Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2019

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ἠθικὰ Νικομάχεια (1168a-1169b)

[VIII] Ἀπορεῖται δὲ καὶ πότερον δεῖ φιλεῖν ἑαυτὸν μάλιστα ἢ ἄλλον τινά. ἐπιτιμῶσι γὰρ τοῖς ἑαυτοὺς μάλιστ᾽ ἀγαπῶσι, καὶ ὡς ἐν αἰσχρῷ φιλαύτους ἀποκαλοῦσι, δοκεῖ τε ὁ μὲν φαῦλος ἑαυτοῦ χάριν πάντα πράττειν, καὶ ὅσῳ ἂν μοχθηρότερος ᾖ, τοσούτῳ μᾶλλον —ἐγκαλοῦσι δὴ αὐτῷ οἷον ὅτι οὐδὲν ἀφ᾽ ἑαυτοῦ πράττει— ὁ δ᾽ ἐπιεικὴς διὰ τὸ καλόν, καὶ ὅσῳ ἂν βελτίων ᾖ, μᾶλλον διὰ τὸ καλόν, καὶ φίλου ἕνεκα, τὸ δ᾽ αὑτοῦ παρίησιν. τοῖς λόγοις δὲ τούτοις τὰ ἔργα διαφωνεῖ,

[1168b] οὐκ ἀλόγως. φασὶ γὰρ δεῖν φιλεῖν μάλιστα τὸν μάλιστα φίλον, φίλος δὲ μάλιστα ὁ βουλόμενος ᾧ βούλεται τἀγαθὰ ἐκείνου ἕνεκα, καὶ εἰ μηδεὶς εἴσεται· ταῦτα δ᾽ ὑπάρχει μάλιστ᾽ αὐτῷ πρὸς αὑτόν, καὶ τὰ λοιπὰ δὴ πάνθ᾽ οἷς ὁ φίλος ὁρίζεται· εἴρηται γὰρ ὅτι ἀπ᾽ αὐτοῦ πάντα τὰ φιλικὰ καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους διήκει. καὶ αἱ παροιμίαι δὲ πᾶσαι ὁμογνωμονοῦσιν, οἷον τὸ «μία ψυχή» καὶ «κοινὰ τὰ φίλων» καὶ «ἰσότης φιλότης» καὶ «γόνυ κνήμης ἔγγιον·» πάντα γὰρ ταῦτα πρὸς αὑτὸν μάλιστ᾽ ἂν ὑπάρχοι· μάλιστα γὰρ φίλος αὑτῷ· καὶ φιλητέον δὴ μάλισθ᾽ ἑαυτόν. ἀπορεῖται δὴ εἰκότως ποτέροις χρεὼν ἕπεσθαι, ἀμφοῖν ἐχόντοιν τὸ πιστόν. ἴσως οὖν τοὺς τοιούτους δεῖ τῶν λόγων διαιρεῖν καὶ διορίζειν ἐφ᾽ ὅσον ἑκάτεροι καὶ πῇ ἀληθεύουσιν. εἰ δὴ λάβοιμεν τὸ φίλαυτον πῶς ἑκάτεροι λέγουσιν, τάχ᾽ ἂν γένοιτο δῆλον. οἱ μὲν οὖν εἰς ὄνειδος ἄγοντες αὐτὸ φιλαύτους καλοῦσι τοὺς ἑαυτοῖς ἀπονέμοντας τὸ πλεῖον ἐν χρήμασι καὶ τιμαῖς καὶ ἡδοναῖς ταῖς σωματικαῖς· τούτων γὰρ οἱ πολλοὶ ὀρέγονται, καὶ ἐσπουδάκασι περὶ αὐτὰ ὡς ἄριστα ὄντα, διὸ καὶ περιμάχητά ἐστιν. οἱ δὴ περὶ ταῦτα πλεονέκται χαρίζονται ταῖς ἐπιθυμίαις καὶ ὅλως τοῖς πάθεσι καὶ τῷ ἀλόγῳ τῆς ψυχῆς· τοιοῦτοι δ᾽ εἰσὶν οἱ πολλοί· διὸ καὶ ἡ προσηγορία γεγένηται ἀπὸ τοῦ πολλοῦ φαύλου ὄντος· δικαίως δὴ τοῖς οὕτω φιλαύτοις ὀνειδίζεται. ὅτι δὲ τοὺς τὰ τοιαῦθ᾽ αὑτοῖς ἀπονέμοντας εἰώθασι λέγειν οἱ πολλοὶ φιλαύτους, οὐκ ἄδηλον· εἰ γάρ τις ἀεὶ σπουδάζοι τὰ δίκαια πράττειν αὐτὸς μάλιστα πάντων ἢ τὰ σώφρονα ἢ ὁποιαοῦν ἄλλα τῶν κατὰ τὰς ἀρετάς, καὶ ὅλως ἀεὶ τὸ καλὸν ἑαυτῷ περιποιοῖτο, οὐδεὶς ἐρεῖ τοῦτον φίλαυτον οὐδὲ ψέξει. δόξειε δ᾽ ἂν ὁ τοιοῦτος μᾶλλον εἶναι φίλαυτος· ἀπονέμει γοῦν ἑαυτῷ τὰ κάλλιστα καὶ μάλιστ᾽ ἀγαθά, καὶ χαρίζεται ἑαυτοῦ τῷ κυριωτάτῳ, καὶ πάντα τούτῳ πείθεται· ὥσπερ δὲ καὶ πόλις τὸ κυριώτατον μάλιστ᾽ εἶναι δοκεῖ καὶ πᾶν ἄλλο σύστημα, οὕτω καὶ ἄνθρωπος· καὶ φίλαυτος δὴ μάλιστα ὁ τοῦτο ἀγαπῶν καὶ τούτῳ χαριζόμενος. καὶ ἐγκρατὴς δὲ καὶ ἀκρατὴς λέγεται τῷ κρατεῖν τὸν νοῦν ἢ μή, ὡς τούτου ἑκάστου ὄντος· καὶ πεπραγέναι

[1169a] δοκοῦσιν αὐτοὶ καὶ ἑκουσίως τὰ μετὰ λόγου μάλιστα. ὅτι μὲν οὖν τοῦθ᾽ ἕκαστός ἐστιν ἢ μάλιστα, οὐκ ἄδηλον, καὶ ὅτι ὁ ἐπιεικὴς μάλιστα τοῦτ᾽ ἀγαπᾷ. διὸ φίλαυτος μάλιστ᾽ ἂν εἴη, καθ᾽ ἕτερον εἶδος τοῦ ὀνειδιζομένου, καὶ διαφέρων τοσοῦτον ὅσον τὸ κατὰ λόγον ζῆν τοῦ κατὰ πάθος, καὶ ὀρέγεσθαι ἢ τοῦ καλοῦ ἢ τοῦ δοκοῦντος συμφέρειν. τοὺς μὲν οὖν περὶ τὰς καλὰς πράξεις διαφερόντως σπουδάζοντας πάντες ἀποδέχονται καὶ ἐπαινοῦσιν· πάντων δὲ ἁμιλλωμένων πρὸς τὸ καλὸν καὶ διατεινομένων τὰ κάλλιστα πράττειν κοινῇ τ᾽ ἂν πάντ᾽ εἴη τὰ δέοντα καὶ ἰδίᾳ ἑκάστῳ τὰ μέγιστα τῶν ἀγαθῶν, εἴπερ ἡ ἀρετὴ τοιοῦτόν ἐστιν. ὥστε τὸν μὲν ἀγαθὸν δεῖ φίλαυτον εἶναι (καὶ γὰρ αὐτὸς ὀνήσεται τὰ καλὰ πράττων καὶ τοὺς ἄλλους ὠφελήσει), τὸν δὲ μοχθηρὸν οὐ δεῖ· βλάψει γὰρ καὶ ἑαυτὸν καὶ τοὺς πέλας, φαύλοις πάθεσιν ἑπόμενος. τῷ μοχθηρῷ μὲν οὖν διαφωνεῖ ἃ δεῖ πράττειν καὶ ἃ πράττει· ὁ δ᾽ ἐπιεικής, ἃ δεῖ, ταῦτα καὶ πράττει· πᾶς γὰρ νοῦς αἱρεῖται τὸ βέλτιστον ἑαυτῷ, ὁ δ᾽ ἐπιεικὴς πειθαρχεῖ τῷ νῷ. ἀληθὲς δὲ περὶ τοῦ σπουδαίου καὶ τὸ τῶν φίλων ἕνεκα πολλὰ πράττειν καὶ τῆς πατρίδος, κἂν δέῃ ὑπεραποθνήσκειν· προήσεται γὰρ καὶ χρήματα καὶ τιμὰς καὶ ὅλως τὰ περιμάχητα ἀγαθά, περιποιούμενος ἑαυτῷ τὸ καλόν· ὀλίγον γὰρ χρόνον ἡσθῆναι σφόδρα μᾶλλον ἕλοιτ᾽ ἂν ἢ πολὺν ἠρέμα, καὶ βιῶσαι καλῶς ἐνιαυτὸν ἢ πόλλ᾽ ἔτη τυχόντως, καὶ μίαν πρᾶξιν καλὴν καὶ μεγάλην ἢ πολλὰς καὶ μικράς. τοῖς δ᾽ ὑπεραποθνήσκουσι τοῦτ᾽ ἴσως συμβαίνει· αἱροῦνται δὴ μέγα καλὸν ἑαυτοῖς. καὶ χρήματα προοῖντ᾽ ἂν ἐφ᾽ ᾧ πλείονα λήψονται οἱ φίλοι· γίνεται γὰρ τῷ μὲν φίλῳ χρήματα, αὐτῷ δὲ τὸ καλόν· τὸ δὴ μεῖζον ἀγαθὸν ἑαυτῷ ἀπονέμει. καὶ περὶ τιμὰς δὲ καὶ ἀρχὰς ὁ αὐτὸς τρόπος· πάντα γὰρ τῷ φίλῳ ταῦτα προήσεται· καλὸν γὰρ αὐτῷ τοῦτο καὶ ἐπαινετόν. εἰκότως δὴ δοκεῖ σπουδαῖος εἶναι, ἀντὶ πάντων αἱρούμενος τὸ καλόν. ἐνδέχεται δὲ καὶ πράξεις τῷ φίλῳ προΐεσθαι, καὶ εἶναι κάλλιον τοῦ αὐτὸν πρᾶξαι τὸ αἴτιον τῷ φίλῳ γενέσθαι. ἐν πᾶσι δὴ τοῖς ἐπαινετοῖς ὁ σπουδαῖος φαίνεται ἑαυτῷ τοῦ καλοῦ πλέον

[1169b] νέμων. οὕτω μὲν οὖν φίλαυτον εἶναι δεῖ, καθάπερ εἴρηται· ὡς δ᾽ οἱ πολλοί, οὐ χρή.

***
[8] Ένα άλλο ερώτημα που προκαλεί συζητήσεις είναι αν πρέπει κανείς να αγαπάει κατά πρώτο και κύριο λόγο τον εαυτό του ή κάποιον άλλον. Κατηγορούν, πράγματι, οι άνθρωποι αυτούς που αγαπούν κατά πρώτο και κύριο λόγο τον εαυτό τους και, σαν για να χρησιμοποιήσουν γι᾽ αυτούς μια άσχημη λέξη, τους ονομάζουν φίλαυτους. Εξάλλου: Κατά την κοινή αντίληψη ο ασήμαντος και μικρής αξίας άνθρωπος ό,τι κάνει το κάνει για τον εαυτό του, τόσο μάλιστα περισσότερο όσο πιο κακός είναι — έτσι τον κατηγορούν, επιπαραδείγματι, οι άνθρωποι ότι δεν συμβάλλει ποτέ σε τίποτε με τη θέλησή του· αντίθετα, ο καλός και αξιόλογος άνθρωπος ό,τι κάνει το κάνει για χάρη του ωραίου (όσο μάλιστα πιο καλός είναι, τόσο πιο πολύ για χάρη του ωραίου), και ακόμη το κάνει για χάρη του φίλου του· το δικό του συμφέρον το αφήνει καταμέρος.

Με τις θεωρίες όμως αυτές διαφωνούν τα ίδια τα πράγματα


[1168b] — και αυτό δεν είναι καθόλου παράλογο. Λένε δηλαδή ότι πρέπει να αγαπούμε κατά πρώτο και κύριο λόγο τον καλύτερό μας φίλο, και καλύτερος φίλος είναι αυτός που τα αγαθά που επιθυμούμε γι᾽ αυτόν τα επιθυμούμε για χάρη εκείνου, έστω και αν αυτό δεν θα γίνει γνωστό σε κανέναν· αυτό όμως είναι κάτι που παρουσιάζεται κατά πρώτο και κύριο λόγο στη στάση μας απέναντι στον ίδιο τον εαυτό μας — μαζί και όλα τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά με τα οποία ορίζεται ο φίλος. Έχουμε, πράγματι, ήδη πει ότι από αυτή τη σχέση τα χαρακτηριστικά της φιλίας επεκτείνονται και προς τους άλλους ανθρώπους. Και όλες οι παροιμίες συμφωνούν σ᾽ αυτό, π.χ. « Μια ψυχή», «Όλα των φίλων κοινά», «Φιλία θα πει ισότητα», «Κοντινότερο από την κνήμη είναι το γόνατο»: όλα αυτά τα χαρακτηριστικά μπορούμε να τα βρούμε κατά πρώτο και κύριο λόγο στη σχέση μας προς τον ίδιο τον εαυτό μας· γιατί ο καθένας είναι ο καλύτερος φίλος του εαυτού του, και άρα ο καθένας πρέπει να αγαπάει κατά πρώτο και κύριο λόγο τον εαυτό του.

Είναι λοιπόν λογικό το ερώτημα: Ποιά από τις δύο απόψεις πρέπει να ακολουθήσουμε, τη στιγμή που και οι δυο τους είναι αληθοφανείς;


Ίσως λοιπόν πρέπει να ξεχωρίσουμε τη μια από την άλλη τις απόψεις αυτές και να προσπαθήσουμε να ορίσουμε ως ποιό σημείο και πώς αληθεύει η καθεμιά τους. Αν καταλάβουμε με ποιό τρόπο συλλαμβάνουν οι μεν και οι δε το νόημα της φιλαυτίας, το πράγμα θα γίνει ασφαλώς φανερό. Αυτοί λοιπόν που καταλαβαίνουν το πράγμα ως όνειδος ονομάζουν φιλαύτους αυτούς που θέλουν για τον εαυτό τους το μεγαλύτερο μερτικό των χρημάτων, των τιμών και των σωματικών ηδονών — αυτά, πράγματι, λαχταρούν οι περισσότεροι άνθρωποι και γι᾽ αυτά έδειξαν πολύ μεγάλο ζήλο σαν να είναι ό,τι καλύτερο υπάρχει, πράγμα που τα έκανε να είναι περιπόθητα. Αυτοί λοιπόν που είναι άπληστοι ως προς αυτά τα πράγματα κοιτάζουν πώς να υπηρετήσουν τις επιθυμίες τους και, γενικά, τα πάθη τους και το άλογο μέρος της ψυχής τους· τέτοιοι είναι οι περισσότεροι άνθρωποι· αυτός είναι και ο λόγος που η συνήθης σημασία της λέξης έχει την αρχή της στους πολλούς, που είναι ασήμαντοι και δίχως καμιά αξία άνθρωποι· δικαιολογημένα λοιπόν ψέγονται οι με αυτό το νόημα φίλαυτοι. Ότι, τώρα, ο πολύς κόσμος συνηθίζει να ονομάζει φιλαύτους αυτούς που θέλουν για τον εαυτό τους όλα αυτού του είδους τα πράγματα, είναι φανερό· γιατί αν κανείς άλλο δεν θέλει συνεχώς παρά να πράττει, περισσότερο αυτός από όλους τους άλλους, τα έργα της δικαιοσύνης ή της σωφροσύνης ή τα έργα οποιασδήποτε άλλης αρετής, και γενικά προσπαθεί συνεχώς να εξασφαλίζει για τον εαυτό του την (ηθική) ομορφιά, κανένας δεν θα πει ότι ο άνθρωπος αυτός είναι φίλαυτος, ούτε θα τον ψέξει.


Αυτού του είδους όμως τον άνθρωπο θα μπορούσε κανείς να τον θεωρήσει πιο φίλαυτο από τον άλλον. Πραγματικά ο άνθρωπος αυτός θέλει για τον εαυτό του τα πιο όμορφα και τα καλύτερα πράγματα, και κοιτάζει να υπηρετήσει το κυριότερο μέρος του εαυτού του, και υπακούει σ᾽ αυτό σε όλα· και όπως ακριβώς πόλη (και, γενικά, κάθε οργανωμένο σύνολο ανθρώπων) θεωρείται πως είναι κατά κύριο λόγο το πιο σημαντικό του μέρος, το ίδιο και στην περίπτωση του ανθρώπου· ο κατεξοχήν λοιπόν φίλαυτος είναι αυτός που αγαπάει και υπηρετεί αυτό το μέρος του εαυτού του. Εξάλλου: Ο άνθρωπος λέγεται εγκρατής ή ακρατής ανάλογα με το αν ο νους του έχει ή δεν έχει τον έλεγχο του εαυτού του: θέλουν με αυτό να πουν ότι ο καθένας μας δεν είναι παρά ο νους του.


[1169a] Θεωρούν, άλλωστε, ότι κατεξοχήν δικές τους πράξεις και καμωμένες με τη θέλησή τους είναι οι πράξεις που έχουν γίνει σύμφωνα με το λογικό μέρος της ψυχής τους. Ότι αυτό λοιπόν το μέρος του εαυτού του, ή κατά κύριο λόγο αυτό, είναι ο κάθε άνθρωπος, είναι φανερό, όπως και το ότι ο αξιόλογος και ενάρετος άνθρωπος αυτό το μέρος του εαυτού του αγαπάει κατά πρώτο και κύριο λόγο. Γι᾽ αυτό και θα λέγαμε ότι αυτός είναι ο πραγματικός φίλαυτος — διαφορετικού βέβαια είδους από το είδος που ψέγεται: η διαφορά του από εκείνον είναι όση η διαφορά μιας ζωής που κυβερνιέται από τη λογική από μια ζωή υποταγμένη στα πάθη, ή όση είναι η διαφορά της επιθυμίας για το ωραίο και το καλό από την επιθυμία γι᾽ αυτό που θεωρεί κανείς συμφέρον του. Τους ανθρώπους λοιπόν που δείχνουν εξαιρετικό ζήλο για τις ωραίες πράξεις όλοι τούς εγκρίνουν και τους επαινούν· και αν όλοι οι άνθρωποι συναγωνίζονταν ο ένας τον άλλον στο ωραίο και έβαζαν όλες τους τις δυνάμεις στο να πράττουν ό,τι είναι πιο ωραίο, τότε και η κατάσταση της κοινότητας θα ήταν αυτή που πρέπει να είναι και το κάθε επιμέρους άτομο θα είχε τα μεγαλύτερα αγαθά, αφού η αρετή είναι το μεγαλύτερο αγαθό.

Συμπέρασμα: Ο ενάρετος άνθρωπος πρέπει να είναι φίλαυτος (γιατί πράττοντας ηθικά ωραίες πράξεις και ο ίδιος θα ωφεληθεί και τους άλλους θα ωφελήσει), ενώ ο κακός άνθρωπος δεν πρέπει να είναι· γιατί αυτός θα βλάψει και τον εαυτό του και τους άλλους, καθώς ακολουθεί τα κακά του πάθη. Στον κακό λοιπόν άνθρωπο υπάρχει διάσταση ανάμεσα σε αυτά που θα έπρεπε να κάνει και σε αυτά που πράγματι κάνει, ενώ ο ενάρετος άνθρωπος, αυτά που θα έπρεπε να κάνει, αυτά πράγματι κάνει· ο λόγος είναι ότι ο νους επιλέγει πάντοτε αυτό που είναι το καλύτερο για τον ίδιο, και ο ενάρετος άνθρωπος υπακούει στον νου. Αληθεύει, επίσης, ότι ο ενάρετος άνθρωπος κάνει πολλά για τους φίλους του και για την πατρίδα του, και ότι, αν χρειαστεί, δίνει και τη ζωή του για χάρη τους· πραγματικά, και τα χρήματα θα τα θυσιάσει και τις τιμές και, γενικά, τα περιπόθητα αγαθά, επιδιώκοντας να κερδίσει για τον εαυτό του την (ηθική) ομορφιά· ο άνθρωπος αυτός θα προτιμούσε μια μικρής διάρκειας έντονη ηδονή από μια μεγαλύτερης διάρκειας ήρεμη και άνετη απόλαυση· θα προτιμούσε να ζήσει έναν χρόνο με (ηθική) ομορφιά παρά πολλά χρόνια με τρόπο ασήμαντο και τυχαίο· θα προτιμούσε μια πράξη όμορφη μεγάλης αξίας παρά πολλές μικρής αξίας. Και μάλλον αυτό είναι που συμβαίνει σ᾽ αυτούς που δίνουν τη ζωή τους για τους φίλους τους· αυτό, επομένως, που επιλέγουν για τον εαυτό τους είναι κάτι το μεγάλο και ωραίο. Και τα χρήματά τους θα τα θυσίαζαν οι άνθρωποι αυτοί, αν ήταν να αποκτήσουν περισσότερα οι φίλοι τους· γιατί, ενώ με τον τρόπο αυτό ο φίλος παίρνει χρήματα, ο ίδιος κερδίζει την (ηθική) ομορφιά — προσφέρει έτσι στον εαυτό του ένα μεγαλύτερο αγαθό. Το ίδιο και με τις τιμές και τα αξιώματα: όλα αυτά θα τα παραχωρήσει στον φίλο του· γιατί αυτό είναι ωραίο γι᾽ αυτόν και άξιο επαίνου. Δικαιολογημένα λοιπόν θεωρείται καλός άνθρωπος, αφού προτιμάει την (ηθική) ομορφιά από όλα τα άλλα. Είναι, επίσης, δυνατό ακόμη και την εκτέλεση κάποιων πράξεων να την παραχωρεί στον φίλο του: το να δώσει στον φίλο του τη δυνατότητα να κάνει κάτι μπορεί να είναι πιο όμορφο από το να το κάνει ο ίδιος.


Είναι λοιπόν φανερό ότι σε όλα τα άξια επαίνου πράγματα ο ενάρετος άνθρωπος προσφέρει στον εαυτό του μεγαλύτερο μερτικό από το (ηθικά) ωραίο.


[1169b] Με αυτόν, επομένως, τον τρόπο —όπως το έχουμε πει παραπάνω— πρέπει κανείς να είναι φίλαυτος, με τον τρόπο όμως των πολλών, όχι.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου