Θεία δ’ ᾿Ηέλιόν τε μέγαν λαμπράν τε Σελήνην
᾿Ηῶ θ’, ἣ πάντεσσιν ἐπιχθονίοισι φαείνει
ἀθανάτοις τε θεοῖσι τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσι,
γείναθ’ ὑποδμηθεῖσ’ ῾Υπερίονος ἐν φιλότητι.
[Ἡσιόδου Θεογονία, 371-374]
Ὁ ὁμηρικὸς ὕμνος περιγράφει τὴν λάμψιν ποὺ ἐκπορεύεται ἐκ τῆς ἀθανάτου κεφαλῆς της, καὶ ποὺ περιελίσσεται εἰς ὅλην τὴν γῆν. "Πολλὰ κοσμήματα πηγάζουν ἀπὸ τὸ λαμπερὸν της φέγγος καὶ ὁ ἀλαμπὴς ἀὴρ ἀστράπτει ἀπὸ τὴν χρυσὴν της κορώνα, αἱ δὲ ἀκτῖνες της φωτίζουσιν τὴν ὕπαιθρον. Κὶ ὅταν τὸ ὡραῖο της σῶμα ἔχει λούσει ἀπὸ Ὠκεανοῦ ἀναδυόμενη καὶ ἐνδυθεῖ τὸ λαμπρὸν της ἔνδυμα, ζεύοντας τοὺς ἀστραφτεροὺς της ἵππους μὲ τοὺς δυνατοὺς λαιμούς, γοργὰ θὰ ὁδηγήσει τοὺς καλλίτριχους ἵππους πρὸς τὴν ἐσπερινὴν πανσέληνον. Κὶ ὅταν ἡ μεγάλη τροχιὰ της πληρωθεῖ, τότε λαμπρόταται γίνονται αἱ ἀκτῖνες της σὰν αὐξηθεῖ, εἰς οὐρανὸν καὶ για τοὺς θνητοὺς τεκμήριον καὶ σημεῖον τίκτουσιν".
Ἄλλαι περιγραφαὶ θέλουσιν τὸ ἅρμα τῆς νὰ σύρεται ἀπὸ βοῦς, καὶ ἡ ἠμισέληνος κορώνα της νὰ συσχετίζεται μὲ τὰ κέρατα τοῦ ταύρου. Ἡ Σελήνη μέγας τροφὸς ἐστὶ κάθε τὶ φυόμενου διὰ τῆς ζωογόνου θείας Δρόσου της (Ἔρσης), ἄλλοτε καλουμένης Πανδείας, ποὺ ἀποκτᾷ ἐκ τῆς μίξεώς της μετὰ τοῦ Διός.
Κατόπιν τῆς δύσεως, ἡ ῥοδοδάκτυλος Σελήνη ὑπερέχει πάντων τῶν ἄστρων καὶ τὸ φῶς της ὁμοῖως ἐξαπλώνεται εἰς τὴν ἀλμυρὴν θάλασσαν καὶ τοὺς πολυάνθιμους ἀγρούς, ἡ δὲ δρόσος ὄμορφα χύνεται κὶ ἀνθίζουσιν τὰ ῥόδα καὶ ὁ τρυφερὸς ἄνθρυσκος καὶ ὁ πολυανθὴς μελίλωτος.
[Σαπφὼ, ἀπόσπ. 96]
Ἡ Σελήνη θεωρεῖται ἐρωτικὴ θεά, ἰδίως ὠς πρὸς τὴν ὀνειρικὴν πλευρά τοῦ Ἔρωτος καὶ τῶν ἐρωτικῶν πόθων, καὶ συχνῶς ἀναφέρεται εἰς ἐρωτικὴν ποίησιν.
εἶχε δὲ τὴν πέτραν ἐκείνην (σεληνόπετρα) ποὺ τοὺς ἄνδρας εἰς πόθον ἕλκει, τὸ φωτεινὸν ὄνομα φέρουσα τῆς ποθοβόλου Σελήνης
[Νόννος, Διονυσιακά, 32, 22]
Εἰς τοὺς μύθους φέρεται ὠς ἀγαπημένη τοῦ Διὸς καὶ τοῦ Πανός. Ἀπὸ τὴν ἐρωτικὴν της μῖξιν μὲ τὸν Δία ἀποκτᾷ τὴν Πανδείαν (παν+θεῖα), κόρην ἐξέχοντος κάλλους μεταξὺ τῶν θεῶν.
Ἡ Πανδεία φέρει τὴν ἰδιότητα τῆς Ἔρσης, τῆς ζωογόνου δρόσου τῆς Σελήνης καὶ πιθανῶς νὰ εἶναι ἡ ἴδια ποὺ προσωνυμείται Νεμέα, ἡ προστάτιδα κόρη τῆς ὁμωνύμου περιοχῆς καὶ πόλεως. Ἡ Σελήνη ἐμφανίζεται καὶ ὠς ἡ τροφὸς τοῦ Λέοντος τῆς Νεμέας.
…λέγουσιν πὼς καὶ ὁ Νεμαῖος λέων ἔπεσε ἀπὸ τὴν Σελήνην. Ἀλλὰ καὶ τὰ ἔπη τοῦ Ἐπιμενίδου ἀναφέρουσιν:
διότι ἐγὼ γένος εἶμαι τῆς καλλικόμου Σελήνης,
ποὺ τρέμοντας ἀπὸ δέος ἀπέσεισε τὸν θηριώδη λέοντα
ἐν Νεμέᾳ, ἀνάγουσα αὐτὸν κατὰ τὸ θέλημα τῆς πότνιας Ἥρης.
[Αιλιανός, Περί ζώων, 12.7]
Εἰς ἀρκαδικὴν παράδοσιν, ὁ Πᾶν φέρεται ὠς ἐραστὴς τῆς Σελήνης, ὁ ὁποῖος τῆς δωρίζει ἀγέλη λευκῶν βοῶν. Ἡ πλέον γνωστὴ ἱστορία εἶναι ἡ περὶ τῶν ἐρώτων της μὲ τὸν Ἐνδυμίωνα. Ὁ Ἐνδυμίων, νέος ἀπαραμίλλου κάλλους, φέρεται ὠς υἱὸς τῆς Καλύκης καὶ τοῦ Ἀεθλίου, υἱοῦ τοῦ Διός. Ὁδήγησε τοὺς Αἰολεὶς τῆς Θεσσαλίας ἐς Ἠλείαν ὅπου καὶ ἐβασίλευσε. Οἱ μῦθοι τὸν περιγράφουσιν ὠς νέον ποιμένα, πάγκαλον, ὃς ἐμπνέει ἔρωτα σφοδρὸν εἰς τὴν Σελήνην. Ἐκείνη μίγεται μαζὶ του καὶ μετὰ ἀπὸ παράκλησιν της ὁ Δίας ὑπόσχεται εἰς Ἐνδυμίωνα τὴν πραγματοποίησιν μιᾶς εὐχῆς του.
Ὁ νέος διαλέγει νὰ μείνει ἀθάνατος καὶ ἀγέραστος διὰ αἰωνίου ὕπνου. Ὁ μῦθος τοποθετείται ἄλλοτε εἰς Πελοπόννησον καὶ ἄλλοτε εἰς τὸ ὄρος Λάτμος τῆς Καρίας περιοχῆς, ἐγγύος τῆς Μιλήτου.
Τὸ ὄρος (Λάτμος) εὑρίσκεται πάνω ἀπὸ τὴν Ἡράκλεια. Σὲ μικρὴν ἀπόστασιν, διαβαίνοντας ποταμίσκον πρὸς Λάτμῳ, δείκνυται τάφος Ἐνδυμίωνος ἔντος σπηλαίου τινός.
[Στράβων, Γεωγραφικά, 14.1.8]
Συμφώνως πρὸς ἔτερην ἐκδοχὴν τοῦ μύθου, ἡ Σελήνη ἐρωτεύεται τὸν Ἐνδυμίωνα τῇ διαρκείᾳ τοῦ ἀγεράστου ὕπνου, δικαίωμα ποὺ τοῦ εἶχε παραχωρηθεῖ ἐκ τοῦ Διός. Ἡ ἐρωτευμένη Σελήνη ἔρχεται τὴν νύκταν, μιγεῖσα ἐν φιλότητι μὲ τὸν νέον, ἀΐδωτη ἀπ' ὅλους, διο καὶ οὐδεὶς ἀρχαῖος ποιητὴς περιγράφει τὴν ἐρωτικὴν πρᾶξιν. Ἐκ τῶν ἐρώτων τῆς Σελήνης καὶ τοῦ Ἐνδυμίωνως γεννῶνται πενήντα κόραι.
Σελήνη καὶ Ψυχή
Ἡ Σελήνη σχετίζεται μὲ τὸν κόσμον τῶν ψυχῶν. Τῆς ἀποδίδεται ἡ συνδετική, ἡ συνεκτικὴ ἰδιότης, ἰδίᾳ ἐννοίᾳ ποὺ ἡ Ψυχή, κατὰ Πλάτωνα, ὁ συνεκτικὸς κρίκος ἐστὶ μεταξὺ τοῦ σώματος καὶ τοῦ νοῦ, τοῦ καθάριου πυρὸς τοῦ προερχόμενου ἐκ τῶν ἀστέρων. Συμφώνως πρὸς τὸν Πλούταρχον, ὁ Ἥλιος προσφέρει τὸ θεῖον πῦρ, ἡ Σελήνη τὴν ψυχὴν καὶ ἡ Γῆ τὸ σῶμα. Μετὰ τὸν θάνατον αἱ ψυχαὶ περιπλανώνται τῇ ὑποσελήνιᾳ περιοχῇ κὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἀνέρχονται εἰς Σελήνην, ὅπου σταδιακῶς ἀποβάλλουσιν τὴν βαρύτερην ὕλην καὶ κεκαθαρμέναι δύνανται νὰ ἐπαναγεννηθοῦν ἢ νὰ διαλυθοῦν ὠς ψυχαὶ καθὼς ὁ νοῦς ἐπιστρέφει εἰς Ἥλιον.
Ἐπὶ τούτου παραθέτουμε τὸ ἀκόλουθον ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸν Πλούταρχο, ὅπου ἀναφέρονται τὰ περὶ Στυγὸς καὶ ἡ σχέση τῆς μὲ τὸν Ἅδην καὶ τὴν Σελήνην, σχετικῶς μὲ τὰς ψυχάς. Ἡ Στὺξ συσχετίζεται καὶ μὲ τὸν κῶνον τῆς σκιᾶς τῆς γῆς· ὅταν δὲ προσπίπτει τῇ Σελήνῃ ἐπιφέροντας ἔκλειψιν, αἱ περιπλανώμεναι ψυχαὶ τοῦ ἐπιχθονίου χώρου ὁδηγούνται πρὸς Ἅδην καὶ δύνανται νὰ ἀνέλθουν ἀπὸ τὸν ὑποσελήνιον χώρον.
Ἐρωτηθεὶς ποία ἡ Στυξ, "ὁδὸς εἰς Ἅδην", ἀπάντησε, "ἔρχεται ἀπὸ ἔναντι καὶ ἡ ἴδια ἡ κορυφὴ της σχίζει στα δύο τὸ φῶς. Ὄπως βλέπεις, καθὼς ἀνεβαίνει ἐκ τοῦ Ἅδου, τὸ σημεῖον τῆς διαδρομῆς της ὅπου ἀγγίζει τὸ φῶς σχηματίζει τὸ ὅριον τῆς ἐσχάτης μερίδας τῶν ὅλων. Τέσσαρες δὲ εἰσὶ αἱ ἀρχαὶ τῶν πάντων, τῆς ζωῆς ἡ πρώτη, τῆς κινήσεως ἡ δεύτερη, τῆς γενέσεως ἡ τρίτη καὶ τῆς φθορᾶς ἡ τελευταία. Τὴν πρώτην συνδέει μὲ τὴν δεύτερην ἡ Μονάς, κατὰ τὸ ἀόρατον, τὴν δεύτερην μὲ τὴν τρίτην ὁ Νοῦς κατὰ τὸν ἥλιον, τὴν τρίτην μὲ τὴν τέταρτην ἡ Φύσις κατὰ τὴν σελήνην. Σὲ κάθε σύνδεσμον κάθεται Μοῖρα κλειδοῦχος, τῆς Ἀνάγκης θυγάτηρ. Ἐπὶ τοῦ πρώτου ἡ Ἄτροπος, ἐπὶ τοῦ δευτέρου ἡ Κλωθώ, καὶ ἐπὶ ἐκείνου τῆς σελήνης ἡ Λάχεσις καὶ γύρω ἀπὸ ἐκείνην (ἵσταται) ἡ καμπὴ τῆς γενέσεως.
Αἱ ἄλλαι νῆσοι κατέχονται ἀπὸ θεούς, ἐνῶ ἡ Σελήνη ὄντας τῶν ἐπιχθονίων δαιμόνων ἀποφεύγει τὴν Στύγα, περνώντας ἐλαφρῶς ἀπὸ πάνω τῆς καὶ πιάνεται ἀπὸ ἐκείνην μόνον μίαν φορὰν ἀνὰ ἑκατὸν ἐβδομήντα ἑπτὰ δεύτερα μέτρα. [177 ἡμέραι ἀποτελοῦσιν 6 σεληνιακοὺς μῆνας, ἐδῶ ἀναφέρονται αἱ σεληνιακαὶ ἐκλείψεις]
Ὅταν ἡ Στὺξ πλησιάζει, αἱ ψυχαὶ βοώσιν ἀπὸ δέος, διότι ὁ Ἅδης ἁρπάζει πολλὰς ποὺ ὀλισθαίνουσιν καὶ ἄλλας ἀνακομίζει ἀπὸ κάτω ἡ Σελήνη, καθὼς τὴν πλησιάζουσιν κολυμπώντας, ὅσων τὸ τέλος τῆς γενέσεως συνέπεσε τὸν κατάλληλον καιρόν. Ἐκτὸς ἀπὸ ὅσας μιαρὰς καὶ ἀκαθάρτους, ταύτας ἡ Σελήνη ἀστράπτουσα καὶ βρυχώμενη φοβερὰ δὲν ἀφήνει νὰ πλησιάσουν, ἀλλὰ θρηνώντας τὴν δικὴν των μοῖρα ἀπογοητευμέναι φέρονται κάτω πάλιν πρὸς ἄλλην γένεσιν, ὠς βλέπεις".
"Μὰ τίποτε δὲν βλέπω", εἶπε ὁ Τίμαρχος, "παρὰ μόνον ἀστέρας πολλοὺς γύρω ἀπὸ τὸ χάσμα παλλόμενους, ἄλλους νὰ βυθίζονται εἰς αὐτὸ κὶ ἄλλους νὰ ἐκτοξεύονται ἀπὸ κάτω".
"Βλέπεις ἑπομένως, τοὺς ἰδίους τοὺς δαίμονας, ἀλλὰ τὸ ἀγνοεῖς. Τὸ πρᾶγμα ἔχει ὠς ἑξῆς:
Πᾶσα ψυχὴ μετέχει τοῦ νοῦ καὶ δὲν εἶναι οὔτε ἄλογος οὔτε ἄνους, ἀλλὰ ὄσο μέρος της μίγεται μὲ τὴν σάρκα καὶ τὰ πάθη ἀλλοιούμενον τρέπεται πρὸς ἡδονὰς καὶ ὀδύνας εἰς τὸ ἄλογον. Κάθε ψυχὴ δέ, δὲν μίγεται μὲ τὸν ἴδιον τρόπον. Ἄλλαι κατεδύθησαν ὅλαι εἰς σῶμα καί, καθὼς ἀναταράσσονται ὁλόκληραι, κλυδωνίζονται ἀπὸ τὰ πάθη κατὰ τὸν βίον. Ἄλλων ἡ κρᾶσις ἐστὶ μερική, ἀφήνοντας ἔξω τὸ καθαρώτατον μέρος των, ποὺ δὲν παρασύρεται ἀλλὰ ἐπιπλέει ἐπάνω καὶ ἀγγίζει τὴν κεφαλὴν τοῦ ἀνθρώπου, ὄπως ἓν ἀντικείμενον, κρεμασμένο ἀπὸ τὴν κορυφήν, ποὺ τὸ κάτω μέρος του βυθιζεται ἐν ὕδατι. Ὀρθούμενη γύρω του ἡ ψυχὴ συγκρατεῖται ὅσον τὸ ὑπακούει καὶ δὲν κυριαρχεῖται ἀπὸ τὰ πάθη. Αὐτὸ λοιπόν, ποὺ κινεῖται ὑποβρύχια ἐν τῷ σώματι λέγεται ψυχή, ἐνὼ ἐκεῖνο ποὺ παραμένει ἐκτὸς φθορὰς οἱ πολλοὶ ἄνθρωποι καλοῦσιν νοῦν, νομίζοντας πως εὑρίσκεται ἐντὸς των, ὄπως ἀκριβὼς ἡ ἀντανάκλασις τῶν ἀντικειμένων φαίνεται ἐντὸς τῶν κατόπτρων. Ἐκεῖνοι ὅμως οἱ ἔχοντες ὀρθὴν ἀντίληψιν θεωροῦσιν πως βρίσκεται ἐκτὸς καὶ δαίμονα τὸ προσαγορεύουσιν.
Εἰς τοὺς ἀστέρας λοιπόν, ποὺ σοῦ φαίνονται πὼς σβήνουν, Τίμαρχε, νὰ γνωρίζεις πὼς βλέπεις τὰς ψυχὰς τὰς καταδυθεῖσας ἐξ ὁλοκλήρου ἐν σώμασι, ἐνὼ σὲ ἐκεῖνα ποὺ σοῦ φαίνονται ἀναλάμποντα καὶ ἀναφαινόμενα ἀπὸ κάτω, τινάζοντας ἀπὸ ἐπάνω των τὴν ἀχλὺν καὶ τὸν ζόφον σὰν νὰ ἦσαν πηλός, τὰς ἐξερχομένας ἐκ τῶν σωμάτων ψυχὰς τὰς ἐπαναπλεούσας μετὰ τὸν θάνατον. Ὄσο για ἐκεῖνα ποὺ κατευθύνονται πρὸς τὰ ἐπάνω εἰσὶν οἱ δαίμονες τῶν ἀνθρώπων, ποὺ λέγεται πὼς ἔχουσιν νοῦν. Δοκίμασε νὰ διακρίνεις τοῦ καθενὸς τὸν σύνδεσμον ποὺ τὸν ἐνώνει ἐν εἴδει συμφύσεως μὲ τὴν ψυχήν".
Ἀκούγοντας αὐτά, ὁ Τίμαρχος κοίταξε μὲ μεγαλύτερη προσοχὴ καὶ εἶδε ὅτι ἀπὸ τοὺς ἀστέρας ἄλλοι σάλευαν λιγότερο καὶ ἄλλοι περισσότερο, ὄπως βλέπουμε νὰ κινοῦνται ἐν τῇ θαλάσσῃ οἱ φελλοί, ποὺ σημαδεύουν τὰ δίχτυα τῶν ἁλιέων: ὁρισμένοι διαγράφουν ἕλικα τεταραγμένην καὶ ἀνώμαλον, ὁμοῖως μὲ τὰ κλωθούμενα ἀδράχτια, μὴ δυνάμενοι νὰ καταστήσουν τὴν κίνησιν των εὐθεῖαν. Ἔμαθε ἐπίσης, πὼς οἱ ἀστέρες ποὺ παρουσίαζαν εὐθεῖαν καὶ εὔτακτον κίνησιν εἴχαν ψυχὰς εὐάγωγας ἐξ αἰτίας τῆς ἀνατροφῆς καὶ τῆς παιδείας των, μὲ ἀποτέλεσμα τὸ ἄλογον μέρος των νὰ μὴν εἶναι ὑπερβολικὰ σκληρὸν καὶ ἄγριον. Ὅσοι πάλι παρέκκλιναν ἐπανειλημμένα καὶ πρὸς τὰ ἐπάνω καὶ πρὸς τὰ κάτω ἀνωμάλως καὶ τεταραγμένως, σπαράζοντας ὡσὰν νὰ ἦσαν δεμένοι, μάχονται μὲ τὰ ἠνία νὰ συγκρατήσουν ψυχὰς δύσπειθας καὶ ἀναγώγους ἐξ αἰτίας τῆς ἀπαιδευσίας. Καὶ ἄλλοτε ἐπικρατώντας, ἔφεραν ταύτας ἐπὶ τοῦ σωστοῦ δρόμου, ἄλλοτε ἐκεῖναι λυγίζοντας ἀπὸ τὰ πάθη, τοὺς συμπαρέσυραν σὲ σφάλματα, ὁπότε κὶ ἐκεῖνοι ἀντιστεκόμενοι ἐπιβαλλόταν διὰ τῆς βίας.
Τὸν σύνδεσμον ποὺ ὡσὰν χαλινὸς ἐστὶ τοποθετημένος τῷ ἀλόγῳ μέρει τῆς ψυχῆς, ὅταν τραβήξει πρὸς τὰ πίσω (ὁ δαίμων) προκαλεῖ τὴν λεγόμενην μεταμέλεια διὰ τὰ σφάλματα καὶ τὴν αἰσχύνην για ὅσας ἡδονὰς εἰσὶ παράνομαι καὶ ἀσυγκράτηται. Αὐτὴ ὁμοιάζει μὲ ὀδυνηρὸν ἐσωτερικὸν κτύπημα τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία εὑρίσκεται ὑπὸ τὸν χαλινὸν τοῦ κυρίαρχου καὶ καθοδηγητικοῦ μέρους, μέχρις ὅτου διὰ τέτοιων καθαρμῶν γίνει πειθήνια καὶ φιλικὴ ὠς πρᾶον θρέμμα καὶ αἰσθάνεται ἐντόνως τὸν δαίμονα μὲ σύμβολα καὶ σημεῖα, δίχως πληγὰς καὶ πόνους.
"Αὖται λοιπὸν ὄψιμα καὶ βραδέως ὁδηγούνται φθάνοντας ἐκεῖ ποὺ πρέπει. Ἀπὸ τὰς εὐάγωγας δὲ ψυχάς, ποὺ εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς καὶ ἅμα τῇ γεννήσῃ των ὑπακούωσιν τὸν δαίμονά των, προέρχεται τὸ μαντικὸν καὶ θεόπνευστον γένος. Μία ἐξ αὐτῶν, ὄπως ἔχεις βέβαια ἀκούσει, καὶ ἡ ψυχὴ τοῦ Ἐρμόδωρου τοῦ Κλαζομενιου, ποὺ ἐγκατέλειπε ὁλόκληρον τὸ σῶμα, νύκτα καὶ ἡμέρα, καὶ ἐπλανᾶτο σὲ πολλοὺς τόπους, ἔπειτα πάλι ἐπέστρεφε, ἔχοντας συναντήσει καὶ παρευρεθεῖ σὲ πολλὰ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἐλέγοντο καὶ ἐγίνοντο μακριά. Μέχρις ὅτου τὸ σῶμα ἀπὸ προδοσία γυναικός, παρέλαβαν οἱ ἐχθροὶ του ἔρημον ψυχῆς καὶ τὸ ἔκαψαν ἐντὸς οἰκίας.
Τοῦτο ἴσως δὲν εἶναι ἀληθὲς διότι δὲν ἔβγαινε ἡ ψυχὴ ἐκ τοῦ σώματος ἀλλὰ ὑπακούοντας τῷ δαίμονι καὶ χαλαρώνοντας τὸν σύνδεσμον, ἔδινε σ' αὐτὸν τὴν δυνατότητα νὰ ταξιδεύσει καὶ νὰ περιπλανηθεῖ, ὥστε βλέποντας καὶ ἀκούοντας πολλὰ ἀπὸ ὅσα γίνονται ἐκτός, νὰ τῆς τὰ ἀναγγέλλει. Ὄσο για ἐκείνους ποὺ ἀφάνισαν τὸ σῶμα του ἐνὼ κοιμόταν, μέχρι καὶ σήμερα τιμωροῦνται τῷ Ταρτάρῳ. Τούτα θὰ τὰ μάθεις καλύτερα τὸν τρίτο μῆνα, νεαρὲ μου," εἶπε ἡ φωνή, "τώρα πήγαινε."
[Πλούταρχος, Περὶ τοῦ Σωκράτους Δαιμονίου]
Εἶναι γνωστὸς ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα ὁ συσχετισμὸς τῆς Σελήνης μὲ τὴν Ἑκάτην καὶ τὴν Ἄρτεμιν. Δὲν πρόκειται ὅμως διὰ τάυτισιν, ὠς συχνῶς ἀναφέρεται ἀλλὰ διὰ φώτισιν διαφορετικῶν πλευρῶν ποὺ δηλοῦσιν ἰδιότητας. Ἡ σχέσις Ἑκάτης καὶ Ἀρτέμιδος εἶναι περίπου ἡ ἑξῆς. Ἡ Ἑκάτη ὠς τρίμορφος (πολύμορφος) καὶ μεγάλη θεά, ἵσταται καὶ εἰς τοὺς τρεῖς κόσμους, ἰδίως δὲ κινεῖται ἐπὶ τῶν μετακοσμίων.
Ὅταν συγκεκριμενοποιεῖται καὶ λαμβάνει καθορισμένην μορφὴν ἐπὶ ἑνὸς κόσμου, δηλώνεται καὶ φαένεται, τὸ δεδηλωμένον δὲ μέρος αὐτῆς καλεῖται Ἄρτεμις. Δηλαδὴ ἡ δεδηλωμένη ἐκπεφρασμένη Ἑκάτη ἐστὶ ἡ Ἄρτεμις. Δὲν ταυτίζονται ἀκριβῶς ἀλλὰ ἡ μία ἀποτελεῖ συγκεκριμένην ἔκφρασιν τῆς ἄλλης, τὰ δὲ ὀνόματά των παραμένουσιν διαφορετικὰ ἀφοῦ ἀναφέρονται καὶ περιγράφουσιν διαφορετικὰς καταστάσεις.
Ὁ συνθετικὸς Λόγος τῆς Θεᾶς, λαμβάνει ἔκφρασιν μέσῳ τῆς Σελήνης, εἰς τὰ περὶ ψυχῆς συστάσεως καὶ κράσεως ἄρα καὶ εἰς τὰ περὶ τῶν εἰδῶν καὶ γενῶν ζῴων καὶ φυτῶν ποὺ γεννῶνται ἐπὶ γῆς, τὰ ὁποῖα καὶ ἡ Θεὰ θρέφει διὰ τῶν ἀπορροιῶν τῆς Σελήνης.
Ὁ ἀστὴρ τῆς Σελήνης ἀποτελεῖ ἐλλόγιμη συμπύκνωσις ποὺ ἀντανακλᾷ τὰς Ἰδέας τῆς Θεᾶς, ὢς ὁ Ἥλιος ὁμοῖως τοῦ Ἀπόλλωνος. Ἡ Θεὰ εἴτε ὠς Ἑκάτη εἴτε διὰ τῆς ἐκπεφρασμένης της μορφῆς, ὢς Ἄρτεμις ἐφορεύει τὸν συνθετικὸν Λόγον εἰς ψυχὰς καὶ εἰς εἴδη ζῴων, ἑπομένως σχετίζεται μὲ τὴν συμπαθητικὴν δύναμιν μεταξὺ τῶν μερῶν τοῦ Κόσμου, τὸν κοσμικὸν μαγνητισμὸν τῶν ὁμοειδῶν (ὁ νόμος τῆς ἐφελκύσεως τοῦ ὁμοίου ἀπὸ τὸ ὅμοιον) ποὺ οἱ παλαιοὶ ἱερεῖς ἀποκάλεσαν Μαγεία καὶ ποὺ ἀποτελεῖ μέρος τῆς Ἱερατικῆς Τέχνης, ὠς ἀναφέρει καὶ ὁ Πρόκλος.
Ἡ Σελήνη συχνὰ προσωνυμεῖται Μήνη ἐκ τῆς ἰδιότητος της νὰ φέρει ἐν ἰδιαίτερον εἶδος μανίας, τοῦ ὁποίου ἡ συχνότερη ἔκφρασις ἐστὶ τὸ μένος. Ἐτοῦτο τὸ ἰδιαίτερον εἶδος μανίας μαγνητίζει τὸν ἄνθρωπον καὶ δύναται νὰ τὸν φέρει σὲ ἐπαφὴ μὲ τὴν ὀνειρικὴν διάστασιν καὶ νὰ ὁδηγήσει τὴν ψυχὴν του σὲ ὁράματα μαντικὰ καὶ φάσματα μυστηριακά. Ἡ λαϊκὴ δοξασία πὼς αἱ μάγισσαι "ἐφελκύουσιν πρὸς τὰ κάτω τὴν Σελήνην" ἢ ἀκόμη καὶ πὼς τὴν "ἐξαφανίζουσιν" (κατὰ τὴν φάσιν τῆς νέας σελήνης) πιθανῶς νὰ ἔχει νὰ κάνει μὲ τὸν συντονισμὸν κάποιων γυναικῶν μὲ ἐτοῦτο τὸ ἰδιαίτερον εἶδος τοῦ σεληνιακοῦ μαγνητισμοῦ. Συχνὰ ἡ λαϊκὴ δοξασία περιγράφει μάγισσας νὰ ἔρχονται εἰς κατάστασιν ἐκστάσεως κατὰ τὴν διάρκειαν καποίων νυκτῶν τοῦ μηνός.
Ἡ συχνότερη ἔκφρασις ὅμως ἐστὶ τὸ μένος, ἐκεῖνο τὸ ἰδιαίτερο εἶδος παραφροσύνης ποὺ ὁδηγεὶ καποίους ἀνθρώπους σὲ ἀλλοπρόσαλας πράξεις, καθὼς τὰ πάθη ἐντὸς τῆς ψυχῆς των ἐντείνονται καὶ ἀναδεύονται ἀνεξέλεγκτα. Οἱ ἀρχαῖοι ἐπίστευαν πὼς ἐπρόκειτο διὰ τὴν Μήνην, τὴν ὀργὴν τῆς θεᾶς ἐναντίον καποίων ἀσεβῶν, ἀδίκων, βεβήλων καὶ πὼς μὲ ἐτοῦτον τὸν τρόπον ἡ θεά τοὺς τιμωροῦσε. Γεμάτοι πάθη καὶ ἐλαττώματα, ὑπὸ τὴν ἰδιαίτερον ἐπίδρασην τῆς Μήνης, ἐκεῖνα αὐξάνονται ἀνεξέλεγκτα ἐντὸς των παρασύροντάς τους σὲ ἀκόμη χειροτέρας πράξεις, καθιστώντας ἔκδηλον τὴν κακίαν των τοῖς πᾶσι, καὶ καταλήγοντας νὰ ἐπιφέρουν τὴν τιμωρίαν των. Ὁ σεληνιασμὸς ἐτοῦτος (lunacy) συχνὰ εἶχε νὰ κάνει καὶ μὲ ἀλλοπρόσαλα ὁράματα καὶ φάσματα ποὺ ἔκαναν κάποιον προσωρινῶς νὰ παραφρονήσει.Εἰς τοὺς μύθους ἡ Σελήνη ἐμφανίζεται νὰ βοηθεῖ τὸν Διόνυσον νὰ τιμωρήσει τὸν Πενθέα, ὠθώντας τον σὲ παραπλανητικὰς ἀντιλήψεις καὶ παραλόγας πράξεις.
Ἡ Σελήνη ἐμφανίζεται καὶ εἰς Γιγαντομαχίαν νὰ μάχεται ἐναντίον τοῦ Τυφῶνος. Ἀπὸ τὴν μάχην ἐτούτην σημαδεύεται ἡ ἐπιφάνεια τοῦ σεληνιακοῦ δίσκου.
Νυκτίφωτε Διόνυσε, φυτηκόμε, σύνδρομε Μήνης,
σὺ φρόντισε τοὺς στάφυλους, κὶ εἶναι μέλημα δικό μου
τὰ ὄργια τοῦ Βάκχου, διότι ἡ γῆ τὰ φυτὰ σου γεννᾷ καὶ ὠριμάζει,
σα δέχεται τὴν ἀστραφτερὴ δρόσον τῆς ἀκοιμήτου Σελήνης.
Σὺ Βάχκε χορευτῆ τὸν θύρσο σου ὕψωσε
καὶ φρόντισε τὰ γεννήματα σου· μὴν τρομάζεις ἀπὸ τὴν γενιὰ
τῶν ἀσήμαντων ἀνθρώπων, ποὺ κούφιος ἐστὶ ὁ νοῦς των, καὶ ποὺ τὰς
ἀπειλὰς των ἡ δύναμις τῶν μάστιγων τῶν Εὐμενίδων καταστέλλει.
Μαζὶ σου θὰ ἐπιτεθῶ εἰς τοὺς ἐχθρούς. Ἰσόποσα με τὸν Βάκχον
κυβερνῶ τὴν ἐτερόφρονον μανίαν. Εἶμαι ἡ Μήνη Βακχιάς,
ὄχι μόνον ἐπειδὴ ἐν αἰθέρι τοὺς μῆνας ἑλίσσω,
ἀλλὰ διότι καὶ τῆς μανίας ἄρχω καὶ τὴν λύσσαν ἐγείρω.
Δὲν θὰ ἀφήσω ἐγὼ τὴν χθονίαν ὕβριν ἐναντίον σου δίχως ποινή.
[Νόννος, Διονυσιακά, 44, 218-230]
Ἡ Σελήνη εἶναι ἡ κατεξοχὴν τροφὸς τῶν ψυχῶν καὶ ὠς τέτοια ἐφορεύει τὴν ἀναπτυξιακὴν διαδικασίαν τῆς φύσεως, τῆς ἰδιότητος δηλαδὴ τοῦ φύεσθαι (αὐξάνειν καὶ ἀνθίζειν, Blumenkraft) ἰδιότητα ποὺ φέρει κάθε ὑγιὴς ὀργανισμός. Συσχετίζεται μὲ τὴν γονιμότητα τῶν φυτῶν καὶ τὸν πλοῦτον τῶν ἀγρῶν ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἀνάπτυξιν κάθε ἐμβίου ὀργανισμοῦ. Εἰς τὴν μινωικὴν Κρήτην ἐτιμᾶτο μὲ τὰ σύμβολα θηλυκοῦ βοός, τῆς ὁποίας τὸ θεϊκὸν γάλα ἀποτελεῖ τροφὴν διὰ τὰς ψυχὰς τῶν ἐμβίων καὶ για κάθε τὶ τὸ φυόμενον.Θεωρεῖται προστάτις τῶν "μήλων" καὶ ὁδηγὸς αὐτῶν, εἴτε κυριολεκτικὼς τῶν ἀγελῶν τῶν ζῴων εἴτε τῶν μυθολογικῶν "μήλων", ἔννοια ποὺ σχετίζεται μὲ τὰς ἀκτινοβόλας ψυχάς.
Ἡ πορεία τῆς Σελήνης ἐμφανίζει ἐπίσης κάποιο εἶδος χειμερινῆς καὶ θερινῆς τροπῆς. Τὰ ῥεύματα τῶν ἀπορροῶν της παρέχουσιν τοῖς ζῴοις τροφὴν καὶ διεγείρουσιν τὴν ἀνάπτυξίν των καὶ εἰς τὰ φυτὰ φέρουσιν ἄνθισιν καὶ ὠρίμανσιν τῶν καρπῶν.
Cicero, De Natura Deorum 2.14
Αἱ διάφοραι φάσεις της φέρουσιν καὶ διαφορετικὰ δῶρα. Ὅταν αὐξάνει, φέρει ἀύξησιν πρὸς κάθε τὶ ποὺ ἐπηρεάζει, θρέφοντας καὶ ἀναπτύσσοντας (=φέρω κοντά). Κατὰ τὴν πανσέληνον φέρει ὠρίμανσιν καὶ ὁλοκλήρωσιν (=ἐξαίρω, ἔξαρσις), ἐνὼ ἔχει παρατηρηθεῖ πὼς διευκολύνει τὸν τοκετὸν ἀνθρώπων καὶ ζῴων. Κατὰ τὴν μείωσιν, ἡ δρᾶσις της ἐστὶ ἀποτρεπτικὴ (=ἀπομακρύνω), ἐφορεύει δὲ τὴν σταδιακὴν ἀπόσυρσιν μιᾶς ψυχῆς ἢ τὴν φάσιν μαρασμοῦ ἑνὸς φυτοῦ.
Αἱ φάσεις τῆς Σελήνης θεωροῦνται ἰδιαιτέρως σημαντικαὶ διὰ τὴν σπορὰν καὶ τὴν κοπὴν φυτῶν, καὶ ἐλαμβάνοντο ὑπ' ὄψιν ἐκ τῶν ἀρχαίων ἰατρῶν κατὰ τὴν συλλογὴν βοτανῶν πρὸς παρασκευὴν φίλτρων καὶ φαρμάκων. Θεωρεῖται ἐπίσης πὼς ἐπηρεάζει τὰ γυναικεῖα ἔμμηνα, τὰ ὁποῖα καὶ ἔλαβαν τὴν ὀνομασίαν των εἴτε ἀπευθείας ἐκ τῆς σεληνιακῆς προσωνυμίας Μήνης, εἴτε ἐμμέσως ἐκ τοῦ μηνὸς ὁ ὁποῖος ἐπίσης λαμβάνει τὴν ὀνομασίαν του ἐκ τῆς ἰδίας προσωνυμίας. Ὁ Πλούταρχος γράφει πὼς ἡ Σελήνη θρέφει τοὺς ἀνθρώπους στέλνοντας κάθε μέρα ἀμβροσίαν, για αὐτὸ καὶ ὀνομάζεται ἐπίσης Ἀθηνᾶ, συμβολίζοντας τὴν βοηθητικὴν καὶ ὠφέλιμον ἐπίδρασίν της τοῖς ἀνθρώποις.
Τὸ στοιχεῖο ποὺ ἀποδίδεται περισσότερο εἰς Σελήνην ἐστὶ τὸ ὕδωρ καὶ ἡ ἐπίδρασίς της θεωρεῖται ὑγραντικὴ καὶ ποιότητος θηλυκῆς (γόνιμος, δεκτική). Ἡ αὔξησις τῶν φυτῶν, ἡ σῆψις τῶν κρεάτων, ἡ ἀλλοίωσις καὶ ἡ ὄξυνσις τοῦ οἴνου, ἡ μαλακότητα τῶν ξύλων καὶ ἡ εὐτοκία τῶν γυναικῶν ἀποδίδονται τῇ δράσει τῆς Σελήνης.
Ὁ ἀὴρ ἐπίσης θεωρεῖται πὼς ὑγραίνεται ἀπὸ τὴν ἐπίδρασιν τῆς Σελήνης καὶ πλεῖστα ἄλλα φαινόμενα ὄπως ἡ διόγκωσις τῶν θαλασσῶν καὶ οἱ ἄνεμοι προέρχονται ἀπὸ αὐτήν. Οἱ ναυτικοὶ τῆς ἀποδίδουσιν μεγάλην σημασίαν κατὰ τὴν διάρκειαν τῶν θαλασσίων ταξιδιῶν διότι θεωροῦσιν πὼς ἐπηρεάζει τὸν καιρὸ σὲ θαλασσίας περιοχάς. Γνωστὴ τέλος ἐστὶ ἡ σχέσις της μὲ τὸ φαινόμενο τῆς ἀμπώτεως καὶ τῆς παλλίροιας.
Συνδέεται φυσικὰ μὲ τὰ ὄνειρα, τὰ ὁποῖα βλέπει ἡ ψυχή, κατὰ τὴν κατάστασιν τοῦ ὕπνου, ὅταν ὁ σύνδεσμός της μὲ τὸ σῶμα χαλαρώνει. Ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ὀνειρικὴν ὕλην, διότι τὰ ὄνειρα φέρουσιν εἰς τὴν ἐπιφάνειαν τὰς προαντιλήψεις τῆς ψυχῆς καὶ τὴν ὁδηγούσιν πρὸς τὴν ἐνθύμισιν τῶν γνώσεών της βοηθώντας νὰ ἐπιτελέσει καλύτερα τὸν τοῦ βίου της σκοπόν.
Εἴμασθε ἀπὸ τὴν ἰδίαν ὕλην ποὺ ἀποτελούνται τὰ ὄνειρα
W. Shakespeare
Αἱ ἀπεικονίσεις της χαρακτηρίζονται ἀπὸ τὴν παρουσίαν κεράτων ποὺ παραπέμπουσιν συμβολικῶς εἰς βόας καὶ εἰς τὰς ἠμισελήνους τῶν φάσεων αὐξήσεως καὶ μειώσεως. Ὁδηγεῖ ἅρμα ποὺ ἄλλοτε ἄγεται ὑπὸ ἵππων μελανῶν καὶ λευκῶν καὶ ἄλλοτε ὑπὸ βοῶν. Τὸ πρόσωπο της ἀπεικόνιζεται συνήθως ὁλόλαμπρον, ἄλλοτε δὲ ὑπὸ πέπλου κεκαλυμμένο φαίνεται κατὰ τὸ ἤμισι. Αἱ συχνότεραι προσωνυμίαι τῆς Σελήνης εἶναι:
Αἴγλη λαμπρή, αἴγλην ἔχουσα
Πασιφάη ὁλόφωτη
Μήνη μαινόμενη
Φοίβη φωτεινὴ
Ζῷα ἀφιερωθέντα εἰς Σελήνην εἶναι ὁ θῆλυς βοῦς διὰ τὴν γονιμότηταν καὶ τὴν ἀφθονίαν αὐτοῦ καὶ ὁ κύων διὰ τὸ κυεὶν καὶ τὰ προτερήματα τοῦ πιστοῦ φίλου καὶ δικαίου φρουροῦ. Φυτὰ καὶ λίθοι προερχόμενοι ἐκ τῶν ἀπορροιῶν τῆς θεὰς θεωροῦνται ὁ νυκτανθός, ἡ μαργαρίτα, ἡ καρυδιά, ὁ σάπφειρος λίθος, ὁ μαργαρίτης, τὸ μάρμαρον κ.ἄ.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου