Στο δεύτερο βιβλίο ο Αριστοτέλης επιδιώκει να εφοδιάσει τους ρήτορες με τα εργαλεία πειθούς που απευθύνονται στο θυμικό του ακροατηρίου τους. Ο ρήτορας οφείλει να γνωρίζει πώς θα διεγείρει ή θα κατευνάσει στην ψυχή των ακροατών του τα λεγόμενα πάθη, ως πάθη θεωρεί ο φιλόσοφος όσα προκαλούν μεταβολές στην ψυχική, σωματική και νοητική κατάσταση των ανθρώπων και συνοδεύονται από ευχαρίστηση ή δυσαρέσκεια.
Μετά την οργή και την πραότητα εξετάζονται η φιλία και το μίσος.
Ας πούμε τώρα ποιους αγαπούν οι άνθρωποι και θέλουν να τους έχουν φίλους τους και ποιους μισούν, καθώς και για ποιον λόγο -αφού όμως πρώτα δώσουμε τον ορισμό της φιλίας και της αγάπης. Ας δεχτούμε λοιπόν ότι αγαπώ κάποιον και θέλω να τον έχω φίλο μου θα πει θέλω γι’ αυτόν καθετί που το θεωρώ καλό, όχι για να κερδίσω κάτι ο ίδιος, αλλά αποκλειστικά για χάρη εκείνου· [1381a] κάνω μάλιστα και ό,τι μπορώ για να αποκτήσει αυτά τα καλά εκείνος.
Φίλος είναι το πρόσωπο που αγαπά με τον τρόπο που είπαμε και αγαπιέται με τον ίδιο τρόπο: όσοι πιστεύουν ότι η σχέση τους είναι αυτού του είδους, θεωρούν ότι είναι φίλοι. Με όλα αυτά να τα έχουμε δεχτεί, καταλήγουμε πια -υποχρεωτικά- στο ότι φίλος είναι αυτός που χαίρεται με τα καλά και λυπάται με τα δυσάρεστα που συμβαίνουν στον φίλο του -και αυτό όχι για κανέναν άλλο λόγο παρά μόνο για χάρη εκείνου. Αλήθεια, δεν υπάρχει άνθρωπος που να μη χαίρεται όταν πραγματοποιούνται όλα όσα επιθυμεί και να μη λυπάται όταν του συμβαίνουν τα αντίθετα· αυτό θα πει ότι σημάδι αυτού που επιθυμούμε είναι, κάθε φορά, οι λύπες και οι χαρές μας.
Φίλοι γίνονται επίσης αυτοί που ό,τι θεωρεί καλό ο ένας, το θεωρεί καλό και ο άλλος· και ό,τι θεωρεί κακό ο ένας, το θεωρεί κακό και ο άλλος. Επίσης αυτοί που έχουν τους ίδιους φίλους και τους ίδιους εχθρούς· ο λόγος είναι ότι αναγκαστικά οι άνθρωποι αυτοί έχουν τις ίδιες επιθυμίες, και φυσικά όποιος επιθυμεί για τον άλλο αυτά που επιθυμεί για τον ίδιο τον εαυτό του, δεν μπορεί παρά να είναι φίλος αυτού του ανθρώπου. Αγαπούν επίσης οι άνθρωποι και κάνουν φίλους τους αυτούς από τους οποίους έχουν ευεργετηθεί, ή οι ίδιοι ή αυτοί για τους οποίους οι ίδιοι ενδιαφέρονται, και αν το καλό που τους έγινε ήταν μεγάλο, ή έγινε με προθυμία, ή κάτω από ορισμένες συνθήκες, και πάντως αποκλειστικά για χάρη τους ― και αυτούς όμως για τους οποίους πιστεύουν πως έχουν τη θέληση να τους ευεργετήσουν.
Φίλους τους κάνουν επίσης οι άνθρωποι τους φίλους των φίλων τους, καθώς και αυτούς που αγαπούν όσους αγαπούν και οι ίδιοι· επίσης όσους έχουν κερδίσει την αγάπη εκείνων που έχουν κερδίσει τη δική τους αγάπη. Με τον ίδιο τρόπο: φίλους τους κάνουν αυτούς που έχουν γίνει μισητοί σ’ αυτούς στους οποίους έγιναν μισητοί και οι ίδιοι, αυτούς που μισούν όσους μισούν και οι ίδιοι, τέλος αυτούς που μισούνται από αυτούς που μισούν οι ίδιοι: είναι φανερό ότι σε όλες αυτές τις περιπτώσεις οι άνθρωποι αυτοί πιστεύουν ότι καλά είναι τα ίδια ακριβώς που θεωρούν καλά και οι ίδιοι, και έτσι επιθυμούν αυτά που είναι καλά για τους ίδιους· αυτό δεν ήταν το κύριο γνώρισμα του φίλου;
Αγαπούν επίσης οι άνθρωποι και κάνουν φίλους τους αυτούς που έχουν τη θέληση και τη δύναμη να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στους άλλους, είτε σε χρήμα είτε για να τους σώσουν· αυτός είναι ο λόγος που τιμούν τους γενναιόδωρους, τους ανδρείους και τους δίκαιους (δίκαιους θεωρούν οι άνθρωποι αυτούς που δεν ζουν σε βάρος άλλων· τέτοιοι είναι όσοι κερδίζουν τη ζωή τους από τη δουλειά τους· αυτή είναι, κατά κύριο λόγο, η περίπτωση των γεωργών και, από όλους τους άλλους, η περίπτωση αυτών που ασκούν χειρωνακτικά επαγγέλματα). Αυτούς, επίσης, που μπορούν να ελέγχουν τον εαυτό τους -γιατί αυτοί δεν μπορούν να είναι άδικοι. Για τον ίδιο λόγο και αυτούς που δεν ανακατεύονται στις ξένες υποθέσεις.
Αγαπούμε επίσης και κάνουμε φίλους μας αυτούς με τους οποίους επιθυμούμε να γίνουμε φίλοι (αν δείχνουν καθαρά ότι το επιθυμούν και αυτοί)· τέτοιοι είναι οι ενάρετοι άνθρωποι και αυτοί που έχουν καλό όνομα ― είτε ανάμεσα σε όλους τους ανθρώπους, είτε ανάμεσα στους πιο διαλεχτούς, είτε ανάμεσα σε αυτούς που θαυμάζουμε, είτε ανάμεσα σε αυτούς που μας θαυμάζουν.
Επίσης αυτούς που είναι μια ευχαρίστηση να περνάς παρέα τη μέρα σου μαζί τους· τέτοιοι είναι οι βολικοί άνθρωποι, αυτοί που δεν ζητούν να ελέγχουν τα σφάλματα των άλλων, αυτοί που δεν τα βάζουν με όλους και δεν τσακώνονται με όλους (όσοι τα κάνουν όλα αυτά είναι άνθρωποι εριστικοί, και οι εριστικοί άνθρωποι φαίνεται να έχουν επιθυμίες αντίθετες με τις δικές μας)· τέτοιοι είναι επίσης οι άνθρωποι που ξέρουν να πειράζουν, αλλά και να δέχονται το πείραγμα: και των δύο αυτών κατηγοριών τα άτομα στοχεύουν στο ίδιο πράγμα, αφού έχουν τη δύναμη και να δέχονται το πείραγμα και να πειράζουν τους άλλους με χάρη.
Αγαπούμε επίσης και κάνουμε φίλους μας αυτούς που επαινούν τις καλές μας ιδιότητες, ιδίως εκείνες που φοβούμαστε πως δεν τις έχουμε. [1381b] Όπως και αυτούς που έχουν καθαρή εξωτερική εμφάνιση, καθαρά ρούχα, καθαρό γενικά τρόπο ζωής. Αυτούς, επίσης, που δεν σπεύδουν να κάνουν τα σφάλματά μας ή τις ευεργεσίες που μας έχουν κάνει αφορμή για να μας ψέξουν: και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για ανθρώπους που τους αρέσει να ελέγχουν και να επικρίνουν τους άλλους. Αγαπούν, επίσης, οι άνθρωποι και κάνουν φίλους τους αυτούς που δεν μνησικακούν και δεν φυλάγουν μέσα τους παράπονα για το κακό που τους έχει γίνει, αλλά έχουν εύκολη τη συμφιλίωση: όπως τους βλέπουν να συμπεριφέρονται στους άλλους, ίδιοι, λένε, θα είναι και σ’ αυτούς.
Επίσης αυτούς που δεν κακολογούν ούτε καταγράφουν τις ελλείψεις -των αλλωνών ή των φίλων τους- αλλά μόνο τα καλά τους: έτσι κάνουν οι καλοί άνθρωποι. Επίσης αυτούς που δεν αντιμιλούν στον θυμωμένο ή στον σοβαρά απασχολημένο με κάτι: όσοι δεν συμπεριφέρονται με αυτόν τον τρόπο είναι άνθρωποι εριστικοί. Επίσης αυτούς που τους δείχνουν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, αισθήματα σεβασμού και ευλάβειας· που τους θαυμάζουν, λ.χ. ή τους θεωρούν καλούς ανθρώπους και ευχαριστιούνται μαζί τους και μάλιστα όταν τους δείχνουν τέτοια αισθήματα για πράγματα για τα οποία οι ίδιοι επιθυμούν να τους θαυμάζουν οι άλλοι ή να τους θεωρούν καλούς ή ευχάριστους ανθρώπους.
Κάνουν επίσης φίλους τους αυτούς που τους μοιάζουν και έχουν τις ίδιες με αυτούς ασχολίες -φτάνει να μη γίνονται ενοχλητικοί στους ίδιους και να μη κερδίζουν με τον ίδιο τρόπο τη ζωή τους γιατί τότε γίνεται αυτό που λέμε «ο κανατάς μισεί τον κανατά». Επίσης αυτούς με τους οποίους έχουν τις ίδιες επιθυμίες -με τον όρο, βέβαια, ότι μπορούν να τις ικανοποιήσουν και οι δύο· αλλιώς θα συμβεί ό,τι και στην προηγούμενη περίπτωση. Επίσης αυτούς με τους οποίους έχουν τέτοιου είδους σχέσεις, ώστε να μη ντρέπονται να κάνουν μπροστά τους πράγματα που δεν συνάδουν με το καλό όνομα -με τον όρο, φυσικά, ότι η διαγωγή αυτή δεν οφείλεται σε περιφρόνηση. Επίσης αυτούς μπροστά στους οποίους ντρέπονται να κάνουν πράγματα που είναι πράγματι κακά.
Αυτούς επίσης με τους οποίους έχουν τη φιλοδοξία να αναμετριούνται, ή αυτούς των οποίων θέλουν να προκαλούν τη ζηλοτυπία, όχι όμως τον φθόνο: όλους αυτούς ή τους αγαπούν ή θέλουν να τους έχουν φίλους τους. Επίσης αυτούς που οι ίδιοι είναι πρόθυμοι να τους βοηθήσουν να πετύχουν κάτι καλό -φτάνει να μη προκύψουν για τους ίδιους κακά μεγαλύτερα από το καλό που θα κερδίσουν εκείνοι. Επίσης αυτούς που όποιον αγαπούν, τον αγαπούν το ίδιο παρόντα ή απόντα· να γιατί όλοι αγαπούν και θέλουν φίλους τους αυτούς που δείχνουν τέτοιου είδους αισθήματα απέναντι σε πρόσωπα που έχουν πια πεθάνει.
Γενικά αυτούς που αγαπούν πάρα πολύ τους φίλους τους και δεν τους εγκαταλείπουν στις δύσκολες στιγμές τους· ο λόγος είναι ότι από όλους τους καλούς οι άνθρωποι αγαπούν πολύ περισσότερο αυτούς που είναι καλοί φίλοι. Επίσης αυτούς που δεν υποκρίνονται μπροστά τους· τέτοιοι είναι οι άνθρωποι που δεν διστάζουν να τους μιλούν και για τα ελαττώματά τους· το είπαμε πιο πριν: μπροστά στους φίλους μας δεν ντρεπόμαστε να κάνουμε πράγματα που δεν συνάδουν με το καλό όνομα· αν λοιπόν αυτός που ντρέπεται δεν είναι φίλος, θα πρέπει λογικά να είναι φίλος αυτός που δεν ντρέπεται. Επίσης αυτούς που δεν μας προκαλούν κανέναν φόβο, αλλ’, ίσα ίσα, ένα αίσθημα ασφάλειας· ποιος, αλήθεια, αγαπάει και θέλει για φίλο του έναν άνθρωπο που του προκαλεί φόβο;
Είδη φιλίας: η φιλία των συντρόφων, η φιλία των μελών μιας οικογένειας, η φιλία των συγγενών, και άλλα παρόμοια.
Τη φιλία τη γεννάει το να κάνει κανείς μια χάρη, το να την κάνει δίχως να του τη ζητήσουν, και αφού την κάνει να μη την κοινολογήσει· γιατί τότε φαίνεται ότι έγινε για τον φίλο και όχι για κάποιον άλλο λόγο.
[1382a] Όσο για την έχθρα και το μίσος, είναι φανερό ότι μπορούμε να τα αναλύσουμε ως αντίθετα προς όσα είπαμε. Την έχθρα τη γεννούν η οργή, η κακεντρεχής εναντίωση στη θέλησή μας, η διαβολή. Η οργή γεννιέται από πράγματα που στρέφονται προσωπικά εναντίον μας, ενώ μίσος υπάρχει και όταν τα πράγματα δεν στρέφονται προσωπικά εναντίον μας: μόλις σχηματίσουμε τη γνώμη πως ένας άνθρωπος έχει τον τάδε χαρακτήρα τον μισούμε. Έπειτα η οργή στρέφεται εναντίον συγκεκριμένων προσώπων, του τάδε ή του τάδε, π.χ. εναντίον του Καλλία ή εναντίον του Σωκράτη, ενώ το μίσος το αισθανόμαστε και για κατηγορίες ανθρώπων: όλοι μας μισούμε τους κλέφτες ή τους συκοφάντες.
Την οργή τη θεραπεύει ο χρόνος, ενώ το μίσος δεν έχει γιατρειά. Η οργή επιθυμεί να προξενήσει προσωρινή στενοχώρια, ενώ το μίσος μόνιμη βλάβη: ο θυμωμένος θέλει να γίνει αντιληπτός από τον άλλον, ενώ αυτός που μισεί δεν δίνει καμιά σημασία σ’ αυτό. Τα οδυνηρά πράγματα γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις, ενώ τα μέγιστα κακά (η αδικία, ας πούμε, ή η παραφροσύνη) ελάχιστα γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις· πραγματικά, η παρουσία της κακίας δεν προκαλεί καμία λύπη.
Η οργή συνοδεύεται από λύπη, το μίσος όχι: όλοι το ξέρουμε πως ο θυμωμένος είναι στενοχωρημένος, ενώ δεν είναι εκείνος που μισεί. Εκτός αυτού, ο θυμωμένος μπορεί κάποτε, ύστερα από πολλά, να νιώσει συμπόνια γι’ αυτόν με τον οποίο ήταν θυμωμένος· ο άλλος σε καμιά περίπτωση·ο θυμωμένος ένα μόνο θέλει: να υποφέρει με τη σειρά του και αυτός με τον οποίο ο ίδιος είναι θυμωμένος, ενώ αυτός που μισεί επιθυμεί να πάψει να υπάρχει ο άλλος.
Είναι λοιπόν -από αυτά που είπαμε- φανερό ότι είναι δυνατό από τη μια να αποδείξει ο ρήτορας ότι τα τάδε άτομα είναι πράγματι εχθροί μεταξύ τους ή φίλοι, και αν δεν είναι, να τους παρουσιάσει ως εχθρούς ή φίλους, και αν οι ίδιοι ισχυρίζονται πως είναι, να ανατρέψει τους ισχυρισμούς τους, και από την άλλη, σ’ αυτούς που από θυμό ή έχθρα παίρνουν αντίπαλη θέση, να αναγάγει την αντίπαλη θέση τους σε όποιον από τους δύο λόγους προτιμήσει.
Φόβος και Θάρρος
“Τι είδους πράγματα φοβούνται οι άνθρωποι, ποιους φοβούνται και ποια είναι η γενικότερη κατάστασή τους όταν φοβούνται, όλα αυτά θα γίνουν φανερά στη συνέχεια. Ας δεχτούμε λοιπόν ότι ο φόβος είναι εκείνη η λύπη ή ταραχή που γεννιέται από το ότι έχουμε ζωντανή μέσα μας την παρουσία ενός επικείμενου κακού, που έχει τη δύναμη να προκαλέσει καταστροφή ή λύπη. Δεν φοβούνται, πράγματι, όλα τα κακά οι άνθρωποι (κανείς π.χ. δεν φοβάται το ενδεχόμενο να γίνει άδικος ή βραδύνους), αλλά μόνο αυτά που έχουν την ιδιότητα να μπορούν να προκαλέσουν μεγάλες λύπες ή καταστροφές -και αυτά μόνο αν φαίνονται ότι δεν είναι μακρινά, αλλά κοντινά, τόσο που να είναι επικείμενα. Πραγματικά, τα πολύ μακρινά οι άνθρωποι δεν τα φοβούνται: όλοι ξέρουν ότι θα πεθάνουν, επειδή όμως αυτό δεν είναι κάτι κοντινό, τους αφήνει τελείως αδιάφορους.
Αν λοιπόν αυτό είναι ο φόβος, τότε πράγματα που προκαλούν φόβο δεν μπορεί παρά να είναι όσα φαίνεται να έχουν μεγάλη δύναμη να προξενούν καταστροφές ή βλάβες που επιφέρουν μεγάλη λύπη. Αυτός είναι ο λόγος που ακόμη και τα σημάδια που προαναγγέλλουν τέτοιου είδους πράγματα προκαλούν και αυτά φόβο· γιατί το πράγμα που προκαλεί τον φόβο μοιάζει πολύ κοντινό -αυτό δεν είναι ο κίνδυνος, να έρχονται δηλαδή κοντά μας τα πράγματα που μας προκαλούν φόβο; Τέτοια είναι η έχθρα και η οργή αυτών που έχουν τη δύναμη να κάνουν κάτι κακό (ότι το θέλουν είναι φανερό, άρα βρίσκονται πολύ κοντά στο να το κάνουν). Είναι επίσης η άδικη πρόθεση, αν συνοδεύεται από δύναμη γιατί ο άδικος είναι άδικος εξαιτίας μιας προτίμησης και τάσης του.
Αλλά και η αρετή, όταν δέχεται προσβολές ― με τον όρο, βέβαια, ότι έχει δύναμη.
Γιατί είναι φανερό ότι ένα πρόσωπο που η αρετή του δέχεται προσβολές έχει πάντοτε την τάση να αντιδράσει ― τώρα έχει και τη δύναμη. Επίσης ο φόβος αυτών που έχουν τη δύναμη να κάνουν κάτι κακό· γιατί ένα τέτοιο πρόσωπο δεν μπορεί παρά να είναι πάντοτε έτοιμο και αυτό να δράσει. Και καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι είναι μάλλον κακοί παρά καλοί, δέσμιοι του κέρδους και δειλοί στους κινδύνους, η εξάρτηση από κάποιον άλλον είναι συνήθως κάτι που προκαλεί φόβο· αποτέλεσμα: αυτοί που έκαναν κάτι κακό φοβούνται ότι οι συνεργοί τους σ’ αυτό ή θα τους καταδώσουν ή θα τους εγκαταλείψουν.
Επίσης αυτοί που μπορούν να διαπράξουν αδικία προκαλούν φόβο σ’ αυτούς που υπόκεινται σε αδικίες γιατί συνήθως, όταν μπορούν οι άνθρωποι, αδικούν. Προκαλούν επίσης φόβο οι άνθρωποι που έχουν αδικηθεί ή πιστεύουν πως έχουν αδικηθεί: οι άνθρωποι αυτοί καραδοκούν πάντοτε να βρουν την κατάλληλη ευκαιρία. Φόβο όμως προκαλούν, επίσης, και αυτοί που έχουν διαπράξει μια αδικία ―αν έχουν δύναμη―, επειδή φοβούνται τα αντίποινα ― δεν το δεχτήκαμε ήδη ως κάτι που προκαλεί φόβο; Φόβο, επίσης, προκαλούν ο ένας στον άλλον όσοι διεκδικούν τα ίδια πράγματα ― στην περίπτωση, φυσικά, που δεν είναι δυνατό να τα έχουν συγχρόνως και οι δύο γιατί με αυτού του είδους τους ανταγωνιστές οι άνθρωποι βρίσκονται σε αδιάλειπτη μάχη.
Φοβούνται, επίσης, οι άνθρωποι όσους προκαλούν φόβο σε άτομα που είναι πιο δυνατά από αυτούς: από τη στιγμή που μπορούν να βλάψουν άτομα πιο δυνατά από αυτούς, μπορούν, φυσικά, να βλάψουν και αυτούς ακόμη περισσότερο. Όσους, επίσης, φοβούνται οι πιο δυνατοί από αυτούς ― για τον ίδιο λόγο. Αυτούς, επίσης, που εξουθένωσαν άτομα πιο δυνατά από αυτούς. Αλλά και όσους επιτίθενται σε άτομα πιο αδύναμα από αυτούς· γιατί οι άνθρωποι αυτοί ή είναι ήδη από τώρα επικίνδυνοι ή θα γίνουν επικίνδυνοι μόλις αυξηθεί η δύναμή τους.
Μεταξύ, επίσης, αυτών που έχουν αδικηθεί από τους ίδιους και είναι εχθροί ή αντίπαλοί τους οι άνθρωποι φοβούνται πιο πολύ όχι τους οξύθυμους και αυτούς που έχουν το θάρρος να πουν ανοιχτά τις σκέψεις τους, αλλά τους μαλακούς, αυτούς που κρύβουν τις σκέψεις τους, τους ύπουλους· γιατί με τους ανθρώπους αυτούς δεν μπορείς να είσαι βέβαιος αν είναι κοντά η στιγμή που θα δράσουν και, επομένως, ποτέ δεν είναι φανερό ότι αυτό είναι κάτι το απομακρυσμένο.
Όλα τα πράγματα που προκαλούν φόβο γίνονται ακόμη πιο φοβερά όταν οφείλονται σε σφάλματα που δεν επιδέχονται επανόρθωση, είτε γιατί αυτή είναι τελείως αδύνατη είτε γιατί δεν είναι πια στο χέρι αυτών που τα διέπραξαν αλλά στο χέρι των αντιπάλων τους. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που δεν υπάρχει καμιά βοήθεια ή η βοήθεια δεν είναι εύκολη.
Με δυο λόγια: φόβο προκαλούν τα πράγματα που προκαλούν τον οίκτο όταν συμβαίνουν ή είναι να συμβούν σε κάποιον άλλον.
Αυτά είναι σε γενικές γραμμές τα πιο σημαντικά από τα πράγματα που προξενούν φόβο και τα φοβούνται οι άνθρωποι. Ας μιλήσουμε λοιπόν τώρα για τη γενικότερη κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι άνθρωποι που φοβούνται. Αν ο φόβος συνοδεύεται, όπως είπαμε, από την προσδοκία κάποιου καταστρεπτικού κακού, είναι φανερό ότι κανείς δεν φοβάται όταν πιστεύει πως δεν υπάρχει περίπτωση να πάθει οτιδήποτε: δεν φοβάται ούτε πράγματα για τα οποία πιστεύει ότι δεν υπάρχει περίπτωση να τα πάθει, ούτε πρόσωπα από τα οποία θεωρεί ότι δεν υπάρχει περίπτωση να πάθει οτιδήποτε, ούτε χρονικές στιγμές κατά τις οποίες πιστεύει ότι δεν υπάρχει περίπτωση να πάθει οτιδήποτε.
Κατ’ ανάγκην λοιπόν φοβούνται εκείνοι που πιστεύουν ότι μπορεί να πάθουν κάτι, και μάλιστα από συγκεκριμένα πρόσωπα, συγκεκριμένα πράγματα και σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές. Δεν πιστεύουν ότι μπορεί να πάθουν κάτι: α) όσοι βρίσκονται ή θεωρούν ότι βρίσκονται σε περίοδο μεγάλης εύνοιας της τύχης (αυτός είναι ο λόγος που οι άνθρωποι αυτοί είναι αναιδείς και προσβλητικοί, περιφρονητές και θρασείς -έτσι τους κάνει ο πλούτος, η σωματική δύναμη, ο μεγάλος αριθμός φίλων, η δύναμη), β) αυτοί που πιστεύουν ότι δεν υπάρχει πράγμα που να μη το έχουν πάθει και, γιαυτό, το μέλλον τούς αφήνει ψυχρά αδιάφορους, ακριβώς όπως αυτούς που υφίστανται το μαρτύριο της μαστίγωσης μέχρι θανάτου: για να εξακολουθήσει να υπάρχει φόβος χρειάζεται να υπάρχει κάποια ελπίδα σωτηρίας από αυτό που προκαλεί την αγωνία· ιδού και το σημάδι: ο φόβος κάνει τους ανθρώπους να σκέφτονται και να μελετούν τα πράγματα με προσοχή, και φυσικά κανείς δεν σκέφτεται προσεκτικά ούτε συζητάει με επιμονή πράγματα για τα οποία δεν υπάρχει ελπίδα.
Συμπέρασμα: Όταν είναι προτιμότερο οι ακροατές να αισθανθούν φόβο, ο ρήτορας πρέπει να τους κάνει να πιστέψουν πως είναι πολύ πιθανό να πάθουν κάποιο κακό (αφού και άλλοι, ανώτεροί τους, το έπαθαν)· να τους δείξει, επίσης, καθαρά ότι άνθρωποι σαν κι αυτούς παθαίνουν αυτή τη στιγμή κάποιο κακό ή ότι το έχουν ήδη πάθει, προσθέτοντας ότι το κακό αυτό το έπαθαν από ανθρώπους από τους οποίους δεν το περίμεναν, με έναν τρόπο και σε μια χρονική στιγμή που επίσης δεν το περίμεναν.
ΑΡΙΣΤ Ρητ: Λόγος περὶ παθῶν
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου