Ο Δημάρατος ήταν ο 15ος βασιλιάς της αρχαίας Σπάρτης από τη γενιά των Ευρυποντιδών, που κυβέρνησε προσεγγιστικά από το 510 μέχρι το 491 π.Χ. Πατέρας και προκάτοχός του στο θρόνο υπήρξε ο βασιλιάς Αρίστων.
Το όνομά του σημαίνει τον προερχόμενο από ευχές του δήμου, επειδή ο Αρίστων ήταν άτεκνος παρά τους τρεις γάμους του και ο λαός φέρεται να παρακαλούσε τους θεούς να γεννηθεί διάδοχος.
Ο περιηγητής Παυσανίας αναφέρει ότι μοιράστηκε με τον Κλεομένη Α΄ την τιμή να διώξει τον τύραννο των Αθηνών Ιππία. Από την πλευρά του ο Πλούταρχος συνδέει τα ονόματά τους στον πόλεμο κατά του Άργους.
Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως ο Δημάρατος είχε διακριθεί σε διάφορες περιστάσεις για τις πράξεις του και μάλιστα αποτέλεσε το μοναδικό βασιλιά της χώρας του που στέφθηκε νικητής στους Ολυμπιακούς Αγώνες, στην αρματοδρομία με τέσσερα άλογα. Εντούτοις, κατέληξε σύμβουλος στην αυλή των Περσών.
Η θητεία του Δημάρατου σημαδεύτηκε από τις έντονες διαφωνίες του με τον συμβασιλέα του Κλεομένη, ο οποίος ήταν ιδιόρρυθμη προσωπικότητα, αλλά δεν είναι γνωστό αν αυτό ήταν και το καθοριστικό στοιχείο στην μεταξύ τους αντιπαράθεση.
Πιθανολογείται ότι η αντιπαράθεση οφειλόταν είτε σε φθόνο και προσωπικά κίνητρα του Δημάρατου ο οποίος θεωρούσε ότι έπρεπε να έχει τον πρώτο λόγο, είτε σε απόλυτα διαφορετική πολιτική προσέγγιση των ζητημάτων της εποχής τους -σε ζητήματα εξουσίας των Εφόρων, στο θέμα της επέμβασης στην Αθήνα και στην Αίγινα ή στο μεγάλο ζήτημα της στάσης της Σπάρτης έναντι των Περσών.
Η θητεία του πάντως έλαβε πρώιμο τέλος όταν η ρήξη αυτή έγινε οριακή με αφορμή δύο σοβαρά περιστατικά κατά τα οποία ο Δημάρατος εξέθεσε πολύ τον Κλεομένη. Αυτά αφορούσαν στην Αθήνα και την Αίγινα.
Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια εκστρατείας εναντίον των Αθηνών με την οποία ο Κλεομένης επιθυμούσε να επαναφέρει τον Ισαγόρα στην Αθήνα ως τύραννο ή ήθελε και να πετύχει προσωπική εκδίκηση, οι Κορίνθιοι αλλά και ο Δημάρατος δήλωσαν ξαφνικά, όταν πλέον ο συμμαχικός στρατός της Πελοποννήσου είχε φτάσει στην Ελευσίνα, ότι δεν θα συνέχιζαν.
Είπαν ότι δεν γνώριζαν μέχρι τότε τους πραγματικούς σκοπούς του Κλεομένη και ότι τώρα που τους είχαν μάθει, δεν είχαν σκοπό να συμμετάσχουν. Ο Δημάρατος αρνήθηκε να συνεχίσει παρακάτω ακολουθώντας το παράδειγμα των Κορινθίων. Ένας ένας οι σύμμαχοι των Λακεδαιμονίων άρχισαν να υποχωρούν, με αποτέλεσμα ο Κλεομένης να αναγκαστεί να ακυρώσει την εκστρατεία των ανδρών του. Μετά από το φιάσκο αυτό η Σπάρτη αποφάσισε να μην στείλει ποτέ ξανά σε εκστρατεία ταυτόχρονα και τους δύο βασιλείς της.
Το 501 π.Χ., η Αίγινα ήταν ένα από τα κράτη που δήλωσαν την υποταγή τους στους Πέρσες παραδίδοντας γη και ύδωρ. Η Αθήνα στράφηκε στη Σπάρτη και της ζήτησε να συνετίσει την Αίγινα, μια που αυτό το νησί ανήκε τύποις τουλάχιστον στην Πελοποννησιακή Συμμαχία.
Οι Αθηναίοι τόνισαν τότε προς τη Σπάρτη ότι η στρατηγική θέση της Αίγινας μπορεί να σήμαινε ακόμα και ήττα όλων των Ελλήνων σε περίπτωση σύγκρουσης με την Περσία. Συνεπώς, ο Κλεομένης μετέβη αμέσως στο νησί ώστε να συλλάβει τους υπευθύνους. Η προσπάθειά του απέτυχε εξαιτίας της παρασκηνιακής ανάμειξης του Δημάρατου, ο οποίος παράλληλα προσπαθούσε να δυσφημίσει τον Κλεομένη πίσω στην πατρίδα τους.
Ο Δημάρατος είχε στείλει συγκεκριμένα στους μηδίζοντες Κορινθίους αριστοκρατικούς επιστολή στην οποία τους συνιστούσε να μην παραδώσουν τους συμπολίτες τους και να χρησιμοποιήσουν το πρόσχημα ότι ήταν παρών μόνον ο ένας βασιλιάς της Σπάρτης. Οι Κορίνθιοι όντως είπαν στον Κλεομένη ότι θα συμμορφώνονταν μόνον αν πήγαιναν στην Αίγινα και οι δύο βασιλιάδες της Σπάρτης.
Επιστρέφοντας, ο Κλεομένης στη Σπάρτη αφιέρωσε όλη του την ενέργεια στην προσπάθεια να ξεφορτωθεί τον πολιτικό του αντίπαλο, παίρνοντας με το μέρος του και τον Λεωτυχίδα, τον επόμενο στη διαδοχή του θρόνου των Ευρυποντιδών, ο οποίος επίσης είχε έρθει σε ρήξη με τον Δημάρατο, γιατί του είχε αποσπάσει την κοπέλα που επιθυμούσε για σύζυγο.
Οι δύο άνδρες, Κλεομένης και Λεωτυχιδας, προκειμένου να κατακρημνίσουν τον Δημάρατο από την εξουσία, προσέβαλαν τα δικαιώματά του στο θρόνο, φέρνοντας στο φως την παρακάτω ιστορία αναφορικά με τη γέννηση του Δημάρατου: ο βασιλιάς Αρίστων είχε νυμφευτεί δύο φορές, χωρίς να αποκτήσει διάδοχο.
Έτσι, παρόλο που η δεύτερη σύζυγός του ήταν εν ζωή, είτε από το άγχος αυτό, είτε από καθαρό πάθος, έλαβε για τρίτη σύζυγο τη γυναίκα του φίλου του Αγήτη, μια κοπέλα εξαιρετικής ομορφιάς. Παγίδευσε τον άνδρα αυτό με την εξής συμφωνία: ο καθένας θα πραγματοποιούσε στον άλλο τη χάρη που επιθυμούσε. Έτσι όταν ικανοποίησε την επιθυμία του Αγήτη, σε αντάλλαγμα ζήτησε το χέρι της συζύγου του.
Λίγο αργότερα ήρθε στον κόσμο ένα αρσενικό παιδί. Όταν τα νέα έφτασαν στον βασιλιά, εκείνος καθόταν με τους εφόρους. Μετρώντας μπροστά τους τους μήνες με τα δάχτυλά του αναφώνησε «ουκ αν εμός είη» (δε μου φαίνεται πως είναι δικός μου). Ωστόσο οι έφοροι παραδόξως δεν φέρονται να έδωσαν σημασία σε ένα τόσο σημαντικό ζήτημα διαδοχής και το θέμα ξεχάστηκε.
Το παιδί ονομάστηκε Δημάρατος, που αποδίδει τη γέννηση σε λαϊκές ικεσίες και σε θεϊκή πρόνοια, και με το θάνατο του βασιλιά, τον διαδέχτηκε.
Την ιστορία αυτή επικαλέστηκε ο Λεωτυχίδας, ο οποίος υποστήριξε ότι ο Δημάρατος κακώς ανήλθε στο θρόνο αφού η πατρότητά του αμφισβητείτο. Παρουσίασε δε στη δίκη τους παλαιούς εφόρους που βρίσκονταν τότε μαζί με τον πατέρα του Δημάρατου για να παρέξουν αποδείξεις.
Η υπόθεση μεταφέρθηκε στο μαντείο των Δελφών, το οποίο πιθανώς με δωροδοκία του Κλεομένη, επικύρωσε την καταδικαστική απόφαση, δίδοντας το θρόνο των Ευρυποντιδών στον Λεωτυχίδα το 491 π.Χ. Μια δεύτερη εκστρατεία κατά της Αίγινας οδήγησε στην κατάληψη του νησιού και στην αποστολή δέκα επιφανών πολιτών στην πόλη των Αθηνών με την ιδιότητα του ομήρου.
Λίγο καιρό αργότερα, κι ενώ είχε αναλάβει κάποιο αξίωμα επίβλεψης των γυμνοπαιδιών, ο Δημάρατος δέχτηκε την επίσκεψη ενός ακολούθου του Λεωτυχίδα ο οποίος των περιέπαιξε ρωτώντας τον πώς αισθάνεται ως απλός αξιωματούχος, ενώ στο παρελθόν είχε υπάρξει βασιλιάς. Πικραμένος ο Δημάρατος απάντησε με απειλές και κατόπιν αποχώρησε με καλυμμένο το πρόσωπο.
Πίσω στο σπίτι, αφού θυσίασε στους θεούς, εξόρκισε τη μητέρα του να του πει όλη την αλήθεια ενώπιον των θεών. Εκείνη ευχήθηκε όσοι και όσες τον κατηγορούν να κάνουν παιδιά με μουλαράδες (ονοφορβάδες) και του έδωσε τη δική της κάπω μεταφυσική εκδοχή, αφού κατέληξε πως ήταν γιος είτε του βασιλιά Αρίστονα είτε του μυθικού ήρωα Αστάβακου, πάντως όχι του Αγήτη, του πρώτου της συζύγου.
Ο Δημάρατος πάντως συμπέρανε πως έτσι κι αλλιώς ανήκε σε «ευγενική γενιά» οπότε αποφάσισε να πάρει πίσω ό,τι θεωρούσε πως του ανήκε. Μετέβη στην Ηλεία με πρόσχημα ένα ταξίδι προσκυνήματος κι εκεί άρχισε να στρατολογεί συμμάχους. Ωστόσο η δράση του έγινε αντιληπτή και η Σπάρτη έστειλε απεσταλμένους να τον φέρουν πίσω. Αφού διέφυγε για λίγο στη Ζάκυνθο, ο Δημάρατος κατόπιν ταξίδεψε στην Ασία, στην αυλή του Βασιλιά Δαρείου Α’.
Στην Περσία ο Δημάρατος έλαβε φιλόξενη υποδοχή και αναφέρεται από τον Ηρόδοτο ότι βοήθησε τον Ξέρξη Α’ να διαδεχτεί τον πατέρα του ενάντια στα υπόλοιπα αδέρφια του. Ωστόσο, όταν ελήφθη η απόφαση να καταληφθεί η Ελλάδα, φέρεται ότι έστειλε κρυφά ένα μήνυμα στην πατρίδα του τη Σπάρτη, γνωστοποιώντας τις προθέσεις των Περσών.
Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του Ξέρξη εναντίον των Ελλήνων, ο Δημάρατος τον ακολούθησε με την ιδιότητα του συμβούλου για λόγους που δεν μπορούν να ερμηνευθούν απόλυτα -πιθανώς να ήλπιζε στην εκδίκηση ή στην επαναφορά του στο θρόνο της Σπάρτης.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου