Ϛ. ΑΠΟΝΟΙΑΣ
[6.1] [Ἡ δὲ ἀπόνοιά ἐστιν ὑπομονὴ αἰσχρῶν ἔργων καὶ λόγων,]
[6.2] ὁ δὲ ἀπονενοημένος τοιοῦτός τις, οἷος [ὀμόσαι ταχύ, ‹ἑκὼν› κακῶς ἀκοῦσαι, λοιδορηθῆναι δυναμένοις, τῷ ἤθει ἀγοραῖός τις καὶ ἀνασεσυρμένος καὶ παντοποιός.
[6.3] ἀμέλει δυνατὸς καὶ] ὀρχεῖσθαι νήφων τὸν κόρδακα κοὐ προσωπεῖον ἔχων ‹οἷον› ἐν κωμικῷ χορῷ.
[6.4] καὶ ἐν θαύμασι δὲ τοὺς χαλκοῦς ἐκλέγειν καθ᾽ ἕκαστον παριὼν καὶ μάχεσθαι τούτων τοῖς τὸ σύμβολον φέρουσι καὶ προῖκα θεωρεῖν ἀξιοῦσι.
[6.5] δεινὸς δὲ καὶ πανδοκεῦσαι καὶ πορνοβοσκῆσαι καὶ τελωνῆσαι καὶ μηδεμίαν αἰσχρὰν ἐργασίαν ἀποδοκιμάσαι, ἀλλὰ κηρύττειν, μαγειρεύειν, κυβεύειν.
[6.6] ‹καὶ› τὴν μητέρα μὴ τρέφειν, ἀπάγεσθαι κλοπῆς, τὸ δεσμωτήριον πλείω χρόνον οἰκεῖν ἢ τὴν αὑτοῦ οἰκίαν.
[6.7] [καὶ οὗτος δ᾽ ἂν εἶναι δόξειεν τῶν περιισταμένων τοὺς ὄχλους καὶ προσκαλούντων, μεγάλῃ τῇ φωνῇ καὶ παρερρωγυίᾳ λοιδορουμένων καὶ διαλεγομένων πρὸς αὐτούς, καὶ μεταξὺ οἱ μὲν προσίασιν, οἱ δὲ ἀπίασι πρὶν ἀκοῦσαι αὐτοῦ, ἀλλὰ τοῖς μὲν τὴν ἀρχήν, τοῖς δὲ συλλαβήν, τοῖς δὲ μέρος τοῦ πράγματος λέγει, οὐκ ἄλλως θεωρεῖσθαι ἀξιῶν τὴν ἀπόνοιαν αὐτοῦ, ἢ ὅταν ᾖ πανήγυρις.]
[6.8] ἱκανὸς δὲ καὶ δίκας τὰς μὲν φεύγειν, τὰς δὲ διώκειν, τὰς δὲ ἐξόμνυσθαι, ταῖς δὲ παρεῖναι ἔχων ἐχῖνον ἐν τῷ προκολπίῳ καὶ ὁρμαθοὺς γραμματειδίων ἐν ταῖς χερσίν.
[6.9] οὐκ ἀποδοκιμάζειν δὲ οὐδ᾽ ἅμα πολλῶν ἀγοραίων στρατηγεῖν καὶ εὐθὺς τούτοις δανείζειν καὶ τῆς δραχμῆς τόκον τρία ἡμιωβέλια τῆς ἡμέρας πράττεσθαι καὶ ἐφοδεύειν τὰ μαγειρεῖα, τὰ ἰχθυοπώλια, τὰ ταριχοπώλια, καὶ τοὺς τόκους ἀπὸ τοῦ ἐμπολήματος εἰς τὴν γνάθον ἐκλέγειν.
[6.10] [Ἐργώδεις δέ εἰσιν οἱ ‹τοιοῦτοι›, τὸ στόμα εὔλυτον ἔχοντες πρὸς λοιδορίαν καὶ φθεγγόμενοι μεγάλῃ τῇ φωνῇ, ὡς συνηχεῖν αὐτοῖς τὴν ἀγορὰν καὶ τὰ ἐργαστήρια.]
***
6. Ο ΑΝΑΙΣΧΥΝΤΟΣ
[6.1] [Αναισχυντία είναι η ανοχή αισχρών έργων και λόγων,]
[6.2] ενώ ο αναίσχυντος το είδος του ανθρώπου που [ορκίζεται εύκολα, αποκτά κακή φήμη με τη θέλησή του, λοιδορεί τους ισχυρούς. Στο χαρακτήρα του είναι αγοραίος, ακόλαστος και ικανός για τα πάντα.
[6.3] Χωρίς αμφιβολία είναι ικανός να] χορεύει τον κόρδακα ακόμη και νηφάλιος και χωρίς να φορά προσωπείο, όπως συμβαίνει στο χορό της κωμωδίας.
[6.4] Στα θεάματα που παρουσιάζονται στα πανηγύρια συγκεντρώνει χάλκινα νομίσματα πηγαίνοντας στον κάθε θεατή ξεχωριστά και μαλώνει με αυτούς που ήδη έχουν εισιτήριο και αξιώνουν να παρακολουθήσουν το θέαμα δωρεάν.
[6.5] Είναι ικανός και πανδοχείο να διατηρεί και πορνείο να διευθύνει και φόρους να μαζεύει. Δεν απορρίπτει καμιά επαίσχυντη εργασία, αλλά και κήρυκας γίνεται και μάγειρας και παίκτης στα ζάρια.
[6.6] Δεν τρέφει τη μητέρα του, συλλαμβάνεται για κλοπή και κατοικεί περισσότερο καιρό στη φυλακή παρά στο σπίτι του.
[6.7] [Και θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας από εκείνους που προσκαλούν και συγκεντρώνουν το πλήθος γύρω τους, διαλέγονται μ᾽ αυτό και το λοιδορούν με δυνατή και σπασμένη φωνή. Στο μεταξύ άλλοι πλησιάζουν, άλλοι απομακρύνονται προτού τον ακούσουν, όμως εκείνος καταφέρνει να πει σε άλλους την αρχή, σε άλλους μια–δυο λέξεις, σε άλλους μέρος της υπόθεσης, αξιώνοντας να μη δείχνει την αδιαντροπιά του σε καμιά άλλη περίσταση, παρά μόνο όταν γίνεται πανηγύρι.]
[6.8] Και είναι ικανός στο δικαστήριο άλλες φορές να είναι εναγόμενος, άλλες φορές ενάγων, και άλλοτε ορκίζεται ότι δεν μπορεί να παραστεί, άλλοτε πάλι εμφανίζεται έχοντας στη δίπλα του ενδύματός του ένα αγγείο με μαρτυρίες και αρμαθιές από έγγραφα στα χέρια του.
[6.9] Δεν θεωρεί ανάξιο ούτε και το να είναι αρχηγός ενός πλήθους μικροπωλητών της αγοράς, ενώ συνάμα τους δανείζει πρόθυμα και τους παίρνει τόκο ενάμιση οβολό για κάθε δραχμή τη μέρα. Περιδιαβαίνει στα κρεοπωλεία, τα ιχθυοπωλεία, τα καταστήματα που πουλάνε παστό ψάρι, χώνοντας στο στόμα του τα κέρδη από τις εμπορικές του δραστηριότητες.
[6.10] [Είναι λοιπόν οχληροί αυτού του είδους οι άνθρωποι, οι οποίοι έχουν το στόμα έτοιμο για να λοιδορήσουν και μιλούν με τόσο δυνατή φωνή, ώστε αντηχούν μαζί τους η αγορά και τα εργαστήρια.]
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου