Στις εύπορες κοινωνίες, όντως βομβαρδιζόμαστε αδιάκοπα από εκατοντάδες επιλογών σχετικά με το τι θα φάμε, τι θα φορέσουμε, τι θα αγοράσουμε και τι θα παρακολουθήσουμε στην τηλεόραση. Αυτές οι επιλογές απαιτούν ελάχιστη σκέψη γιατί οι συνέπειές τους είναι εφήμερες. Αλλά υπάρχουν αποφάσεις που έχουν πολύ μεγάλη σημασία για τη ζωή μας, και μερικές φορές για τη ζωή των άλλων, και αξίζουν μια σοβαρή επένδυση χρόνου και ενεργητικής σκέψης.
Τέτοιες αποφάσεις είναι, για παράδειγμα, το πότε θα συζήσουμε με έναν συγκεκριμένο άντρα ή γυναίκα, αν θα παντρευτούμε, αν και πότε θα κάνουμε παιδιά, πού θα ζήσουμε, αν θα συνάψουμε εξωσυζυγική σχέση ή αν θα πάρουμε διαζύγιο ή σε ποιον θα αφήσουμε χρήματα σε μια διαθήκη. Οι αποφάσεις μας μπορεί να σχετίζονται με ανθρώπους για τους οποίους έχουμε ευθύνη. Χρειάζεται να αποφασίσουμε τι όνομα θα δώσουμε στα παιδιά μας, τι όρια συμπεριφοράς θα θέσουμε, τι πρέπει να ρυθμίσουμε για τη φροντίδα τους και σε τι σχολείο θα πρέπει να τα στείλουμε. Κάποια επαγγέλματα έχουν ενσωματωμένες στη δομή τους αλλεπάλληλες λήψεις αποφάσεων: γιατροί, δικαστές, πολιτικοί, ακόμη και χρηματιστές, πρέπει σε καθημερινή βάση να κάνουν επιλογές με εξαιρετικά σημαντικές συνέπειες, και έχουν τα εφόδια να το κάνουν αυτό μέσα από μια εκπαίδευση στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων σε ό,τι αφορά τον εκάστοτε τομέα των αρμοδιοτήτων τους. Αλλά οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι καθόλου καταρτισμένοι σε βασικές τεχνικές λήψης αποφάσεων.
Μία από τις πιο σημαντικές αποφάσεις στη ζωή του Αριστοτέλη λήφθηκε όταν ήταν έφηβος. Μετά τον θάνατο των γονιών του τον υιοθέτησε ο γαμπρός του, Πρόξενος, και μεταξύ τους αποφάσισαν ότι ο ιδανικός τόπος για αυτόν τον εξαιρετικά ευφυή νεαρό ήταν η καλύτερη σχολή στον κόσμο – η Ακαδημία του Πλάτωνα στην Αθήνα. Ως ο πιο ευφυής μαθητής στον οποίο δίδαξε ποτέ ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης μπόρεσε να καταπιαστεί με κάθε είδους κλάδο μελέτης, μεταξύ αυτών και με κάποιους για τους οποίους ελάχιστα ενδιαφερόταν ο Πλάτων – τις φυσικές επιστήμες. Ο Αριστοτέλης εξελίχθηκε στον πρώτο φιλόσοφο που περιέγραψε με πρακτικούς όρους τον καλύτερο τρόπο λήψης μιας απόφασης, γράφοντας με ζωντανό, πρακτικό τρόπο και χωρίς σύνθετες και ακατανόητες εκφράσεις. Η μέθοδος απαιτεί να εξετάζουμε επαρκώς όλες τις εναλλακτικές συμπεριφορές που ενδέχεται ή όχι να μας οδηγήσουν στην επίτευξη των στόχων μας, προσπαθώντας να προβλέψουμε τις συνέπειες κάθε συμπεριφοράς, κι έπειτα να επιλέγουμε μία από αυτές και να μένουμε προσκολλημένοι σε αυτή.
Η αρχαιοελληνική λέξη για την όλη διαδικασία της ικανοποιητικής εξέτασης και λήψης αποφάσεων είναι η ευβουλία: το ρήμα «εξετάζω», βουλεύεσθαι, σχετίζεται με λατινογενείς λέξεις όπως «volition» (βούληση) και με το αγγλικό ρήμα «to will» (βούλομαι). Η ευβουλία δηλώνει την ικανότητα κάποιου να εξετάζει από μόνος του και να μπορεί να αναγνωρίζει τηv καλή βούληση και τις λογικές αποφάσεις των άλλων. Συνεπώς, περιλαμβάνει το να ζητάμε συμβουλές από προσεκτικά επιλεγμένους συμβούλους. Η αρχαιοελληνική έννοια της βούλησης ήταν εγγενώς συνδεδεμένη με μια εκλεπτυσμένη κατανόηση της διακυβέρνησης: αν ακόμα και οι πιο απλοί άνθρωποι πρέπει να ασκούν καλά την εξουσία, χρειάζεται να «βουλεύονται». Άρα ο αρχαιοελληνικός όρος βουλεύεσθαι έχει την ίδια ρίζα με τη λέξη που περιγράφει τη Βουλή της δημοκρατικής Αθήνας.
Οι ικανότητες του βουλεύεσθαι απαιτούν χρόνο για να βελτιωθούν· αρχίζουν ως αυτο-συνείδητα εφαρμοσμένη κοινή λογική αλλά ανθούν σε αυτό που ο Αριστοτέλης αποκαλεί «πρακτική σοφία» (φρόνησις), αν εφαρμόζονται καθημερινά σε πραγματικές καταστάσεις. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι το ιστορικό πρόσωπο τον οποίον τη φρόνησιν επαινεί ο Αριστοτέλης είναι ο Περικλής, ο περίφημος Αθηναίος πολιτικός που είχε κυβερνήσει τηv Αθήνα επί πολλές δεκαετίες στα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ., καθώς εκλεγόταν στο ίδιο αξίωμα επανειλημμένα. Ο Περικλής τηρούσε την καλή λήψη αποφάσεων με εξαιρετική συνέπεια και οι Αθηναίοι ευημερούσαν αποκτώντας την ικανότητα να δημιουργήσουν σπουδαία έργα τέχνης, συμπεριλαμβανομένων των κτιρίων της Ακρόπολης και των τραγωδιών του Σοφοκλή και του Ευριπίδη. Η εξέλιξη του Περικλή ως πολιτικού δεν παρουσίαζε σημάδια κάμψης, καθώς ο ίδιος βελτιωνόταν στην πρακτική σοφία: η σταδιοδρομία του αναχαιτίστηκε μόνο με τον θάνατό του από τον λοιμό, ένα κλασικό παράδειγμα της κακής τύχης ενάντια στην οποία ο Αριστοτέλης ήξερε πολύ καλά ότι το βουλεύεσθαι μπορεί να αποδειχτεί πλήρως ανίσχυρο.
Η εκπαίδευση στις διαδικασίες της ηθικής λήψης αποφάσεων δημιουργεί έναν καλύτερο κόσμο για όλους μας.
Οι νέοι έχουν άμεση ανάγκη από εκπαίδευση, όπως προειδοποιεί ο Αριστοτέλης, γιατί το βουλεύεσθαι μπορεί να αποβεί τρομερά δύσκολο. Υπάρχουν εύκολες περιπτώσεις διάκρισης μεταξύ σωστού και λάθους· ο θεμελιωδώς τίμιος άνθρωπος θα γνωρίζει από ένστικτο έναν σωστό τρόπο κατανομής χρημάτων ή τροφής σε ομάδες ανθρώπων. Αλλά, όπως λέει ο Αριστοτέλης, ο ακριβής τρόπος για την πραγματοποίηση αυτής της σωστής πράξης είναι κάτι «πολύ δυσκολότερο από το να γνωρίζει κάποιος τι ωφελεί την υγεία». Η ηθική είναι πολύ πιο ρευστή και πολύπλοκη ακόμα και από τηv ανθρώπινη φυσιολογία. Γιος γιατρού, ο Αριστοτέλης προσθέτει ότι ακόμα και στην ιατρική, η πρακτική εφαρμογή της θεραπείας είναι πολύ πιο δύσκολη από την απλή γνώση σχετικά με «το μέλι, το κρασί και τον ελλέβορο, τον καυτηριασμό και τη χειρουργική».
Ωστόσο, πρέπει προηγουμένως να ορίσουμε το βουλεύεσθαι. Για τον Αριστοτέλη, το βουλεύεσθαι έχει μια πολύ συγκεκριμένη έννοια. Δεν αφορά τους τελικούς στόχους μας – ένας γιατρός δεν βουλεύεται σχετικά με την πρόθεσή του, που είναι προφανώς να εξασφαλίσει την υγεία του ασθενή του. Αφορά την επιλογή του καλύτερου μέσου για την επίτευξη των στόχων μας. Ο γιατρός βουλεύεται σχετικά με την πορεία των ενεργειών και τη θεραπεία που θα αποκαταστήσει τηv υγεία του ασθενή. Κατ’ αναλογία, γνωρίζουμε ότι η ευτυχία είναι ο στόχος μας, αλλά βουλευόμαστε σχετικά με το μέσο επίτευξής της – την πορεία των ενεργειών που είναι πιθανότερο να εξασφαλίσουν την ευτυχία για εμάς τους ίδιους, τους αγαπημένους μας και τους συμπολίτες μας.
Ο Αριστοτέλης αναγνωρίζει ότι μερικοί άνθρωποι είναι πολύ αδύναμοι ώστε να μπορούν να αναλάβουν πλήρη ευθύνη για τα πράγματα που απαραίτητα εναπόκεινται σε αυτούς. Δεν είναι πιθανόν να μπορούν να μάθουν να βουλεύονται καλά ή να εφαρμόζουν πολιτικές που προκύπτουν μετά το βουλεύεσθαι. Αλλά η ουσία της υπόθεσης είναι η εξής: αν θέλεις να κατακτήσεις την ευτυχία, πρέπει να αναλάβεις την ευθύνη των πράξεων σου αλλά και των αποτυχιών σου ώστε να δράσεις. «Για ό,τι εξαρτάται από κάποιον να κάνει ή να μην κάνει, ο ίδιος είναι η αιτία και όλα αυτά των οποίων την αιτία αποτελεί εξαρτώνται από τον ίδιο», γράφει ο Αριστοτέλης, διακηρύττοντας ότι όλοι έχουμε την ελεύθερη βούληση να ενεργούμε ως καλοί ή ως κακοί άνθρωποι. Το ίδιο πρόσωπο «σαφώς διαπράττει εκούσια όλες τις ενέργειες που διαπράττει σκόπιμα.
Είναι σαφές, λοιπόν, ότι τόσο η καλοσύνη όσο και η κακία είναι εκούσιες». Αυτό είναι θεμελιώδες για την ηθική μας: ο Αριστοτέλης μάλιστα, καταλήγει να πει ότι «κρίνουμε τον χαρακτήρα ενός ανθρώπου με βάση τη σκόπιμη επιλογή του – δηλαδή, με κριτήριο όχι τι κάνει αλλά για ποιο λόγο το κάνει». Ο Αριστοτέλης δηλώνει εντυπωσιασμένος από ένα παράδειγμα σε μια τραγωδία όπου ο Πελίας δολοφονείται από τις κόρες του. Αυτός ο μυθικός Έλληνας βασιλιάς ήταν γέρος και ανήμπορος. Η μάγισσα Μήδεια έπεισε τις αδελφές ότι το υγρό στον λέβητά της είχε την ιδιότητα να τον κάνει να ξανανιώσει. Μάλιστα, αυτό το απέδειξε εμπειρικά μέσω ενός πειράματος με ένα κριάρι. Οι Πελιάδες βουλεύτηκαν και αποφάσισαν ως καλές κόρες, μετά την προφανή επιστημονική απόδειξη, να κόψουν σε κομμάτια τον Πελία και να τα βάλουν μέσα στον λέβητα. Ο ίδιος δεν επιβίωσε. Αλλά με το βουλεύεσθαι οι κόρες τον Πελία θα είχαν λάβει υπόψη ποιο προσωπικό κίνητρο θα μπορούσε να είχε οδηγήσει τη Μήδεια (ήθελε τον θρόνο του Πελία για τον σύζυγό της) και σίγουρα δεν θα δέχονταν ποτέ συμβουλές από εκείνη.
Ο Αριστοτέλης συστήνει να θέτουμε τους στόχους μας, που θα πρέπει να είναι αυστηροί αλλά εφικτοί και ανάλογοι των ικανοτήτων και των πόρων μας, με καλές προθέσεις. Να βουλευόμαστε συστηματικά σχετικά με την ακριβή πορεία δράσης μας που θα τους κατακτήσει. Να συγκρίνουμε διαφορετικές πορείες δράσης κι έπειτα να επιλέγουμε μία (ο όρος του Αριστοτέλη γι’ αυτόν τον τύπο επιλογής είναι η λέξη προαίρεσις). Έπειτα, πολύ προσεκτικά, να πραγματοποιούμε αυτές τις πράξεις. Με αυτόν τον τρόπο περιγράφεται η ιδέα του Αριστοτέλη για την αληθινή, βαθιά, ικανοποιητική και διαρκή ευτυχία. Επειδή είναι αυτοδημιούργητη, δεν μπορεί να αφαιρεθεί παρά μόνο με συμπτωματική κακοτυχία, όπως με τον λοιμό της Αθήνας. Ακόμα και τότε, τα επιτεύγματά μας πριν μολυνθούμε από τον λοιμό πιθανότατα θα αναγνωριστούν και επίσης αυτό σημαίνει ότι θα πεθάνουμε πιο ευτυχείς απ’ ό,τι αν είχαμε ζήσει μια ζωή χωρίς σκοπό και χωρίς βουλεύεσθαι.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου