Υπάρχει θεμελιώδης διαφορά ανάμεσα στα τυφλά σημεία που πηγάζουν από την καλόβουλη αυτοπροστασία και αυτά που πηγάζουν από τις άσχημες συνέργειες. Όταν η αλήθεια απειλεί να γκρεμίσει μια συνωμοσία σιωπής που προστατεύει την ηθική ασχήμια, η επιλογή είναι άμεση: ή λες την αλήθεια ή μπαίνεις κι εσύ στη συνωμοσία.
Αλλά κάποια τυφλά σημεία, όπως είδαμε, μας βοηθούν να επιβιώσουμε από την αντιμετώπιση της οδυνηρής αλήθειας: είναι ουσιαστικό κομμάτι της ανθρώπινης υπόστασης. Όταν τα τυφλά σημεία στις ερωτήσεις μπορούν να έχουν ευεργετικό αποτέλεσμα – ή ακόμα και θετικό – η πορεία της δράσης μας δεν είναι τόσο ξεκάθαρη. Επίσης, οι ανθρώπινες δυσκολίες συνήθως είναι τόσο σύνθετες που δεν είναι εντελώς ξεκάθαρο ποια ψέματα είναι ζωτικά και ποιες αλήθειες πρέπει να ανακαλυφθούν. Στον Θάνατο τον Εμποράκου, καθώς ο Ουίλι Λόμαν οδηγείται στην καταστροφή, μπλεγμένος σ’ ένα κουβάρι ψέματα που δεν μπορεί να ξεμπλέξει, η αγωνιώδης του κραυγή είναι: «Απαιτείται προσοχή!»
Τι είδους προσοχή όμως; Και σε τι; Με δεδομένες τις λεπτές ισορροπίες που διακυβεύονται, πώς πρέπει να προχωρήσουμε;
Θυμηθείτε την παραβολή που έγραψε το 1966 ο Άλεν Γουίλις, Ο Άνθρωπος που δεν Είχε Πλάνες Να πώς αρχίζει η ιστορία:
«Μια φορά κι έναν καιρό ήταν κάποιος που δεν είχε πλάνες για τίποτα. Απ’ την κούνια του ακόμα, έμαθε πως η μητέρα του δεν ήταν πάντοτε καλή: στα δυο είχε ξεμπερδέψει με τις νεράιδες, στα τρία του εξαφανίστηκαν από τον κόσμο του μάγισσες και ξωτικά. Στα τέσσερα ήξερε πως τα κουνέλια δεν γεννούν αυγά και στα πέντε του, μια κρύα Δεκεμβριάτικη νύχτα, με χαμόγελο πικρό, είπε γεια-χαρά στον Αϊ-Βασίλη. Στα έξι του, που πήγε στο σχολείο, οι πλάνες πέταξαν από τη ζωή του – φτερά στον άνεμο: ο μπαμπάς του, έμαθε, δεν ήταν πάντα γενναίος και καλός, οι Πρόεδροι είναι άνθρωποι σαν και εμάς, η Βασίλισσα της Αγγλίας πάει στην τουαλέτα όπως όλοι οι άνθρωποι του κόσμου και η στρογγυλοπρόσωπη, νέα και όμορφη δασκάλα του στην πρώτη δημοτικού, με τα λακκάκια, δεν ήταν παντογνώστρια όπως τη νόμιζε, αλλά σκεφτόταν μόνο τους άντρες και δεν ήξερε πολλά για κανένα πράγμα στον κόσμο… Σαν νεαρός άντρας κατάλαβε πως και οι πιο ευγενικές πράξεις είναι εγωιστικές, και οι πιο ανιδιοτελείς έρευνες εξυπηρετούν το προσωπικό συμφέρον κι επίσης πως τα ψέματα γράφονται και στα βιβλία. Από όλους τους ανθρώπους που χάνουν τις πλάνες τους, εκείνος τις έχασε περισσότερο από όλους, χάνοντας μαζί και τα ταμπού και τις αρχές του. Κι όπως όλα πια ήταν επιτρεπτά, τίποτα δεν απόμεινε που να είναι άξιο λόγου».
Ο ήρωας του Γουΐλις παντρεύεται μια γυναίκα που κολυμπάει μέσα στις πλάνες. Λίγο πριν πάνε να παντρευτούν, εκείνος της λέει:
«Ο Θεός, γλυκιά μου, δεν θα είναι εκεί: οι γυναίκες θα κλαίνε για τη χαμένη τους νιότη και αθωότητα κι οι άντρες θα ποθούν να βρεθείς στο κρεβάτι τους… Όσο για τον ιερέα, θα στέκεται λίγο πιο ψηλά από μας και θα κοιτάζει το χώρισμα του στήθους σου ξεροκαταπίνοντας…»
Προς το τέλος της ιστορίας, ο Χένρι – ο άνθρωπος που δεν είχε πλάνες – και η γυναίκα του η Λοραμπέλ είναι πια ηλικιωμένοι. Ο Χένρι έχει μάθει πια πως οι πλάνες φέρνουν στη ζωή νόημα και ανακούφιση.
«Είδε καθαρά πως πάλευε να φτάσει σε μια κατάσταση ομορφιάς, αλήθειας, καλοσύνης και αγάπης που δεν υπήρχε, αλλά ενώ νωρίτερα στη ζωή του πάντα έλεγε: “Πρόκειται για πλάνη” και έφευγε, τώρα έλεγε: “Δεν απομένει και τίποτα άλλο” και έμενε εκεί… Και όταν ήρθε η ώρα να πεθάνει, η Λοραμπέλ είπε, “Τώρα δεν θα χωριστούμε ποτέ” και ο Χένρι χαμογέλασε και την φίλησε και είπε μονολογώντας, “Δεν απομένει τίποτα άλλο πια” και πέθαναν και οι δυο».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου