Η ζωή των ιδίων των κυττάρων μας είναι δομημένη σε ένα δίκτυο ανταλλαγών, επάνω στο οποίο μπορούμε να ασκήσουμε μία εξαιρετικά χονδροειδή συνειδητή επιρροή -που παίρνει τη μορφή της απόφασης να κρατήσουμε την αναπνοή μας ή να πάρουμε ακόμη ένα κομμάτι πίτσα από το ψυγείο.
Ως υλικό σύστημα, δεν είμαστε αυτή τη στιγμή περισσότεροι ανεξάρτητοι από τη φύση, απ’ όσο είναι το συκώτι μας από το υπόλοιπο σώμα μας. Ως ένα σύνολο από αυτορυθμιζόμενα και συνεχώς διαιρούμενα κύτταρα, αποτελούμε επίσης μία συνέχεια με τους γεννητικούς μας προκατόχους: τους γονείς μας, τους γονείς των γονέων μας, και προς τα πίσω, επί δεκάδες εκατομμύρια γενεές οπότε σε κάποιο σημείο οι πρόγονοί μας αρχίζουν να φαίνονται λιγότερο ως άνδρες και ως γυναίκες με σάπια δόντια, και περισσότερο με αφρό στην επιφάνεια ενός βάλτου.
Είναι αρκετά σωστό να πει κανείς ότι, από υλική άποψη, δεν είμαστε κάτι πολύ περισσότερο από μία αμπώτιδα στο μεγάλο ποτάμι της ζωής.
Αλλά, φυσικά, το ίδιο το σώμα μας είναι ένα περιβάλλον κατάμεστο από όντα, σε σχέση με τα οποία είμαστε κυρίαρχοι μόνο κατ’ όνομα. Αν εξετάσουμε το σώμα ενός ατόμου, τα όργανα και τους ιστούς του, τα κύτταρα και την εντερική του χλωρίδα (δυστυχώς μερικές φορές και πανίδα), βρισκόμαστε αντιμέτωποι με έναν κόσμο ο οποίος δεν εμφανίζει ενδείξεις μίας κυρίαρχης συνειδητής νοημοσύνης περισσότερο από τον υπόλοιπο κόσμο γενικότερα. Υπάρχει κάποιος λόγος να σκεφθεί κανείς, όταν παρατηρεί τη λειτουργία μίτοχονδρίας μέσα σε ένα κύτταρο, ή τις συσπάσεις των μυϊκών ινών σε ένα χέρι, ότι υπάρχει κάποιο πνεύμα, που βρίσκεται υπεράνω και πέραν αυτών των διαδικασιών, το οποίο σκέπτεται Το κράτος είμαι εγώ; Και μάλιστα, αν μπούμε στον πειρασμό να αποδώσουμε κάποιο προνόμιο στο σύνορο που αποτελεί το δέρμα μας στην έρευνά μας για τον σωματικό μας εαυτό, αυτό φαίνεται τελείως αυθαίρετο.
Τα σύνορα του νοητικού μας εαυτού είναι εξ ίσου δυσδιάκριτο; Αναμνηστικά, ταμπού, κανόνες συμπεριφοράς, γλωσσικές συμβάσεις, προκαταλήψεις, ιδανικά, αισθητικές προκαταλήψεις, εμπορικά κλισέ -τα φαινόμενα που κατοικούν στον χώρο του μυαλού μας είναι μετανάστες από τον έξω κόσμο. Είναι πράγματι επιθυμία μας να διατηρούμαστε σε καλή σωματική κατάσταση -ή οι ενδυματολογικές μας προτιμήσεις, η αίσθηση ότι ανήκουμε σε κάποια κοινότητα, η ιδέα της αμοιβαίας καλοσύνης, η συστολή μας, η εγκαρδιότητα, οι σεξουαλικές μας ιδιομορφίες κλπ - κάτι το οποίο έχει την προέλευσή του μέσα μας; Είναι κάτι που ορθώς θεωρεί κανείς ότι εδρεύει μέσα μας; Αυτά τα φαινόμενα είναι το άμεσο αποτέλεσμα της ενσωμάτωσής μας σε έναν κόσμο κοινωνικών σχέσεων και πολιτισμού (και συγχρόνως προϊόν των γονιδίων μας). Σε τελική ανάλυση, πολλά από αυτά φαίνονται να μην είναι περισσότερο «εγώ» από τους κανόνες της αγγλικής γραμματικής.
Και όμως, αυτή η αίσθηση ότι είσαι ένας κάποιος εαυτός παραμένει. Αν ο όρος «εγώ» σημαίνει κάτι, δεν αναφέρεται πάντως απλώς στο σώμα. Εξ άλλου, οι περισσότεροι αισθανόμαστε ότι εξατομικευόμαστε ως εαυτός μέσα στο σώμα.
Αναφέρομαι στο σώμα «μου» λίγο ως πολύ όπως αναφέρομαι στο αυτοκίνητό «μου», για τον απλό λόγο ότι κάθε πράξη αίσθησης αναγνώρισης ή γνώσης μεταδίδει τη σιωπηρή αίσθηση ότι αυτό που αποκτά τη γνώση είναι κάτι άλλο από το αντικείμενο της γνώσης. Ακριβώς όπως το γεγονός ότι γνωρίζω την ύπαρξη του αυτοκινήτου μου δείχνει ότι εγώ, ως υποκείμενο, είμαι κάτι άλλο από αυτό, ως αντικείμενο, μπορώ να αισθανθώ το χέρι μου ή ένα συναίσθημα, και να βιώσω την ίδια διάκριση ανάμεσα σε υποκείμενο και αντικείμενο. Για αυτόν τον λόγο, ο εαυτός δεν μπορεί απλώς να εξισωθεί με το σύνολο της πνευματικής νοητικής ζωής ενός ατόμου ή με την προσωπικότητά του ως συνόλου. Μάλλον πρόκειται για τη σκοπιά, γύρω από την οποία φαίνεται ότι περιστρέφονται οι μεταβαλλόμενες καταστάσεις του πνεύματος και του σώματός του.
Όποια και αν είναι στην πραγματικότητα η σχέση ανάμεσα στη συνείδηση και στο σώμα, από την άποψη των εμπειριών το σώμα είναι κάτι με το οποίο ο συνειδητός εαυτός, αν υπάρχει κάτι τέτοιο, έχει κάποια σχέση. Δεν είναι γνωστό το πότε ακριβώς διαμορφώνεται αυτή η άποψη, με όρους εξέλιξης ή ανάπτυξης, ένα όμως είναι σαφές: σε κάποιο σημείο στα πρώτα χρόνια της ζωής, οι περισσότερες ανθρώπινες υπάρξεις αποκαλούνται «εγώ», το αιώνιο υποκείμενο, για το οποίο όλα τα φαινόμενα, μέσα και έξω, γίνονται κάποιου είδους αντικείμενα, που περιμένουν να αναγνωρισθούν.
Και με την ιδιότητα του «εγώ» όλοι οι επιστήμονες ξεκινούν την ερευνά τους σχετικώς με τη φύση του κόσμου και οι ευσεβείς πιστοί γονατίζουν και προσεύχονται (SIC).
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου