«Πραγματικά κανένα πράγμα στον κόσμο δεν απασχόλησε τόσο πολύ τη σκέψη μου, όσο αυτό το Εγώ, αυτό το αίνιγμα ότι είμαι ζωντανός, ότι είμαι ένας, χωρισμένος και διαφορετικός από τους άλλους, ότι είμαι ο Σιντάρτα!
Κι όμως, για κανένα πράγμα στον κόσμο δεν ξέρω λιγότερα απ’ ότι για μένα, για τον Σιντάρτα!»
«Κοίταξε Καμάλα: όταν ρίχνεις μια πέτρα στο νερό, βιάζεται να βρει το συντομότερο δρόμο για το βυθό.
Έτσι γίνεται και όταν ο Σιντάρτα έχει ένα σκοπό, μια πρόθεση.
Ο Σιντάρτα δεν κάνει τίποτα, περιμένει, σκέφτεται, νηστεύει, αλλά περνάει μέσα από τα πράγματα του κόσμου όπως η πέτρα από το νερό, χωρίς να κάνει τίποτα, χωρίς να κινηθεί, κάτι τον τραβάει, αφήνεται να πέσει.
Ο σκοπός του τον τραβάει, γιατί δεν αφήνει να μπει στην ψυχή του τίποτα αντίθετο στο στόχο του.
Αυτό έμαθε ο Σιντάρτα από τους σαμάνους.
Αυτό οι ανόητοι το ονομάζουν θαύμα και πιστεύουν πως προκαλείται από τους δαίμονες.
Τίποτα δεν προέρχεται από τους δαίμονες, δεν υπάρχουν δαίμονες.
Ο καθένας μπορεί να κάνει θαύματα, καθένας μπορεί να πετύχει το σκοπό του, αν ξέρει να σκέφτεται, να περιμένει και να νηστεύει».
«Δες Γκοβίντα μου, αυτή είναι μια από τις σκέψεις που ανακάλυψα: Η σοφία δεν μεταδίδεται. Η σοφία που προσπαθεί να μεταδώσει ο σοφός ηχεί πάντα σαν τρέλα».
«Δεν αστειεύομαι. Λέω αυτό που ανακάλυψα. Μπορεί να μεταδώσει κανείς τη γνώση, αλλά όχι τη σοφία.
Τη σοφία μπορεί κανείς να τη βρει, μπορεί να τη ζήσει, μπορεί να ενισχυθεί απ’ αυτήν, να κάνει μ’ αυτή θαύματα, αλλά δεν μπορεί να την πει και να τη διδάξει.
Αυτό ήταν που υποψιαζόμουν καμιά φορά όταν ήμουν νέος, αυτό ήταν που με τράβηξε μακριά από τους δασκάλους.
Έχω ανακαλύψει μια σκέψη, Γκοβίντα, που θα σου φανεί πάλι σαν αστείο ή σαν τρέλα, αλλά είναι η καλύτερή μου σκέψη. Άκουσε τη: το αντίθετο κάθε αλήθειας είναι εξίσου αληθινό!
Δηλαδή: μια αλήθεια που μπορεί να διατυπωθεί και περιβληθεί με λόγια είναι πάντα μονόπλευρη.
Μονόπλευρα είναι όλα όσα μπορεί κανείς να συλλογιστεί με σκέψεις και να πει με λέξεις, όλα μονόπλευρα, μισά όλα, αποκομμένα από την ολότητα, από τον κύκλο, από την ενότητα.
Όταν ο Φωτισμένος Βούδας μιλούσε διδάσκοντας για τον κόσμο, ήταν αναγκασμένος να τον διαιρέσει σε σαμσάρα και Νιρβάνα, σε πλάνη και αλήθεια, σε οδύνη και σε λύτρωση.
Δεν μπορεί κανείς να κάνει αλλιώς, δεν υπάρχει άλλος δρόμος γι’ αυτόν που θέλει να διδάξει.
Ο κόσμος όμως, όσα συμβαίνουν γύρω μας και μέσα μας, δεν είναι ποτέ μονόπλευρος.
Ποτέ ένας άνθρωπος ή μια πράξη δεν είναι μόνο σαμσάρα ή μόνο Νιρβάνα, ποτέ δεν είναι ένας άνθρωπος ολότελα άγιος ή εντελώς αμαρτωλός.
Κι αν φαίνεται έτσι, είναι γιατί είμαστε υποταγμένοι στην πλάνη πως ο χρόνος είναι κάτι πραγματικό.
Ο χρόνος δεν είναι πραγματικός, Γκοβίντα, το διδάχτηκα πολλές φορές αυτό.
Κι αν ο χρόνος δεν είναι πραγματικός, τότε είναι πλάνη και η διαχωριστική γραμμή που φαίνεται πως υπάρχει ανάμεσα στον κόσμο και την αιωνιότητα, ανάμεσα στην οδύνη και τη μακαριότητα, ανάμεσα στο καλό και το κακό».
Έρμαν Έσσε, Σιντάρτα. Ένα ινδικό παραμύθι
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου