Παρ’ όλο που τα σχολεία “ανταμείβουν” τις γλωσσικές και αναλυτικές δεξιότητες των μαθητών, τα ταλέντα και οι ικανότητες των ατόμων αναμφίβολα ποικίλουν. Η διαπίστωση αυτή οδήγησε τον Howard Gardner στη διατύπωση της Θεωρίας των Πολλαπλών Ευφυϊών. Με τη δημοσίευση του βιβλίου του Τα Πλαίσια του Νου (Frames of Mind) ο Gardnet(1983) παρουσίασε την Θεωρία των Πολλαπλών Ευφυϊών, θέτοντας έτσι υπό αμφισβήτηση την έννοια της νοημοσύνης, ως μιας σταθερής παραμέτρου που μπορεί να μετρηθεί με κάποιο τεστ.
Σε αντίθεση με τη θεωρία του Piaget, στην οποία όλες οι συμβολικές λειτουργίες (μαθηματικά, γλώσσα, εικονικές αναπαραστάσεις, χειρονομίες κτλ.) θεωρήθηκαν ότι προέρχονται από μια γενική “σημειωτική λειτουργία”, ο Gardner εντόπισε δεδομένα που έδειχναν ότι στις διάφορες συμβολικές λειτουργίες εμπλέκονταν διαφορετικές ψυχολογικές διαδικασίες. Μάλιστα, υπήρξαν δεδομένα που μαρτυρούσαν ότι σε άτομα που είχαν υποστεί κάποιο είδος εγκεφαλικής βλάβης, μερικές συμβολικές λειτουργίες εξακολουθούσαν να παραμένουν κανονικές. Αυτό οδήγησε στην υπόθεση ότι οι διάφορες συμβολικές λειτουργίες έχουν ως πηγή διαφορετικά κέντρα στον εγκέφαλο (Gardner,1989).
Αξίζει να αναφερθεί ότι σε μια μελέτη με είκοσι παιδιά της προσχολικής ηλικίας, τα δεκαπέντε έδειξαν μια ανάπτυξη τουλάχιστον σε μια νοημοσύνη, και δώδεκα παιδιά έδειξαν μια αδυναμία σε μια ή περισσότερες νοημοσύνες. Μόνον ένα παιδί βρέθηκε ότι δεν είχε ιδιαίτερες αδυναμίες ή ιδιαίτερα αναπτυγμένες τις διάφορες ευφυίες. (Για την αξιολόγηση των ευφυϊών, τα παιδιά μετρήθηκαν σε διαφορετικές δραστηριότητες, όπως αφήγηση ιστορίας, σχέδιο, τραγούδι, μουσική ακρόαση, δημιουργική κίνηση, αριθμητική μέτρηση κ.λπ.
Για να θεωρηθεί ένα παιδί ότι έχει μια ευφυΐα έπρεπε το αποτέλεσμα του τεστ μιας συγκεκριμένης δραστηριότητας να βρίσκεται δύο τυπικές αποκλίσεις πάνω από τη μέση τιμή. Και για να θεωρηθεί ένα παιδί ότι έχει μια αδυναμία όσον αφορά μιαν ευφυΐα έπρεπε το αποτέλεσμα του τεστ μιας συγκεκριμένης δραστηριότητας να βρίσκεται δύο τυπικές αποκλίσεις κάτω της μέσης τιμής.) Η σύγκριση ανάμεσα στα αποτελέσματα αυτά και τα αποτελέσματα από το κλασικό τεστ νοημοσύνης Stanford-Binet έδειξε ότι υπάρχει συσχέτιση μόνο στην περίπτωση της δραστηριότητας με τους αριθμούς (Gardner, 1989).
Ο πλουραλισμός της ευφυίας αναπόφευκτα οδηγεί στην αναθεώρηση, αφενός του λεγόμενου δείκτη νοημοσύνης (IQ), αφετέρου της ιδέας ότι η ευφυια αποτελεί απλά έκφανση ενός βιολογικού δυναμικού το οποίο υπάρχει μέσα στο κεφάλι του ατόμου. Δέκα χρόνια αργότερg.ο Gardner (1993) δημοσίευσε το βιβλίο Πολλαπλές Ευφυtες: Η Θεωρία στην Πράξη (Multίple Intellίgences: The Theoτy ίn Practίce), δίνοντας έτσι την ευκαιρία στους εκπαιδευτικούς να προσεγγίσουν το θέμα της διδασκαλίας και της μάθησης από μια διαφορετική σκοπιά, αλλά δίνοντας και περισσότερες δυνατότητες στους μαθητές για επιτυχία.
Ο Gardner θέτει ένα ερώτημα: Πώς θα έκρινε την ανθρώπινη ευφυία ένας Αρειανός που θα επισκέπτονταν τη Γη; Θα ζητούσε να μελετήσει τους δείκτες ευφυίας των ατόμων ή θα ενδιαφερόταν να διαπιστώσει ποια άτομα έχουν κάνει σημαντικά επιτεύγματα στους διάφορους τομείς των ανθρώπινων δραστηριοτήτων; Παρόλο που δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πώς θα σκεφτόταν ο “υποθετικός Αρειανός” φίλος που ίσως να περιμένει ο Gardner, δύο πράγματα, είναι σίγουρα: Πρώτον, οι άνθρωποι οι οποίοι θεωρούνται επιτυχημένοι στους διάφορους τομείς δαστρηριοτήτων είναι ευφυείς και δεύτερον, η ευφυΐα αυτή δεν έχει προσδιοριστεί ή μετρηθεί με τα κλασικά τεστ νοημοσύνης (π.χ., το γνωστό τεστ Stanford-Binet). Ένα σπουδαιότερο, ωστόσο, ερώτημα, από ηθική περισσότερο σκοπιά, είναι το γιατί, όπως λέει ο Gardner, άτομα με δείκτη νοημοσύνης μεγαλύτερο του 160 καταλήγουν να εργάζονται για άτομα με δείκτη 100;
Τα τεστ νοημοσύνης μπορούν να προβλέψουν αν και όχι πάντα με σιγουριά την επιτυχία ενός μαθητή στο σχολείο. Μάλιστα πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι τα τεστ νοημοσύνης δε μετρούν παρά την ικανότητα των ατόμων να ανταπεξέρχονται στα τεστ αυτά (Smith, 1998)! Αυτό είναι λογικό μια και αυτό που μετριέται στα τεστ νοημοσύνης είναι η ικανότητα του ατόμου να αντιμετωπίζει κυρίως διάφορα γλωσσικά και λογικο-μαθηματικά έργα. Η ευφυΐα όπως υποστηρίζει ο Gardner σε μια πρόσφατη συνέντευξή του (Checkley, 1997), αναφέρεται, όχι στο τι μετρούν τα διάφορα test ευφυίας, αλλά στην ικανότητα να λύνει προβλήματα ή να κάνει κάτι το οποίο εκτιμάται μέσα σε-.μια ή περισσότερες κουλτούρες.
Φυσικά, δεν σημαίνει ότι οποιαδήποτε ικανότητα επίλυσης προβλημάτων η οποία εκτιμάται από μια κουλτούρα είναι οπωσδήποτε ευφυία. Ο Gardner, προκειμένου να διατυπώσει τη θεωρία του, χρησιμοποίησε ιδέες από τη νευροβιολογία, την ψυχολογία, την ανθρωπολογία, την ιστορία και τη φιλοσοφία. Επιπρόσθετα μελέτησε περιπτώσεις ατόμων..με εκπληκτικά προσόντα, παιδιών-θαυμάτων, κανονικών παιδιών και ενηλίκων, και ασθενών με εγκεφαλική καταστροφή. Με τον τρόπο αυτό, ο Gardner διαπίστωσε ότι πρέπει να ικανοποιούνται ορισ ένα κριτήρια για να μπορέσει να περάσει το τεστ της “υποψηφιότητας” μια ευφυία. Με άλλα λόγια, θα πρέπει να ικανοποιούνται ορισμένα κριτήρια για να μπορέσει να θεωρηθεί μια κλίση ή μια ικανότητα ενός ατόμου ως ευφυία. Τα κριτήρια αυτά είναι:
Δυναμική απομόνωση λόγω εγκεφαλικής βλάβης: Διαπιστώθηκε ότι σε άτομα τα οποία υπέστησαν βλάβη του εγκεφάλου τους, ορισμένες περιοχές έμειναν ανεπηρέαστες. Έτσι, ενώ για παράδειγμα μερικά άτομα δεν μπορούσαν να διαβάσουν και να γράψουν, μπορούσαν παρόλα αυτά να επιλύουν μαθηματικά, προβλήματα, να συνεργαστούν με άλλα άτομα κ.λπ.
Η ύπαρξη ατόμων με εξαιρετικές ικανότητες: Ορισμένα άτομα μπορούν να έχουν μια ευφυία υπερβολικά ανεπτυγμένη, ενώ οι υπόλοιπες ευφυ’tες να μην είναι καθόλου ανεπτυγμένες. Το αυτιστικό παιδί που μπορεί να κάνει πράξεις με αριθμούς σε ελάχιστο χρόνο, αλλά που δεν μπορεί να μιλήσει, να γράψει ή να συνεργαστεί με άλλα άτομα, ή ο λαμπρός αστροφυσικός που ενώ διατυπώνει θεωρίες για την εξέλιξη του αστρικού κόσμου, δεν τα πάει και τόσο καλά στη συνεργασία του με άλλα άτομα, αποτελούν παραδείγματα ατόμων με εξαιρετικές ικανότητες.
Ύπαρξη ξεχωριστής αναπτυξιακής ιστορίας και ένα σύνολο από χαρακτηριστικές δραστηριότητες προϊόντα: Κάθε είδος ευφυίας αναπτύσσεται μέσα σε ένα ορισμένο πολιτισμικό πλαίσιο, και επομένως υπάρχει η “ξεχωριστή τροχιά” τους μέσα στη ζωή των ατόμων. Η γλωσσική ευφυία αναπτύσσεται πλήρως στα πρώτα χρόνια της ζωής του ανθρώπου, ενώ η λογικο-μαθηματική κατά τα πρώτα χρόνια της εφηβικής ηλικίας. Κάθε ευφυία χαρακτηρίζεται από ξεχωριστά “πολιτισμικά προίόντα”. Η λογοτεχνία και οι μύθοι, για παράδειγμα είναι δείγματα της γλωσσικής ευφυίας ενώ μια επιστημονική θεωρία ή ανακάλυψη αποτελούν προίόντα της λογικομαθηματικής ευφυία.
Ύπαρξη εξελικτικής ιστορίας: Κάθε ευφυία έχει τη δική της εξέλιξη στο ανθρώπινο είδος αλλά και σε άλλα είδη. Μια ευφυία φαίνεται να είναι “πιο προφανής” αν μπορεί να διαπιστωθούν ικανότητες που σχετίζονται με αυτήν την ευφυία σε άλλα είδη.
Υποστήριξη από πειραματικά ψυχολογικά έργα: Μια ευφυία θα πρέπει να υποστηρίζεται από εμπειρικά δεδομένα τα οποία προέρχονται από διάφορα ψυχολογικά tests.
Υποστήριξη από ψυχομετρικά ευρήματα: ‘Οταν υπάρχουν τέτοια ευρήματα αυξάνεται η “πιστευτότητα” μιας ευφυίας.
Ύπαρξη συνόλου βασικών χαρακτηριστικών λειτουργιών: Κάθε ευφυία χαρακτηρίζεται από ένα σύνολο νοητικώνλειτουργιών. Άλλες οι χαρακτηριστικές λειτουργίες της ευφυίας που συνδέεται με την ικανότητα να χειρίζεται κάποιες λέξεις με οποιονδήποτε τρόπο και άλλες οι λειτουργίες που χαρακτηρίζουν την ευφυία που συνδέεται με την ικανότητα να προσανατολίζεται κάποιος στο χώρο ή να εκτελεί νοερούς μετασχηματισμούς.
Δυνατότητα αποκωδικοποίησης σε ένα συμβολικό σύστημα: Με δεδομένο ότι ο ανθρώπινος πολιτισμός στηρίζεται στη χρήση συμβόλων, κάθε ευφυία θα πρέπει να δίνει τη δυνατότητα της αποκωδικοποίησής της σε ένα σύστημα συμβόλων. Τέτοια σύμβολα μπορεί να είναι: Οι λέξεις, οι αριθμοί, οι γλώσσες προγραμματισμού ηλεκτρονικών υπολογιστών, τα ιδεογράμματα, οι μουσικές νότες, οι χειρονομίες και οι εκφράσεις προσώπου.
Με βάση τα παραπάνω κριτήρια δεν μπορούμε να ονομάσουμε “ευφυΐα” οποιαδήποτε κλίση ή ικανότητα. Το χιούμορ, για παράδειγμα, δεν μπορεί να θεωρηθεί “υποψήφια νοημοσύνη” επειδή δεν ικανοποιεί το κριτήριο περί “χαρακτηριστικού συνόλου λειτουργιών” και αυτό γιατί φαίνεται ότι κάθε ευφυία χαρακτηρίζεται από το δικό της τύπο χιούμορ (π.χ., μπορούμε να έχουμε “γλωσσικό” ή “κιναισθητικό” χιούμορ).
Σύμφωνα με τον Gardner (1983, 1993), τα άτομα έχουν επτά ξεχωριστές ευφυΐες που μπορούν να καλλιεργηθούν μέσω των διαφόρων εμπειριών που θα αποκτήσουν. Οι μαθητές, όταν πραγματικά τους δοθεί η ευκαιρία μπορούν να καλλιεργήσουν τις διάφορες ευφυΐες Αυτό δεν συμβαίνει σ’ όλα τα άτομα στον ίδιο βαθμό. Βέβαια τα σχολεία, μέσα απ το αναλυτικό πρόγραμμα, βοηθούν την ανάπτυξη κυρίως της γλωσσικής και της λογικο-μαθηματικής ευφυίας. Ωστόσο, ο Gardner διακρίνει επτά μορφές ευφυίας, ενώ πρόσφατα αναγνώρισε και μια όγδοη (Cambell, Cambell & Dickinson, 1996• Checkley 1997).
Ο Gardner (1993) υποστηρίζει ότι ο αριθμός επτά, ή τώρα οκτώ, δεν είναι ένας αυθαίρετος αριθμός και πολύ πιθανόν να ανακαλυφθούν και άλλα είδη νοημοσύνης. Κάθε άτομο έχει ανεπυγμένες φυσικά σε διαφορετικό βαθμό διάφορες ευφυtες. Συνήθως οι ενήλικοι μπορεί να έχουν πολύ ανεπτυγμένες μια ή δύο ευφυtες. Ωστόσο, μπορεί να μην έχουν ιδιαίτερα αναπτυγμένη καμία από αυτές. Κάθε παιδί ηλικίας τεσσάρων έως πέντε ετών έχει ορισμένες κλίσεις και θα μπορούσαν να αναπτυχθούν σε ευφυtες. Ο Gardner κάνει μια κριτική της άποψης ότι έχουμε συνδέσει τη γλωσσική και μαθητική ικανότητα με την ευφυ’ία ενώ τη μουσική και τις άλλες τέχνες με το ταλέντο. Ή θα πρέπει να ονομάσουμε όλες τις ικανότητες ή δεξιότητες των ατόμων ευφυΐες ή όλες ταλέντα.
Πρέπει, βέβαια, να αναφερθεί ότι, πριν από τον Gardner, ο Guilford (1959,1967)είχε υποστηρίξει την ιδέα περί της πολλαπλότητας της ανθρώπινης νοημοσύνης. Ο Guilford, στην προσπάθειά του να αποδείξει ότι η δημιουργική σκέψη δεν μπορεί να μετρηθεί μέσω των κλασικών τεστ νοημοσύνης, πρότεινε ένα μοντέλο, στο οποίο η νοημοσύνη χαρακτηρίζεται από από τρεις διαστάσεις: τα περιεχόμενο, τις λειτουργίες και τα προϊόντα
Με δεδομένο ότι το περιεχόμενο μπορεί να είναι σχηματικό, συμβολικό, σημασιολογικό, και συμπεριφορικό, ότι οι λειτουργίες μπορεί να αναφέρονται στην αξιολόγηση, τη συκγλίνουσα σκέψη, την αποκλίνουσα σκέψη, τη μνήμη και τη γενική γνωστική λειτουργία, και ότι τα προϊόντα μπορεί να αναφέρονται σε μονάδες, σε κατηγορίες, σε σχέσεις, σε συστήματα, σε μετασχηματισμούς και σε επιπτώσεις, η νοημοσύνη, σύμφωνα με το μοντέλο του Guilford, πρέπει να περιλαμβάνει 4*5*6=120 διαφορετικές νοητικές ικανότητες.
Για παράδειγμα, όταν δοθούν σε ένα παιδί τα γράμματα α, τ, ρ, γ, δ, ε, ν, σ, υ, ι, και λ, και του ζητηθεί να σχηματίσει μια λέξη, τότε αναφερόμαστε σε μια νοητική ικανότητα, η οποία χαρακτηρίζεται από Μονάδες (όσον αφορά τα προϊόντα ), από Γνωστική Λειτουργία (όσον αφορά τη λειτουργία) και από Σύμβολα (όσον αφορά το περιεχόμενο). Αν δοθεί στο παιδί ένα πρόβλημα κατά το οποίο πρέπει να εντοπίσει τη λέξη που δεν ανήκει σε μια ομάδα λέξεων, όπως δένδρο, άνθρωπος, σκύλος, γάτα, και πόρτα, τότε αναφερόμαστε σε μια νοητική ικανότητα που χαρακτηρίζεται από Κατηγορίες (προϊόν) Γνωστική Λειτουργία (λειτουργία) και Σημασία (περιεχόμενο).
Αν πάλι ζητηθεί από το παιδί να γράψει όσες πιο πολλές λέξεις μπορεί που αρχίζουν από κάποιο συγκεκριμένο γράμμα, τότε αναφερόμαστε σε νοητική ικανότητα που χαρακτηρίζεται από Μονάδες, Σύμβολα και Αποκλίνουσα Σκέψη. Και στην περίπτωση που ζητάμε από το παιδί να πει ποια φίλη του είναι υψηλότερη, η Μαρία ή η Καίτη, αν γνωρίζει ότι η Μαρία είναι υψηλότερη από τη Σοφία και η Καίτη κοντύτερη από τη Σοφία, αναφερόμαστε στο συνδυασμό Σχέσεις-Σύμβολα-Συγκλίνουσα Σκέψη.
Κλείνοντας τη συζήτηση γύρω από τις πολλαπλές ευφυίες πρέπει να τονιστεί ότι δεν πρέπει να ταυτίζονται με τα μαθησιακά στιλ, τα οποία αποτελούν τρόπους με τους οποίους τα άτομα προσεγγίζουν τα πάντα. Έτσι, για παράδειγμα, αν ένα άτομο έχει αφηρημένο συνακολουθητικό στιλ τα πάντα θα τα προσεγγίζει με αυτό το στιλ (π.χ., διάβασμα, λύση προβλημάτων). Αντίθετα η θεωρία των πολλαπλών ευφυίων στηρίζεται στην ιδέα ότι τα άτομα ανταποκρίνονται διαφορετιά στην ίδια δραστηριότητα (π.χ., διάβασμα, επίλυση προβλημάτων, ανθρώπους, μουσική).
Επιπρόσθετα η θεωρία των πολλαπλών ευφυίών φαίνεται να οδηγεί σε μιαν επαναθεώρηση του όρου «μαθησιακό στιλ» μια και υπάρχουν ενδείξεις ότι ένα άτομο που έχει ένα συγκεκριμένο στιλ (π.χ., συνακολουθητικό) δεν προσεγγίζει τα πάντα με αυτό το στιλ (π.χ., τη μουσική, τις σχέσεις του με άλλα άτομα).
Σε αντίθεση με τη θεωρία του Piaget, στην οποία όλες οι συμβολικές λειτουργίες (μαθηματικά, γλώσσα, εικονικές αναπαραστάσεις, χειρονομίες κτλ.) θεωρήθηκαν ότι προέρχονται από μια γενική “σημειωτική λειτουργία”, ο Gardner εντόπισε δεδομένα που έδειχναν ότι στις διάφορες συμβολικές λειτουργίες εμπλέκονταν διαφορετικές ψυχολογικές διαδικασίες. Μάλιστα, υπήρξαν δεδομένα που μαρτυρούσαν ότι σε άτομα που είχαν υποστεί κάποιο είδος εγκεφαλικής βλάβης, μερικές συμβολικές λειτουργίες εξακολουθούσαν να παραμένουν κανονικές. Αυτό οδήγησε στην υπόθεση ότι οι διάφορες συμβολικές λειτουργίες έχουν ως πηγή διαφορετικά κέντρα στον εγκέφαλο (Gardner,1989).
Αξίζει να αναφερθεί ότι σε μια μελέτη με είκοσι παιδιά της προσχολικής ηλικίας, τα δεκαπέντε έδειξαν μια ανάπτυξη τουλάχιστον σε μια νοημοσύνη, και δώδεκα παιδιά έδειξαν μια αδυναμία σε μια ή περισσότερες νοημοσύνες. Μόνον ένα παιδί βρέθηκε ότι δεν είχε ιδιαίτερες αδυναμίες ή ιδιαίτερα αναπτυγμένες τις διάφορες ευφυίες. (Για την αξιολόγηση των ευφυϊών, τα παιδιά μετρήθηκαν σε διαφορετικές δραστηριότητες, όπως αφήγηση ιστορίας, σχέδιο, τραγούδι, μουσική ακρόαση, δημιουργική κίνηση, αριθμητική μέτρηση κ.λπ.
Για να θεωρηθεί ένα παιδί ότι έχει μια ευφυΐα έπρεπε το αποτέλεσμα του τεστ μιας συγκεκριμένης δραστηριότητας να βρίσκεται δύο τυπικές αποκλίσεις πάνω από τη μέση τιμή. Και για να θεωρηθεί ένα παιδί ότι έχει μια αδυναμία όσον αφορά μιαν ευφυΐα έπρεπε το αποτέλεσμα του τεστ μιας συγκεκριμένης δραστηριότητας να βρίσκεται δύο τυπικές αποκλίσεις κάτω της μέσης τιμής.) Η σύγκριση ανάμεσα στα αποτελέσματα αυτά και τα αποτελέσματα από το κλασικό τεστ νοημοσύνης Stanford-Binet έδειξε ότι υπάρχει συσχέτιση μόνο στην περίπτωση της δραστηριότητας με τους αριθμούς (Gardner, 1989).
Ο πλουραλισμός της ευφυίας αναπόφευκτα οδηγεί στην αναθεώρηση, αφενός του λεγόμενου δείκτη νοημοσύνης (IQ), αφετέρου της ιδέας ότι η ευφυια αποτελεί απλά έκφανση ενός βιολογικού δυναμικού το οποίο υπάρχει μέσα στο κεφάλι του ατόμου. Δέκα χρόνια αργότερg.ο Gardner (1993) δημοσίευσε το βιβλίο Πολλαπλές Ευφυtες: Η Θεωρία στην Πράξη (Multίple Intellίgences: The Theoτy ίn Practίce), δίνοντας έτσι την ευκαιρία στους εκπαιδευτικούς να προσεγγίσουν το θέμα της διδασκαλίας και της μάθησης από μια διαφορετική σκοπιά, αλλά δίνοντας και περισσότερες δυνατότητες στους μαθητές για επιτυχία.
Ο Gardner θέτει ένα ερώτημα: Πώς θα έκρινε την ανθρώπινη ευφυία ένας Αρειανός που θα επισκέπτονταν τη Γη; Θα ζητούσε να μελετήσει τους δείκτες ευφυίας των ατόμων ή θα ενδιαφερόταν να διαπιστώσει ποια άτομα έχουν κάνει σημαντικά επιτεύγματα στους διάφορους τομείς των ανθρώπινων δραστηριοτήτων; Παρόλο που δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πώς θα σκεφτόταν ο “υποθετικός Αρειανός” φίλος που ίσως να περιμένει ο Gardner, δύο πράγματα, είναι σίγουρα: Πρώτον, οι άνθρωποι οι οποίοι θεωρούνται επιτυχημένοι στους διάφορους τομείς δαστρηριοτήτων είναι ευφυείς και δεύτερον, η ευφυΐα αυτή δεν έχει προσδιοριστεί ή μετρηθεί με τα κλασικά τεστ νοημοσύνης (π.χ., το γνωστό τεστ Stanford-Binet). Ένα σπουδαιότερο, ωστόσο, ερώτημα, από ηθική περισσότερο σκοπιά, είναι το γιατί, όπως λέει ο Gardner, άτομα με δείκτη νοημοσύνης μεγαλύτερο του 160 καταλήγουν να εργάζονται για άτομα με δείκτη 100;
Τα τεστ νοημοσύνης μπορούν να προβλέψουν αν και όχι πάντα με σιγουριά την επιτυχία ενός μαθητή στο σχολείο. Μάλιστα πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι τα τεστ νοημοσύνης δε μετρούν παρά την ικανότητα των ατόμων να ανταπεξέρχονται στα τεστ αυτά (Smith, 1998)! Αυτό είναι λογικό μια και αυτό που μετριέται στα τεστ νοημοσύνης είναι η ικανότητα του ατόμου να αντιμετωπίζει κυρίως διάφορα γλωσσικά και λογικο-μαθηματικά έργα. Η ευφυΐα όπως υποστηρίζει ο Gardner σε μια πρόσφατη συνέντευξή του (Checkley, 1997), αναφέρεται, όχι στο τι μετρούν τα διάφορα test ευφυίας, αλλά στην ικανότητα να λύνει προβλήματα ή να κάνει κάτι το οποίο εκτιμάται μέσα σε-.μια ή περισσότερες κουλτούρες.
Φυσικά, δεν σημαίνει ότι οποιαδήποτε ικανότητα επίλυσης προβλημάτων η οποία εκτιμάται από μια κουλτούρα είναι οπωσδήποτε ευφυία. Ο Gardner, προκειμένου να διατυπώσει τη θεωρία του, χρησιμοποίησε ιδέες από τη νευροβιολογία, την ψυχολογία, την ανθρωπολογία, την ιστορία και τη φιλοσοφία. Επιπρόσθετα μελέτησε περιπτώσεις ατόμων..με εκπληκτικά προσόντα, παιδιών-θαυμάτων, κανονικών παιδιών και ενηλίκων, και ασθενών με εγκεφαλική καταστροφή. Με τον τρόπο αυτό, ο Gardner διαπίστωσε ότι πρέπει να ικανοποιούνται ορισ ένα κριτήρια για να μπορέσει να περάσει το τεστ της “υποψηφιότητας” μια ευφυία. Με άλλα λόγια, θα πρέπει να ικανοποιούνται ορισμένα κριτήρια για να μπορέσει να θεωρηθεί μια κλίση ή μια ικανότητα ενός ατόμου ως ευφυία. Τα κριτήρια αυτά είναι:
Δυναμική απομόνωση λόγω εγκεφαλικής βλάβης: Διαπιστώθηκε ότι σε άτομα τα οποία υπέστησαν βλάβη του εγκεφάλου τους, ορισμένες περιοχές έμειναν ανεπηρέαστες. Έτσι, ενώ για παράδειγμα μερικά άτομα δεν μπορούσαν να διαβάσουν και να γράψουν, μπορούσαν παρόλα αυτά να επιλύουν μαθηματικά, προβλήματα, να συνεργαστούν με άλλα άτομα κ.λπ.
Η ύπαρξη ατόμων με εξαιρετικές ικανότητες: Ορισμένα άτομα μπορούν να έχουν μια ευφυία υπερβολικά ανεπτυγμένη, ενώ οι υπόλοιπες ευφυ’tες να μην είναι καθόλου ανεπτυγμένες. Το αυτιστικό παιδί που μπορεί να κάνει πράξεις με αριθμούς σε ελάχιστο χρόνο, αλλά που δεν μπορεί να μιλήσει, να γράψει ή να συνεργαστεί με άλλα άτομα, ή ο λαμπρός αστροφυσικός που ενώ διατυπώνει θεωρίες για την εξέλιξη του αστρικού κόσμου, δεν τα πάει και τόσο καλά στη συνεργασία του με άλλα άτομα, αποτελούν παραδείγματα ατόμων με εξαιρετικές ικανότητες.
Ύπαρξη ξεχωριστής αναπτυξιακής ιστορίας και ένα σύνολο από χαρακτηριστικές δραστηριότητες προϊόντα: Κάθε είδος ευφυίας αναπτύσσεται μέσα σε ένα ορισμένο πολιτισμικό πλαίσιο, και επομένως υπάρχει η “ξεχωριστή τροχιά” τους μέσα στη ζωή των ατόμων. Η γλωσσική ευφυία αναπτύσσεται πλήρως στα πρώτα χρόνια της ζωής του ανθρώπου, ενώ η λογικο-μαθηματική κατά τα πρώτα χρόνια της εφηβικής ηλικίας. Κάθε ευφυία χαρακτηρίζεται από ξεχωριστά “πολιτισμικά προίόντα”. Η λογοτεχνία και οι μύθοι, για παράδειγμα είναι δείγματα της γλωσσικής ευφυίας ενώ μια επιστημονική θεωρία ή ανακάλυψη αποτελούν προίόντα της λογικομαθηματικής ευφυία.
Ύπαρξη εξελικτικής ιστορίας: Κάθε ευφυία έχει τη δική της εξέλιξη στο ανθρώπινο είδος αλλά και σε άλλα είδη. Μια ευφυία φαίνεται να είναι “πιο προφανής” αν μπορεί να διαπιστωθούν ικανότητες που σχετίζονται με αυτήν την ευφυία σε άλλα είδη.
Υποστήριξη από πειραματικά ψυχολογικά έργα: Μια ευφυία θα πρέπει να υποστηρίζεται από εμπειρικά δεδομένα τα οποία προέρχονται από διάφορα ψυχολογικά tests.
Υποστήριξη από ψυχομετρικά ευρήματα: ‘Οταν υπάρχουν τέτοια ευρήματα αυξάνεται η “πιστευτότητα” μιας ευφυίας.
Ύπαρξη συνόλου βασικών χαρακτηριστικών λειτουργιών: Κάθε ευφυία χαρακτηρίζεται από ένα σύνολο νοητικώνλειτουργιών. Άλλες οι χαρακτηριστικές λειτουργίες της ευφυίας που συνδέεται με την ικανότητα να χειρίζεται κάποιες λέξεις με οποιονδήποτε τρόπο και άλλες οι λειτουργίες που χαρακτηρίζουν την ευφυία που συνδέεται με την ικανότητα να προσανατολίζεται κάποιος στο χώρο ή να εκτελεί νοερούς μετασχηματισμούς.
Δυνατότητα αποκωδικοποίησης σε ένα συμβολικό σύστημα: Με δεδομένο ότι ο ανθρώπινος πολιτισμός στηρίζεται στη χρήση συμβόλων, κάθε ευφυία θα πρέπει να δίνει τη δυνατότητα της αποκωδικοποίησής της σε ένα σύστημα συμβόλων. Τέτοια σύμβολα μπορεί να είναι: Οι λέξεις, οι αριθμοί, οι γλώσσες προγραμματισμού ηλεκτρονικών υπολογιστών, τα ιδεογράμματα, οι μουσικές νότες, οι χειρονομίες και οι εκφράσεις προσώπου.
Με βάση τα παραπάνω κριτήρια δεν μπορούμε να ονομάσουμε “ευφυΐα” οποιαδήποτε κλίση ή ικανότητα. Το χιούμορ, για παράδειγμα, δεν μπορεί να θεωρηθεί “υποψήφια νοημοσύνη” επειδή δεν ικανοποιεί το κριτήριο περί “χαρακτηριστικού συνόλου λειτουργιών” και αυτό γιατί φαίνεται ότι κάθε ευφυία χαρακτηρίζεται από το δικό της τύπο χιούμορ (π.χ., μπορούμε να έχουμε “γλωσσικό” ή “κιναισθητικό” χιούμορ).
Σύμφωνα με τον Gardner (1983, 1993), τα άτομα έχουν επτά ξεχωριστές ευφυΐες που μπορούν να καλλιεργηθούν μέσω των διαφόρων εμπειριών που θα αποκτήσουν. Οι μαθητές, όταν πραγματικά τους δοθεί η ευκαιρία μπορούν να καλλιεργήσουν τις διάφορες ευφυΐες Αυτό δεν συμβαίνει σ’ όλα τα άτομα στον ίδιο βαθμό. Βέβαια τα σχολεία, μέσα απ το αναλυτικό πρόγραμμα, βοηθούν την ανάπτυξη κυρίως της γλωσσικής και της λογικο-μαθηματικής ευφυίας. Ωστόσο, ο Gardner διακρίνει επτά μορφές ευφυίας, ενώ πρόσφατα αναγνώρισε και μια όγδοη (Cambell, Cambell & Dickinson, 1996• Checkley 1997).
Ο Gardner (1993) υποστηρίζει ότι ο αριθμός επτά, ή τώρα οκτώ, δεν είναι ένας αυθαίρετος αριθμός και πολύ πιθανόν να ανακαλυφθούν και άλλα είδη νοημοσύνης. Κάθε άτομο έχει ανεπυγμένες φυσικά σε διαφορετικό βαθμό διάφορες ευφυtες. Συνήθως οι ενήλικοι μπορεί να έχουν πολύ ανεπτυγμένες μια ή δύο ευφυtες. Ωστόσο, μπορεί να μην έχουν ιδιαίτερα αναπτυγμένη καμία από αυτές. Κάθε παιδί ηλικίας τεσσάρων έως πέντε ετών έχει ορισμένες κλίσεις και θα μπορούσαν να αναπτυχθούν σε ευφυtες. Ο Gardner κάνει μια κριτική της άποψης ότι έχουμε συνδέσει τη γλωσσική και μαθητική ικανότητα με την ευφυ’ία ενώ τη μουσική και τις άλλες τέχνες με το ταλέντο. Ή θα πρέπει να ονομάσουμε όλες τις ικανότητες ή δεξιότητες των ατόμων ευφυΐες ή όλες ταλέντα.
Πρέπει, βέβαια, να αναφερθεί ότι, πριν από τον Gardner, ο Guilford (1959,1967)είχε υποστηρίξει την ιδέα περί της πολλαπλότητας της ανθρώπινης νοημοσύνης. Ο Guilford, στην προσπάθειά του να αποδείξει ότι η δημιουργική σκέψη δεν μπορεί να μετρηθεί μέσω των κλασικών τεστ νοημοσύνης, πρότεινε ένα μοντέλο, στο οποίο η νοημοσύνη χαρακτηρίζεται από από τρεις διαστάσεις: τα περιεχόμενο, τις λειτουργίες και τα προϊόντα
Με δεδομένο ότι το περιεχόμενο μπορεί να είναι σχηματικό, συμβολικό, σημασιολογικό, και συμπεριφορικό, ότι οι λειτουργίες μπορεί να αναφέρονται στην αξιολόγηση, τη συκγλίνουσα σκέψη, την αποκλίνουσα σκέψη, τη μνήμη και τη γενική γνωστική λειτουργία, και ότι τα προϊόντα μπορεί να αναφέρονται σε μονάδες, σε κατηγορίες, σε σχέσεις, σε συστήματα, σε μετασχηματισμούς και σε επιπτώσεις, η νοημοσύνη, σύμφωνα με το μοντέλο του Guilford, πρέπει να περιλαμβάνει 4*5*6=120 διαφορετικές νοητικές ικανότητες.
Για παράδειγμα, όταν δοθούν σε ένα παιδί τα γράμματα α, τ, ρ, γ, δ, ε, ν, σ, υ, ι, και λ, και του ζητηθεί να σχηματίσει μια λέξη, τότε αναφερόμαστε σε μια νοητική ικανότητα, η οποία χαρακτηρίζεται από Μονάδες (όσον αφορά τα προϊόντα ), από Γνωστική Λειτουργία (όσον αφορά τη λειτουργία) και από Σύμβολα (όσον αφορά το περιεχόμενο). Αν δοθεί στο παιδί ένα πρόβλημα κατά το οποίο πρέπει να εντοπίσει τη λέξη που δεν ανήκει σε μια ομάδα λέξεων, όπως δένδρο, άνθρωπος, σκύλος, γάτα, και πόρτα, τότε αναφερόμαστε σε μια νοητική ικανότητα που χαρακτηρίζεται από Κατηγορίες (προϊόν) Γνωστική Λειτουργία (λειτουργία) και Σημασία (περιεχόμενο).
Αν πάλι ζητηθεί από το παιδί να γράψει όσες πιο πολλές λέξεις μπορεί που αρχίζουν από κάποιο συγκεκριμένο γράμμα, τότε αναφερόμαστε σε νοητική ικανότητα που χαρακτηρίζεται από Μονάδες, Σύμβολα και Αποκλίνουσα Σκέψη. Και στην περίπτωση που ζητάμε από το παιδί να πει ποια φίλη του είναι υψηλότερη, η Μαρία ή η Καίτη, αν γνωρίζει ότι η Μαρία είναι υψηλότερη από τη Σοφία και η Καίτη κοντύτερη από τη Σοφία, αναφερόμαστε στο συνδυασμό Σχέσεις-Σύμβολα-Συγκλίνουσα Σκέψη.
Κλείνοντας τη συζήτηση γύρω από τις πολλαπλές ευφυίες πρέπει να τονιστεί ότι δεν πρέπει να ταυτίζονται με τα μαθησιακά στιλ, τα οποία αποτελούν τρόπους με τους οποίους τα άτομα προσεγγίζουν τα πάντα. Έτσι, για παράδειγμα, αν ένα άτομο έχει αφηρημένο συνακολουθητικό στιλ τα πάντα θα τα προσεγγίζει με αυτό το στιλ (π.χ., διάβασμα, λύση προβλημάτων). Αντίθετα η θεωρία των πολλαπλών ευφυίων στηρίζεται στην ιδέα ότι τα άτομα ανταποκρίνονται διαφορετιά στην ίδια δραστηριότητα (π.χ., διάβασμα, επίλυση προβλημάτων, ανθρώπους, μουσική).
Επιπρόσθετα η θεωρία των πολλαπλών ευφυίών φαίνεται να οδηγεί σε μιαν επαναθεώρηση του όρου «μαθησιακό στιλ» μια και υπάρχουν ενδείξεις ότι ένα άτομο που έχει ένα συγκεκριμένο στιλ (π.χ., συνακολουθητικό) δεν προσεγγίζει τα πάντα με αυτό το στιλ (π.χ., τη μουσική, τις σχέσεις του με άλλα άτομα).
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου