Τετάρτη 16 Ιουνίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Ἀντιγόνη (1064-1090)

ΤΕ. ἀλλ᾽ εὖ γέ τοι κάτισθι μὴ πολλοὺς ἔτι
1065 τρόχους ἁμιλλητῆρας ἡλίου τελῶν,
ἐν οἷσι τῶν σῶν αὐτὸς ἐκ σπλάγχνων ἕνα
νέκυν νεκρῶν ἀμοιβὸν ἀντιδοὺς ἔσῃ,
ἀνθ᾽ ὧν ἔχεις μὲν τῶν ἄνω βαλὼν κάτω,
ψυχήν τ᾽ ἀτίμως ἐν τάφῳ κατῴκισας,
1070 ἔχεις δὲ τῶν κάτωθεν ἐνθάδ᾽ αὖ θεῶν
ἄμοιρον, ἀκτέριστον, ἀνόσιον νέκυν.
ὧν οὔτε σοὶ μέτεστιν οὔτε τοῖς ἄνω
θεοῖσιν, ἀλλ᾽ ἐκ σοῦ βιάζονται τάδε.
τούτων σε λωβητῆρες ὑστεροφθόροι
1075 λοχῶσιν Ἅιδου καὶ θεῶν Ἐρινύες,
ἐν τοῖσιν αὐτοῖς τοῖσδε ληφθῆναι κακοῖς.
καὶ ταῦτ᾽ ἄθρησον εἰ κατηργυρωμένος
λέγω· φανεῖ γὰρ, οὐ μακροῦ χρόνου τριβή,
ἀνδρῶν γυναικῶν σοῖς δόμοις κωκύματα.
1080 ἔχθρᾳ δὲ πᾶσαι συνταράσσονται πόλεις
ὅσων σπαράγματ᾽ ἢ κύνες καθήγνισαν
ἢ θῆρες, ἤ τις πτηνὸς οἰωνός, φέρων
ἀνόσιον ὀσμὴν ἑστιοῦχον ἐς πόλιν.
τοιαῦτά σου, λυπεῖς γάρ, ὥστε τοξότης
1085 ἀφῆκα θυμῷ καρδίας τοξεύματα
βέβαια, τῶν σὺ θάλπος οὐχ ὑπεκδραμῇ.
ὦ παῖ, σὺ δ᾽ ἡμᾶς ἄπαγε πρὸς δόμους, ἵνα
τὸν θυμὸν οὗτος ἐς νεωτέρους ἀφῇ,
καὶ γνῷ τρέφειν τὴν γλῶσσαν ἡσυχαιτέραν
1090 τὸν νοῦν τ᾽ ἀμείνω τῶν φρενῶν ὧν νῦν φέρει.

***
ΤΕΙ. Μάθε λοιπόν κι εσύ πως δε θα δεις
πολλούς του ήλιου γοργόδρομους ακόμα,
δίχως μ᾽ έναν απ᾽ τα δικά σου σπλάχνα
κι εσύ νεκρό νεκρούς ν᾽ αντιπλερώσεις·
γιατ᾽ έχεις έναν απ᾽ τους επάνω ρίξει
στον Κάτω κόσμο κι άνομα έχεις κλείσει
μια ζωντανή ψυχή μέσα σε τάφο·
1070 κι έναν πάλι νεκρό μακριά απ᾽ τους Κάτω
θεούς κρατάς, χωρίς ταφή και δίχως
τις νόμιμες τιμές, ενώ δεν έχεις
δικαίωμα, μήτε εσύ μήτε και οι επάνω
θεοί, μα με τη βία τούς αναγκάζεις.
Για όλ᾽ αυτά κι οι εκδικήτρες στερνοφθόρες
του Άδη και των θεών οι Ερινύες
σὄχουν στήσει καρτέρι, για να πέσεις
κι ο ίδιος μες στις συμφορές τις ίδιες·
και κοίτα αν πλερωμένος με χρυσάφι
σου τα λέω αυτά· γιατί δε θα περάσει
πολύς καιρός που αντρίκεια και γυναίκεια
στα σπίτια σου θ᾽ ανάψουν μοιρολόγια.
1080 Εχτρές σου όλες ταράζουνται κι οι χώρες
που στων νεκρών τους τα ξεσκλίδια εδώσαν
τις επιτάφιες τις τιμές οι σκύλοι,
ή αγρίμια, ή κάποιο γοργοφτέρουγο όρνιο,
φέρνοντας μιαν ανόσια οσμή στην πόλη,
που είχε την πατρική τους την εστία.
Τέτοια, αφού μ᾽ ερεθίζεις, σαν τοξότης
σου ᾽ριξα στο θυμό μου κι εγώ βέλη
αλάθευτα, ίσα στην καρδιά, που εσύ
δε θα γλιτώσεις το ζεμάτισμά τους.
Μα έλα, παιδί, κι οδήγα με στο σπίτι
για ν᾽ αφήσομε αυτόν να ξεθυμάνει
πάνω σ᾽ άλλους νεότερους και μάθει
να ᾽χει γλώσσα ησυχότερη και γνώση
1090 του μυαλού του καλύτερη από τώρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου