Αντίθετα από όσα θέλει να επιβάλει ο θρησκευτικός μονοθεϊσμός και όλες οι πολιτισμικές και πολιτικές του εκπορεύσεις, η Ιστορία δεν έχει ούτε «λογική», ούτε «κατεύθυνση». Θα μπορούσαμε να την εικονοποιήσουμε ως μία σφαίρα που κυλάει εδώ κι εκεί, σπρωγμένη μόνο από δυνάμεις και τάσεις που ακατάπαυστα συντίθενται, αναπτύσσονται και αποσυντίθενται στο εσωτερικό της και πουθενά αλλού. Κάθε γραμμική σχεδίαση της Ιστορίας είναι συνεπώς είτε αφελής είτε απατεωνίστικη, σε κάθε περίπτωση πάντως άκυρη και παραπλανητική. Τα κυριάρχα στερεότυπα των καιρών μας κάνουν την «εξελιγμένη» τουλάχιστον ανθρωπότητα να μην παίρνει υπ’ όψη της την παραπάνω αλήθεια και να αναλίσκεται σε γραμμικές («προοδευτικές» ή «προνοιακές») παρερμηνείες της Ιστορίας, με την σκέψη της να κάνει ουσιαστικά βήμα σημειωτόν ή να κυνηγάει την ουρά της. Τα ίδια κυρίαρχα στερεότυπα έχουν αναγάγει το μέσον σε ανώτερο της ουσίας, δηλαδή την οικονομία σε ανώτερη του ίδιου του ανθρώπου, αλλά και της Φύσης της οποίας αυτός αποτελεί ένα μικρό οργανικό τμήμα.
Η γραμμικότητα απαιτεί εστίαση του ενδιαφέροντος αποκλειστικά σε αυτό που είναι «μπροστά», είτε ως εφήμερο παρόν είτε ως άμεσο ή πιο μακρινό μέλλον και ταυτόχρονα περιφρόνηση προς όσα έχουν υποτίθεται «περάσει» και αποτελούν «παρελθόν». Ο Χριστιανισμός νόμισε ότι ξέμπλεκε διαπαντός με όλη την πριν από αυτόν ανθρωπότητα με το να χαρακτηρίσει το οικειοποιήσιμο πολιτισμικό της οικοδόμημα ως «ευαγγελική προπαρασκευή» και το μη οικειοποιήσιμο ως «ειδωλολατρία». Ίδια και απαράλλακτα, ο Μαρξισμός νόμισε ότι ξέμπλεκε διαπαντός με όλη την πριν από αυτόν ανθρωπότητα με το να χαρακτηρίσει την οικειοποιήσιμη πολιτική της κατάκτηση ως «ουτοπικό ή αστικό σοσιαλισμό» και τη μη οικειοποιήσιμη ως οικονομικά συστήματα που αποτελούν ή σύντομα θ’ αποτελέσουν «παρελθόν» («δουλοκτητική κοινωνία», φεουδαρχία, καπιταλισμός). Την αποτίμηση αυτή υιοθετεί βεβαίως και ο υποτίθεται αντίπαλος Καπιταλισμός, αφαιρώντας απλώς τον «τέλειο» εαυτό του από την μαρξιστική τριάδα των υποτίθεται «ξεπερασμένων» οικονομικών συστημάτων.
Καταδικασμένοι ωστόσο να διαψεύδονται, οι οπαδοί της γραμμικότητας βλέπουν την Ιστορία να κάμπτει την υποτιθέμενη γραμμή σε καμπύλη και να «πισωγυρίζει» την ώρα που αυτοί μαρμαρωμένοι κοιτάζουν ευθεία σε ένα φανταστικό στάδιο που έως τώρα θεωρούσαν όχι απλώς «επόμενο» αλλά και «σίγουρο». Η Ιστορία στρέφει τα νώτα της προς τις φαντασιώσεις όχι μόνο της «συντέλειας», αλλά και της «αταξικής» ή της «high tech καπιταλιστικής» κοινωνίας.
Στις ημέρες μας συντελείται η μετάβαση από τον Καπιταλισμό στο διάδοχο σύστημα, την δεύτερη Φεουδαρχία, της οποίας οι διαφορές με την πρώτη είναι ότι η βάση του πλούτου δεν είναι η ακίνητη ιδιοκτησία και ότι ο φεουδάρχης δεν είναι ορατός. Στην παλαιά, πρώτη Φεουδαρχία, οι συνθήκες της απόλυτης ανασφάλειας που είχε γεννήσει η κατάρρευση του ρωμαϊκού κράτους (έναν μόλις αιώνα μετά την πλέον εύνομη φάση του, εκείνη της εποχής των Αντωνίνων) και εν συνεχεία ο πολιτισμικός πρωτογονισμός που έφερε ο Χριστιανισμός, οδήγησαν για περισσότερο από μία χιλιετία τους «αδύναμους και φτωχούς» να αναζητούν την προστασία των κατεχόντων γαίες «αρχόντων» και της Εκκλησίας, που μοίραζαν φέουδα σε εκλεκτούς τους, που εν συνεχεία «διαχειρίζονταν» ασύδοτα χωρικούς, δουλοπάροικους και κανονικούς σκλάβους.
Σε αυτή βεβαίως την δεύτερη, σύγχρονη Φεουδαρχία, βάση του πλούτου δεν είναι οι γαίες ή τα κτίρια, ούτε καν το κεφάλαιο του προγενέστερου Καπιταλισμού, τα οποία στο σύνολό τους όταν μείνουν «ακίνητα» θα καθίστανται εφεξής επαχθή. Σε αυτή την δεύτερη Φεουδαρχία βάση του πλούτου είναι η κερδοφορία από την ταχεία κίνηση του κεφαλαίου ώστε αυτό να αποϋλοποιείται, να γίνεται «ροή», να γίνεται αόρατο. Εδώ οι κύριοι του πλούτου, οι καινούργιοι «δεσπότες», είναι κατά πλειοψηφία ανώνυμοι ή τουλάχιστον άγνωστοι για τον πολύ κόσμο και κρύβονται πίσω από τον αόριστο όρο «αγορές», που αποτελούν τους νέους άϋλους πύργους των σύγχρονων φεουδαρχών. Επίσης, η επικράτεια των φέουδων εδώ δεν είναι εντοπισμένη, αλλά διαχέεται παντού, ακόμα και στα πιο απομακρυσμένα έως τώρα καταφύγια. Το ρευστό φέουδο των δεσποτών των «αγορών» είναι ενσωματωμένο σε και κουβαλιέται από ΚΑΘΕ άνθρωπο, πράγμα, κατάσταση, σύμβαση, κ.ο.κ. που μπορούν να επηρεάζουν άμεσα οι θελήσεις και στοχοθεσίες τους.
Εάν θα επιχειρούσαμε να ορίσουμε αυτούς τους νέους άϋλους πύργους των σύγχρονων φεουδαρχών, τις λεγόμενες «αγορές», θα καταλήγαμε στο ότι αυτές δεν είναι παρά ένας μηχανισμός που υπό το πρόσχημα της εκτίμησης και τιμολόγησης των «επενδυτικών» κινδύνων, πολλαπλασιάζει το δεδομένο τακτικό, πλαστικό, ηλεκτρονικό κ.ο.κ. χρήμα, αλλά και ταυτόχρονα επιτίθεται στο εθνικό κράτος που γεννήθηκε ταυτόχρονα σχεδόν με τον Καπιταλισμό και έζησε παράλληλα με αυτόν έως την αυγή του 21ου αιώνα. Η κύρια επίθεση γίνεται με την επιβολή του αυθαίρετου δόγματος ότι τάχα η επιβίωση των κρατών εξαρτάται όχι από την στρατιωτικο-πολιτική τους ισχύ, αλλά από το κατά πόσο είναι σε θέση ν’ αναχρηματοδοτήσουν τα χρέη τους, λες και πρόκειται για εταιρείες, παρά το γεγονός ότι τα κράτη υπόκεινται σε υποχρεωτική συνέχεια ακόμη και σε περίπτωση πτωχεύσεώς τους.
Όμως, το παράλληλο αλλ’ όχι ταυτόσημο με τον Καπιταλισμό εθνικό κράτος είναι εκείνο που εδώ και δυο αιώνες βρίσκεται στην άλλη πλευρά του κοινωνικού «καπιταλιστικού» συμβολαίου και εγγυάται τα κατακτημένα μετά από σκληρούς αγώνες δικαιώματα του λαού, κυρίως εκείνα που αποτελούν μελλοντική διαρκή απαίτηση, όπως λ.χ. σύνταξη γήρατος, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, κ.ά. Εξαφανισθέντος αυτού, κανείς απολύτως δεν υπάρχει στην άλλη πλευρά του συμβολαίου, το οποίο συνεπώς καθίσταται άκυρο ή ανύπαρκτο. Οι άφατοι και ανώνυμοι φεουδάρχες των «αγορών» δεν υποχρεούνται, ούτε έχουν άλλωστε την καλή προαίρεση να «χάνουν» χρήμα για διατήρηση δικαιωμάτων που ίσχυαν στο «παρελθόν» καθεστώς του Καπιταλισμού, όπως συντάξεις γήρατος, ιατροφαρμακευτικές περίθαλψεις, κ.ά. για τεράστια πλήθη που δεν έχουν τίποτε να κάνουν με τον νέο μηχανισμό κερδοφορίας που ούτε καν βασίζεται στην καπιταλιστική παραγωγή (ή στην συνακόλουθη κατανάλωση των παραγομένων). Σε όλο τον «προηγμένο» κόσμο, η τεράστια αστική τάξη (σε όλη την διαστρωμάτωσή της) θα εξουδετερωθεί με μία εσπευσμένη φτωχοποίησή της, με το να υποχρεωθεί δηλαδή να φυτοζωεί εφεξής στο (ανά χώρα) όριο της φτώχειας ή ακόμα και λίγο ή αρκετά κάτω από αυτό.
Το ίδιο το εθνικό κράτος θα υποχρεωθεί σε εξαφάνιση, αφού αυτό που μεθοδεύεται σε παγκόσμιο επίπεδο από τους «δεσπότες» των «αγορών» είναι η πτώχευση ΟΛΩΝ των κρατών, που κατά την ρητορική που ήδη ακούσαμε κατά της Ελλάδος, θα είναι υποχρεωμένα ν’ αποχαιρετίσουν το ένα μετά το άλλο την εθνική τους κυριαρχία. Ο τελετουργικός θάνατος της τελευταίας συνέβη άλλωστε στην Λιβύη με το πρόσχημα της επιβολής της υποχρεωτικής «democracy and freedom» αν και κανείς δεν φάνηκε να καταλαβαίνει τι ακριβώς διαδραματίστηκε εκεί. Υπάρχει άλλωστε και ένα άλλο ακανθώδες ερώτημα: η «δυτική» πολυεπίπεδη υποστήριξη ισλαμιστών, και άρα a priori αντιδημοκρατών, ως δήθεν «αγωνιστών» της δημοκρατίας και της ελευθερίας, οφείλεται σε ογκώδη αφέλεια ή μαρτυράει μία ανάγκη των νέων φεουδαρχών να επαναφέρουν και να θέσουν εκ δεξιών τους και τις (πάσης ετικέττας) θεοκρατίες, που κατά το παρελθόν συνδεσπότευσαν με τους παλαιούς φεουδάρχες;
Παραλαμβάνοντας την σκυτάλη του οικονομισμού από τον νικημένο Καπιταλισμό και τον ακόμα πιο νικημένο Μαρξισμό, η νέα φεουδαρχία των «αγορών», εκτοπίζει σε ακόμα μεγαλύτερα βάθη τον Άνθρωπο, υποχρεώνοντας τα πλήθη να σκέπτονται ακατάπαυστα, και μάλιστα τις περισσότερες φορές με προσωπική αγωνία, αριθμούς, ποσοστά και οικονομικές σχέσεις. Οι πολιτικοί παραδίδουν τα δημόσια πράγματα σε απανθρωποιημένους τεχνοκράτες, οι κοινωνίες υποχωρούν σε αθροίσματα προσώπων πρόθυμων να καννιβαλίσουν ακόμα και τους περισσότερο οικείους τους, το ενδιαφέρον για τους ανθρώπους υποχωρεί σε όλα τα επίπεδα και αντ’ αυτού προελαύνει ο πιο έξαλλος οικονομισμός που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα. Από κοντά στο κυνήγι του Ανθρώπου βεβαίως και οι (πάσης ετικέττας) θεοκράτες, που όπως είπαμε παραπάνω, μάλλον προωθούνται από τους «δεσπότες» των «αγορών» για συνδεσποτεία, αφού αποδεδειγμένα μπορούν να εγγυηθούν την ταχεία αποκοίμιση της όποιας τάσης για αγανάκτηση.
Οι κρατούντες άφατοι και ανώνυμοι φεουδάρχες των «αγορών» χρησιμοποιούν επίσης τα μέσα διείσδυσης στις συνειδήσεις των πληθών (ηλεκτρονικά και έντυπα ΜΜΕ) για να πείσουν τους πάντες ότι η ανωμαλία που εκπροσωπούν είναι τάχα κάτι το αναπόφευκτο, ενώ ταυτόχρονα οι πολιτικοί υπηρέτες τους κάνουν το παν για να επιβεβαιώσουν του ισχυρισμού το υποτιθέμενο αληθές ώστε να παγώνουν ακόμα περισσότερο οι υπό διαχείριση μάζες.
Ξεκινήσαμε το κείμενο αυτό με την αποσαφήνιση ότι αντίθετα από όσα θέλει να επιβάλει ο θρησκευτικός μονοθεϊσμός και όλες οι πολιτισμικές και πολιτικές του εκπορεύσεις, η Ιστορία δεν έχει ούτε «λογική», ούτε «κατεύθυνση», άρα δεν υπάρχουν αναπόφευκτα ή μη μαχητά πράγματα. Που πάει να πει ότι οφείλουμε από τώρα, σήμερα, ετούτη την ώρα και στιγμή, ν’ αρχίσουμε τις προετοιμασίες μας για αγώνα ενάντια στον τερατώδη κόσμο που έχουν αρχίσει να επιβάλλουν. Έναν κανονικό αγώνα, αφού θα έχει προηγουμένως προσδιοριστεί με τη μέγιστη δυνατή σαφήνεια η ταυτότητα αλλά και η φύση του εχθρού, που δεν είναι άλλος από τον αρνητή του ανθρώπου.
Αρκετά η αγωνιζόμενη ανθρωπότητα πολέμησε επί τόσες και τόσες δεκαετίες ενάντια σε ανεμόμυλους, σπαταλώντας άσκοπα ενέργεια αλλά και αίμα για χάρη της α ή β «ευγενέστερης» εκδοχής του κτηνώδους οικονομισμού. Αυτή την φορά θα πολεμήσουμε με βάση τον άνθρωπο για τον άνθρωπο. Θα πολεμήσουμε για την επαναφορά της κοινότητας που έχει συνοχή, κυριαρχικό δικαίωμα και αυτάρκεια, για επαν-ανθρωπισμό και απο-οικονομοποίηση της ζωής, για τον αυτοσεβασμό μας και την τιμή προς την Φύση και τις αιώνιες αξίες, για την ισοτιμία και την αυτοθέσμιση, για το δικαίωμα του αυτοκαθορισμού, για την αξιοπρέπεια και την ελευθερία. Θα πολεμήσουμε με βάση τον Ανθρωπισμό για τον Ανθρωπισμό. Προς καμμία άλλη κατεύθυνση και με κανέναν άλλον γνώμονα.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου