Δευτέρα 31 Ιουλίου 2017

Η νοστίμια της ζωής και ο νόστος του καλού τέλους

Όλοι ταξιδεύουμε με το τσούρμο του Οδυσσέα. Το καράβι μας τραβά στους ανοιχτούς ορίζοντες του χρόνου. Σήμερα γλιστράμε πλησίστιοι με το ζέφυρο και με τους ετησίες. Αύριο ένας αιφνίδιος θρακιάς σηκώνεται από τα βουνά και το σύννεφο, και μας κατεβάζει ξυλάρμενους στην κοιλιά της καταιγίδας.

Ταξιδεύουμε στον πλόα του χρόνου με κόντρα τα κύματα και με τους ανέμους πειρατές. Και μπροστά μας καρτεράνε τα τέρατα και τα ξένα. Ο φόβος και οι καλές ελπίδες υφαίνουν το ρούχο της εμπειρίας μας στον αργαλειό του αγνώστου. Μας μαγνητίζει το ανείδωτο, και το ανείδωτο μας απειλεί. Παίζει μαζί μας και γελά το ναι και το όχι.

Θαμπά, πέρα από την αλισάχνη του πέλαγου ξαπλώνεται εκείνο το ακρωτήρι. Οι άνεμοι ταράζουν το πέτρινο σώμα του. Και η γλώσσα της θάλασσας γλείφει τις εξοχές και τα σκληρά άκρα.

Πίσω από το ανάσκελο μπόι του το μακρύ η τρίαινα του Ποσειδώνα αγριαίνει και κατακρούει τον πόντο. Εκεί έχει το νησί της η Κίρκη. Η Κίρκη περιμένει τους ναυτικούς με τα μάγια και τις βαθιές γητειές. Έτσι που περιμένει ο έρωτας τους νέους στη στροφή της ηλικίας τους. Και ο έρωτας πολλές φορές τρελαίνει τον άνθρωπο. Και τον κάνει να ξεχνά. Σπίτι, πατρίδα, ταξίδι, σκοπό, όλα τα ξεχνά ο ερωτευμένος. Βουλιάζει στο νέο του σύμπαν. Σαν το φωτόνιο πηδά σε άλλη στοιβάδα ζωής. Τότε στα μάτια των ανθρώπων που λογικεύουνται και νυστάζουν, στα μάτια δηλαδή των πολλών, ο ερωτευμένος φαντάζει γυρίνος και χοιρίδιο και ιππουρίδα. Σα βαλαντώσει ο έρωτας, μεταμορφώνει κιόλας.

Ταχιά η σχεδία του βίου μας παραπλέει εκείνα τ’ ακρογιάλια και τους μικρούς κάβους. Και ξαφνικά αντικρύζουμε τους Κίκονες. Και λίγο πιο πέρα, στη ροβόλα της θαλασσινής λαγκαδιάς, καρτερούν οι Λαιστρυγόνες. Ονόματα με ήχο αλλοίθωρο και στρεβλό. Όπως στρεβλό είναι και το μπλέξιμο των ανθρώπων με τις κακοτυχιές, τις αρρώστιες, τους σκοτωμούς. Στους Κίκονες και στους Λαιστρυγόνες μας απαντούν και μας παλεύουνε οι δικαστάδες και οι αφορεστάδες, οι ξενιτεμοί, οι χωροφύλακες, τα σανατόρια, οι σπετσιέρηδες και τα γραφεία κηδειών «Ο Μυστράς» και «Ο Λάζαρος». Και ακόμη τούτα τα τέρατα και τα καννιμπαλικά είναι η στέγνια και η ανεβροχιά, οι σιτοδείες και οι σεισμοί. Οι επιληπτικοί σεισμοί που ξεσηκώνουν τα σπίτια να σκοτώνουν τους ανθρώπους που τα χτίσανε.

Μακρυά, ακόμη πιο μακρυά, ξεχωρίζουμε εκείνη την κουκκίδα στου ματιού την άκρη. Εκεί είναι το νησί με τα ιερά ζώα του ήλιου Απόλλωνα. Τρακόσια εξήντα και πέντε γελάδια. Το καθένα και μια μέρα του ήλιου που ζητά να την ζούμε με κλιτότητα και με τάξη.

Γιατί η κάθε μέρα μας δεν είναι αναβλητή, ούτε ανταλλάξιμη. Και δεν γυρίζει πίσω όταν περάσει. Δεν ημπορούμε να σπαταλάμε το έχει της ανόητα και στο βρόντο. Απαγορεύεται να τα σφάξεις τα γελάδια του ήλιου.

Αύριο βέβαια θα ποντίσουν στο μικρό λιμανάκι του νησιού οι λογής ασεβείς. Καιροσκόποι, νεόπλουτοι, τυμβωρύχοι, κληρονόμοι τεράστιοι που δεν το περίμεναν, οι τυχεροί στο λότο. Και ακόμη οι φιλόδοξοι, οι μωροί, οι αριβίστες, οι κλέφτες. Και όσοι τους πόρεψε η τυφλή τύχη και καζάντισαν χαράμι.

Αυτοί θα τα σφάξουν τα γελάδια του Ήλιου. Θα αδειάσουν την ύπαρξη από το νόημά της. Και θα πεθάνουν χωρίς να ζήσουν. Χωρίς της ζωής τη νοστίμια και χωρίς του καλού τέλους το νόστο.

(Από το ανέκδοτο έργο του Δ. Λιαντίνη)

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου