Πόσες φορές ακροπάτησες στο περβάζι σου τα βράδια με το κενό να ανοίγεται από κάτω σου και τον ορίζοντα φορτωμένο προσδοκίες να χάνεται στο σκοτάδι;
Πόσες φορές στα όνειρα σου άνοιξες διάπλατα τα φτερά σου πετώντας μακριά από ό,τι επιμένει να σε κρατά σαν βαρίδιο καθηλωμένο σε παπούτσια στενά που σε ματώνουν;
Πόσοι ήταν οι άνθρωποί σου, αυτοί οι αγαπημένοι σου, που με το αιτιολογικό μιας αυταπάρνησης , πρόσταξαν «Πέτα μακριά!», μα εσύ έμεινες δίπλα τους από φόβο για τη μοναξιά της πτήσης, φόβο που τον βάφτισες αγάπη;
Πόσοι ήταν οι άλλοι, όσοι σου φώναξαν «Θα γκρεμιστείς!» από δειλία να σε ακολουθήσουν στον ίλιγγο της αιώρησης;
Κι εσύ πόσα πετάγματα ξένα εμπόδισες; Πόσα χρυσά κλουβιά διπλοκλείδωσες; Πόσα φτερά αλλονών τσάκισες; Με πόσα παράταιρα πούπουλα μπόλιασες τα δικά σου για να τα επιδεικνύεις τώρα έτσι στιλπνά και πελώρια, τρόπαια ενός αιώνια ματαιωμένου πετάγματος, χρήσιμα μόνο για πεταρίζεις στις σκιές μιας που όσοι ζύγωσαν τον ήλιο δεν έχουν παρά δυο καμένες φτερούγες για να καμαρώνουν…
Πόσες φορές στα όνειρα σου άνοιξες διάπλατα τα φτερά σου πετώντας μακριά από ό,τι επιμένει να σε κρατά σαν βαρίδιο καθηλωμένο σε παπούτσια στενά που σε ματώνουν;
Πόσοι ήταν οι άνθρωποί σου, αυτοί οι αγαπημένοι σου, που με το αιτιολογικό μιας αυταπάρνησης , πρόσταξαν «Πέτα μακριά!», μα εσύ έμεινες δίπλα τους από φόβο για τη μοναξιά της πτήσης, φόβο που τον βάφτισες αγάπη;
Πόσοι ήταν οι άλλοι, όσοι σου φώναξαν «Θα γκρεμιστείς!» από δειλία να σε ακολουθήσουν στον ίλιγγο της αιώρησης;
Κι εσύ πόσα πετάγματα ξένα εμπόδισες; Πόσα χρυσά κλουβιά διπλοκλείδωσες; Πόσα φτερά αλλονών τσάκισες; Με πόσα παράταιρα πούπουλα μπόλιασες τα δικά σου για να τα επιδεικνύεις τώρα έτσι στιλπνά και πελώρια, τρόπαια ενός αιώνια ματαιωμένου πετάγματος, χρήσιμα μόνο για πεταρίζεις στις σκιές μιας που όσοι ζύγωσαν τον ήλιο δεν έχουν παρά δυο καμένες φτερούγες για να καμαρώνουν…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου