Από τους μεγάλους συγγραφείς της επιστημονικής φαντασίας. Από τους ελάχιστους του είδους που θεωρούνται και μεγάλοι λογοτέχνες. Χαρακτηριστικά του έργα: «Ούμπικ», «Ο Άνθρωπος στο Ψηλό Κάστρο», «Τα Ανδροειδή Ονειρεύονται Ηλεκτρικά Πρόβατα;». Αρκετά από τα βιβλία του έγιναν ταινίες, όπως το κλασικό «Blade Runner», το «Minority Report», το «Total Recall» κ.ά.
Το έργο του χαρακτηρίζεται από δυο θεμελιώδη ερωτήματα που προσπάθησε, σχεδόν με αγωνία, να απαντήσει όχι μόνο στα γραπτά του αλλά και στην ζωή του: Τι είναι πραγματικό και Τι είναι ανθρώπινο; Στα έργα του η πραγματικότητα συχνά παρουσιάζεται σαν κάτι υποκειμενικό και ευμετάβλητο, ενώ η πλαστοπροσωπία, η κατάρρευση του πολιτισμού και η απειλή του ολοκληρωτισμού παραμονεύει παντού, συχνά σ’ ένα καταθλιπτικό και κλειστοφοβικό σκηνικό, όπως ήταν κι η ίδια η ζωή του.
Η μεταφυσική, η φιλοσοφία, η ψυχανάλυση, η πολιτική και, στο ύστερο έργο του, ο γνωστικισμός, η πρωτοχριστιανική φιλοσοφία και η θεολογία είναι κατευθυντήριες γραμμές στο έργο του. Προς το τέλος της ζωής του υποστήριξε ότι τον είχε καταλάβει το πνεύμα ενός χριστιανού του 1ου αιώνα. Την εμπειρία του αυτή την κατέγραψε σε μια σειρά από παράξενα αφηγήματα.
Γεννήθηκε στο Σικάγο, γιος του Έντγκαρ Ντικ και της Ντόροθυ Κίντρεντ Ντικ. Γεννήθηκε πρόωρα, μαζί με την δίδυμη αδελφή του Τζέιν που πέθανε στις 26 Ιανουαρίου 1929. Ο θάνατος της αδελφής του άρχισε να στοιχειώνει τον Ντικ από πολύ μικρή ηλικία, προκαλώντας του ενοχές και εμφανιζόμενη ως θέμα σε κάποια από τα έργα του, ένας θάνατος που σημάδεψε την ζωή και τα γραπτά έργα του Φίλιπ Ντικ. Το 1932 οι γονείς του χωρίζουν και η μητέρα του με τον Φίλιπ Ντικ μετακομίζουν στην Ουάσινγκτον. Επιστρέφουν στο Μπέρκλεϋ στην Καλιφόρνια το 1938 μέρος που έγινε σκηνικό για πολλά από τα μετέπειτα γραπτά του Ντικ.
Πήγε σχολείο στο Μπέρκλεϋ και έγινε δεκτός στο εκεί πανεπιστήμιο για σπουδές στα Γερμανικά και τη Μεταφυσική, αποβλήθηκε όμως πριν τελειώσει το πρώτο εξάμηνο επειδή αρνήθηκε να παρακολουθήσει ένα (υποχρεωτικό τότε στα Κολέγια της Αμερικής) μάθημα στρατιωτικής εκπαίδευσης. Μετά από έναν εξάμηνο γάμο, στα είκοσί του, με τη Ζανέτ Μαρλίν το 1948, παντρεύτηκε την ελληνικής καταγωγής Κλειώ Αποστολίδου το 1950, με την οποία θα έμενε μέχρι το 1958. Την περίοδο εκείνη εργαζόταν σε δισκοπωλείο, ενώ είχε και την δική του ραδιοφωνική εκπομπή κλασικής μουσικής. Αναμίχθηκε στην πολιτική και το ριζοσπαστικό κίνημα της εποχής και το FBI και η αστυνομία θ’ ασχολούνταν αρκετά συχνά μαζί του, ειδικά στην δεκαετία του ’50.
Διάβασε επιστημονική φαντασία για πρώτη φορά στην ηλικία των δώδεκα ετών, στο περιοδικό Stirring Science Stories, και τον επόμενο κιόλας χρόνο έγραψε το πρώτο του σύντομο μυθιστόρημα με τίτλο Επιστροφή στη χώρα των Λιλλιπούτειων. Στην αρχή της δεκαετίας του 1950 άρχισε να δημοσιεύει διηγήματα στο περιοδικό Fantasy and Science Fiction του Σαν Φρανσίσκο, που διευθυνόταν από το μέντορα και φίλο του Άντονυ Μπουσέ. Το πρώτο διήγημα επιστημονικής φαντασίας που πούλησε, το φθινόπωρο του 1951, ήταν το Ρουγκ (Roog), ενώ το πρώτο που δημοσιεύτηκε ήταν το Πίσω Παραμονεύει το Γουμπ (Beyond Lies the Wub) το 1952.
Την τριετία 1952-1954 δημοσίευσε 62 διηγήματα (τα μισά απ’ την συνολική του παραγωγή διηγημάτων). Τον Ιούνιο του 1953, επτά διηγήματα του Ντικ εμφανίστηκαν ταυτόχρονα σε διάφορα περιοδικά. Η υπερπαραγωγή αυτή ήταν αποτέλεσμα όχι μόνο του πάθους του για την επιστημονική φαντασία, μα και της δύσκολης οικονομικής του κατάστασης: στην εισαγωγή της συλλογής διηγημάτων Ο Χρυσός Άντρας, περιγράφει το πώς αυτός κι η γυναίκα του ήταν αναγκασμένοι συχνά να τρέφονται με κιμά αλόγου, που κανονικά χρησιμοποιείται για σκυλοτροφή.
Η αντιμετώπιση της επιστημονικής φαντασίας, την εποχή εκείνη, ως περιθωριακό είδος είχε ως αποτέλεσμα το ουσιαστικά ανύπαρκτο δίκτυο διανομής και την αδυναμία ελέγχου των δικαιωμάτων. Έτσι το έργο αυτής της περιόδου, δημοσιευμένο σε μικρά περιοδικά, του απέφερε δυσανάλογα μικρά ποσά σε σχέση με την παραγωγή του. Παρ’ όλα αυτά ο Ντικ όχι μόνο δεν σταμάτησε να γράφει, αλλά εγκατέλειψε και την δουλειά του στο δισκοπωλείο, αποφασισμένος να γίνει επαγγελματίας συγγραφέας. Τα διηγήματα αυτής της περιόδου, μπροστά απ’ την εποχή τους, είναι μια μεταβατική φάση ανάμεσα στη space opera της δεκαετίας του ’50 και την «σοβαρή», εναλλακτική επιστημονική φαντασία που θα άνθιζε την επόμενη δεκαετία.
Το 1954, μετά από μια συνάντηση με το είδωλό του Α. Ε. Βαν Βογκτ, αποφάσισε να στραφεί στην συγγραφή μυθιστορημάτων, πουλώντας το πρώτο από αυτά, το Solar Lottery, το 1955.
Γράφοντας τα μυθιστορήματά του με τον ίδιο πυρετώδη ρυθμό, εκδίδει δεκάξι μυθιστορήματα μεταξύ 1955 και 1964. Τέσσερα έμειναν αδημοσίευτα: ήταν μυθιστορήματα συμβατικής λογοτεχνίας που όλα απορρίφθηκαν, γεγονός που στοίχισε πολύ στον Ντικ. Το 1959 παντρεύεται στο Μεξικό την τρίτη γυναίκα του Άνι Γουίλιαμς Ρουμπενστάιν (Anne Williams Rubenstein) με την οποία αποκτά την πρώτη του κόρη Λώρα Άρτσερ Ντικ (Laura Archer Dick) το 1960, γάμος που κράτησε μέχρι το 1964 (το διαζύγιο βγήκε το 1965). Αποκορύφωμα αυτής της δημιουργικής περιόδου, που ουσιαστικά συνδύασε την επιστημονική φαντασία με την πειραματική και εναλλακτική λογοτεχνία, ήταν το Ο Άνθρωπος στο Ψηλό Κάστρο (The Man In The High Castle), βιβλίο γραμμένο με την βοήθεια του Ι Τσινγκ (το οποίο παίζει και κεντρικό ρόλο στην υπόθεση), που του απέφερε το βραβείο Hugo του 1963. Παρά την βράβευση όμως, και την ολοένα μεγαλύτερη αναγνώριση από κριτικούς και κοινό, τα οικονομικά του δεν καλυτέρευσαν, εν μέρει λόγω της επιμονής του να δουλεύει χωρίς συμβόλαιο με εκδότη. Όπως έγραφε ο ίδιος αργότερα, ήταν αναγκασμένος να γράφει σε τρελούς ρυθμούς, τελειώνοντας ως κι εξήντα σελίδες την μέρα, και για να τα καταφέρει στηρίχτηκε στις αμφεταμίνες, που θα τον συντρόφευαν ως το τέλος της ζωής του. Το αποτέλεσμα της φτώχειας, της απογοήτευσης αλλά και της αμφεταμίνης ήταν τόσο να διαλυθεί ο γάμος του όσο και κάτι άλλο, που θα άλλαζε την οπτική του για τον κόσμο.
Το 1963, κατά την διάρκεια ενός περιπάτου, ο Φίλιπ Ντικ στρέφει το βλέμμα του στον ουρανό κι αντικρίζει ένα μοχθηρό, απαίσιο πρόσωπο με σκιστά μάτια. Το όραμα τον καταδιώκει για ένα μήνα, και σ’ αυτό ο Ντικ αναγνωρίζει το απόλυτο κακό, την εντροπία που κυβερνά το σύμπαν και καταστρέφει τα πάντα (αναζήτησε το άρθρο: The Big Boss: Ιαλδαβαώθ – Γιαχβέ – Σαβαώθ – Σακλάς- Αμπράξας ). Καρπός της μεταφυσικής αυτής εμπειρίας είναι το μυθιστόρημα «Τα Τρία Στίγματα του Πάλμερ Έλντριτς» (μοναδικά εκπληκτικό έργο), ενώ η ιδέα του πανταχού παρόντος εντροπικού κακού διαποτίζει το έργο του -και την ζωή του- για την επόμενη δεκαετία.
Στρέφεται για βοήθεια στον χριστιανισμό και αργότερα στον βουδισμό, ενώ αρχίζει και κατασκευάζει ένα δικό του κόσμο (idios kosmos), μέσα στον οποίο σε λίγα χρόνια θα χαθεί. Τα μυθιστορήματά του γίνονται σκοτεινότερα, οι ήρωές του πιο απελπισμένοι, η πραγματικότητα πιο εύθραυστη. Στα μυθιστορήματα αυτής της περιόδου, όπως στα Αντίστροφος Κόσμος και Ubik, η ροή του χρόνου αντιστρέφεται και η πραγματικότητα επηρεάζεται τόσο απ’ το παρόν όσο κι απ’ το μέλλον, έτοιμη να καταρρεύσει ανά πάσα στιγμή. Ο ίδιος αρχίζει να πίνει, παίρνοντας πάντα και αμφεταμίνες και να βυθίζεται στην κατάθλιψη.
Παντρεύεται ξανά το 1966, την Νάνσυ Χάκετ (Nancy Hackett) (τέταρτος γάμος) με την οποία θα αποκτήσει το 1967 την δεύτερη κόρη του Ιζόλδη Φρέια Ντικ (Isolde Freya Dick) και η οποία τον εγκαταλείπει το 1970 και τελικά χωρίζει το 1972. Σταματάει το γράψιμο και πέφτει για τα καλά στα ναρκωτικά (LSD), και για ένα διάστημα οι παρέες του είναι πρεζόνια κι έμποροι. Εγκαθίσταται στο Βανκούβερ, προσπαθώντας ν’ αλλάξει τα πράγματα, αλλά καταλήγει, μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας (1972), σε κλινική αποτοξίνωσης. Γυρίζοντας στο Όραντζ, καθαρός πια, παντρεύεται τον Απρίλιο του 1973 την Τέσσα Μπάζμπυ, την τελευταία του γυναίκα, με την οποία αποκτούν το τρίτο του παιδί Κρίστοφερ, το πρώτο αγόρι, και ξαναρχίζει να γράφει.
Στις 20 Φλεβάρη του 1974 η ζωή του Φίλιπ Ντικ άλλαξε για πάντα. Εκείνη την μέρα, παραλαμβάνοντας ένα πακέτο με παυσίπονα, πρόσεξε ότι το κορίτσι που έκανε την παράδοση φορούσε ως μενταγιόν τον ιχθύ, το σύμβολο των πρώτων χριστιανών για τον Γιαχβέ-Ιησού. Μετά την συνάντηση αυτή είχε ένα όραμα, όπου το κορίτσι κι αυτός ζούσαν στα πρώτα μετά χριστό χρόνια. Σε λίγες μέρες άρχισε να έχει παραισθήσεις, όπως φωτιές που έβγαιναν απ’ το πουθενά και φωνές, που μεταξύ άλλων τον προειδοποίησαν για μια εκ γενετής ανατομική ανωμαλία του γιου του Κρίστοφερ. Μετά την επιμονή του Ντικ να γίνουν εξετάσεις στο παιδί, αποδείχτηκε ότι όντως είχε βουβωνική κήλη. Επίσης, ισχυρίστηκε ότι έζησε για ένα χρόνο τη ζωή των πρώτων χριστιανικών χρόνων μέσα απ’ τα μάτια του Θωμά, ενός χριστιανού της πρώτης μετά χριστό εποχής, που έγινε το alter ego του σ’ εκείνα τα χρόνια. Κατά τους ισχυρισμούς της γυναίκας του, εκείνο τον καιρό μιλούσε κατά καιρούς την κοινή Ελληνική, μια αρχαία Ελληνική διάλεκτο που ποτέ πριν δεν είχε μελετήσει ή μάθει.
Αυτό που κυρίως έβλεπε ο Ντικ όμως ήταν μια δέσμη ροζ φωτός, που το Μάρτιο του 1974 τον επισκεπτόταν συχνά και τον τροφοδοτούσε με πληροφορίες για την φύση του κόσμου και του θεού. Αυτή η οντότητα νιώθει ότι τον έχει κυριεύσει κι ελέγχει τις πράξεις του. Την δέσμη αυτή πληροφοριών ο Ντικ ονόμασε Valis και, χωρίς ποτέ να σταματήσει να αμφισβητεί την αντικειμενική ύπαρξή της ή και την ίδια του την ψυχική υγεία, υποστήριξε ότι ήταν μια προσπάθεια επικοινωνίας από εξωγήινους μέσω ενός αρχαίου δορυφόρου που βρίσκεται σε τροχιά γύρω από την Γη. Ο Λόγος του θεού, κατά την θεωρία αυτή, κοιμήθηκε για δυο χιλιάδες χρόνια στους κώδικες του Ναγκ Χαμαντί και τώρα επέστρεφε με την μορφή του Valis στην Γη για να βάλει τέλος στην «Αυτοκρατορία που ποτέ δεν τελείωσε» την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία που συνέχιζε με την μορφή των Ηνωμένων Πολιτειών και του τότε προέδρου της Ρίτσαρντ Νίξον.
Τις συναντήσεις του με το Valis και τις σκέψεις του πάνω στην εμπειρία του αυτή κατέγραψε σ’ ένα ημερολόγιο 8.000 σελίδων με τίτλο Εξήγησις (Exegesis) και θεολογικό/γνωστικιστικό τόνο. Εκ των υστέρων μάλιστα ανακάλυψε ότι το Valis του είχε «υπαγορεύσει» μια προφητεία για την επιστροφή του Γιαχβέ-Χριστού, που ήταν κρυμμένη στο μυθιστόρημα του 1974 Κυλήστε Δάκρυά Μου, Είπε ο Αστυνόμος. Η εμπειρία του περιγράφεται με λεπτομέρεια και στο ομώνυμο μυθιστόρημα Valis, ένα απ’ τα τελευταία έργα του, που γράφτηκε μέσα σε επτά μόνο μέρες το 1979. Το Valis είναι αρκτικόλεξο που σημαίνει Vast Active Living Intelligence System, (Αχανές Ενεργό Ζωντανό Σύστημα Νοημοσύνης).
Την περίοδο αυτή επίσης άρχισε να φοβάται όλο και περισσότερο συνωμοσίες της CIA και του FBI εναντίον του, με αποτέλεσμα αρκετές φορές να μην βγαίνει απ’ το σπίτι του για μέρες και να κλονιστεί ο γάμος του. Τόσο ήταν το δόσιμό του στην μυστικιστική αυτή εμπειρία που, όταν το 1976 το Valis – αλλά και η γυναίκα του με το παιδί του – τον εγκατέλειψαν, προσπάθησε ξανά να αυτοκτονήσει. Τον επόμενο χρόνο, στο συνέδριο επιστημονικής φαντασίας στο Μετς της Γαλλίας του επιφυλάχθηκε υποδοχή μεγάλου συγγραφέα. Εκεί σόκαρε τους παρευρισκόμενους εκφωνώντας ένα δίωρο ακατανόητο λόγο (κάτι που αναγνωρίζει πλήρως αργότερα), βασισμένο στις πληροφορίες που είχε αντλήσει από το Valis.
Παρ’ όλα αυτά, ο γραπτός του λόγος παρέμεινε σαφής, καθαρός και δυνατός όπως και πριν, μέχρι το τέλος της ζωής του. Τα μυθιστορήματα αυτής της περιόδου είναι κυρίως αυτοβιογραφικά και, εκτός απ’ το Έρευνα στο Σκοτάδι (A Scanner Darkly), που βασίζεται στις εμπειρίες του με τα ναρκωτικά, και το Deus Irae που ξεκίνησε να γράφει μαζί με τον Ρότζερ Ζελάζνυ, έχουν να κάνουν με τα γεγονότα που ο ίδιος ονόμασε 2-3-74 (Φλεβάρης-Μάρτιος 1974). Μέχρι το θάνατό του πάντως, ο ίδιος δεν ήταν σίγουρος τι ακριβώς ήταν αυτό που βίωσε.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Ντικ γνώρισε την αναγνώριση και την οικονομική άνεση που τόσο στερήθηκε το προηγούμενο διάστημα. Εκδόθηκε επιτέλους ένα συμβατικό μυθιστόρημά του, το «Πριν από το Τέλος του Κόσμου» και μεγάλα ποσά άρχισαν να φτάνουν απ’ τις αυξανόμενες πωλήσεις των βιβλίων του. Χάρισε αρκετά απ’ αυτά τα χρήματα σε φιλανθρωπίες και συνέχισε να ζει λιτά, αφοσιωμένος στην ολοκλήρωση της θεολογικής τριλογίας μυθιστορημάτων Valis, Θεϊκή Εισβολή και Η Μετεμψύχωση του Τίμοθυ Άρτσερ. Το 1978 πεθαίνει η μητέρα του.
Το 1980 άρχισε το γύρισμα σε ταινία του βιβλίου του Ονειρεύονται τα ανδροειδή ηλεκτρικά πρόβατα;» με τον τίτλο «Blade Runner», μια υπόθεση που τον άγχωσε υπερβολικά και τον έφερε αρχικά σε αντιπαράθεση με τον σκηνοθέτη Ρίντλεϊ Σκοτ. Η ταινία θα του χάριζε φήμη στο πλατύ κοινό· μια φήμη όμως που δεν πρόλαβε να χαρεί. Η υπερπροσπάθεια και οι καταχρήσεις των προηγούμενων χρόνων, μαζί με το άγχος του για την ταινία, άρχισαν να κλονίζουν σοβαρά την υγεία του. Στα μέσα του Φλεβάρη του 1982 έπαθε εγκεφαλικό. Δεν συνήλθε ποτέ και στις 2 Μαρτίου 1982 έφυγε στο Σάντα Άνα της Καλιφόρνια από καρδιακή ανεπάρκεια. Το Blade Runner βγήκε στις αίθουσες μόλις τέσσερις μήνες μετά.
Η σορός του μεταφέρθηκε από τον πατέρα του στο Φορτ Μόργκαν του Κολοράντο, όπου ήταν θαμμένη η δίδυμη αδελφή του. Όταν είχε πεθάνει η Τζέιν, στον τάφο είχαν χαραχτεί τα ονόματα και των δυο τους, με έναν κενό χώρο για την ημερομηνία θανάτου του Φιλ. Μετά από πενήντα τρία χρόνια, η ημερομηνία αυτή χαράχτηκε κι ο Φίλιπ Ντικ ενώθηκε ξανά με την αδερφή του.
Ο Φίλιπ Ντικ θεωρείται από τις πιο σημαντικές και πολυσυζητημένες παρουσίες στο είδος του. Συνδύασε την εναλλακτική λογοτεχνία με την επιστημονική φαντασία, ανοίγοντας το δρόμο στους σημαντικούς συγγραφείς του είδους που ακολούθησαν την δεκαετία του ’60, όπως ο Ρότζερ Ζελάζνυ, ο Χάρλαν Έλλισον, ο Νόρμαν Σπίνραντ. Θεωρείται δε πρόδρομος του Cyberpunk, του παρακλαδιού της επιστημονικής φαντασίας που θα αναπτυσσόταν στις δεκαετίες ’70 και ’80.
Σε αντίθεση με τους περισσότερους συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας της γενιάς του, που έγραφαν για αστραφτερά διαστημόπλοια, επικές μάχες και όμορφες εξωγήινες, ο Ντικ προτίμησε για ήρωες στα διηγήματα και μυθιστορήματά του απλούς, καθημερινούς ανθρώπους, που όμως γίνονται ξαφνικά μάρτυρες μιας αποκάλυψης κοσμικών διαστάσεων ή βρίσκονται να κρατούν την τύχη του κόσμου στα χέρια τους, συχνά χωρίς να καταφέρουν να φανούν αντάξιοι. Στα έργα του, η πραγματικότητα αποσυντίθεται ή αποδεικνύεται ότι είναι ένα όνειρο μέσα σ’ ένα όνειρο μέσα σ’ ένα άλλο όνειρο.
Διαθέτοντας μια αεικίνητη και σπινθηροβόλα φαντασία, κατάφερε να παρουσιάζει, συχνά με πικρή ειρωνεία, το εξωπραγματικό ως εντελώς οικείο και το ανάποδο, σε μια πλοκή γεμάτη ανατροπές: ένα μικροσκόπιο επιτίθεται στο χειριστή του· ο Χριστός των εξωγήινων τρώει το σώμα των πιστών του κι όχι το αντίθετο, πεταλούδες επιτίθενται στους ανθρώπους οπλισμένες με σιδεροπρίονα, μεταλλαγμένα ποντίκια ασχολούνται με την λογιστική, αυτό που ενεργοποιεί την βόμβα στο σώμα ενός ρομπότ είναι η συνειδητοποίηση ότι είναι ρομπότ κι όχι άνθρωπος. Οι φιλοσοφικοί, πολιτικοί και υπαρξιακοί προβληματισμοί που εκφράζονται στα έργα του, τον κατατάσσουν ανάμεσα στους διανοητές σύγχρονους συγγραφείς. Από αρκετούς θεωρείται ο σημαντικότερος Αμερικανός λογοτέχνης του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα.
Ο Φίλιπ Ντικ ακροβάτησε στην λεπτή γραμμή που χωρίζει την ιδιοφυΐα από την τρέλα, πότε στην από δω μεριά και πότε στην από κει. Υπάρχουν αυτοί που τον τοποθετούν σαφώς σε μια από τις δυο πλευρές. Όπως κι αυτοί που αναγνωρίζουν έναν «άγιο Φιλ» στα έργα του των τελευταίων χρόνων. Σε κάθε περίπτωση, ο Φίλιπ Ντικ έγραψε μυθιστορήματα και διηγήματα που όχι μόνο συνεχίζουν να κερδίζουν φανατικούς αναγνώστες, μα που άλλαξαν και το είδος της επιστημονικής φαντασίας, φτάνοντάς το στην ωριμότητά του. Χάρη και σε αυτόν, η επιστημονική φαντασία βγήκε απ’ το περιθώριο και καθιερώθηκε ως σοβαρό λογοτεχνικό είδος· αυτός, όμως, πλήρωσε το μεγαλύτερο τίμημα γι’ αυτή την αλλαγή.
Διάβασε μερικά αποσπάσματα από τα βιβλία του:
Philip K. Dick (1928-1982)
Martian Time-Slip (Εμείς οι Αρειανοί) 1964
»Καταλαβαίνω πια τι σημαίνει ψύχωση, είναι η πλήρης αλλοτρίωση των πραγμάτων του εξωτερικού κόσμου, ιδίως όσων σημαίνουν πολλά για μας· είναι η αποξένωση από τα ανθρώπινα πλάσματα που κατοικούν σ’ αυτόν τον κόσμο.
»Το κάθε παιδί έπρεπε να μάθει να ζει παρατηρώντας όσους βρίσκονταν γύρω του, τους γονείς και τους καθηγητές του, τους αντιπροσώπους γενικά κάθε μορφής εξουσίας. Συνεπώς, ο αληθινός αυτισμός, δεν ήταν σε τελευταία ανάλυση παρά η αδιαφορία απέναντι στην συλλογική προσπάθεια, η ατομικιστική συμπεριφορά που υπονοούσε ότι ο κάθε άνθρωπος ήταν αυτεξούσιος δημιουργός αξιών και όχι παθητικός δέκτης την κληρονομούμενων αξιών της κοινότητας.
»Ο σκοπός της ζωής είναι άγνωστος, και ως εκ τούτου το αληθινό είναι κρυμμένο από τα μάτια των ζωντανών πλασμάτων. Ποιος μπορεί να πει με σιγουριά ότι δεν είναι οι σχιζοφρενείς που έχουν το δίκιο;
Το ηλεκτρικό πρόβατο (1968)
»Η συμπάθεια, προφανώς, υπάρχει μόνο μέσα στην ανθρώπινη κοινότητα, ενώ η νοημοσύνη μπορεί να βρεθεί σε κάθε οικογένεια και συνομοταξία, συμπεριλαμβανομένων και των αραχνιδών. Αν μη τι άλλο, η συμπαθητική ικανότητα απαιτεί ένα αμείωτο ομαδικό ένστικτο.
»Συμπάθεια απέναντι σε μια τεχνητή κατασκευή; ρώτησε τον εαυτό του. Σε κάτι που προσποιείται μόνο ότι είναι ζωντανό; Πάει η διάκριση μεταξύ αυθεντικών ζωντανών ανθρώπων και ανθρωποειδών κατασκευών.
»Όταν έχεις κατάθλιψη δεν σ’ ενδιαφέρει. Γίνεσαι απαθής, γιατί χάνεις την αίσθηση της αξίας. Δεν έχει νόημα αν θα νιώσεις καλύτερα γιατί αν δεν έχει για σένα αξία…
»Ο Μέρσερ είπε: Θα χρειαστεί να κάνεις αυτό που δεν είναι σωστό όπου και να πας. Είναι ο βασικός όρος της ζωής, να χρειάζεται να παραβιάσεις την ταυτότητά σου. Σε κάποια στιγμή, κάθε ζωντανό πλάσμα πρέπει να το κάνει αυτό. Είναι η έσχατη σκιά, η ήττα της δημιουργίας· αυτή είναι η κατάρα που τρέφεται από την ζωή. Παντού στο σύμπαν. «Λένε τώρα ότι ο Μέρσερ είναι απάτη» (παρατηρεί στο τελευταίο κεφάλαιο η μις Μάρστεν), «Ο Μέρσερ δεν είναι απάτη», απαντά ο Ντέκαρτ, «εκτός κι αν η πραγματικότητα είναι απάτη».
A Scanner Darkly (Έρευνα στο σκοτάδι) 1977
»Όταν είσαι τρελός μαθαίνεις να μην μιλάς.
»Κανενός τα βάσανα δεν είναι για πλάκα.
»Μια από τις πιο αποτελεσματικές μορφές βιομηχανικού ή πολιτικού σαμποτάζ πρέπει να περιορίζεται σε καταστροφές που δεν μπορούν να αποδειχθούν ποτέ ξεκάθαρα -ή ακόμα και καθόλου- ότι έγιναν σκόπιμα. Είναι σαν μια αόρατη πολιτική κίνηση· ίσως να μην υπάρχει καν.
»Το ασυνείδητο είναι επιλεκτικό· μαθαίνει τι είναι αυτό που πρέπει ν’ ακούει.
»Συνήθιζαν να λένε ότι βλέπουμε μόνο «αντανακλάσεις» της πραγματικότητας, είπε ο ψυχολόγος. Όχι την ίδια την πραγματικότητα. Το σοβαρότερο λάθος μιας αντανάκλασης δεν είναι ότι δεν είναι πραγματική, αλλά ότι είναι αντεστραμμένη.
»Μου φάνηκε σαν να είπαν ότι η παθητική ζωή είναι καλή. Αλλά δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα, άκου παθητική ζωή. Είναι αντίφαση.
Η κατάχρηση των ναρκωτικών δεν είναι αρρώστια, είναι απόφαση. Όπως όταν αποφασίζεις να πηδήξεις έξω από ένα αμάξι που τρέχει. Θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε εσφαλμένη κρίση· όχι αρρώστια.
Πώς να φτιάξεις ένα σύμπαν που να μην καταρρεύσει σε δύο μέρες (1978)
»Οι συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας, λυπάμαι που το λέω, πραγματικά δεν ξέρουν τίποτα. Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για την επιστήμη επειδή η σχετική μας γνώση είναι περιορισμένη και εκλαϊκευμένη, και συνήθως η φαντασία μας είναι φριχτή.
»Τα δύο βασικά θέματα που με ενθουσιάζουν είναι «Τι είναι πραγματικότητα;» και «Από ποια στοιχεία αποτελείται η αυθεντική ανθρώπινη ύπαρξη;»
»Πραγματικότητα είναι αυτό που ακόμα κι αν σταματήσεις να πιστεύεις σε αυτό δεν χάνεται.
»Γιατί σήμερα ζούμε σε μια κοινωνία όπου οι πλαστές πραγματικότητες κατασκευάζονται από τα ΜΜΕ, τις κυβερνήσεις, τις μεγάλες εταιρίες, τις θρησκευτικές οργανώσεις, τις πολιτικές οργανώσεις Έτσι λοιπόν ρωτώ, μέσα από τα γραπτά μου, τι είναι αληθινό; Γιατί συνεχώς βομβαρδιζόμαστε με ψευτοπραγματικότητες, κατασκευασμένες από σοφούς ανθρώπους που χρησιμοποιούν πολύ σοφούς ηλεκτρονικούς μηχανισμούς. Δεν δυσπιστώ για τα κίνητρά τους, δυσπιστώ για την δύναμή τους. Έχουν πολλή. Και είναι μια εκπληκτική δύναμη: αυτή της δημιουργίας ολόκληρων συμπάντων· συμπάντων του μυαλού. Δικαιούμαι να το ξέρω. Κάνω εξάλλου το ίδιο πράγμα.
»Ψεύτικες πραγματικότητες θα δημιουργήσουν ψεύτικους ανθρώπους. Ή ψεύτικοι άνθρωποι θα γεννήσουν ψεύτικες πραγματικότητες και μετά θα τις πουλήσουν σε άλλους ανθρώπους, μετατρέποντάς τους τελικά σε πλαστογράφους των εαυτών τους. Έτσι καταλήγουμε με πλαστούς ανθρώπους που επινοούν πλαστές πραγματικότητες και μετά τις ξεπουλάνε σε άλλους πλαστούς ανθρώπους. Είναι απλώς μια μεγάλη εκδοχή της Disneyland.
»Το βασικό εργαλείο για τον χειρισμό της πραγματικότητας είναι ο χειρισμός των λέξεων. Αν μπορείς να ελέγξεις το νόημα των λέξεων, μπορείς να ελέγξεις τους ανθρώπους που πρέπει να χρησιμοποιούν τις λέξεις. Αλλά ένας άλλος τρόπος να ελέγχεις το μυαλό των ανθρώπων είναι το να ελέγχεις την αντίληψή τους. Αν μπορείς να τους καταφέρεις να δουν τον κόσμο όπως και εσύ, θα σκέφτονται όπως κι εσύ.
»Η αυθεντική ανθρώπινη ύπαρξη είναι ένας από εμάς που ενστικτωδώς ξέρει τι δεν πρέπει να κάνει και ταυτόχρονα αρνιέται να το κάνει. Θα αρνηθεί να το κάνει ακόμα κι αν επιφέρει τρομερές συνέπειες σε αυτόν τον ίδιο και σε αυτούς που αγαπά. Αυτό είναι για μένα το έσχατο ηρωικό χαρακτηριστικό των συνηθισμένων ανθρώπων: λένε όχι στον τύραννο και δέχονται ήρεμα τις συνέπειες της αντίστασής τους.
»Υπάρχει τεράστια δύναμη στην δυνατότητα των παιδιών να αντιστέκονται στο απατηλό, στο ψεύτικο. Ένα παιδί έχει το πιο καθαρό βλέμμα και το πιο σταθερό χέρι.
Εισαγωγή στο «Ο χρυσαφένιος άντρας» (1980)
»Αυτό ήταν και είναι το πρόβλημά μου: η ανάρμοστη συμπεριφορά. Κοντολογίς, φοβάμαι την εξουσία, αλλά ταυτόχρονα απορρίπτω κι αυτήν και το φόβο μου κι επαναστατώ. Το να γράφεις επιστημονική φαντασία είναι ένας τρόπος να επαναστατείς. Η συμπεριφορά μου αυτή κρύβεται στα θέματα που υπάρχουν στα γραπτά μου, όπως «Ο κόσμος είναι πραγματικός;» ή » Είμαστε όλοι άνθρωποι ή μήπως μερικοί είναι απλά μηχανές αντανακλαστικών;»
»Έχω μέσα μου θυμό. Πάντα είχα. Ο θάνατος με τρελαίνει. Το μαρτύριο των ανθρώπων και των ζώων με τρελαίνει.
»Θέλω να γράψω για τους ανθρώπους που αγαπώ και να τους τοποθετήσω μέσα στους φανταστικούς κόσμους που έχω στο μυαλό μου. Όχι μέσα στον κόσμο που ζούμε, αυτός ο κόσμος δεν ικανοποιεί τις προδιαγραφές μου.
»Στην πραγματικότητα, τελικά, η κατάστασή μας, η ανθρώπινη κατάσταση, δεν είναι θλιβερή ή γεμάτη βαθιά νοήματα, αλλά αστεία.
»Η μουσική είναι ο μόνος δεσμός που κρατάει την ζωή μου σε συνοχή.
»Είναι η δουλειά μου και το ψώνιο μου που διασταυρώνονται και αναμιγνύονται. Δεν μπορείς να ζητήσεις τίποτα καλύτερο: Να είναι η δουλειά σου κι η αμαρτία σου ένα κράμα.
»Να γιατί αγαπώ την ε.φ. Μ’ αρέσει να την διαβάζω, μ’ αρέσει να την γράφω. Ο συγγραφέας ε.φ. δεν βλέπει απλώς τις πιθανότητες. Βλέπει τις τρελές πιθανότητες. Δεν είναι μονάχα το «Κι αν ~», είναι το «Θεέ μου, κι αν ~». Με φρενίτιδα κι υστερία.
»Αυτό που κατά την γνώμη μου βοηθάει -αν τέλος πάντων υπάρχει από κάπου βοήθεια- είναι η προσπάθεια να βρεις το μικροσκοπικό σπόρο του αστείου μέσα τον πυρήνα του τρομακτικού και του μάταιου. Μονάχα ένας τρόπος υπάρχει να την βγάλεις καθαρή: να βλέπεις σε κάθε τι ό,τι, τελικά, είναι αστείο.
VALIS (1981)
»Μερικές φορές η κατάλληλη αντίδραση στην πραγματικότητα είναι να παραφρονήσεις. Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ λογικής και παραφροσύνης είναι πιο λεπτή κι από κόψη ξυραφιού, πιο κοφτερή κι από δόντια κυνηγόσκυλου, πιο ευμετάβλητη κι από σύννεφο. Είναι πιο φευγαλέα κι από φάντασμα. Ίσως να μην υπάρχει· ίσως να είναι φάντασμα.
1) Αυτοί που συμφωνούν μαζί σου είναι τρελοί.
2) Αυτοί που δε συμφωνούν μαζί σου είναι στην εξουσία.
»Ο άνθρωπος και ο κόσμος είναι αμοιβαίως δηλητηριώδεις.
»Όταν πολεμάς την Αυτοκρατορία, μολύνεσαι από την παραφροσύνη της. Αυτό κι αν είναι παράδοξο. Όποιος καταβάλλει ένα τμήμα της Αυτοκρατορίας, γίνεται η Αυτοκρατορία· εξαπλώνεται σαν ιός, επιβάλλει την μορφή της στους εχθρούς της. Έτσι μεταβάλλεται στους εχθρούς της.
Διάσπαρτα
»Μην προσπαθείς να λύσεις σοβαρά προβλήματα μέσ’ στα μαύρα μεσάνυχτα. – What The Dead Men Say -1964
»Όποιον προσέξουν οι θεοί τον καταστρέφουν. Παραμένοντας ταπεινός γλυτώνεις από την ζήλεια των θεών. – Ο Άνθρωπος Στο Ψηλό Κάστρο -1962
»Ο δημιουργός αυτού του κόσμου είναι παράφρων. – Εξήγησις – 1974
»Φίλος είναι κάποιος που δεν σου λέει αυτό που θέλεις ν’ ακούσεις. Ένας φίλος σου λέει την αλήθεια.
»Μερικές φορές, η καλύτερη απάντηση στην πραγματικότητα είναι να τρελαθείς.
»O Έλληνας φιλόσοφος Παρμενίδης δίδασκε ότι τα μόνα πράγματα που είναι πραγματικά είναι τα πράγματα που ποτέ δεν αλλάζουν. O Ηράκλειτος δίδασκε ότι τα πάντα αλλάζουν. Αν βάλεις αυτές τις δυο απόψεις την μια πάνω στην άλλη βγάζεις το αποτέλεσμα: τίποτα δεν είναι πραγματικό.
»Το πρόβλημα με την ενδοσκόπηση είναι ότι δεν έχει τέλος.
»Ενας μόνο Νους υπάρχει.
»Το σύμπαν είναι πληροφορία και είμαστε στατικοί μέσα του, όχι τρισδιάστατοι, ούτε στον Χώρο ή στον Χρόνο. Δίνουμε υπόσταση στις πληροφορίες που μας τροφοδοτούνται κάνοντας τες τον φαινομενικό κόσμο.
»Δεν εκπέσαμε εξαιτίας ενός ηθικού σφάλματος, αλλά εξαιτίας ενός διανοητικού σφάλματος, πήραμε τον κόσμο των φαινομένων για αληθινό. Ο φαινομενικός κόσμος δεν υπάρχει. Είναι η υπόσταση των πληροφοριών τις οποίες επεξεργάζεται ο Νους.
»Δίνουμε στις πληροφορίες υπόσταση αντικειμένων. Η ανατακτοποίηση των αντικειμένων είναι αλλαγή στο περιεχόμενο των πληροφοριών, το μήνυμα έχει αλλάξει.
»Είναι μια ανείπωτη γλώσσα που χάσαμε την ικανότητα να την διαβάζουμε κι εμείς οι ίδιοι είμαστε μέρος αυτής της γλώσσας, οι αλλαγές σ’ εμάς είναι αλλαγές στο περιεχόμενο των πληροφοριών.
»Είμαστε γεμάτοι πληροφορίες, οι πληροφορίες εισέρχονται σ’ εμάς, υφίστανται επεξεργασία και μετά προβάλλονται πάλι έξω, πλέον με αλλαγμένη μορφή. Δεν έχουμε συνείδηση αυτού που κάνουμε, ότι αυτό είναι το μόνο που κάνουμε.
»Η μεταβαλλόμενη πληροφορία την οποία βιώνουμε σαν κόσμο είναι μια αφήγηση.
»Σε ποιόν την αφηγείται ο Νους;
»Ένας νους υπάρχει, αλλά σ’ αυτόν δύο μάχονται.
»Ο πόνος των ανθρώπων και των ζώων με τρελαίνει. Κάθε φορά που μια από τις γάτες μου πεθαίνει, καταριέμαι το Θεό και το εννοώ απόλυτα. Είμαι θυμωμένος μαζί του. Θα ήθελα να τον είχα απέναντι μου και να τον ανακρίνω, να του πω ότι τα έκανε θάλασσα, πως ο άνθρωπος δεν έπεσε επειδή αμάρτησε, αλλά επειδή σπρώχτηκε.
»Δεν θεωρώ τον εαυτό μου μυθοπλάστη φιλόσοφο ή συγγραφέα. Χρησιμοποιώ τις ικανότητες που έχω στο γράψιμο στην προσπάθεια μου να σχηματοποιήσω την αντίληψη μου. Η ψυχή των κειμένων μου δεν είναι η τέχνη αλλά η αλήθεια. Συνεπώς, καθετί που λέω είναι αλήθεια, αν και δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να την απαλύνω.
»Κάτω βρισκόταν ο κόσμος των τάφων, ο δαιμονικός κόσμος με τ’ αμετάβλητα αίτια κι αιτιατά. Στην μέση απλωνόταν το επίπεδο των ανθρώπων, αλλά οποιαδήποτε στιγμή, ο άνθρωπος μπορούσε να βυθιστεί στο επίπεδο της Κόλασης από κάτω ή μπορούσε ν’ ανέβει στο άυλο επίπεδο από πάνω, που αποτελούσε το τρίτο από τα τριαδικά επίπεδα. Πάντα, στο μεσαίο επίπεδο, ο άνθρωπος ριψοκινδύνευε τον καταποντισμό. Κι όμως, η δυνατότητα της ανόδου βρισκόταν μπροστά του. Κάθε όψη ή αλληλουχία γεγονότων μπορούσε να πάρει την μια ή την άλλη μορφή, κάθε στιγμή. Παράδεισος και Κόλαση όχι μετά τον θάνατο, αλλά τώρα! Η κατάθλιψη κι όλες οι πνευματικές ασθένειες, ήταν ο καταποντισμός. Και το άλλο πώς να το κατορθώσεις;
»Μερικές φορές το να τρελαθείς είναι μια αναπόφευκτη και κατάλληλη απόκριση απέναντι στην πραγματικότητα.
»Η Πραγματικότητα είναι αυτό που δεν χάνεται όταν κλείνεις τα μάτια σου.
»Τι είναι η πραγματικότητα; Είναι αυτό που, όταν σταματήσεις να το πιστεύεις, δεν φεύγει.
»Βασικό εργαλείο για την διαχείριση της πραγματικότητας είναι ο χειρισμός των λέξεων, αν μπορείς να ελέγξεις το νόημα των λέξεων, μπορείς να ελέγξεις και τους ανθρώπους που χρησιμοποιούν τις λέξεις.
»Όλα είναι μια παραίσθηση. Κάνε καλή χρήση του χρόνου που σου αναλογεί, φιλαράκο.
»Μην προσπαθείς να λύσεις σοβαρά ζητήματα στην μέση της νύχτας.
»Αν όλο το Σύμπαν δεν έχει κανένα νόημα απολύτως, δεν θα το μάθουμε ποτέ ότι δεν έχει κανένα νόημα απολύτως. Είναι το ίδιο με το να μην υπήρχε καθόλου φως στο Σύμπαν, κι άρα δεν θα υπήρχαν πλάσματα με μάτια, δεν θα το μαθαίναμε ποτέ ότι είναι σκοτάδι. Το σκοτάδι δεν θα είχε κανένα νόημα.
»Μπορεί να είναι δύσκολο για ένα αυγό να μετατραπεί σε πουλί. Θα ήταν ένα πολύ παράξενο θέαμα και πολύ πιο δύσκολο, να προσπαθεί να μάθει να πετάει ενώ θα παραμένει αυγό. Προς το παρόν είμαστε σαν τα αυγά. Και δεν μπορείς να συνεχίζεις επ’ άπειρον να παραμένεις ένα απλό συνηθισμένο αξιοπρεπές αυγό. Πρέπει ή να επωαστούμε ή να μπαγιατέψουμε.
»Σημαντικό κομμάτι κάθε δυστυχίας είναι, κατά κάποιον τρόπο, η σκιά της δυστυχίας ή το καθρέφτισμά της, το γεγονός ότι δεν υποφέρεις απλά, αλλά πρέπει να σκέφτεσαι το γεγονός ότι υποφέρεις. Δεν ζω απλά κάθε ατέλειωτη μέρα μέσα στην θλίψη, αλλά ζω κάθε μέρα σκεπτόμενος ότι ζω κάθε μέρα στην θλίψη. Σκέφτομαι ότι μπορούμε να το αποφύγουμε αυτό, κι έτσι να αποφύγουμε ένα σημαντικό κομμάτι κάθε δυστυχίας.
»Για μένα, η ύστατη ηρωική κίνηση των συνηθισμένων ανθρώπων είναι αυτή, λένε όχι στον τύραννο, κι έπειτα ήρεμα κάθονται να υποστούν τις συνέπειες αυτής της αντίστασης.
»Το πρόβλημα του να είσαι καλλιεργημένος είναι ότι παίρνει πάρα πολύ καιρό. Ξοδεύεις γι’ αυτό, το καλύτερο μέρος της ζωής σου, και, όταν τελειώσεις, αυτό που γνωρίζεις είναι ότι θα είχες ωφεληθεί πολύ περισσότερο αν είχες γίνει τραπεζίτης.
»Διαβάζω πολύ φιλοσοφία. Γι’ αυτό και είμαι πολύ παράξενος. Είναι επίσημο αυτό. Μια μέρα η γυναίκα μου επέστρεψε στο σπίτι από το ραντεβού με τον ψυχαναλυτή της και με βρήκε να διαβάζω. Με ρώτησε: «Μα, τι διαβάζεις πάλι;» Απάντησα: “Μαϊμονίδη. Τον Οδηγό για τους Περιπλεγμένους. Εκείνη είπε: “Ναι, ναι. Το ανέφερα αυτό στον ψυχολόγο μου. Μου είπε ότι πιθανώς είσαι το μόνο ανθρώπινο όν σε όλο τον πλανήτη που αυτή την στιγμή διαβάζει Μαϊμονίδη” Εγώ απλά καθόμουν εκεί κι έτρωγα ένα σάντουιτς διαβάζοντας. Δεν μού φαινόταν σαν κάτι παράξενο.
»Οι συγγραφείς του Science Fiction, λυπάμαι που το λέω, δεν ξέρουν στ’ αλήθεια τίποτε. Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για επιστήμη, επειδή η γνώση μας είναι περιορισμένη και ανεπίσημη. Και συνήθως το fiction μας είναι φριχτό. Η αληθινή προέλευση του Science Fiction είναι στις νουβέλες εξερεύνησης φανταστικών τόπων, του δεκάτου εβδόμου αιώνα. Άρα, η ιστορία του Ιουλίου Βερν για το ταξίδι στην σελήνη, δεν είναι Science Fiction επειδή πηγαίνουν εκεί με πύραυλο, αλλά επειδή πηγαίνουν εκεί που πηγαίνουν. Θα ήταν επίσης Science Fiction αν εκτινάσσονταν εκεί πέρα με ένα τεράστιο λάστιχο.
»Στην Λογοτεχνία και στην Τέχνη γενικά, κανένας άνθρωπος που μπαίνει στον κόπο να νοιάζεται για την αυθεντικότητα και την πρωτοτυπία δεν θα γίνει ποτέ αυθεντικός και πρωτότυπος. Αντιθέτως, αν απλά προσπαθείς να πεις την αλήθεια (χωρίς να δίνεις δεκάρα για το πόσες φορές έχει ήδη ειπωθεί), τότε, εννιά φορές στις δέκα, θα είσαι αυθεντικός και πρωτότυπος χωρίς ποτέ καν να το προσέξεις.
»Δεν έχει κανένα νόημα να προσπαθείς να καταδείξεις ότι κάποιος έχει λάθος. Νόημα έχει να κάνεις εσύ το σωστό που πιστεύεις ότι θα έπρεπε να είχε κάνει ο άλλος. Οι άνθρωποι που κατηγορούν τους άλλους είναι οι χειρότεροι άνθρωποι του κόσμου, κι εγώ δεν θα τους έλεγα ούτε καλημέρα. Ίσως να διόρθωνα έτσι λίγο το λάθος που κάνουν πολλοί που τους λένε καλημέρα.
»Το αληθινό μέτρο ενός ανθρώπου δεν είναι μόνο η ευφυΐα του ή το πόσο ψηλά μπορεί να αναδειχθεί σε αυτό το τερατώδες κατεστημένο σύστημα. Όχι! Το αληθινό μέτρο ενός ανθρώπου είναι το πόσο γρήγορα μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες των άλλων και πόσα μπορεί να δώσει από τον εαυτό του, και ταυτόχρονα να νιώθει ευτυχισμένος.
»Ο θεός σχεδίασε ένα πολύ διεστραμμένο και μοχθηρό σύμπαν, απ’ όσο μπορώ να καταλάβω. Έχω έναν φίλο που είχε μια γάτα και πήγε μια βόλτα με την γάτα του και η γάτα του πήγε να περάσει το δρόμο και ήρθε ένα αυτοκίνητο και μετέτρεψε την γάτα σε γούνινη πίτσα. Αυτός ο φίλος μου κατάφερε να μού καταστρέψει όλες μου τις θεολογικές πεποιθήσεις με αυτό το επιχείρημα για την γάτα του.
»Στ’ αλήθεια νιώθω ότι η μοίρα μας είναι τραγική μακροπρόθεσμα. Αλλά έχουμε την δύναμη να ανταποκριθούμε σε αυτήν την κατάσταση με αξιοπρέπεια και κουράγιο. Βοηθάει πολύ το να έχεις μια αίσθηση του χιούμορ, έτσι ώστε να μπορείς να βλέπεις την τρέλα στο σύμπαν αλλά και μέσα μας, και να συνειδητοποιείς ότι το σύμπαν είναι το ίδιο παγιδευμένο όσο κι εμείς.
»Ο νους είναι επίσης ένα σύμπαν, και γι’ αυτό πρέπει τώρα το Science Fiction να ασχοληθεί με το εσωτερικό διάστημα.
»Ζούμε σε μια εποχή στην οποία υπάρχει ένα κακό πνεύμα σε όλον τον κόσμο, και μοιάζει σαν να κερδίζει έδαφος. Έχω μερικούς πολύ στενούς προσωπικούς φίλους που παρουσιάζουν συμπτώματα μεγάλης κακίας και σκληρότητας, και ενδιαφέρονται μόνο για το δικό τους ατομικό συμφέρον με κάθε τίμημα. Αυτοί ήταν άνθρωποι που κάποτε νοιαζόντουσαν, ψαχνόντουσαν, ήταν στο αντιπολεμικό κίνημα, ήταν καλλιτεχνικοί, ήταν ρομαντικοί, ήταν ιδεαλιστές, και τώρα επιδεικνύουν έναν απόλυτο ναρκισσισμό, ένα στυλ “εγώ πάνω απ’ όλα πρώτα απ’ όλα.
»Όταν δίνω χρήματα για να βοηθήσω ανθρώπους, για παράδειγμα τους πρόσφυγες στην Καμπότζη πριν από μερικά χρόνια στα στρατόπεδα προσφύγων, οι φίλοι μου άρχισαν να με κοροϊδεύουν που το κάνω αυτό. Μου έλεγαν, «ο Πολ Ποτ και οι στρατιώτες του θα σε ευγνωμονούν για όλο αυτό το ρύζι που τους στέλνεις. Δεν θα φτάσει ποτέ στα στρατόπεδα των προσφύγων» Καταλαβαίνετε; Το μόνο που τους νοιάζει είναι να μην τους κλέψουν το ρύζι.
»Τι λέω για το μέλλον της ανθρωπότητας; Λοιπόν, πιστεύω ότι τελικά θα πρέπει να μεταναστεύσουμε σε άλλους πλανήτες για να επιβιώσουμε. Αλλά αυτό είναι τουλάχιστον πενήντα χρόνια μακριά από σήμερα. Μέχρι να το μπορέσουμε να το κάνουμε αυτό, πιστεύω ότι σταδιακά θα επιστρέψουμε πίσω στο είδος της ζωής που είχαν οι πρόγονοί μας πριν από εκατό χρόνια, για να εξοικονομήσουμε ενέργεια. Θα είναι μια καλύτερη ζωή απ’ αυτήν που έχουμε τώρα.
»Αν νομίζετε πως αυτό είναι το χειρότερο σύμπαν, τότε θα πρέπει να δείτε μερικά από τα άλλα.
Do Androids Dream of Electric Sheep?
Στον τίτλο της κλασικής του νουβέλας επιστημονικής φαντασίας «Do Androids Dream of Electric Sheep?» που αργότερα έγινε και κινηματογραφική ταινία (Blade Runner) ο Philip K. Dick θέτει με εξαιρετικά εύστοχο τρόπο ένα από τα κεντρικά ζητήματα –αλλά και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά– της συνείδησης. Η ικανότητα του εγκέφαλου μας για αυτογνωσία, στοχασμό, κι αυτό που εν γένει περιγράφουμε ως ενσυνείδητη εμπειρία, βίωμα είναι ένα από τα μεγαλύτερα ερωτήματα με τα οποία έχει καταπιαστεί η επιστήμη.
Ωστόσο, πρόκειται και για φαινόμενο έντονα προσωπικό, ιδιωτικό. Ξέρω πώς είναι και μπορώ να φανταστώ ένα κόκκινο τριαντάφυλλο. Πώς αντιλαμβάνεται όμως αυτό το λουλούδι ένας εκ γενετής τυφλός; Πώς είναι να είσαι κάποιος άλλος; Οπωσδήποτε, ο τρόπος με τον οποίο βιώνουμε διάφορες εμπειρίες εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το ποιοι είμαστε, από το πώς είμαστε. Πολύ πιθανό τα ανδροειδή να ονειρεύονται εν τέλει ηλεκτρικά πρόβατα! Πέρα όμως από την υποκειμενικότητα της ίδιας της ενσυνείδητης εμπειρίας, υπάρχουν άραγε συγκεκριμένες εγκεφαλικές δομές και διεργασίες υπεύθυνες για την συνείδηση, οι οποίες να μπορούν να μελετηθούν αν χρησιμοποιήσουμε την αντικειμενική επιστημονική μέθοδο;
Το ανθρώπινο νευρικό σύστημα αποτελείται από περίπου 100 δισεκατομμύρια εξειδικευμένα νευρικά κύτταρα. Ο αριθμός αυτός είναι τεράστιος. Αν μετρούσαμε ένα κύτταρο κάθε δευτερόλεπτο θα χρειαζόμασταν πάνω από τρεις χιλιάδες χρόνια για να μετρήσουμε όλα τα κύτταρα του νευρικού μας συστήματος. Περίπου 70 από τα 100 συνολικά δισεκατομμύρια νευρικά κύτταρα συγκροτούν τον εγκέφαλο. Τα κύτταρα αυτά έχουν την δυνατότητα να συνδέονται μεταξύ τους δημιουργώντας κυκλώματα, μέσω των οποίων ανταλλάσσουν πληροφορίες με την μορφή ειδικών σημάτων. Κάθε ένα από αυτά έχει την ικανότητα να χειρίζεται γύρω στα 1000 σήματα το δευτερόλεπτο και μπορεί να συνάψει επικοινωνία με 5000 άλλα, κατά μέσον όρο. Η δημιουργία των περισσότερων από τις επαφές αυτές δεν υπαγορεύεται από γονίδια, αλλά οφείλεται στην αλληλεπίδραση με το περιβάλλον. Είναι προφανές ότι οι δυνατοί συνδυασμοί είναι αναρίθμητοι. Κανένας ηλεκτρονικός υπολογιστής που κατασκεύασε ή πρόκειται να κατασκευάσει ο άνθρωπος στο κοντινό μέλλον δεν είναι τόσο περίπλοκος όσο ο ανθρώπινος εγκέφαλος.
Μήπως, λοιπόν, η συνείδηση και η ευφυΐα είναι αναδυόμενες ιδιότητες συστημάτων που ξεπερνούν κάποιο βαθμό πολυπλοκότητας; υπάρχει ενδεχόμενο ένας αρκετά περίπλοκος υπερυπολογιστής που ίσως κατασκευαστεί στο μέλλον να αποκτήσει συνείδηση; Πόσο περίπλοκος θα πρέπει να είναι ο υπολογιστής αυτός; Ας δεχθούμε ότι θα πρέπει να είναι τουλάχιστον εξίσου περίπλοκος με τον ανθρώπινο εγκέφαλο. Σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις, αν υποθέσουμε ότι βασική υπολογιστική μονάδα είναι το νευρικό κύτταρο, ο εγκέφαλος έχει την δυνατότητα να εκτελεί γύρω στα 25 τετράκις εκατομμύρια υπολογισμούς το δευτερόλεπτο. Πρόκειται για αριθμό πραγματικά αστρονομικό, αλλά όχι πέρα από τις μελλοντικές δυνατότητες των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Θα αποκτήσουν λοιπόν οι υπολογιστές αυτογνωσία στο ορατό μέλλον; Ίσως όμως τα πράγματα να μην είναι τόσο απλά.
Μελετώντας την συμπεριφορά απομονωμένων νευρικών κυττάρων, οι επιστήμονες έχουν συγκεντρώσει ενδείξεις ότι υπάρχει ενδεχόμενο στοιχειώδης υπολογιστική μονάδα του νευρικού συστήματος να μην είναι το νευρικό κύτταρο, αλλά υποκυτταρικές δομές στο εσωτερικό του. Ετσι ο βαθμός πολυπλοκότητας του εγκεφάλου αυξάνεται δραματικά κι επομένως μπορεί να εκτελεί τρισεκατομμύρια τρισεκατομμυρίων υπολογισμούς το δευτερόλεπτο, κάτι που υπερβαίνει τα όρια και της πιο τολμηρής επιστημονικής φαντασίας, με δεδομένο το σημερινό τεχνολογικό επίπεδο. Ίσως τελικά η συνείδηση και η ευφυΐα να εδράζονται σε τέτοιες απρόσιτες περιοχές.
Χρησιμοποιώντας τον εγκέφαλό του, ο άνθρωπος μελετά και προσπαθεί να καταλάβει τον φυσικό κόσμο. Η αντίληψη και η ακριβής αντανάκλαση του εξωτερικού περιβάλλοντος, η αποθήκευση πληροφορίας, η φαντασία, η αφαίρεση και η συνείδηση αποτελούν μερικές από τις λειτουργίες του εγκέφαλου που είναι απαραίτητες σ’ αυτή την προσπάθεια. Ωστόσο, πώς μπορούμε να καταλάβουμε με πληρότητα τον φυσικό κόσμο αν πρώτα δεν κατανοήσουμε την λειτουργία αυτού ακριβώς του οργάνου που χρησιμοποιούμε για να απεικονίσουμε τον φυσικό κόσμο, δηλαδή του εγκεφάλου μας; Ο Francis Crick αναφέρει σχετικά με το ζήτημα αυτό: “Δεν υπάρχει για τον άνθρωπο επιστημονική μελέτη πιο ουσιαστική από εκείνη της κατανόησης του ίδιου του εργαλείου που χρησιμοποιεί στην προσπάθειά του να καταλάβει τον φυσικό κόσμο. Κι αυτή ακόμα η αξιοπιστία της άποψης που έχουμε για τον φυσικό κόσμο εξαρτάται από την κατανόηση της λειτουργίας του εγκεφάλου”.
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος, λοιπόν, προσπαθεί να κατανοήσει την ίδια την λειτουργία του. Το ερώτημα του τι συνιστά την συνείδηση δεν είναι βέβαια νέο. Ο άνθρωπος αναρωτήθηκε από πολύ νωρίς τι είναι αυτό, ποια είναι η διεργασία εκείνη που του επιτρέπει να αναρωτιέται. Η επιστήμη ενδοσκοπείται… Σε ποιο σημείο βρίσκεται λοιπόν η προσπάθεια κατανόησης της λειτουργίας του εγκεφάλου και του φαινομένου της συνείδησης; είναι αλήθεια ότι η τεράστια πρόοδος που έχει επιτευχθεί όσον αφορά την παρακολούθηση και κατανόηση των βασικών λειτουργιών του κυττάρου, έθεσε τα θεμέλια για την μελέτη πιο περίπλοκων βιολογικών δομών όπως είναι το νευρικό σύστημα. Μάλιστα, έχουν ήδη σημειωθεί μεγάλα επιτεύγματα σε τομείς που αφορούν τους μηχανισμούς της αντίληψης και επεξεργασίας πληροφοριών που συλλέγονται από τις αισθήσεις, αλλά και τους μηχανισμούς της μνήμης.
Όμως, το πώς μια μάζα νευρικών κυττάρων αποκτά αυτογνωσία –συνείδηση– εξακολουθεί να συνιστά ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια. Μέχρι πολύ πρόσφατα, το ζήτημα της συνείδησης υπαγόταν αποκλειστικά στην σφαίρα της φιλοσοφίας και της θρησκείας, όπου αποτέλεσε και εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο έντονων αντιπαραθέσεων. Η ανάπτυξη, όμως, την τελευταία δεκαετία μεθόδων απεικόνισης της εγκεφαλικής δραστηριότητας, καθώς και πειραματικών μοντέλων έλεγχου της συμπεριφοράς, επέτρεψε την προσέγγιση του ζητήματος της συνείδησης στο πλαίσιο της σύγχρονης νευροβιολογίας.
Παρ’ ότι τα πειραματικά ευρήματα είναι ακόμη λίγα και διάσπαρτα, έχουν ήδη αρχίσει να εμφανίζονται θεωρητικά μοντέλα του πώς αναδύεται η συνείδηση μέσα από την λειτουργία εκτεταμένων νευρωνικών δικτύων στον εγκέφαλο. Τα μοντέλα αυτά έχουν σημαντική αξία διότι, πέραν του ότι συνιστούν μια προσπάθεια ερμηνείας του φαινομένου της συνείδησης με καθαρά επιστημονικούς όρους, προσφέρουν και ένα υπόβαθρο για περαιτέρω πειραματικές μελέτες που τελικά θα διευρύνουν την κατανόηση των σχετικών μηχανισμών.
Κάθε ενσυνείδητη κατάσταση είναι ολοκληρωμένη και μοναδιαία. Δεν μπορεί να αναλυθεί σε απλούστερα, ανεξάρτητα τμήματα και κάθε τέτοια κατάσταση είναι εξαιρετικά διαφοροποιημένη και μοναδική. Πρόκειται δηλαδή για μια αδιαίρετη σκηνή, ένα «καρέ», που αντιστοιχεί σ’ αυτό που βιώνουμε εκείνη την συγκεκριμένη στιγμή. Η ενσυνείδητη ζωή μας είναι ουσιαστικά μια γρήγορη διαδοχή τέτοιων συμπαγών εικόνων. Με βάση τα χαρακτηριστικά αυτά, η συνείδηση περιγράφεται όχι ως προϊόν της λειτουργίας των νευρικών κυττάρων του εγκεφάλου, αλλά ως μια συνεχής διεργασία που συμβαίνει στον εγκέφαλο. Ο εγκέφαλος είναι εμφυτευμένος στο ανθρώπινο σώμα, μια βιολογική δομή με συγκεκριμένα ανατομικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά, η οποία είναι η ίδια ενσωματωμένη σε ένα συγκεκριμένο φυσικό περιβάλλον.
Η στενή αλληλεπίδραση των τριών αυτών στοιχείων (εγκέφαλος, σώμα, περιβάλλον) καθορίζει την μορφή και την υφή της ενσυνείδητης εμπειρίας. Ένας εγκέφαλος θα διαμόρφωνε διαφορετική εικόνα για τον κόσμο και θα βίωνε διαφορετικά την ύπαρξή του αν ήταν δυνατόν να μεταμοσχευθεί από νωρίς στο σώμα ενός ρομπότ. Θα ονειρευόταν άραγε ηλεκτρικά πρόβατα από την θέση αυτή; Είναι αδύνατον να ελπίζουμε ότι θα το μάθουμε ποτέ αν δεν κατανοήσουμε πρώτα τους μηχανισμούς της συνείδησης. Ποια είναι τα νευρικά κυκλώματα που συμμετέχουν στις διεργασίες της συνείδησης; Πώς αλληλεπιδρούν μεταξύ τους; Πώς διαμορφώνουν την λειτουργία των δικτύων αυτών οι πληροφορίες που έρχονται από τις αισθητήριες οδούς και εκείνες που βρίσκονται στην μνήμη; Οι συνθήκες για την έρευνα με στόχο την κατανόηση της λειτουργίας του εγκεφάλου είναι σήμερα πιο ώριμες.Τα ερωτήματα παραμένουν δύσκολα, όμως είναι ενθαρρυντικό ότι η αναζήτηση έχει πλέον μεταφερθεί από την περιοχή της μεταφυσικής και της φιλοσοφίας στο χειρουργικό τραπέζι της αναλυτικής επιστήμης.
Το έργο του χαρακτηρίζεται από δυο θεμελιώδη ερωτήματα που προσπάθησε, σχεδόν με αγωνία, να απαντήσει όχι μόνο στα γραπτά του αλλά και στην ζωή του: Τι είναι πραγματικό και Τι είναι ανθρώπινο; Στα έργα του η πραγματικότητα συχνά παρουσιάζεται σαν κάτι υποκειμενικό και ευμετάβλητο, ενώ η πλαστοπροσωπία, η κατάρρευση του πολιτισμού και η απειλή του ολοκληρωτισμού παραμονεύει παντού, συχνά σ’ ένα καταθλιπτικό και κλειστοφοβικό σκηνικό, όπως ήταν κι η ίδια η ζωή του.
Η μεταφυσική, η φιλοσοφία, η ψυχανάλυση, η πολιτική και, στο ύστερο έργο του, ο γνωστικισμός, η πρωτοχριστιανική φιλοσοφία και η θεολογία είναι κατευθυντήριες γραμμές στο έργο του. Προς το τέλος της ζωής του υποστήριξε ότι τον είχε καταλάβει το πνεύμα ενός χριστιανού του 1ου αιώνα. Την εμπειρία του αυτή την κατέγραψε σε μια σειρά από παράξενα αφηγήματα.
Γεννήθηκε στο Σικάγο, γιος του Έντγκαρ Ντικ και της Ντόροθυ Κίντρεντ Ντικ. Γεννήθηκε πρόωρα, μαζί με την δίδυμη αδελφή του Τζέιν που πέθανε στις 26 Ιανουαρίου 1929. Ο θάνατος της αδελφής του άρχισε να στοιχειώνει τον Ντικ από πολύ μικρή ηλικία, προκαλώντας του ενοχές και εμφανιζόμενη ως θέμα σε κάποια από τα έργα του, ένας θάνατος που σημάδεψε την ζωή και τα γραπτά έργα του Φίλιπ Ντικ. Το 1932 οι γονείς του χωρίζουν και η μητέρα του με τον Φίλιπ Ντικ μετακομίζουν στην Ουάσινγκτον. Επιστρέφουν στο Μπέρκλεϋ στην Καλιφόρνια το 1938 μέρος που έγινε σκηνικό για πολλά από τα μετέπειτα γραπτά του Ντικ.
Πήγε σχολείο στο Μπέρκλεϋ και έγινε δεκτός στο εκεί πανεπιστήμιο για σπουδές στα Γερμανικά και τη Μεταφυσική, αποβλήθηκε όμως πριν τελειώσει το πρώτο εξάμηνο επειδή αρνήθηκε να παρακολουθήσει ένα (υποχρεωτικό τότε στα Κολέγια της Αμερικής) μάθημα στρατιωτικής εκπαίδευσης. Μετά από έναν εξάμηνο γάμο, στα είκοσί του, με τη Ζανέτ Μαρλίν το 1948, παντρεύτηκε την ελληνικής καταγωγής Κλειώ Αποστολίδου το 1950, με την οποία θα έμενε μέχρι το 1958. Την περίοδο εκείνη εργαζόταν σε δισκοπωλείο, ενώ είχε και την δική του ραδιοφωνική εκπομπή κλασικής μουσικής. Αναμίχθηκε στην πολιτική και το ριζοσπαστικό κίνημα της εποχής και το FBI και η αστυνομία θ’ ασχολούνταν αρκετά συχνά μαζί του, ειδικά στην δεκαετία του ’50.
Διάβασε επιστημονική φαντασία για πρώτη φορά στην ηλικία των δώδεκα ετών, στο περιοδικό Stirring Science Stories, και τον επόμενο κιόλας χρόνο έγραψε το πρώτο του σύντομο μυθιστόρημα με τίτλο Επιστροφή στη χώρα των Λιλλιπούτειων. Στην αρχή της δεκαετίας του 1950 άρχισε να δημοσιεύει διηγήματα στο περιοδικό Fantasy and Science Fiction του Σαν Φρανσίσκο, που διευθυνόταν από το μέντορα και φίλο του Άντονυ Μπουσέ. Το πρώτο διήγημα επιστημονικής φαντασίας που πούλησε, το φθινόπωρο του 1951, ήταν το Ρουγκ (Roog), ενώ το πρώτο που δημοσιεύτηκε ήταν το Πίσω Παραμονεύει το Γουμπ (Beyond Lies the Wub) το 1952.
Την τριετία 1952-1954 δημοσίευσε 62 διηγήματα (τα μισά απ’ την συνολική του παραγωγή διηγημάτων). Τον Ιούνιο του 1953, επτά διηγήματα του Ντικ εμφανίστηκαν ταυτόχρονα σε διάφορα περιοδικά. Η υπερπαραγωγή αυτή ήταν αποτέλεσμα όχι μόνο του πάθους του για την επιστημονική φαντασία, μα και της δύσκολης οικονομικής του κατάστασης: στην εισαγωγή της συλλογής διηγημάτων Ο Χρυσός Άντρας, περιγράφει το πώς αυτός κι η γυναίκα του ήταν αναγκασμένοι συχνά να τρέφονται με κιμά αλόγου, που κανονικά χρησιμοποιείται για σκυλοτροφή.
Η αντιμετώπιση της επιστημονικής φαντασίας, την εποχή εκείνη, ως περιθωριακό είδος είχε ως αποτέλεσμα το ουσιαστικά ανύπαρκτο δίκτυο διανομής και την αδυναμία ελέγχου των δικαιωμάτων. Έτσι το έργο αυτής της περιόδου, δημοσιευμένο σε μικρά περιοδικά, του απέφερε δυσανάλογα μικρά ποσά σε σχέση με την παραγωγή του. Παρ’ όλα αυτά ο Ντικ όχι μόνο δεν σταμάτησε να γράφει, αλλά εγκατέλειψε και την δουλειά του στο δισκοπωλείο, αποφασισμένος να γίνει επαγγελματίας συγγραφέας. Τα διηγήματα αυτής της περιόδου, μπροστά απ’ την εποχή τους, είναι μια μεταβατική φάση ανάμεσα στη space opera της δεκαετίας του ’50 και την «σοβαρή», εναλλακτική επιστημονική φαντασία που θα άνθιζε την επόμενη δεκαετία.
Το 1954, μετά από μια συνάντηση με το είδωλό του Α. Ε. Βαν Βογκτ, αποφάσισε να στραφεί στην συγγραφή μυθιστορημάτων, πουλώντας το πρώτο από αυτά, το Solar Lottery, το 1955.
Γράφοντας τα μυθιστορήματά του με τον ίδιο πυρετώδη ρυθμό, εκδίδει δεκάξι μυθιστορήματα μεταξύ 1955 και 1964. Τέσσερα έμειναν αδημοσίευτα: ήταν μυθιστορήματα συμβατικής λογοτεχνίας που όλα απορρίφθηκαν, γεγονός που στοίχισε πολύ στον Ντικ. Το 1959 παντρεύεται στο Μεξικό την τρίτη γυναίκα του Άνι Γουίλιαμς Ρουμπενστάιν (Anne Williams Rubenstein) με την οποία αποκτά την πρώτη του κόρη Λώρα Άρτσερ Ντικ (Laura Archer Dick) το 1960, γάμος που κράτησε μέχρι το 1964 (το διαζύγιο βγήκε το 1965). Αποκορύφωμα αυτής της δημιουργικής περιόδου, που ουσιαστικά συνδύασε την επιστημονική φαντασία με την πειραματική και εναλλακτική λογοτεχνία, ήταν το Ο Άνθρωπος στο Ψηλό Κάστρο (The Man In The High Castle), βιβλίο γραμμένο με την βοήθεια του Ι Τσινγκ (το οποίο παίζει και κεντρικό ρόλο στην υπόθεση), που του απέφερε το βραβείο Hugo του 1963. Παρά την βράβευση όμως, και την ολοένα μεγαλύτερη αναγνώριση από κριτικούς και κοινό, τα οικονομικά του δεν καλυτέρευσαν, εν μέρει λόγω της επιμονής του να δουλεύει χωρίς συμβόλαιο με εκδότη. Όπως έγραφε ο ίδιος αργότερα, ήταν αναγκασμένος να γράφει σε τρελούς ρυθμούς, τελειώνοντας ως κι εξήντα σελίδες την μέρα, και για να τα καταφέρει στηρίχτηκε στις αμφεταμίνες, που θα τον συντρόφευαν ως το τέλος της ζωής του. Το αποτέλεσμα της φτώχειας, της απογοήτευσης αλλά και της αμφεταμίνης ήταν τόσο να διαλυθεί ο γάμος του όσο και κάτι άλλο, που θα άλλαζε την οπτική του για τον κόσμο.
Το 1963, κατά την διάρκεια ενός περιπάτου, ο Φίλιπ Ντικ στρέφει το βλέμμα του στον ουρανό κι αντικρίζει ένα μοχθηρό, απαίσιο πρόσωπο με σκιστά μάτια. Το όραμα τον καταδιώκει για ένα μήνα, και σ’ αυτό ο Ντικ αναγνωρίζει το απόλυτο κακό, την εντροπία που κυβερνά το σύμπαν και καταστρέφει τα πάντα (αναζήτησε το άρθρο: The Big Boss: Ιαλδαβαώθ – Γιαχβέ – Σαβαώθ – Σακλάς- Αμπράξας ). Καρπός της μεταφυσικής αυτής εμπειρίας είναι το μυθιστόρημα «Τα Τρία Στίγματα του Πάλμερ Έλντριτς» (μοναδικά εκπληκτικό έργο), ενώ η ιδέα του πανταχού παρόντος εντροπικού κακού διαποτίζει το έργο του -και την ζωή του- για την επόμενη δεκαετία.
Στρέφεται για βοήθεια στον χριστιανισμό και αργότερα στον βουδισμό, ενώ αρχίζει και κατασκευάζει ένα δικό του κόσμο (idios kosmos), μέσα στον οποίο σε λίγα χρόνια θα χαθεί. Τα μυθιστορήματά του γίνονται σκοτεινότερα, οι ήρωές του πιο απελπισμένοι, η πραγματικότητα πιο εύθραυστη. Στα μυθιστορήματα αυτής της περιόδου, όπως στα Αντίστροφος Κόσμος και Ubik, η ροή του χρόνου αντιστρέφεται και η πραγματικότητα επηρεάζεται τόσο απ’ το παρόν όσο κι απ’ το μέλλον, έτοιμη να καταρρεύσει ανά πάσα στιγμή. Ο ίδιος αρχίζει να πίνει, παίρνοντας πάντα και αμφεταμίνες και να βυθίζεται στην κατάθλιψη.
Παντρεύεται ξανά το 1966, την Νάνσυ Χάκετ (Nancy Hackett) (τέταρτος γάμος) με την οποία θα αποκτήσει το 1967 την δεύτερη κόρη του Ιζόλδη Φρέια Ντικ (Isolde Freya Dick) και η οποία τον εγκαταλείπει το 1970 και τελικά χωρίζει το 1972. Σταματάει το γράψιμο και πέφτει για τα καλά στα ναρκωτικά (LSD), και για ένα διάστημα οι παρέες του είναι πρεζόνια κι έμποροι. Εγκαθίσταται στο Βανκούβερ, προσπαθώντας ν’ αλλάξει τα πράγματα, αλλά καταλήγει, μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας (1972), σε κλινική αποτοξίνωσης. Γυρίζοντας στο Όραντζ, καθαρός πια, παντρεύεται τον Απρίλιο του 1973 την Τέσσα Μπάζμπυ, την τελευταία του γυναίκα, με την οποία αποκτούν το τρίτο του παιδί Κρίστοφερ, το πρώτο αγόρι, και ξαναρχίζει να γράφει.
Στις 20 Φλεβάρη του 1974 η ζωή του Φίλιπ Ντικ άλλαξε για πάντα. Εκείνη την μέρα, παραλαμβάνοντας ένα πακέτο με παυσίπονα, πρόσεξε ότι το κορίτσι που έκανε την παράδοση φορούσε ως μενταγιόν τον ιχθύ, το σύμβολο των πρώτων χριστιανών για τον Γιαχβέ-Ιησού. Μετά την συνάντηση αυτή είχε ένα όραμα, όπου το κορίτσι κι αυτός ζούσαν στα πρώτα μετά χριστό χρόνια. Σε λίγες μέρες άρχισε να έχει παραισθήσεις, όπως φωτιές που έβγαιναν απ’ το πουθενά και φωνές, που μεταξύ άλλων τον προειδοποίησαν για μια εκ γενετής ανατομική ανωμαλία του γιου του Κρίστοφερ. Μετά την επιμονή του Ντικ να γίνουν εξετάσεις στο παιδί, αποδείχτηκε ότι όντως είχε βουβωνική κήλη. Επίσης, ισχυρίστηκε ότι έζησε για ένα χρόνο τη ζωή των πρώτων χριστιανικών χρόνων μέσα απ’ τα μάτια του Θωμά, ενός χριστιανού της πρώτης μετά χριστό εποχής, που έγινε το alter ego του σ’ εκείνα τα χρόνια. Κατά τους ισχυρισμούς της γυναίκας του, εκείνο τον καιρό μιλούσε κατά καιρούς την κοινή Ελληνική, μια αρχαία Ελληνική διάλεκτο που ποτέ πριν δεν είχε μελετήσει ή μάθει.
Αυτό που κυρίως έβλεπε ο Ντικ όμως ήταν μια δέσμη ροζ φωτός, που το Μάρτιο του 1974 τον επισκεπτόταν συχνά και τον τροφοδοτούσε με πληροφορίες για την φύση του κόσμου και του θεού. Αυτή η οντότητα νιώθει ότι τον έχει κυριεύσει κι ελέγχει τις πράξεις του. Την δέσμη αυτή πληροφοριών ο Ντικ ονόμασε Valis και, χωρίς ποτέ να σταματήσει να αμφισβητεί την αντικειμενική ύπαρξή της ή και την ίδια του την ψυχική υγεία, υποστήριξε ότι ήταν μια προσπάθεια επικοινωνίας από εξωγήινους μέσω ενός αρχαίου δορυφόρου που βρίσκεται σε τροχιά γύρω από την Γη. Ο Λόγος του θεού, κατά την θεωρία αυτή, κοιμήθηκε για δυο χιλιάδες χρόνια στους κώδικες του Ναγκ Χαμαντί και τώρα επέστρεφε με την μορφή του Valis στην Γη για να βάλει τέλος στην «Αυτοκρατορία που ποτέ δεν τελείωσε» την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία που συνέχιζε με την μορφή των Ηνωμένων Πολιτειών και του τότε προέδρου της Ρίτσαρντ Νίξον.
Τις συναντήσεις του με το Valis και τις σκέψεις του πάνω στην εμπειρία του αυτή κατέγραψε σ’ ένα ημερολόγιο 8.000 σελίδων με τίτλο Εξήγησις (Exegesis) και θεολογικό/γνωστικιστικό τόνο. Εκ των υστέρων μάλιστα ανακάλυψε ότι το Valis του είχε «υπαγορεύσει» μια προφητεία για την επιστροφή του Γιαχβέ-Χριστού, που ήταν κρυμμένη στο μυθιστόρημα του 1974 Κυλήστε Δάκρυά Μου, Είπε ο Αστυνόμος. Η εμπειρία του περιγράφεται με λεπτομέρεια και στο ομώνυμο μυθιστόρημα Valis, ένα απ’ τα τελευταία έργα του, που γράφτηκε μέσα σε επτά μόνο μέρες το 1979. Το Valis είναι αρκτικόλεξο που σημαίνει Vast Active Living Intelligence System, (Αχανές Ενεργό Ζωντανό Σύστημα Νοημοσύνης).
Την περίοδο αυτή επίσης άρχισε να φοβάται όλο και περισσότερο συνωμοσίες της CIA και του FBI εναντίον του, με αποτέλεσμα αρκετές φορές να μην βγαίνει απ’ το σπίτι του για μέρες και να κλονιστεί ο γάμος του. Τόσο ήταν το δόσιμό του στην μυστικιστική αυτή εμπειρία που, όταν το 1976 το Valis – αλλά και η γυναίκα του με το παιδί του – τον εγκατέλειψαν, προσπάθησε ξανά να αυτοκτονήσει. Τον επόμενο χρόνο, στο συνέδριο επιστημονικής φαντασίας στο Μετς της Γαλλίας του επιφυλάχθηκε υποδοχή μεγάλου συγγραφέα. Εκεί σόκαρε τους παρευρισκόμενους εκφωνώντας ένα δίωρο ακατανόητο λόγο (κάτι που αναγνωρίζει πλήρως αργότερα), βασισμένο στις πληροφορίες που είχε αντλήσει από το Valis.
Παρ’ όλα αυτά, ο γραπτός του λόγος παρέμεινε σαφής, καθαρός και δυνατός όπως και πριν, μέχρι το τέλος της ζωής του. Τα μυθιστορήματα αυτής της περιόδου είναι κυρίως αυτοβιογραφικά και, εκτός απ’ το Έρευνα στο Σκοτάδι (A Scanner Darkly), που βασίζεται στις εμπειρίες του με τα ναρκωτικά, και το Deus Irae που ξεκίνησε να γράφει μαζί με τον Ρότζερ Ζελάζνυ, έχουν να κάνουν με τα γεγονότα που ο ίδιος ονόμασε 2-3-74 (Φλεβάρης-Μάρτιος 1974). Μέχρι το θάνατό του πάντως, ο ίδιος δεν ήταν σίγουρος τι ακριβώς ήταν αυτό που βίωσε.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Ντικ γνώρισε την αναγνώριση και την οικονομική άνεση που τόσο στερήθηκε το προηγούμενο διάστημα. Εκδόθηκε επιτέλους ένα συμβατικό μυθιστόρημά του, το «Πριν από το Τέλος του Κόσμου» και μεγάλα ποσά άρχισαν να φτάνουν απ’ τις αυξανόμενες πωλήσεις των βιβλίων του. Χάρισε αρκετά απ’ αυτά τα χρήματα σε φιλανθρωπίες και συνέχισε να ζει λιτά, αφοσιωμένος στην ολοκλήρωση της θεολογικής τριλογίας μυθιστορημάτων Valis, Θεϊκή Εισβολή και Η Μετεμψύχωση του Τίμοθυ Άρτσερ. Το 1978 πεθαίνει η μητέρα του.
Το 1980 άρχισε το γύρισμα σε ταινία του βιβλίου του Ονειρεύονται τα ανδροειδή ηλεκτρικά πρόβατα;» με τον τίτλο «Blade Runner», μια υπόθεση που τον άγχωσε υπερβολικά και τον έφερε αρχικά σε αντιπαράθεση με τον σκηνοθέτη Ρίντλεϊ Σκοτ. Η ταινία θα του χάριζε φήμη στο πλατύ κοινό· μια φήμη όμως που δεν πρόλαβε να χαρεί. Η υπερπροσπάθεια και οι καταχρήσεις των προηγούμενων χρόνων, μαζί με το άγχος του για την ταινία, άρχισαν να κλονίζουν σοβαρά την υγεία του. Στα μέσα του Φλεβάρη του 1982 έπαθε εγκεφαλικό. Δεν συνήλθε ποτέ και στις 2 Μαρτίου 1982 έφυγε στο Σάντα Άνα της Καλιφόρνια από καρδιακή ανεπάρκεια. Το Blade Runner βγήκε στις αίθουσες μόλις τέσσερις μήνες μετά.
Η σορός του μεταφέρθηκε από τον πατέρα του στο Φορτ Μόργκαν του Κολοράντο, όπου ήταν θαμμένη η δίδυμη αδελφή του. Όταν είχε πεθάνει η Τζέιν, στον τάφο είχαν χαραχτεί τα ονόματα και των δυο τους, με έναν κενό χώρο για την ημερομηνία θανάτου του Φιλ. Μετά από πενήντα τρία χρόνια, η ημερομηνία αυτή χαράχτηκε κι ο Φίλιπ Ντικ ενώθηκε ξανά με την αδερφή του.
Ο Φίλιπ Ντικ θεωρείται από τις πιο σημαντικές και πολυσυζητημένες παρουσίες στο είδος του. Συνδύασε την εναλλακτική λογοτεχνία με την επιστημονική φαντασία, ανοίγοντας το δρόμο στους σημαντικούς συγγραφείς του είδους που ακολούθησαν την δεκαετία του ’60, όπως ο Ρότζερ Ζελάζνυ, ο Χάρλαν Έλλισον, ο Νόρμαν Σπίνραντ. Θεωρείται δε πρόδρομος του Cyberpunk, του παρακλαδιού της επιστημονικής φαντασίας που θα αναπτυσσόταν στις δεκαετίες ’70 και ’80.
Σε αντίθεση με τους περισσότερους συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας της γενιάς του, που έγραφαν για αστραφτερά διαστημόπλοια, επικές μάχες και όμορφες εξωγήινες, ο Ντικ προτίμησε για ήρωες στα διηγήματα και μυθιστορήματά του απλούς, καθημερινούς ανθρώπους, που όμως γίνονται ξαφνικά μάρτυρες μιας αποκάλυψης κοσμικών διαστάσεων ή βρίσκονται να κρατούν την τύχη του κόσμου στα χέρια τους, συχνά χωρίς να καταφέρουν να φανούν αντάξιοι. Στα έργα του, η πραγματικότητα αποσυντίθεται ή αποδεικνύεται ότι είναι ένα όνειρο μέσα σ’ ένα όνειρο μέσα σ’ ένα άλλο όνειρο.
Διαθέτοντας μια αεικίνητη και σπινθηροβόλα φαντασία, κατάφερε να παρουσιάζει, συχνά με πικρή ειρωνεία, το εξωπραγματικό ως εντελώς οικείο και το ανάποδο, σε μια πλοκή γεμάτη ανατροπές: ένα μικροσκόπιο επιτίθεται στο χειριστή του· ο Χριστός των εξωγήινων τρώει το σώμα των πιστών του κι όχι το αντίθετο, πεταλούδες επιτίθενται στους ανθρώπους οπλισμένες με σιδεροπρίονα, μεταλλαγμένα ποντίκια ασχολούνται με την λογιστική, αυτό που ενεργοποιεί την βόμβα στο σώμα ενός ρομπότ είναι η συνειδητοποίηση ότι είναι ρομπότ κι όχι άνθρωπος. Οι φιλοσοφικοί, πολιτικοί και υπαρξιακοί προβληματισμοί που εκφράζονται στα έργα του, τον κατατάσσουν ανάμεσα στους διανοητές σύγχρονους συγγραφείς. Από αρκετούς θεωρείται ο σημαντικότερος Αμερικανός λογοτέχνης του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα.
Ο Φίλιπ Ντικ ακροβάτησε στην λεπτή γραμμή που χωρίζει την ιδιοφυΐα από την τρέλα, πότε στην από δω μεριά και πότε στην από κει. Υπάρχουν αυτοί που τον τοποθετούν σαφώς σε μια από τις δυο πλευρές. Όπως κι αυτοί που αναγνωρίζουν έναν «άγιο Φιλ» στα έργα του των τελευταίων χρόνων. Σε κάθε περίπτωση, ο Φίλιπ Ντικ έγραψε μυθιστορήματα και διηγήματα που όχι μόνο συνεχίζουν να κερδίζουν φανατικούς αναγνώστες, μα που άλλαξαν και το είδος της επιστημονικής φαντασίας, φτάνοντάς το στην ωριμότητά του. Χάρη και σε αυτόν, η επιστημονική φαντασία βγήκε απ’ το περιθώριο και καθιερώθηκε ως σοβαρό λογοτεχνικό είδος· αυτός, όμως, πλήρωσε το μεγαλύτερο τίμημα γι’ αυτή την αλλαγή.
Διάβασε μερικά αποσπάσματα από τα βιβλία του:
Philip K. Dick (1928-1982)
Martian Time-Slip (Εμείς οι Αρειανοί) 1964
»Καταλαβαίνω πια τι σημαίνει ψύχωση, είναι η πλήρης αλλοτρίωση των πραγμάτων του εξωτερικού κόσμου, ιδίως όσων σημαίνουν πολλά για μας· είναι η αποξένωση από τα ανθρώπινα πλάσματα που κατοικούν σ’ αυτόν τον κόσμο.
»Το κάθε παιδί έπρεπε να μάθει να ζει παρατηρώντας όσους βρίσκονταν γύρω του, τους γονείς και τους καθηγητές του, τους αντιπροσώπους γενικά κάθε μορφής εξουσίας. Συνεπώς, ο αληθινός αυτισμός, δεν ήταν σε τελευταία ανάλυση παρά η αδιαφορία απέναντι στην συλλογική προσπάθεια, η ατομικιστική συμπεριφορά που υπονοούσε ότι ο κάθε άνθρωπος ήταν αυτεξούσιος δημιουργός αξιών και όχι παθητικός δέκτης την κληρονομούμενων αξιών της κοινότητας.
»Ο σκοπός της ζωής είναι άγνωστος, και ως εκ τούτου το αληθινό είναι κρυμμένο από τα μάτια των ζωντανών πλασμάτων. Ποιος μπορεί να πει με σιγουριά ότι δεν είναι οι σχιζοφρενείς που έχουν το δίκιο;
Το ηλεκτρικό πρόβατο (1968)
»Η συμπάθεια, προφανώς, υπάρχει μόνο μέσα στην ανθρώπινη κοινότητα, ενώ η νοημοσύνη μπορεί να βρεθεί σε κάθε οικογένεια και συνομοταξία, συμπεριλαμβανομένων και των αραχνιδών. Αν μη τι άλλο, η συμπαθητική ικανότητα απαιτεί ένα αμείωτο ομαδικό ένστικτο.
»Συμπάθεια απέναντι σε μια τεχνητή κατασκευή; ρώτησε τον εαυτό του. Σε κάτι που προσποιείται μόνο ότι είναι ζωντανό; Πάει η διάκριση μεταξύ αυθεντικών ζωντανών ανθρώπων και ανθρωποειδών κατασκευών.
»Όταν έχεις κατάθλιψη δεν σ’ ενδιαφέρει. Γίνεσαι απαθής, γιατί χάνεις την αίσθηση της αξίας. Δεν έχει νόημα αν θα νιώσεις καλύτερα γιατί αν δεν έχει για σένα αξία…
»Ο Μέρσερ είπε: Θα χρειαστεί να κάνεις αυτό που δεν είναι σωστό όπου και να πας. Είναι ο βασικός όρος της ζωής, να χρειάζεται να παραβιάσεις την ταυτότητά σου. Σε κάποια στιγμή, κάθε ζωντανό πλάσμα πρέπει να το κάνει αυτό. Είναι η έσχατη σκιά, η ήττα της δημιουργίας· αυτή είναι η κατάρα που τρέφεται από την ζωή. Παντού στο σύμπαν. «Λένε τώρα ότι ο Μέρσερ είναι απάτη» (παρατηρεί στο τελευταίο κεφάλαιο η μις Μάρστεν), «Ο Μέρσερ δεν είναι απάτη», απαντά ο Ντέκαρτ, «εκτός κι αν η πραγματικότητα είναι απάτη».
A Scanner Darkly (Έρευνα στο σκοτάδι) 1977
»Όταν είσαι τρελός μαθαίνεις να μην μιλάς.
»Κανενός τα βάσανα δεν είναι για πλάκα.
»Μια από τις πιο αποτελεσματικές μορφές βιομηχανικού ή πολιτικού σαμποτάζ πρέπει να περιορίζεται σε καταστροφές που δεν μπορούν να αποδειχθούν ποτέ ξεκάθαρα -ή ακόμα και καθόλου- ότι έγιναν σκόπιμα. Είναι σαν μια αόρατη πολιτική κίνηση· ίσως να μην υπάρχει καν.
»Το ασυνείδητο είναι επιλεκτικό· μαθαίνει τι είναι αυτό που πρέπει ν’ ακούει.
»Συνήθιζαν να λένε ότι βλέπουμε μόνο «αντανακλάσεις» της πραγματικότητας, είπε ο ψυχολόγος. Όχι την ίδια την πραγματικότητα. Το σοβαρότερο λάθος μιας αντανάκλασης δεν είναι ότι δεν είναι πραγματική, αλλά ότι είναι αντεστραμμένη.
»Μου φάνηκε σαν να είπαν ότι η παθητική ζωή είναι καλή. Αλλά δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα, άκου παθητική ζωή. Είναι αντίφαση.
Η κατάχρηση των ναρκωτικών δεν είναι αρρώστια, είναι απόφαση. Όπως όταν αποφασίζεις να πηδήξεις έξω από ένα αμάξι που τρέχει. Θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε εσφαλμένη κρίση· όχι αρρώστια.
Πώς να φτιάξεις ένα σύμπαν που να μην καταρρεύσει σε δύο μέρες (1978)
»Οι συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας, λυπάμαι που το λέω, πραγματικά δεν ξέρουν τίποτα. Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για την επιστήμη επειδή η σχετική μας γνώση είναι περιορισμένη και εκλαϊκευμένη, και συνήθως η φαντασία μας είναι φριχτή.
»Τα δύο βασικά θέματα που με ενθουσιάζουν είναι «Τι είναι πραγματικότητα;» και «Από ποια στοιχεία αποτελείται η αυθεντική ανθρώπινη ύπαρξη;»
»Πραγματικότητα είναι αυτό που ακόμα κι αν σταματήσεις να πιστεύεις σε αυτό δεν χάνεται.
»Γιατί σήμερα ζούμε σε μια κοινωνία όπου οι πλαστές πραγματικότητες κατασκευάζονται από τα ΜΜΕ, τις κυβερνήσεις, τις μεγάλες εταιρίες, τις θρησκευτικές οργανώσεις, τις πολιτικές οργανώσεις Έτσι λοιπόν ρωτώ, μέσα από τα γραπτά μου, τι είναι αληθινό; Γιατί συνεχώς βομβαρδιζόμαστε με ψευτοπραγματικότητες, κατασκευασμένες από σοφούς ανθρώπους που χρησιμοποιούν πολύ σοφούς ηλεκτρονικούς μηχανισμούς. Δεν δυσπιστώ για τα κίνητρά τους, δυσπιστώ για την δύναμή τους. Έχουν πολλή. Και είναι μια εκπληκτική δύναμη: αυτή της δημιουργίας ολόκληρων συμπάντων· συμπάντων του μυαλού. Δικαιούμαι να το ξέρω. Κάνω εξάλλου το ίδιο πράγμα.
»Ψεύτικες πραγματικότητες θα δημιουργήσουν ψεύτικους ανθρώπους. Ή ψεύτικοι άνθρωποι θα γεννήσουν ψεύτικες πραγματικότητες και μετά θα τις πουλήσουν σε άλλους ανθρώπους, μετατρέποντάς τους τελικά σε πλαστογράφους των εαυτών τους. Έτσι καταλήγουμε με πλαστούς ανθρώπους που επινοούν πλαστές πραγματικότητες και μετά τις ξεπουλάνε σε άλλους πλαστούς ανθρώπους. Είναι απλώς μια μεγάλη εκδοχή της Disneyland.
»Το βασικό εργαλείο για τον χειρισμό της πραγματικότητας είναι ο χειρισμός των λέξεων. Αν μπορείς να ελέγξεις το νόημα των λέξεων, μπορείς να ελέγξεις τους ανθρώπους που πρέπει να χρησιμοποιούν τις λέξεις. Αλλά ένας άλλος τρόπος να ελέγχεις το μυαλό των ανθρώπων είναι το να ελέγχεις την αντίληψή τους. Αν μπορείς να τους καταφέρεις να δουν τον κόσμο όπως και εσύ, θα σκέφτονται όπως κι εσύ.
»Η αυθεντική ανθρώπινη ύπαρξη είναι ένας από εμάς που ενστικτωδώς ξέρει τι δεν πρέπει να κάνει και ταυτόχρονα αρνιέται να το κάνει. Θα αρνηθεί να το κάνει ακόμα κι αν επιφέρει τρομερές συνέπειες σε αυτόν τον ίδιο και σε αυτούς που αγαπά. Αυτό είναι για μένα το έσχατο ηρωικό χαρακτηριστικό των συνηθισμένων ανθρώπων: λένε όχι στον τύραννο και δέχονται ήρεμα τις συνέπειες της αντίστασής τους.
»Υπάρχει τεράστια δύναμη στην δυνατότητα των παιδιών να αντιστέκονται στο απατηλό, στο ψεύτικο. Ένα παιδί έχει το πιο καθαρό βλέμμα και το πιο σταθερό χέρι.
Εισαγωγή στο «Ο χρυσαφένιος άντρας» (1980)
»Αυτό ήταν και είναι το πρόβλημά μου: η ανάρμοστη συμπεριφορά. Κοντολογίς, φοβάμαι την εξουσία, αλλά ταυτόχρονα απορρίπτω κι αυτήν και το φόβο μου κι επαναστατώ. Το να γράφεις επιστημονική φαντασία είναι ένας τρόπος να επαναστατείς. Η συμπεριφορά μου αυτή κρύβεται στα θέματα που υπάρχουν στα γραπτά μου, όπως «Ο κόσμος είναι πραγματικός;» ή » Είμαστε όλοι άνθρωποι ή μήπως μερικοί είναι απλά μηχανές αντανακλαστικών;»
»Έχω μέσα μου θυμό. Πάντα είχα. Ο θάνατος με τρελαίνει. Το μαρτύριο των ανθρώπων και των ζώων με τρελαίνει.
»Θέλω να γράψω για τους ανθρώπους που αγαπώ και να τους τοποθετήσω μέσα στους φανταστικούς κόσμους που έχω στο μυαλό μου. Όχι μέσα στον κόσμο που ζούμε, αυτός ο κόσμος δεν ικανοποιεί τις προδιαγραφές μου.
»Στην πραγματικότητα, τελικά, η κατάστασή μας, η ανθρώπινη κατάσταση, δεν είναι θλιβερή ή γεμάτη βαθιά νοήματα, αλλά αστεία.
»Η μουσική είναι ο μόνος δεσμός που κρατάει την ζωή μου σε συνοχή.
»Είναι η δουλειά μου και το ψώνιο μου που διασταυρώνονται και αναμιγνύονται. Δεν μπορείς να ζητήσεις τίποτα καλύτερο: Να είναι η δουλειά σου κι η αμαρτία σου ένα κράμα.
»Να γιατί αγαπώ την ε.φ. Μ’ αρέσει να την διαβάζω, μ’ αρέσει να την γράφω. Ο συγγραφέας ε.φ. δεν βλέπει απλώς τις πιθανότητες. Βλέπει τις τρελές πιθανότητες. Δεν είναι μονάχα το «Κι αν ~», είναι το «Θεέ μου, κι αν ~». Με φρενίτιδα κι υστερία.
»Αυτό που κατά την γνώμη μου βοηθάει -αν τέλος πάντων υπάρχει από κάπου βοήθεια- είναι η προσπάθεια να βρεις το μικροσκοπικό σπόρο του αστείου μέσα τον πυρήνα του τρομακτικού και του μάταιου. Μονάχα ένας τρόπος υπάρχει να την βγάλεις καθαρή: να βλέπεις σε κάθε τι ό,τι, τελικά, είναι αστείο.
VALIS (1981)
»Μερικές φορές η κατάλληλη αντίδραση στην πραγματικότητα είναι να παραφρονήσεις. Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ λογικής και παραφροσύνης είναι πιο λεπτή κι από κόψη ξυραφιού, πιο κοφτερή κι από δόντια κυνηγόσκυλου, πιο ευμετάβλητη κι από σύννεφο. Είναι πιο φευγαλέα κι από φάντασμα. Ίσως να μην υπάρχει· ίσως να είναι φάντασμα.
1) Αυτοί που συμφωνούν μαζί σου είναι τρελοί.
2) Αυτοί που δε συμφωνούν μαζί σου είναι στην εξουσία.
»Ο άνθρωπος και ο κόσμος είναι αμοιβαίως δηλητηριώδεις.
»Όταν πολεμάς την Αυτοκρατορία, μολύνεσαι από την παραφροσύνη της. Αυτό κι αν είναι παράδοξο. Όποιος καταβάλλει ένα τμήμα της Αυτοκρατορίας, γίνεται η Αυτοκρατορία· εξαπλώνεται σαν ιός, επιβάλλει την μορφή της στους εχθρούς της. Έτσι μεταβάλλεται στους εχθρούς της.
Διάσπαρτα
»Μην προσπαθείς να λύσεις σοβαρά προβλήματα μέσ’ στα μαύρα μεσάνυχτα. – What The Dead Men Say -1964
»Όποιον προσέξουν οι θεοί τον καταστρέφουν. Παραμένοντας ταπεινός γλυτώνεις από την ζήλεια των θεών. – Ο Άνθρωπος Στο Ψηλό Κάστρο -1962
»Ο δημιουργός αυτού του κόσμου είναι παράφρων. – Εξήγησις – 1974
»Φίλος είναι κάποιος που δεν σου λέει αυτό που θέλεις ν’ ακούσεις. Ένας φίλος σου λέει την αλήθεια.
»Μερικές φορές, η καλύτερη απάντηση στην πραγματικότητα είναι να τρελαθείς.
»O Έλληνας φιλόσοφος Παρμενίδης δίδασκε ότι τα μόνα πράγματα που είναι πραγματικά είναι τα πράγματα που ποτέ δεν αλλάζουν. O Ηράκλειτος δίδασκε ότι τα πάντα αλλάζουν. Αν βάλεις αυτές τις δυο απόψεις την μια πάνω στην άλλη βγάζεις το αποτέλεσμα: τίποτα δεν είναι πραγματικό.
»Το πρόβλημα με την ενδοσκόπηση είναι ότι δεν έχει τέλος.
»Ενας μόνο Νους υπάρχει.
»Το σύμπαν είναι πληροφορία και είμαστε στατικοί μέσα του, όχι τρισδιάστατοι, ούτε στον Χώρο ή στον Χρόνο. Δίνουμε υπόσταση στις πληροφορίες που μας τροφοδοτούνται κάνοντας τες τον φαινομενικό κόσμο.
»Δεν εκπέσαμε εξαιτίας ενός ηθικού σφάλματος, αλλά εξαιτίας ενός διανοητικού σφάλματος, πήραμε τον κόσμο των φαινομένων για αληθινό. Ο φαινομενικός κόσμος δεν υπάρχει. Είναι η υπόσταση των πληροφοριών τις οποίες επεξεργάζεται ο Νους.
»Δίνουμε στις πληροφορίες υπόσταση αντικειμένων. Η ανατακτοποίηση των αντικειμένων είναι αλλαγή στο περιεχόμενο των πληροφοριών, το μήνυμα έχει αλλάξει.
»Είναι μια ανείπωτη γλώσσα που χάσαμε την ικανότητα να την διαβάζουμε κι εμείς οι ίδιοι είμαστε μέρος αυτής της γλώσσας, οι αλλαγές σ’ εμάς είναι αλλαγές στο περιεχόμενο των πληροφοριών.
»Είμαστε γεμάτοι πληροφορίες, οι πληροφορίες εισέρχονται σ’ εμάς, υφίστανται επεξεργασία και μετά προβάλλονται πάλι έξω, πλέον με αλλαγμένη μορφή. Δεν έχουμε συνείδηση αυτού που κάνουμε, ότι αυτό είναι το μόνο που κάνουμε.
»Η μεταβαλλόμενη πληροφορία την οποία βιώνουμε σαν κόσμο είναι μια αφήγηση.
»Σε ποιόν την αφηγείται ο Νους;
»Ένας νους υπάρχει, αλλά σ’ αυτόν δύο μάχονται.
»Ο πόνος των ανθρώπων και των ζώων με τρελαίνει. Κάθε φορά που μια από τις γάτες μου πεθαίνει, καταριέμαι το Θεό και το εννοώ απόλυτα. Είμαι θυμωμένος μαζί του. Θα ήθελα να τον είχα απέναντι μου και να τον ανακρίνω, να του πω ότι τα έκανε θάλασσα, πως ο άνθρωπος δεν έπεσε επειδή αμάρτησε, αλλά επειδή σπρώχτηκε.
»Δεν θεωρώ τον εαυτό μου μυθοπλάστη φιλόσοφο ή συγγραφέα. Χρησιμοποιώ τις ικανότητες που έχω στο γράψιμο στην προσπάθεια μου να σχηματοποιήσω την αντίληψη μου. Η ψυχή των κειμένων μου δεν είναι η τέχνη αλλά η αλήθεια. Συνεπώς, καθετί που λέω είναι αλήθεια, αν και δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να την απαλύνω.
»Κάτω βρισκόταν ο κόσμος των τάφων, ο δαιμονικός κόσμος με τ’ αμετάβλητα αίτια κι αιτιατά. Στην μέση απλωνόταν το επίπεδο των ανθρώπων, αλλά οποιαδήποτε στιγμή, ο άνθρωπος μπορούσε να βυθιστεί στο επίπεδο της Κόλασης από κάτω ή μπορούσε ν’ ανέβει στο άυλο επίπεδο από πάνω, που αποτελούσε το τρίτο από τα τριαδικά επίπεδα. Πάντα, στο μεσαίο επίπεδο, ο άνθρωπος ριψοκινδύνευε τον καταποντισμό. Κι όμως, η δυνατότητα της ανόδου βρισκόταν μπροστά του. Κάθε όψη ή αλληλουχία γεγονότων μπορούσε να πάρει την μια ή την άλλη μορφή, κάθε στιγμή. Παράδεισος και Κόλαση όχι μετά τον θάνατο, αλλά τώρα! Η κατάθλιψη κι όλες οι πνευματικές ασθένειες, ήταν ο καταποντισμός. Και το άλλο πώς να το κατορθώσεις;
»Μερικές φορές το να τρελαθείς είναι μια αναπόφευκτη και κατάλληλη απόκριση απέναντι στην πραγματικότητα.
»Η Πραγματικότητα είναι αυτό που δεν χάνεται όταν κλείνεις τα μάτια σου.
»Τι είναι η πραγματικότητα; Είναι αυτό που, όταν σταματήσεις να το πιστεύεις, δεν φεύγει.
»Βασικό εργαλείο για την διαχείριση της πραγματικότητας είναι ο χειρισμός των λέξεων, αν μπορείς να ελέγξεις το νόημα των λέξεων, μπορείς να ελέγξεις και τους ανθρώπους που χρησιμοποιούν τις λέξεις.
»Όλα είναι μια παραίσθηση. Κάνε καλή χρήση του χρόνου που σου αναλογεί, φιλαράκο.
»Μην προσπαθείς να λύσεις σοβαρά ζητήματα στην μέση της νύχτας.
»Αν όλο το Σύμπαν δεν έχει κανένα νόημα απολύτως, δεν θα το μάθουμε ποτέ ότι δεν έχει κανένα νόημα απολύτως. Είναι το ίδιο με το να μην υπήρχε καθόλου φως στο Σύμπαν, κι άρα δεν θα υπήρχαν πλάσματα με μάτια, δεν θα το μαθαίναμε ποτέ ότι είναι σκοτάδι. Το σκοτάδι δεν θα είχε κανένα νόημα.
»Μπορεί να είναι δύσκολο για ένα αυγό να μετατραπεί σε πουλί. Θα ήταν ένα πολύ παράξενο θέαμα και πολύ πιο δύσκολο, να προσπαθεί να μάθει να πετάει ενώ θα παραμένει αυγό. Προς το παρόν είμαστε σαν τα αυγά. Και δεν μπορείς να συνεχίζεις επ’ άπειρον να παραμένεις ένα απλό συνηθισμένο αξιοπρεπές αυγό. Πρέπει ή να επωαστούμε ή να μπαγιατέψουμε.
»Σημαντικό κομμάτι κάθε δυστυχίας είναι, κατά κάποιον τρόπο, η σκιά της δυστυχίας ή το καθρέφτισμά της, το γεγονός ότι δεν υποφέρεις απλά, αλλά πρέπει να σκέφτεσαι το γεγονός ότι υποφέρεις. Δεν ζω απλά κάθε ατέλειωτη μέρα μέσα στην θλίψη, αλλά ζω κάθε μέρα σκεπτόμενος ότι ζω κάθε μέρα στην θλίψη. Σκέφτομαι ότι μπορούμε να το αποφύγουμε αυτό, κι έτσι να αποφύγουμε ένα σημαντικό κομμάτι κάθε δυστυχίας.
»Για μένα, η ύστατη ηρωική κίνηση των συνηθισμένων ανθρώπων είναι αυτή, λένε όχι στον τύραννο, κι έπειτα ήρεμα κάθονται να υποστούν τις συνέπειες αυτής της αντίστασης.
»Το πρόβλημα του να είσαι καλλιεργημένος είναι ότι παίρνει πάρα πολύ καιρό. Ξοδεύεις γι’ αυτό, το καλύτερο μέρος της ζωής σου, και, όταν τελειώσεις, αυτό που γνωρίζεις είναι ότι θα είχες ωφεληθεί πολύ περισσότερο αν είχες γίνει τραπεζίτης.
»Διαβάζω πολύ φιλοσοφία. Γι’ αυτό και είμαι πολύ παράξενος. Είναι επίσημο αυτό. Μια μέρα η γυναίκα μου επέστρεψε στο σπίτι από το ραντεβού με τον ψυχαναλυτή της και με βρήκε να διαβάζω. Με ρώτησε: «Μα, τι διαβάζεις πάλι;» Απάντησα: “Μαϊμονίδη. Τον Οδηγό για τους Περιπλεγμένους. Εκείνη είπε: “Ναι, ναι. Το ανέφερα αυτό στον ψυχολόγο μου. Μου είπε ότι πιθανώς είσαι το μόνο ανθρώπινο όν σε όλο τον πλανήτη που αυτή την στιγμή διαβάζει Μαϊμονίδη” Εγώ απλά καθόμουν εκεί κι έτρωγα ένα σάντουιτς διαβάζοντας. Δεν μού φαινόταν σαν κάτι παράξενο.
»Οι συγγραφείς του Science Fiction, λυπάμαι που το λέω, δεν ξέρουν στ’ αλήθεια τίποτε. Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για επιστήμη, επειδή η γνώση μας είναι περιορισμένη και ανεπίσημη. Και συνήθως το fiction μας είναι φριχτό. Η αληθινή προέλευση του Science Fiction είναι στις νουβέλες εξερεύνησης φανταστικών τόπων, του δεκάτου εβδόμου αιώνα. Άρα, η ιστορία του Ιουλίου Βερν για το ταξίδι στην σελήνη, δεν είναι Science Fiction επειδή πηγαίνουν εκεί με πύραυλο, αλλά επειδή πηγαίνουν εκεί που πηγαίνουν. Θα ήταν επίσης Science Fiction αν εκτινάσσονταν εκεί πέρα με ένα τεράστιο λάστιχο.
»Στην Λογοτεχνία και στην Τέχνη γενικά, κανένας άνθρωπος που μπαίνει στον κόπο να νοιάζεται για την αυθεντικότητα και την πρωτοτυπία δεν θα γίνει ποτέ αυθεντικός και πρωτότυπος. Αντιθέτως, αν απλά προσπαθείς να πεις την αλήθεια (χωρίς να δίνεις δεκάρα για το πόσες φορές έχει ήδη ειπωθεί), τότε, εννιά φορές στις δέκα, θα είσαι αυθεντικός και πρωτότυπος χωρίς ποτέ καν να το προσέξεις.
»Δεν έχει κανένα νόημα να προσπαθείς να καταδείξεις ότι κάποιος έχει λάθος. Νόημα έχει να κάνεις εσύ το σωστό που πιστεύεις ότι θα έπρεπε να είχε κάνει ο άλλος. Οι άνθρωποι που κατηγορούν τους άλλους είναι οι χειρότεροι άνθρωποι του κόσμου, κι εγώ δεν θα τους έλεγα ούτε καλημέρα. Ίσως να διόρθωνα έτσι λίγο το λάθος που κάνουν πολλοί που τους λένε καλημέρα.
»Το αληθινό μέτρο ενός ανθρώπου δεν είναι μόνο η ευφυΐα του ή το πόσο ψηλά μπορεί να αναδειχθεί σε αυτό το τερατώδες κατεστημένο σύστημα. Όχι! Το αληθινό μέτρο ενός ανθρώπου είναι το πόσο γρήγορα μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες των άλλων και πόσα μπορεί να δώσει από τον εαυτό του, και ταυτόχρονα να νιώθει ευτυχισμένος.
»Ο θεός σχεδίασε ένα πολύ διεστραμμένο και μοχθηρό σύμπαν, απ’ όσο μπορώ να καταλάβω. Έχω έναν φίλο που είχε μια γάτα και πήγε μια βόλτα με την γάτα του και η γάτα του πήγε να περάσει το δρόμο και ήρθε ένα αυτοκίνητο και μετέτρεψε την γάτα σε γούνινη πίτσα. Αυτός ο φίλος μου κατάφερε να μού καταστρέψει όλες μου τις θεολογικές πεποιθήσεις με αυτό το επιχείρημα για την γάτα του.
»Στ’ αλήθεια νιώθω ότι η μοίρα μας είναι τραγική μακροπρόθεσμα. Αλλά έχουμε την δύναμη να ανταποκριθούμε σε αυτήν την κατάσταση με αξιοπρέπεια και κουράγιο. Βοηθάει πολύ το να έχεις μια αίσθηση του χιούμορ, έτσι ώστε να μπορείς να βλέπεις την τρέλα στο σύμπαν αλλά και μέσα μας, και να συνειδητοποιείς ότι το σύμπαν είναι το ίδιο παγιδευμένο όσο κι εμείς.
»Ο νους είναι επίσης ένα σύμπαν, και γι’ αυτό πρέπει τώρα το Science Fiction να ασχοληθεί με το εσωτερικό διάστημα.
»Ζούμε σε μια εποχή στην οποία υπάρχει ένα κακό πνεύμα σε όλον τον κόσμο, και μοιάζει σαν να κερδίζει έδαφος. Έχω μερικούς πολύ στενούς προσωπικούς φίλους που παρουσιάζουν συμπτώματα μεγάλης κακίας και σκληρότητας, και ενδιαφέρονται μόνο για το δικό τους ατομικό συμφέρον με κάθε τίμημα. Αυτοί ήταν άνθρωποι που κάποτε νοιαζόντουσαν, ψαχνόντουσαν, ήταν στο αντιπολεμικό κίνημα, ήταν καλλιτεχνικοί, ήταν ρομαντικοί, ήταν ιδεαλιστές, και τώρα επιδεικνύουν έναν απόλυτο ναρκισσισμό, ένα στυλ “εγώ πάνω απ’ όλα πρώτα απ’ όλα.
»Όταν δίνω χρήματα για να βοηθήσω ανθρώπους, για παράδειγμα τους πρόσφυγες στην Καμπότζη πριν από μερικά χρόνια στα στρατόπεδα προσφύγων, οι φίλοι μου άρχισαν να με κοροϊδεύουν που το κάνω αυτό. Μου έλεγαν, «ο Πολ Ποτ και οι στρατιώτες του θα σε ευγνωμονούν για όλο αυτό το ρύζι που τους στέλνεις. Δεν θα φτάσει ποτέ στα στρατόπεδα των προσφύγων» Καταλαβαίνετε; Το μόνο που τους νοιάζει είναι να μην τους κλέψουν το ρύζι.
»Τι λέω για το μέλλον της ανθρωπότητας; Λοιπόν, πιστεύω ότι τελικά θα πρέπει να μεταναστεύσουμε σε άλλους πλανήτες για να επιβιώσουμε. Αλλά αυτό είναι τουλάχιστον πενήντα χρόνια μακριά από σήμερα. Μέχρι να το μπορέσουμε να το κάνουμε αυτό, πιστεύω ότι σταδιακά θα επιστρέψουμε πίσω στο είδος της ζωής που είχαν οι πρόγονοί μας πριν από εκατό χρόνια, για να εξοικονομήσουμε ενέργεια. Θα είναι μια καλύτερη ζωή απ’ αυτήν που έχουμε τώρα.
»Αν νομίζετε πως αυτό είναι το χειρότερο σύμπαν, τότε θα πρέπει να δείτε μερικά από τα άλλα.
Do Androids Dream of Electric Sheep?
Στον τίτλο της κλασικής του νουβέλας επιστημονικής φαντασίας «Do Androids Dream of Electric Sheep?» που αργότερα έγινε και κινηματογραφική ταινία (Blade Runner) ο Philip K. Dick θέτει με εξαιρετικά εύστοχο τρόπο ένα από τα κεντρικά ζητήματα –αλλά και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά– της συνείδησης. Η ικανότητα του εγκέφαλου μας για αυτογνωσία, στοχασμό, κι αυτό που εν γένει περιγράφουμε ως ενσυνείδητη εμπειρία, βίωμα είναι ένα από τα μεγαλύτερα ερωτήματα με τα οποία έχει καταπιαστεί η επιστήμη.
Ωστόσο, πρόκειται και για φαινόμενο έντονα προσωπικό, ιδιωτικό. Ξέρω πώς είναι και μπορώ να φανταστώ ένα κόκκινο τριαντάφυλλο. Πώς αντιλαμβάνεται όμως αυτό το λουλούδι ένας εκ γενετής τυφλός; Πώς είναι να είσαι κάποιος άλλος; Οπωσδήποτε, ο τρόπος με τον οποίο βιώνουμε διάφορες εμπειρίες εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το ποιοι είμαστε, από το πώς είμαστε. Πολύ πιθανό τα ανδροειδή να ονειρεύονται εν τέλει ηλεκτρικά πρόβατα! Πέρα όμως από την υποκειμενικότητα της ίδιας της ενσυνείδητης εμπειρίας, υπάρχουν άραγε συγκεκριμένες εγκεφαλικές δομές και διεργασίες υπεύθυνες για την συνείδηση, οι οποίες να μπορούν να μελετηθούν αν χρησιμοποιήσουμε την αντικειμενική επιστημονική μέθοδο;
Το ανθρώπινο νευρικό σύστημα αποτελείται από περίπου 100 δισεκατομμύρια εξειδικευμένα νευρικά κύτταρα. Ο αριθμός αυτός είναι τεράστιος. Αν μετρούσαμε ένα κύτταρο κάθε δευτερόλεπτο θα χρειαζόμασταν πάνω από τρεις χιλιάδες χρόνια για να μετρήσουμε όλα τα κύτταρα του νευρικού μας συστήματος. Περίπου 70 από τα 100 συνολικά δισεκατομμύρια νευρικά κύτταρα συγκροτούν τον εγκέφαλο. Τα κύτταρα αυτά έχουν την δυνατότητα να συνδέονται μεταξύ τους δημιουργώντας κυκλώματα, μέσω των οποίων ανταλλάσσουν πληροφορίες με την μορφή ειδικών σημάτων. Κάθε ένα από αυτά έχει την ικανότητα να χειρίζεται γύρω στα 1000 σήματα το δευτερόλεπτο και μπορεί να συνάψει επικοινωνία με 5000 άλλα, κατά μέσον όρο. Η δημιουργία των περισσότερων από τις επαφές αυτές δεν υπαγορεύεται από γονίδια, αλλά οφείλεται στην αλληλεπίδραση με το περιβάλλον. Είναι προφανές ότι οι δυνατοί συνδυασμοί είναι αναρίθμητοι. Κανένας ηλεκτρονικός υπολογιστής που κατασκεύασε ή πρόκειται να κατασκευάσει ο άνθρωπος στο κοντινό μέλλον δεν είναι τόσο περίπλοκος όσο ο ανθρώπινος εγκέφαλος.
Μήπως, λοιπόν, η συνείδηση και η ευφυΐα είναι αναδυόμενες ιδιότητες συστημάτων που ξεπερνούν κάποιο βαθμό πολυπλοκότητας; υπάρχει ενδεχόμενο ένας αρκετά περίπλοκος υπερυπολογιστής που ίσως κατασκευαστεί στο μέλλον να αποκτήσει συνείδηση; Πόσο περίπλοκος θα πρέπει να είναι ο υπολογιστής αυτός; Ας δεχθούμε ότι θα πρέπει να είναι τουλάχιστον εξίσου περίπλοκος με τον ανθρώπινο εγκέφαλο. Σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις, αν υποθέσουμε ότι βασική υπολογιστική μονάδα είναι το νευρικό κύτταρο, ο εγκέφαλος έχει την δυνατότητα να εκτελεί γύρω στα 25 τετράκις εκατομμύρια υπολογισμούς το δευτερόλεπτο. Πρόκειται για αριθμό πραγματικά αστρονομικό, αλλά όχι πέρα από τις μελλοντικές δυνατότητες των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Θα αποκτήσουν λοιπόν οι υπολογιστές αυτογνωσία στο ορατό μέλλον; Ίσως όμως τα πράγματα να μην είναι τόσο απλά.
Μελετώντας την συμπεριφορά απομονωμένων νευρικών κυττάρων, οι επιστήμονες έχουν συγκεντρώσει ενδείξεις ότι υπάρχει ενδεχόμενο στοιχειώδης υπολογιστική μονάδα του νευρικού συστήματος να μην είναι το νευρικό κύτταρο, αλλά υποκυτταρικές δομές στο εσωτερικό του. Ετσι ο βαθμός πολυπλοκότητας του εγκεφάλου αυξάνεται δραματικά κι επομένως μπορεί να εκτελεί τρισεκατομμύρια τρισεκατομμυρίων υπολογισμούς το δευτερόλεπτο, κάτι που υπερβαίνει τα όρια και της πιο τολμηρής επιστημονικής φαντασίας, με δεδομένο το σημερινό τεχνολογικό επίπεδο. Ίσως τελικά η συνείδηση και η ευφυΐα να εδράζονται σε τέτοιες απρόσιτες περιοχές.
Χρησιμοποιώντας τον εγκέφαλό του, ο άνθρωπος μελετά και προσπαθεί να καταλάβει τον φυσικό κόσμο. Η αντίληψη και η ακριβής αντανάκλαση του εξωτερικού περιβάλλοντος, η αποθήκευση πληροφορίας, η φαντασία, η αφαίρεση και η συνείδηση αποτελούν μερικές από τις λειτουργίες του εγκέφαλου που είναι απαραίτητες σ’ αυτή την προσπάθεια. Ωστόσο, πώς μπορούμε να καταλάβουμε με πληρότητα τον φυσικό κόσμο αν πρώτα δεν κατανοήσουμε την λειτουργία αυτού ακριβώς του οργάνου που χρησιμοποιούμε για να απεικονίσουμε τον φυσικό κόσμο, δηλαδή του εγκεφάλου μας; Ο Francis Crick αναφέρει σχετικά με το ζήτημα αυτό: “Δεν υπάρχει για τον άνθρωπο επιστημονική μελέτη πιο ουσιαστική από εκείνη της κατανόησης του ίδιου του εργαλείου που χρησιμοποιεί στην προσπάθειά του να καταλάβει τον φυσικό κόσμο. Κι αυτή ακόμα η αξιοπιστία της άποψης που έχουμε για τον φυσικό κόσμο εξαρτάται από την κατανόηση της λειτουργίας του εγκεφάλου”.
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος, λοιπόν, προσπαθεί να κατανοήσει την ίδια την λειτουργία του. Το ερώτημα του τι συνιστά την συνείδηση δεν είναι βέβαια νέο. Ο άνθρωπος αναρωτήθηκε από πολύ νωρίς τι είναι αυτό, ποια είναι η διεργασία εκείνη που του επιτρέπει να αναρωτιέται. Η επιστήμη ενδοσκοπείται… Σε ποιο σημείο βρίσκεται λοιπόν η προσπάθεια κατανόησης της λειτουργίας του εγκεφάλου και του φαινομένου της συνείδησης; είναι αλήθεια ότι η τεράστια πρόοδος που έχει επιτευχθεί όσον αφορά την παρακολούθηση και κατανόηση των βασικών λειτουργιών του κυττάρου, έθεσε τα θεμέλια για την μελέτη πιο περίπλοκων βιολογικών δομών όπως είναι το νευρικό σύστημα. Μάλιστα, έχουν ήδη σημειωθεί μεγάλα επιτεύγματα σε τομείς που αφορούν τους μηχανισμούς της αντίληψης και επεξεργασίας πληροφοριών που συλλέγονται από τις αισθήσεις, αλλά και τους μηχανισμούς της μνήμης.
Όμως, το πώς μια μάζα νευρικών κυττάρων αποκτά αυτογνωσία –συνείδηση– εξακολουθεί να συνιστά ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια. Μέχρι πολύ πρόσφατα, το ζήτημα της συνείδησης υπαγόταν αποκλειστικά στην σφαίρα της φιλοσοφίας και της θρησκείας, όπου αποτέλεσε και εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο έντονων αντιπαραθέσεων. Η ανάπτυξη, όμως, την τελευταία δεκαετία μεθόδων απεικόνισης της εγκεφαλικής δραστηριότητας, καθώς και πειραματικών μοντέλων έλεγχου της συμπεριφοράς, επέτρεψε την προσέγγιση του ζητήματος της συνείδησης στο πλαίσιο της σύγχρονης νευροβιολογίας.
Παρ’ ότι τα πειραματικά ευρήματα είναι ακόμη λίγα και διάσπαρτα, έχουν ήδη αρχίσει να εμφανίζονται θεωρητικά μοντέλα του πώς αναδύεται η συνείδηση μέσα από την λειτουργία εκτεταμένων νευρωνικών δικτύων στον εγκέφαλο. Τα μοντέλα αυτά έχουν σημαντική αξία διότι, πέραν του ότι συνιστούν μια προσπάθεια ερμηνείας του φαινομένου της συνείδησης με καθαρά επιστημονικούς όρους, προσφέρουν και ένα υπόβαθρο για περαιτέρω πειραματικές μελέτες που τελικά θα διευρύνουν την κατανόηση των σχετικών μηχανισμών.
Κάθε ενσυνείδητη κατάσταση είναι ολοκληρωμένη και μοναδιαία. Δεν μπορεί να αναλυθεί σε απλούστερα, ανεξάρτητα τμήματα και κάθε τέτοια κατάσταση είναι εξαιρετικά διαφοροποιημένη και μοναδική. Πρόκειται δηλαδή για μια αδιαίρετη σκηνή, ένα «καρέ», που αντιστοιχεί σ’ αυτό που βιώνουμε εκείνη την συγκεκριμένη στιγμή. Η ενσυνείδητη ζωή μας είναι ουσιαστικά μια γρήγορη διαδοχή τέτοιων συμπαγών εικόνων. Με βάση τα χαρακτηριστικά αυτά, η συνείδηση περιγράφεται όχι ως προϊόν της λειτουργίας των νευρικών κυττάρων του εγκεφάλου, αλλά ως μια συνεχής διεργασία που συμβαίνει στον εγκέφαλο. Ο εγκέφαλος είναι εμφυτευμένος στο ανθρώπινο σώμα, μια βιολογική δομή με συγκεκριμένα ανατομικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά, η οποία είναι η ίδια ενσωματωμένη σε ένα συγκεκριμένο φυσικό περιβάλλον.
Η στενή αλληλεπίδραση των τριών αυτών στοιχείων (εγκέφαλος, σώμα, περιβάλλον) καθορίζει την μορφή και την υφή της ενσυνείδητης εμπειρίας. Ένας εγκέφαλος θα διαμόρφωνε διαφορετική εικόνα για τον κόσμο και θα βίωνε διαφορετικά την ύπαρξή του αν ήταν δυνατόν να μεταμοσχευθεί από νωρίς στο σώμα ενός ρομπότ. Θα ονειρευόταν άραγε ηλεκτρικά πρόβατα από την θέση αυτή; Είναι αδύνατον να ελπίζουμε ότι θα το μάθουμε ποτέ αν δεν κατανοήσουμε πρώτα τους μηχανισμούς της συνείδησης. Ποια είναι τα νευρικά κυκλώματα που συμμετέχουν στις διεργασίες της συνείδησης; Πώς αλληλεπιδρούν μεταξύ τους; Πώς διαμορφώνουν την λειτουργία των δικτύων αυτών οι πληροφορίες που έρχονται από τις αισθητήριες οδούς και εκείνες που βρίσκονται στην μνήμη; Οι συνθήκες για την έρευνα με στόχο την κατανόηση της λειτουργίας του εγκεφάλου είναι σήμερα πιο ώριμες.Τα ερωτήματα παραμένουν δύσκολα, όμως είναι ενθαρρυντικό ότι η αναζήτηση έχει πλέον μεταφερθεί από την περιοχή της μεταφυσικής και της φιλοσοφίας στο χειρουργικό τραπέζι της αναλυτικής επιστήμης.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου