατοικούσαν μεταξύ των Κοτυώρων και της Κερασούντος, αλλά αργότερα επεκτάθηκαν προς τα δυτικά των Κοτυώρων ως την Οινόη, στην πλούσια σε μεταλλεύματα χώρα των Τιβαρηνών, και νότια επεκτάθηκαν ως τη Μικρή Αρμενία.

Στον κυρίως Πόντο, ο Μιθριδάτης προσέθεσε μεγάλο τμήμα τις Παφλαγονίας ως την πόλη Άμαστρι και για μεγάλο χρονικό διάστημα επέκτεινε τα σύνορα του ως τα όρια της Ηράκλειας της Ποντικής. Στα ανατολικά προσάρτησε τη Μικρή Αρμενία.

Β) Κολχίδα: Ο Μιθριδάτης τη μετέτρεψε σε επαρχία και όχι σε αυτόνομο κράτος. Είχε τους δικούς του αυτόνομους ηγεμόνες που αναγνώριζαν τον Μιθριδάτη. Η Κολχίδα κλεινόταν από τα δυσκολοπάτητα βουνά του Καυκάσου και του Παρυάδρη, όπου ζούσαν λαοί σε πρωτόγονη κατάσταση και οι οποίοι ποτέ δεν υποτάχτηκαν. Στις ανατολικές και βορειοανατολικές ακτές του Πόντου υπήρχαν ήδη από παλαιότερα Ελληνικές πόλεις που είχαν οχυρωθεί, όπως η Πιτυούσα και η Διοσκουριάδα.

Γ) Κιμμέριος Βόσπορος: Η γνωστή Κριμαία, η οποία αποτελούσε ουσιαστικά αυτόνομο κράτος. Ο Μιθριδάτης κυβερνούσε τις περιοχές αυτές με αντιβασιλέα. Στον Κιμμέριο Βόσπορο οι Ελληνικές πόλεις με το δημοκρατικό πολίτευμα τους δεν μπόρεσαν να εξελληνίσουν τους βαρβαρικούς λαούς που τις περιέβαλλαν, παρόλο που ο Ελληνικός πολιτισμός έγινε στοιχείο ζωής των τοπικών φυλών, ιδιαίτερα των Σκυθών. Τα διάφορα φύλα είχαν τη δική τους αυτόνομη διοίκηση, με τους τοπικούς βασιλιάδες τους, τους αρχηγούς τους κλπ. Πολλές φορές οι τοπικοί βασιλιάδες (αρχηγοί των φύλων) έρχονταν σε σύγκρουση με τον αντιβασιλέα ή τους αντιπροσώπους του και εξεγείρονταν. Οι Ελληνικές πόλεις έμεναν πάντα πιστές στον Μιθριδάτη. Γι’ αυτό το λόγο ο Μιθριδάτης έπρεπε πάντα να έχει έτοιμες τις δυνάμεις που θα κατέστειλαν αυτές τις εξεγέρσεις.

Τα ίδια συνέβαιναν και στην Κολχίδα, όπου το Ελληνικό στοιχείο δεν ήταν τόσο δυνατό, όπως στον Πόντο και στην Κριμαία. Εδώ τα βαρβαρικά φύλα ήταν ακόμα πιο άγρια, και δύσκολα υποτάσσονταν. Όμως, και τα δύο αυτά τμήματα του βασιλείου του Μιθριδάτη ήταν ζωτικής σημασίας για την εξουσία του και προπάντων για τα σχέδια που ετοίμαζε εναντίον της Ρώμης. Ήταν πλούσιες παραγωγικά περιοχές, όχι μόνο σε γεωργικά προϊόντα αλλά και σε ορυκτό πλούτο, ενώ ταυτόχρονα εξασφάλιζαν και στρατεύσιμους. Οι μισθοφόροι του Μιθριδάτη αντλούνταν απ’ αυτά τα φύλα και από τα αντίστοιχα φύλα στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Ο πληθυσμός του Κιμμερίου Βοσπόρου αποτελούνταν από Ταυρίους, οι Σκύθες ήταν στην Κριμαία και οι Μαιώτες προς το Ασιατικό μέρος. Φυσικά υπήρχαν και οι Έλληνες των αποικιών. Τα φύλα αυτά διέφεραν μεταξύ τους, και στην καταγωγή και στον τρόπο ζωής.

Την εποχή της κατάκτησης του Μιθριδάτη οι Ταύριοι ήταν πειρατές και άγριοι ληστές. Ήταν ο τρόμος των Ελληνικών αποικιών. Οι Σκύθες της Κριμαίας είχαν εγκαταλείψει το νομαδικό βίο και είχαν συγκροτήσει μόνιμες εγκαταστάσεις. Με το όνομα Μαιώτες αποκαλείται μια σειρά από διαφορετικά φύλα. Τα βορειότερα από τα φύλα αυτά ζούσαν ακόμα από το ψάρεμα. Τα νοτιότερα από τα φύλα αυτά είχαν εκπολιτιστεί από τις Ελληνικές αποικίες. Άλλα φύλα, για τα οποία δεν γνωρίζουμε τίποτα συγκεκριμένο, είναι οι Σινδοί, οι Δανδάριοι, οι Τορεάτες, οι Άγροι, οι Αρρηχοί, οι Τάρπητες, οι Οβιδιακηνοί, οι Σιτακινοί, οι Ασπουργιανοί κ.ά. Όλα ζούσαν σε πρωτόγονη κατάσταση. Η κατάκτηση της περιοχής από τον Μιθριδάτη έσωσε τον Ελληνικό πολιτισμό που κινδύνευε να καταστραφεί από τις επιθέσεις των βαρβάρων και βοήθησε στον εκπολιτισμό τους.

Ο Μιθριδάτης απέκτησε πολύ μεγάλη οικονομική δύναμη. Εκτός από τα δημητριακά και τα ψάρια, ο πιο μεγάλος πλούτος του Πόντου ήταν τα μέταλλα του. Στο όρος Παρυάδρης υπήρχε άφθονος άργυρος, χαλκός και σίδηρος. Ο άργυρος βρισκόταν στη μορφή αργυρούχου μολύβδου και εξορυσσόταν από τα πανάρχαια χρόνια, έτσι που την εποχή αυτή ήταν σχεδόν εξαντλημένος. Αντίθετα, τα μεταλλεία χαλκού στα Κάβειρα και τα μεταλλεία σιδήρου στη Φαρνάκεια ήταν πάντα πλούσια.

Ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα του Μιθριδάτη ήταν ότι κατάφερε και έμαθε όλες τις γλώσσες και διαλέκτους που μιλούσαν οι λαοί του βασιλείου του. Έτσι πλέον, χωρίς μεταφραστή, μπορούσε να επικοινωνεί ο ίδιος στη γλώσσα τους, κάτι που τον διευκόλυνε πάρα πολύ έτσι ώστε να μπορεί να έχει άμεση αντίληψη για όλα τα θέματα που απασχολούσαν το βασίλειο του. Ο Μιθριδάτης αποτέλεσε ένα μοναδικό παράδειγμα πολυγλωσσίας. Γι’ αυτό το λόγο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως πρόδρομος των διερμηνέων. Ο μεγάλος Ρωμαίος ρήτορας και ρητοδιδάσκαλος Μάρκος Φάβιος Κοϊντιλιανός (Marcus Fabius Quintilianus) για τη γλωσσομάθειά του αυτή θα τον παρουσιάσει ως παράδειγμα φυσικής ευφυΐας και μελετηρότητας!

Β΄ ΜΙΘΡΙΔΑΤΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ (83 π.Χ. - 81 π.Χ.)

Με την επιστροφή του στον Πόντο, ο Μιθριδάτης αντιμετώπισε πόλεμο τόσο στον Κιμμέριο Βόσπορο όσο και στην Κολχίδα, εξαιτίας του ξεσηκωμού των φυλών που κατοικούσαν κοντά στις περιοχές αυτές. Εναντίον του Κιμμερίου Βοσπόρου ετοίμασε γρήγορα ισχυρό στόλο και συγκέντρωσε μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις. Οι Ρωμαίοι, οι οποίοι παρακολουθούσαν τις κινήσεις του Μιθριδάτη, υποψιάστηκαν ότι οι προετοιμασίες γίνονται για πόλεμο εναντίον τους. Την ίδια περίοδο ο Μιθριδάτης υποψιάστηκε ότι ο στρατηγός του, ο Αρχέλαος, είχε μυστικές επαφές με τον Σύλλα. Ο Αρχέλαος, που έμαθε ότι έπεσε στη δυσμένεια του Μιθριδάτη, φοβήθηκε και βρήκε καταφύγιο στον Ρωμαίο στρατηγό Μουρήνα. Ο φιλόδοξος Μουρήνας επεδίωκε τον πόλεμο με τον Μιθριδάτη για να δοξαστεί και να κάνει θρίαμβο στη Ρώμη. Ο Αρχέλαος αναφέρει στον Μουρήνα ότι ο Μιθριδάτης προετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον του και τον πείθει να προλάβει τον Μιθριδάτη και να χτυπήσει αυτός πρώτος.

Έτσι, ενώ ο Μιθριδάτης είχε αρχίσει τον πόλεμο στον Κιμμέριο Βόσπορο, ο Μουρήνας το 83 π.Χ. εισβάλει στην περιοχή του Πόντου και καταλαμβάνει τα Κόμανα, την ιερή πόλη με το πιο σεβαστό ιερό για όλους τους λαούς της περιοχής, αλλά και για τον ίδιο τον Μιθριδάτη. Ο Μιθριδάτης εξοργισμένος έστειλε πρεσβεία και διαμαρτυρήθηκε ότι παραβίασε τη συνθήκη. Ο Μουρήνας τους απάντησε ότι δεν υφίσταται καμία συνθήκη. Ο Σύλλας είχε δεχθεί απλά τις προτάσεις του Μιθριδάτη, αλλά δεν τις υπέγραψε. Έτσι λοιπόν ο Μουρήνας συνέχισε την εισβολή, λεηλάτησε την περιοχή και ύστερα αποσύρθηκε στην Καππαδοκία για να αναδιοργανωθεί. Ο Μιθριδάτης τότε έστειλε πρεσβεία στη Ρώμη, για να παραπονεθεί τόσο στη Σύγκλητο όσο και στον ίδιο τον Σύλλα για την καταπάτηση των συμφωνιών από τον Μουρήνα. Ταυτόχρονα ξεκίνησε τις προετοιμασίες για να αντιμετωπίσει τους Ρωμαίους. Αυτή τη φορά με μεγάλη σύνεση και προσοχή αποφεύγοντας τα λάθη του παρελθόντος που του στοίχησαν την ήττα. Εν τω μεταξύ ο Μουρήνας, αδιαφορώντας για τις κινήσεις του Μιθριδάτη, την άνοιξη του 82 π.Χ. πέρασε τον Άλυ ποταμό λεηλατώντας περίπου τετρακόσια χωριά.

Η Σύγκλητος τελικά απέρριψε την προσφυγή του Μιθριδάτη. Αυτός τότε θεώρησε ότι οι Ρωμαίοι του έχουν κηρύξει ανοιχτά τον πόλεμο και έδωσε διαταγή στον πιστό στρατηγό του Γόρδιο να ξεκινήσει την επίθεση. Ο Γόρδιος προχώρησε και πήρε τελικά θέση απέναντι στον Μουρήνα, στην αντίπερα όχθη του Άλυος ποταμού. Δεν άρχισε όμως τη μάχη και περίμενε τον Μιθριδάτη, ο οποίος έφτασε με πολύ στρατό. Οι δυνάμεις του Μιθριδάτη σάρωσαν κυριολεκτικά τον Μουρήνα, ο οποίος αποσύρθηκε σε οχυρό λόφο και από εκεί προέβαλε αντίσταση. Αφού όμως έχασε πολλούς άντρες, αποσύρθηκε στην ορεινή Φρυγία μέσα από ένα στενό μονοπάτι, στο οποίο είχε και πάλι πολλές απώλειες.

Η εντυπωσιακή νίκη του Μιθριδάτη προκάλεσε τεράστιο αντίκτυπο και πολλές πόλεις πέρασαν και πάλι στο πλευρό του. Ο Μιθριδάτης έδιωξε τις Ρωμαϊκές φρουρές από την Καππαδοκία και κατέλαβε ένα μέρος της. Με τη μεσολάβηση του Σύλλα αποκαθίσταται η ειρήνη. Ο Μιθριδάτης συμφιλιώνεται με το βασιλιά της Καππαδοκίας Αριοβαρζάνη και τον αρραβωνιάζει με μία κόρη του. Επίσης, διατηρεί στην κυριαρχία του το τμήμα της Καππαδοκίας που είχαν καταλάβει οι δυνάμεις του. Με τον τρόπο αυτό έληξε υπέρ του Μιθριδάτη ο Β΄ Μιθριδατικός πόλεμος.

ΜΕΤΑΞΥ Β΄ ΚΑΙ Γ΄ ΜΙΘΡΙΔΑΤΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Ο Μιθριδάτης, απαλλαγμένος πλέον από την πίεση των Ρωμαίων, συγκέντρωσε ισχυρό στρατό και στράφηκε προς τον Κιμμέριο Βόσπορο. Τελικά κατάφερε και υπέταξε τα εξεγερμένα φύλα, και το 80 π.Χ. τοποθέτησε τον γιο του Μαχάρη αντιβασιλέα του Κιμμερίου Βοσπόρου. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου οι Ρωμαίοι ξεκίνησαν τις προετοιμασίες για να επιτεθούν στον Μιθριδάτη. Το ίδιο έκανε και ο Μιθριδάτης. Όμως η κατάσταση στη Ρώμη έχει αλλάξει, κάτι που δεν επέτρεψε στους Ρωμαίους να πραγματοποιήσουν τα σχέδια τους. Το 78 π.Χ. πέθανε ο Σύλλας. Οι δημοκρατικοί κινήθηκαν για να ανατρέψουν το ολιγαρχικό καθεστώς του Σύλλα. Ένας νέος κύκλος εμφυλίου πολέμου ξεκίνησε στη Ρώμη. Κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου αναδείχτηκε ο νέος ηγέτης της δημοκρατικής παράταξης. ο Κόϊντος Σερτώριος (Quintus Sertorius).

Ο Σερτώριος εγκαθίσταται στην Ισπανία όπου συγκρότησε Σύγκλητο αποτελούμενη από τριακόσια μέλη. Γύρω του συγκεντρώθηκε ολόκληρη η δημοκρατική παράταξη. Όμως ο πόλεμος με τη Ρώμη δεν πήγαινε καλά. Έτσι αναγκάστηκε να συνάψει συμφωνία με τον Μιθριδάτη. Το 76 π.Χ. στέλνει αντιπροσωπεία και του προτείνει συμμαχία. Ο Μιθριδάτης δέχτηκε και έστειλε πρεσβεία με συγκεκριμένες προτάσεις συνεργασίας. Με βάση αυτές τις προτάσεις του υποσχόταν ότι θα του εξασφαλίσει χρήματα και πλοία για τον πόλεμο με αντάλλαγμα να τον αναγνωρίσει κυρίαρχο της Ασίας. Ο Σερτώριος παρουσίασε στη Σύγκλητο τις προτάσεις του Μιθριδάτη. Η Σύγκλητος δέχτηκε τις προτάσεις του Μιθριδάτη και πρότεινε στο Σερτώριο να αναγνωρίσουν την κυριαρχία του στην Ασία. Ο Σερτώριος δεν δέχτηκε, λέγοντας ότι με κανένα τρόπο δεν μπορεί να παραδώσει στον Μιθριδάτη αυτά που με τόσο κόπο η Ρώμη είχε κατακτήσει.

Ύστερα από αμοιβαίες υποχωρήσεις ο Μιθριδάτης και ο Σερτώριος κατέληξαν σε συμφωνία, η οποία προέβλεπε ότι ο Μιθριδάτης θα καταλάμβανε τη Βιθυνία και την Καππαδοκία. Ο Σερτώριος θα του έστελνε στρατό και ο Μιθριδάτης θα του έδινε τρεις χιλιάδες τάλαντα και σαράντα τριήρεις. Ο Μιθριδάτης ενισχυμένος από το στρατό που του έστειλε ο Σερτώριος καταλαμβάνει τη Βιθυνία και την Καππαδοκία. Την ίδια περίοδο, εξαιτίας της φιλικής τακτικής που κρατούσε ο Σερτώριος έναντι των Ισπανών, δημιουργήθηκε έντονη δυσαρέσκεια σε μερίδα αξιωματικών του. Το γεγονός αυτό οδήγησε στην έντονη αμφισβήτησή του. Τελικά κάποιοι αξιωματικοί του, κατά τη διάρκεια ενός συμποσίου, τον δολοφόνησαν. Με το θάνατο του Σερτώριου η κατάσταση στη Μικρά Ασία επανήλθε στο προηγούμενο status quo.

Γ΄ ΜΙΘΡΙΔΑΤΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ (74 π.Χ. - 63 π.Χ.)

Περί τα τέλη του 74 π.Χ. πέθανε ο Νικομήδης Δ΄. Με τη διαθήκη του κληροδότησε το βασίλειο του στο Ρωμαϊκό λαό. Όμως η διαθήκη του δεν ήταν νόμιμη γιατί είχε και γυναίκα ζωντανή και δυο παιδιά: μια κόρη, τη Νύσα, και ένα γιο, τον Νικομήδη. Ανεξάρτητα από τη νομιμότητα ή μη της διαθήκης η Ρώμη έσπευσε να προσαρτήσει τη Βιθυνία. Η προσάρτηση έγινε από τον κυβερνήτη της επαρχίας της Ασίας Μάρκο Ιούνιο (Marcus Junius). Η προσάρτηση της Βιθυνίας στη Ρώμη ουσιαστικά σήμαινε την κήρυξη πολέμου κατά του Μιθριδάτη. Η Ρώμη γινόταν γείτονας του Μιθριδάτη και ο Ρωμαϊκός στόλος μπορούσε να μπαίνει στον Εύξεινο Πόντο. Αν ο Μιθριδάτης δεχόταν αυτή την κατάσταση θα βρισκόταν σε πολύ δύσκολη θέση.

Οι Ρωμαίοι ήδη ετοιμάζουν στρατό και με επικεφαλής τον Λούκιο Λικίνιο Λούκουλλο (Lucius Licinius Lucullus) ξεκινούν για τη Μικρά Ασία. Ο Μιθριδάτης με τη σειρά του προχωράει προς τη Βιθυνία και αντιμετωπίζει το Ρωμαϊκό στρατό στη Χαλκηδόνα. Ταυτόχρονα, είχε στείλει το στρατηγό του Διόφαντο του Μιθάρου να καταλάβει την Καππαδοκία και να εμποδίσει με αυτό τον τρόπο τις δυνάμεις των Ρωμαίων που ήταν στην Κιλικία να κατευθυνθούν προς τη Βιθυνία. Ο Μιθριδάτης πετυχαίνει μεγάλη νίκη και καταλαμβάνει τη Βιθυνία. Παράλληλα, ο Ρωμαϊκός στόλος ηττάται από το στόλο του Μιθριδάτη.

Εν τω μεταξύ ο Λούκουλλος, με μεγάλες δυνάμεις, φτάνει το 73 π.Χ. στη Μικρά Ασία. Αντιμετωπίζει τον Μιθριδάτη και πετυχαίνει αλλεπάλληλες νίκες. Ο Μιθριδάτης αναγκάζεται να υποχωρήσει και το 71 π.Χ. καταφεύγει στο σύμμαχο και γαμπρό του, βασιλιά της Αρμενίας, Τιγράνη (παντρεύτηκε την κόρη του Μιθριδάτη Κλεοπάτρα). Παρά τις δύο νικηφόρες μάχες του Λούκουλλου στα Τιγρανοκέρατα (69 π.Χ.) και στην Αρτάξατα (68 π.Χ.), η Ρωμαϊκή σύγκλητος το 67 π.Χ. τον ανακάλεσε στη Ρώμη γιατί προκλήθηκε ανταρσία στο στράτευμα. Ο Τιγράνης επωφελείται από τη σύγχυση των Ρωμαίων και ανακτά τα εδάφη του. Παράλληλα, ο Μιθριδάτης επαναφέρει στην κυριαρχία του τις πόλεις και τις περιοχές του βασιλείου του. Μετά την αναχώρηση του Λούκουλλου το 66 π.Χ., τη διοίκηση των Ρωμαϊκών στρατευμάτων αναλαμβάνει ο Γνάϊος Πομπήιος Μάγνος, (Gnaeus Pompeius Magnus). Ο Τιγράνης, εγκαταλείπει τον Μιθριδάτη και συνθηκολογεί με τους Ρωμαίους. Ο βασιλιάς των Πάρθων, Φραόρτης, συμμαχεί με τους Ρωμαίους και προσφέρει σημαντική βοήθεια στον Πομπήιο. Ο Μιθριδάτης υποχωρεί στο εσωτερικό του Πόντου, όπου τον πολιορκεί ο Πομπήιος. Τελικά καταφέρνει να διαφύγει και καταφεύγει στο Παντικάπαιο της Ταυρικής Χερσονήσου.

Το 65 π.Χ. ο Μιθριδάτης στέλνει πρεσβεία για να διαπραγματευτεί με τον Πομπήιο. Ο Πομπήιος απορρίπτει τις προτάσεις του. Ο Μιθριδάτης, παρά τη δεινή θέση στην οποία περιέρχεται, δεν εγκαταλείπει την προσπάθεια και ετοιμάζει νέο στρατό. Σχεδιάζει να έρθει σε επαφή με τους Κέλτες και να εισβάλει στην Ιταλία δια μέσω του Δούναβη. Όμως ο γιος του, Φαρνάκης Β΄, το 64 - 63 π.Χ. στασιάζει και υποκινεί τα στρατεύματα του πατέρα του σε ανταρσία, τα οποία τον ανακηρύσσουν βασιλιά. Απελπισμένος ο Μιθριδάτης στέλνει απεσταλμένους στον Φαρνάκη να του ζητήσει να τον αφήσει να φύγει. Κανένας από τους απεσταλμένους του δεν γύρισε πίσω. Ο Μιθριδάτης, έντρομος πια, φοβήθηκε μήπως τον παραδώσουν στους Ρωμαίους. Και τότε έβγαλε το δηλητήριο που φύλαγε στη θήκη του ξίφους του και το διέλυσε στο νερό. Ύστερα άρχισε να κινείται γρήγορα για να ενεργήσει πιο αποτελεσματικά. Όμως δεν έκανε τίποτα. Το δηλητήριο δεν τον έπιανε. Ο Αππιανός αναφέρει ότι τότε είδε τυχαία μπροστά του έναν στρατιώτη του, τον Βίτοιτο, και τον παρακάλεσε να τον σκοτώσει. Αυτός συγκινημένος από τα λόγια του Μιθριδάτη έβγαλε το σπαθί του και τον σκότωσε.

Ο Πομπήιος έμαθε το θάνατο του Μιθριδάτη όταν βρισκόταν κοντά στην Πέτρα, την πρωτεύουσα των Ναβαταίων. Τα στρατεύματα του ζητωκραύγασαν από χαρά και άρχισαν τα γλέντια. Στη Ρώμη, όταν έμαθαν το θάνατο του Μιθριδάτη πανηγύρισαν. Ο Πομπήιος θαύμασε το μεγαλείο του και τίμησε το νεκρό βασιλιά. Κατέβαλε τα έξοδα της κηδείας του Μιθριδάτη και έδωσε εντολή στους ανθρώπους του να τον θάψουν με βασιλικές τιμές στους βασιλικούς τάφους της Σινώπης. Ο Φαρνάκης ζήτησε από τον Πομπήιο να του ορίσει αν θα έμενε βασιλιάς του Πόντου, όπως ο πατέρας του, ή μόνο του Κιμμερίου Βοσπόρου. Ο Πομπήιος άφησε τον Φαρνάκη βασιλιά του Κιμμερίου Βόσπορου εκτός από τη Φαναγόρεια, την οποία όρισε ελεύθερη πόλη, επειδή πρώτη στασίασε και παρέσυρε όλους στην εξέγερση κατά του Μιθριδάτη. Έτσι πέθανε ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ ο Διόνυσος και Ευπάτορας, το 63 π.Χ. ύστερα από σαράντα εννέα χρόνια βασιλείας στο Ποντιακό Βασίλειο.

ΜΙΘΡΙΔΑΤΙΣΜΟΣ

Μιθριδατισμός αποκαλείται η πρακτική της αυτοπροστασίας από τη δράση ενός δηλητηρίου μέσω της σταδιακής αυτοχορήγησης σε μη θανατηφόρες δόσεις. Αν δηλαδή ένας άνθρωπος παίρνει συχνά για μεγάλο χρονικό διάστημα μικρές δόσεις δηλητηρίου, τότε ο οργανισμός του μπορεί να τις συνηθίσει και μπορεί να δεχτεί μελλοντικά ακόμη πιο μεγάλες ποσότητες χωρίς να πάθει κακό. Ο όρος προέρχεται από τον Μιθριδάτη ΣΤ΄ τον Ευπάτωρα και Διόνυσο, βασιλιά του Πόντου, ο οποίος εξαιτίας του μεγάλου φόβου του μήπως τον δηλητηριάσουν χορηγούσε στον εαυτό του βαθμιαία αυξανόμενες μη θανατηφόρες δόσεις δηλητηρίου, ώστε να αναπτύξει τελικά ανοσία. Ο Μιθριδάτης, μετά την ήττα του από τον Πομπήιο, αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει χρησιμοποιώντας δηλητήριο αλλά απέτυχε λόγω της ανοσίας που είχε αναπτύξει. Τελικά κατέφυγε σε έναν στρατιώτη του, ο οποίος τον διαπέρασε με σπαθί.

Γενικά, δεν υφίσταται κάποιος πρακτικός λόγος, κάποιο πλεονέκτημα ή το παραμικρό όφελος για τη διενέργεια μιθριδατισμού εκτός για επαγγελματικούς ή παρόμοιους λόγους, όπως για παράδειγμα από υπαλλήλους ζωολογικών κήπων, ερευνητές και καλλιτέχνες του τσίρκου οι οποίοι έρχονται σε στενή επαφή με δηλητηριώδη ζώα. Ο μιθριδατισμός δοκιμάστηκε με επιτυχία στην Αυστραλία και τη Βραζιλία καθώς επιτεύχθηκε πλήρης ανοσία ακόμη και σε πολλαπλά τσιμπήματα από δηλητηριώδεις κόμπρες και οχιές. Ο Μπιλ Χάαστ (Bill Haast) αυτοανοσοποιήθηκε με επιτυχία στο δηλητήριο διαφόρων ειδών δηλητηριωδών φιδιών.

Ο όρος χρησιμοποιείται και μεταφορικά για να περιγράψει τη σταδιακή εξοικείωση και αποδοχή πραγμάτων που προηγουμένως θεωρούνταν ιδιαίτερα επικίνδυνα. Δηλαδή ο άνθρωπος μπορεί να δέχεται ως φυσιολογική, κάθε παρανομία και κάθε ανήθικη πράξη, χωρίς να αντιδρά. Με άλλα λόγια, όχι ο οργανισμός του, αλλά η συνείδησή του έχει πάθει πλήρη ανοσία και τίποτα δεν τον εντυπωσιάζει από όσα παρατηρεί στην κοινωνία. Τα πάντα τα έχει αποδεχτεί και συνηθίσει.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ υπήρξε μία από τις επιφανέστερες προσωπικότητες του Ελληνιστικού κόσμου. Γεννήθηκε σε μία περίοδο όπου ο Ελληνισμός διαλυόταν από την εσωτερική διαπάλη των συστατικών του στοιχείων. Μεγάλωσε σύμφωνα με τα Ελληνιστικά πρότυπα και έτσι απέκτησε Ελληνική παιδεία. Ανδρώθηκε στα δυσπρόσιτα βουνά του Πόντου όπου κατέφυγε για να γλυτώσει τη ζωή του. Από την τρυφερή ηλικία των δεκατριών ετών και για επτά ολόκληρα χρόνια ζούσε ολομόναχος στο βουνό και κοιμόταν στην ύπαιθρο. Τρεφόταν με φρούτα και φυτά και σκοτώνοντας τα άγρια ζώα είτε με το τόξο του είτε με τα δυνατά του μπράτσα. Αυτή η ζωή δυνάμωσε πολύ το σώμα του και σκλήρυνε την ψυχή του. Απέκτησε τρομερή αντοχή και ακατάβλητη θέληση. Η δυσπιστία προς τους πάντες έγινε χαρακτηριστικό γνώρισμα της ζωής του. Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες ανδρώθηκε ο μεγάλος βασιλιάς του Πόντου, Μιθριδάτης ΣΤ΄ ο Ευπάτορας και Διόνυσος.

Δίχως αμφιβολία ο Μιθριδάτης υπήρξε μία επιβλητική φυσιογνωμία. Στα πεδία τω μαχών το γιγάντιο ανάστημα του ξεχώριζε και οι αντίπαλοι του τον διέκριναν από πολύ μακριά. Πολλές φορές τραυματίστηκε άλλα η γερή του κράση τον βοηθούσε ώστε να αποκαθίστανται γρήγορα οι πληγές του. Είχε μια ξεχωριστή ομορφιά που έκανε όλους να τον θαυμάζουν. Ήταν ιδιαίτερα έξυπνος και σπάνια έπεφτε έξω στην επιλογή των συνεργατών του. Ήταν ικανότατος ρήτορας και ήξερε να συναρπάζει τα πλήθη, αλλά και όσους συζητούσαν μαζί του. Δούλευε ασταμάτητα και διαχειριζόταν ο ίδιος προσωπικά όλα τα θέματα του βασιλείου. Έμαθε κάθε γλώσσα ή διάλεκτο που μιλούσαν στο κράτος του για να μιλάει ο ίδιος σε όλους στη γλώσσα τους.

Ο συγγραφέας των ‘‘Μιθριδατικών πολέμων’’ Αππιανός σκιαγραφώντας τον χαρακτήρα και την προσωπικότητα του, μεταξύ άλλων, αναφέρει τα εξής: «Είχε γιγάντιο σώμα, όπως φαίνεται από τα όπλα που έστειλε στη Νεμέα και στους Δελφούς. Ήταν τόσο εύρωστος που μπορούσε ως το τέλος της ζωής του να ιππεύει και να ακοντίζει σε απόσταση χιλίων σταδίων την ημέρα αλλάζοντας κατά διαστήματα άλογα. Χρησιμοποιούσε άμαξα στην οποία ήταν ζεμένα δεκαέξι άλογα μαζί. Φρόντιζε την Ελληνική του παιδεία, ασκούσε την Ελληνική λατρεία και αγαπούσε τη μουσική. Ήταν σώφρονας σε πολλά και ακούραστος. Η μόνη του αδυναμία ήταν οι γυναικείες ηδονές».

Ο Μιθριδάτης υπήρξε από τους πιο μορφωμένους ανθρώπους της εποχής του. Έγινε γνώστης της Ελληνικής φιλοσοφίας και σκέψης. Στην αυλή του συγκεντρώνονταν σοφοί από ολόκληρο τον Ελληνιστικό κόσμο. Φιλόσοφοι, ποιητές, ρήτορες, ιστοριογράφοι, καλλιτέχνες, τεχνίτες κ.ά. χρηματοδοτούνταν από το ταμείο του Μιθριδάτη. Ο ίδιος μελέτησε ιδιαίτερα ιατρική, βοτανολογία και τοξικολογία. Παρασκεύαζε ο ίδιος δηλητήρια, ποτίζοντας μάλιστα τον ίδιο του τον εαυτό για να αποκτήσει ανοσία. Στα φρούρια του, όπου φύλαγε τους θησαυρούς του, είχε και μεγάλες ποσότητες δηλητηρίων.

Υπήρχαν πολλοί γιατροί στην αυλή του, που αποτελούσαν σώμα με επικεφαλής αρχίατρο. Από επιγραφή που βρέθηκε στο ιερό των Καβείρων στη Δήλο μαθαίνουμε το όνομα ενός τέτοιου αρχίατρου. Ήταν ο Παπίας, ο γιος του Μηνοφίλου από την Αμισό, ο οποίος ήταν ένας από τους πιο στενούς φίλους του και τον είχε συνοδεύσει στο ταξίδι του στη Μικρά Ασία. Αγαπούσε τη μουσική και τα έργα τέχνης. Πλήρωνε καλλιτέχνες για να κατασκευάζουν τα αφιερώματα του στα διάφορα ιερά. Παράγγελνε δικά του αγάλματα τα οποία έστηνε στα κυριότερα κέντρα του βασιλείου του. Κατασκεύασε ναούς και έκτισε τα ανάκτορα του σε διάφορες πόλεις του βασιλείου του, ενώ ήταν συλλέκτης μικρών καλλιτεχνικών έργων. Περίφημα ήταν τα νομίσματα και τα μετάλλια που έκοβε.

Ο Μιθριδάτης ήταν πολύ θρησκευόμενος και με βαθιές προλήψεις. Υπήρξε προστάτης όλων των θρησκειών που υπήρχαν στο βασίλειο του. Ο ίδιος τιμούσε τη μητρική του, Ελληνική θρησκεία, καθώς και την πατρική του, Περσική θρησκεία του Αχούρα Μάζδα. Έκανε πολλά αφιερώματα στους Δελφούς, στη Νεμέα, στη Δήλο και σε ιερά των Καβείρων, στη λατρεία των οποίων είχε μυηθεί από μικρός. Είχε την αίσθηση των Ελληνιστικών ηγεμόνων της εποχής του, βαθιά διαποτισμένος από το μεγαλείο του Ελληνικού πολιτισμού.

Η δράση και τα κατορθώματα του Μιθριδάτη δημιούργησαν το μύθο του. Ένας μύθος που πέρασε από γενιά σε γενιά και έφτασε μέχρι τα σύγχρονα χρόνια. Έγινε ένας πραγματικός ήρωας των παραμυθιών. Η αίγλη του ονόματος του ενέπνευσε ιστορικούς, ποιητές, συγγραφείς και μουσικούς να γράψουν έργα και να υμνήσουν τα επιτεύγματα του. Μέχρι και σήμερα γράφονται ιστορικές μελέτες, ποιήματα, λογοτεχνικά και ιστορικά μυθιστορήματα, θεατρικά έργα, όπερες και μουσικά έργα με θέμα τη ζωή του.
Μεγάλοι δημιουργοί όπως ο Μότσαρτ, ο Βιβάλντι, ο Ρακίνας κ.ά. έγραψαν έργα με κεντρικό ήρωα τον Μιθριδάτη. Έναν ήρωα που η ιστορία του παραπέμπει κατευθείαν στις τραγωδίες των μεγάλων ποιητών της κλασσικής περιόδου. Ο ήρωας όμως μπορεί να έχασε τον πόλεμο αλλά μένει όρθιος μέχρι το τέλος, αρνούμενος να προσκυνήσει τον εχθρό. Το τέλος του αποτέλεσε μία πραγματική τραγωδία για τον Ελληνικό κόσμο. Η ύστατη ελπίδα που είχε να ενωθεί και να αντιμετωπίσει την επέλαση των Ρωμαίων έσβησε οριστικά.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου