Παρασκευή 25 Αυγούστου 2017

Θεοκαυγάδες στης Τροίας το πεδίο

Του Ήφαιστου η τρομερή φωτιά σταμάτησε τον κάμπο πια να καίει, μα πήρε φωτιά τούτη τη φορά ένας καυγάς μες στο πεδίο της μάχης.

Ο ποιητής περιγράφει ένα θεοκαυγά, που ξεκινά ο θεός του πολέμου, Άρης:
«στα χέρια ήρθαν με φωνές, όλη η γη βογγούσε
και βρόντηξε ο ουρανός. Τους άκουσε ο Δίας
καθισμένος στον Όλυμπο' γέλασε η καρδιά του
από χαρά που έβλεπε εκείνους να μαλώνουν».

Στην Αθηνά ο Άρης με χάλκινο κοντάρι γυρνά, με λόγια βρίζοντάς την:

ΑΡΗΣ:
«Γιατί πάλι, σκυλόμυγα, θεούς σε καβγά βάζεις;
Θαρρώ πως όσα έκαμες θα μου πληρώσεις τώρα».

Η κονταριά του στην ασπίδα της απέτυχε, μα όχι και της Παλλάδας η ριξιά με πέτρα απ' τη γή τη μαύρη:
«Αυτή στο σβέρκο του έριξε, του κόπηκαν τα μέλη.
Πλέθρα επτά σωριάστηκε, του σκονίστηκε η κόμη
και βρόντησαν τα όπλα του».

Γελώντας η Παλλάδα, του είπε με καμάρι:
«Άμυαλε, δεν κατάλαβες πως είμαι πιο αντρεία;»

Και η Αφροδίτη τρέχει για βοήθεια, αλλά τη βρίζει η Ήρα.
Η Αθηνά στο στήθος τη χτυπά, στο έδαφος τη ρίχνει, στον Άρη δίπλα στο χώμα, ενώ από τα λόγια της δε λείπει η χαρά της:

ΑΘΗΝΑ:
«Τέτοιοι ας ήταν όλοι τους που βοηθούν τους Τρώες
κάθε φορά που πολεμούν τους αντρείους Αργείους».

Φίλοι μου, ο ΞΑΝΘΟΣ, ο ΑΡΗΣ, η ΑΦΡΟΔΙΤΗ που με τους Τρώες είναι, εκτός μάχης έχουν τεθεί, κι απομένουν οι άλλοι.

Ο ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ το φιλοτρώα ΦΟΙΒΟ πείθει, τη μάχη μαζί ν' αφήσουνε, αφού δεν πρέπει οι θεοί αντίμαχοι να γίνονται για των θνητών τη χάρη.

Την απομάκρυνση του ΦΟΙΒΟΥ απ' τη μάχη η ΑΡΤΕΜΗ, η κυνηγός, με καλό μάτι δεν βλέπει:

ΑΡΤΕΜΗ:
«Άμυαλε, έτσι άχρηστο τι μου κρατάς το τόξο»;”

Η ΗΡΑ όμως καραδοκεί:
«Σκύλα ξεδιάντροπη, τώρα πώς θέλησες να έρθεις
αντίκρυ μου; Σαν δύσκολα μαζί μου να τα βάλεις,
κι ας είσαι και τοξεύτρια'»

Την αφοπλίζει, πιάνοντας με το ζερβί τα δυο της χέρια, για να της βγάλει με το δεξί τα τόξα απ' τους ώμους, στ΄αυτιά χτυπώντας την μ' αυτά, χαιρέκακα γελώντας:
«θρηνώντας έφυγε η θεά σαν άγριο περιστέρι».

Κι απ’τους θεούς, οι ύβρεις, η Έριδα κι ο ανταγωνισμός δε φαίνεται ποτέ να λείπουν.
Ο άνθρωπος τους έπλασε κατ’ εικόνα του, και μόνο την αθανασία τούς χάρισε, ώστε όσες κονταριές και να δεχτούν, το θάνατο ποτέ να μην γνωρίσουν.

¨Είναι ο πόθος ο διακαής, ο ευσεβής, που τον έκαναν πραγματικότητα στο πλάσιμο των θεών τους.

Εναν θεό αθάνατο τον έχουν πάντα ανάγκη, να προσεύχονται σ’αυτόν και τη λύση να προδοκούν στα αδιέξοδά τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου