Συνεχώς κάνουμε κρίσεις ο ένας για τον άλλον. Αν δούμε κάποιον να σκοντάφτει πιθανότατα αμέσως θα τον χαρακτηρίσουμε αδέξιο. Αν κάποιος μιλήσει με αγένεια θα τον θεωρήσουμε κακότροπο. Όταν κάποιος μας προσπεράσει “με χίλια” στο δρόμο θα τον πούμε ηλίθιο ή κάτι χειρότερο. Αν κάποιος αργήσει στο ραντεβού μας θα συμπεράνουμε ότι είναι τεμπέλης, αδιάφορος κτλ.
Μπορεί να μην κάνουμε τις ίδιες κρίσεις, αλλά σχεδόν όλοι μας, είτε λόγω περιέργειας ή για εξελικτικούς λόγους ή για άλλες αιτίες, προσπαθούμε να βγάζουμε συνεκτικά συμπεράσματα για το τι παρατηρούμε στον άλλο. Είναι όμως στη φύση μας και λάθη να κάνουμε και εσφαλμένα συμπεράσματα να βγάζουμε. Οι κρίσεις μας κινδυνεύουν από τις προκαταλήψεις μας. Αυτό οφείλεται εν μέρει στην ταχύτητα των αποφάσεων και την υπερβολική αυτοπεποίθηση που τις εκφράζουμε.
Αυτή η τάση να εξηγούμε τις συμπεριφορές των άλλων εστιάζοντας στα προσωπικά χαρακτηριστικά ή τις προθέσεις τους, με ελάχιστη ως καθόλου εκτίμηση για το πλαίσιο και τις συνθήκες, είναι κάτι πολύ συνηθισμένο και αποτελεί μέρος εκείνης της πλάνης του μυαλού που ονομάζουμε “θεμελιώδες σφάλμα απόδοσης” (ΘΣΑ). Καθώς οι περισσότεροι δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτή την “αυτόματη” προκατάληψη οι συνέπειες είναι πολλές.
Αναλογιστείτε τι γίνεται όταν πάμε να εξηγήσουμε τις ίδιες, ειδικά τις αρνητικές, συμπεριφορές για τον εαυτό μας. Τότε τείνουμε να κάνουμε το ακριβώς αντίθετο από το ΘΣΑ. Εστιάζουμε στο πλαίσιο και τις συγκεκριμένες συνθήκες: Αν σκοντάψουμε φταίει ότι ήμασταν πιεσμένοι. Αν μιλήσαμε άσχημα φταίει ότι ο άλλος μας προκάλεσε ή απλά είχαμε μια άσχημη μέρα. Όταν προσπερνάμε με “χίλια” δεν είμαστε ηλίθιοι αλλά βιαζόμαστε να πάμε σε κάτι σημαντικό. Όταν καθυστερούμε, κάτι μας έχει εμποδίσει κτλ
Οι ψυχολόγοι την αυτοδικαιολόγηση αυτή την ονομάζουν «προκατάληψη ηθοποιού-παρατηρητή». Και μπορεί πράγματι να υπάρχουν περιστάσεις που να εξηγούν τη δική μας αμφισβητήσιμη συμπεριφορά, αλλά ακόμα και όταν δεν υπάρχουν, τείνουμε να επινοούμε ή να υπερβάλλουμε τα πράγματα. «Δύο μέτρα και δύο σταθμά» όπως λέμε. Σε κάθε περίπτωση δίνουμε στον εαυτό μας το πλεονέκτημα της αμφιβολίας. Αυτή η προστασία του εγώ είναι θεμελιώδες μέρος της ανθρώπινης λειτουργίας (και μάλλον είναι ψυχικά υγιές).
Έχουμε την τάση να παίρνουμε τα εύσημα για τις επιτυχίες μας, αλλά κατηγορούμε είτε τους άλλους ή τα περιστατικά για τις αποτυχίες μας. Υποτιμούμε την πιθανότητα να μας συμβούν άσχημα πράγματα και υπερεκτιμούμε την πιθανότητα για καλά πράγματα. Υπερεκτιμούμε πόσο συμφωνούν οι άλλοι μαζί μας. Αξιολογούμε τις δεξιότητες στις οποίες είμαστε καλοί ως πιο σημαντικές στη ζωή από τις δεξιότητες στις οποίες δεν είμαστε τόσο καλοί. Νιώθουμε ότι έχουμε περισσότερο έλεγχο στη ζωή μας από ό,τι στην πραγματικότητα. Πιστεύουμε ότι ο κόσμος είναι πιο δίκαιος από ό,τι είναι. Δίνουμε σημασία στα στοιχεία που υποστηρίζουν τις απόψεις μας, ενώ αγνοούμε ή διαστρεβλώνουμε τα στοιχεία που έρχονται σε αντίθεση μ΄ αυτές και αντιπαθούμε εκείνους που τις εκφράζουν. Πιστεύουμε ότι οι κυρίαρχες πολιτικές ειδήσεις είναι προκατειλημμένες υπέρ του άλλου κόμματος. Κρίνουμε τους άλλους με βάση στερεότυπα κ.α.
Σχεδόν όλα αυτά τα λάθη και τις προκαταλήψεις είναι δύσκολο να τα δούμε στον εαυτό μας, ενώ στις προκατειλημμένες κρίσεις μας, τείνουμε να έχουμε μια μεγάλη και αδικαιολόγητη αυτοπεποίθηση. Φυσικά υπάρχουν και τα πραγματικά περιστατικά, που τα δικά μας τα ξέρουμε από πρώτο χέρι ενώ των άλλων όχι. Αλλά γενικά είμαστε προκατειλημμένοι στο πώς αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας, τους άλλους και τον κόσμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου