Στην εποχή μας έχουν γίνει σαφώς πολλά και σημαντικά άλματα όσον αφορά στην εκπαίδευση. Ο μαθητής πλέον έχει γίνει το επίκεντρο και ο ρόλος του εκπαιδευτικού τείνει ολοένα και περισσότερο να αποκτά καθοδηγητικό χαρακτήρα. Η συνεργατική εκπαίδευση λοιπόν η οποία κάνει μέτοχο τον μαθητή στη μαθησιακή διαδικασία έχει επικρατήσει έναντι της δασκαλοκεντρικής με αποτέλεσμα να είναι και το παιδί πιο ενεργό μέσα στη σχολική τάξη και να αποκτά μεγαλύτερο κίνητρο για μάθηση.
Για να γίνουν όλες οι θεμελιώδεις αλλαγές πέρασαν χρόνια όπου έγιναν διάφορες μελέτες. Ψυχολόγοι κι εκπαιδευτικοί συνεργάστηκαν κι έθεσαν στον έναν άξονα το μαθητή και στον άλλον την κατάκτηση αλλά και την εφαρμογή της γνώσης -με άλλα λόγια την αφομοίωση- και κατέληξαν σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Μέσα από τα ευρήματα των ερευνών οδηγήθηκαν στην κατάργηση της ετικετοποίησης. Δεν υπάρχουν πλέον καλοί μαθητές, τεμπέληδες, άτακτοι ή απροσάρμοστοι. Πλέον όλοι οι μαθητές αντιμετωπίζονται ισότιμα μέσα στο σχολικό περιβάλλον -ή έστω αυτές είναι οι οδηγίες- και θεωρείται δεδομένο πως όλοι μπορούν να μάθουν τα ίδια, απλά όχι στον ίδιο ακριβώς χρόνο και σίγουρα όχι με τον ίδιο τρόπο.
Οι εκπαιδευτικοί έχουν αρχίσει να εκσυγχρονίζονται μέσω των συνεχών επιμορφώσεων και τους έχει κατασταθεί σαφές πως οι δυσκολίες των μαθητών δεν εξαρτώνται από τη μελέτη τους αλλά από μια πληθώρα άλλων παραγόντων όπως το νοητικό τους επίπεδο, η ψυχολογία τους, το οικογενειακό τους περιβάλλον. Οι μαθησιακές δυσκολίες λοιπόν είναι υπαρκτές, δεν είναι ούτε μύθος ούτε δικαιολογία. Αντιθέτως αποτελούν την αιτία της αδιαφορίας των μαθητών για το σχολείο και τα μαθήματα. Μια αδιαφορία που γεννήθηκε εξαιτίας της επανειλημμένης απογοήτευσής τους από το σχολείο. Δεν προϋπήρχε, δημιουργήθηκε.
«Μα καλά πώς γεννήθηκε αυτή η απογοήτευση; Αν διάβαζε περισσότερο δεν θα απογοητευόταν.» Συνήθως οι γονείς αναρωτιούνται. Μα η απάντηση είναι εύκολο να γίνει κατανοητή. Ένας μαθητής για να διαγνωστεί με μαθησιακές δυσκολίες σημαίνει πως υπέρ προσπαθεί για να μάθει για παράδειγμα την ιστορία και το αποτέλεσμα του είναι μέτριο ή κάτω του μετρίου. Ένα τέτοιο περιστατικό αποτελεί ρουτίνα για ένα παιδί με μαθησιακές δυσκολίες. Έτσι σιγά σιγά καταλήγει να αποφεύγει το διάβασμα, μιας και έχει πάρει απόφαση πως όσο κι αν μελετά οι βαθμοί του θα είναι χαμηλοί κι ο κόπος του θα πηγαίνει χαμένος. Προτιμά να ασχολείται με δραστηριότητες που είναι ικανό να φέρει εις πέρας με επιτυχία γιατί μέσω αυτών παίρνει χαρά κι αναπτερώνεται το ηθικό του.
Όλα αυτά είναι παρά πολύ λογικά. Σε ποιον αρέσει να κάνει κάνει στο οποίο γνωρίζει εξ αρχής πως δε θα τα καταφέρει; Ακόμα κι ο πιο επίμονος κι ο πιο πεισματάρης, αν συνέχεια αποτυγχάνει σε κάτι, αργά ή γρήγορα θα το παρατήσει. Κάπως έτσι συμβαίνει και με τους μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες. Χάνουν το ενδιαφέρον τους γιατί συνεχώς νιώθουν πως αποτυγχάνουν.
Στο σημείο αυτό χρειάζεται η υποστήριξη του γονέα. Εκείνος είναι που πρέπει πρώτα πρώτα να παρατηρεί το παιδί του. Να παρατηρεί τις αντιδράσεις του, τη συμπεριφορά του, τις ψυχολογικές του μεταπτώσεις. Η κάθε αλλαγή είναι σημαντική. Έπειτα χρειάζεται να κατανοήσει πως ένα παιδί με μαθησιακές δυσκολίες δεν είναι ένα παιδί που θα αλλάξει συμπεριφορά με τις φωνές ή τις αυστηρές τιμωρίες. Όλα αυτά απλώς θα επιδεινώσουν την κατάσταση και θα χειροτερεύσουν την ήδη βεβαρημένη ψυχολογία του. Οι γονείς χρειάζεται να αγκαλιάζουν το παιδί τους, να του συμπαραστέκονται. Χρειάζεται να κατανοήσουν πως το υποστηρικτικό γονεϊκό περιβάλλον λειτουργεί ενισχυτικά και βοηθά το παιδί να βελτιωθεί. Χρειάζεται επίσης να εμβαθύνουν τη γνώση τους για τη δυσκολία που έχει το παιδί τους. Διότι αν την κατανοήσουν σε ένα επαρκές το επίπεδο θα μπορέσουν να βοηθήσουν το παιδί και στο σπίτι και θα διευκολύνουν το έργο του.
Σε ένα μαθητή με μαθησιακές δυσκολίες δυστυχώς συχνά συναντάται η στάση «πετάω το μπαλάκι» της ευθύνης. Οι γονείς κατηγορούν τους εκπαιδευτικούς ότι δεν κάνουν σωστά τη δουλειά τους. Οι εκπαιδευτικοί τους γονείς για μη ποιοτική παρουσία στη ζωή των παιδιών τους και τα παιδιά, κατηγορούν τον εαυτό τους. Όμως δε φταίει κανείς. Οι μαθησιακές δυσκολίες δεν είναι ασθένεια, δεν είναι ένα κακό που μας βρήκε. Είναι μια κατάσταση κι ως τέτοια οφείλουν να την αντιμετωπίζουν όλοι οι εμπλεκόμενοι. Μια κατάσταση που για να βελτιωθεί χρειάζεται να αντιληφθείς πως υπάρχει και να λάβεις τα κατάλληλα μέτρα και την καθοδήγηση από τους ειδικούς.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου