Η αξιοπρέπεια ως βασική έννοια και αξία τείνει να κυριαρχήσει στον δημόσιο λόγο των κοινωνικών κινημάτων από τη δεκαετία του 1990 και μετά, με διάφορους όρους. Ως αξιοπρέπεια, λοιπόν, χαρακτηρίζουμε τη συναίσθηση της προσωπικής μας αξίας και την εξασφάλισή της με έντιμες πράξεις, συμπεριφορά που ταιριάζει στην αξία μας. Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια έχει σχέση με την αξία του ανθρώπου ως ελεύθερου και λογικού όντος.
Αξίζει ν’ αναφέρουμε στο ότι ο όρος αξιοπρέπεια αναδεικνύεται με το έργο του Καντ, ο οποίος υποστήριξε ότι ο άνθρωπος δεν έχει τιμή αλλά αξία, την αξιοπρέπειά του. Πιο αναλυτικά, για τον Καντ, «η λογική συσχετίζει κάθε υποκειμενικό γνώμονα της θέλησης ως καθολικού νομοθέτη με κάθε άλλη θέληση καθώς και με κάθε πράξη ενός έλλογου όντος προς τον εαυτό του, και αυτό όχι από κάποια άλλη πρακτική αιτία ή για κάποια μελλοντική ωφέλεια αλλά μόνο χάρη στην ιδέα της αξιοπρέπειας του έλλογου όντος, το οποίο δεν υπακούει σε κανένα άλλο νόμο από εκείνο τον οποίο θέτει αυτό τούτο στον εαυτό του. Μέσα στο κράτος των σκοπών το κάθε τι έχει είτε μια τιμή είτε μια αξιοπρέπεια. Ό, τι έχει μια τιμή μπορεί να αντικατασταθεί από κάποιο άλλο ισότιμό του. Ό, τι όμως είναι υπεράνω κάθε τιμής, και συνεπώς δεν έχει κανένα ισότιμό του, αυτό έχει αξιοπρέπεια». Ωστόσο, κατά τον Σοπενχάουερ, από τότε που ο Καντ πρόφερε τη φράση «αξιοπρέπεια του ανθρώπου», αυτή αποτέλεσε στο εξής το έμβλημα των ανόητων ηθικιστών, που κρύβουν πίσω από αυτήν τη βαρύγδουπη έκφραση ότι δεν έχουν μια πραγματική βάση για τις ηθικές τους απόψεις ή τέλος πάντων, μια βάση που να έχει νόημα.
Οι σύγχρονοι διάλογοι περιλαμβάνουν την αξιοπρέπεια σε πολλές εκφάνσεις της οικονομικοπολιτικής ζωής και της καθημερινότητας, σε θεμελιώδη ζητήματα που αφορούν στην ελευθερία, στην ισότητα, στο δικαίωμα στην εργασία, στην περίθαλψη και στην ασφάλεια. Φαίνεται πως η αξιοπρέπεια είναι μια έννοια που χρησιμοποιείται ποικιλοτρόπως, συνήθως από τον κυρίαρχο λόγο και απευθύνεται στο συναίσθημα χωρίς να παρακινεί απαραίτητα για δράση.
Η μεταβλητότητα της αξιοπρέπειας
Ο άνθρωπος έχει ένα βάρος, μια αξία. Η αξία ενός ανθρώπου μπορεί να εκπέσει με πράξεις κακοήθεις και ανάρμοστες.
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΕΙ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ ΤΟΥ, ΟΤΑΝ ΘΙΓΕΤΑΙ Η ΠΡΟΣΒΑΛΛΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ.
Άρα, η αξιοπρέπεια μας κινδυνεύει όχι μόνο από τις προσωπικές μας πράξεις αλλά και από τις προσβολές των άλλων. Οι άλλοι είναι δυνατό να θίξουν την υπόληψή μας. Μερικοί είναι αρκετά εύθικτοι σε θέματα τιμής και αξιοπρέπειας. Άλλοι θεωρούν πιο αξιοπρεπές να μην απαντούν σε προσβολές ούτε να καταφεύγουν στην βία, για να υπερασπιστούν την αξιοπρέπεια τους. Επομένως, θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε ότι η αξιοπρέπεια είναι μια ιδιαίτερα περίπλοκη έννοια, κι αυτό διότι είναι δύσκολο να χαρακτηρίσουμε κάποιον αξιοπρεπή, επειδή είναι μόνο ευπαρουσίαστος και ευυπόληπτος. Έτσι, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι η αξιοπρέπεια συντίθεται από μια ευρεία δέσμη ιδιοτήτων, οι οποίες περιπλέκονται και δημιουργούν την ανωτέρω ποιότητα. Επιπρόσθετα, πρέπει να παρατηρηθεί πως οι ιδιότητες, οι οποίες, αν συνδυαστούν, διαμορφώνουν την αξιοπρέπεια, δεν είναι σταθερές ούτε ισόποσες, αλλά μεταβάλλονται ανάλογα με τις συγκυρίες (πολιτικές – κοινωνικές).
Η αξιοπρέπεια στη σύγχρονη ζωή
Η έννοια της αξιοπρέπειας χρησιμοποιείται ευρύτατα σήμερα και στον χώρο της Βιοηθικής, προάγοντας στην Αμερική μια συντηρητική, θρησκευτικού χαρακτήρα ατζέντα που αντιτίθεται σε νέες θεραπείες, επεμβάσεις, τεχνικές κ.λπ. στον ιατρικό χώρο. Η αδυναμία επαφής με το περιβάλλον, η έλλειψη συνειδητότητας είναι κάτι που ένας ασθενής πολλές φορές φοβάται περισσότερο από τον πόνο ή τον θάνατο. Με αυτή την έννοια υπάρχει ένα στίγμα που συνοδεύει το λήπτη υπηρεσιών ψυχικής υγείας και ακόμα περισσότερο τον νοσηλευόμενο σε κάποια ψυχιατρική δομή και αυτό γιατί η νοσηλεία υποδηλώνει για κάποιους έκπτωση της νοητικής λειτουργίας που καθιστά το άτομο ανίκανο να εκφέρει γνώμη και να την υπερασπιστεί, πόσο μάλλον να διεκδικήσει το οτιδήποτε.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της δύναμης αυτής της αντίληψης το συναντάμε σε ένα απόσπασμα από το βιβλίο των κυρίων Τσαλίκογλου και Καραπάνου «Μήπως;», όπου η Μαργαρίτα Καραπάνου περιγράφει τη χαρά με την οποία περίμενε τον περίπατο με τη νοσηλεύτρια στο προαύλιο του ψυχιατρείου και την απογοήτευσή της όταν κάποια μέρα η νοσηλεύτρια της ζήτησε να επιστρέψουν ενώ είχαν περάσει μόνο λίγα λεπτά έξω. Όταν η Καραπάνου διαμαρτυρήθηκε και είπε στη νοσηλεύτρια ότι θα το αναφέρει, εκείνη της απάντησε «Ποιος θα σε πιστέψει εσένα πουλάκι μου; Εσένα ή εμένα θα πιστέψουν άμα τους πω ότι κάτσαμε ένα τέταρτο;». Υπάρχουν διακρίσεις ανάμεσα στις ασθένειες και στον τρόπο που αυτές γίνονται αντικείμενο διαλόγου στην κοινωνία. Σαν να υπάρχουν αξιοπρεπείς και μη αξιοπρεπείς ασθένειες. Ο ψυχικά ασθενής δεν έχει δυστυχώς, την ίδια αντιμετώπιση με έναν καρδιοπαθή ή έναν καρκινοπαθή για παράδειγμα.
Η αξιοπρέπεια ως δικαίωμα που πρέπει να προστατεύεται
Υπάρχουν πολυάριθμες διατάξεις, οι οποίες προστατεύουν ρητά την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Πιο συγκεκριμένα, μια τέτοια διάταξη περιλήφθηκε για πρώτη φορά στα Συντάγματα, που ψηφίστηκαν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Υποδειγματικό είναι το ισχύον Σύνταγμα της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (Θεμελιώδης Νόμος της Βόννης). Ο Θεμελιώδης Νόμος της Βόννης υπήρξε πηγή της ελληνικής διάταξης που εισήχθη στο Σύνταγμά μας με το άρθρο 2 § 1 Σ. και τ’ οποίο ορίζει ότι «Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας». Συναφείς είναι και οι διατάξεις των άρθρων 7 § 2 και 106 § 2 Σ. που απαγορεύουν την προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και την ανάπτυξη της ιδιωτικής οικονομικής πρωτοβουλίας σε βάρος της.
Ωστόσο, στις μέρες μας οι σημασίες που η αξιοπρέπεια μπορεί ν’ αποκτήσει εξαρτώνται από τη χρήση της έννοιας μέσα στις πρακτικές και τις ρητορικές. Μια συντηρητική και άτολμη από πολιτικής απόψεως σημασιοδότηση αναφέρεται στην αξιοπρέπεια με τρόπο τέτοιο που να μην έχει δεσμευτικό περιεχόμενο. Για παράδειγμα, κάποιος που υπόσχεται αξιοπρεπή μισθό χρησιμοποιεί τον όρο για να συγκαλύπτει το ότι ο μισθός θα είναι χαμηλός, άνισος για άντρες και γυναίκες κλπ. Επειδή είναι μια έννοια, όπως είπαμε, με ηθικές και συναισθηματικές αναφορές, επιτρέπει τη χρήση της χωρίς «πραγματικά αντικρίσματα» και συχνά σε μια αόριστη βάση.
Η αξιοπρέπεια έχει και μια διάσταση που προσιδιάζει στην αυτονομία, στην κυριότητα του εαυτού. Ο ασθενής εξαιτίας της δυσκολίας ή και της ανάγκης στην οποία βρίσκεται έρχεται συχνά στη δυσάρεστη θέση να χρειαστεί να αφεθεί στη φροντίδα άλλων και εξαιτίας της έλλειψης ιατρικής ειδίκευσης συχνά δυσκολεύεται να πάρει αποφάσεις που σχετίζονται με την πορεία της υγείας του και το είδος της θεραπείας που προτιμά. Αυτή η αδυναμία πολλαπλασιάζεται στην περίπτωση της ψυχικής ασθένειας γιατί κάποιες φορές ο ασθενής πράγματι δεν είναι σε θέση να αναλάβει την ευθύνη της ίασής του ή να ακολουθήσει τις οδηγίες των γιατρών του. Είναι ζητούμενο επομένως, στις σύγχρονες κοινωνίες να προστατεύεται να διασφαλίζεται η αξιοπρέπεια των μελών μιας κοινωνίας με την έννοια της προάσπισης του δικαιώματος της πρόσβασης στην υγεία, την παιδεία, του δικαιώματος στην εργασία και της ίσης μεταχείρισης κάθε πολίτη.
Εκείνο που θίγει περισσότερο βάναυσα την ανθρώπινη αξιοπρέπεια είναι η επίγνωση της αδυναμίας να πραγματοποιήσει ο άνθρωπος τη θέλησή του σε ό, τι έχει να κάνει όχι με κάτι έξω από αυτόν αλλά με την ίδια του τη ζωή, διότι ο άνθρωπος σε οποιαδήποτε σωματική κατάσταση και αν βρίσκεται έχει δικαίωμα να ελέγχει τη μοίρα του. Χωρίς τη δυνατότητα επιλογής άλλωστε δεν υπάρχει αξιοπρέπεια, γιατί η αξιοπρέπεια βασίζεται στην επιλογή.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου