Αντίθετα με την κοινή πεποίθηση που θέλει τους εφήβους να είναι σεξουαλικά ενεργοί, μια πρόσφατη δημοσίευση σε έγκυρο επιστημονικό περιοδικό αποκαλύπτει ότι η συντριπτική τους πλειονότητα δεν είναι.
Οι συγγραφείς εξηγούν ότι τα πράγματα αλλάζουν όταν οι έφηβοι φτάνουν στην ηλικία 16-18. Για τους σκοπούς της έρευνάς τους χρησιμοποίησαν τα δεδομένα της εθνικής έρευνας οικογενειακής ανάπτυξης που διεξάχθηκε από το κέντρο στατιστικών ερευνών για την υγεία των ΗΠΑ. Τα δεδομένα αφορούσαν παιδιά κι εφήβους 10-19 ετών και αναφέρονταν στην έναρξη της σεξουαλικής δραστηριότητας, στη χρήση αντισυλληπτικών μέτρων και στη συχνότητα των μη προγραμματισμένων κυήσεων.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, ήταν πολύ μικρός ο αριθμός των κοριτσιών και των αγοριών που είχαν σεξουαλικές επαφές πριν τα 13. Πιο συγκεκριμένα, σε ηλικία 10 ετών είχε σεξουαλικές επαφές το 0,6%, σε ηλικία 11 ετών το 1,1% και στην ηλικία των 13 το 2,4%. Tο ποσοστό των κυήσεων σε ηλικία μικρότερη των 12 ετών, μάλιστα, βρέθηκε πολύ μικρό.
Από τη στιγμή που τα παιδιά όμως έφταναν στο δεύτερο μισό της εφηβείας, τα δεδομένα άρχιζαν να αλλάζουν δραματικά. Το 33% των 16χρονων ήταν σεξουαλικά ενεργό, το 48% έχει σεξουαλικές επαφές στα 17, το 61% στα 18 και το 71% στα 19.
Τα παραπάνω δεδομένα ισχύουν σε γενικές γραμμές εδώ και αρκετές δεκαετίες. Κατά τα πρώτα χρόνια της εφηβείας, δηλαδή, οι έφηβοι συνήθως δεν έχουν σεξουαλικές επαφές και ξεκινούν να είναι σεξουαλικά ενεργοί μετά το δεύτερο μισό της εφηβείας, ως φυσιολογικό κομμάτι της αναπτυξιακής τους διαδικασίας.
Οι συγγραφείς, ωστόσο, παρατηρούν ότι τα τελευταία χρόνια οι έφηβοι φαίνεται να περιμένουν περισσότερο πριν ξεκινήσουν τη σεξουαλική τους ζωή. Σήμερα, η πιθανότητα να είναι ένας έφηβος, σε οποιαδήποτε ηλικία, σεξουαλικά ενεργός, είναι μικρότερος από οποιαδήποτε άλλη φάση μέσα στα τελευταία 25 χρόνια.
Μπορεί από τα μέσα ενημέρωσης να προβάλλεται ίσως για λόγους ευαισθητοποίησης των νέων η ολοένα και πιο πρώιμη έναρξη της σεξουαλικής ζωής των εφήβων, τα ερευνητικά δεδομένα όμως δείχνουν ότι οι σημερινοί έφηβοι σε σύγκριση με τους εφήβους προηγούμενων δεκαετιών καθυστερούν περισσότερο την έναρξη της σεξουαλικής τους ζωής, χρησιμοποιούν συχνότερα αντισυλληπτικά μέτρα κατά τη σεξουαλική πράξη και είναι λιγότερο πιθανό να έχουν μια μη προγραμματισμένη εγκυμοσύνη.
Σχετικά με τη χρήση αντισύλληψης, μάλιστα, βρέθηκε ότι η πλειονότητα των εφήβων χρησιμοποιούσε κάποια μέθοδο κυρίως για την αποφυγή εγκυμοσύνης και των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων. Τα 15χρονα κορίτσια βρέθηκε να είναι το ίδιο συνεπή και προσεκτικά στη χρήση των αντισυλληπτικών μέτρων όσο και οι μεγαλύτερες σε ηλικία κοπέλες. Σύμφωνα με πιο συγκεκριμένα ευρήματα, το 80% των 16χρονων είχε χρησιμοποιήσει μια αντισυλληπτική μέθοδο κατά την πρώτη σεξουαλική επαφή, ενώ συστηματική ήταν η αντισυλληπτική προστασία που λάμβανε το 95% των εφήβων έως και 12 μήνες μετά την πρώτη επαφή. Παράλληλα, οι έφηβοι που ξεκίνησαν να έχουν σεξουαλικές επαφές στα 14, ή και πιο πριν, ήταν λιγότερο πιθανό να χρησιμοποιήσουν αντισυλληπτικά μέτρα κατά την έναρξη της σεξουαλικής τους ζωής, ενώ ταυτόχρονα καθυστέρησαν την έναρξη της εφαρμογής κάποιας αντισυλληπτικής μεθόδου.
Βρέθηκε επίσης ότι τα παιδιά που είχαν την πρώτη τους σεξουαλική εμπειρία σε μικρή ηλικία δεν συναίνεσαν σε αυτή, αλλά εξαναγκάστηκαν. Η πρώτη σεξουαλική επαφή ήταν προϊόν εξαναγκασμού για το 62% των κοριτσιών που ήταν 10 ετών όταν αυτή έλαβε χώρα και για το 50% που ήταν 11 ετών.
Οι επαγγελματίες υγείας που εξειδικεύονται στην ηλικιακή ομάδα των εφήβων, συμπεριλαμβανομένων των παιδιάτρων, είναι ιδανικοί για να εκπαιδεύσουν τους εφήβους σχετικά με την αντισύλληψη, πριν γίνουν σεξουαλικά ενεργοί. Εάν υπάρχει πρόσβαση στις αντισυλληπτικές μεθόδους πριν από την πρώτη σεξουαλική επαφή, θα βελτιωθεί σημαντικά η υγεία των εφήβων. Παράλληλα, οι επαγγελματίες υγείας βρίσκονται στην κατάλληλη θέση ώστε να ελέγξουν το ενδεχόμενο μη επιθυμητής σεξουαλικής δραστηριότητας σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Μια μελέτη του 2007 άλλωστε κατέληγε στο ότι η σεξουαλική συμπεριφορά των εφήβων συνδεόταν με το εάν είχαν λάβει επίσημη σεξουαλική εκπαίδευση.
Σύμφωνα με μια άλλη ενδιαφέρουσα μελέτη που συγκρίνει τη σεξουαλική υγεία των έφηβων σε Αμερική και Ευρώπη:
• Η συχνότητα γεννήσεων στις έφηβες μητέρες είναι 9 φορές υψηλότερος στις ΗΠΑ σε σύγκριση με την Ολλανδία και 4 φορές υψηλότερος σε σύγκριση με τη Γαλλία και τη Γερμανία.
• Η συχνότητα των εφηβικών διακοπών κύησης στις ΗΠΑ είναι διπλάσιος από εκείνον της Ολλανδίας και της Γερμανίας.
• Τα ποσοστά της γονόρροιας στους εφήβους των ΗΠΑ είναι 28 φορές υψηλότερα από αυτά των εφήβων στην Ολλανδία.
• Εάν το ποσοστό των γεννήσεων των εφήβων της Αμερικής ήταν ίδιος με το αντίστοιχο ποσοστό των γεννήσεων των εφήβων της Ολλανδίας θα υπήρχαν στις ΗΠΑ 617.000 λιγότερες κυήσεις εφήβων ανά έτος.
Οι ειδικοί πιστεύουν ότι ο λόγος για τις παραπάνω διαφορές είναι η αποτυχία των ΗΠΑ να επενδύσουν σε ένα αναλυτικό πρόγραμμα σεξουαλικής εκπαίδευσης που να απευθύνεται στις ιδιαίτερες ανάγκες κάθε ηλικιακής ομάδας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου