Ένα βράδυ καθώς ήταν μαζεμένοι όλοι γύρω από τη λίμνη λέει ένας βάτραχος…
“Μα τι βαρετή ζωή. Κάθε μέρα τα ίδια και τα ίδια”…
Οι άλλοι βάτραχοι συμφώνησαν κι έκαναν έναν κύκλο γύρω του με ενδιαφέρον….
“Να κάναμε κάτι… κατι ξεχωριστό, κάτι αλλιώτικο, να έσπαγε η μονοτονία μας”, συνέχισε ο βάτραχος και σύντομα όλοι οι βάτραχοι άρχισαν να συμμετέχουν στην συζήτηση συμφωνώντας απόλυτα πως η ζωή τους είχε ανία!
Άρχισαν τότε να κατεβάζουν ιδέες όλοι μαζί για το τι θα μπορούσαν να κάνουν…
Έψαξαν αυτό, σκέφτηκαν το άλλο… ”κάτι να κάνουμε, κάτι ξεχωριστό, κάτι αλλιώτικο, κάτι που να μας κάνει διάσημους σε όλο το δάσος… κάτι, κάτι”…
έσπαγαν το κεφάλι τους μέχρι που κάποια στιγμή ένας βάτραχος κοιτώντας τον ορεινό όγκο μπροστά του είπε δυνατά…
“Το βρήκα! Θα σκαρφαλώσουμε στο βουνό! Θα είμαστε οι πρώτοι βάτραχοι που κατάφεραν ποτέ να ανεβούν στο βουνό!”
Γέλια, φωνές, επευφημίες. όλοι βρήκαν την ιδέα καταπληκτική κι ήταν τόσος ο ενθουσιασμός τους που αποφάσισαν να ενημερώσουν και τα υπόλοιπα ζώα του δάσους να έρθουν για να παρακολουθήσουν την ανάβαση!
Την άλλη μέρα βγάλανε ανακοίνωση “… Οι βάτραχοι αποφασίσαμε να ανεβούμε στο βουνό”…
Τα ζώα με το που διάβασαν το μήνυμα άρχισαν να γελούν…”βρε τα τρελά τα βατράχια σε τι περιπέτεια πάνε να μπουν” σκέφτηκαν.
Όλο το δάσος ηχούσε από τα κοροϊδευτικά τους γέλια κι όταν ήρθε η ώρα παρατάχθηκαν όλα μαζί στους πρόποδες του βουνού και περίμεναν…
Οι βάτραχοι μαζεύτηκαν κι έκαναν ασκήσεις και χοροπηδούσαν κι ετοιμάζονταν και δεξιά κι αριστερά όλα τα ζώα του δάσους τους φώναζαν…”Βρε τι πάτε να κάνετε; Τι παλαβά είναι αυτά; Θα πάθετε κανένα κακό.Τα βατράχια δεν είνα φτιαγμένα για να ανεβαίνουν στα βουνά!”
Τα βατράχια όμως ήταν ανένδοτα και μόλις δόθηκε το σήμα όρμησαν στο βουνό κι άρχισαν να σκαρφαλώνουν….
Γρήγορα κάποια βατράχια άρχισαν να νιώθουν κούραση κι άρχισαν να σκέφτονται πως τελικά τα άλλα ζώα είχαν δίκιο. Η ιδέα ήταν ηλίθια…”μα τι σκεφτόμασταν; πως είναι δυνατό να τα καταφέρουμε”….Κοίταζαν προς τα πάνω έβλεπαν το βουνό και πάθαιναν ίλιγγο…”ω ρε τι βλακεία! Τι μπλέξιμο!”
Άρχισαν σιγά σιγά οι απώλειες και κάποια βατράχια σταματούσαν την προσπάθεια.
Σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής παντού ήταν παραταγμένα τα υπόλοιπα ζώα, που τους φώναζαν διάφορα…”Σταματήστε βρε θα πληγωθείτε, θα χτυπήσετε. Μα είστε με τα καλά σας; Τι βλακείες είναι αυτές; Πότε θα το καταλάβετε πως δεν είστε φτιαγμένοι για τέτοια δύσκολα πράγματα”…
Όλο και περισσότεροι βάτραχοι σταματούσαν… Η κούραση άρχισε να τους καταβάλει. Πονούσαν τα πόδια τους. Σκίζονταν το σώμα τους από τα άγρια βράχια. Ο ήλιος έκαιγε το σώμα τους και ένιωθαν δίψα, κούραση… απόγνωση…
Τώρα είχαν μείνει λίγα βατράχια που συνέχιζαν και πάλι τα ζώα και τα πουλιά από ψηλά τους φώναζαν…να σταματήσουν… ”Φτάνει αποδείξατε την αξία σας. Φτάνει θα πεθάνετε. Αρκετά. Μην είστε χαζά. Αυτό που κάνετε δεν έχει κανένα νόημα. Κανένα!”
Τα βατράχια ένιωθαν την αφυδάτωση. ΄Ενιωθαν τον πόνο… ένιωθαν πως τα ζώα είχαν δίκιο. Συμφωνούσαν με αυτά που άκουγαν… ”Μα τι βλάκες είμαστε” …σκέφτονταν.
“Έχουμε την ωραία μας δροσερή λιμνούλα, τα νούφαρα, τα έντομα… Τι διάολο θέλουμε; Τι δουλειά έχουμε εδώ πάνω…”
και σταματούσαν εξαντλημένα… μέχρι, που σταμάτησαν όλα… Έτσι απλά… και ο χαμός, οι φωνές, η φασαρία όλα σταμάτησαν.
Τα ζώα σιώπησαν κι έπεσε στο βουνό απόλυτη σιγή. Είχαν όλα τελειώσει… μέχρι που ένα πουλί φώναξε πετώντας από ψηλά…”ΕΕΕΕ ΕΝΑΣ ΒΑΤΡΑΧΟΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ” κι έγινε χαμός.
Όλοι μαζί άρχισαν να του φωνάζουν. Οι μισοί να σταματήσει κι οι άλλοι μισοί να συνεχίσει. Κάποιοι του φώναζαν να σκεφτεί τη ζωή του, τους αγαπημένους του, όλους αυτούς που τον αγαπούν… κι άλλοι του φώναζαν να μην ρισκάρει, μα εκείνος ατάραχος συνέχιζε.
Τα πόδια του είχαν ματώσει.Το κορμί του είχε αφυδατωθεί. Πονούσε ολόκληρος μα συνέχιζε και συνέχιζε και συνέχιζε, μέχρι που πάτησε στην κορυφή!
Ναι ήταν ο πρώτος βάτραχος που ανέβηκε ποτέ στο βουνό!
Το δάσος ξεσηκώθηκε από φωνές κι αλαλαγμούς. Οι βάτραχοι τον πήραν στους ώμους του κι έκαναν τον γύρο του θριάμβου σε κάθε σπιθαμή του δάσους…
Φωνές, γέλια, ευτυχία. Τα κατάφερε. Ένας δικός τους τα κατάφερε κι ένιωθαν όλοι τόσο περήφανοι!
Το βράδυ έκαναν γιορτή προς τιμήν του στη λίμνη. Μαζεύτηκαν όλα τα ζώα, όλα τα πουλιά, όλα τα βατράχια κι έβαλαν τον βάτραχο αναρριχητή στο βάθρο και άρχισαν όλοι μαζί να τον ρωτούν… ”μα πως τα κατάφερες, τι σκεφτόσουν, ποια ήταν η δύναμη σου”;
Εκείνος δεν απαντούσε παρά τους κοίταζε ευτυχισμένος… και ξανά βροχή οι ερωτήσεις μα απάντηση καμία.
Κάποια στιγμή άρχισαν να είναι πιο πιεστικοί, “μα πες μας γιατί δεν μας λες. Είναι μυστικό; Από που αντλείς τη δύναμη σου, δεν θέλεις να το φανερώσεις;”
Κοίταζε χαμογελώντας ο βάτραχος, κοίταζαν τον βάτραχο με προσμονή όλοι οι υπόλοιποι και μετά από λίγο εκείνος κατάλαβε πως κάτι περίμεναν από αυτόν μα… δεν ήταν σίγουρος….
Σήκωσε τότε αργά τα χέρια του και τους έδειξε τα αυτιά του… κάνοντας τους νόημα πως …δεν ακούει τίποτε από όσα τον ρωτούσαν!
…όλοι έμειναν με μιας σιωπηλοί… γιατί κατάλαβαν
Ο βάτραχος ήρωας… Δεν άκουγε! Ήταν κουφός!
Επιμύθιο :Πρέπει να μάθουμε να μην ακούμε τις φωνές αυτών που θέλουν να μας αποτρέψουν από το να κυνηγήσουμε ένα όνειρο, μια ανάγκη, μια σχέση, μια τρέλα… ένα ρίσκο.
Τις φωνές της σύνεσης και της λογικής. Τις φωνές της αυστηρότητας καιτης πίεσης μέσα στο κεφάλι μας. Τις φωνές του ίδιου μας του εαυτού που έχει μάθει να αμφισβητεί, τις δυνατότητες, τα ταλέντα ή την αξία μας. Τις φωνές του φόβου και της αμφισβήτησης που συνήθως είναι περισσότερες και πιο δυνατές από τις φωνές της ενθάρρυνσης…
Πόσα όνειρα, πόσα σχέδια χάθηκαν μέσα σε τόνους ανασφάλειας. Μέσα σε φωνές εσωτερικές κι εξωτερικές που ούρλιαζαν… Μη!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου